Μένω εκτός
Γράφει ο Σφυροδρέπανος //
Ο ντόρος για το ποδοσφαιρικό GREXIT και τον κίνδυνο αποβολής από την
UEFA και τις διεθνείς διοργανώσεις της, που απειλεί την ΕΠΟ (την
ποδοσφαιρική ομοσπονδία), τα εθνικά συγκροτήματα και τους συλλόγους μας,
θυμίζει πολύ την αντίστοιχη φιλολογία που έχει αναπτυχθεί γύρω από το
ενδεχόμενο ενός ελληνικού ατυχήματος, δηλ της εξόδου της χώρας από την
ευρωζώνη ου μην και από την ΕΕ. Το ωραίο της υπόθεσης είναι πως και στις
δύο περιπτώσεις, το συγκυβερνών κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ στηρίζεται (ενίοτε
κριτικά κι εμμέσως) ή εγκαλείται για κάτι που δεν περιλαμβάνεται στις
(προ)θέσεις του, δηλ για ευρωσκεπτικισμό και για χειρισμούς, που
καθιστούν πολύ πιθανή αυτή την έξοδο. Και πως πολλές δυνάμεις θεωρούν
αυτό το GREXIT όχι ως το πρώτο βήμα για μια ριζική αλλαγή, αλλά
πανάκεια, που θα λύσει αυτομάτως μια σειρά προβλήματα.
Η υπόθεση σηκώνει τρολάρισμα. Πάρα πολλοί ανησύχησαν πχ στα μέσα
κοινωνικής δικτύωσης αν η χώρα διατρέχει κάποιο κίνδυνο εξόδου-αποβολής
και από το σεπτό θεσμό της Γιουροβίζιον, που θα αποτελούσε ισχυρό πλήγμα
για το γόητρό της. Ενώ αξίζει να θυμηθούμε και μια παλιότερη μπασκετική
γελοιογραφία του δικούς μας Πάνου Ζάχαρη, που κολλάει με το θέμα μας.
Έκτοτε βέβαια έχει κυλήσει αρκετό νερό στο αυλάκι. Η πάλαι ποτέ
Μαοϊκή ΚΟΕ έχει αποβάλει σχεδόν κάθε αντι-ΕΕ αιχμή και προσαρμόστηκε σε
«υπεύθυνες θέσεις», πιο δεξιά κι από τη ντροπαλή, αριστερή κριτική του
Λαφαζάνη, που τα αποδέχεται όλα με τύψεις, αστερίσκους και διαφωνίες.
Και πιθανότατα θα της φαίνονταν σεχταριστικό ένα σύνθημα που θα ‘λεγε πχ
αποδέσμευση από την UEFA με λαϊκή εξουσία.
Ποιο είναι όμως το διακύβευμα αυτής της κόντρας για το νομοσχέδιο που
ετοιμάζει ο Κοντονής; Παρακολουθώντας κανείς το ρεπορτάζ, θα
δυσκολευτεί ίσως να καταλάβει γιατί οδηγούνται στα άκρα οι δύο πλευρές
για τόσο ασήμαντες αφορμές. Αυτό που κρύβεται όμως πίσω από τις
δευτερεύουσες λεπτομέρειες, είναι το αυτοδιοίκητο της ΕΠΟ, που μπαίνει
ως προϋπόθεση από τη διεθνή ομοσπονδία. Με άλλα λόγια, η UEFA δεν
επιθυμεί κανένα έλεγχο στα χωράφια της και διαχειρίζεται ένα πολύ ισχυρό
προϊόν, το ποδόσφαιρο, που της δίνει τη δύναμη να επιβάλει τους όρους
της. Το ποδόσφαιρο δεν είναι απλά ο βασιλιάς των σπορ, αλλά μετατρέπει
και κάθε μέλος της UEFA σε ένα ιδιότυπο ανεξάρτητο βασίλειο, που γίνεται
κράτος εν κράτει.
Κι αυτή είναι η ουσία της «σύγκρουσης». Βάζω τη λέξη σε εισαγωγικά,
γιατί στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση δεν επιδιώκει καμία απολύτως ρήξη
με το κυρίαρχο πλαίσιο. Κι αυτό φαίνεται και στις καθησυχαστικές
δηλώσεις του Κοντονή, αλλά και στην κριτική που του ασκεί ο τύπος, καθώς
δεν αμφισβητεί τις προθέσεις του υπουργού, αλλά τις εκτιμήσεις και τους
χειρισμούς του.
Αντίστοιχα διαμορφώνονται και τα αντίπαλα στρατόπεδα σε αυτή τη
διαμάχη. Όσοι έχουν μπουχτίσει με τη φάρσα της Σούπερ Λιγκ ή θεωρούν την
ομάδα τους αδικημένη, στηρίζουν ως μέτρο των ευρωπαϊκό αποκλεισμό των
συλλόγων ή και ένα γενικό λουκέτο στο πρωτάθλημα, για να φτιάξουμε από
την αρχή κάτι καινούριο, σε γερές, υγιείς βάσεις. Όσοι πάλι φοβούνται μη
ζημιωθεί η ομάδα τους (δηλ ο πρόεδρός της και το συμφέρον του) ή μη
τυχόν πάθουν στερητικό σύνδρομο μακριά από το όπιό τους, ξεσηκώνονται σα
να τους έθιξαν τα ιερά και όσια, όσο δεν αντέδρασαν ποτέ για κανένα
άλλο ζήτημα.
Κι εδώ φαίνεται πόσο αντιδραστική κι επικίνδυνη μπορεί να γίνει αυτή η
παθητική σχέση-ενασχόληση με τον αθλητισμό, όταν ξεφεύγει από ένα όριο
και καταλήγει να θεωρείται το κύριο και να γεμίζει τη ζωή μας. Παλιότερα
τρομοκρατούσαν τους φιλήσυχους πιστούς πως θα ‘ρθουν οι κομμουνιστές να
τους πάρουν τις γυναίκες και τα σπίτια –που τώρα τους τα παίρνουν οι
(αγίες) τράπεζες. Σήμερα οι πιστοί οπαδοί μπορεί να φοβούνται με τις
κινήσεις της κυβέρνησης πως θα ‘ρθουν οι κομμουνιστές να τους πάρουν τη
μοναδική χαρά που τους έχει απομείνει, την μπάλα. Μόνο που έχουν βαθιά
σύγχυση ως προς το ποιοι είναι κομμουνιστές και σε τι συνίσταται η χαρά
του ποδοσφαίρου και του αθλητισμού γενικότερα.
Το ελληνικό πρωτάθλημα με τα σκάνδαλα, τα στημένα παιχνίδια, τις
ομάδες-παραρτήματα και την πλήρη αναξιοπιστία, φωνάζει από μακριά πως
χρειάζεται κάποιου είδους επέμβαση. Αν και οι περισσότερες (δηλ όλες οι)
κυβερνητικές παρεμβάσεις καταλήγουν στο γνωστό απόφθεγμα: η εγχείριση
πέτυχε, ο ασθενής πέθανε.
Υπάρχουν λοιπόν δύο κρίσιμα ζητήματα.
Αφενός η έλλειψη της λεγόμενης πολιτικής βούλησης των αρχών για ρήξη με
το σύστημα ή με άλλα λόγια για να φτάσει το μαχαίρι στο κόκαλο
(λατρεμένο κλισέ).
Η πρόταση του εισαγγελέα στην υπόθεση με τα στημένα εμπλέκει περίπου
ενενήντα παράγοντες ομάδων, αλλά αφήνει έξω τα κεφάλια και τα μεγάλα
ψάρια (που βρωμάνε από το κεφάλι), καθαρίζοντας τις… εξιλαστήριες
μαρίδες. Ενώ η κυβέρνηση, όπως και σε μια σειρά άλλα θέματα, χτίζει
απλώς το επικοινωνιακό της προφίλ, χωρίς να ανοίγει επί της ουσίας
μέτωπα σύγκρουσης με τα μονοπώλια, (όπως το αγκάθι του ΟΠΑΠ και της
εξαγγελίας επανακρατικοποίησής του)· χώρια η διαγραφή χρεών που
αποφασίστηκε με το καλημέρα, όχι για την χώρα, αλλά για μερικές
αθλητικές ανώνυμες εταιρίες.
Κι αφετέρου το σχέδιο κι ο στρατηγικός στόχος. Γιατί ακόμα κι αν
υποθέσουμε πως υπάρχει η βούληση και ξεκινάει κάτι από την αρχή, θα
σκοντάψουμε στα ίδια λάθη, χωρίς τη σωστή διάγνωση για την αρρώστια και
τα αίτιά της. Το θέμα δεν είναι μόνο να γκρεμίσεις κάτι σάπιο κι
ετοιμόρροπο, αλλά να ξέρεις και τι θες να χτίσεις στη θέση του. Τι
ποδόσφαιρο θέλουμε και με τι κοινωνικούς όρους θα καταφέρουμε να το
έχουμε.
Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία…
Γράφει ο Σφυροδρέπανος //Ο ντόρος για το ποδοσφαιρικό GREXIT και τον κίνδυνο αποβολής από την UEFA και τις διεθνείς διοργανώσεις της, που απειλεί την ΕΠΟ (την ποδοσφαιρική ομοσπονδία), τα εθνικά συγκροτήματα και τους συλλόγους μας, θυμίζει πολύ την αντίστοιχη φιλολογία που έχει αναπτυχθεί γύρω από το ενδεχόμενο ενός ελληνικού ατυχήματος, δηλ της εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη ου μην και από την ΕΕ. Το ωραίο της υπόθεσης είναι πως και στις δύο περιπτώσεις, το συγκυβερνών κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ στηρίζεται (ενίοτε κριτικά κι εμμέσως) ή εγκαλείται για κάτι που δεν περιλαμβάνεται στις (προ)θέσεις του, δηλ για ευρωσκεπτικισμό και για χειρισμούς, που καθιστούν πολύ πιθανή αυτή την έξοδο. Και πως πολλές δυνάμεις θεωρούν αυτό το GREXIT όχι ως το πρώτο βήμα για μια ριζική αλλαγή, αλλά πανάκεια, που θα λύσει αυτομάτως μια σειρά προβλήματα.
Η υπόθεση σηκώνει τρολάρισμα. Πάρα πολλοί ανησύχησαν πχ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αν η χώρα διατρέχει κάποιο κίνδυνο εξόδου-αποβολής και από το σεπτό θεσμό της Γιουροβίζιον, που θα αποτελούσε ισχυρό πλήγμα για το γόητρό της. Ενώ αξίζει να θυμηθούμε και μια παλιότερη μπασκετική γελοιογραφία του δικούς μας Πάνου Ζάχαρη, που κολλάει με το θέμα μας.
Έκτοτε βέβαια έχει κυλήσει αρκετό νερό στο αυλάκι. Η πάλαι ποτέ Μαοϊκή ΚΟΕ έχει αποβάλει σχεδόν κάθε αντι-ΕΕ αιχμή και προσαρμόστηκε σε «υπεύθυνες θέσεις», πιο δεξιά κι από τη ντροπαλή, αριστερή κριτική του Λαφαζάνη, που τα αποδέχεται όλα με τύψεις, αστερίσκους και διαφωνίες. Και πιθανότατα θα της φαίνονταν σεχταριστικό ένα σύνθημα που θα ‘λεγε πχ αποδέσμευση από την UEFA με λαϊκή εξουσία.
Ποιο είναι όμως το διακύβευμα αυτής της κόντρας για το νομοσχέδιο που ετοιμάζει ο Κοντονής; Παρακολουθώντας κανείς το ρεπορτάζ, θα δυσκολευτεί ίσως να καταλάβει γιατί οδηγούνται στα άκρα οι δύο πλευρές για τόσο ασήμαντες αφορμές. Αυτό που κρύβεται όμως πίσω από τις δευτερεύουσες λεπτομέρειες, είναι το αυτοδιοίκητο της ΕΠΟ, που μπαίνει ως προϋπόθεση από τη διεθνή ομοσπονδία. Με άλλα λόγια, η UEFA δεν επιθυμεί κανένα έλεγχο στα χωράφια της και διαχειρίζεται ένα πολύ ισχυρό προϊόν, το ποδόσφαιρο, που της δίνει τη δύναμη να επιβάλει τους όρους της. Το ποδόσφαιρο δεν είναι απλά ο βασιλιάς των σπορ, αλλά μετατρέπει και κάθε μέλος της UEFA σε ένα ιδιότυπο ανεξάρτητο βασίλειο, που γίνεται κράτος εν κράτει.
Κι αυτή είναι η ουσία της «σύγκρουσης». Βάζω τη λέξη σε εισαγωγικά, γιατί στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση δεν επιδιώκει καμία απολύτως ρήξη με το κυρίαρχο πλαίσιο. Κι αυτό φαίνεται και στις καθησυχαστικές δηλώσεις του Κοντονή, αλλά και στην κριτική που του ασκεί ο τύπος, καθώς δεν αμφισβητεί τις προθέσεις του υπουργού, αλλά τις εκτιμήσεις και τους χειρισμούς του.
Αντίστοιχα διαμορφώνονται και τα αντίπαλα στρατόπεδα σε αυτή τη διαμάχη. Όσοι έχουν μπουχτίσει με τη φάρσα της Σούπερ Λιγκ ή θεωρούν την ομάδα τους αδικημένη, στηρίζουν ως μέτρο των ευρωπαϊκό αποκλεισμό των συλλόγων ή και ένα γενικό λουκέτο στο πρωτάθλημα, για να φτιάξουμε από την αρχή κάτι καινούριο, σε γερές, υγιείς βάσεις. Όσοι πάλι φοβούνται μη ζημιωθεί η ομάδα τους (δηλ ο πρόεδρός της και το συμφέρον του) ή μη τυχόν πάθουν στερητικό σύνδρομο μακριά από το όπιό τους, ξεσηκώνονται σα να τους έθιξαν τα ιερά και όσια, όσο δεν αντέδρασαν ποτέ για κανένα άλλο ζήτημα.
Κι εδώ φαίνεται πόσο αντιδραστική κι επικίνδυνη μπορεί να γίνει αυτή η παθητική σχέση-ενασχόληση με τον αθλητισμό, όταν ξεφεύγει από ένα όριο και καταλήγει να θεωρείται το κύριο και να γεμίζει τη ζωή μας. Παλιότερα τρομοκρατούσαν τους φιλήσυχους πιστούς πως θα ‘ρθουν οι κομμουνιστές να τους πάρουν τις γυναίκες και τα σπίτια –που τώρα τους τα παίρνουν οι (αγίες) τράπεζες. Σήμερα οι πιστοί οπαδοί μπορεί να φοβούνται με τις κινήσεις της κυβέρνησης πως θα ‘ρθουν οι κομμουνιστές να τους πάρουν τη μοναδική χαρά που τους έχει απομείνει, την μπάλα. Μόνο που έχουν βαθιά σύγχυση ως προς το ποιοι είναι κομμουνιστές και σε τι συνίσταται η χαρά του ποδοσφαίρου και του αθλητισμού γενικότερα.
Το ελληνικό πρωτάθλημα με τα σκάνδαλα, τα στημένα παιχνίδια, τις ομάδες-παραρτήματα και την πλήρη αναξιοπιστία, φωνάζει από μακριά πως χρειάζεται κάποιου είδους επέμβαση. Αν και οι περισσότερες (δηλ όλες οι) κυβερνητικές παρεμβάσεις καταλήγουν στο γνωστό απόφθεγμα: η εγχείριση πέτυχε, ο ασθενής πέθανε.
Υπάρχουν λοιπόν δύο κρίσιμα ζητήματα.
Αφενός η έλλειψη της λεγόμενης πολιτικής βούλησης των αρχών για ρήξη με το σύστημα ή με άλλα λόγια για να φτάσει το μαχαίρι στο κόκαλο (λατρεμένο κλισέ).
Η πρόταση του εισαγγελέα στην υπόθεση με τα στημένα εμπλέκει περίπου ενενήντα παράγοντες ομάδων, αλλά αφήνει έξω τα κεφάλια και τα μεγάλα ψάρια (που βρωμάνε από το κεφάλι), καθαρίζοντας τις… εξιλαστήριες μαρίδες. Ενώ η κυβέρνηση, όπως και σε μια σειρά άλλα θέματα, χτίζει απλώς το επικοινωνιακό της προφίλ, χωρίς να ανοίγει επί της ουσίας μέτωπα σύγκρουσης με τα μονοπώλια, (όπως το αγκάθι του ΟΠΑΠ και της εξαγγελίας επανακρατικοποίησής του)· χώρια η διαγραφή χρεών που αποφασίστηκε με το καλημέρα, όχι για την χώρα, αλλά για μερικές αθλητικές ανώνυμες εταιρίες.
Κι αφετέρου το σχέδιο κι ο στρατηγικός στόχος. Γιατί ακόμα κι αν υποθέσουμε πως υπάρχει η βούληση και ξεκινάει κάτι από την αρχή, θα σκοντάψουμε στα ίδια λάθη, χωρίς τη σωστή διάγνωση για την αρρώστια και τα αίτιά της. Το θέμα δεν είναι μόνο να γκρεμίσεις κάτι σάπιο κι ετοιμόρροπο, αλλά να ξέρεις και τι θες να χτίσεις στη θέση του. Τι ποδόσφαιρο θέλουμε και με τι κοινωνικούς όρους θα καταφέρουμε να το έχουμε.
Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία…
Γράφει ο Σφυροδρέπανος //Ο ντόρος για το ποδοσφαιρικό GREXIT και τον κίνδυνο αποβολής από την UEFA και τις διεθνείς διοργανώσεις της, που απειλεί την ΕΠΟ (την ποδοσφαιρική ομοσπονδία), τα εθνικά συγκροτήματα και τους συλλόγους μας, θυμίζει πολύ την αντίστοιχη φιλολογία που έχει αναπτυχθεί γύρω από το ενδεχόμενο ενός ελληνικού ατυχήματος, δηλ της εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη ου μην και από την ΕΕ. Το ωραίο της υπόθεσης είναι πως και στις δύο περιπτώσεις, το συγκυβερνών κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ στηρίζεται (ενίοτε κριτικά κι εμμέσως) ή εγκαλείται για κάτι που δεν περιλαμβάνεται στις (προ)θέσεις του, δηλ για ευρωσκεπτικισμό και για χειρισμούς, που καθιστούν πολύ πιθανή αυτή την έξοδο. Και πως πολλές δυνάμεις θεωρούν αυτό το GREXIT όχι ως το πρώτο βήμα για μια ριζική αλλαγή, αλλά πανάκεια, που θα λύσει αυτομάτως μια σειρά προβλήματα.
Η υπόθεση σηκώνει τρολάρισμα. Πάρα πολλοί ανησύχησαν πχ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αν η χώρα διατρέχει κάποιο κίνδυνο εξόδου-αποβολής και από το σεπτό θεσμό της Γιουροβίζιον, που θα αποτελούσε ισχυρό πλήγμα για το γόητρό της. Ενώ αξίζει να θυμηθούμε και μια παλιότερη μπασκετική γελοιογραφία του δικούς μας Πάνου Ζάχαρη, που κολλάει με το θέμα μας.
Έκτοτε βέβαια έχει κυλήσει αρκετό νερό στο αυλάκι. Η πάλαι ποτέ Μαοϊκή ΚΟΕ έχει αποβάλει σχεδόν κάθε αντι-ΕΕ αιχμή και προσαρμόστηκε σε «υπεύθυνες θέσεις», πιο δεξιά κι από τη ντροπαλή, αριστερή κριτική του Λαφαζάνη, που τα αποδέχεται όλα με τύψεις, αστερίσκους και διαφωνίες. Και πιθανότατα θα της φαίνονταν σεχταριστικό ένα σύνθημα που θα ‘λεγε πχ αποδέσμευση από την UEFA με λαϊκή εξουσία.
Ποιο είναι όμως το διακύβευμα αυτής της κόντρας για το νομοσχέδιο που ετοιμάζει ο Κοντονής; Παρακολουθώντας κανείς το ρεπορτάζ, θα δυσκολευτεί ίσως να καταλάβει γιατί οδηγούνται στα άκρα οι δύο πλευρές για τόσο ασήμαντες αφορμές. Αυτό που κρύβεται όμως πίσω από τις δευτερεύουσες λεπτομέρειες, είναι το αυτοδιοίκητο της ΕΠΟ, που μπαίνει ως προϋπόθεση από τη διεθνή ομοσπονδία. Με άλλα λόγια, η UEFA δεν επιθυμεί κανένα έλεγχο στα χωράφια της και διαχειρίζεται ένα πολύ ισχυρό προϊόν, το ποδόσφαιρο, που της δίνει τη δύναμη να επιβάλει τους όρους της. Το ποδόσφαιρο δεν είναι απλά ο βασιλιάς των σπορ, αλλά μετατρέπει και κάθε μέλος της UEFA σε ένα ιδιότυπο ανεξάρτητο βασίλειο, που γίνεται κράτος εν κράτει.
Κι αυτή είναι η ουσία της «σύγκρουσης». Βάζω τη λέξη σε εισαγωγικά, γιατί στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση δεν επιδιώκει καμία απολύτως ρήξη με το κυρίαρχο πλαίσιο. Κι αυτό φαίνεται και στις καθησυχαστικές δηλώσεις του Κοντονή, αλλά και στην κριτική που του ασκεί ο τύπος, καθώς δεν αμφισβητεί τις προθέσεις του υπουργού, αλλά τις εκτιμήσεις και τους χειρισμούς του.
Αντίστοιχα διαμορφώνονται και τα αντίπαλα στρατόπεδα σε αυτή τη διαμάχη. Όσοι έχουν μπουχτίσει με τη φάρσα της Σούπερ Λιγκ ή θεωρούν την ομάδα τους αδικημένη, στηρίζουν ως μέτρο των ευρωπαϊκό αποκλεισμό των συλλόγων ή και ένα γενικό λουκέτο στο πρωτάθλημα, για να φτιάξουμε από την αρχή κάτι καινούριο, σε γερές, υγιείς βάσεις. Όσοι πάλι φοβούνται μη ζημιωθεί η ομάδα τους (δηλ ο πρόεδρός της και το συμφέρον του) ή μη τυχόν πάθουν στερητικό σύνδρομο μακριά από το όπιό τους, ξεσηκώνονται σα να τους έθιξαν τα ιερά και όσια, όσο δεν αντέδρασαν ποτέ για κανένα άλλο ζήτημα.
Κι εδώ φαίνεται πόσο αντιδραστική κι επικίνδυνη μπορεί να γίνει αυτή η παθητική σχέση-ενασχόληση με τον αθλητισμό, όταν ξεφεύγει από ένα όριο και καταλήγει να θεωρείται το κύριο και να γεμίζει τη ζωή μας. Παλιότερα τρομοκρατούσαν τους φιλήσυχους πιστούς πως θα ‘ρθουν οι κομμουνιστές να τους πάρουν τις γυναίκες και τα σπίτια –που τώρα τους τα παίρνουν οι (αγίες) τράπεζες. Σήμερα οι πιστοί οπαδοί μπορεί να φοβούνται με τις κινήσεις της κυβέρνησης πως θα ‘ρθουν οι κομμουνιστές να τους πάρουν τη μοναδική χαρά που τους έχει απομείνει, την μπάλα. Μόνο που έχουν βαθιά σύγχυση ως προς το ποιοι είναι κομμουνιστές και σε τι συνίσταται η χαρά του ποδοσφαίρου και του αθλητισμού γενικότερα.
Το ελληνικό πρωτάθλημα με τα σκάνδαλα, τα στημένα παιχνίδια, τις ομάδες-παραρτήματα και την πλήρη αναξιοπιστία, φωνάζει από μακριά πως χρειάζεται κάποιου είδους επέμβαση. Αν και οι περισσότερες (δηλ όλες οι) κυβερνητικές παρεμβάσεις καταλήγουν στο γνωστό απόφθεγμα: η εγχείριση πέτυχε, ο ασθενής πέθανε.
Υπάρχουν λοιπόν δύο κρίσιμα ζητήματα.
Αφενός η έλλειψη της λεγόμενης πολιτικής βούλησης των αρχών για ρήξη με το σύστημα ή με άλλα λόγια για να φτάσει το μαχαίρι στο κόκαλο (λατρεμένο κλισέ).
Η πρόταση του εισαγγελέα στην υπόθεση με τα στημένα εμπλέκει περίπου ενενήντα παράγοντες ομάδων, αλλά αφήνει έξω τα κεφάλια και τα μεγάλα ψάρια (που βρωμάνε από το κεφάλι), καθαρίζοντας τις… εξιλαστήριες μαρίδες. Ενώ η κυβέρνηση, όπως και σε μια σειρά άλλα θέματα, χτίζει απλώς το επικοινωνιακό της προφίλ, χωρίς να ανοίγει επί της ουσίας μέτωπα σύγκρουσης με τα μονοπώλια, (όπως το αγκάθι του ΟΠΑΠ και της εξαγγελίας επανακρατικοποίησής του)· χώρια η διαγραφή χρεών που αποφασίστηκε με το καλημέρα, όχι για την χώρα, αλλά για μερικές αθλητικές ανώνυμες εταιρίες.
Κι αφετέρου το σχέδιο κι ο στρατηγικός στόχος. Γιατί ακόμα κι αν υποθέσουμε πως υπάρχει η βούληση και ξεκινάει κάτι από την αρχή, θα σκοντάψουμε στα ίδια λάθη, χωρίς τη σωστή διάγνωση για την αρρώστια και τα αίτιά της. Το θέμα δεν είναι μόνο να γκρεμίσεις κάτι σάπιο κι ετοιμόρροπο, αλλά να ξέρεις και τι θες να χτίσεις στη θέση του. Τι ποδόσφαιρο θέλουμε και με τι κοινωνικούς όρους θα καταφέρουμε να το έχουμε.
Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία…