Αγνώριστος κομουνισμός. Πώς τον βλέπουν οι ευρωκομουνιστές του ΣΥΡΙΖΑ
....................................................................................................................................................................
Το ρεύμα του «αριστερού ευρωκομουνισμού» συστήνουν οι Ευκλείδης Τσακαλώτος και Χρήστος Λιάσκος με το άρθρο τους «Κομουνισμός, που σημαίνει μετάβαση», στην εφημερίδα Εποχή, προτείνοντας μια αριστερή εκδοχή του «δημοκρατικού δρόμου» προς τον σοσιαλισμό. Έχει ενδιαφέρον η οπτική τους, γιατί παρουσιάζει με τρόπο συγκροτημένο κάποιες ιδέες που αναπτύσσονται σε κοινωνικούς χώρους και στο κίνημα, καθώς και στον ευρύτερο χώρο της αριστερής διανόησης. Ιδέες στρεβλές και λανθασμένες, κατά τη γνώμη μας, όπως θα επιχειρήσουμε να αποδείξουμε.
Το άρθρο επικαλείται την ανάγκη ενός μεταβατικού προγράμματος το οποίο ορίζει ως ένα πρόγραμμα για την περίοδο που δεν είναι επαναστατική και ως ένα πρόγραμμα που θεμελιώνεται σε μετασχηματιστικές πρακτικές της εργατικής τάξης. Με απλά λόγια, η λογική του άρθρου είναι η εξής: θα φτάσουμε στον κομουνισμό, αν δημιουργήσουμε χώρο για τις πρακτικές που είναι συμβατές με τον κομουνισμό σε μη επαναστατικές περιόδους όπως η σημερινή.
Οι ευρωκομουνιστές βλέπουν έναν «διαρκή αγώνα μετατροπής των ταξικών συσχετισμών, στην προοπτική μιας σειράς επιμέρους ρήξεων στρατηγικού χαρακτήρα». Αυτές οι ρήξεις ωστόσο δεν φτάνουν σε μια κορυφαία ρήξη όπου η εξουσία και το κράτος της αστικής τάξης τσακίζεται. Είναι σαν να φθείρεται λίγο λίγο. Η μετάβαση στον κομουνισμό ξεκινάει με τα κουπόνια σίτισης του Ομπάμα ή του Τσίπρα και μπορεί να επιταχυνθεί αν επεκταθεί ο χώρος της «κοινωνικής οικονομίας», ο χώρος της «αυτοδιαχείρισης» και της «αλληλεγγύης».
Για το μαρξισμό, η μετάβαση στον κομουνισμό έχει αφετηριακό σημείο: αυτό είναι η συντριβή του αστικού κράτους και η έναρξη της οικοδόμησης του εργατικού κράτους - μισοκράτους, όπως έλεγε ο Λένιν. Ανάμεσα στον καπιταλισμό και τον κομουνισμό υπάρχει η περίοδος της μετάβασης από τον ένα κοινωνικό τρόπο παραγωγής στον άλλο, η οποία ξεκινά με το τσάκισμα του αστικού κράτους και την κατάληψη της εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της.
Το νέο εργατικό κράτος καταπιέζει σαφώς την αστική τάξη και τους συμμάχους της για όσο καιρό είναι σε θέση να απειλούν να ανακαταλάβουν την εξουσία. Ωστόσο η κύρια πλευρά του δεν είναι η κατασταλτική αλλά η δημιουργική: ωθεί προς την επαναστατική ανάπλαση των σχέσεων παραγωγής και όλων των κοινωνικών σχέσεων. Παίρνει μέτρα εξαρχής για την ανάπτυξη της εργατικής δημοκρατίας για να περιορίσει το ρόλο της γραφειοκρατίας που αναπτύσσεται αντικειμενικά σε κάθε κρατικό σχηματισμό.
Το κράτος της εργατικής εξουσίας υλοποιεί με μόνιμο και όχι προσωρινό και αποσπασματικό τρόπο τα αιτήματα του κόσμου της εργασίας: πρώτα και κύρια αντιμετωπίζει το πρόβλημα της ανεργίας, της φτώχειας, της εργασίας, το πρόβλημα της υγείας, της παιδείας, της δημοκρατίας στους τόπους δουλειάς, του σύγχρονου αναλφαβητισμού, της καταπίεσης της γυναίκας και του παιδιού.
Αυτά τα άμεσα ζητήματα λύνει το μεταβατικό πρόγραμμα που εφαρμόζει η κυβέρνηση της εργατικής λαϊκής εξουσίας ξεκινώντας τη διαδικασία κοινωνικοποίησης της παραγωγής, μειώνοντας το χρόνο εργασίας, βάζοντας στην παραγωγή τους πάντες, ανάλογα με τις ικανότητές τους, κοινωνικοποιώντας το νοικοκυριό και την ανατροφή των παιδιών.
Πλευρές του μεταβατικού προγράμματος μπορούν να επιβληθούν χωρίς να ξεσπάσει επανάσταση, όπως, για παράδειγμα, κατακτήθηκε το οκτάωρο στο Σικάγο. Αυτές οι κατακτήσεις έρχονται όταν η εργατική τάξη είναι αρκετά δυνατή για να απειλήσει την κυριαρχία της αστικής τάξης η οποία με τη σειρά της θα προσπαθήσει, όπως έλεγε ο Λένιν, να παραχωρήσει το δευτερεύον για να διατηρήσει το πρωτεύον.
Σήμερα που δεν έχουμε επαναστατική περίοδο και δεν τίθεται το ζήτημα της εξουσίας για την εργατική τάξη, προέχει η συγκέντρωση δυνάμεων για να επιβληθούν κατακτήσεις ζωτικής σημασίας απέναντι στο κράτος και στις κυβερνήσεις της αστικής τάξης. Οι όποιες κατακτήσεις στο έδαφος του καπιταλισμού θα έχουν βέβαια προσωρινό χαρακτήρα. Θα είναι διαρκώς διαφιλονικούμενες. Για να εδραιωθούν χρειάζεται το άλμα της επαναστατικής ανατροπής της εξουσίας του κεφαλαίου.
Βέβαια για τους ευρωκομουνιστές μας όλα αυτά συμβαίνουν στη Δευτέρα Παρουσία. Τώρα η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα ανοίξει το «Δημοκρατικό Δρόμο προς τον Σοσιαλισμό». Είναι το παλιό δόγμα των ρευμάτων του ευρωκομουνισμού με βάση το οποίο πορεύτηκαν τα Κομουνιστικά Κόμματα στη Γαλλία και στην Ιταλία με θλιβερά αποτελέσματα. Το ίδιο δόγμα δοκιμάστηκε στη Χιλή του Αλιέντε με σαφώς πιο αριστερό πολιτικό πρόγραμμα από αυτό του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά πνίγηκε στο αίμα από το πραξικόπημα του Αουγκούστο Πινοτσέτ.
«Τέλος η κοινοβουλευτική δημοκρατία
στην πάλη της ενάντια στην επανάσταση βρέθηκε αναγκασμένη, μαζί με τα
καταπιεστικά μέτρα να ενισχύει τους πόρους και το συγκεντρωτισμό της
κυβερνητικής εξουσίας. Όλες οι ανατροπές τελειοποιούσαν αυτή τη μηχανή
αντί να την τσακίζουν».
18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη,Μαρξ -Ένγκελς, Διαλεχτά έργα, τ.1, σελ. 386
«Μα η εργατική τάξη δεν μπορεί απλώς
να πάρει στα χέρια της την έτοιμη κρατική μηχανή και να τη βάλει σε
κίνηση για τους δικούς της σκοπούς».
Κ. Μαρξ, «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία», Μαρξ- Ένγκελς, Διαλεχτά έργα, τ.1, σελ. 617
Οι Τσακαλώτος και Λιάσκος δεν λένε ακριβώς ότι η αλλαγή θα έρθει από τη μεταρρύθμιση του κράτους και των θεσμών, καθώς εξαγγέλλουν την έλευση του κομουνισμού από το δρόμο των κοινωνικών πρακτικών.
Εμφανίζονται υπέρμαχοι της «αυτοδιαχείρισης» όπως εφαρμόζεται σε διάφορα συνεργατικά εγχειρήματα σήμερα και καλούν σε στήριξη μιας αριστερής κυβέρνησης που θα ενισχύσει αυτά τα εγχειρήματα. Ισχυρίζονται συγκεκριμένα ότι η ενίσχυση της «κοινωνικής οικονομίας» θα συνοδευτεί από αντίστοιχες κοινωνικές πρακτικές που θα διευρύνουν το χώρο του κομουνισμού θέτοντας αυθόρμητα σε κίνηση μια στρατηγική σταδιακής υποχώρησης των καπιταλιστικών πρακτικών.
Ενδιαφέρον ως θεωρητικό σχήμα, που δεν πατάει όμως στην πραγματικότητα. Γιατί τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε ακριβώς το αντίθετο να συμβαίνει: Έχουμε μια εκτίναξη της εκμετάλλευσης και των αυταρχικών εργοδοτικών πρακτικών στους τόπους εργασίας, και την ίδια στιγμή εξάπλωση της «αλληλέγγυας οικονομίας» και των κοινωνικών πρακτικών στον χώρο που δημιουργεί η τεράστια ανεργία. Μάλιστα η μία τάση συμπληρώνει, δεν ανταγωνίζεται την άλλη.
Αν η «κοινωνική οικονομία» όπως αναπτύσσεται στο έδαφος του καπιταλισμού ήταν απειλή για το σύστημα της εκμετάλλευσης, θα την είχε στο πρόγραμμά του το ΠΑΣΟΚ; Θα τη χρηματοδοτούσε η Ευρωπαϊκή Ένωση; Κατηγορούν οι αρθρογράφοι για αναμονή εκτός πραγματικού ιστορικού χρόνου τα ρεύματα κομουνιστικής αναφοράς και δεν βλέπουν ότι το δικό τους κόμμα μέρα με τη μέρα γίνεται υπεύθυνος συνομιλητής του ΣΕΒ και των τραπεζών. Και ενώ κάνει συνεχώς διορθώσεις στο πρόγραμμά του, το μόνο που δεν πειράζει, δεν του ζητούν να το πειράξει, είναι ακριβώς το σκέλος της «αλληλέγγυας» ή «κοινωνικής οικονομίας».
Σύμφωνα με τον Ν. 4019/2011,
Κοινωνική Οικονομία ορίζεται: "το σύνολο των οικονομικών,
επιχειρηματικών, παραγωγικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων, οι οποίες
αναλαμβάνονται από νομικά πρόσωπα ή ενώσεις προσώπων, των οποίων ο
καταστατικός σκοπός είναι η επιδίωξη του συλλογικού οφέλους και η
εξυπηρέτηση γενικότερων κοινωνικών συμφερόντων".
Ως φορέας της Κοινωνικής Οικονομίας,
θεσπίζεται η Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση (Κοιν.Σ.Επ.). Είναι
αστικός συνεταιρισμός με κοινωνικό σκοπό και διαθέτει εκ του νόμου την
εμπορική ιδιότητα.
Φυσικά και είναι πολύ θετική η εμπειρία που αποκομίζουν όσοι συμμετέχουν σε συνεργατικά εγχειρήματα. Εδώ όμως πρέπει να τεθεί ένα ερώτημα: Ζουν από την εργασία που προσφέρουν σε αυτά; Ή μήπως η απλήρωτη εργασία, η χαμηλά αμειβόμενη και ανασφάλιστη εργασία που θεσμοθετείται από τις ΚΟΙΝΣΕΠ και άλλες «καινοτόμες» νομικές προσωπικότητες που μπαίνουν στη ζωή μας, είναι η εναλλακτική μορφή που παίρνει η αντιδραστική ουσία του καπιταλισμού της εποχής μας;
Ας πάρουμε το παράδειγμα ενός συνεργατικού μέσου ενημέρωσης. Σε αυτό μπορεί να προσφέρουν εργασία μερικές δεκάδες άτομα. Το ότι δεν έχουν διευθυντή και λειτουργούν με συνελεύσεις και ομάδες εργασίας είναι μια θετική οπωσδήποτε κατάκτηση. Αλλά αυτή η κατάκτηση είναι αναφαίρετο δικαίωμά τους από τη στιγμή που εργάζονται εθελοντικά. Δεν χρειάστηκε να πολεμήσουν γι’ αυτό. Πραγματική κατάκτηση θα ήταν στον όμιλο του ΣΚΑΙ οι εργαζόμενοι να οργανωθούν και να αποφασίζουν αυτοί για το περιεχόμενο του προγράμματος αμφισβητώντας το διευθυντικό δικαίωμα στην πράξη. Αυτή η πρακτική είναι που θα έφερνε ριζική ανατροπή στο σημερινό πολιτισμό. Γιατί οι πενήντα εθελοντές ενός διαδικτυακού μέσου, ακόμα και αν πάρουν μια επιχορήγηση από ένα κοινοτικό πρόγραμμα, δεν μπορούν να ανατρέψουν την ουσία στο χώρο της ενημέρωσης και του πολιτισμού - μπορούν να δώσουν ένα δείγμα γραφής που δεν θα εξαπλωθεί και πολύ όσο κυρίαρχα στην οικονομία και στην εξουσία είναι τα μονοπώλια - οι μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις.
Οι κοινωνικές πρακτικές όσο ωφέλιμες και αν είναι δεν μπορούν να επικρατήσουν αν δεν εφαρμοστούν στους κλάδους που κινούν την οικονομία και διαμορφώνουν την κύρια τάση της κοινωνίας. Και για να εξαπλωθούν, για να κατακτήσουν όλο το χώρο της οικονομίας και όχι μόνο την «κοινωνική οικονομία», χρειάζεται κάτι παραπάνω από μια κυβέρνηση της Αριστεράς που θα βοηθά τους ανέργους να ιδρύουν συνεταιριστικά καφενεία ή επιχειρήσεις κοινωφελούς χαρακτήρα.
Κάτι ακόμα: η «αυτοδιαχείριση» στο έδαφος του καπιταλισμού δεν παράγει από μόνη της, όπως περίπου αναμένουν οι συντάκτες του άρθρου, αντικαπιταλιστική πολιτική συνείδηση. Αντίθετα μπορεί να ενισχύει στους συμμετέχοντες την αυταπάρνηση και τη διεκδίκηση της επιβίωσης, έστω και οριακά, του μέσου, της επιχείρησης που έχουν φτιάξει οι ίδιοι, μπορεί να ενισχύει αυτή τη στενομυαλιά της ιδιοκτησίας, και τον ανταγωνισμό προς τα έξω ή προς τα μέσα, ακόμα χειρότερα να εγκλωβίζει συνειδήσεις στο σχήμα της κοινωνικής επιχειρηματικότητας.
«Μ’ αυτή την ήττα [σ.σ. μετά την
εξέγερση του Ιούνη του 1848] το προλεταριάτο περνά στο πίσω μέρος της
επαναστατικής σκηνής. (...) Κατά ένα μέρος ρίχνεται σε δογματικούς
πειραματισμούς, σε τράπεζες ανταλλαγών και σε εργατικούς συνεταιρισμούς,
δηλαδή σ’ ένα κίνημα όπου παραιτείται από την ιδέα ν’ ανατρέψει τον
παλιό κόσμο με το σύνολο των δικών του μεγάλων μέσων και προσπαθεί να
πραγματοποιήσει την απολύτρωσή του πίσω από την πλάτη της κοινωνίας, με
ιδιωτικό τρόπο, μέσα στους περιορισμένους όρους της ύπαρξής του και γι’
αυτό αναγκαστικά αποτυγχάνει».
18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη,Μαρξ -Ένγκελς, Διαλεχτά Έργα, τ.1, σελ. 29
Οφείλουν σήμερα οι πρωτοπόρες δυνάμεις του κινήματος να μελετήσουν προσεκτικά την εμπειρία από τα όποια συνεργατικά εγχειρήματα και να δώσουν πολιτική κατεύθυνση στον αγώνα για την επιβίωση.
Εντελώς διαφορετικό, και πολύ σημαντικό, είναι το ζήτημα της λειτουργίας των καπιταλιστικών επιχειρήσεων που οι ιδιοκτήτες τους σκοπεύουν να κλείσουν. Οι εργαζόμενοι μπορούν να διεκδικήσουν από το κράτος τη λειτουργία της επιχείρησης στο πλαίσιο ενός πολιτικού αγώνα με ευρύτερες στοχεύσεις. Βέβαια οι νόμοι λειτουργίας του καπιταλισμού δεν καταργούνται και τα περί αυτοδιαχείρισης αποτελούν ιδεαλιστική αντιστροφή της πραγματικότητας. Δεν μπορεί να υπάρξει πραγματική αυτοδιαχείριση εντός του καπιταλισμού.
Το θέμα με τον κομουνισμό είναι ότι δεν βασίζεται στη συλλογικότητα μέσα στη φτώχεια. Βασίζεται στην ελευθερία από τη φτώχεια – στην απελευθερωμένη εργασία και δημιουργικότητα του καθενός ξεχωριστά που είναι γεμάτος νέες κοινωνικές και πολιτιστικές εμπειρίες. Ο κομουνισμός είναι η κοινωνία των ελεύθερα συνεταιριζόμενων παραγωγών, που ορίζει με διαφορετικά κριτήρια τον πλούτο και τις ανάγκες της.
Την ίδια στιγμή που παλεύουν μέσα στο σημερινό κίνημα και στους υπάρχοντες συσχετισμούς για δουλειά - ψωμί - παιδεία - ελευθερία οι κομουνιστές δεν κρύβουν τις επιδιώξεις τους και οργανώνονται από σήμερα για τις μεγάλες συγκρούσεις, που όντως δεν έρχονται κάθε μέρα, αλλά έρχονται και απαιτούν αμείλικτα στρατηγικές απαντήσεις.