4 Οκτ 2012

ΑΠΟΣΥΝΔΕΣΗ...εγκεφαλου απο... ΤV


Ο ι πολιτικοί στην TV: Χ...... η φοράδα στο αλώνι 







Η αξονική τομογραφία παρουσιάζει το μυαλό ενός ανθρώπου με αλκοολική άνοια σαν μια σούπα. Ενα απέραντο χάος βασιλεύει.
Με βεβαιότητα μπορούμε να προβλέψουμε μετά και τις χτεσινοβραδινές εμφανίσεις διαφόρων αστών πολιτικών στις TV, ότι η «τηλεοπτική άνοια» - αυτό δηλαδή που παθαίνει ο άνθρωπος που βλέπει σε μεγάλες δόσεις αστικά κανάλια, έχει χειρότερα αποτελέσματα και από την αλκοολική άνοια.
Αλλοτε ήταν η λοβοτομή το εργαλείο τους για τον έλεγχο των απείθαρχων. Τώρα εργαλείο τους είναι η TV.
Δυστυχώς, ο χτεσινός αγώνας Αρσεναλ - Ολυμπιακού ήταν στις 10 το βράδυ. Κι έτσι μεγάλες μάζες πληθυσμού στο διάστημα 7 με 10 το βράδυ που περίμεναν να δουν τον αγώνα εκτέθηκαν σε τεράστιες ποσότητες απόλυτης σύγχυσης μέσα από τις ειδησεογραφικές εκπομπές.
Συνταγματολόγοι και αρχηγοί κομμάτων, απ' αυτούς που τσακίζουν με τις αποφάσεις τους τα λαϊκά στρώματα, άφριζαν στις οθόνες ότι έχουν χάσει τον ύπνο τους από την αγωνία τους να σώσουν τη χώρα.
Εφτασε ο άνθρωπος που έχει κάνει επιστήμη την αρένα στις εκπομπές του, ο Πρετεντέρης, να λέει στον Βενιζέλο: «Μη με αναγκάζετε να φωνάζω περισσότερο για να ακουστώ». Ακάθεκτος, όμως, ο Βενιζέλος ούρλιαζε «δεν ανέχομαι να διασύρεται η πολιτεία» και ζητούσε να πάει το CD με τα ονόματα όσων έβγαλαν χρήμα στην Ελβετία, στην επιτροπή θεσμών και διαφάνειας. Εδώ κολλάει αυτό που λέει ο λαός μας χέστηκε η φοράδα στο αλώνι.
 Αναρτήθηκε από xristos bellos

Για την οπορτουνιστική θεωρία του «σοσιαλισμού του 21ου αιώνα»


Για την οπορτουνιστική θεωρία του «σοσιαλισμού του 21ου αιώνα»



Οι θετικές διεργασίες που έχουν επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια σε πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής (Βενεζουέλα, Βολιβία, Εκουαδόρ, Νικαράγουα, Ουρουγουάη, Παραγουάη, Χιλή, Αργεντινή, Βραζιλία, τελευταία Σαλβαδόρ, οι διεργασίες στο λαό στην Ονδούρα) σε διαφορετικό βαθμό και βάθος σε κάθε χώρα, έχουν δημιουργήσει σημαντικές προσδοκίες σε ολόκληρο τον κόσμο, ωστόσο δεν είναι λίγες οι συγχύσεις και οι αυταπάτες που τις συνοδεύουν.
Τα κύρια χαρακτηριστικά της νέας κατάστασης είναι η αντίθεση με τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, που ωστόσο καταλήγει στην ίδια την ταύτιση της έννοιας του ιμπεριαλισμού με τις ΗΠΑ και στον χαρακτηρισμό του ως «αυτοκρατορία». Επίσης στρεβλά και μονόπλευρα προσεγγίζεται το ζήτημα των δεσμών της εξάρτησης που κάθε χώρα αντιμετωπίζει στα πλαίσια των αλληλεξαρτήσεων, που υπάρχουν μέσα στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Γίνεται φανερή η απουσία ταξικής προσέγγισης και της αναγκαιότητας της ταξικής πάλης και της σύγκρουσης με τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Ταυτόχρονα λόγω της λαθεμένης ανάλυσης του σύγχρονου ιμπεριαλιστικού κόσμου, καθώς και εξαιτίας της κυριαρχίας των οπορτουνιστικών επιρροών λαθεμένα διαχωρίζεται η αστική τάξη σε εθνική και ξενόδουλη.
Συχνά λοιπόν τμήματα της αστικής τάξης, δηλαδή κατόχων μέσων παραγωγής που ελέγχουν την οικονομία, συμμετέχουν στα μέτωπα, που καταφέρνουν να νικήσουν σε εκλογές, όχι βέβαια με σκοπό να ανατρέψουν τον καπιταλισμό, αλλά για να πλασαριστούν καλύτερα και να διεκδικήσουν καλύτερο κομμάτι από την πίτα της αντιπαράθεσης με το αμερικάνικο κυρίως κεφάλαιο. Αυτό ουσιαστικά συμβαίνει σε όλες τις χώρες, από την Βραζιλία, την Αργεντινή και την Χιλή που διεκδικούν ηγετικό ρόλο στην περιοχή μέχρι το Σαλβαδόρ, το Εκουαδόρ, την Βολιβία ή την Βενεζουέλα, που είναι η πιο προωθημένη διαδικασία. Αυτή η επιδίωξη της αστικής τάξης σε κάθε χώρα, αναλογικά σε σχέση με το επίπεδο καπιταλιστικής ανάπτυξης, συμβαδίζει με έναν αυθόρμητο αντιιμπεριαλισμό-αντιαμερικανισμό που υπάρχει στα λαϊκά στρώματα ως αντίδραση στις χρόνιες σκληρές αντιλαϊκές πολιτικές που εφαρμόστηκαν την περασμένη δεκαετία σε όλη την ήπειρο από πολιτικές δυνάμεις που είχαν καλές σχέσεις με τα αμερικάνικα μονοπώλια. Την ίδια στιγμή με την έντονη προβολή της πλατφόρμας του λεγόμενου «σοσιαλισμού του 21ου αιώνα» ιδιαίτερα στην Βενεζουέλα και την Βολιβία, δημιουργείται μια θολή εικόνα για την σοσιαλιστική προοπτική.
Παλιά η ...νέα θεωρία
Ας δούμε όμως τι σημαίνει αυτή η «νέα θεωρία» που λανσάρεται ως «σοσιαλισμός του 21ου αιώνα» που καθόλου τυχαία υιοθετείται από διάφορες πολιτικές δυνάμεις που έχουν συμβιβαστεί με το σύστημα, ρεφορμιστές και οπορτουνιστές , όπως το Κόμμα Ευρωπαϊκής Αριστεράς.
Η λεγόμενη θεωρία του «Σοσιαλισμού του 21ου αιώνα» προωθείται από το 1996, από τον Γερμανό κοινωνιολόγο Χανς Ντίντριχ Στέφαν (που ζει και διδάσκει από το 1977 στο Μεξικό) και έχει διατελέσει σύμβουλος του προέδρου της Βενεζουέλας Ούγκο Τσάβες.
Η θεωρία αυτή που αναπτύχθηκε μετά τις ανατροπές στις σοσιαλιστικές χώρες, ξεκινάει από την αυθαίρετη παραδοχή ότι «ο καπιταλισμός και ο υπαρκτός σοσιαλισμός αναπαρήγαγαν ένα τεράστιο έλλειμμα δημοκρατίας και δεν κατάφεραν να επιλύσουν επείγοντα προβλήματα της ανθρωπότητας, όπως η φτώχεια, η πείνα, η εκμετάλλευση, η οικονομική καταπίεση, ο σεξισμός, ο ρατσισμός, η καταστροφή των φυσικών πόρων και η έλλειψη μιας πραγματικά συμμετοχικής δημοκρατίας».
Ο Ντίντριχ και η θεωρία του, μηδενίζοντας την προσφορά του σοσιαλισμού στον 20ό αιώνα, βάζει στο ίδιο τσουβάλι το εκμεταλλευτικό σύστημα και τη σοσιαλιστική οικοδόμηση που έδωσε σημαντικές κατακτήσεις στην ανθρωπότητα και άνοιξε το δρόμο για μια κοινωνία χωρίς την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Κάνει λόγο για αποτυχία του «κοινωνικού προγράμματος της αστικής τάξης και του ιστορικού προλεταριάτου» και σημειώνει ότι «έφτασε η ώρα για την υπέρβαση του πολιτισμού της άρχουσας τάξης προς μια μετακαπιταλιστική παγκόσμια κοινωνία, τη γενικευμένη φιλελεύθερη δημοκρατία». Αυτό το κατασκεύασμα παρουσιάζεται ως «νέος σοσιαλισμός του 21ου αιώνα». Οπως υποστηρίζει θα στηρίζεται «στη μεικτή οικονομία, στην ποικιλομορφία των μορφών ιδιοκτησίας (κοινωνική, συνεταιριστική και ιδιωτική)» όπου υποτίθεται προτεραιότητα θα έχει η κοινωνική και που «θα βασίζεται στη Μαρξική εργασιακή θεωρία της αξίας ενώ οι αξίες που παράγονται θα διανέμονται δημοκρατικά σε αυτούς που τις παράγουν σε αντίθεση με τις αρχές της οικονομίας της αγοράς».
Το ουτοπικό και αυθαίρετο στοιχείο είναι εμφανές αφού σε μια κοινωνία όπου συνυπάρχει ιδιωτική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής με σκοπό το κέρδος, δηλαδή καπιταλιστική επιχείρηση, δεν μπορούν να τεθούν κοινωνικές προτεραιότητες. Αλλά ο Ντίντριχ για να κάνει πιο πειστικό το ιδεολόγημά του, ισχυρίζεται ότι το ιδιωτικό κεφάλαιο θα υποχρεωθεί από την κυριαρχούσα κοινωνική κρατική παραγωγή να μπει στην υπηρεσία της ανάπτυξης υπέρ του λαού, ότι ο «δημόσιος χώρος θα επιβληθεί του ιδιωτικού». Επίσης ξεπερνάει το ζήτημα του κεντρικού σχεδιασμού ως απαραίτητο στοιχείο για την σοσιαλιστική οικοδόμηση, λέγοντας ότι αυτό θα το λύσει η νέα τεχνολογία με τις δυνατότητες που έχει στη σημερινή εποχή. Πρόκειται για «μείγμα» οπορτουνισμού και ουτοπικών αντιλήψεων, που δεν μπορεί να έχουν καμία εφαρμογή γιατί απλά μεικτός σοσιαλισμός, ή σοσιαλισμός της αγοράς δεν μπορεί να υπάρξει. Είναι όμως και μια θεωρία παλιά, όσο και οι πρώτοι αναθεωρητές του μαρξισμού, που στην πραγματικότητα θέλει να δώσει επικάλυμμα αριστεροσύνης σε σοσιαλδημοκρατικού τύπου διαχείριση του καπιταλισμού.
Η θεωρία αυτή ωστόσο επηρεάζει πλατύτερα λαϊκά στρώματα σε χώρες της Λατινικής Αμερικής και αλλού, με μικρή πολιτική εμπειρία. Επίσης πλασάρεται η αντίληψη ότι μπορούν να αναπτύσσονται πλατιές πολιτικές συμμαχίες που δεν χρειάζεται να έχουν ιδεολογική ομοιογένεια, λες και μπορούν η πολιτική και η ιδεολογία να χωριστούν από σινικά τείχη. Καθοριστικό ζήτημα για να κατανοηθεί ότι η θεωρία αυτή συνιστά ουσιαστικά και μόνο μια παραλλαγή σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης του καπιταλισμού, είναι το κριτήριο της ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, η ανάλυση από ταξική σκοπιά του ποιον εξυπηρετεί αυτή η «νέα θεωρία». Η οπορτουνιστική αντίληψη, που παρουσιάζεται ως σοσιαλισμός του 21ου αιώνα, παρακάμπτει το θεμελιακό ζήτημα ότι τα συμφέροντα των εργατών και των λαϊκών στρωμάτων και της αστικής τάξης, των κεφαλαιοκρατών είναι αντιτιθέμενα και δεν μπορούν να ταυτιστούν στο όνομα μιας «συμμετοχικής και πλουραλιστικής δημοκρατίας», παραλείπει το γεγονός ότι η ταξική πάλη είναι ανειρήνευτη.
Η Μπολιβαριανή διαδικασία
Με αυτό το πνεύμα πρέπει να ιδωθεί και η λεγόμενη Μπολιβαριανή διαδικασία στην Βενεζουέλα, που ήταν η χώρα που το 1998 άνοιξε το δρόμο για αλλαγές σε όφελος των φτωχών λαϊκών στρωμάτων μέσα από την αξιοποίηση των σημαντικών κρατικών εσόδων που προέρχονται κυρίως από το πετρέλαιο. Εκεί στηρίχτηκαν τα κοινωνικά προγράμματα που συνέβαλαν στην καταπολέμηση του αναλφαβητισμού, στην παροχή υπηρεσιών υγείας στα λαϊκά στρώματα, στην ενίσχυση των συνεταιρισμών, της διανομής κλήρου σε ακτήμονες, στην βελτίωση της διατροφής μέσα από κρατικά μαγαζιά με χαμηλές τιμές ξεπερνώντας την κερδοσκοπία του ιδιωτικού τομέα των τροφίμων, στις δυνατότητες δανεισμού και στην επιδότηση άλλων τομέων, του πολιτισμού, του αθλητισμού. Σημαντικό ρόλο σε αυτά τα προγράμματα έχει και η αμοιβαία συνεργασία που αναπτύχθηκε από την πρώτη στιγμή με την σοσιαλιστική Κούβα.
Ωστόσο μέσα σε αυτή την διαδικασία που χαρακτηρίζεται ως «αντιιμπεριαλιστική εθνικοαπελευθερωτική» δεν έχει προχωρήσει η σύγκρουση με την αστική τάξη που εξακολουθεί να έχει την οικονομική εξουσία. Ο σοσιαλισμός που επικαλείται ο πρόεδρος της Βενεζουέλας και υιοθετείται από το Ενωμένο Σοσιαλιστικό Κόμμα που οργανώνεται σε όλη την χώρα, ως πολυταξικό και πολυτασικό κόμμα, απέχει πολύ από τον επιστημονικό σοσιαλισμό. Ο Ούγκο Τσάβες επαναφέρει με δηλώσεις του, θέσεις του χρεοκοπημένου ευρωκομμουνισμού, που στρέφονται κατά της δικτατορίας του προλεταριάτου και υπερ ενός δήθεν «δημοκρατικού σοσιαλισμού».
Η ουσία του χαρακτήρα αυτών των θέσεων προκύπτει μέσα από τις επιδράσεις που έχει από αστικές, σοσιαλδημοκρατικές προσεγγίσεις για το σοσιαλισμό του 20ού αιώνα, φτάνοντας μέχρι του σημείου να χαρακτηρίζει την ΕΣΣΔ και τις σοσιαλιστικές χώρες, που γνωρίσαμε στον 20ό αιώνα, ως ολοκληρωτικά και γραφειοκρατικά καθεστώτα, παρόλο που δεν μπορεί παρά να μην αναγνωρίσει την διεθνιστική προσφορά των σοσιαλιστικών χωρών στην πάλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό, για παράδειγμα στην Κούβα ή στη στήριξη των λαϊκών κινημάτων.
Μικροαστισμός και διατήρηση του καπιταλισμού
Σε αυτή την κατεύθυνση και η πρόταση για συγκρότηση της λεγόμενης «5ης Σοσιαλιστικής Διεθνούς», που προωθεί τώρα ο πρόεδρος Τσάβες και το κόμμα του, ως το αναγκαίο βήμα για την προοπτική του «σοσιαλισμού του 21ου αιώνα». Πρόκειται για μια πρόταση που κυριαρχείται από μεγάλες συγχύσεις. Εμπεριέχει ένα γενικόλογο αντιιμπεριαλισμό, που εμπλέκει τις αναγκαίες πολιτικοκρατικές συμμαχίες για να διατηρηθεί το ρεύμα αλλαγής που υπάρχει στην αμερικανική ήπειρο με την προώθηση ουτοπικών αντιλήψεων που δεν ξεπερνάνε το επίπεδο της διαχείρισης του καπιταλισμού ή της αμοιβαίας συνεργασίας κρατών σε αντιπαράθεση με αυτό που ορίζεται ως «αυτοκρατορία των ΗΠΑ», αλλά παραμένει στα πλαίσια του κυρίαρχου συστήματος.
Τέτοιες συνεργασίες είναι και η προωθημένη μορφή συνεργασίας βασισμένη στην αλληλεγγύη, Μπολιβαριανή Συμμαχία για την Αμερική (ΑLBA) όπου συμμετέχουν η Βενεζουέλα, η Κούβα, η Βολιβία, η Νικαράγουα, το Εκουαδόρ, οι μικρές χώρες της Καραϊβικής Αντίγκουα και Μπαρμπούντα, Ντομίνικα και Σαίντ Βίνσεντ και Γρεναδίνες και η Ονδούρα με τον προηγούμενο (σήμερα ανατραπέντα) πρόεδρο Μανουέλ Σελάγια, που είχε υπογράψει συμφωνία εισόδου. Και φυσικά η συμμετοχή της σοσιαλιστικής Κούβας δεν αλλάζει τον χαρακτήρα αυτής της διακρατικής συμμαχίας ανάμεσα σε καπιταλιστικά κράτη. Ακριβώς γι' αυτό γιατί δηλαδή δεν είναι συνεργασία σοσιαλιστικών χωρών, δεν μπορεί να θεωρείται πραγματικό αντίπαλο δέος στον ιμπεριαλισμό. Πολύ περισσότερο δεν χωράνε αυταπάτες για άλλες ενώσεις όπως η Ενωση των Εθνών της Νότιας Αμερικής UNASUR (συμμετέχουν η Αργεντινή, Βολιβία, Βραζιλία, Χιλή, Κολομβία, Βενεζουέλα, Εκουαδόρ, Παραγουάη, Περού, Σουρινάμ, Ουρουγουάη, Γκουιάνα), όπου εκεί συναντιούνται διάφορα αστικοκρατικά συμφέροντα και ανταγωνισμοί. Ταυτόχρονα μεγάλες δυνάμεις στην Λατινική Αμερική όπως η Βραζιλία, συμμετέχει σε διεθνές επίπεδο σε συνεργασίες όπως η BRIC (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα) ή επίσης αναπτύσσονται σχέσεις με την Ρωσία, το Ιράν και την Κίνα.
Επομένως είναι καθαρό ότι οι διπλωματικές σχέσεις και διακρατικές συνεργασίες δεν μπορεί να συγχέονται με πλατφόρμες για την σοσιαλιστική προοπτική. Αυτή η αντίληψη κυριαρχεί τόσο στην λεγόμενη «Δέσμευση του Καράκας», που πρότεινε το Ενωμένο Σοσιαλιστικό Κόμμα Βενεζουέλας στην πρόσφατη συνάντηση κομμάτων στο Καράκας και διακατέχει και το πνεύμα της πρότασης Τσάβες για την «5η Διεθνή».
Ο σοσιαλισμός ως ανώριμος κομμουνισμός σημαίνει κοινωνία στην εξουσία της οποίας βρίσκεται η εργατική τάξη με τους συμμάχους της (αυτή είναι με τον επιστημονικό ορισμό η δικτατορία του προλεταριάτου), αναγκαία προϋπόθεση για την κατάργηση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και την κοινωνικοποίησή τους. Επίσης η πάλη για το σοσιαλισμό δεν μπορεί να νοηθεί χωρίς την ύπαρξη και δράση, ως αυτοτελούς οργάνωσης, του επαναστατικού κόμματος, του κόμματος της εργατικής τάξης, του Κομμουνιστικού Κόμματος που ηγείται σ' αυτή την πάλη οικοδομώντας ταυτόχρονα κοινωνικοπολιτικές συμμαχίες, για τη σύγκρουση με τον ιμπεριαλισμό και τα μονοπώλια.
Μια πάλη που η ιστορία έχει δείξει πως θα είναι σκληρή, αφού ο ιμπεριαλισμός με «νύχια και με δόντια» πολεμά κάθε προσπάθεια επαναστατικής ανατροπής του άδικου εκμεταλλευτικού συστήματος. Από την άποψη αυτή διατυπώσεις που υπάρχουν στο κείμενο της «Δέσμευσης του Καράκας», που καταδικάζουν και αφορίζουν γενικά την βία, δηλαδή και αυτή που αναγκαστικά προτάσσουν και θα χρειαστεί να προτάξουν οι αγωνιζόμενες επαναστατικές δυνάμεις, επιβεβαιώνουν το σοσιαλδημοκρατικό περιεχόμενο της όλης προσπάθειας, που δεν αναγνωρίζει στους λαούς να επιλέγουν κάθε μορφή πάλης.
Η συζήτηση που αναπτύσσεται περί του νέου σοσιαλισμού αναδεικνύει την ανάγκη της έντασης της ιδεολογικο-πολιτικής διαπάλης, της ισχυροποίησης των Κομμουνιστικών Κομμάτων και της συγκρότησης κομμουνιστικού πόλου μαρξιστικών - λενινιστικών κομμάτων, που θα υπερασπίζονται αποφασιστικά τις αρχές της ταξικής πάλης, την αναγκαιότητα της σοσιαλιστικής επανάστασης, της ανατροπής του καπιταλισμού και της οικοδόμησης του σοσιαλισμού με περιεχόμενο την πολιτική εξουσία της εργατικής τάξης, την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, τον κεντρικό σχεδιασμό και τον εργατικό έλεγχο.
Σ' αυτή τη γραμμή έχει μεγάλη σημασία να αντιμετωπιστούν αυταπάτες και συγχύσεις και πολύ περισσότερο μικροαστικές αντιλήψεις, που παρουσιάζονται ως «σοσιαλισμός του 21ουαιώνα», που σαν βάση έχουν τη διατήρηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, την αποκήρυξη της θετικής συνεισφοράς της ΕΣΣΔ και γενικότερα του σοσιαλισμού που γνωρίσαμε στον 20ό αιώνα, καθώς και την απόρριψη των νομοτελειών της σοσιαλιστικής επανάστασης και οικοδόμησης, της κοινωνικοποίησης των βασικών μέσων παραγωγής, του κεντρικού σχεδιασμού της οικονομίας και του εργατικού -λαϊκού ελέγχου.

ΕΔΩ Η ΛΙΣΤΑ ΕΚΕΙ Η ΛΙΣΤΑ. Που είναι οι ληστες;;;


ΕΔΩ Η ΛΙΣΤΑ ΕΚΕΙ Η ΛΙΣΤΑ. Που είναι η λίστα ;;;;;;;;; 







Η φιλολογία για τη λίστα με τους 36 βουλευτές που ελέγχει το ΣΔΟΕ έδωσε τη θέση της στη συζήτηση για τη λεγόμενη «λίστα Λαγκάρντ», με τα ονόματα περίπου 2.000 Ελλήνων καταθετών σε τράπεζα της Ελβετίας, που είναι ύποπτοι για φοροδιαφυγή. Οι αντεγκλήσεις ανάμεσα στους πρώην επικεφαλής του ΣΔΟΕ και τους τότε πολιτικούς προϊσταμένους τους, για το ποιος ευθύνεται που δεν ελέγχθηκε έγκαιρα η λίστα, ο τρόπος με τον οποίο τα άλλα κόμματα της ΕΕ και ειδικά ο ΣΥΡΙΖΑ συμμετέχουν στο παιχνίδι των εντυπώσεων, φανερώνουν το φαρισαϊσμό και την υποκρισία του σάπιου αστικού συστήματος. Διπλά προκλητική είναι η προσπάθεια να αποπροσανατολίσουν το λαό και να τον παραπλανήσουν για το χαρακτήρα των μέτρων που σήμερα του φορτώνουν.
Ολοι τους πίνουν νερό στο όνομα της ΕΕ, που έχει για θεμέλιο την ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων, μια από τις τέσσερις ελευθερίες της Συνθήκης του Μάαστριχτ, την οποία από κοινού ψήφισαν. Φωνάζουν για την εξαγωγή κεφαλαίων από την Ελλάδα σε τράπεζες του εξωτερικού, δε λένε όμως κουβέντα για τις φοροαπαλλαγές, την ανωνυμία στις μετοχές, τα τραπεζικά και επιχειρηματικά απόρρητα, τις οφσόρ εταιρείες, που είναι πολύτιμα εργαλεία και για τη νόμιμη καπιταλιστική κερδοφορία, αλλά και για τη συγκάλυψη της εκτεταμένης φοροδιαφυγής και του μαύρου χρήματος. Οταν μάλιστα το ΚΚΕ καταθέτει συγκεκριμένες προτάσεις για την κατάργηση αυτών των εργαλείων, ανεβαίνουν στα κάγκελα και λένε πως κάτι τέτοιο είναι αντίθετο με τις ευρωπαϊκές στρατηγικές και συμφωνίες.



Οταν το ΚΚΕ έλεγε ότι στα θησαυροφυλάκια της Ελβετίας βρίσκονται συσσωρευμένα εκατοντάδες δισ. ευρώ, «νόμιμα» κλεμμένος ιδρώτας του λαού από τους κεφαλαιοκράτες, τα αστικά κόμματα και ΜΜΕ το λοιδορούσαν. Χτες, ο πρώην υπουργός Οικονομικών και σημερινός πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ομολόγησε κυνικά ότι οι εφοπλιστές, όπως και άλλες μερίδες της πλουτοκρατίας, έχουν κάθε δικαίωμα να αποθηκεύουν τα κέρδη τους οπουδήποτε, για τον επιπλέον λόγο ότι απολαμβάνουν το αφορολόγητο από το ελληνικό κράτος. Να το πραγματικό σκάνδαλο! Η κλοπή του πλούτου που παράγει ο λαός και η συσσώρευσή του από τους κεφαλαιοκράτες με τους νόμους του κράτους τους και της ΕΕ.
Μπροστά σ' αυτή την κλοπή, τα ενδεχόμενα έσοδα από την πάταξη της φοροδιαφυγής είναι παρωνυχίδα. Πολύ περισσότερο που θα επιστραφούν από το κράτος στους καπιταλιστές ως νέα προνόμια και επιδοτήσεις. Από αυτή τη σκοπιά, είναι τουλάχιστον προκλητική η προπαγάνδα που λέει ότι αν το κράτος είχε πατάξει τη φοροδιαφυγή, τα μέτρα που υποτιμούν κι άλλο την εργατική δύναμη θα ήταν πιο ήπια. Πάνε να βγάλουν λάδι τη στρατηγική που τσακίζει τους εργαζόμενους και το λαό, παρουσιάζοντας τα μέτρα ως αποτέλεσμα μιας αναποτελεσματικής διαχείρισης από «κακούς» και «ανίκανους» πολιτικούς. Καμιά ανοχή στα τερτίπια και την προπαγάνδα τους. Οι εργαζόμενοι έχουν κάθε δικαίωμα να μάθουν για τη μεγάλη ληστεία που έγινε και γίνεται σε βάρος τους. Έχουν συμφέρον να βάλουν τέλος στην εκμετάλλευση - ληστεία τους, είτε νόμιμη, είτε παράνομη.

 Αναρτήθηκε από xristos bellos

"Καινοφανείς" θεωρίες και οι στόχοι τους
Τόσο στο θεωρητικό επίπεδο όσο και στο πρακτικό, έχει δοθεί απάντηση στο ερώτημα ποιος είναι ο ρόλος και οι επιδιώξεις του συνδικάτου, του κεφαλαιοκράτη, του κράτους συνολικά, μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα. "Καινοφανείς" θεωρίες, που δυστυχώς τις υποστηρίζουν και ορισμένοι αριστεροί, με τις οποίες όχι μόνο προσπαθούν να μπερδέψουν τα πράγματα, να προκαλέσουν σύγχυση γύρω από τέτοια ζητήματα, αλλά, στην πραγματικότητα, να διαμορφώσουν ακόμα χειρότερους όρους στη διαπραγμάτευση της εργατικής τάξης για την εργατική δύναμη. Με τη χυδαία, ιστορικά ανόητη και σχιζοφρενική προπαγάνδα περί "κοινωνικών εταίρων", γίνεται προσπάθεια να ενοποιηθεί, θεωρητικά και πρακτικά, η ευθύνη του εργάτη και του κεφαλαιοκράτη και συνακόλουθα να νομιμοποιηθεί ιδεολογικά ο παραλογισμός ότι "αιτήματα έχουν όλοι και οι εργάτες και οι κεφαλαιούχοι και το κράτος"!
Στο βαθμό που μια τέτοια άποψη ενοποίησης, ισοπέδωσης, τσουβαλιάσματος της ευθύνης, γίνει αποδεκτή σαν πολιτική πρακτική, καταργείται ο ίδιος ο ρόλος ύπαρξης του συνδικάτου, καταργείται το δικαίωμά του στην άμυνα, καταργούνται, πραξικοπηματικά, διατάξεις και αυτού ακόμα του σημερινού Συντάγματος περί της, έστω και φραστικής, αναγνώρισης της "ισότητας των όπλων".
***
Τι επιτέλους ξέρουμε όλοι ότι ισχύει μέχρι σήμερα;
Γνωρίζουμε πως ο ατομικός καπιταλιστής και ο συνολικός, συλλογικός καπιταλιστής, με την ιερή και απαραβίαστη, την κατοχυρωμένη συνταγματικά, αρχή του διευθυντικού δικαιώματος και την ακόμα μεγαλύτερη, ακόμα πιο ιερή αρχή, της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, έχει στην απόλυτη, ουσιαστικά, εξουσία του την κρατική μηχανή, έχει το δικαίωμα να διαμορφώνει νόμους, στα πλαίσια των ιερών και απαραβίαστων αρχών του, του συστήματος της εκμετάλλευσης, έχει το δικαίωμα να προσλαμβάνει και να απολύει όποιον θέλει, έχει το δικαίωμα και τη δυνατότητα να διαθέτει μέσα προπαγάνδας, που καθημερινά κάνουν πλύση εγκεφάλου, τελικά τα έχει όλα!
Ο άλλος, ο εργάτης, η συλλογική του έκφραση, το συνδικάτο, και στο βαθμό που σωστά κάνει τη δουλιά του, δεν έχει, στην ουσία, τίποτα. Απλά, μέσα από σκληρούς και συχνά αιματηρούς αγώνες, κατάφερε να εξασφαλίσει το δικαίωμα να μην είναι μηχανή που μιλάει, το δικαίωμα της άμυνας (απεργία, συλλογική δράση κλπ.), είτε αυτή αφορά αιτήματα προστασίας των κατακτήσεών του, είτε αφορά αιτήματα βελτίωσης της θέσης του, μέσα στα πλαίσια του συστήματος.
Αυτά κοντολογίς γνωρίζουμε, αυτά έλεγαν επιφανείς νομικοί όταν ανέλυαν το θέμα της "ισότητας των όπλων". Ολα αυτά όμως ανατρέπονται και μάλιστα στο όνομα του "κοινού συμφέροντος", στο όνομα των "κοινωνικών εταίρων". Σήμερα λοιπόν ο εργάτης, ο εργαζόμενος, ο συνδικαλιστής εκπρόσωπός του καλούνται όχι να θέσουν αιτήματα και να παλέψουν για την ικανοποίησή τους, αλλά να ικανοποιήσουν αιτήματα των βιομηχάνων, της κυβέρνησης!
Για του λόγου το αληθές:
Μέσα από τα 19 σημεία της κυβέρνησης για τον "κοινωνικό διάλογο", δηλαδή τη διαπραγμάτευση με το συνδικαλιστικό κίνημα, συνοψίζονται τρεις μεγάλοι πολιτικοί, οικονομικοί στόχοι - αιτήματα των εχόντων προς τους μη έχοντες:
***
Πρώτος στόχος - αίτημα: Βάζει το ζήτημα της αλλαγής του νομοθετημένου και συμβατικού χρόνου απασχόλησης, της αλλαγής δηλαδή μιας από τις μεγαλύτερες κατακτήσεις του εργατικού κινήματος στον αιώνα μας. Το επιχείρημα είναι ότι το πλαίσιο που υπάρχει σήμερα αποτελεί "δυσκαμψία", όπως τονίζεται εξάλλου και στη "Λευκή Βίβλο". Αλλαγή όμως του πλαισίου θέλουν και οι εργάτες. Σε τι διαφέρουν αυτές οι αλλαγές που προτείνονται; Η κυβέρνηση, ως εντολοδόχος της μεγαλοεργοδοσίας, θέλει την κατάργηση αυτού του πλαισίου, απελευθέρωση των πάντων, καμιά εγγύηση, πλήρη δηλαδή ασυδοσία για τον κεφαλαιούχο. Ο εργάτης, παίρνοντας υπόψη και τις νέες τεχνολογίες και το τεράστιο πρόβλημα της ανεργίας και την ανάγκη για βελτίωση της θέσης του, προτείνει και προβάλλει το αίτημα για μείωση του χρόνου εργασίας χωρίς μείωση των αποδοχών, όχι όμως με απελευθερωμένα τα πάντα, αλλά με συγκεκριμένες εγγυήσεις, που θα αποτρέπουν την ασυδοσία του εργοδότη.
Με μια κουβέντα, κυβέρνηση και βιομήχανοι ξεκινούν από μια προϋπόθεση, η οποία συνοψίζεται στο εξής: "Δεν έχουμε να σας δώσουμε τίποτα, ό,τι πετύχατε στο παρελθόν δε θεωρείται κεκτημένο, όλα είναι υπό αίρεση, σας τα αφαιρούμε". Αυτή είναι η βάση της λογικής, της διαπραγμάτευσης που προτείνεται, όπως τουλάχιστον την καταλαβαίνουμε εμείς και σωστά την καταλαβαίνουμε. Επομένως, δε γίνεται συζήτηση αν κάποιος ή κάποιοι άλλαξαν, ή πρέπει ν' αλλάξουν, γραμμή στο συνδικαλιστικό κίνημα, αλλά αν θα δεχτούμε ή όχι την κοινή λογική, η οποία κοινή λογική περιέχεται, σε μεγάλο βαθμό, μέσα στις κοινές θέσεις και αποφάσεις του 22ου Συνεδρίου της ΓΣΕΕ και άλλων οργανώσεων, θέσεις και αποφάσεις διεκδίκησης, άμυνας, διατήρησης και βελτίωσης της θέσης του εργαζόμενου.
***
Δεύτερος στόχος - αίτημα: Βάζει ζήτημα ανατροπής του συστήματος συλλογικής διαπραγμάτευσης και σύναψης συλλογικών συμβάσεων. Δηλαδή, θέτει υπό αμφισβήτηση μια άλλη μεγάλη κατάκτηση του εργατικού κινήματος, όπως αυτή διαμορφώθηκε στα τελευταία 100 χρόνια, όχι χωρίς τίμημα είναι γεγονός. Το βασικό μεροκάματο, το μεροκάματο ασφάλειας, όπως αυτό διαμορφώνεται από τις κάθε φορά ΕΓΣΣΕ και από το οποίο δεν μπορεί να υπάρξει μικρότερο - μεροκάματο που αποτελεί τον πιλότο και για τις άλλες κλαδικές ή επιχειρησιακές συμβάσεις - ουσιαστικά καταργείται με τις προτάσεις - αιτήματα της κυβέρνησης. Γίνεται σαφές αυτό, αν προσεχτικά διαβάσει κανείς τα περί "τοπικών συμφώνων" και σύναψης συλλογικών συμβάσεων από τα κατά τόπους Εργατικά Κέντρα ή από τους κατά τόπους "κοινωνικούς εταίρους". Δηλαδή, στη διαπραγμάτευση της πώλησης της εργατικής δύναμης θα συμμετέχει και ο κάθε πικραμένος..! Οσο για τα Εργατικά Κέντρα σαν οριζόντιες συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν άλλα και σπουδαία καθήκοντα, αν σωστά δρουν, όχι όμως της υπογραφής συλλογικών συμβάσεων. Και ας μην ισχυριστεί κανείς ότι το κάνει για το καλό τους, για το καλό του εργατικού κινήματος.
Κατά συνέπεια και σ' αυτό η διαπραγμάτευση ξεκινάει από μια προϋπόθεση - αίτημα που θέτει η κυβέρνηση και η οποία ζητάει εκχώρηση δικαιώματος από τον εργάτη. Αρα η κοινή λογική συνιστά μη αποδοχή μιας τέτοιας διαπραγμάτευσης. Η κλασική γραμμή, και πολιτική, εδώ και δεκαετίες, του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος - είτε κινείται στον ταξικό, είτε στο ρεφορμιστικό άξονα, έστω και φραστικά ο τελευταίος - ήταν το αίτημα για βελτίωση του καθεστώτος συλλογικών διαπραγματεύσεων, κυρίως να μη φύγει από τη μια μεριά του τραπεζιού ο ένας από τους συλλογικά "διαλεγόμενους" και να γυρίσει στον προηγούμενο αιώνα των ατομικών συμφωνιών, αλλά με αφετηρία και ένα το κρατούμενο αυτό που ο εργάτης είχε χτες, έχει σήμερα, να γίνεται διαπραγμάτευση για το αύριο. Για τη βελτίωση, με μια κουβέντα, της θέσης του εργάτη, του εργαζόμενου. Τέτοια συζήτηση, τέτοια διαπραγμάτευση δε γίνεται τώρα. Αυτή είναι η αλήθεια, χωρίς περιττές φιλολογίες, και ανόητες αιχμές.
***
Τρίτος στόχος - αίτημα της κυβέρνησης - βιομηχάνων: Το σύνολο των εργασιακών σχέσεων, όπως αυτές διαμορφώθηκαν μέσα από την πάλη του εργατικού κινήματος επί πολλές δεκαετίες, πρέπει να αλλάξει. Το ίδιο όμως υποστηρίζουν και οι εργάτες. Με μια απλή διαφορά: Η κυβέρνηση και οι βιομήχανοι, πιστεύοντας σήμερα, μετά τις ανατροπές στις σοσιαλιστικές χώρες, ότι έχουν το πλεονέκτημα της ρεβάνς, θέλουν και επιχειρούν κατάργηση των κεκτημένων σε όλη την γκάμα αυτών που λέμε εργασιακές σχέσεις. (Χρόνος εργασίας, μονιμότητα, ασφάλιση - προστασία, χρονιάτικη άδεια, 13ος μισθός, εφάπαξ κλπ.). Οι εργάτες, από την άλλη, θέλουν διατήρηση των κεκτημένων, παραπέρα βελτίωσή τους.
Ο ίδιος ο κ. πρωθυπουργός είπε ότι δεν υπάρχουν κεκτημένα και ορισμένοι συνδικαλιστές, κατά παράβαση του καθήκοντός τους, υποστήριξαν συζήτηση - διαπραγμάτευση από μηδενική βάση, δηλαδή αποδέχτηκαν ότι το πεδίο στο οποίο θα διεξαχθεί η διαπραγμάτευση δεν είναι αυτό που επιδιώκουν οι εργάτες, αλλά αυτό που επέβαλαν η κυβέρνηση και οι εργοδότες.
Αρα λοιπόν το θέμα, τώρα και υπό τους όρους αυτούς, δεν είναι να κουβεντιάσουμε το πλαίσιο του διαλόγου, της διαπραγμάτευσης, γιατί αυτό έχει προσδιοριστεί. Το θέμα είναι ποια αιτήματα θα προβάλει η εργατική τάξη και πώς θα τα διεκδικήσει μέσα στις παρούσες συνθήκες. Και αυτά τα αιτήματα, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την ισχυροποίηση των θεμελιακών δικαιωμάτων, δεν τα διαμορφώνουμε σήμερα, ξαφνικά. Είναι εύκολο να τα βρει ο οποιοσδήποτε, αρκεί να το θέλει. Επομένως, τίθεται ζήτημα αναποδογυρίσματος της όλης κατάστασης.
Από την άποψη αυτή δεν είναι καθόλου θέμα της όποιας πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ, ή άλλης συνδικαλιστικής οργάνωσης, να διαμορφώσει σήμερα "αιτήματα" κατάργησης δικαιωμάτων. Είναι μείζον πολιτικό το ζήτημα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε και όχι ζήτημα κάποιας επιμέρους τακτικής ή "βυζαντινολογίας". Φυσικά γνωρίζουμε την κατάσταση στο συνδικαλιστικό κίνημα. Αλλά σε κρίσιμες στιγμές και όταν κάποιος συνδικαλιστής, εκλεγμένος από εργάτες, βρίσκεται στο σταυροδρόμι της πολιτικής των σκοπιμοτήτων και της υπεράσπισης του ταξικού συμφέροντος των εργατών, πρέπει αβίαστα να επιλέξει το δεύτερο. Αν δεν το κάνει, αρνείται το ρόλο του, μετατρέπεται, ηθελημένα ή αθέλητα, σε εκτελεστικό όργανο άλλων. Σε τελική ανάλυση, όσο σκληρό και αν ακούγεται, δε διαφέρει σε τίποτα από υπάλληλο ενός βιομηχάνου. Οταν μάλιστα αυτός ο συνδικαλιστής ή όποια συνδικαλιστική παράταξη διαθέτουν σημαντική επιρροή, συγκυριακή ή όχι δεν έχει σημασία, και από αυτούς καθορίζεται, σε αρκετό βαθμό, η πορεία σχετικά με την αφαίρεση θεμελιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων, τότε παύουμε να μιλάμε για ρεφορμισμό, για δεξιό συνδικαλισμό, όσο αδόκιμος και αν είναι ο όρος, αλλά για κάτι άλλο πολύ σοβαρό και επικίνδυνο.
***
Σαν κατακλείδα να υπογραμμίσουμε ότι τα όσα περιέχει η "Λευκή Βίβλος" και αποφάσισε να υλοποιήσει η κυβέρνηση, αυτό είναι το νόημα της διαπραγμάτευσης, του "διαλόγου", δεν είναι παρωνυχίδες. Είναι τα θεμέλια του εργατικού μας κινήματος. Οποιος δεν κατάλαβε περί τίνος πρόκειται, επιεικώς μάλλον δεν κατάλαβε τίποτα από την πρακτική και τη δράση του εργατικού κινήματος δεκαετίες τώρα. Επειδή όλοι γνωριζόμαστε καλά και μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα, δεν είναι θέμα να κάνουμε κάποια έκκληση για την ανάγκη της κοινής δράσης, της ενότητας δράσης, αλλά να υπογραμμίσουμε ότι ο καθένας αναλαμβάνει τις τεράστιες ευθύνες του. Πάντως πιστεύουμε ότι θα ήταν αυτονόητη η αντίδραση των βιομηχάνων, αν οι εργάτες έθεταν θέμα να μοιράσουν τα κέρδη τους, πολύ περισσότερο αν έθεταν θέμα να τους πάρουν τα μισά εργοστάσια, και ακόμα περισσότερο αυτονόητη σε τέτοιου είδους διαπραγμάτευση, η θέση τους, σε περίπτωση που οι εργάτες έβαζαν στόχο να τους πάρουν όλα τα εργοστάσια και την εξουσία τους!

Μια θεωρία σοσιαλδημοκρατικής απόχρωσης


Μια θεωρία σοσιαλδημοκρατικής απόχρωσης
«
Κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία». Καλό ακούγεται για να 'ναι αλήθεια ως αντικειμενική πραγματικότητα, η οποία, μάλιστα, μπορεί να υπάρξει και να εδραιωθεί στους κόλπους του καπιταλισμού. Γιατί παραπέμπει σε συνειρμούς αξιών, που μόνον η εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα μπορούν να έχουν.
Τι είναι, όμως, αυτή η κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία; «Ανάμεσα στον εμπορευματοποιημένο τομέα της οικονομίας και στις δημόσιες επιχειρήσεις και υπηρεσίες, υπάρχει ένας ευρύτατος τομέας, ο οποίος είναι γνωστός με το όνομα κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία: Περιλαμβάνει χιλιάδες μη κερδοσκοπικές οργανώσεις (οργανώσεις, συνεταιρισμοί, ταμεία αλληλοασφάλισης και ιδρύματα). Αντιπροσωπεύουν το 10% της συνολικής απασχόλησης στην Ευρώπη... αυτός ο τομέας αρχίζει να διεκδικεί τη ρήξη με τα φιλελεύθερα δόγματα: Μπορεί κανείς να ασκεί επιχειρηματικές δραστηριότητες χωρίς να κινείται μόνο μέσα από τη λογική του κέρδους» («LE MONDE diplomatique», από την «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», 8/12/2002).
Αυτή η ουτοπία που προέρχεται από τη Γαλλία δεν είναι καινούρια. Εχει τις ρίζες της στη μεταπολεμική σοσιαλδημοκρατία, αλλά κάνει βήματα προσαρμογής στις σύγχρονες συνθήκες. Προβάλλει την άποψη ότι κάτω από προϋποθέσεις, τις οποίες θα καθορίσει το κράτος με βάση ορισμένα κριτήρια, οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις μπορούν να αναπτύξουν δράση στην κατεύθυνση αντιμετώπισης λαϊκών προβλημάτων, ή να αναπτύξουν τμήματα της λεγόμενης κοινωνικής πολιτικής που ασκούσε η σοσιαλδημοκρατία, όταν διαχειριζόταν τις κρατικές υποθέσεις στη Δυτική Ευρώπη, προκειμένου να ενσωματώνει τις λαϊκές μάζες στο σύστημα. Και, βεβαίως, δεν είναι ένας ακόμη τομέας της οικονομίας ανάμεσα στον εμπορευματικό και τις δημόσιες επιχειρήσεις, αφού στον καπιταλισμό ολόκληρη η οικονομία είναι εμπορευματική.
Προβάλλεται ως πολιτική διέξοδος μια μορφή διαχείρισης, η οποία, αντικειμενικά, δεν μπορεί να εφαρμοστεί, εκτός αν οι καπιταλιστές πάψουν να είναι καπιταλιστές. Στην ουσία, προβάλλεται η άποψη ότι μπορούν να υπάρχουν και καλοί καπιταλιστές. Γιατί θεωρεί την καπιταλιστική επιχείρηση κρίκο σ' αυτό το ουτοπικό όραμα και την ονομάζει «κοινωνικά υπεύθυνη επιχείρηση». Τι επιχείρηση είναι, όμως, αυτή; «Θα πρόκειται για επιχείρηση, η οποία, εκτός από την κλασική οικονομική λειτουργία της, ενδιαφέρεται να δημιουργήσει θετικές εξωτερικές συνέπειες των δραστηριοτήτων της. Στον τομέα της αλληλέγγυας οικονομίας, η κοινωνικά υπεύθυνη επιχείρηση θα συμβάλλει στην επανένταξη μειονεκτούντων ατόμων μέσα από την προσφορά θέσεων εργασίας, στέγης, ή κοινωνικών υπηρεσιών. Στον τομέα της τοπικής ανάπτυξης, η κοινωνικά υπεύθυνη επιχείρηση θα συμβάλλει στη δημιουργία οικονομικής δραστηριότητας σε φθίνουσες περιοχές. Στον τομέα της αειφόρου ανάπτυξης, η κοινωνικά υπεύθυνη επιχείρηση θα καθοριστεί από ένα σχέδιο για την αλλαγή του συστήματος παραγωγής, το οποίο θα αποσκοπεί στη μείωση των αρνητικών συνεπειών, που έχουν οι δραστηριότητες της επιχείρησης στο περιβάλλον και στην προώθηση των θετικών επιπτώσεων στο περιβάλλον» (στο ίδιο).
Οι έννοιες «κοινωνική» και «αλληλέγγυα» προπαγανδίζονται ως προσδιοριστικά στοιχεία μιας, υποτίθεται, ιδιαίτερης μορφής της παραγωγικής δραστηριότητας και της οικονομίας, που θα είναι, δήθεν, πλάι στην εμπορευματική παραγωγή, θα συνυπάρχει μαζί της και, μάλιστα, θα την ανταγωνίζεται. Πασχίζει να κάνει ελκυστική, άρα και προσιτή στις λαϊκές μάζες, μια υποτιθέμενη διέξοδο στα αδιέξοδα που δημιουργεί η καπιταλιστική παραγωγή, δηλαδή αυτά της φτώχειας της ανεργίας, των αστέγων, της ανισόμετρης ανάπτυξης των διαφόρων περιοχών εντός των συνόρων μιας χώρας, στο όνομα μιας πραγματικότητας, την οποία οι θιασώτες αυτής της θεωρίας περί «κοινωνικής οικονομίας» δεν αμφισβητούν. Οτι, δηλαδή, το βασικό κίνητρο της παραγωγής είναι το κέρδος, οι καπιταλιστές επενδύουν εκεί όπου υπάρχει το μεγαλύτερο κέρδος. Αλλά αυτή η θεωρία, που τώρα πλασάρεται, προβάλλει την αντιεπιστημονική θεμελίωση της άποψης ότι μαζί με τα κέρδη μπορούν οι επιχειρήσεις να προσφέρουν κοινωνικό έργο, λύνοντας λαϊκά προβλήματα. Προωθούν, δε, την ανάπτυξη ενός κινήματος, προκειμένου αυτή η θεωρία να γίνει πράξη, μέσα από τα διάφορα φόρουμ, όπως αυτό του Πόρτο Αλέγκρε.
Ολη αυτή η, δήθεν, νέα και σύγχρονη φιλολαϊκή πολιτική σκέψη είναι επεξεργασμένη και προβάλλεται, προκειμένου να αποπροσανατολίσει τις λαϊκές μάζες από τον ταξικό αγώνα. Επιδιώκει να αντιπαραθέσει στις νομοτέλειες της ιστορικής εξέλιξης της σύγχρονης κοινωνίας και τη βάση τους, που είναι οι εσωτερικές αντιφάσεις της (αυτές είναι που παράγουν και αναπαράγουν τις ολοένα και πιο διευρυμένες κοινωνικές ανισότητες, που δημιουργούν και οξύνουν την ανεργία, τη φτώχεια και την εξαθλίωση), που οξύνουν και τις ταξικές αντιθέσεις, την ανύπαρκτη δυνατότητα άμβλυνσής τους. Με μια μορφή σχεδόν αρμονικής συνύπαρξης κάποιων «κοινωνικά ευαίσθητων καπιταλιστών», που λύνουν τα προβλήματα των εργατών. Αντικειμενικά, έχουν έτοιμη άλλη μια «σανίδα σωτηρίας» του συστήματος, το οποίο, μάλιστα, ουδόλως αμφισβητούν, αφού τοποθετούν στο επίκεντρο της διεξόδου, που προβάλλουν, την καπιταλιστική επιχείρηση, την οποία «μεταμορφώνουν σε κοινωνική», όπως και τους ιδιοκτήτες της! Μιλούν για «κοινωνική οικονομία» δίπλα στο κέρδος, ώστε να φαίνεται ότι αυτή είναι διαφορετική από την καπιταλιστική και, πάντως, μπορεί να εξαλείψει την εξαθλίωση, «επανένταξη των κοινωνικά αποκλεισμένων» όπως λένε. Πάνε να αποκαθάρουν την εκμετάλλευση, δηλαδή την απόσπαση της υπεραξίας από το ταξικό της θεμέλιο, που είναι η ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής (επιχειρήσεις). Να αποκαθάρουν τους καπιταλιστές, που δρουν με μοναδικό κίνητρο το κέρδος, εκμεταλλευόμενοι την εργατική τάξη, στο όνομα μιας δήθεν κοινωνικής προσφοράς. Να συγκαλύψουν τη βασική αντίθεση ανάμεσα στην κοινωνική εργασία και την ατομική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της, αφού μέρος αυτών των αποτελεσμάτων θα γίνονται, δήθεν, «κοινωνικό έργο». Προκειμένου να θέσουν έναν ακόμη φραγμό στην ταξική πάλη για την εξάλειψη των κερδών και αυτών που τα καρπώνονται, μετατρέποντας την ατομική ιδιοκτησία σε κοινωνική, ώστε οι άμεσοι παραγωγοί, η συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας, να καρπώνονται τα αποτελέσματα της δουλιάς τους.
Γιατί, όμως, λέμε ότι αυτή η διέξοδος είναι ουτοπική; Μα, γιατί στον καπιταλισμό η εμπορευματική παραγωγή είναι γενικευμένη. Δεν μπορεί να υπάρξει άλλος ένας τομέας παραγωγής λιγότερο εμπορευματικός ή μη εμπορευματικός. Ακόμη και οι συνεταιρισμοί λειτουργούν στα πλαίσια της εμπορευματικής παραγωγής και, πάντως, δεν μπορεί να υπάρξει επιχειρηματική δραστηριότητα σε συνθήκες ανταγωνισμού, πολύ περισσότερο επιχειρηματική δραστηριότητα, η οποία δε διαπλέκεται με το κεφάλαιο. Ιδιαίτερα στο στάδιο του ιμπεριαλισμού. Και, κυρίως, δε μπορεί να υπάρξει τομέας παραγωγής, ο οποίος να υποσκάπτει ο ίδιος την αναγκαιότητα της ολοένα και πιο διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου, διαθέτοντας μέρος των κερδών για κοινωνικό έργο. Η συσσώρευση είναι νόμος του καπιταλισμού. Και εδώ δε χωράνε συναισθηματισμοί και ευαισθησίες. Γι' αυτό και τέτοιες δεν είχαν, δεν έχουν, ούτε πρόκειται να έχουν οι καπιταλιστές, για να παράγουν και «κοινωνικό έργο». Δηλαδή, να μειώνουν το βαθμό εκμετάλλευσης. Γιατί αυτό ισοδυναμεί με θάνατο από τους ανταγωνιστές τους. Επομένως, είναι αναγκασμένοι να δρουν με βάση τους αδυσώπητους νόμους του καπιταλισμού και της εμπορευματικής παραγωγής, η πολιτική που ασκείται πρέπει να υπηρετεί αυτούς τους νόμους. Αυτό καθορίζει και τη μορφή διαχείρισης. Και, σε τελευταία ανάλυση, η εργατική τάξη, τ' άλλα λαϊκά στρώματα δεν μπορούν να προσδοκούν σε μια άλλη μορφή διαχείρισης, που θα διαιωνίζει την εκμετάλλευση, στο όνομα μιας απραγματοποίητης άμβλυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων. Αλλά να αγωνίζονται για την οριστική εξάλειψή τους, που σημαίνει συνέπεια στο σκοπό της ταξικής τους πάλης. Για ανατροπή του καπιταλισμού και οικοδόμηση του σοσιαλισμού

Είναι μύθος η θεωρία σύγκρουσης των πολιτισμών


Είναι μύθος η θεωρία σύγκρουσης των πολιτισμών
Ο Σάμιουελ Χάντιγκτον (Σ. Χ.), Αμερικανός διεθνολόγος και εξ επαγγέλματος αντικομμουνιστής, σε άρθρα και βιβλίο που κυκλοφόρησαν το 1998 και στην Ελλάδα υποστηρίζει ότι, μετά την ανατροπή των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού, τις εξελίξεις δεν τις καθορίζει η ταξική πάλη, αλλά η σύγκρουση των πολιτισμών. Ως πολιτισμό ενός λαού, ορίζει την "ποιότητα", που καθορίζεται από την ιστορία, τη γλώσσα, τα ήθη και έθιμα και, κυρίως, τη θρησκεία.
Στο πρώτο του άρθρο, που δημοσιεύτηκε το 1993, ισχυρίζεται ότι "στη διάρκεια των αιώνων... οι διαφορές ανάμεσα σε πολιτισμούς έχουν γεννήσει τις πιο παρατεταμένες και τις πιο βίαιες αντιπαραθέσεις" ("Η σύγκρουση Ανατολής Δύσης και η πρόκληση Χάντιγκτον", σελ. 35, "Εναλλακτικές Εκδόσεις"). Και στο βιβλίο του που εκδόθηκε αργότερα υποστηρίζει: "Ο ανταγωνισμός των μεγάλων δυνάμεων (υπερ-δυνάμεων) αντικαταστάθηκε από τη σύγκρουση των πολιτισμών. Σ' αυτόν τον καινούριο κόσμο, σημαντικότερες και πιο επικίνδυνες συγκρούσεις δε θα είναι μεταξύ κοινωνικών τάξεων, πλούσιων και φτωχών ή άλλων οικονομικών ομάδων, που ορίζονται διαφορετικά, αλλά μεταξύ λαών που ανήκουν σε διαφορετικές πολιτισμικές οντότητες" ("Η σύγκρουση των πολιτισμών και ο ανασχηματισμός της παγκόσμιας τάξης", σελ. 26 έκδοση "Terzo").
Στην Ελλάδα δεν έχει γίνει ουσιαστική κριτική για το μύθο της σύγκρουσης των πολιτισμών. Εχουν περιοριστεί μόνο να τον επικρίνουν όσοι σχολίασαν τα άρθρα του, γιατί ζητάει από το ΝΑΤΟ να διώξει από μέλη του την Ελλάδα και την Τουρκία.
Αλλά ας δούμε συνοπτικά πώς έχει το ζήτημα:
Κατ' αρχήν δύο παγκόσμιοι πόλεμοι, που ήταν οι πιο πολυαίμακτοι, δεν έγιναν ανάμεσα σε λαούς με διαφορετικούς πολιτισμούς. (Αν είναι δυνατόν να μιλάμε για πόλεμο ανάμεσα σε πολιτισμούς!). Συγκρούστηκαν και στους δυο πολέμους η Αγγλία, οι ΗΠΑ, η Γαλλία, απ' τη μια μεριά, και η Γερμανία, απ' την άλλη.
Αλλά μια και ο Σ. Χ. περιορίζεται στο βιβλίο του στις εξελίξεις μετά το 1990, θα ρωτούσαμε: Γιατί οι ΗΠΑ με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης τάχτηκαν στο πλευρό του Κουβέιτ, που έχει άλλον πολιτισμό και βομβάρδισαν το Ιράκ; (Βομβαρδίζεται και τώρα το Ιράκ, με απόφαση δυο σαραντάρηδων. Αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε). Πώς η Τουρκία συγκρούεται με τους Κούρδους, που έχουν τον ίδιο πολιτισμό και συμμαχεί με το Ισραήλ, που έχει διαφορετικό πολιτισμό; Γιατί στην Ισπανία υπάρχει σύγκρουση με τους Βάσκους, που έχουν τον ίδιο πολιτισμό;
Κατά συνέπεια, οι πόλεμοι δεν έχουν ως βασική αιτία τη διαφορά πολιτισμών. Οι πόλεμοι, στο στάδιο του ιμπεριαλισμού, γίνονται για να διατηρηθούν οι ζώνες επιρροής ή για να ξαναμοιραστούν οι χώρες, με βάση το συσχετισμό δυνάμεων που αλλάζει, λόγω της δράσης του νόμου της ανισόμετρης ανάπτυξης. Οταν, βέβαια, λέμε ζώνες επιρροής, εννοούμε χώρες, όπου τοποθετούνται κεφάλαια των πολυεθνικών εταιριών, πουλιούνται ακριβά τα βιομηχανικά προϊόντα και καταληστεύονται οι πλουτοπαραγωγικές πηγές (πετρέλαιο, φυσικό αέριο, χαλκός κλπ.).
Αυτή, λοιπόν, είναι η κύρια αιτία για τους πολέμους ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές χώρες και, φυσικά, έχουμε ως αποτέλεσμα και τους εθνικο - απελευθερωτικούς πολέμους, όπως του βιετναμέζικου λαού ενάντια στις ΗΠΑ κλπ. Ουσιαστικά, οι πόλεμοι έχουν ταξικό χαρακτήρα, δηλαδή γίνονται επειδή υπάρχει καπιταλισμός, τάξεις, εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, στρατιωτικοβιομηχανικά συμπλέγματα. Οι πόλεμοι είναι η συνέχιση της ταξικής πάλης με βίαια μέσα. Φυσικά, την ταξική πάλη δεν την ανακάλυψαν ούτε ο Κ. Μαρξ ούτε ο Β. Ι. Λένιν. Την ανακάλυψαν, όπως σημειώνει ο Κ. Μαρξ σε γράμμα του το 1852 προς τον Βαϊντερμάγερ, αστοί ιστορικοί. Συνεπώς, είναι εντελώς αστήρικτη ηθεωρία της σύγκρουσης των πολιτισμών, είναι καθαρός μύθος.
Τώρα θα με ρωτήσετε γιατί ο Σ. Χ. έγραψε άρθρα και ολόκληρο βιβλίο, με θέμα τη σύγκρουση των πολιτισμών. Κατά την εκτίμησή μου, για να δικαιολογήσει τη διατήρηση του ΝΑΤΟ. Γιατί το ΝΑΤΟ, όπως είναι γνωστό, δημιουργήθηκε για την αντιμετώπιση της δήθεν "σοβιετικής απειλής". Μετά την ανατροπή των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού, το ΝΑΤΟ έπρεπε να διαλυθεί. Ετσι, εφευρέθηκε απ' τον Σ. Χ. ο κίνδυνος του "δυτικού πολιτισμού" - όπως γράφει - από τον ορθόδοξο πολιτισμό, τον ισλαμικό, το σινικό, τον ινδουιστικό, τον ιαπωνικό κλπ. Γι' αυτό, άλλωστε, ζητάει να διωχτούν η Ελλάδα και η Τουρκία από το ΝΑΤΟ, γιατί του "χαλάνε" τη θεωρία. Είναι ορθόδοξη η μία και μουσουλμανική η άλλη.
Κ. ΚΑΠΠΟΣ

Θεωρίες περί «μεταβιομηχανικής» κοινωνίας


Θεωρίες περί «μεταβιομηχανικής» κοινωνίας
Η «κοινωνία της γνώσης», η «μεταβιομηχανική κοινωνία», είτε ως «αυτοτελής» είτε ως μεταβατική προς την «κοινωνία της γνώσης» είναι σκόπιμες παραλλαγές αστικών θεωριώνγια την ιστορική εξέλιξη που σκοπό έχουν να υποτάξουν το εργατικό κίνημα στην ταξική ειρήνη στα πλαίσια του καπιταλισμού. Ιδεολογήματα υπονόμευσης της ταξικής πάλης που είναι μοχλός της ιστορικής εξέλιξης. Ας δούμε όμως διάφορες παραλλαγές της συγκεκριμένης αστικής θεωρίας.
Τι είναι επιτέλους η νέα κοινωνία και πώς θα έρθει; «Η κοινωνία των γνώσεων είναι μια κοινωνία, όπου ο βασικός οικονομικός πόρος - ο «συντελεστής της παραγωγής» για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο των οικονομολόγων - δεν είναι πια το κεφάλαιο, ούτε οι φυσικοί πόροι, το «έδαφος» των οικονομολόγων, ούτε η «εργασία». Είναι και θα είναι οι γνώσεις»1. Παρόμοιος διευκρινιστικός ορισμός δίνεται για τη «μορφωτική κοινωνία, όπου τα πάντα μπορούν να αναχθούν σε ευκαιρίες μάθησης και ανάπτυξης του ταλέντου που διαθέτει ο καθένας2».
Τα ντοκουμέντα των κοινά συμφωνημένων πολιτικών στις διεθνείς ιμπεριαλιστικές ενώσεις και οργανισμούς ακολουθούν τα παραπάνω. Σε ανακοίνωση της Επιτροπής της ΕΕ για μια Ευρώπη της γνώσης, ξεκινώντας από τη διαπίστωση ότι έχουμε μπει σε αυτήν, προτείνει να αναγορευτούν οι πολιτικές που αποτελούν την κινητήρια δύναμή της (καινοτομία, έρευνα, εκπαίδευση, κατάρτιση) σε έναν από τους κύριους άξονες των εσωτερικών πολιτικών της ΕΕ: «Η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μαζί με την απασχόληση, αλλά και η προσωπική ολοκλήρωση των Ευρωπαίων πολιτών, δεν εξαρτώνται ούτε και πρόκειται πλέον να εξαρτώνται από την παραγωγή υλικών αγαθών. Στο εξής ο πραγματικός πλούτος συνδέεται με την παραγωγή και τη διάδοση της γνώσης, και εξαρτάται κυρίως από τις προσπάθειές μας στους τομείς της έρευνας, της εκπαίδευσης και της κατάρτισης και από την ικανότητά μας να προωθήσουμε την καινοτομία»3.
Οπως μας διαφωτίζουν οι Carnoy και Castells: «Στην κοινωνία της πληροφορίας η διάκριση χρόνου εργασίας και ελεύθερου χρόνου θα πρέπει να πάψει να υπάρχει και ο εργαζόμενος θα πρέπει να χρησιμοποιεί τον ελεύθερο χρόνο του για να μαθαίνει ή να μαθαίνει τους άλλους για να γίνουν πιο αποδοτικοί, για να συμπληρώνει το εισόδημά του μέσα από αυτοαπασχόληση στο σπίτι του κ.ο.κ. Η γνώση μπορεί να παίξει έναν ειδικό ρόλο στα μεταβατικά σημεία της ζωής των ατόμων, βοηθώντας τα να επαναπροσδιορίσουν τους εαυτούς τους σε πολλαπλά σημεία εισόδου και εξόδου από την εργασία. Η αντίληψη μιας εγγυημένης «διά βίου εργασίας» ανήκει στο παρελθόν... Να γίνει αποδεκτή η παρούσα κατάσταση της επαγγελματικής αβεβαιότητας και να βοηθήσουμε τους πολίτες να το αντιμετωπίσουν ως διαρκή κατάσταση. Κεντρικός άξονας γι' αυτό η διά βίου εκπαίδευση...
Αφού το άτομο δεν μπορεί να γυρίσει στο χαμένο παράδεισο ενός δομημένου, σταθερού κόσμου (στην εργασία, στην οικογένεια, στην κοινότητα, στο συνδικάτο, στην εκκλησία, στο κράτος) αυτός/ αυτή θα πρέπει να μάθουν να «μπαλώνουν» μαζί τη ζωή μέσα σε μια σειρά από ημι-αβεβαιότητες. Πολλά συστατικά της ζωής θα βρουν καινούριες ισορροπίες στη διάρκεια της κρίσης και το σύνολο θα παραμείνει ένα σταθεροποιημένο περιβάλλον. Οπως οι επιχειρήσεις θα πρέπει να λειτουργούν αβέβαια στο νέο τεχνολογικό και επιχειρησιακό κόσμο, το άτομο θα πρέπει να διαχειρίζεται τη ζωή του σε καταστάσεις το ίδιο απρόβλεπτες, αν και χωρίς πανικό» 4.
Τα παραπάνω κατά το δυνατό εκτενή αποσπάσματα, κατά τη γνώμη μας είναι ενδεικτικά στην περιγραφή ενός κοινωνικοοικονομικού συστήματος, που «διακρίνεται» από το σημερινό στον ακόμη πιο έντονο βαθμό εκμετάλλευσης, στην επέκταση της ανεργίας και την πλήρη χειραγώγηση των συνειδήσεων. Με ελκυστικά ονόματα, επομένως, καμουφλάρεται η κοινή επιθυμία και επιδίωξη του μονοπωλιακού κεφαλαίου, μέσα από κρατικές και διακρατικές ρυθμίσεις και μέσα από τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, να αυξήσει την κερδοφορία του και πάνω απ' όλα να διατηρήσει την οικονομική κυριαρχία και την πολιτική εξουσία του.
Αν θέλαμε να αποδείξουμε του λόγου τα αληθή, θα χρειαζόταν να ανατρέξουμε στη διεξοδική αντιπαράθεση που έκαναν οι μαρξιστές στους πατέρες και παππούδες τηςθεωρίας, της, υποτίθεται, «μετακαπιταλιστικής» κοινωνίας, που θα προέλθει τάχα από την ειρηνική μετεξέλιξη του καπιταλισμού. Η αναφορά εδώ δε θα μπορούσε παρά να είναι επιγραμματική, καθώς καταγράφονται πάνω από δεκαπέντε παραλλαγές της θεωρίας μόνο με το πρόθεμα «μετά»5.
Η διασημότερη παραλλαγή είναι αυτή της «μεταβιομηχανικής» κοινωνίας - τον όρο εισηγήθηκε επίσημα ο Μπελ το 1968 - που ο ίδιος την ονόμαζε και «κοινωνία της επιστήμης». Οι θεωρητικές πηγές αυτής της θεωρίας θα πρέπει να αναζητηθούν, από κοινωνιολογική άποψη, στα «τρία στάδια ανάπτυξης της κοινωνίας» του Ογκίστ Κοντ και στην «τεχνοκρατική επανάσταση των μάνατζερ» του Τζέιμς Μπέρνχαμ, ενώ από οικονομική άποψη μια αναδρομή στον Κέινς δε θα ήταν άσκοπη. Το βασικό σημείο όλων αυτών τωνθεωριών ανεξάρτητα από το όνομά τους (θεωρία των σταδίων οικονομικής ανάπτυξης του Ρόστοου, βιομηχανική κοινωνία του Ρεϊμόν Αρόν, μοντέρνα βιομηχανική κοινωνία του Γκαλμπρέιθ, της τεχνοτρονικής εποχής του Μπρζεζίνσκι, του τριτογενούς πολιτισμού του Φουραστιέ), είναι η απομόνωση της επιστήμης και ιδιαίτερα της τεχνικής (=των εργαλείων παραγωγής) από τον κοινωνικό χαρακτήρα των παραγωγικών δυνάμεων και τις σχέσεις παραγωγής και η αναγωγή της τεχνολογίας σε κινητήρια δύναμη της κοινωνικής προόδου, καθοριστική για το χαρακτήρα όλου του κοινωνικού συστήματος (τεχνολογικός ντετερμινισμός). Γίνεται έτσι προσπάθεια να καλλιεργηθεί η ιδέα, που απαλλάσσει σήμερα τον καπιταλισμό, ότι ανεξάρτητα από τις σχέσεις παραγωγής είναι δυνατή η ανεμπόδιστη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων.
Ως βάση διαίρεσης της παγκόσμιας ιστορίας χρησιμοποιείται, γι' αυτό το σκοπό, το τεχνικό επίπεδο της παραγωγής και ο κλαδικός και επαγγελματικός καταμερισμός της εργασίας. Ετσι έχουμε διαδοχικά: α) την πρωτογενή σφαίρα της οικονομικής δραστηριότητας (αγροτική οικονομία), β) τη δευτερογενή σφαίρα (βιομηχανία) και γ) την τριτογενή σφαίρα των υπηρεσιών (παιδεία και επιστήμη). Αντίστοιχα σε αυτές τις μορφές κοινωνικής οργάνωσης υποτίθεται πως κυριαρχούν: 1. Οι κληρικοί και φεουδάρχες 2. Οι επιχειρηματίες και 3. Οι επιστήμονες - τεχνοκράτες.
Η αυθαίρετη απόσπαση των παραγωγικών δυνάμεων από τη διαλεκτική τους ενότητα με τις κοινωνικές σχέσεις παραγωγής, και μάλιστα από τις σχέσεις ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής, δημιουργεί ατέλειωτη σύγχυση γύρω από την αντικειμενική βάση του διαχωρισμού της κοινωνίας σε τάξεις, την προέλευση των τάξεων και την προοπτική τους, με άλλα λόγια συνολικά τον καθορισμό του τρόπου παραγωγής και τη δυνατότητα ανατροπής του κοινωνικο-οικονομικού συστήματος. Προσπαθούσαν και προσπαθούν να αποκρύψουν ότι η πάλη των τάξεων, σαν έκφραση της βασικής οικονομικής αντίθεσης, είναι η κινητήρια δύναμη της κοινωνίας και τελικά να υποκαταστήσουν με ευχολόγια την ιστορική αποστολή της εργατικής τάξης να δημιουργήσει την ιστορικά νέα αταξική κοινωνία. (Από το άρθρο στην ΚΟΜΕΠ, τεύχος 1, 2000).
1. Kahn H: «Εφοδος στο μέλλον», σελ. 359.
2. J. Cassels: «Η μάθηση σε μια κοινωνία των γνώσεων», επίσης Π. Ντράκερ, ό.π.
3. J. Delors: «Η εκπαίδευση: ένας θησαυρός κρύβεται μέσα της», έκθεση της διεθνούς επιτροπής της UNESCO, για την εκπαίδευση στον 21ο αιώνα.
4. Ανακοίνωση της Επιτροπής της ΕΕ, «Για μια Ευρώπη της γνώσης», 12.11.1997.
5. Carnoy και Castells: «Sustainable Flexibility: A prospective Study on Work, Family and Society in the Information Age» (Σχολή εκπαίδευσης, πανεπιστήμιο του Stanford, πανεπιστήμιο του Berkeley, Απρίλης 1995).

Αστικές θεωρίες για τις τάξεις


Αστικές θεωρίες για τις τάξεις
Στις κοινωνικές επιστήμες, στα πολιτικά έντυπα και στην πολιτική γενικά, χρησιμοποιούνται διάφοροι όροι για τον προσδιορισμό διαφόρων κοινωνικών ομάδων. Αρκετά γνωστοί και διαδεδομένοι είναι όροι όπως: Εργαζόμενοι, λαός, εργαζόμενος λαός, μισθωτοί ή μισθοσυντήρητοι, παραγωγοί ή παραγωγικές τάξεις, εκμεταλλευόμενοι, εκμεταλλευτές κλπ. Οι όροι αυτοί προσδιορίζουν συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων στην κοινωνία με βάση ένα κοινό γνώρισμα.
Για παράδειγμα: Με τον όρο μισθωτοί, προσδιορίζουμε μια κατηγορία ανθρώπων, που το εισόδημά τους το αποκτούν με τη μορφή μισθού, μεροκάματου, ωρομισθίου. Το γνώρισμα αυτό διαχωρίζει μια συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων από τον τρόπο απόκτησης του εισοδήματός τους. Αυτό το γνώρισμα όχι μόνο δεν προσδιορίσει ακριβώς τα ταξικά χαρακτηριστικά αυτών των ανθρώπων, ενώ μπορεί να τα συγκαλύπτει. Ο εργάτης στη βιομηχανία ή το εμπόριο είναι μισθωτός, αλλά έχει εκτελεστικό ρόλο στην παραγωγική διαδικασία και το ύψος του μισθού του κινείται γύρω από την αξία της εργατικής του δύναμης, που την πουλά για να το αποκτήσει.
Ο γενικός διευθυντής της ίδιας επιχείρησης ή ο διευθύνων σύμβουλος έχει διευθυντικό ρόλο στην οργάνωση της παραγωγικής διαδικασίας και ο μισθός του ξεπερνά κατά πολύ την αξία της εργατικής του δύναμης, φτάνει σχεδόν στο ύψος του εισοδήματος του καπιταλιστή και προέρχεται από το κέρδος. Και οι δυο είναι μισθωτοί, αλλά ο ένας ανήκει στην εργατική τάξη και ο άλλος στην αστική τάξη.
Επίσης ο όρος «εργαζόμενοι» δεν αρκεί για να προσδιορίσει τη διάκριση σε ποια τάξη ανήκουν. Ο εργάτης είναι εργαζόμενος, αλλά εργαζόμενος είναι και ο έμπορος που έχει ένα μικρό κατάστημα και εργάζεται μόνος του ή ο βιοτέχνης που εργάζεται ο ίδιος και που μπορεί να απασχολεί ταυτόχρονα και έναν ελάχιστο αριθμό εργατών. Αυτοί όμως ανήκουν στα μεσαία στρώματα.
Συνεπώς, για να προσδιορίσουμε σε ποια τάξη ή στρώμα ανήκει κάθε μέλος της κοινωνίας, είναι αναγκαίο και υποχρεωτικό να συνυπολογίζουμε όλα τα κριτήρια τα οποία δίνονται στον ορισμού του Λένιν για τις κοινωνικές τάξεις.
Τα κοινωνικά όρια της εργατικής τάξης έχουν ιστορικά συγκεκριμένο χαρακτήρα και ηδιεύρυνσή τους βρίσκεται σε άμεση σχέση με την εξέλιξη των παραγωγικών δυνάμεων και των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Αλλα ήταν την εποχή της μανουφακτούρας, άλλα ήταν στις αρχές του αιώνα μας και άλλα είναι σήμερα. Αυτό το παρατηρούμε και στη σημερινή σύνθεση της εργατικής τάξης του καπιταλιστικού κόσμου. Η σύνθεσή της στις καθυστερημένες χώρες διαφέρει πολύ από τη σύνθεσή της στις χώρες με μέσο επίπεδο ανάπτυξης και ακόμη περισσότερο από τη σύνθεσή της στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες.
Μια αστική θεωρία, η αστική στατιστική θεωρεί τους μισθωτούς ενιαία τάξη. Ετσι αντικειμενικά συσκοτίζουν τα κοινωνικά όρια της εργατικής τάξης. Εκφράζουν επίσης την άποψη της αντικατάστασης του όρου «εργατική τάξη» με τον όρο «μισθωτοί». Αυτή η θεωρία, που διευρύνει τα όρια της εργατικής τάξης, στόχο έχει την εξαφάνιση της εργατικής τάξης ως κοινωνικής τάξης, γεγονός που έχει ολέθριες συνέπειες στον πολιτικό τομέα. Οδηγεί στην πλήρη άρνηση της ιστορικής της αποστολής ως την κοινωνική δύναμη ανατροπής του καπιταλισμού και οικοδόμησης του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού.
Παρόμοιες αντιλήψεις για διεύρυνση των ορίων της εργατικής τάξης φτάνουν μέχρι του σημείου να συμπεριλαμβάνουν σ' αυτήν, σαν ενιαία ταξική κατηγορία, ολόκληρη τη διανόηση. Η διανόηση όμως είναι διαταξικό κοινωνικό στρώμα. Μπορεί να 'χει κοινό γνώρισμα την ενασχόληση με την πνευματική εργασία, αλλά στο εσωτερικό της υπάρχουν και συντελούνται ταξικές διαφοροποιήσεις.
Στις συνθήκες της ραγδαίας επιστημονικής και τεχνικής εξέλιξης, της αυτοματοποίησης, η αύξηση εργατών με ανεβασμένο μορφωτικό επίπεδο, με προσφορά κυρίως πνευματικής εργασίας, παρατηρείται, πρώτα απ' όλα, στον τομέα της υλικής παραγωγής. Αντικειμενικά η επαναστατικοποίηση των μέσων παραγωγής απαιτεί ολοένα και μεγαλύτερο μέρος πνευματικής εργασίας. Τα σύγχρονα μέσα παραγωγής (π.χ. πληροφορική) απαιτούν και ανάλογη εργατική δύναμη. Τη βλέπουμε τόσο άμεσα στις βιομηχανικές επιχειρήσεις, όσο και στα επιστημονικά ιδρύματα που ασχολούνται με έρευνες για την τελειοποίηση των μηχανών, της τεχνολογίας και γενικά των μέσων παραγωγής και έτσι γίνονται ουσιαστικό μέρος της παραγωγικής διαδικασίας. Αυτό το γεγονός έχει τη συμβολή του στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και στην ταξική διαφοροποίηση της διανόησης.
Οι διανοούμενοι που ανήκουν στην εργατική τάξη αποτελούν ξεχωριστό τμήμα της. Σε σύγκριση με άλλα τμήματα της εργατικής τάξης, επειδή έχει υψηλό μορφωτικό επίπεδο, κάνει πνευματική εργασία, διαμορφώνει διαφορετική ψυχολογία και τον δυσκολεύει να συνειδητοποιήσει την πραγματική κοινωνική του θέση. Αυτό δεν αναιρεί καθόλου την αντικειμενική ταξική θέση αυτών των διανοουμένων.
Σε συγκάλυψη των πραγματικών ταξικών σχέσεων οδηγεί και η χρησιμοποίηση του όρου «κοινωνική τάξη» στη θέση των όρων «επάγγελμα», «κλάδος», που γίνεται από αστούς κοινωνιολόγους. Η τάξη περιλαμβάνει ανθρώπους που ανήκουν όχι σε ένα, αλλά σε πάρα πολλά επαγγέλματα. Στην εργατική τάξη π.χ. ανήκουν άνθρωποι από όλα σχεδόν τα επαγγέλματα.
Στην αστική κοινωνιολογία και στατιστική αναπτύσσονται θεωρίες που προσπαθούν ν' αποδείξουν τη μείωση των κοινωνικών ορίων της εργατικής τάξης, με τη δήθεν μείωση της αριθμητικής δύναμης ή ακόμα και τη βαθμιαία εξαφάνισή της.
Μια απ' αυτές τις θεωρίες χωρίζει τους με αμοιβή εργαζόμενους, σε υπάλληλους και εργάτες. Στην κατηγορία των υπαλλήλων κατατάσσει όσους παίρνουν μηνιαίο μισθό, στην κατηγορία των εργατών όσους παίρνουν ημερομίσθιο. Στην κατηγορία των υπαλλήλων κατατάσσει αυτούς που κάνουν πνευματική εργασία, ενώ εργάτες θεωρεί αυτούς που κάνουν σωματική εργασία.
Είναι θεωρία εντελώς αντιεπιστημονική, που κρύβει τις πραγματικές ταξικές σχέσεις. Οταν χαρακτηρίζουμε έναν εργαζόμενο υπάλληλο εννοούμε μόνο ότι αυτός ο άνθρωπος βρίσκεται στην υπηρεσία ενός ιδιώτη ή του κράτους. Ο όρος υπάλληλος δεν προσδιορίζει καθόλου την ταξική θέση του εργαζόμενου, γιατί οι υπάλληλοι δεν αποτελούν ξεχωριστή τάξη, ούτε ξεχωριστό κοινωνικό στρώμα. Αν εξετάσει κανείς τους υπαλλήλους, είτε στο δημόσιο τομέα, είτε στον ιδιωτικό, θα βρει ανώτερους υπαλλήλους (διευθυντές, κρατικοί λειτουργοί, δικαστικοί, ανώτεροι στρατιωτικοί) που ανήκουν στην αστική τάξη, θα βρει, όμως, και φύλακες, θυρωρούς, καθαρίστριες που ανήκουν στην εργατική τάξη.
Αλλες θεωρίες κατατάσσουν στην εργατική τάξη μόνο τους χειρώνακτες ανειδίκευτους ή μόνο αυτούς που απασχολούνται στην υλική παραγωγή κλπ. Και αυτές είναι αντεπιστημονικές θεωρίες για τα κοινωνικά όρια της εργατικής τάξης. Το αν η εργασία είναι βασικά χειρωνακτική ή κυρίως πνευματική, δεν έχει καμιά σχέση με το σε ποια τάξη ανήκει κάθε άνθρωπος. Ο Μαρξ απέδειξε ότι «η παραγωγική εργασία είναι η εργασία εκείνη η οποία εξαρχής δεν έχει απολύτως καμιά δουλιά με το συγκεκριμένο περιεχόμενο της εργασίας, με την ιδιαίτερη ωφελιμότητά της ή με την ειδική αξία χρήσης με την οποία παριστάνεται. Το ίδιο είδος εργασίας μπορεί να είναι παραγωγική ή μη παραγωγική εργασία. Μια τραγουδίστρια που πουλάει για δικό της λογαριασμό το τραγούδι της είναι ένας μη παραγωγικός εργάτης. Ομως η ίδια τραγουδίστρια που την έχει προσλάβει ένας επιχειρηματίας, ο οποίος τη βάζει και τραγουδάει για να βγάλει λεφτά, είναι ένας παραγωγικός εργάτης, επειδή παράγει κεφάλαιο» («Θεωρίες για την υπεραξία», Μέρος Πρώτο, σελ. 449).
Στις σύγχρονες συνθήκες, οι θεωρίες για τη «μεταβιομηχανική κοινωνία», την «κοινωνία της πληροφορίας» ή την «κοινωνία της γνώσης» επιδιώκουν τον προσδιορισμό του κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού έξω από τις παραγωγικές σχέσεις. Προπαγανδίζουν ότι ο καπιταλισμός μετατρέπεται σε άλλη κοινωνία, η εργατική τάξη φθίνει ως την εξαφάνισή της. Αρα η επιστημονική κοσμοθεωρία του Μαρξισμού-Λενινισμού για το επαναστατικό πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό είναι ξεπερασμένη, ότι ιστορική εξέλιξη των κοινωνιών δεν είναι αυτή που προσδιορίζει ο ιστορικός υλισμός, δεν υπάρχει η εργατική τάξη σαν κοινωνική δύναμη που θα επιβάλει επαναστατικά τις δικές της σχέσεις παραγωγής.
Οι θεωρίες που συρρικνώνουν τα όρια της εργατικής τάξης, οι οποίες είναι κυρίαρχες στις σύγχρονες συνθήκες, επιδιώκουν να επιβάλουν στην εργατική τάξη την άρνηση της ταξικής πάλης, την άρνηση του επαναστατικού μετασχηματισμού της καπιταλιστικής κοινωνίας και του περάσματος στο σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό.

Οι «αγωνιστές» της εργατικής αριστοκρατίας



Οι «αγωνιστές» της εργατικής αριστοκρατίας
Με ένα κείμενο για την αναγκαιότητα του αγώνα (!) η πλειοψηφία της ΓΕΝΟΠ - ΔΕΗ προσπαθεί συνειδητά να μπερδέψει τους εργαζόμενους, να χτίσει τάχα αγωνιστικό προφίλ, να ξεπλύνει τις τεράστιες ευθύνες που έχει για το πέρασμα των αντεργατικών - αντιλαϊκών πολιτικών. Το κείμενό της, εστιάζει κυρίως στη μορφή πάλης και τη διάρκεια των αγώνων, βάζοντας στο περιθώριο το μείζον: Το περιεχόμενο του αγώνα, τους στόχους, τον πραγματικό αντίπαλο. Μέσα σε πέντε σελίδες μόλις ψελλίζει καμιά δεκαριά λέξεις για αντεργατικά μέτρα και μνημόνια.
Η πλειοψηφία της ΓΕΝΟΠ λέει ότι δε φτάνει μια μέρα απεργίας, αλλά χρειάζονται περισσότερες, προκειμένου να στηρίξει την απόφασή της για 48ωρες επαναλαμβανόμενες απεργίες, όταν έρθουν τα μέτρα στη Βουλή. Μια 24ωρη, λέει, θα είχε επιτυχία «με την προϋπόθεση να βγουν 5 εκατομμύρια εργαζόμενοι». Ομως, αφού δε βγαίνουν «χρειάζονται παραπάνω μέρες», γιατί «όσοι συμμετέχουμε είναι αυτονόητο ότι πρέπει να αγωνιστούμε για περισσότερες μέρες»! Και αν συμβεί αυτό θα «νεκρώσεις τον κρατικό αντίπαλο», «αν μια μάχη ξεκινήσει σκληρά στην εξέλιξή της συσπειρώνει κι άλλους» και τότε «μπορούμε να νικήσουμε»! Το «γιατί» και το «πώς» παραμένουν αναπάντητα σε αυτήν την απίστευτη ασυναρτησία της συμβιβασμένης πλειοψηφίας της ΓΕΝΟΠ, η οποία προσπαθεί να πείσει ότι η μορφή και η διάρκεια ενός αγώνα είναι που κρίνουν την αποτελεσματικότητά του και όχι το περιεχόμενο του αγώνα.
***
Είναι αρκετά επικίνδυνη η λογική που λέει ότι, επειδή δεν κατεβαίνουν 5 εκατομμύρια εργαζόμενοι σε μια απεργία κάνω 48ωρες επαναλαμβανόμενες απεργίες ή καταλήψεις και νεκρώνω τον κρατικό αντίπαλο. Πρώτ' απ' όλα γιατί δε δείχνει εμπιστοσύνη στην εργατική τάξη και υπονομεύει την αναγκαιότητα της συστηματικής δουλειάς στο πρωτοβάθμιο σωματείο στους χώρους δουλειάς, για να ωριμάζει στην πλειοψηφία των εργαζομένων η αναγκαιότητα σύγκρουσης με το κεφάλαιο. Δεύτερο, γιατί αν δε συνειδητοποιούν οι εργαζόμενοι την αναγκαιότητα της απεργίας γιατί να στηρίξουν μια πιο οξυμένη μορφή πάλης; Τρίτο, η συγκεκριμένη τοποθέτηση εστιάζει τον αγώνα μόνο στο κράτος, στην κυβέρνηση και όχι και στο κεφάλαιο. Συνεχίζει, δηλαδή, να καλλιεργεί ψευδή συνείδηση ότι αρκεί να αλλάξει πολιτική η κυβέρνηση ή ακόμη και να αλλάξει η κυβέρνηση για να εφαρμοστεί φιλολαϊκή πολιτική. Μανούλες οι ΠΑΣΟΚοι σ' αυτήν την ύπουλη τακτική υποταγής των εργαζομένων στο σύστημα με τις πιο υπερεπαναστατικές αγωνιστικές κορόνες. Τέταρτο, καλλιεργεί μικροαστικές αυταπάτες ότι με μια οξυμένη μορφή πάλης θα έρθουν αποτελέσματα. Εχουν δε τεράστιες ευθύνες γιατί όλα τα προηγούμενα χρόνια φρόντιζαν να καθηλώσουν το κίνημα, να χειραγωγήσουν τους εργαζόμενους στην εκάστοτε πολιτική διαχείρισης στα πλαίσια του καπιταλισμού και της ΕΕ, αφήνοντάς τους απροετοίμαστους για μεγάλους αγώνες κόντρα στα τωρινά βάρβαρα μέτρα. Δεν τους ξεπλένει η αυτοκριτική που δήθεν κάνουν τώρα στην ανακοίνωσή τους.
***
Η πλειοψηφία της ΓΕΝΟΠ προσπαθεί να κρύψει ότι:
  • Δε θέλει οι εργάτες να λένε τη γνώμη τους και να αποφασίζουν. Πριν από λίγες μέρες απέρριψε την πρόταση των δυνάμεων του ΠΑΜΕ να αποφασίσουν οι εργαζόμενοι με γενικές συνελεύσεις τη μορφή και το περιεχόμενο του αγώνα.
  • Πριν από το καλοκαίρι υπέγραψε Συλλογική Σύμβαση Εργασίας που αποδέχεται τη μεσοσταθμική μείωση των μισθών κατά 35% και δίνει το δικαίωμα στην εργοδοσία να απολύει όποτε και όποιον θέλει.
  • Οταν έμαθε πως η μείωση των μισθών δε θα είναι όση στο Δημόσιο, αλλά ...μόνο 35% είπε: «Πιστεύαμε ότι έχουμε καρκίνο όμως έχουμε μια αρρώστια που είναι ιάσιμη»!
  • Προβάλλει μονίμως συντεχνιακά αιτήματα, διαιρώντας τους εργαζόμενους.
  • Αρέσκεται σε κινήσεις εντυπωσιασμού από μια χούφτα συνδικαλιστικών της στελεχών, αφήνοντας εκτός τους εργαζόμενους.
  • Εχει στηρίξει όλες τις μέχρι τώρα κοινοτικές οδηγίες για την απελευθέρωση της αγοράς Ενέργειας, οι οποίες διευκολύνουν την παράδοσή της στα μονοπώλια με βαριές επιπτώσεις στους εργαζόμενους και στο λαό.
  • Εκανε έκτακτο συνέδριο για να στηρίξει το κομμάτιασμα της ΔΕΗ, το οποίο διευκολύνει την ιδιωτικοποίησή της!
***
Αυτές είναι οι πλειοψηφίες που υποκλίνονται στην ΕΕ και σήμερα τάχα εμφανίζονται ενάντιοι της τρόικας. Αυτές είναι οι πλειοψηφίες που μιλάνε για αγώνες, χωρίς καμιά προετοιμασία. Χωρίς τη συμμετοχή και τον πρωταγωνιστικό ρόλο των εργαζομένων. Με στόχους απόλυτα υποταγμένους στους «κεφαλαιοκράτες» ή στους μετόχους - για να μιλήσουμε στη γλώσσα της πλειοψηφίας της ΓΕΝΟΠ, η οποία χρόνια τώρα νοιάζεται γι' αυτούς. Αυτά είναι τα μέλη της εργατικής αριστοκρατίας του τόπου. Με αυτούς τους όρους, ο κάθε αγώνας (με όποια μορφή και διάρκεια) δεν αποτελεί όπλο στα χέρια των εργατών, αλλά εργαλείο εκφυλισμού του συνδικαλιστικού κινήματος σε βάρος των εργατών.
Στην αντίπερα όχθη στέκονται οι ταξικές δυνάμεις για τις οποίες το βασικό ζητούμενο δεν είναι αν η απεργία γίνει μια μέρα ή για περισσότερο. Αλλά με ποιο τρόπο υπηρετείται κάθε φορά καλύτερα ο βασικός στόχος, ο οποίος βεβαίως δεν είναι η διαχείριση της βαρβαρότητας, την οποία ευαγγελίζονται οι όψιμοι υπερεπαναστάτες του γλυκού νερού. Ο βασικός στόχος είναι η δημιουργία των όρων για να μπουν εμπόδια στα σημερινά μέτρα, να συσπειρωθεί η πλειοψηφία της εργατικής τάξης στην πάλη ενάντια στο κεφάλαιο σε ρότα ανατροπής της εξουσίας του. Μόνο έτσι μπορεί να έρθουν αποτελέσματα και για το σήμερα. Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο με την εργατική τάξη μπροστάρη και όχι στο περιθώριο στης Ιστορίας, στο οποίο την καταδικάζει και η τακτική της ΓΕΝΟΠ - ΔΕΗ.

Θες φορο-απαλλαγή; Γίνε εφοπλιστής!



Θες φορο-απαλλαγή; Γίνε εφοπλιστής!

Γράφει:
ο Νίκος ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ


Ο κ. Θόδωρος Βενιάμης είναι ο πρόεδρος της Ενωσης Εφοπλιστών.
Είναι ο ίδιος άνθρωπος που στις 13/6/2010, λίγο μετά δηλαδή από την ψήφιση του πρώτου Μνημονίου, είχε δηλώσει για λογαριασμό των εφοπλιστών:
«Αισθανόμαστε καλά στην Ελλάδα»...
*
Προχτές, ο κ. Βενιάμης και ο πρωθυπουργός συναντήθηκαν.
Λίγο πριν κλείσουν οι πόρτες και φύγουν οι κάμερες δόθηκε μια απολαυστική παράσταση.
Ο μεν Σαμαράς δήλωσε:
«Σε αυτές τις δύσκολες ώρες που περνάει ο τόπος μας είναι και ουσιαστικό και ηθικό το χρέος όλων να συμβάλουν στην προσπάθεια για την ανάκαμψη του τόπου».
Ο κ. Βενιάμης απάντησε:
«Ο εφοπλιστικός κόσμος συναισθανόμενος την κρισιμότητα των στιγμών αλλά και τη μοναδική ευκαιρία που έχει η χώρα να ανακάμψει και να αναπτυχθεί, ανταποκρίνεται πλήρως στις προκλήσεις, δηλώνει "παρών" και συμβάλλει στην προσπάθεια μέσα από τα φορολογικά έσοδα που τόσο έχει ανάγκη ο τόπος»...
*
Κατόπιν αυτών, έχουμε να υπενθυμίσουμε:
*
1) Η «πατριωτική» συνεισφορά των εφοπλιστών στα φορολογικά έσοδα έχει προσδιοριστεί επ' ακριβώς:
Το ποσό, που πληρώνουν ως φόρο οι εφοπλιστές, είναι μικρότερο ακόμα κι από το ποσό που πληρώνουν οι μετανάστες για παράβολα προσωρινής παραμονής τους στη χώρα!
Τόσος είναι ο... «φορο-πατριωτισμός» τους.
*
2) Οντως, οι εφοπλιστές δηλώνουν «παρών». Αλλά όχι με τον τρόπο που παριστάνουν ο πρόεδρός τους και ο πρωθυπουργός. Είναι «παρόντες» με τον δικό τους «πειρατικό» τρόπο. Και συγκεκριμένα:
Την ώρα που ο ελληνικός λαός χειμάζεται και η Ελλάδα βυθίζεται, αυτοί αποδεικνύουν τι κρύβεται πίσω από τη φράση «η κρίση είναι ευκαιρία»:
Μέσα στους πρώτους επτά μήνες του 2012, οι «πατριώτες» εφοπλιστές δαπάνησαν πάνω από 2 δισ. δολάρια για την απόκτηση μεταχειρισμένων πλοίων, αγοράζοντας από τη δευτερογενή αγορά 111 ποντοπόρα πλοία, σπάζοντας παγκόσμιο ρεκόρ στην αγορά αυτού του είδους. Οσο για τις παραγγελίες νεότευκτων πλοίων, εκεί δεν τους πιάνει κανένας! Τα ποσά που θα δοθούν μέχρι το τέλος του 2012 σε παραγγελίες νεότευκτων πλοίων από τους Ελληνες εφοπλιστές υπερβαίνουν τα 6 δισ. δολάρια!
Σύμφωνα, μάλιστα, με τα στοιχεία που συγκέντρωσε ο ναυλομεσιτικός οίκος «Allied Shipbroking Inc», οι Ελληνες πλοιοκτήτες προηγούνται μακράν των υπολοίπων τόσο σε ποσά που κατέβαλαν, όσο και σε αριθμό πλοίων. Τα «πατριωτάκια» μας - αυτοί που φτιάχνουν «αυτοκρατορίες» πάνω στην ανείπωτη εκμετάλλευση των ναυτεργατών και των επιβατών έχοντας ως μόνιμο χορηγό το κράτος - έχουν αφήσει δεύτερους τους Κινέζους, τρίτους τους Νορβηγούς και τέταρτους και καταϊδρωμένους τους... Γερμανούς.
*
3) Αυτό το εφοπλιστικό «θαύμα» έχει πολύ... γήινες εξηγήσεις.
Ιδού:
Στην Ελλάδα, που οι νόμοι αλλάζουν σαν τα πουκάμισα, υπάρχει ένας και μοναδικός νόμος που εδώ και τέσσερις δεκαετίες αποτελεί το «ιερό ευαγγέλιο» όλων των κυβερνητικών «σωτήρων».
Πρόκειται για το νόμο 27/1975 «Περί φορολογίας πλοίων κ.λπ.», που
στα 30 άρθρα του περιλαμβάνει κοντά ...60 φοροαπαλλαγές (!) για τους εφοπλιστές.
Κάθε άρθρο και δύο φοροαπαλλαγές, δηλαδή!
*
Σύμφωνα με τον παραπάνω νόμο, το φορολογικό καθεστώς για τους εφοπλιστές είναι πολύ απλό:
Δεν πληρώνουν φόρο!
Για την ακρίβεια, πληρώνουν ένα συμβολικό «παράβολο» βάσει της χωρητικότητας του πλοίου τους. Αν, για παράδειγμα, ένας εφοπλιστής διαθέτει πλοίο 20.000 κόρων, ηλικίας έως 4 χρόνων, τότε ο «φόρος» που θα πληρώσει είναι της τάξης των 5.300 δολαρίων!
Δηλαδή,
είτε 1 εκατομμύριο κέρδη έχει από αυτό το πλοίο, είτε 1 δισ. ευρώ κέρδη έχει, αυτός 5.300 δολάρια θα πληρώσει!
Αλλά κι αυτό ελέγχεται. Γιατί με άλλες διατάξεις (άρθρα 7, 8, 9 κ.λπ.), ακόμα και το παραπάνω «συμβολικό» ποσό, υπό κάποιες πολύ ...συχνές προϋποθέσεις, είτε μειώνεται στο μισό είτε εξαλείφεται πλήρως!
*
Αλλωστε, ο νόμος (άρθρο 2) είναι σαφής:
«Ο κατά τας διατάξεις του παρόντος νόμου επιβαλλόμενος φόρος (σ.σ.: τα 5.300 δολάρια, δηλαδή) εξαντλεί πάσαν υποχρέωσιν του πλοιοκτήτου, ως και του μετόχου ή εταίρου ημεδαπής ή αλλοδαπής εταιρείας οιουδήποτε τύπου εκ φόρου εισοδήματος, καθ' όσον αφορά εις τα κέρδη, τα οποία προκύπτουν εκ της εκμεταλλεύσεως πλοίων»!
*
Και δεν είναι μόνο ότι οι εφοπλιστές απαλλάσσονται από κάθε μορφής φόρο εισοδήματος. Απαλλάσσονται από κάθε μορφής φόρο, γενικώς!
Συγκεκριμένα:
  • Απαλλάσσονται από τα κέρδη αν πουλήσουν ένα πλοίο,
  • απαλλάσσονται από τα έσοδα αν εισπράξουν ασφαλιστική αποζημίωση για ένα πλοίο,
  • απαλλάσσονται από τα κέρδη των ναυτιλιακών τους επιχειρήσεων,
  • απαλλάσσονται ακόμα και από τα παράβολα για τα έγγραφα με τα οποία διανέμουν τα κέρδη τους (!),
  • απαλλάσσονται μέχρι και από φόρο κληρονομιάς (!), αφού, σύμφωνα με το άρθρο 29, οι εφοπλιστές έχουν επιτύχει την «απαλλαγήν εκ του φόρου κληρονομιών επί πλοίων, μετοχών ή μεριδίων ημεδαπών ή αλλοδαπών εταιρειών πλοιοκτητριών πλοίων, καλύπτουσαι εφεξής άπαντα τα άνω των 1.500 κόρων ολικής χωρητικότητος πλοία»!
*
Συμπέρασμα:
Στην Ελλάδα, που έχει μετατραπεί σε τεκμήριο φορολόγησης ακόμα και ο αέρας που αναπνέουμε, αν είσαι εργάτης, συνταξιούχος ή άνεργος και έχεις την ...ατυχία να απέκτησες ή να κληρονόμησες κάποιο σπίτι, τότε η Εφορία ισοδυναμεί με μαύρο φίδι που σε έφαγε.
Αν όμως είσαι κανακάρης ή θυγατέρα κάποιου «Σεβάχ»
και διαθέτεις ή κληρονομήσεις ...στόλο,
τότε δεν πληρώνεις τίποτα!
***
Δε χρειάζεται, λοιπόν, να απορούμε γιατί οι εφοπλιστές, σύμφωνα με τον πρόεδρό τους, «αισθάνονται καλά στην Ελλάδα».
Ούτε να αμφιβάλλουμε για το τι κρύβεται πίσω από τις έννοιες «φορολογική ασυλία», από τη μια και... «φορολογική δικαιοσύνη», από την άλλη.
Κατά τα λοιπά, όπως μας διαβεβαίωσαν ο εφοπλιστής Βενιάμης και ο πρωθυπουργός Σαμαράς, ο εφοπλιστικός κόσμος ήταν και θα παραμείνει - καθόλου δεν αμφιβάλλουμε -
«"παρών" και συμβάλλει στην προσπάθεια μέσα από τα φορολογικά έσοδα που τόσο έχει ανάγκη ο τόπος»...


TOP READ