Τόσο στο θεωρητικό επίπεδο όσο και στο πρακτικό, έχει δοθεί απάντηση στο ερώτημα ποιος είναι ο ρόλος και οι επιδιώξεις του συνδικάτου, του κεφαλαιοκράτη, του κράτους συνολικά, μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα. "Καινοφανείς" θεωρίες, που δυστυχώς τις υποστηρίζουν και ορισμένοι αριστεροί, με τις οποίες όχι μόνο προσπαθούν να μπερδέψουν τα πράγματα, να προκαλέσουν σύγχυση γύρω από τέτοια ζητήματα, αλλά, στην πραγματικότητα, να διαμορφώσουν ακόμα χειρότερους όρους στη διαπραγμάτευση της εργατικής τάξης για την εργατική δύναμη. Με τη χυδαία, ιστορικά ανόητη και σχιζοφρενική προπαγάνδα περί "κοινωνικών εταίρων", γίνεται προσπάθεια να ενοποιηθεί, θεωρητικά και πρακτικά, η ευθύνη του εργάτη και του κεφαλαιοκράτη και συνακόλουθα να νομιμοποιηθεί ιδεολογικά ο παραλογισμός ότι "αιτήματα έχουν όλοι και οι εργάτες και οι κεφαλαιούχοι και το κράτος"!
Στο βαθμό που μια τέτοια άποψη ενοποίησης, ισοπέδωσης, τσουβαλιάσματος της ευθύνης, γίνει αποδεκτή σαν πολιτική πρακτική, καταργείται ο ίδιος ο ρόλος ύπαρξης του συνδικάτου, καταργείται το δικαίωμά του στην άμυνα, καταργούνται, πραξικοπηματικά, διατάξεις και αυτού ακόμα του σημερινού Συντάγματος περί της, έστω και φραστικής, αναγνώρισης της "ισότητας των όπλων".
***
Τι επιτέλους ξέρουμε όλοι ότι ισχύει μέχρι σήμερα;
Γνωρίζουμε πως ο ατομικός καπιταλιστής και ο συνολικός, συλλογικός καπιταλιστής, με την ιερή και απαραβίαστη, την κατοχυρωμένη συνταγματικά, αρχή του διευθυντικού δικαιώματος και την ακόμα μεγαλύτερη, ακόμα πιο ιερή αρχή, της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, έχει στην απόλυτη, ουσιαστικά, εξουσία του την κρατική μηχανή, έχει το δικαίωμα να διαμορφώνει νόμους, στα πλαίσια των ιερών και απαραβίαστων αρχών του, του συστήματος της εκμετάλλευσης, έχει το δικαίωμα να προσλαμβάνει και να απολύει όποιον θέλει, έχει το δικαίωμα και τη δυνατότητα να διαθέτει μέσα προπαγάνδας, που καθημερινά κάνουν πλύση εγκεφάλου, τελικά τα έχει όλα!
Ο άλλος, ο εργάτης, η συλλογική του έκφραση, το συνδικάτο, και στο βαθμό που σωστά κάνει τη δουλιά του, δεν έχει, στην ουσία, τίποτα. Απλά, μέσα από σκληρούς και συχνά αιματηρούς αγώνες, κατάφερε να εξασφαλίσει το δικαίωμα να μην είναι μηχανή που μιλάει, το δικαίωμα της άμυνας (απεργία, συλλογική δράση κλπ.), είτε αυτή αφορά αιτήματα προστασίας των κατακτήσεών του, είτε αφορά αιτήματα βελτίωσης της θέσης του, μέσα στα πλαίσια του συστήματος.
Αυτά κοντολογίς γνωρίζουμε, αυτά έλεγαν επιφανείς νομικοί όταν ανέλυαν το θέμα της "ισότητας των όπλων". Ολα αυτά όμως ανατρέπονται και μάλιστα στο όνομα του "κοινού συμφέροντος", στο όνομα των "κοινωνικών εταίρων". Σήμερα λοιπόν ο εργάτης, ο εργαζόμενος, ο συνδικαλιστής εκπρόσωπός του καλούνται όχι να θέσουν αιτήματα και να παλέψουν για την ικανοποίησή τους, αλλά να ικανοποιήσουν αιτήματα των βιομηχάνων, της κυβέρνησης!
Για του λόγου το αληθές:
Μέσα από τα 19 σημεία της κυβέρνησης για τον "κοινωνικό διάλογο", δηλαδή τη διαπραγμάτευση με το συνδικαλιστικό κίνημα, συνοψίζονται τρεις μεγάλοι πολιτικοί, οικονομικοί στόχοι - αιτήματα των εχόντων προς τους μη έχοντες:
***
Πρώτος στόχος - αίτημα: Βάζει το ζήτημα της αλλαγής του νομοθετημένου και συμβατικού χρόνου απασχόλησης, της αλλαγής δηλαδή μιας από τις μεγαλύτερες κατακτήσεις του εργατικού κινήματος στον αιώνα μας. Το επιχείρημα είναι ότι το πλαίσιο που υπάρχει σήμερα αποτελεί "δυσκαμψία", όπως τονίζεται εξάλλου και στη "Λευκή Βίβλο". Αλλαγή όμως του πλαισίου θέλουν και οι εργάτες. Σε τι διαφέρουν αυτές οι αλλαγές που προτείνονται; Η κυβέρνηση, ως εντολοδόχος της μεγαλοεργοδοσίας, θέλει την κατάργηση αυτού του πλαισίου, απελευθέρωση των πάντων, καμιά εγγύηση, πλήρη δηλαδή ασυδοσία για τον κεφαλαιούχο. Ο εργάτης, παίρνοντας υπόψη και τις νέες τεχνολογίες και το τεράστιο πρόβλημα της ανεργίας και την ανάγκη για βελτίωση της θέσης του, προτείνει και προβάλλει το αίτημα για μείωση του χρόνου εργασίας χωρίς μείωση των αποδοχών, όχι όμως με απελευθερωμένα τα πάντα, αλλά με συγκεκριμένες εγγυήσεις, που θα αποτρέπουν την ασυδοσία του εργοδότη.
Με μια κουβέντα, κυβέρνηση και βιομήχανοι ξεκινούν από μια προϋπόθεση, η οποία συνοψίζεται στο εξής: "Δεν έχουμε να σας δώσουμε τίποτα, ό,τι πετύχατε στο παρελθόν δε θεωρείται κεκτημένο, όλα είναι υπό αίρεση, σας τα αφαιρούμε". Αυτή είναι η βάση της λογικής, της διαπραγμάτευσης που προτείνεται, όπως τουλάχιστον την καταλαβαίνουμε εμείς και σωστά την καταλαβαίνουμε. Επομένως, δε γίνεται συζήτηση αν κάποιος ή κάποιοι άλλαξαν, ή πρέπει ν' αλλάξουν, γραμμή στο συνδικαλιστικό κίνημα, αλλά αν θα δεχτούμε ή όχι την κοινή λογική, η οποία κοινή λογική περιέχεται, σε μεγάλο βαθμό, μέσα στις κοινές θέσεις και αποφάσεις του 22ου Συνεδρίου της ΓΣΕΕ και άλλων οργανώσεων, θέσεις και αποφάσεις διεκδίκησης, άμυνας, διατήρησης και βελτίωσης της θέσης του εργαζόμενου.
***
Δεύτερος στόχος - αίτημα: Βάζει ζήτημα ανατροπής του συστήματος συλλογικής διαπραγμάτευσης και σύναψης συλλογικών συμβάσεων. Δηλαδή, θέτει υπό αμφισβήτηση μια άλλη μεγάλη κατάκτηση του εργατικού κινήματος, όπως αυτή διαμορφώθηκε στα τελευταία 100 χρόνια, όχι χωρίς τίμημα είναι γεγονός. Το βασικό μεροκάματο, το μεροκάματο ασφάλειας, όπως αυτό διαμορφώνεται από τις κάθε φορά ΕΓΣΣΕ και από το οποίο δεν μπορεί να υπάρξει μικρότερο - μεροκάματο που αποτελεί τον πιλότο και για τις άλλες κλαδικές ή επιχειρησιακές συμβάσεις - ουσιαστικά καταργείται με τις προτάσεις - αιτήματα της κυβέρνησης. Γίνεται σαφές αυτό, αν προσεχτικά διαβάσει κανείς τα περί "τοπικών συμφώνων" και σύναψης συλλογικών συμβάσεων από τα κατά τόπους Εργατικά Κέντρα ή από τους κατά τόπους "κοινωνικούς εταίρους". Δηλαδή, στη διαπραγμάτευση της πώλησης της εργατικής δύναμης θα συμμετέχει και ο κάθε πικραμένος..! Οσο για τα Εργατικά Κέντρα σαν οριζόντιες συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν άλλα και σπουδαία καθήκοντα, αν σωστά δρουν, όχι όμως της υπογραφής συλλογικών συμβάσεων. Και ας μην ισχυριστεί κανείς ότι το κάνει για το καλό τους, για το καλό του εργατικού κινήματος.
Κατά συνέπεια και σ' αυτό η διαπραγμάτευση ξεκινάει από μια προϋπόθεση - αίτημα που θέτει η κυβέρνηση και η οποία ζητάει εκχώρηση δικαιώματος από τον εργάτη. Αρα η κοινή λογική συνιστά μη αποδοχή μιας τέτοιας διαπραγμάτευσης. Η κλασική γραμμή, και πολιτική, εδώ και δεκαετίες, του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος - είτε κινείται στον ταξικό, είτε στο ρεφορμιστικό άξονα, έστω και φραστικά ο τελευταίος - ήταν το αίτημα για βελτίωση του καθεστώτος συλλογικών διαπραγματεύσεων, κυρίως να μη φύγει από τη μια μεριά του τραπεζιού ο ένας από τους συλλογικά "διαλεγόμενους" και να γυρίσει στον προηγούμενο αιώνα των ατομικών συμφωνιών, αλλά με αφετηρία και ένα το κρατούμενο αυτό που ο εργάτης είχε χτες, έχει σήμερα, να γίνεται διαπραγμάτευση για το αύριο. Για τη βελτίωση, με μια κουβέντα, της θέσης του εργάτη, του εργαζόμενου. Τέτοια συζήτηση, τέτοια διαπραγμάτευση δε γίνεται τώρα. Αυτή είναι η αλήθεια, χωρίς περιττές φιλολογίες, και ανόητες αιχμές.
***
Τρίτος στόχος - αίτημα της κυβέρνησης - βιομηχάνων: Το σύνολο των εργασιακών σχέσεων, όπως αυτές διαμορφώθηκαν μέσα από την πάλη του εργατικού κινήματος επί πολλές δεκαετίες, πρέπει να αλλάξει. Το ίδιο όμως υποστηρίζουν και οι εργάτες. Με μια απλή διαφορά: Η κυβέρνηση και οι βιομήχανοι, πιστεύοντας σήμερα, μετά τις ανατροπές στις σοσιαλιστικές χώρες, ότι έχουν το πλεονέκτημα της ρεβάνς, θέλουν και επιχειρούν κατάργηση των κεκτημένων σε όλη την γκάμα αυτών που λέμε εργασιακές σχέσεις. (Χρόνος εργασίας, μονιμότητα, ασφάλιση - προστασία, χρονιάτικη άδεια, 13ος μισθός, εφάπαξ κλπ.). Οι εργάτες, από την άλλη, θέλουν διατήρηση των κεκτημένων, παραπέρα βελτίωσή τους.
Ο ίδιος ο κ. πρωθυπουργός είπε ότι δεν υπάρχουν κεκτημένα και ορισμένοι συνδικαλιστές, κατά παράβαση του καθήκοντός τους, υποστήριξαν συζήτηση - διαπραγμάτευση από μηδενική βάση, δηλαδή αποδέχτηκαν ότι το πεδίο στο οποίο θα διεξαχθεί η διαπραγμάτευση δεν είναι αυτό που επιδιώκουν οι εργάτες, αλλά αυτό που επέβαλαν η κυβέρνηση και οι εργοδότες.
Αρα λοιπόν το θέμα, τώρα και υπό τους όρους αυτούς, δεν είναι να κουβεντιάσουμε το πλαίσιο του διαλόγου, της διαπραγμάτευσης, γιατί αυτό έχει προσδιοριστεί. Το θέμα είναι ποια αιτήματα θα προβάλει η εργατική τάξη και πώς θα τα διεκδικήσει μέσα στις παρούσες συνθήκες. Και αυτά τα αιτήματα, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την ισχυροποίηση των θεμελιακών δικαιωμάτων, δεν τα διαμορφώνουμε σήμερα, ξαφνικά. Είναι εύκολο να τα βρει ο οποιοσδήποτε, αρκεί να το θέλει. Επομένως, τίθεται ζήτημα αναποδογυρίσματος της όλης κατάστασης.
Από την άποψη αυτή δεν είναι καθόλου θέμα της όποιας πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ, ή άλλης συνδικαλιστικής οργάνωσης, να διαμορφώσει σήμερα "αιτήματα" κατάργησης δικαιωμάτων. Είναι μείζον πολιτικό το ζήτημα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε και όχι ζήτημα κάποιας επιμέρους τακτικής ή "βυζαντινολογίας". Φυσικά γνωρίζουμε την κατάσταση στο συνδικαλιστικό κίνημα. Αλλά σε κρίσιμες στιγμές και όταν κάποιος συνδικαλιστής, εκλεγμένος από εργάτες, βρίσκεται στο σταυροδρόμι της πολιτικής των σκοπιμοτήτων και της υπεράσπισης του ταξικού συμφέροντος των εργατών, πρέπει αβίαστα να επιλέξει το δεύτερο. Αν δεν το κάνει, αρνείται το ρόλο του, μετατρέπεται, ηθελημένα ή αθέλητα, σε εκτελεστικό όργανο άλλων. Σε τελική ανάλυση, όσο σκληρό και αν ακούγεται, δε διαφέρει σε τίποτα από υπάλληλο ενός βιομηχάνου. Οταν μάλιστα αυτός ο συνδικαλιστής ή όποια συνδικαλιστική παράταξη διαθέτουν σημαντική επιρροή, συγκυριακή ή όχι δεν έχει σημασία, και από αυτούς καθορίζεται, σε αρκετό βαθμό, η πορεία σχετικά με την αφαίρεση θεμελιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων, τότε παύουμε να μιλάμε για ρεφορμισμό, για δεξιό συνδικαλισμό, όσο αδόκιμος και αν είναι ο όρος, αλλά για κάτι άλλο πολύ σοβαρό και επικίνδυνο.
***
Σαν κατακλείδα να υπογραμμίσουμε ότι τα όσα περιέχει η "Λευκή Βίβλος" και αποφάσισε να υλοποιήσει η κυβέρνηση, αυτό είναι το νόημα της διαπραγμάτευσης, του "διαλόγου", δεν είναι παρωνυχίδες. Είναι τα θεμέλια του εργατικού μας κινήματος. Οποιος δεν κατάλαβε περί τίνος πρόκειται, επιεικώς μάλλον δεν κατάλαβε τίποτα από την πρακτική και τη δράση του εργατικού κινήματος δεκαετίες τώρα. Επειδή όλοι γνωριζόμαστε καλά και μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα, δεν είναι θέμα να κάνουμε κάποια έκκληση για την ανάγκη της κοινής δράσης, της ενότητας δράσης, αλλά να υπογραμμίσουμε ότι ο καθένας αναλαμβάνει τις τεράστιες ευθύνες του. Πάντως πιστεύουμε ότι θα ήταν αυτονόητη η αντίδραση των βιομηχάνων, αν οι εργάτες έθεταν θέμα να μοιράσουν τα κέρδη τους, πολύ περισσότερο αν έθεταν θέμα να τους πάρουν τα μισά εργοστάσια, και ακόμα περισσότερο αυτονόητη σε τέτοιου είδους διαπραγμάτευση, η θέση τους, σε περίπτωση που οι εργάτες έβαζαν στόχο να τους πάρουν όλα τα εργοστάσια και την εξουσία τους!