Σ’ αυτά που λέμε ειδεχθή εγκλήματα, η
μεγαλύτερη δυσκολία του κοινού νου είναι να χωρέσει στο κεφάλι του το
άσχημο, το αποτρόπαιο, το φρικώδες μιας εγκληματικής πράξης. Έτσι καμιά
φορά, όταν οι κομμουνιστές μιλάνε για το οιονεί καπιταλιστικό έγκλημα,
αντιμετωπίζονται, καθώς δεν είναι προσωποποιημένο, με μια
αποστασιοποιημένη δυσπιστία που στέκεται στο υπερβολικό του
χαρακτηρισμού. Η Mizuho bank, ούτε που την ξέρω, ούτε που με κόφτει,
έβγαλε μια ανακοίνωση που δυστυχώς την ψάρεψα σε σοβαρό οικονομικό
φύλλο, όπου και αναφέρει: «Η έκρηξη στη Βηρυτό προσέθεσε χτες κι άλλη
λάμψη στο χρυσό, που πέρασε τα 20.20 δολάρια».
Το …ευπρεπές κείμενο χαρακτηρίζει την ανακοίνωση κυνική και αναλύει το νέο ιστορικό υψηλό της ουγγιάς, με καπιταλιστική ευπρέπεια, εξηγώντας μεταξύ άλλων ότι «η άνοδος του λαμπρότερου από τα ασφαλή καταφύγια οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην παρατεταμένη αβεβαιότητα που έχει προκαλέσει η πανδημία».
Η μεγάλη ανατριχίλα της αποκάλυψης των λέξεων. Ώρες ώρες είναι αμείλικτες, όταν διαβαστούν μέσα στο περιβάλλον μιας φράσης κι όχι σ’ ένα ουδέτερο λεξικό. Βλέπω την ισοπεδωμένη Βηρυτό, με άφατη οργή και πόνο, με μεσογειακό και προσωπικό συναισθηματισμό, για τον οποίο δεν ντρέπομαι καθόλου. Πρωτοέλεγα ειδήσεις, πριν από δεκαετίες, και βυθιζόμουνα στις σφαγές του εμφυλίου και την περιπλοκότητα της σκακιέρας της Μέσης Ανατολής. Θυμόμουνα ιστορίες που μου λεγε η μάνα μου για το… Παρίσι της Ανατολής, τη Βηρυτό, όπου παντρεύτηκε, αφού κλέφτηκε με τον πατέρα μου, πίσω το μακρινό 1952. Έχω φωτογραφία τους από το πλοίο της αναχώρησης, και απ’ το χερσοχώραφο που ήταν τότε αεροδρόμιο, που μπλέκονται τώρα στο μασκοφορεμένο μου από την πανδημία μυαλό, με την πολιτική ορολογία, με την οποία εξοικειώθηκα αναγκαστικώς. Λιβανοποίηση. Χωρίς το άρωμα των κέδρων, την αρμύρα και τη γοητευτική ως αμάλγαμα πολιτισμών και οδυνηρή, ως καταστροφή πληθυσμών, μεσανατολίτικη κοινωνία, που είναι η σπαρακτική κοινωνία και ιστορία του Λιβάνου.
Θυμάμαι αναπόφευκτα το Μαρί στην Κύπρο, το φονικό κατασχεμένο στον Αστακό φορτίο, που μεταφέρθηκε στη ΛΑΡΚΟ, και δεν ξέρω τι απέγινε, βλέπω τον μικρόσωμο Μακρόν, χωρίς μάσκα, να κουβαλάει μεσσιανικές υποσχέσεις σ’ ένα αγριεμένο πλήθος, που κηδεύει τη χώρα του ουρλιάζοντας, κάπου διαβάζω ότι το αγροτικό λίπασμα που τινάχτηκε έφτανε για να φτιαχτούν κάπου 15.000 βόμβες κι ότι η χώρα των διεφθαρμένων κοσμοπολιτών αστών, που λέγεται Λίβανος, έχει αποθέματα σιταριού για μόλις μια βδομάδα.
Το κεφάλαιο έχει βρει το ασφαλές του καταφύγιο. Το χρυσό, που κάποτε μια διαφήμιση έλεγε πως μας φέρνει πιο κοντά. Αλήθεια είναι. Σπάνιο για διαφήμιση. Δεν μας φέρνει απλώς κοντά, μας χώνει μέσα στη βαρβαρότητα. Μες το έγκλημα. Παγκοσμιοποιημένο σαν τον καπιταλισμό. Λες κι αυτό που έλειπε από τη Μεσόγειο είναι, μ’ αυτή την κλισεδιάρικη φτήνια κι ευκολία των πρόχειρων σχολιαστικών τίτλων, μια δικιά της Χιροσίμα. Ένα μανιτάρι του κακού που επαυξάνει τη λάμψη του χρυσού. Και μάλιστα τις ίδιες μέρες, πρώτη βδομάδα τ’ Αυγούστου, του θεριστή του σταριού, και του μήνα του δώρου της φύσης της Μεσογείου, που είναι οι διακοπές στη θάλασσα. Η τραγωδία ως αξιοποιήσιμη ευκαιρία για κέρδη…
Λένε, οι έμποροι των εθνών, οι ληστές των λαών, οι οπορτουνιστές των πολιτικών κοσμοθεωριών μιας χρήσης, τα ιερατεία του χρήματος και τα χαλκεία της πληροφόρησης πως για να σταθεί στα πόδια του ο Λίβανος θέλει κάπου 15 δισεκατομμύρια. Δηλαδή το υποπολλαπλάσιο της διατροφής που πήρε η σύζυγος ενός από τους κοσμοκαπιτάλες της Γης. Για να λάμπει ο χρυσός στο λαιμό της. Και καταριέμαι να την πνίξει και δεν μου φτάνει, γιατί η πολιτική δεν είναι μεταφυσική, κι η δικαιοσύνη των λαών δεν κρίνεται στα δικαστήρια των αστών.
Σημείωση: Το άρθρο της Λιάνας Κανέλλη αναδημοσιεύεται από τον Ριζοσπάστη του Σαββατοκύριακου 8-9/8/2020
Το …ευπρεπές κείμενο χαρακτηρίζει την ανακοίνωση κυνική και αναλύει το νέο ιστορικό υψηλό της ουγγιάς, με καπιταλιστική ευπρέπεια, εξηγώντας μεταξύ άλλων ότι «η άνοδος του λαμπρότερου από τα ασφαλή καταφύγια οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην παρατεταμένη αβεβαιότητα που έχει προκαλέσει η πανδημία».
Η μεγάλη ανατριχίλα της αποκάλυψης των λέξεων. Ώρες ώρες είναι αμείλικτες, όταν διαβαστούν μέσα στο περιβάλλον μιας φράσης κι όχι σ’ ένα ουδέτερο λεξικό. Βλέπω την ισοπεδωμένη Βηρυτό, με άφατη οργή και πόνο, με μεσογειακό και προσωπικό συναισθηματισμό, για τον οποίο δεν ντρέπομαι καθόλου. Πρωτοέλεγα ειδήσεις, πριν από δεκαετίες, και βυθιζόμουνα στις σφαγές του εμφυλίου και την περιπλοκότητα της σκακιέρας της Μέσης Ανατολής. Θυμόμουνα ιστορίες που μου λεγε η μάνα μου για το… Παρίσι της Ανατολής, τη Βηρυτό, όπου παντρεύτηκε, αφού κλέφτηκε με τον πατέρα μου, πίσω το μακρινό 1952. Έχω φωτογραφία τους από το πλοίο της αναχώρησης, και απ’ το χερσοχώραφο που ήταν τότε αεροδρόμιο, που μπλέκονται τώρα στο μασκοφορεμένο μου από την πανδημία μυαλό, με την πολιτική ορολογία, με την οποία εξοικειώθηκα αναγκαστικώς. Λιβανοποίηση. Χωρίς το άρωμα των κέδρων, την αρμύρα και τη γοητευτική ως αμάλγαμα πολιτισμών και οδυνηρή, ως καταστροφή πληθυσμών, μεσανατολίτικη κοινωνία, που είναι η σπαρακτική κοινωνία και ιστορία του Λιβάνου.
Θυμάμαι αναπόφευκτα το Μαρί στην Κύπρο, το φονικό κατασχεμένο στον Αστακό φορτίο, που μεταφέρθηκε στη ΛΑΡΚΟ, και δεν ξέρω τι απέγινε, βλέπω τον μικρόσωμο Μακρόν, χωρίς μάσκα, να κουβαλάει μεσσιανικές υποσχέσεις σ’ ένα αγριεμένο πλήθος, που κηδεύει τη χώρα του ουρλιάζοντας, κάπου διαβάζω ότι το αγροτικό λίπασμα που τινάχτηκε έφτανε για να φτιαχτούν κάπου 15.000 βόμβες κι ότι η χώρα των διεφθαρμένων κοσμοπολιτών αστών, που λέγεται Λίβανος, έχει αποθέματα σιταριού για μόλις μια βδομάδα.
Το κεφάλαιο έχει βρει το ασφαλές του καταφύγιο. Το χρυσό, που κάποτε μια διαφήμιση έλεγε πως μας φέρνει πιο κοντά. Αλήθεια είναι. Σπάνιο για διαφήμιση. Δεν μας φέρνει απλώς κοντά, μας χώνει μέσα στη βαρβαρότητα. Μες το έγκλημα. Παγκοσμιοποιημένο σαν τον καπιταλισμό. Λες κι αυτό που έλειπε από τη Μεσόγειο είναι, μ’ αυτή την κλισεδιάρικη φτήνια κι ευκολία των πρόχειρων σχολιαστικών τίτλων, μια δικιά της Χιροσίμα. Ένα μανιτάρι του κακού που επαυξάνει τη λάμψη του χρυσού. Και μάλιστα τις ίδιες μέρες, πρώτη βδομάδα τ’ Αυγούστου, του θεριστή του σταριού, και του μήνα του δώρου της φύσης της Μεσογείου, που είναι οι διακοπές στη θάλασσα. Η τραγωδία ως αξιοποιήσιμη ευκαιρία για κέρδη…
Λένε, οι έμποροι των εθνών, οι ληστές των λαών, οι οπορτουνιστές των πολιτικών κοσμοθεωριών μιας χρήσης, τα ιερατεία του χρήματος και τα χαλκεία της πληροφόρησης πως για να σταθεί στα πόδια του ο Λίβανος θέλει κάπου 15 δισεκατομμύρια. Δηλαδή το υποπολλαπλάσιο της διατροφής που πήρε η σύζυγος ενός από τους κοσμοκαπιτάλες της Γης. Για να λάμπει ο χρυσός στο λαιμό της. Και καταριέμαι να την πνίξει και δεν μου φτάνει, γιατί η πολιτική δεν είναι μεταφυσική, κι η δικαιοσύνη των λαών δεν κρίνεται στα δικαστήρια των αστών.
Σημείωση: Το άρθρο της Λιάνας Κανέλλη αναδημοσιεύεται από τον Ριζοσπάστη του Σαββατοκύριακου 8-9/8/2020