Ο υπουργός Ενέργειας και Περιβάλλοντος Κ. Χατζηδάκης σε
δηλώσεις του στο ΣΚΑΙ αναφέρεται σε «πολυπαραγοντικό» σχέδιο σωτηρίας για τη
ΔΕΗ που ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης θα παρουσιάσει στη Βουλή και ο ίδιος θα το εξειδικεύσει, το απόγευμα της Δευτέρας,
και το οποίο θα χρειαστούν μήνες για την
εφαρμογή του. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός στην ανάγνωση προγραμματικών δηλώσεων της
κυβέρνησης έκανε λόγο για ιδιωτικοποίηση δικτύων στην αρχή και στη συνέχεια
αναζήτηση στρατηγικού επενδυτή.
Μέρες πριν τις εκλογές, στο
επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στο ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ
βρέθηκε και η ΔΕΗ, με την κατάρρευση της μετοχής της εκείνη την περίοδο στο
Χρηματιστήριο. Για κινδυνολογία κατηγόρησε τότε τη Ν.Δ η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ελαφρότητα
και ιδεοληψία, «επιτομή» του τρόπου διοίκησης του ΣΥΡΙΖΑ, του χρέωνε η ΝΔ.
Εν ολίγοις, τα δυο κόμματα
αλληλοκατηγορούνται σχετικά με τις αποκρατικοποιήσεις στην ενέργεια, την ίδια στιγμή που η ενεργειακή
πολιτική βασικά καθορίζεται από την ΕΕ,
της οποίας την πολιτική αποδέχονται. Μια πολιτική που
απαιτεί την υποχώρηση στην λιανική αγορά του μεριδίου της ΔΕΗ στο
50%, την πώληση λιγνιτικών
μονάδων Μεγαλόπολης και Φλώρινας, που θα
έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί το 2018, ιδιωτικοποίηση των ΕΛΠΕ και της ΔΕΠΑ
Εμπορίας, ενώ το 17% των μετοχών της ΔΕΗ
παραμένει στο ΤΑΙΠΕΔ, με δυνατότητα πώλησής του.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει
προσδιορίσει τον ενεργειακό τομέα ως μία από τις κύριες πολιτικές της
προτεραιότητες. Μάλιστα οι πρώτες οδηγίες ελευθέρωσης στην ΕΕ εγκρίθηκαν το
1996 (ηλεκτρική ενέργεια) και το 1998 (φυσικό αέριο), οι οποίες έπρεπε να
μεταφερθούν στα νομικά συστήματα των κρατών μελών μέχρι το 1998 (ηλεκτρική
ενέργεια) και το 2000 (φυσικό αέριο).
Ουσιαστικά, οι στόχοι της ενεργειακής
πολιτικής αποβλέπουν στην ικανοποίηση ενεργειακών αναγκών με το ελάχιστο δυνατό
κόστος για το ίδιο το κεφάλαιο. Οι μεταρρυθμίσεις και οι απορρυθμίσεις στη βιομηχανία
ηλεκτρικής ενέργειας προωθούν μια μεταμόρφωση στην εγκατάσταση και
οργάνωση εταιρειών ηλεκτρικής ενέργειας, που δηλώνουν τη μετάβαση από ένα
μονοπωλιακό στάδιο, που ήταν κρατικό, σε
ένα ανταγωνιστικό, που εξασφαλίζει κερδοφορία στους ιδιώτες διαχειριστές της. Επιπλέον
η ιδιωτικοποίηση σημαίνει όχι μόνο τη μόνιμη μεταφορά του δικαιώματος
ιδιοκτησίας από μια δημόσια αντιπροσωπεία αλλά και του αντίστοιχου ελέγχου.
Μ’ αυτή την οπτική, η ιδιωτικοποίηση θεωρήθηκε ως λύση για τις
χρηματοπιστωτικές κρίσεις των χωρών. Στη χώρα μας, όλα αυτά τα χρόνια,
ιδιαίτερα αυτά των μνημονίων, για την ανάθεση υπηρεσιών σε ιδιώτες ή πώληση
επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, όπως ΔΕΗ ή παλιότερα ΟΤΕ, υποστηρίζεται ως πιο ισχυρό κίνητρο η επίτευξη
εξοικονόμησης λειτουργικού κόστους με
την μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα. Ως οικονομικοί στόχοι αναφέρονται αύξηση της παραγωγικότητας, ανάπτυξη της
οικονομίας της αγοράς και ρύθμιση της ανταγωνιστικότητας. Επιπλέον, στους
οικονομικούς στόχους περιλαμβάνεται και η παραγωγή εσόδων για την διάσωση
κρατικών και δημόσιων εταιρειών από χρέη. Τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις θεωρούνται
μια σημαντική πηγή του προϋπολογισμού που βοηθά στη μείωση των
ελλειμμάτων, ενώ ενισχύεται ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα στην οικονομία,
απελευθερώνοντας την εγχώρια αγορά.
Η στροφή
στην ιδιωτικοποίηση έχει εξαπλωθεί για να γίνει το παγκόσμιο οικονομικό
φαινόμενο της δεκαετίας του '90. Σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, οι κυβερνήσεις
στρέφονται προς τους ιδιωτικούς διαχειριστές ελέγχοντας τα πάντα, από τις
ηλεκτρικές επιχειρήσεις μέχρι τις φυλακές, από τις σιδηροδρομικές μεταφορές
μέχρι την εκπαίδευση, με το προπαγανδιστικό σκεπτικό πως τα κέρδη και το
δημόσιο συμφέρον αλληλεπικαλύπτονται καλύτερα όταν η ιδιωτικοποιημένη υπηρεσία
βρίσκεται σε ανταγωνιστική αγορά. Μόνο που αυτό δεν έχει επαληθευτεί στην
πράξη,.
Οι τομείς της ηλεκτρικής
ενέργειας σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο έχουν υποστεί σημαντικές διαρθρωτικές
αλλαγές. Και όπως μπορεί να φαίνεται ότι ο καπιταλισμός παρουσιάζει μια
ποικιλομορφία, εστιάζοντας στη θεσμική αρχιτεκτονική του ή σε ρυθμιστικούς του
κανόνες, αν και είναι κοινά τα χαρακτηριστικά οργάνωσης παραγωγής και
κατανάλωσης για κερδοφορία, το ίδιο και οι τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας κάθε
μορφής καπιταλισμού έχουν αναδιαρθρωθεί με παρόμοιο τρόπο, και παρά τις
θεσμικές διαφορές, κάθε καπιταλιστική χώρα αντιμετωπίζει την ενέργεια με
παρόμοια μέτρα πολιτικής. Οι ιδιωτικοποιήσεις λοιπόν στο χώρο της ενέργειας, με
την τρέχουσα ορολογία, ταυτίζονται με
απελευθέρωση της και διαφημίζονται για το όφελος των καταναλωτών να επιλέγουν
τον προμηθευτή της ηλεκτρικής ενέργειας, που ο ανταγωνισμός τους υποστηρίζουν
πως μειώνει τις τιμές.
Μόνο που η εμπειρία έχει δείξει πως η ιδιωτική
ιδιοκτησία δεν μεταφράζεται αναγκαστικά σε βελτιωμένη αποτελεσματικότητα σε
απόδοση και κόστος. Εξάλλου οι ιδιώτες διαχειριστές ενδιαφέρονται πάντα, και
γίνεται αποδεκτό, για υιοθέτηση
κερδοφόρων στρατηγικών ή εταιρικών πρακτικών που καθιστούν τις βασικές
υπηρεσίες απρόσιτες ή μη διαθέσιμες σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Μια
επιχείρηση που αναζητά κέρδος και ενεργεί πάντα προς το συμφέρον των μετόχων
δεν μπορεί, για παράδειγμα, να επιλέξει να παρέχει υγειονομική περίθαλψη στους
άπορους ή να επεκτείνει την εκπαίδευση σε φτωχά παιδιά ή παιδιά με ειδικές
ανάγκες.
Ο τομέας της ενέργειας έχει άμεσες ή έμμεσες επιπτώσεις σε όλους τους τομείς
ανθρώπινης δραστηριότητας. Η ενέργεια
αποτελεί κίνητρο και προϋπόθεση υλοποίησης των περισσότερων καθημερινών
ανθρώπινων δραστηριοτήτων, αφού απαιτείται ενέργεια για την παραγωγή βασικών
αγαθών και υπηρεσιών, για την εξυπηρέτηση βασικών λειτουργιών των ανθρώπων π.χ,
θέρμανση, μαγείρεμα κλπ. Αποτελώντας λοιπόν
καθοριστικό παράγοντα για χάραξη πολιτικής σε τομείς όπως μεταφορές,
οικοδομές, βιομηχανία, για την έρευνα, την τεχνολογία και συνολικά στην
οικονομία μιας χώρας, το μείζον θέμα είναι ποιος ελέγχει την ενέργεια από την
οποία εξαρτάται όχι μόνο η ευημερία αλλά ακόμα και η επιβίωσή μας.