Στις 13 του Φλεβάρη 1945 απελευθερώθηκε η
Βουδαπέστη από τον Κόκκινο Στρατό, για την καπιταλιστική Ουγγαρία ωστόσο
μέρα μνήμης είναι η μέρα της “Αναχώρησης”, όπως ονομάζεται η υποχώρηση
της Βέρμαχτ, των γερμανικών Ες – Ες και των Ούγγρων συνεργατών των ναζί
στη διάρκεια της πολιορκίας της πρωτεύουσας. Αυτό ισχύει τόσο για τους
νεοναζί της χώρας, όσο και για τους “σοβαρούς” αστούς πολιτικούς της
Ουγγαρίας και τους τοπικούς άρχοντες της Βουδαπέστης, όσο κι αν οι
δεύτεροι προσπαθούν να εμφανίσουν πως δεν έχουν καμία σχέση με τη
φασιστική ακροδεξιά.
Η μέρα της “Αναχώρησης” είναι για τους Ούγγρους νεοναζί ευκαιρία για συνάξεις αντισοβιετικού και αντισημιτικού χαρακτήρα, συχνά με τη συμμετοχή ομοϊδεατών τους από άλλες πόλεις. Το βράδυ του Σαββάτου, περίπου 400 μαυροφορεμένοι φασίστες παρήλασαν στους δρόμους της πόλης, για να τιμήσουν τους πάνω από 20000 στρατιώτες που έπεσαν “υπερασπιζόμενοι” την πολιορκούμενη από τους Σοβιετικούς Βουδαπέστη. Ορισμένοι από τους συμμετέχοντες φορούσαν ουγγρικές και γερμανικές στρατιωτικές στολές της εποχής και κρατούσαν σημαίες ακροδεξιών οργανώσεων, ανάμεσά τους και της “Λεγεώνας Ουγγαρία”, που διοργάνωσε την εκδήλωση. Στην παρέλαση συμμετείχαν επίσης μέλη βουλγαρικών, γερμανικών και τσέχικων ακροδεξιών οργανώσεων.
Στην νεοναζιστική σύναξη αντέδρασαν περίπου 800 μέλη αντιφασιστικών οργανώσεων, οι οποίοι ήρθαν αντιμέτωποι με προκλήσεις των ναζί, που προσπάθησαν να επιτεθούν στους αντιφασίστες, με την αστυνομία σε ρόλο Πόντιου Πιλάτου να παρακολουθεί τα συμβάντα. λειτουργώντας αντικειμενικά ως προστατευτικό τείχος των φασιστών.
Ο πρώτος ομιλητής στη φασιστική συγκέντρωση ήταν από τη Γερμανία, ο οποίος σε αντισημιτικό παραλήρημα κάλεσε τους συγκεντρωμένους να δουν πως “ο εχθρός δε λέγεται Μίλερ, αλλά Ρότσιλντ, Γκόλντμαν και Σαξ”. Η ομιλία του έκλεισε με αποστροφή του Αδόλφου Χίτλερ, τον οποίο χαρακτήρισε “το μεγαλύτερο Γερμανό κρατικό ηγέτη”.
Δύο από τις προαναγγελθείσες διαδηλώσεις νεοναζί είχαν ήδη απαγορευτεί από την αστυνομία, η τρίτη και τελευταία ωστόσο καταρρίφθηκε από δικαστική απόφαση. Νόμιμη κρίθηκε η “Πεζοπορία μνήμης της Αναχώρησης”, όπου νοσταλγοί του Χίτλερ περπάτησαν στο κάστρο της Βουδαπέστης ντυμένοι με στολές της Βέρμαχτ.
Αλλά και οι επίσημες αρχές της χώρας δε μένουν πίσω σε τελετές μνήμης, όχι προς τιμήν όσων έδωσαν τη ζωή τους για την απελευθέρωση της πόλης από το φασισμό, αλλά γενικά για την πολιορκία της πόλης, που παρουσιάζεται ως κάτι δυσάρεστο για όλους, θύτες και θύματα δηλαδή. Σε αυτές τις εκδηλώσεις συμμετείχαν δήμαρχοι τόσο του ακροδεξιού κυβερνώντος κόμματος Fidesz του Όρμπαν, όσο και της “φιλελεύθερης αντιπολίτευσης”. Πολύ χαρακτηριστική για το κυρίαρχο αφήγημα στην Ουγγαρία σχετικά με τα γεγονότα σήμερα, είναι η ομιλία του κεντροαριστερού δημάρχου Βουδαπέστης Γκεργκέλι Καρασόνι, ο οποίος είπε πως “Δε θέλουμε να φτιάξουμε ιεραρχική λίστα, τίνος τα βάσανα ήταν μεγαλύτερα, δε θέλουμε να πούμε ποιος είναι πραγματικός πατριώτης, αλλά να μιλήσουμε για το πώς θα φτιάξουμε μαζί μια πόλη μακριά από βάσανα”.
Η εξίσωση θυτών και θυμάτων που τάχα υπέφεραν λίγο πολύ το ίδιο, προκάλεσε την ειρωνική αντίδραση του δημοσιογράφου Μίκλος Τάμας, που στην ιστοσελίδα merce.hu, σχολίασε: “Ακριβώς, ούτε η θεία Σενμπέργκερ. ο έξι μηνών εγγονός της, ούτε ο Χάιντριχ και ο Χίμλερ επιβίωσαν”.
Σε ό,τι αφορά τα κεντρικά μίντια της χώρας, που βρίσκονται κοντά στην κυβέρνηση, προσπάθησαν να παρουσιάσουν όσους αντέδρασαν στις ναζιστικές παράτες, ως “αυτοαποκαλούμενους ναζί”, που “διατάραξαν τις τελετές μνήμης”, οι οποίες “τελείωσαν ειρηνικά”. Οι ίδιοι οι διαδηλωτές κατά των νεοναζί δηλώνουν ωστόσο ικανοποιημένοι από τη φετινή συμμετοχή και δηλώνουν αποφασισμένοι του χρόνου να πετύχουν την απαγόρευση της σύναξης σε όλες τις περιπτώσεις.
Με πληροφορίες από jungewelt.de
Η μέρα της “Αναχώρησης” είναι για τους Ούγγρους νεοναζί ευκαιρία για συνάξεις αντισοβιετικού και αντισημιτικού χαρακτήρα, συχνά με τη συμμετοχή ομοϊδεατών τους από άλλες πόλεις. Το βράδυ του Σαββάτου, περίπου 400 μαυροφορεμένοι φασίστες παρήλασαν στους δρόμους της πόλης, για να τιμήσουν τους πάνω από 20000 στρατιώτες που έπεσαν “υπερασπιζόμενοι” την πολιορκούμενη από τους Σοβιετικούς Βουδαπέστη. Ορισμένοι από τους συμμετέχοντες φορούσαν ουγγρικές και γερμανικές στρατιωτικές στολές της εποχής και κρατούσαν σημαίες ακροδεξιών οργανώσεων, ανάμεσά τους και της “Λεγεώνας Ουγγαρία”, που διοργάνωσε την εκδήλωση. Στην παρέλαση συμμετείχαν επίσης μέλη βουλγαρικών, γερμανικών και τσέχικων ακροδεξιών οργανώσεων.
Στην νεοναζιστική σύναξη αντέδρασαν περίπου 800 μέλη αντιφασιστικών οργανώσεων, οι οποίοι ήρθαν αντιμέτωποι με προκλήσεις των ναζί, που προσπάθησαν να επιτεθούν στους αντιφασίστες, με την αστυνομία σε ρόλο Πόντιου Πιλάτου να παρακολουθεί τα συμβάντα. λειτουργώντας αντικειμενικά ως προστατευτικό τείχος των φασιστών.
Ο πρώτος ομιλητής στη φασιστική συγκέντρωση ήταν από τη Γερμανία, ο οποίος σε αντισημιτικό παραλήρημα κάλεσε τους συγκεντρωμένους να δουν πως “ο εχθρός δε λέγεται Μίλερ, αλλά Ρότσιλντ, Γκόλντμαν και Σαξ”. Η ομιλία του έκλεισε με αποστροφή του Αδόλφου Χίτλερ, τον οποίο χαρακτήρισε “το μεγαλύτερο Γερμανό κρατικό ηγέτη”.
Δύο από τις προαναγγελθείσες διαδηλώσεις νεοναζί είχαν ήδη απαγορευτεί από την αστυνομία, η τρίτη και τελευταία ωστόσο καταρρίφθηκε από δικαστική απόφαση. Νόμιμη κρίθηκε η “Πεζοπορία μνήμης της Αναχώρησης”, όπου νοσταλγοί του Χίτλερ περπάτησαν στο κάστρο της Βουδαπέστης ντυμένοι με στολές της Βέρμαχτ.
Αλλά και οι επίσημες αρχές της χώρας δε μένουν πίσω σε τελετές μνήμης, όχι προς τιμήν όσων έδωσαν τη ζωή τους για την απελευθέρωση της πόλης από το φασισμό, αλλά γενικά για την πολιορκία της πόλης, που παρουσιάζεται ως κάτι δυσάρεστο για όλους, θύτες και θύματα δηλαδή. Σε αυτές τις εκδηλώσεις συμμετείχαν δήμαρχοι τόσο του ακροδεξιού κυβερνώντος κόμματος Fidesz του Όρμπαν, όσο και της “φιλελεύθερης αντιπολίτευσης”. Πολύ χαρακτηριστική για το κυρίαρχο αφήγημα στην Ουγγαρία σχετικά με τα γεγονότα σήμερα, είναι η ομιλία του κεντροαριστερού δημάρχου Βουδαπέστης Γκεργκέλι Καρασόνι, ο οποίος είπε πως “Δε θέλουμε να φτιάξουμε ιεραρχική λίστα, τίνος τα βάσανα ήταν μεγαλύτερα, δε θέλουμε να πούμε ποιος είναι πραγματικός πατριώτης, αλλά να μιλήσουμε για το πώς θα φτιάξουμε μαζί μια πόλη μακριά από βάσανα”.
Η εξίσωση θυτών και θυμάτων που τάχα υπέφεραν λίγο πολύ το ίδιο, προκάλεσε την ειρωνική αντίδραση του δημοσιογράφου Μίκλος Τάμας, που στην ιστοσελίδα merce.hu, σχολίασε: “Ακριβώς, ούτε η θεία Σενμπέργκερ. ο έξι μηνών εγγονός της, ούτε ο Χάιντριχ και ο Χίμλερ επιβίωσαν”.
Σε ό,τι αφορά τα κεντρικά μίντια της χώρας, που βρίσκονται κοντά στην κυβέρνηση, προσπάθησαν να παρουσιάσουν όσους αντέδρασαν στις ναζιστικές παράτες, ως “αυτοαποκαλούμενους ναζί”, που “διατάραξαν τις τελετές μνήμης”, οι οποίες “τελείωσαν ειρηνικά”. Οι ίδιοι οι διαδηλωτές κατά των νεοναζί δηλώνουν ωστόσο ικανοποιημένοι από τη φετινή συμμετοχή και δηλώνουν αποφασισμένοι του χρόνου να πετύχουν την απαγόρευση της σύναξης σε όλες τις περιπτώσεις.
Με πληροφορίες από jungewelt.de