16 Μαΐ 2020

Εμπιστοσύνη στην επιστήμη, αλλά όχι στην αστική πολιτική που την εργαλειοποιεί

Το σλόγκαν «εμπιστοσύνη στους ειδικούς» – ή, σε παραλλαγή, «εμπιστοσύνη στους επιστήμονες» – έχει αποκτήσει ιδιαίτερο επικοινωνιακό, ιδεολογικό και πολιτικό βάρος το τελευταίο διάστημα, με αφορμή την επιθετική εξάπλωση της Covid-19. Η «εμμονικής» συχνότητας επίκλησή του, μάλιστα, δυσκολεύει να γίνεται αντιληπτό σε τι πραγματικά αναφέρονται όσοι το χρησιμοποιούν.
Στο στόμα των αστικών κυβερνήσεων ανά τον κόσμο, λειτουργεί ως επιχείρημα για την τεκμηρίωση της… σοφίας που χαρακτηρίζει τις πολιτικές αποφάσεις για τη διαχείριση της πανδημίας. Ετσι, η κυβέρνηση της ΝΔ επιχαίρει για τη δήθεν «αποτελεσματική» διαχείριση της κατάστασης, προβάλλοντας ότι τα κατάφερε γιατί επέλεξε να δώσει τον πρώτο λόγο στους – πράγματι καταξιωμένους στο αντικείμενό τους – ειδικούς οι οποίοι απαρτίζουν την Επιτροπή που η ίδια όρισε υπό τον καθηγητή Τσιόδρα.
Αντίστοιχα, αστικές δυνάμεις της αντιπολίτευσης επικαλούνται επιστημονικές μελέτες στην προσπάθειά τους να μεταφέρουν την πολιτική αντιπαράθεση σε πεδίο που δεν αμφισβητεί τις στοχεύσεις τις οποίες από κοινού με τις αστικές κυβερνήσεις υπηρετούν. Ετσι, βλέπουμε τον ΣΥΡΙΖΑ να αξιοποιεί διαφοροποιήσεις στις επιστημονικές γνωμοδοτήσεις για να μεμφθεί επιδερμικά την κυβέρνηση.

Ποια «εμπιστοσύνη», σε ποιους επιστήμονες και γιατί

Προκύπτει ένα εύλογο ερώτημα: Αφού παντού ο πρώτος λόγος δόθηκε στους ειδικούς, γιατί είναι διαφορετικά τα αποτελέσματα της διαχείρισης της πανδημίας σε κάθε χώρα;
Μήπως οι δικοί μας ειδικοί είναι καλύτεροι από τους άλλους; Κανένας Ιταλός λοιμωξιολόγος ή επιδημιολόγος δεν θα υποστήριζε ότι ο νέος κορονοϊός δεν μεταδίδεται μεταξύ των εργατών που στοιβάζονταν στις μεγάλες βιομηχανίες την ώρα που η πανδημία κάλπαζε. Οπως και κανένας Ελληνας συνάδελφός του δεν θα υποστήριζε κάτι τέτοιο για τις εκατοντάδες ανάλογες – στον ένα ή στον άλλο βαθμό – περιπτώσεις που καταγγέλλουν τα ταξικά συνδικάτα στη χώρα μας.
Μήπως η διαφορά βρίσκεται στο πώς αξιολογήθηκε η προτεραιότητα στην ανθρώπινη ζωή από την κυβέρνηση της ΝΔ; Το γεγονός ότι οι διεκδικήσεις των κατεξοχήν ειδικών επιστημόνων – των υγειονομικών, που δουλεύουν σε άθλιες συνθήκες στα νοσοκομεία της χώρας μας – βρίσκουν διαχρονικά τοίχο από όλες τις κυβερνήσεις αποδεικνύει ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει.
Εξάλλου, δεν γίνεται να ξεχάσουμε και την αλφαβήτα για όποιον έχει την παραμικρή σχέση με την επιστήμη: Η αξιοπιστία των στατιστικών καθορίζεται από το μέγεθος και την αντιπροσωπευτικότητα του δείγματος. Είναι αστείο να πανηγυρίζεις π.χ. για τα περιορισμένα κρούσματα, όταν δεν έχεις κάνει μαζικά τεστ για να τα εντοπίσεις. Ξεπερνά τα όρια της αστειότητας η ανάλυση που είδαμε στις τηλεοράσεις για την «πρωτιά της Ελλάδας στον αριθμό των τεστ ανά κρούσμα»!
Τελικά, μήπως αλλού είναι το πρόβλημα; Μήπως, στην πραγματικότητα, πίσω από το σλόγκαν «εμπιστοσύνη στους επιστήμονες» κρύβεται η αστική πολιτική, που στις διάφορες παραλλαγές της προωθείται παντού με την επίκληση της επιστήμης;

Η εργαλειοποίηση της επιστήμης από την αστική πολιτική

Ανεξαρτήτως συνθηκών, τα αστικά επιτελεία δεν παρεκκλίνουν ούτε ρούπι από το στόχο της στήριξης της καπιταλιστικής οικονομίας. Στην τρέχουσα συγκυρία, καλούνται να συνυπολογίσουν πολλές αλληλεπιδρώσες παραμέτρους, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν κάποιες που μπορούμε να ομαδοποιήσουμε σε δύο κατηγορίες.
Η πρώτη αφορά την εξέλιξη της πανδημίας, σε συνδυασμό με την κατάσταση του συστήματος Υγείας και τις δυνατότητες περίθαλψης των νοσούντων. Εξ ου και οι εκτιμήσεις των λοιμωξιολόγων και των επιδημιολόγων βρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος.
Η δεύτερη έχει να κάνει με την κατάσταση της καπιταλιστικής οικονομίας σε κάθε χώρα και διεθνώς, τις ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων των διαφόρων κλάδων, τον μεταξύ τους ανταγωνισμό, με τη νέα καπιταλιστική οικονομική κρίση να εφορμά ήδη πριν τον νέο κορονοϊό. Από εδώ εξηγούνται οι διαφοροποιήσεις στις πολιτικές διαχείρισης της πανδημίας από τις διάφορες αστικές κυβερνήσεις.
Συσχετίζοντας τα παραπάνω, φωτίζεται το κύριο: Σε κάθε περίπτωση, οι αποφάσεις που λαμβάνονται είναι πολιτικές και η επιστημονική εμπειρογνωμοσύνη αξιοποιείται κατά το δοκούν για την υποστήριξή τους.
Εξάλλου, πολιτικές είναι και οι αποφάσεις για τη στελέχωση και το ρόλο που αποδίδεται στα διάφορα επιστημονικά επιτελεία. Αλλωστε, οι ειδικότητες όσων έχουν επιλεγεί να τα στελεχώσουν, έως ένα βαθμό προκαταλαμβάνουν και το είδος και την εμβέλεια των γνωμοδοτήσεών τους. Για παράδειγμα, είναι σχεδόν δεδομένο ότι οι ογκολόγοι θα στάθμιζαν διαφορετικά τον κίνδυνο που διατρέχουν οι καρκινοπαθείς που αναγκάζονται να διακόψουν τη θεραπεία τους. Αντίστοιχα, οι ψυχολόγοι θα στάθμιζαν διαφορετικά τους κινδύνους από την εμμονική επίκληση στην ατομική ευθύνη, ενώ, σε συνεργασία και με ορθοπεδικούς και γιατρούς Εργασίας, θα έβλεπαν διαφορετικά τα μέτρα για την επιβολή της τηλεργασίας (και πιθανότατα θα έρχονταν σε αντιπαράθεση με τους ειδικούς της αστικής οικονομικής επιστήμης, οι οποίοι θα προσπαθούσαν να συνδυάσουν τη μείωση του κόστους λειτουργίας των επιχειρήσεων με την αύξηση της εντατικοποίησης και της παραγωγικότητας της εργασίας).
Με λίγα λόγια, ισχύει ότι ο τρόπος που ορίζεις ένα πρόβλημα προδιαγράφει και τις προοπτικές της προσπάθειας επίλυσής του.
Αυτό ισχύει και για τους επιδημιολόγους και τους λοιμωξιολόγους. Για παράδειγμα, αλλιώς θα τοποθετούνταν για τη λειτουργία των σχολείων εάν είχαν γίνει πράξη όσα διεκδικούν εδώ και χρόνια μαθητές, εκπαιδευτικοί και γονείς για τις σχολικές υποδομές, και αλλιώς με βάση την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί διαχρονικά, η οποία επιτείνεται με τις προβλέψεις του σχεδίου νόμου της κυβέρνησης για περισσότερους μαθητές ανά σχολική αίθουσα. Οπως επίσης είναι προφανές ότι δεν μπορεί να βρει κανένα επιστημονικό έρεισμα η πρόταση της κυβέρνησης προς την Κομισιόν να μη μένει κενή ούτε μία θέση στα αεροπλάνα που θα μεταφέρουν τους τουρίστες για τα ξενοδοχειακά συγκροτήματα, την ώρα που όλοι χρειάζεται να κρατάμε αποστάσεις στα σούπερ μάρκετ και στις ουρές στις τράπεζες και τη ΔΕΗ.
Το συμπέρασμα προκύπτει αβίαστα: Οι αστικές πολιτικές διαχείρισης, τόσο για το «lockdown» όσο και για το σταδιακό άνοιγμα, σχεδιάζονται με γνώμονα τα συμφέροντα των μεγαλοεπιχειρηματιών και τις προτεραιότητες της καπιταλιστικής οικονομίας και όχι την προστασία της υγείας του λαού. Στην προσπάθειά τους να βρουν την πολυπόθητη γι’ αυτούς χρυσή τομή μεταξύ βραχυπρόθεσμου και μεσοπρόθεσμου «κόστους» και «οφέλους», τα αστικά επιτελεία εργαλειοποιούν και την επιστήμη.

Ο εγκλωβισμός της επιστήμης στη μέγκενη του καπιταλισμού

Με τον νέο κορονοϊό να έχει κάνει την εμφάνισή του πριν από λίγους μόλις μήνες, είναι πολλά αυτά που χρειάζεται να ανακαλύψουν ακόμα οι επιστήμονες ώστε η γνώση και η ανθρώπινη δραστηριότητα να κυριαρχήσουν πάνω του. Καθώς τα δεδομένα που έχει στη διάθεσή της η επιστημονική κοινότητα συνεχώς εμπλουτίζονται, όχι μόνο δεν είναι παράλογο να αναθεωρούνται προγενέστερες επιστημονικές εκτιμήσεις, αλλά είναι και αναγκαίο.
Αλλωστε, μόνο έτσι αναπτύσσεται διαλεκτικά η γνώση, με την κοινωνική πρακτική να αποτελεί την κρησάρα για το περιεχόμενό της, αλλά και να καταδεικνύει τους δρόμους που διανοίγει η κατάκτησή της.
Η όλο και μεγαλύτερη και βαθύτερη σχετική αλήθεια που κατακτά η επιστημονική γνώση, όσο αναπτύσσεται μέσα από την ανάπτυξη της επιστημονικής δραστηριότητας και της κοινωνικής πρακτικής, δεν είναι παράγοντας αμφιβολίας για την αξιοπιστία της επιστήμης, αλλά το πιο ισχυρό όπλο της ανθρωπότητας στην προσπάθειά της να αναμετρηθεί νικηφόρα με τα νέα προβλήματα που της θέτει η διαρκώς αναπτυσσόμενη φυσική και κοινωνική πραγματικότητα.
Δεν μπορεί όμως να παραγνωρίζει κανείς ότι και η ίδια η επιστήμη αναπτύσσεται στο πλαίσιο αυτής της κοινωνικής πραγματικότητας. Ο προσανατολισμός και τα περιθώρια ανάπτυξης της επιστημονικής γνώσης καθορίζονται και από το πλαίσιο εντός του οποίου συγκροτούνται και διαμορφώνονται οι σχέσεις που διέπουν την επιστημονική δραστηριότητα και τους θεσμούς που την προάγουν. Η αντικειμενικότητα της επιστημονικής γνώσης δεν σβήνει το ταξικό πρόσημο της αστικής επιστήμης.
Η περίοδος που διανύουμε είναι χαρακτηριστική. Από τη μία διαφαίνονται οι τεράστιες δυνατότητες που υπάρχουν, με τους χιλιάδες επιστήμονες και ερευνητές να μπορούν δυνητικά να οργανώσουν τη δουλειά τους στο πλαίσιο σχεδιασμένης συνεργασίας, ώστε να ανταποκριθούν ακόμα και σε έκτακτες καταστάσεις και ανάγκες του λαού. Από την άλλη, η εξουσία του κεφαλαίου φρενάρει τις δυνατότητες της επιστήμης να αναπτυχθεί σχεδιασμένα ώστε να υπηρετεί τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες.
Ακόμα και τα αστικά ΜΜΕ βρίθουν αναφορών για τον ανταγωνισμό μεταξύ των φαρμακοβιομηχανιών, την πρόταξη του κόστους της έρευνας έναντι του οφέλους για την υγεία του λαού, τους διαφόρων ειδών περιορισμούς με πατέντες κ.λπ.
Ο καπιταλισμός ενδιαφέρεται να βρεθούν άμεσα θεραπείες και εμβόλια για την Covid-19, γιατί χρειάζεται να εξασφαλίζει την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης. Ομως το τι, πότε και πώς δεν καθορίζεται από τις «ανθρωπιστικές ανησυχίες» των καπιταλιστών, αλλά από την υπαγωγή της επιστημονικής έρευνας στις ανάγκες διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου, από το ποσοστό κέρδους και τα μερίδια αγοράς των ανταγωνιζόμενων ομίλων, με αποτέλεσμα η υγεία του λαού να παραμένει εγκλωβισμένη στη μέγκενη του καπιταλισμού.
Είναι χαρακτηριστικό ότι πίσω από πολλά ερευνητικά εγχειρήματα για θεραπείες και εμβόλια για την Covid-19 βρίσκονται χρηματοδότες που έχουν ήδη πάρει θέση στον λυσσαλέο διεθνή ανταγωνισμό για την «επόμενη μέρα» της καπιταλιστικής οικονομίας.

Η εργατική τάξη μπορεί να μεταμορφώσει την επιστήμη σε δύναμη προς όφελος του λαού

Οι αστικές δυνάμεις πασχίζουν με κάθε τρόπο να στηρίξουν τα συμφέροντα των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, επιδιώκοντας να φορτώσουν τα βάρη της πανδημίας και της κρίσης στις πλάτες του λαού. Στην προσπάθειά τους αυτή, αναζητούν έρεισμα και υποστήριξη στην επιστήμη, την οποία διαθλούν υπό το πρίσμα των συμφερόντων της εξουσίας του κεφαλαίου και αξιοποιούν εργαλειακά για την προώθηση των στοχεύσεών τους.
Ο Μαρξ υπογράμμιζε ότι μόνο η εργατική τάξη μπορεί να μεταμορφώσει την επιστήμη από εργαλείο ταξικής κυριαρχίας σε δύναμη προς όφελος του λαού. Το δυνάμωμα της κοινωνικής συμμαχίας της εργατικής τάξης με τα φτωχά λαϊκά στρώματα, που με την οργανωμένη δύναμη της συνειδητής πειθαρχίας προτάσσει την απειθαρχία στις αντιλαϊκές πολιτικές και την αγωνιστική διεκδίκηση για την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών, είναι ο παράγοντας που μπορεί να ανατρέψει τους σχεδιασμούς των αστικών επιτελείων. Να ανοίξει το δρόμο για το πέρασμα από την καπιταλιστική βαρβαρότητα στο ξέφωτο της σοσιαλιστικής προοπτικής.
Σε αυτόν το δρόμο, θα αρθεί κάθε φραγμός στην επιστημονική έρευνα, με γνώμονα την ικανοποίηση των σύγχρονων και διευρυνόμενων αναγκών της κοινωνίας, την ανύψωση της κοινωνικής ευημερίας.
Πηγ: Ριζοσπάστης
Του Δημήτρη ΚΟΙΛΑΚΟΥ
Ο Δ. Κοιλάκος είναι μέλος του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του Κ

Ακου, κύριε Σκέρτσε



Ο πρώην γενικός διευθυντής του ΣΕΒ και νυν υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, ο κύριος Σκέρτσος, προχώρησε στη γνωστή, απαράδεκτη και προκλητική παρέμβασή του στη δίκη για την δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη.
Η παρέμβαση του κυρίου Σκέρτσου ήταν τόσο προκλητική και τόσο απαράδεκτη, όσο πολιτικά «λεβέντικη» ήταν και η επόμενη δήλωσή του. Εκείνη με την οποία επιχείρησε να τα «μαζέψει», ισχυριζόμενος ότι… αδικήθηκε και… παρερμηνεύτηκε μιας και η δήλωσή του δεν ήταν παρέμβαση αλλά «δήθεν παρέμβαση στο έργο της δικαιοσύνης» και «απολύτως προσωπική άποψη» που την εξέφρασε «ως πολίτης, και όχι με την ιδιότητα του μέλους της κυβέρνησης…».

Μερικές παρατηρήσεις:
  1. Ο…πολίτης Σκέρτσος, δεν γνωρίζουμε αν όντως το πιστεύει ή αν παριστάνει πως το πιστεύει πως όταν μιλάει για τα δημόσια και κοινωνικά ή όταν πράττει ο,τιδήποτε σχετικά με αυτά, μπορεί να αποτάσσεται την ιδιότητα του φορέα κυβερνητικής εξουσίας. Ας αποφασίσει ο ίδιος τι είναι χειρότερο: Να το πιστεύει ή να παριστάνει πως το πιστεύει. Σε κάθε περίπτωση όταν πολιτικοί αντίπαλοι του Σκέρτσου προβούν σε δήλωση για δικαστικό θέμα σαν… πολίτες, θα περιμένουμε να τους υπερασπιστεί με πάθοςέναντι των πολιτικών του φίλων, που θα τους καταγγέλλουν για παρέμβαση. Το ίδιο θα αναμένουμε και από τον υπουργό Δικαιοσύνης κ. Τσιάρα  που έσπευσε να βγάλει λάδι τον πολίτη…Σκέρτσο.
  2. Ο…πολίτης Σκέρτσος εμφανίστηκε λάβρος κατά της «ταύτισης» της εισαγγελέως Δόγκα με το θύμα (που σημειωτέον ο ένας εκ των καθαρμάτων – Κούκουρας και Λουτσάι τα ονόματά τους – που την βίασαν και την δολοφόνησαν είναι βλαστάρι επιφανούς οικονομικώς και με πολιτικές επαφές, όπως περιγράφεται, οικογενείας). Υπάρχουν, όμως, δεδομένα όσον αφορά την απονομή του δικαίου, που εγείρουν σκέψεις για τα αντανακλαστικά του κ.Σκέρτσου. Και το βασικό δεδομένο (από την εποχή του Μοντεσκιέ κύριε Σκέρτσε) είναι ότι η αστική Δικαιοσύνη και κάθε Δικαιοσύνη στα εκμεταλλευτικά καθεστώτα, στις 9 από τις 10 φορές είναι «ταυτισμένη» με τους ισχυρούς θύτες και ενάντια στα αδύναμα «ξυπόλυτα» θύματα ή κατηγορούμενους. Επομένως, εφόσον εξέπεμψε τέτοια «ταύτιση» η εισαγγελέας, αυτό είναι κακό προηγούμενο μάλλον για τους πολίτες-πληβείους και όχι για τους πολίτες-πατρίκιους. Συνεπώς, μήπως (λέμε «μήπως»), τα αντανακλαστικά του πολίτη… Σκέρτσου κινητοποιήθηκαν γιατί βρέθηκαν αντιμέτωπα όχι με την πεπατημένη του 9 προς 10, αλλά με την εξαίρεση του 1 προς 10;   
  3. Σε συνέχεια του προηγούμενου, τίθεται το ερώτημα αν τα αντανακλαστικά του κυρίου Σκέρτσου, γεννήθηκαν μόλις προχτές. Είναι απορίας άξιο: Πως και τέτοια αντανακλαστικά δεν τα είχαμε δει (αν υπάρχουν στοιχεία περί του αντιθέτου παρακαλούμε να κοινοποιηθούν) ούτε κατά την καταγγελλόμενη «ταύτιση» με τα ναζιστόμουτρα στην περίπτωση της εισαγγελέως Αδαμαντίας Οικονόμου στη δίκη της Χρυσής Αυγής, ούτε επίσης είδαμε καμία δήλωση του πολίτη… Σκέρτσου για την καταγγελλόμενη «ταύτιση» που επεδείχθη όταν ήταν η ίδια εισαγγελέας στην δίκη που πήγαν να τυλίξουν σε μια κόλα χαρτί τον αθώο Τάσο Θεοφίλου;
  4. Φυσικά δεν πρέπει να αδικούμε τον πολίτη… Σκέρτσο. Διότι όπως υπενθύμισε ο εκλεκτός συνάδελφος και φίλος Αρης Χατζηστεφάνου ο άνθρωπος έχει, τελικά, αντανακλαστικά. Όχι ίδια με του ΣΕΒ που δέκα μέρες μετά την αποχώρηση του Σκέρτσου από την διοίκησή του και 3 μόλις μέρες μετά τις εκλογές και την μεταπήδηση του κ.Σκέρτσου στην κυβέρνηση, προσέφυγε στο ΣΤΕ κατά της αύξησης του κατώτατου μισθού. Αλλά παραπλήσια. Έτσι, η αλήθεια είναι ότι  τον είδαμε και παλιότερα να τοποθετείται σε θέματα δικαστικά. Μόνο που τότε τις τοποθετήσεις του τις έκανε ως φανατικός θιασώτης της άποψης πως όποιος μιλάει για μια δίκη, τότε… παρεμβαίνει. Αλλά τι ήταν «παρέμβαση» για τον πολίτη και στέλεχος του ΣΕΒ, τότε, Σκέρτσο; Οι διαμαρτυρίες, οι φωνές, οι αντιδράσεις για τα όσα βίωνε η (αθώα) Ηριάννα. Τότε ήταν που έκανε αναρτήσεις ο κ.Σκέρτσος, ώστε να μας διαφωτίσει περί της «διάκρισης των εξουσιών» και περί της μη παρέμβασης πολιτών… πολιτικών στην δίκη της Ηριάννας. «Παρέμβαση», τότε, για τον κ.Σκέρτσο ήταν η κατάδειξη και η εναντίωση στις αίολες και έωλες κατηγορίες εις βάρος της (αθώας, επαναλαμβάνουμε) Ηριάννας.
  5. Η δήλωση – «μη παρέμβαση» του πολίτη…Σκέρτσου, όμως, είχε και στοιχεία μπόλικης «αριστείας». Εκείνης της “αριστείας” που επιτρέπει στους σπουδαίους να απευθύνονται στον “λαουτζίκο” με ανασηκωμένο το φρύδι και κουνώντας του επιτιμητικά το δάκτυλο. Πως ξεκινούσε η δήλωση του πολίτη… Σκέρτσου; Έτσι: «Τα δικαστήρια δεν είναι «λαϊκή απογευματινή»Ωπα ρε μεγάλε! Εκτός, λοιπόν, από πολίτης…κριτής της απονομής του Δίκιου, ο Σκέρτσος και πολίτης…φυσιογνωμιστής και κριτής του θεατρόφιλου κοινού, αμα τε και του Θεάτρου ολόκληρου. Με αλλεργία, όμως, στις «λαϊκές απογευματινές». Τσ, τσ, τσ… Οκ, κύριε Σκέρτσε. Ο καθείς τα γούστα του, τις παρέες του και τις εξόδους του. Την άλλη φορά, πάντως, που θα πας στο Μέγαρο ή στο Βασιλικό Θέατρο, ή σε καμιά δεξίωση του ΣΕΒ, φρόντισε να φορέσεις και το φράκο σου. Για να έχει επιπλέον εικόνες ο «λαουτζίκος» να γελάει μαζί σας. Στις λαϊκές απογευματινές.   

Οι λύκοι που φυλάνε τα πρόβατα…


Η πτωτική πορεία της δημόσιας Παιδείας συνεχίζει να εντείνεται αδιάκοπα αυτή τη φορά όμως με τη «βοήθεια» της κ. Κεραμέως. Το «χωρίς ηθική» νομοσχέδιό της έρχεται να σαρώσει ό,τι έχει μείνει από τη δύσμοιρη Παιδεία αποδεικνύοντας για ακόμα μια φορά ότι η πολιτική της ορθότητα καμπουριάζει.
Η υπουργός έχοντας παράδειγμα τα υπόλοιπα υπουργικά συμβούλια της κυβέρνησης αποφάσισε να προβάλλει την αναισχυντία της εν μέσω πανδημίας καθώς πίστεψε ότι δεν θα σηκώσει αντιδράσεις. Το μαθητικό και εκπαιδευτικό κίνημα όμως την διέψευσε βροντόφωνα. Το νομοσχέδιο που ετοίμασε δεν είναι καινοτόμο όπως το παρουσιάζουν οι τελάληδες της υπουργού, αλλά αντίθετα είναι απόλυτα αναχρονιστικό. Και είναι αναχρονιστικό αφού επιλέγει να περισυλλέξει  όλα τα περιττώματα από τα υπόλοιπα καταδικασθέντα νομοσχέδια όπως η Τράπεζα θεμάτων και το κόντρα μάθημα. Τέτοια ωμή κοροϊδία  πουλάει. Παράλληλα στην περίπτωση της πανδημίας η υπουργός αντί να εξοπλίσει τα  σχολεία με υγειονομικό υλικό, να δημιουργήσει μια σοβαρή πλατφόρμα μετάδοσης μαθήματων για την επόμενη καραντίνα και να ενισχύσει τους μαθητές με τεχνολογικό υλικό, επιλέγει να βάλει… κάμερες. Και  όχι μόνο δεν ντρέπεται και δεν αποσύρει το έκτρωμα-νομοσχέδιο, παριστάνει τον επαναστάτη (αλλά  σαν τους «επαναστάτες» της …επταετίας μην τα εκφυλίσουμε και όλα) λέγοντας ότι θα επιμένει μέχρι τέλους. Τι να περιμένεις άλλωστε από μια τέτοια κυβέρνηση που το μόνο της πάθος είναι το χρήμα ή πιο πονηρά «επενδύσεις», παραμερίζοντας ό,τι βρεθεί μπροστά, είτε λέγεται φύση-περιβάλλον, είτε μαθητές, είτε συνταξιούχοι…
Για να μην μεταβιβάσουμε όμως  όλα τα προβλήματα  της Παιδείας στην τωρινή υπουργό, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι όλα τα αστικά υπουργικά συμβούλια των τελευταίων χρόνων ανεξαρτήτως κομματικής απόχρωσης έχουν συμβάλλει στο μαρασμό της δημόσιας Παιδείας και την ενίσχυση της ιδιωτικής. Τις πταίει όμως; Όπως προανέφερα, η υπουργός ακόμα και στην περίπτωση του κορονοϊού δεν αντίκρυσε το πραγματικό πρόβλημα αλλά έβλεπε ως πρόβλημα… τους συνδικαλιστές. Αυτό το παράδειγμα αποτελεί μικρογραφία του κεντρικού προβλήματος στην Παιδεία. Τόσα χρόνια, μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικοί παρουσιάζουν τα προβλήματα του σχολείου με κεντρικό αυτό των φροντιστηρίων. Δεν γίνεται, λοιπόν, όλοι οι υπουργοί όχι απλά να εθελοτυφλούν αλλά και να διογκώνουν το πρόβλημα της παραπαιδείας. Αλλά και ακόμα πολλά προβλήματα που έχει το σχολείο όπως η στασιμότητα  της γνώσης, η μη εκμετάλλευση των προσωπικών ταλέντων, αποσιωπούνται  εγκληματικώς. Βέβαια, είναι δύσκολο στη συγκεκριμένη περίπτωση η κ. Κεραμέως να αφουγκραστεί τα προβλήματα της Δημόσιας εκπαίδευσης όταν η ίδια φοίτησε σε πανεπιστήμια του εξωτερικού.
Αλλά όπου υπάρχει καπνός υπάρχει και… καπιταλισμός. Η παραμέληση της Παιδείας είναι άκρως στοχευμένη. Περνάμε στην εποχή των «επενδύσεων» που η σαρκοβόρα ελεύθερη αγορά επιζητά ειδικευμένους  εργάτες με μεγάλες παρωπίδες, που θα επιτρέπουν την «εύρυθμη» δουλεία. Για αυτό, λοιπόν, βλέπουμε τα τελευταία χρόνια τα υπουργικά συμβούλια να γίνονται ιερατεία υποσκάπτοντας οτιδήποτε σηματοδοτεί πρόοδο και βελτίωση στα εκπαιδευτικά κέντρα.

Κολοκύθια εις το πάτερο – Τι σημαίνει η Φράση

 Γράφει ο Χρήστος Α. Τούμπουρος //
Αναγκαστικά πρέπει να ασχοληθούμε με το τι είναι πάτερο και τι είναι κολοκύθια. Πάτερο είναι το μεγάλο ξύλινο δοκάρι που στηρίζει άλλα μικρότερα δοκάρια της στέγης ή τις σανίδες του πατώματος• πατόξυλο. Κολοκύθι είναι ο καρπός της κολοκυθιάς, το κολοκυθάκι.
Μεγάλη κουβέντα εκστομίζει κάποιος όταν λέει «σηκώνω το πάτερο» που σημαίνει κάνω όλη τη δύσκολη δουλειά μόνος μου. «Της πέταξαν της νύφης τα πέταλα στον αέρα. Μόνιμα σηκών’ το πάτερο η κακομοίρα».
Από την άλλη πλευρά για ανόητα λόγια, για απόψεις κούφιες, αστήρικτες, «έωλες» ή και για ισχυρισμούς αβάσιμους έχουμε τις φράσεις κολοκύθια με τη ρίγανη ιδιωματισμός που δείχνει αυτομάτως ότι ο συζητητής απορρίπτει τα προτεινόμενα ή διατυπώνει δυσπιστία ή απαξίωση επί προτάσεως. Ακόμη η φράση «κολοκύθια νερόβραστα» αφορά έδεσμα χαμηλής θρεπτικής αξίας που τώρα πλέον κυρίως χρησιμοποιείται για δίαιτα. Μεταφορικά αναφερόμαστε σε λόγο – «σιαμουνίκλα».
Τέλος έχουμε τα κολοκύθια τούμπανα και κολοκύθια εις το πάτερο.
Ειδικά τη φράση κολοκύθια εις το πάτερο τη λέμε για να αμφισβητήσουμε ή να αποδοκιμάσουμε τους ισχυρισμούς κάποιου. Και έχει βέβαια την ιστορία της.
Παλιά τα σπίτια ήταν αταβάνωτα. Οι νοικοκυραίοι λοιπόν κρεμούσαν στο πάτερο ξερά κολοκύθια για να τα φάνε τον χειμώνα. Δεν υπήρχαν τότε ψυγεία, ψυγειοκαταψύκτες και συντηρητικά. «Τα πάντα στον αέρα».
Η ιστορία μας, λοιπόν, λέει πως ένα χωριατόπαιδο που για πολλά χρόνια «σπούδαζε» στο Γυμνάσιο, στην πρωτεύουσα του Νομού και ακολούθως στο Πανεπιστήμιο, «για να πάρ’ περισσότερη φώτιση» και να γίνει θαυμαστός και χρήσιμος άνθρωπος στο χωριό του, επέστρεψε κάποτε. Θαυμαστός ναι, χρήσιμος, θα δούμε… Μαζεύτηκε στο σπίτι κόσμος και ντουνιάς για να καλωσορίσει τον σπουδασμένο, τον πολύξερο και πρωτευουσιάνο νέο. Επόμενο ήταν γιατί από αυτόν περίμεναν πολλά. Οι περισσότεροι δε από περιέργεια. «Πώς είναι τώρα αυτός που έμαθε τόσα και τόσα στην πρωτεύουσα».
Ο νεαρός καθόταν σε μια γωνία περίσκεπτος και είχε περιπέσει σε βαθιά, μα πολύ βαθιά συλλογή. Η μάνα του σταυροκοπιόταν. «Τι έπαθε το πιδάκι μ’ και δεν κρέν’q Τι σιουμπές βαθύς τον έπιασε;». Κάθε φορά που κέρναγε τους απορημένους-επισκέπτες να κι από ένα σταυρό και από μια παράκληση. «Θεέ μου, τι έπαθε το παιδάκι μου. Μπα, βαρεμένο μου γύρισε απ’ την πρωτεύουσα. Ξίκ’ τα γράμματα. Καλύτερα να ήταν εδώ να μανάριζε τις πρατίνες». Κι αλλοι παρακολουθούσαν αμίλητοι και απορημένοι. . Οι κουτσομπόλες έπιασαν έργο. «Για κοίτα πώς κ’ταει. Σαν χαμχούιας. Το βάρεσαν τα γράμματα στο κεφάλ’».
Τι είχε πάθει ο κακομοίρης. Είδε στο αταβάνωτο δωμάτιο κοπρισμένο το πάτερο! Διαπίστωσε πως δεν μπορούσε να το ερμηνεύσει. Έπεσε με τα μούτρα σε βαθιά συλλογή. Μελέτη, υπολογισμοί, μαθηματικοί τύποι, όλα αυτά παρήλασαν και συνεξετάστηκαν από τον γιόκα, το αρχισπουδαγμένο στην πρωτεύουσα και όχι μόνοι.
Και η περίσκεψη αυτή τον έκανε να «φουσκώνει και να ξεφουσκώνει». Έφτασε και η σειρά του πατέρα του, ο οποίος ανησύχησε για τον προβληματισμό του γιόκα του. Τον ρώτησε, λοιπόν, τι του συμβαίνει. Ο «επιστήμονας» εκμυστηρεύθηκε το πρόβλημά του λέγοντάς του: «Αδυνατώ να ερμηνεύσω επιστημονικώς πώς και από πού ο βους ανέβη και εκόπρισεν το πάτερον!».
Απηυδισμένος ο πατέρας του μίλησε. «Δεν είναι τίποτε παιδί μου. Το πάτερο πριν μπει εκεί πάνω, ήταν στο σταύλο. Εκεί το κόπρισε το βόδι». Και συνέχισε. «Μην σκέφτεσαι το κοπρισμένο πάτερο, αλλά να φοβάσαι το κοπρισμένο μυαλό». Αυτά του είπε και μονολόγησε: «Πάνε χαμένα τα χωραφάκια που πούλησε για να τον σπουδάσω. Αυτός είναι γκόρτσο αληθινό». 

Είναι ο πόλεμος στην «ανθρώπινη φύση»;





Είναι ο πόλεμος εγγενής στο ανθρώπινο είδος, ή αποτέλεσμα της κοινωνικής συγκρότησης; Κάθε αστός που καταλαβαίνει το ταξικό του συμφέρον και ξέρει να το υπερασπίζεται, ισχυρίζεται αναφανδόν ότι ο πόλεμος είναι αξεχώριστο στοιχείο της λεγόμενης «ανθρώπινης φύσης». Στην ανθρώπινη φύση αποδίδει και μια σειρά άλλα «κακά» και αντικοινωνικές συμπεριφορές, που εκδηλώνουν οι άνθρωποι μέσα στην καπιταλιστική κοινωνία. Το τεχνητό και ψεύτικο κατασκεύασμα της «ανθρώπινης φύσης» υπονοεί ότι η αιτία όλων αυτών βρίσκεται σε τελευταία ανάλυση στον γονότυπο (γενετικό κώδικα) κάθε ανθρώπου. Αν είναι έτσι, τότε ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος είναι δικαιολογημένος, όπως και κάθε εκδήλωση της βαρβαρότητας του καπιταλισμού, αφού θα πρέπει εκείνοι που έχουν περισσότερα γονίδια του «καλού» να επιβληθούν σε εκείνους που έχουν περισσότερα γονίδια του «κακού». Μάλιστα ως επιστημονικοφανή υπεράσπιση της βίαιης «ανθρώπινης φύσης» χρησιμοποιούνται οι περιστασιακές βίαιες διαμάχες μεταξύ ομάδων χιμπατζήδων, οι οποίες παρουσιάζονται ως πόλεμος, που διεξάγει ένα από τα κοντινότερα στον άνθρωπο είδη.
Ο Ρ. Μπράιαν Φέργκιουσον είναι καθηγητής Ανθρωπολογίας στο πανεπιστήμιο Ράτγκερς στο Νιούαρκ των ΗΠΑ και έχει αφιερώσει την ακαδημαϊκή του καριέρα στην προσπάθεια να εξηγήσει γιατί συμβαίνουν οι πόλεμοι. Δεν είναι μαρξιστής, αλλά μελετώντας την ανθρώπινη προϊστορία και ιστορία καταλήγει σε πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα, που μπορεί να τον κακοχαρακτηρίσουν στους αστικούς κύκλους. Πριν τα εξετάσουμε, ας δούμε τι γράφει ένας από τους κλασικούς του μαρξισμού, ο Φρίντριχ Ενγκελς, στο μνημειώδες έργο του «Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους»: «Η αύξηση της παραγωγής μεγάλωσε ταυτόχρονα την καθημερινή ποσότητα εργασίας, που αναλογούσε στο κάθε μέλος του γένους, της οικιακής συντροφιάς ή της ατομικής οικογένειας. Εγινε επιθυμητή η προσέλκυση νέων εργατικών δυνάμεων. Τις πρόσφερε ο πόλεμος: Οι αιχμάλωτοι πολέμου μετατράπηκαν σε δούλους. Ο πρώτος μεγάλος κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας, μαζί με την αύξηση της παραγωγικότητας της δουλειάς, δηλαδή του πλούτου, και με τη διεύρυνση του παραγωγικού πεδίου, είχε σαν αναγκαία συνέπεια, κάτω από τις δοσμένες συνολικές ιστορικές συνθήκες, τη δουλεία. Από τον πρώτο μεγάλο κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας ξεπήδησε η πρώτη μεγάλη διάσπαση της κοινωνίας σε δύο τάξεις: σε κυρίους και δούλους, σε αυτούς που ασκούσαν εκμετάλλευση και αυτούς που τη δέχονταν».
Ο στόχος

Πολεμικές σκηνές ηλικίας 5.000 ετών αποτυπωμένες στα βράχια σπηλιάς στην Ιβηρική Χερσόνησο
Πολεμικές σκηνές ηλικίας 5.000 ετών αποτυπωμένες στα βράχια σπηλιάς στην Ιβηρική Χερσόνησο
Μετά το πέρασμα των κυνηγών - τροφοσυλλεκτών από τη νομαδική ζωή στην εγκατάσταση σε ένα μέρος, σχηματίζοντας όλο και μεγαλύτερα χωριά και πόλεις, εκτρέφοντας μεγάλα κοπάδια και προχωρώντας στη συνέχεια και στη γεωργική καλλιέργεια, ήταν ακριβώς η εμφάνιση για πρώτη φορά στην ανθρώπινη κοινωνία πλεονάσματος τροφής και άλλων χρήσιμων για τη ζωή ειδών, που μπορούσαν να συσσωρευτούν, η αιτία που οδήγησε στην εμφάνιση της ιδιοκτησίας, των τάξεων και των μεταξύ τους αντιθέσεων. Και ήταν η ανάγκη για περισσότερα εργατικά χέρια, που οδήγησε σε πολέμους και βίαιη υποδούλωση ηττημένων, ώστε να φροντίζουν τα κοπάδια και να καλλιεργούν τα χωράφια, για λογαριασμό των νικητών - ιδιοκτητών. Ούτε η ιδιοκτησία, ούτε τα μέσα επιβολής της (κράτος), ούτε ο πόλεμος υπήρχαν πάντα στην ανθρώπινη κοινωνία. Αν αυτή οργανωθεί χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο μπορούν να εκλείψουν πάλι και τα τρία. Από αυτό το συμπέρασμα θέλει να αποτρέψει η αστική θεωρία περί «ανθρώπινης φύσης» στην οποία οφείλεται τάχα και ο πόλεμος.
Ανάμεσα στις άλλες ανοησίες, που έχει γράψει ο περιώνυμος «πολιτικός επιστήμων» Φράνσις Φουκουγιάμα, όπως εκείνη περί του «τέλους της Ιστορίας», έγραψε ότι οι ρίζες των πρόσφατων πολέμων και γενοκτονιών πηγαίνουν πίσω δεκάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια, έως τους κυνηγούς - τροφοσυλλέκτες προγόνους μας, ακόμη και έως τον κοινό πρόγονό μας με τους χιμπατζήδες. Ενας άλλος μελετητής, ο Μπράντλεϊ Θάιερ, ισχυρίζεται ότι η εξελικτική θεωρία εξηγεί γιατί η ενστικτώδης τάση να προστατεύσει κανείς τη φυλή του, μορφοποιήθηκε στο πέρασμα του χρόνου σε ομαδική ξενοφοβία και εθνοκεντρισμό στις διεθνείς σχέσεις. Αν οι πόλεμοι είναι φυσικές εκρήξεις ενστικτώδους μίσους, τότε γιατί να ψάξει κανείς για άλλες απαντήσεις, αναρωτιέται δίκαια ο Μπ. Φέργκιουσον. Παρ' όλα αυτά εκείνος έψαξε και μελέτησε τις τέσσερις κατηγορίες αποδείξεων που μπορεί να αναζητήσει κανείς σχετικά με το αν ο πόλεμος είναι συνυφασμένος με τον άνθρωπο ως βιολογικό είδος.
Αναζήτηση αποδείξεων
Κάποιες τοιχογραφίες από την παλαιολιθική περίοδο, πριν από 25.000 χρόνια, που ανακαλύφθηκαν σε σπηλιές στη Γαλλία, θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι δείχνουν μάχες μεταξύ ανθρώπων, αλλά οι αρχαιολόγοι δεν είναι σύμφωνοι ως προς το τι εικονίζεται, καθώς μπορούν να δοθούν και άλλες ερμηνείες. Αλλες σπηλαιογραφίες, όπως εκείνες σε μια σπηλιά στην Ιβηρική Χερσόνησο, που πιθανόν κατασκευάστηκαν πριν από μόλις 5.000 χρόνια, από καλλιεργητές που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή, δείχνουν με μεγαλύτερη σαφήνεια μάχες και εκτελέσεις.
Το δεύτερο αρχαιολογικό εύρημα που μπορεί να πιστοποιήσει πολεμική δραστηριότητα είναι τα όπλα, π.χ. τα πέτρινα ρόπαλα με προεξοχές της Εγγύς Ανατολής. Ομως αυτά τα ρόπαλα χρησιμοποιούνταν και ως σκήπτρα, ενώ τα περισσότερα δεν ήταν κατασκευασμένα έτσι που να αντέξουν πέρα από ένα χτύπημα σε μάχη. Απ' την άλλη, μάχες μπορούν να γίνουν χρησιμοποιώντας εργαλεία της δουλειάς αντί για όπλα, όπως οι σφαγές στη νότια Γερμανία πριν από 7.000 χρόνια, που έγιναν με σκεπάρνια.
Πέρα από τις τοιχογραφίες και τα όπλα, οι αρχαιολόγοι αναζητούν ενδείξεις πολεμικών συγκρούσεων και στις αμυντικές δομές των αρχαίων οικισμών. Τα χωριά που σχηματίστηκαν στη νεολιθική Ευρώπη περιβάλλονταν από αναχώματα, αλλά αυτό μπορεί να σηματοδοτεί απλώς διαχωρισμό διαφορετικών κοινωνικών ομάδων. Ενδείξεις βίαιων επιθέσεων στους σκελετούς αρχαίων ανθρώπων θα μπορούσαν επίσης να σηματοδοτήσουν μάχες και πολέμους. Ομως μόνο ένα στα τρία ή τέσσερα τραύματα που προκαλούνται από κάποιο είδος βλήματος (π.χ. πέτρα) αφήνουν σημάδια σε οστά. Μύτες βελών ή ακοντίων, που βρίσκονται θαμμένες μαζί με πτώματα, μπορεί να τοποθετήθηκαν εκεί για τελετουργικούς λόγους και να μην ήταν η αιτία θανάτου. Θανατηφόρα τραύματα σε ένα πτώμα μπορεί να είναι αποτέλεσμα ατυχήματος, εκτέλεσης ή ανθρωποκτονίας. Η ανθρωποκτονία δεν ήταν σπάνια στην προϊστορική εποχή, αλλά η ανθρωποκτονία δεν είναι πόλεμος. Ακόμη και τα κρανία που βρίσκονται με κάποια θλάση, συνήθως η θλάση είναι τέτοια που δεν μπορεί να θεωρηθεί αιτία θανάτου.
Συνήθως τα συμπεράσματα της αρχαιολογικής έρευνας είναι ασαφή και δύσκολο να ερμηνευτούν. Πολλά επιμέρους στοιχεία πρέπει να βρεθούν και να συντεθούν, ώστε να σχηματιστεί η υποψία ή η πιθανότητα πολεμικής δραστηριότητας. Από την άλλη μεριά, υπάρχουν άραγε ενδείξεις ότι οι άνθρωποι πολεμούσαν μεταξύ τους σε ολόκληρη την ιστορική διαδρομή του ανθρώπινου είδους; Αν κανείς εξετάσει μόνο αρχαιολογικούς χώρους με πολλούς σκελετούς, που έχουν δεχτεί θανατηφόρο πλήγμα, τότε θα βγάλει λαθεμένα συμπεράσματα. Ετσι προκύπτουν αριθμοί όπως ότι το 25% των θανάτων την προϊστορική περίοδο ήταν βίαιοι. Φυσικά, κάθε εύρημα τάφων με βίαια δολοφονημένους κερδίζει μεγάλους τίτλους στα ΜΜΕ. Αντίθετα, οι αμέτρητες ανασκαφές με ευρήματα χωρίς καμία ένδειξη βίας, μένουν στην αφάνεια. Μια ενδελεχής μελέτη των αρχαιολογικών αναφορών από μια συγκεκριμένη περιοχή και χρονική περίοδο για ενδείξεις πολέμου, λέει ο Φέργκιουσον, δίνει τελείως διαφορετική εικόνα. Ο πόλεμος κάθε άλλο παρά πανταχού παρών είναι και δεν φτάνει πέρα από ένα χρονικό σημείο στο παρελθόν. Ο πόλεμος μεταξύ ανθρώπων δεν υπήρχε ανέκαθεν.
Πόλεμοι για τους πόρους
Πολλοί αρχαιολόγοι εκτιμούν ότι ο πόλεμος πρωτοεμφανίστηκε σε μερικές περιοχές κατά τη μεσολιθική περίοδο, που άρχισε μετά την τελευταία εποχή των παγετώνων, γύρω στο 9700 π.Χ., όταν κυνηγοί - τροφοσυλλέκτες στην Ευρώπη εγκαταστάθηκαν μόνιμα σ' αυτές και δημιούργησαν πιο σύνθετες κοινωνίες. Ο πόλεμος εμφανίστηκε σε διαφορετική χρονική στιγμή σε διαφορετικά μέρη. Ερείπια εγκαταστάσεων, όπλα και ταφικά ευρήματα από την περιοχή της Μεσοποταμίας στον βόρειο Τίγρη, υποδείχνουν πόλεμο μεταξύ κυνηγών - τροφοσυλλεκτών την περίοδο 9750 - 8750 π.Χ. Η πρώτη κατάκτηση πόλης στην ευρύτερη περιοχή της Μεσοποταμίας έγινε μεταξύ 3800 και 3500 π.Χ. Αντίθετα, οι αρχαιολόγοι δεν βρήκαν ενδείξεις πολεμικών συγκρούσεων πριν το 3200 π.Χ. στην περιοχή του Λεβάντ (από το Σινά έως το νότιο Λίβανο και τη Συρία).
Με την ανάπτυξη της καλλιέργειας του ρυζιού γύρω στο 300 π.Χ. εμφανίζονται σκελετοί με σημάδια βίαιου θανάτου σε τουλάχιστον 10 περιοχές. Στη Βόρεια Αμερική, αλλού η πολεμική βία εμφανίζεται νωρίτερα (Φλόριντα το 5400 π.Χ.) και αλλού αργότερα (στα βορειοδυτικά το 2200 π.Χ. και στις Μεγάλες Πεδιάδες του νότου το 500 μ.Χ.).
Ο Φέργκιουσον θεωρεί ότι οι συνθήκες που έκαναν τον πόλεμο πιο πιθανό ήταν η σταθερή συγκέντρωση πληθυσμού, η συγκέντρωση πόρων (όπως κοπάδια), η πιο πολύπλοκη κοινωνική δομή, η ύπαρξη προϊόντων προς ανταλλαγή και το συνακόλουθο εμπόριο, η καθιέρωση χωρικών ορίων και συλλογικών ταυτοτήτων. Επειδή τα αρχαιολογικά ευρήματα έχουν όρια στο τι μπορούν να δείξουν, έψαξε το θέμα και από πλευράς εθνογραφίας. Σημειώνει ότι κατά το μεγαλύτερο μέρος ύπαρξης της ανθρωπότητας, τουλάχιστον 200.000 χρόνια πίσω, οι κυνηγοί - τροφοσυλλέκτες ζούσαν σε μικρές ομάδες, που συνεργάζονταν μεταξύ τους, ψάχνοντας για τροφή σε αραιοκατοικημένες περιοχές, ενώ είχαν ελάχιστα υπάρχοντα ο καθένας. Οταν άρχισαν να συγκεντρώνονται και στις περισσότερες περιπτώσεις με την ανάπτυξη της γεωργίας, εφαρμόστηκαν για πρώτη φορά περιορισμοί στην πρόσβαση στα αποθέματα τροφής με βάση το γένος, ενώ εμφανίστηκε και η έννοια της πολιτικής κυριαρχίας. Αργότερα, εμφανίστηκαν και τα κράτη, που δημιούργησαν στρατούς στην περιφέρειά τους και στους δρόμους του εμπορίου.

Επιμέλεια:
Σταύρος ΞΕΝΙΚΟΥΔΑΚΗΣ
Πηγή: «Scientific American»

Οι εξελίξεις στον αθλητισμό και η γύμνια του μοντέλου των χορηγών





Η υγειονομική κρίση της πανδημίας Covid-19 για άλλη μια φορά ξεγύμνωσε τον «βασιλιά», ένα σύστημα χρεοκοπημένο που χρειάζεται οι λαοί να συνειδητοποιήσουν ότι πρέπει να ανατραπεί. Είναι γνωστό τι συμβαίνει σε πολλές ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες όλο αυτό το διάστημα σε σχέση με τις υποδομές στο χώρο της δημόσιας Υγείας και πώς τελικά «αντιμετώπισαν» την πανδημία: Εκατόμβες νεκρών, ομαδικοί τάφοι στη Νέα Υόρκη και όχι μόνο, επιλογή τού ποιος θα παλέψει για να ζήσει ή να πεθάνει πάνω σε ένα κρεβάτι ΜΕΘ.

Την ίδια ώρα έχει «ανάψει» η συζήτηση για την «επόμενη μέρα» σε όλες τις εκφάνσεις της οικονομίας, έτσι και στο χώρο του εμπορευματοποιημένου αθλητισμού. Εκεί το θέμα είναι αν και πότε θα ξαναρχίσουν πρωταθλήματα και άλλα σημαντικά αθλητικά γεγονότα (Φόρμουλα 1, Μαραθώνιοι, ATP γκραν σλαμ κ.ο.κ.), φέρνοντας στο μυαλό τη γνωστή ατάκα από ελληνική ταινία: «Είναι πολλά τα λεφτά Αρη»...
Η χασούρα πολυεθνικών και χορηγών...
Οι προβλέψεις είναι εξαιρετικά δυσοίωνες για τους εμπόρους της βιομηχανίας του αθλητικού «προϊόντος», οι δε σχεδιασμοί που γίνονται έχουν ως πρώτο κριτήριο το μέγεθος της χασούρας και των κεφαλαίων, και σε δεύτερη μοίρα τους αθλητές και τους θεατές. Αυτό επιβεβαίωσε και η στάση της UEFA, αλλά και των διοργανωτών των πλέον εμπορικών πρωταθλημάτων ποδοσφαίρου (Πρέμιερ Λιγκ, Μπουντεσλίγκα, Λα Λίγκα κ.λπ.), που στο «και πέντε» ανέβαλαν τις διοργανώσεις τους, και ενώ υπήρχε έντονη ανησυχία μετά και από κρούσματα ποδοσφαιριστών.

Οι οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας στον εμπορευματοποιημένο αθλητισμό, λοιπόν, θα προσεγγίσουν τα 57 δισ. ευρώ, με βάση εκτιμήσεις που παρουσίασε η εταιρεία «Two Circles» (συνεργάζεται με την Πρέμιερ Λιγκ και τη γαλλική Λιγκ 1) και δημοσίευσε η ισπανική εφημερίδα «Expansion». Εκτιμάται επίσης ότι ο κύκλος εργασιών θα πέσει στο 50% των σχεδόν 135 δισ. που τζιράρονται σε ετήσια βάση. Ενώ μέχρι στιγμής ο περιορισμός στις αθλητικές διοργανώσεις έχει διακόψει 120.000 προσφορές χορηγιών με περισσότερες από 5.000 εμπορικές φίρμες.
Αυτήν την πραγματικότητα επιβεβαιώνουν και οι δηλώσεις παραγόντων του ελληνικού αθλητισμού, που μεταξύ άλλων επισημαίνουν την αλλαγή στα ήδη υπογεγραμμένα χορηγικά συμβόλαια αθλητικών ομοσπονδιών και ομάδων, όπως και την πρόθεση χορηγών να διεκδικήσουν επιστροφή χρημάτων μέσα από ρήτρες συμβολαίων. Οι τελευταίες είναι ένα νέο ασφαλιστικό προϊόν, που μέχρι τώρα δεν υπήρχε εκτεταμένα, καθώς ήταν απειροελάχιστες οι πιθανότητες μη πραγματοποίησης μεγάλων αθλητικών διοργανώσεων, όπως οι Ολυμπιακοί Αγώνες, μεγάλων - εμπορικών πρωταθλημάτων ποδοσφαίρου και μπάσκετ κ.ο.κ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η ΔΟΕ π.χ. είχε εξασφαλισμένο ασφαλιστικό συμβόλαιο ύψους 21 εκατ. ευρώ για μη διεξαγωγή των Αγώνων στο Τόκιο, που θα της αποφέρει το μερίδιό της, ύψους 870 εκατ. ευρώ, τα οποία θα κέρδιζε ούτως ή άλλως από το «Τόκιο 2020». Βέβαια για τους διοργανωτές και τους χορηγούς η χασούρα υπολογίζεται σε πάνω από 33 δισ. ευρώ, γι' αυτό και τρέναραν την απόφαση αναβολής για πάνω από δυο μήνες εν μέσω πανδημίας, ενώ πιέζουν τις διεθνείς ομοσπονδίες να τσοντάρουν για τη μείωση της χασούρας.
...και το «βάλτε πλάτη παιδιά»

Το έργο «διεξόδου» από την κρίση και εδώ είναι χιλιοπαιγμένο. Οι παραινέσεις διευθυνόντων συμβούλων και ιδιοκτητών ομάδων προς τους εργαζομένους τους είναι παρόμοιες με εκείνες των καπιταλιστών σε άλλους εργασιακούς χώρους και των κυβερνήσεών τους, ότι δηλαδή «είμαστε όλοι μαζί στο καράβι» και «να βάλουμε πλάτη μη βουλιάξει». Γι' αυτό και η συζήτηση για μειώσεις συμβολαίων παικτών και προπονητών, για απληρωσιά των υπαλλήλων των ΠΑΕ και ΚΑΕ κ.λπ. βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη, μαζί φυσικά με μια συζήτηση που άνοιξε (όπως συμβαίνει σε κάθε κρίση υπερσυσσώρευσης) για απαξίωση κεφαλαίων στη βιομηχανία του αθλητικού θεάματος και ιδιαίτερα στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Αποτελεί φυσιολογική εξέλιξη να επιχειρείται να απαξιωθεί κεφάλαιο (βλέπε τιμή ποδοσφαιρικής αξίας), με σκοπό «να διορθώσει η αγορά» και να ανακάμψει η κερδοφορία.
Κι αν αυτά συμβαίνουν στο χώρο του εμπορευματοποιημένου αθλητισμού ή αλλιώς στη βιομηχανία του αθλητικού θεάματος, τι γίνεται στα ερασιτεχνικά; Και όταν λέμε «ερασιτεχνικά» εννοούμε και εκεί που υπάρχει οικονομική συναλλαγή, αλλά ίσως όχι συμβόλαιο, σε πρωταθλήματα Α' Εθνικής γυναικών ή σε αθλήματα λιγότερο δημοφιλή. Το «μια απ' τα ίδια και χειρότερα» θα ήταν απλά ένα λεκτικό κλισέ. Γιατί εδώ τα πράγματα βρίσκονται πραγματικά σε οριακό σημείο. Ολα αυτά τα χρόνια - και μιλάμε για δεκαετίες - μας πιπίλαγαν την «καραμέλα», οι διάφοροι κυβερνώντες και υπουργοί Αθλητισμού, ότι ο επαγγελματικός μπορεί να συνυπάρχει αρμονικά με τον «ερασιτεχνικό» αθλητισμό.

Ο χορηγός έγινε ο διακαής πόθος για κάθε σωματείο, παράγοντα και αθλητή, και το «κυνήγι» του ένα σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες. Σε κάθε βράβευση εκείνοι (οι χορηγοί) είχαν τη «μερίδα του λέοντος», και μάλιστα πιο πάνω και από τους πρωταγωνιστές του κάθε αθλήματος, τους αθλητές και προπονητές. Ετσι, το κράτος σταδιακά έφευγε από την υποχρέωση να στηρίξει τις αθλητικές ομοσπονδίες, και ιδιαίτερα μετά το 2004 φτάσαμε σε μια 15ετία στο ναδίρ (από τα 220 εκατ. ευρώ στα 22 εκατ. η ετήσια επιχορήγηση της ΓΓΑ!). Η κατηγοριοποίηση των αθλημάτων οδήγησε τα πιο δημοφιλή απ' αυτά στην «αγκαλιά» των χορηγών, με διαβαθμίσεις πάντα, ενώ για την πλειοψηφία των υπόλοιπων η ανάπτυξη στηρίχτηκε στις τσέπες των αθλουμένων, των παραγόντων και των οικογενειών τους.
Αποκαθήλωση του μοντέλου που στηρίζεται στο χορηγό
Η κρίση της πανδημίας ήρθε για να αποκαθηλώσει και εδώ το μοντέλο ανάπτυξης του αθλητισμού που στηρίζεται στο χορηγό. Γιατί οι χορηγοί, όπως γίνεται εύκολα κατανοητό, δεν δίνουν «τα ωραία τους λεφτά» αν δεν μπορούν να προβληθούν. Επίσης, οι οικονομικοί αυτοί πόροι που ρίχνονται στα διάφορα σπορ και στους ελίτ αθλητές αποτελούν μέρος της στρατηγικής μάρκετινγκ (διαφήμισης) της κάθε εταιρείας και του κάθε μεγαλόσχημου χορηγού.
Ετσι, εν μέσω πανδημίας ήταν προσφορότερη επένδυση η διαφήμιση της «εταιρικής ευθύνης» στο χώρο της Υγείας, και γι' αυτό οι επιχειρηματικοί όμιλοι διαφήμιζαν τις «αγαθοεργίες» τους, αγοράζοντας μάσκες και αντισηπτικά, αναπνευστήρες και ό,τι άλλο μπορούσαν να εκμεταλλευτούν στη στιγμή της έξαρσης. Ενώ το πολυδαφημισμένο δήθεν πρόγραμμα στήριξης του ελληνικού αθλητισμού από την ΕΟΕ, «Υιοθετήστε έναν Αθλητή στον Δρόμο για το Τόκιο», φαίνεται ότι θα αφήσει - για φέτος τουλάχιστον - αρκετά «ορφανά», καθώς αρκετοί «κηδεμόνες» (χορηγοί) προβληματίζονται. Ηδη σε πολλές ομοσπονδίες μιλάνε για ακύρωση συμβάσεων, με μείωση ή και διακοπή της χορηγίας μέχρι νεωτέρας. Ξαφνικά σταμάτησε ο αθλητισμός να είναι υπέρτατο αγαθό, το σωματείο κύτταρο, και ο αθλητής πρότυπο, γιατί κάτι τέτοια άκουγες από τους χορηγούς όταν τους γέμιζαν στεφάνια, λουλούδια και αγαλματάκια στις βραβεύσεις.
Από την άλλη, τα αθλητικά σωματεία όχι μόνο δεν ενισχύθηκαν, αλλά ορισμένοι δήμαρχοι και ΔΣ Εθνικών Αθλητικών Κέντρων θα τους ζητήσουν και τα νοίκια για χώρους που χρησιμοποιούν. Τα έξοδα της συμμετοχής στα πρωταθλήματα που διεξάγονταν δεν διαγράφηκαν και οι παράγοντες των αθλητικών σωματείων βρίσκονται σε απόγνωση. Οι προπονητές που δεν είχαν συμβάσεις έχουν μείνει και θα παραμείνουν απλήρωτοι, ενώ οι οικογένειες αθλητών και προπονητών μένουν εκτεθειμένοι στην πανδημία αλλά και στην επερχόμενη καπιταλιστική κρίση.
Οι δημόσιες εγκαταστάσεις δεν έχουν προετοιμαστεί για την «επανεκκίνηση», καθώς εδώ και χρόνια απουσίαζε προγραμματισμός μόνιμων προσλήψεων προσωπικού στα ΕΑΚ, στο Ολυμπιακό Στάδιο κ.α., ενώ οι ελλείψεις είναι τεράστιες και δεν πρόκειται να καλυφθούν από ορισμένους «κοινωφελητές του ΟΑΕΔ», όπου κι αν προσληφθούν για 12 μήνες.
Πάλη για αθλητισμό - δικαίωμα του λαού
Οι σκέψεις των ιθυνόντων των ομοσπονδιών για διεξαγωγή πρωταθλημάτων μέσα στο καλοκαίρι θα αποκαλύψουν το πραγματικό μέγεθος της ζημιάς και της απαξίωσης όπου έχει περιέλθει ο ελληνικός αθλητισμός από τις αντιλαϊκές πολιτικές των εκάστοτε κυβερνήσεων - ΠΑΣΟΚ/ ΚΙΝΑΛ, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ - όλα αυτά τα χρόνια. Οι εξελίξεις φέρνουν στο προσκήνιο την τεράστια αναντιστοιχία της εποχής με τις παραγωγικές δυνατότητες για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών του λαού και στον τομέα της Φυσικής Αγωγής και του Αθλητισμού.
Φωτίζεται όλο και πιο πολύ η πραγματική διέξοδος για τη λύση του προβλήματος, και χρειάζεται οι πρωτοπόροι και εδώ με την πάλη τους να ανοίξουν το δρόμο για να μπει στην ημερήσια διάταξη η ανάγκη ο αθλητισμός να είναι δικαίωμα του λαού, και ιδιαίτερα της νεολαίας, και όχι πολυτέλεια για λίγους. Ωστε ο σχεδιασμός του κράτους για τον Αθλητισμό να δημιουργεί τις προϋποθέσεις (χρηματοδότηση, υλικοτεχνική υποδομή, επιστημονική στήριξη) ώστε όλα τα αθλήματα να αναπτύσσονται με βάση τις ανάγκες τους.
Σε μια κοινωνία όπου συνειδητά και σχεδιασμένα ένα κομμάτι του πλούτου που θα παράγεται θα δαπανάται γι' αυτόν το σκοπό. Θα επιστρέφει δηλαδή στο λαό με οργανωμένο και προγραμματισμένο τρόπο από το κράτος.
Γι' αυτό, στις σημερινές συνθήκες, και στο χώρο του Αθλητισμού το «Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» είναι επίκαιρο όσο ποτέ.

Πέτρος ΚΡΙΚΗΣ
Μέλος του Τμήματος Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού της ΚΕ του ΚΚΕ

TOP READ