Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος και η Ρωσία
Η κε του μπλοκ επιστρέφει στο τρέχον τεύχος της Κομεπ για να
αντιγράψει αυτή τη φορά σε δύο συνέχειες εκτεταμένα αποσπάσματα από το
πολύ αξιόλογο άρθρο και ενδιαφέρον του Ελισαίου Βαγενά για την
στρατιωτικο-πολιτική εξίσωση στη Συρία. Τα παρακάτω αποσπάσματα απαντούν
σε διάφορες απόψεις, που αφορούν τη δικαιολόγηση του ιμπεριαλιστικού
πολέμου ή το χαρακτήρα και το ρόλο της Ρωσίας. Και ουσιαστικά
εντάσσονται και στο πλαίσιο της διαπάλης στο διεθνές κομμουνιστικό
κίνημα και τη σχετική διαφωνία με το ΚΕΚΡ του Τιούλκιν. Από αυτήν την
άποψη είναι άκρως επίκαιρο και πολύ εύστοχο, κατά τη γνώμη μου, στις
απαντήσεις που δίνει.
Σε κάθε περίπτωση και αυτή η δημοσίευση (όπως και η επόμενη συνέχεια)
λειτουργεί κι ως προτροπή στο σφο αναγνώστη για να πάρει και να
μελετήσει το τεύχος της Κομεπ.
Παραπλανητικά ιδεολογήματα δικαιολόγησης του
ιμπεριαλιστικού πολέμου
Η φανερή ρωσική εμπλοκή στη συριακή κρίση, όπως και η
βομβιστική επίθεση στο Παρίσι, έχουν δημιουργήσει μια «ανακύκλωση» ιδεολογικών
συγχύσεων, παλιών και νέων, που έχει σημασία να εξετάσουμε. Έτσι πχ ενώ συνήθως
δεν αμφισβητείται η ταξική φύση της σημερινής καπιταλιστικής Ρωσίας, οι
στοχεύσεις του ρωσικού κεφαλαίου και αναγνωρίζεται πως άλλο η σημερινή Ρωσία κι
άλλο η Σοβιετική Ένωση, στην πορεία προβάλλονται διάφορα παραπλανητικά
ιδεολογήματα. Επιπλέον, επανέρχονται σφοδρότερες αταξικές θεωρήσεις των διεθνών
σχέσεων κι εξελίξεων. Πρόκειται για ζητήματα που αξίζει να απαντηθούν, αφού
οδηγούν τους εργαζόμενους να «στοιχηθούν» και να διαλέξουν ιμπεριαλιστική
δύναμη, σε έναν πόλεμο που διεξάγεται για ξένα προς αυτούς συμφέροντα και
συγκεκριμένα για τα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Ο «πολυπολικός κόσμος» σε αντιπαράθεση με την «αυτοκρατορία
των ΗΠΑ»
Ορισμένες δυνάμεις, που βλέπουν τον ιμπεριαλισμό μόνο
στην «αυτοκρατορία» των ΗΠΑ, χαιρετίζουν την ανάδειξη νέων, ανερχόμενων
καπιταλιστικών δυνάμεων στις παγκόσμιες υποθέσεις, όπως και την εμφάνιση νέων
διακρατικών ενώσεων (BRICS,
Οργάνωση Συνεργασίας της Σαγκάης, Οργάνωση Συμφώνου Συλλογικής Ασφάλειας, ALBA κοκ), που συγκροτούν
καπιταλιστικά κράτη, με οικονομικό-πολιτικό και στρατιωτικό περιεχόμενο. Οι
εξελίξεις αυτές χαιρετίζονται ως η αρχή της εμφάνισης ενός «πολυπολικού κόσμου»,
που θα «αναμορφώσει» και θα δώσει «νέα πνοή» στον ΟΗΕ και στους άλλους διεθνείς
οργανισμούς, που θα ξεφύγουν από την αμερικανική «ηγεμονία». Αυτές οι υποθέσεις
καταλήγουν πως με αυτόν τον τρόπο θα διασφαλιστεί και η ειρήνη. Μέσα από αυτό
το πρίσμα, κι ως ένα «βήμα» σε αυτήν την κατεύθυνση, χαιρετίζεται η ρωσική
στρατιωτική εμπλοκή στη Συρία.
Υποστηρίζεται πως οι νέες ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις
και η διαφαινόμενη ανακατάταξη στο παγκόσμιο σύστημα μπορεί να οδηγήσουν στον «εκδημοκρατισμό»
των διεθνών σχέσεων, αφού εμφανίζεται ένας κόσμος με πολλούς «πόλους» με την
ενίσχυση της Γερμανίας, Ρωσίας, Κίνας, Βραζιλίας και άλλων κρατών και την
ανάλογη υποχώρηση των ΗΠΑ.
Ακούγονται και σχετικές προτάσεις, όπως πχ η διεύρυνση
του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ με άλλες χώρες.
Τίθεται λοιπόν το ερώτημα: Μπορεί η αύξηση του παγκόσμιου
ρόλου της ΕΕ, όπως υποστηρίζει, πχ ο Σύριζα και το λεγόμενο «Κόμμα της
Ευρωπαϊκής Αριστεράς», ή ακόμη ο αυξημένος ρόλος της Ρωσίας και της Κίνας να
βάλουν σε άλλες, σε «φιλειρηνικές ράγες» τις παγκόσμιες εξελίξεις;
Κατά την εκτίμησή μας, σε καμία περίπτωση! Και αυτό γιατί
τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο δεν τον προκαλεί ο εκάστοτε συγκεκριμένος συσχετισμός
μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών, αλλά οι καπιταλιστικές νομοτέλειες:
Ανισόμετρη καπιταλιστική ανάπτυξη, ο ανταγωνισμός, η τάση απόκτησης πρόσθετου
κέρδους. Σε αυτήν τη βάση παράγονται και αναπαράγονται, τροποποιούνται οι
ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, πρώτα απ’ όλα για τις πρώτες ύλες, την ενέργεια
και τα δίκτυα μεταφοράς τους, η μάχη για τα μερίδια των αγορών. Ο μονοπωλιακός
ανταγωνισμός είναι αυτός που οδηγεί σε τοπικές ή και γενικευμένες στρατιωτικές
επεμβάσεις και πολέμους. Αυτός ο ανταγωνισμός διεξάγεται με όλα τα μέσα που
διαθέτουν τα μονοπώλια και τα καπιταλιστικά κράτη που εκφράζουν τα συμφέροντά
τους, αποτυπώνεται στις διακρατικές συμφωνίες που συνεχώς αμφισβητούνται λόγω
της ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού. Αυτός είναι ο ιμπεριαλισμός, πηγή
και πολεμικών επιθέσεων μικρότερης ή μεγαλύτερης εμβέλειας.
Να γιατί τα περί «νέας δημοκρατικής παγκόσμιας
διακυβέρνησης», που σπέρνουν οι παλιότερα αστικοποιημένες σοσιαλδημοκρατικές
και σύγχρονες οπορτουνιστικές δυνάμεις, έχουν στόχο να εξωραΐσουν ιδεολογικά
τους νέους συσχετισμούς στην καπιταλιστική, στην ιμπεριαλιστική βαρβαρότητα, με
σκοπό να παραπλανήσουν τους εργαζόμενους.
Και παλιότερα πόλεμοι, όπως ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος,
εξαπολύθηκαν εν ονόματι της αποκατάστασης άδικων Συμφωνιών ή πρόληψης νέων
πολέμων. Είναι επείγουσα ανάγκη οι εργαζόμενοι να χειραφετηθούν από τέτοιες
πλάνες, παγίδες περί «εκδημοκρατισμού» του καπιταλισμού και των διεθνών
σχέσεων, που τους στοιχίζει πίσω από ξένα συμφέροντα.
Ο «πολυπολικός κόσμος» ως μέσο εξασφάλισης της ειρήνης
και των λαϊκών συμφερόντων είναι πλάνη. Επί της ουσίας αυτή η προσέγγιση
αντιμετωπίζει ως σύμμαχο τον αντίπαλο, εγκλωβίζει λαϊκές δυνάμεις στην επιλογή ιμπεριαλιστή
ή ιμπεριαλιστικής ένωσης, παραλύει το εργατικό κίνημα.
«Η στάση της Ρωσίας, αν και περικλείει κινδύνους
γενικότερης ανάφλεξης, διευκολύνει την αντιιμπεριαλιστική πάλη»
Η άποψη αυτή συχνά διασταυρώνεται λαο με την εκτίμηση πως
η Ρωσία είναι «αντιιμπεριαλιστική δύναμη». Στη Ρωσία είχε τα τελευταία χρόνια
εμφανιστεί κι ένα ολόκληρο πολιτικό «ρεύμα», με την επονομασία «κόκκινοι
πουτινιστές», που από τα «αριστερά» παρείχε πολιτική υποστήριξη στο σημερινό
Πρόεδρο της χώρας Β. Πούτιν. Πρόκειται για παραλλαγμένη μορφή του ιδεολογήματος
περί «πολυπολικού κόσμου». Είναι εξίσου παραπλανητική και παραλυτική για το
εργατικό κίνημα, αφού παρακάμπτει τον κοινωνικό-ταξικό χαρακτήρα της σημερινής
εξουσίας στη Ρωσία. Ποιος έχει σήμερα στα χέρια του τα μέσα παραγωγής και την
εξουσία στη Ρωσία; Η απάντηση –ότι δηλαδή η αστική τάξη είναι η κυρίαρχη τάξη
στη Ρωσία, όπου κι εκεί «λύνουν και δένουν» τα μονοπώλια, ενώ η μεγάλη
πλειοψηφία του λαού έρχεται αντιμέτωπη με όλη την γκάμα των οικονομικών και
κοινωνικών αδιεξόδων του καπιταλισμού- παρακάμπτεται από τους εκπροσώπους των
παραπάνω θέσεων. Η προσοχή των συγκεκριμένων δυνάμεων εστιάζεται βασικά στη
διαπάλη της Ρωσίας με τις ΗΠΑ και τις άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Όμως,
αυτή η διαπάλη δε διεξάγεται για τα συμφέροντα του ρωσικού λαού, αλλά για τα
συμφέροντα των ρωσικών μονοπωλίων.
Επιπλέον, εδώ έχει σημασία να ξεκαθαρίσουμε τι σημαίνει η
έννοια «ιμπεριαλισμός». Αν αυτήν την έννοια την καταλαβαίνουμε με τα
επιστημονικά κριτήρια που έθεσε ο Λένιν στο έργο του, με βάση τα οποία
καταλήγει πως πρόκειται για τον καπιταλισμό στο ανώτατο, το μονοπωλιακό του
επίπεδο, τότε γίνεται φανερό πως μια καπιταλιστική δύναμη, όπως είναι η Ρωσία,
στην οποία κυριαρχούν τα μονοπώλια, δεν μπορεί να χαρακτηρίζεται «αντιιμπεριαλιστική
δύναμη».
Δυνάμεις, ακόμη και κομμουνιστικές, που παραιτούνται από
τη λενινιστική θεώρηση του ιμπεριαλισμού κι αντιμετωπίζουν τον ιμπεριαλισμό ως «επιθετική
εξωτερική πολιτικήΑ» ή τον ταυτίζουν με τις ΗΠΑ και την αντίληψη περί «αυτοκρατορίας»
των ΗΠΑ, μπορούν να οδηγηθούν σε τεράστια πολιτικά σφάλματα. Είναι
χαρακτηριστικό πως τέτοιες δυνάμεις πριν μερικά χρόνια, όταν ο Ερντογάν όξυνε
την αντιπαράθεση της Τουρκίας με το Ισραήλ και λάμβανε θέσεις υπέρ του Ιράν, χαρακτήριζαν
την Τουρκία ως «αντιιμπεριαλιστική δύναμη»· ενώ ήταν στην ιμπεριαλιστική
στρατιωτική συμμαχία του ΝΑΤΟ, είχε υπό τη στρατιωτική κατοχή της το 40% της
Κύπρου και απειλεί την Ελλάδα με Casus belli (αιτία πολέμου), σε περίπτωση που
εφαρμόσει το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας στο Αιγαίο.
Βέβαια, και η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων,
ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος από μόνος του, δεν οδηγεί σε αλλαγή του συσχετισμού
προς όφελος των εργατικών, λαϊκών δυνάμεων, όπως δείχνουν και οι σημερινές
εξελίξεις στη Συρία, αλλά και στην Ουκρανία και άλλες χώρες. Προϋπόθεση είναι η
ύπαρξη ισχυρών ΚΚ με επεξεργασμένη επαναστατική στρατηγική και ρίζες στο
εργατικό, λαϊκό κίνημα, για να κατευθύνουν εξεγερμένες μάζες στο στόχο της
ανατροπής της καπιταλιστικής βαρβαρότητας.
Αταξικές ερμηνείες για το Διεθνές Δίκαιο
Στην περίπτωση που εξετάζουμε, μια σειρά δυνάμεις (και
κομμουνιστικές) ισχυρίζονται πως η Ρωσία δρα στο «πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου»,
σε αντίθεση με τις ΗΠΑ και τις άλλες δυνάμεις. Σε αυτή τη βάση δικαιολογούν
διαφορετικά τη στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας, κατόπιν πρόσκλησης από την
κυβέρνηση της Συρίας, σε σχέση με τις επεμβάσεις των άλλων καπιταλιστικών
κρατών.
Ωστόσο, το σημερινό «Διεθνές Δίκαιο» προβλέπει τρεις
περιπτώσεις στρατιωτικών επιχειρήσεων στο έδαφος άλλου κράτους: 1) με απόφαση
του ΣΑ του ΟΗΕ, όπως έγινε στην περίπτωση της Λιβύης 2) με πρόσκληση της
νόμιμης κυβέρνησης του συγκεκριμένου κράτους, όπως, δηλαδή, στην περίπτωση της
Ρωσίας από τη Συρία και 3) για λόγους «αυτοάμυνας».
Τους λόγους «αυτοάμυνας» επικαλούνται από την πρώτη
στιγμή οι ΗΠΑ, για τις αεροπορικές επιδρομές στη Συρία. Αλλά και η τουρκική
κυβέρνηση, με επιστολή της προς το Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, Μπαν Γκι Μουν, και
το Συμβούλιο Ασφαλείας, επικαλείται ακριβώς το περιβόητο «άρθρο 51» του
Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
Ωστόσο, πρέπει εδώ να διευκρινίσουμε τα εξής: Το Διεθνές Δίκαιο
είναι κι αυτό κομμάτι του αστκού δικαίου. Όσο υπήρχε η ΕΣΣΔ και οι άλλες
σοσιαλιστικές χώρες, αυτό διαμορφωνόταν ως αποτέλεσμα του συσχετισμού ανάμεσα
στις δυνάμεις του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού, που ωστόσο εξακολουθούσε να
είναι αρνητικός, ενώ και τότε πραγματοποιούνταν ιμπεριαλιστικά εγκλήματα. Μετά
από την ανατροπή του σοσιαλισμού, το Διεθνές Δίκαιο καθορίζεται αποκλειστικά ως
αποτέλεσμα του συσχετισμού ανάμεσα σε καπιταλιστικά κράτη, αντιδραστικοποιείται
παραπέρα και χρησιμοποιείται από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις κατά το δοκούν,
στο πλαίσιο των ανταγωνισμών τους και σε βάρος των λαών.
(...ακολουθεί ένα κομμάτι που εξηγεί τη μετατροπή της ερμηνείας του
άρθρου 51 και της έννοιας της αυτοάμυνας, ώστε να περιλαμβάνει κι άλλες
περιπτώσεις πέρα από την εισβολή ξένου στρατού)
Στις 18 Νοέμβρη 2015 και η Ρωσία δήλωσε πως στο εξής θα δρα στη βάση του
άρθρου 51, θεωρώντας πως και η ίδια ασκεί τα δικαιώματά της στην
"αυτοάμυνα". Η θέση αυτή, από τα πράγματα, έβαλε τέλος στη συζήτηση που
διεξαγόταν και στους κόλπους του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος, για
το "αν θα πρέπει να στηρίξουμε αυτόν που τηρεί το Διεθνές Δίκαιο, έναντι
των άλλων που δεν το τηρούν".
Από τη στιγμή που έχει ξεσπάσει η μια ή άλλη
ιμπεριαλιστική σύγκρουση, είναι αποπροσανατολιστική η συζήτηση για το ποιος
ξεκίνησε πρώτος ή ποιος τηρεί το «Διεθνές Δίκαιο», το οποίο έχει γίνει και πιο
αντιδραστικό, αλλά και «λάστιχο», ώστε να το επικαλούνται όλες οι
ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Η ουσία, την οποία πρέπει να ξεκαθαρίζουμε εμείς οι
κομμουνιστές, είναι το «έδαφος» πάνω στο οποίο διεξάγεται αυτός ο πόλεμος, που
δεν είναι άλλο από τα συμφέροντα των μονοπωλίων. Η ουσία βρίσκεται στο ποιες
δυνάμεις συγκρούονται –και αυτές οι δυνάμεις έχουν συγκεκριμένο ταξικό
περιεχόμενο.
Ο χαρακτηρισμός των ΗΠΑ ως «φασιστικής» και της Ρωσίας ως
«δημοκρατικής» διεθνούς δύναμης
Και αυτό το ιδεολόγημα εδράζεται στην αταξική θεώρηση του
Διεθνούς Δικαίου. Βάση του είναι η αντίληψη πως γενικά η αστική της Ρωσίας,
προωθώντας τα συμφέροντά της, δρα στη βάση του υφιστάμενου Διεθνούς Δικαίου,
ενώ οι ΗΠΑ, προωθώντας τα συμφέροντα τους στηρίζεται πως οι ΗΠΑ μπορεί στο
εσωτερικό τους να διατηρούν κάποιες δημοκρατικές νόρμες, αλλά στην εξωτερική
πολιτική τους «δρουν φασιστικά» και προκαλούν το λεγόμενο «εξαγώγιμο φασισμό».
Από εδώ προκύπτουν και διάφορες εκκλήσεις για νέα «αντιφασιστικά μέτωπα».
Αυτή η εκτίμηση, συνειδητά ή ασυνείδητα, παρακάμπτει τον
ενιαίο ταξικό χαρακτήρα της εσωτερικής κι εξωτερικής πολιτικής σε κάθε κράτος,
προσανατολίζει το εργατικό κίνημα. Παρακάμπτεται η ταξική φύση του συστήματος ως
βασικό κριτήριο. Τα συμφέροντα των μονοπωλίων υπηρετούνται στο εσωτερικό των
καπιταλιστικών κρατών με την αντιλαϊκή πολιτική, όπως επίσης τα συμφέροντα των
μονοπωλίων υπηρετούνται με τις επεμβάσεις και τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους
για τον έλεγχο των αγορών. Για το ζήτημα αυτό ο Β. Λένιν υπογράμμιζε: «Δεν
υπάρχει πιο λαθεμένη και πιο επιζήμια ιδέα από την απόσπαση της εξωτερικής
πολιτικής από την εσωτερική. Και τον καιρό ακριβώς του πολέμου, το τερατώδες
λάθος παρόμοιας απόσπασης γίνεται πιο τερατώδες». Ο Λένιν σε πάρα πολλά έργα
του υπογράμμιζε πως «η εργατική τάξη, εάν είναι συνειδητή, δεν μπορεί να
στηρίξει καμιά ομάδα ιμπεριαλιστικών αρπακτικών».
Ο τραγικά λαθεμένος διαχωρισμός σε «φασιστικά» και «δημοκρατικά»
κράτη οδηγεί το κομμουνιστικό, το εργατικό κίνημα στην επιλογή του
ιμπεριαλιστή, σε μια περιφερειακή ή γενικευμένη πολεμική σύγκρουση.