3 Σεπ 2012

Η αστική στρατηγική για την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα

Η αστική στρατηγική για την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότηταPDF
01/10/08
του Μάκη Παπαδόπουλου
Η πρόταξη των στόχων της αστικής τάξης για βελτίωση της παραγωγικότητας της εργασίας, της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και του ρυθμού καπιταλιστικής ανάπτυξης, δεν είναι σίγουρα καινούργια υπόθεση. Οι πολιτικοί εκπρόσωποι του κεφαλαίου προβάλλουν την υλοποίηση αυτών των στόχων ως μια διαδικασία από την οποία εξίσου ωφελούνται μεγάλοι επιχειρηματίες και μισθωτοί εργαζόμενοι, αυτοαπασχολούμενοι. Επιχειρούν γενικά να μεταμφιέσουν σε κοινωνική αναγκαιότητα την ικανοποίηση των αναγκών του κεφαλαίου και να διασφαλίσουν τη συναίνεση της εργατικής τάξης στην επέκταση των σχέσεων ταξικής εκμετάλλευσης. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια η προσπάθεια αυτή έχει προσλάβει πιο επιθετική μορφή, με την προβολή της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας του εγχώριου μεγάλου κεφαλαίου, σαν μονόδρομου για την επίλυση των λαϊκών προβλημάτων. Ο πρωθυπουργός ανέδειξε αυτή την κατεύθυνση της κυβερνητικής πολιτικής στη φετινή ομιλία του στη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης:
«Δώσαμε πρώτα απ' όλα έμφαση σε πολιτικές που βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα της Οικονομίας μας. Διότι η ανταγωνιστικότητα είναι σε τελική ανάλυση εισόδημα για τον εργαζόμενο, δουλειά για τον άνεργο, κέρδος για τον καταναλωτή. Κηρύξαμε το 2005 σαν έτος ανταγωνιστικότητας και συνεχίζουμε σταθερά τα επόμενα χρόνια στην ίδια κατεύθυνση».
Φυσικοί και πολιτικοί εκπρόσωποι της αστικής τάξης αντιμετωπίζουν ένα υπαρκτό πρόβλημα: την όξυνση του καπιταλιστικού ανταγωνισμού. Στις διαδικασίες επιτάχυνσης της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης πρώτ' απ' όλα χρειάζονται μεγαλύτερη «συναίνεση» από τους μισθωτούς εργαζόμενους.
Πρωταγωνιστής στη συγκεκριμένη επιχείρηση είναι φυσικά ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ), ο οποίος έθεσε στους εργαζόμενους το ακόλουθο δίλημμα, με τη ομιλία του Προέδρου του στην ετήσια Γενική συνέλευση του ΣΕΒ: «Θαυμάζουμε όλοι το κοινωνικό κράτος άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Αλλά ξεχνούμε ότι το χρηματοδοτούν από την υψηλή τους παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα. Οχι το αντίθετο. Εμείς βέβαια έχουμε απαντήσει στο δίλημμα κοινωνικό κράτος ή ανταγωνιστικότητα, με το δικό μας τρόπο. Εχουμε πει όχι και στα δύο. Ως πότε θα υποκύπτουμε στην παθητικότητα και την αναχρονιστική νοοτροπία»;
Η συζήτηση λοιπόν για τους άξονες, τις προτεραιότητες και τα κατάλληλα μέτρα οικονομικής πολιτικής μεταξύ των αστικών κομμάτων και γενικότερα των επιτελείων της αστικής τάξης, διεξάγεται με δεδομένο το πλαίσιο αναζήτησης, το οποίο συνοψίζει ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων της κυβέρνησης, καθηγητής Πλούταρχος Σακελλάρης:
«Διαφαίνεται ότι το πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα οφείλεται κυρίως στη χαμηλή παραγωγικότητα της εργασίας που παρουσιάζει. Η χαμηλή παραγωγικότητα συνδέεται με τη χαμηλή εξωτερική ανταγωνιστικότητα της οικονομίας» (1).
Για το ταξικό εργατικό κίνημα έχει επομένως ιδιαίτερη σημασία να τοποθετηθεί αναλυτικά και συγκεκριμένα σχετικά με τις στρατηγικές στοχεύσεις της αστικής τάξης. Διαφορετικά, η παρέμβασή του θα περιορισθεί στην πράξη στο επίπεδο της αντιπαράθεσης με την εφαρμογή των μέτρων της κυβερνητικής πολιτικής. Ο απεγκλωβισμός του λαού από το όραμα της «ανταγωνιστικής Ελλάδας» αποτελεί προϋπόθεση για την αντεπίθεση του εργατικού και λαϊκού κινήματος με διάρκεια και προοπτική.
ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΜΥΘΟΠΛΑΣΙΑΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΥΞΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑΣ
ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
Η αστική θέση φαίνεται λογικοφανής, είναι όμως απατηλή και επικίνδυνη για τους εργαζόμενους.
Η άνοδος της παραγωγικότητας της εργασίας αποτελεί μια αλλαγή στη διαδικασία της εργασίας, που συντομεύει τον κοινωνικά αναγκαίο χρόνο εργασίας για την παραγωγή ενός εμπορεύματος (2). Με την αύξηση της παραγωγικότητας μειώνεται ο χρόνος εργασίας που χρειάζεται για να παραχθεί μια μονάδα εμπορεύματος. Λόγω της αύξησης της παραγωγικότητας στο σύνολο των κλάδων της παραγωγής, μειώνεται η αξία του συνόλου των εμπορευμάτων που πρέπει να καταναλώνει καθημερινά για να καλύψει - αναπαραγάγει την εργατική του δύναμη, δηλαδή μειώνεται ο αναγκαίος χρόνος εργασίας.
Εφόσον, όμως, ο συνολικός ημερήσιος εργάσιμος χρόνος παραμένει σταθερός και ο αναγκαίος χρόνος εργασίας μειώνεται, αυτό ισοδυναμεί με αύξηση του πρόσθετου απλήρωτου χρόνου εργασίας, δηλαδή του χρόνου που ο εργάτης δουλεύει για να παράγει αξία για τον κεφαλαιοκράτη. Αυτή η αύξηση του πρόσθετου χρόνου εργασίας στο σύνολο του εργάσιμου χρόνου, αποτελεί την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης του εργάτη.
Η συγκεκριμένη αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης δεν προϋποθέτει την εντατικοποίηση της εργασίας του εργάτη. Η αύξηση της παραγωγικότητας μπορεί να επέλθει από τη βελτίωση των μέσων παραγωγής και του επιπέδου εφαρμογής της τεχνολογίας, την αναβάθμιση της οργάνωσης και του συντονισμού της διαδικασίας παραγωγής και άλλους παράγοντες. Ο Μαρξ επισημαίνει συγκεκριμένα:
«Η παραγωγική δύναμη της εργασίας καθορίζεται από ποικίλα περιστατικά, ανάμεσα στα άλλα απ' το μέσο βαθμό δεξιοτεχνίας των εργατών, απ' τη βαθμίδα ανάπτυξης της επιστήμης και της τεχνολογικής εφαρμογής της, απ' τον κοινωνικό συντονισμό του προτσές παραγωγής, απ' την ένταση και την αποτελεσματικότητα των μέσων παραγωγής και απ' τους φυσικούς όρους» (3).
Φυσικά, σε αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης οδηγεί και η αύξηση της έντασης της εργασίας, η εντατικοποίηση. Στην περίπτωση αυτή έχουμε αύξηση της ποσότητας εργασίας που ξοδεύει ο εργάτης μέσα σε ένα δεδομένο χρονικό διάστημα για την παραγωγή εμπορευμάτων. Δηλαδή εντονότερη κατανάλωση εργατικής δύναμης στη μονάδα του χρόνου. Ουσιαστικά, η εντατικοποίηση της εργασίας ισοδυναμεί με παράταση της εργάσιμης ημέρας, του πρόσθετου απλήρωτου χρόνου εργασίας.
Ο Μαρξ προσδιορίζει την ομοιόμορφη επίδραση της αύξησης της παραγωγικότητας και της εντατικοποίησης στην αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης: «Το ανέβασμα της παραγωγικής δύναμης της εργασίας και η αύξηση της έντασης της εργασίας, επενεργούν από μια άποψη ομοιόμορφα. Και τα δυο αυξάνουν τη μάζα των προϊόντων που παράγονται στο ίδιο χρονικό διάστημα. Και τα δυο συντομεύουν λοιπόν το μέρος εκείνο της εργάσιμης ημέρας που χρειάζεται ο εργάτης για την παραγωγή των μέσων συντήρησής του» (4).
Ακόμα και αν ο μισθός του εργάτη μπορούσε να αυξηθεί ανάλογα με την αύξηση της παραγωγικότητας, το μόνο όφελος γι' αυτόν θα είναι να μην αυξηθεί ο βαθμός εκμετάλλευσής του από το κεφάλαιο. Μπορεί όμως να συμβεί έστω και αυτό μακροπρόθεσμα στο πλαίσιο των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και ιδιαίτερα στο ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού; Μπορεί η αστική τάξη να αποδεχθεί στον ιστορικό χρόνο τη μείωση του συνολικού χρόνου εργασίας του εργαζόμενου, ανάλογα με την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας και την αντίστοιχη μείωση του αναγκαίου χρόνου εργασίας; Οχι, γιατί το συγκυριακό πρόσθετο κέρδος είναι στοιχείο του καπιταλιστικού ανταγωνισμού.
Αν η αστική τάξη δεχόταν σε σταθερή βάση τη συγκεκριμένη λύση, αυτό θα ισοδυναμούσε με παραίτηση από το μόνιμο στρατηγικό στόχο της να αυξάνει διαρκώς την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, να αυξάνει τον πρόσθετο απλήρωτο χρόνο εργασίας. Φυσικά, κάτω από την επίδραση της ταξικής πάλης, η αστική τάξη μπορεί να υποχρεωθεί σε προσωρινούς συμβιβασμούς και ελιγμούς. Ομως, όπως επιβεβαιώνει η ελληνική και η διεθνής πείρα σε μακροπρόθεσμη βάση, η βελτίωση της παραγωγικότητας της εργασίας και κατά συνέπεια της ανταγωνιστικότητας του μεγάλου κεφαλαίου, όχι μόνο δεν καταλήγει αυτόματα σε παραχωρήσεις του κεφαλαίου και αναδιανομή του παραγόμενου πλούτου προς τους εργαζόμενους, αλλά, αντίθετα, οδηγεί σε ένταση της κεφαλαιοκρατικής προσπάθειας να αυξήσει το βαθμό εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης. Ακόμα και στο σκέλος της αύξησης της παραγωγικότητας μέσα από τον εκσυγχρονισμό των μέσων παραγωγής και της οργάνωσης της εργασίας, οι όποιες επενδυτικές προτάσεις συνοδεύονται από την κεφαλαιοκρατική απαίτηση αφαίρεσης εργατικών δικαιωμάτων και συμπίεσης της τιμής της εργατικής δύναμης, π.χ. επιβολή ευέλικτων εργασιακών σχέσεων, κατάργηση της πλήρους και σταθερής απασχόλησης.
Το γεγονός αυτό δεν είναι βέβαια τυχαίο. Η άνοδος του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης και η προσπάθεια συμπίεσης του μισθού της εργασίας κάτω από την αξία της εργατικής δύναμης, αποτελούν βασικές αιτίες που συγκρατούν την τάση πτώσης του ποσοστού κέρδους, που αποτελεί γενικό νόμο του καπιταλισμού (5). Αποτελούν επομένως αντικειμενικά στρατηγικούς στόχους της πολιτικής του κεφαλαίου, απέναντι στις δυνάμεις της εργασίας.
Το κεφάλαιο δίνει τη μάχη του να συγκρατήσει την ιστορική τάση πτώσης του ποσοστού κέρδους, αξιοποιώντας τις λειτουργίες και την ισχύ του αστικού κράτους (π.χ. αναδιαρθρώσεις σε τομείς παραγωγής στρατηγικής σημασίας). Η κάθε καπιταλιστική επιχείρηση επιχειρεί να βελτιώσει την παραγωγικότητα της εργασίας στο εσωτερικό της για να αποκομίσει συγκυριακά μεγαλύτερο κέρδος από το μέσο που διαμορφώνεται σ' έναν κλάδο, για να υπερισχύσει στον ανταγωνισμό με τις υπόλοιπες.
Ομως αυτό οδηγεί στο εξής φαινόμενο, όπως το περιγράφει ο Μαρξ:
«Μια και η ανάπτυξη της παραγωγικής δύναμης και η αντίστοιχη με αυτήν υψηλότερη σύνθεση του κεφαλαίου θέτει σε κίνηση μια διαρκώς αυξανόμενη ποσότητα μέσων παραγωγής από μια διαρκώς μικρότερη ποσότητα εργασίας, κάθε μονάδα εμπορεύματος απορροφά λιγότερη ζωντανή εργασία και περιέχει επίσης λιγότερη υλοποιημένη εργασία... Κάθε μονάδα εμπορεύματος περιέχει λοιπόν μια μικρότερη ποσότητα υλοποιημένης σε μέσα παραγωγής εργασίας και νέας εργασίας που έχει προστεθεί σε αυτό κατά τη διάρκεια της παραγωγής του... Παρόλα αυτά μπορεί να αυξάνει η μάζα του κέρδους που περιέχεται στην κάθε μονάδα εμπορεύματος, όταν αυξάνει το ποσοστό της ανάλυσης και της σχετικής υπεραξίας. Ωστόσο, αυτό γίνεται μέσα σε καθορισμένα όρια. Μαζί με την απόλυτη μείωση της ποσότητας της ζωντανής εργασίας που προστίθεται στην κάθε μονάδα του εμπορεύματος, μείωση που αυξάνει σε τεράστιο βαθμό στην πορεία της ανάπτυξης της παραγωγής, ΘΑ ΜΕΙΩΝΕΤΑΙ ΑΠΟΛΥΤΑ ΚΑΙ Η ΜΑΖΑ ΤΗΣ ΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ ΠΟΥ ΠΕΡΙΕΧΕΤΑΙ ΣΕ ΑΥΤΟ, όσο και αν αυξηθεί σχετικά, δηλαδή σε σχέση με το πληρωμένο μέρος» (6).
Σε αυτή τη νομοτελειακή κίνηση της καπιταλιστικής παραγωγής κρύβεται η υστέρηση που θα έχει πάντοτε το επίπεδο ικανοποίησης των αναγκών των μισθωτών εργαζομένων με το επίπεδο της παραγωγικότητας μιας καπιταλιστικής οικονομίας.
Η μάχη του ανταγωνισμού των κεφαλαίων σε ένα κλάδο δίνεται κυρίως μέσω της μείωσης των τιμών των εμπορευμάτων. Η μείωση των τιμών εξαρτάται από την παραγωγικότητα της εργασίας, η οποία εξαρτάται από την κλίμακα παραγωγής. Γι' αυτό τα μεγαλύτερα σε μέγεθος κεφάλαια μπορούν και εκτοπίζουν τα μικρότερα. Το μεγάλο κεφαλαίο έχει γενικά τη δυνατότητα να ενσωματώσει πιο γρήγορα και αποτελεσματικά απ' το μικρότερο, καινοτόμες μεθόδους παραγωγής και οργάνωσης της εργασίας, σύγχρονο μηχανικό εξοπλισμό και να επιτύχει για ένα διάστημα μείωση της τιμής πώλησης του εμπορεύματος συγκριτικά με τις υπόλοιπες μικρότερες επιχειρήσεις. Προοδευτικά οι νέες μέθοδοι παραγωγής υιοθετούνται και από όσες από τις υπόλοιπες επιχειρήσεις, καταφέρνουν να επιζούν στον ανταγωνισμό.
Με το πέρασμα του χρόνου ο ανταγωνισμός εξαναγκάζει τους καπιταλιστές παραγωγούς να πωλούν το εμπόρευμα τους στην ίδια περίπου τιμή, δυναμώνει τη τάση εξίσωσης των τιμών στον κλάδο. Αυτό που πετυχαίνει ο ανταγωνισμός σε μια σφαίρα παραγωγής είναι η αποκατάσταση σε βάθος χρόνου μιας ίσης αγοραίας αξίας και αγοραίας τιμής, από τις διαφορετικές ατομικές αξίες των εμπορευμάτων.
Ο ανταγωνισμός των κεφαλαίων δεν περιορίζεται βέβαια στην συγκριτικά μεγαλύτερη αύξηση της παραγωγικότητας σε σχέση με τους ανταγωνιστές, σε ένα συγκεκριμένο κλάδο. Το κεφάλαιο αναζητά δυνατότητες μεγαλύτερης κερδοφορίας με τη μεταφορά του σε άλλους κλάδους της εγχώριας αλλά και διεθνούς αγοράς. Ομως και ο διακλαδικός ανταγωνισμός οδηγεί σε μια εξισωτική τάση των ποσοστών κέρδους των διαφόρων κλάδων σε ένα μέσο ποσοστό κέδρους, μέσω της συνεχούς μεταφοράς κεφαλαίου από τον ένα κλάδο παραγωγής στον άλλο.
Το ίδιο συμβαίνει και με το επίπεδο παραγωγικότητας και τον ανταγωνισμό σε επίπεδο μιας περιφερειακής (βλέπε ευρωενωσιακής) ή διεθνούς αγοράς.
Το κεφάλαιο κάθε χώρας που ανταγωνίζεται τα υπόλοιπα για την πώληση ομοειδών εμπορευμάτων στη διεθνή αγορά, προσπαθεί να παράγει τα συγκεκριμένα εμπορεύματα ξεπερνώντας το διεθνή μέσο όρο παραγωγικότητας. Οταν ένα κεφάλαιο δαπανά για την παραγωγή ενός συγκεκριμένου εμπορεύματος λιγότερο χρόνο εργασίας από τους ανταγωνιστές του, τότε μπορεί τελικά να αποκομίσει πρόσθετο κέρδος στην παγκόσμια αγορά και να αναβαθμίσει το μερίδιο σε αυτήν, επομένως και τα συνολικά κέρδη του.
Η ανταγωνιστική υπεροχή ενός κεφαλαίου στη διεθνή αγορά καθορίζεται σε τελευταία ανάλυση από τη δράση του νόμου της αξίας, αφού η αξία ενός εμπορεύματος εξακολουθεί να εκφράζει τον κοινωνικά αναγκαίο χρόνο για την παραγωγή του σε διεθνές πλέον επίπεδο.
Αυτό βέβαια συμβαίνει μόνο σε τελευταία ανάλυση, γιατί στην πράξη παρεμβάλλεται ο οικονομικός ρόλος του αστικού κράτους στο διεθνή καπιταλιστικό ανταγωνισμό. Η οικονομική λειτουργία του αστικού κράτους, οι διακυμάνσεις συναλλαγματικών ισοτιμιών του εθνικού νομίσματος, το θεσμικό πλαίσιο, μπορούν να δράσουν σε ένα βαθμό προστατευτικά για τα εμπορεύματα των εγχώριων καπιταλιστικών επιχειρήσεων στην εσωτερική αγορά κάθε κράτους, είτε και σε μια ευρύτερη αγορά (π.χ. πολιτική επιδότησης εξαγωγών). Επίσης, η δυνατότητα κάθε καπιταλιστικού κράτους και αντίστοιχα μιας διακρατικής ιμπεριαλιστικής ένωσης να προστατεύσει και να προωθήσει τα εμπορεύματα της στο διεθνή ανταγωνισμό, είναι διαφορετική και επιδρά στο τελικό αποτέλεσμα.
Οι προαναφερόμενες επισημάνσεις έχουν ιδιαίτερη σημασία για το ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού, όπου τον ελεύθερο ανταγωνισμό διαδέχεται ο ανταγωνισμός των μονοπωλίων. Ο Λένιν συνοψίζει τη μετάβαση αυτή: «Δεν έχουμε πια μπροστά μας την πάλη του ελευθέρου συναγωνισμού των μικρών και των μεγάλων, των τεχνικά καθυστερημένων και των τεχνικά προοδευμένων επιχειρήσεων. Εχουμε μπροστά μας το πνίξιμο από τους μονοπωλητές εκείνων που δεν υποτάσσονται στα μονοπώλια, στο ζυγό τους» (7).
Το πέρασμα του καπιταλισμού σε αυτό το νέο στάδιο ασύγκριτα υψηλότερης συγκέντρωσης του κεφαλαίου και της παραγωγής σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο, οδηγεί στην ένταση της διαπάλης για το μοίρασμα και το ξαναμοίρασμα των αγορών και των εδαφών ανάμεσα στα ισχυρότερα καπιταλιστικά κράτη, στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις και τους μονοπωλιακούς ομίλους. Οπως είναι φυσικό, ο συσχετισμός δύναμης καθορίζει κάθε γύρο αυτού του μοιράσματος.
Στοιχείο του συσχετισμού είναι και η τάση ανατροπής του, καθοριστικό ρόλο δε σε αυτή αποτελεί η ταχύτητα στη συγκέντρωση και στη συγκεντροποίηση. Οι πολιτικές μπορούν να επιταχύνουν, γι' αυτό εμφανίστηκαν με διεθνή χαρακτηριστικά οι πολιτικές των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, της αύξησης του βαθμού εκμετάλλευσης. Με άλλα λόγια, η επίθεσή της στα δικαιώματα και στις κατακτήσεις των εργαζομένων, η προσπάθεια αύξησης του απλήρωτου πρόσθετου χρόνου εργασίας, ως μονόδρομος για το κεφάλαιο και όχι ως προϊόν κάποιων αυθαίρετων, δογματικών, «νεοφιλελεύθερων» επιλογών ορισμένων κυβερνήσεων στην Ευρώπη και παγκόσμια.
Ο Μαρξ συνοψίζει το προαναφερόμενο ιστορικό πρόβλημα του κεφαλαίου, δηλαδή το νόμο της τάσης του μέσου ποσοστού κέρδους να πέφτει, ως εξής:
«Με την πρόοδο του προτσές παραγωγής και συσσώρευσης πρέπει λοιπόν να αυξάνει η μάζα της ιδιοποιήσιμης και ιδιοποιημένης εργασίας, επομένως και η απόλυτη μάζα του κέρδους που το ιδιοποιείται το κοινωνικό κεφάλαιο. Οι ίδιοι όμως νόμοι της παραγωγής και της συσσώρευσης, μαζί με τη μάζα του σταθερού κεφαλαίου, μεγαλώνουν με αυξανόμενη πρόοδο και την αξία του, γρηγορότερα από την αύξηση της αξίας του μεταβλητού μέρους του κεφαλαίου που ανταλλάσσεται με ζωντανή εργασία. Επομένως, οι ίδιοι οι νόμοι δημιουργούν για το κοινωνικό κεφάλαιο μια μάζα κέρδους που αυξάνει απόλυτα και ένα ποσοστό κέρδους που πέφτει» (8).
Η πρόσφατη και παλιότερη πείρα των εργαζομένων στη χώρα μας επιβεβαιώνει ότι η αύξηση της παραγωγικότητας που επέρχεται με κίνητρο την καπιταλιστική ανταγωνιστικότητα, επιφέρει τελικά σχετική επιδείνωση της κατάστασης της εργατικής τάξης και του λαού και απόλυτη εξαθλίωση για ορισμένα τμήματα.
Την περίοδο 1999-2004 η Ελλάδα παρουσίασε κατά μέσο όρο ετήσια αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατά 3,9% έναντι 1,4% στην ΕΕ-15 και αύξηση της παραγωγικότητας επίσης 3,9% έναντι 0,7% στην ΕΕ-15 (9).
Τι συνέβη όμως με τους εργαζόμενους; Την περίοδο 2003-2004 δεν υπήρξε καμία άνοδος των πραγματικών αποδοχών στον ιδιωτικό τομέα. Αν μάλιστα συγκρίνουμε την εξέλιξη της παραγωγικότητας και της μέσης πραγματικής αμοιβής τα τελευταία 25 χρόνια (διάγραμμα 1), βλέπουμε ότι μειώθηκε το μερίδιο της μισθωτής εργασίας στην πίτα της παραγόμενης αξίας υπέρ του κεφαλαίου (10).
Αυτή η σχετική επιδείνωση του μέσου πραγματικού μισθού σε σχέση με την αύξηση της παραγωγικότητας, είναι στην πραγματικότητα ακόμα μεγαλύτερη αν υπολογίσουμε την εξέλιξη στο διαθέσιμο εισόδημα του μισθωτού (και όχι μόνο), όπως διαμορφώνεται μέσω της κρατικής παρέμβασης (π.χ. έμμεσης φορολογίας). Παράλληλα, το τμήμα του πληθυσμού που βρίσκεται υπό τον κίνδυνο φτώχειας στην Ελλάδα ξεπερνά, σύμφωνα με τις μετρήσεις της Eurostat, το 20% έναντι 15% στην ΕΕ-15.
Για να σχηματίσουμε μια ακριβέστερη εικόνα της πραγματικής κατάστασης των εργαζομένων, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε και την τάση πιστωτικής επέκτασης των λαϊκών νοικοκυριών. Η συνολική δανειακή επιβάρυνσή τους αυξήθηκε από 26,1% του ΑΕΠ στα τέλη του 2003 σε 32,5% τον Αύγουστο του 2005 (11).
Και η εμπειρία των τελευταίων χρόνων, όπως και άλλων στο παρελθόν, επιβεβαιώνει ότι δεν υπάρχει «ισόβαθμο όφελος από την αύξηση της παραγωγικότητας για κεφάλαιο και μισθωτούς. Η τάση αυτή αντανακλάται και στους αυτοαπασχολούμενους.
Ας δούμε όμως συγκεκριμένα πως εκφράζεται η κεφαλαιοκρατική προσπάθεια να αυξηθεί ο βαθμός εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης στην ΕΕ.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΕ
Το Μάρτη του 2000 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που συνεδρίασε στη Λισσαβόνα, δεσμεύτηκε για την προώθηση ενός στρατηγικού σχεδίου αναδιαρθρώσεων στα κράτη-μέλη της ΕΕ, δεκαετούς διάρκειας, με στόχο να μετατραπεί η ΕΕ στην πιο ανταγωνιστική, δυναμική οικονομία στον κόσμο, ως το 2010.
Σε επίπεδο διακηρύξεων προβλήθηκε το τρίπτυχο - σταθερή ανάπτυξη, κοινωνική συνοχή, σεβασμός στο περιβάλλον - και δόθηκε έμφαση στη λεγόμενη «οικονομία της γνώσης» (αξιοποίηση νέων τεχνολογιών, έρευνα, καινοτομία κλπ.). Οι συγκεκριμένοι στόχοι εμπλουτίστηκαν στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια που ακολούθησαν και περιελάμβαναν την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς, τη δημιουργία «πρόσφορου επιχειρηματικού κλίματος», την αύξηση της απασχόλησης, την αύξηση των δαπανών για έρευνα και ανάπτυξη στο 3% του ΑΕΠ, των επενδύσεων στις τηλεπικοινωνίες, πληροφορική κλπ.
Στην πραγματικότητα ο ευρωενωσιακός ιμπεριαλισμός με τη στρατηγική της Λισσαβόνας διαμόρφωσε ένα συνεκτικό πλαίσιο αντιλαϊκών μέτρων, με συνδυασμένες στοχεύσεις:
(α) Την αντιμετώπιση της ανταγωνιστικής πίεσης όχι μόνο από τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία, αλλά και την ανερχόμενη δύναμη, την Κίνα. Είναι ενδεικτικό ότι μετά τη δεκαετία του '70, η αναλογία του ευρωπαϊκού ΑΕΠ ως προς το αντίστοιχο των ΗΠΑ σταθεροποιήθηκε περίπου στο 70%.
(β) Την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, μέσα από την ανατροπή των κατακτήσεων μόνιμης-σταθερής απασχόλησης και την επιβολή της ευελιξίας στις εργασιακές σχέσεις, καθώς και με τη συρρίκνωση της κοινωνικής ασφάλισης των εργαζομένων, την αύξηση της μισθωτής απασχόλησης κυρίως στο γυναικείο πληθυσμό, την αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης κ.ά.
(γ) Την επιτάχυνση της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου μέσα από την άρση του κρατικού μονοπωλίου και της κρατικής προστασίας σε τομείς στρατηγικής σημασίας (ηλεκτρενέργειας, τηλεπικοινωνιών, μεταφορών, κλπ.), με την πολιτική της «απελευθέρωσης» των αγορών και τις ιδιωτικοποιήσεις, τη μεγάλη επέκταση της σχέσης κεφαλαίου - μισθωτής εργασίας σε τομείς που αφορούν την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης (παιδεία, υγεία, αθλητισμός, κλπ.) των κρατών-μελών, κλπ.
(δ) Τη νομιμοποίηση της ταξικής συνεργασίας στη συνείδηση των εργαζομένων μέσα από την προβολή της μυθοπλασίας ότι η βελτίωση της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλίων οδηγεί τάχα μεσοπρόθεσμα στην ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών.
Η προώθηση της στρατηγικής της Λισσαβόνας προσκρούει στη βασική αντίθεση και στο σύνολο αντιθέσεων του διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος και στις αντιφάσεις του ίδιου του ευρωενωσιακού ιμπεριαλιστικού οικοδομήματος.
Οι εσωτερικές αντιφάσεις στη κίνηση της ΕΕ έκαναν τα επιτελεία της να ανησυχήσουν περισσότερο σχετικά με τους στόχους της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητάς της στη διεθνή καπιταλιστική αγορά. Η ανησυχία καταγράφηκε στην Εκθεση Κοκ, ως απόκλιση από τους στόχους, το Νοέμβριο του 2004.
Η αναπροσαρμογή της στρατηγικής της Λισσαβόνας κωδικοποιήθηκε στο περιβόητο «Μανιφέστο Μπαρόζο», που υιοθετήθηκε στο Εαρινό Συμβούλιο, τον Μάρτη του 2005. Φιλοσοφία και κατευθυντήρια γραμμή του είναι η επιτάχυνση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων.
Τα Συμβούλιο δεν επιχείρησε την αλλαγή στόχων της στρατηγικής της Λισσαβόνας, αλλά τη διευκόλυνση και επιτάχυνση της προώθησής τους. Δεν επρόκειτο για «νεοφιλελεύθερη αναθεώρηση» μιας τάχα προοδευτικής στρατηγικής, αλλά για τον καθορισμό προτεραιοτήτων και την κινητοποίηση δυνάμεων σε επίπεδο κρατών-μελών και ευρωενωσιακό, ώστε να προχωρήσει πιο αποτελεσματικά μια συγκεκριμένη αντιλαϊκή στρατηγική. Η αναθεώρηση αντανακλούσε την αυξημένη ανησυχία των επιτελείων του ευρωενωσιακού ιμπεριαλισμού.
Το Εαρινό Συμβούλιο καθόρισε τρεις βασικούς άξονες δράσης για τα Εθνικά Προγράμματα Μεταρρυθμίσεων σε όλα τα κράτη-μέλη (12). Παράλληλα τον Ιούλη διαμόρφωσε και ένα πρόγραμμα, με τη μορφή ατζέντας δράσεων, σε κοινοτικό επίπεδο, το λεγόμενο «κοινοτικό πρόγραμμα της Λισσαβόνας», με στόχους:
α) Την οικονομική σταθερότητα και τη δημοσιονομική βιωσιμότητα (την επίτευξή τους συνδέει με την περιοριστική μισθολογική πολιτική). β) Την κρατική στήριξη του μεγάλου κεφαλαίου (εξαγορές, συγχωνεύσεις, επιδότηση στη χρήση της πληροφορικής και της καινοτομίας). γ) Τις μεταρρυθμίσεις των εργασιακών σχέσεων (ελαστικές μορφές μισθωτής απασχόλησης, την εναρμόνιση του χρόνου και του περιεχομένου εκπαίδευσης - κατάρτισης ώστε να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες του κεφαλαίου, π.χ. η λεγόμενη «δια βίου κατάρτιση»).
Η προσέγγιση των στόχων της στρατηγικής της Λισσαβόνας ανακόπτεται από τις εσωτερικές και τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις.
Η επίθεση του ευρωενωσιακού ιμπεριαλισμού απέναντι στα δικαιώματα των εργαζομένων δεν πρόκειται να ανακοπεί, αλλά αντίθετα θα ενταθεί ακόμα περισσότερο.
ΓΙΑ ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ
(2005-2008) ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Η εφαρμογή της κοινοτικής στρατηγικής της Λισσαβόνας στην Ελλάδα κινείται φυσικά μέσα στο πλαίσιο που προαναφέραμε.
Ωστόσο, η αστική τάξη της Ελλάδας διαμορφώνει τις δικές της προτεραιότητες με βάση τα ιδιαίτερα συμφέροντά της. Προσπαθεί να αντιμετωπίσει από τη σκοπιά της, ένα σύνολο προβλημάτων που επιδρούν στην ανταγωνιστική της θέση και δυσχεραίνουν τη διευρυνόμενη αναπαραγωγή του κεφαλαίου, όπως η χαμηλή παραγωγικότητα συγκριτικά με τον κοινοτικό μέσο όρο της ΕΕ-15, οι ελλείψεις υποδομών, το χαμηλό επίπεδο κρατικής χρηματοδότησης και οι χαμηλές επιδόσεις στην εφαρμοσμένη έρευνα, στην καινοτομία και στην εκπαίδευση, το μικρό μέγεθος και η καθυστέρηση στην οργάνωση, για σημαντικό τμήμα των ελληνικών επιχειρήσεων, η μεγάλη έκταση του κρατικού τομέα της οικονομίας και το υψηλό δημοσιονομικό χρέος, η χαμηλή εισροή ξένων άμεσων επενδύσεων κεφαλαίου.
Ο πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων της κυβέρνησης, καθηγητής Πλ. Σακελλάρης, συνοψίζει τον αστικό προβληματισμό: «Τα τελευταία χρόνια η ανάπτυξη βασίστηκε, κατά κύριο λόγο, στην επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, στις εισροές από την Ευρωπαϊκή Ενωση, στην πτώση των επιτοκίων. Παρόλο που επιταχύνθηκαν οι ρυθμοί ανάπτυξης, το μοντέλο αυτό οδήγησε σε αυξημένο δημοσιονομικό χρέος και εξάντλησε τα όριά του» (13).
Η άρχουσα τάξη αισθάνεται επίσης να αυξάνει η ανταγωνιστική πίεση σε βάρος της, καθώς αναμένεται η ένταξη των γειτονικών χωρών, Βουλγαρίας και Ρουμανίας στην ΕΕ το 2007, με σημαντικά φτηνότερο το εργατικό δυναμικό π.χ. ο μέσος ακαθάριστος μισθός στη Βουλγαρία είναι 192 ευρώ έναντι 1.264 ευρώ στην Ελλάδα.
Φυσικά, το εγχώριο κεφάλαιο αξιοποίησε, ως ένα βαθμό, αυτή τη διαφορά με την εξαγωγή κεφαλαίων στις Βαλκανικές χώρες, που ξεπερνά σήμερα τα έξη δισ. ευρώ (14), σύμφωνα με το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών. Ομως, με την ανάπτυξη και σταθεροποίηση του καπιταλισμού σε αυτές τις χώρες, π.χ. στη Ρουμανία και στη Βουλγαρία, θα αλλάζουν και οι όροι του ανταγωνισμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις ανταλλαγές εμπορευμάτων με αυτές τις χώρες η Γερμανία και η Ιταλία έχουν ήδη εδραιώσει την πρωτοκαθεδρία τους, σύμφωνα με το δημοσιευμένο Fact book της CIA, ενώ η αξία των ελληνικών εξαγωγών συνολικά προς τις βαλκανικές χώρες παρουσίασε μείωση κατά 15,9% το 2004, σε σχέση με το προηγούμενο έτος (15).
Ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ) συμφωνεί με τις εκτιμήσεις διαφόρων διεθνών οργανισμών (WEF, IMD, ΔΝΤ, ΟΟΣΑ κλπ.) που εντοπίζουν επιδείνωση ανταγωνιστικών δεικτών της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία χρόνια και αναδεικνύει σαν επείγοντα κεντρικά ζητήματα τον περιορισμό του όγκου των κρατικών δαπανών, την ευνοϊκότερη φορολόγηση των επιχειρηματικών κερδών και την επιτάχυνση της αναδιάρθρωσης των εργασιακών σχέσεων. Αποδεικνύει μεταξύ άλλων σαν βασική αδυναμία για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας την τρέχουσα περίοδο (16), το γεγονός ότι «η πρόσληψη και η απόλυση των εργατών εμποδίζεται από κρατικές ρυθμίσεις και οι μισθοί διαμορφώνονται σε μεγάλο βαθμό από μια συγκεντρωτική διαπραγματευτική διαδικασία».
Η Νέα Δημοκρατία ανταποκρίθηκε άμεσα και αποφασιστικά στην ικανοποίηση των ιδιαίτερων αναγκών της αστικής τάξης. Εθεσε ως προτεραιότητες τη δημοσιονομική προσαρμογή και την αναμόρφωση πολιτικών (π.χ. αναπτυξιακός, φορολογικός νόμος), διευθέτηση χρόνου εργασίας, ρυθμίσεις ασφαλιστικού των Τραπεζών που συμβάλλουν στην επιτάχυνση της συσσώρευσης των μεγάλων επιχειρήσεων.
Η διευθύντρια του Οικονομικού Γραφείου του Πρωθυπουργού (17), καθηγήτρια Ελένη Λουρή, προσδιορίζει συγκεκριμένα τη βασική στόχευση της κυβερνητικής πολιτικής:
«Πρωταρχικός στόχος για τη χώρα μας είναι να αποβάλει λογικές εξάρτησης από το δημόσιο τομέα και να δημιουργήσει τις συνθήκες μακροχρόνιας ανάπτυξης στηριζόμενη στην ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς, τη δημιουργία ευνοϊκού επιχειρηματικού περιβάλλοντος, καθώς και την εξωστρέφεια της οικονομίας».
Με το Εθνικό Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων (2005-2008) η κυβέρνηση αναλαμβάνει να προωθήσει στη χώρα μας τις κατευθυντήριες γραμμές της Στρατηγικής της Λισσαβόνας, σύμφωνα με τις ιεραρχήσεις και τις προαναφερόμενες ανάγκες της πλουτοκρατίας, την επιτάχυνση του ρυθμού συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου. Κατά την παρουσίαση του Προγράμματος στη Βουλή, ο υπουργός Οικονομίας Γ. Αλογοσκούφης ανέδειξε σαν προτεραιότητες, την αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας, τη βελτίωση του «επιχειρηματικού κλίματος», την αύξηση της παραγωγικότητας και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.
Τέθηκαν μάλιστα και ποσοτικοί στόχοι, όπως της μείωσης των συνολικών κρατικών δαπανών στο 48,9% του ΑΕΠ το 2007, έναντι 50,4% του ΑΕΠ το 2004, καθώς και η μείωση κατά 6% του ρυθμού αύξησης των κρατικών επιχορηγήσεων διαφόρων δημόσιων φορέων (συγκοινωνιακών και άλλων).
Το σύνολο αυτών των αξόνων πολιτικής και των σχετικών μέτρων για την επίτευξή τους οδηγεί σε νέους περιορισμούς των εργατικών κατακτήσεων. Συνιστά συνολική, γενικευμένη επίθεση απέναντι στους εργαζόμενους χωρίς ημερομηνία λήξης.
Αποδείξαμε σε προηγούμενη ενότητα πως η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας στο πλαίσιο του καπιταλισμού μεταφράζεται γενικά σε αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης για το σύνολο των εργαζομένων, αλλά και σε απόλυτη εξαθλίωση για ορισμένα τμήματα της εργατικής τάξης.
Ας δούμε τώρα συνοπτικά την επίδραση των συγκεκριμένων μέτρων της κυβερνητικής πολιτικής στη ζωή των λαϊκών στρωμάτων.
Η αύξηση της αντιλαϊκής έμμεσης φορολογίας και της άμεσης φορολογίας των μισθωτών που προτείνει το Πρόγραμμα, αποκαλύπτει τον αντιλαϊκό ταξικό χαρακτήρα της δημοσιονομικής διαχείρισης που προωθεί η ΝΔ. Ηδη, μέσα από το πρώτο πακέτο δημοσιονομικής προσαρμογής ο λαός δέχτηκε πρόσθετη επιβάρυνση 985 εκ. ευρώ το 2005 και 1.655 εκ. ευρώ το 2006, μέσα από την αύξηση του ΦΠΑ και την αναπροσαρμογή των ειδικών φόρων κατανάλωσης σε τσιγάρα και αλκοολούχα ποτά (18).
Στο προσχέδιο κρατικού προϋπολογισμού του 2006 προβλέπεται νέα ετήσια αύξηση του ΦΠΑ κατά 51%, ενώ τα έσοδα από άμεσους φόρους αναμένεται να αυξηθούν κατά 39,2% σε σχέση με το 2000.
Επιβάρυνση της λαϊκής κατανάλωσης εξαιτίας της επιτάχυνσης των ιδιωτικοποιήσεων και της «απελευθέρωσης» τομέων στρατηγικής σημασίας (ενέργεια, τηλεπικοινωνίες κλπ.). Περιορισμός του λαϊκού εισοδήματος από την περαιτέρω εμπορευματοποίηση των κοινωνικών τομέων. Ταυτόχρονα, στις ιδιωτικοποιημένες ΔΕΚΟ και γενικότερα στο δημόσιο τομέα ανατρέπονται οι σχέσεις σταθερής απασχόλησης για τους νέους εργαζόμενους και μειώνεται ο συνολικός αριθμός των εργαζομένων.
Ενδεικτικό της κατεύθυνσης της κυβέρνησης είναι το γεγονός ότι τα έσοδα από αποκρατικοποιήσεις το 2005 έφτασαν το 1,3% του ΑΕΠ και ξεπερνούν τις προβλέψεις του περυσινού Προϋπολογισμού κατά 30% (π.χ. ΟΠΑΠ, ΟΤΕ, κλπ.). Προετοιμάζει την εισαγωγή του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει επίσης να επισημάνουμε ότι οι συγκεκριμένοι άξονες δημοσιονομικής διαχείρισης προωθούνται σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ, ανεξάρτητα από τις διαφορετικές δημοσιονομικές τους επιδόσεις.
Ανεξάρτητα από το μέγεθος του ελλείμματος και του χρέους οι αστικές κυβερνήσεις μετακυλίουν σταθερά τα πρόσθετα βάρη στους εργαζόμενους και την ίδια στιγμή ενισχύουν πολύπλευρα το μονοπωλιακό κεφάλαιο στο όνομα της «βελτίωσης του επιχειρηματικού κλίματος».
Ετσι και η σημερινή κυβέρνηση δρομολογεί τη μείωση του συντελεστή επιχειρηματικών κερδών στο 25% το 2007 από 35% το 2004 και προωθεί ένα πλαίσιο κινήτρων και ενισχύσεων της δράσης του μεγάλου κεφαλαίου, με το νέο Επενδυτικό Νόμο. Ενδεικτικό του βαθμού της κρατικής ρύθμισης προς όφελος της κεφαλαιοκρατικής συγκεντροποίησης και κερδοφορίας είναι ότι μέσα στο πρώτο τετράμηνο από την εφαρμογή του νόμου, κατατέθηκαν επενδυτικά σχέδια ύψους 1,14 δισ. ευρώ.
Παράλληλα η κυβέρνηση δεσμεύει σημαντικό μέρος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, για να χρηματοδοτήσει τις συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Προσπαθεί να προσελκύσει ιδιωτικά κεφάλαια διασφαλίζοντας εκ των προτέρων την υψηλή κερδοφορία τους και επιβαρύνοντας διπλά το λαϊκό καταναλωτή σαν φορολογούμενο στη φάση κατασκευής του έργου και σαν χρήστη στη συνέχεια (π.χ. με την αναπροσαρμογή των διοδίων).
Η κρατική στήριξη επικεντρώνεται σε σημαντικό βαθμό στη στήριξη της δράσης του εγχώριου κεφαλαίου στη διεθνή αγορά και στη βελτίωση των εξαγωγών εμπορευμάτων, τη λεγόμενη «εξωστρέφεια».
Συγκροτείται και αναδιοργανώνεται ένα πλέγμα κρατικών οργάνων (π.χ. ΟΑΕΠ, Εθνικό Συμβούλιο Εξαγωγών, ΟΠΕ) με στόχο την πολύπλευρη ενίσχυση των εγχώριων μονοπωλιακών ομίλων με σχετικές μελέτες, διασφάλιση πιστώσεων, προγράμματα προβολής εγχώριων εμπορευμάτων κλπ.
Στο ίδιο αντιλαϊκό μήκος κύματος κινούνται τα μέτρα για την αύξηση της απασχόλησης και τη στήριξη της κοινωνικής συνοχής. Κεντρική κατεύθυνση του συγκεκριμένου άξονα είναι φυσικά η ενίσχυση της «προσαρμοστικότητας των επιχειρήσεων και του εργατικού δυναμικού στις μεταβαλλόμενες συνθήκες του διεθνούς ανταγωνισμού» με βασικό ζητούμενο την ενίσχυση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας. Ηδη, η ΝΔ προώθησε το Ν. 3385/2005 με τον οποίο «μειώνεται σημαντικά για τον εργοδότη το κόστος των πρώτων 8 ωρών εργασίας, πέραν του συμβατικού εβδομαδιαίου ωραρίου, καθώς και των κατ' εξαίρεση υπερωριών» (19). Ταυτόχρονα, θα λαμβάνονται ορισμένα μέτρα διαχείρισης της ακραίας φτώχειας.
Ο κατάλογος των μέτρων της κυβερνητικής επίθεσης δε σταματά εδώ και θα εμπλουτίζεται συνέχεια. Αυτό που έχει όμως σημασία να κατανοηθεί από τους εργαζόμενους είναι ότι κάθε βήμα επίτευξης των στόχων της άρχουσας τάξης σχετικά με την ανταγωνιστικότητα, όχι μόνο δεν πρόκειται να μετριάσει, αλλά αντίθετα θα αυξήσει την ένταση αυτής της συνολικής επίθεσης.
ΓΙΑ ΤΗ ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ
ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία έπαιξε ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση των στόχων της στρατηγικής της Λισσαβόνας και υψώνει το λάβαρο της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ στην παγκόσμια αγορά.
Η ενεργή προώθηση της πολιτικής των αναδιαρθρώσεων για την εξυπηρέτηση των αναγκών του κεφαλαίου, δεν αποτελεί συγκυριακό ελιγμό, αλλά σταθερή στρατηγική επιλογή της. Η επιλογή αυτή σφραγίσθηκε μάλιστα με την αυτοκριτική της προηγούμενης περιόδου από τους επιφανέστερους θεωρητικούς της. Χαρακτηριστική είναι η τοποθέτηση του Αντονυ Γκίντενς (20): «Η κλασσική σοσιαλδημοκρατία θεωρούσε ανέκαθεν την παραγωγή πλούτου ως κάτι το παρεμπίπτον σε σχέση με τις βασικές της μέριμνες: την οικονομική ασφάλεια και την αναδιανομή. Οι νεοφιλελεύθεροι έφερναν στο προσκήνιο κυρίως την ανταγωνιστικότητα και την παραγωγή πλούτου. Η πολιτική του τρίτου δρόμου αποδίδει επίσης πολύ μεγάλη σημασία στα στοιχεία αυτά, καθώς με δεδομένη τη φύση της παγκόσμιας αγοράς, καθίστανται επειγόντως κρίσιμα...Η οικονομική θεωρία του σοσιαλισμού ήταν ανέκαθεν ανεπαρκής και υποτιμούσε τη δυνατότητα του καπιταλισμού να καινοτομεί και να αυξάνει διαρκώς την παραγωγικότητα».
Η στρατηγική σύμπλευση φιλελεύθερων και σοσιαλδημοκρατών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με κορυφαίο παράδειγμα την κυβέρνηση του «μεγάλου συνασπισμού» στη Γερμανία, δεν αμφισβητείται. Δημιουργεί όμως προβλήματα στην ενσωμάτωση ορισμένων τμημάτων της εργατικής τάξης στις αξίες και στους στόχους του καπιταλιστικού συστήματος.
Γι' αυτό η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία επιχειρεί να διαφοροποιηθεί, με την αυτοπροβολή της στο ρόλο του εγγυητή του κοινωνικού κράτους στο πλαίσιο των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Στο ίδιο μήκος κύματος το ΠΑΣΟΚ, ιδιαίτερα στο 7ο συνέδριό του, προβάλει ως προοδευτική λύση μια νέα σύνθεση κράτους - αγοράς, θεωρώντας βέβαια τον καπιταλιστικό ανταγωνισμό σαν το θεμέλιο της ανάπτυξης. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Γ. Πανανδρέου, στη φετινή ομιλία του στη ΔΕΘ τόνισε: «Να φτιάξουμε ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο, συνθέτοντας τα καλύτερα στοιχεία και τις εμπειρίες των ευρωπαϊκών χωρών. Βασικός μας στόχος πρέπει να είναι να απελευθερώσουμε τις δημιουργικές μας δυνάμεις και να το συνδυάσουμε αυτό με την κοινωνική δικαιοσύνη. Ναι, μπορούμε να διασφαλίσουμε σε μια ανταγωνιστική οικονομία, ισχυρό κοινωνικό κράτος».
Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι αξιολογώντας την ευρωπαϊκή εμπειρία, εστίασε στο σκανδιναβικό μοντέλο, το οποίο, όπως ανέφερε, είναι «βασισμένο στην κοινωνική συναίνεση, με μεγάλη ευελιξία στην αγορά εργασίας αλλά και ασφάλεια για τον εργαζόμενο».
Το ΠΑΣΟΚ με το πρόγραμμά του, αλλά και με την κυβερνητική πολιτική του, καθώς και ως αντιπολίτευση υιοθετεί τη στρατηγική της Λισσαβόνας, τις αντεργατικές αναδιαρθρώσεις κλπ. Επομένως, η αντίληψή του για τη σχέση κράτους-αγοράς δεν είναι έξω από τις σημερινές, σύγχρονες ανάγκες ρύθμισης για λογαριασμό του κεφαλαίου. Αλλωστε, και το «σκανδιναβικό μοντέλο» ήδη προσαρμόστηκε. Είναι μόνο λεκτική, προς παραπλάνηση των μαζών, η πολιτική του διαφοροποίηση στη σχέση αγοράς-κράτους.
Στην πράξη προωθεί τη συναίνεση στους βασικούς άξονες της κυρίαρχης πολιτικής (ανατροπή πλαισίου πλήρους - σταθερής απασχόλησης, «απελευθέρωση» τομέων στρατηγικής σημασίας, πλήρης εμπορευματοποίηση τομέων υγείας - παιδείας, φοροαπαλλαγές και κρατική ενίσχυση του μεγάλου κεφαλαίου κλπ.), περιορίζοντας την πολιτική διαπάλη στις ιεραρχήσεις, στους τρόπους, στην έκταση και στο ρυθμό εφαρμογής των κυβερνητικών μέτρων. Π.χ. ΝΔ και ΠΑΣΟΚ είχαν προβάλει στα προεκλογικά τους προγράμματα τη μείωση του φορολογικού συντελεστή για τα κέρδη του μεγάλου κεφαλαίου, όμως το ΠΑΣΟΚ μετεκλογικά «διαφοροποιήθηκε» περιορίζοντας την πρόταση μείωσης της φορολογίας μόνο για το μέρος των κερδών που «αποθεματικοποιείται». Η προβολή από την πλευρά του, του σκανδιναβικού μοντέλου που συνδυάζει τάχα την ευελιξία της εργασίας με την ασφάλεια για τον εργαζόμενο, αφορά στην πραγματικότητα την υιοθέτηση ορισμένων μέτρων διαχείρισης της ακραίας φτώχειας και της λαϊκής δυσαρέσκειας, την οποία αυξάνει η προώθηση της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης, π.χ. η πλήρης απελευθέρωση των απολύσεων στη Δανία, με αποζημίωση μόνο ενός μηνός, συνοδεύεται από ένα επίδομα ανεργίας μεγαλύτερης διάρκειας από την αντίστοιχη διάρκεια της Ελλάδας.
Η σημερινή αντιπολιτευτική τακτική του ΠΑΣΟΚ αποτελεί επομένως πολιτική προϋπόθεση για την προώθηση των επιλογών της αστικής τάξης, με την εδραίωση κλίματος ταξικής συνεργασίας.
ΓΙΑ ΤΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΔΙΕΞΟΔΟ
Συμπερασματικά, το εργατικό κίνημα δεν μπορεί να εγκλωβιστεί σε δήθεν κοινούς στόχους με το κεφάλαιο. Εχει ανάγκη διεκδίκησης ενός ολοκληρωμένου πλαισίου στόχων και διεκδικήσεων στον αντίποδα των συμφερόντων του κεφαλαίου, των κυβερνήσεων του στην Ελλάδα και συνολικότερα της πολιτικής της ΕΕ. Ενα πλαίσιο που δε θα περιορίζεται μόνο στη διεκδίκηση της ουσιαστικής αύξησης του πραγματικού μισθού, αλλά θα αγκαλιάζει το σύνολο των βασικών προβλημάτων, την εμπορευματοποίηση της παιδείας και της υγείας, την έμμεση φορολογία στα είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης, την ανατροπή των σχέσεων πλήρους - σταθερής απασχόλησης κλπ. Ενα πλαίσιο που θα αμφισβητεί στην πράξη τη θυσία των εργατικών δικαιωμάτων στο βωμό της καπιταλιστικής ανταγωνιστικότητας και κερδοφορίας.
Ενα τέτοιο πλαίσιο θα προωθείται πιο αποφασιστικά όσο θα αλλάζει ο συσχετισμός των δυνάμεων στο πολιτικό επίπεδο, αλλά και στο συνδικαλιστικό, σε βάρος της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ, των διαφόρων οπορτουνιστικών αντιλήψεων. Οσο θα προωθείται η αντιιμπεριαλιστική συμμαχία ανάμεσα στην εργατική τάξη και στα μεσαία στρώματα, με στόχο τη λαϊκή εξουσία.
Μόνο μια τέτοια ανάπτυξη του εργατικού, λαϊκού κινήματος είναι σε θέση να επιφέρει και απόσπαση κάποιων κατακτήσεων. Η διεκδίκηση των πάντων οδηγεί και σε αποτροπή νέων αντιλαϊκών μέτρων.
Αντίθετα, η γραμμή της αναζήτησης δήθεν ρεαλιστικών «λύσεων» βελτίωσης της ζωής της λαϊκής οικογένειας, η γραμμή που καταγγέλλει ως μαξιμαλιστικά τα αιτήματα που ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες των εργατικών λαϊκών στρωμάτων και προβάλλει «λύσεις» εμβαλλωματικές για τα πιο εξαθλιωμένα στρώματα, στρώνει το δρόμο για να υλοποιηθεί συναινετικά η πολιτική υπέρ του κεφαλαίου.
Η κοινωνικοποίηση των βασικών και συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, που προϋποθέτει την κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της, είναι αντικειμενική ανάγκη και μονόδρομος για την κατάργηση της εκμετάλλευσης και καταπίεσης του λαού.
Μπορεί να διασφαλίσει τους όρους και τις προϋποθέσεις αφενός και την ταχύτερη ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας σε σχέση με τον καπιταλισμό και αφετέρου τη συνδυασμένη ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών που να αντιστοιχεί στο εκάστοτε συγκεκριμένο επίπεδο παραγωγικότητας.
Η νέα οργάνωση της κοινωνικής εργασίας διαθέτει δυο πανίσχυρα όπλα: το κεντρικό σχεδιασμό της οικονομικής ζωής από το σοσιαλιστικό κράτος με γνώμονα τις κοινωνικές ανάγκες και τον εργατικό λαϊκό έλεγχο.
Η κεντρικά σχεδιασμένη ανάπτυξη μιας οικονομίας απαλλαγμένης από τις ανάγκες του καπιταλιστικού κέρδους, αφήνει πίσω της την αναρχία της κοινωνικής παραγωγής και τον καπιταλιστικό κύκλο της κρίσης. Αξιοποιεί τη συλλογική πείρα των εργαζομένων και τη συντεταγμένη συμμετοχή και συμβολή τους στη διεύθυνση των κρατικών υποθέσεων, με το θεσμοθετημένο λαϊκό έλεγχο. Πραγματοποιεί βήματα στο συνδυασμό της ικανοποίησης του ατομικού ενδιαφέροντος και συμφέροντος του εργαζόμενου, με τη συνολική αντιμετώπιση των κοινωνικών αναγκών. Αξιοποιεί την ορθολογική οργάνωση της ειδικευμένης εργασίας και την ανεμπόδιστη ανάπτυξη της σύγχρονης τεχνικής, για μια σχεδιασμένη αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας προς όφελος του λαού.
Ο Λένιν αναδεικνύει ως βασικό καθήκον του προλεταριάτου κατά τη σοσιαλιστική οικοδόμηση το να καθοδηγήσει όλη τη μάζα των εκμεταλλευόμενων στο δρόμο «της δημιουργίας μια νέας κοινωνικής σχέσης, μιας νέας πειθαρχίας στη δουλειά, μιας νέας οργάνωσης της δουλειάς που να συνενώνει την τελευταία λέξη της επιστήμης και της τεχνικής με τη μαζική συνένωση των συνειδητών δουλευτών που δημιουργούν τη μεγάλη σοσιαλιστική παραγωγή» (21).
Η προσπάθεια οικοδόμησης του σοσιαλισμού στον 20ό αιώνα δε συσσώρευσε μόνο θετική αλλά και αρνητική πείρα, σχετικά με το ζητούμενο αυτό. Η αξιολόγησή της ξεφεύγει βέβαια από τα όρια του συνοπτικού αυτού άρθρου. Ομως οι δυσκολίες δεν ήταν άγνωστες στους πρωταγωνιστές της πρώτης μεγαλειώδους ιστορικής προσπάθειας. Ο ίδιος ο Λένιν τόνιζε ότι το συγκεκριμένο καθήκον είναι πιο δύσκολο από την ανατροπή της αστικής τάξης, γιατί απαιτεί τον πιο επίμονο ηρωισμό της μαζικής καθημερινής δουλειάς.
Η μετατροπή επομένως της πλούσιας πείρας του προηγούμενου αιώνα σε θεωρητικό και πρακτικό όπλο για την εκπλήρωση της ιστορικής αποστολής της εργατικής τάξης, αποτελεί το δικό μας καθήκον. Για να αφήσουμε οριστικά πίσω μας τη βαρβαρότητα του καπιταλιστικού ανταγωνισμού.

Ο Μάκης Παπαδόπουλος είναι υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ.
1. Πλ. Σακελλάρης: «Ανάπτυξη και επενδύσεις». Περιοδικό «Φιλελεύθερη Εμφαση», τ. 23
2. Κ. Μαρξ: «Το κεφάλαιο», τόμ. Ι, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 329.
3. Κ. Μαρξ: «Το κεφάλαιο», τόμ. Ι, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σε. 54.
4. Κ. Μαρξ: «Το κεφάλαιο», τόμ. Ι, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 545.
5. Βλ. αναλυτικά, Κ. Μαρξ: «Το κεφάλαιο», τόμ. ΙΙΙ, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 293 και εξής.
6. Κ. Μαρξ: «Το κεφάλαιο», τόμ. ΙΙΙ, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 285.
7. Β. Ι. Λένιν: Απαντα, τ. 27, σελ. 328.
8. Κ. Μαρξ: «Το κεφάλαιο», τόμ. ΙΙΙ, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 276-277.
9. Υπουργείο Ανάπτυξης: «Ετήσια Εκθεση για την ανταγωνιστικότητα», 2004.
10. Αναλυτικότερα δες: ΙΝΕ ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ: «Η ελληνική οικονομία και η απασχόληση», 2005.
11. Τράπεζα της Ελλάδος: «Νομισματική Πολιτική. Ενδιάμεση Εκθεση 2005».
12. Υπουργείο Ανάπτυξης: «Στρατηγική της Λισσαβόνας». Ιανουάριος 2005.
13. Φιλελεύθερη Εμφαση: Φάκελος Ανταγωνιστικότητα και Ανάπτυξη, τ. 23, 2005.
14. Βλέπε: Ειδική έκδοση, Εφημερίδα «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» - Εκόνομιστ: «Οι ανατολικοί γείτονες της ΕΕ». Οκτώβριος 2005.
15. Ελένη Λουρή: «Η νέα στρατηγική της Λισσαβόνας και η εφαρμογή της στην Ελλάδα». Περιοδικό» Φιλελεύθερη Εμφαση»,τ. 23, 2005.
16. ΣΕΒ: «Η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας 2005-2006». Οκτώβριος 2005.
17. Ελένη Λουρή: «Η νέα στρατηγική της Λισσαβόνας και η εφαρμογή της στην Ελλάδα». Πριοδικό «Φιλελεύθερη Εμφαση», τ. 23, 2005.
18. Υπουργείο Οικονομίας: «Εθνικό Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων 2005-2008».
19. Τράπεζα της Ελλάδος: «Νομισματική Πολιτική, Ενδιάμεση Εκθεση». Οκτώβριος 2005.
20. Αντονυ Γκίντενς: «Ο Τρίτος δρόμος», εκδ. «Πόλις
».
21. Β. Ι. Λένιν: Απαντα, τ. 39, σελ. 17.

Επανασταση να διωξουμε τα αφεντικα


Τα άγρια μέτρα δεν έχουν τέλος


Οι νέες αντιδραστικές αλλαγές στα εργασιακά που θέτουν ξανά οι ΕΕ – ΕΚΤ – ΔΝΤ, κατάργηση της αποζημίωσης για τις απολύσεις, κατάργηση του πενθήμερου και του οχτάωρου, γενίκευση της εκ περιτροπής εργασίας με δραστική μείωση των μισθών και άλλα, αποδεικνύει αυτό που εδώ και καιρό αναδεικνύει το ΚΚΕ.
Ο δρόμος της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης δεν έχει ούτε τέλος ούτε πάτο.
 Τα πρόσθετα αυτά μέτρα προβλέπονται στις συνθήκες της ΕΕ και αποτελούν πάγιες αξιώσεις της ελληνικής πλουτοκρατίας.
Οι εργαζόμενοι πρέπει να το πάρουν απόφαση ότι τα άγρια μέτρα σε βάρος τους δε θα έχουν τέλος όσο οι επιχειρήσεις και συνολικά η οικονομία λειτουργεί με κριτήριο το καπιταλιστικό κέρδος και όχι τις δικές τους ανάγκες, όσο η χώρα βρίσκεται στην ΕΕ.
Απαιτείται επειγόντως ταξική πολιτική αφύπνιση, οργάνωση και αντεπίθεση για να μην περάσουν τα βάρβαρα μέτρα, για ριζική ανατροπή.


Ετσι ξεπουλανε οι ΕΛΛΗΝΑΡΑΔΕΣ πατριωτες


Η “ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΧΡΥΣΟΣ” και η νεκραναστημένη “TVX HELLAS” συναντιούνται στα …αμπέλια των Σκουριών 

  

  
 O κ. Αθανάσιος Φελώνης είναι διαπρεπής δικηγόρος των Αθηνών, γνωστός από τη σύνδεσή του με μεταλλευτικές εταιρείες και ειδικός εισηγητής σε μεταλλευτικά συνέδρια και ημερίδες. Με το 22137/12.12.2003 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αθηνών Ιωάννης Γαβριέλη-Αναγνωσταλάκη ο κ. Φελώνης ως νόμιμος εκπρόσωπος της TVX HELLAS A.E., μεταβίβασε στο Ελληνικό Δημόσιο, εκπροσωπούμενο από το Χρήστο Πάχτα, το σύνολο των στοιχείων ενεργητικού της εταιρείας “χωρίς να απαιτείται διαπίστωση και απογραφή της λογιστικής του αξίας, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων”. Τα εν λόγω “στοιχεία ενεργητικού” είναι τα Μεταλλεία Κασσάνδρας Χαλκιδικής.
 Ο κ. Χαράλαμπος Μπεκρής ήταν ο επικεφαλής ασφαλείας της TVX HELLAS Α.Ε. και υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων της εταιρείας τα τελευταία χρόνια πριν από την πτώχευσή της το 2003.
 Τα τελευταία χρόνια οι κύριοι Φελώνης και Μπεκρής έχουν αναπτύξει σφοδρό ενδιαφέρον για την αμπελουργία. Τα έτη 2008, 2009, 2010 και 2011, ο Αθανάσιος Φελώνης αγόρασε με δέκα χωριστές πράξεις κτήματα συνολικής έκτασης 60 στρεμμάτων από κατοίκους της Μ. Παναγίας με σκοπό τη δημιουργία βιολογικών αμπελώνων, κατά τις δηλώσεις τους στους πωλητές.
 Τα 28 στρέμματα βρίσκονται στην περιοχή “Κασάλπα”, στο όριο του οικισμού Μ. Παναγίας και εντός της “άμεσης περιοχής επέμβασης” του μεταλλείου των Σκουριών. Αγοράστηκαν με το συμβόλαιο 3889/2008 από τον Αλέξανδρο Συκιώτη, με το 3840/2008 από την Κατίνα Κούκου, με το 4013/2008 από τον Πολύζο Πολυζούδη, με το 4014/2008 από τους Γιώργο και Ιωάννη Συκιώτη, με το 5124/2010 από τον Ιωάννη Συκιώτη και με το 5599/2011 από τον Γιώργο Συκιώτη.
  

  
 Τα 32 στρέμματα είναι στην περιοχή “Διαμαντάδικα”, μεταξύ του οικισμού Μ. Παναγίας και του ανοικτού ορύγματος του μεταλλείου των Σκουριών, επίσης μέσα στην άμεση περιοχή επέμβασης του μεταλλείου. Αγοράστηκαν με το συμβόλαιο 3841/2008 από τον Κωνσταντίνο Πέτρου, με το 3842/2008 από τον Χρήστο Τσιπινιά, με το 3865/2008 από την Ελευθερία Παπαγιαννάκη και με το 4556/2009 από τους Αντώνιο Τσιπινιά και Ελένη Ναλάκα.
  

  

  
 Και τα δέκα συμβόλαια συντάχθηκαν από τη συμβολαιογράφο Ιερισσού Όλγα Χατζηλίδου-Μπίκα και μεταγράφηκαν στο Υποθηκοφυλακείο Αρναίας. Οι διαπραγματεύσεις και οι συμφωνίες για τις αγορές έγιναν από τον κ. Μπάμπη Μπεκρή, προφανώς λόγω των γνωριμιών του στην περιοχή από τα χρόνια της TVX.
 Αλλά τα πράγματα αποδείχθηκαν πιο περίπλοκα.
 Mε την απόφαση του 1286/03, το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών κήρυξε την TVX HELLAS σε “κατάσταση πτώχευσης” αποδεχόμενο την αίτηση που είχε κάνει η εταιρεία τον Μάιο 2003. Στις 9 και 10 Δεκεμβρίου 2003, ο Χρήστος Πάχτας οδήγησε τους 472 απλήρωτους απολυμένους της TVX HELLAS στη συμβολαιογράφο Ιερισσού Όλγα Χατζηλίδου-Μπίκα (συμπτωματικά την ίδια συμβολαιογράφο που έκανε όλα τα συμβόλαια για τους αμπελώνες του κ. Φελώνη), όπου εξουσιοδότησαν τους Προέδρους των Σωματείων να παραιτηθούν από τα δεδουλευμένα τους ύψους 16,8 ευρώ και να ανακαλέσουν τις μηνύσεις τους προς την εταιρεία για αποζημιώσεις. Στη συνέχεια το Ελληνικό Δημόσιο, διά του Χρήστου Πάχτα, παραιτήθηκε από βεβαιωμένους φόρους και ασφαλιστικές εισφορές ύψους 5 εκατ. ευρώ σε βάρος της TVX HELLAS.
 Μετά από τα παραπάνω και αφού δεν υπήρχαν πλέον οικονομικές απαιτήσεις από την TVX HELLAS, την Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2003 στις 12:00 το μεσημέρι το Πρωτοδικείο Αθηνών ανακάλεσε την απόφαση πτώχευσης και η TVX HELLAS “ξεπτώχευσε”!
 Στις 17:00 της ίδιας μέρας στο γραφείο του Υφυπουργού Χρήστου Πάχτα, η ξεπτωχευμένη TVX HELLAS δια του κ. Φελώνη πούλησε τα Μεταλλεία Κασσάνδρας στο Ελληνικό Δημόσιο. Μια ώρα αργότερα, ο Χρήστος Πάχτας πούλησε στην ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΧΡΥΣΟΣ που εκπροσωπείτο από τον κ. Δημήτρη Κούτρα τα Μεταλλεία Κασσάνδρας που μολις του είχε πουλήσει ο κ. Φελώνης. Και αμέσως μετά η TVX HELLAS ξανακατέθεσε αίτηση πτώχευσης!
 Η ξαναπτώχευση της TVX HELLAS καταχωρήθηκε στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιρειών στις 8/9/3005 (ΦΕΚ 9720/12.9.2005).
Στις 26.2.2010 η TVX HELLAS έχει ξαναξεπτωχεύσει και εκλέγει Διοικητικό Συμβούλιο με Πρόεδρο τον Χαράλαμπο Μπεκρή (ΦΕΚ 2058/22.3.2010). Και αν πιστεύει κάποιος ότι η TVX έχει βγάλει το πόδι της από την ιδιοκτησία των Μεταλλείων Κασσάνδρας, πλανάται πλάνην οικτράν…
 Από το 2008 ο σημερινός Πρόεδρος της TVX HELLAS και νόμιμος εκπρόσωπός της κ. Μπάμπης Μπεκρής παζαρεύει και κλείνει αγορές κτημάτων στην βιομηχανική ζώνη της Μ. Παναγίας και στην έκταση μεταξύ Μ. Παναγίας και μεταλλείου Σκουριών στην περιοχή “Διαμαντάδικα” για λογαριασμό του κ. Φελώνη. Έτσι απλά λοιπόν οι κύριοι Φελώνης-Μπεκρής επέλεξαν να γίνουν αμπελουργοί στις απότομες πλαγιές του Κακάβου, μέσα στην άμεση περιοχή του Μεταλλείου “Σκουριές”.
  


Χάρτης με την άμεση περιοχή επέμβασης του έργου “Σκουριές” (κίτρινη γραμμή) από τη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων της ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΧΡΥΣΟΣ
 Στην περιοχή “Κασάλπα”, μέσα στη βιομηχανική ζώνη Μ. Παναγίας, έχουν ήδη φυτευτεί αμπέλια. Όσα είναι δίπλα στο δρόμο είναι προσεγμένα. Όσο απομακρυνόμαστε προς τα πλάγια, οι αμπελώνες παρουσιάζουν εικόνα εγκατάλειψης. Τα “Διαμαντάδικα” είναι έρημα ρουμάνια, όπου το δάσος έχει αποψιλωθεί από τις δρυς.
  

  

  
 Τα πράγματα έδεσαν με τη δημοσίευση του ΦΕΚ 2882/25.5.2012, όπου εμφανίζεται ο κ. Αθανάσιος Φελώνης ως το νέο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΧΡΥΣΟΣ, αγκαλιά με τον κ. Πέτρο Στρατουδάκη και τον κ. Δημήτρη Κούτρα, Πρόεδρο της HELLAS GOLD. Επισημαίνουμε ότι Δήμαρχος της περιοχής στην οποία αγοράστηκαν τα “αμπέλια” είναι ο Χρήστος Πάχτας.
Αθανάσιος Φελώνης και Δημήτρης Κούτρας ως ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΧΡΥΣΟΣ και Μπάμπης Μπεκρής ως TVX HELLAS, συναντιούνται στα αμπέλια της “ευρύτερης περιοχής του μεταλείου “Σκουριές” με οικοδεσπότη τον Χρήστο Πάχτα.
πηγή: antigoldgreece 
 Αναρτήθηκε από  ΑΝΟΡΘΟΓΡΑΦΟΣ drashstowraiokastro.blogspot

Ν.ΑΦΡΙΚΗ,ΙΝΔΙΑ.ΕΛΛΑΔΑ ειναι ο καπιταλισμος ηλιθιε


Μανισάρ, Ινδία Η βρισιά που ξεχείλισε την εργατική οργή 








Μανισάρ, Ινδία Η βρισιά που ξεχείλισε την εργατική οργή 








Για λίγες ημέρες ο εργάτης, Jiya Lal, στο τμήμα συναρμολόγησης της αυτοκινητοβιομηχανίας Μαρούτι-Σουζούκι στην Μανισάρ, ήταν ο πιο καταζητούμενος άνθρωπος από τις αρχές του κρατιδίου της Χαριάνα, τον φετινό Ιούλη. Τελικά συνελήφθη μαζί με άλλους εκατό περίπου νεαρούς εργαζόμενους στο εργοστάσιο ανάμεσα στους οποίους και τα μέλη της διοίκησης του σωματείου και έκτοτε παραμένουν προφυλακισμένοι με βαριές κατηγορίες. Ο είκοσι-επτάχρονος Jiya Lal, όπως και οι περισσότεροι από τους τέσσερις χιλιάδες εργάτες της Μαρούτι, ήρθε στην Μανισάρ από το χωριό του, το Ντακάλ στα βόρεια της Χαριάνα, αφήνοντας πίσω οικογένεια και τους αγρότες γονείς για να πουλήσει την εργατική δύναμη του στα τεράστια εργοστάσια κατασκευής αυτοκινήτων και δικύκλων που έχουν έδρα την ευρύτερη περιοχή που είναι γνωστή σαν Εθνική Περιφέρεια της Πρωτεύουσας. Η Μανισάρ βρίσκεται στην περιοχή της Γκουργκαόν, στα νότια του Δελχί και φιλοξενεί μια εκρηκτικά αναπτυσσόμενη βιομηχανική περιοχή με δεκάδες μεγάλα εργοστάσια που έστησαν μεγάλες πολυεθνικές σε συνεργασία με τους ινδούς εταίρους τους. 

Τίποτε δεν έδειχνε το πρωινό στις 18 του Ιούλη, όταν έπιανε δουλειά ο νεαρός εργάτης, όσα θα ακολουθούσαν και θα άλλαζαν σε μια μόνο ημέρα την ζωή του. Ήταν δέκα το πρωί όταν ο σκληρός επόπτης Ramkishore Majhi, του έκανε με σκαιότητα παρατήρηση και του μίλησε απαξιωτικά για την ταπεινή καταγωγή του αποκαλώντας τον, Dhedh, δηλαδή άνθρωπο κατώτερο και από την πιο χαμηλή κάστα. Ο νταλίτ Jiya Lal, αντέδρασε και χαστούκισε τον επόπτη με αποτέλεσμα το τμήμα προσωπικού να ανακοινώσει την απόλυση του. Τα γεγονότα ύστερα από αυτό έτρεξαν με ιλιγγιώδη ταχύτητα, ειδικά όταν μπήκε στο εργοστάσιο και η απογευματινή βάρδια. Οι εργάτες διαμέσου του σωματείου τους ζήτησαν ακύρωση της απόλυσης και σταμάτησαν να δουλεύουν. Και ενώ οι διαπραγματεύσεις φαίνονταν να πηγαίνουν καλά, η διοίκηση από τα κεντρικά υπαναχώρησε ενώ ενεργοποίησε και μια ομάδα μπράβων που ξεκίνησαν με απειλές και βία να φοβίσουν τους εργάτες. Οι συγκρούσεις γενικεύτηκαν και όταν ξημέρωσε η άλλη ημέρα οι εικόνες από τις καταστροφές στην πύλη του εργοστασίου και στα γραφεία μαρτυρούσαν πως η οργή είχε ξεχειλίσει. Εκτός από τους τραυματίες, μεταξύ των οποίων και δυο-τρεις γιαπωνέζοι, στελέχη της εταιρίας, στα καμένα γραφεία βρέθηκε το απανθρακωμένο πτώμα του προσωπάρχη Awanish Dev, ο οποίος ήταν ο εκπρόσωπος της εταιρίας στις διαπραγματεύσεις. 

Γι αυτούς που ξέρουν την αλήθεια τα γεγονότα δεν συνέβησαν τυχαία. Το εργοστάσιο της Μαρούτι αποτελεί τυπικό δείγμα ενός σύγχρονου Νταχάου άγριας εκμετάλλευσης και σκληρής καταπίεσης για τους χιλιάδες νεαρούς εργάτες που δουλεύουν οι περισσότεροι με συμβάσεις ορισμένου χρόνου και μηνιάτικο κάτω από 7 χιλιάδες ρουπίες (περίπου 100 ευρώ). Στις αλυσίδες παραγωγής, η εντατικοποίηση είναι απάνθρωπη, τα δύο διαλείμματα στο οκτάωρο είναι για επτάμισι λεπτά!, τα πρόστιμα είναι συνηθισμένη πρακτική για ολιγόλεπτες καθυστερήσεις και οι συνθήκες μέσα στα τεράστια βουερά και ανήλιαγα κτίρια εξοντωτικές. Οι εργάτες ζούνε σε κοιτώνες και σπίτια πληρώνοντας ενοίκια δυσανάλογα των μισθών τους, σε άθλιες συνθήκες, στοιβαγμένοι τέσσερις και πέντε σε ένα δωμάτιο ενώ οι τιμές για τα βασικά είδη τροφής και συντήρησης στα εμπορικά κέντρα αυξάνουν συνεχώς. Έτσι η βρισιά και το χαστούκι δεν ήταν τίποτε παραπάνω από ένας σπινθήρας σε χυμένη βενζίνη. 

Δεν ήταν η πρώτη φορά που οι εργάτες αντέδρασαν. Από το 2001 έχουν καταγραφεί απεργίες κυρίως με μισθολογικά αιτήματα ενώ για χρόνια η εταιρία αρνούνταν να αναγνωρίσει το εργοστασιακό σωματείο και προσπάθησε να στήσει ένα εργοδοτικό. Πέρυσι γι' αυτόν τον λόγο ανάμεσα στον Ιούνη και τον Νοέμβρη έγιναν αρκετές απεργίες και στάσεις εργασίας. Οι εργάτες συνεχίζουν να ζητούν αύξηση του κατωτάτου μισθού στις 17 χιλιάδες ρουπίες γνωρίζοντας πως με την δουλειά τους η εταιρία έχει θησαυρίσει. Αύξησε τα κέρδη της σε μια δεκαετία κατά 2200%!, ενώ η παραγωγικότητα τετραπλασιάστηκε με αύξηση μόνο κατά 65% του προσωπικού, οι μισθοί των οποίων αυτά τα χρόνια αυξήθηκαν μόνο κατά 5,5% την στιγμή που ο Εθνικός Δείκτης Τιμών σε πέντε χρόνια αυξήθηκε κατά 50%. 

Όπως ήταν αναμενόμενο τόσο η κυβέρνηση της Χαριάνα όσο και αυτή στο Δελχί έσπευσαν να καθησυχάσουν την εταιρία και να καταδικάσουν τους εργάτες. Εξαπέλυσαν ένα ανθρωποκυνηγητό για τους δήθεν υπαίτιους ενώ η Μαρούτι ανακοίνωσε την απόλυση πεντακοσίων εργατών που συμμετείχαν στην εξέγερση. Ορισμένοι μάλιστα ανακάλυψαν και πάλι μαοϊκό δάκτυλο πίσω από τα γεγονότα. Στα μέσα του Αυγούστου το εργοστάσιο άρχισε να λειτουργεί με τριακόσιους εργάτες για αρχή, με ισχυρή αστυνομική προστασία και πιο πολλούς μπράβους, αλλά αρκετοί στην Ινδία μιλάνε πλέον για ένα νέο εργατικό κίνημα πιο ριζοσπαστικό και επικίνδυνο που αναδύεται στα βιομηχανικά κέντρα, που δεν μπορεί να το ανακόψει ο φόβος και η καταστολή. 


 Αναρτήθηκε από Praxis red

Ομαδικη παρακρουση η μαλακυνση ΛΑΟΥ;


Ολα σύμφωνα με το σχεδιο 




 Tι δεν καταλαβαίνουν άραγε όλοι οι αναλυτές που παριστάνουν τους έκπληκτους στις οθόνες;

 Λένε ότι όλα αυτά τα μέτρα είναι λάθος γιατί θα οδηγήσουν τη χώρα σε ακόμη μεγαλύτερη ύφεση. Σπουδαίο νέο! Ομως η κ Μέρκελ, εκπροσωπώντας τα γνωστά συμφέροντα και καθόλου τον εαυτό της, έχει δηλώσει πριν από λίγες εβδομάδες ότι η λύση για την Ελλάδα είναι η ύφεση.
 Άρα λοιπόν η Μέρκελ παραμένει πιστή στο αρχικό σχέδιο εξόντωσης. Ο Αντώνης πάλι ζήτησε συγνώμη για την προ εκλογών αντιμνημονιακή στάση του και είπε ότι θα κάνει ότι χρειαστεί, ότι θα είναι το καλύτερο παιδί αν μας αφήσουν στο ευρώ(λες κι αυτοί δεν θέλουν), γνωρίζοντας φυσικά, σαν οικονομολόγος που είναι, που οδηγούν όλα αυτά δηλαδή  στην ύφεση. Και από την ύφεση στην παραπέρα εξάντληση και καταστροφή της οικονομίας, την αδυναμία "εκπλήρωσης των συμφωνημένων", τα επι πλέον μέτρα που εννοείται ότι δεν θα είναι τα τελευταία, και τέλος την αρπαγή κάθε ίχνους σημαντικής Δημόσιας περιουσίας και την εξαφάνιση κάθε δικαιώματος των εργαζόμενων.
 Επίσης ο κ.Ρουμελιώτης -του ΔΝΤ- μας είπε κι αυτός πριν λίγες εβδομάδες ότι ήξεραν από την αρχή ότι τα μέτρα δεν θα είχαν αποτέλεσμα ή  με άλλα λόγια ότι άλλο έλεγαν πως είχαν στόχο κι άλλο υπήρχε στο μυαλό τους, δηλαδή η ύφεση(και όλα τα υπόλοιπα) που όπως είπε η Μερκελ "είναι η λύση". Εκτός αν πιστεύουμε ότι η Μέρκελ και το ΔΝΤ δεν είχαν μιλήσει μεταξύ τους...
 Οι υπόλοιποι της Ελτρόικα ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ αφού έχυσαν μπόλικα δάκρυα για το λαό, είπαν κι αυτοί ότι ξέρουν τι σημαίνουν όλα αυτά, αλλά δε γίνεται αλλιώς, δηλώνοντας υποταγή στις επιταγές του μεγάλου ευρωπαικού κεφαλαίου και μαζί το ότι δεν πιστεύουν ότι υπάρχει καμία δυνατότητα αντίστασης. Επέλεξαν δηλαδή την ύφεση, την υποταγή, το ξεπούλημα  και επομένως την καταστροφή μας σαν λύση για να μην καταστραφούμε αν "μας πετάξουν από το ευρώ"!
 Ετσι ..."παλεύουν" εκεί στα κυβερνητικά γραφεία για το καλό του λαού. Χωρίς να μπλέκουν και να "ενοχλούν" τον ίδιο το λαό. Αυτός πρέπει να παραμένει στη γωνία παρατηρητής, βλέποντας τη ζωή του να περνάει μπροστά του δεμένη χειροπόδαρα σα σκλάβα και να σέρνεται από το λουρί της ΕΕ και του ευρώ χωρίς να κάνει τίποτα. Αυτός δεν παίζει κανένα ρόλο.
  Ολα είναι κρίσιμα, η συνάντηση με τη Μέρκελ και τον Ολάντ, ο ερχομός της Τρόικας, η επίσκεψη Γιούνκερ, η κάθε άθλια και στημένη διάσκεψη κορυφής. Ολα εκτός από το τι λέει και τι θα κάνει ΄για όλα αυτά ο ίδιος ο λαός. Μην του βάζουμε και ιδέες στο μυαλό και αρχίζει και νομίζει ότι τον λογαριάζουν...
 Ο λαός πρεπει  να κοιτάζει τη δουλειά του ακόμα κι αν δεν έχει καν δουλειά. Αυτά είναι πράγματα που θα τα φροντίσουν αυτοί, οι σωτήρες του που τους ψηφίζει κάθε όποτε του επιτρέψουν στις εκλογές, αυτές τις γιορτές της Δημοκρατίας.... Κι όταν δεν τους αρέσει το αποτέλεσμα, τον τρομοκρατούν, τον εκβιάζουν και τον υποχρεώνουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να αλλάζει την ψήφο του όπως έκανε στις εκλογές του Ιουνίου.

 Ολα λοιπόν, με φανερό ή κρυφό τρόπο, από σχέδιο ή από δειλία, βαδίζουν κανονικά σύμφωνα με το σχέδιο που είναι η ύφεση και η παραπέρα φτωχοποίηση και καταστροφή. Και το σχέδιο θα το ακολουθήσουν μέχρι το τέρμα είτε με το καλό έιτε με το άγριο. Που είναι το λάθος επομένως;

 Το λάθος που είναι ολοφανερο είναι ότι τους ακούμε ακόμη και δίνουμε βάση στην "έκπληξη", τη θλίψη και τις δήθεν αναλύσεις τους αντι να ακούμε αυτούς που πρέπει, δηλαδή τους κομμουνιστές, που όταν μας προειδοποιούν τους βρίζουμε Κασσάνδρες, κι όταν επιβεβαιώνονται δε λέμε λέξη.

 Οσο πιο γρήγορα το πάρουμε αλλιώς πριν βρούμε τόσο καλύτερα για μας.

 Αναρτήθηκε από  Γιώργος Σαρρή

Βρώμικα σχέδια που πυροδοτούν τη ρατσιστική βία


ΣΥΓΚΥΒΕΡΝΗΣΗ - «ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ»
Βρώμικα σχέδια που πυροδοτούν τη ρατσιστική βία
Οι ρατσιστικές επιθέσεις σε βάρος μεταναστών και η δολοφονική δράση φασιστικών ομάδων εντείνονται το τελευταίο διάστημα. Υπάρχουν περιστατικά που καταγγέλλονται και βλέπουν το φως της δημοσιότητας, υπάρχουν όμως και δεκάδες άλλα που ποτέ δεν γίνονται γνωστά. Το θέμα είναι ότι όλο και πιο συχνά ομάδες φασιστοειδών χτυπούν, μαχαιρώνουν και κυνηγούν μετανάστες σε όλες τις περιοχές της χώρας. Ομάδες χρυσαυγιτών εμφανίζονται ως τάγματα εφόδου, για να κυνηγήσουν εξαθλιωμένους που οδηγούνται αλυσοδεμένοι σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπως στην περίπτωση της Κορίνθου. Μετανάστες εξαντλημένοι απ' τη δουλειά και απλήρωτοι για μήνες, βασανίζονται άγρια επειδή τόλμησαν να ζητήσουν το μεροκάματο, όπως στη Μανωλάδα. Πριν μερικές μέρες ομάδα φασιστοειδών επιτέθηκε με μολότωφ σε κατοικία τριών Πακιστανών μεταναστών στους Αγίους Αναργύρους με αποτέλεσμα την πρόκληση σοβαρών εγκαυμάτων σε έναν από αυτούς. Επιπλέον, στην ίδια περιοχή σημειώθηκε επίθεση πολυμελούς ομάδας φασιστοειδών εφοδιασμένης με ρόπαλα και αλυσίδες εναντίον κατοικίας που ζουν Πακιστανοί μετανάστες. Ο τραυματισμός των μεταναστών αποτράπηκε χάρη στην παρέμβαση Ελλήνων γειτόνων.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι στη δεύτερη περίπτωση σοβαρά ερωτηματικά προκαλεί η στάση της Ελληνικής Αστυνομίας, δυνάμεις της οποίας έφτασαν στο σημείο της επίθεσης και αντί να συλλάβουν τους φασίστες, δράστες της επίθεσης, προσήγαγαν τρεις μετανάστες... Τα ερωτηματικά είναι πολλά και σε ό,τι αφορά τον εξοπλισμό χρυσαυγιτών στην Κόρινθο που ήταν ίδιος με αυτόν δυνάμεων της αστυνομίας.
Ρατσιστικά μπουρλότα από τη συγκυβέρνηση
Αυτά τα περιστατικά δεν είναι κεραυνός εν αιθρία. Η συγκυβέρνηση με την πολιτική της στρώνει το έδαφος για τέτοιες - και ακόμη χειρότερες - ενέργειες. Εδώ και μερικές βδομάδες έχει βάλει σε εφαρμογή ένα απάνθρωπο εκτεταμένο σχέδιο καταστολής σε βάρος των μεταναστών σε όλη τη χώρα που το ονομάζει «Ξένιος Ζευς». Και για να δικαιολογήσει τις χιλιάδες συλλήψεις μιλά για «ανακατάληψη της πόλης» και επαναλαμβάνει ότι «η χώρα βρίσκεται σε κατάσταση συνολικής ανατροπής της κοινωνικής δομής από το μεταναστευτικό». Φράσεις που έχουν πει πολλές φορές και ο υπουργός Δημόσιας Τάξης αλλά και ο ίδιος ο πρωθυπουργός προεκλογικά. Πυροδοτούν απροκάλυπτα τα επικίνδυνα φαινόμενα ρατσιστικής βίας και τις επιθέσεις φασιστοειδών. Κι ας εμφανίζονται να καταδικάζουν τη δράση της «Χρυσής Αυγής» στην Κόρινθο. Θυμίζουμε ότι μία μέρα πριν ο υπουργός Δημόσιας Τάξης Ν. Δένδιας δηλώσει ότι «... τάγματα εφόδου στη χώρα αυτή, καπηλευόμενα τα εθνικά σύμβολα, δεν πρόκειται να γίνουν ανεκτά. Θα συντριβούν», είχε πει: «η χώρα βρίσκεται σε κατάσταση απόλυτου κινδύνου» εξαιτίας των μεταναστών, θέση που σαφώς πυροδοτεί τη ρατσιστική βία. Δεν είναι επίσης καθόλου τυχαίο ότι η «Χρυσή Αυγή» έχει προαναγγείλει την επέκταση των τραμπούκικων επιθέσεων, ενώ μιλά για στιλέτα που θα ακονίζονται στους δρόμους, ενώ ζητά την απαγόρευση των συγκεντρώσεων αλλοδαπών.
Με προμετωπίδα το κυνήγι των μεταναστών, η ηγεσία της «Χρυσής Αυγής» κρύβει επιμελώς τους πραγματικούς στόχους της και εμφανίζεται ως φιλολαϊκή οργάνωση, που μάλιστα αναλαμβάνει αυτόκλητα τη δήθεν υπεράσπιση των φτωχών και αδυνάτων. Αξιοποιεί με αυτόν τον τρόπο τη δίκαιη αγανάκτηση πολλών εργαζομένων και εξαθλιωμένων, θυμάτων της αστικής πολιτικής και του σάπιου αστικού πολιτικού συστήματος, για να τους εγκλωβίσει στην πιο αντιδραστική κατεύθυνση υπηρέτησης του καπιταλιστικού συστήματος.
Η κυβερνητική πολιτική ενισχύει τέτοιες δραστηριότητες σαν της «Χρυσής Αυγής».
Παίζουν βρώμικα παιχνίδια σε βάρος του λαού
Η ωμή ρατσιστική βία και οι βασανισμοί εργατών δεν αφορούν μόνο τους μετανάστες. Αφορούν όλους τους εργαζόμενους. Η δράση δολοφονικών ομάδων που σήμερα χτυπούν μετανάστες εργάτες και αύριο μπορεί να χτυπούν εργάτες που απεργούν, είναι υπόθεση όλου του λαού που δεν πρέπει να ανέχεται τέτοιες καταστάσεις.
Αποκαλυπτικός σχετικά με το ότι τόσο οι πολιτικές καταστολής εναντίον των μεταναστών, όσο και η υπόθαλψη της ρατσιστικής βίας στοχεύουν τελικά στο τσάκισμα του λαϊκού κινήματος, ήταν πρόσφατα ο βουλευτής της ΝΔ Αδωνις Γεωργιάδης. Παρεμβαίνοντας στη Βουλή, εξήρε το έργο της Αστυνομίας παρουσιάζοντας ως... πλευρές του ίδιου νομίσματος τις επιχειρήσεις - σκούπα εναντίον των μεταναστών και τις προσπάθειες καταστολής απεργιακών κινητοποιήσεων, όπως για παράδειγμα στην «Ελληνική Χαλυβουργία». Ενδεικτική ήταν η φράση του σύμφωνα με την οποία αποτελούν «εντυπωσιακά πράγματα» και επιτεύγματα της κυβέρνησης «η επέμβαση στη Χαλυβουργία και ο τρόπος που έγινε αναίμακτα και ήσυχα και πήρε μπρος το εργοστάσιο και σώθηκαν οι δουλειές των ανθρώπων και η επιχείρηση του "Ξενίου Διός" η οποία συνεχίζεται». Ταυτίζουν, δηλαδή, στη συνείδηση του λαού το χτύπημα εργατικών κινητοποιήσεων με το κυνήγι των μεταναστών. Προϊδεάζουν έτσι για όσα επικίνδυνα σχεδιάζουν. Για να υλοποιήσουν τις γενικές επιδιώξεις της άρχουσας τάξης και του κεφαλαίου (σ.σ. που ασπάζεται πλήρως και η «Χρυσή Αυγή») θέλουν να τσακίσουν το εργατικό λαϊκό κίνημα. Καθόλου τυχαία, λοιπόν, δε σχετίζουν αυτά τα γεγονότα.
Τους τσακίζουν εκείνοι που τους έφεραν...
Το πρόβλημα των μεταναστών είναι πράγματι ιδιαίτερα οξυμένο. Ευθύνονται οι ίδιοι, δηλαδή οι κυβερνήσεις, που σήμερα τους κυνηγούν και καλλιεργούν ταυτόχρονα τις δολοφονικές επιθέσεις από τους «χρυσαυγίτες» και που «χτες» τούς άνοιγαν την πόρτα για να έρθουν στη χώρα, επειδή τότε αυτό εξυπηρετούσε τις επιδιώξεις του κεφαλαίου (φτηνή εργατική δύναμη, πίεση στα μεροκάματα των Ελλήνων εργατών κ.ά.). Ευθύνεται η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης που υλοποιούν οι κυβερνήσεις, η οποία κρατά με το ζόρι στην Ελλάδα πεινασμένους ανθρώπους που θέλουν να φύγουν άμεσα, με βάση τη Συνθήκη «Δουβλίνο 2» που δεν επιτρέπει να τους δοθούν έγραφα και να φύγουν για άλλες χώρες.
Για παράδειγμα, το Γενάρη του 1991, ο τότε πρωθυπουργός, Κ. Μητσοτάκης, επικεφαλής πολυμελούς αντιπροσωπείας (ανάμεσά τους ο σημερινός πρωθυπουργός, Αντ. Σαμαράς, τότε ΥΠΕΞ, και η Ντ. Μπακογιάννη), επισκέφθηκε τα Τίρανα για συνομιλίες με την αλβανική κυβέρνηση και ανάμεσα στα θέματα ήταν και η εισροή μεταναστών για να δουλέψουν ως φτηνή εργατική δύναμη σε έργα που είχαν προγραμματιστεί. Τα ρεπορτάζ εκείνης της εποχής έγραφαν: «Αυτό που (...) παρουσίασε χθες στη Δερβιτσάνη ο Κ. Μητσοτάκης ως "άνοιγμα των συνόρων" είναι στην πραγματικότητα η δήλωση Σαμαρά το βράδυ της Κυριακής (...) Δηλαδή ότι: "Η ελληνική πρεσβεία στα Τίρανα θα αυξήσει τη ροή των θεωρήσεων (εκδόσεις βίζας) διάρκειας μέχρι ενός έτους για τους Αλβανούς υπηκόους"».
Κοινός αγώνας
Για να φτάσουμε μέχρι εδώ υπήρξε μια μακρά περίοδος που καλλιεργήθηκε η συνείδηση ότι για όλα φταίνε οι μετανάστες. Για το έγκλημα, τα ναρκωτικά, την πορνεία, την ανεργία, το λεγόμενο παρεμπόριο. Και σ' αυτό το μύλο που τα αλέθει όλα, έριξαν και ρίχνουν πολύ νερό και η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ και οι Ανεξάρτητοι Ελληνες και βέβαια η «Χρυσή Αυγή», οι μηχανισμοί του κράτους και τα αστικά ΜΜΕ. Συσκοτίζουν τις πραγματικές αιτίες της ανεργίας, το ότι εγκληματικά κυκλώματα στα οποία δραστηριοποιούνται και Ελληνες και μετανάστες, θησαυρίζουν. Οτι τα δουλεμπορικά κυκλώματα βγάζουν εκατομμύρια από τη διακίνηση των μεταναστών που πολλές φορές τούς κοστίζει εκτός από 1.000 και 2.000 ευρώ, την ίδια τους τη ζωή.
Το μεταναστευτικό πρόβλημα δεν αντιμετωπίζεται με τους αλαλαγμούς τραμπούκων, τους ξυλοδαρμούς και τις διώξεις πεινασμένων ανθρώπων. Η φτώχεια, η εκμετάλλευση και η ανεργία είναι οι συνδετικοί κρίκοι ανάμεσα στους Ελληνες και στους ξένους εργάτες και στον κοινό εχθρό τους, που είναι το μεγάλο κεφάλαιο. Γι' αυτό και ο αγώνας πρέπει να είναι κοινός ενάντια στην Ευρωπαϊκή Ενωση, στο κεφάλαιο και στις καπιταλιστικές κυβερνήσεις. Και αυτό είναι κοινή υπόθεση Ελλήνων και ξένων εργατών.

Στην καρμανιόλα μισθοί, συντάξεις, λαϊκά δικαιώματα


Στην καρμανιόλα μισθοί, συντάξεις, λαϊκά δικαιώματα
  • Γενίκευση και εξάπλωση της βαρβαρότητας. Στο σφαγείο προνοιακά - κοινωνικά επιδόματα, διάλυση κρατικών κονδυλίων για Ασφάλιση, Υγεία, Παιδεία κ.ά.
  • Αμέσως μετά ακολουθεί η αφαίμαξη των λαϊκών νοικοκυριών με τις νέες φορολογικές ρυθμίσεις
Η γενικευμένη χρεοκοπία του λαού, η διαμόρφωση συνθηκών απόλυτης φτώχειας και εξαθλίωσης για ολοένα και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού, η κλιμάκωση της βαρβαρότητας του κεφαλαίου απέναντι σε ολόκληρη την γκάμα της ανθρώπινης ζωής και εργασίας, αποτελούν την πεμπτουσία του «Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής».
Τα μαντρόσκυλα της ΕΕ και των μονοπωλίων, συγκυβέρνηση και ιμπεριαλιστικοί Οργανισμοί, για τη διέξοδο από την καπιταλιστική κρίση έρχονται τώρα να σμπαραλιάσουν το σύνολο των κρατικών δαπανών που έχουν να κάνουν με τις λαϊκές ανάγκες, να βάλουν στην καρμανιόλα μισθούς, συντάξεις, κρατικά κονδύλια για Ασφάλιση, Υγεία, προνοιακά επιδόματα, Παιδεία κ.ά. Ούτε εδώ και πουθενά δεν πρόκειται να σταματήσουν αν δεν βρουν απέναντί τους ισχυρό το λαό, να τους αναχαιτίσει, να πάρει τις υποθέσεις του στα δικά του τα χέρια. Η συγκυβέρνηση (ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ) αμέσως μετά την καρατόμηση των δαπανών, για την κλιμάκωση της διαδικασίας για την «εσωτερική υποτίμηση» θα προχωρήσει με την κατάθεση νέων φορολογικών νομοσχεδίων.
Θέμα ημερών είναι οι επίσημες ανακοινώσεις από τη συγκυβέρνηση. Στη λίστα που «διέρρευσε» από τα επιτελεία των κομμάτων που στηρίζουν τη συγκυβέρνηση - να σημειωθεί πως δεν είναι η οριστική αλλά ούτε και περιλαμβάνει το σύνολο των αντιλαϊκών μέτρων - προβλέπουν σφαγείο:
  • Συντάξεις: 4,6 δισ. ευρώ
  • Υγεία: 1,4 δισ. ευρώ
  • Μισθολογική δαπάνη: 1,3 δισ. ευρώ
  • Προνοιακά επιδόματα: 940 εκατ. ευρώ
  • Αναδιαρθρώσεις Δημόσιας Διοίκησης: 1,3 δισ. ευρώ
  • ΟΤΑ: 735 εκατ. ευρώ
  • Παιδεία: 389 εκατ. ευρώ
  • Φορολογικά (μόνο για την ώρα): 450 εκατ. ευρώ
  • Πρώην ΔΕΚΟ: 274 εκατ. ευρώ
  • Αμυνα: 517 εκατ. ευρώ.
Οι εργατοϋπάλληλοι στον ιδιωτικό τομέα, οι άνεργοι, όλοι οι συνταξιούχοι (περίπου 2,8 εκατομμύρια), 1 εκατ. σημερινοί δικαιούχοι κοινωνικών - προνοιακών επιδομάτων (ΑμεΑ, πολύτεκνοι κ.ά.), οι εργαζόμενοι στο στενό και το δημόσιο τομέα, φτωχομεσαίοι αγρότες, τα λαϊκά νοικοκυριά έχουν να αντιμετωπίσουν τη βαρβαρότητα των μονοπωλίων.
Συγκεκριμένα:
Συντάξεις: Καταργούν και τα τελευταία απομεινάρια για τη 13η και 14η τόσο στις κύριες όσο και στις επικουρικές συντάξεις, τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα, αρπάζοντας από τους συνταξιούχους από 800 ευρώ το χρόνο. Από την κατώτατη σύνταξη του ΟΓΑ (360 ευρώ το μήνα) - είχε εξαιρεθεί από τα προηγούμενα πακέτα - αρπάζουν 720 ευρώ το χρόνο ή το 14,3% του ετήσιου ποσού!
Μείωση στο συνολικό ποσό της σύνταξης (άθροισμα κύριας και επικουρικής σύνταξης) για ποσά πάνω από 1.000 ευρώ. Προβλέπεται κλιμακούμενη καρατόμηση ως εξής: 1.000 - 1.500 ευρώ: 2%, 1.500 - 2.000 ευρώ: 5%, πάνω από 2.000 ευρώ: 10%. Για παράδειγμα, σε άθροισμα κύριας και επικουρικής σύνταξης στα 1.300 ευρώ αρπάζουν από 26 ευρώ το μήνα.
Αύξηση ενσήμων για τη θεμελίωση δικαιώματος ελάχιστης σύνταξης στα 6.000 από τα 4.500 σήμερα. Το νέο μέτρο έρχεται σε μια περίοδο που η επίσημη ανεργία μαζί και και η ανασφάλιστη εργασία θεριεύουν και τα ένσημα έχουν γίνει δυσεύρετα όσο ποτέ άλλοτε. Με το μέτρο αυτό απομακρύνεται το ενδεχόμενο συνταξιοδότησης για εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους, που τώρα δε θα αποκτούν ποτέ δικαίωμα στη σύνταξη.
«Εξορθολογισμός» εφάπαξ: Το μέτρο ακουμπάει τόσο μελλοντικούς όσο και τους σημερινούς συνταξιούχους, από τους οποίους με μορφή μηνιάτικης παρακράτησης αρπάζουν μέρος του ποσού που χορηγήθηκε. Οι περικοπές ξεκινούν από το 22% και κλιμακώνονται ανάλογα με το ασφαλιστικό ταμείο.
Περικοπές σε συντάξεις λόγω μείωσης ειδικών μισθολογίων: Το μέτρο αφορά σε πρόσθετες περικοπές συνταξιούχων (απόστρατοι Σωμάτων Ασφαλείας, συνταξιούχοι γιατροί του ΕΣΥ, πανεπιστημιακοί κ.ά.).
Ελεγχος δικαιούχων συντάξεων: 336 εκατ. ευρώ
Μείωση σύνταξης ανύπαντρων θυγατέρων: 39 εκατ. ευρώ
Υγεία (1,4 δισ. ευρώ): Σε παράλυση οδηγούν τη λειτουργία των νοσοκομείων, σμπαραλιάζοντας επίσης τις «δαπάνες» για τη λαϊκή Υγεία. Οι ασφαλισμένοι, όσοι και όσο μπορούν και αντέχουν, εξαναγκάζονται να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη. Δρομολογούν και αυξήσεις ασφαλιστικών εισφορών στον ΟΓΑ.
Φαρμακευτική δαπάνη Ταμείων: 800 εκατ. ευρώ
Μείωση λειτουργικού κόστους ΕΟΠΥΥ: 195 εκατ.
Αύξηση εισφορών ΟΓΑ: 131 εκατ.
Συμπράξεις με ιδιώτες (ΣΔΙΤ) - ιατρικός τουρισμός: 150 εκατ.
Μείωση δαπάνης νοσοκομείων για φάρμακα (γενόσημα): 111 εκατ.
Κατάργηση 13ου και 14ου μισθού στο στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα, σε συνέχεια της πολιτικής που εφάρμοσαν οι προκάτοχοί τους. Το νέο μέτρο, για τη μεγάλη γκάμα των εργαζομένων σημαίνει παραπέρα απώλειες 1.000 ευρώ το χρόνο. Η επίθεση κλιμακώνεται σε όλους τους κλάδους και τις κατηγορίες.
Περικοπές ειδικών μισθολογίων: Μεσοσταθμικά θα φτάσουν στο 12% για «εξοικονομήσεις» 360 εκατ.
Περικοπές μισθολογίων (εκτός ΔΕΚΟ): 128 εκατ.
Μειώσεις δώρων (13ος - 14ος): 339 εκατ.
Εργασιακή εφεδρεία: 167 εκατ.
Κατάργηση αυτόματων μισθολογικών προαγωγών σε ενστόλους: 165 εκατ.
Εφαρμογή ενιαίου μισθολογίου στις ΔΕΚΟ: 75 εκατ.
Ψαλίδι στα επιδόματα
Προνοιακά επιδόματα (940 εκατ. ευρώ): Προχωρούν στη διάλυση και κατάργηση στα κάθε είδους 89 συνολικά κοινωνικά επιδόματα αρμοδιότητας υπουργείων Υγείας, Εργασίας κ.ά. (προνοιακά, πολυτεκνικά, φοιτητικά κ.ά.) με τον αποκλεισμό από αυτά εκατομμυρίων λαϊκών νοικοκυριών μέσα από την εφαρμογή εξευτελιστικών εισοδηματικών και περιουσιακών κριτηρίων. Καθιερώνονται νέα κατά πολύ χαμηλότερα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια. Προκρίνεται και η «λύση» χορήγησης ενός και μοναδικού επιδόματος και μόνο για το φτωχότερο κομμάτι του πληθυσμού. Στην πρώτη γραμμή του σφαγείου βρίσκονται τα προνοιακά επιδόματα, αυτά που χορηγούνται σε ΑμΕΑ (ανάπηρους, τυφλούς, νεφροπαθείς κ.ά.), πολυτεκνικά κ.ά. Προβλέπεται η πλήρης κατάργηση των επιδομάτων με την επιβολή χαμηλότερου πλαφόν, για ετήσιο οικογενειακό εισόδημα 30.000 - 35.000 ευρώ το χρόνο (από 45.000 σήμερα). Επίσης, κλιμακούμενη καρατόμηση των επιδομάτων ανάλογα με το ύψος του οικογενειακού εισοδήματος.
Οικογενειακά επιδόματα: 352 εκατ.
Αναπηρικά επιδόματα: 272 εκατ.
Κατάργηση ΕΚΑΣ για χαμηλοσυνταξιούχους κάτω από 65 χρόνων: 114 εκατ.
Ιατρική επανεξέταση αναπηρικών επιδομάτων: 94 εκατ.
Κατάργηση εποχιακών επιδομάτων (ΟΑΕΔ): 50 εκατ. Εποχιακά επιδόματα, με την προϋπόθεση συγκεκριμένου αριθμού ενσήμων ετησίως παίρνουν οι οικοδόμοι, οι εργαζόμενοι στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη, δασεργάτες, ρητινοσυλλέκτες, υποδηματεργάτες, ηθοποιοί, τραγουδιστές, καπνεργάτες, μισθωτοί στον επισιτισμό και τουρισμό, οι σμυριδεργάτες κ.ά.
Κατάργηση ειδικών επιδομάτων ανεργίας: 30 εκατ.
Περικοπές συντάξεων ανασφάλιστων ηλικιωμένων: 26 εκατ.
Παιδεία (389 εκατ. ευρώ): Βάζουν δάσκαλους και καθηγητές να δουλεύουν περισσότερες ώρες προκειμένου να καλύψουν τα κενά στα σχολεία, να αποφύγουν και τυχόν νέους διορισμούς, ταυτόχρονα με παραπέρα περικοπές κρατικών κονδυλίων.
Αύξηση ωρών διδασκαλίας (δάσκαλοι - καθηγητές): 148 εκατ.
Συγχωνεύσεις σε ΑΕΙ-ΤΕΙ: 40 εκατ.
Προμήθειες συγγραμμάτων: 34 εκατ.
Επιβολή διδάκτρων (μετά από κάποια χρόνια φοίτησης σε ΑΕΙ-ΤΕΙ): 65 εκατ. Σύμφωνα με πληροφορίες προβλέπεται η μείωση της κρατικής δαπάνης κατά το ύψος των διδάκτρων που πληρώνουν μεταπτυχιακοί φοιτητές.
Μείωση προσωπικού ΑΕΙ-ΤΕΙ: 22 εκατ.
Μειώσεις επιχορηγήσεων: 50 εκατ.
ΟΤΑ (735 εκατ. ευρώ): Ετοιμάζουν νέες συμπράξεις με ιδιωτικά κεφάλαια, διογκώνοντας στα ύψη και τα «ανταποδοτικά» χαράτσια που επιβάλλουν στους δημότες, για παρεχόμενες υπηρεσίες που έχουν χρυσοπληρωθεί και τις οποίες συνεχώς υποβαθμίζουν με την πολιτική τους.
Συμπράξεις με ιδιώτες (ΣΔΙΤ): 20 εκατ.
Αποκομιδή σκουπιδιών από ιδιώτες: 30 εκατ.
Μείωση εθνικού σκέλους ΠΔΕ: 150 εκατ.
Ανταποδοτικές υπηρεσίες (χαράτσια): 150 εκατ.
«Αξιοποίηση» δημοτικής περιουσίας: 115 εκατ.
Φορολογικά: (450 εκατ. ευρώ): Πρόκειται για μικρή γεύση από το νέο φορολογικό νομοσχέδιο που πρόκειται να ακολουθήσει. Σύμφωνα με πληροφορίες το νέο μέτρο αφορά στη διάλυση «αυξημένων φοροελαφρύνσεων» που δικαιούνται σήμερα κατηγορίες όπως ΑμΕΑ κ.ά. Χοντρά χαράτσια ετοιμάζουν για τη φτωχομεσαία αγροτιά.
Μείωση «φορολογικών δαπανών» (ελαφρύνσεις): 229 εκατ.
Μείωση επιστροφής ΦΠΑ σε αγρότες (7% από 11%): 121 εκατ.
Αύξηση παραβόλων για μηνύσεις: 100 εκατ.
Πρώην ΔΕΚΟ (274 εκατ. ευρώ): Ανατιμήσεις 25% προβλέπονται στα εισιτήρια των αστικών συγκοινωνιών. Από την 1η Γενάρη 2013 η τιμή του «ενιαίου εισιτηρίου» στην Αθήνα θα φτάσει στο 1,75 ευρώ (από 1,40 ευρώ σήμερα). Είναι απόλυτα φανερό ότι θα προχωρήσουν σε ανάλογες τρανταχτές ανατιμήσεις και σε άλλα τιμολόγια. Αύξηση 25% στα εισιτήρια συγκοινωνιών: 40 εκατ. Σχέδια αναδιάρθρωσης - λειτουργικά: 179 εκατ. Μειώσεις κρατικών επιχορηγήσεων: 50 εκατ.
Αναδιαρθρώσεις Δημόσιας Διοίκησης (1,3 δισ. ευρώ): Μείωση 25% των μη μισθολογικών δαπανών: 750 εκατ. Μείωση δαπανών ΠΔΕ: 300 εκατ. Περικοπές βουλευτικών αποζημιώσεων - επιδοτήσεων σε κόμματα: 47 εκατ. κ.ά.
Αμυνα (517 εκατ. ευρώ): Μετάθεση πληρωμής εξοπλιστικών προγραμμάτων: 437 εκατ. Κλείσιμο και αξιοποίηση στρατοπέδων: 32 εκατ. Λειτουργικά: 35 εκατ
Φορολογικά νομοσχέδια
Πέρα και ξέχωρα από τα παραπάνω, ετοιμάζουν βροχή από νέα χαράτσια, τα οποία και θα ενσωματώσουν στο νέο φορολογικό νόμο. Το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής περιλαμβάνει πρόβλεψη για παραπέρα διόγκωση των φορολογικών εσόδων τουλάχιστον κατά 3 δισ. ευρώ, ποσό που προέρχεται αποκλειστικά και μόνο από τον περιορισμό και τη διάλυση των φορο-ελαφρύνσεων. Η συγκυβέρνηση σχεδιάζει να περάσει τις νέες ρυθμίσεις με 3 διαδοχικά νομοσχέδια (φορολογικό, Κώδικας Βιβλίων και Στοιχείων, λεγόμενο περιουσιολόγιο).
Ειδικότερα:
  • Διαλύουν τις ελαφρύνσεις που αφορούν στις δαπάνες διαβίωσης (νοίκια, φροντιστήρια παιδιών, τόκοι στεγαστικών δανείων κ.ά.) βάζοντας σε εφαρμογή εισοδηματικά κριτήρια, όπως δηλαδή κάνουν και με τα προνοιακά επιδόματα. Για οικογενειακό εισόδημα πάνω από 30.000 ευρώ ετοιμάζουν την καρατόμηση στο 50% σε αυτές που ισχύουν σήμερα, την πλήρη κατάργησή τους για οικογενειακό εισόδημα πάνω από 40.000 ευρώ το χρόνο. Το σχέδιο βρίσκεται ακόμη σε φάση επεξεργασίας.
  • Τα φορολογικά κλιμάκια και οι συντελεστές φόρου θα μειωθούν από 9 σε 5, εξέλιξη που έρχεται να δυναμώσει τη φοροληστεία απέναντι σε μισθωτούς, συνταξιούχους, αυτοαπασχολούμενους.
  • Καταργούνται οι μειώσεις φόρου εισοδήματος για τους μισθωτούς που εργάζονται σε παραμεθόριες περιοχές.
  • Οι μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ που ισχύουν σε νησιά του Αιγαίου θα ισχύσουν σε περιορισμένο αριθμό και μόνο στις ακριτικές περιοχές.
  • «Επανεξετάζουν», προκειμένου στη συνέχεια να περικόψουν ή ακόμη και να καταργήσουν τις «ευνοϊκές ρυθμίσεις» (αυξημένο αφορολόγητο κ.ά.) που ισχύουν σε νησιά του Αιγαίου με πληθυσμό κάτω από 3.100 κατοίκους.
  • Τα λεγόμενα «τεκμαρτά εισοδήματα από ιδιοκατοίκηση» θα τα θεωρούν «πραγματικά», θα τα αθροίζουν δηλαδή με τα άλλα εισοδήματα, απογειώνοντας παραπέρα τη φοροληστεία στη λαϊκή κατοικία. Το νέο μέτρο πλασάρεται και ως «ισοδύναμο» για το χαράτσι που αρπάζουν σήμερα μέσα από τους λογαριασμούς της ΔΕΗ.
  • Στο στόχαστρο μπαίνουν τα αφορολόγητα όρια για γονικές παροχές, κληρονομιές, δωρεές ακινήτων.
  • Φόροι κατοχής περιουσίας, ή όπως αλλιώς τους βαφτίσουν, μπαίνουν σε κάθε σπιθαμή γης, σε αγροτεμάχια και εκτός σχεδίου περιοχές, με «εξαίρεση» εκτάσεις που εκμεταλλεύονται οι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες.
Αμεσα προωθείται και η ρύθμιση-υπουργική απόφαση για την παραπέρα απογείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης πάνω στο πετρέλαιο θέρμανσης των λαϊκών νοικοκυριών. Από τις 15 Οκτώβρη φέτος, με την έναρξη της χειμερινής περιόδου διάθεσης, οι τιμές αναμένεται να εκτιναχτούν στα 1,3 - 1,4 ευρώ το λίτρο από 1 ευρώ κατά το χειμώνα που πέρασε. Δηλαδή στα 1.000 λίτρα η πρόσθετη επιβάρυνση για τα νοικοκυριά θα φτάσει στα 300 με 400 ευρώ! Το νέο μέτρο, σύμφωνα με τους υπολογισμούς τους, που βασίζονται στις καταναλώσεις προηγούμενων χρόνων, θα αποφέρει στα κρατικά ταμεία πρόσθετα έσοδα ύψους 500 εκατ. ευρώ. Από το ποσό αυτό μόνο ένα πολύ μικρό μέρος θα «επιστραφεί» σε επιδοματική μορφή, σε ειδικές κατηγορίες του πληθυσμού, με βάση εισοδηματικά και γεωγραφικά κριτήρια.

TOP READ