Ο ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΟΥ ΜΑΝΟΛΗ
Θεατρικό κείμενο του Θανάση Ν. Καραγιάννη //
[Πολιτικός θεατρικός διάλογος]
[Ο Ορέστης κι ο Μανόλης είναι συνάδελφοι σε μια δημόσια επιχείρηση. Έχουν και οι δυο πολλά οικονομικά και οικογενειακά προβλήματα. Ο Ορέστης είναι συνειδητοποιημένος πολιτικά και συνδικαλιστικά. Είναι οργανωμένος με το ΠΑΜΕ. Ο Μανόλης είναι αδαής πολιτικά και ανίδεος συνδικαλιστικά. Όμως, έχοντας καλό χαρακτήρα, είναι καλοπροαίρετος και ακούει ό,τι του λέει ο Ορέστης, χωρίς να μπορεί να τα καταλάβει όλα, αφού ο Ορέστης έχει μάθει και χρησιμοποιεί την επιστημονική ορολογία του ταξικού κινήματος. Ο Ορέστης προσπαθεί με χίλια ζόρια να τον πείσει να έρθει μαζί τους στο ΠΑΜΕ. Στο τέλος, τον καταφέρνει. Αλλά, τον αφήνει έκπληκτο, η πολιτική αφέλεια και αγραμματοσύνη του Μανόλη…
Ο διάλογος είναι κοφτός και γοργός. Οι ατάκες πρέπει να λέγονται με αλέγρο τρόπο. Ο Μανόλης είναι Κρητικός και μιλάει ως ένα βαθμό την ντοπιολαλιά της Κρήτης και έχει το χιουμοριστικό ύφος των Κρητικών.]
ΟΡΕΣΤΗΣ: Ταξικό συνδικάτο σου λέω.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Δε θέλω ν’ ακούω αηδίες.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Μα εσύ βρίζεις το συνδικαλισμό πατόκορφα.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Ναι, βρίζω κι αυτόν και τους εργατοπατέρες του!
ΟΡΕΣΤΗΣ: Μα εδώ μιλάμε για ταξικό συνδικάτο.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Και ποια είναι η διαφορά; Όλοι ίδιοι είναι.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Αυτό που λες είναι και παράλογο και άδικο.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Γιατί;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Γιατί τίποτα και ποτέ δεν είναι ίδιο. Τα πάντα διαφέρουν.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Για πες μου, εξυπνάκια μου, ένα και μόνο παράδειγμα.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Στο ταξικό συνδικάτο μπαίνουν εργαζόμενοι, άνεργοι και συνταξιούχοι ανιδιοτελείς.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Τι πάει να πει αυτό;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Θα πει ότι αυτοί έχουν έντονη την κοινωνική και ταξική τους συνείδηση.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Μωρέ, μίλα ελληνικά, και όχι αλαμπουρνέζικα.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Μήπως εσύ δε μιλάς ελληνικά, και τα λέω κατά λάθος σε ξενόγλωσσο;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Ένα παράδειγμα σου ζήτησα και συ μ’ αυτά που μου λες με μπέρδεψες περισσότερο.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Να το πάρουμε πάλι από την αρχή.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Παρ’ το να δούμε πού θα μας βγάλει.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Έχουμε προβλήματα;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Έχουμε.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Θέλουμε να τα λύσουμε;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Θέλουμε.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Πώς θα τα λύσουμε;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Άμα ήξερα δε θα έχανα το χρόνο μαζί σου.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Εννοώ, θα τα λύσουμε μόνοι μας ή με πολλούς άλλους μαζί;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Ξέρω γω;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Πρέπει αρχικά να βρούμε ποιοι άλλοι έχουν τα ίδια ή παρόμοια προβλήματα;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Μπορεί…
ΟΡΕΣΤΗΣ: Πρέπει στη συνέχεια να μάθουμε ποιος μας δημιουργεί αυτά τα προβλήματα;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Πρέπει.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Στη συνέχεια πρέπει να οργανωθούμε και ν’ αγωνιστούμε ενάντια στον κοινό εχθρό μας.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Υπάρχει κι εχθρός στη μέση;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Βέβαια, και υπάρχει! Κι εφόσον είμαστε όλοι εμείς εργαζόμενοι στο δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα, άνεργοι, μικροκαταστηματάρχες, φτωχοί αγρότες, χαμηλοσυνταξιούχοι, ανήκουμε στην εργατική τάξη, στα κατώτερα και μεσαία κοινωνικά στρώματα της πόλης και του χωριού.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Πολύ μακριά το πας βλέπω.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Μη με διακόπτεις και πρόσεχε μπας και καταλάβεις.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Προσέχω.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Υπάρχει όμως και άλλη τάξη και άλλα κοινωνικά στρώματα που ζουν χλιδάτα, λόγω μεγάλης οικονομικής επιφάνειας. Αυτός είναι ο ταξικός εχθρός μας.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Ποιος;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Όλοι αυτοί, ελάχιστοι ουσιαστικά, μπροστά στην πλειοψηφία τη δική μας, που ονομάζονται πλουτοκρατία, μονοπώλια, αστική τάξη, τραπεζίτες και δε συμμαζεύεται.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Και λοιπόν;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Αυτοί, λοιπόν, που λες, Μανολάκη, μας εκμεταλλεύονται και μας πίνουν το αίμα.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Αμάν!
ΟΡΕΣΤΗΣ: Αυτοί, πάλι, έχουν του χεριού τους τους ηγέτες των κυβερνητικών και εργοδοτικών συνδικάτων, που τάχαμου τάχαμου, αγωνίζονται, ενώ στην ουσία μας κοροϊδεύουν, ρίχνοντας στάχτη στα μάτια μας.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Κάτι υποψιάζομαι, τώρα…
ΟΡΕΣΤΗΣ: Μπράβο! Εμείς, όμως πρέπει να γραφτούμε και να παλέψουμε με το ταξικό συνδικάτο, μ’ αυτούς τους ανιδιοτελείς εργαζόμενους, που σου έλεγα πριν.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Και πού θα τους βρούμε;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Ο καθένας μας θα τους βρει στον τόπο εργασίας του ή στον τόπο κατοικίας τους, στις γειτονιές, στα συλλαλητήρια, στις απεργίες. Αυτοί βρίσκονται παντού κι είναι εύκολο να τους βρεις.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Κατάλαβα και συμφωνώ.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Μπράβο, Μανολάκη μου.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Ήθελα, όμως, να μου ξεκαθαρίσεις κάτι.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Ό,τι θέλεις.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Δεν πιστεύω αυτοί να είναι τίποτα κομμουνιστές…
ΟΡΕΣΤΗΣ: Γιατί; Τι είναι αυτοί;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Ξέρω γω, έχω ακούσει στα κανάλια διάφορα κι έχω διαβάσει στο ίντερνετ τέρατα και σημεία.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Για πες μου.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Το τι γράφουν γι’ αυτούς δε λέγεται…
ΟΡΕΣΤΗΣ: Εγώ θα σου πρότεινα να ρθεις να γνωρίσεις αυτούς τους ανθρώπους στο ταξικό συνδικάτο, να συζητήσεις μαζί τους, ν’ ακούσεις τις ιδέες και τις προτάσεις τους και τότε θ’ αλλάξεις γνώμη, για ό,τι λένε οι εφημερίδες, τα κανάλια και κάποιοι στο ίντερνετ κατά των κομμουνιστών.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Τώρα κατάλαβα. Σε κομμουνιστές θα με πας. Εγώ δε θέλω να μπλέξω με δαύτους και γνώμη δεν αλλάζω με τίποτα. Άλλωστε, όλοι είναι ίδιοι. Αυτοί γιατί νάναι διαφορετικοί;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Μανολάκη, φεύγω και αν θέλεις να δεις μια άσπρη μέρα, μην περιμένεις να χιονίσει. Αν θέλεις να λυθούν τα προβλήματά σου, έλα να τα λύσεις μαζί μ’ εκατομμύρια άλλους, γιατί μόνο σου δε θα μπορέσεις ποτέ τίποτα. Κατάλαβες Μανολάκη; Κατάααλααβεες;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Κατάλαβα.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Τι κατάλαβες, φίλε μου.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Ότι πρέπει να κοιτάξω το συμφέρον μου. Και τόση ώρα έχασα το χρόνο μαζί σου.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Μπράβο, Μανολάκη, σε παραδέχομαι. Είσαι ξύπνιος άνθρωπος. Φτου σου να μη σε βασκάνω.
ΜΑΝΟΛΗΣ: ΜΑΝΟΛΗΣ: Γιατί με φτύνεις, μωρέ;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Δε σε φτύνω, Μανόλη μου. Προσπαθώ τόση ώρα να σου μιλήσω για το κοινό μας συμφέρον που είναι το ταξικό συνδικάτο, το ΠΑΜΕ.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Πού να πάμε;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Στο ΠΑΜΕ να πάμε, φίλε μου. Να γραφτείς κι εσύ. Κι όσο γινόμαστε περισσότεροι και αγωνιζόμαστε όλοι μαζί, υπάρχει ελπίδα να λύσουμε τα κοινά μας προβλήματα.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Λες; Έχει γούστο να ’χεις δίκιο.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Και βέβαια έχω. Θα’ ρθεις; Έχουμε εκλογές στο σωματείο.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Θα ’ρθω να δω τι σόι πράμα είναι αυτοί οι συνάδελφοι στο ΠΑΜΕ, αν και φοβάμαι ότι θα μπλέξω με τους κομμουνιστές…
ΟΡΕΣΤΗΣ: Αυτό να το εύχεσαι, Μανολάκη, γιατί αυτό είναι το καλύτερο μπλέξιμο. Έλα και δε θα χάσεις.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Έρχομαι, αλλά μη σπρώχνεις…
ΟΡΕΣΤΗΣ: Εμείς δε σπρώχνουμε, Μανόλη, παρά προτείνουμε κι όποιος κατάλαβε, είναι τυχερός που θα βρει συντρόφους και συναγωνιστές για να παλεύει για το κοινό συμφέρον του μαζί μ’ εκατομμύρια άλλους.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Τόσοι πολλοί είμαστε.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Θα γίνουμε σύντομα, Μανόλη μου. Αυτό είναι αναγκαιότητα και νομοτέλεια.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Πάλι με μπερδεύεις.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Θα γίνουμε εκατομμύρια σύντομα, γιατί αυτό θα μας οδηγήσει στη νίκη και στη δημιουργία μιας άλλης κοινωνίας, μιας άλλης οικονομίας, που εκεί, Μανόλη μου κι εσύ και η οικογένειά σου και τα παιδιά σου και όλοι οι φτωχοί και ταλαιπωρημένοι τόσα χρόνια άνθρωποι θα λύσουν όλα τα προβλήματά τους. Κατάλαβες, Μανόλη; Ξεμπερδεύτηκες, Μανόλη;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Ναι, Ορέστη μου. Ξεμπερδεύτηκα αρκετά. Θα ’ρθω να δω με τα μάτια μου τι γίνεται εκεί, στο ΠΑΜΕ.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Μπράβο, Μανόλη. Φτου σου και πάλι να μη σε ματιάσω.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Πάλι, μωρέ, με φτύνεις;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Δε σε φτύνω. Μανόλη μου. Όλα θα πάνε καλά.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Είπες ότι το ΠΑΜΕ είναι ταξικό σωματείο;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Ναι. Γιατί ρωτάς;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Να, για να μάθω. Εγώ, δηλαδή, σε ποια τάξη θα πάω στο σωματείο;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Πάμε, Μανόλη, στο ΠΑΜΕ και όλα θα τα μάθεις σιγά σιγά. Μη βιάζεσαι.
(φεύγουν αγκαλιασμένοι)
[Πολιτικός θεατρικός διάλογος]
[Ο Ορέστης κι ο Μανόλης είναι συνάδελφοι σε μια δημόσια επιχείρηση. Έχουν και οι δυο πολλά οικονομικά και οικογενειακά προβλήματα. Ο Ορέστης είναι συνειδητοποιημένος πολιτικά και συνδικαλιστικά. Είναι οργανωμένος με το ΠΑΜΕ. Ο Μανόλης είναι αδαής πολιτικά και ανίδεος συνδικαλιστικά. Όμως, έχοντας καλό χαρακτήρα, είναι καλοπροαίρετος και ακούει ό,τι του λέει ο Ορέστης, χωρίς να μπορεί να τα καταλάβει όλα, αφού ο Ορέστης έχει μάθει και χρησιμοποιεί την επιστημονική ορολογία του ταξικού κινήματος. Ο Ορέστης προσπαθεί με χίλια ζόρια να τον πείσει να έρθει μαζί τους στο ΠΑΜΕ. Στο τέλος, τον καταφέρνει. Αλλά, τον αφήνει έκπληκτο, η πολιτική αφέλεια και αγραμματοσύνη του Μανόλη…
Ο διάλογος είναι κοφτός και γοργός. Οι ατάκες πρέπει να λέγονται με αλέγρο τρόπο. Ο Μανόλης είναι Κρητικός και μιλάει ως ένα βαθμό την ντοπιολαλιά της Κρήτης και έχει το χιουμοριστικό ύφος των Κρητικών.]
ΟΡΕΣΤΗΣ: Ταξικό συνδικάτο σου λέω.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Δε θέλω ν’ ακούω αηδίες.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Μα εσύ βρίζεις το συνδικαλισμό πατόκορφα.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Ναι, βρίζω κι αυτόν και τους εργατοπατέρες του!
ΟΡΕΣΤΗΣ: Μα εδώ μιλάμε για ταξικό συνδικάτο.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Και ποια είναι η διαφορά; Όλοι ίδιοι είναι.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Αυτό που λες είναι και παράλογο και άδικο.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Γιατί;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Γιατί τίποτα και ποτέ δεν είναι ίδιο. Τα πάντα διαφέρουν.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Για πες μου, εξυπνάκια μου, ένα και μόνο παράδειγμα.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Στο ταξικό συνδικάτο μπαίνουν εργαζόμενοι, άνεργοι και συνταξιούχοι ανιδιοτελείς.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Τι πάει να πει αυτό;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Θα πει ότι αυτοί έχουν έντονη την κοινωνική και ταξική τους συνείδηση.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Μωρέ, μίλα ελληνικά, και όχι αλαμπουρνέζικα.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Μήπως εσύ δε μιλάς ελληνικά, και τα λέω κατά λάθος σε ξενόγλωσσο;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Ένα παράδειγμα σου ζήτησα και συ μ’ αυτά που μου λες με μπέρδεψες περισσότερο.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Να το πάρουμε πάλι από την αρχή.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Παρ’ το να δούμε πού θα μας βγάλει.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Έχουμε προβλήματα;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Έχουμε.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Θέλουμε να τα λύσουμε;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Θέλουμε.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Πώς θα τα λύσουμε;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Άμα ήξερα δε θα έχανα το χρόνο μαζί σου.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Εννοώ, θα τα λύσουμε μόνοι μας ή με πολλούς άλλους μαζί;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Ξέρω γω;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Πρέπει αρχικά να βρούμε ποιοι άλλοι έχουν τα ίδια ή παρόμοια προβλήματα;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Μπορεί…
ΟΡΕΣΤΗΣ: Πρέπει στη συνέχεια να μάθουμε ποιος μας δημιουργεί αυτά τα προβλήματα;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Πρέπει.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Στη συνέχεια πρέπει να οργανωθούμε και ν’ αγωνιστούμε ενάντια στον κοινό εχθρό μας.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Υπάρχει κι εχθρός στη μέση;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Βέβαια, και υπάρχει! Κι εφόσον είμαστε όλοι εμείς εργαζόμενοι στο δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα, άνεργοι, μικροκαταστηματάρχες, φτωχοί αγρότες, χαμηλοσυνταξιούχοι, ανήκουμε στην εργατική τάξη, στα κατώτερα και μεσαία κοινωνικά στρώματα της πόλης και του χωριού.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Πολύ μακριά το πας βλέπω.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Μη με διακόπτεις και πρόσεχε μπας και καταλάβεις.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Προσέχω.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Υπάρχει όμως και άλλη τάξη και άλλα κοινωνικά στρώματα που ζουν χλιδάτα, λόγω μεγάλης οικονομικής επιφάνειας. Αυτός είναι ο ταξικός εχθρός μας.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Ποιος;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Όλοι αυτοί, ελάχιστοι ουσιαστικά, μπροστά στην πλειοψηφία τη δική μας, που ονομάζονται πλουτοκρατία, μονοπώλια, αστική τάξη, τραπεζίτες και δε συμμαζεύεται.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Και λοιπόν;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Αυτοί, λοιπόν, που λες, Μανολάκη, μας εκμεταλλεύονται και μας πίνουν το αίμα.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Αμάν!
ΟΡΕΣΤΗΣ: Αυτοί, πάλι, έχουν του χεριού τους τους ηγέτες των κυβερνητικών και εργοδοτικών συνδικάτων, που τάχαμου τάχαμου, αγωνίζονται, ενώ στην ουσία μας κοροϊδεύουν, ρίχνοντας στάχτη στα μάτια μας.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Κάτι υποψιάζομαι, τώρα…
ΟΡΕΣΤΗΣ: Μπράβο! Εμείς, όμως πρέπει να γραφτούμε και να παλέψουμε με το ταξικό συνδικάτο, μ’ αυτούς τους ανιδιοτελείς εργαζόμενους, που σου έλεγα πριν.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Και πού θα τους βρούμε;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Ο καθένας μας θα τους βρει στον τόπο εργασίας του ή στον τόπο κατοικίας τους, στις γειτονιές, στα συλλαλητήρια, στις απεργίες. Αυτοί βρίσκονται παντού κι είναι εύκολο να τους βρεις.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Κατάλαβα και συμφωνώ.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Μπράβο, Μανολάκη μου.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Ήθελα, όμως, να μου ξεκαθαρίσεις κάτι.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Ό,τι θέλεις.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Δεν πιστεύω αυτοί να είναι τίποτα κομμουνιστές…
ΟΡΕΣΤΗΣ: Γιατί; Τι είναι αυτοί;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Ξέρω γω, έχω ακούσει στα κανάλια διάφορα κι έχω διαβάσει στο ίντερνετ τέρατα και σημεία.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Για πες μου.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Το τι γράφουν γι’ αυτούς δε λέγεται…
ΟΡΕΣΤΗΣ: Εγώ θα σου πρότεινα να ρθεις να γνωρίσεις αυτούς τους ανθρώπους στο ταξικό συνδικάτο, να συζητήσεις μαζί τους, ν’ ακούσεις τις ιδέες και τις προτάσεις τους και τότε θ’ αλλάξεις γνώμη, για ό,τι λένε οι εφημερίδες, τα κανάλια και κάποιοι στο ίντερνετ κατά των κομμουνιστών.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Τώρα κατάλαβα. Σε κομμουνιστές θα με πας. Εγώ δε θέλω να μπλέξω με δαύτους και γνώμη δεν αλλάζω με τίποτα. Άλλωστε, όλοι είναι ίδιοι. Αυτοί γιατί νάναι διαφορετικοί;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Μανολάκη, φεύγω και αν θέλεις να δεις μια άσπρη μέρα, μην περιμένεις να χιονίσει. Αν θέλεις να λυθούν τα προβλήματά σου, έλα να τα λύσεις μαζί μ’ εκατομμύρια άλλους, γιατί μόνο σου δε θα μπορέσεις ποτέ τίποτα. Κατάλαβες Μανολάκη; Κατάααλααβεες;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Κατάλαβα.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Τι κατάλαβες, φίλε μου.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Ότι πρέπει να κοιτάξω το συμφέρον μου. Και τόση ώρα έχασα το χρόνο μαζί σου.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Μπράβο, Μανολάκη, σε παραδέχομαι. Είσαι ξύπνιος άνθρωπος. Φτου σου να μη σε βασκάνω.
ΜΑΝΟΛΗΣ: ΜΑΝΟΛΗΣ: Γιατί με φτύνεις, μωρέ;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Δε σε φτύνω, Μανόλη μου. Προσπαθώ τόση ώρα να σου μιλήσω για το κοινό μας συμφέρον που είναι το ταξικό συνδικάτο, το ΠΑΜΕ.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Πού να πάμε;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Στο ΠΑΜΕ να πάμε, φίλε μου. Να γραφτείς κι εσύ. Κι όσο γινόμαστε περισσότεροι και αγωνιζόμαστε όλοι μαζί, υπάρχει ελπίδα να λύσουμε τα κοινά μας προβλήματα.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Λες; Έχει γούστο να ’χεις δίκιο.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Και βέβαια έχω. Θα’ ρθεις; Έχουμε εκλογές στο σωματείο.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Θα ’ρθω να δω τι σόι πράμα είναι αυτοί οι συνάδελφοι στο ΠΑΜΕ, αν και φοβάμαι ότι θα μπλέξω με τους κομμουνιστές…
ΟΡΕΣΤΗΣ: Αυτό να το εύχεσαι, Μανολάκη, γιατί αυτό είναι το καλύτερο μπλέξιμο. Έλα και δε θα χάσεις.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Έρχομαι, αλλά μη σπρώχνεις…
ΟΡΕΣΤΗΣ: Εμείς δε σπρώχνουμε, Μανόλη, παρά προτείνουμε κι όποιος κατάλαβε, είναι τυχερός που θα βρει συντρόφους και συναγωνιστές για να παλεύει για το κοινό συμφέρον του μαζί μ’ εκατομμύρια άλλους.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Τόσοι πολλοί είμαστε.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Θα γίνουμε σύντομα, Μανόλη μου. Αυτό είναι αναγκαιότητα και νομοτέλεια.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Πάλι με μπερδεύεις.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Θα γίνουμε εκατομμύρια σύντομα, γιατί αυτό θα μας οδηγήσει στη νίκη και στη δημιουργία μιας άλλης κοινωνίας, μιας άλλης οικονομίας, που εκεί, Μανόλη μου κι εσύ και η οικογένειά σου και τα παιδιά σου και όλοι οι φτωχοί και ταλαιπωρημένοι τόσα χρόνια άνθρωποι θα λύσουν όλα τα προβλήματά τους. Κατάλαβες, Μανόλη; Ξεμπερδεύτηκες, Μανόλη;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Ναι, Ορέστη μου. Ξεμπερδεύτηκα αρκετά. Θα ’ρθω να δω με τα μάτια μου τι γίνεται εκεί, στο ΠΑΜΕ.
ΟΡΕΣΤΗΣ: Μπράβο, Μανόλη. Φτου σου και πάλι να μη σε ματιάσω.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Πάλι, μωρέ, με φτύνεις;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Δε σε φτύνω. Μανόλη μου. Όλα θα πάνε καλά.
ΜΑΝΟΛΗΣ: Είπες ότι το ΠΑΜΕ είναι ταξικό σωματείο;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Ναι. Γιατί ρωτάς;
ΜΑΝΟΛΗΣ: Να, για να μάθω. Εγώ, δηλαδή, σε ποια τάξη θα πάω στο σωματείο;
ΟΡΕΣΤΗΣ: Πάμε, Μανόλη, στο ΠΑΜΕ και όλα θα τα μάθεις σιγά σιγά. Μη βιάζεσαι.
(φεύγουν αγκαλιασμένοι)