Οι κοινωνικές ρίζες και ο ρόλος των πολιτικο-θρησκευτικών ισλαμικών κινημάτων
Τα χτυπήματα της 11ης Σεπτέμβρη στις ΗΠΑ στάθηκαν η αφορμή και το όχημα,
για να επιταχυνθεί η πολιτική και ιδεολογική επίθεση των ηγεσιών των
ιμπεριαλιστικών κρατών ενάντια στους λαούς όλου του κόσμου, ενάντια στο
κομμουνιστικό και το αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, που από καιρό έχει
αρχίσει ήδη προσπάθειες ανασύνταξης. Ανεξάρτητα από την ταυτότητα των
δραστών των τρομοκρατικών χτυπημάτων, όλα τα δεδομένα δείχνουν πως η
ηγεσία των ΗΠΑ και των χωρών της ΕΕ ήταν έτοιμες από καιρό για τη
διαρκώς εντεινόμενη αυτή επίθεση ενάντια στα δημοκρατικά δικαιώματα και
κατακτήσεις.
Η, στα λόγια «αντιτρομοκρατική», αλλά στην πράξη
«αντιδημοκρατική» αυτή επίθεση συνοδεύεται από μια σειρά «παράπλευρα»
επιχειρήματα - ιδεολογήματα περί της απειλής του «φανατικού
φονταμενταλιστικού ισλάμ», ενάντια στον «πολιτισμένο κόσμο» της Δύσης.
Μολονότι, οι περισσότεροι Αμερικανοί και Ευρωπαίοι ηγέτες σπεύδουν με
φούρια να καταδικάσουν τις εκδηλώσεις αντιαραβικής και
αντιμουσουλμανικής υστερίας στις χώρες τους, είναι φανερό ότι η στάση
τους αυτή είναι υποκριτική (αν και όχι πάντα: οι δηλώσεις του
Μπερλουσκόνι περί ανωτερότητας του δυτικού πολιτισμού, αν και δε
στηρίχτηκαν από τους περισσότερους ηγέτες των ιμπεριαλιστικών χωρών,
δείχνουν ότι οι αντιλήψεις τέτοιου είδους είναι πλατιά διαδεδομένες
στους κυρίαρχους κύκλους). Και
αυτό, γιατί η προώθηση της πολιτικής
της «νέας τάξης πραγμάτων» βασίζεται πάνω στην ανάπτυξη και καλλιέργεια
αντιλήψεων εθνικιστικών, σοβινιστικών, ρατσιστικών, στο διαχωρισμό των
ανθρώπων με βάση μη κοινωνικοταξικά χαρακτηριστικά, αλλιώς δεν μπορεί να
περάσει.
Το πραγματικό ζήτημα
Στο πλαίσιο αυτό, σήμερα γίνεται λόγος για τον ισλαμικό φονταμενταλισμό. Προκύπτει, ωστόσο, το πραγματικό ζήτημα:
γιατί οργανώνονται αυτά τα υπαρκτά ισλαμικά κινήματα, κόμματα και
οργανώσεις; Τι ανάγκες εξυπηρετούν και γιατί αποκτούν μαζική βάση στις
δοσμένες χώρες;
Τα κινήματα αυτά εμφανίστηκαν στη δεκαετία του 1970.
Συνδέονται με την κρίση και την αρχή της υποχώρησης κοσμικών απελευθερωτικών πολιτικών κινημάτων σε προοδευτική κατεύθυνση, όπως
του λεγόμενου «παναραβισμού» (που βρισκόταν στη βάση της πολιτικής της
Αιγύπτου της εποχής του Νάσερ, της Συρίας, της Λιβύης, της Τυνησίας, της
Αλγερίας, του Ιράκ, της Υεμένης κτλ.). Επρόκειτο για ένα κίνημα που
αποσκοπούσε στη χειραφέτηση των αραβικών ή αραβόφωνων λαών διαμέσου της
πολιτικής ενοποίησής τους και της εκδίωξης - απόκρουσης τόσο των
ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων όσο και των αντιδραστικών φιλοϊμπεριαλιστικών
καθεστώτων στην περιοχή της Β. Αφρικής και Εγγύς και Μέσης Ανατολής
(Σαουδική Αραβία, Κουβέιτ, Κατάρ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα κ.ά.).
Στην
ουσία, επρόκειτο για ένα εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα της εποχής των
αντιαποικιοκρατικών αντιιμπεριαλιστικών επαναστάσεων. Φυσικά, η
αντίδραση των ιμπεριαλιστών και των συμμάχων τους υπήρξε άμεση. Ενισχύθηκαν τα απάνθρωπα αντιδραστικά καθεστώτα της περιοχής με κάθε τρόπο. Επίσης,
δόθηκε
ιδιαίτερο βάρος στην ενίσχυση των πιο συντηρητικών θρησκευτικών
καταβολών και μηχανισμών στις κοινωνίες αυτές, που είναι μουσουλμανικές,
ως αντίβαρο στην εμφάνιση και ανάπτυξη του κομμουνιστικού και
προοδευτικού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος που συζητούσε ακόμη και
για «εθνικούς δρόμους περάσματος στο σοσιαλισμό» (στη δεκαετία του 1960
έκαναν την εμφάνισή τους οι πρώτες θεωρίες περί «ισλαμικού σοσιαλισμού»
στο πλαίσιο ανάπτυξης της αντιιμπεριαλιστικής πάλης), στο πλαίσιο και
της ισχυροποίησης της επιρροής του μαρξισμού και του κομμουνιστικού
κινήματος, αλλά και της υλικής βοήθειας που παρείχε η ΕΣΣΔ και το
σοσιαλιστικό στρατόπεδο σε αυτές τις χώρες.
Το εθνικοαπελευθερωτικό αυτό κίνημα δοκίμασε πολλές δυσκολίες και την
πίεση ολόκληρου του ιμπεριαλιστικού κόσμου, με συνέπεια σε αρκετές χώρες
να υποχωρήσει ήδη στις δεκαετίες του 1970-80. Μετά το 1989, όπως είναι
γνωστό, η κατάσταση ανατράπηκε οριστικά, με αποτέλεσμα να υπάρξει
σημαντική κοινωνική και πολιτική οπισθοδρόμηση σε όλη αυτή την περιοχή.
Το πρώτο στοιχείο, λοιπόν, που πρέπει να σημειώσουμε είναι πως
τα
θρησκευτικοπολιτικά ισλαμικά κινήματα καταρχήν χρησιμοποιήθηκαν σαν
αντίβαρο σε προοδευτικές πολιτικές και ιδεολογικές διεργασίες σε μια
σειρά χώρες (όχι μόνον αραβικές, βλ. Τουρκία στη δεκαετία του 1970,
όταν χτυπήθηκε καίρια το αριστερό κίνημα της χώρας, Ιράν στις παραμονές
αλλά και μετά από την επανάσταση ενάντια στο Σάχη, Πακιστάν, Αφγανιστάν
από το 1973 και ιδιαίτερα μετά το 1978 και τη δημοκρατική επανάσταση σε
αυτή τη χώρα).
Οι επιδράσεις της προλεταριοποίησης αγροτικών μαζών
Υπάρχει, όμως, και μια δεύτερη πλευρά σε αυτό το ζήτημα που είναι πιο περίπλοκη. Η πλευρά αυτή αφορά
στις κοινωνικές αλλαγές που επήλθαν σε αυτές τις χώρες, σε συνθήκες
ιστορικής μετάβασης και ανάπτυξης των καπιταλιστικών σχέσεων που
καθυστέρησε ιστορικά, έντονης οικονομικής κρίσης και απομύζησης των πόρων τους από τα ιμπεριαλιστικά κράτη και τις ντόπιες ολιγαρχίες.
Επρόκειτο για καθυστερημένες αγροτικές χώρες. Ο αγροτικός τους πληθυσμός άρχισε να απαλλοτριώνεται με ραγδαίους ρυθμούς.
Πλήθος απαλλοτριωμένων αγροτών άρχισε να συρρέει στα αστικά κέντρα που
γιγαντώθηκαν και μετατράπηκαν σε απέραντες παραγκουπόλεις εξαθλιωμένων (ενδεικτικά παραδείγματα αποτελούν το Κάιρο και η Κωνσταντινούπολη).
Η εξαθλίωση οδήγησε σε έντονη πολιτική ριζοσπαστικοποίηση των λαϊκών στρωμάτων. Με
δεδομένη τη φθίνουσα πορεία των προοδευτικών κινημάτων και την
απαγόρευση και κρατική τρομοκρατική καταστολή των σοσιαλιστικών
ιδεολογιών και των φορέων τους,
όλο αυτό το πλήθος των νεόφερτων
εξαθλιωμένων κατοίκων των πόλεων έτεινε να εμπνέεται και να
συσπειρώνεται γύρω από ιδεολογίες που του ήταν οικείες από το πρόσφατο
αγροτικό παρελθόν του και οι οποίες στηρίζονταν στην παράδοση, δηλαδή από θρησκευτικές ιδεολογίες. Π
ρόκειται
για το φαινόμενο που παρατηρείται κατά την επέκταση των καπιταλιστικών
σχέσεων σε βάρος προκαπιταλιστικών κοινωνικών μορφών, με τη διαφορά ότι εδώ η αστικοποίηση της κοινωνίας έγινε με πολύ πιο επώδυνους όρους απ' ό,τι λ.χ. στην Ελλάδα.
Η αναγκαστική αστυφιλία και προλεταριοποίηση των αγροτικών μαζών
διατάραξε τους φορείς και τις οργανώσεις της εργατικής τάξης που υπήρχαν
από πριν στις πόλεις.
Η παλιά -και μικρή αριθμητικά σε σχέση με τον
συνολικό πληθυσμό- εργατική τάξη, με τις ιδιαίτερες αγωνιστικές
παραδόσεις της, «πνίγηκε» προσωρινά μέσα στις μάζες των
προλεταριοποιούμενων εξαθλιωμένων αγροτών και προκαπιταλιστικού τύπου
μικροεπαγγελματιών (πραματευτάδες κτλ.).
Φυσικοί ηγέτες αυτών των
βίαια ξεριζωμένων από την πρότερη ζωή τους μαζών ήταν οι φορείς -
λειτουργοί της (κυρίαρχης στην προκαπιταλιστική ύπαιθρο) θρησκευτικής
παράδοσης που τώρα ήταν πια συχνά
«δυτικοσπουδασμένοι»
διανοούμενοι, για τους οποίους όμως δεν υπήρχε θέση στον νεόκοπο
καπιταλιστικό κρατικό μηχανισμό, λόγω έλλειψης πόρων του τελευταίου.
Ας μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για μια φάση ανάπτυξης αυτών των χωρών,
όπου συντελείται και μια ορισμένη «πρωταρχική συσσώρευση του κεφαλαίου»,
με τον αποχωρισμό των παραγωγών -βλέπε αγροτών - από τα μέσα παραγωγής
τους,
μια συσσώρευση όμως που γίνεται ακόμη πιο επώδυνη, εξαιτίας της
απομύζησης του πλούτου αυτών των χωρών από τα αναπτυγμένα
ιμπεριαλιστικά κράτη και που έχει συνέπειες για όλα τα στρώματα της
κοινωνίας. Ετσι τα νέα μικροαστικά στρώματα της διανόησης που σε άλλες
συνθήκες θα στελέχωναν τον κρατικό μηχανισμό, την αστική «κοινωνία των
πολιτών» και τα κοινωνικά και πολιτικά κινήματα, βρέθηκαν και αυτά στο
περιθώριο, αναζητώντας κοινωνικό ρόλο στις συντελούμενες αλλαγές.
Αρα
στα κινήματα αυτά η θρησκευτική παράδοση παίζει απλά το ρόλο της μεταμφίεσης (αλλά και διαστρέβλωσης)
πολιτικών αιτημάτων των λαϊκών μαζών σε μια φάση οδυνηρής ιστορικής μετάβασης στην καπιταλιστική κοινωνία.
Το παραδοσιοκρατικό στοιχείο εκφράζει εντελώς σύγχρονες ανάγκες. Στο
πλαίσιο αυτό, αλλάζει και το σύνολο της μουσουλμανικής θρησκευτικής
ιδεολογίας, αποκόβεται από το παρελθόν (όπως έχει αλλάξει εδώ και αιώνες
και η χριστιανική θρησκευτική ιδεολογία).
Επομένως, η φιλολογία περί
έμφυτης επιθετικότητας της μουσουλμανικής θρησκείας, που διαδίδεται από
ορισμένους σήμερα, είναι εκ του πονηρού. Πίσω από τις ιδεολογίες υπάρχουν τα συμφέροντα, οι διεκδικήσεις, τα αιτήματα κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων.
Αυτές είναι, πολύ συνοπτικά και περιγραφικά, οι κοινωνικές ρίζες των σύγχρονων πολιτικών ισλαμικών κινημάτων.
Συχνά αποτελούν μαζικά λαϊκά κινήματα που μέσα από το θρησκευτικό αυτοκαθορισμό τους (αίτημα της οργάνωσης της κοινωνικής ζωής σύμφωνα με τις επιταγές δικαίου του ισλαμικού νόμου)
εκφράζουν
αντιιμπεριαλιστικές διαθέσεις και διεκδικήσεις, καλώντας όμως
ουτοπιστικά προς τα πίσω, σε μια επιστροφή σε ένα προκαπιταλιστικό
παρελθόν. Είναι φανερό όμως ότι αυτός ο θρησκευτικός
συντηρητικός-αντιδραστικός αυτοκαθορισμός περιορίζει ασφυκτικά την όποια
δυνατότητα απελευθερωτικών αιτημάτων και παρέχει στις άρχουσες τάξεις
τη δυνατότητα να χειραγωγήσουν αργά ή γρήγορα αυτά τα κινήματα. Ακόμη
περισσότερο,
η εφαρμογή του παραδοσιοκρατικού «ισλαμικού νόμου» οδηγεί συχνά σε κοινωνική οπισθοδρόμηση ολόκληρες χώρες (ενδεικτική είναι η τραγική θέση στην οποία περιέρχεται πάνω από το μισό του πληθυσμού, δηλαδή οι γυναίκες).
Η προοπτική στο φως της ιστορικής πείρας
Ενα σημαντικό ζήτημα για τα κινήματα αυτού του τύπου αφορά τη «μοίρα»
τους, την περαιτέρω προοπτική τους. Υπάρχει ήδη σημαντική ιστορική πείρα
πάνω σε αυτό. Από αυτή την ιστορική πείρα, προκύπτουν γενικά τα εξής:
1. Στην περίπτωση που ριζοσπαστικά πολιτικοθρησκευτικά ισλαμικά
κινήματα καταλάβουν την εξουσία, στην αρχή ακολουθούν μια πολιτική
άγριας καταστολής, ενάντια σε οτιδήποτε αντίκειται στις αρχές της
εκδοχής του ισλαμικού νόμου που ακολουθούν. Ταυτόχρονα, ακολουθούν και
μια πολιτική που εκφράζει τα κοινωνικά στρώματα που ανέβηκαν στην
εξουσία μέσω του ισλαμισμού (
στο κέντρο των οποίων βρίσκονται τα μορφωμένα στρώματα που αναφέρθηκαν παραπάνω).
Στην πορεία και εφόσον αποκατασταθεί με κάποιο τρόπο μια ορισμένη
κοινωνική δομή μετά τις πολιτικές αναταραχές, η ριζοσπαστική δυναμική
των ισλαμικών κινημάτων, που έχουν μετατραπεί πλέον σε καθεστώς, σβήνει
σιγά σιγά.
Το καθεστώς ορθολογικοποιεί τη λειτουργία του κράτους και
της οικονομίας, μια νέα άρχουσα αστική τάξη σχηματοποιείται σταδιακά και
η δοσμένη «ισλαμική» χώρα ολοκληρώνει σιγά σιγά τη μετάβασή της στην
καπιταλιστική οργάνωση της κοινωνίας. Αυτό είναι ιδιαίτερα φανερό
στην περίπτωση του Ιράν, όπου η νέα καπιταλιστική άρχουσα τάξη
προσανατολίζεται όλο και πιο ανοιχτά προς τη συμφιλίωση με τον
ιμπεριαλισμό.
Τα πολιτικοθρησκευτικά έθιμα αρχίζουν να υποχωρούν και η
χώρα καταλαμβάνει την πρότερη θέση της στο σύστημα του διεθνούς
καταμερισμού εργασίας και του καπιταλιστικού συστήματος
(ενδεχομένως, μάλιστα, με καλύτερους όρους απ' ό,τι πριν: αφενός
ακολουθεί πιο ανεξάρτητη πολιτική, αφετέρου ίσως έχει υπάρξει και μερική
ικανοποίηση αρκετών λαϊκών αιτημάτων (άλλωστε για αυτά τα αιτήματα
αγωνίστηκαν οι λαϊκές μάζες κατά του καθεστώτος του Σάχη).
Στοιχεία της ισλαμικής θρησκευτικής ιδεολογίας αναμειγνύονται με δυτικά (ανάλογα με την ανάμειξη των παλιών και νέων κυρίαρχων στη σύσταση της νέας άρχουσας τάξης)
και διαμορφώνουν μια νέα «αστική ιδεολογία» για την κυρίαρχη τάξη
(ποιος είπε ότι η αστική ιδεολογία μπορεί να έχει αποκλειστικά
χριστιανικές καταβολές; Θεωρητικά, αλλά και πρακτικά, δεν μπορεί να
αποκλειστεί και μια αστική ιδεολογία μορφολογικά διαφορετική από την
ευρωπαϊκή, βλ. λ.χ. Ιαπωνία).
Ετσι ετοιμάζεται το έδαφος για την
ώριμη διεξαγωγή της ταξικής πάλης σε καπιταλιστικά πλαίσια, αφού όμως
έχει χαθεί μια πρώτη δυνατότητα σύνδεσης του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα
με την πάλη για το σοσιαλισμό, με συνέπειες καταστροφικές για ολόκληρες
γενιές ανθρώπων.
2. Στις χώρες που το κράτος -και η, συχνά υπό διαμόρφωση, αστική τάξη-
αντέχει
την πίεση αυτών των κινημάτων, ξεκινά μερικές φορές μια κατάσταση
συνεχούς δολιοφθοράς, αναταραχής και καταστροφής που μοιάζει με εμφύλιο
πόλεμο (βλ. λ.χ. τι γίνεται στην Αλγερία). Σε αυτή την περίπτωση τα
ισλαμικά κινήματα διασπώνται σε περισσότερο ή λιγότερο διαλλακτικές και
αδιάλλακτες ομάδες, νόμιμες και παράνομες, νομοταγείς και
«τρομοκρατικές». Η περαιτέρω εξέλιξη της κατάστασης εξαρτάται από τους
ρυθμούς ανάπτυξης της συγκεκριμένης χώρας και τη θέση που κατέχει στο
διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Συνήθως και εδώ η θρησκευτικοπολιτική
ριζοσπαστικοποίηση υποχωρεί σταδιακά ή και συντηρείται τεχνητά το
φάντασμά της ως ανάχωμα απέναντι στη διάδοση των σοσιαλιστικών και
κομμουνιστικών ιδεών (βλ. Τουρκία, Αίγυπτος).
3. Υπάρχουν χώρες, όπου η ιστορική καθυστέρηση και η εξάρτηση και επέμβαση από τον ιμπεριαλισμό είναι πάρα πολύ μεγάλη
(κλασικά παραδείγματα Αφγανιστάν, Σουδάν). Εδώ έχουμε να κάνουμε με
κατεστραμμένες μεταβατικές κοινωνίες, όπου οι άνθρωποι παραδέρνουν μέσα
σε έναν τρόπο ζωής πατριαρχικό - προκαπιταλιστικό, όπου κυριαρχούν
παρωχημένες κοινωνικές δομές ή και η έλλειψη σταθερής κοινωνικής δομής,
όπου η ληστεία, η φτώχεια, η εξαφάνιση της κοινωνικής θέσης των
γυναικών, η παραγωγή και το εμπόριο ναρκωτικών, όπλων, ανθρώπων κ.ο.κ.,
κάνουν τις χώρες αυτές τα πιο χτυπητά όσο και αντιπροσωπευτικά δείγματα
της βαρβαρότητας του ιμπεριαλιστικού συστήματος.
Στις χώρες αυτές, η θρησκευτικοπολιτική αντίδραση, από τη μία βασίζεται στην ιστορική καθυστέρηση της κοινωνίας των φυλών (όπως, κάποτε, στην εποχή γέννησης της Σαουδικής Αραβίας)
που βρίσκεται σε αποσύνθεση, ενώ από την άλλη οφείλεται στην ίδια την ιμπεριαλιστική επέμβαση στο πρόσφατο παρελθόν. Η περίπτωση του Αφγανιστάν είναι ιδιαίτερα εύγλωττη εδώ.
Ορισμένα βασικά δεδομένα
Κλείνοντας αυτές τις λίγες και ελλειπτικές σκέψεις πάνω στο ζήτημα του
«πολιτικού ισλάμ» σήμερα, ας συνοψίσουμε μερικά βασικά δεδομένα.
Πρώτον, ο ισλαμικός φονταμενταλισμός εξηγείται διά της ανάλυσης της
πάλης των τάξεων στις χώρες που εμφανίζεται και διά της ανάλυσης των
μεγάλων κοινωνικών μετασχηματισμών που συντελούνται σε αυτές (διαδικασία παρατεταμένης ιστορικής μετάβασης στον καπιταλισμό) και των ιδεολογικών μορφών έκφρασης που προσλαμβάνουν, και δ
ε χρειάζονται οποιεσδήποτε «θρησκειολογικές» και «πολιτισμικές» ερμηνείες.
Δεύτερον, οι πιο ακραίες, αντιδραστικές του μορφές εκδηλώθηκαν σε
συνδυασμό με την τραγική κατάσταση που βρίσκονται αυτές οι χώρες,
εξαιτίας της υπερεκμετάλλευσής τους από το διεθνές μονοπωλιακό κεφάλαιο
και την ντόπια ολιγαρχία, ενώ συχνά ενθαρρύνθηκαν και ενισχύθηκαν
συστηματικά από τον ιμπεριαλισμό ακριβώς για τα χτυπηθούν τα προοδευτικά
εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα.
Τρίτον, συνδέεται με την υποχώρηση των σοσιαλιστικών και κομμουνιστικών ιδεών και κινημάτων, λόγω
των αλλαγών της περασμένης δεκαετίας που ανέτρεψαν το συσχετισμό
δυνάμεων στον κόσμο και οδήγησαν στην οπισθοχώρηση το παγκόσμιο
επαναστατικό και αντιιμπεριαλιστικό κίνημα (το οποίο σήμερα συνενώνει
αντικειμενικά κατά της «νέας τάξης πραγμάτων» τις χώρες που οικοδομούν
το σοσιαλισμό, το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα των καπιταλιστικών
χωρών και το αντιιμπεριαλιστικό κίνημα των χωρών που καταπιέζονται από
τα ιμπεριαλιστικά κέντρα).
Τέταρτον, η όλη ανάπτυξη των πολιτικοθρησκευτικών κινημάτων (ισλαμικών ή άλλων)
αποτελεί αφενός μια οπισθοδρόμηση, αφετέρου μια αναβολή.
Οπως δείχνει η σύγχρονη ιστορική εμπειρία, τα κινήματα αυτά δε θα
υπάρχουν επ' άπειρον (εφ' όσον αποτελούν έκφραση της συγκεκριμένης
ιστορικής φάσης εξέλιξης αυτών των κοινωνιών). Ηδη έχουν αρχίσει να
περιέρχονται σε ύφεση, παρά την προσπάθεια των ιμπεριαλιστών να
βρίσκονται συνεχώς στο προσκήνιο και να καθορίζουν το ιδεολογικό τοπίο
σήμερα στον κόσμο διαμέσου των τρομοκρατικών επιθέσεων.
Η πολιτική εκμετάλλευση των πολιτιστικών κ.ο.κ. διαφορών από τον ιμπεριαλισμό έχει ένα όριο
το οποίο πλησιάζει όλο και πιο κοντά. Αυτό σημαίνει πως πρέπει να
ετοιμαζόμαστε (όπως ετοιμάζονται με πολλή βιάση και οι ίδιοι οι
ιμπεριαλιστές) για επιστροφή στο έδαφος πιο «τυπικών» μορφών ταξικής
πάλης, όπου τον κύριο λόγο έχει το εργατικό και κομμουνιστικό, καθώς και
το προοδευτικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα παντού στον κόσμο.
Ο κύκλος
των πολιτικοθρησκευτικών αναταραχών κλείνει και οι αγωνίες, οι
προσδοκίες, οι διεκδικήσεις, η πάλη των λαών έρχεται και πάλι στο
προσκήνιο χωρίς θρησκευτικοπολιτικά πρόσημα πλέον.
Μόνο που ο κύκλος ζωής του καπιταλισμού στενεύει όλο και πιο πολύ,
λιγοστεύουν τα περιθώριά του ελιγμών και αντίδρασης στις εξελίξεις που
έρχονται από παντού, απαξιώνονται οι εφεδρείες του, γίνεται όλο και πιο
φανερή σε όλους η αδυναμία του να διαχειριστεί τα σύγχρονα προβλήματα
της ανθρωπότητας. Αμφισβητείται όλο και πιο έντονα η νομιμοποίησή του
στη συνείδηση των λαών.
Μολονότι ακόμη δεν έχει γίνει τίποτε
πραγματικά συνταρακτικό και θεαματικό προς την κατεύθυνση της πρακτικής
ανατροπής του και μολονότι η προληπτική «αντιτρομοκρατική» υστερία
καταστολής οργανώνεται με κάθε λεπτομέρεια, είναι φανερό ότι το
κομμουνιστικό και εργατικό κίνημα είναι καιρός να αρχίσει να
ανασυντάσσεται διεθνώς με πολύ πιο έντονους ρυθμούς απ' ό,τι σήμερα και
να προετοιμάζεται για πολύ σοβαρές εξελίξεις στα επόμενα χρόνια, που μπορεί και πρέπει να έχουν θετική έκβαση...
Του Απόστολου ΧΑΡΙΣΗ*
*Ο Απόστολος Χαρίσης είναι μέλος του ΔΣ του ΚΜΕ
Πηγή: Ριζοσπάστης