15 Ιαν 2012

Ανασύνθεσαν τον ιό της φονικής «ισπανικής γρίπης» του 1918



ΗΠΑ - ΓΕΝΕΤΙΚΗ
Ανασύνθεσαν τον ιό της φονικής «ισπανικής γρίπης» του 1918
  • Συγγενεύει με τον ιό της σύγχρονης «γρίπης των πουλερικών»...
  • Ο Τζ. Ου. Μπους ζητεί χρήση του στρατού για την επιβολή καραντίνας (και) για επιδημία γρίπης...
Η «γρίπη των πουλερικών» εξελίσσεται σε νέο σαφάρι κερδών για τις πολυεθνικές
Associated Press
ΑΤΛΑΝΤΑ - ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ.- Ερευνητές της Ιατρικής Σχολής «Ορος Σινά» της Ν. Υόρκης και του Ιδρύματος Παθολογίας του Αμερικανικού Στρατούδημοσιοποίησαν στα περιοδικά «Nature» και «Science» συμπεράσματα από την ανασύνθεση του ιού της «ισπανικής γρίπης» του 1918, που είχε προκαλέσει διεθνώς το θάνατο τουλάχιστον 50.000.000 ανθρώπων. Οι ερευνητές προχώρησαν σ' αυτό το εγχείρημα, κρίνοντας πως ...«είναι ελάχιστοι οι κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία» και μεβασικό στόχο να εξακριβώσουν την πιθανότητα κοινών χαρακτηριστικών ανάμεσα στον ιό της «ισπανικής γρίπης» του 1918 και το ιό Η5Ν1 της «γρίπης των πουλερικών», που πλήττει σήμερα χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας.
Οι ερευνητές ανασύνθεσαν τον ιό, παίρνοντας δείγμα από το «θαμμένο», σε στρώμα πάγου, πτώμα γυναίκας (θύμα «ισπανικής γρίπης» 1918) στην Αλάσκα και δείγμα από πνευμονικούς ιστούς με στελέχη του ιού της ίδιας γρίπης σε «αρχείο» του Εθνικού Κέντρου Ελέγχου Ασθενειών. Προχωρώντας στην (μέσα σε δύο μέρες!) ανασύνθεση του ιού της «ισπανικής γρίπης» με την τεχνολογία της «αντίστροφης γενετικής», οι Αμερικανοί ερευνητές βρήκαν ότι:
  • Ο ιός της «ισπανικής γρίπης» ξεκίνησε και αυτός σαν ιός «γρίπης των πουλερικών».
  • Τα τρία τελευταία τμήματα του γενετικού κώδικα είχαν γονιδιακές μεταλλάξεις που αφορούν την ικανότητα του ιού να πολλαπλασιάζεται στα κύτταρα του ξενιστή και μοιάζουν εντυπωσιακά με μεταλλάξεις του ιού της σημερινής «γρίπης των πουλερικών»...
Ανακοινώθηκε πως δείγματα του «αναδημιουργηθέντος» ιού της «ισπανικής γρίπης» φυλάσσονται σε εργαστήριο ασφαλείας στην έδρα του Κέντρου Ελέγχου Ασθενειών στην Ατλάντα, αν και υπάρχουν πληροφορίες για δείγματα ιών της «ισπανικής γρίπης» σε τουλάχιστον τέσσερα βιολογικά εργαστήρια στις ΗΠΑ και ένα στον Καναδά...
Ο «ζήλος» του Μπους για τη γρίπη...
Τα νέα συνέπεσαν χρονικά με μία ακόμη προσπάθεια του Προέδρου Τζ. Ου. Μπους να ενισχύσει τις εξουσίες του, χρησιμοποιώντας το στρατό στην επιβολή καραντίνας επί εδάφους των ΗΠΑ σε περίπτωση πανδημίας της «γρίπης των πουλερικών»... Το γραπτό αίτημά του στο Κογκρέσο αιφνιδίασε ακόμη και τον εκπρόσωπο του Πενταγώνου Μπράιαν Ουίτμαν, που δήλωσε πως δεν έχει ζητηθεί (ακόμη τουλάχιστον...) από τον αμερικανικό στρατό να αναπτύξει ένα τέτοιο σχέδιο...
Χτες, ο Μπους συναντήθηκε με συμβούλους για θέματα υγείας στο Λευκό Οίκο, όπου εκτιμήθηκε ότι «έχει υποβαθμιστεί» η αντιμετώπιση του ιού Η5Ν1 που προκαλεί τη σημερινή «γρίπη των πουλερικών» στην Ασία. Σήμερα θα συναντηθεί με τους διευθυντές πολυεθνικών φαρμακοβιομηχανιών για να τους ζητήσει να βρουν αποτελεσματικό εμβόλιο κατά της «γρίπης των πουλερικών» και να προχωρήσουν ταχύτατα στη μαζική παραγωγή του...
Επιπλέον, ο υπουργός Υγείας των ΗΠΑ, Μάικ Λέβιτ, περιοδεύει σε χώρες της Ασίας, προωθώντας το σχέδιο «συνεργασίας» της Ουάσιγκτον με τουλάχιστον 65 χώρες και διεθνείς οργανισμούς υγείας, με στόχο «τον έγκαιρο έλεγχο της γρίπης των πουλερικών» προτού εξελιχθεί σε πανδημία με δεκάδες εκατομμύρια θύματα. Ο Λέβιτ έκρινε πως «καμία χώρα στον κόσμο δεν είναι έτοιμη» για μία επιδημία γρίπης με μετάλλαξη του ιού Η5Ν1 και πως μέρος του σχεδίου «συνεργασίας των ΗΠΑ» είναι η αποστολή Αμερικανών ειδημόνων «όπου στο εξωτερικό υπάρχει επιδημία γρίπης», ώστε να ελεγχθεί η εξέλιξη της νόσου...
Τέλος, χτες ο ΓΓ του ΟΗΕ, σε επίσκεψή του στην έδρα της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας στη Γενεύη, υποστήριξε πως τα Ηνωμένα Εθνη «δε θα αφήσουν τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας να εμποδίσουν την πρόσβαση όλων των χωρών, πλούσιων και φτωχών, σε εμβόλια και φάρμακα για την αντιμετώπιση της γρίπης σε περίπτωση επιδημίας».


Η επανάσταση και η δολοφονία των Κ. Λίμπκνεχτ και Ρ. Λούξεμπουργκ


ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΝΟΕΜΒΡΗΣ 1918 - ΦΛΕΒΑΡΗΣ 1919
Η επανάσταση και η δολοφονία των Κ. Λίμπκνεχτ και Ρ. Λούξεμπουργκ
Ο Καρλ Λίμπκνεχτ μιλάει σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας ενάντια στο αντεπαναστατικό πραξικόπημα της 24ης του Δεκέμβρη 1918
Το Νοέμβρη του 1918ξέσπασε επανάσταση στη Γερμανία. Το ξέσπασμά της ήταν αποτέλεσμα μιας σειράς αντικειμενικών συνθηκών που συνέθεταν το πλαίσιο επαναστατικής κρίσης, ωθούσαν τις λαϊκές μάζες στο να μη θέλουν άλλο τη διακυβέρνηση του παλιού καθεστώτος, ενώ ταυτόχρονα αναπτυσσόταν μαζική επαναστατική πάλη από μεγάλα τμήματα της εργατικής τάξης, άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων και τμημάτων του στρατού και του ναυτικού. Υπήρχαν δηλαδή σημάδια επαναστατικής κρίσης, επαναστατικής κατάστασης. Ηταν εποχή του τέλους του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η ιμπεριαλιστική Γερμανία ήταν ήδη ηττημένη, μ' όλες τις φρικτές συνέπειες και τα βάσανα που φόρτωσαν το λαό της ο πόλεμος και η ήττα σ' αυτόν. Βεβαίως, οι πολεμικές επιχειρήσεις τυπικά δεν είχαν ακόμη σταματήσει, αλλά η ήττα ήταν οριστική πια τη συγκεκριμένη περίοδο. Ταυτόχρονα, η Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση στη Ρωσία ένα χρόνο πριν ήταν το κοσμοϊστορικό γεγονός που έβαζε τη σφραγίδα του στις παγκόσμιες εξελίξεις κυρίως από την πλευρά της πάλης της εργατικής τάξης και των λαών ιδιαίτερα των εμπόλεμων κρατών. Ολ' αυτά μαζί ήταν ικανά να ωθήσουν τους εργάτες και τους στρατιώτες της Γερμανίας σε επαναστατική δράση.
Το καθεστώς της Γερμανίας δεν ήταν καθεστώς αστικής δημοκρατίας. Αλλωστε, στην ιμπεριαλιστική Γερμανία η αστική τάξη, δηλαδή οι ιδιοκτήτες των μονοπωλίων, σχετικά με την εξουσία είχε έρθει σε συμβιβασμό με τους γιούνκερ, δηλαδή τους μεγάλους γαιοκτήμονες και μοιραζόταν την εξουσία μαζί τους.
Οξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων
Διαδήλωση επαναστατών ναυτών στο Κίελο, Νοέμβρης 1918
Το τέλος του πολέμου τη Γερμανία τη χαρακτηρίζει η όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων. Δύο εκατομμύρια Γερμανοί είχαν σκοτωθεί στα πεδία των μαχών και μαζί με τους τραυματίες και τους αιχμαλώτους οι απώλειες έφταναν τα εφτάμισι εκατομμύρια. Ο πόλεμος έφερε καταστροφή στη βιομηχανία, πτώση της αγροτικής παραγωγής, έλλειψη τροφίμων, ενώ οι αρρώστιες επιδείνωναν την κατάσταση των λαϊκών μαζών μαζί με την πείνα. Το μεροκάματο, που δεν έφτανε για τη ζωή των εργατικών οικογενειών, σε συνδυασμό με το ελάχιστο βοήθημα στις οικογένειες των στρατιωτών, ανέδειχνε την τεράστια ένταση των κοινωνικών αντιθέσεων αφού την ίδια στιγμή οι μεγάλοι γαιοκτήμονες και οι βιομήχανοι, έμποροι και τραπεζίτες συσσώρευαν τεράστια κέρδη από τον πόλεμο.
Ετσι, στα 1918 η χώρα συνταράχτηκε από μεγαλειώδεις απεργιακές κινητοποιήσεις, στις οποίες συμμετείχαν πάνω από 2,5 εκατομμύρια εργάτες. Στην ιστορία της Γερμανίας ήταν άγνωστη μια τόσο μεγάλη έκταση του απεργιακού αγώνα. Αυτή η κατάσταση που μέρα με τη μέρα φούντωνε όλο και περισσότερο σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο πόλεμος βάδιζε προς το τέλος του, με τη Γερμανία ηττημένη, έκαναν τον Λένιν να γράψει τον Οκτώβρη του1918:
«Η γερμανική αστική τάξη και η γερμανική κυβέρνηση που συντρίφτηκαν στον πόλεμο και απειλούνται από ένα ισχυρό επαναστατικό κίνημα από τα μέσα, παραδέρνουν αναζητώντας σωτηρία».
Στρατιώτες και πολίτες συζητούν στους δρόμους του Βερολίνου - Επανάσταση στη Γερμανία 9/11/1918
Η αφορμή για το ξέσπασμα επαναστατικών γεγονότων δεν άργησε να δοθεί. Στις 28 του Οκτώβρη η γερμανική στρατιωτική διοίκηση διέταξε το στόλο να βγει σε ανοιχτή θάλασσα για αποφασιστική σύγκρουση με τους Αγγλους. Ηταν μια ενέργεια πέρα για πέρα παράλογη και τυχοδιωκτική. Οταν δόθηκε η διαταγή ο πόλεμος είχε χαθεί για τη Γερμανία και μ' αυτή την ενέργεια ο στόλος οδηγούνταν στην καταστροφή. Θα μπορούσαν να χαθούν 80.000 ναύτες χωρίς λόγο.
Ετσι τα πληρώματα των πλοίων αρνήθηκαν να πολεμήσουν και επέβαλαν την επιστροφή των πλοίων στη βάση τους. Στη συνέχεια μια αντιπροσωπεία των πληρωμάτων πήγε στην ανώτατη διοίκηση και δήλωσε πως ο στόλος ήταν έτοιμος να αμυνθεί σε ενδεχόμενη επίθεση του εχθρού, αλλά όχι και να προχωρήσει στην άσκοπη καταστροφή του. Η απάντηση της διοίκησης ήταν το ξεκίνημα διώξεων σε βάρος των ναυτών. Κι όταν αυτοί αντέδρασαν με διαδήλωση διαμαρτυρίας στο Κίελο στις 3 του Νοέμβρη, μια ομάδα αξιωματικών άνοιξε πυρ κατά των διαδηλωτών σκοτώνοντας 8 και τραυματίζοντας βαριά 29.
Την επομένη στάλθηκαν στο Κίελο μονάδες πεζικού για να πνίξουν την ανυπακοή των ναυτών στη διοίκηση και στην κυβέρνηση. Ομως, πέρασαν με το μέρος των ξεσηκωμένων ναυτών, ενώ συνενώθηκαν μαζί τους και οι εργάτες. Ετσι, στις 4 του Νοέμβρη του 1918σχηματίστηκε στο Κίελο το σοβιέτ των εργατών και το σοβιέτ των στρατιωτών. Σοβιέτ σχηματίστηκαν, επίσης, στα πλοία στα οποία την επόμενη μέρα υψώθηκαν κόκκινες σημαίες.
Ξεσπά επαναστατική δράση
Καρλ Λίμπκνεχτ
Ετσι άναψε η επαναστατική φλόγα στο Κίελο και διαδόθηκε αμέσως σ' όλη τη Γερμανία. Στη Λυβέκη, στο Μπρούνσμπιτελ, στο Κουξχάφεν, στο Αμβούργο, στη Βρέμη, στο Ροστόκ, στο Μπρούνσβικ, στο Σβέριν, στη Δρέσδη, στη Λιψία και σε πολλές άλλες πόλεις η λαϊκή κινητοποίηση δημιουργεί παντού σοβιέτ, τα όργανα του επαναστατικού αγώνα και της νέας εξουσίας που μόλις ξεπροβάλλει. Στη Βαυαρία, στη Σαξονία, στη Βιρτεμβέργη και αλλού ένας μετά τον άλλον εκθρονίζονται οι εστεμμένοι άρχοντες.
Στις 9 του Νοέμβρη 1918, το πρωί, εκατοντάδες χιλιάδες Γερμανοί εργάτες με κόκκινες σημαίες κινήθηκαν προς το κέντρο του Βερολίνου, ζητώντας να σταματήσει ο πόλεμος, να φύγει η μοναρχία, να έχουν ψωμί και ανθρώπινη ζωή. Δίπλα στους εργάτες βάδιζαν σε μακριές σειρές οι γυναίκες, που ζητούσαν ειρήνη για τους άνδρες τους, τους πατεράδες ή τα παιδιά τους. Το ανθρώπινο ποτάμι, με την καθοδήγηση της ομάδας «Σπάρτακος» και επαναστατικών στοιχείων του Ανεξάρτητου Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας, γρήγορα πλημμύρισε όλους τους κεντρικούς δρόμους της πόλης και κινήθηκε προς τους στρατώνες, όπου συνάντησε ελάχιστη έως μηδαμινή αντίσταση. Οι στρατιώτες συναδελφώθηκαν με τους εργάτες. Χωρίς αντίσταση καταλήφθηκαν επίσης το παλάτι, η διοίκηση Χωροφυλακής και τα περισσότερα κυβερνητικά κτίρια. Κατά το μεσημέρι το Βερολίνο, η πρωτεύουσα της αυτοκρατορικής Γερμανίας, βρισκόταν στα χέρια των επαναστατών. Προηγουμένως, όμως, γύρω στις 11 π.μ., ο πρωθυπουργός του Ράιχ, πρίγκιπας Μαξ φον Μπάντεν, ανήγγειλε την παραίτηση από το θρόνο του τελευταίου Χοεντζόλερν, του κάιζερ Γουλιέλμου II, υπέρ του διαδόχου. Ταυτόχρονα, διεξήγαγε διαπραγματεύσεις με το δεξιό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Γερμανίας για το διορισμό του Εμπερτ, ηγέτη των δεξιών σοσιαλδημοκρατών, στη θέση του πρωθυπουργού. Στις 12 το μεσημέρι ο Εμπερτ ήταν ήδη ο αρχηγός της κυβέρνησης, αφού προηγουμένως είχε διαβεβαιώσει τον πρίγκιπα Μαξ για τις προθέσεις του λέγοντας: «Μισώ την επανάσταση σαν την πανούκλα». Αργότερα στα απομνημονεύματά του ο πρίγκιπας Μαξ δικαιολόγησε ως εξής τις παραπάνω ενέργειές του: «Σκέφτηκα: Είναι σχεδόν βέβαιο ότι η επανάσταση θα νικήσει. Δεν μπορούμε να την καταστείλουμε, ίσως, όμως, μπορούμε να την πνίξουμε». Ειδικά δε για το διορισμό του Εμπερτ στη θέση του πρωθυπουργού ο πρίγκιπας Μαξ δε δίσταζε να δηλώσει: «Στην κατάσταση που δημιουργήθηκε, το μοναδικό πρόσωπο που είναι δυνατόν να γίνει καγκελάριος του Ράιχ είναι ο Εμπερτ. Αυτός θα μπορέσει να στρέψει την επαναστατική ενέργεια στα πλαίσια του νόμιμου εκλογικού αγώνα».
Ρόζα Λούξεμπουργκ
Αναλαμβάνοντας τα καθήκοντά του ο Εμπερτ είχε την ελπίδα ότι μπορούσε να σώσει τη μοναρχία. Επρόκειτο για μια αυταπάτη. Κάτω από την πίεση των επαναστατημένων μαζών ο άλλος ηγέτης των δεξιών σοσιαλδημοκρατών, ο Φ. Σάιντεμαν, μιλώντας από ένα παράθυρο του Ράιχσταγκ σε μια τεράστια λαϊκή διαδήλωση ανακήρυξε την ελεύθερη λαϊκή δημοκρατία της Γερμανίας. Ηθελε να προλάβει το πέρασμα των μαζών με το μέρος των πραγματικών επαναστατικών δυνάμεων, να περιορίσει την επιρροή του πολιτικού λόγου των ηγετών της ομάδας «Σπάρτακος». Κι είχε προβλέψει σωστά τις επερχόμενες εξελίξεις. Την ίδια μέρα από το μπαλκόνι των αυτοκρατορικών ανακτόρων, μιλώντας σε μια τεράστια συγκέντρωση από εργάτες και στρατιώτες, ο ηγέτης του «Σπάρτακου», Καρλ Λίμπκνεχτ, ανακήρυξε τη Γερμανία σε «Ελεύθερη Σοσιαλιστική Δημοκρατία» και κάλεσε την εργατική τάξη «να στρέψει όλες τις δυνάμεις της για να συγκροτηθεί μια κυβέρνηση από εργάτες και στρατιώτες και να οργανωθεί μια τέτοια τάξη πραγμάτων στη χώρα που να μπορέσει το προλεταριάτο να εγκαθιδρύσει την ειρήνη, την ευτυχία και την ένωση του ελεύθερου γερμανικού λαού με τους ταξικούς αδελφούς του όλου του κόσμου».
Μπροστά στην κυβέρνηση έμπαινε το ζήτημα της καταστολής της επανάστασης.
Η αντεπανάσταση οργανώνεται
Στις 15 του Νοέμβρη του 1918 μια ομάδα από μεγαλοβιομηχάνους, ανάμεσα σ' αυτούς και οι ιδιοκτήτες μονοπωλίων Μπίρζιγκ, Στίνες και Σπρίγκερουμ, υπέγραψε με τους ηγέτες (αποτελούνταν από συμβιβασμένους σοσιαλδημοκράτες) της Γερμανικής Γενικής Ενωσης των Συνδικαλιστικών Οργανώσεων μια συμφωνία «έμπρακτης συνεργασίας». Ηταν μια από τις ενέργειες για να αντιμετωπίσουν την επαναστατική προοπτική. Με τη συγκεκριμένη συμφωνία αναγνωρίζονταν στις συνδικαλιστικές οργανώσεις μόνον τα δικαιώματα που είχαν κατακτήσει οι εργάτες στην πορεία της επανάστασης - τα δικαιώματα του συνεταιρίζεσθαι, της οκτάωρης εργάσιμης μέρας και των συλλογικών συμβάσεων. Η συμφωνία προέβλεπε ακόμη πως όλες οι διαφορές ανάμεσα στους εργάτες και στους επιχειρηματίες θα λύνονταν μόνο με διαιτησία. Ετσι, πίσω από την πλάτη της εργατικής τάξης οι ηγέτες των συνδικαλιστικών οργανώσεων συμφώνησαν με τους καπιταλιστές να σταματήσουν ουσιαστικά την ταξική πάλη.
Με τη σειρά της η κυβέρνηση Εμπερτ-Χάαζε στην προσπάθειά της να εξαπατήσει τις μάζες με ψεύτικα συνθήματα ίδρυσε μια «επιτροπή κοινωνικοποίησης» με επικεφαλής τον Καρλ Κάουτσκι. Η τεράστια προπαγανδιστική καμπάνια που σηκώθηκε γύρω από την επιτροπή αυτή είχε σκοπό να δημιουργήσει μια φαινομενική εντύπωση πως τάχα η Γερμανία βαδίζει το δρόμο του σοσιαλισμού και να συγκαλύψει την αντεπαναστατική συμφωνία των σοσιαλδημοκρατών ηγετών με τους κεφαλαιοκράτες και τους γιούνκερ και με την ηγεσία του στρατού. Ο σοσιαλδημοκρατικός Τύπος υποστήριζε επίμονα πως η Γερμανία θα γίνει σοσιαλιστική χώρα, αλλά για να γίνει αυτό χρειάζονταν «γερά θεμέλια» που ακόμη δεν υπήρχαν.
Στο μεταξύ, οι αντιδραστικοί αξιωματικοί σε συνεννόηση με τη σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση και με χρήματα που τους έδινε η αστική τάξη, άρχισαν να συγκροτούν ένοπλα τμήματα «εθελοντών». Ετσι οργανώθηκαν το σώμα στρατού Μέρκερ, τα αποσπάσματα Ρόσμπαχ, Λιτσόφ και Επ, η ταξιαρχία Ερχαρντ, η βαλτική άμυνα, το Σώμα εθελοντών και άλλα. Στα Σώματα αυτά υπηρετούσαν χιλιάδες αξιωματικοί και υπαξιωματικοί, διάφοροι άνθρωποι που μέσα στα τέσσερα και πάνω χρόνια που κράτησε ο πόλεμος είχαν ξεκόψει από την παραγωγή, και ο πόλεμος τούς είχε γίνει ένα συνηθισμένο επάγγελμα. Με τα ένοπλα αυτά τμήματα προετοιμαζόταν η αντεπανάσταση να συντρίψει την επαναστατική δράση των λαϊκών μαζών.
Στις 6 του Δεκέμβρη του 1918 μια αντεπαναστατική ένοπλη ομάδα πυροβόλησε στο Βερολίνο εναντίον διαδήλωσης στρατιωτών του μετώπου και αδειούχων που ζητούσαν να συμπεριληφθούν οι αντιπρόσωποί τους στα Σοβιέτ των στρατιωτών. Σκοτώθηκαν 16 διαδηλωτές, ανάμεσα σ' αυτούς και το ηγετικό στέλεχος της «Ενωσης των κόκκινων στρατιωτών», Βίλι Μπούντιχ. Επίθεση έγινε και εναντίον των γραφείων της εφημερίδας των «Σπαρτακιστών», «Ρότε Φάνε». Η «Ενωση του Σπάρτακου» ήταν η κομμουνιστική φράξια η οποία δρούσε οργανωμένα μέσα στο «Ανεξάρτητο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Γερμανίας», που μαζί με το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Γερμανίας ήταν με το πλευρό της αντεπανάστασης. Ηταν κι αυτή μια ιδιομορφία του κινήματος, η μη ύπαρξη Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας. Ηγέτες των «Σπαρτακιστών» ήταν ο Κ. Λίμπκνεχτ, η Ρ. Λούξεμπουργκ κ.ά.
Οι αντεπαναστάτες μπήκαν στο μέγαρο της Εκτελεστικής Επιτροπής του Σοβιέτ του Βερολίνου και έπιασαν τα μέλη της. Αλλά δεν πέτυχαν το σκοπό τους. Οι εργάτες απαντώντας στην πρόσκληση των «Σπαρτακιστών» όρμησαν στο κέντρο της πόλης, απελευθέρωσαν τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής και σκόρπισαν τους αντεπαναστάτες. Στις 7 και στις 8 του Δεκέμβρη οι εργάτες του Βερολίνου οργάνωσαν μαζικές διαδηλώσεις με τα συνθήματα: «Κάτω η κυβέρνηση Εμπερτ - Σάιντεμαν», «Να αφοπλιστούν αμέσως οι αξιωματικοί!», «Να συγκροτηθούν αμέσως ένοπλα σώματα εργατών και Κόκκινης Φρουράς!», «Ζήτω η Διεθνής!», «Ζήτω η Σοσιαλιστική Σοβιετική Δημοκρατία της Ρωσίας!». Στη διαδήλωση στις 8 του Δεκέμβρη πήραν μέρος 150.000 άτομα, ανάμεσά τους και πολλοί ένοπλοι. Οι αντεπαναστάτες αναγκάστηκαν προσωρινά να υποχωρήσουν.
Τα Σοβιέτ που ιδρύθηκαν στην πορεία της επανάστασης του Νοέμβρη δημιουργήθηκαν από τη γερμανική εργατική τάξη και υποστηρίζονταν από τις λαϊκές μάζες. Γι' αυτό οι δεξιοί σοσιαλδημοκράτες μην τολμώντας να εναντιωθούν στα Σοβιέτ ανοιχτά αποφάσισαν να τα αποσυνθέσουν από τα μέσα, να τα χρησιμοποιήσουν για σκοπούς πέρα για πέρα αντίθετους από την ουσία των Σοβιέτ των αντιπροσώπων των εργατών και των στρατιωτών.
Το συνέδριο των Σοβιέτ
Από τις 16 έως τις 21 του Δεκέμβρη έγινε το Παγγερμανικό Συνέδριο των Σοβιέτ των εργατών και των στρατιωτών. Σ' αυτό πήραν μέρος 288 δεξιοί σοσιαλδημοκράτες, 87 του Ανεξάρτητου Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, 27 εξωκομματικοί στρατιώτες, 25 από αστικά κόμματα και μόνο 10 «Σπαρτακιστές». Η Ρόζα Λούξεμπουργκ και ο Καρλ Λίμπκνεχτ δεν είχαν εντολή να πάρουν μέρος στο συνέδριο. Στο συνέδριο έφτασε για να πάρει μέρος και αντιπροσωπεία της Σοβιετικής Ρωσίας, αλλά το συνέδριο δεν την έκανε δεκτή. Από το συσχετισμό, αλλά και από τη στάση του συνεδρίου απέναντι στη ρωσική σοβιετική αντιπροσωπεία ήταν φανερό ότι το συνέδριο των Σοβιέτ δεν ήταν με την επανάσταση. Αλλωστε, η πλειοψηφία της εργατικής τάξης ήταν με τους δεξιούς και τους ανεξάρτητους σοσιαλδημοκράτες, πολύ περισσότερο δε και κάτω από το γεγονός της μη ύπαρξης Κομμουνιστικού Κόμματος. Ο τρόπος δουλιάς των «Σπαρτακιστών» δεν αρκούσε ν' αλλάξει την κατάσταση.
Τη μέρα που άρχισαν οι εργασίες του συνεδρίου των Σοβιέτ, οι «Σπαρτακιστές» οργάνωσαν μια μαζική διαδήλωση εργατών. Οι διαδηλωτές ζήτησαν από το συνέδριο να ανακηρύξει τη Γερμανία ενιαία σοσιαλιστική δημοκρατία, να παραδώσει στα Σοβιέτ των εργατών και των στρατιωτών όλη την εξουσία, να αφοπλίσει αμέσως τους αντεπαναστάτες και να οπλίσει τους εργάτες. Με τα συνθήματα αυτά πέρασαν μπροστά από το μέγαρο του συνεδρίου 250.000 διαδηλωτές.
Αλλά η ηγεσία του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος με την πείρα και την επιρροή που είχε στην εργατική τάξη, καθώς και με το πλατύ δίκτυο των εφημερίδων της, κατόρθωσε να εξαπατήσει τις λαϊκές μάζες. Η σοσιαλδημοκρατική προπαγάνδα διαβεβαίωνε πως η επανάσταση είχε τελειώσει και πως η εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού από τώρα και πέρα εξαρτιόταν από την Εθνοσυνέλευση που θα εκλεγόταν ελεύθερα. Τους δεξιούς σοσιαλδημοκράτες τούς ενίσχυαν και οι ηγέτες του Ανεξάρτητου Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος που έχοντας υπόψη πως οι εργαζόμενες μάζες συμπαθούν τα Σοβιέτ πρότειναν ένα σχέδιο απόφασης για να διατηρηθεί το σύστημα των Σοβιέτ. Στην πραγματικότητα αυτό σήμαινε πως συνδυαζόταν το σύστημα των Σοβιέτ με την Εθνοσυνέλευση, πως τα Σοβιέτ υπάγονταν στο όργανο της δικτατορίας της αστικής τάξης με μοναδικό αποτέλεσμα να διαστρεβλωθεί και να δυσφημιστεί ή ιδέα των Σοβιέτ.
Οι αντιπρόσωποι στο συνέδριο των Σοβιέτ έπεσαν στις αυταπάτες της σοσιαλδημοκρατικής προπαγάνδας και πίστεψαν τις αόριστες κυβερνητικές διακηρύξεις για την κοινωνικοποίηση της βιομηχανίας από την επιτροπή Κάουτσκι ενώ βολεύτηκαν με κάποιες δημοκρατικές παραχωρήσεις και υποστήριξαν το σχέδιο απόφασης των δεξιών σοσιαλδημοκρατών για να συγκληθεί Εθνική (Συντακτική) Συνέλευση και να μεταβιβαστεί όλη η νομοθετική και εκτελεστική εξουσία στο Συμβούλιο των πληρεξουσίων του λαού ωσότου αποφασίσει τελειωτικά η Εθνοσυνέλευση.
Το συνέδριο εξέλεξε το Κεντρικό Σοβιέτ που του παραχωρήθηκε τυπικά το δικαίωμα να ελέγχει την κυβέρνηση. Στο Κεντρικό Σοβιέτ πήραν μέρος μόνο σοσιαλδημοκράτες της πλειοψηφίας.
Η εξουσία στο κεφάλαιο
Το Παγγερμανικό Συνέδριο των Σοβιέτ έλυσε το βασικό πρόβλημα της επανάστασης, δηλαδή το πρόβλημα της εξουσίας, προς όφελος της αστικής τάξης. Αμέσως μετά το συνέδριο οι δεξιοί ηγέτες της σοσιαλδημοκρατίας πέρασαν στην επίθεση εναντίον της επαναστατικής εμπροσθοφυλακής της εργατικής τάξης. Και πρώτα πρώτα θέλησαν να στερήσουν το προλεταριάτο από τις ένοπλες δυνάμεις του που το ίδιο είχε δημιουργήσει. Για το σκοπό αυτό η κυβέρνηση σταμάτησε να πληρώνει τους μισθούς στη λεγόμενη Λαϊκή Ναυτική Μεραρχία, που αριθμούσε περισσότερους από 3.000 επαναστάτες ναύτες. Για τη λύση της διαφοράς αντιπρόσωποι των ναυτών της μεραρχίας έφτασαν στις 23 του Δεκέμβρη στο φρουραρχείο του Βερολίνου. Την ώρα που διαπραγματεύονταν με τον σοσιαλδημοκράτη φρούραρχο Βελς μια περίπολος του φρουραρχείου πυροβόλησε στο δρόμο εναντίον της ομάδας των ναυτών που συνόδευσαν έως εκεί τους αντιπροσώπους τους. Δύο ναύτες σκοτώθηκαν και τρεις τραυματίστηκαν βαριά. Οι αγανακτισμένοι ναύτες έπιασαν τον Βελς και τον πήγαν στο μέγαρο της ιππευτικής σχολής.
Στις 24 του Δεκέμβρη το πρωί η κυβέρνηση αφού συγκέντρωσε μπροστά στη σχολή τμήματα πεζικού και πυροβολικό, έστειλε τελεσίγραφο στους ναύτες να εγκαταλείψουν τη σχολή, να παραδώσουν τα όπλα και να αφήσουν ελεύθερο τον Βελς. Οι ναύτες αρνήθηκαν. Μετά από αυτό άρχισε ο κανονιοβολισμός των κτιρίων της σχολής που κατείχαν οι ναύτες. Οι εργάτες του Βερολίνου ξεσηκώθηκαν για να υπερασπίσουν τους ναύτες, έδιωξαν τους στρατιώτες και η κυβέρνηση απέτυχε, σ' αυτή της την ενέργεια. Ετσι εγκατέλειψε προσωρινά την ιδέα της διάλυσης της Λαϊκής Ναυτικής Μεραρχίας. Οι ηγέτες του Ανεξάρτητου Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος άρχισαν διαπραγματεύσεις με τους εργάτες και τους ναύτες και τους έπεισαν να σταματήσουν τον αγώνα.
Οι προκλητικές ενέργειες της κυβέρνησης στις 23 και 24 του Δεκέμβρη έδειχναν καθαρά πως οι δεξιοί σοσιαλδημοκράτες μαζί με τους στρατιωτικούς είχαν περάσει στο δρόμο της ανοιχτής αντεπαναστατικής δράσης. Ανάμεσα στους εργάτες ξέσπασαν ταραχές. Οι προλεταριακές μάζες ζητούσαν από τους ηγέτες των ανεξάρτητων να ξεκόψουν από το συνασπισμό με τους σοσιαλδημοκράτες της πλειοψηφίας του Σοβιέτ. Οι «Σπαρτακιστές» ζητούσαν να συγκληθεί αμέσως συνέδριο του Ανεξάρτητου Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος στο οποίο ανήκαν σαν φράξια. Οι ηγέτες των ανεξάρτητων αρνήθηκαν να συγκαλέσουν συνέδριο του κόμματος, αλλά βλέποντας πως αν εξακολουθούσαν να παίρνουν μέρος στην κυβέρνηση Εμπερτ κινδύνευαν να χάσουν την εμπιστοσύνη των απλών μελών του κόμματος, αποσύρανε τους αντιπροσώπους τους (Χάαζε, Ντίτμαν και Μπαρτ) από το Συμβούλιο των πληρεξουσίων του λαού. Τις θέσεις των ανεξάρτητων στην κυβέρνηση τις πήραν οι δεξιοί σοσιαλδημοκράτες Νόσκε και Βίσελ.
Ιδρύεται το ΚΚΓ
Το ξετύλιγμα των επαναστατικών γεγονότων έβαζε ολοένα και με πιο μεγάλη οξύτητα μπροστά στους ηγέτες της «Ενωσης του Σπάρτακου» το πρόβλημα δημιουργίας ενός Ανεξάρτητου Κόμματος. Είχε γίνει πλέον φανερό ότι δεν μπορούσαν να καθοδηγήσουν τα επαναστατικά γεγονότα και την τροπή που πήραν σαν φράξια στους ανεξάρτητους. Μάλλον άργησαν να συνειδητοποιήσουν αυτή την αναγκαιότητα.
Στο τέλος του Δεκέμβρη του 1918 ομάδες της «Ενωσης Σπάρτακου» είχαν συγκροτηθεί στο Ρουρ, στον Κάτω Ρήνο, στο Εσεν, στο Μπρούνσβικ, στη Θουριγγία, στην Ανατολική Πρωσία, στη Βαυαρία, στη Στουτγκάρδη, στη Λιψία, στο Χέμνιτς, στη Δρέσδη, στο Μαγδεμβούργο και αλλού. Στις 14 του Δεκέμβρη η εφημερίδα των Σπαρτακιστών «Ρότε Φάνε» δημοσίευσε την προγραμματική προκήρυξη «Τι θέλει η Ενωση Σπάρτακου]. Η προκήρυξη αυτή έβαζε καθήκον τον αγώνα για την παραπέρα ανάπτυξη της επανάστασης με σκοπό να νικήσουν η εργατική τάξη και η αγροτιά, να εγκαθιδρυθεί η δικτατορία του προλεταριάτου και να σχηματιστεί μια ενιαία γερμανική σοσιαλιστική δημοκρατία. Διατυπώνονταν ακόμη και τα εξής άμεσα αιτήματα: Να εκμηδενιστεί ο πρωσικός μιλιταρισμός, να οργανωθεί πολιτοφυλακή από εργάτες, να εθνικοποιηθούν οι τράπεζες, τα ανθρακωρυχεία και η βαριά βιομηχανία, να γίνει αγροτική μεταρρύθμιση, να καταργηθούν τα χωριστά γερμανικά κράτη, να αφοπλιστούν η αστυνομία, οι αξιωματικοί και όλες οι ένοπλες δυνάμεις των κυρίαρχων τάξεων.
Στις 29 του Δεκέμβρη η παγγερμανική κλειστή συνδιάσκεψη της «Ενωσης Σπάρτακου» αποφάσισε να ξεκόψει από τους ανεξάρτητους και να ιδρύσει κομμουνιστικό κόμμα. Την άλλη μέρα, στις 30 του Δεκέμβρη, άρχισε τις εργασίες του στο Βερολίνο το ιδρυτικό συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γερμανίας. Σ' αυτό πήραν μέρος 83 αντιπρόσωποι από 46 τοπικές Οργανώσεις, 3 αντιπρόσωποι της «Ενωσης των κόκκινων στρατιωτών», 1 αντιπρόσωπος της νεολαίας και 16 προσκαλεσμένοι. Το συνέδριο άκουσε την εισήγηση του Καρλ Λίμπκνεχτ «Η κρίση στο Ανεξάρτητο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα και η ανάγκη να ιδρυθεί Κομμουνιστικό Κόμμα στη Γερμανία» και ενέκρινε μια απόφαση που έλεγε πως η «Ενωση Σπάρτακου», σπάζοντας τους οργανωτικούς δεσμούς της με το Ανεξάρτητο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας, συγκροτείται σε ανεξάρτητο πολιτικό κόμμα με τον τίτλο «Κομμουνιστικό Κόμμα της Γερμανίας» («Ενωση Σπάρτακου»).
Η κύρια προσοχή του συνεδρίου είχε συγκεντρωθεί στην εισήγηση της Ρόζας Λούξεμπουργκ «Το πρόγραμμα και η πολιτική κατάσταση». Η εισήγηση έβαζε το ζήτημα ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γερμανίας στέκεται στη βάση του μαρξισμού, τόνιζε τη σημασία της Οχτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία και ότι για τη γερμανική επανάσταση ήταν ένα μεγάλο παράδειγμα. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ και ο Καρλ Λίμπκνεχτ εξέφρασαν στους λόγους τους τη διεθνιστική αλληλεγγύη προς τη Σοβιετική Ρωσία και διαμαρτυρήθηκαν για την αντισοβιετική πολιτική της σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης της Γερμανίας. Το συνέδριο ενέκρινε χαιρετιστήριο προς τους «Ρώσους συναγωνιστές στον αγώνα εναντίον του κοινού εχθρού των καταπιεζόμενων όλων των χωρών». Το χαιρετιστήριο αυτό ανάμεσα στα άλλα έλεγε και τα εξής: «Η συναίσθηση πως οι καρδιές σας χτυπούν για μας δίνει δύναμη και ενεργητικότητα στον αγώνα μας. Ζήτω ο σοσιαλισμός! Ζήτω η παγκόσμια επανάσταση!».
Για πρόγραμμα του Κομμουνιστικού Κόμματος το συνέδριο ενέκρινε την προκήρυξη «Τι θέλει η Ενωση Σπάρτακου».
Στο συνέδριο δε λύθηκαν όλα τα προβλήματα σωστά. Ετσι τα μέλη του συνεδρίου υποτίμησαν το ρόλο της αγροτιάς ως σύμμαχου του προλεταριάτου και γι' αυτό το συνέδριο δεν κατάρτισε αγροτικό πρόγραμμα. Επηρεασμένο από σεχταριστικό πνεύμα το συνέδριο απαγόρευσε στα μέλη του κόμματος να δουλεύουν στις ρεφορμιστικές συνδικαλιστικές οργανώσεις. Αντίθετα από τις επίμονες υποδείξεις της Ρόζας Λούξεμπουργκ και του Καρλ Λίμπκνεχτ αποφασίστηκε να μποϊκοτάρει το κόμμα τις εκλογές για Εθνοσυνέλευση, αν και το ζήτημα της Εθνοσυνέλευσης δεν είχε ακόμη ξεσκεπαστεί στα μάτια των πλατιών μαζών και έτσι οι μάζες δε θα καταλάβαιναν γιατί οι κομμουνιστές αρνούνται να πάρουν μέρος στις εκλογές. Το συνέδριο εξουσιοδότησε την Κεντρική Επιτροπή της «Ενωσης Σπάρτακου» να εκτελεί καθήκοντα Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος έως το επόμενο συνέδριο του κόμματος.
Το ιδρυτικό συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γερμανίας είχε τεράστια διεθνή σημασία. Το γερμανικό εργατικό κίνημα αποκτούσε κόμμα με επαναστατικό μαρξιστικό πρόγραμμα που αναγνώριζε τη δικτατορία του προλεταριάτου. Οπως είχε δηλώσει στο συνέδριο η Ρόζα Λούξεμπουργκ, «τώρα είμαστε πάλι με τον Μαρξ». Οι επαναστατικές δυνάμεις σε πολλές χώρες επηρεάστηκαν ουσιαστικά και από το ότι παγκόσμια γνωστοί παράγοντες του εργατικού κινήματος, όπως ο Κ. Λίμπκνεχτ, η Ρ. Λούξεμπουργκ, ο Β. Πικ και ο Φ. Μέρινγκ, ξέκοψαν οριστικά από το Ανεξάρτητο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα και ίδρυσαν το ανεξάρτητο Κομμουνιστικό Κόμμα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ήδη είχε επέλθει η διάσπαση στη διεθνή σοσιαλδημοκρατία με επίκεντρο την εκτίμηση του χαρακτήρα του πολέμου (ιμπεριαλιστικός) και την ταχτική της σοσιαλδημοκρατίας στον πόλεμο, όπου οι δεξιοί σοσιαλδημοκράτες, ανάμεσά τους και οι Γερμανοί με τον Κάουτσκι, πέρασαν με την αστική τους τάξη και την ταχτική της «άμυνας της πατρίδας», ενώ απ' όλες τις πλευρές ο πόλεμος γινόταν για το εδαφικό ξαναμοίρασμα του κόσμου ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Ενώ οι μαρξιστές με επικεφαλής τον Λένιν χάραξαν την ταχτική της μετατροπής του πολέμου από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της σε κάθε χώρα σε εμφύλιο, ενάντια δηλαδή στην αστική εξουσία για την ανατροπή της, ταχτική που δικαιώθηκε με την Οχτωβριανή Επανάσταση. Και διεξαγόταν οξύτατη διαπάλη στη διεθνή σοσιαλδημοκρατία, ανάμεσα σ' αυτούς που πέρασαν με την αστική τάξη και στους συνεπείς μαρξιστές.
Ετσι η ίδρυση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γερμανίας έπαιξε μεγάλο ρόλο στο προτσές της ίδρυσης της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Ο Β. 1. Λένιν έγραφε: «Οταν η "Ενωση Σπάρτακου" ονόμασε τον εαυτό της "Κομμουνιστικό Κόμμα της Γερμανίας", τότε η ίδρυση μιας πραγματικά προλεταριακής, μιας πραγματικά διεθνιστικής, μιας πραγματικά επαναστατικής Γ΄ Διεθνούς, της Κομμουνιστικής Διεθνούς, κατέστη γεγονός. Τυπικά η βάση αυτή δεν είχε ακόμη κατοχυρωθεί, αλλά στην ουσία η Γ΄ Διεθνής τώρα πια υπάρχει».
Αντεπαναστατική επίθεση
Μετά και από τις αρνητικές για την εργατική τάξη και την επανάσταση εξελίξεις στο συνέδριο των Σοβιέτ, η αστική τάξη επιτάχυνε τις προετοιμασίες για μια αποφασιστική εκστρατεία εναντίον της επαναστατικής εμπροσθοφυλακής της εργατικής τάξης. Τα ένοπλα τμήματα των λεγόμενων εθελοντών, που είχε οργανώσει, άρχισαν να συγκεντρώνονται στο Βερολίνο. Στις 4 του Γενάρη του 1919 ο διευθυντής της αστυνομίας του Βερολίνου, ο αγαπητός στους εργάτες ανεξάρτητος Αϊχγκορν, απολύθηκε από τη θέση του και αντικαταστάθηκε από τον δεξιό σοσιαλδημοκράτη Ερνστ. Η πρόκληση αποσκοπούσε να σπρώξει τους εργάτες του Βερολίνου σε μια πρόωρη εξέγερση.
Στις 4 του Γενάρη το βράδυ σε σύσκεψη των οργανώσεων των ανεξάρτητων και επαναστατών εκπροσώπων του Σοβιέτ του Βερολίνου όπου πήραν μέρος και εκπρόσωποι του Κομμουνιστικού Κόμματος (Καρλ Λίμπκνεχτ και Βίλχελμ Πικ) αποφάσισε να μην επιτρέψει την αντικατάσταση του Αϊχγκορν και κάλεσε τους εργάτες του Βερολίνου σε διαδήλωση στις 5 του Γενάρη και σε περίπτωση ανάγκης να αρχίσουν αγώνα για την ανατροπή της κυβέρνησης. Εκλέχτηκε μια επαναστατική επιτροπή δράσης όπου πήραν μέρος ο Καρλ Λίμπκνεχτ και ο Βίλχελμ Πικ. Το ίδιο βράδυ η ΚΕ του Κομμουνιστικού Κόμματος αποφάσισε να υποστηρίξει τους επαναστάτες προεστούς και να πάρει μέρος στη διαδήλωση, αλλά έκρινε άκαιρη την εξέγερση για την ανατροπή της κυβέρνησης γιατί η χώρα δεν ήταν έτοιμη γι' αυτό.
Στις 5 του Γενάρη έγινε μια μεγαλειώδης διαδήλωση. Η επαναστατική επιτροπή που μέλη της ήταν και εκπρόσωποι του Ανεξάρτητου Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, κάλεσε τους εργάτες να αγωνιστούν για τη διάλυση των σωμάτων των λευκοφρουρών, για τον οπλισμό του προλεταριάτου και για την επαναφορά του Αϊχγκορν στη θέση του. Αλλά ταυτόχρονα ρίχτηκε και ένα σύνθημα που γι' αυτό οι εργάτες δεν ήταν προετοιμασμένοι. Η επαναστατική επιτροπή κάλεσε τους διαδηλωτές να ανατρέψουν την κυβέρνηση Εμπερτ-Σάιντεμαν και δήλωσε πως παίρνει την εξουσία στα χέρια της.
Την άλλη μέρα, στις 6 του Γενάρη, ξέσπασε στο Βερολίνο γενική απεργία. Αυτή τη μέρα και τις επόμενες βγήκαν στους δρόμους 500 περίπου χιλιάδες εργάτες. Στις 7-8 του Γενάρη οι εργάτες κυρίευσαν τους σιδηροδρομικούς σταθμούς και τα γραφεία και τα τυπογραφεία της εφημερίδας «Φόρβερτς», αλλά δεν ήξεραν τι άλλο να κάνουν. Οι ηγέτες των ανεξάρτητων που λίγο πριν είχαν ζητήσει την ανατροπή της κυβέρνησης, άρχισαν τώρα να διαπραγματεύονται μαζί της δίνοντας έτσι στην αντεπανάσταση τη δυνατότητα να κερδίσει χρόνο για να συγκεντρώσει ένοπλες δυνάμεις. Υστερα από αυτό η ΚΕ του Κομμουνιστικού Κόμματος αποφάσισε στις 8 του Γενάρη να ανακαλέσει τον Λίμπκνεχτ και τον Πικ από την επαναστατική επιτροπή. Την ίδια μέρα το βράδυ, ύστερα από την αποτυχία των συνομιλιών με τον Εμπερτ, οι ανεξάρτητοι που ανήκαν στην επαναστατική επιτροπή ξανάρχισαν να καλούν τους εργάτες στα όπλα. Αλλά δεν καταπιάνονταν να προετοιμαστούν πραγματικά για ένοπλη πάλη και εξέγερση. Στο μεταξύ, το νεαρό Κομμουνιστικό Κόμμα δεν είχε ακόμη τη δύναμη να τραβήξει μαζί του πλατιές λαϊκές μάζες. Συνολικά τα μέλη της κομματικής οργάνωσης του Βερολίνου ήταν μόλις 300.
Τις μέρες αυτές τα μέλη της κυβέρνησης συσκέπτονταν συνεχώς με εκπροσώπους της ηγεσίας του στρατού. Σε μια από τις συσκέψεις αυτές ο Νόσκε ζήτησε να παρθούν γενναίες αποφάσεις. Κάποιος του φώναξε: «Καταπιαστείτε λοιπόν μ' αυτό το ζήτημα!». Και ο Νόσκε απάντησε: «Τι να γίνει! Κάποιος ασφαλώς πρέπει να γίνει το αιμοβόρο σκυλί. Εγώ δε φοβάμαι τις ευθύνες». Το παρατσούκλι «αιμοβόρο σκυλί» χαρακτήρισε για πάντα το Νόσκε σαν δήμιο της γερμανικής επανάστασης.
Στις 11 του Γενάρη η κυβέρνηση είχε συγκεντρώσει στρατό και άρχισε να εφαρμόζει σκληρά μέτρα. Εναντίον των εργατών και των στρατιωτών που αμύνονταν στο μέγαρο της διεύθυνσης της αστυνομίας και στα γραφεία της εφημερίδας «Φόρβερτς» χρησιμοποιήθηκαν τουφέκια και πυροβολικό. Οι αιχμάλωτοι δέρνονταν άγρια και πολλοί τουφεκίζονταν επιτόπου. Οι κομμουνιστές κηρύχτηκαν εκτός νόμου. Οι κύριες δυνάμεις των ένοπλων τμημάτων των «εθελοντών» - η λευκή φρουρά του Νόσκε - εισβάλανε στις εργατικές συνοικίες.
Οι σοσιαλδημοκράτες εδραιώνουν την αστική εξουσία
Στις 13 του Γενάρη η ηγεσία των ανεξάρτητων κήρυξε τη λήξη της απεργίας.
Με απόφαση της ΚΕ του Κομμουνιστικού Κόμματος ο Καρλ Λίμπκνεχτ και η Ρόζα Λούξεμπουργκ περνάνε στην παρανομία, αλλά εξακολουθούν να διευθύνουν την εφημερίδα του κόμματος «Ρότε Φάνε». Η Ρ. Λούξεμπουργκ γράφει το άρθρο «Τάξη επικρατεί στο Βερολίνο», όπου αποκαλύπτει για ποιους λόγους νικήθηκε το προλεταριάτο του Βερολίνου. Τα χωριά, που έδιναν ένα μεγάλο ποσοστό από τη μάζα των στρατιωτών, γράφει η Λούξεμπουργκ, η επανάσταση δεν τα έθιξε σχεδόν καθόλου. Η πολιτική ανωριμότητα της μάζας των στρατιωτών επέτρεπε στους αξιωματικούς να τους χρησιμοποιούν για αντεπαναστατικούς σκοπούς. Πολλά επαναστατικά κέντρα στις επαρχίες, π.χ., στην περιοχή του Ρήνου, στις παραθαλάσσιες πόλεις, στο Μπρούνσβικ, στη Σαξονία, στη Βιρτεμβέργη, ήταν απόλυτα με το μέρος του προλεταριάτου του Βερολίνου, αλλά τους έλειπε η ενότητα δράσης που θα έδινε ασύγκριτα πιο μεγάλο αποτέλεσμα και δύναμη κρούσης στις εξεγέρσεις των Βερολινέζων εργατών.
Ο Κ. Λίμπκνεχτ στο άρθρο του «Παραβλέποντας το καθετί», που γράφτηκε στις 14 του Γενάρη, τόνιζε: «Ναι, οι επαναστάτες εργάτες του Βερολίνου συντρίφτηκαν και οι Εμπερτ-Σάιντεμαν-Νόσκε νίκησαν. Αλλά υπάρχουν ήττες που ισοδυναμούν με νίκες, και υπάρχουν νίκες που είναι πιο μοιραίες από τις ήττες. Οι νικημένοι σήμερα εργάτες θα γίνουν αύριο νικητές γιατί η ήττα έγινε γι' αυτούς μάθημα».
Οι πράκτορες των στρατιωτικών της αντεπανάστασης κατόρθωσαν να ανακαλύψουν το διαμέρισμα που κρύβονταν ο Καρλ Λίμπκνεχτ και η Ρόζα Λούξεμπουργκ. Στις 15 του Γενάρη το βράδυ τους έπιασαν και τους πήγαν στο επιτελείο της μεραρχίας ιππικού της φρουράς. Και οι δύο αυτοί θαυμάσιοι επαναστάτες δολοφονήθηκαν από αξιωματικούς. Οι δολοφόνοι έστειλαν το σώμα του Κ. Λίμπκνεχτ στο νεκροτομείο σαν «πτώμα αγνώστου ανδρός», ενώ το σώμα της Ρ. Λούξεμπουργκ το πέταξαν σε ένα κανάλι όπου βρέθηκε μόλις στις 31 του Μάη του 1919.
Σε ολόκληρη τη Γερμανία ξεσηκώθηκε ένα κύμα διαμαρτυρίας για τη δολοφονία των δύο αυτών επιφανών κομμουνιστών ηγετών της γερμανικής εργατικής τάξης. Οι κηδείες του Καρλ Λίμπκνεχτ (25 του Γενάρη 1919) και της Ρόζας Λούξεμπουργκ (13 του Ιούνη 1919) μετατράπηκαν σε διαδηλώσεις, όπου πήραν μέρος χιλιάδες εργαζόμενοι.
Η γερμανική αστική τάξη αφού συνέτριψε την επαναστατική εμπροσθοφυλακή της εργατικής τάξης, πέτυχε το σκοπό της. Εξασφάλισε τη νίκη στις εκλογές για Εθνοσυνέλευση. Οι εκλογές έγιναν σε συνθήκες άγριας τρομοκρατίας. Ψήφισαν 30 εκατ. εκλογείς. Οι σοσιαλδημοκράτες πήραν 11,5 εκατομ. ψήφους και 165 έδρες και οι ανεξάρτητοι 2,3 εκατ. ψήφους και 22 έδρες. Συνολικά τα δύο αυτά κόμματα συγκέντρωσαν τα 45,5% των εδρών. Τα υπόλοιπα 54,5% των εδρών τα πήραν τα αστικά κόμματα. Το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν πήρε μέρος στις εκλογές. Ηταν ήδη εκτός νόμου.
Η Εθνική (Συντακτική) Συνέλευση άρχισε τις εργασίες της στις 6 του Φλεβάρη στη μικρή πόλη της Θουριγγίας Βαϊμάρη. Τη μέρα που άρχισαν οι εργασίες της Συνέλευσης, το Κεντρικό Συμβούλιο των Σοβιέτ των εργατών και των στρατιωτών αποφάσισε να της παραδώσει την εξουσία που την είχε πάρει από το Παγγερμανικό Συνέδριο των Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών. Ετσι εκπλήρωσε την αποστολή που του ανέθεσαν οι σοσιαλδημοκράτες, να εδραιώσει την αστική εξουσία. Και αφού η αποστολή του έληξε, οδηγήθηκε στην αυτοδιάλυση. Στις 11 του Φλεβάρη η Εθνοσυνέλευση εξέλεξε τον Εμπερτ Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στις 13 του Φλεβάρη ο Σάιντεμαν σχημάτισε κυβέρνηση συνασπισμού σοσιαλδημοκρατών με τα αστικά κόμματα. Ετσι η σοσιαλδημοκρατία έπαιξε καλά το ρόλο της ως σωτήρας του καπιταλισμού από την επανάσταση. Αυτό έκανε από τότε, αυτό συνεχίζει και σήμερα.
Η δολοφονία της Ρ. Λούξεμπουργκ και του Κ. Λίμπκνεχτ ήταν ένα τεράστιο πλήγμα, όχι μόνο για το γερμανικό, αλλά και για το παγκόσμιο προλεταριάτο. Την πολιτική σημασία του γεγονότος την έδωσε με ακρίβεια ο Λένιν στις 19 του Γενάρη του 1919, όταν, μιλώντας σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας, είπε μεταξύ άλλων («Απαντα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος 37, σελ. 434): «Σήμερα στο Βερολίνο η αστική τάξη και οι σοσιαλπροδότες πανηγυρίζουν. Κατάφεραν να δολοφονήσουν τον Κ. Λίμπκνεχτ και τη Ρ. Λούξεμπουργκ. Ο Εμπερτ και ο Σάιντεμαν, που τέσσερα ολόκληρα χρόνια έσπρωχναν τους εργάτες στο σφαγείο για ληστρικά συμφέροντα, ανέλαβαν τώρα το ρόλο δημίων των προλεταριακών ηγετών. Το παράδειγμα της επανάστασης στη Γερμανία μάς πείθει ότι η "δημοκρατία" δεν είναι παρά ένα προκάλυμμα της αστικής καταλήστευσης και της πιο άγριας βίας». Για το ίδιο θέμα, επίσης, ο Λένιν μίλησε το Μάρτη του '19 στο ιδρυτικό συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, λέγοντας χαρακτηριστικά («Απαντα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος 37, σελ. 497): «Η δολοφονία του Καρλ Λίμπκνεχτ και της Ρόζας Λούξεμπουργκ αποτελεί γεγονός κοσμοϊστορικής σημασίας, όχι μόνο γιατί βρήκαν τραγικό θάνατο οι καλύτεροι άνθρωποι και ηγέτες της πραγματικά προλεταριακής, της Κομμουνιστικής Διεθνούς, αλλά και γιατί αποκαλύφθηκε πέρα για πέρα η ταξική ουσία ενός κράτους προηγμένου σε ευρωπαϊκή κλίμακα - μπορούμε να πούμε δίχως υπερβολή σε παγκόσμια κλίμακα. Αν κάτω από μια κυβέρνηση σοσιαλπατριωτών οι αξιωματικοί και οι καπιταλιστές μπόρεσαν να δολοφονήσουν ατιμώρητα κρατούμενους, δηλαδή ανθρώπους που η κρατική εξουσία τούς είχε θέσει κάτω από τη φρούρησή της, βγαίνει το συμπέρασμα πως η ρεπουμπλικανική δημοκρατία στην οποία μπόρεσε να συμβεί ένα τέτοιο πράγμα δεν είναι παρά δικτατορία της αστικής τάξης».
Πηγές:
1. Β. Ρούγκε: «Η επανάσταση του Νοέμβρη 1918 στη Γερμανία» εκδόσεις ΣΕ, σελ. 52
2. Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Η΄

Επιμέλεια
Στέφανος ΚΡΗΤΙΚΟΣ




Αντικομμουνισμός κρατικής τηλεόρασης...
Παπαγεωργίου Βασίλης
«Η ξεπουλημένη επανάσταση». «Η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917. Ποιος τη χρηματοδότησε; Γεγονότα από το αρχείο της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας που περιλαμβάνουν συγκεκριμένα ονόματα και πληροφορίες γι' αυτούς που πλήρωσαν τον Λένιν». Τίτλος και περιεχόμενο του αντικομμουνιστικού, δήθεν ιστορικού ντοκιμαντέρ, που πρόβαλε την περασμένη Τετάρτη η ΕΤ-3. Στην πραγματικότητα πρόκειται για τηλεοπτικό κατασκεύασμα βιασμού των συνειδήσεων, μέσω βιασμού της Ιστορίας. Με κεντρικό πρόσωπο τον πράκτορα των Γερμανών Πάρβους που, ούτε λίγο ούτε πολύ, κατάφερε να κάνει τον επαναστάτη από την πρώτη Ρώσικη Επανάσταση του 1905, που προβλήθηκε ως ο καθοδηγητής των Σοβιέτ το καλοκαίρι του 1917, που πλήρωνε τον Λένιν μέσω Γερμανίας με χρήμα κρατικό και επιχειρηματικό για να κάνει την Οκτωβριανή Επανάσταση και τους Μπολσεβίκους για να διαδηλώνουν..! Μεγάλη η φαντασία αυτών των επιτελείων που σκάρωσαν τέτοια «πρωτότυπη» πρακτόρικη δουλειά 93 χρόνια μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση και 20 χρόνια μετά τις αντεπαναστατικές ανατροπές. Τα στοιχεία προέρχονται από την Υπηρεσία Ασφαλείας της τσαρικής Ρωσίας και τις Κρατικές Υπηρεσίες Πληροφοριών ΗΠΑ - Γερμανίας. Αυτό και μόνο, φτάνει για να κατανοηθεί ότι είναι ιμπεριαλιστικό κατασκεύασμα. Αντιιστορικός - αντιεπιστημονικός λίβελος. Με στοιχεία που αν δεν είναι χαλκευμένα και παραχαραγμένα χρησιμοποιούνται από τα ιμπεριαλιστικά επιτελεία με αληθοφάνεια και αντιιστορική μεθοδολογία για στήριξη της αντεπαναστατικής δράσης. Είναι χαρακτηριστικό της επιστημονικότητας των κατασκευαστών ότι ενδιάμεσα στα όποια στοιχεία παρεμβάλλονταν ανύπαρκτα ή αναπόδεικτα γεγονότα, όπως «στο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα πρέπει να έγινε κάποια συνάντηση ή κάποια σύσκεψη». Σ' αυτήν λοιπόν αποφασίστηκαν τα γεγονότα που ακολουθούν με τα στοιχεία των πρακτόρων των υπηρεσιών! Σπουδαία ιστορική μεθοδολογία... Αλλά μόνο έτσι μπορεί να στηθεί αντικομμουνιστική προπαγάνδα, η αντικομμουνιστική σαπίλα. Στόχος, η επαναστατική πάλη, τα Κομμουνιστικά Κόμματα, η ηθική τους, άρα ο κλονισμός των λαϊκών δυνάμεων στη δυνατότητα και προοπτική της Σοσιαλιστικής Επανάστασης.


1917: Τα «έγγραφα Σάισον» και η τιμή τους
Η πρώτη αμερικανική επιχείρηση υπονόμευσης της Οκτωβριανής Επανάστασης. Με αγορασμένα, πλαστογραφημένα, έγγραφα κατά του Λένιν και των μπολσεβίκων. Στόχος: η επέμβαση
Από την Ανοιξη του 1917 οι υπηρεσίες πληροφοριών της αμερικανικής κυβέρνησης πληροφορούσαν τον πρόεδρο Γούντροου Ουίλσον για τις εξελίξεις στη Ρωσία και τη δυναμική ανάπτυξη του επαναστατικού κινήματος, υπό την καθοδήγηση του κόμματος των μπολσεβίκων. Οι νίκες των δυνάμεων της Αντάντ επί των γερμανικών στρατευμάτων προδιέγραφαν την ολοκληρωτική ήττα της Γερμανίας. Ομως η πιθανότητα μιας νικηφόρας προλεταριακής επανάστασης στη Ρωσία ανησυχούσε σοβαρά τις κυβερνήσεις των «συμμάχων». Φοβόταν, όχι άδικα, ότι η επανάσταση θα ξεσπάσει και στις δικές τους χώρες.
Σχέδιο κατασυκοφάντησης
Η αμερικανική κυβέρνηση βάζει μπροστά ένα σχέδιο κατασυκοφάντησης του Λένιν και των μπολσεβίκων ως συνεργατών των Γερμανών. Για το σκοπό αυτό, ο ίδιος ο Ουίλσον στέλνει το καλοκαίρι του1917 στη Ρωσία τον Εντγκαρ Σάισον, επίλεκτο στέλεχος της Επιτροπής Δημοσίων Πληροφοριών (πρόγονο της σημερινής CIA). Ο Σάισον εγκαθίσταται στην πρεσβεία των ΗΠΑ στην Πετρούπολη και αναλαμβάνει τους τομείς της προπαγάνδας, της κατασκοπίας και της λογοκρισίας των ανταποκρίσεων που έστελναν οι απεσταλμένοι Αμερικανοί δημοσιογράφοι από την επαναστατημένη Ρωσία.
Ανακαλύπτουν τις «αποδείξεις»
Αύγουστος 1918, Βλαδιβοστόκ: Το 27ο Σύνταγμα Πεζικού, με τη χαρακτηριστική ονομασία «Κυνηγοί Λύκων» αποβιβάζεται για να πάρει μέρος στην επέμβαση κατά της Σοβιετικής Ρωσίας. Επέμβαση που δικαιολογήθηκε από τα «έγγραφα Σάισον»
Στο μεταξύ, ξεσπάει ηΟκτωβριανή Επανάστασηκαι η ίδρυση του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους, τηςΣοβιετικής Ρωσίας, είναι πλέον γεγονός. Ο Σάισονσε συνεργασία με αντεπαναστάτες Ρώσους πράκτορες συνεχίζει να δουλεύει πυρετωδώς για το σχέδιό του. Παρακινεί τον πρεσβευτή των ΗΠΑ Φράνσις να αγοράσει(!)μερικά κατά πρωτόγονο τρόπο πλαστογραφημένα έγγραφα με τα οποία «αποδεικνύεται» ότι ο Λένιν και οι ηγέτες των μπολσεβίκων είναι«πράκτορες των Γερμανών».
Να δικαιολογηθεί η επέμβαση
Τα έγγραφα αυτά, που ονομάστηκαν «έγγραφα Σάισον», παραδόθηκαν στην αμερικανική κυβέρνηση και ο πρόεδρος Ουίλσον τα παρουσίασε με πανηγυρικό τρόπο ως επίσημα ντοκουμέντα. Ο σκοπός ήταν προφανής και διπλός: Από τη μία η αμερικανική κυβέρνηση θα μπορούσε να δικαιολογήσει μια διεθνή εκστρατεία κατά της Σοβιετικής Ρωσίας, ενώ από την άλλη θα εξουδετέρωνε την πλατιά απήχηση της Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης στην εργατική τάξη των καπιταλιστικών κρατών.
Για 17.000 ρούβλια...
Λίγες μέρες μετά την «αποκάλυψη» των «εγγράφων Σάισον» αποκαλύπτεται το μέγεθος της σκευωρίας. Αυτά τα έγγραφα δεν ήταν άγνωστα, είχαν κυκλοφορήσει τον Ιούλιο του1917 και οι πλαστογράφοι, κάποιοι Λευκορώσοι αντεπαναστάτες, είχαν ομολογήσει το έγκλημά τους. Λίγο αργότερα ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Πετρούπολη υποχρεώνεται να παραδεχτεί στο Κογκρέσο ότι μετά από παρότρυνση του Σάισον έδωσε εντολή να αγοραστούν τα συγκεκριμένα έγγραφα από κάποιους αγνώστους έναντι 17.000 ρουβλίων, παρά το γεγονός ότι άλλοι σύμβουλοι της πρεσβείας του είχαν υποδείξει την πλαστότητα τους.


Ο οπορτουνισμός ως πολιτικό ρεύμα στο έδαφος του καπιταλισμού

Η συνεπής και αδιάλλακτη πάλη απέναντι στον οπορτουνισμό αποτελεί πλευρά του επαναστατικού χαρακτήρα του κομμουνιστικού κόμματος. Με τον όρο οπορτουνισμό εννοούμε την τάση άρνησης των επαναστατικών αρχών του κομμουνιστικού κινήματος. Είναι αποτέλεσμα της επίδρασης και διείσδυσης της αστικής και μικροαστικής ιδεολογίας. Εχει συγκεκριμένη υλική βάση. Στην ανάπτυξή του εκδηλώνεται ανοιχτά ως προδοσία των επαναστατικών αρχών ή ως αποστασία από το επαναστατικό κίνημα.
Με τον όρο αναθεωρητισμό εννοούμε την αντιεπιστημονική επανεξέταση των θέσεων του μαρξισμού - λενινισμού. Ο αναθεωρητισμός ως κατεύθυνση διαμορφώθηκε στο τέλος του 19ου αιώνα με πιο χαρακτηριστικό του εκπρόσωπο τον Μπερνστάιν. Ο Λένιν έδωσε τον εξής χαρακτηρισμό: «Σε τι συνίσταται η "νέα" κατεύθυνση που βλέπει "κριτικά" τον "παλιό δογματικό" μαρξισμό, αυτό μας το είπε αρκετά καθαρά ο Μπερνστάιν [...] το αίτημα της αποφασιστικής στροφής από την επαναστατική σοσιαλδημοκρατία προς τον αστικό σοσιαλρεφορμισμό συνοδευόταν από μια όχι λιγότερο αποφασιστική στροφή προς την αστική κριτική όλων των βασικών ιδεών του μαρξισμού».1
Οι εκδηλώσεις του οπορτουνισμού στη θεωρία, την πολιτική και την οργάνωση
Ο οπορτουνισμός εκδηλώνεται με αναθεώρηση των αρχών του επαναστατικού κόμματος στη θεωρία, την πολιτική και τις αρχές συγκρότησης και λειτουργίας του κόμματος.
Στο επίπεδο της θεωρίας αρνείται την ενότητα του Μαρξισμού - Λενινισμού, υποτιμά ή διαστρεβλώνει τη λενινιστική θεωρία για τον ιμπεριαλισμό ή δεν εκτιμά σύγχρονα, νέα φαινόμενα της κοινωνικής εξέλιξης με βάση τις μαρξιστικές - λενινιστικές αρχές.
Στο επίπεδο της πολιτικής αρνείται τις νομοτέλειες της σοσιαλιστικής επανάστασης και οικοδόμησης, τη δικτατορία του προλεταριάτου, την κοινωνικοποίηση όλων των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής. Παραιτείται σε πολλές περιπτώσεις από τις αρχές του προλεταριακού διεθνισμού και περνά σε εθνικιστικές θέσεις ή στις θέσεις του αστικού κοσμοπολιτισμού.
Στο επίπεδο του κόμματος αρνείται τις μαρξιστικές - λενινιστικές αρχές συγκρότησης του ΚΚ. Διακηρύσσει την ελευθερία κριτικής απέναντι στην επιστημονική επαναστατική κοσμοθεωρία, επιτίθεται στο δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, αρνείται τη μονολιθικότητα του κόμματος, οδηγεί σε διαλυτισμό, οργανωτικό φιλελευθερισμό.
Ο οπορτουνισμός οδηγεί σε κάθε περίπτωση στην υποταγή των συμφερόντων της εργατικής τάξης στα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Στις σημερινές συνθήκες η ανατροπή του σοσιαλισμού και ο διεθνής αρνητικός συσχετισμός δύναμης, σε συνδυασμό με την ιμπεριαλιστική επιθετικότητα έχει ενισχύσει τη βάση για την ανάπτυξη οπορτουνιστικών απόψεων, έχει ενδυναμώσει τον οπορτουνισμό ως ρεύμα παγκοσμίως.
Ο οπορτουνισμός εκφράζεται με την αποθέωση των μεταρρυθμίσεων, τις ρεφορμιστικές αυταπάτες, τον κυβερνητισμό, την άρνηση της επανάστασης. Χαρακτηριστική ήταν η αντίληψη του Μπερνστάιν στις αρχές του 20ού αιώνα, όπου θεωρούσε ότι «το κίνημα είναι το παν, ο σκοπός τίποτα». Ο Λένιν σημείωνε ότι στόχος των οπορτουνιστών στην εποχή του ήταν:
«Η σοσιαλδημοκρατία πρέπει να μετατραπεί από κόμμα κοινωνικής επανάστασης σε δημοκρατικό κόμμα κοινωνικών μεταρρυθμίσεων [...]. Το αίτημα μιας αποφασιστικής στροφής από την επαναστατική σοσιαλδημοκρατία προς τον αστικό σοσιαλρεφορμισμό συνοδευόταν από μια όχι λιγότερο αποφασιστική στροφή προς την αστική κριτική όλων των βασικών ιδεών του μαρξισμού [...]. Αν η θεωρητική κριτική που έκανε ο Μπερνστάιν και οι διακαείς πολιτικοί πόθοι του παραμένουν ακόμα για μερικούς ασαφείς, οι Γάλλοι φρόντισαν να επιδείξουν κατά τρόπο χειροπιαστό τη "νέα" μέθοδο [...]. Ο Μιλεράν πρόσφερε ένα θαυμάσιο δείγμα του "πρακτικού μπερνσταϊνισμού" [...]. Αν η σοσιαλδημοκρατία είναι κόμμα μεταρρυθμίσεων και πρέπει να έχει το θάρρος να το αναγνωρίσει αυτό ανοιχτά, τότε ο σοσιαλιστής όχι μόνο έχει δικαίωμα να συμμετέχει σε αστική κυβέρνηση, αλλά και οφείλει να το επιδιώκει διαρκώς [...]. Και η αμοιβή για την έσχατη ταπείνωση και τον αυτοεξευτελισμό του σοσιαλισμού μπροστά σε όλο τον κόσμο, για τη διαφθορά της σοσιαλιστικής συνείδησης των εργατικών μαζών - της μοναδικής αυτής βάσης που μπορεί να μας εξασφαλίσει τη νίκη - η αμοιβή για όλα αυτά είναι τα πομπώδη σχέδια για κάτι τιποτένιες μεταρρυθμίσεις, τόσο τιποτένιες ώστε ακόμα και αστικές κυβερνήσεις να έχουν κατορθώσει να αποσπάσουν περισσότερα πράγματα».2
Σε πολλές περιπτώσεις ο οπορτουνισμός εκφράζεται με άρνηση των γενικών νομοτελειών της ταξικής πάλης (της δικτατορίας του προλεταριάτου, του ρόλου του κόμματος κλπ.) στο όνομα των εθνικών ιδιομορφιών ή ιδιαιτεροτήτων ή και ακόμα στο όνομα των περιφερειακών ιδιομορφιών.
Ο οπορτουνισμός, ως αντιδιαλεκτική σκέψη στο όνομα του καινούργιου, των νέων συνθηκών, οδηγείται σε απόρριψη της ιστορίας του κομμουνιστικού κινήματος, στη συνολική αναθεώρηση της θεωρίας που δήθεν δεν «ανταποκρίνεται στις συνθήκες».
Ιδιαίτερα έντονη είναι η συνολική αμφισβήτηση της υπόστασης της εργατικής τάξης, επομένως και του ρόλου της στη σημερινή καπιταλιστική αλλά και στη μελλοντική σοσιαλιστική κοινωνία.
Η αμφισβήτηση αυτή παρουσιάζεται με πολλές μορφές. Συνήθως γίνεται μια συστηματική προσπάθεια εκχυδαϊσμού ή διαστρέβλωσης των κριτηρίων που προσδιορίζουν την έννοια και το εύρος της εργατικής τάξης.
Σχετικό με το παραπάνω είναι ότι ο οπορτουνισμός εκφράζεται και με τη θεωρία της ταξικής συμφιλίωσης ή με την άρνηση της ταξικής πάλης σε όλη την έκταση και το βάθος της. Προβάλλονται ως εθνικά υποτιθέμενα κοινά συμφέροντα της εργατικής τάξης με την αστική τάξη. Ακόμα εκφράζεται ως τάση υποτίμησης των διαφορών ανάμεσα στην εργατική τάξη και τα σύμμαχα στρώματα.
Χαρακτηριστική για πολλές οπορτουνιστικές θεωρίες είναι η άρνηση του χαρακτήρα της εποχής, ως εποχής του ιμπεριαλισμού, δηλαδή ως μονοπωλιακού καπιταλισμού, ανώτατου σταδίου του καπιταλισμού, εποχή περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό.
Ο Κάουτσκι, επιφανής θεωρητικός της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας και της Β' Διεθνούς, θεωρητικά υποστήριζε ότι ο καπιταλισμός εξελισσόταν σε «υπερ-ιμπεριαλισμό». Λέγοντας υπερ-ιμπεριαλισμό εννοούσε την αντικατάσταση της πάλης των εθνικών χρηματιστικών κεφαλαίων μεταξύ τους με την από κοινού εκμετάλλευση του κόσμου από το διεθνικά ενωμένο χρηματιστικό κεφάλαιο».3 Βεβαίως, συμπλήρωνε, δεν μπορούμε να ξέρουμε αν αυτή η φάση θα πραγματοποιηθεί. Ο Λένιν, ασκώντας κριτική στην οπορτουνιστική θεωρία του Κάουτσκι, έλεγε: «Ειδικά στην περίπτωση του Κάουτσκι, η ολοφάνερη ρήξη με το μαρξισμό [...] δεν πήρε τη μορφή απολογητικής του ιμπεριαλισμού, αλλά ονειροπολήματος για ειρηνικό καπιταλισμό [...]. Αν ονομάσουμε υπερ-ιμπεριαλισμό τη διεθνική συνένωση των εθνικών (πιο σωστά: των κρατικά χωριστών) ιμπεριαλισμών, που "θα μπορούσε" να παραμερίσει τις πολύ δυσάρεστες, πολύ επικίνδυνες και ανησυχητικές για ένα μικροαστό συγκρούσεις, σαν τους πολέμους, τους πολιτικούς κλονισμούς κλπ., τότε γατί να μη γυρίσουμε τις πλάτες στη σημερινή, υπαρκτή, γεμάτη από συγκρούσεις και καταστροφές εποχή του ιμπεριαλισμού, κάνοντας αθώα ονειροπολήματα για το σχετικά ειρηνικό, σχετικά χωρίς συγκρούσεις, σχετικά μη καταστροφικό υπερ-ιμπεριαλισμό;».4
Από τότε έχουν εμφανιστεί μια σειρά από οπορτουνιστικές θεωρίες (π.χ. της παγκοσμιοποίησης ή της αντι-παγκοσμιοποίησης κλπ.) που όλες τους έχουν ως κοινό την άρνηση του χαρακτήρα της εποχής, ως εποχής του ιμπεριαλισμού, ως εποχής των οξύτατων αντιθέσεων, ως «παραμονή της κοινωνικής επανάστασης του προλεταριάτου».5 Μάλιστα εμφανίζουν την ΕΕ ως συνιστώσα της παγκοσμιοποίησης την οποία πρέπει να αποδεχτεί το εργατικό - λαϊκό κίνημα.
---------------------------------------------------
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
(το άρθρο βασίζεται σε κείμενο της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ)
Σημειώσεις:
1. Β. Ι. Λένιν: «Τι να κάνουμε», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 12.
2. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 6, σελ. 7-9.
3. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 27, σελ. 111.
4. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 27, σελ. 98-99.
5. Β. Ι. Λένιν: «Ο Ιμπεριαλισμός ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 10.


Για την αντιπαράθεση με τα οπορτουνιστικά ρεύματα στο ΚΚ της ΕΣΣΔ τις δεκαετίες 1920 και 1930

Η σταθερή προσήλωση του Λένιν στην κατεύθυνση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ φαίνεται και στα έργα του της περιόδου 1922 - 1924: «Για το φόρο σε είδος», «Για την επανάστασή μας», «Για το συνεταιρισμό» κ.ά. Στα έργα αυτά, σε συνθήκες που έχει νικήσει η εργατική εξουσία, ο Λένιν δίνει συγκεκριμένη κατεύθυνση για την πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Ως προϋπόθεση θεωρεί την πλήρη κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων και την κυριαρχία του συνεταιρισμού πρώτα απ' όλα στην αγροτική παραγωγή. Η υποχώρηση της ΝΕΠ (Νέα Οικονομική Πολιτική) αποσκοπούσε στη γρήγορη ανασυγκρότηση της βιομηχανίας από τις μεγάλες καταστροφές του εμφυλίου και στη διαμόρφωση των όρων για να πραγματοποιηθεί ο συνεταιρισμός.
Παραθέτουμε ορισμένα χαρακτηριστικά αποσπάσματα:
«"Νέα Οικονομική Πολιτική"! Περίεργη ονομασία. Η πολιτική αυτή ονομάστηκε νέα οικονομική πολιτική, γιατί κάνει στροφή προς τα πίσω. Εμείς τώρα υποχωρούμε, σαν να πηγαίνουμε προς τα πίσω, μα το κάνουμε για να κάνουμε πρώτα πίσω, και να πάρουμε μετά φόρα και να κάνουμε ένα άλμα πιο μεγάλο προς τα μπρος».5
«Ο σοσιαλισμός δεν είναι τώρα πια πρόβλημα που ανήκει στο μακρινό μέλλον, δεν είναι αφηρημένη έννοια ή εικόνα [...]. Το σοσιαλισμό τον βγάλαμε στην καθημερινή ζωή, κι αυτό πρέπει εδώ να το καταλάβουμε καλά [...] όλοι μαζί, όχι αύριο, μα σε μερικά χρόνια, όλοι μαζί θα εκπληρώσουμε οπωσδήποτε αυτό το καθήκον, έτσι που από τη Ρωσία της ΝΕΠ θα βγει η σοσιαλιστική Ρωσία».6
«Η εξουσία του κράτους πάνω σε όλα τα σημαντικά μέσα παραγωγής, η εξουσία του κράτους στα χέρια του προλεταριάτου, η συμμαχία αυτού του προλεταριάτου με τα πολλά εκατομμύρια των μικρών και πολύ μικρών αγροτών, η εξασφάλιση της καθοδήγησης της αγροτιάς από το προλεταριάτο αυτό κ.τ.λ. - όλα αυτά δεν είναι μήπως ό,τι μας χρειάζεται για να χτίσουμε το συνεταιρισμό [...] μήπως όλα αυτά δεν είναι ό,τι χρειάζεται για το χτίσιμο της ολοκληρωμένης σοσιαλιστικής κοινωνίας;»7
«... το σύστημα των πολιτισμένων συνεταιρισμών, όταν υπάρχει κοινωνική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, και όταν το προλεταριάτο έχει νικήσει ταξικά την αστική τάξη, αυτό ακριβώς και είναι το σύστημα του σοσιαλισμού».8
«Τώρα έχουμε το δικαίωμα να πούμε ότι η απλή ανάπτυξη του συνεταιρισμού στη χώρα μας είναι ταυτόσημη [...] με την ανάπτυξη του σοσιαλισμού και ταυτόχρονα είμαστε αναγκασμένοι να παραδεχτούμε ότι άλλαξε ριζικά όλη η άποψή μας για το σοσιαλισμό. Η ριζική αυτή αλλαγή βρίσκεται στο γεγονός ότι πριν το κέντρο βάρους το ρίχναμε, και ήμασταν υποχρεωμένοι να το ρίχνουμε, στην πολιτική πάλη, στην επανάσταση, στην κατάκτηση της εξουσίας κ.τ.λ. Τώρα όμως το κέντρο βάρους αλλάζει και μετατοπίζεται προς την ειρηνική οργανωτική "πολιτιστική" δουλειά [...]. Τώρα μας φτάνει η πολιτιστική αυτή επανάσταση για να γίνουμε πέρα για πέρα σοσιαλιστική χώρα».9
Ο Λένιν απέρριπτε ως οπορτουνιστικές τις θεωρίες που μίλαγαν για ανωριμότητα ή μη ύπαρξη του κατάλληλου πολιτιστικού επιπέδου για την πραγματοποίηση του σοσιαλισμού. Θεωρούσε ότι δεν εξηγούσαν γιατί αυτό το επίπεδο πολιτισμού δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί μέσα στα καθήκοντα της μεταβατικής περιόδου από τη δικτατορία του προλεταριάτου. Επίσης, ο Λένιν έθετε το ζήτημα ότι από μια άποψη σε καμία χώρα δεν υπήρχε το ίδιο επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού ως αποτέλεσμα της ανισόμετρης οικονομικής ανάπτυξης, κατά συνέπεια δεν μπορούσε κανείς να ορίσει ακριβώς ποιο ήταν το επίπεδο που θα έπρεπε να θεωρείται ως κριτήριο.
Απαντώντας σε όσους προέβαλλαν «...ένα απίθανα σχηματικό επιχείρημα, που το έχουν αποστηθίσει στο διάστημα της ανάπτυξης της δυτικοευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και που έγκειται στο ότι δεν ωριμάσαμε ακόμη για το σοσιαλισμό, ότι δεν έχουμε, όπως εκφράζονται οι διάφοροι "φωστήρες " απ' αυτούς τους κυρίους, τις αντικειμενικές οικονομικές προϋποθέσεις για το σοσιαλισμό»10, ο Λένιν το 1923 έθετε το εξής ερώτημα: «Αν για τη δημιουργία του σοσιαλισμού απαιτείται ένα ορισμένο επίπεδο πολιτισμού (αν και κανένας δεν μπορεί να πει ποιο είναι ακριβώς αυτό το ορισμένο "επίπεδο πολιτισμού" γιατί κάθε δυτικοευρωπαϊκό κράτος έχει και διαφορετικό επίπεδο), τότε γιατί δεν μπορούμε να αρχίσουμε πρώτα από την κατάκτηση με επαναστατικό τρόπο των προϋποθέσεων γι' αυτό το ορισμένο επίπεδο και μετά πια, βασισμένοι στην εργατοαγροτική εξουσία και στο σοβιετικό καθεστώς, να προχωρήσουμε για να φτάσουμε τους άλλους λαούς;»11
Ο Λένιν σημείωνε ότι μια σειρά από μεταβατικά μέτρα ήταν αναπόφευκτα για μια χώρα όπως η Ρωσία, για να πραγματοποιηθεί η σοσιαλιστική οικοδόμηση, δε θα ήταν όμως το ίδιο αναγκαία ή δε θα είχαν το ίδιο περιεχόμενο για μια σειρά χώρες, όπου μπορούσε σχετικά πιο άμεσα να προχωρήσει η σοσιαλιστική οικοδόμηση.
«Δύο λόγια για τη θεωρητική σημασία ή το θεωρητικό αντίκρισμα αυτού του ζητήματος. Δεν χωράει αμφιβολία πως σε μια χώρα, όπου η τεράστια πλειοψηφία του πληθυσμού ανήκει στους μικροαγρότες - παραγωγούς, η σοσιαλιστική επανάσταση μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο ύστερα από μια ολόκληρη σειρά από ειδικά μεταβατικά μέτρα, που θα ήταν εντελώς περιττά στις χώρες του ανεπτυγμένου καπιταλισμού, όπου οι μισθωτοί εργάτες στη βιομηχανία και στη γεωργία αποτελούν την τεράστια πλειοψηφία. Στις χώρες του ανεπτυγμένου καπιταλισμού υπάρχει η τάξη των μισθωτών εργατών γης που σχηματίστηκε στη διάρκεια δεκάδων χρόνων. Μόνο μια τέτοια τάξη μπορεί κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά να σταθεί στήριγμα για το άμεσο πέρασμα στο σοσιαλισμό».12
Αλλού σημειώνει: «Αν είχαμε κράτος που υπερισχύει η μεγάλη βιομηχανία ή, ας πούμε μάλιστα όχι υπερισχύει, αλλά είναι πάρα πολύ ανεπτυγμένη, και είναι πολύ ανεπτυγμένη η μεγάλη παραγωγή στη γεωργία, τότε το άμεσο πέρασμα στον κομμουνισμό είναι πραγματοποιήσιμο».13
Βεβαίως, σε μια σειρά έργα του, άρθρα, ομιλίες, ο Λένιν έδινε έμφαση στην παγκόσμια διεθνή διάσταση της σοσιαλιστικής επανάστασης.
Κρίνοντας τη γενική κατεύθυνση της σκέψης του Λένιν και όχι αποσπασματικά ορισμένα κείμενα μπορούμε να σημειώσουμε τα εξής: Η έμφαση αυτή δεν έχει να κάνει με την άρνηση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στη Ρωσία, αλλά με το γεγονός ότι η Οχτωβριανή Επανάσταση άνοιξε μια ολόκληρη εποχή σοσιαλιστικών επαναστάσεων, με την ελπίδα των μπολσεβίκων για τη νίκη των επαναστάσεων στη Γερμανία και την Ουγγαρία, με τη θέση πως ο ολοκληρωμένος σοσιαλισμός μπορεί να προκύψει μόνο με την επαναστατική συνεργασία των προλεταρίων όλων των χωρών, θέση που άλλωστε δεν εγκαταλείφθηκε από την ηγεσία του ΚΚ της Σοβιετικής Ενωσης μετά το θάνατό του.14
Οι θέσεις αυτές έχουν μεγάλη σημασία όχι μόνο για τη Ρωσία των πρώτων χρόνων της επανάστασης, αλλά γενικά για το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Αυτή η γραμμή της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ ακολουθήθηκε με συνέπεια από την ηγεσία του ΚΚ(μπ) και μετά το θάνατο του Λένιν. Η σοβιετική ηγεσία με επικεφαλής τον Στάλιν ήρθε αντιμέτωπη με νέα καθήκοντα, με την ανάγκη να πραγματοποιηθούν συγκεκριμένα βήματα στην κατεύθυνση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Η σταθερότητα σε αυτή τη γραμμή επιβεβαιώθηκε από την ίδια τη ζωή, επιτυγχάνοντας την πλήρη κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων ως προϋπόθεση για την παραπέρα ανάπτυξη του σοσιαλισμού.
(ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)
Σημειώσεις:
5. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 45, σελ. 302.
6. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 45, σελ. 309.
7. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 45, σελ. 370.
8. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή,», τ. 45, σελ. 373.
9. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 45, σελ. 376 - 377.
10. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 45, σελ. 380.
11. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 45, σελ. 381.
12. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 43, σελ. 57.
13. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», τ. 43, σελ. 79.
14. Ι.Β. Στάλιν: «Ζητήματα Λενινισμού», σελ. 176 - 178.

Του
Κύριλλου ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ*
*ο Κύριλλος Παπασταύρου, είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνος της Ιδεολογικής Επιτροπής


TOP READ