6 Μαΐ 2021

Του φασίστα:”Απάνθρωπα βασανιστήρια” στον Γ. Λαγό: “Με έχουν στη φυλακή μαζί με Άραβες που φωνάζουν Αλλάχ Ακμπάρ…”

 


Πονάνε και υποφέρουν μωρέ οι εθνικιστές; Όχι βέβαια. Καταγγέλλουν όμως τις… “χειρότερες συνθήκες στις οποίες θα μπορούσε να ζήσει ένας άνθρωπος”, για να ξεσκεπάσουν τους… “δικαιωματάκηδες”, που είναι ανθρωπιστές “μόνο για τους Μπαγκλεντασιανούς και τους Άραβες”, ενώ κλείνουν μέσα αυτόν που “πολέμησε για την Ελλάδα και τον Χριστό”.

Αυτά είπε μεταξύ άλλων στο παραλήρημά του από το κελί του στις Βρυξέλες ο φασίστας Λαγός, δείχνοντας πως διατηρεί τη φαιδρότητά του και μες στη φυλακή. Και ποιες είναι οι “χειρότερες συνθήκες στις οποίες θα μπορούσε να ζήσει ένας άνθρωπος”;

Ζει σε ένα μικρό κελί (2,20Χ3,20) -καμαρούλα μια σταλιά-, αναγκασμένος να πίνει νερό από τη βρύση χωρίς ποτήρι και μπουκάλι, χωρίς να μπορεί να παραγγείλει από την καντίνα και χωρίς μαξιλάρι… (μεταξύ άλλων). Το χειρότερο όμως είναι τα… “ηθικά βασανιστήρια” στα οποία τον υποβάλλουν, καθώς είναι σε μια πτέρυγα μαζί με Άραβες που κραυγάζουν κάθε βράδυ “Αλλάχ Ακμπάρ” για το Ραμαζάνι…

Βρίσκομαι σε μια φυλακή υψίστης ασφαλείας, μέσα σε μία πτέρυγα όπου το 95% είναι Άραβες και κραυγάζουν κάθε βράδυ – γιατί τώρα πλησιάζει το ραμαζάνι – Αλλάχ Ακμπάρ και έχουν όλα τα δικαιώματα και εγώ είμαι εδώ και μιλάω για Ελλάδα και για ορθοδοξία.

Υπάρχει άραγε χειρότερο βασανιστήριο για έναν φασίστα;

Όλα αυτά όμως δεν τα λέει για να τον λυπηθούμε -εξάλλου δεν τον νοιάζει αν θα ζήσει ή αν θα πεθάνει. Στο τέλος εξάλλου αφήνει μια νότα “αγωνιστικής αισιοδοξίας”, λέγοντας πως πρέπει να ζήσουμε “ελεύθεροι και μόνο” και αυτό…:

…δεν εξαρτάται από πόσα τετραγωνικά έχουμε στη διάθεσή μας. Αλλά από πού βρίσκεται η καρδιά μας και η ψυχή μας.

Όσες κι αν χτίζουν φυλακές και ο κλοιός στενεύει
Ο νους του φασίστα είναι αληταριό κι όλο θα δραπετεύει…

Σαν αερικό θα ζήσει!

ΡΗΤΟΡΙΚΗ ΕΞΩΡΑΪΣΜΟΥ

 


 

Ο εορτασμός της  εργατικής Πρωτομαγιάς, της δεύτερης σε καιρό πανδημίας, που εορτάζεται με απεργία στις 6 Μαΐου, με επίκεντρο το εργασιακό νομοσχέδιο του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Κωστή Χατζηδάκη αναδεικνύει το χάσμα που χωρίζει την εργατική τάξη από το κεφάλαιο. Βέβαια ο υπουργός δεν σταματά να υποστηρίζει πως με το νομοσχέδιο του δεν καταργείται το 8ωρο και η πενθήμερη εργασία, αλλά η ευελιξία  στη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, που  γίνεται κατόπιν συμφωνίας εργαζόμενου και εργοδότη, δίνει δυνατότητα για καλύτερη ρύθμιση της κατανομής του χρόνου του εργαζομένου, ενώ προστατεύονται τα δικαιώματά του από τις αυθαιρεσίες κακών εργοδοτών με την καθιέρωση της ψηφιακής κάρτας απασχόλησης. Γιατί, όπως ισχυρίζεται,  αυτή η διευθέτηση έχει ως βάση το οκτάωρο και όσοι αντιδρούν υποστηρίζουν «αραχνιασμένα δόγματα του ’50 και του του ΄60». Γι’ αυτό βέβαια και προωθούνται η κατάργηση ασφαλιστικών δικλείδων για τις απολύσεις, οι ατομικές συμβάσεις εργασίας, ο περιορισμός της λειτουργίας των συνδικάτων, η ηλεκτρονική ψήφος για πραγματοποίηση της απεργίας. Μ’ αυτά τα μέτρα επιτυγχάνεται ο στόχος, όπως δηλώνει ο υπουργός, «να αντιμετωπίσουμε τα πραγματικά προβλήματα των εργαζομένων».            
       Μόνο που υπάρχει ένα μεγάλο χάσμα μεταξύ της ρητορικής και της πραγματικότητας. Η κυβέρνηση προσπαθεί με έναν φιλεργατικό λόγο, που εστιάζει στη δυνατότητα ρύθμισης εξατομικευμένων προγραμμάτων στην εργασία, να πείσει για τις ωφέλειες που θα έχουν οι εργαζόμενοι με την εφαρμογή τους.  Αυτή η έννοια των εξατομικευμένων προγραμμάτων, μέρος του λεξιλογίου που σχετίζεται με το χρόνο εργασίας, έχει γνωρίσει πολλά συνώνυμα, όπως ευλύγιστο ή ευέλικτο ή και  ελεύθερο ωράριο, που αναφέρονται σε χαρακτηριστικά εξατομικευμένων προγραμμάτων τα οποία προβάλλονται  από το κεφάλαιο, υποστηρίζοντας πως  ευνοούν την επιλογή του υπαλλήλου για αύξηση του  ελέγχου των χρονικών ορίων στη δουλειά, επιτρέποντάς του μια προσωπική αυτονομία.  Σε μια τέτοια προσπάθεια εξωραϊσμού της επέκτασης του εργασιακού χρόνου ο υπουργός χρησιμοποίησε το παράδειγμα με τις ελιές που μπορεί ο εργαζόμενος να μαζέψει στο κτήμα του με άδεια  πληρωμένη, αφού σε άλλο χρόνο θα την έχει δουλέψει με υπερωρίες.    
          Κι αν στη δεκαετία του ’70 με τα εξατομικευμένα προγράμματα καλλιεργούνταν η ελπίδα για μια αλλαγή στον τρόπο διαχείρισης των χρονικών ορίων της εργασίας χωρίς ένα άκαμπτο γραφειοκρατικό πλαίσιο, σαν μια απελευθέρωση από τα δεσμά των χρόνων της βιομηχανικής δουλειάς και μια σύνδεση με το άτομο και τις ανάγκες του, η συνέχεια δεν ήταν καθόλου ευνοϊκή για τον εργαζόμενο. Γιατί αυτό  το πλαίσιο εργασίας που καθιερώνεται προκύπτει  εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και επιβράδυνσης της ανάπτυξης σε συνδυασμό με την αύξηση της ανεργίας, την οικονομική παγκοσμιοποίηση, την επιδίωξη κερδοφορίας με την  εντατικοποίηση του ανταγωνισμού που σχετίζεται και με νέες μορφές παραγωγικής οργάνωσης. Στην πραγματικότητα λοιπόν αποκλείεται η ατομική επιλογή του εργαζομένου κι αυτά τα εξατομικευμένα προγράμματα τελικά συσχετίζονται με εργασία μερικής απασχόλησης, επέκτασης ωραρίου, απλήρωτων υπερωριών και δεν λαμβάνονται υπόψη ούτε οι επιπτώσεις στις συνθήκες διαβίωσης του εργαζομένου ούτε οι δικές του επιλογές. 
         Η ευελιξία και η διαφοροποίηση στο χρόνο εργασίας, με την υπόσχεση της διαχείρισης από τους εργαζόμενους των χρονικών πλαισίων της εργασίας σε συμφωνία με τον εργοδότη, χρησιμοποιήθηκε στην τελική για να οδηγήσει στο ξεπέρασμα της τυποποίησης των χρονικών κανόνων που επικρατούσαν μεταπολεμικά.  Αυτή η τυποποίηση των ωρών εργασίας, δηλ. περίπου 40 την εβδομάδα, 8 ώρες την ημέρα με εβδομαδιαία ανάπαυση δυο συνεχόμενων ημερών, ένα μήνα ετήσιας άδειας και νομικές εγγυήσεις γι’ αυτά,  χρειάστηκε πάνω από έναν αιώνα για να θεσμοθετηθούν μετά από δύσκολους και αιματηρούς αγώνες των εργαζομένων. Κι αν διαφημίζονται αυτά τα εξατομικευμένα προγράμματα πως ευνοούν τον εργαζόμενο, είναι όμως που ο εργοδότης στην τελική τα επιβάλλει, εκτρέποντας την ατομική επιλογή του εργαζομένου προς όφελος της επιχείρησης.  Ο καπιταλισμός έχει μάθει, γιατί του κοστίζει λιγότερο,  να μη γίνεται βίαιος πριν εξαντλήσει όλα τα μέσα για να κλέψει τη συναίνεση του εργαζομένου με φρούδες ελπίδες και μάταιες υποσχέσεις. Κι αυτή  η υπόσχεση της ατομικής επιλογής γίνεται  το μέσο για να κερδηθεί η συναίνεση των εργαζομένων, που χωρίς συλλογικές συμβάσεις και με υψηλή ανεργία δεν έχουν άλλη επιλογή από εκείνη του εργοδότη, αν θέλουν να διατηρήσουν την δουλειά τους.  Γι’ αυτό και το επιχείρημα για μια καλύτερη ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής είναι αβάσιμο και  παραμένει άνευ ουσίας.
        Ήδη από τις δεκαετίες του ’80 και ’90 είχαν ξεκινήσει τα σχέδια για καταστρατήγηση του οκτάωρου και  στο τραπέζι των συλλογικών διαπραγματεύσεων γινόταν λόγος  για συμβιβασμό, αντιπαραθέτοντας την αυξημένη ευελιξία στη μείωση του χρόνου εργασίας. Οι μειωμένες εβδομαδιαίες ώρες εργασίας, με την αντίστοιχη μείωση μισθού βέβαια, αρχίζουν να αντιμετωπίζονται σαν ένας τρόπος για δημιουργία θέσεων εργασίας, ώστε να αποφεύγονται οι απολύσεις, καθώς οι εργοδότες επιδιώκουν ευέλικτες ώρες εργασίας για να αυξήσουν την ικανότητά τους να ανταποκρίνονται στις διακυμάνσεις της ζήτησης. Σ’ αυτές τις απαιτήσεις του κεφαλαίου  οι κυβερνήσεις εμπλέκονται ενεργά, αλλάζοντας τη νομοθεσία.
           Μ’ αυτό το νομοσχέδιο λοιπόν επιδιώκεται η παγίωση στην εργατική νομοθεσία  στοιχείων που βασίζονται στους κανόνες του ανταγωνισμού  και της κερδοφορίας του κεφαλαίου εις βάρος των εργαζομένων και των συνθηκών εργασίας.  Κι αν μοιάζει τέτοια νομοσχέδια να αποκλίνουν τελείως από αυτήν την αρχή που υποστηριζόταν πως το αστικό κράτος ενστερνίζεται με τους κανόνες του εργατικού δικαίου, δηλ.  την προστασία του αδύνατου πόλου της εργασιακής σχέσης που είναι ο  εργαζόμενος, είναι γιατί ποτέ ο καπιταλισμός δεν προστάτευε τις δυνάμεις της εργασίας. Είναι οι εργατικοί αγώνες και ο φόβος του αντίπαλου δέους, της Σοβιετικής Ένωσης, που επέβαλλαν αυτό που θεωρήθηκε μεταπολεμικά ως μοντέλο εργασίας με τη σταθερότητα, την ασφάλεια, τις απολαβές και τα δικαιώματα των εργαζομένων.
      Με την καπιταλιστική κρίση και με τον σοσιαλιστικό κόσμο νικημένο και το  εργατικό κίνημα αδύναμο, ο καπιταλισμός αισθάνεται αρκετά σίγουρος για να επιβάλλει τους όρους του στην εργατική τάξη, όπως έκανε στο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα της επικράτησής του. Γι’ αυτό και στην αυριανή κινητοποίηση πρέπει να  συμμετέχει η μεγάλη πλειοψηφία του εργατικού κόσμου, μαζί με το κόμμα της εργατικής τάξης, το ΚΚΕ, το μόνο που μπορεί να εμπνεύσει και να οργανώσει την αντίσταση στην καπιταλιστική λαίλαπα. Γιατί τη δύναμη την έχει ο κόσμος της εργασίας.  

              

Ο παραλογισμός του καπιταλισμού


15 μήνες μετά το πρώτο κρούσμα της πανδημίας, τόσο στην Ελλάδα όσο και στις άλλες χώρες της ΕΕ αλλά και διεθνώς, η κατάσταση παραμένει δραματική για τα λαϊκά στρώματα. Στην Ευρώπη, μόνο από τις αρχές του έτους έχουν πεθάνει από τον ιό σχεδόν μισό εκατομμύριο, ενώ τα συστήματα Υγείας έχουν μετατραπεί σε συστήματα μιας νόσου, με όλες τις αρνητικές συνέπειες που αυτό επιφέρει.

Εκ των πραγμάτων αποδεικνύεται ότι οι κυβερνήσεις, παρότι είχαν 10 πολύτιμους μήνες να λάβουν εκείνα τα απαραίτητα μέτρα για να προστατέψουν τη ζωή του λαού, δεν το έκαναν, αγνοώντας τόσο την πείρα που είχε αποκτηθεί για το τι έπρεπε να γίνει όσο και τα αιτήματα των εργαζομένων σε νοσοκομεία, σχολεία, ΜΜΜ και χώρους εργασίας. Ετσι, οι προκλητικοί πανηγυρισμοί των κυβερνήσεων για τη διαχείριση της πανδημίας κατά το πρώτο κύμα και στην Ελλάδα αλλά και σε ισχυρές καπιταλιστικές χώρες, όπως είναι η Γερμανία, κομματιάστηκαν πάνω στο δεύτερο κύμα.

Αρα τo ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι ποιο είναι το κοινό στοιχείο σε όλα αυτά τα κράτη. Γιατί, πετώντας την μπάλα στην εξέδρα, σκοπίμως αποδίδεται σε αρκετές περιπτώσεις αυτή η κατάσταση σε τάχα ανικανότητα των κυβερνήσεων ή ακόμα και πιο συγκεκριμένα των αρμόδιων υπουργών Υγείας. Οχι ότι δεν υπάρχει και αυτή η πλευρά, αλλά δεν είναι αυτή ούτε η αιτία ούτε το κοινό στοιχείο. Δηλαδή, στις ΗΠΑ, στην Αγγλία, στη Γερμανία, στην Ιταλία, ισχυρές καπιταλιστικές χώρες που μετράνε εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς, είναι άχρηστοι - ανίκανοι όλοι, μαζί και τα επιτελεία επιστημόνων που έχουν; Δεν μπορεί...

* * *

Η απάντηση είναι ότι οι κυβερνήσεις των αστικών κρατών διαχρονικά είτε είναι σοσιαλδημοκρατικές είτε νεοφιλελεύθερες, είτε συνασπισμού είτε εθνικής ενότητας κ.λπ., εφαρμόζουν την ίδια πολιτική. Μία πολιτική που χαρακτηρίζεται από τεράστιες περικοπές στα δημόσια συστήματα Υγείας, από εκτεταμένες ιδιωτικοποιήσεις, από προώθηση του μοντέλου των Συμπράξεων Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ).

Η κοινή αυτή πολιτική εμπορευματοποίησης της Υγείας πηγάζει από τον ίδιο τον χαρακτήρα των αστικών κρατών και της ένωσής τους, της ΕΕ, όπου η προτεραιότητα είναι η θωράκιση της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων, όπως άλλωστε επιβεβαιώνεται ρητά και μέσα από τα κείμενά τους. Ετσι από το 2011 έως το 2018 η Κομισιόν ζήτησε 63 φορές από τα κράτη - μέλη της να μειώσουν τις δαπάνες για την Υγεία και να προχωρήσουν σε ιδιωτικοποιήσεις.

Στο κείμενο για τη «Φαρμακευτική Στρατηγική για την Ευρώπη» που δόθηκε στη δημοσιότητα πρόσφατα στις 25 Νοέμβρη, ως πυλώνας αναφέρεται η «ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών φαρμακοβιομηχανιών», ενώ στο κείμενο της Στρατηγικής της ΕΕ για την Υγεία ως πυλώνες αναφέρονται «η δημιουργία ενός συστήματος με μεγαλύτερη απόδοση μεταξύ κόστους και αποτελεσματικότητας» και «η μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα».

Στη Γερμανία σήμερα, μόλις το 29% των νοσοκομείων είναι δημόσια, αλλά και αυτά στο όνομα της αυτονομίας λειτουργούν με όρους κερδοφόρας επιχείρησης.

Στην Ιταλία, μόνο τα τελευταία δέκα χρόνια έγιναν περικοπές της τάξεως των 37 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα να κλείσουν δημόσια νοσοκομεία και τα οργανικά κενά σε υγειονομικό προσωπικό να φτάνουν τις 56.000 πριν την εμφάνιση της πανδημίας, ενώ περισσότερα από 12 εκατ. άτομα δεν λαμβάνουν την αναγκαία ιατρική θεραπεία και περίθαλψη για οικονομικούς λόγους.

Στη Μ. Βρετανία κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος της πανδημίας, σύμφωνα με δημοσιεύματα το κράτος πλήρωσε στις ιδιωτικές κλινικές 1 δισ. λίρες για να περιθάλπουν αποκλειστικά μη COVID περιστατικά, τη στιγμή που το δημόσιο σύστημα Υγείας κατέρρεε. Στην προ COVID εποχή, οι ελλείψεις έφταναν τις 100.000 σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό.

Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ οι περικοπές στην κρατική χρηματοδότηση στο δημόσιο σύστημα Υγείας από το 2009 έως το 2015 έφτασαν τα 7,3 δισ. ευρώ, ενώ παράλληλα μπήκε λουκέτο σε 17 νοσοκομεία και καταργήθηκαν 9.000 κλίνες.

* * *

Ενα ερώτημα που μπαίνει εδώ είναι αν θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί καλύτερα αυτή η κατάσταση μέσα από τις δυνατότητες που δίνουν στον 21ο αιώνα η επιστήμη και η τεχνολογία. Η απάντηση είναι ότι οι δυνατότητες που δίνει η επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος είναι τεράστιες. Ομως στον καπιταλισμό οι δυνατότητες αυτές δεν αξιοποιούνται για την ικανοποίηση των διευρυμένων κοινωνικών αναγκών αλλά για το κέρδος.

Εκ των πραγμάτων έχουμε μια κοινωνία όπου από τη μία έχουμε τεράστια αδιανόητα κέρδη και πλούτο για πολύ λίγους που ζουν στην αφθονία και από την άλλη η μεγάλη πλειοψηφία να μην ξέρει τι θα ξημερώσει, ζει στην εργασιακή ανασφάλεια, με στερήσεις και ακόμα στην ανέχεια και σε συνθήκες εξαθλίωσης.

Στην ΕΕ 1 στους 5 είναι κάτω από το όριο της φτώχειας, οι άστεγοι ξεπερνούν τα 4 εκατ.

Στις ΗΠΑ το διάστημα Μάρτης - Μάης 2020 οι άνεργοι ξεπέρασαν τα 38 εκατ., ενώ την ίδια περίοδο τα κέρδη των δισεκατομμυριούχων ξεπέρασαν τα 430 δισ. δολάρια.

Σε παγκόσμιο επίπεδο η περιουσία 2,189 δισεκατομμυριούχων είναι διπλάσια από όσα έχει το 55% του ενήλικου πληθυσμού της Γης.

Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, κάθε 1 λεπτό πεθαίνει ένα παιδάκι κάτω των 5 ετών από πνευμονία και ελονοσία.

Τι δείχνουν όλα αυτά; Οτι οι δυνατότητες της επιστήμης και της τεχνολογίας όχι μόνο δεν αξιοποιούνται για την ικανοποίηση των μεγάλων κοινωνικών αναγκών, αλλά αντίθετα με ό,τι προβάλλει η αστική προπαγάνδα, αυτές οι τεχνολογικές εξελίξεις εντείνουν την επίθεση προς τα δικαιώματα των εργαζομένων, λόγω της τάσης πτώσης του ποσοστού κέρδους από την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης.

Αυτός είναι ο παραλογισμός του καπιταλισμού.

(Η παρέμβαση στην εκδήλωση του ΚΚΕ για την Υγεία, που έγινε στις 26/4/2021)


Κωνσταντίνος ΣΙΕΤΤΟΣ
Καθηγητής Εφαρμοσμένων Μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο της Νάπολης

Πιάνουμε το νήμα!


Σήμερα η εργατική τάξη τιμά τη δική της Κόκκινη Πρωτομαγιά. Η πανελλαδική πανεργατική απεργία, που έχουν κηρύξει εκατοντάδες συνδικαλιστικές οργανώσεις σε όλη τη χώρα, πιάνει το νήμα από όλες τις προηγούμενες Πρωτομαγιές, που καθεμιά έχει αφήσει το δικό της αποτύπωμα στους αγώνες των εργαζομένων για μια καλύτερη ζωή, στην πάλη ενάντια στους εκμεταλλευτές τους.

Πιάνει το νήμα από την περσινή μεγάλη απεργιακή συγκέντρωση στο Σύνταγμα, της «οργανωμένης απειθαρχίας», που άνοιξε τον δρόμο ώστε και μέσα στα lockdowns να εκφραστεί πολύμορφα η λαϊκή διαμαρτυρία και διεκδίκηση, να ακουστεί δυνατά κάτω από τη μάσκα η φωνή των υγειονομικών και των άλλων εργαζομένων.

Αποτελεί συνέχεια μιας μεγάλης, πολύμορφης δράσης των συνδικάτων και των άλλων φορέων του κινήματος για τη διεκδίκηση μέτρων προστασίας της ζωής και της υγείας των εργαζομένων και του λαού, που πληρώνουν βαρύ το τίμημα από τη διαχείριση της πανδημίας και της κρίσης με κριτήριο τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων, την ανάκαμψη της κερδοφορίας τους.

Μια δράση που βδομάδα τη βδομάδα κλιμακώνεται, κάνοντας υπόθεση των σωματείων και των ίδιων των εργαζομένων την επιτυχία της σημερινής απεργίας, δίνοντας αποστομωτική απάντηση σε κυβέρνηση και εργοδοσία, στους συνδικαλιστικούς τους εκπροσώπους, που επιχείρησαν μάταια να υπονομεύσουν και φέτος τον αγωνιστικό εορτασμό της Πρωτομαγιάς.

Αιχμή του απεργιακού αγώνα είναι η απαίτηση να μην κατατεθεί το νομοσχέδιο που γενικεύει τη 10ωρη δουλειά και επιβάλλει ακόμα περισσότερους περιορισμούς στη δράση των συνδικάτων, για να έχει η εργοδοσία λυμένα τα χέρια της. Αλλά και η διεκδίκηση μέτρων ουσιαστικής προστασίας του λαού από την πανδημία, κόντρα στον εφησυχασμό που καλλιεργεί η κυβέρνηση για να αποποιηθεί και να κρύψει τις εγκληματικές ευθύνες της.

Το μήνυμα της σημερινής Πρωτομαγιάτικης απεργίας είναι καθαρό: Εν έτει 2021 δεν είναι «πρόοδος» η δουλειά «ήλιο με ήλιο» για 500 ευρώ. Δεν είναι «εκσυγχρονισμός» η απλήρωτη εργασία, η ποινικοποίηση της συνδικαλιστικής δράσης. Δεν είναι «πρόοδος» για τους εργαζόμενους οι «βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές» της κατάργησης του σταθερού ημερήσιου εργάσιμου χρόνου, της απογείωσης της εκμετάλλευσης, για τις οποίες τσακώνονται η ΝΔ με τον ΣΥΡΙΖΑ ποιος τις εφαρμόζει καλύτερα.

Δεν είναι «κανονικότητα» τα διαλυμένα συστήματα Υγείας, οι δεκάδες θάνατοι καθημερινά από την πανδημία, οι εμβολιασμοί με το σταγονόμετρο, λόγω της έλλειψης εμβολίων που προκαλούν οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στα μονοπώλια του Φαρμάκου, οι αντιθέσεις ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικά κέντρα.

Η πανδημία, οι κρίσεις, τα αλλεπάλληλα αντεργατικά μέτρα ανεξάρτητα από κυβέρνηση και «μείγμα» διαχείρισης, όπως τώρα ο νόμος για το 10ωρο, επιβεβαιώνουν ξανά και ξανά ότι ο πραγματικός αντίπαλος, αυτό το βάρβαρο σύστημα που στηρίζεται στην εκμετάλλευση και εμποδίζει την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών, δεν εξανθρωπίζεται.

Η Πρωτομαγιά, λοιπόν, είναι μέρα - σύμβολο για την εργατική τάξη, ακριβώς επειδή δείχνει πως ό,τι κατέκτησαν οι «από κάτω», το κατέκτησαν με σκληρούς αγώνες, όταν έκαναν δική τους υπόθεση την οργάνωση της πάλης, όταν πήραν διαζύγιο από αυταπάτες για «εύκολες λύσεις».

Δείχνει ότι και σήμερα οι εργαζόμενοι μπορούν να ανασυντάξουν το κίνημά τους, να βγουν στο προσκήνιο μέσα από την πάλη για τις σύγχρονες ανάγκες, πυκνώνοντας τις γραμμές των συνδικάτων, δυναμώνοντας την ταξική γραμμή πάλης, την Κοινωνική Συμμαχία. Αξιοποιώντας τα δικά τους «όπλα» στην ολομέτωπη επίθεση, δυναμώνοντας την πάλη που στοχεύει στο κεφάλαιο και δεν εγκλωβίζεται στον ανταγωνισμό των αστικών κομμάτων για την κυβερνητική καρέκλα.

Μια τέτοια πάλη μπορεί πραγματικά να βάλει εμπόδια στις αντιλαϊκές «ανατροπές του αιώνα» και να δημιουργήσει προϋποθέσεις για αποφασιστική αντεπίθεση, με τις σημαίες των σύγχρονων αναγκών και δικαιωμάτων.

Γι' αυτό, λοιπόν, να μη λείψει κανείς από τη σημερινή απεργία!

TOP READ