Επιμέλεια Πάνος Αλεπλιώτης //Η Barbara Hagel, στέλεχος του ΚΚ Σουηδίας, μεγαλωμένη στην Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας και τώρα κάτοικος Σουηδίας δίνει την δική της προσωπική άποψη για την αναγκαιότητα της κατασκευής του τείχους του Βερολίνου.
«Στις 13 Αυγούστου 1961 χτίστηκε το αντιφασιστικό τείχος προστασίας από την παγκόσμια σύγκρουση που επιδίωκαν με όλα τα μέσα οι ΗΠΑ και οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ.
Η υστερία που κατέλαβε τον καπιταλιστικό κόσμο για την ανέγερση του συνόρου της Λαϊκής Γερμανίας με την μορφή του τείχους έδειξε φανερά και τις επιδιώξεις της μεγάλης σύγκρουσης που είχε δρομολογηθεί.
Το καλοκαίρι του 1961 η ανθρωπότητα πλησίασε όσο ποτέ σε παγκόσμια σύγκρουση που προωθούσαν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις με απρόβλεπτες συνέπειες.
Η απόφαση των Αμερικανών, Άγγλων και Γάλλων σε συμφωνία με τις πιο αντιδραστικές και ρεβανσιστικές δυνάμεις της Δυτικής Γερμανίας να εκδώσουν διαφορετικό νόμισμα στο Δυτικό Βερολίνο το 1948 έθεσε τα θεμέλια της διάσπασης των κατοίκων της πόλης.
Από το 1958 η Σοβιετική Ένωση είχε προτείνει την μετατροπή του Βερολίνου σε μια ελεύθερη και αποστρατικοποιημένη πόλη, πρόταση που απορρίφθηκε από τις δυτικές δυνάμεις.
Η απίστευτη ενίσχυση της Δυτικής πλευράς του Βερολίνου με υλικά αγαθά και εξοπλισμό, με νέο νόμισμα, μεγάλες αποδοχές για τους απασχολούμενους, δημιουργούσε ένα μόνιμο ζήτημα προσπάθειας διαφθοράς των κατοίκων της Ανατολικής πλευράς.
Δημιουργήθηκε ένα τεράστιο εμπόριο ανθρώπων όπου χιλιάδες γιατροί, επιστήμονες, ειδικοί, υπολογίζονται γύρω στις 100.000, δούλευαν στην Δυτική πλευρά με πολύ μεγάλες αποδοχές και είχαν φτηνή κατοίκηση, κοινωνική ασφάλεια και διατροφή στην Ανατολική.
Η άνιση ισοτιμία με το μάρκο της Λαϊκής Γερμανίας δημιουργούσε τεράστιες οικονομικές απώλειες στην σοσιαλιστική κοινωνία. Δημιουργούσε και ελλείψεις στην αγορά λόγω της ευχέρειας των Δυτικών ιδιωτών ή και εμπόρων να αγοράζουν τεράστιες ποσότητες αγαθών ακόμη και για λόγους σκοπιμότητας.
Τα ανοιχτά σύνορα δεν μπορούσαν να εμποδίσουν χιλιάδες κατασκόπους, σαμποτέρ και πράκτορες της αντίδρασης ακόμη και την δράση εγκληματικών ομάδων που εγκαταστάθηκαν στην Δυτική πλευρά με την βοήθεια των Αρχών.
Τα ΜΜΕ της καπιταλιστικής Γερμανίας αναφερόταν στο Δυτικό Βερολίνο σαν ” το κλειδί για να ανοίξει η πόρτα της Ανατολής”
Υπολογισμοί από Δυτικούς οικονομολόγους ανέφεραν πως η Δυτική Γερμανία λόγω της πολιτικής των διακρίσεων στο Βερολίνο από το 1950-61 “χρωστούσε”, είχε δηλαδή κέρδος, πάνω από 120 δισεκατομμύρια μάρκα στο DDR. Ποσό που αντίστοιχα ήταν οικονομική ζημία εις βάρος της DDR.
Οι ρεβανσιστικές φωνές όπως του ακροδεξιού Στράους ζητούσαν στρατιωτική επέμβαση για “απελευθέρωση” της Ανατολικής πλευράς. Καλούσε τις ΗΠΑ να βοηθήσουν για την έναρξη εμφυλίου πολέμου. Τα ίδια περί “απελευθέρωσης” επαναλάμβανε με διαφορετικούς τόνους ο καγκελάριος Αντενάουερ.
Ο διοικητής του ΝΑΤΟ και ο διοικητής των Δυτικών Γερμανικών στρατιωτικών δυνάμεων που έθεσαν τις δυνάμεις σε επιφυλακή το καλοκαίρι του 1961 ήταν φασίστες στρατηγοί που συμμετείχαν στην εκστρατεία των Ναζί εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης τον ΒΠΠ.
Παράλληλα η ενίσχυση του εξοπλισμού των ΗΠΑ τα χρόνια 1950-59 είχε αυξηθεί κατά 54%. Στις 11 μεγαλύτερες βάσεις της Κεντρικής Ευρώπης αυξήθηκε κατά 183%.
Το 1958 είχε αποδεχθεί το Γερμανικό κοινοβούλιο την εγκατάσταση πυρηνικών Αμερικανικών όπλων σε Γερμανικό έδαφος.
Το 1960 δήλωνε ο T Coleman Andrews πρόεδρος της μεγαλύτερης ασφαλιστικής εταιρείας των ΗΠΑ ότ ι “αν η Σ.Ένωση μας προτείνει ένα σχέδιο ειρήνης που δεν θα μπορούμε να το αρνηθούμε και σταματήσουν οι εξοπλισμοί που σήμερα είναι 50 δισεκατομμύρια δολάρια τον χρόνο, τότε η οικονομία μας θα καταστραφεί”.
Το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς διέκοψε η Δ.Γερμανία τις όποιες οικονομικές συμφωνίες υπήρχαν με την DDR για να χτυπήσει ακόμη πιο ισχυρά την οικονομία της Λαϊκής Δημοκρατίας.
Τον Απρίλιο του 1961 οι ΗΠΑ έθεσαν σε επιφυλακή τις στρατιωτικές τους δυνάμεις στην Δ.Γερμανία. Το ίδιο αναγκάστηκε να κάνει και η Σ.Ένωση. Ο υπουργός Άμυνας Στράους ζητούσε τακτικά πυρηνικά όπλα και αύξηση του Γερμανικού στρατού από 12 σε 18 Συντάγματα.
Οι ένοπλες δυνάμεις του ΝΑΤΟ μιλούσαν για την Ημέρα «D» υπονοώντας την επίθεση ενάντια στην DDR.
Το κλείσιμο του ανοιχτού και ανεξέλεγκτου συνόρου στο Βερολίνο δεν ήταν πια θέμα μεταξύ των 2 Γερμανιών αλλά ένα πεδίο σύγκρουσης μεταξύ δύο διαφορετικών συστημάτων, του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού σε απόσταση αναπνοής.
Τον Ιούνιο του 1961 ο Χρουτσώφ πρόεδρος της Σ.Ένωσης και ο Κένεντι των ΗΠΑ συναντήθηκαν στην Βιέννη. Εκεί πληροφόρησε ο Χρουτσώφ τον Κένεντι πως το σύνορο του Βερολίνου θα κλείσει.
Ο Κέννεντυ δέχτηκε την είδηση και έβαλε τρεις όρους 1. Το Δ.Βερολίνο είναι ελεύθερο να διαλέξει το πολιτικό του σύστημα 2. Οι Δυτικές στρατιωτικές δυνάμεις θα παραμείνουν στο Δ. Βερολίνο και 3. Δεν θα παρουσιαστούν δυσκολίες επικοινωνίας μεταξύ Δ.Γερμανίας και Δ. Βερολίνου. Ο Χρουτσώφ δέχτηκε.
Στις αρχές Αυγούστου προβλήθηκε στην Δυτικογερμανική τηλεόραση ένα τμήμα δήλωσης του προέδρου εξωτερικών υποθέσεων των ΗΠΑ J William Fullbright ανθρώπου με μεγάλη επιρροή στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ που αναρωτήθηκε γιατί η Σ.Ένωση και η DDR δεν είχαν ακόμη κλείσει το σύνορο από την στιγμή που η ειρήνη στην Κεντρική Ευρώπη κρεμόταν από μια κλωστή.
Το σύνολο της δήλωσης δημοσιεύτηκε το 1993 στο Der Spiegel και έλεγε «ότι οι Ρώσοι θα μπορούσαν να κλείσουν το σύνορο όποτε ακριβώς θέλουν χωρίς να παραβιάσουν κάποια συμφωνία. Ούτε καταλαβαίνω γιατί δεν το έχουν κάνει ήδη..»
Στις 3/5 Αυγούστου συνεδρίασε το Σύμφωνο της Βαρσοβίας με θέμα την κατάσταση στο Βερολίνο και τα μέτρα προστασίας του σοσιαλισμού που έπρεπε να παρθούν. Κάτι έπρεπε να γίνει για να εκτονωθεί η κατάσταση και αποφευχθεί η σύγκρουση στο πλαίσιο της διατήρησης της ειρήνης, σταθερή επιδίωξη του σοσιαλιστικού στρατοπέδου.
Στις 12 Αυγούστου 1961 απέρριψε η Δ.Γερμανία τις προτάσεις της Σ.Ένωσης, σαν εγγυήτρια δύναμη, για ρύθμιση των συνόρων και στερέωση της ειρήνης, όπως προηγούμενα είχαν απορριφθεί όλες οι προτάσεις για επανένωση της Γερμανίας ακόμη και με την μορφή Ομοσπονδίας δύο κρατών.
Η κατασκευή ορατού φυσικού συνόρου ήταν πια η μοναδική λύση για την εκτόνωση της κατάστασης. Χιλιάδες εργαζόμενοι σε εθελοντικές οργανώσεις, στρατός, αστυνομία, συνοριακή αστυνομία σε συνεργασία με δυνάμεις της Σ.Ένωσης κατασκεύασαν το τείχος το βράδυ 13 Αυγούστου και εξασφάλισαν την ασφάλεια και ειρήνη της περιοχής προκαλώντας κατάπληξη και στις κατασκοπευτικές υπηρεσίες της Δύσης που πιάστηκαν στον ύπνο.
Το τείχος για τους πολίτες του Ανατολικού Βερολίνου έγινε το Αντιφασιστικό Τείχος όση χολή και μίσος να έριχναν τα κατευθυνόμενα ΜΜΕ της Δύσης. Ήταν το Τείχος που έβαλε τέλος στην παρασιτική εκμετάλλευση του ανοιχτού εμπορίου και της φθηνής αγοράς του σοσιαλισμού.
Η ύπαρξη του ηρέμησε τον τοπικό πληθυσμό, συνέβαλε στην ομογενοποίηση του πληθυσμού, επανέφερε την τάξη και την πειθαρχία στην εργασία, την δημοκρατικότητα στην παραγωγή και στον κεντρικό σχεδιασμό. Μεγάλες κατασκευές και κατοικίες μπορούσαν πια να σχεδιαστούν με τις πραγματικές δυνατότητες της DDR χωρίς τα σαμποτάζ και την εκμετάλλευση των πλούσιων επενδυτών της Δύσης.
Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά και οι μεγαλειώδεις κατασκευές παραμένουν και σήμερα πόλος έλξης των επισκεπτών. Η Δυτική πλευρά δεν έχει ακόμη επιδείξει παρόλο που πέρασαν 30 χρόνια από την καταστροφή του τείχους την ίδια αναπτυξιακή εικόνα.
Είχε βέβαια και αντιπάλους και αρνητικούς υποστηρικτές Βερολινέζους η κατασκευή του τείχους. Ήταν αυτοί που κερδοσκοπούσαν με ανοιχτά τα σύνορα αλλά και οικογένειες που χωρίστηκαν από το Τείχος. Η θετική όμως ενέργεια που απελευθερώθηκε από την κατασκευή του Τείχους και η αποτροπή της σύγκρουσης πρέπει να συνεκτιμηθεί.
Η Δυτική προπαγάνδα έριχνε κροκοδείλια δάκρυα για την κατασκευή του Τείχους. Η αλήθεια όμως είναι πως η Δυτική Γερμανία έκανε τα πάντα για να απομονώσει την άλλη Γερμανική πλευρά.
Όλοι οι δυτικοί πολίτες που είχαν επαφές με το DDR ζούσαν υπό την απειλή ακόμη και της απαγόρευσης εργασίας ακόμη και της φυλάκισης.
Τα δάκρυα για την διάσπαση των οικογενειών στην ουσία ήταν δάκρυα απογοήτευσης που τους κόπηκε η ευκαιρία να συνεχίσουν την αντισοσιαλιστική, υπονομευτική τους προπαγάνδα.
Η απομόνωση που προσπάθησαν οι δυτικές δυνάμεις να θέσουν την DDR απέτυχε και αναγνωρίστηκε από όλους τους διεθνείς οργανισμούς και από 130 χώρες με την παρέμβαση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου και της Σ.Ένωσης.
Έγινε ταυτόχρονα κατανοητό από τους κατοίκους του Ανατολικού Βερολίνου πως οι διαφορές είχαν να κάνουν με δύο διαφορετικά κοινωνικά συστήματα και λιγότερο με την ύπαρξη ενός ορατού συνόρου.
Μετά την κατασκευή του Τείχους οι τόνοι για «τράβηγμα των συνόρων μέχρι πίσω στα Ουράλια» άλλαξαν με την πολιτική «της αλλαγής με ανοιχτή αγκαλιά».
Έτσι το 1971 και οι 4 εγγυήτριες δυνάμεις υπέγραψαν σύμφωνο για την ανεξαρτησία του Δυτικού Βερολίνου από την Δυτική Γερμανία και την ανακήρυξή του σε ιδιαίτερο καθεστώς.
Φυσικά αυτή η νέα πολιτική είχε το αποτέλεσμα της με την ανατροπή του σοσιαλισμού και την συσκότιση των εγκλημάτων του καπιταλισμού που συντελέστηκαν στην παλιά DDR μετά την ανατροπή.
Η ιστορία που γράφουν οι νικητές για το Τείχος «ξεχνάει» την νόμιμη δικαιοδοσία της DDR να προστατευσει τα σύνορά της. Ξεχνάει την διαρκή επιδίωξη της άλλης πλευράς να καταστρέψει και να διαλύσει την Λαϊκή Δημοκρατία ακόμη και τις δολοφονίες των συνοριοφυλάκων.
«Το τείχος έσωσε την ζωή χιλιάδων ανθρώπων στην Ευρώπη ιδιαίτερα στο Βερολίνο. Η εξασφάλιση του συνόρου εξασφάλισε και την ειρηνευτική διαδικασία» έγραφε η αστική ”Libération” στις 14 Αυγούστου 1961.
Στην σημερινή εποχή γιορτάζεται στην Δύση η πτώση του Τείχους σαν την πτώση του Σοσιαλισμού. Πολλά χρόνια μετά καταλαβαίνουν οι λαοί πως το πραγματικό όνομα του Τείχους είναι το Αντιφασιστικό Τείχος.
Η πτώση του έφερε την Ευρώπη πάλι κάτω από την απειλή του πολέμου, ενίσχυσε τις νεοφασιστικές δυνάμεις.
Η παρέλαση των Δυτικών δυνάμεων κάτω από την Πύλη του Βραδεμβούργου έφερε την μαζική ανεργία, την εγκληματικότητα και την φτώχεια σε όλη την Ευρώπη, Δυτική και Ανατολική».
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Riktpunk όργανο του ΚΚ Σουηδίας