Όταν αγαπάς
κάτι, ανακαλύπτεις πολλές φορές αρετές και προτερήματα, που δεν υπάρχουν παρά
μόνο στη φαντασία σου· κι αυτή ακριβώς είναι η περίπτωση στην οποία εμπίπτει το
κόλλημα της κε του μπλοκ με τη δεκαετία με τις βάτες. Και με κάποια κινηματογραφικά
«αριστουργήματά» της…
Όπως για
παράδειγμα η κωμωδία «πολυθρόνα για δύο» με τον έντι μέρφι και τον νταν άκροιντ
στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Η οποία είναι μία από τις πραγματικά σπάνιες
φορές που η μετάφραση στα ελληνικά είναι καλύτερη από τον πρωτότυπο τίτλο (trading places) –αν και υποψιάζομαι πως τη
δανειστήκαμε από άλλες χώρες και δεν την κάναμε απευθείας από τα αγγλικά.
Είναι
βέβαια θέμα καθαρά υποκειμενικού γούστου αν θα αρέσει σε κάποιον η ταινία, οι
κωμικοί και το στιλ τους ή ακόμα και η αισθητική της δεκαετίας, ή αν θα
γελάσει, όπως εγώ, με κάποιες σκηνές σαν κι αυτή για παράδειγμα.
Boo-bwele-Boo-bwele-Boo-bwele-ah-HA
Αλλά
η υπόθεση είναι πολύ ενδιαφέρουσα κι αγγίζει χωρίς υπερβολή (;) τα όρια του
μαρξιστικού προβληματισμού.
Δύο ζάπλουτοι
ηλικιωμένοι χρηματιστές (οι αδερφοί ντιουκς), διασκεδάζουν την καθημερινή τους ρουτίνα
με ένα αυτοσχέδιο κοινωνικό πείραμα και ένα μεταξύ τους στοίχημα. Αποκαθηλώνουν
το διευθυντή της επιχείρησής τους (νταν ακρόιντ) κι αρραβωνιαστικό της ανιψιάς τους,
καταστρέφουν τη ζωή του και παίρνουν στη θέση του ένα ζητιάνο μικροαπατεώνα
(έντι μέρφι) για να δουν αν μπορεί να ανταποκριθεί εξίσου καλά στα καθήκοντά
του κι αν ο προκάτοχός του ξεπέσει και μετατραπεί σε λούμπεν στοιχείο.
Το πείραμα
πετυχαίνει κι η ανταλλαγή θέσεων ολοκληρώνεται με θεαματικά αποτελέσματα. Ο μικρολωποδύτης
ζητιάνος μεταμορφώνεται σε έντιμο κι ικανότατο διευθυντικό στέλεχος κι έναν από
κάθε άποψη αξιοσέβαστο τζέντλεμαν. Ενώ ο φλώρος δικηγόρος με τον αριστοκρατικό
κύκλο και τις συνήθειες του γιάπη απομονώνεται από το περιβάλλον του,
απελπίζεται και καταφεύγει στο ποτό, τη συντροφιά μιας ιερόδουλης και σε
σπασμωδικές αντιδράσεις απόγνωσης στα όρια της νομιμότητας.
Ποιο είναι
λοιπόν σύντροφοι το ηθικό δίδαγμα; Το βασικό μήνυμα που περνάει η ταινία –και δεν
περιμένεις μάλλον να το συναντήσεις σε μια χολιγουντιανή παραγωγή- με κάπως
χοντροκομμένο ίσως αλλά πολύ ευφυή τρόπο είναι πως οι κοινωνικές συνθήκες
αποτελούν το καθοριστικό στοιχείο που διαμορφώνει τον χαρακτήρα και την
προσωπικότητα ενός ατόμου. Κι αντιστρόφως πως ακόμα και για τα ξεπεσμένα μέλη της
υψηλής κοινωνίας, με ανώτερες γνώσεις κι αστική διαπαιδαγώγηση, οι ταξικοί
φραγμοί αποδεικνύονται αξεπέραστοι και καθοριστικοί.
Παράλληλα
υπάρχουν κάποια δευτερεύοντα μηνύματα σε διάφορα σημεία του έργου, πχ για τον
κυνισμό των καπιταλιστών, που δεν ξέρουν τι να κάνουν με τα λεφτά τους και
παίζουν με τις «ζωές των άλλων» για τη διασκέδασή τους και για ένα στοίχημα του
ενός δολαρίου!
Βλέπουμε
ακόμα τον απόφοιτο νομικής του χάρβαρντ να οδηγείται στο αστυνομικό τμήμα, όπου
ανακαλύπτει εμπειρικά την πραγματική αξία των ελευθεριών και των δικαιωμάτων
του μπροστά στο όργανο της τάξης και στην ισχύ του κεφαλαίου, όταν ζητάει να ακολουθηθούν
οι νόμιμες διαδικασίες και να γίνει κανονική δίκη, για να αποδείξει την
αθωότητά του.
Αρχικά
μάλιστα στρέφεται εναντίον του ζητιάνου που πήρε τη θέση του και τον θεωρεί
αποκλειστικά υπαίτιο για την καταστροφή που βιώνει, χωρίς να υποψιαστεί στιγμή τους
παλιούς εργοδότες του και τη δουλειά που έστησαν εις βάρος του. Περίπου δηλ όπως
σκέφτεται σήμερα ένα μεγάλο κομμάτι της εργατικής τάξης, που έχει μάθει να
στοχοποιεί τους μετανάστες ή τους δημοσίους υπαλλήλους για όσα δεινά του
συμβαίνουν και να θεωρεί τους εργοδότες του ένα είδος κοινωνικού ευεργέτη της.
Η ταινία
δίνει επίσης μια πολύ γλαφυρή εικόνα της φρενίτιδας και της ανθρωποφαγίας που
επικρατεί στο χρηματιστήριο, αυτό το ναό
του καπιταλισμού, όπου τα πάντα μπορούν να ανταλλαχθούν, όπως λέει σε ένα
σημείο για το παγκόσμιο κέντρο εμπορίου, που γκρεμίστηκε σε ερείπια μετά την 11η
σεπτέμβρη. Προηγουμένως όμως μας έχει δείξει ποια είναι η ουσία αυτού του γνήσιου
χρηματιστιριακού καπιταλισμού και του παιχνιδιού που παίζει. Ένα στοίχημα διαρκείας με
κοινούς τζογαδόρους, κομπιναδόρους και μπλοφατζήδες και τεράστια ποσά, όπου
επιτρέπονται τα πάντα.
Κι αυτό ακριβώς είναι το περιβάλλον στο οποίο
προσαρμόζεται ταχύτατα και διαπρέπει ως μάνατζερ ο πρώην ζητιάνος-μικρωλοποδύτης,
χρησιμοποιώντας –όχι φυσικά κάποιες ειδικές οικονομικές γνώσεις, αλλά- την πείρα
του δρόμου και κοινά τεχνάσματα της πιάτσας, στην οποία ανατράφηκε.
Κάτι που
μας επαναφέρει στο βασικό μας θέμα. Δεν είναι καθόλου αυτονόητο βέβαια ότι η
εργατική τάξη θα είναι σε θέση να κάνει πέρα τους ειδικούς και να διευθύνει
μεγάλες βιομηχανικές μονάδες ή κι ολόκληρους παραγωγικούς κλάδους, αμέσως μόλις
πάρει στα χέρια της την εξουσία και τα κλειδιά της οικονομίας. Αλλά είναι μάλλον
σίγουρο πως η διευθυντική πείρα, οι νέες συνθήκες της κοινωνίας του μέλλοντος
και η κατάλληλη διαπαιδαγώγηση της εργατικής τάξης θα αυξήσουν κατακόρυφα τις γνώσεις και
τις ικανότητές της σε αυτό το κομμάτι.
Παραμένει
ωστόσο το ερώτημα για τη σχέση του κοινωνικού περιβάλλοντος με τον χαρακτήρα μας
και τη συνείδησή μας, που δε συνδέονται τόσο άμεσα και μηχανικά όσο φαντάζονται
ίσως αυτοί που κατηγορούν αφ’ υψηλού τους κομμουνιστές, γιατί δεν έχουν
καταφέρει να πείσουν τις μάζες και να αυξήσουν κατακόρυφα τις δυνάμεις τους εν μέσω καπιταλιστικής
κρίσης –κάτι που δεν έχει συμβεί ποτέ εξάλλου ιστορικά. Και ξεχνούν πως η
ενσωμάτωση και οι αυταπάτες μπορεί να αυτονομηθούν από τους παράγοντες που τις δημιούργησαν
και να συνεχίσουν να υπάρχουν και μετά από αυτούς.
Η οικονομική
εξαθλίωση δε ριζοσπαστικοποιεί αυτομάτως τις λαϊκές συνειδήσεις. Μιλώντας λίγο
αφοριστικά, ένα εξαθλιωμένο προλεταριάτο που έχει μάθει να σκύβει το κεφάλι, θα
συνεχίσει να το κάνει παζαρεύοντας κάθε φορά πόσα θα χάσει.
Ενώ ένα δυνατό,
διεκδικητικό κίνημα, με ταξική οργάνωση και πολιτική συγκρότηση, θα αυξάνει τη
δύναμή του μέσα από τις κατακτήσεις και τους νικηφόρους αγώνες του και δε θα
χαθεί στο τυράκι που μας προσφέρουν για να μας εξαγοράσουν.
Αλλά αυτό
θα είναι το θέμα μιας επόμενης ανάρτησης.