.
Απόσπασμα από το άρθρο του Φ. Πετρένκο “σοσιαλισμός: μονοκομματικό η
πολυκομματικό σύστημα;” που βρίσκουμε στη συλλογική έκδοση
“κομμουνισμός: ερωτήματα και απαντήσεις”, από τις εκδόσεις Πλανήτης. Στο
απόσπασμα αυτό γίνεται ιστορική αναδρομή στα συγκεκριμένα γεγονότα και
τους λόγους που οδήγησαν στο μονοκομματικό σύστημα της Σοβιετικής
Ένωσης, ενώ σε άλλα σημεία του άρθρου εξετάζονται οι διαφορές με άλλες
χώρες της σοσιαλιστικής κοινότητας, όπου υπήρχαν κι άλλα κόμματα εκτός
από το κομμουνιστικό (καθώς το ζήτημα αυτό λυνόταν ιστορικά και όχι από
θέση αρχής).
Πριν από τη Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση στη Ρωσία,
υπήρχαν πολλά πολιτικά Κόμματα. Πώς έγινε όμως κι επιβίωσε ένα μονάχα
κόμμα στην ΕΣΣΔ; Το απαιτούσε η κομμουνιστική θεωρία, κι η θέληση των
ηγετών της σοσιαλιστικής κοινωνίας, ή στάθηκε μια συνέπεια κάποιων άλλων
περιστάσεων και γεγονότων; Μια κάποια ιστορική αναδρομή θα μας βοηθήσει
να απαντήσουμε σωστά στα ερωτήματα αυτά.
Μόνο οι Κομμουνιστές, με επικεφαλής το Λένιν αποδείχτηκαν ικανοί να προσφέρουν στη χώρα τους ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα: η Ρωσία έπρεπε αμέσως να πάψει να μετέχει στον Πόλεμο. Η καλλιεργήσιμη γη έπρεπε να διανεμηθεί στους αγρότες χωρίς καθυστέρηση. Η πολιτική εξουσία έπρεπε να μεταφερθεί αμέσως στα Σοβιέτ Αντιπροσώπων Εργατών, Στρατιωτών κι Αγροτών.
Το Μπολσεβίκικο Κόμμα βλέποντας ότι οι Μενσεβίκοι κι οι Σοσιαλιστές-Επαναστάτες δεν επρόκειτο να υπερασπιστούν τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, τα συμφέροντα ολόκληρου του εργαζόμενου λαού, αποφάσισαν να προχωρήσουν προς τη σοσιαλιστική επανάσταση. Οι Κομμουνιστές μπόρεσαν να πείσουν τις μάζες σχετικά με την ορθότητα των ιδεών τους. Ο εργαζόμενος λαός, με αυξανόμενη καθαρότητα άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι μόνο το Μπολσεβίκικο Κόμμα ήταν σε θέση να λύσει τα θεμελιακά προβλήματα της επανάστασης.
Μια κοντινή ματιά σε αυτά και σε άλλα γεγονότα εκείνων των χρόνων, καθώς και τα στοιχεία που προκύπτουν από τα σχετικά έγγραφα και που περισώθηκαν, αποκαλύπτουν τούτο το ξεκάθαρο γεγονός: το Λενινιστικό Κομμουνιστικό Κόμμα, αυτό μόνο αντιπροσώπευε τα συμφέροντα της πλειοψηφίας του λαού, σε εκείνη την κρίσιμη καμπή στην Ιστορία της Ρωσίας. Τα άλλα Κόμματα και οι διάφορες πολιτικές ομάδες τελικά απώλεσαν την εμπιστοσύνη των λαϊκών μαζών -είτε εξαιτίας της προσκόλλησής τους στον καπιταλισμό, είτε για την αστάθειά τους, την ανικανότητα ή την απροθυμία τους να κατανοήσουν και να εκφράσουν σωστά τα συμφέροντα του λαού.
Αυτά τα αίτια βρίσκονται και κάτω απ’ την πτώση του Μενσεβίκικου Κόμματος. Παρόλο που αυτό το Κόμμα διακήρυσσε την πίστη του στο Μαρξισμό και τη σοσιαλιστική επανάσταση, στην πραγματικότητα μεταπήδησε στις θέσεις του αστικού φιλελευθερισμού και του συμβιβασμού. Οι Μενσεβίκοι ήταν ανίκανοι να πάρουν ξεκάθαρη στάση απέναντι στο πρόβλημα του Πολέμου. Δεν μπορούσαν να προσφέρουν στους αγρότες μια ικανοποιητική λύση του αγροτικού προβλήματος. Και τελικά δεν μπόρεσαν να υιοθετήσουν μια σωστή θεώρηση για λύση του οξύτατου προβλήματος των εθνοτήτων. Για παρόμοιους λόγους αποδείχτηκε λιγόζωη κι η δημοτικότητα των Σοσιαλιστών-Επαναστατών, που γρήγορα έχασαν σαν Κόμμα την πολιτική τους επιρροή.
Οι Μενσεβίκοι κι οι Σοσιαλιστές-Επαναστάτες, ωστόσο, εξακολουθούσαν να έχουν την υποστήριξη ορισμένων τμημάτων του πληθυσμού, στο αρχικό στάδιο της σοσιαλιστικής επανάστασης. Για αυτό το λόγο ο Λένιν κι οι Μπολσεβίκοι τους κάλεσαν να πάρουν μέρος στην κυβέρνηση αμέσως μετά τη νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης. Αλλά αυτοί αρνήθηκαν κι άρχισαν να ακολουθούν την πολιτική του “περιμένουμε και βλέπουμε”. Τέσσερις μέρες μετά την Επανάσταση, ο Λένιν δήλωνε: “Δεν είναι από λάθος δικό μας που οι Σοσιαλιστές-Επαναστάτες κι οι Μενσεβίκοι έφυγαν. Τους καλέσαμε να μοιραστούν την πολιτική εξουσία, αλλά θέλησαν να σταθούν στο φράχτη και να περιμένουν μέχρι που να τελειώσει ο αγώνας με τον Κερένσκι. Εμείς ωστόσο ζητάμε από τον καθένα να πάρει μέρος στην κυβέρνηση”.
Ύστερα από λίγο οι ηγέτες της Αριστερής πτέρυγας του Σοσιαλιστικού – Επαναστατικού Κόμματος, βλέποντας ότι οι μάζες εμπιστεύονταν κι ακολουθούσαν τους Μπολσεβίκους, κι από φόβο μήπως χάσουν ολότελα την υποστήριξη του λαού, αποφάσισαν να πάρουν μέρος στη Σοβιετική Κυβέρνηση. Επτά από τα 18 υπουργεία δόθηκαν έτσι στους αριστερούς Σοσιαλιστές-Επαναστάτες, κι ανάμεσά τους συμπεριλαμβάνονταν τα υπουργεία (τότε “Λαϊκές Επιτροπές”) Δικαιοσύνης, Πολιτισμού, Επικοινωνιών κι άλλα. Η συνεργασία αυτή διακόπηκε το Μάρτη του 1918 από τους ίδιους τους Σοσιαλιστές-Επαναστάτες που εγκατέλειψαν την Κυβέρνηση με το πρόσχημα της διαφωνίας σχετικά με την υπογραφή της Συνθήκης του Μπρεστ-Λιτόφσκ με τη Γερμανία.
Εκείνη την εποχή, η πολιτική των Μενσεβίκων και των Σοσιαλιστών-Επαναστατών ακροζυγιαζόταν ανάμεσα στην επανάσταση και την αντεπανάσταση, μέχρι που και τα δύο αυτά κόμματα να βρεθούν τελικά στην άλη μεριά των χαρακωμάτων, ενάντια στην πλειοψηφία του λαού. Αμέσως μετά την αποχώρησή τους από την κυβέρνηση, οι αριστεροί Σοσιαλιστές – Επαναστάτες άρχισαν έναν απελπισμένο αγώνα κατά της εξουσίας των Σοβιέτ. Οργάνωσαν ένοπλες εξεγέρσεις στη Μόσχα, στο Γιαροσλάβλ και σε άλλες περιοχές προσπαθώντας να κλονίσουν τη Σοβιετική εξουσία. Διεξάγοντας αυτόν τον αγώνα οι αριστεροί Σοσιαλιστές-Επαναστάτες ουσιαστικά ενώθηκαν με τη Δεξιά πτέρυγα του κόμματός τους και με τους Μενσεβίκους που μπόρεσαν να καταλύσουν τη σοβιετική εξουσία σε πολλές επαρχίες και να εγκαταστήσουν κυβερνήσεις που υποστηρίζονταν από τις ξιφολόγχες των Λευκοφρουρών (τσαρικών) και των ξένων στρατευμάτων της Δυτικής επέμβασης. Οι δεξιοί Σοσιαλιστές-Επαναστάτες οργάνωσαν δολοφονίες ηγετών του Κομμουνιστικού Κόμματος και σκότωσαν πολλούς ξεχωριστούς αγωνιστές κι επαναστάτες. Έτσι, συμμαχώντας με τις δυνάμεις εκείνες που ανοιχτά αγωνίζονταν ενάντια στο νέο σοσιαλιστικό καθεστώς, τα Κόμματα αυτά αποκλείστηκαν από μόνα τους από την πολιτική ζωή του έθνους.
Οι εχθρικές δραστηριότητες των αριστερών Σοσιαλιστών-Επαναστατών ανάγκασαν το 5ο πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ, τον Ιούλη του 1918, να διαγράψει τους αριστερούς Σοσιαλιστές-Επαναστάτες που είχαν αναμιχθεί σε συνωμοσίες κατά της επανάστασης κι είχαν αναπτύξει αντι-σοβιετικές δραστηριότητες και να τους απολύσει από τις κρατικές υπηρεσίες όπου απασχολούνταν μέχρι τότε. Οι σοβαρές αυτές εσωτερικές διαφορές προκάλεσαν μια διάσπαση μέσα στο αριστερό Σοσιαλιστικό-Επαναστατικό Κόμμα: ένα μέρος από τα μέλη τους σχημάτισε το “Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κόμμα” και το “Λαϊκιστιικό-Κομμουνιστικό Κόμμα” που αργότερα ενώθηκαν με τους Μπολσεβίκους.
Όπως είδαμε μέχρι τώρα δεν έχει καμία σχέση η “κομμουνιστική βία” με το γεγονός ότι τα άλλα κόμματα εξαφανίστηκαν από το Ρωσικό πολιτικό προσκήνιο. Το Μενσεβίκικο και το Αριστερό Σοσιαλιστικό-Επαναστατικό κόμμα, παρόλη την εχθρότητά τους απέναντι στη σοβιετική εξοησία, λειτουργούσαν πολύ φανερά, είχαν δικές τους οργανώσεις και κυκλοφορούσαν τις κομματικές τους εφημερίδες στην περίοδο που ακολούθησε την Οχτωβριανή Επανάσταση. Και τα δύο αυτά κόμματα εκπροσωπήθηκαν στο δεύτερο, τρίτο και τέταρτο πανρωσικό συνέδριο των σοβιέτ και μετείχαν στα συνέδρια των τοπικών σοβιέτ. Αλλά χρησιμοποιούσαν αυτή τη δυνατότητα που τους πρόσφερε η σοβιετική εξουσία όχι για να αναπτύξουν πολιτική δραστηριότητα, αλλά για να ανατρέψουν την ίδια αυτή εξουσία των Σοβιέτ με την ένοπλη βία. Δεν ήθελαν με κανένα τρόπο την προτεινόμενη συνεργασία.
Ήταν οι ίδιοι οι Σοσιαλιστές-Επαναστάτες που γκρέμισαν το δικομματικό σοβιετικό σύστημα που προέκυψε μετά τη νικηφόρα επανάσταση. Έχοντας κατά νου τη θέση των μη προλεταριακών κομμάτων σε σχέση με το νέο πολιτικό σύστημα που ιδρύθηκε κατά τη διάρκεια της σοσιαλιστικής επανάστασης από την εργατική τάξη σε συμμαχία με την αγροτιά, η σοβιετική εξουσία δεν είχε άλλο να διαλέξει έξω από το να παρεμποδίσει τις εχθρικές δραστηριότητες απέναντί της και να υιοθετήσει αυστηρά μέτρα με σκοπό να εδραιώσει το προλεταριακό κράτος.
Έτσι σχηματίστηκε το μονοκομματικό σύστημα στην ΕΣΣΔ. Κι αυτό οφειλόταν στις ιδιαίτερες ιστορικές συνθήκες κάτω από τις οποίες εξελίχθηκε η σοσιαλιστική επανάσταση, κι όχι επειδή οι Μπολσεβίκοι αντιτάσσονταν -σα θέμα αρχής- στο πολυκομματικό σύστημα, όπως μερικοί μη αντικειμενικοί πολιτικοί επιστήμονες της Δύσης προσπαθούν να ισχυριστούν.
Δείτε εδώ όλες τις αναρτήσεις του Αφιερώματος της Κατιούσα στην Οχτωβριανή Επανάσταση.
Μόνο οι Κομμουνιστές, με επικεφαλής το Λένιν αποδείχτηκαν ικανοί να προσφέρουν στη χώρα τους ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα: η Ρωσία έπρεπε αμέσως να πάψει να μετέχει στον Πόλεμο. Η καλλιεργήσιμη γη έπρεπε να διανεμηθεί στους αγρότες χωρίς καθυστέρηση. Η πολιτική εξουσία έπρεπε να μεταφερθεί αμέσως στα Σοβιέτ Αντιπροσώπων Εργατών, Στρατιωτών κι Αγροτών.
Το Μπολσεβίκικο Κόμμα βλέποντας ότι οι Μενσεβίκοι κι οι Σοσιαλιστές-Επαναστάτες δεν επρόκειτο να υπερασπιστούν τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, τα συμφέροντα ολόκληρου του εργαζόμενου λαού, αποφάσισαν να προχωρήσουν προς τη σοσιαλιστική επανάσταση. Οι Κομμουνιστές μπόρεσαν να πείσουν τις μάζες σχετικά με την ορθότητα των ιδεών τους. Ο εργαζόμενος λαός, με αυξανόμενη καθαρότητα άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι μόνο το Μπολσεβίκικο Κόμμα ήταν σε θέση να λύσει τα θεμελιακά προβλήματα της επανάστασης.
Μια κοντινή ματιά σε αυτά και σε άλλα γεγονότα εκείνων των χρόνων, καθώς και τα στοιχεία που προκύπτουν από τα σχετικά έγγραφα και που περισώθηκαν, αποκαλύπτουν τούτο το ξεκάθαρο γεγονός: το Λενινιστικό Κομμουνιστικό Κόμμα, αυτό μόνο αντιπροσώπευε τα συμφέροντα της πλειοψηφίας του λαού, σε εκείνη την κρίσιμη καμπή στην Ιστορία της Ρωσίας. Τα άλλα Κόμματα και οι διάφορες πολιτικές ομάδες τελικά απώλεσαν την εμπιστοσύνη των λαϊκών μαζών -είτε εξαιτίας της προσκόλλησής τους στον καπιταλισμό, είτε για την αστάθειά τους, την ανικανότητα ή την απροθυμία τους να κατανοήσουν και να εκφράσουν σωστά τα συμφέροντα του λαού.
Αυτά τα αίτια βρίσκονται και κάτω απ’ την πτώση του Μενσεβίκικου Κόμματος. Παρόλο που αυτό το Κόμμα διακήρυσσε την πίστη του στο Μαρξισμό και τη σοσιαλιστική επανάσταση, στην πραγματικότητα μεταπήδησε στις θέσεις του αστικού φιλελευθερισμού και του συμβιβασμού. Οι Μενσεβίκοι ήταν ανίκανοι να πάρουν ξεκάθαρη στάση απέναντι στο πρόβλημα του Πολέμου. Δεν μπορούσαν να προσφέρουν στους αγρότες μια ικανοποιητική λύση του αγροτικού προβλήματος. Και τελικά δεν μπόρεσαν να υιοθετήσουν μια σωστή θεώρηση για λύση του οξύτατου προβλήματος των εθνοτήτων. Για παρόμοιους λόγους αποδείχτηκε λιγόζωη κι η δημοτικότητα των Σοσιαλιστών-Επαναστατών, που γρήγορα έχασαν σαν Κόμμα την πολιτική τους επιρροή.
Οι Μενσεβίκοι κι οι Σοσιαλιστές-Επαναστάτες, ωστόσο, εξακολουθούσαν να έχουν την υποστήριξη ορισμένων τμημάτων του πληθυσμού, στο αρχικό στάδιο της σοσιαλιστικής επανάστασης. Για αυτό το λόγο ο Λένιν κι οι Μπολσεβίκοι τους κάλεσαν να πάρουν μέρος στην κυβέρνηση αμέσως μετά τη νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης. Αλλά αυτοί αρνήθηκαν κι άρχισαν να ακολουθούν την πολιτική του “περιμένουμε και βλέπουμε”. Τέσσερις μέρες μετά την Επανάσταση, ο Λένιν δήλωνε: “Δεν είναι από λάθος δικό μας που οι Σοσιαλιστές-Επαναστάτες κι οι Μενσεβίκοι έφυγαν. Τους καλέσαμε να μοιραστούν την πολιτική εξουσία, αλλά θέλησαν να σταθούν στο φράχτη και να περιμένουν μέχρι που να τελειώσει ο αγώνας με τον Κερένσκι. Εμείς ωστόσο ζητάμε από τον καθένα να πάρει μέρος στην κυβέρνηση”.
Ύστερα από λίγο οι ηγέτες της Αριστερής πτέρυγας του Σοσιαλιστικού – Επαναστατικού Κόμματος, βλέποντας ότι οι μάζες εμπιστεύονταν κι ακολουθούσαν τους Μπολσεβίκους, κι από φόβο μήπως χάσουν ολότελα την υποστήριξη του λαού, αποφάσισαν να πάρουν μέρος στη Σοβιετική Κυβέρνηση. Επτά από τα 18 υπουργεία δόθηκαν έτσι στους αριστερούς Σοσιαλιστές-Επαναστάτες, κι ανάμεσά τους συμπεριλαμβάνονταν τα υπουργεία (τότε “Λαϊκές Επιτροπές”) Δικαιοσύνης, Πολιτισμού, Επικοινωνιών κι άλλα. Η συνεργασία αυτή διακόπηκε το Μάρτη του 1918 από τους ίδιους τους Σοσιαλιστές-Επαναστάτες που εγκατέλειψαν την Κυβέρνηση με το πρόσχημα της διαφωνίας σχετικά με την υπογραφή της Συνθήκης του Μπρεστ-Λιτόφσκ με τη Γερμανία.
Εκείνη την εποχή, η πολιτική των Μενσεβίκων και των Σοσιαλιστών-Επαναστατών ακροζυγιαζόταν ανάμεσα στην επανάσταση και την αντεπανάσταση, μέχρι που και τα δύο αυτά κόμματα να βρεθούν τελικά στην άλη μεριά των χαρακωμάτων, ενάντια στην πλειοψηφία του λαού. Αμέσως μετά την αποχώρησή τους από την κυβέρνηση, οι αριστεροί Σοσιαλιστές – Επαναστάτες άρχισαν έναν απελπισμένο αγώνα κατά της εξουσίας των Σοβιέτ. Οργάνωσαν ένοπλες εξεγέρσεις στη Μόσχα, στο Γιαροσλάβλ και σε άλλες περιοχές προσπαθώντας να κλονίσουν τη Σοβιετική εξουσία. Διεξάγοντας αυτόν τον αγώνα οι αριστεροί Σοσιαλιστές-Επαναστάτες ουσιαστικά ενώθηκαν με τη Δεξιά πτέρυγα του κόμματός τους και με τους Μενσεβίκους που μπόρεσαν να καταλύσουν τη σοβιετική εξουσία σε πολλές επαρχίες και να εγκαταστήσουν κυβερνήσεις που υποστηρίζονταν από τις ξιφολόγχες των Λευκοφρουρών (τσαρικών) και των ξένων στρατευμάτων της Δυτικής επέμβασης. Οι δεξιοί Σοσιαλιστές-Επαναστάτες οργάνωσαν δολοφονίες ηγετών του Κομμουνιστικού Κόμματος και σκότωσαν πολλούς ξεχωριστούς αγωνιστές κι επαναστάτες. Έτσι, συμμαχώντας με τις δυνάμεις εκείνες που ανοιχτά αγωνίζονταν ενάντια στο νέο σοσιαλιστικό καθεστώς, τα Κόμματα αυτά αποκλείστηκαν από μόνα τους από την πολιτική ζωή του έθνους.
Οι εχθρικές δραστηριότητες των αριστερών Σοσιαλιστών-Επαναστατών ανάγκασαν το 5ο πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ, τον Ιούλη του 1918, να διαγράψει τους αριστερούς Σοσιαλιστές-Επαναστάτες που είχαν αναμιχθεί σε συνωμοσίες κατά της επανάστασης κι είχαν αναπτύξει αντι-σοβιετικές δραστηριότητες και να τους απολύσει από τις κρατικές υπηρεσίες όπου απασχολούνταν μέχρι τότε. Οι σοβαρές αυτές εσωτερικές διαφορές προκάλεσαν μια διάσπαση μέσα στο αριστερό Σοσιαλιστικό-Επαναστατικό Κόμμα: ένα μέρος από τα μέλη τους σχημάτισε το “Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κόμμα” και το “Λαϊκιστιικό-Κομμουνιστικό Κόμμα” που αργότερα ενώθηκαν με τους Μπολσεβίκους.
Όπως είδαμε μέχρι τώρα δεν έχει καμία σχέση η “κομμουνιστική βία” με το γεγονός ότι τα άλλα κόμματα εξαφανίστηκαν από το Ρωσικό πολιτικό προσκήνιο. Το Μενσεβίκικο και το Αριστερό Σοσιαλιστικό-Επαναστατικό κόμμα, παρόλη την εχθρότητά τους απέναντι στη σοβιετική εξοησία, λειτουργούσαν πολύ φανερά, είχαν δικές τους οργανώσεις και κυκλοφορούσαν τις κομματικές τους εφημερίδες στην περίοδο που ακολούθησε την Οχτωβριανή Επανάσταση. Και τα δύο αυτά κόμματα εκπροσωπήθηκαν στο δεύτερο, τρίτο και τέταρτο πανρωσικό συνέδριο των σοβιέτ και μετείχαν στα συνέδρια των τοπικών σοβιέτ. Αλλά χρησιμοποιούσαν αυτή τη δυνατότητα που τους πρόσφερε η σοβιετική εξουσία όχι για να αναπτύξουν πολιτική δραστηριότητα, αλλά για να ανατρέψουν την ίδια αυτή εξουσία των Σοβιέτ με την ένοπλη βία. Δεν ήθελαν με κανένα τρόπο την προτεινόμενη συνεργασία.
Ήταν οι ίδιοι οι Σοσιαλιστές-Επαναστάτες που γκρέμισαν το δικομματικό σοβιετικό σύστημα που προέκυψε μετά τη νικηφόρα επανάσταση. Έχοντας κατά νου τη θέση των μη προλεταριακών κομμάτων σε σχέση με το νέο πολιτικό σύστημα που ιδρύθηκε κατά τη διάρκεια της σοσιαλιστικής επανάστασης από την εργατική τάξη σε συμμαχία με την αγροτιά, η σοβιετική εξουσία δεν είχε άλλο να διαλέξει έξω από το να παρεμποδίσει τις εχθρικές δραστηριότητες απέναντί της και να υιοθετήσει αυστηρά μέτρα με σκοπό να εδραιώσει το προλεταριακό κράτος.
Έτσι σχηματίστηκε το μονοκομματικό σύστημα στην ΕΣΣΔ. Κι αυτό οφειλόταν στις ιδιαίτερες ιστορικές συνθήκες κάτω από τις οποίες εξελίχθηκε η σοσιαλιστική επανάσταση, κι όχι επειδή οι Μπολσεβίκοι αντιτάσσονταν -σα θέμα αρχής- στο πολυκομματικό σύστημα, όπως μερικοί μη αντικειμενικοί πολιτικοί επιστήμονες της Δύσης προσπαθούν να ισχυριστούν.
Δείτε εδώ όλες τις αναρτήσεις του Αφιερώματος της Κατιούσα στην Οχτωβριανή Επανάσταση.