Η δικτατορία του προλεταριάτου είναι έννοια ταξική και είναι αναγκαία
Η δικτατορία του προλεταριάτου είναι έννοια μαρξιστική-λενινιστική. Η λέξη
δικτατορία σε αυτή τη φράση έχει ΤΑΞΙΚΟ περιεχόμενο. Κανένας κομμουνιστής αυτό
δεν πρέπει να το ξεχνά. Αλλιώς κινδυνεύει να καταλήξει σε θέσεις
οπορτουνιστικές και να στραφεί ενάντια στα συμφέροντα της εργατικής τάξης. Γιατί
αυτό είναι η εγκατάλειψη της μαρξιστικής-ταξικής ανάλυσης της κοινωνίας και του
κράτους. Η εγκατάλειψη της ταξικής ανάλυσης και του ταξικού περιεχομένου των
κομμουνιστικών όρων είναι η επιτομή της αντίδρασης και του οπορτουνισμού. Και
αυτή είναι ακριβώς η πρακτική των κομμάτων του ευρωκομμουνισμού, των κομμάτων
του ευρωμονόδρομου, που αποπροσανατολίζουν το κίνημα.
Η ιδέα του δημοκρατικού δρόμου στο σοσιαλισμό είναι η βασική ιδέα πίσω από
τα κόμματα του ευρωκομμουνισμού. Η αντιδραστική αυτή ιδέα στηρίζεται σε μία αφηρημένη
αντιπαράθεση μεταξύ δικτατορίας και δημοκρατίας με το αστικό, δηλαδή αταξικό,
περιεχόμενο των όρων αυτών. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, όμως, πως η ανωτερότητα του
ιστορικού υλισμού, ως θεωρίας ανάλυσης του κόσμου και της θέσης και πράξης του
ανθρώπου μέσα σε αυτόν, εκφράζεται και στο πεδίο της πολιτικής θεωρίας. Η
πολιτική θεωρία είναι -ιδωμένη ιστορικά υλιστικά- θεωρία πράξης, και δη
επαναστατικής πράξης. Δε χωράνε στην ανάλυση του κράτους και της κοινωνίας
αφηρημένες έννοιες. Η ιστορική υλιστική ανάλυση αναδεικνύει το ταξικό
περιεχόμενο, την ουσία των όρων που χρησιμοποιούνταν μέχρι τώρα από την αστική
τάξη για να αφοπλίζουν το εργατικό κίνημα.
Ας ξεκαθαρίσουμε μια και καλή, λοιπόν, πως όταν μιλάμε για τη δικτατορία
του προλεταριάτου ή τη δικτατορία της αστικής τάξης, μιλάμε για τη δικτατορία
μίας τάξης επάνω στην άλλη. Μιλάμε όχι για μορφή διακυβέρνησης, όχι για μορφή
πολιτεύματος, αλλά για το ταξικό περιεχόμενο της εξουσίας. Για αυτό το λόγο, η
έννοια δικτατορία, ιδωμένη ιστορικά υλιστικά, δεν έχει καμία σχέση ούτε πχ. με
τον Ρωμαϊκό νομικό-πολιτικό θεσμό, ούτε με τη δικτατορία των συνταγματαρχών.
Και αυτό γιατί αναφέρεται στο ποια τάξη εξουσιάζει, και όχι στο με ποιόν τρόπο
το κάνει. Όπως γράφει ο Λένιν στο ‘Κράτος και Επανάσταση’:
Τα αστικά κράτη ποικίλουν σε μορφή, αλλά η ουσία τους
είναι ίδια: όλα αυτά τα κράτη, ανεξάρτητα από τη μορφή τους, σε τελική ανάλυση
είναι αναπόφευκτα δικτατορίες της αστικής τάξης. Η μετάβαση από τον καπιταλισμό
στον κομμουνισμό σίγουρα θα επιφέρει μία πληθώρα και ποικιλία πολιτικών μορφών,
αλλά η ουσία τους αναπόφευκτα θα είναι η ίδια: η δικτατορία του
προλεταριάτου.
Και ο ίδιος ο Λένιν καταφέρεται εναντίον της α-ταξικής χρήσης του όρου από
τον αποστάτη Κάουτσκι στο κείμενο ‘Η προλεταριακή επανάσταση και ο αποστάτης
Κάουτσκι’, αποκαλώντας τον φιλελεύθερο:
Είναι πολύ φυσικό να
μιλάει ένας φιλελεύθερος για «δημοκρατία» γενικά. Ο μαρξιστής όμως δε θα
ξεχάσει ποτέ να ρωτήσει: «για ποιά τάξη;». Ο καθένας ξέρει λ.χ. –και ο «ιστορικός» Κάουτσκι το
ξέρει επίσης– ότι οι εξεγέρσεις ή ακόμα τα μεγάλα κινήματα των σκλάβων της
αρχαιότητας δείχνουνε πραγματικά πως βάση
του αρχαίου κράτους είτανε η δικτατορία των δουλοκτητών. Μήπως αυτή η
δικτατορία καταργούσε τη δημοκρατία ανάμεσα στους δουλοκτήτες, την καταργούσε
γι’ αυτούς; Όλος ο κόσμος ξέρει πως όχι.
Θα αναφερθούμε σε επόμενη ανάρτηση, όπως
έχουμε επισημάνει και προηγούμενα, στη σχέση δικτατορίας του προλεταριάτου
και εξασφάλισης της πλειοψηφίας. Ξεκινούμε, όμως, από εδώ παρουσιάζοντας το
ερώτημα που θέτει ο ευρωκομμουνισμός για να δικαιολογήσει τον δημοκρατικό δρόμο
στο σοσιαλισμό: Τί χρειάζεται η
δικτατορία, τη στιγμή, που μπορεί να εξασφαλιστεί η πλειοψηφία; O Λένιν στην απάντησή του στον Κάουτσκι
απαντά στο ίδιο ερώτημα με αναφορά στον Μαρξ και τον Ένγκελς:
Για να τσακίσουμε την
αντίσταση της αστικής τάξης.
Για να τρομοκρατήσουμε
τους αντιδραστικούς.
Για να διατηρήσουμε τη
δύναμη του οπλισμένου λαού ενάντια στην αστική τάξη.
Για να μπορέσει το
προλεταριάτο να καταστείλει με τη βία τους αντιπάλους του.
Για τον Λένιν ο Κάουτσκι είναι τόσο ‘συνεπαρμένος
από την «καθαρή δημοκρατία» που δε βλέπει τον αστικό της χαρακτήρα, και υποστηρίζει
με μιαν «ωραία λογική» πως η πλειοψηφία δεν έχει ανάγκη να τσακίσει την αντίσταση
της μειοψηφίας, να την χτυπήσει με τη βία, της φτάνει να περιορίσει τις
απομονωμένες περιπτώσεις παραβίασης της δημοκρατίας’. Ο Κάουτσκι, εν
ολίγοις, μέσω της προσκόλλησής του στην αφηρημένη και α-ταξική έννοια της δημοκρατίας
και της απόρριψης της δικτατορίας του προλεταριάτου, καταλήγει στην βασική
παγίδα που έχει στήσει η αστική ιδεολογία: παίρνει για πραγματική ισότητα την
τυπική ισότητα, που δεν είναι παρά ψέμα και υποκρισία κάτω από το καπιταλιστικό
καθεστώς. Ξεχνά πως ο εκμεταλλευτής
δε μπορεί να είναι ίσος με τον εκμεταλλευόμενο. Πως δε μπορεί να υπάρχει αληθινή, πραγματική
ισότητα, αν δεν εκμηδενιστεί κάθε δυνατότητα εκμετάλλευσης μιας τάξης από μιαν
άλλη.
Θα κλείσουμε την εισαγωγική αυτή ανάρτηση στο θέμα της δικτατορίας του
προλεταριάτου με ένα απόσπασμα από τον πρόλογο του Λουί Αλτουσέρ στο βιβλίο του
Ετιέν Μπαλιμπάρ ‘Για τη δικτατορία του προλεταριάτου’. Το βιβλίο αυτό γράφτηκε
με αφορμή το 22ο Συνέδριο του Γαλλικού ΚΚ και τη ρεφορμιστική στροφή
του κόμματος προς το αερολόγημα του ‘δημοκρατικοὐ δρόμου για το σοσιαλισμό’
και την εγκατάλειψη του στόχου της δικτατορίας του προλεταριάτου -ουσιαστικά
την εγκατάλειψη της μαρξιστικής ανάλυσης της κοινωνίας μέσω της πάλης των
τάξεων.[1]
Κανείς και τίποτα, ούτε το Συνέδριο του Κομμουνιστικού
Κόμματος, δεν μπορεί να καταργήσει τη δικτατορία του προλεταριάτου […]. Ο λόγος
είναι πως η δικτατορία του
προλεταριάτου δεν είναι μία πολιτική ή στρατηγική που περιλαμβάνει την
εγκαθίδρυση μίας συγκεκριμένης μορφής κυβέρνησης ή θεσμικών οργάνων αλλά,
αντιθέτως, μία ιστορική πραγματικότητα. Πιο συγκεκριμένα, είναι μία
πραγματικότητα που έχει τις ρίζες της στον ίδιο τον καπιταλισμό, και η οποία καλύπτει ολόκληρη τη μεταβατική περίοδο
προς τον κομμουνισμό, ‘η πραγματικότητα μιας ιστορικής τάσης’, μιας τάσης η
οποία ξεκινά να αναπτύσσεται μέσα στον ίδιο τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής,
στη διαπάλη εναντίον του. Δεν είναι ένα από τα πιθανά μονοπάτια της
μετάβασης στο σοσιαλισμό, ένα μονοπάτι που μπορεί ή πρέπει να επιλεχθεί κάτω
από συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες (όπως, για παράδειγμα, στην ‘υποανάπτυκτη’
Ρωσία του 1917) αλλά μπορεί κάλλιστα να απορριφθεί για μια άλλη, διαφορετική
‘επιλογή’ για το ‘δημοκρατικό’ δρόμο, στην πολιτικά και βιομηχανικά
‘ανεπτυγμένη’ Δυτική Ευρώπη. Δεν
είναι ζήτημα επιλογής, ζήτημα πολιτικής. Και γι αυτό το λόγο δεν μπορεί να
‘εγκαταλειφθεί’, όπως δεν μπορεί να εγκαταλειφθεί η ταξική πάλη, παρά στα λόγια
και με κόστος την απέραντη σύγχυση [του κινήματος].[2]
[1] Ας
τονίσουμε, πως το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα -που φέρει από τότε καταχρηστικά
τον τίτλο Κομμουνιστικό- είναι κεντρικός πυλώνας στο Κόμμα της Ευρωπαϊκής
Αριστεράς, το συνονθύλευμα των οπορτουνιστών του ευρωμονόδρομου.
[2] Η
μετάφραση που παρατίθεται εδώ είναι από την Επαγρύπνηση.