Κάποιοι λένε σήμερα στο λαό ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τη
βαρβαρότητα του συστήματος της εκμετάλλευσης, τη φοροληστεία, την
ανεργία, τους πλειστηριασμούς, τη φτώχεια και την εξαθλίωση, δηλαδή την
εφ’ όρου ζωής «σταύρωσή» του. Του λένε να μην αγωνίζεται επειδή τον
θέλουν υποταγμένο και άβουλο, για να μπορεί να διαιωνίζεται η
εκμετάλλευση.
Κάποτε οι «ίδιοι» του έλεγαν, να μην αντισταθεί στους ναζί εισβολείς
και πως «αν δεν τους πειράξει δεν θα τον πειράξουν». Καλούσαν το λαό να
συνεργαστεί με τους καταχτητές κι αν δε συνεργαζόταν, να μη τους
«ενοχλεί», να ανέχεται την κατοχή και να κοιτάει τη δουλειά και το
κεφάλι του. Ο καθένας μπορεί να σκεφτεί τι θα είχε συμβεί αν ο λαός μας
τους άκουγε….
Η αντικομμουνιστική προπαγάνδα που χτυπάει εδώ και δεκαετίες την
παλλαϊκή ΕΑΜική Αντίσταση και το κόμμα που την οργάνωσε και τη στελέχωσε
με το πιο εκλεκτό έμψυχο δυναμικό του, το ΚΚΕ, είναι γνωστή για την
ικανότητά της να κάνει το άσπρο μαύρο, όχι όμως και για την ισχύ των
«επιχειρημάτων» της. Τα ιστορικά γεγονότα όσο και να τα «μαγειρέψουν»,
για κακή τύχη των «μαγείρων» δεν αλλοιώνονται και δεν καταργούνται (όπως
τα δικαιώματα).
Στα πλαίσια αυτά δεν προξενεί εντύπωση η προσπάθεια να χρεώσουν στον ΕΛΑΣ
το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων, στις 13 του Δεκέμβρη 1943,
όταν τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής, βάσει προκαθορισμένου σχεδίου,
τουφέκισαν όλο σχεδόν τον άρρενα πληθυσμό κι έκαψαν τα σπίτια της
κωμόπολης, διαπράττοντας το μεγαλύτερο έγκλημα κατά αμάχων του Β’
Παγκοσμίου Πολέμου, μετά τα στρατόπεδα του Νταχάου και του Άουσβιτς.
Κάποιοι,
ισχυρίστηκαν ότι η ναζιστική θηριωδία διαπράχτηκε μετά το φόνο Γερμανών αιχμαλώτων από τον ΕΛΑΣ.
«Η αλήθεια είναι τελείως διαφορετική. Και καθόλου απλοϊκή. Θα
προσπαθήσουμε να δώσουμε την αλήθεια αυτή με μαρτυρίες τρίτων, μελετητών
των προβλημάτων της κατοχικής περιόδου» σημειώνεται στο βιβλίο του Ηλία
Παπαστεργιόπουλου: «Ο Μωρηάς στα όπλα», τόμος Δ’, στο οποίο
παρατίθενται αδιάψευστα στοιχεία και μαρτυρίες για τις συνθήκες που
έγινε το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων και των άλλων χωριών. Μερικά
αποσπάσματα:
«Γράφει, εν πρώτοις, ο Κομνηνός Πυρομάγλου:
«…Μετά την πλήρη κατάληψιν, υπό των Συμμαχικών Στρατευμάτων της
Νοτίου Ιταλίας, ως και την απελευθέρωσιν της Βορείου Αφρικής η
Πελοπόννησος και η Δυτική Στερεά εθεωρήθησαν υπό του Γερμανικού
Επιτελείου “ως πρώτη γραμμή μετώπου ”, εις τα μετόπισθεν της οποίας θα
έπρεπε να εξουδετερωθή πάσα ανταρτική κίνησις “εν ανάγκη και να ερημωθή η
περιοχή”. Το Γερμανικόν Επιτελείον, φοβούμενον κατάληψιν της Επτανήσου,
και αποβάσεις εις τας δυτικάς ακτάς της Ελλάδος (ανεμένετο άλλωστε μία
τοιαύτη συμμαχική ενέργεια) απεφάσισε να ενεργήση όχι μόνον
εκκαθαριστικάς επιχειρήσεις εναντίον των Ελλήνων ανταρτών, αλλά και να
περάση δια πυρός και σιδήρου κατοίκους και χωρία της ορεινής περιοχής
της Ελλάδος…
…Αι σφαγαί και δηώσεις των Καλαβρύτων δεν υπήρξαν ενέργεια μεμονωμένη
των Γερμανών. Υπήρξε μία εκ των ενεργειών ενός γενικωτέρου σχεδίου του
Γερμανικού
Επιτελείου, εις βάρος των αμάχων ελληνικών πληθυσμών. Απομόνωσις του
δράματος των Καλαβρύτων προδίδει, νομίζομεν, ηθελημένην παραποίησιν ή
ηθελημένην εκμετάλλευσιν. Η καταστροφή και σφαγή των Καλαβρύτων έλαβε
χώραν την 13ην Δεκεμβρίου 1943 και η εκτέλεσις των Γερμανών αιχμαλώτων
εγένετο την νύκτα της 13ης προς την την Δεκεμβρίου 1943. (σ. σ. Οι
Γερμανοί ομολογούν ότι η εκτέλεση των Γερμανών αιχμαλώτων έγινε στις
17/12/43)»…
… Υπάρχει και η Διακήρυξη των Γερμανών της Πελοποννήσου: «Την
17.12.1943, εφονεύθησαν και ηκρωτηριάσθησαν κτηνωδώς Γερμανοί στρατιώται
υπό κομμουνιστικών συμμοριών εις την περιοχήν Καλαβρύτων – Μαζεΐκων».
Τα Καλάβρυτα κατεστράφησαν στις 13/12/1943. Και οι ίδιοι ο Γερμανοί
αναφέρουν ότι οι στρατιώτες τους σκοτώθησαν στις 17/12/43, δηλαδή μετά
τετραήμερο…
…Οι Γερμανοί χρησιμοποίησαν την εκτέλεση των Ναζήδων στρατιωτών σαν πρόφαση για να προαποφασισμένα εγκλήματά τους.
(…) Η εντύπωση που προκάλεσε το μακελειό αυτό στον ελληνικό λαό ήταν
κατάπληξη, οργή και αγανάκτηση. Στο εξωτερικό, μεγάλες δυνάμεις της
παγκόσμιας κοινής γνώμης κινητοποιήθηκαν κατά των χιτλερικών όχι μόνο σε
συμμαχικές, αλλά και σε ουδέτερες χώρες. Το ασύλληπτο αυτό έγκλημα
στιγματίστηκε παντού και έμεινε σαν μια από τις πιο ατιμωτικές κηλίδες
του ναζιστικού καθεστώτος.
Κι όμως, 16 χρόνια αργότερα, μέσα στη Βουλή των Ελλήνων, βρέθηκαν
άνθρωποι που προσπάθησαν να… δικαιολογήσουν το έγκλημα αυτό! Τον
Οκτώβριο του 1959 (συζητήσεις της Βουλής της 20ης, 21ης και 22ας
Οκτωβρίου 1959), ο τότε αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως, Π. Κανελλόπουλος,
μιλώντας για τα γεγονότα των Καλαβρύτων, είπε ότι προκλήθηκαν από την…
δικαιολογημένη οργή και αγανάκτηση των Γερμανών, επειδή ο ΕΛΑΣ εξετέλεσε
Γερμανούς αιχμαλώτους. Τα ίδια είχε υποστηρίξει λίγους μήνες νωρίτερα
και ο βουλευτής της ΕΡΕ Β. Παπαρρηγόπουλος.
Στους δύο πολιτικούς, που τοποθέτησαν τη σφαγή των Καλαβρύτων σε
επίπεδο, όπου ούτε οι Γερμανοί δεν είχαν τολμήσει ως τότε να
τοποθετήσουν, έδωσε αποστομωτική απάντηση στο δημοσιογραφικό όργανο των
Οργανώσεων Εθνικής Αντιστάσεως, «Ιστορικόν Αρχείον Εθνικής Αντιστάσεως»,
ο υπαρχηγός του ΕΔΕΣ Κομνηνός Πυρομάγλου, αποκαλύπτοντας ότι η σφαγή
των Καλαβρύτων προηγήθηκε της εκτελέσεως των Γερμανών αιχμαλώτων! Οι
αντάρτες είχαν ειδοποιήσει τους Γερμανούς να σταματήσουν τις εκτελέσεις
ομήρων στην Πάτρα και το Αίγιο, γιατί, διαφορετικά, θα αναγκάζονταν να
εκτελέσουν και αυτοί Γερμανούς αιχμαλώτους, που είχαν στα χέρια τους από
τη νικηφόρα μάχη της Κερπινής…
Ο Σμήναρχος Μίχου, που έζησε από κοντά εκείνες τις φριχτές ώρες, μας δίνει συγκλονιστικές εικόνες στις αφηγήσεις του:
«
Η ιστορική αλήθεια σχετικά με τις σφαγές των Καλαβρύτων έχει κακοποιηθεί.
Γι ’ αυτό νομίζουμε πως είνω απαραίτητο να γραφούν τα παρακάτω κι έτσι
να βοηθήσουμε τον ιστορικό του μέλλοντος από την πλευρά της Εθνικής
Αντιστάσεως, όπως εμείς την εζήσαμε στους σκληρούς χρόνους της Κατοχής…
Τα γερμανικά τμήματα της Πάτρας αποσύρθηκαν από τα Καλάβρυτα στις 12
Δεκεμβρίου και ταυτόχρονα της Κορινθίας και της Αργολίδας. Της Αιγαλείας
έμεινε τελευταίο, για να εκτελέσει το φοβερό έγκλημα. Τα Καλάβρυτα και η
περιοχή τους είχαν προγραφτεί. Αρχιδήμιος είχεν ορισθεί ο Λάινγκερ,
διοικητής Αιγίου, με βοηθό τον χτηνάνθρωπο Τέννερ…
Οι Γερμανοί αιχμάλωτοι, γύρω στους 100, που είχαν πιαστεί στη μάχη
των Ρογών -Κερπινής, μαζί με άλλους που πιάστηκαν σε άλλες επιχειρήσεις,
έμεναν στην περιοχή Μαζέικων και χρησιμοποιούντο σε διάφορες εργασίες.
Όταν η φάλαγγα της Τριπόλεως πλησίαζε να φτάσει στα Μαζέικα,
μεταφέρθηκαν στο θέρετρο Μάζι που βρίσκεται σε οχυρή τοποθεσία. Ενα
μικρό τμήμα του 11ου Συντάγματος τις τελευταίες ημέρες της αποχωρήσεως
βρέθηκε σε δύσκολη θέση γιατί ένας καταδότης οδήγησε εχθρικό τμήμα σ’
εκείνη την περιοχή.
Η επαρχία ολόκληρη φλεγόταν, οι καπνοί από τα Καλάβρυτα ανέβαιναν
στον γκρίζο ουρανό του Χελμού. Και το αίμα ανέβαινε στο κεφάλι. Τους
αιχμαλώτους τους εξετέλεσε η φρουρά και τους έριξε σ’ έναν γκρεμό.
Υστερα γλίστρησε σ’ ένα μονοπάτι και μόλις πρόλαβε να ξεφύγει την
κύκλωση.
Τους νεκρούς οι Γερμανοί τους έπαιρναν πάντα αποχωρώντας. Έτσι στις
15 Δεκεμβρίου η μονάδα της Τριπόλεως πήρε και τους νεκρούς αιχμαλώτους
από την περιοχή αυτή του Χελμού, αφού σκότωσε επιτόπου τους Έλληνες
οδηγούς – καταδότες.
Αυτή είνω η αλήθεια για τα φοβερά εκείνα γεγονότα»…
…Oι Γερμανοί ήρχισαν διαπραγματεύσεις για την ανταλλαγή των
αιχμαλώτων με τους αντάρτες τις οποίες προχώρησαν αρκετά, μέχρι και να
συζητήσουν όρους. Μετά αποτόμως τις διέκοψαν. Γιατί;
Θα το γράψω και ίσως είναι η πρώτη φορά που έρχεται εις φως το
στοιχείο αυτό, εις ελάχιστους γνωστό: Διέκοψαν τις διαπραγματεύσεις,
μόλις επληροφορήθησαν ότι ο επικεφαλής του τμήματος Γερμανός αξιωματικός
ήταν νεκρός, αυτοκτονήσας με χειροβομβίδα, την οποίαν ήνοιξεν επί του
στήθους του. Τούτο δε διότι όλοι οι άλλοι δεν τους ενδιέφεραν. Ο λόγος
δεν ήσαν Γερμανοί οι αποτελούντες το πληγέν τμήμα. Ήσαν “μαζώματα” από
«εθελοντάς», Ούγγροι, Τσέχοι, εξωμότες Πολωνοί, Ουκρανοί, Λετονοί. Από
κείνους που εχρησιμοποιούσαν στις κατεχόμενες χώρες, (ώστε τα πραγματικά
γερμανικά τμήματά των να είναι ελεύθερα για την Ρωσία. Δια τον λόγον
αυτόν, μετά μάλιστα την ήτταν των και την ανάλογον κατάσταση’ του ηθικού
των, δεν ενδιέφεραν ποσώς τους Γερμανούς. Μία ακόμη απόδειξις τούτου,
το ότι οι Γερμανοί ετυφέκισαν οι ίδιοι τον μόνο διασωθέντα Γερμανό (κατά
την στολήν βεβαίως), ο οποίος διεσώθη από την σφαγήν των αιχμαλώτων εις
το Μάζι Κλειτορίας. Σε ποιον στρατό του κόσμου γίνεται αυτό; Ας
αφήσωμεν τον τυφεκισμό του άλλου οπλίτου (Αλσατού αυτού), ο οποίος
ήνοιξεν την πόρταν του Σχολείου και άφησε τα γυναικόπαιδα να διαφύγουν
τον θάνατον από την πυρά που οι Γερμανοί έβαλαν για να τα κάψουν.
Συμπέρασμα; Οι Γερμανοί ήσαν αποφασισμένοι να τσακίσουν το
σύμβολο Καλάβρυτα -Αγία Λαύρα. Διότι δεν ήσαν ανιστόρητοι. Από το σημείο
αυτό και πέρα «αφορμές» όσες θέλουμε. Που καμιά όμως δεν
πρέπει να αφήνεται σαν «αδικαιολογούσα» το μεγαλύτερο έγκλημα κατ’
αμάχων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μετά βεβαίως τα στρατόπεδα του Νταχάου
και του Άουσβιτς.
(…) Το ίδιο μαρτυρεί και ο Γερμανός διοικητής Σπάιντελ. Στις
29-12-1943 απαντώντας στην από 19-12-1943 αναφορά του Κουίσλιγκ
πρωθυπουργού Ι. Ράλλη, με την οποία διεμαρτύρετο και ζητούσε εξηγήσεις
για τα «γεγονότα των Καλαβρύτων», δικαιολογεί το έγκλημα με το
επιχείρημα της «υποστηρίξεως των ανταρτών από τον πληθυσμόν», δεν
μνημονεύει θέμα αιχμαλώτων και μόνο σε μεταγενέστερη έκθεσή του προς
τους ανωτέρους του προσφεύγει στο «επιχείρημα Ράλλη» και διασυνδέει την
καταστροφή τοιν Καλαβρύτων με την εκτέλεση από τους αντάρτες των
αιχμαλώτων. (Εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» 13-12-1993).
Τέλος, μερικά ακόμα ντοκουμέντα που παραθέτουμε
αποδείχνουν περίτρανα το προμελετημένο έγκλημα:
1α.Από το απόρρητο έγγραφο P.Ic. με αριθμό 719 και ημερομηνία 22
Οκτώβρη 1943, που έστειλε ο διοικητής της 117ης γερμανικής μεραρχίας
Πεζικού και στρατιωτικός διοικητής Πελοποννήσου Καρλ Φον Λε Σουίρ
(απόγονος του Βαυαρού στρατηγού Γουλιέλμου Φον Λε Σουίρ, υπουργού
Στρατιωτικών του Όθωνα το 1833) στο Γενικό Επιτελείο του 68ου γερμανικού
Σώματος Στρατού, στο Βελιγράδι και που ζητούσε τη ρίψη από την
αεροπορία εμπρηστικών βομβών στην περιοχή των Καλαβρύτων (μια ρίψη, που
δεν πραγματοποιήθηκε, επειδή δεν υπήρχαν σχετικές διαθέσιμες δυνάμεις
της γερμανικής αεροπορίας).
β.Από την απόρρητη διαταγή του Λε Σουίρ, με αριθμό 247 και ημερομηνία
25 Νοέμβρη 1943, προς το 749 Σύνταγμα Πεζικού, ενισχυμένο από τη μονάδα
ΑΑ 116, και με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Ιούλιο Βέλφιγκερ,
στρατιωτικό διοικητή Αχαΐας, στην οποία ορίζονταν ως τόποι
«αναγνωριστικής και εκκαθαριστικής επιχείρησης» τα Καλάβρυτα και η γύρω
ευρεία περιοχή.
γ.Από την απόρρητη διαταγή του Βέλφιγκερ, με θέμα «επιχείρηση
Καλάβρυτα», με αριθμό 96 και ημερομηνία 1 Δεκέμβρη 1943, που συντάχτηκε
αμέσως ύστερα από ειδική σύσκεψη Γερμανών αξιωματικών, που έγινε για την
επιχείρηση αυτή την ίδια μέρα σε κεντρικό ξενοδοχείο, στην Πάτρα.
2.Την επιδρομή διηύθυνε ο Βέλφιγκερ, με βοηθούς τον διοικητή του 1ου
Τάγματος ταγματάρχη Χανς Εμπερσμπέργκερ και τον ίλαρχο Γκνας, ενώ
γενικός επόπτης του ναζιστικού κόμματος για την πραγματοποίηση της εν
λόγω επιδρομής υπήρξε ο αρχιτρομοκράτης του Αίγιου Αυστριακός λοχίας των
Ες Ντε Τέννερ, θεολόγος στο επάγγελμα.
3.Στην επιχείρηση πήραν μέρος και Έλληνες προδότες, όπως φανερώνει
συνοπτικό πληροφοριακό κείμενο, που είχε υποβάλει στην ελληνική
κυβέρνηση του Καΐρου ο διαπιστευμένος σ’ αυτή Βρετανός πρεσβευτής
Ρέντζιναλ Λίπερ και σύμφωνα με το οποίο «τα γερμανικά στρατεύματα είχαν
πετύχει να εκκαθαρίσουν τα Καλάβρυτα και να καταστρέψουν τα πάντα στην
πορεία τους, πλαισιούμενα και βοηθούμενα από ελληνικές ομάδες ασφαλείας.
Το κείμενο αυτό περιέχεται σε έγγραφο του Φόρεϊν Οφις με αριθμό
311/43074.
4.Η αγγλική στρατιωτική αποστολή στην Πελοπόννησο είχε έμμεση
ανάμειξη στα γεγονότα. Όπως αναφέρει συγκεκριμένα ο Άγγλος ιστορικός
Μίκαελ Άρτον στον Αχαιό ιστοριοδίφη Δημήτριο Κανελλόπουλο σε επιστολή
του, με ημερομηνία 19 Οκτώβρη 1991 ερευνώντας τα αρχεία, του Φόρεϊν Οφις
τα σχετικά με τα γεγονότα των Καλαβρύτων, είχε διακρίνει την τότε
ύπαρξη εμπιστευτικών επαφών μεταξύ της αγγλικής στρατιωτικής αποστολής
και των Ες-Ες και Ες Ντε της Πάτρας, με τη μεσολάβηση αντιπροσώπων του
Σουηδικού Οργανισμού Περίθαλψης στην πόλη και Ελλήνων συνεργατών των
Γερμανών.
5.Ο Βέλφιγκερ μεταπολεμικά χρημάτισε διευθυντής της Αστυνομίας του
Μονάχου, η τύχη του Γκνας και του Εμπερμπέργκερ αγνοείται, ενώ ο Λε
Σουίρ αιχμαλωτίστηκε αργότερα από τον σοβιετικό στρατό και πέθανε στην
αιχμαλωσία. Ο πτέραρχος Φέλμι, διοικητής του 68ου γερμανικού Σώματος
Στρατού και ανώτατος επόπτης της «επιχείρησης Καλάβρυτα», γλίτωσε στη
δίκη της Νυρεμβέργης μόνο με 15 χρόνια φυλακή. Ο λοχίας Τέννερ αμέσως
μετά τον πόλεμο δούλεψε σε υπηρεσία κατασκοπίας του ΝΑΤΟ για τη
νοτιοανατολική Ευρώπη.