11 Μαρ 2021

Μπάτσοι στη Νέα Σμύρνη φωνάζουν «Πάμε να τους γαμήσουμε!Τελειώσανε! Πάμε! Θα τους σκοτώσουμε!»

 

 

Ορισμένα πράγματα είναι πολύ επικίνδυνα και δεν χρειάζονται πολλές κουβέντες.

 

Για τους μπάτσους του χρυσοχουντίδη και του μητσοτάκη στη Νέα Σμύρνη που φωνάζουν: 

«Πάμε να τους γαμήσουμε!Τελειώσανε! Πάμε! Θα τους σκοτώσουμε!»

 Είναι επικίνδυνοι, η κυβέρνηση ζητά να χυθεί αίμα, η κυβέρνηση έχει τεράστιες ευθύνες, και θα το πληρώσει πολύ ακριβά.

Tο βίντεο δημοσίευσε στο twitter ο φωτορεπόρτερ Μάριος-Ραφαήλ Μπίκος και αναδημοσίευσε η Ελληνοφρένεια στο κανάλι της στο youtube



.

Οχτώ μέρες μετά τις ισχυρές σεισμικές δονήσεις στο νομό Λάρισας και ενώ συνεχίζονται οι μετασεισμοί, εκατοντάδες οικογένειες βρίσκονται σε απόγνωση. Οσο κυλά ο χρόνος τόσο περισσότερο αποκαλύπτεται η μεγάλη έκταση των ζημιών. Πάνω από 2.000 κτίρια έχουν υποστεί ζημιές, ενώ τουλάχιστον 1.500 σπίτια έχουν κριθεί προσωρινά μη κατοικήσιμα. Δεκάδες επαγγελματικοί χώροι δεν μπορούν να λειτουργήσουν, σχολεία είναι γεμάτα ρωγμές, με γονείς και εκπαιδευτικούς να ανατριχιάζουν στη σκέψη τι θα γίνει «αν συμβεί ένας μεγαλύτερος σεισμός».

Εκατοντάδες οικογένειες από τα χωριά της περιοχής, με μωρά, με μικρά παιδιά, ηλικιωμένους, συνεχίζουν για όγδοη μέρα να μένουν σε σκηνές, αφού οι 50 οικίσκοι και τα 50 τροχόσπιτα που ήρθαν μέχρι χτες δεν επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες τους, ενώ σε κάποια από τα μέρη που στήθηκαν δεν είναι εξασφαλισμένες οι συνθήκες υγιεινής, η ύδρευση, η θέρμανση.

* * *

Ολα αυτά τα στοιχειώδη για τη διαβίωση, τις πρώτες μέρες μετά το σεισμό, δεν είναι καθόλου αυτονόητα για τον κρατικό μηχανισμό, γεμίζοντας ανασφάλεια τους σεισμόπληκτους και τις οικογένειές τους. Υπάρχει άλλωστε και η αρνητική εμπειρία της γειτονικής Καρδίτσας, που πλημμύρισε το Σεπτέμβρη, της Λέσβου που χτυπήθηκε το 2017 από τον σεισμό, της Σάμου, ακόμα και περιοχών της Αττικής, όπως η Μάνδρα και το Μάτι. Τις υποσχέσεις και τα μεγάλα λόγια τα παίρνει ο αέρας μόλις υποχωρήσει η δημοσιότητα, οι διαδικασίες αποζημίωσης και αποκατάστασης μπλέκουν σε πολυδαίδαλους μηχανισμούς και μεγάλο μέρος των πληγέντων μένει τελικά ξεκρέμαστο.

Οσο για τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, αποδεικνύονται ήδη σταγόνα στον ωκεανό. Σε καμία περίπτωση δεν καλύπτουν τις πραγματικές ανάγκες, ούτε καν τα στοιχειώδη, με αποτέλεσμα ούτε τα σπίτια να φτιάχνονται ούτε να στέκονται στα πόδια τους οι σεισμοπαθείς. Και βέβαια, καμία συγκεκριμένη δέσμευση δεν υπήρξε για την αποκατάσταση των ζημιών, τις αποζημιώσεις, αν και πότε θα ξεκινήσουν τα έργα για να θωρακιστεί η περιοχή...

* * *

Οι ισχυροί σεισμοί έφεραν στην επιφάνεια την πλήρη έλλειψη έργων αντισεισμικής προστασίας και προσεισμικών ελέγχων, την απουσία ολοκληρωμένου σχεδίου διαχείρισης των συνεπειών από φυσικές καταστροφές, με όλα τα αναγκαία μέσα και το προσωπικό.

Σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, όπου εκλύεται το 50% της σεισμικής ενέργειας της Ευρώπης, κάτι τέτοιο είναι εγκληματικό. Κι εδώ δεν υπάρχει η δικαιολογία της κλιματικής αλλαγής, που προκλητικά επικαλείται το κράτος για να δικαιολογήσει την επιλεκτική ανεπάρκειά του απέναντι σε πλημμύρες και φωτιές. Οι σεισμοί υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν πάντα στη χώρα μας και στην περιοχή.

Ο αναγκαίος αντισεισμικός σχεδιασμός, όμως, και τα μέτρα προστασίας δεν αποφέρουν κέρδη και έτσι δεν αποτελούν «επιλέξιμη» δαπάνη, ούτε από τις κυβερνήσεις ούτε από την Ευρωπαϊκή Ενωση, που θεωρεί προτιμότερο να δοθούν αποζημιώσεις σε λαϊκές οικογένειες, ακόμα και εάν χαθούν ανθρώπινες ζωές, από το να δημιουργηθούν υποδομές για να αποφευχθούν καταστροφές.

Η επιλεκτικότητα αυτή δεν είναι τυχαία. Το κράτος και όλες διαχρονικά οι κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν ως κόστος την υγεία και την πραγματική προστασία του λαού. Θεωρούν βαρίδια τις κρατικές δαπάνες ακόμα και για στοιχειώδεις λαϊκές ανάγκες, επειδή αφαιρούν πόρους από τα μέτρα στήριξης των επιχειρηματικών ομίλων και των επενδύσεών τους. Τα πάντα κρίνονται στη ζυγαριά του «κόστους - οφέλους» για το κεφάλαιο, είτε πρόκειται για τη διαχείριση της πανδημίας είτε για την αντισεισμική προστασία είτε για την αποκατάσταση των πληγέντων μετά από μια φυσική καταστροφή.

* * *

Το σύνθημα «Κανένας μόνος του», με το οποίο δεκάδες σωματεία, αγροτικοί σύλλογοι και μαζικοί φορείς πρωτοστατούν στην οργάνωση της αλληλεγγύης, αλλά και της αγωνιστικής διεκδίκησης μέτρων ανακούφισης και αποκατάστασης των πληγέντων, δείχνει το δρόμο, για να μη γίνουν οι σεισμόπληκτοι της Λάρισας «στο ίδιο έργο θεατές».

Η αποζημίωση 100% για τις καταστροφές, χωρίς όρους και προϋποθέσεις, η πλήρης αποκατάσταση σπιτιών, σχολείων και υποδομών με ευθύνη του κράτους, η πραγματική θωράκιση από σεισμούς και άλλες φυσικές καταστροφές, είναι αναγκαίες προϋποθέσεις για τα μπορέσουν να σταθούν στα πόδια τους, να αποκαταστήσουν τις περιουσίες τους, να ζουν χωρίς το φόβο ενός επόμενου σεισμού...

Στην υγεία ... των κερδών


«Εκτακτο σχέδιο», «πανστρατιά δημόσιου και ιδιωτικού τομέα», «συνεργαζόμαστε για το καλύτερο» και άλλα παρόμοια συνοδεύουν από προχτές τις κυβερνητικές ανακοινώσεις για τη δήθεν «ενίσχυση» του συστήματος Υγείας.

Εδώ εντάσσεται και η «εθελούσια παραχώρηση» των δύο ιδιωτικών κλινικών στην Αττική, με την κυβέρνηση να βρίσκει και πάλι ευκαιρία αποθέωσης του ιδιωτικού τομέα, στο πλαίσιο της πολιτικής συμπράξεων με το δημόσιο σύστημα Υγείας. Βεβαίως, η προπαγανδιστική σκόνη που σηκώνουν κυβέρνηση και κλινικάρχες - επιχειρηματικοί όμιλοι της Υγείας δύσκολα κρύβει την πραγματική εικόνα.

Πρώτον, ότι ακόμα και αυτή η «αξιοποίηση» του ιδιωτικού τομέα γίνεται με το αζημίωτο. Δηλαδή με κριτήριο όχι απλά το πώς δεν θα θιγούν τα κέρδη των κλινικαρχών, αλλά το πώς η πανδημία θα γίνει «ευκαιρία» για στήριξη της κερδοφορίας και στον συγκεκριμένο κλάδο. Σε αυτό άλλωστε προσβλέπει η ΠΝΠ που «πέρασε» πέρσι τέτοιο καιρό η κυβέρνηση, με την οποία διπλασιάστηκε το «νοίκι» που θα παίρνουν οι κλινικάρχες όταν «παραχωρούν» κλίνες ΜΕΘ στο δημόσιο σύστημα για τη νοσηλεία μη Covid ασθενών.

Αυτή η πολιτική αποτελεί το «άγιο δισκοπότηρο» όχι μόνο για την κυβέρνηση, αλλά για όλα τα αστικά κόμματα. Κάθε φορά που το υπουργείο Υγείας καλείται να απαντήσει γιατί σε αυτές τις κρίσιμες ώρες δεν επιτάσσει τον ιδιωτικό τομέα της Υγείας, τονίζει ότι δεν υπάρχει περίπτωση «μη αποζημίωσης», ενώ και ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πάρει θέση για τα παζάρια με τους κλινικάρχες, προτείνοντας αυξήσεις στα ημερήσια νοσήλια ΜΕΘ «λόγω μείωσης του τζίρου» τους.

Δεύτερον, ότι η περιβόητη «συνεργασία» δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, με τα πολυποίκιλα δωράκια προς τους κλινικάρχες, τα οποία προφανώς φορτώνονται στους φορολογούμενους, τους έρχεται σαν «μάννα εξ ουρανού». Δεν είναι τυχαίες οι επισημάνσεις παραγόντων της «αγοράς», ότι αυτή την περίοδο οι μεγάλες κλινικές έχουν ...αναδουλειές και μπορούν να διαθέσουν κλίνες, βλέποντας ότι «έχουν να λαμβάνουν» ζεστό κρατικό χρήμα, που θα αναπληρώσει τη χαμένη πελατεία τους.

Τρίτον, ότι τα περιβόητα «έκτακτα σχέδια» της κυβέρνησης δεν έρχονται να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της μετατροπής του συστήματος Υγείας σε «μιας νόσου». Δεν παύει δηλαδή να ισχύει η περικοπή κατά 80% των χειρουργείων, δεν «θεραπεύονται» οι μεγάλες πληγές που ανοίγουν λόγω των αναβολών σε μια σειρά σημαντικές εξετάσεις ή άλλες σύνθετες ιατρικές πράξεις.

Η «πανστρατιά» λοιπόν για την οποία πανηγυρίζει η κυβέρνηση μεταφράζεται σε μερικές επιπλέον κλίνες από τον ιδιωτικό τομέα, σταγόνα στον ωκεανό των ελλείψεων, που έρχονται να υπηρετήσουν ακόμα περισσότερο την προσαρμογή όλων των δημόσιων νοσοκομείων σε μονάδες Covid, επιβεβαιώνοντας ότι το κριτήριο στη διαχείριση της πανδημίας δεν είναι η προστασία της υγείας και τη ζωής του λαού, αλλά η διασφάλιση όρων κερδοφορίας και ανάκαμψης για τους επιχειρηματικούς ομίλους.

Η κατάσταση στο σύστημα Υγείας θα ήταν σήμερα διαφορετική αν είχαν γίνει πράξη όσα εδώ κι ένα χρόνο προτείνουν και διεκδικούν οι φορείς των υγειονομικών και τα εργατικά σωματεία. Η κυβέρνηση όμως απορρίπτει τα αιτήματά τους, επειδή αντιμετωπίζει ως «κόστος» την προστασία της υγείας του λαού που στερεί κρατικούς πόρους από την ενίσχυση των επιχειρηματικών ομίλων.

Ο αγώνας για επίταξη του ιδιωτικού τομέα Υγείας, χωρίς καμιά αποζημίωση, η ουσιαστική ενίσχυση του δημόσιου συστήματος Υγείας, τα μέτρα προστασίας των εργαζομένων, των αυτοαπασχολούμενων, της νεολαίας σε βασικούς κρίκους υπερμετάδοσης του κορονοϊού, είναι τώρα αναγκαίος όσο ποτέ, κόντρα στην προσπάθεια της κυβέρνησης από τη μια να καλλιεργήσει εφησυχασμό ότι «όπου να 'ναι τελειώνουμε με την πανδημία» και από την άλλη να σπείρει τρόμο και να επιβάλει σιωπητήριο, με ένταση της αστυνομοκρατίας και της κρατικής καταστολής.

Αποφασιστική συνέχεια και σταθμό σ' αυτόν τον αγώνα αποτελεί το παναττικό συλλαλητήριο της ερχόμενης Τετάρτης, με κοινό κάλεσμα Ομοσπονδιών και Συνδικάτων.

TOP READ