Τις προηγούμενες μέρες δόθηκε στη δημοσιότητα
έρευνα του Ινστιτούτου Εμπορίου και Υπηρεσιών (ΙΝΕΜΥ) της ΕΣΕΕ, σχετικά
με τα αποτελέσματα των θερινών εκπτώσεων. Σύμφωνα με αυτή, 8 στις 10
εμπορικές επιχειρήσεις παρουσίασαν σημαντική μείωση των πωλήσεών τους σε
σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019, ενώ το 50% αυτών εκτιμούν ότι
αυτή η μείωση είναι μεγαλύτερη του 30%.
Ομως αυτή η εικόνα δεν
φαίνεται να είναι ενιαία στον λεγόμενο «εμπορικό κόσμο». Σε σχόλιο του
ΙΝΕΜΥ της ΕΣΕΕ στις 24/7, σχετικά με την εξέλιξη του τζίρου των
εμπορικών επιχειρήσεων του λιανεμπορίου που κρατούν διπλογραφικά βιβλία
(κυρίως ΑΕ, ΕΠΕ, ΙΚΕ, αλλά και όσες έχουν τζίρο πάνω από 1,5 εκατ. ευρώ
το χρόνο), η κατάσταση εμφανιζόταν αισθητά καλύτερη.
Αντίστοιχα
στοιχεία για τη βαθιά διαίρεση που υπάρχει στον «εμπορικό κόσμο» ανάμεσα
στις μικρές και τις μεγάλες επιχειρήσεις, συναντά κανείς και στο
εξαμηνιαίο δελτίο οικονομικού κλίματος Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων του
Ινστιτούτου Μελετών της ΓΣΕΒΕΕ. Σύμφωνα με αυτό, «...τα ποσοστά
επιδείνωσης των μεγαλύτερων επιχειρήσεων... είναι χαμηλότερα κατά 7-10
ποσοστιαίες μονάδες, ενώ όσον αφορά τον κύκλο εργασιών κατά περίπου 10
ποσοστιαίες μονάδες». Αντίστοιχα, σε σχέση με τις προγραμματισμένες
επενδύσεις η διαφορά ανέρχεται ομοίως στις 5-7 ποσοστιαίες μονάδες.
* * *
Τα παραπάνω στοιχεία μπορούν και πρέπει να αξιοποιηθούν από τους αυτοαπασχολούμενους στο εμπόριο για την εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων:
Τα
στοιχεία δείχνουν ότι οι εισπράξεις στις εμπορικές επιχειρήσεις δεν
φαίνεται να ανακάμπτουν με τον ίδιο ρυθμό που επιβραδύνθηκαν λόγω
lockdown. Η αιτία δεν είναι άλλη από τη νέα καπιταλιστική οικονομική
κρίση στην οποία έχει περάσει η ελληνική οικονομία, αλλά και την
κυριαρχία των πολυκαταστημάτων και των εμπορικών αλυσίδων, την τάση
δηλαδή συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης που συνεχίζεται με αυξημένη
ένταση στον κλάδο. Οσο δεν συνειδητοποιείται αυτή η πραγματικότητα, τόσο
και οι μικροί και αυτοαπασχολούμενοι έμποροι θα «αιφνιδιάζονται» από
την κατάσταση που θα διαμορφώνεται στον κλάδο.
Τα μέτρα που πήρε η
κυβέρνηση μέσω της αναστολής λειτουργίας των επιχειρήσεων, ήταν μέτρα
μιας χρήσης, τα οποία έχουν αφήσει τώρα τους αυτοαπασχολούμενους
εμπόρους στο ...«έλεος του Κυρίου». Αλήθεια, ποιος αυτοαπασχολούμενος
μπορεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του, ακόμα και αν αυτές
μετατεθούν για 2-3 μήνες ακόμα; Πώς θα αντιμετωπιστεί από τους
αυτοαπασχολούμενους η μεγάλη αύξηση της συσσώρευσης χρεών π.χ. στην
εφορία, στο ταμείο, αν δεν επιβληθούν μέτρα ουσιαστικής στήριξης, όπως η
εδώ και τώρα επιστροφή σε αφορολόγητο 12.000 ευρώ ή ακόμα και η
διαγραφή μέρους των χρεών τους σε Δημόσιο και τράπεζες, όπως
επανειλημμένα έχει προτείνει το ΚΚΕ;
Και μιας και είμαστε ήδη και
στο δεύτερο κύμα της πανδημίας, πώς ο αυτοαπασχολούμενος στο εμπόριο θα
διασφαλίσει ότι αυτός και η οικογένειά του θα «βγάλει» αυτόν τον δύσκολο
χειμώνα αν δεν παλέψει μαζί με τους υπόλοιπους επαγγελματίες και
εργαζόμενους για την άμεση στελέχωση των νοσοκομείων, τη δραστική αύξηση
των κρεβατιών στις ΜΕΘ, χιλιάδες προσλήψεις υγειονομικών για να
καλυφθούν τα πολύ μεγάλα κενά που υπάρχουν στα νοσοκομεία; Αν δεν
απαιτήσει, τώρα που ανοίγουν τα σχολεία, π.χ. να μειωθεί δραστικά ο
αριθμός των παιδιών μέσα στις τάξεις;
* * *
Κόντρα στις προτροπές της κυβέρνησης για «εθνική ομοψυχία»
και τις χρεοκοπημένες διαπραγματεύσεις των συνδικαλιστικών ηγεσιών, οι
αυτοαπασχολούμενοι έμποροι χρειάζεται να πάρουν την κατάσταση στα χέρια
τους. Να μη συμβιβαστούν με τη μόνιμη επωδό των κυβερνήσεων περί
«αντοχών» της οικονομίας, όταν και οι ίδιοι βλέπουν δισεκατομμύρια ευρώ
να κυκλοφορούν για τις απαιτήσεις των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων.
Να
συσπειρωθούν στα σωματεία τους, να διεκδικήσουν την κάλυψη των αναγκών
τους, την ανατροπή των νόμων που βρίσκονται σε ισχύ όπως η φορολόγηση
από το πρώτο ευρώ, οι κατασχέσεις, που τους οδηγούν συντεταγμένα στην
ανασφάλεια και το λουκέτο. Οι αγωνιστικές πρωτοβουλίες που ήδη
παίρνονται σε μια σειρά Συλλόγους χρειάζεται να πυκνώσουν και να
μαζικοποιηθούν, να συναντηθούν με τους αγώνες των ταξικά
προσανατολισμένων εργατικών σωματείων, με τους μαζικούς φορείς των
βιοπαλαιστών αγροτών, της νεολαίας, των γυναικών για να είναι πιο
αποτελεσματικοί.
Στην πρώτη γραμμή αυτής της μάχης πρέπει να
βρεθούν οι ίδιοι οι κομμουνιστές, ανοίγοντας θαρρετά τη συζήτηση για τις
αιτίες αυτής της κατάστασης, δυναμώνοντας την αμφισβήτηση απέναντι στα
«ιερά και τα όσια» της ελεύθερης αγοράς, του ίδιου του καπιταλιστικού
δρόμου ανάπτυξης, απέναντι στη στρατηγική που προωθείται από κυβερνήσεις
- ΕΕ για τη θωράκιση της κερδοφορίας των καπιταλιστικών επιχειρήσεων.
Σε αυτές τις σύνθετες εξελίξεις η παρέμβασή μας μπορεί και πρέπει να
αφήσει το αποτύπωμά της στα πιο λαϊκά στρώματα των αυτοαπασχολούμενων,
που έχουν κάθε συμφέρον να ακούσουν τις θέσεις του ΚΚΕ.
Νίκος ΣΦΑΝΤΟΣ
Μέλος του Τμήματος ΕΒΕ της ΚΕ του ΚΚΕ