|
Από τη συνεδρίαση του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου στις 24/1/19, το οποίο στηρίζει τον Πρόεδρο Ν. Μαδούρο
|
Η κίνηση που έγινε την Τετάρτη 23 Γενάρη στη Βενεζουέλα, με την αυτοανακήρυξη του
Χουάν Γκουαϊδό
σε «μεταβατικό Πρόεδρο» λόγω «κενού εξουσίας», είχε προαναγγελθεί εδώ
και καιρό και αποτελεί μέρος του συνολικού σχεδίου για την ανατροπή της
μη αρεστής στις ΗΠΑ σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης του Ενωμένου
Σοσιαλιστικού Κόμματος και του Προέδρου
Νικολάς Μαδούρο.
Συνδυάστηκε ταυτόχρονα με την άμεση αναγνώριση του Γκουαϊδό από την
κυβέρνηση των ΗΠΑ και την ωμή παρέμβασή της και παρότρυνση για
στρατιωτικό πραξικόπημα.
Η επιλογή του 35χρονου αστού πολιτικού
Γκουαϊδό, που πρόσφατα εξελέγη πρόεδρος της Βουλής (η λειτουργία της
οποίας έχει ακυρωθεί από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο από το
2016), έγινε για να υπάρξει ένα νέο πρόσωπο που θα μπορέσει να
χειραγωγήσει καλύτερα το λαό, αξιοποιώντας τη δύσκολη οικονομική
κατάσταση που αντιμετωπίζει και να πλασάρει την ξένη επέμβαση ως δήθεν
διέξοδο και «αποκατάσταση της συνταγματικής νομιμότητας». Ως λεγόμενο
«κενό εξουσίας» ερμηνεύεται από την αντιδραστική αντιπολίτευση και τους
πάτρωνές της (ΗΠΑ, ΕΕ, αντιδραστικές κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής)
η δήθεν «παράνομη» εκλογή του Μαδούρο, και επικαλούμενοι το Σύνταγμα
ζητούν να αντικατασταθεί από τον πρόεδρο της Βουλής. Οι εκλογές της 20ής
Μάη 2018, με συμμετοχή 46,7%, αφού απείχαν τα περισσότερα κόμματα της
αντιπολίτευσης, ανέδειξαν με 67,8% τον Μαδούρο Πρόεδρο για θητεία από το
2019 έως το 2025, αλλά χαρακτηρίστηκαν από την αντιδραστική
αντιπολίτευση, τις ΗΠΑ και την ΕΕ «μη δημοκρατικές», η δε ορκωμοσία του
στις 10 Γενάρη 2019 «άκυρη».
Η νέα εκδοχή πραξικοπήματος
Πρέπει
να σημειωθεί ότι η ανάγκη για νέο ηγέτη της αντιδραστικής
αντιπολίτευσης, στο πρόσωπο του Γκουαϊδό, εκπορεύεται και από το γεγονός
ότι η αντιπολίτευση είναι για πολλά χρόνια διασπασμένη αλλά και
στιγματισμένη από το πραξικόπημα της
12ης Απρίλη του 2002, κατά του τότε Προέδρου
Ούγκο Τσάβες Φρίας, το οποίο απέτυχε μέσα σε 48ώρες από την κινητοποίηση του στρατού και των λαϊκών στρωμάτων.
Το
πραξικόπημα εκείνο, με το οποίο είχε ανακηρυχθεί «Πρόεδρος» για δυο
μέρες ο τότε πρόεδρος των βιομηχάνων της Βενεζουέλας, Πέδρο Καρμόνα,
είχε έρθει ως αντίδραση τμημάτων της αστικής τάξης τα οποία στρατηγικά
συνδέονται με τις ΗΠΑ και με βασικό ζήτημα τον έλεγχο των
υδρογονανθράκων της χώρας, με δεδομένο ότι η Βενεζουέλα είναι η 5η
πετρελαιοπαραγωγός χώρα του κόσμου.
Για την αποτροπή του
πραξικοπήματος κινητοποιήθηκαν λαϊκές δυνάμεις, που αντιδρούσαν στην ωμή
επέμβαση με τον δάχτυλο των ΗΠΑ, και έτρεφαν ελπίδες από τη
διακυβέρνηση Τσάβες, με δεδομένα ορισμένα μέτρα στήριξης των φτωχών
λαϊκών στρωμάτων που είχαν παρθεί εκείνη την περίοδο.
Στη συνέχεια
βεβαίως, το 2007, σε μια κίνηση συμβιβασμού, όλοι αυτοί οι
πραξικοπηματίες πήραν αμνηστία, ενώ πολλοί από αυτούς συνέχισαν να είναι
πρωταγωνιστές τα επόμενα χρόνια σε πολλές προσπάθειες
αποσταθεροποίησης, δημιουργίας χάους, σαμποτάζ και βίαιων
κινητοποιήσεων, όπως αυτές του 2014 ή του 2017 με μερικές δεκάδες
νεκρούς.
Η κατάσταση επιδεινώθηκε τα επόμενα χρόνια, με δεδομένες
την καπιταλιστική οικονομική κρίση και την αύξηση της λαϊκής
δυσαρέσκειας. Αυτό εκφράστηκε και με την αλλαγή συσχετισμών στην
Εθνοσυνέλευση προς όφελος των αντιδραστικών δυνάμεων της αντιπολίτευσης,
στις εκλογές του 2015.
Το «νήμα» που συνδέει το αποτυχημένο
πραξικόπημα του 2002 με τις σημερινές κινήσεις και παρεμβάσεις είναι
ξεκάθαρο. Πρόκειται για τον απώτερο στόχο των ΗΠΑ και των πρόθυμων
συμμάχων τους, των αντιδραστικών κυβερνήσεων της Λατινικής Αμερικής αλλά
και της ΕΕ, να θέσουν ξανά υπό τον έλεγχό τους τη Βενεζουέλα για τον
τεράστιο πλούτο της και συνολικά την περιοχή, όπου τα τελευταία χρόνια
έχει αυξηθεί η επιρροή της Ρωσίας και της Κίνας, των οποίων οι
μονοπωλιακοί όμιλοι έχουν κερδίσει σημαντικές θέσεις.
Και μόνο η καταγραφή των αντιδράσεων μετά την ανακήρυξη του Γκουαϊδό σε «Πρόεδρο» αρκεί για να επιβεβαιώσει του λόγου το αληθές.
Οι διεθνείς αντιδράσεις
Πρώτη - πρώτη έσπευσε να αναγνωρίσει το «πιόνι» της η
κυβέρνηση των ΗΠΑ,
που κάλεσε και το στρατό να παρέμβει. Να σημειώσουμε εδώ ότι στις 11
Γενάρη εκδηλώθηκε στάση ομάδας χαμηλόβαθμων αξιωματικών της Εθνοφρουράς
της Βενεζουέλας, που έκλεψαν οπλισμό από μονάδα και στη συνέχεια
εξουδετερώθηκαν. Από τις ΗΠΑ χαρακτηρίστηκαν «ήρωες και υπηρέτες του
λαού».
Την Τετάρτη σε ανακοίνωσή του ο Πρόεδρος
Ντ. Τραμπ
είπε: «Σήμερα, αναγνωρίζω επισήμως τον πρόεδρο της Εθνοσυνέλευσης της
Βενεζουέλας, Χουάν Γκουαϊδό, ως προσωρινό Πρόεδρο της Βενεζουέλας». Και
προειδοποιούσε ότι «θα χρησιμοποιήσω όλο το βάρος της οικονομικής και
διπλωματικής δύναμης των ΗΠΑ για να ασκήσει πιέσεις για την αποκατάσταση
της δημοκρατίας στη Βενεζουέλα», ενθαρρύνοντας και άλλες κυβερνήσεις να
κάνουν το ίδιο. Ταυτόχρονα η αμερικανική κυβέρνηση απειλούσε:
«Αν ο
Μαδούρο και οι φίλοι του επιλέξουν να απαντήσουν με βία, αν επιλέξουν να
βλάψουν οποιοδήποτε μέλος της Εθνοσυνέλευσης ή άλλους νόμιμους
αξιωματούχους της κυβέρνησης της Βενεζουέλας, όλα τα ενδεχόμενα
βρίσκονται στο τραπέζι για τις ΗΠΑ αναφορικά με τις ενέργειες που θα
λάβουν». Ο δε ΥΠΕΞ
Μάικ Πομπέο κάλεσε τον Μαδούρο να παραιτηθεί και παρότρυνε τις Ενοπλες Δυνάμεις της Βενεζουέλας
«να στηρίξουν τις προσπάθειες για την αποκατάσταση της δημοκρατίας». Ο σύμβουλος Ασφαλείας στον Λευκό Οίκο,
Τζον Μπόλτον,
προχώρησε παραπέρα, δηλώνοντας ότι τα κρατικά έσοδα θα πηγαίνουν
απευθείας στην «κυβέρνηση του μεταβατικού Προέδρου», όπως π.χ. της
θυγατρικής της Εταιρείας Πετρελαίου της Βενεζουέλας, CITG0, που εδρεύει
στις ΗΠΑ.
Στην αντίδραση της κυβέρνησης Μαδούρο, να διακόψει τις
διπλωματικές σχέσεις με τις ΗΠΑ και να δώσει διορία 72 ωρών στους
διπλωμάτες για να εγκαταλείψουν τη χώρα, οι ΗΠΑ απάντησαν ότι δεν
αναγνωρίζουν τη δικαιοδοσία αυτή στον Μαδούρο και ότι θα συνεχίσουν τις
σχέσεις με τη «μόνη νόμιμη κυβέρνηση, του μεταβατικού Προέδρου Χ.
Γκουαϊδό». Πάντως την Παρασκευή έγινε γνωστό ότι απομάκρυναν ένα μέρος
του διπλωματικού προσωπικού.
Αμεσα επίσης προχώρησαν στην αναγνώριση της «κυβέρνησης» - μαριονέτας οι κυβερνήσεις των
Κανάδα,
Αργεντινής, Βραζιλίας, Γουατεμάλας, Κολομβίας, Κόστα Ρίκα, Ονδούρας, Παναμά, Παραγουάης, Περού, Χιλής, μέλη της λεγόμενης «Ομάδας της Λίμα» και του Οργανισμού Αμερικανικού Κρατών, που είναι στην επιρροή των ΗΠΑ.
Η
ΕΕ, συμμετέχοντας στις πιέσεις στη νόμιμη κυβέρνηση της Βενεζουέλας,
ζήτησε να ακουστεί η «φωνή του λαού» και «να προκηρυχθούν ελεύθερες
εκλογές». Στη σαφή αποδοκιμασία του Μαδούρο προχώρησε η κυβέρνηση της
Μεγάλης Βρετανίας, που αναγνώρισε τον Γκουαϊδό. Ο Γάλλος Πρόεδρος
Εμ. Μακρόν
εκθείασε «το θάρρος του βενεζουελάνικου λαού στον αγώνα για την
ελευθερία» και χαρακτήρισε τον Μαδούρο «παράνομο». «Η γερμανική
κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο να αναγνωρίσει τον Γκουαϊδό αν δεν
διεξαχθούν άμεσα νόμιμες και ελεύθερες εκλογές», δήλωσε την Παρασκευή ο
εκπρόσωπος της κυβέρνησης,
Στέφεν Ζάιμπερτ. Ο Γερμανός ΥΠΕΞ,
Χάικο Μάας,
δήλωσε πως «δεν είμαστε ουδέτεροι σε αυτό το ζήτημα, είμαστε με την
πλευρά του Γκουαϊδό». Στην ίδια κατεύθυνση κινήθηκαν και οι
σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, ενώ η
κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ,
που δεν έβγαλε άχνα για την παρέμβαση των ΗΠΑ, δήλωσε ότι θα πάρει θέση
όταν συζητηθεί το θέμα στην ΕΕ. Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,
Αντόνιο Ταγιάνι, δήλωσε ότι
«ο μόνος θεσμικός συνομιλητής στη Βενεζουέλα, που απολαμβάνει δημοκρατική νομιμότητα, είναι ο Γκουαϊδό»,
και ανακοίνωσε ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα συζητήσει την κατάσταση
στη Βενεζουέλα την επόμενη βδομάδα και θα εγκρίνει ψήφισμα.
Ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ,
Αντόνιο Γκουτέρες,
σε ρόλο Πόντιου Πιλάτου εξέφρασε την ελπίδα ότι «η διεξαγωγή διαλόγου
θα είναι δυνατή για να αποφευχθεί μια κλιμάκωση που θα οδηγήσει σε
σύγκρουση, η οποία θα ήταν καταστροφική για το λαό της χώρας και για την
περιοχή».
Στο πλευρό του εκλεγμένου Προέδρου Ν. Μαδούρο στάθηκαν από την πρώτη στιγμή οι σύμμαχοι της Βενεζουέλας,
Κούβα, Βολιβία και
Νικαράγουα, και όλες οι χώρες της
«Μπολιβαριανής Συμμαχίας της δικής μας Αμερικής» (ALBA - TCP). Επίσης, οι κυβερνήσεις της
Ρωσίας, της
Κίνας, του
Ιράν και της
Τουρκίας. Ο εκπρόσωπος της ρωσικής κυβέρνησης,
Ντμίτρι Πεσκόφ,
σημείωσε ότι «δεν είναι αποδεκτή» έξωθεν παρέμβαση στη Βενεζουέλα και
υπογράμμισε ότι οι δηλώσεις αξιωματούχων των ΗΠΑ, με τις οποίες
υπονοείται η πιθανότητα στρατιωτικής επέμβασης στη Βενεζουέλα, είναι
πολύ επικίνδυνες. Ταυτόχρονα, η ρωσική κυβέρνηση εξέφρασε την προθυμία
της να παίξει το ρόλο του διαμεσολαβητή για διάλογο ανάμεσα στην
κυβέρνηση και την αντιπολίτευση. Την ίδια πρόταση έκαναν και οι
κυβερνήσεις του
Μεξικού και της
Ουρουγουάης, κάτι στο οποίο συμφώνησε και ο Πρόεδρος Μαδούρο.
Η εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών,
Χουά Τσουνγίνγκ,
δήλωσε ότι η χώρα της «υποστηρίζει τις προσπάθειες που κάνει η
κυβέρνηση της Βενεζουέλας για να προστατεύσει την κυριαρχία, την
ανεξαρτησία και τη σταθερότητά της» και πρόσθεσε ότι «έξωθεν κυρώσεις ή
ανάμειξη συνήθως κάνουν πιο περίπλοκη την κατάσταση και δεν βοηθούν στην
επίλυση των πραγματικών προβλημάτων».
Στο πλευρό του εκλεγμένου Προέδρου ο στρατός
Σε ανακοίνωση του
Γενικού Επιτελείου Στρατού,
την Πέμπτη, εκφράζεται η πλήρης στήριξη στον Μαδούρο και στην εφαρμογή
του Συντάγματος, δηλώνεται η ρητή απόρριψη της λεγόμενης «παράλληλης
κυβέρνησης», ενώ καταδικάζεται κάθε παρέμβαση από ξένες κυβερνήσεις.
Επίσης,
18 από τους
23 κυβερνήτες των επαρχιών της χώρας, η
Εθνική Εκλογική Επιτροπή και το
Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο στηρίζουν τον Πρόεδρο της χώρας.
Το
ΚΚ Βενεζουέλας
κάλεσε σε πλατιά αντιιμπεριαλιστική ενότητα ενάντια στις παρεμβάσεις
των ΗΠΑ και συμμάχων τους, καθώς και σε επαναστατική λύση στην
καπιταλιστική κρίση που ταλανίζει τα λαϊκά στρώματα, με τις αυξήσεις
στις τιμές, τον υπερπληθωρισμό και τις ελλείψεις σε βασικά είδη και η
οποία οξύνεται με το εσωτερικό σαμποτάζ της αντίδρασης. Καταγγέλλει ότι ο
σχεδιασμός της αντιδραστικής αντιπολίτευσης στηρίζεται από τον
αμερικανικό και ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό και αποτελεί απειλή για την
κυριαρχία και την ειρήνη στη χώρα, όπως και για τα δικαιώματα του
εργαζόμενου λαού.
Το ΚΚ Βενεζουέλας δέχεται δεκάδες μηνύματα αλληλεγγύης από Κομμουνιστικά Κόμματα από όλο τον κόσμο, ανάμεσά τους και από το ΚΚΕ.
Αλληλεγγύη στην κυβέρνηση και το λαό της Βενεζουέλας εξέφρασε και το
Παγκόσμιο Συμβούλιο Ειρήνης, καταδικάζοντας την «επικίνδυνη κλιμάκωση των ιμπεριαλιστικών σχεδίων των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ στην περιοχή».