Ο Τομ Σέκερ και ο Μάθιου Άλφορντ παρουσιάζουν τα
εκπληκτικά ευρήματά τους από την έρευνά τους σε χιλιάδες νέα
αμερικανικά στρατιωτικά και μυστικά έγγραφα που αποκτήθηκαν βάσει του
νόμου για την Ελευθερία της Πληροφόρησης.
Τα έγγραφα αποκαλύπτουν για πρώτη φορά τον τεράστιο βαθμό που οι αμερικάνικες κυβερνήσεις ελέγχουν το Χόλιγουντ, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να αλλάξουν σενάρια ή ακόμα και να εμποδίσουν την παραγωγή ταινιών που είναι αρκετά επικριτικές για το Πεντάγωνο- για να μην αναφέρουμε την επιρροή τους σε μερικές από τις πιο δημοφιλείς ταινίες φρανσάιζ τα τελευταία χρόνια.
Αυτό δημιουργεί νέα ερωτήματα όχι μόνο για τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η λογοκρισία στη σύγχρονη βιομηχανία ψυχαγωγίας, αλλά και για τον ελάχιστα γνωστό ρόλο του Χόλιγουντ ως μηχανή προπαγάνδας για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ.
Όταν εξετάσαμε για πρώτη φορά τη σχέση μεταξύ πολιτικής, κινηματογράφου και τηλεόρασης στη στροφή του 21ου αιώνα, αποδεχτήκαμε τη συναινετική άποψη ότι ένα μικρό γραφείο στο Πεντάγωνο, κατόπιν αιτήματος, βοήθησε την παραγωγή περίπου 200 ταινιών σε όλη την ιστορία των σύγχρονων Μέσων με πολύ μικρές προσθήκες στα σενάρια.
Πόσο ανίδεοι ήμασταν. Πιο σωστά, πόσο παραπλανηθήκαμε.
Έχουμε πρόσφατα αποκτήσει πρόσβαση σε 4.000 νέες σελίδες εγγράφων από το Πεντάγωνο και τη CIA μέσω του Νόμου για την Ελευθερία της Πληροφόρησης. Για εμάς, αυτά τα έγγραφα ήταν το τελειωτικό χτύπημα.
Αυτά τα έγγραφα δείχνουν για πρώτη φορά ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει εργαστεί στο παρασκήνιο για πάνω από 800 μεγάλου μήκους ταινίες και για πάνω από 1.000 τηλεοπτικούς τίτλους.
Η προηγούμενη βέλτιστη εκτίμηση, σε ένα ακαδημαϊκό βιβλίο του 2005, ήταν ότι το Πεντάγωνο είχε εργαστεί σε λιγότερες από 600 ταινίες και ένα απροσδιόριστα μικρό ποσοστό τηλεοπτικών εκπομπών.
Ο ρόλος της CIA θεωρήθηκε ότι σχετιζόταν μόνο με δώδεκα παραγωγές, μέχρι να κυκλοφορήσουν τα πολύ καλά βιβλία της Τρίσια Τζένκινς και του Σίμον Γουίλμετς το 2016. Αλλά ακόμα και σε αυτά, δεν βρήκαν ή υποτίμησαν σημαντικές περιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένου της ταινίας Παιχνίδια Εξουσίας (Charlie Wilson’s War) και της Γαμπρός της Συμφοράς (Meet the Parents).
Παράλληλα τη μεγάλη κλίμακα των επιχειρήσεων αυτών, το νέο μας βιβλίο Σινεμά Εθνικής Ασφάλειας (National Security Cinema) περιγράφει πώς η εμπλοκή της αμερικανικής κυβέρνησης συμπεριλαμβάνει επίσης τη σεναριογραφία σε μερικές από τις μεγαλύτερες και πιο δημοφιλείς ταινίες, συμπεριλαμβανομένων των ταινιών του Τζέιμς Μποντ (James Bond) , του φρανσάιζ Transformers και κινηματογραφικών ταινιών της Marvel και της DC.
Παρόμοια επιρροή ασκείται και στην τηλεόραση που υποστηρίζεται από το στρατό, η οποία εκτείνεται από το Χαβάι 5-0 (Hawaii Five-O)έως το Αμερική Έχεις Ταλέντο (America’s Got Talent), την Όπρα (Oprah) και τον Τζέι Λένο (Jay Leno)ως το Cupcake Wars.
Το βιβλίο Σινεμά Εθνικής Ασφάλειας αποκαλύπτει επίσης το πώς υποστηρίχθηκαν και επηρεάστηκαν δεκάδες ταινίες και τηλεοπτικές εκπομπές από τη CIA, συμπεριλαμβανομένης της περιπέτειας Τζέιμς Μποντ: Επιχείρηση Κεραυνός (Thunderball), το θρίλερ του Τομ Κλάνσι, Παιχνίδια Ολέθρου (Patriot Games) και πιο πρόσφατων ταινιών, όπως την Γαμπρός της Συμφοράς (Meet The Parents) και Salt.
Η CIA μάλιστα βοήθησε να γίνει ένα επεισόδιο του Τοπ Σεφ (Top Chef) που φιλοξενήθηκε στο Λάνγκλεϊ, με ειδικό συμμετέχοντα τον τότε διευθυντή της CIA Λεόν Πανέτα, τον οποίον έδειξαν ότι έπρεπε να παραλείψει το επιδόρπιο για να παραβρεθεί σε μια ζωτικής σημασίας επιχείρηση. Ήταν αυτή η σκηνή πραγματική ή ήταν μια δραματική δήλωση για τις κάμερες;
Όταν ένας συγγραφέας ή παραγωγός προσεγγίζει το Πεντάγωνο και ζητά πρόσβαση σε στρατιωτικά στοιχεία για να τον βοηθήσουν στην παραγωγή της ταινίας του, πρέπει να καταθέσει το σενάριό του για έλεγχο στα γραφεία διασύνδεσης για την ψυχαγωγία. Τελικά, ο άνθρωπος με τον τελευταίο λόγο είναι ο Φιλ Στραμπ, ο επικεφαλής της διασύνδεσης με το Χόλιγουντ στο υπουργείο Άμυνας (DOD).
Αν υπάρχουν χαρακτήρες, δράση ή διάλογος που δεν εγκρίνει το υπουργείο Άμυνας, τότε ο παραγωγός της ταινίας πρέπει να κάνει αλλαγές για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του στρατού. Εάν αρνηθεί, τότε το Πεντάγωνο τον στέλνει πίσω. Για να επιτευχθεί πλήρης συνεργασία, οι παραγωγοί πρέπει να υπογράψουν συμβάσεις- Συμφωνίες Βοήθειας στην Παραγωγή- οι οποίες τους υποχρεώνουν να χρησιμοποιήσουν μια εγκεκριμένη από το στρατό έκδοση του σεναρίου.
Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε διαφωνίες όταν οι ηθοποιοί και οι σκηνοθέτες δράσουν ελεύθερα ή αυτοσχεδιάσουν έξω από αυτό το εγκεκριμένο σενάριο.
Στην στρατιωτική αεροπορική βάση Edwards, κατά τη διάρκεια της σκηνοθεσίας του Iron Man, υπήρξε μια οργισμένη διαμάχη μεταξύ του Στραμπ και του σκηνοθέτη Τζον Φαβρό.
Ο Φαβρό ήθελε έναν χαρακτήρα στρατιώτη να πει την ατάκα «Άνθρωποι θα πέθαιναν για να έχουν τις ευκαιρίες που έχω εγώ», αλλά ο Στραμπ είχε αντιρρήσεις. Ο Φαβρό υποστήριξε ότι η ατάκα πρέπει να παραμείνει στην ταινία και σύμφωνα με τον Στραμπ:
«Το πρόσωπό του κοκκινίζει όλο και περισσότερο κα εγώ αντίστοιχα ενοχλούμαι όλο και περισσότερο. Ήταν αρκετά αμήχανο και στη συνέχεια είπε με θυμό: “Λοιπόν, πώς θα σου φαινόταν το να περπατούσαν πάνω από αναμμένα κάρβουνα;” είπα “ωραία”. Ήταν τόσο έκπληκτος που ήταν τόσο εύκολο».
Στο τέλος, αυτή η συμβιβαστική ατάκα δεν εμφανίστηκε στην τελική ταινία.
Φαίνεται ότι οποιαδήποτε αναφορά σε αυτοκτονία στρατιωτικού- ακόμα και μια αυτοσχέδια παρατήρηση σε μια περιπέτεια δράσης-κωμωδίας υπερήρωα- είναι κάτι που το γραφείο για το Χόλιγουντ στο υπουργείο Άμυνας δεν θα επιτρέψει. Είναι ασφαλώς ένα ευαίσθητο και ενοχλητικό θέμα για αυτούς, όταν σε μερικές περιόδους του συνεχώς διευρυνόμενου και ολοένα και μάταιου «πολέμου κατά της τρομοκρατίας», αυτοκτόνησαν περισσότεροι αμερικανοί στρατιώτες από όσους πέθαναν στο πεδίο της μάχης. Αλλά γιατί μια ταινία για έναν άνδρα που κατασκευάζει τη δικιά του ιπτάμενη πανοπλία να μην μπορεί να έχει τέτοια αστεία;;
Μια άλλη σαρκαστική ατάκα που λογοκρίθηκε από το υπουργείο Άμυνας ήταν στην ταινία του Τζέιμς Μποντ, Το αύριο ποτέ δεν πεθαίνει (Tomorrow Never Dies).
Όταν ο Μποντ είναι έτοιμος να κάνει μια ελεύθερη πτώση από ένα στρατιωτικό αεροπλάνο, συνειδητοποιεί ότι πρόκειται να προσγειωθεί στα βιετναμέζικα ύδατα.
Στο αρχικό σενάριο ο σύντροφος του Μποντ από την CIA αστειεύεται: «Ξέρεις τι θα συμβεί. Θα γίνει πόλεμος και ίσως αυτήν τη φορά να κερδίσουμε».
Αυτή η ατάκα καταργήθηκε κατόπιν αιτήματος του υπουργείου Άμυνας.
Παραδόξως, ο Φιλ Στραμπ αρνήθηκε ότι υπήρχε οποιαδήποτε υποστήριξη για την ταινία Το αύριο ποτέ δεν πεθαίνει, ενώ ο κορυφαίος μελετητής στον τομέα, Λόρενς Σούιντ σημειώνει τη σύνδεση με το υπουργείο Άμυνας ως «Μη Αναγνωρισμένη Συνεργασία».
Αλλά το υπουργείο Άμυνας εμφανίζεται στους συντελεστές στους τίτλους τέλους της ταινίας και έχουμε αποκτήσει το αντίγραφο της Συμφωνίας Βοήθειας στην Παραγωγή μεταξύ των παραγωγών και του Πενταγώνου.
Το Βιετνάμ είναι προφανώς ένα άλλο ευαίσθητο θέμα για τον αμερικανικό στρατό, ο οποίος αφαιρεί επίσης μια αναφορά στον πόλεμο από το σενάριο για το Χαλκ (Hulk, 2003). Ενώ ο στρατός δεν εμφανίζεται ως συντελεστής στους τίτλους τέλους, στο IMDB ή στη βάση δεδομένων του υπουργείου Άμυνας με τις υποστηριζόμενες ταινίες, αποκτήσαμε ένα φάκελο από το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ όπου περιγράφονται οι «ριζικές» αλλαγές τους στο σενάριο.
Αυτές περιλάμβαναν την αλλαγή του εργαστηρίου όπου δημιουργήθηκε κατά λάθος ο Χαλκ σε μια μη στρατιωτική εγκατάσταση, κάνοντας τον διευθυντή του εργαστηρίου έναν πρώην στρατιωτικό χαρακτήρα και αλλάζοντας το κωδικό όνομα της στρατιωτικής επιχείρησης για να συλλάβει τον Χαλκ από το «Ranch Hand» σε «Θυμωμένος Άνδρας».
Το «Ranch Ηand» είναι το όνομα μιας πραγματικής στρατιωτικής επιχείρησης που είχε ως αποτέλεσμα η αμερικανική αεροπορία να ρίξει εκατομμύρια γαλόνια φυτοφαρμάκων και άλλων δηλητηρίων στην βιετναμέζικη ύπαιθρο, καθιστώντας τα εκατομμύρια στρέμματα γεωργικής γης δηλητηριασμένα και άγονα.
Αφαίρεσαν επίσης τον διάλογο που αναφέρεται σε «όλα αυτά τα αγόρια, τα ινδικά χοιρίδια, που πεθαίνουν από την ακτινοβολία και τον μικροβιολογικό πόλεμο», μια προφανής αναφορά σε συγκαλυμμένα στρατιωτικά πειράματα σε ανθρώπους.
Τα έγγραφα που αποκτήσαμε αποκαλύπτουν επίσης ότι το Πεντάγωνο έχει τη δύναμη να σταματήσει την παραγωγή μιας ταινίας μέσω της άρνησής του ή αποσύροντας την υποστήριξή του. Κάποιες ταινίες, όπως το Top Gun, οι Transformers και το Act of Valor εξαρτώνται τόσο από τη συνεργασία του στρατού που δεν θα μπορούσαν να γίνουν χωρίς να υποβληθούν σε αυτήν τη διαδικασία. Άλλες ταινίες δεν ήταν τόσο τυχερές.
Η ταινία Countermeasures απορρίφθηκε από το στρατό για διάφορους λόγους, και κατά συνέπεια ποτέ δεν παρήχθη. Ένας από τους λόγους είναι ότι το σενάριο περιλάμβανε αναφορές στο σκάνδαλο Ιράν-Κόντρας και, όπως έκρινε ο Στραμπ, «δεν χρειάζεται να... υπενθυμίσουμε στο κοινό την υπόθεση Ιράν-Κόντρας».
Ομοίως, οι ταινίες Fields of Fire και Top Gun 2 δεν έγιναν ποτέ γιατί δεν μπορούσαν να λάβουν την υποστήριξη του στρατού, και πάλι λόγω πολιτικά αμφιλεγόμενων σημείων των σεναρίων.
Αυτή η «ήπια» λογοκρισία επηρεάζει επίσης την τηλεόραση. Για παράδειγμα, ένα προγραμματισμένο ντοκιμαντέρ του Λουί Θερού για την εκπαίδευση των νεοσυλλέκτων του πολεμικού ναυτικού απορρίφθηκε και ως εκ τούτου δεν έγινε ποτέ.
Είναι αδύνατο να γνωρίζουμε με ακρίβεια πόσο εκτενής είναι αυτή η στρατιωτική λογοκρισία στην ψυχαγωγία, επειδή πολλά αρχεία εξακολουθούν να είναι κρυφά. Η πλειοψηφία των εγγράφων που αποκτήσαμε είναι ημερολογιακού τύπου αναφορές από τα γραφεία διασύνδεσης για την ψυχαγωγία, τα οποία σπάνια αναφέρονται σε αλλαγές σεναρίων και ποτέ με σαφή και λεπτομερή τρόπο. Ωστόσο, τα έγγραφα αποκαλύπτουν ότι το υπουργείο Άμυνας απαιτεί μια πρώτη ανεπίσημη προβολή οποιουδήποτε έργου υποστηρίζει και μερικές φορές κάνει αλλαγές ακόμα και μετά την ολοκλήρωση της παραγωγής.
Τα έγγραφα καταγράφουν επίσης την προληπτική φύση των επιχειρήσεων του στρατού στο Χόλιγουντ και ότι βρίσκει τρόπους να συμμετάσχει στα πρώτα στάδια, όταν οι «χαρακτήρες και οι ιστορίες διαμορφώνονται πολύ πιο εύκολα προς όφελος του Στρατού».
Η επιρροή του υπουργείου Άμυνας στη λαϊκή κουλτούρα μπορεί να βρεθεί σε όλα τα στάδια της παραγωγής, έχοντας την ίδια ισχύ με τους μεγαλύτερους διευθυντές των στούντιο.
Παρά το γεγονός ότι διαθέτει πολύ λιγότερα στοιχεία ταινιών, η CIA έχει επίσης καταφέρει να ασκήσει σημαντική επιρροή σε ορισμένα από τα έργα που υποστήριξε (ή αρνήθηκε να υποστηρίξει).
Δεν υπάρχει επίσημη διαδικασία ελέγχου των σεναρίων στη CIA, αλλά ο Τσέις Μπράντον, ο εδώ και καιρό υπεύθυνος ψυχαγωγίας της Υπηρεσίας, μπορούσε να εμπλακεί στα αρχικά στάδια της διαδικασίας της σεναριογραφίας σε διάφορες τηλεοπτικές και κινηματογραφικές παραγωγές.
Ο Μπράντον το έκανε αυτό πολύ έντονα στο θρίλερ κατασκοπείας Η δοκιμασία (The Recruit), όπου ένας νέος πράκτορας περνάει την εκπαίδευση της CIA, στο στρατόπεδο εκπαίδευσης The Farm- ένα προφανές μέσο για να φέρει σε επαφή το κοινό με αυτόν τον κόσμο και για να του δώσει μια εικόνα του. Η αρχική επεξεργασία των ιστοριών και τα πρώτα σχέδια του σεναρίου γράφτηκαν από τον Μπράντον, αν και εμφανίζεται μόνο ως τεχνικός σύμβουλος στην ταινία, αποκρύπτοντας την επιρροή του στο περιεχόμενό του.
Η δοκιμασία περιλαμβάνει ατάκες σχετικά με τις νέες απειλές από τον μετασοβιετικό κόσμο (συμπεριλαμβάνοντας μια εξαιρετική και αισχρή δικαιολογία για έναν αμυντικό προϋπολογισμό ύψους 600 δισεκατομμυρίων δολαρίων), μαζί με ανταπαντήσεις για την ιδέα ότι η CIA απέτυχε να αποτρέψει τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου. Και επαναλαμβάνει το ρητό ότι «οι αποτυχίες της CIA είναι γνωστές, αλλά οι επιτυχίες της δεν είναι». Όλα αυτά βοήθησαν να διαδοθεί η ιδέα ότι η Υπηρεσία είναι ένας καλοκάγαθος, ορθολογικός πράκτορας σε έναν χαοτικό και επικίνδυνο κόσμο.
Η CIA κατάφερε επίσης να λογοκρίνει σενάρια, αφαιρώντας ή αλλάζοντας σημεία που δεν θέλουν να δει το κοινό. Στο Zero Dark Thirty, o σεναριογράφος Μαρκ Μπόαλ «μοιράστηκε προφορικά» το σενάριο του με τους αξιωματούχους της CIA και αυτοί αφαίρεσαν μια σκηνή όπου ένας μεθυσμένος αξιωματικός της CIA πυροβολεί με ένα καλάσνικοφ στον αέρα από μια ταράτσα στο Ισλαμαμπάντ και αφαίρεσαν τη χρήση σκύλων από τις σκηνές των βασανιστηρίων.
Σε ένα πολύ διαφορετικό είδος ταινίας, την εξαιρετικά δημοφιλή ρομαντική κωμωδία Γαμπρός της Συμφοράς (Meet the Parents), ο Μπράντον ζήτησε να αλλάξουν μια σκηνή όπου ο χαρακτήρας του Μπεν Στίλερ ανακαλύπτει το μυστικό καταφύγιο του Ρόμπερτ Ντε Νίρο (ο μέλλων πεθερός του Στίλερ). Στο αρχικό σενάριο ο Στίλερ βρίσκει εγχειρίδια βασανιστηρίων της CIA σε ένα γραφείο, αλλά ο Μπράντον το άλλαξε με φωτογραφίες του Ρόμπερτ Ντε Νίρο με διάφορους αξιωματούχους.
Πράγματι, η ικανότητα της CIA να επιδρά στα σενάρια ταινιών ξεκινάει από τα πρώτα της χρόνια. Στη δεκαετία του ‘40 και του ‘50 κατάφεραν να εμποδίσουν να εμφανίζεται στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση οποιαδήποτε αναφορά στην Υπηρεσία, μέχρι την ταινία Στη σκιά των τεσσάρων γιγάντων (North by Northwest), το 1959. Αυτή η στάση περιλάμβανε την απόρριψη αιτήσεων στήριξης της παραγωγής, που σημαίνει ότι κάποιες ταινίες δεν έγιναν ποτέ και ότι λογοκρίθηκαν όλες οι αναφορές στην CIA στο σενάριο για την κωμωδία του Μπομπ Χόουπ, Στα νύχια των κατασκόπων (Μy Favorite Spy).
Η CIA μάλιστα υπονόμευσε μια προγραμματισμένη σειρά ντοκιμαντέρ για τον προκάτοχό της, το Γραφείο Στρατηγικών Υπηρεσιών (OSS), αφού έχοντας κεφάλαια στο CBS, έκανε μια ανταγωνιστική παραγωγή για να βγάλει το μικρότερο στούντιο εκτός ανταγωνισμού. Μόλις αυτό επιτευχθεί, η Υπηρεσία σταμάτησε τη σειρά στο CBS, διασφαλίζοντας ότι οι δραστηριότητες του OSS παρέμειναν ασφαλείς από τον δημόσιο έλεγχο.
Ενώ ελάχιστα είναι γνωστά για τις δραστηριότητες της NSA στη βιομηχανία της ψυχαγωγίας, διαπιστώσαμε ότι υιοθετεί παρόμοιες τακτικές με την CIA και το υπουργείο Άμυνας.
Τα εσωτερικά μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της ΝSA δείχνουν ότι οι παραγωγοί της ταινίας Δημόσιος Κίνδυνος (Enemy of the State) προσκλήθηκαν σε πολλές ξεναγήσεις στα κεντρικά γραφεία της NSA. Όταν χρησιμοποίησαν ένα ελικόπτερο για να τραβήξουν βίντεο του Φορτ Μιντ από ψηλά, η NSA δεν τους εμπόδισε να το χρησιμοποιήσουν στην ταινία.
Σύμφωνα με μια συνέντευξη του 1998 με τον παραγωγό Τζέρι Μπρουκχάιμερ, άλλαξαν το σενάριο μετά από αίτημα της NSA, έτσι ώστε οι αδικίες να είναι οι πράξεις ενός διεφθαρμένου υπαλλήλου της NSA και όχι της υπηρεσίας εν γένει.
Ο Μπρουκχάιμερ δήλωσε:
Αυτή η ιδέα της χρήσης του κινηματογράφου για να πέσει η ευθύνη των προβλημάτων σε απομονωμένους απατεώνες ή διεφθαρμένους πράκτορες, αποφεύγοντας έτσι οποιαδήποτε έννοια συστημικής, θεσμικής ή ποινικής ευθύνης, έρχεται κατευθείαν από τις οδηγίες της CIA και του υπουργείου Άμυνας.
Σε γενικές γραμμές, βλέπουμε μια τεράστια, στρατιωτική μηχανή προπαγάνδας που λειτουργεί σε όλη τη βιομηχανία της τηλεοπτικής και κινηματογραφικής ψυχαγωγίας στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Δεν είναι ένας απολύτως επίσημος λογοκριτής, δεδομένου ότι οι αποφάσεις για τα σενάρια παίρνονται οικειοθελώς από τους παραγωγούς, αλλά αντιπροσωπεύει μια μεγάλη και ελάχιστα αναγνωρισμένη πίεση στο είδος των ιστοριών και των εικόνων που βλέπουμε στις μεγάλες και τις μικρές οθόνες.
Σε κοινωνίες που είναι ήδη πρόθυμες να χρησιμοποιήσουν τη στρατιωτική μας δύναμη στο εξωτερικό, πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη η διαμόρφωση της λαϊκής μας κουλτούρας για την προώθηση μιας φιλοπολεμικής νοοτροπίας.
Ο Τομ Σέκερ και ο Μάθιου Άλφορντ είναι συσσυγγραφείς του νέου βιβλίου, Σινεμά Εθνικής Ασφάλειας: Οι συγκλονιστικές νέες αποδείξεις του κυβερνητικού ελέγχου στο Χόλιγουντ. (National Security Cinema: The Shocking New Evidence of Government Control in Hollywood).
Ο Σέκερ είναι συγγραφέας με έδρα τη Βρετανία που καλύπτει τις υπηρεσίες ασφαλείας, το Χόλιγουντ και την ιστορία της τρομοκρατίας. Διαχειρίζεται το ιστολόγιο SpyCulture το οποίο δέχεται στήριξη μέσω του Patreon.com. Το έργο του έχει παρουσιαστεί στους Mirror, The Express, Salon, TechDirt και αλλού.
Ο Δρ Αλφορντ είναι καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής, Γλώσσας και Διεθνών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Μπαθ. Το ντοκιμαντέρ του που βασίζεται στην έρευνά του, Ο συγγραφέας χωρίς χέρια (The Writer with No Hands), παρουσιάστηκε το 2014 στο Hot Docs του Τορόντο και κέρδισε τη δεύτερη θέση στο Φεστιβάλ Λαϊκού Κινηματογράφου του Αμμάρ, στην Τεχεράνη.
Τα έγγραφα αποκαλύπτουν για πρώτη φορά τον τεράστιο βαθμό που οι αμερικάνικες κυβερνήσεις ελέγχουν το Χόλιγουντ, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να αλλάξουν σενάρια ή ακόμα και να εμποδίσουν την παραγωγή ταινιών που είναι αρκετά επικριτικές για το Πεντάγωνο- για να μην αναφέρουμε την επιρροή τους σε μερικές από τις πιο δημοφιλείς ταινίες φρανσάιζ τα τελευταία χρόνια.
Αυτό δημιουργεί νέα ερωτήματα όχι μόνο για τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η λογοκρισία στη σύγχρονη βιομηχανία ψυχαγωγίας, αλλά και για τον ελάχιστα γνωστό ρόλο του Χόλιγουντ ως μηχανή προπαγάνδας για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ.
Όταν εξετάσαμε για πρώτη φορά τη σχέση μεταξύ πολιτικής, κινηματογράφου και τηλεόρασης στη στροφή του 21ου αιώνα, αποδεχτήκαμε τη συναινετική άποψη ότι ένα μικρό γραφείο στο Πεντάγωνο, κατόπιν αιτήματος, βοήθησε την παραγωγή περίπου 200 ταινιών σε όλη την ιστορία των σύγχρονων Μέσων με πολύ μικρές προσθήκες στα σενάρια.
Πόσο ανίδεοι ήμασταν. Πιο σωστά, πόσο παραπλανηθήκαμε.
Έχουμε πρόσφατα αποκτήσει πρόσβαση σε 4.000 νέες σελίδες εγγράφων από το Πεντάγωνο και τη CIA μέσω του Νόμου για την Ελευθερία της Πληροφόρησης. Για εμάς, αυτά τα έγγραφα ήταν το τελειωτικό χτύπημα.
Αυτά τα έγγραφα δείχνουν για πρώτη φορά ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει εργαστεί στο παρασκήνιο για πάνω από 800 μεγάλου μήκους ταινίες και για πάνω από 1.000 τηλεοπτικούς τίτλους.
Η προηγούμενη βέλτιστη εκτίμηση, σε ένα ακαδημαϊκό βιβλίο του 2005, ήταν ότι το Πεντάγωνο είχε εργαστεί σε λιγότερες από 600 ταινίες και ένα απροσδιόριστα μικρό ποσοστό τηλεοπτικών εκπομπών.
Ο ρόλος της CIA θεωρήθηκε ότι σχετιζόταν μόνο με δώδεκα παραγωγές, μέχρι να κυκλοφορήσουν τα πολύ καλά βιβλία της Τρίσια Τζένκινς και του Σίμον Γουίλμετς το 2016. Αλλά ακόμα και σε αυτά, δεν βρήκαν ή υποτίμησαν σημαντικές περιπτώσεις, συμπεριλαμβανομένου της ταινίας Παιχνίδια Εξουσίας (Charlie Wilson’s War) και της Γαμπρός της Συμφοράς (Meet the Parents).
Παράλληλα τη μεγάλη κλίμακα των επιχειρήσεων αυτών, το νέο μας βιβλίο Σινεμά Εθνικής Ασφάλειας (National Security Cinema) περιγράφει πώς η εμπλοκή της αμερικανικής κυβέρνησης συμπεριλαμβάνει επίσης τη σεναριογραφία σε μερικές από τις μεγαλύτερες και πιο δημοφιλείς ταινίες, συμπεριλαμβανομένων των ταινιών του Τζέιμς Μποντ (James Bond) , του φρανσάιζ Transformers και κινηματογραφικών ταινιών της Marvel και της DC.
Παρόμοια επιρροή ασκείται και στην τηλεόραση που υποστηρίζεται από το στρατό, η οποία εκτείνεται από το Χαβάι 5-0 (Hawaii Five-O)έως το Αμερική Έχεις Ταλέντο (America’s Got Talent), την Όπρα (Oprah) και τον Τζέι Λένο (Jay Leno)ως το Cupcake Wars.
Το βιβλίο Σινεμά Εθνικής Ασφάλειας αποκαλύπτει επίσης το πώς υποστηρίχθηκαν και επηρεάστηκαν δεκάδες ταινίες και τηλεοπτικές εκπομπές από τη CIA, συμπεριλαμβανομένης της περιπέτειας Τζέιμς Μποντ: Επιχείρηση Κεραυνός (Thunderball), το θρίλερ του Τομ Κλάνσι, Παιχνίδια Ολέθρου (Patriot Games) και πιο πρόσφατων ταινιών, όπως την Γαμπρός της Συμφοράς (Meet The Parents) και Salt.
Η CIA μάλιστα βοήθησε να γίνει ένα επεισόδιο του Τοπ Σεφ (Top Chef) που φιλοξενήθηκε στο Λάνγκλεϊ, με ειδικό συμμετέχοντα τον τότε διευθυντή της CIA Λεόν Πανέτα, τον οποίον έδειξαν ότι έπρεπε να παραλείψει το επιδόρπιο για να παραβρεθεί σε μια ζωτικής σημασίας επιχείρηση. Ήταν αυτή η σκηνή πραγματική ή ήταν μια δραματική δήλωση για τις κάμερες;
Η πολιτική λογοκρισία του στρατού στο Χόλιγουντ
Όταν ένας συγγραφέας ή παραγωγός προσεγγίζει το Πεντάγωνο και ζητά πρόσβαση σε στρατιωτικά στοιχεία για να τον βοηθήσουν στην παραγωγή της ταινίας του, πρέπει να καταθέσει το σενάριό του για έλεγχο στα γραφεία διασύνδεσης για την ψυχαγωγία. Τελικά, ο άνθρωπος με τον τελευταίο λόγο είναι ο Φιλ Στραμπ, ο επικεφαλής της διασύνδεσης με το Χόλιγουντ στο υπουργείο Άμυνας (DOD).
Αν υπάρχουν χαρακτήρες, δράση ή διάλογος που δεν εγκρίνει το υπουργείο Άμυνας, τότε ο παραγωγός της ταινίας πρέπει να κάνει αλλαγές για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του στρατού. Εάν αρνηθεί, τότε το Πεντάγωνο τον στέλνει πίσω. Για να επιτευχθεί πλήρης συνεργασία, οι παραγωγοί πρέπει να υπογράψουν συμβάσεις- Συμφωνίες Βοήθειας στην Παραγωγή- οι οποίες τους υποχρεώνουν να χρησιμοποιήσουν μια εγκεκριμένη από το στρατό έκδοση του σεναρίου.
Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε διαφωνίες όταν οι ηθοποιοί και οι σκηνοθέτες δράσουν ελεύθερα ή αυτοσχεδιάσουν έξω από αυτό το εγκεκριμένο σενάριο.
Στην στρατιωτική αεροπορική βάση Edwards, κατά τη διάρκεια της σκηνοθεσίας του Iron Man, υπήρξε μια οργισμένη διαμάχη μεταξύ του Στραμπ και του σκηνοθέτη Τζον Φαβρό.
Ο Φαβρό ήθελε έναν χαρακτήρα στρατιώτη να πει την ατάκα «Άνθρωποι θα πέθαιναν για να έχουν τις ευκαιρίες που έχω εγώ», αλλά ο Στραμπ είχε αντιρρήσεις. Ο Φαβρό υποστήριξε ότι η ατάκα πρέπει να παραμείνει στην ταινία και σύμφωνα με τον Στραμπ:
«Το πρόσωπό του κοκκινίζει όλο και περισσότερο κα εγώ αντίστοιχα ενοχλούμαι όλο και περισσότερο. Ήταν αρκετά αμήχανο και στη συνέχεια είπε με θυμό: “Λοιπόν, πώς θα σου φαινόταν το να περπατούσαν πάνω από αναμμένα κάρβουνα;” είπα “ωραία”. Ήταν τόσο έκπληκτος που ήταν τόσο εύκολο».
Στο τέλος, αυτή η συμβιβαστική ατάκα δεν εμφανίστηκε στην τελική ταινία.
Φαίνεται ότι οποιαδήποτε αναφορά σε αυτοκτονία στρατιωτικού- ακόμα και μια αυτοσχέδια παρατήρηση σε μια περιπέτεια δράσης-κωμωδίας υπερήρωα- είναι κάτι που το γραφείο για το Χόλιγουντ στο υπουργείο Άμυνας δεν θα επιτρέψει. Είναι ασφαλώς ένα ευαίσθητο και ενοχλητικό θέμα για αυτούς, όταν σε μερικές περιόδους του συνεχώς διευρυνόμενου και ολοένα και μάταιου «πολέμου κατά της τρομοκρατίας», αυτοκτόνησαν περισσότεροι αμερικανοί στρατιώτες από όσους πέθαναν στο πεδίο της μάχης. Αλλά γιατί μια ταινία για έναν άνδρα που κατασκευάζει τη δικιά του ιπτάμενη πανοπλία να μην μπορεί να έχει τέτοια αστεία;;
Μια άλλη σαρκαστική ατάκα που λογοκρίθηκε από το υπουργείο Άμυνας ήταν στην ταινία του Τζέιμς Μποντ, Το αύριο ποτέ δεν πεθαίνει (Tomorrow Never Dies).
Όταν ο Μποντ είναι έτοιμος να κάνει μια ελεύθερη πτώση από ένα στρατιωτικό αεροπλάνο, συνειδητοποιεί ότι πρόκειται να προσγειωθεί στα βιετναμέζικα ύδατα.
Στο αρχικό σενάριο ο σύντροφος του Μποντ από την CIA αστειεύεται: «Ξέρεις τι θα συμβεί. Θα γίνει πόλεμος και ίσως αυτήν τη φορά να κερδίσουμε».
Αυτή η ατάκα καταργήθηκε κατόπιν αιτήματος του υπουργείου Άμυνας.
Παραδόξως, ο Φιλ Στραμπ αρνήθηκε ότι υπήρχε οποιαδήποτε υποστήριξη για την ταινία Το αύριο ποτέ δεν πεθαίνει, ενώ ο κορυφαίος μελετητής στον τομέα, Λόρενς Σούιντ σημειώνει τη σύνδεση με το υπουργείο Άμυνας ως «Μη Αναγνωρισμένη Συνεργασία».
Αλλά το υπουργείο Άμυνας εμφανίζεται στους συντελεστές στους τίτλους τέλους της ταινίας και έχουμε αποκτήσει το αντίγραφο της Συμφωνίας Βοήθειας στην Παραγωγή μεταξύ των παραγωγών και του Πενταγώνου.
Το Βιετνάμ είναι προφανώς ένα άλλο ευαίσθητο θέμα για τον αμερικανικό στρατό, ο οποίος αφαιρεί επίσης μια αναφορά στον πόλεμο από το σενάριο για το Χαλκ (Hulk, 2003). Ενώ ο στρατός δεν εμφανίζεται ως συντελεστής στους τίτλους τέλους, στο IMDB ή στη βάση δεδομένων του υπουργείου Άμυνας με τις υποστηριζόμενες ταινίες, αποκτήσαμε ένα φάκελο από το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ όπου περιγράφονται οι «ριζικές» αλλαγές τους στο σενάριο.
Αυτές περιλάμβαναν την αλλαγή του εργαστηρίου όπου δημιουργήθηκε κατά λάθος ο Χαλκ σε μια μη στρατιωτική εγκατάσταση, κάνοντας τον διευθυντή του εργαστηρίου έναν πρώην στρατιωτικό χαρακτήρα και αλλάζοντας το κωδικό όνομα της στρατιωτικής επιχείρησης για να συλλάβει τον Χαλκ από το «Ranch Hand» σε «Θυμωμένος Άνδρας».
Το «Ranch Ηand» είναι το όνομα μιας πραγματικής στρατιωτικής επιχείρησης που είχε ως αποτέλεσμα η αμερικανική αεροπορία να ρίξει εκατομμύρια γαλόνια φυτοφαρμάκων και άλλων δηλητηρίων στην βιετναμέζικη ύπαιθρο, καθιστώντας τα εκατομμύρια στρέμματα γεωργικής γης δηλητηριασμένα και άγονα.
Αφαίρεσαν επίσης τον διάλογο που αναφέρεται σε «όλα αυτά τα αγόρια, τα ινδικά χοιρίδια, που πεθαίνουν από την ακτινοβολία και τον μικροβιολογικό πόλεμο», μια προφανής αναφορά σε συγκαλυμμένα στρατιωτικά πειράματα σε ανθρώπους.
Τα έγγραφα που αποκτήσαμε αποκαλύπτουν επίσης ότι το Πεντάγωνο έχει τη δύναμη να σταματήσει την παραγωγή μιας ταινίας μέσω της άρνησής του ή αποσύροντας την υποστήριξή του. Κάποιες ταινίες, όπως το Top Gun, οι Transformers και το Act of Valor εξαρτώνται τόσο από τη συνεργασία του στρατού που δεν θα μπορούσαν να γίνουν χωρίς να υποβληθούν σε αυτήν τη διαδικασία. Άλλες ταινίες δεν ήταν τόσο τυχερές.
Η ταινία Countermeasures απορρίφθηκε από το στρατό για διάφορους λόγους, και κατά συνέπεια ποτέ δεν παρήχθη. Ένας από τους λόγους είναι ότι το σενάριο περιλάμβανε αναφορές στο σκάνδαλο Ιράν-Κόντρας και, όπως έκρινε ο Στραμπ, «δεν χρειάζεται να... υπενθυμίσουμε στο κοινό την υπόθεση Ιράν-Κόντρας».
Ομοίως, οι ταινίες Fields of Fire και Top Gun 2 δεν έγιναν ποτέ γιατί δεν μπορούσαν να λάβουν την υποστήριξη του στρατού, και πάλι λόγω πολιτικά αμφιλεγόμενων σημείων των σεναρίων.
Αυτή η «ήπια» λογοκρισία επηρεάζει επίσης την τηλεόραση. Για παράδειγμα, ένα προγραμματισμένο ντοκιμαντέρ του Λουί Θερού για την εκπαίδευση των νεοσυλλέκτων του πολεμικού ναυτικού απορρίφθηκε και ως εκ τούτου δεν έγινε ποτέ.
Είναι αδύνατο να γνωρίζουμε με ακρίβεια πόσο εκτενής είναι αυτή η στρατιωτική λογοκρισία στην ψυχαγωγία, επειδή πολλά αρχεία εξακολουθούν να είναι κρυφά. Η πλειοψηφία των εγγράφων που αποκτήσαμε είναι ημερολογιακού τύπου αναφορές από τα γραφεία διασύνδεσης για την ψυχαγωγία, τα οποία σπάνια αναφέρονται σε αλλαγές σεναρίων και ποτέ με σαφή και λεπτομερή τρόπο. Ωστόσο, τα έγγραφα αποκαλύπτουν ότι το υπουργείο Άμυνας απαιτεί μια πρώτη ανεπίσημη προβολή οποιουδήποτε έργου υποστηρίζει και μερικές φορές κάνει αλλαγές ακόμα και μετά την ολοκλήρωση της παραγωγής.
Τα έγγραφα καταγράφουν επίσης την προληπτική φύση των επιχειρήσεων του στρατού στο Χόλιγουντ και ότι βρίσκει τρόπους να συμμετάσχει στα πρώτα στάδια, όταν οι «χαρακτήρες και οι ιστορίες διαμορφώνονται πολύ πιο εύκολα προς όφελος του Στρατού».
Η επιρροή του υπουργείου Άμυνας στη λαϊκή κουλτούρα μπορεί να βρεθεί σε όλα τα στάδια της παραγωγής, έχοντας την ίδια ισχύ με τους μεγαλύτερους διευθυντές των στούντιο.
Το Χόλιγουντ των Μυστικών Υπηρεσιών: Η επιρροή της CIA και της NSA σε σενάρια ταινιών
Παρά το γεγονός ότι διαθέτει πολύ λιγότερα στοιχεία ταινιών, η CIA έχει επίσης καταφέρει να ασκήσει σημαντική επιρροή σε ορισμένα από τα έργα που υποστήριξε (ή αρνήθηκε να υποστηρίξει).
Δεν υπάρχει επίσημη διαδικασία ελέγχου των σεναρίων στη CIA, αλλά ο Τσέις Μπράντον, ο εδώ και καιρό υπεύθυνος ψυχαγωγίας της Υπηρεσίας, μπορούσε να εμπλακεί στα αρχικά στάδια της διαδικασίας της σεναριογραφίας σε διάφορες τηλεοπτικές και κινηματογραφικές παραγωγές.
Ο Μπράντον το έκανε αυτό πολύ έντονα στο θρίλερ κατασκοπείας Η δοκιμασία (The Recruit), όπου ένας νέος πράκτορας περνάει την εκπαίδευση της CIA, στο στρατόπεδο εκπαίδευσης The Farm- ένα προφανές μέσο για να φέρει σε επαφή το κοινό με αυτόν τον κόσμο και για να του δώσει μια εικόνα του. Η αρχική επεξεργασία των ιστοριών και τα πρώτα σχέδια του σεναρίου γράφτηκαν από τον Μπράντον, αν και εμφανίζεται μόνο ως τεχνικός σύμβουλος στην ταινία, αποκρύπτοντας την επιρροή του στο περιεχόμενό του.
Η δοκιμασία περιλαμβάνει ατάκες σχετικά με τις νέες απειλές από τον μετασοβιετικό κόσμο (συμπεριλαμβάνοντας μια εξαιρετική και αισχρή δικαιολογία για έναν αμυντικό προϋπολογισμό ύψους 600 δισεκατομμυρίων δολαρίων), μαζί με ανταπαντήσεις για την ιδέα ότι η CIA απέτυχε να αποτρέψει τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου. Και επαναλαμβάνει το ρητό ότι «οι αποτυχίες της CIA είναι γνωστές, αλλά οι επιτυχίες της δεν είναι». Όλα αυτά βοήθησαν να διαδοθεί η ιδέα ότι η Υπηρεσία είναι ένας καλοκάγαθος, ορθολογικός πράκτορας σε έναν χαοτικό και επικίνδυνο κόσμο.
Η CIA κατάφερε επίσης να λογοκρίνει σενάρια, αφαιρώντας ή αλλάζοντας σημεία που δεν θέλουν να δει το κοινό. Στο Zero Dark Thirty, o σεναριογράφος Μαρκ Μπόαλ «μοιράστηκε προφορικά» το σενάριο του με τους αξιωματούχους της CIA και αυτοί αφαίρεσαν μια σκηνή όπου ένας μεθυσμένος αξιωματικός της CIA πυροβολεί με ένα καλάσνικοφ στον αέρα από μια ταράτσα στο Ισλαμαμπάντ και αφαίρεσαν τη χρήση σκύλων από τις σκηνές των βασανιστηρίων.
Σε ένα πολύ διαφορετικό είδος ταινίας, την εξαιρετικά δημοφιλή ρομαντική κωμωδία Γαμπρός της Συμφοράς (Meet the Parents), ο Μπράντον ζήτησε να αλλάξουν μια σκηνή όπου ο χαρακτήρας του Μπεν Στίλερ ανακαλύπτει το μυστικό καταφύγιο του Ρόμπερτ Ντε Νίρο (ο μέλλων πεθερός του Στίλερ). Στο αρχικό σενάριο ο Στίλερ βρίσκει εγχειρίδια βασανιστηρίων της CIA σε ένα γραφείο, αλλά ο Μπράντον το άλλαξε με φωτογραφίες του Ρόμπερτ Ντε Νίρο με διάφορους αξιωματούχους.
Πράγματι, η ικανότητα της CIA να επιδρά στα σενάρια ταινιών ξεκινάει από τα πρώτα της χρόνια. Στη δεκαετία του ‘40 και του ‘50 κατάφεραν να εμποδίσουν να εμφανίζεται στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση οποιαδήποτε αναφορά στην Υπηρεσία, μέχρι την ταινία Στη σκιά των τεσσάρων γιγάντων (North by Northwest), το 1959. Αυτή η στάση περιλάμβανε την απόρριψη αιτήσεων στήριξης της παραγωγής, που σημαίνει ότι κάποιες ταινίες δεν έγιναν ποτέ και ότι λογοκρίθηκαν όλες οι αναφορές στην CIA στο σενάριο για την κωμωδία του Μπομπ Χόουπ, Στα νύχια των κατασκόπων (Μy Favorite Spy).
Η CIA μάλιστα υπονόμευσε μια προγραμματισμένη σειρά ντοκιμαντέρ για τον προκάτοχό της, το Γραφείο Στρατηγικών Υπηρεσιών (OSS), αφού έχοντας κεφάλαια στο CBS, έκανε μια ανταγωνιστική παραγωγή για να βγάλει το μικρότερο στούντιο εκτός ανταγωνισμού. Μόλις αυτό επιτευχθεί, η Υπηρεσία σταμάτησε τη σειρά στο CBS, διασφαλίζοντας ότι οι δραστηριότητες του OSS παρέμειναν ασφαλείς από τον δημόσιο έλεγχο.
Ενώ ελάχιστα είναι γνωστά για τις δραστηριότητες της NSA στη βιομηχανία της ψυχαγωγίας, διαπιστώσαμε ότι υιοθετεί παρόμοιες τακτικές με την CIA και το υπουργείο Άμυνας.
Τα εσωτερικά μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της ΝSA δείχνουν ότι οι παραγωγοί της ταινίας Δημόσιος Κίνδυνος (Enemy of the State) προσκλήθηκαν σε πολλές ξεναγήσεις στα κεντρικά γραφεία της NSA. Όταν χρησιμοποίησαν ένα ελικόπτερο για να τραβήξουν βίντεο του Φορτ Μιντ από ψηλά, η NSA δεν τους εμπόδισε να το χρησιμοποιήσουν στην ταινία.
Σύμφωνα με μια συνέντευξη του 1998 με τον παραγωγό Τζέρι Μπρουκχάιμερ, άλλαξαν το σενάριο μετά από αίτημα της NSA, έτσι ώστε οι αδικίες να είναι οι πράξεις ενός διεφθαρμένου υπαλλήλου της NSA και όχι της υπηρεσίας εν γένει.
Ο Μπρουκχάιμερ δήλωσε:
«Νομίζω ότι οι άνθρωποι της NSA θα είναι ευχαριστημένοι. Σίγουρα δεν θα φαίνονται τόσο κακοί όσο θα μπορούσαν. Η NSA δεν είναι ο κακός».
Αυτή η ιδέα της χρήσης του κινηματογράφου για να πέσει η ευθύνη των προβλημάτων σε απομονωμένους απατεώνες ή διεφθαρμένους πράκτορες, αποφεύγοντας έτσι οποιαδήποτε έννοια συστημικής, θεσμικής ή ποινικής ευθύνης, έρχεται κατευθείαν από τις οδηγίες της CIA και του υπουργείου Άμυνας.
Σε γενικές γραμμές, βλέπουμε μια τεράστια, στρατιωτική μηχανή προπαγάνδας που λειτουργεί σε όλη τη βιομηχανία της τηλεοπτικής και κινηματογραφικής ψυχαγωγίας στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Δεν είναι ένας απολύτως επίσημος λογοκριτής, δεδομένου ότι οι αποφάσεις για τα σενάρια παίρνονται οικειοθελώς από τους παραγωγούς, αλλά αντιπροσωπεύει μια μεγάλη και ελάχιστα αναγνωρισμένη πίεση στο είδος των ιστοριών και των εικόνων που βλέπουμε στις μεγάλες και τις μικρές οθόνες.
Σε κοινωνίες που είναι ήδη πρόθυμες να χρησιμοποιήσουν τη στρατιωτική μας δύναμη στο εξωτερικό, πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη η διαμόρφωση της λαϊκής μας κουλτούρας για την προώθηση μιας φιλοπολεμικής νοοτροπίας.
Ο Τομ Σέκερ και ο Μάθιου Άλφορντ είναι συσσυγγραφείς του νέου βιβλίου, Σινεμά Εθνικής Ασφάλειας: Οι συγκλονιστικές νέες αποδείξεις του κυβερνητικού ελέγχου στο Χόλιγουντ. (National Security Cinema: The Shocking New Evidence of Government Control in Hollywood).
Ο Σέκερ είναι συγγραφέας με έδρα τη Βρετανία που καλύπτει τις υπηρεσίες ασφαλείας, το Χόλιγουντ και την ιστορία της τρομοκρατίας. Διαχειρίζεται το ιστολόγιο SpyCulture το οποίο δέχεται στήριξη μέσω του Patreon.com. Το έργο του έχει παρουσιαστεί στους Mirror, The Express, Salon, TechDirt και αλλού.
Ο Δρ Αλφορντ είναι καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής, Γλώσσας και Διεθνών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Μπαθ. Το ντοκιμαντέρ του που βασίζεται στην έρευνά του, Ο συγγραφέας χωρίς χέρια (The Writer with No Hands), παρουσιάστηκε το 2014 στο Hot Docs του Τορόντο και κέρδισε τη δεύτερη θέση στο Φεστιβάλ Λαϊκού Κινηματογράφου του Αμμάρ, στην Τεχεράνη.
Σε χρειαζόμαστε
Το
ThePressProject είναι το μοναδικό μέσο ανεξάρτητης, ερευνητικής και
αποκαλυπτικής δημοσιογραφίας που στηρίζεται αποκλειστικά στις
μικρο-δωρεές των επισκεπτών του. Πιστεύουμε ότι η πληροφορία πρέπει να
είναι διαθέσιμη σε όλους και για αυτό δεν κλειδώνουμε κανένα κομμάτι της
ύλης αλλά για να παραχθεί το πρωτογενές υλικό που θα βρείτε εδώ
χρειαζόμαστε την υποστήριξή σου. Αν δεν πληρώσουμε εμείς για την
ενημέρωσή μας, θα την πληρώσει κάποιος άλλος (και αν δεν είσαι ο
Μαρινάκης μάλλον δεν έχεις τα ίδια συμφέροντα). Μάθε πως