|
Τα ναζιστικά στρατεύματα εισβάλλουν στην Πολωνία
|
Με
αφορμή τη χτεσινή φιέστα στην Εσθονία όλος ο αντικομμουνιστικός βόθρος
βγήκε στον αφρό. Τίποτα νέο ούτε καν ξαναζέσταμα. «Αλήθειες»
μαγειρεμένες από τα ιμπεριαλιστικά επιτελεία οκτώ δεκαετίες πριν,
αναπαράγονται αυτές τις μέρες με ρυθμό μπαράζ, κάνοντας καθαρό ότι η
αστική τάξη και τα επιτελεία της τρέμουν το λαό και την προοπτική της
πάλης του, χτυπούν τους κομμουνιστές γιατί αυτοί είναι φορείς της
διεξόδου από το σάπιο εκμεταλλευτικό σύστημα και τις κρίσεις του.
Χιλιάδες
σελίδες ιστορικής έρευνας έχουν καταρρίψει ένα προς ένα τα μυθεύματα
περί των «εγκλημάτων του κομμουνισμού». Σήμερα θα σταθούμε περιληπτικά
σε τέσσερα απ' αυτά:
Το σύμφωνο Μολότοφ - Ρίμπεντροπ
Υπογράφτηκε
σαν χτες το 1939 και χρησιμοποιείται σήμερα από την ηγεσία της ΕΕ για
να στηρίξει την ανιστόρητη εξίσωση ναζισμού - κομμουνισμού. Τι ήταν και
ποιες συνθήκες επέβαλαν την υπογραφή αυτού του συμφώνου;
Βγαίνοντας
ηττημένη από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, η Γερμανία εξακολουθούσε να είναι
ιμπεριαλιστική δύναμη παρά την επιβολή σκληρών όρων με τη συνθήκη των
Βερσαλιών. Υπήρχε, επίσης, ένα νέο στοιχείο στις διεθνείς σχέσεις. Η
ύπαρξη της Σοβιετικής Ενωσης. Αυτό καθοδηγούσε τις πράξεις όλων των
ιμπεριαλιστών καθώς στην εφαρμοσμένη πλέον εξουσία των εργατών έβλεπαν
τον κύριο αντίπαλό τους.
|
Αξιωματικοί των ναζί παρουσιάζουν στο δάσος του Κατίν τα θύματα της θηριωδίας τους ως έγκλημα των Σοβιετικών
|
Ετσι,
απ' το 1924 - 1925 τα καπιταλιστικά κράτη της Δυτικής Ευρώπης συνέβαλαν
τα μέγιστα στην αναγέννηση της οικονομικής και πολεμικής ισχύος της
Γερμανίας, με σκοπό να αντιμετωπίσουν από κοινού τον μπολσεβικισμό. Η
Γερμανία ανορθώθηκε οικονομικά με τα σχέδια Ντοζ (1924) και Γιανκ
(1929), τα οποία εμπνεύστηκαν κι έθεσαν σε εφαρμογή οι κύριοι εκπρόσωποι
του αμερικανικού και του αγγλογαλλικού χρηματιστικού κεφαλαίου. Δεν
είναι, άλλωστε, τυχαίο που με την εφαρμογή αυτών των σχεδίων τα
μεγαλύτερα αμερικανικά μονοπώλια («Στάνταρντ Οϊλ», «Τζένεραλ Ελέκτρικ»,
«Τζένεραλ Μότορς», «Ιντερνάσιοναλ Τέλεγκραφ εντ Τέλεφον Κόμπανι»,
«Φορντ», «Ανακόντα» κ.λπ.) διείσδυσαν στη γερμανική Βιομηχανία με τη
μέθοδο των απευθείας επενδύσεων. Στην καθαρά πολεμική παραγωγή, η
πρόοδος της ναζιστικής Γερμανίας, χάρη στα ξένα κεφάλαια, υπήρξε
εντυπωσιακή. Στα χρόνια 1933 - '39 τα πολεμικά έξοδα της Γερμανίας
αυξήθηκαν περισσότερο από 12 φορές, ενώ η γερμανική πολεμική παραγωγή
αυξήθηκε 22 φορές. Οι Ενοπλες Δυνάμεις της την 1η Σεπτέμβρη του 1939
έφταναν τα 4,6 εκατ. άνδρες και διέθεταν 26 χιλ. πυροβόλα και όλμους,
3,2 χιλ. άρματα μάχης, 4,4 χιλ. πολεμικά αεροπλάνα, 115 πολεμικά πλοία
(από αυτά 57 υποβρύχια). Αυτά για να γνωρίζουμε ποιος βοήθησε ποιον.
Η
εγκαθίδρυση στη Γερμανία, το 1933, του ναζισμού, μιας ωμής δικτατορίας
του τρόμου και των διωγμών, και ας είχε ανέβει στην κυβερνητική εξουσία
με κοινοβουλευτική μορφή (τα μονοπώλια είχαν επιλέξει τον Χίτλερ για την
εξουσία), μετέβαλε αυτή τη χώρα σε δύναμη κρούσης του ιμπεριαλισμού,
που στρεφόταν, κατά πρώτο λόγο, ενάντια στην ΕΣΣΔ. Σ' αυτήν την
κατεύθυνση έδιναν συμβουλές οι Αγγλογάλλοι και οι Αμερικανοί, ακόμη και
ως προς το σχέδιο επίθεσης. Αρχικά στην Πολωνία, μετά στην Τσεχοσλοβακία
και από κει στην ΕΣΣΔ.
|
Μια εικόνα που στοιχειώνει τους ιμπεριαλιστές: Ο Κόκκινος Στρατός σέρνει τις σημαίες των ναζί στην Κόκκινη Πλατεία στη Μόσχα
|
Η
Σοβιετική Ενωση, σε συνθήκες που ο πόλεμος ήταν ορατός και
αναπόφευκτος, ακολούθησε πολιτική που απέβλεπε στην όσο γίνεται
συγκράτηση του γερμανικού ιμπεριαλισμού και τη δημιουργία, όσο μπορούσε
να γίνει, προϋποθέσεων ασφάλειας και διατήρησης της ειρήνης. Ετσι, στις 2
Μάη 1935 υπογράφτηκε στο Παρίσι το γαλλο-σοβιετικό σύμφωνο αμοιβαίας
βοήθειας και με την Τσεχοσλοβακία. Η σοβιετική κυβέρνηση, με τον τρόπο
αυτό, πάλευε με κάθε μέσο για την αποτροπή του πολέμου. Ταυτόχρονα, το
σοβιετικό κράτος πήρε μια σειρά από μέτρα, που απέβλεπαν στην ενίσχυση
της άμυνας της χώρας και στην ανάπτυξη του στρατιωτικο-οικονομικού
δυναμικού της.
Το Μάρτη του 1936 τα γερμανικά στρατεύματα
κατέλαβαν την αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη της Ρηνανίας. Το Νοέμβρη του
1936 η Γερμανία και η Ιαπωνία υπέγραψαν το «αντικομμουνιστικό σύμφωνο»
(ενάντια στη Γ' Διεθνή), στο οποίο το 1937 προσχώρησε και η Ιταλία.
Η
Γερμανία, επωφελούμενη από την πολιτική της λεγόμενης «μη επέμβασης»,
που ακολουθούσαν η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία, κατέλαβε το Μάρτη του
1938 την Αυστρία και άρχισε να προετοιμάζει επίθεση κατά της
Τσεχοσλοβακίας.
Το Σεπτέμβρη του 1938 έγινε συνάντηση Μεγάλης
Βρετανίας, Γαλλίας, Γερμανίας και Ιταλίας, στο Μόναχο, όπου η
Τσεχοσλοβακία συμφωνήθηκε να δοθεί στον Χίτλερ. Χωρίς ουσιαστικά να
γίνει συζήτηση, αφού ήδη η κυβέρνηση της Τσεχοσλοβακίας είχε
προειδοποιηθεί με τελεσίγραφο της Μεγάλης Βρετανίας να δεχτεί τους όρους
της Γερμανίας, δηλαδή την προσάρτηση στη Γερμανία εδαφών της με
γερμανικό πληθυσμό (περιοχή των Σουδητών).
Το Μάρτη του 1939 η
Γερμανία κατέλαβε ολόκληρη την Τσεχοσλοβακία. Στη συνέχεια κατέλαβε την
περιοχή Μέμελ της Λετονίας και επέβαλε στη Ρουμανία υποδουλωτικό
«οικονομικό» σύμφωνο. Η Ιταλία, τον Απρίλη του 1939, κατέλαβε την
Αλβανία. Ως απάντηση στη διεύρυνση της φασιστικής εισβολής, οι
κυβερνήσεις της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας, για να περιφρουρήσουν
τα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντά τους στην Ευρώπη, υποσχέθηκαν
«εγγυήσεις ανεξαρτησίας» σε Πολωνία, Ρουμανία, Ελλάδα και Τουρκία. Τον
Απρίλη - Μάη του 1939 η Γερμανία κατήγγειλε την αγγλοαμερικανική ναυτική
συμφωνία του 1935, ακύρωσε το σύμφωνο μη επίθεσης με την Πολωνία, που
υπογράφτηκε το 1934 και έκλεισε με την Ιταλία το λεγόμενο Χαλύβδινο
σύμφωνο, με βάση το οποίο η ιταλική κυβέρνηση υποχρεωνόταν να βοηθήσει
τη Γερμανία, αν αυτή εμπλακεί σε πόλεμο με τις δυτικές καπιταλιστικές
δυνάμεις.
Μπροστά σε αυτήν την κατάσταση, η ΕΣΣΔ επιμένει στην
αναγκαιότητα συμφωνίας με Γαλλία και Μεγάλη Βρετανία, προκειμένου να
αντιμετωπιστεί όσο μπορούσε η εξελισσόμενη σε παγκόσμιο πόλεμο
πραγματικότητα, με βασικό πεδίο το έδαφος της Ευρώπης. Στις
διαπραγματεύσεις που έγιναν στη Μόσχα το καλοκαίρι του 1939 Μεγάλη
Βρετανία και Γαλλία κωλυσιεργούν με σκοπό να επιταχύνουν την επίθεση της
Γερμανίας στην ΕΣΣΔ. Ετσι, δε δέχτηκαν την υπογραφή συμφωνίας, που
πρότεινε η ΕΣΣΔ και που μιλούσε για κοινό μέτωπο κατά των ναζιστών. Την
ώρα που οδηγούσε τις διαπραγματεύσεις της Μόσχας σε αποτυχία, η αγγλική
κυβέρνηση ερχόταν σε μυστικές επαφές με τους χιτλερικούς, μέσω του
πρεσβευτή τους στο Λονδίνο, Χ. Ντίρκσεν, επιδιώκοντας να πετύχει
συμφωνία με τη Γερμανία για το ξαναμοίρασμα του κόσμου, με δεδομένη την
επίθεση στην ΕΣΣΔ και την καταστροφή της.
Η Σοβιετική Ενωση
μπροστά στον άμεσο κίνδυνο επίθεσης της ναζιστικής Γερμανίας και έχοντας
προβλέψει το αναπόφευκτο του πολέμου, αφού δεν ευοδώθηκαν οι
διαπραγματεύσεις υπογραφής συμφωνίας με τη Μεγάλη Βρετανία και τη
Γαλλία, οδηγείται στην υπογραφή του προτεινόμενου, από τη Γερμανία,
συμφώνου μη επίθεσης, του γνωστού και ως συμφώνου Μολότοφ - Ρίμπεντροπ.
Σκοπός της, από άποψη ταχτικής, ήταν να καθυστερήσει όσο γίνεται
περισσότερο τη ναζιστική επίθεση ενάντιά της και να προετοιμαστεί επίσης
όσο γίνεται πιο ολοκληρωμένα για την αντιμετώπιση του πολέμου της
Γερμανίας ενάντιά της. Αυτή η επιλογή ήταν αναπόφευκτη και με μια έννοια
επιβλήθηκε από την ταχτική των άλλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Η
υπογραφή στις 23 Αυγούστου 1939 του σοβιετικογερμανικού συμφώνου είχε τη
δική του συμβολή ώστε, παρά τους υπολογισμούς των πολιτικών του ενός
ιμπεριαλιστικού συνασπισμού (Γαλλίας - Βρετανίας), αλλά και των ΗΠΑ, ο
παγκόσμιος πόλεμος να αρχίσει με τη σύγκρουση στους κόλπους του
καπιταλιστικού κόσμου.
Το Κατίν
Στις 13
Απρίλη 1943, δύο περίπου μήνες μετά τη συντριβή των χιτλερικών στο
Στάλινγκραντ, ο ραδιοφωνικός σταθμός του Βερολίνου ανακοίνωσε την
«ανακάλυψη» από τη Βέρμαχτ ενός μαζικού τάφου 3.000 Πολωνών αξιωματικών
σε μια περιοχή στο δάσος του Κατίν, κοντά στο Σμολένσκ (στη συνέχεια, ο
αριθμός αυτός ανέβηκε στις 15.000 με 22.000 - 25.700, σύμφωνα με τη
«Μαύρη Βίβλο του Κομμουνισμού»!). Ενοχος αυτού του εγκλήματος: Ο
εβραιομπολσεβικισμός.
Ο ίδιος ο Γκέμπελς, στα απομνημονεύματά του,
είναι αρκετά αποκαλυπτικός. Γράφει: «Εδωσα οδηγίες να γίνει η ευρύτερη
δυνατή εκμετάλλευση αυτού του προπαγανδιστικού υλικού. Θα μπορέσουμε να
επιζήσουμε με αυτό για μια - δυο βδομάδες (...) Δυστυχώς στους τάφους
του Κατίν βρέθηκαν γερμανικές σφαίρες (...) Είναι απαραίτητο αυτή η
πληροφορία να παραμείνει άκρως απόρρητη. Αν ποτέ ερχόταν εν γνώσει του
εχθρού, η όλη υπόθεση του Κατίν θα κατέρρεε» (Απομνημονεύματα Γκέμπελς,
Goebbels J, 1948, «The Goebbels Diaries, 1942 - 1943», μετάφραση Louis
P. Lochner, New York: Doubleday & Company).
Και αλλού:
«Υπολογίζουμε το ενδεχόμενο να πάμε την αντισοβιετική καμπάνια πολύ
μακριά, αλλά αισθανόμαστε ότι δεν πρέπει να χάσουμε την ευκαιρία να
αξιοποιήσουμε τη Γενική Συνέλευση (του ΟΗΕ) για έναν τόσο πολύτιμο
προπαγανδιστικό σκοπό. Μπορούμε να αναδείξουμε τη σφαγή στο Κατίν...»
(ντοκουμέντα του US Department of State / Foreign Relations of the
United States, «Σχέσεις ΗΠΑ - ΟΗΕ», τόμος ΙΙΙ, 1952 - 1954, σελ. 13).
Ο
νομικός Γιούρι Σλομπότκιν, στέλεχος και πρώην βουλευτής του
Κομμουνιστικού Εργατικού Κόμματος Ρωσίας (ΚΕΚΡ), με σειρά άρθρων του
στην εφημερίδα «Εργαζόμενη Ρωσία», αποδείχνει ότι η υπόθεση του Κατίν
ήταν οργανωμένη από τη Γερμανία. Γράφει:
«Στο Κατίν οι Γερμανοί
εγκατέστησαν γερμανική ομάδα της προπαγάνδας. Ο Γκέμπελς υποδείκνυε με
επιμονή στους υφισταμένους του: "Οι Γερμανοί αξιωματικοί, που θα
αναλάβουν την καθοδήγηση, θα πρέπει να είναι εξαιρετικά πολιτικά
προετοιμασμένοι και έμπειροι άνθρωποι, ικανοί να ενεργούν με ευελιξία
και βεβαιότητα. Μερικοί άνθρωποί μας πρέπει να είναι εκεί πιο πριν, έτσι
ώστε όλα να είναι έτοιμα κατά την άφιξη του Ερυθρού Σταυρού και κατά
τις εκταφές να μην αντιμετωπίσουν καταστάσεις που δεν αντιστοιχούν στη
γραμμή μας».
Το 1995 κυκλοφόρησε στη Μόσχα το βιβλίο «Ερευνα για
το Κατίν», του Γ. Μούχιν. Μεταξύ πολλών, ο Γ. Μούχιν κατονομάζει τρεις
άμεσες αποδείξεις: 1) Τα συμπεράσματα των ιατροδικαστών εμπειρογνωμόνων,
συμπεριλαμβάνοντας μια σειρά απ' αυτούς, οι οποίοι το 1943 ήταν στην
επιτροπή του Γερμανού καθηγητή Γ. Μπουτς, για το ότι, βάσει του βαθμού
της αποσύνθεσης των πτωμάτων, της κατάστασης του ιματισμού τους και
άλλων σημαδιών, μέχρι τη στιγμή της εκταφής από τους χιτλερικούς, οι
σκοτωμένοι ήταν θαμμένοι στη γη το πολύ ενάμιση χρόνο. Δηλαδή, ο χρόνος
της δολοφονίας τους αφορά το φθινόπωρο του 1941. 2) Οι σφαίρες και οι
κάλυκες, που ανακαλύφθηκαν στους τάφους, είχαν διαμέτρημα 7,65 χιλιοστών
και 6,35 χιλιοστών και τα χαρακτηριστικά του γερμανικού εργοστασίου
παραγωγής σφαιρών «Genshovik», σε συντομογραφία «Geko», δηλαδή,
παράχθηκαν στη Γερμανία. 3) Περίπου στο 20% των πτωμάτων τα χέρια
δέθηκαν με τύπο σπάγκου, ο οποίος πριν από τον πόλεμο δεν παραγόταν
καθόλου στην ΕΣΣΔ, αλλά παραγόταν στη Γερμανία.
Η επιτροπή των
ιατροδικαστών εμπειρογνωμόνων, στην οποία επικεφαλής ήταν ο Γ. Μπουτς,
έμεινε στο Κατίν μόνο δύο μέρες και, αφού άνοιξε εννέα πτώματα, που εκ
των προτέρων είχαν προετοιμάσει οι χιτλερικοί, την 1η Μάη του 1943
αναχώρησε για το Βερολίνο. Τον Μπουτς τον σκότωσαν το 1944 οι ίδιοι οι
Γερμανοί, με την υποψία ότι θα αποκαλύψει τη βρώμικη δουλειά τους για
τους ενταφιασμένους στο Κατίν.
Ο λιμός
Αμέσως
μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, η σοβιετική εξουσία προχώρησε στην
κατάργηση της ιδιοκτησίας γης των τσιφλικάδων, της αυτοκρατορικής
οικογένειας και της Εκκλησίας, η οποία τέθηκε στη διάθεση των
νομαρχιακών Σοβιέτ. Στη συνέχεια, όμως - και μέσα από τις συνθήκες που
δημιούργησε η Νέα Οικονομική Πολιτική (ΝΕΠ) - οι κουλάκοι (οι
καπιταλιστές της υπαίθρου, που διέθεταν στην κατοχή τους μέσα παραγωγής,
μύλους, αποθήκες, κ.λπ.) άρχισαν να συγκεντρώνουν και πάλι την αγροτική
παραγωγή στα χέρια τους. Οι φτωχοί αγρότες, μην έχοντας τη δυνατότητα
πολλοί εξ αυτών να καλλιεργήσουν τα χωράφια τους, αναγκάζονταν να
νοικιάσουν π.χ. εργαλεία, σπόρους, κ.ά. από τους κουλάκους. Μια κακή
σοδειά αρκούσε για βρεθούν χρεωμένοι και να χάσουν τη γη τους. Η
συγκέντρωση αυτή της παραγωγής επέτρεψε στους κουλάκους να ασκούν
σοβαρές οικονομικές και πολιτικές πιέσεις στη σοβιετική κοινωνία.
Μείωναν την τροφοδότηση των πόλεων, απειλώντας τις με πείνα, ασκούσαν
έλεγχο στις τιμές των αγαθών, κρατώντας τις σκόπιμα υψηλές για να
πετύχουν περισσότερο κέρδος, στέκονταν τροχοπέδη στην ανάπτυξη της
σοσιαλιστικής βιομηχανίας που είχε ανάγκη το αγροτικό προϊόν, κ.λπ. Η
αντιμετώπιση του προβλήματος λοιπόν ήταν ζωτικής σημασίας για τη
Σοβιετική Ενωση και την εξέλιξη της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Ετσι,
αποφασίστηκε η σταδιακή συνένωση των μικρών αγροτικών καλλιεργειών σε
μεγάλες παραγωγικές μονάδες.
Η κολεκτιβοποίηση υπήρξε πεδίο
έντονης ταξικής πάλης. Η πάλη αυτή, η οποία έλαβε διάφορες μορφές
παθητικής (δολιοφθορά, άρνηση συγκομιδής) ή ενεργητικής αντίδρασης
(ένοπλες επιθέσεις, δολοφονίες, καταστροφές κολχόζ), εκδηλώθηκε με
ιδιαίτερη σφοδρότητα σε περιοχές της Ουκρανίας που συνόρευαν με την
Πολωνία και που οι δυνάμεις της αντεπανάστασης είχαν ερείσματα από την
εποχή του εμφυλίου.
Επικεφαλής της αντίδρασης ήταν οι «χαμένοι»
της κολεκτιβοποίησης, δηλαδή οι «κουλάκοι», η «τελευταία και πιο
πολυάριθμη από τις εκμεταλλεύτριες τάξεις». Επρόκειτο για έναν
πραγματικό πόλεμο: Στο αποκορύφωμα της αντίδρασης, το Μάρτη του 1930,
σημειώθηκαν στην Ουκρανία 2.945 ένοπλες επιθέσεις (το 45,1% του συνόλου
στην ΕΣΣΔ την εν λόγω περίοδο), ενώ το ίδιο έτος δολοφονήθηκαν 1.197
σοβιετικά επαρχιακά στελέχη και πρωτοπόροι κολχόζνικοι αγρότες (δίχως να
συμπεριλαμβάνονται τα μέλη και τα στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος).
Ας
δούμε τι αναφέρει σχετικά ο I. Mazepa, ένας Ουκρανός εμιγκρές
αντεπαναστάτης (και πρώην πρωθυπουργός της εθνικιστικής κυβέρνησης
Πετλιούρα): «Αρχικά υπήρξαν ταραχές στα κολχόζ και αλλού, όπου οι
κομμουνιστές αξιωματούχοι και οι πράκτορές τους δολοφονούνταν, αλλά στη
συνέχεια προτιμήθηκε ένα σύστημα παθητικής αντίστασης, το οποίο στόχευε
σε μια συστηματική παρακώλυση του προγραμματισμού των μπολσεβίκων,
αναφορικά με το θερισμό και τη συγκέντρωση της συγκομιδής... Ολόκληρα
κομμάτια γης έμειναν αθέριστα, ενώ ακόμα και όταν οι καρποί μαζεύονταν,
σε πολλές περιοχές, ιδιαίτερα στο Νότο, 20, 30 ακόμα και 50% έμεναν
στους αγρούς, και είτε δε συλλέγονταν καθόλου είτε καταστρέφονταν...». Η
αντίδραση αυτή «επέφερε την αποτυχία της συγκέντρωσης της συγκομιδής το
1931, και ακόμα περισσότερο, εκείνης το 1932...».
Ο Frederick
Wilson, καθηγητής του Williams College, ο οποίος βρισκόταν στην Ουκρανία
την επίμαχη περίοδο, έγραψε πως οι κουλάκοι προτίμησαν να σφαγιάσουν τα
ζώα τους παρά να τα δώσουν στα συλλογικά αγροκτήματα, με αποτέλεσμα το
διάστημα 1928 - 1933 η ΕΣΣΔ να στερηθεί σχεδόν το 50% του συνολικού
ζωικού της αποθέματος: «Η σοβιετική αγροτική οικονομία ανέκαμψε από αυτή
την τεράστια καταστροφή μόλις το 1941». Σε αυτό συμφωνούν και οι S.
& B. Webb (ο S. Webb ήταν, μεταξύ άλλων, ο συνιδρυτής του London
School of Economics), που παραθέτουν και τα σχετικά στοιχεία, κάνοντας
λόγο για ένα πραγματικό «ολοκαύτωμα»: Το διάστημα 1929 - 1933 τα άλογα
μειώθηκαν από 34 εκατομμύρια σε μόλις 16,6, τα βοοειδή από 68,1 σε 38,6,
τα πρόβατα και οι γίδες από 147,2 σε 50,6, τα γουρούνια από 20,9 σε
12,2, κ.ο.κ. Αξίζει να σημειώσουμε πως οι Webb επισκέφτηκαν δύο φορές
την ΕΣΣΔ, το 1932 και το 1934, διαπιστώνοντας πως υπήρχαν όντως
ελλείψεις σε τρόφιμα, διαφοροποιούμενες από περιοχή σε περιοχή, οι
οποίες όμως οφείλονταν στις «ατελείωτες ραδιουργίες των κουλάκων, των
οποίων η (ταξική) θέση απειλούνταν με αφανισμό» και όχι σε κάποια
υποχθόνια πολιτική πείνας των μπολσεβίκων.
Οι κουλάκοι δεν είχαν
κανέναν ενδοιασμό να καταδικάσουν χιλιάδες ανθρώπους στην πείνα.
Αλλωστε, το όπλο της πείνας υπήρξε προσφιλές σε αυτούς όλα τα
προηγούμενα χρόνια, προκειμένου να πιέσουν και να εκβιάσουν τη σοβιετική
εξουσία (αυτός ήταν και ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους
έγινε η κολεκτιβοποίηση). Η αποτυχία της σοδειάς οφειλόταν στη σκόπιμη
παρακώλυση ή καταστροφή της συγκομιδής από τις δυνάμεις της
αντεπανάστασης (όπως, άλλωστε, οι ίδιοι υπερηφανεύονται και ομολογούν),
στη μαζική σφαγή των ζώων και βεβαίως στην ένοπλη αντίδραση, που δε θα
μπορούσε να ηττηθεί δίχως την υποστήριξη και την κινητοποίηση της
μεγάλης πλειοψηφίας του σοβιετικού λαού. Δεν είναι τυχαίο πως, με το που
νικήθηκαν οι δυνάμεις της αντίδρασης, η σοδειά του 1933 υπήρξε μια από
τις καλύτερες, ακολουθούμενη από μια επίσης εξαιρετική συγκομιδή το
1934.
Τα «εγκλήματα του κομμουνισμού» στην Ουκρανία «ανέδειξαν»
πρώτοι οι ναζί το 1933. «Από τη στιγμή που ο Χίτλερ ανέβηκε στην
εξουσία», αναφέρει σχετική σοβιετική έκθεση της εποχής, «η χιτλερική
κυβέρνηση μέσω των παγγερμανικών της οργανώσεων εκτόξευσε μέσα από το
φασιστικό Τύπο μια εκτεταμένη αντισοβιετική καμπάνια περί λιμού στην
Ουκρανία, οργάνωσε εκθέσεις φωτογραφιών λιμοκτονούντων Ουκρανών και
δημοσίευσε προβοκατόρικες δηλώσεις του γερμανικού πληθυσμού της
Ουκρανίας που ζητούσε βοήθεια». Η καμπάνια, που τιτλοφορούνταν «Αδέρφια
σε Ανάγκη», εκτός από τη γενικότερη δαιμονοποίηση του κομμουνισμού, είχε
σκοπό τη δημιουργία ανάλογου κλίματος στην κοινή γνώμη (ντόπια και
διεθνή) ενόψει της επερχόμενης επίθεσης κατά της χώρας των Σοβιέτ.
Στις
αρχές του 1935 τη «διεθνή» προβολή και νομιμοποίηση της ναζιστικής
προπαγάνδας ανέλαβε το δημοσιογραφικό συγκρότημα του Αμερικανού
μεγιστάνα του Τύπου W. Hearst. Ο Hearst, που στις ίδιες τις ΗΠΑ
θεωρείται ως ο «πατέρας» της κίτρινης δημοσιογραφίας, υπήρξε (όπως και
μεγάλη μερίδα του αστικού κόσμου τότε) γνωστός υποστηρικτής των «λύσεων»
που προσέφερε ο φασισμός στην οικονομική και πολιτική κρίση του
Μεσοπολέμου (μεταξύ άλλων ήταν επί χρόνια χρηματοδότης του Μουσολίνι).
Μήνες πριν από την καμπάνια περί «σοβιετικού λιμού», ο Hearst είχε
επισκεφτεί τη ναζιστική Γερμανία, όπου συναντήθηκε με κορυφαία στελέχη
του καθεστώτος, όπως ο E. Hanfstaengel (υπουργός Τύπου του Ράιχ) και
βεβαίως με τον ίδιο τον Χίτλερ.
Ακολούθως, το Φλεβάρη του 1935, οι
εφημερίδες του Hearst άρχισαν να δημοσιεύουν σειρά άρθρων
καταγγέλλοντας μια ανθρωπιστική καταστροφή άνευ προηγουμένου στη
σοβιετική Ουκρανία με τουλάχιστον 6.000.000 θύματα: Συνέπεια ενός
σκληρού, απάνθρωπου, ανθρωποφάγου κομμουνιστικού καθεστώτος.
Η
αρθρογραφία του λιμού, που συνοδευόταν από ανάλογες φωτογραφίες φρίκης
(σκελετωμένα παιδιά, πτώματα κ.λπ.), έφερε την υπογραφή ενός Thomas
Walker. Ο Walker παρουσιαζόταν στους αναγνώστες ως «διακεκριμένος
δημοσιογράφος, μελετητής των ρωσικών ζητημάτων, που ξόδεψε πολλά χρόνια
περιοδεύοντας στη Σοβιετική Ενωση». Παράλληλα, τονιζόταν πως ο ίδιος
«ρίσκαρε τη ζωή του για να τραβήξει τις φωτογραφίες του λιμού».
Ωστόσο,
το «σενάριο» ήταν τόσο κακότεχνα φτιαγμένο που δεν άργησε να
καταρρεύσει: Καταρχάς, αποδείχθηκε πως ο T. Walker δε βρέθηκε ποτέ στις
περιοχές που υποτίθεται ότι είδε, κατέγραψε και φωτογράφισε τα
«γεγονότα». Κατά δεύτερον, οι φωτογραφίες «που τράβηξε με ρίσκο της ζωής
του» ήταν εξόφθαλμα ετεροχρονισμένες, αφού σε άλλες οι στρατιώτες που
απεικονίζονταν φορούσαν στολές του τσαρικού ή ακόμα και του
αυστροουγγρικού στρατού (είχαν δηλαδή τραβηχτεί από τον Α' Παγκόσμιο
Πόλεμο), ενώ άλλες ήταν από το λιμό του 1921 - 1922 στην περιοχή του
Βόλγα (αποτέλεσμα του πολέμου, της ιμπεριαλιστικής επέμβασης και του
εμφυλίου).
Το «κερασάκι» στην όλη υπόθεση ήρθε τον Ιούλη του 1935,
όταν ο Walker βρέθηκε έγκλειστος στις φυλακές της Νέας Υόρκης. Ο T.
Walker δεν ήταν καν T. Walker. Ηταν ο Robert Green, «ένας κατάδικος
φυγάς από τις Κρατικές Φυλακές του Κολοράντο, απ' όπου δραπέτευσε... ενώ
εξέτιε 8ετή ποινή κάθειρξης για πλαστογραφία»! Ο R. Green παραδέχτηκε
ενώπιον του δικαστηρίου ότι οι φωτογραφίες δεν ήταν δικές του και ότι η
όλη ιστορία δεν ήταν παρά μια απάτη.
Οι δίκες
Υπάρχει
ένα ακόμα ζήτημα που κατέχει την κορυφή στις θέσεις της αστικής και της
οπορτουνιστικής βιβλιογραφίας. Πρόκειται για τις δίκες της Μόσχας, που
τις περισσότερες φορές παρουσιάζονται ως η κατάληξη του σχεδίου του
Στάλιν για την εξόντωση των μπολσεβίκων ηγετών. Μια τέτοια προσέγγιση
σκοντάφτει σε μια σειρά από αντιφάσεις. Είναι κοινώς ομολογούμενο ότι η
πολιτική γραμμή του Στάλιν ήταν κυρίαρχη από τις αρχές του '30. Παρ' όλα
αυτά οι εσωκομματικοί αντίπαλοι όχι μόνο δεν εξοντώθηκαν, αλλά
επανεντάχθηκαν στο κόμμα (με εξαίρεση τον Τρότσκι) πριν από το «συνέδριο
των νικητών» (17ο Συνέδριο - 1934).
Οι δίκες της Μόσχας μπορούν
να ερμηνευθούν μόνο ενταγμένες μέσα στις συνθήκες στις οποίες
διεξήχθησαν. Πρόκειται για μια εποχή προετοιμασίας της Σοβιετικής Ενωσης
σε σχέση με τον επερχόμενο παγκόσμιο πόλεμο. Η σοβιετική εξουσία
προσπαθεί να σταθεροποιηθεί στο εσωτερικό μέσα από όλο και πιο ευρείες
κοινωνικές συμμαχίες που κατοχύρωνε το Σύνταγμα του 1936. Συνάμα,
απαραίτητος παράγοντας ήταν η ενιαία δράση του κόμματος και του κράτους.
Την ίδια εποχή ο Τρότσκι έχει περάσει στη θέση της ανατροπής της
σοβιετικής ηγεσίας και οι οπαδοί του μετατοπίζονται από τη φραξιονιστική
δραστηριότητα στο εσωτερικό των κομμουνιστικών κομμάτων και της
Διεθνούς, στη δημιουργία αντιπολιτευόμενων κομμάτων. Επαφή με τον
Τρότσκι φαίνεται να είχαν και οι Κάμενεφ και Ζινόβιεφ. Εξάλλου, αυτός
είναι ο λόγος που ο Μπουχάριν θεωρούσε προδοτικές όλες τις παλιές ομάδες
του κόμματος στις καινούριες συνθήκες. Επομένως, ανεξάρτητα από τις
υπερβολές στις διώξεις της περιόδου 1936 - 1938, η σοβιετική εξουσία
στην ουσία απαντούσε στις αντικαθεστωτικές πράξεις, μιας και οι σκοποί
των αντιφρονούντων και του γερμανικού ιμπεριαλισμού συνέκλιναν και μια
αντεπαναστατική δραστηριότητα την περίοδο που η Σοβιετική Ενωση θα
δεχόταν επίθεση θα μπορούσε να αποβεί καταστροφική.