ΣΥΡΙΖΑ: «Πάρε κόσμε» ψίχουλα και κοροϊδία
1.
Ο Αλ. Τσίπρας υποσχέθηκε από τη ΔΕΘ «στήριξη των χαμηλοσυνταξιούχων»,
με «σταδιακή αποκατάσταση των χαμηλών συντάξεων». Η μόνη του δέσμευση,
όμως, ήταν για άμεση αποκατάσταση του δώρου των Χριστουγέννων, ως 13η
σύνταξη, σε 1.262.920 συνταξιούχους που λαμβάνουν σύνταξη έως 700 ευρώ.
Περιορίζει δηλαδή τους μελλοντικούς δικαιούχους της 13ης σύνταξης σε ένα
μικρό μέρος των συνταξιούχων που στο σύνολό τους φτάνουν τους 2.656.430
(ούτε καν στους μισούς). Αυτοί, σύμφωνα με τον ΣΥΡΙΖΑ, θα μοιραστούν
500 εκατ. ευρώ. Δηλαδή, κατά μέσο όρο, θα πάρουν ένα επίδομα 400 ευρώ το
χρόνο (1,1 ευρώ τη μέρα...) κι αυτό το βαφτίζει 13ο μισθό! Σημειώνουμε
ότι το ύψος της δαπάνης για το σύνολο των συντάξεων (κύριες και
επικουρικές) που δίνονται σε ένα χρόνο, ανέρχεται στα 27,6 δισ. ευρώ,
μετά τις αλλεπάλληλες μειώσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ υπόσχεται τώρα ότι θα δώσει
επιπλέον 500 εκατ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί μόλις στο 1,8% της
συνολικής ετήσιας δαπάνης για τις συντάξεις! Κατά τ' άλλα, μίλησε
αόριστα για «πλήρη αποκατάσταση της 13ης σύνταξης και του 13ου μισθού σε
όλους, σταδιακά και σε συνάρτηση με τις οικονομικές συνθήκες».
Επιβεβαίωσε δηλαδή ότι η επαναφορά ακόμα και του 13ου μισθού/σύνταξης
παραπέμπεται στη Δευτέρα Παρουσία, καθώς εξαρτάται από τους ρυθμούς
ανάκαμψης της οικονομίας. Καθόλου τυχαία, βέβαια, ο ΣΥΡΙΖΑ δε λέει
τίποτα για αποκατάσταση και του 14ου μισθού/σύνταξης, τον οποίο, απ'
ό,τι φαίνεται, έχει ξεγράψει οριστικά. Οπως έχει ξεγράψει οριστικά και
την κατάργηση όλων των αντιασφαλιστικών νόμων που επιβλήθηκαν μετά το
2010, αφού και γι' αυτούς δε λέει κουβέντα στις προγραμματικές του
δηλώσεις.
2.
Ο Αλ. Τσίπρας υποσχέθηκε την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751
ευρώ για όλους τους εργαζόμενους, ανεξαρτήτως ηλικίας. Πρόσθεσε ότι
«επαναφέρουμε άμεσα μαζί με τον κατώτατο μισθό το πλαίσιο θεσμικής
προστασίας των εργασιακών δικαιωμάτων που κατάργησαν οι μνημονιακές
κυβερνήσεις. Επαναφέρουμε το θεσμό της μετενέργειας, των συλλογικών
συμβάσεων, του ΟΜΕΔ και της διαιτησίας. Καταργούμε τις ρυθμίσεις για τις
μαζικές και αδικαιολόγητες απολύσεις, την ενοικίαση εργαζομένων κ.λπ.».
Ο ΣΥΡΙΖΑ σκόπιμα αποσιωπά με ποιον τρόπο θα επαναφέρει τον κατώτατο
μισθό στα 751 ευρώ. Δε λέει δηλαδή αν θα καταργήσει την Πράξη Υπουργικού
Συμβουλίου (ΠΥΣ) που επέβαλε μισθούς 586 και 511 ευρώ. Ακόμα, όμως, κι
αν το κάνει, ποιος εγγυάται ότι τα 751 ευρώ θα γίνουν δεκτά από τους
εργοδότες; Και ποιος διασφαλίζει ότι αν γίνουν διαπραγματεύσεις για νέα
ΕΓΣΣΕ, η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ και ο ΣΕΒ θα καταλήξουν σε επαναφορά του
κατώτατου μισθού στο ύψος που ίσχυε πριν την ΠΥΣ; Η βελτίωση του
εργατικού εισοδήματος μέσω της αύξησης του κατώτατου μισθού με νόμο,
μοιάζει περισσότερο με ευχολόγιο. Πολύ περισσότερο που η επικέντρωση
στον κατώτατο μισθό αφήνει απέξω όλο το καθεστώς της ευελιξίας
(«ευελφάλειας») στις εργασιακές σχέσεις, που επεκτάθηκε τα τελευταία
χρόνια και έχει τη μεγαλύτερη συμβολή στην κατακρήμνιση του εισοδήματος
των εργαζομένων. Το καθεστώς αυτό, που βασίζεται στο ευρωενωσιακό
πλαίσιο για την αγορά εργασίας και στις σχετικές οδηγίες της ΕΕ, δεν
αναιρείται από τα μέτρα που λέει ότι θα πάρει ο ΣΥΡΙΖΑ. Για παράδειγμα,
τι θα γίνει με την εκ επιτροπής εργασία, τη μερική απασχόληση, τις
ατομικές και επιχειρησιακές συμβάσεις, τη διευθέτηση του χρόνου
εργασίας; Θυμίζουμε μόνο ότι με βάση τα στοιχεία του ΙΚΑ, ένας στους
τέσσερις εργαζόμενους παίρνει μισθό κάτω από 500 ευρώ μεικτά, κυρίως
επειδή εργάζεται με μερική απασχόληση και εκ περιτροπής εργασία! Επίσης,
από τις προσλήψεις που έχουν γίνει το πρώτο οκτάμηνο του 2014
(1.020.887), το 47% (480.693) είναι μερικής και εκ περιτροπής
απασχόλησης.
3.
Ο Αλ. Τσίπρας υποσχέθηκε «άμεσα ένα έκτακτο πρόγραμμα για την ανάκτηση
της εργασίας, διετούς διάρκειας, συνολικού κόστους 5 δισ. ευρώ εκ των
οποίων 3 δισ. ευρώ για τον πρώτο χρόνο. Το πρόγραμμα προβλέπει την
καθαρή αύξηση των θέσεων εργασίας της τάξης των 300.000 στο σύνολο της
οικονομίας - δηλαδή στον ιδιωτικό τομέα, στο δημόσιο, και στον τομέα της
κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας (...) Εκτός από την τοπική
αυτοδιοίκηση, η απορρόφησή τους στον ιδιωτικό τομέα θα συνδυαστεί με
στοχευμένες επιδοτήσεις νέων θέσεων εργασίας για νέους 15 - 24 ετών και
μακροχρόνια ανέργους άνω των 35 ετών, σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Θα
συνδυαστεί, επίσης, με ρήτρες πρόσληψης μακροχρόνια ανέργων και νέων σε
προγραμματικές συμβάσεις του Δημοσίου με τον ιδιωτικό τομέα και τον
τομέα κοινωνικής οικονομίας, εφόσον υλοποιούν έργα του Δημοσίου. Θα
περιλαμβάνει, επίσης, τη χρηματοδότηση ανέργων για αυτοαπασχόληση και
δημιουργία νέων επιχειρήσεων (...) Αυτό (το πρόγραμμα), τον πρώτο χρόνο
θα χρηματοδοτηθεί κατά 1 δισ. από τη γέφυρα του ΕΣΠΑ 2007 - 2013, κατά
1,5 δισ. από τα 2,5 δισ. του ΕΣΠΑ 2014 - 2020 και κατά 500 εκατ. από
άλλα εξειδικευμένα ευρωπαϊκά εργαλεία για την αύξηση της απασχόλησης». Ο
ΣΥΡΙΖΑ υπόσχεται τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης με χρηματοδότηση από
τα ΕΣΠΑ και άλλα ευρωπαϊκά εργαλεία. Ωστόσο, οι θέσεις απασχόλησης που
δημιουργούν αυτά τα χρηματοδοτικά «εργαλεία» είναι βραχύχρονες,
υποαμειβόμενες και στηρίζονται κατά βάση στην επιδότηση των εργοδοτών.
Τέτοιες θέσεις δημιουργεί, για παράδειγμα, το πρόγραμμα της «κοινωφελούς
εργασίας», το οποίο χρηματοδοτείται από τα ΕΣΠΑ. Αλλωστε, τα ίδια τάζει
και η σημερινή κυβέρνηση, σε ό,τι αφορά την ανεργία. Θυμίζουμε ότι στις
αρχές Αυγούστου, με τις ίδιες πηγές χρηματοδότησης, ο Αντ. Σαμαράς είχε
εξαγγείλει 100.000 θέσεις εργασίας προγραμμάτων «κατάρτισης» και
«κοινωφελούς εργασίας», διάρκειας πέντε έως έξι μηνών. Δύο ακόμα παρατηρήσεις:
Με τους ανέργους να προσεγγίζουν σήμερα το 1,5 εκατ., ο ΣΥΡΙΖΑ
υπόσχεται 300.000 θέσεις απασχόλησης σε δύο χρόνια. Παραδέχεται δηλαδή
ότι ακόμα και μ' αυτές τις διαλυμένες εργασιακές σχέσεις, όπου η μια
θέση εργασίας μοιράζεται στα δυο και στα τρία, δεν μπορεί να υπάρξει
ουσιαστική μείωση της ανεργίας, πόσο μάλλον αυτή να εξαλειφθεί στο
πλαίσιο του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης. Τέλος, με τις εξαγγελίες
του ο ΣΥΡΙΖΑ λέει ωμά σε εργαζόμενους και ανέργους να ξεγράψουν κάθε
σκέψη και αίτημα για σταθερή εργασία με αξιοπρεπείς μισθούς και να
συμβιβαστούν με τη μισοδουλειά και τη μισοζωή.
4.
Ο Αλ. Τσίπρας υποσχέθηκε «διεύρυνση» του αριθμού των δικαιούχων του
επιδόματος ανεργίας. Είπε συγκεκριμένα: «Το πρόγραμμά μας για 300.000
νέες θέσεις εργασίας θα εξοικονομήσει πόρους, αφού ένας σημαντικός
αριθμός δικαιούχων του επιδόματος θα αποκτήσει εργασία. Σε ισάριθμους
ανέργους θα χορηγηθεί επίδομα ανεργίας, με κοινωνικά κριτήρια». Μια
πρώτη παρατήρηση είναι ότι από τις εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ απουσιάζει η
επαναφορά του επιδόματος ανεργίας στα 460 ευρώ, από 361 που έγινε μετά
τις περικοπές. Αντ' αυτού, ο ΣΥΡΙΖΑ υπόσχεται διεύρυνση των κριτηρίων,
ώστε περισσότεροι άνεργοι να δικαιούνται το επίδομα. Από τη μια επιμένει
στα «κοινωνικά κριτήρια» για την παροχή του πενιχρού επιδόματος (δηλαδή
όχι επιδότηση όλων των ανέργων, χωρίς όρους και προϋποθέσεις) και από
την άλλη ομολογεί ότι ο αριθμός των επιδοτουμένων δεν μπορεί να
υπερβαίνει τους σημερινούς δικαιούχους. Για να γίνει αντιληπτό το
μέγεθος της κοροϊδίας, αρκεί να αναφέρουμε ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία
του ΟΑΕΔ, το σύνολο των επιδοτούμενων ανέργων τον περασμένο Ιούλη ήταν
μόλις 89.850 άτομα, που αντιστοιχεί στο 9,2% του συνολικού αριθμού των
εγγεγραμμένων (979.026 άτομα). Με βάση αυτά που είπε ο Αλ. Τσίπρας, στην
καλύτερη περίπτωση, αυτό που θα κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι να συνεχίσει την
ανακύκλωση των σημερινών ανέργων, που παίρνουν το επίδομα των 360 ευρώ.
5.
Ο Αλ. Τσίπρας υποσχέθηκε «δωρεάν ιατρική περίθαλψη για όλους - Δραστική
μείωση συμμετοχής στη φαρμακευτική δαπάνη. Το πρόγραμμά μας
περιλαμβάνει δωρεάν πρόσβαση για όλους, ασφαλισμένους και ανασφάλιστους,
στις δημόσιες δομές Υγείας και διασφάλιση της πρόσβασης για όλους στην
αναγκαία φαρμακευτική αγωγή με δραστικό περιορισμό - έως μηδενισμό για
ειδικές κατηγορίες - της επιβάρυνσης στη συμμετοχή των ασθενών στη
φαρμακευτική δαπάνη». Ο ΣΥΡΙΖΑ μιλάει για δωρεάν ιατρική περίθαλψη, αλλά
δεν λέει αν αυτή θα καλύπτεται αποκλειστικά από τον κρατικό
προϋπολογισμό. Σε διαφορετική περίπτωση, το βάρος θα πέσει ξανά στα
ασφαλιστικά ταμεία, δηλαδή τους ασφαλισμένους. Ούτε καν το 5ευρω δεν
λέει ρητά ότι θα το καταργήσει. Διαβεβαιώνει επίσης ότι το φάρμακο θα
συνεχίσει να είναι εμπόρευμα, με συμμετοχή του ασφαλισμένου, ενώ η όποια
κατάργηση της συμμετοχής θα αφορά «ειδικές κατηγορίες», δηλαδή
περιορισμένο αριθμό αρρώστων.