Η περίοδος της καραντίνας ήταν ένα πρωτοφανές
φαινόμενο παγκοσμίως, το οποίο οδήγησε στην εύρεση λύσεων που θα
υποκαθιστούσαν τη φυσική επαφή των ανθρώπων στα πλαίσια της
αποστασιοποίησης, η οποία όμως δεν έπρεπε να μετατραπεί σε
αποκοινωνικοποίηση. Έτσι, η πλειοψηφία των καθημερινών δραστηριοτήτων
των ανθρώπων, που μέχρι χθες γινόταν δια ζώσης, ξαφνικά μπήκε σε μία
παύση άγνωστης διάρκειας. Επηρεάστηκαν όλες οι καθημερινές μας
συνήθειες, από τις κοινωνικές επαφές των ανθρώπων, μέχρι την εκπαίδευση
και την εργασία. Οι άνθρωποι κλειδώθηκαν στα σπίτια τους και μέσα από
αυτά προσπαθούσαν να ανοίξουν ένα παράθυρο στον ψηφιακό κόσμο, εφόσον ο
υλικός αποτελούσε απειλή. Το παράθυρο αυτό, το παρείχε στον κόσμο η
τεχνολογία και η επιστήμη, όπως άλλωστε και ολόκληρο τον ψηφιακό κόσμο, ο
οποίος σήκωσε το βάρος της συνέχισης της ζωής των ανθρώπων σε ολόκληρο
τον πλανήτη, την ώρα που ο αληθινός κόσμος αντιμετώπιζε την πρώτη φάση
της πανδημίας. Το διαδίκτυο και η πληροφορική παρείχαν όλα τα εργαλεία
για την υποκατάσταση κάθε φυσικής δραστηριότητας, με μία αντίστοιχη
ψηφιακή.
Η αίθουσα διδασκαλίας, ο χώρος εργασίας, η τράπεζα, η δημόσια
υπηρεσία, το εμπορικό κατάστημα, η καφετέρια, το θέατρο, ο
κινηματογράφος, η μουσική σκηνή, ακόμα και τα κυβερνητικά κτίρια, όλα
μεταφέρθηκαν στα σπίτια των ανθρώπων. Μία οθόνη, μία κάμερα, ένα
μικρόφωνο και ένα ηχείο έγιναν τα μάτια, τα αυτιά και το σώμα του κάθε
ανθρώπου. Ήταν μια πραγματικά πρωτόγνωρη και αγριευτική εμπειρία που
θυμίζει έντονα σενάρια ταινιών επιστημονικής φαντασίας, όπου οι άνθρωποι
έχουν πλέον μετατραπεί σε ανθρωποειδή που απλώς επιβιώνουν στον φυσικό
κόσμο, ενώ στην ουσία ζουν και δραστηριοποιούνται σε έναν άλλο,
παράλληλο, ψηφιακό κόσμο, κατά τη γνώμη μου νικημένοι από την ίδια την
τεχνολογία.
Και κάπου εδώ τελειώνει η περιγραφή της κατάστασης που ζήσαμε το
περασμένο διάστημα και ίσως κληθούμε να βιώσουμε ξανά το επόμενο
διάστημα, κατά το δεύτερο κύμα της πανδημίας, το οποίο έχει ήδη αρχίσει
να εκδηλώνεται σε ολόκληρο τον πλανήτη. Πέραν όμως της περιγραφής της
κατάστασης που έζησε η πλειοψηφία, υπάρχει και μία άλλη πραγματικότητα,
αυτή που βίωσε, βιώνει και θα συνεχίσει να βιώνει ένα μεγάλο μέρος του
παγκόσμιου πληθυσμού που δεν έχει πρόσβαση στην τεχνολογία και στο
διαδίκτυο, πολλές φορές ούτε καν στο ηλεκτρικό ρεύμα. Η ένδεια, η
ανέχεια, η πείνα.
Στον καπιταλισμό, η ενέργεια, οι τηλεπικοινωνίες, οι ηλεκτρονικοί
υπολογιστές και κάθε άλλο αγαθό ή υπηρεσία, που εμείς παράγουμε,
μετατρέπεται σε εμπόρευμα στα χέρια των κεφαλαιοκρατών, εμπόρευμα το
οποίο απαιτεί υψηλό αντίτιμο για την απόκτησή του. Το αντίτιμο αυτό
όμως, είναι δυσβάσταχτο για την πλειοψηφία του λαού και ακατόρθωτο για
ένα μέρος του, ειδικά όταν προηγείται η απόκτηση πιο βασικών προϊόντων,
όπως η ύδρευση, η τροφή, η ένδυση, η στέγαση, η ιατροφαρμακευτική
περίθαλψη, η κάλυψη δηλαδή των βασικών ανθρωπίνων αναγκών. Αυτό
δημιουργεί το φαινόμενο του ψηφιακού χάσματος, το οποίο συναντάται
παγκοσμίως, σε διαφορετικό βαθμό, από περιοχή σε περιοχή και από
οικονομία σε οικονομία. Τα χάσματα και οι ανισότητες όμως είναι βαθιά
ριζωμένες στο γονιδίωμα του καπιταλισμού. Και μπορεί το τεχνολογικό
χάσμα να γίνεται πιο αισθητό όταν συγκρίνουμε τη Γερμανία με τη Ζάμπια,
όπου οι κάτοικοι δεν έχουν καν πρόσβαση σε καθαρό πόσιμο νερό, ωστόσο
δεν παύει το χάσμα να υπάρχει σε μικρότερη κλίμακα, ακόμη και μέσα στην
ίδια κοινωνία, ανάμεσα στους πολίτες διαφορετικών στρωμάτων της. Διότι,
μπορεί στις μέρες μας, να θεωρείται αυτονόητη η ύπαρξη σύγχρονου
υπολογιστή και σύνδεσης στο διαδίκτυο σε κάθε λαϊκό σπίτι, δεν είναι
όμως εξίσου αυτονόητος ο τρόπος απόκτησής τους, ειδικά όταν κάποιος ζει
σε ένα σπίτι που στα χρόνια της λιτότητας και των αλλεπάλληλων
καπιταλιστικών κρίσεων, μπορεί να υπάρχει ένας ή και κανένας
εργαζόμενος.
Έτσι, το κράτος αποφασίζει ξαφνικά να υποκαταστήσει τη σχολική
αίθουσα με διαδραστικές βιντεοκλήσεις πολλών ατόμων. Ο εργοδότης
αποφασίζει να υποκαταστήσει το χώρο εργασίας με βιντεοκλήσεις και
απομακρυσμένες συνδέσεις με τις πληροφοριακές υποδομές της εταιρείας.
Όλα τα παραπάνω όμως απαιτούν αυξημένη υπολογιστική ισχύ και ταχύρρυθμη
σύνδεση στο διαδίκτυο, δηλαδή την ύπαρξη ή την αγορά ενός ακριβού
υπολογιστή τελευταίας τεχνολογίας και τη συνδρομή σε ένα ακριβό
τηλεπικοινωνιακό πακέτο. Την ίδια ώρα, ούτε το κράτος, ούτε οι εργοδότες
παρέχουν αυτές τις αναγκαίες υποδομές στο λαό, ούτε τον αποζημιώνουν
για τη χρήση που κάνει θέτοντας τες στις υπηρεσίες τους, αν ήδη τις
διαθέτει. Το φαινόμενο αυτό γεννά χάσματα και ανισότητες. Μαθητές που
χάνουν μαθήματα, εργαζόμενοι που χάνουν μεροκάματα, και γενικά άνθρωποι
διαφορετικών ταχυτήτων που απομονώνονται, στερούνται κοινωνικοποίησης,
ψυχαγωγίας, διασκέδασης.
Τα υποκατάστατα που έφερε η καραντίνα μαζί της, ήρθαν για να μείνουν,
γιατί συμφέρουν τους κεφαλαιοκράτες. Η τηλεργασία είναι ένα
πολυχρηστικό εργαλείο στα χέρια τους, που τους απαλλάσσει από τεράστια
λειτουργικά κόστη, όπως κτίρια που κατόπιν χρήζουν συντήρησης και
καθαρισμού, γραφεία, καρέκλες, γραφική ύλη, μηχανογραφικές υποδομές
χρηστών, ηλεκτρικό ρεύμα, υπερωρίες και υπερεργασίες, οδοιπορικά κόστη,
εργατικά ατυχήματα, γονικές άδειες και πολλά άλλα. Και πάνω από όλα τους
γλιτώνουν από το βραχνά της συνύπαρξης των εργατών στον ίδιο χώρο, της
ανταλλαγής απόψεων, της οργάνωσης κινητοποιήσεων, της περιφρούρησης
απεργιών και στάσεων εργασίας με τον αποκλεισμό των χώρων εργασίας.
Πλέον όλα θα λειτουργούν αδιάλειπτα, ψηφιακά και απομακρυσμένα.
Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω ήταν η περίοδος της καραντίνας να
αποτελέσει βούτυρο στο ψωμί των τηλεπικοινωνιακών κολοσσών, που ήδη προ
πανδημίας κορωνοϊού, ετοίμαζαν με πυρετώδεις ρυθμούς τη μετάβαση στην
τεχνολογία 5G, ένα παγκόσμιο επενδυτικό παιχνίδι τρισεκατομμυρίων, το
οποίο οι τηλεπικοινωνιακές εταιρείες, χέρι-χέρι με τις κυβερνήσεις
ετοιμάζονται να παίξουν το επόμενο διάστημα. Η ανάγκη για ακόμη
ταχύτερες συνδέσεις στο διαδίκτυο και μάλιστα όχι μόνο για ψυχαγωγικούς
λόγους, αλλά για λόγους καθημερινής διαβίωσης, ήταν η καλύτερη
προωθητική καμπάνια, που δε θα μπορούσε ποτέ να γεννήσει το μυαλό ενός
διαφημιστή. Και όσο οι φαρμακευτικές εταιρείες μαγειρεύουν τη μοιρασιά
από τα κέρδη του πολυπόθητου εμβολίου για τον κορωνοϊό, οι
τηλεπικοινωνιακές μοιράζουν την πίτα της αναβάθμισης σε δίκτυα 5G,
προσπαθώντας να πάρουν όσο το δυνατόν περισσότερα και μεγαλύτερα
κομμάτια, κλείνοντας συμφωνίες με κράτη και κυβερνήσεις.
Υ.Γ. Στην κούρσα του 5G φαίνεται να έχει μείνει λίγο πίσω η Ρωσία, η
οποία προσπαθεί τώρα να συνάψει συμφωνίες με την Κίνα και να επιταχύνει
άμεσα για την κάλυψη του κενού. Παράλληλα, το 5G αποτελεί την αιτία του
νέου ψυχρού πολέμου μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας και το λόγο για τον οποίο ο Τραμπ
συνεχίζει μέχρι και σήμερα να αποκαλεί τον κορωνοϊό «κινέζικο ιό»
(“Chinese Virus”) και συντηρεί ανόητες, σκοταδιστικές θεωρίες συνομωσίας
περί κατασκευασμένου ιού σε εργαστήρια της Γουχάν και για μετάδοση του
ιού μέσω κυμάτων 5G.