Ο Ρίγκαν (εδώ σε εναγκαλισμούς με τον Μ. Γκορμπατσόφ) έλεγε το 1981 ότι ετοιμάζεται «να εξοντώσει τους εγκέφαλους της διεθνούς τρομοκρατίας». Στην πραγματικότητα, η Ουάσιγκτον καβαλίκεψε το «αλογάκι» της «διεθνούς τρομοκρατίας» για αντισοβιετικούς σκοπούς, παρουσιάζοντας στους Ευρωπαίους συμμάχους της την ΕΣΣΔ σαν χώρα που επιδιώκει με τρομοκρατικές πράξεις να εξασθενήσει και να αποσταθεροποιήσει τα καπιταλιστικά καθεστώτα
|
«Η πολιτική και η τρομοκρατική βία επικαλούνταν ως κίνητρο έναν καλύτερο κόσμο. Τα παραδείγματα του κόσμου αυτού στην Ανατολική Ευρώπη κατέρρευσαν μέσα στην ανυποληψία, αφού πρώτα έδειξαν ανάγλυφα τη φύση καθεστώτων αυταρχισμού, ανελευθερίας και αδικίας», έγραφαν «Τα Νέα», συμπληρώνοντας ότι «είναι μια παλιά συνταγή της άκρας αριστεράς». Δεν είναι καινούργιο ζήτημα. Πάντα, όταν διάφοροι μηχανισμοί εκτελούσαν τέτοιες αποστολές, φρόντιζε η αστική προπαγάνδα με τον πλέον επίσημο τρόπο να προσδώσει σ' αυτούς ριζοσπαστική ιδεολογία, ακόμη και μαρξιστική, όπως τώρα υπονοούν, ταυτίζοντας τέτοιες ενέργειες με την πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού, προκειμένου να καλλιεργήσουν αποστροφή στους εργαζόμενους, κατασυκοφαντώντας ταυτόχρονα το σοσιαλισμό.
Βεβαίως, όσο υπήρχαν οι σοσιαλιστικές χώρες, τα ιμπεριαλιστικά επιτελεία, με επικεφαλής τις κυβερνήσεις των ΗΠΑ, κατηγορούσαν ως υπεύθυνη για τη λεγόμενη «διεθνή τρομοκρατία» που οργάνωναν οι ίδιοι τη Σοβιετική Ενωση. Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι στο όνομα της «τρομοκρατίας» εκπορεύονταν και η αντισοβιετική, αντικομμουνιστική προπαγάνδα, αλλά έγιναν και ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι, όπως π.χ. στο Αφγανιστάν μετά το χτύπημα στους δίδυμους πύργους της Ν. Υόρκης. Ας δούμε όμως το θέμα της «διεθνούς τρομοκρατίας» με μερικά αποσπάσματα από το βιβλίο του Λ. Ζαμόισκι «Τα κρυφά ελατήρια της διεθνούς τρομοκρατίας» γραμμένο στη 10ετία του '80, για τις τότε μεθόδους οργάνωσης της «τρομοκρατίας». (Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή, 1986).
***
Στις 12 Δεκέμβρη 1969, έγινε στο Μιλάνο έκρηξη βόμβας μεγάλης ισχύος στο φουαγιέ της Αγροτικής Τράπεζας στην πλατεία Φοντάν. Την ίδια μέρα, έγιναν εκρήξεις και στη Ρώμη. 16 άτομα σκοτώθηκαν, περίπου εκατό τραυματίστηκαν. Η Αστυνομία ανακοίνωσε ότι φταίνε οι «αριστεροί», αλλά αποδείχτηκε τελικά ότι ήταν προβοκάτσια που είχαν οργανώσει οι μυστικές υπηρεσίες της Ιταλίας και του ΝΑΤΟ μαζί με τους νεοφασίστες, που ένα μέρος τους είχε εγγραφεί στους «υπεραριστερούς»
|
Η εκστρατεία κατηγοριών ενάντια στη Σοβιετική Ενωση ότι υποστηρίζει τη διεθνή τρομοκρατία κατέλαβε μια από τις κύριες θέσεις στην πολιτική του Λευκού Οίκου από τις πρώτες μέρες μόλις ήρθε στην εξουσία των ΗΠΑ ο Πρόεδρος Ρίγκαν.
Οπως παρατηρούσε η εφημερίδα «Τάιμς της Νέας Υόρκης», οχτώ μέρες μετά την ανάληψη από τον Ρίγκαν των καθηκόντων του και τρεις μέρες μετά τη συνεδρίαση της νέας κυβέρνησης, που αφορούσε στο πρόβλημα της τρομοκρατίας, ο υπουργός Εξωτερικών Αλεξάντερ Χέιγκ κατηγόρησε τη Σοβιετική Ενωση ότι «εκπαιδεύει, χρηματοδοτεί και εξοπλίζει τους διεθνείς τρομοκράτες». Τότε κιόλας ο Χέιγκ υποσχέθηκε ότι αυτό το θέμα θα κατέχει στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ την ίδια θέση που κατείχε επί Προέδρου Κάρτερ η προπαγανδιστική εκστρατεία «για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου».
Αυτήν την εκστρατεία την είχε ξεκινήσει, εξάλλου, ο ίδιος ο Ρίγκαν πριν ακόμα αναλάβει επίσημα τα προεδρικά καθήκοντα. Σε συνέντευξή του στο λίγο γνωστό ιταλικό περιοδικό «Σετιμανάλε», που παραχώρησε στις αρχές του Γενάρη 1981, δήλωσε ότι ετοιμάζεται «να εξοντώσει τους εγκέφαλους της διεθνούς τρομοκρατίας». Στην ίδια συνέντευξη είπε μια φράση που την αναφέρανε αργότερα πολλές φορές οι εφημερίδες: «Μπορώ να σας περιγράψω την εικόνα που στέκεται μπροστά στα μάτια μου: Η Αμερική θα καβαλικέψει το άλογο».
Αν χρησιμοποιήσουμε αυτήν την εικόνα, μπορούμε να πούμε, ότι η Ουάσιγκτον καβαλίκεψε το «αλογάκι» της «διεθνούς τρομοκρατίας» και εκμεταλλεύεται ενεργητικά αυτό το άλογο κούρσας για αντισοβιετικούς σκοπούς. Κύριο πεδίο δράσης επιλέχτηκε η Δυτική Ευρώπη, όπου η τρομοκρατία έχει χτίσει τις φωλιές της. Υποβάλλουν την ιδέα στους συμμάχους ότι η ΕΣΣΔ επιδιώκει με τρομοκρατικές πράξεις να εξασθενήσει και να αποσταθεροποιήσει τα καπιταλιστικά καθεστώτα.
Οπαδοί του Τζουζέπε Πίνο Ραούτι, χαιρετούν φασιστικά το φέρετρό του, το Νοέμβρη του 2012. Ο Ραούτι ήταν ηγέτης της νεοφασιστικής οργάνωσης «Ορντινε νουόβο», τα μέλη της οποίας, προσποιούμενοι τους αριστεριστές και τους αναρχικούς εισχωρούσαν σε αριστερίστικες οργανώσεις, τις οποίες έσπρωχναν να διαπράττουν ακρότητες, ώστε να μπορούν αργότερα να κατηγορηθούν οι «κόκκινοι» για εξτρεμισμό και τρομοκρατία
Claudio Bernardi/Lapresse
|
«Η Μόσχα τηλεκατευθύνει τους τρομοκράτες», έδινε τον τόνο ένα άρθρο στο γαλλικό περιοδικό «Παρί-Ματς». Το έγραψε ο Ρόμπερτ Μος, αυτός ο ίδιος που ανήκε στο «επιτελείο των εγκεφάλων» της CIA για την αποσταθεροποίηση του καθεστώτος Αλιέντε στη Χιλή και ετοίμαζε τον ερχομό στην εξουσία του στρατηγού Πινοσέτ. Το γεγονός ότι ο Μος είναι Αγγλος δεν ξεγελάει κανέναν: Είναι γνωστός ως ένας από τους κύριους προμηθευτές υλικών για αποπληροφόρηση από μέρους της CIA.
Η απεσταλμένη στη Ρώμη Αμερικανίδα δημοσιογράφος Κ. Στέρλινγκ σκάρωσε στα γρήγορα το βιβλίο «Δίκτυο τρομοκρατίας», όπου προσπαθούσε ν' αποδείξει ότι οι τρομοκρατικές ραδιουργίες ξεκινούν τάχα από τη Σοβιετική Ενωση. Ολα αυτά τα κατασκευάσματα τ' άρπαζαν αμέσως τα αμερικανικά μέσα μαζικής προπαγάνδας, οι ίδιοι οι κρατικοί παράγοντες των ΗΠΑ. Κουνώντας το βιβλίο της Στέρλινγκ, ο Χέιγκ βεβαίωνε θριαμβευτικά: «Εδώ τα λέει όλα». Πολλούς δημοσιογράφους τούς συντάραξε κάτι άλλο: Πόσο αισχρό στο περιεχόμενο και ανοιχτά κακόβουλο ήταν αυτό το παινεμένο βιβλίο. Τους προξενούσε έκπληξη ότι με βάση τέτοια «φούμαρα» είχε ξεσηκωθεί σε κρατικό επίπεδο μια εκστρατεία, που τη θεωρούσαν καίρια για τα συμφέροντα των ΗΠΑ.
Δεν υπάρχει άραγε τίποτε το ουσιαστικότερο από τις επινοήσεις του επαγγελματία και πληρωμένου ψεύτη Μος ή τα «έργα» της Στέρλινγκ; Γιατί δεν τρέχει για βοήθεια η Κεντρική Διεύθυνση Πληροφοριών, που είναι ο κύριος βοηθός σε τέτοιες υποθέσεις; Η CIA όμως και οι συνάδελφοί της «γλιστρούσαν». Οι απαιτήσεις του Λευκού Οίκου να παρουσιαστούν αποδείξεις για την ενίσχυση της ξεκινημένης ήδη αντισοβιετικής εκστρατείας, όπως αναφέρει η εφημερίδα «Τάιμς της Νέας Υόρκης», «αιφνιδίασαν τα κατασκοπευτικά όργανα». Η CIA και το FBI αναγκάστηκαν να δηλώσουν ότι δε διαθέτουν στοιχεία που να στηρίζουν τους ισχυρισμούς των Ρίγκαν και Χέιγκ. Η CIA κατ' επιμονή της Ουάσιγκτον τρεις φορές παρουσίασε την έκθεσή της πάνω σ' αυτό το θέμα, αλλά το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο: μηδέν. Δε βρέθηκαν τέτοια στοιχεία ούτε στο υπουργείο Αμυνας ούτε στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Εκτός απ' αυτό, όπως μετέδωσε το πρακτορείο «Ασοσιέιτεντ Πρες», εκπρόσωπος της CIA δήλωσε στα τέλη του 1981 ότι η υπηρεσία πληροφοριών αποφάσισε να εγκαταλείψει γενικά τα δημοσιεύματα και τις έρευνες πάνω σε θέματα της διεθνούς τρομοκρατίας. Πώς έτσι ξαφνικά;
Επειδή «προκαλούν πολλές συζητήσεις... και τραβούν ιδιαίτερη προσοχή προς τη CIA»!
Αποκαλυπτική ομολογία! Η CIA φοβάται να στρέψει απάνω της την προσοχή σ' ό,τι αφορά το θέμα της διεθνούς τρομοκρατίας. Με άλλα λόγια, η εκστρατεία του Λευκού Οίκου τρόμαξε για καλά τη CIA. Στο Λένγκλι έκριναν ότι το ψάξιμο του «εγκεφαλικού κέντρου της διεθνούς τρομοκρατίας» μπορεί να οδηγήσει σε θλιβερά για τη CIA αποτελέσματα και να βγάλουν στην επιφάνεια ότι η τρομοκρατία είναι μια από τις μεθόδους του κρυφού πολέμου που οι ΗΠΑ διεξάγουν τόσα χρόνια τώρα ενάντια στους συμμάχους τους.
12 του Δεκέμβρη 1969 στο Μιλάνο. Εγινε έκρηξη βόμβας μεγάλης ισχύος στο φουαγιέ της Αγροτικής Τράπεζας στην πλατεία Φοντάν. Την ίδια μέρα, έγιναν εκρήξεις και στη Ρώμη. 16 άτομα σκοτώθηκαν, περίπου εκατό τραυματίστηκαν. Τερατώδικο, ανόητο από την πρώτη ματιά κακούργημα. Ποιος το έπραξε και γιατί; Η Ιταλία συγκλονίστηκε. Συνταραχτήκαμε κι εμείς οι ανταποκριτές, διαπιστευμένοι στην Ιταλία.
Η Αστυνομία ανακοινώνει: Φταίνε οι αριστεροί. Εξαπολύεται μια ξέφρενη αντικομμουνιστική εκστρατεία. Δημιουργείται όμως η εντύπωση ότι πλασάρουν στους Ιταλούς ένα από τα πριν σκαρωμένο σενάριο.
Αργότερα, η σειρά εκρήξεων αποδείχνεται ότι ήταν μια μεγάλη προβοκάτσια, την οποία είχαν οργανώσει οι μυστικές υπηρεσίες της Ιταλίας και του ΝΑΤΟ μαζί με τους νεοφασίστες, που ένα μέρος τους είχε εγγραφεί μ' αυτή την ευκαιρία στους «υπεραριστερούς». Θα εξακριβωθεί ότι οι μυστικές υπηρεσίες της Ιταλίας βοήθησαν τους πραγματικούς υπαίτιους να κρυφτούν, τα ίχνη τους θα χαθούν στην Ισπανία και την Πορτογαλία υπό την προστασία των ντόπιων φασιστών και της «μαύρης διεθνούς» που συνδεόταν με τη CIA.
Με άλλα λόγια, στο ιταλικό έδαφος θα επαναληφθεί η παραλλαγή με τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ, που οργάνωσαν στον καιρό τους οι φασίστες για να κατηγορήσουν τους κομμουνιστές και να προλειάνουν το δρόμο στον Χίτλερ. Πολλές φορές αργότερα άλλαζαν οι μορφές της τρομοκρατίας και οι ταμπέλες τους. Τα εγκλήματα διαπράττονταν πότε με ανοιχτά φασιστικά συνθήματα, πότε με ψευτοαριστερά. Πίσω από τις διάφορες αιτίες και την τακτική αλλαγή μιας μορφής τρομοκρατίας με άλλη άρχισε να διαφαίνεται η καλοστημένη σκηνοθεσία που απομάκρυνε έγκαιρα από τη σκηνή τα εκτεθειμένα πρόσωπα, γλιτώνοντάς τα από την τιμωρία, βοηθώντας τα να αποδράσουν από τις φυλακές, ώστε αργότερα να τα ξαναβάλει στο σκοτεινό, αιματηρό παιχνίδι. Και τα βασικά του γεγονότα σαν να είχαν αντιγραφεί από το μιλανέζικο σενάριο.
Αναμφισβήτητα, η τρομοκρατία στη σημερινή Δυτική Ευρώπη έχει τη δική της λογική, τρέφεται από σειρά κοινωνικούς παράγοντες, όπως είναι η απελπισία μεγάλων ομάδων νεολαίας, από τις οποίες έχουν αφαιρεθεί οι ελπίδες για το μέλλον, για την αξιοποίηση των δυνάμεων και των γνώσεών τους, η καταστροφή των μεσαίων στρωμάτων, η μαζική ανεργία. Εδώ προστίθενται και οι προσπάθειες των ηγετικών κύκλων να αποπροσανατολίσουν ιδεολογικά τις λαϊκές μάζες, να δημιουργήσουν το έδαφος για τον εξτρεμισμό, να τις αντιπαρατάξουν στο οργανωμένο εργατικό και δημοκρατικό κίνημα.
Αλλά αυτοί οι παράγοντες δεν μπορούν από μόνοι τους να εξηγήσουν ούτε τις διαστάσεις της σύγχρονης τρομοκρατίας, ούτε τη ζωτικότητά της, ούτε τον προσανατολισμό της. Φέρνοντας ξανά στη μνήμη τα βασικά επεισόδια της δράσης των τρομοκρατών, που είχα παρουσιάσει όταν δούλευα ως ανταποκριτής της «Ιζβέστια» στη Ρώμη και αργότερα της «Λιτερατούρναγια Γκαζέτα» στο Παρίσι - από τις εκρήξεις στο Μιλάνο, οι οποίες εγκαινίασαν την εποχή της λεγόμενης «στρατηγικής της έντασης», μέχρι τη δολοφονία του επιφανούς κρατικού και πολιτικού παράγοντα της Ιταλίας Αλντο Μόρο - μπορώ να συμπεράνω: Το φαινόμενο της τρομοκρατίας προσέλαβε τη σημερινή έκταση όχι ως συνέπεια της δράσης των εσωτερικών κινητήριων δυνάμεών της, αλλά γιατί την έτρεφαν και την καλλιεργούσαν συνειδητά από τα έξω. Η ανάλυση των γεγονότων, των ογκωδέστατων φακέλων που είχα συγκεντρώσει όταν δούλευα στην Ιταλία και τη Γαλλία, οδηγούν και σ' ένα άλλο συμπέρασμα: Υπάρχει πραγματικά ένας «εγκέφαλος» ή, σωστότερα, ένα σύστημα συνδεμένων μεταξύ τους κέντρων που διευθύνουν τις ενέργειες των τρομοκρατών σε εθνική και διεθνή κλίμακα.
Στη Γαλλία, στις παραμονές των κοινοβουλευτικών εκλογών το 1978, ένας από τους ηγέτες των σοσιαλιστών, ο Μισέλ Ροκάρ, πέταξε την κουβέντα ότι σε περίπτωση που θα νικήσουν οι αριστερές δυνάμεις, η CIA έχει καταστρώσει ένα σχέδιο «αποσταθεροποίησης» της χώρας. Η δήλωση αυτή προκάλεσε ζωηρό ενδιαφέρον. Στην παράκληση να διευκρινίσει περί τίνος πρόκειται, ο Ροκάρ είπε στην αρχή ότι «αυτά είναι γνωστά σε όλους».
Οπως φαίνεται, όμως, αυτός ήταν ένας από τους λίγους που πραγματικά γνώριζε για τέτοια σχέδια. Ο Ροκάρ εξήγησε: Πρόκειται για τη χρησιμοποίηση ενάντια στις αριστερές δυνάμεις της Γαλλίας των τρομοκρατικών ομάδων διάφορης εθνικής καταγωγής - από την Κορσική, την Μπρετάνη και την Αλσατία - Λωρραίνη. Η δραστηριότητά τους εντάθηκε πραγματικά στις παραμονές των εκλογών. Τη χρονιά εκείνη, ωστόσο, νίκησαν τα συντηρητικά κόμματα. Το 1981 όμως η Γαλλία εξέλεξε σοσιαλιστή πρόεδρο και οι πρόωρες κοινοβουλευτικές εκλογές έφεραν στην εξουσία τα αριστερά κόμματα. Και είναι ενδεικτικό ότι έκαναν ξανά την εμφάνισή τους οι αυτονομιστές, οι οποίοι έριξαν βόμβες στην Κορσική, στο ίδιο το Παρίσι και σε άλλα μέρη.
Τη μέθοδο της μεταμφίεσης με αριστερό ένδυμα την παίρνει στο οπλοστάσιό του και ο ηγέτης της νεοφασιστικής οργάνωσης «Ορντινε νουόβο», Τζουζέπε Πίνο Ραούτι. Αυτός στέλνει τους μπράβους του στην Ελλάδα για να μελετήσουν την «πείρα» των Ελλήνων φασιστών. Αφού εκπαιδεύτηκαν οι άνθρωποι του Ραούτι επιστρέφουν στην Ιταλία και, προσποιούμενοι τους αριστεριστές και τους αναρχικούς, εισχωρούν στους κύκλους της αριστερής απόχρωσης. Αποστολή τους είναι να σπρώχνουν τα μέλη των αριστερίστικων οργανώσεων να διαπράττουν ακρότητες, ώστε να μπορούν αργότερα να κατηγορηθούν οι «κόκκινοι» για εξτρεμισμό και τρομοκρατία.
Το 1968 ο Ραούτι κάνει μια σειρά ταξίδια στην Ελλάδα, όπου έρχεται σε επαφή με τον φασίστα εκπρόσωπο Πλεύρη, ηγέτη της «Κίνησης 4η Αυγούστου». (Η Κίνηση αυτή εμπνεόταν από τις ιδέες του δικτάτορα Μεταξά, ο οποίος στις 4 Αυγούστου 1936 είχε διαλύσει το Κοινοβούλιο και απαγόρεψε τα πολιτικά κόμματα). Τον Απρίλη του 1969 με τη συμμετοχή του Ραούτι γίνεται μυστική σύσκεψη στην Πάδουα, όπου αποφασίστηκε να εφαρμοστεί η «ελληνική πείρα» και να οργανωθούν προβοκάτσιες σε ολόκληρη τη Βόρεια και Κεντρική Ιταλία. Η πραγματοποίησή τους ανατέθηκε στην ομάδα δύο φανατικών φασιστών από την Πάδουα, τους Φρέντα και Βεντούρα. Και οι δύο αρχίζουν να διαδίδουν τη θεωρία της συνένωσης των προσπαθειών των φασιστών και υπεραριστερών στον κοινό αγώνα «ενάντια στο καθεστώς».
Με την ιδιότητα του ιδεολόγου ο Φράνκο Φρέντα κυκλοφόρησε μια σειρά «συγγράμματα», ανάμεσά τους και το βιβλίο «Η κατάλυση του συστήματος», όπου προπαγανδίζει ότι είναι ανάγκη να εγκαταλείψουν οι «αριστεροί» εξτρεμιστές τις «απαρχαιωμένες» ιδέες, του αντιφασισμού και να ενωθούν στον αγώνα ενάντια στο καθεστώς με όλες τις επαναστατικές δυνάμεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνει και το φασισμό. Τα συνθήματα που είχαν πέραση στα χρόνια των φοιτητικών ταραχών στη Δυτική Ευρώπη προσαρμόστηκαν από τον Φρέντα για τη θεμελίωση της προσέγγισης των αριστερίστικων ιδεών και των ιδεών του φασισμού. Σε μία συνέντευξη ο αρχιφασίστας εξέφρασε το «σεβασμό προς την αυτοτέλεια» των άκρως «αριστερών» αντιπάλων και ανέφερε μάλιστα τα λόγια του Κλάουζεβιτς: «Πρέπει να βαδίζουμε χωριστά, για να μαχόμαστε μαζί».
Ο δάσκαλος του Φρέντα, ένας από τους ηγέτες του νεοφασιστικού κόμματος Πίνο Ραούτι (τον ακολουθεί το 1/4 σχεδόν των οπαδών του στην Ιταλία) κηρύσσει περίπου τις ίδιες ιδέες, ζητώντας να γίνει πάλη μέσα στο κίνημά του ενάντια στους «μετριοπαθείς» υπέρ του «δεξιού ριζοσπαστισμού». Ο Ραούτι απευθύνεται στους ανέργους, τους δυστυχισμένους, τους αλήτες, αποκαλώντας το κίνημά του «αριστερό εθνικοσοσιαλισμό». Η κίνηση «μαύρη αυτονομία», που δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία του στη δεκαετία του '70, χρησιμοποιεί και συνθήματα πάλης για την προστασία του περιβάλλοντος, κοντολογίς, τα πάντα που μπορούν να χρησιμεύσουν για να γίνει δημοφιλές.
Αυτή η μεταμφίεση διευκόλυνε τη διείσδυση των φασιστών προβοκατόρων στις αριστερίστικες οργανώσεις. Βοήθησε να παρουσιαστούν οι τρομοκρατικές πράξεις και ασχημίες που τις κάνει ή τις υποδαυλίζει η άκρα Δεξιά, σαν ενέργειες των «κόκκινων», των «κομμουνιστών».
Υστερα από τη σύσκεψη στην Πάδουα, η ομάδα του Φρέντα καταπιάνεται με τη «δουλειά». Πραγματοποιεί πολλές απόπειρες δολοφονίας, εμπρησμούς - 22 μέσα σε 9 μήνες. Η ομάδα ανατινάζει το γραφείο του πρύτανη του Πανεπιστημίου της Πάδουα, βάζει φωτιά στο περίπτερο της ΦΙΑΤ στην έκθεση του Μιλάνου, πραγματοποιεί εκρήξεις στο σταθμό του Μιλάνου και σε βαγόνια τρένων. Και σαν επιστέγασμα οργανώνει τις αιματηρές εκρήξεις στο Μιλάνο και τη Ρώμη στις 12 του Δεκέμβρη 1969.
Η ΣΙΝΤ (σ.σ. μυστική υπηρεσία) μέσω του πράκτορα «Τζέτα» (Τζανετίνι) γνώριζε από τα πριν για τις απόπειρες, αλλά δεν έκανε τίποτε για να αποτρέψει τα εγκλήματα. Κάτι παραπάνω, πολλούς από τους οργανωτές των αιματηρών πράξεων - αδιόρθωτους φασίστες, τους βοήθησε αργότερα να περάσουν τα σύνορα και να κρυφτούν.
Ετσι καταστράφηκαν οι σπουδαιότερες αποδείξεις της ανάκρισης. Οταν η βασική εκδοχή δεν άντεξε στη διερεύνηση, οι μυστικές υπηρεσίες κατηύθυναν την ανάκριση σε άλλους λαθεμένους δρόμους. Μόνο το 1979 οι εκτελεστές του αιματηρού κακουργήματος Φρέντα και Βεντούρα θα κάτσουν στο εδώλιο του κατηγορουμένου, αλλά και τότε ύστερα από πολλές χρονοτριβές, τους αθωώνουν.
Ανάλογες διαδικασίες «προσέγγισης των άκρων» ενθαρρύνονται από τις δυτικές μυστικές υπηρεσίες και στη Γαλλία, την Ισπανία και σε μια σειρά άλλες χώρες.