26 Νοε 2020

Οι ... «σωτήρες» της δημόσιας Υγείας


«Να σώσουμε τη δημόσια Υγεία» είπε προχτές ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, παρουσιάζοντας την πρόταση για το «νέο ΕΣΥ». Ο ΣΥΡΙΖΑ διαπιστώνει ότι «οι ευθύνες είναι γνωστές» για το σημερινό χάλι στην Υγεία, που η γύμνια της αποκαλύφθηκε ακόμα περισσότερο με αφορμή την πανδημία. Μάταια προσπαθεί όμως να βγάλει από το κάδρο τις δικές του τεράστιες ευθύνες, αφού την ίδια πολιτική της υποχρηματοδότησης, εμπορευματοποίησης και ιδιωτικοποίησης υλοποίησε ως κυβέρνηση, ενώ σήμερα προσφέρει «χέρι βοηθείας» στη ΝΔ, προτείνοντας κοινό υπουργό Υγείας! Η αλήθεια είναι ότι όσα βιώνουν τα λαϊκά στρώματα στην πανδημία, με τα ξεχαρβαλωμένα νοσοκομεία, το ανύπαρκτο σύστημα ΠΦΥ, την κερδοσκοπία και την ασυδοσία των ιδιωτών δομών, έχουν τη σφραγίδα της σημερινής και όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων, μεταξύ αυτών και του ΣΥΡΙΖΑ. Στο έδαφος αυτό κλιμακώνει την επίθεση η ΝΔ, την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ αντιπολιτεύεται την πολιτική που ο ίδιος εφάρμοσε και «χαϊδεύει τα αυτιά» υγειονομικών και ασθενών, που διεκδικούν προσλήψεις, αύξηση της χρηματοδότησης, μέτρα προστασίας της υγείας του λαού.

* * *

Ας θυμηθούμε ορισμένα από όσα έγιναν στην Υγεία επί ΣΥΡΙΖΑ:

  • Συνεχίστηκε η πολιτική της υποχρηματοδότησης, στο όνομα της «δημοσιονομικής σταθερότητας». Η δημόσια δαπάνη έφτασε το 2019 στο 5% του ΑΕΠ, συνεχίζοντας την πορεία συρρίκνωσης όλων των προηγούμενων χρόνων. Αποτέλεσμα αυτής της διαχρονικής υποχρηματοδότησης είναι η υποστελέχωση του δημόσιου συστήματος Υγείας, που αποδείχτηκε θανάσιμα επικίνδυνη σε συνθήκες πανδημίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ μείωσε την επιχορήγηση των νοσοκομείων από τον κρατικό προϋπολογισμό κατά 860 εκατομμύρια (45%), από το 2015 έως το 2019, και φόρτωσε τη δαπάνη στα ρημαγμένα ασφαλιστικά ταμεία. Από το 2013 (συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ) μέχρι και το 2019 (ΣΥΡΙΖΑ) η κρατική χρηματοδότηση των δημόσιων νοσοκομείων μειώθηκε συνολικά κατά 30,3%.
  • Με «ευαγγέλιο» τη στρατηγική του κεφαλαίου, για λειτουργία των δημόσιων νοσοκομείων με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, ως «αυτοτελείς επιχειρηματικές μονάδες» που θα καλύπτουν το κόστος λειτουργίας με την «πώληση» υπηρεσιών στους ασθενείς και τα ασφαλιστικά ταμεία, διατήρησε και εφάρμοσε για πρώτη φορά πιλοτικά το 2018 σε 18 νοσοκομεία τον νόμο της συγκυβέρνησης ΝΔ - ΠΑΣΟΚ του 2014 για αλλαγή του τρόπου χρηματοδότησης των νοσοκομείων, όχι με βάση τον πληθυσμό ευθύνης αλλά με βάση την ικανότητα προσέλκυσης πελατών και την επίτευξη οικονομικής αποδοτικότητας.
  • Ο ΣΥΡΙΖΑ στήριξε την πολιτική των ΣΔΙΤ στην Υγεία και άνοιξε διάπλατα την πόρτα για νοσοκομεία - ιδιωτικές επιχειρήσεις, ενταγμένα στο δημόσιο σύστημα, με τη λειτουργία της Ανώνυμης Εταιρείας Μονάδων Υγείας ΑΕ (ΑΕΜΥ ΑΕ), στην οποία ανήκει για παράδειγμα το Νοσοκομείο Σαντορίνης.
  • Τη διαλυμένη ΠΦΥ σε δομές, προσωπικό και ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό που παρέλαβε, την διατήρησε εξίσου διαλυμένη, όπως φαίνεται και από την τεράστια αύξηση της προσέλευσης των ασθενών στα Εξωτερικά Ιατρεία των Νοσοκομείων. Αντί της ίδρυσης και στελέχωσης Κέντρων Υγείας αγροτικού και αστικού τύπου, έβαλε ως προτεραιότητα τη μνημονιακή δέσμευση της δημιουργίας των ΤΟΜΥ, δομές - κόφτες της πρόσβασης των ασθενών σε δημόσιες μονάδες Υγείας, ώστε να συμπιέζεται το κόστος της περίθαλψης προς τα κάτω.
  • Επί ΣΥΡΙΖΑ, ο αριθμός κλινών ΜΕΘ παρέμεινε στα χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, που επικαλείται σήμερα, και βέβαια πολύ πιο κάτω σε σύγκριση με τις πραγματικές ανάγκες. Το 25% των κρεβατιών παρέμενε επίσης κλειστό λόγω έλλειψης προσωπικού, που ποτέ δεν προσλήφθηκε.
  • Δεν επαναλειτούργησε κανένα από τα νοσοκομεία που έκλεισαν ή συγχώνευσαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις (ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΛΑΟΣ). Το κενό που άφησαν αυτά τα νοσοκομεία, όπως τα «Λοιμωδών» σε Αττική και Θεσσαλονίκη, το «Παναγιά» στην Καλαμαριά και άλλα, γίνεται ακόμα πιο καταστροφικό για τον λαό σε συνθήκες πανδημίας. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά διατήρησε και τη διάταξη ΝΔ - ΠΑΣΟΚ για υποχρεωτική διάθεση του 10% των κλινών των νοσοκομείων σε ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες.
  • Το 5ευρω στα νοσοκομεία, που είχαν επιβάλει ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, ποτέ δεν καταργήθηκε. Αντικαταστάθηκε μέσα από την αύξηση των εισφορών από 4% στο 6% στις κύριες και από 0% σε 4% στις επικουρικές συντάξεις. Αλλά και οι ανασφάλιστοι δεν απέκτησαν ποτέ δωρεάν κρατική κάλυψη. Ο κρατικός προϋπολογισμός επί των ημερών του ΣΥΡΙΖΑ δεν διέθεσε στα νοσοκομεία δεκάρα τσακιστή για την περίθαλψή τους. Ολο το κόστος φορτώθηκε στους ασφαλισμένους, δηλαδή στα ρημαγμένα Ταμεία. Οσοι δε ανασφάλιστοι έχουν εισόδημα πάνω από 200 ευρώ το μήνα, πληρώνουν όλες τις συμμετοχές σε φάρμακα και εξετάσεις, όπως οι ασφαλισμένοι.
  • Ο ΣΥΡΙΖΑ προσέλαβε ελάχιστους μόνιμους γιατρούς και νοσηλευτές, αυξάνοντας τα οργανικά κενά, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των προσλήψεων που έγιναν αφορά συμβασιούχους, με διετείς συμβάσεις, ΕΣΠΑ, κοινωφελή προγράμματα ΟΑΕΔ κ.ά. Ενώ πάνω από 2.500 υγειονομικοί συνταξιοδοτήθηκαν επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ (2015 - 2019), οι μόνιμες προσλήψεις ήταν μόλις 1.000, μειώνοντας κι άλλο τον αριθμό των μόνιμων και αορίστου χρόνου εργαζομένων στην Υγεία, εξασφαλίζοντας ένα φτηνότερο και πιο «ευέλικτο» Δημόσιο. Η αναλογία συμβασιούχων/μόνιμων γιατρών έφτασε επί ΣΥΡΙΖΑ στο 2:5.
  • Σαρωτικές ήταν οι παρεμβάσεις και σε βάρος του χρόνου εργασίας των γιατρών, προκαλώντας γενικευμένες αντιδράσεις. Διατήρησε στο ακέραιο το πετσόκομμα των 6 μισθών το χρόνο (περικοπή 13ου - 14ου μισθού, αυξήσεις εισφορών και κρατήσεων, μισθολογική και βαθμολογική καθήλωση) και επέφερε επιπλέον χτυπήματα με το «νέο μισθολόγιο». Διατήρησε τους υγειονομικούς των δημόσιων μονάδων Υγείας εκτός ΒΑΕ και τη δέσμευση για περικοπή του ανθυγιεινού επιδόματος, όταν ολοκληρωθεί η νέα λίστα των ΒΑΕ.
* * *

Αυτά κι άλλα πολλά έγιναν επί ΣΥΡΙΖΑ, πριν η σημερινή κυβέρνηση πιάσει το «νήμα» που ξεδιπλώνεται σήμερα μπροστά μας. Η πανδημία επιβεβαίωσε ότι και σε συνθήκες «κανονικότητας» το δημόσιο σύστημα της Υγείας λειτουργούσε στα όριά του. Η κατάρρευσή του ήταν προδιαγεγραμμένη. Ούτε βέβαια χρειαζόταν η πανδημία για να αποκαλυφθεί ο άθλιος ρόλος του ιδιωτικού τομέα της Υγείας, που «τάισαν» με ζεστό χρήμα και προνόμια όλες οι κυβερνήσεις. Σε τελική ανάλυση, εκεί συναντιούνται η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΙΝΑΛ και όλα τα άλλα αστικά κόμματα: Στην αντιμετώπιση της Υγείας του λαού ως «κόστος» για το κράτος και την εργοδοσία, που πρέπει να μειώνεται, αλλά και ως πεδίο κερδοφόρων επενδύσεων για το κεφάλαιο. Αυτήν την πολιτική, που δοκιμάστηκε και αποδείχτηκε εγκληματική για την υγεία και τις ανάγκες του λαού, σερβίρει και σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ ως «σωτηρία για τη δημόσια Υγεία»...

Χωρίς δεύτερη κουβέντα


«Η έκθεση δεν είναι πολιτικό κείμενο και γι' αυτό πρέπει να μείνει έξω από την πολιτική, μάλλον θα έλεγα την κομματική, αντιπαράθεση». Με αυτήν την απαίτηση - στο όνομα των «ειδικών» που ο λόγος τους δεν χωράει δεύτερη κουβέντα - κάλεσε τη Δευτέρα ο πρωθυπουργός τον λαό να υποδεχτεί αδιαμαρτύρητα όσα περιλαμβάνει η λεγόμενη «Εκθεση Πισσαρίδη». Τον «οδικό χάρτη» δηλαδή ανάκαμψης του κεφαλαίου, που στόχο έχει να φορτώσει και τη νέα καπιταλιστική κρίση στο λαό, με τα όσα εφιαλτικά προβλέπει για τον ίδιο.

Αλλά τι είναι εκείνο που «πρέπει να μείνει έξω από την αντιπαράθεση»;

Είναι οι νέες ανατροπές στην Κοινωνική Ασφάλιση, στην κατεύθυνση της παραπέρα ιδιωτικοποίησής της και του περιβόητου «κεφαλαιοποιητικού» συστήματος, όπου οι ασφαλισμένοι θα είναι «επί ξύλου κρεμάμενοι» ώστε το κεφάλαιο να βάλει στο χέρι πάνω από 99 δισ. ευρώ τις επόμενες δεκαετίες, χώρια τις νέες εισφοροαπαλλαγές που θα απολαμβάνει με το νόμο που ψήφισε χτες η κυβέρνηση, φορτώνοντας και νέα βάρη στους ασφαλισμένους.

Είναι τα νέα αντεργατικά μέτρα, με στόχο την ένταση της εκμετάλλευσης, που κρύβεται πίσω από τα περί «ανόδου της παραγωγικότητας». Η δουλειά όποτε και όπως θέλει το αφεντικό, ήλιο με ήλιο, χωρίς υπερωρίες και με 200 ευρώ, που φέρνει η κυβέρνηση με το νέο αντεργατικό τερατούργημα. Το «σήμα» της έκθεσης για καθορισμό του κατώτατου μισθού από «επιτροπή ειδικών», όπως και για παραπέρα απελευθέρωση των απολύσεων για να αρθούν οι περιορισμοί «στη δυνατότητα μιας επιχείρησης να μεταβάλλει τον αριθμό των απασχολούμενων». Η κατάργηση επί της ουσίας του επιδόματος ανεργίας, το οποίο από τους διαδοχικούς «κόφτες» όλων των κυβερνήσεων δεν δικαιούνται 9 στους 10 ανέργους, και τώρα η έκθεση «προτείνει» «να μην είναι σταθερό και συνδεδεμένο με τον κατώτατο μισθό αλλά με τις προηγούμενες αμοιβές του ανέργου».

Ενώ εν μέσω πανδημίας, η οποία με τον πιο τραγικό τρόπο αποκαλύπτει τις συνέπειες για το λαό από την πολιτική της εμπορευματοποίησης της Υγείας που υλοποίησαν όλα τα προηγούμενα χρόνια, η κυβέρνηση απαιτεί από το λαό να «καταπιεί» την επιτάχυνση της ίδιας πολιτικής για τη μετατροπή των νοσοκομείων σε «αυτοχρηματοδοτούμενες επιχειρηματικές μονάδες», διεύρυνση των ΣΔΙΤ, νέες περικοπές, «ελαστικές» σχέσεις εργασίας, πριμοδότηση των ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιρειών κ.ά.

Και προφανώς να μη λέει «δεύτερη κουβέντα» για τις περικοπές άνω των 600 εκατομμυρίων ευρώ που προβλέπει ο προϋπολογισμός για τις δαπάνες στην Υγεία, αφού, όπως λέει και η έκθεση, η πανδημία «δημιουργεί και σημαντικές ευκαιρίες για τον τομέα Υγείας στην Ελλάδα και κυρίως τις εξαγωγικές επιχειρήσεις»! «Ευκαιρίες» για το κεφάλαιο που θα κληθεί να πληρώσει ο λαός.

Η λίστα με τα όσα περιέχει η έκθεση είναι ατελείωτη, και κάθε της λέξη έχει από πίσω και ένα από τα «θέλω» των επιχειρηματικών ομίλων: Είτε αφορά το «πογκρόμ» πλειστηριασμών και εκβιασμών για τη λαϊκή κατοικία, αυτοαπασχολούμενους και επαγγελματίες, ώστε οι επιχειρηματικοί όμιλοι να βρουν πρόσβαση σε φτηνότερο δανεισμό, είτε τη «διεύρυνση της φορολογικής βάσης» με τους ακόμα φτωχότερους για νέες φοροαπαλλαγές στο κεφάλαιο, είτε τις νέες αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις σε Παιδεία, Δικαιοσύνη, με στόχο να ανοίξουν νέα πεδία κερδοφορίας για τους επιχειρηματικούς ομίλους.

Αυτά, οι στόχοι και η στρατηγική του κεφαλαίου, που σημαίνουν ζωή - κόλαση για το λαό, είναι τα «θέσφατα» στα οποία η κυβέρνηση καλεί «κάθε πολίτη, την ελληνική κοινωνία, τα κόμματα (...) να ανατρέχουν ανά πάσα στιγμή και να το συμβουλεύονται».

Τους στόχους αυτούς συνυπογράφει όμως και ο ΣΥΡΙΖΑ που κοροϊδεύει ξανά στεγνά το λαό, με τα περί «σχεδίου αντιπισσαρίδη», απαλλαγμένου τάχα από τις «νεοφιλελεύθερες εμμονές», αλλά με την ίδια «εμμονή» και προσήλωση στα συμφέροντα του κεφαλαίου, τα οποία παρουσιάζει ότι μπορεί τάχα να «συνυπάρξουν» με τις εργατικές - λαϊκές ανάγκες.

Αν κάτι όμως όντως δεν χωράει «δεύτερη κουβέντα», είναι ακριβώς πως οι εργατικές - λαϊκές ανάγκες, τα δικαιώματα του λαού σε Υγεία, δουλειά με δικαιώματα, στην ίδια τη ζωή, δεν χωράνε σε κανένα από τα «σχέδια» του κεφαλαίου και των κυβερνητικών του διαχειριστών. Αυτά είναι υπόθεση του δικού του αγώνα σε σύγκρουση με το κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις του.

TOP READ