Αν το ΚΚΕ δε διδασκόταν από την Ιστορία του, θα κατέληγε στον εκφυλισμό
Πριν
από ένα μήνα πραγματοποιήθηκε η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ με
αντικείμενο την ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική δράση του Κόμματος
και της ΚΝΕ στο χώρο της νεολαίας και στο κίνημά της. Τα καθήκοντα είναι
πολύμορφα κι ανάμεσά τους η ανάγκη αποφασιστικής επίδρασης στο
ιδεολογικό πεδίο κατέχει εξέχουσα θέση, αφού όλοι οι ιδεολογικοί
μηχανισμοί του κράτους απευθύνονται πρωταρχικά στη νεολαία, ειδικότερα
στα παιδιά της εργατικής τάξης. Το πεδίο της Ιστορίας, κυρίως του 20ού
αιώνα, ακόμα περισσότερο των δεκαετιών 1940 - 1950, συγκεντρώνει το
μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Και είναι φυσικό. Αυτός ο αιώνας
θα ακολουθεί την ανθρωπότητα για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Στον 20ό
αιώνα συντελέστηκαν η μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση, που
ξεπήδησε μέσα από τις φλόγες του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η πάλη της νέας
εξουσίας για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, η
εποποιία του Κόκκινου Στρατού κατά του φασιστικού ιμπεριαλισμού στο Β΄
Παγκόσμιο Πόλεμο, οι άλλες επαναστάσεις μετά απ' αυτόν, τα μεγάλα
επιτεύγματα του σοσιαλισμού, αλλά και η αντεπανάσταση του 1989 - 1991.Γι' αυτά και για άλλα σημαντικά γεγονότα που ξετυλίχθηκαν στην Ελλάδα, όπως η ΕΑΜική Αντίσταση, ο Δεκέμβρης 1944 και κυρίως ο ΔΣΕ, διεξάγεται σκληρή ιδεολογικοπολιτική διαπάλη. Επομένως, το ζήτημα της αντικειμενικότητας στην Ιστορία βρίσκεται στο επίκεντρο.
Υποστηρίζουμε ότι η επιστημονική θεώρηση της Ιστορίας είναι δυνατή μόνο όταν γίνεται με οδηγό τη μαρξιστική διαλεκτική μέθοδο, μια μεγάλη κατάκτηση της ανθρωπότητας στην ερμηνεία της ιστορικής εξέλιξης, θεμελιωμένη από τους Κ. Μαρξ και Φρ. Ενγκελς.
MotionTeam
|
MotionTeam
|
Το νόημα της πολιτικής καθοδήγησης του ΚΚ συνίσταται στην πάλη για τη συνειδητή οργανωμένη δράση της εργατικής τάξης, για να ανυψωθεί αυτή στο επίπεδο της ιστορικής της αποστολής, αναδείχνοντας χιλιάδες ηγετικές προσωπικότητες. Γι' αυτό το ΚΚΕ υπογραμμίζει ότι την επανάσταση δε θα την κάνει αυτό, αλλά η εργατική τάξη. Το ΚΚΕ φιλοδοξεί να ηγηθεί σε αυτήν τη συλλογική δράση και η ηγεσία του Κόμματος κρίνεται στην προετοιμασία αυτού του καθήκοντος, πολύ περισσότερο όταν πρόκειται για επαναστατικές συνθήκες.
Η αστική αντίληψη παρουσιάζει την ιστορική εξέλιξη ως έργο της ηγετικής προσωπικότητας. Ο Στάλιν, ο Ζαχαριάδης, ο τάδε ή ο δείνα. Οχι η τάξη, όχι το κόμμα ως συλλογικός καθοδηγητής, αλλά το πρόσωπο, αποσπασμένο και από την τάξη και από το κόμμα. Το πρόσωπο, γύρω από το οποίο και σύμφωνα με τη θέληση του οποίου περιστρέφονται οι πάντες σαν είδος δορυφόρων του.
Γενικά η Ιστορία του ΚΚΕ παρουσιάζεται ως προσωπική διαδρομή των κατά καιρούς ηγετών του. Οι προσωπογραφίες - και αυτές παραμορφωμένες - υποκαθιστούν το βάθος, στο οποίο έχουν αφήσει ανεξίτηλα τα ίχνη τους και καθημερινά αφήνουν χιλιάδες και χιλιάδες κομμουνιστές και κομμουνίστριες.
Η ιδεαλιστική προσέγγιση αντιμετωπίζει τον Στάλιν και τον Ζαχαριάδη με πλήρη παραγνώριση των συνθηκών που ξετυλίγονται στη βάση της ταξικής πάλης, με πλήρη αποσιώπηση των συλλογικών θέσεων και αποφάσεων των ΚΚ τους. Αυτό το τελευταίο επιχειρούν τα αστικά και οπορτουνιστικά επιτελεία και με τον Χ. Φλωράκη. Εδώ ο ΣΥΡΙΖΑ πρωτοστατεί. Για να χτυπήσει το Κόμμα παίρνει δήθεν υπό την ...προστασία του τον Χ. Φλωράκη, αφού προηγουμένως τον έλουσε με τα «διακοσμητικά» του παλαιολιθικού - δεινόσαυρου - δογματικού.
Λες και τη γραμμή του ΚΚΕ τη διαμορφώνει ο Γενικός Γραμματέας και όχι τα Συνέδρια του Κόμματος, η ΚΕ, συνολικά το Κόμμα, όπου βεβαίως ο Γ. Γραμματέας έχει το δικό του ξεχωριστό μερίδιο και στα θετικά και στα αρνητικά.
Στην εποχή του ιμπεριαλισμού υπάρχουν δύο πατριωτισμοί σε κάθε χώρα
Ως
αντικειμενική έχει την αξίωση να παρουσιάζεται και εκείνη η
ιστοριογραφία που έβαλε σκοπό της να τοποθετεί τα πράγματα με το κεφάλι
στη θέση των ποδιών. Αναφερόμαστε στους λογής - λογής παραχαράκτες.Παραχάραξη της Ιστορίας είναι η κατασκευή γεγονότων για να συκοφαντήσεις τον αντίπαλο, ή η επίκληση ανύπαρκτων ζητημάτων ως πραγματικών για να τον εμφανίσεις ως αναξιόπιστο.
Ενα παράδειγμα κατασκευής αποτελεί το λεγόμενο Σύμφωνο Δασκάλωφ - Ιωαννίδη, το οποίο το ΚΚΕ δήθεν υπέγραψε την Κατοχή, για να παραχωρηθεί στη Βουλγαρία τμήμα της Μακεδονίας.
Παράδειγμα επίκλησης ανύπαρκτων ζητημάτων ως πραγματικών είναι αυτό που ακούμε από μια γκάμα πολιτικών και ιστορικών, ότι το ΚΚΕ έκρυβε το Πρόγραμμά του την περίοδο της Κατοχής και ότι πρόβαλε τον εθνικοαπελευθερωτικό μανδύα, για να συσπειρώσει το λαό και ύστερα να τον οδηγήσει δολίως και διά της βίας στη δικτατορία του προλεταριάτου, δηλαδή, όπως λένε οι πλαστογράφοι, στη «δικτατορία του Κόμματος».
Βέβαια, δε μας λένε, γιατί ένα τμήμα της αστικής τάξης συνεργάστηκε με τους Γερμανούς και ένα άλλο πήγε στη Μέση Ανατολή και δεν έμεινε εδώ, ως ... γνήσια εθνικοαπελευθερωτικό που ήταν, για να δώσει το αίμα του, ενώ το ΚΚΕ, που «υποκρινόταν», έδωσε το αίμα του! Ομως, τα ντοκουμέντα μαρτυρούν ότι το ΚΚΕ ποτέ δεν έκρυψε το σκοπό του.
Παραχάραξη της Ιστορίας είναι να κάνεις το άσπρο μαύρο, για παράδειγμα να υποστηρίζεις ότι η ΕΣΣΔ ήταν «η αυτοκρατορία του κακού», όταν αποδεικνύεται από χιλιάδες ντοκουμέντα και οπτικό υλικό, ότι η Σοβιετική Ενωση ζητούσε την καταστροφή όλων των πυρηνικών όπλων και την ταυτόχρονη διάλυση του ΝΑΤΟ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας, αλλά αυτά δε γίνονταν λόγω άρνησης του ιμπεριαλισμού που ...αμυνόταν! Η κατάργηση των πυρηνικών και του ΝΑΤΟ δε γίνεται ούτε τώρα, αντίθετα θωρακίζεται όλο και περισσότερο.
Παραχάραξη της Ιστορίας είναι ο κάλπικος ισχυρισμός των αναθεωρητών της Ιστορίας ότι τα Τάγματα Ασφαλείας συγκροτήθηκαν λόγω της «ΕΑΜικής τρομοκρατίας». Ο Παν. Κανελλόπουλος το 1945 υποστήριζε:
«... τα τάγματα δεν θα εγίνοντο αν δεν προηγούνταν τα εγκλήματα του ΕΛΑΣ».2 Κι αυτό, όταν τα γεγονότα μαρτυρούν το δολοφονικό ρόλο των Ταγμάτων Ασφαλείας, ενώ η κυβέρνηση Τσολάκογλου ζητούσε απ' τους Γερμανούς να γίνουν τα Τάγματα από το 1941, όταν ακόμα δεν είχε δημιουργηθεί το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι τότε δε συμφώνησαν οι Αρχές Κατοχής. Ενώ ο Ι. Ράλλης, απολογούμενος στη δίκη των δοσιλόγων, εξήγησε την αιτία:
«... τα θεμέλια του κοινωνικού μας καθεστώτος εσείοντο».3
Παραχάραξη της Ιστορίας είναι να κρίνεις τον πατριωτισμό από τη σκοπιά των αστικών συμφερόντων και να στηλιτεύεις ως «αντεθνικώς δρώντες» τους κομμουνιστές, που υποστηρίζουν ότι στην εποχή του ιμπεριαλισμού υπάρχουν δύο πατριωτισμοί σε κάθε χώρα, ο πατριωτισμός της αστικής τάξης και ο πατριωτισμός της εργατικής τάξης, του λαού. Οτι ο πρώτος δε διστάζει να συμμαχήσει με ξένες καπιταλιστικές δυνάμεις ενάντια στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα της χώρας του.
Επομένως, και η συμμαχία της εργατικής τάξης μιας χώρας πρέπει να αναζητείται προς τις εργατικές τάξεις των άλλων χωρών. Αυτή είναι η ουσία του προλεταριακού διεθνισμού και της αλληλεγγύης των λαών.
Τι δείχνει η παραχάραξη της Ιστορίας; Δείχνει ιδεολογική αδυναμία και στρατηγικά αδιέξοδα, εκφράζει την ιστορικά αντιδραστική θέση της αστικής τάξης. Με την παραχάραξη επιχειρείται το χτύπημα της ταξικής πάλης, για να θωρακίζεται η αστική εξουσία, για να συγκαλύπτεται η αναγκαιότητα του σοσιαλισμού.
Τα αστικά επιτελεία γνωρίζουν ότι, παρά την αντεπανάσταση, η αντίθεση κεφάλαιο - εργασία είναι ανειρήνευτη. Γνωρίζουν ότι οι οικονομικές κρίσεις βρίσκονται στο αίμα του καπιταλισμού, ότι η θέση του είναι εξ αντικειμένου επισφαλής.
Η θεωρία των «δύο άκρων» δεν είναι καινούργια
Χρόνια
τώρα, η κυρίαρχη τάξη και ο αστικός πολιτικός κόσμος, μαζί τους και
σειρά πανεπιστημιακών, εξορκίζουν τη βία. Οχι, βεβαίως, τη βία του
αστικού κράτους, αλλά τον πολιτικό αγώνα της εργατικής τάξης και των
λαϊκών στρωμάτων, το σημερινό και το χτεσινό. Την επαναστατική βία
απέναντι στη βία του αστικού κράτους. Θεωρούσαν και θεωρούν αθέμιτη τη
λαϊκή πάλη για καλύτερες μέρες. Και περισσότερο, βέβαια, την ένοπλη
πάλη, όπως του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας.Στην 95χρονη πορεία του, το ΚΚΕ αναγνώρισε ως γεγονότα θετικά όλες τις λαϊκές εξεγέρσεις, των δούλων, των δουλοπάροικων, την πάλη των καταπιεσμένων μαζών. Ακόμα και στην εξεγερμένη τάξη των ανερχόμενων αστών είδε το θετικό άλμα για το προχώρημα της ανθρωπότητας, παρά το γεγονός ότι οι αστικές επαναστάσεις, ενώ γίνονταν από την πλειοψηφία, στην εξουσία ερχόταν μια εκμεταλλευτική μειοψηφική τάξη, για να καθυποτάξει τους πολλούς.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται η διαφορά των προηγούμενων επαναστάσεων από τις προλεταριακές. Οι τελευταίες ανατρέπουν την εξουσία μιας μειοψηφίας του πληθυσμού, ανατρέπουν την εκμετάλλευση ξένης εργασίας. Σε αυτό βρίσκεται η δυνατότητα τα μέσα παραγωγής να γίνουν κοινωνική ιδιοκτησία, να σχεδιαστεί κεντρικά η παραγωγή με κίνητρο την ικανοποίηση των διευρυμένων κοινωνικών αναγκών.
Ομως, η οργάνωση και η διασφάλιση της κοινωνικής ιδιοκτησίας και παραγωγής πρέπει να συντρίψει κάθε καπιταλιστική αντίδραση, κάθε τάση καπιταλιστικής αναγέννησης. Αυτή είναι η ουσία της δικτατορίας του προλεταριάτου, της εργατικής εξουσίας, που σκόπιμα παραχαράσσεται από την αστική προπαγάνδα και ιστοριογραφία. Αποκρύπτεται το γεγονός ότι συνιστά ανώτερη δημοκρατία, γιατί οι εργαζόμενοι δεν καλούνται κάθε 4 χρόνια για να ψηφίσουν ποιο κόμμα θα τους τσαλαπατάει υπέρ του κεφαλαίου, αλλά διευθύνουν οι ίδιοι την παραγωγή και την άσκηση της εξουσίας τους, εκλέγουν και ανακαλούν οποιαδήποτε στιγμή τους εκπροσώπους τους που είναι και αυτοί εργαζόμενοι.
Η θετική και η αρνητική εμπειρία αναδεικνύουν εκείνο που αδιάκοπα τόνιζαν οι θεωρητικοί του μαρξισμού - λενινισμού, ότι η εργατική τάξη, όταν νικήσει, δεν μπορεί να διοικεί με την παλιά αστική κρατική μηχανή, γι' αυτό και πρέπει να την τσακίσει και στη θέση της να βάλει το δικό της κράτος.
Ταυτόχρονα, αναδεικνύει τον ταξικό χαρακτήρα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, ως μορφής άσκησης της εξουσίας του κεφαλαίου, που δεν είναι βεβαίως η μοναδική. Η αστική τάξη διαθέτει ή ωριμάζει εφεδρείες της όπως η κατάργηση του κοινοβουλευτισμού. Το αποδεικνύει το αναμφισβήτητο γεγονός, ότι, με όποια μορφή αστικής διακυβέρνησης, ποτέ δε θίχτηκε η καπιταλιστική ιδιοκτησία.
Η αντίθεση αστικής δημοκρατίας και φασισμού είναι αντίθεση ενδοαστική, που την αξιοποιούν για να τσακίσουν το επαναστατικό κίνημα. Αυτό είναι ο κύριος στόχος τους.
Ο παραπάνω διαχωρισμός δε γίνεται απ' την πλευρά μας με βάση τις διαφορές των κομμάτων αστικής διαχείρισης, που ασφαλώς υπάρχουν. Γίνεται με βάση το πώς τοποθετείται κάθε πολιτική δύναμη στο ουσιώδες, δηλαδή απέναντι στο καπιταλιστικό σύστημα.
Ωστόσο, αν και ενδοαστική, η αντίθεση φασισμού - δημοκρατίας παρουσιάζεται ως κύρια μέσω της θεωρίας των «δύο άκρων». Πρόκειται για συγκάλυψη της πραγματικότητας, η οποία λέει: Δύο άκρα πράγματι υπάρχουν. Αλλά αυτούς τους αντιτιθέμενους πόλους συγκροτούν η αστική τάξη, από τη μια, και η εργατική τάξη μαζί με τους συμμάχους της αυτοαπασχολούμενους, από την άλλη. Επομένως, και οι αντίστοιχοι πολιτικοί εκφραστές αυτού του δίπολου.
Η θεωρία των «δύο άκρων» υπάρχει από τότε που ιδρύθηκε το ΚΚΕ. Να ένα παράδειγμα από τα παλιά.
Το Μάη του 1937, οι ηγέτες των αστικών πολιτικών κομμάτων, αφού προηγουμένως έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Μεταξά, που σε συνέχεια κήρυξε τη δικτατορία, υπέγραψαν πρόγραμμα που θα εφάρμοζαν αν διαδέχονταν τη δικτατορία. Και ανάμεσα στα σημεία του προγράμματός τους περιλαμβανόταν και το ακόλουθο:
«Αμυνα κατά της βίας: Ο κομμουνισμός και ο φασισμός θα ετίθεντο εκτός νόμου».4 Πάντως, επί δεκαετίες εκτός νόμου και διωκόμενο από τους ίδιους βρέθηκε το ΚΚΕ.
Το ΚΚΕ μελετά την Ιστορία του, δίνοντας βάρος στη στρατηγική
Η
συγκεκριμένη ανάλυση δίνει στο ΚΚΕ τη δυνατότητα να αντιμετωπίζει τις
αντιθέσεις στο αστικό πολιτικό σύστημα σε όφελος του εργατικού και
λαϊκού κινήματος, καθώς επίσης να διακρίνει το χαρακτήρα κινημάτων τύπου
πλατείας Ταχρίρ, Συντάγματος, Ταξίμ και άλλων.Το ΚΚΕ δεν κοιτάζει αφ' υψηλού και κουνώντας το δάχτυλο τη δίκαιη αγανάκτηση χιλιάδων απλών ανθρώπων, πολλοί από τους οποίους έδειξαν και έναν μαζικό ηρωισμό. Αλλά θα προκαλούσε ζημιά, πρώτ' απ' όλα στο εργατικό κίνημα της Ελλάδας, αν δεν τόνιζε ότι ο κόσμος που βρίσκεται σε καθεστώς εκμετάλλευσης πρέπει να απεγκλωβιστεί και από τις δύο σημαίες των αστικών δυνάμεων. Να αξιοποιήσει με τον οργανωμένο αγώνα, πρώτα απ' όλα στους τόπους δουλειάς, τις δυσκολίες που έχει το αστικό πολιτικό σύστημα, να εντείνει την αστάθειά του, με στόχο να το ανατρέψει.
Οι ενδοαστικές αντιθέσεις μπορεί να φτάνουν και μέχρι τη διεξαγωγή πολέμων, όμως η πολιτική όλων των πλευρών απέναντι στο λαό είναι ενιαία ταξική. Οι αντιθέσεις παραμερίζονται, όταν είναι σημαντικά τα καπιταλιστικά διακυβεύματα. Αίμα χύθηκε ανάμεσα στους βενιζελικούς και τους αντιβενιζελικούς, αλλά την καταστροφή και τον ξεριζωμό εκατοντάδων χιλιάδων στη Μικρά Ασία προκάλεσαν και οι δύο ηγεσίες. Μπορεί να κονταροχτυπήθηκαν αγρίως στα χρόνια της Κατοχής οι βασιλικοί με τους αντιβασιλικούς, αλλά συνενώθηκαν στα χρόνια 1944 - 1949, για να νικήσουν το ΕΑΜ και τον ΔΣΕ, με την τεράστια βοήθεια της Βρετανίας και των ΗΠΑ. Στο αντεπαναστατικό μέτωπο χώρεσαν όλοι: Δοσίλογοι και μη δοσίλογοι, βασιλόφρονες και μη, φιλοευρωπαϊστές και φιλοαμερικανοί. Οπως είπε τότε ο Γ. Παπανδρέου:
«... Δημοκρατικοί και Βασιλόφρονες εν ονόματι των κρισίμων περιστάσεων της Πατρίδος, αι οποίαι κατέστησαν κρισιμώτεραι με τον εμφύλιον πόλεμον: ΕΝΩΣΙΣ!...».5
Το ΚΚΕ δεν μελετά την Ιστορία του μουσειακά, αλλά για να βγάζει συμπεράσματα. Αυτά είναι το αποτελεσματικό όπλο και για την υπεράσπιση της ηρωικής πορείας του κινήματός μας. Αυτή η μελέτη, που εκφράστηκε και ενσωματώθηκε σε κομματικά συνεδριακά και άλλα ντοκουμέντα, συνεχίζεται. Το κείμενο του ΠΓ, που δημοσιεύεται στο τεύχος 6 της ΚΟΜΕΠ, για την περίοδο 1968 - 1991, αποτελεί συμβολή στην κριτική αποτίμηση της πορείας του ΚΚΕ. Είναι πολύτιμα τα λόγια του Μαρξ:
«... οι προλεταριακές επαναστάσεις, όπως οι επαναστάσεις του 19ου αιώνα, κάνουν αδιάκοπη κριτική στον ίδιο τον εαυτό τους, διακόπτουν κάθε τόσο την ίδια τους την πορεία, ξαναγυρίζουν σε κείνο που φαίνεται ότι έχει πραγματοποιηθεί για να το ξαναρχίσουν από την αρχή, περιγελάνε με ωμή ακρίβεια τις μισοτελειωμένες δουλειές, τις αδυναμίες και τις ελεεινότητες των πρώτων τους προσπαθειών, φαίνονται να ξαπλώνουν κάτω τον αντίπαλό τους μόνο και μόνο για να του δώσουν την ευκαιρία ν' αντλήσει καινούργιες δυνάμεις από τη γη και να ορθωθεί πάλι πιο γιγάντιος μπροστά τους, οπισθοχωρούν συνεχώς μπροστά στην ακαθόριστη απεραντοσύνη των σκοπών τους, ώσπου να δημιουργηθεί η κατάσταση που κάνει αδύνατο κάθε ξαναγύρισμα...».6
Μήπως δεν αντιμετώπισαν με τον παραπάνω τρόπο ο Μαρξ, ο Ενγκελς και ο Λένιν την Παρισινή Κομμούνα;
Σας είναι γνωστό ότι το ΚΚΕ, μελετώντας τη δική του και τη διεθνή Ιστορία, έχει δώσει ιδιαίτερο βάρος στο ζήτημα της στρατηγικής. Απόρροια και της τέτοιας μελέτης είναι οι Αποφάσεις του 18ου και το Πρόγραμμα που ψήφισε το 19ο Συνέδριο.
Στο Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1949 - 1968 υπογραμμίζεται σχετικά με τη στρατηγική του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, ότι αποτελούν θέμα ιστορικής έρευνας οι παράγοντες που οδήγησαν στην παραγνώριση της πείρας της Οχτωβριανής Επανάστασης. Και πράγματι παραγνωρίστηκε, αν και ο Λένιν τόνισε στο Α΄ Συνέδριο της ΚΔ, το 1919:
«...στην καπιταλιστική κοινωνία όταν η ταξική πάλη, που βρίσκεται στη βάση της κοινωνίας αυτής, οξύνεται κάπως σοβαρά δεν μπορεί να υπάρξει τίποτε το ενδιάμεσο παρά τούτο μόνο: Είτε δικτατορία της αστικής τάξης είτε δικτατορία του προλεταριάτου».7
Στη βάση αυτών των διδαγμάτων τοποθετείται το ΚΚΕ και απέναντι στη λεγόμενη αριστερή ή αντιμνημονιακή κυβέρνηση. Η άποψη υπέρ αυτής έχει την αξίωση να θεωρείται φερέγγυα και φιλολαϊκή λύση, παρότι δοκιμάστηκε επί 100 χρόνια και συντρίφτηκε από την πραγματικότητα της ταξικής πάλης. Αλλά, αν πριν από δεκαετίες υπήρχε η αιτιολόγηση αποδοχής τέτοιων επιλογών, λόγω της μη επαρκούς ωρίμανσης των επαναστατικών δυνάμεων, σήμερα τίποτα δεν μπορεί να την αιτιολογήσει. Αν το ΚΚΕ δεν διδασκόταν, θα κατέληγε στον εκφυλισμό, όπως συμβαίνει δυστυχώς με πολλά και ιστορικά ΚΚ, σαν της Γαλλίας, της Ιταλίας κ.ά. Το ΚΚΕ δεν πρόκειται να προδώσει την εργατική τάξη.
Το ότι ο σοσιαλισμός είναι αναγκαίος, αυτό σημαίνει ότι είναι αναγκαίος για τώρα και όχι για κάποιο άγνωστο μέλλον. Αγνωστο μέλλον σημαίνει ποτέ. Είναι άλλο πράγμα η ετοιμότητα του υποκειμενικού παράγοντα, η οποία συναρτάται με τη διαμόρφωση συνθηκών επαναστατικής κατάστασης, που είναι αντικειμενική, αλλά που έχει ως συστατικό στοιχείο της και το συσχετισμό δυνάμεων. Και είναι τελείως άλλο να καθορίζεται η στρατηγική, όχι με βάση το αντικειμενικά αναγκαίο, αλλά με το συσχετισμό δυνάμεων. Αν δεν ήταν έτσι, θα έπρεπε να καταδικάσουμε την Κομμούνα, επειδή αποτόλμησε το άλμα προς τον ουρανό.
Ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα της πείρας μας
Στον
Μεσοπόλεμο, η κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου της Γαλλίας, την οποία
στήριζε το ΚΚ Γαλλίας, στράφηκε εναντίον της κυβέρνησης του Λαϊκού
Μετώπου της Ισπανίας, αν και η τελευταία δεν ήταν κυβέρνηση της
δικτατορίας του προλεταριάτου, αλλά είχε πολεμικό μέτωπο εναντίον του
φασισμού.Το συγκεκριμένο γεγονός αποτελούσε ένα ισχυρό ταπεινωτικό πλήγμα σε βάρος της στρατηγικής των Λαϊκών Μετώπων. Και μια βασική πλευρά της είναι η εξής: Γιατί τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα συνέχιζαν και τότε και αργότερα να θεωρούνται από το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα ως κόμματα εργατικά, δυνάμει σύμμαχοι των ΚΚ, διατεθειμένα μάλιστα υπό προϋποθέσεις ν' αποδεχθούν ακόμα και το δημοκρατικό συγκεντρωτισμό και τη δικτατορία του προλεταριάτου, όσον αφορά το δήθεν «αριστερό» τμήμα τους; Επειδή τα ακολουθούσε η μεγάλη μάζα της εργατικής τάξης; Αυτό δεν είναι κριτήριο. Γιατί τότε και τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε να τα κατατάξουμε στα εργατικά κόμματα, αφού τα ψήφιζε ή τα ψηφίζει η πλειοψηφία.
Η μετάλλαξη των κομμάτων της Β΄ Διεθνούς σε κόμματα αστικά είχε αποδειχθεί με ολέθριο για την εργατική τάξη τρόπο στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν, με το σύνθημα της «υπεράσπισης της πατρίδας», τάχθηκαν υπέρ των ληστών της δικής τους χώρας. Είχε αποδειχθεί και το 1918 - 1923, στη Γερμανία και στην Ουγγαρία, όπου οι σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις έσφαξαν τους επαναστατημένους εργάτες.
Στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα δεν μπόρεσε να διαμορφώσει επαναστατική στρατηγική για την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας. Ενώ αρχικά ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος σωστά χαρακτηρίστηκε ως ιμπεριαλιστικός, στη συνέχεια εκτιμήθηκε ως αντιφασιστικός - πατριωτικός. Επιλέχθηκε η στρατηγική των αντιφασιστικών μετώπων, καθώς και η διαπλάτυνση των συμμαχιών από το 1943, με στόχο τη συγκρότηση κυβερνήσεων «εθνικής ενότητας», στρατηγική άμεσα συναρτημένη με ένα κολοσσιαίας σημασίας γεγονός: Την αυτοδιάλυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς.
Αυτή η στρατηγική δεν επιβεβαιώθηκε. Αν δεν υπήρχε ο καθοριστικός ρόλος του Κόκκινου Στρατού, γενικά της Σοβιετικής Ενωσης, θα ήταν αδύνατη η απόσπαση 8 χωρών της Ευρώπης από το ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Μεγάλης σημασίας είναι και τα μεταπολεμικά παραδείγματα.
Κοινοβουλευτικές αυταπάτες που εκδηλώθηκαν από το 1956, ενισχύθηκαν το 1958, όταν η ΕΔΑ έγινε αξιωματική αντιπολίτευση για λόγους καθαρά συγκυριακούς. Από τη μια φούσκωσαν τα μυαλά πολλών, ότι το 1961 η ΕΔΑ (τότε ΠΑΜΕ) θα είναι πρώτο κόμμα και από την άλλη το 24,42% τέθηκε στην υπηρεσία της πίεσης για τη συγκρότηση «κυβέρνησης των δημοκρατικών δυνάμεων» κατά της «δεξιάς». Δηλαδή, υπέρ του ενός αστικού πόλου εναντίον του άλλου, τελικά υπέρ της αστικής εξουσίας εξ αντικειμένου. Χωρίς να μπορέσουν να αποτρέψουν ούτε τη στρατιωτική δικτατορία, αφού αυτή αποτέλεσε ανάγκη και επιλογή της αστικής τάξης.
Η τραγωδία της Χιλής αποκάλυψε, με αιματηρό τρόπο, τη χρεοκοπία των σταδίων και του λεγόμενου κοινοβουλευτικού δρόμου προς το σοσιαλισμό, τη χρεοκοπία των αντιμονοπωλιακών κυβερνήσεων ως σκαλοπάτι για την εργατική εξουσία και της αντίληψης ότι μπορεί να υπάρξει φιλολαϊκή πορεία (δίχως να έχουν κοινωνικοποιηθεί όλα τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής), με την εθνικοποίηση τομέων στρατηγικής σημασίας και με τις εκμεταλλευτικές σχέσεις να μένουν στη θέση τους. Δε βγήκαν συμπεράσματα, παρότι της κυβέρνησης Αλιέντε είχαν προηγηθεί ακόμα τρεις κυβερνήσεις του Λαϊκού Μετώπου, το 1938, το 1942 και το 1946.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε τα ακόμα πιο δραματικά γεγονότα της Ινδονησίας του 1965 - 1966. Στην Ινδονησία, όπου το Κομμουνιστικό Κόμμα είχε τρία εκατομμύρια μέλη, το τρίτο τότε σε μέγεθος στον κόσμο μετά από της Σοβιετικής Ενωσης και της Κίνας, κόμμα με εμπειρία ένοπλου αγώνα, στην Ινδονησία λοιπόν, πού οδήγησε η στρατηγική της συμμαχίας με τη λεγόμενη εθνική αστική τάξη, η συμμετοχή του ΚΚ στην κυβέρνηση Σουκάρνο; Οδήγησε στη σφαγή 100άδων χιλιάδων κομμουνιστών, ορισμένες πηγές μιλάνε για πάνω από ένα εκατομμύριο νεκρούς, και τελικά στην εδραίωση της αστικής εξουσίας.
Επρόκειτο για ΚΚ που διακήρυσσαν το στόχο της σοσιαλιστικής επανάστασης, που πέρασαν τα χίλια μύρια, άλλοτε στην παρανομία, άλλοτε μισοπαράνομα, ακριβώς επειδή δεν εγκατέλειπαν το στόχο για το σοσιαλισμό και την αφοσίωση στον προλεταριακό διεθνισμό. Αλλά πάντα κάτι «μεσολαβούσε» στη διαδρομή τους, για να οριοθετηθεί το ενδιάμεσο στάδιο. Τη μια ήταν ο φασισμός, την άλλη ο πόλεμος και η κατοχή, άλλοτε οι «εθνικές ιδιομορφίες». Πριν και μετά απ' αυτά ήταν η εθνική ανεξαρτησία και τα άλυτα αστικοδημοκρατικά προβλήματα, είτε η πληθώρα των μικροαστικών στρωμάτων που έπρεπε να τραβηχτούν με την εργατική τάξη, είτε η υπεράσπιση της ειρήνης, είτε η ανάγκη συμπόρευσης με τις αντιμοναρχικές δυνάμεις εναντίον της βασιλικής δυναστείας. Και άλλοτε, μεσολαβούσε η αξιοποίηση δήθεν των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων μαζί με το διαχωρισμό των μονοπωλίων σε ξένα και σε ντόπια.
Ισως τεθούν τα ερωτήματα: Δεν έπρεπε τα ΚΚ να πάρουν υπόψη τους ότι στη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου διαμορφώθηκαν συνθήκες κατοχής σε πολλές χώρες και άρα πρόβαλλε το καθήκον της εθνικοαπελευθερωτικής πάλης; `Η: Επρεπε τα ΚΚ να αγνοήσουν τα πελάγη των μικροαστικών στρωμάτων, κυρίως των αγροτικών, στρέφοντάς τα έτσι προς την αστική τάξη; `Η: Μπορούσαν να αδιαφορήσουν μπροστά στο ενδεχόμενο πολέμων; Και άλλα.
Μακριά από το ΚΚΕ αυτά και πολλά παρόμοια διλήμματα.
Οταν το Κόμμα μας κρίνει τη στρατηγική του, για παράδειγμα στα χρόνια της Κατοχής, την κρίνει από τη σκοπιά ότι τότε, έχοντας το σοσιαλισμό ως τελικό και όχι ως άμεσο σκοπό, δεν αντιμετώπισε τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα ως κρίκο για την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας, αλλά τον είδε ως αυτοτελή πολιτικό στόχο. Αυτονόμησε την πάλη ενάντια στους κατακτητές από την πάλη για την ανατροπή της αστικής εξουσίας, θέτοντας ως επιστέγασμα της νίκης ένα εκδημοκρατισμένο αστικό καθεστώς, ανεξάρτητα από την ονομασία που του έδινε ως λαϊκή δημοκρατία ή λαοκρατία.
Είχε ή δεν είχε διαμορφωθεί επαναστατική κατάσταση στην Ελλάδα τις μέρες της απελευθέρωσης; Και ποια άλλη απάντηση «προσδοκά» αυτή η κατάσταση, πέρα από την έφοδο του επαναστατικού κινήματος για την εγκαθίδρυση της εργατικής εξουσίας;
Οταν το ΚΚΕ αναφέρεται αρνητικά στα λεγόμενα αστικοδημοκρατικά προβλήματα, ξεκινά από τούτες τις αφετηρίες:
Πρώτη, ότι η ύπαρξη τέτοιων προβλημάτων δεν αναιρούσε το κυρίαρχο γεγονός, ότι στην Ελλάδα -και σε άλλες χώρες- είχαν διαμορφωθεί οι υλικές προϋποθέσεις για το σοσιαλισμό. Δεν τις αναιρούσε, για παράδειγμα, η ύπαρξη του θεσμού της βασιλείας. Και σε τελευταία ανάλυση η βασιλεία δεν αποτελούσε πολιτική έκφραση φεουδαρχικών σχέσεων παραγωγής που αντιμάχονταν τις καπιταλιστικές. Μετά από τις αστικές επαναστάσεις, η βασιλεία ενσωματώθηκε στο αστικό πολιτικό σύστημα και υπηρέτησε με νύχια και με δόντια τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και την εξουσία του σε μια σειρά χώρες, π.χ. Αγγλία, Ολλανδία, βέβαια και στην Ελλάδα ως θεσμός εισαγόμενος από τις ισχυρές ξένες δυνάμεις.
Δεύτερη αφετηρία: Τα λεγόμενα αστικοδημοκρατικά προβλήματα στη Ρωσία, δε λύθηκαν από κάποια ενδιάμεση αστικοδημοκρατική εξουσία. Λύθηκαν από τη σοβιετική εξουσία. Στην εργατική τάξη είδε η εξαθλιωμένη αγροτιά τον ηγέτη και σύμμαχό της για την απελευθέρωσή της.
Οταν το ΚΚΕ αναφέρεται στην υπεράσπιση της ειρήνης, παίρνει υπόψη του ότι τους άδικους πολέμους τους γεννά ο καπιταλισμός, ο ανταγωνισμός για κυριαρχία, κι επομένως: Αφού ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος είναι η συνέχιση της ίδιας πολιτικής με άλλα μέσα, με τα όπλα, η μόνη πάλη που μπορεί να τον αποτρέψει, εξαλείφοντας ταυτόχρονα τη μήτρα που τον γεννά, είναι η επαναστατική ανάταση για την ανατροπή του εκμεταλλευτικού συστήματος. Αυτό το ζήτημα έχει εξαιρετική επικαιρότητα, αφού το ενδεχόμενο ενός ιμπεριαλιστικού πολέμου κάθε άλλο παρά μπορεί σήμερα να αποκλειστεί, και σ' αυτόν τον πόλεμο θα μπει και η Ελλάδα.
Σύντροφοι και συντρόφισσες,
Ιδιαίτερα οι εκπαιδευτικοί κάθε βαθμίδας πρέπει να θεωρούν και δικό τους τίτλο τιμής το σκεπτικό του εκπαιδευτικού συμβουλίου που το 1907 τιμώρησε με ένα μήνα παύση τον κομμουνιστή σχολάρχη και λογοτέχνη Κώστα Παρορίτη, επειδή:
«Εξέδωσε τόμον διηγημάτων, εν οις παρουσιάζει πρόσωπα εκ της κατωτέρας κοινωνικής ιεραρχίας προερχόμενα, ως αδικούμενα [...] Εάν εις την εύπλαστον ελληνικήν κοινωνίαν παρουσιάσωμεν τοιούτου είδους ήρωας, είναι λίαν επικίνδυνον, διότι δημιουργώμεν αυταπάτας και θίγωμεν τας πατροπαραδότους ελληνικάς συνθήκας [...]
Η ελληνική κοινωνία ενδέχεται να παρασυρθή εις αγώνας οίτινες θα καταλήξωσιν εις συμφοράς. Τα εκ της Ευρώπης διδάγματα πρέπει να μας εμβάλωσιν εις σκέψεις. Οι εκπαιδευτικοί λειτουργοί οφείλωσι να διδάσκωσι πάντοτε τας χριστιανικάς ηθικάς αρχάς και να πρωτοστατήσωσιν εις την καταπολέμησιν των νέων ιδεών, αι οποίαι συνταράσσωσιν τας κοινωνίας της Δύσεως και προ ολίγου εβύθισαν εις το χάος την μεγάλην αυτοκρατορίαν της Ρωσίας».8
Παραπομπές:
1. Β. Ι. Λένιν, «Απαντα», τ. 4, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 381.
2. Εφημερίδα «Ακρόπολις», 9 Μαρτίου 1945.
3. «Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου», «Αθήναι», 1947, σελ. 42.
4. Γρηγορίου Δαφνή: «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», τ. Β΄, εκδ. «Ικαρος», Αθήνα, 1974, σελ. 441.
5. Αλέκα Μπουτζουβή - Κατερίνα Βαρελά, «Οι εκλογές του 1946. Μία πρώτη προσέγγιση από τις σελίδες του ημερήσιου Τύπου, όπως παρατίθεται στο: Οι εκλογές του 1946», Ιδρυμα «Κωνσταντίνος Μητσοτάκης», εκδ. «Πατάκη», Αθήνα, 2008, σελ. 254 - 255.
6. Μαρξ - Ενγκελς, «Διαλεχτά Εργα», τ. Α΄, έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, σελ. 286 - 287.
7. Β. Ι. Λένιν, «Για το κράτος», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2013, σελ. 51.
8. Κ. Παρορίτης, «Οι δύο δρόμοι», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1986, σελ. 8.