Διαστάσεις του ευρωσκεπτικισμού
Σε χτεσινή του συνέντευξη, ο ΓΓ έβαλε μεταξύ άλλων δύο ενδιαφέροντα
σημεία: για την έξοδο από την ΕΕ, που τη βάζουμε για το σήμερα, αλλά τη
συνδέουμε με την προοπτική και το στρατηγικό στόχο, που κι αυτός για το
σήμερα μπαίνει. Και για τις προτάσεις ενότητας ή κοινής δράσης, μεταξύ
άλλων με κάποιους που έχουν φύγει από το 1800 -πιθανότατα γιατί
διαφωνούσαν με την τακτική "φωτιά και τσεκούρι" και με το διαφορετικό
δρόμο ανάπτυξης, ενάντια στον αστοτσιφλικάδικο συνασπισμό.
Αυτό μου έδωσε την ιδέα για ένα ιντριγκαδόρικο πλην ενδιαφέρον ερώτημα "ποιος χώρος που έφυγε-διασπάστηκε από το κόμμα σας είναι συγκριτικά λιγότερο αντιπαθής, πολιτικά-ιστορικά μιλώντας" ή "ποια είναι η 'αγαπημένη' σας διάσπαση" -που δε θα το απαντήσουμε σήμερα. Αλλά (μου έδωσε) και την αφορμή να καταγράψω μερικές σημειώσεις, σχετικά με τον ευρωσκεπτικισμό.
Στην Ελλάδα, μετά την πασοκική λαίλαπα που εκφύλισε το σύνθημα "ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο" και δεν έκανε ποτέ το δημοψήφισμα που είχε υποσχεθεί για να αποφασίσει ο κυρίαρχος λαός σχετικά με την παραμονή της χώρας στην κοινότητα, η θέση κι οι μετακινήσεις της κοινής γνώμης φαινομενικά καθορίζονται από ένα εμπειρικό, ωφελιμιστικό κριτήριο.
Όσο υπήρχε η προσδοκία-ψευδαίσθηση πως παίρνουμε δάνεια κι επιδοτήσεις, για να τρώμε με χρυσά κουτάλια, χτιζόταν ο μύθος της Μεγάλης Ευρωπαϊκής Ιδέας, που έβρισκε μια σχετική αποδοχή και ενσωμάτωνε συνειδήσεις, βασικά με τον ίδιο περίπου τρόπο που το έκανε μεταπολεμικά κι η αστική εξουσία στην Ελλάδα. Με άλλα λόγια, η -υποτιθέμενη- εποχή των παχιών αγελάδων καθιστούσε ιερή αγελάδα την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Όταν άλλαξαν τα δεδομένα, με την κρίση και τα μνημόνια, που κι αυτά δάνεια είναι, αλλά με επαχθείς όρους -η κοινή γνώμη άρχισε να αντιστρέφεται και να εμπιστεύεται ολοένα και λιγότερο την ΕΕ για την επίλυση των προβλημάτων και την τόνωση της οικονομίας -κάτι που καταγράφεται και δημοσκοπικά, ακολουθώντας τα ποσοστά του παλιού κακού και κραταιού δικομματισμού. Και αυτή θεωρείται η ρίζα του ευρωσκεπτικισμού στη χώρα μας -και όχι μόνο.
Εδώ χρειάζεται όμως ένας σημαντικός διαχωρισμός. Πολλές αναλύσεις συνδέουν τον ευρωσκεπτικισμό με τον εθνικισμό και την αναδίπλωση στα όρια μιας οικονομίας με εθνικό νόμισμα, προστατευτικούς δασμούς κτλ. Χρειάζονται να στήσουν εξάλλου ένα συντηρητικό, οπισθοδρομικό πόλο ως "αντίπαλο δέος", που -δια του ετεροπροσδιορισμού- θα δίνει κάλπικο προοδευτικό προφίλ στον ευρωμονόδρομο -που δεν έχει καμία εναλλακτική πλην της όπισθεν, που συνιστά πισωγύρισμα, για αυτούς.
Αυτό το σκεπτικό μπορεί να ντυθεί με αριστερό πρόσημο και σοβαροφανή επιχειρήματα του τύπου: χρειάζεται να υπάρχει μια ολοκλήρωση σε ευρωπαϊκή-παγκόσμια κλίμακα, κι αφού δεν προχώρησε η σοσιαλιστική ολοκλήρωση, πορευόμαστε με αυτήν που έχουμε (ο υπαρκτός ολοκληρωτισμός) για να αλλάξουμε τους όρους της. Το οποίο είναι το ίδιο έξυπνο, σα να λες ότι χρειαζόμαστε κάποιου είδους κράτος, κι αφού δεν έχουμε δικτατορία του προλεταριάτου, συμβιβαζόμαστε με το αστικό κράτος και παλεύουμε να το καλλωπίσουμε. Ή ότι χρειάζεται ένας νικητής στον πόλεμο, για να υπάρξει ειρήνη, και αφού δε νίκησε η δική μας πλευρά, ας πάμε με τους νικητές.
Ο ευρωσκεπτικισμός όμως δεν είναι κάτι ενιαίο, με την ίδια έννοια που ο πατριωτισμός των μαζών δεν είναι το ίδιο με τον εθνικισμό που καλλιεργεί η άρχουσα τάξη, για να σκεπάσει κάτω από μία εθνική ομπρέλα τα αντικρουόμενα ταξικά συμφέροντα. Είναι πολύ εύκολο όμως να μπουν αυτές οι δύο έννοιες στο ίδιο αντιδρ-αστικό τσουβάλι και στην υπηρεσία των κρατούντων.
Αντίστοιχα, ο ευρωσκεπτικισμός της αστικής τάξης αποτυπώνει τις εσωτερικές της αντιθέσεις και τις επιδιώξεις ενός τμήματός της που θεωρεί πως τα συμφέροντά του εξυπηρετούνται καλύτερα από ένα διαφορετικό μείγμα με περισσότερους προστατευτικούς δασμούς, εθνικό νόμισμα κλπ. Δεν αμφισβητεί το κυρίαρχο πλαίσιο και τις δομές του, αλλά επιμέρους πτυχές του για να αυξήσει την αποτελεσματικότητά του. Όπως υποδηλώνει κι ο όρος εξάλλου, επικρατεί απλώς σκεπτικισμός, ένας προβληματισμός -αντί για μια διάθεση για συνολική ρήξη και ριζοσπαστικές αλλαγές- που μπορεί να περιοριστεί τελικά στην υιοθέτηση εθνικού νομίσματος.
Ο "ευρωσκεπτικισμός" των μαζών δεν είναι απαραίτητα ενιαίος, και αυτό καθιστά αισιόδοξους τους ευρωλάγνους ότι μια περίοδος νέας ανάπτυξης θα απορροφήσει τις αντιδράσεις, ενισχύοντας εκ νέου τη μεγάλη ευρωπαϊκή ιδέα. Στην πραγματικότητα είναι μια αυθόρμητη θολή εναντίωση στην ΕΕ και τις πολιτικές της, μια λανθάνουσα αντιιμπεριαλιστική συνείδηση που παραμένει ανεπεξέργαστη και σχετικά αδιαμόρφωτη, όσο δεν μπολιάζεται με τη δική μας συνολική λογική και πρόταση για ρήξη κι αποδέσμευση (με διαγραφή χρέους, κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων κλπ).
Από αυτό κάποιοι βγάζουν ως συμπέρασμα ότι επιβάλλεται να εντείνουμε τις προσπάθειές μας για αυτό το μπόλιασμα. Κι εγώ διαπιστώνω με τη σειρά μου ότι αυτό συντελείται ήδη ως ένα βαθμό, εδώ και πολλά χρόνια. Στην Ελλάδα ο λεγόμενος ευρωσκεπτικισμός ήταν παρδοσιακά αριστερός-προοδευτικός και αντι-ιμπεριαλιστικός (από την εποχή που η ΕΔΑ έκανε λόγο για το λάκκο των λεόντων -άλλο αν κάποιοι στην πορεία φρόντισαν να το ξεχάσουν), ακριβώς επειδή δεν ήταν ένας απλός σκεπτικισμός-αμφιβολία, αλλά συνολικό σχέδιο ρήξης. Ακόμα και την εποχή που έμπαινε σχετικά αυτόνομα ο ρόλος της αποδέσμευσης από την ΕΟΚ, ήταν σχεδόν αυτονόητο πως θα συνοδευόταν με έναν προσανατολισμό προς τη σοσιαλιστική κοινότητα.
Σήμερα η σοσιαλιστική κοινότητα δεν υπάρχει κι η απλή αποδέσμευση δεν επαρκεί, ακριβώς επειδή δε θα είναι απλή και πρέπει να ενταχθεί σε ένα συνολικό πακέτο κι όχι σε μεταβατικά ημίμετρα -που θα λειτουργούσαν μόνο σε συνθήκες εργαστηρίου- κι ακριβώς για να μην μπει στο ίδιο τσουβάλι με τον αστικό εθνικισμό-ευρωσκεπτικισμό, στοιχιζόμενη πίσω από τις πλέον αντιδρ-αστικές δυνάμεις της ακροδεξιάς. Η βασική δικλίδα ασφαλείας απέναντι στον αστικό ευρωσκεπτικισμό είναι βασικά οι πολιτικές αποστάσεις από τις δυνάμεις και τη λογική του... καπιταλοσκεπτικισμού -όσο δόκιμος μπορεί να είναι αυτός ο όρος. Δηλ από την πολιτική που προβληματίζεται κι αμφισβητεί επιμέρους πτυχές του κυρίαρχου αστικού ευρωπλαισίου, πχ το νόμισμα, και όχι το σύστημα ως σύνολο -πολλές φορές ούτε καν την ΕΕ. Που θεωρεί με άλλα λόγια πως το κοινό μας ευρωπαϊκό σπίτι χρειάζεται αλλαγές, πχ στα κουφώματα, κι όχι γκρέμισμα από τα θεμέλια.
Αυτό είναι -και όχι οι θέσεις για το Συνέδριο- που κατατάσσουν αυτομάτως το σύγχρονο "αριστερό ευρωσκεπτικισμό" πχ της ΛαΕ στο ίδιο μήκος κύματος με αντιδραστικές, ακροδεξιές δυνάμεις.
Αυτό δείχνει και τις ευθύνες πολλών πρώην, που έφυγαν μετά το 1800, αλλά έχουν μείνει στο 1900 τόσο, προβάλλοντας τη διΕΕξοδο ξεκομμένη από το στρατηγικό στόχο. Και μιλάνε εκ του πονηρού για τον... "ευρωκομμουνισμό" του ΚΚΕ, που θέλει σοσιαλισμό εντός ΕΕ και ευρώ (;!) αλλά την ίδια στιγμή δεν έχουν πρόβλημα να φλερτάρουν με το Λαφαζάνη, που θεωρεί πως μπορεί να υπάρξει ρήξη υπέρ του λαού, εκτός ευρωζώνης αλλά όχι απαραίτητα εκτός ΕΕ.
Κι αυτό φανερώνει και τα όρια κάποιων ενωτικών προτάσεων...
Αυτό μου έδωσε την ιδέα για ένα ιντριγκαδόρικο πλην ενδιαφέρον ερώτημα "ποιος χώρος που έφυγε-διασπάστηκε από το κόμμα σας είναι συγκριτικά λιγότερο αντιπαθής, πολιτικά-ιστορικά μιλώντας" ή "ποια είναι η 'αγαπημένη' σας διάσπαση" -που δε θα το απαντήσουμε σήμερα. Αλλά (μου έδωσε) και την αφορμή να καταγράψω μερικές σημειώσεις, σχετικά με τον ευρωσκεπτικισμό.
Στην Ελλάδα, μετά την πασοκική λαίλαπα που εκφύλισε το σύνθημα "ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο" και δεν έκανε ποτέ το δημοψήφισμα που είχε υποσχεθεί για να αποφασίσει ο κυρίαρχος λαός σχετικά με την παραμονή της χώρας στην κοινότητα, η θέση κι οι μετακινήσεις της κοινής γνώμης φαινομενικά καθορίζονται από ένα εμπειρικό, ωφελιμιστικό κριτήριο.
Όσο υπήρχε η προσδοκία-ψευδαίσθηση πως παίρνουμε δάνεια κι επιδοτήσεις, για να τρώμε με χρυσά κουτάλια, χτιζόταν ο μύθος της Μεγάλης Ευρωπαϊκής Ιδέας, που έβρισκε μια σχετική αποδοχή και ενσωμάτωνε συνειδήσεις, βασικά με τον ίδιο περίπου τρόπο που το έκανε μεταπολεμικά κι η αστική εξουσία στην Ελλάδα. Με άλλα λόγια, η -υποτιθέμενη- εποχή των παχιών αγελάδων καθιστούσε ιερή αγελάδα την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Όταν άλλαξαν τα δεδομένα, με την κρίση και τα μνημόνια, που κι αυτά δάνεια είναι, αλλά με επαχθείς όρους -η κοινή γνώμη άρχισε να αντιστρέφεται και να εμπιστεύεται ολοένα και λιγότερο την ΕΕ για την επίλυση των προβλημάτων και την τόνωση της οικονομίας -κάτι που καταγράφεται και δημοσκοπικά, ακολουθώντας τα ποσοστά του παλιού κακού και κραταιού δικομματισμού. Και αυτή θεωρείται η ρίζα του ευρωσκεπτικισμού στη χώρα μας -και όχι μόνο.
Εδώ χρειάζεται όμως ένας σημαντικός διαχωρισμός. Πολλές αναλύσεις συνδέουν τον ευρωσκεπτικισμό με τον εθνικισμό και την αναδίπλωση στα όρια μιας οικονομίας με εθνικό νόμισμα, προστατευτικούς δασμούς κτλ. Χρειάζονται να στήσουν εξάλλου ένα συντηρητικό, οπισθοδρομικό πόλο ως "αντίπαλο δέος", που -δια του ετεροπροσδιορισμού- θα δίνει κάλπικο προοδευτικό προφίλ στον ευρωμονόδρομο -που δεν έχει καμία εναλλακτική πλην της όπισθεν, που συνιστά πισωγύρισμα, για αυτούς.
Αυτό το σκεπτικό μπορεί να ντυθεί με αριστερό πρόσημο και σοβαροφανή επιχειρήματα του τύπου: χρειάζεται να υπάρχει μια ολοκλήρωση σε ευρωπαϊκή-παγκόσμια κλίμακα, κι αφού δεν προχώρησε η σοσιαλιστική ολοκλήρωση, πορευόμαστε με αυτήν που έχουμε (ο υπαρκτός ολοκληρωτισμός) για να αλλάξουμε τους όρους της. Το οποίο είναι το ίδιο έξυπνο, σα να λες ότι χρειαζόμαστε κάποιου είδους κράτος, κι αφού δεν έχουμε δικτατορία του προλεταριάτου, συμβιβαζόμαστε με το αστικό κράτος και παλεύουμε να το καλλωπίσουμε. Ή ότι χρειάζεται ένας νικητής στον πόλεμο, για να υπάρξει ειρήνη, και αφού δε νίκησε η δική μας πλευρά, ας πάμε με τους νικητές.
Ο ευρωσκεπτικισμός όμως δεν είναι κάτι ενιαίο, με την ίδια έννοια που ο πατριωτισμός των μαζών δεν είναι το ίδιο με τον εθνικισμό που καλλιεργεί η άρχουσα τάξη, για να σκεπάσει κάτω από μία εθνική ομπρέλα τα αντικρουόμενα ταξικά συμφέροντα. Είναι πολύ εύκολο όμως να μπουν αυτές οι δύο έννοιες στο ίδιο αντιδρ-αστικό τσουβάλι και στην υπηρεσία των κρατούντων.
Αντίστοιχα, ο ευρωσκεπτικισμός της αστικής τάξης αποτυπώνει τις εσωτερικές της αντιθέσεις και τις επιδιώξεις ενός τμήματός της που θεωρεί πως τα συμφέροντά του εξυπηρετούνται καλύτερα από ένα διαφορετικό μείγμα με περισσότερους προστατευτικούς δασμούς, εθνικό νόμισμα κλπ. Δεν αμφισβητεί το κυρίαρχο πλαίσιο και τις δομές του, αλλά επιμέρους πτυχές του για να αυξήσει την αποτελεσματικότητά του. Όπως υποδηλώνει κι ο όρος εξάλλου, επικρατεί απλώς σκεπτικισμός, ένας προβληματισμός -αντί για μια διάθεση για συνολική ρήξη και ριζοσπαστικές αλλαγές- που μπορεί να περιοριστεί τελικά στην υιοθέτηση εθνικού νομίσματος.
Ο "ευρωσκεπτικισμός" των μαζών δεν είναι απαραίτητα ενιαίος, και αυτό καθιστά αισιόδοξους τους ευρωλάγνους ότι μια περίοδος νέας ανάπτυξης θα απορροφήσει τις αντιδράσεις, ενισχύοντας εκ νέου τη μεγάλη ευρωπαϊκή ιδέα. Στην πραγματικότητα είναι μια αυθόρμητη θολή εναντίωση στην ΕΕ και τις πολιτικές της, μια λανθάνουσα αντιιμπεριαλιστική συνείδηση που παραμένει ανεπεξέργαστη και σχετικά αδιαμόρφωτη, όσο δεν μπολιάζεται με τη δική μας συνολική λογική και πρόταση για ρήξη κι αποδέσμευση (με διαγραφή χρέους, κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων κλπ).
Από αυτό κάποιοι βγάζουν ως συμπέρασμα ότι επιβάλλεται να εντείνουμε τις προσπάθειές μας για αυτό το μπόλιασμα. Κι εγώ διαπιστώνω με τη σειρά μου ότι αυτό συντελείται ήδη ως ένα βαθμό, εδώ και πολλά χρόνια. Στην Ελλάδα ο λεγόμενος ευρωσκεπτικισμός ήταν παρδοσιακά αριστερός-προοδευτικός και αντι-ιμπεριαλιστικός (από την εποχή που η ΕΔΑ έκανε λόγο για το λάκκο των λεόντων -άλλο αν κάποιοι στην πορεία φρόντισαν να το ξεχάσουν), ακριβώς επειδή δεν ήταν ένας απλός σκεπτικισμός-αμφιβολία, αλλά συνολικό σχέδιο ρήξης. Ακόμα και την εποχή που έμπαινε σχετικά αυτόνομα ο ρόλος της αποδέσμευσης από την ΕΟΚ, ήταν σχεδόν αυτονόητο πως θα συνοδευόταν με έναν προσανατολισμό προς τη σοσιαλιστική κοινότητα.
Σήμερα η σοσιαλιστική κοινότητα δεν υπάρχει κι η απλή αποδέσμευση δεν επαρκεί, ακριβώς επειδή δε θα είναι απλή και πρέπει να ενταχθεί σε ένα συνολικό πακέτο κι όχι σε μεταβατικά ημίμετρα -που θα λειτουργούσαν μόνο σε συνθήκες εργαστηρίου- κι ακριβώς για να μην μπει στο ίδιο τσουβάλι με τον αστικό εθνικισμό-ευρωσκεπτικισμό, στοιχιζόμενη πίσω από τις πλέον αντιδρ-αστικές δυνάμεις της ακροδεξιάς. Η βασική δικλίδα ασφαλείας απέναντι στον αστικό ευρωσκεπτικισμό είναι βασικά οι πολιτικές αποστάσεις από τις δυνάμεις και τη λογική του... καπιταλοσκεπτικισμού -όσο δόκιμος μπορεί να είναι αυτός ο όρος. Δηλ από την πολιτική που προβληματίζεται κι αμφισβητεί επιμέρους πτυχές του κυρίαρχου αστικού ευρωπλαισίου, πχ το νόμισμα, και όχι το σύστημα ως σύνολο -πολλές φορές ούτε καν την ΕΕ. Που θεωρεί με άλλα λόγια πως το κοινό μας ευρωπαϊκό σπίτι χρειάζεται αλλαγές, πχ στα κουφώματα, κι όχι γκρέμισμα από τα θεμέλια.
Αυτό είναι -και όχι οι θέσεις για το Συνέδριο- που κατατάσσουν αυτομάτως το σύγχρονο "αριστερό ευρωσκεπτικισμό" πχ της ΛαΕ στο ίδιο μήκος κύματος με αντιδραστικές, ακροδεξιές δυνάμεις.
Αυτό δείχνει και τις ευθύνες πολλών πρώην, που έφυγαν μετά το 1800, αλλά έχουν μείνει στο 1900 τόσο, προβάλλοντας τη διΕΕξοδο ξεκομμένη από το στρατηγικό στόχο. Και μιλάνε εκ του πονηρού για τον... "ευρωκομμουνισμό" του ΚΚΕ, που θέλει σοσιαλισμό εντός ΕΕ και ευρώ (;!) αλλά την ίδια στιγμή δεν έχουν πρόβλημα να φλερτάρουν με το Λαφαζάνη, που θεωρεί πως μπορεί να υπάρξει ρήξη υπέρ του λαού, εκτός ευρωζώνης αλλά όχι απαραίτητα εκτός ΕΕ.
Κι αυτό φανερώνει και τα όρια κάποιων ενωτικών προτάσεων...