Υπάρχει κόσμος; Και
αν ναι, μπορούμε να τον γνωρίσουμε; Σε αυτά τα ερωτήματα έχει ήδη
απαντήσει δυναμικά και άρτια ο διαλεκτικός υλισμός. Ωστόσο σήμερα (ή
μάλλον ήδη από τον 19ο
αιώνα και τους Ρομαντικούς) τίθεται και ένα τρίτο ερώτημα, εξίσου
θεμελιακό. Τα προηγούμενα δύο ερωτήματα παρατηρεί κανείς πως εστιάζουν
στον κόσμο, σε αυτό που μας περιβάλλει. Όμως ποιος είναι αυτός που
ρωτάει «τι είναι ο κόσμος και αν μπορούμε να τον γνωρίσουμε»; Ο Γιώργος,
η Μαρία, η Αθηνά, ο Νίκος, η Στέλλα… Είναι το Εγώ. Όχι δεν πρόκειται
περί ιδεαλιστικής φανφάρας, μα για ένα θεμελιακό ερώτημα που τέθηκε
καθαρά εκ των πραγμάτων με την ανάπτυξη της ψυχολογικής επιστήμης στον
20ο
αιώνα και καλεί το μαρξισμό και το διαλεκτικό υλισμό να το απαντήσουν
εξίσου δυναμικά και άρτια όπως με τα προηγούμενα δύο ερωτήματα (ήδη η
αστική διανόηση ανέπτυξε τη δικιά της ψυχολογική φιλοσοφία με τη
φαινομενολογία του E.Husserl, του M.Heidegger και του M.M.Ponty
να αποτελεί ισχυρή δύναμη από την εποχή του περάσματος στη μεταμοντέρνα
εποχή έως σήμερα). Είναι ένα τρίτο ερώτημα που παίρνει όμως ταυτόχρονα
τη μορφή των προηγούμενων δύο: Υπάρχει Εγώ; Και αν ναι, μπορούμε να το
γνωρίσουμε; Το Εγώ διακρίνεται από τον κόσμο, γιατί είναι μοναδικό.
Η λύση αυτού του
ερωτήματος είναι τόσο ζωτική για τη σημερινή πολιτική ανάπτυξη ενός
επαναστατικού κόμματος αφού αφορά σε προβλήματα που έχουν πάρει μεγάλες
διαστάσεις ιδιαίτερα στις χώρες του δυτικού κόσμου (όπου το σχετικό
ξεπέρασμα των στοιχειωδών βιολογικών και μορφωτικών προβλημάτων, όπως
πείνα, άστεγοι και αναλφαβητισμός, συνοδεύτηκε από την ανάπτυξη νέων
προβλημάτων στην κοινωνία που αφορούν σε ένα βαθύτερο κόσμο, στον
ψυχολογικό) και φυσικά δεν αφορά μόνο στις ψυχασθένειες, αλλά ξεκινούν
από την φυσιολογική ανάπτυξη του παιδιού και το φύλο, επεκτείνονται στον
έρωτα και την οικογένεια και φτάνουν μέχρι την οικονομία και την
ιδεολογία. Στην ουσία πρόκειται για ένα νέο ιστορικό καθήκον κατανόησης
του Κόσμου σε ακόμα μεγαλύτερο βάθος, για μια ανάπτυξη καταρχάς της
φιλοσοφίας που φτάνει μέχρι την πολιτική. Σίγουρα εδώ έρχονται να
βοηθήσουν και οι σοβιετικοί ψυχολόγοι (όπως και κάποιοι αστοί) που είχαν
ήδη θίξει το ζήτημα και ανέπτυξαν σχετικές μελέτες (αν και δεν θα
κάνουμε αναφορά στο συγκεκριμένο άρθρο). Αν λοιπόν κανείς αντιληφθεί
καλύτερα αυτές τις ψυχολογικές λειτουργίες και τη φυσική τους πρόοδο,
μπορεί να αντιληφθεί έτσι καλύτερα και τι τις εμποδίζει να αναπτυχθούν
και να ευδοκιμήσουν, δηλαδή να δει τελικά πιο καθαρά τις πολιτικές
ευθύνες και το σύστημα που οδηγούν στην ψυχολογική κρίση του ανθρώπου.
Έτσι αναδεικνύεται
ακόμα περισσότερο η εκμετάλλευση σε όλο της το βάθος, επικαιροποιούνται
ακόμα περισσότερο τα αιτήματα ενός επαναστατικού κινήματος, το οποίο
πλέον αρχίζει να αγκαλιάζει τα προβλήματα του λαού στο ιδιαίτερο βάθος
τους και άρα ανοίγονται ακόμα περισσότερο οι προϋποθέσεις αυτή η αγκαλιά
να γίνει αμφίδρομη με αποτέλεσμα τελικά η επίθεση στο εκμεταλλευτικό
σύστημα να αποκτήσει μεγαλύτερη ισχύ, όντας πλέον πιο πολύπλευρη.
Όπως υπογραμμίζει
και ο τίτλος, το άρθρο δεν έχει σκοπό να εξαντλήσει το ζήτημα της
ανάπτυξης του ψυχισμού και των νόμων που τον καθορίζουν, αλλά επιδιώκει
μια πρώτη νύξη του πράγματος με σκοπό να στρέψει τη σκέψη και προς αυτή
την κατεύθυνση, σε μια κατεύθυνση που έρχεται να συνδέσει τον ψυχισμό με
το διαλεκτικό υλισμό και να τον αναπτύξει περαιτέρω. Παρακάτω λοιπόν
πρόκειται να δώσω κάποια σημεία ως προς αυτό.
Όπως ο υλισμός
ανέπτυξε τη φυσική βάση για τη μελέτη του κόσμου και ο ιδεαλισμός
ανέπτυξε τη διαλεκτική μέθοδο, αντίστοιχα ο ψυχισμός μπορεί να εφοδιάσει
το διαλεκτικό υλισμό με νέα μεθοδολογικά εργαλεία βγαλμένα από αυτό το
ίδιο το αντικείμενο του ψυχισμού. Ο τελευταίος μας διδάσκει για
παράδειγμα να κοιτάμε τον κόσμο μέσα στη μοναδικότητά του, να κοιτάμε
την εσωτερική αυτοτέλεια του κάθε πράγματος που μας περιβάλλει στην
αυτο-ανάπτυξή του. Τα πάντα έχουν μία συγκεκριμένη μοναδικότητα
(παράλληλα με τα κοινά στοιχεία που τα διέπουν). Για παράδειγμα μία
μηλιά μπορεί να έχει κάποια κοινά στοιχεία με άλλες μηλιές δίπλα της,
αλλά ταυτόχρονα είναι μοναδική. Ο κορμός της π.χ μπορεί να φέρει μία
αρρώστια που οι άλλες μηλιές δεν φέρουν, και έτσι οι αντιδράσεις σε
κοινά εξωτερικά ερεθίσματα είναι διαφορετικές όπως και οι επιπτώσεις.
Χωρίς τη γνώση της μοναδικότητάς της δεν μπορούμε να κατανοήσουμε γιατί
αντιδρά έτσι (όπως και δίχως τη γνώση της κοινότητάς της με τα άλλα
δέντρα, η οποία φυσικά προϋποτίθεται προκειμένου να ανακαλύψουμε τη
μοναδικότητά της) και δεν μπορούμε τελικά να τη βοηθήσουμε. Ακόμα
χειρότερα, μας δημιουργούνται λανθασμένες εντυπώσεις για τη φύση του
δέντρου, ή μιλώντας φιλοσοφικά γενικότερα του κόσμου. Και μιλώντας
πολιτικά τελικώς αυτές οι εντυπώσεις αναπαράγονται πλέον για την
εμβάθυνση των εξουσιαστικών σχέσεων της άρχουσας τάξης πάνω στο λαό.
Ο πλανήτης μας
διαθέτει περίπου 7,7 δισεκατομμύρια ανθρώπους και ψυχές. Ο κάθε άνθρωπος
έχει τη δική του μοναδική ιστορία που ταυτόχρονα ενώνεται με την
ιστορία των άλλων 7,7 δις ανθρώπων μέσα από κοινά σημεία που τελικά μας
δίνουν τη μοναδική ιστορία της Γης, όπως και την ταξική της διαδρομή
(αυτή δεν αναιρείται, αντιθέτως αναδεικνύεται ακόμα περισσότερο σε όλη
της τη λεπτομέρεια μέσα από τη μοναδικότητα της ζωής του κάθε ανθρώπου).
Όπως ο Διαλεκτικός Υλισμός μας δίνει τη δυνατότητα να μελετάμε και να
ανακαλύπτουμε την Ιστορία στην ολότητά της, το ίδιο μπορεί να κάνει και
με την ιστορία του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά. Ο διαλεκτικός υλισμός μπορεί
να δώσει στον κάθε άνθρωπο τη μέθοδο για τη μελέτη του ίδιου του
εαυτού, του ψυχισμού του, αλλά και του ψυχισμού γενικά και έτσι να
καταφέρει να τον αναπτύξει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, να αντιληφθεί
την ψυχική θέση του άλλου, να βοηθήσει στην ανάπτυξή του, αλλά και
τελικά να δώσει πολιτικές ευθύνες για όσα εμποδίζουν τα παραπάνω.
Επιπλέον, να
προσθέσουμε εδώ και μία άλλη διάσταση. Αν έχουμε να κάνουμε με τόσες
μοναδικές ιστορίες τελικά, έχουμε να κάνουμε ταυτόχρονα με τόσα αυτοτελή
αντικείμενα. Η μελέτη του καθενός μέσω του διαλεκτικού υλισμού απαιτεί
και διαμορφώνει στο τέλος ένα μοναδικό μεθοδολογικό εργαλείο για τον
κάθε άνθρωπο που του διδάσκει το δρόμο της αυτοανάπτυξής του, χωρίς να
χάνεται φυσικά η κοινότητα της μεθόδου (αφού από αυτήν προέκυψε, δηλαδή
τον διαλεκτικό υλισμό), αντιθέτως αυτή η τελευταία αναπτύσσεται
περαιτέρω. Αυτό πάλι μας υποδεικνύει έναν κόσμο όπου κάθε ξεχωριστός
άνθρωπος αντιμετωπίζεται ως ιδιαίτερη παραγωγική δύναμη, αναπτύσσεται ως
ιδιαίτερο εργαλείο, κατανοείται μέσα στη μοναδικότητά του. Σημειώστε
τώρα τι πρόοδο των παραγωγικών δυνάμεων συνεπάγεται κάτι τέτοιο αν
φανταστούμε αυτό να συντελείται π.χ για 7,7 δισεκατομμύρια ανθρώπους
ξεχωριστά. Δεν το αναφέρω για λόγους ονειροπόλησης, μα για να κατανοήσει
κανείς τις παραγωγικές δυνατότητες που κρύβονται πίσω από αυτό το
ζήτημα. Πρόκειται μάλλον για κάτι ασύλληπτο στη σύγχρονη συνείδηση.
Ο ψυχισμός γενικά
είναι η σχέση του ανθρώπου με το Εγώ και το περιβάλλον, αλλά και του Εγώ
με το Εσύ (το οποίο μπορεί να πάρει διάφορες μορφές, πέρα από ατομική).
Η βιολογία αποτελεί τη φυσική βάση της ανάπτυξής του, ενώ η οικογένεια
αποτελεί τον πρώτο μεγάλο σταθμό μέσα στον οποίο λαμβάνει χώρα αυτή η
ανάπτυξη. Το Εγώ φυσικά δεν είναι μοναδικό μόνο ως προς τη βιολογία του,
αλλά και ως προς τη διάνοιά του. Αυτή η δεύτερη ακολουθεί την πρώτη στα
διάφορα στάδιά της (παιδική ηλικία, εφηβεία και ενηλικίωση) και
αποτελεί εξίσου βάση για την ψυχική ανάπτυξη. Όπως δηλαδή η βιολογία του
ανθρώπου ακολουθεί μία βασική πορεία στην εξέλιξή της το ίδιο συμβαίνει
και για κάποιες διανοητικές λειτουργίες του ανθρώπου (ομιλία,
συλλογισμοί, θεωρήσεις κλπ), ανεξάρτητα από το κράτος και την κοινωνία
στην οποία ζει ο άνθρωπος. Εδώ δηλαδή η διανοητική ανάπτυξη έχει τους
δικούς της νόμους και τη δική της φυσική πορεία. Το πώς παρεμβαίνει η
κοινωνία σε αυτή τη διαδικασία δεν αναιρεί την αυτοτέλεια της κίνησής
της, αλλά την εμποδίζει και τη διαστρεβλώνει ή τη βοηθά και την προωθεί
με αποτέλεσμα να δημιουργείται ψυχολογική κρίση ή αρμονική ανάπτυξη.
Το σχολείο είναι ο
δεύτερος μεγάλος σταθμός για αυτή την ανάπτυξη με αποκορύφωμα την
τριτοβάθμια εκπαίδευση και το πανεπιστήμιο. Όταν ο άνθρωπος φτάσει σε
αυτό το επίπεδο πλέον (πρέπει να) είναι σε θέση να κόψει τον πλακούντα
που τον κρατά δεμένο με την οικογένεια και το πανεπιστήμιο ώστε να
αναπτύξει τη δική του οικογένεια και παραγωγική δραστηριότητα. Εδώ
εισέρχεται τώρα στον τρίτο μεγάλο σταθμό που είναι ο κόσμος της
εργασίας. Η άσκηση μίας δημιουργικής εργασίας είναι απαραίτητη ως βάση
για την αυτοτέλειά του, όπως και η ερωτική σχέση για την ολοκλήρωσή της.
Καθώς ο άνθρωπος σπάει τα δεσμά της γονεϊκής και μαθησιακής σχέσης,
όντας τώρα ο ίδιος γονιός και δάσκαλος, αναπτύσσεται ως παραγωγική
δύναμη, μια δύναμη που διαφορετικά θα έμενε φυλακισμένη.
Σήμερα για
παράδειγμα ένα πολύ βασικό πρόβλημα που εμποδίζει αυτή τη διαδικασία
είναι η αδυναμία ενός ενήλικα να συντηρήσει το δικό του σπίτι. Αυτό
βάζει εμπόδια στην ψυχική του ανάπτυξη, καθώς ο νέος προσκολλάται στην
οικογένειά του που πλέον δεν τον χωρά ούτε για το δημιουργικό-ερευνητικό
του έργο, ούτε για την ερωτική του σχέση. Έτσι δημιουργούνται
ψυχολογικές κρίσεις τόσο για το νέο όσο και για τους γονείς. Μια τέτοια
εξέλιξη επίσης έχει συνέπειες και για τον εκπαιδευτικό κόσμο, αφού χάνει
π.χ νέους δασκάλους, αλλά και για τον εργατικό κόσμο ευρύτερα, αφού η
κοινωνία εγκλωβίζει παραγωγικές δυνάμεις που θα μπορούσε να αξιοποιήσει.
Και βέβαια η όξυνση τέτοιων κρίσεων μπορεί να βρει τη λύση της σε
φαινόμενα παρασιτικά όπως είναι η κατάθλιψη, η τοξικοεξάρτηση ή ακόμα
και η αυτοκτονία.
Φυσικά η ψυχολογική
κρίση δεν αφορά μόνο ούτε εμφανίζεται απλώς τη στιγμή που ο άνθρωπος
ενηλικιώνεται. Η παραπάνω αναφορά ήταν ένα παράδειγμα για να γίνει
περισσότερο ορατή η ψυχική σχέση ανάμεσα στο Εγώ με το περιβάλλον του
και το Εσύ. Ο ψυχισμός οικοδομείται μέσα στον άνθρωπο ήδη από την πρώτη
μέρα που αντίκρισε αυτός τον κόσμο (όπως και η αυτονομία του), απλώς όσο
ενηλικιώνεται τόσο πιο καθαρά αρχίζει να φαίνεται αυτός ο κόσμος. Τα
βιώματά ενός ανθρώπου κατά την πορεία της ζωής του, και ιδιαίτερα της
παιδικής-εφηβικής περιόδου, αφήνουν στίγματα, τα οποία μπορεί να είναι
αρνητικά, οπότε μιλάμε για τραύματα, αλλά μπορεί να είναι και θετικά,
οπότε μιλάμε για κίνητρα. Η συσσώρευση τέτοιων στιγμάτων είναι διαρκής
και χτίζουν ένα ψυχικό οικοδόμημα που είναι καθοριστικό για την
προσωπικότητα και την ψυχολογική κατάσταση στην οποία θα βρεθεί ένας
ενήλικος κατά τη φάση αποδέσμευσης από την εφηβεία, φάση αποφασιστική
για το ψυχολογικό προτσές.
Ωστόσο αυτό το
τελευταίο δεν αφορά μόνο στη βιοδιανοητική ανάπτυξη σε σχέση με την
οικογένεια, το σχολείο και την εργασία. Μέχρι τώρα μιλούσαμε για την
ανάπτυξη των φυσικών εργαλείων του ψυχισμού. Η κοινωνικοποίηση του
ανθρώπου όμως περνάει και από μία άλλη βαθύτερη φάση της διάνοιας (για
την οποία μάλλον οι αστοί ψυχολόγοι δεν κάνουνε και τόσο συχνά λόγο) που
είναι η πολιτικοποίηση. Η πολιτικοποίηση αποτελεί μια ανώτερη φάση
κοινωνικοποίησης του ανθρώπου και έρχεται να αναπτύξει περαιτέρω τις
διανοητικές του λειτουργίες πάνω στη βάση της προηγούμενης
βιοδιανοητικής ανάπτυξης.
Ο άνθρωπος γεννιέται
απολιτικό ον (όπως και όταν γεννήθηκε ως είδος στην εποχή της
πρωτόγονης κοινότητας), αν και έρχεται μέσα σε έναν πολιτικό κόσμο. Δεν
γνωρίζει την έννοια της ιδιοκτησίας, του δικαιώματος ή της θρησκείας,
δεν γνωρίζει την ντροπή στο ανθρώπινο σώμα, ούτε και τον ρατσισμό ή τον
εθνικισμό. Γεννιόμαστε κατά κάποιον τρόπο αναρχικοί (δεν αναφέρω τυχαία
τον όρο εδώ, αφού θεωρώ πως ο πυρήνας του αναρχισμού εκφράζει τον
πρωτόγονο κομμουνισμό, που αποτέλεσε την παιδική ηλικία της
ανθρωπότητας, πράγμα που δεν είναι καθόλου τυχαίο και άσχετο με τη
συζήτησή μας- ο αναρχισμός φέρει στον ψυχολογικό του πυρήνα
χαρακτηριστικού παιδιού). Μόνο ο κόσμος γύρω του είναι που οδηγεί τον
άνθρωπο προς την πολιτικοποίηση ή τον απωθεί από αυτή. Αυτή πάλι τώρα
δεν είναι αρνητική από τη φύση της (όπως ίσως θα υποστήριζε ο
αναρχισμός). Αντιθέτως ωθεί τη σκέψη σε περαιτέρω ανάπτυξη.
Παρόλο που σήμερα
ζούμε σε μια μεταμοντέρνα απολιτική κοινωνία που έχει εξορίσει την
πολιτική από τη ζωή, από την άλλη το φιλελεύθερο πολιτικό σύστημα και η
ιδεολογία εξακολουθούν να υφίστανται. Αυτό εντάσσει τον άνθρωπο στην
πολιτική διαδικασία (τουλάχιστον σε ένα βαθμό) δίνοντάς του δικαιώματα
όπως η εκλογή, η μόρφωση, η πρόνοια κλπ και τώρα πλέον γίνεται πολίτης
του κράτους. Αν προηγουμένως ο άνθρωπος είχε διαπαιδαγωγηθεί ώστε να
φέρει ευθύνη απέναντι στα μέλη της οικογένειάς του, τώρα το κράτος τον
παίρνει από την αγκαλιά της τελευταίας και του εμφυσά την ευθύνη
απέναντι στα μέλη ολόκληρου του έθνους-κράτους, όπως και απέναντι στο
λαό (που τώρα πλέον έχει αναδειχθεί σε πολιτικό υποκείμενο) διευρύνοντας
τη σφαίρα ευθύνης και άσκησης της διάνοιας (σήμερα αυτή η σφαίρα έχει
λάβει και διεθνείς διαστάσεις λόγω των διακρατικών ενώσεων, όπως π.χ η
Ευρωπαϊκή Ένωση, έτσι ο άνθρωπος καλείται να επεξεργαστεί πλέον και
διεθνή ζητήματα). Τώρα οικογένειά του γίνεται το κράτος και οι πολίτες
τα αδέρφια του. Κάθε δημόσιο πρόβλημα τον αφορά και καλείται να
συμμετέχει προς τη λύση του. Έτσι τώρα αρχίζει να νιώθει υπεύθυνος όχι
μόνο για τα προβλήματα που συναντά μέσα στο σπίτι, αλλά και για αυτά που
υφίστανται έξω από αυτό, στο κράτος του ή ακόμα και στο διεθνή
περίγυρο.
Όμως η διαδικασία
της πολιτικοποίησης δεν σταματάει εδώ. Τελικά όπως ξέφυγε από την
αγκαλιά της οικογένειας ο πολίτης τώρα καλείται (όπως και το ανώτερο
πολιτικό υποκείμενο, ο λαός) να ξεφύγει και από την αγκαλιά του αστικού
κράτος που πλέον γίνεται τόσο σφιχτή που κοντεύει να πνίξει το παιδί
του, αφού σταδιακά αυταρχικοποιείται όλο και περισσότερο με αποτέλεσμα
να μετατρέπεται σε ένα φασιστικό κράτος. Εδώ η πολιτικοποίηση περνάει
στην τελική της φάση, στην ιδεολογικοποίηση. Τώρα ο πολίτης πλέον φέρει
ευθύνη όχι απλώς για το κράτος ή τα διεθνή, μα για τη ζωή ολόκληρη. Γι’
αυτό καλείται τώρα να αναπτύξει μία ολόκληρη κοσμοθεωρία που να κατανοεί
τη ζωή ως σύστημα (φύση και κοινωνία ενιαία). Οι διανοητικές του
λειτουργίες απαιτείται να αγκαλιάσουν την παγκόσμια σφαίρα και να
ανέλθουν σε νέα υψηλά επίπεδα. Τώρα δεν μπορεί να είναι απλώς ένας
πολίτης. Αναγκάζεται να αγγίξει τη σφαίρα της διανόησης και να γίνει
ιδεολόγος.
Αυτό το καθήκον που τέθηκε απέναντι στον άνθρωπο στα τέλη του 19ου αιώνα με το πέρασμα στον Ιμπεριαλισμό πραγματοποιήθηκε για χάρη της αστικής δημοκρατίας από το H.Spencer
που ήταν από τους πρώτους αστούς που είδαν ενιαία τη φύση και την
κοινωνία. Το ανώτερο αυτό δημιούργημα της αστικής διανόησης στη
φιλοσοφία ωστόσο γέννησε το χειρότερο στην πολιτική με τον κοινωνικό
δαρβινισμό να διαμορφώνει τη ρατσιστική αντίληψη. Περαιτέρω, για το
φασισμό το καθήκον αυτό το ανέλαβε ο Χίτλερ που πήγε σε ακόμα πιο
αντιδραστικό επίπεδο τις θεωρίες του Spencer, ενώ για τον κομμουνισμό το έφερε σε πέρας ο Λένιν που εξέλιξε τις θεωρήσεις του Μαρξ.
Αν και το παραπάνω
καθήκον ήταν εκτελέσιμο μόνο από λίγους, αυτό δεν σημαίνει πως και
σήμερα αφορά μόνο λίγους. Είναι σίγουρο ότι μεγάλο μέρος του λαού μέσα
σε ένα εκμεταλλευτικό σύστημα ποτέ δεν μπορεί να αγγίξει αυτή την
ανώτερη σφαίρα, ωστόσο το παραπάνω παράδειγμα καταδεικνύει πως η ταξική
πάλη έχει φτάσει αντικειμενικά σε νέο επίπεδο και ορθώνει νέες
απαιτήσεις τουλάχιστον για μια σημαντική μερίδα του λαού. Μην ξεχνάμε
πως ο σοσιαλισμός δεν οικοδομείται από έναν. Ο Λένιν τόνιζε διαρκώς το
μεγάλο πρόβλημα του χαμηλού ιδεολογικού επιπέδου των μελών του κόμματος,
ένα πρόβλημα που φαίνεται πως δεν μπόρεσε να λυθεί και τελικά θα
κόστιζε σοβαρά στην οικοδόμηση. Φαίνεται πως μια ελάχιστη ιδεολογική
κατάρτιση (που δεν είναι στατική, αλλά αυξάνει και βαθαίνει, όσο κάνουν
το ίδιο και οι εκμεταλλευτικές σχέσεις) όλων των μελών του αποτελεί
απαραίτητη υλική προϋπόθεση για την οικοδόμηση της νέας κοινωνίας.
Επιπλέον να
σημειώσουμε πως παρατηρεί κανείς εδώ όσον αφορά στη διαδικασία
κοινωνικοποίησης του ατόμου ότι αυτή ακολουθεί την ίδια πορεία με την
ιστορία της κοινωνικοποίησης του πρωτόγονου ανθρώπου. Γεννημένος από τη
μητέρα Φύση ως απολιτικό ον στην πρωτόγονη κοινότητα περνά στην πολιτική
(ταξική) κοινωνία, όπου πολιτικοποιείται όλο και περισσότερο (ιδιαίτερα
στην αστική κοινωνία) έως και την εποχή που εμφανίζεται η μεγάλη
αντίθεση ανάμεσα στο φασισμό και τον κομμουνισμό, οπότε πλέον γίνεται
ιδεολόγος. Η κοινωνικοποίηση του ατόμου σήμερα αποτελεί μικρογραφία
(εμπεριέχει μέσα του όλο το προτσές) της ιστορικής κοινωνικοποίησης του
ανθρώπου. Κάπου εδώ ανοίγει ένας νέος κλάδος για το μαρξισμό, αυτός της
πολιτικής ψυχολογίας.