Η ΛΔ της ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ
του Χέρµαν Γιάκοµπς
Παράλληλα µε την υιοθέτηση και την ανάπτυξη του επαναστατικού
δρόµου προς τον κοµµουνισµό όλες οι σοσιαλιστικές χώρες βίωσαν, άλ-
λες περισσότερο και άλλες λιγότερο, στην πρώτη αυτή περίοδο του κοµ-
µουνισµού, τη σοσιαλιστική, την κοινωνική αντιπαράθεση µε τον αστι-
κό ρεφορµισµό. Και στον οικονοµικό τοµέα ο ρεφορµισµός εκφράστη-
κε αρκετά έντονα. Ο ρεφορµισµός κορυφώθηκε µε τη δηµιουργία ενός
ιδιαίτερου οικονοµικού υποκειµένου στο σοσιαλισµό, τη «σοσιαλιστι-
κή επιχείρηση µε χρηµατική ιδιοσυντήρηση», της οποίας το οικονοµικό
σύστηµα έπρεπε να είναι εµπορευµατοοικονοµικό και δε θα µπορούσε
να είναι αλλιώς. Οικονοµικά δε βρισκόταν η «σοσιαλιστική» επιχείρη-
ση σε διαφορετική θέση από µία επιχείρηση ατοµικής ιδιοκτησίας, δη-
λαδή η έννοια της οικονοµικής αυτάρκειας δεν είναι τίποτα άλλο παρά
µία άλλη έννοια για την ατοµική ιδιοκτησία. Με αυτό τον τρόπο δια-
στρεβλώνεται και αντιστρέφεται ο επαναστατικός χαρακτήρας της σχε-
διασµένης οικονοµίας, ο οποίος στη βάση της κοινωνικοποίησης των µέ-
σων παραγωγής εκφράζει ένα νέο, επαναστατικό τρόπο παραγωγής. Με
τον ίδιο τρόπο διαστρεβλώνεται και αντιστρέφεται και ο επαναστατικός
χαρακτήρας των εργαζοµένων και της εργασίας, που στο σοσιαλισµό έγ-
κειται στην ύπαρξη ενός συνολικού οικονοµικού υποκειµένου και σε ένα
µισθό, ο οποίος αναφέρεται στην κοινωνική συνολική εργασία.
Ο Χέρµαν Γιάκοµπς είναι οικονοµολόγος.
- 119 -
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 119Ο σοσιαλισµός ήταν -όπως είναι αναµενόµενο- µία πολύ αντιφατική
περίοδος, γεµάτη συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις.
Η συµβολή της ΓΛ∆ στην επιστήµη του σοσιαλισµού στον οικονοµι-
κό τοµέα πρέπει να προσεγγιστεί στα πλαίσια αυτής της διπολικής ιστο-
ρικής πραγµατικότητας - από τη µία να στέκεσαι στις βασικές αρχές της
σχεδιασµένης οικονοµίας και από την άλλη να εµπλέκεσαι σε µία ειδι-
κή µορφή αντιπαράθεσης µεταξύ της επανάστασης και του ρεφορµι-
σµού. Η παραπάνω σκέψη έχει σηµαντική αξία, ιδιαίτερα αναφορικά µε
το ζήτηµα µιας σχετικά µακροχρόνιας εµπορευµατικής οικονοµίας του
σοσιαλισµού και της βαθιάς γνώσης της σοσιαλιστικής αρχής κατανο-
µής. Οπως είναι αυτονόητο, η συµβολή της ΓΛ∆ πρέπει να καταχωρη-
θεί στο πλάι της αντίστοιχης σοβιετικής επιστήµης του σοσιαλισµού.
Τα παραπάνω αναλύονται σε τέσσερα σηµεία και κάποιες παρατηρή-
σεις, ξεκινώντας µε ένα γενικό ζήτηµα - την «υπερεθνική» σηµασία του
«σοβιετικού οικονοµικού µοντέλου».
Το γεγονός ότι το «σοβιετικό µοντέλο» διεύθυνσης της οικονοµίας δεν
επιβλήθηκε στη ΓΛ∆ από τη Σοβιετική Ενωση, αλλά ήταν ώριµο να υιο-
θετηθεί, ήταν δηλαδή εφαρµόσιµο, είναι θεµελιώδες για τη θεωρία. Αυ-
τό σηµαίνει ότι είναι ένα γενικό µοντέλο για το σοσιαλισµό-κοµµουνι-
σµό. Κατά συνέπεια πρέπει να γίνεται λόγος για σχεδιασµένη οικονο-
µία γενικά - και φυσικά για σχεδιασµένη οικονοµία και στη ΓΛ∆. (Στο
ζήτηµα ενός οικονοµικού συστήµατος δεν πρέπει η εθνική πλευρά να
καθορίζει την οικονοµική, αλλά αντίθετα η οικονοµική πρέπει να κα-
θορίζει την εθνική. Το σύστηµα αποτελεί το περιεχόµενο, το «έθνος» τη
µορφή. Στο σοσιαλισµό-κοµµουνισµό ισχύει ό,τι και στον καπιταλισµό:
το σύστηµα είναι το γενικό, το έθνος το ειδικό).
Αφετηριακό σηµείο του σχεδιασµού είναι: α) η ανάπτυξη των αναγ-
κών και β) γενικά η ιδιοποίηση σύµφωνα µε την αρχή «στον καθένα
ανάλογα µε τις ανάγκες του». Επίσης ο σχεδιασµός από τη µία λαµβά-
νει υπόψη την ιστορική πλευρά του επιπέδου ανάπτυξης της παραγω-
γής και από την άλλη αποτελεί άµεση έκφραση της αλλαγής ιδιοκτη-
σίας, η οποία συντελείται στην οικονοµία, δηλαδή της αλλαγής από ατο-
- 120 -
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 120µική ιδιοκτησία (= ιδιοποίηση σύµφωνα µε την αρχή της αξίας) σε κοι-
νωνική συνολική ιδιοκτησία (=ιδιοποίηση σύµφωνα µε την αρχή της
αξίας χρήσης). Σχεδιασµένη οικονοµία σηµαίνει άµεσος σχεδιασµός
παραγωγής, όχι µόνο σχεδιασµός προοπτικής
1
. Η σχεδιασµένη οικονο-
µία είναι άµεσα η οικονοµία της συγκεκριµένης πλευράς της εργασίας.
Ο σχεδιασµός της παραγωγής µπορεί να µετατραπεί σε σχεδιασµό προ-
οπτικής, κάτι το οποίο πάντα επιθυµούσε η εµπορευµατοοικονοµική µε-
ταρρύθµιση, µόνο υπό έναν όρο ότι: η παραγωγή γίνεται ανεξάρτητη,
«µε ίδια ευθύνη», δηλαδή ότι υποτάσσεται σε µία άλλη αρχή και όχι σε
αυτή του κεντρικού σχεδιασµού, µε αποτέλεσµα η άναρχη ανάπτυξη να
συνδέεται µε µία αιωρούµενη «προοπτική». ∆εν µπορεί σε αυτή την πε-
ρίπτωση κάποιος να κάνει λόγο για µία προοπτική της οικονοµίας, η
οποία αντιστοιχεί σε αυτό που η έννοια «προοπτική» σηµαίνει πραγµα-
τικά. Και αυτό γιατί το πραγµατικό περιεχόµενο της έννοιας «προοπτι-
κή της οικονοµίας» πρέπει να περιλαµβάνει την εγγύηση, ότι έτσι όπως
αυτή προβλέπει, έτσι θα λάβει χώρα και η παραγωγή. Η παραγωγή χω-
ρίς σχεδιασµό, χωρίς δηλαδή την αξιοποίηση µίας αρχής που στηρίζε-
ται στις ανάγκες των ανθρώπων, θα υποτασσόταν -όπως αποδεικνύει ο
καπιταλισµός- στην αφηρηµένη ορµή, ώθηση της επέκτασης της ιδιο-
κτησιακής σχέσης.
Ο πάντα προωθούµενος από τους ρεβιζιονιστές απολογητές της αγο-
ράς διαχωρισµός της προοπτικής από τη µία και της παραγωγής της επι-
χείρησης από την άλλη, αποτελεί προϋπόθεση για την ανεξαρτητοποί-
ηση των επιχειρήσεων εναντίον της κοινής κοινωνικής θέλησης. Αυτό
γίνεται µε το να εµποδίζουν την εφαρµογή της αρχής κατανοµής µε βά-
ση τις ανάγκες και τις αναλογικότητες, προς όφελος της αρχής της αξίας
(σ.µ.: της ιδιοποίησης µε κριτήριο την αξία) και της εξίσωσης (σ.µ.: ως
αρχή της εξίσωσης εννοείται η αξιακή εξίσωση των εµπορευµάτων, η
δράση του νόµου της αξίας) στην οικονοµία, κατηγορίες, οι οποίες αν-
τιφάσκουν µε το συνολικό κοινωνικό σχεδιασµό, αλλά από την άλλη αν-
- 121 -
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
1. Σ.µ. Σε αυτό το σηµείο, όπως και σε επόµενα, ο Χ. Γιάκοµπς µε τον όρο «σχεδιασµός
προοπτικής» εννοεί τον καθορισµό από το σοσιαλιστικό κράτος ορισµένων γενικών
κατευθύνσεων, σε αντιπαράθεση µε τον ολοκληρωµένα κεντρικό σχεδιασµό που κα-
θορίζει άµεσους και µακροπρόθεσµους στόχους και εξαπλώνεται σε κάθε κλάδο, πε-
ριοχή, σοσιαλιστική παραγωγική µονάδα κλπ.
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 121ταποκρίνονται πολύ καλά στο καθεστώς της ατοµικής ιδιοκτησίας. Η
διατύπωση µιας προοπτικής έχει τότε µόνο νόηµα, όταν η παραγωγή
µπορεί να συνδεθεί υποχρεωτικά µε αυτή - κατά συνέπεια να είναι ενό-
τητα προοπτικής και παραγωγής.
Ο σχεδιασµός της παραγωγής λειτουργεί µε ένα χρονικό ορίζοντα, ο
οποίος είναι ορατός (κατά κανόνα είναι 5 χρόνια) και µε ένα βασισµέ-
νο σε αυτό τον ορίζοντα πιο λεπτοµερειακό σχεδιασµό (ετήσιο, τριµη-
νιαίο, µηνιαίο, άµεσα εργασιακά καθήκοντα µέχρι και σχεδιασµός στο
επίπεδο της κάθε εργασιακής θέσης). Ενας πιο µακροχρόνιος χρονικός
ορίζοντας περιλαµβάνει µέχρι 15 ή 20 χρόνια και έχει το χαρακτήρα του
γενικού προσανατολισµού του σχεδιασµού της παραγωγής. Οι διάφο-
ροι οικονοµικοί ορίζοντες καθορίζονται στη βάση της εφικτότητας και
της υπάρχουσας επιστηµονικοτεχνικής προόδου.
Το ζήτηµα της σχεδιασµένης οικονοµίας είναι το σηµαντικότερο ζή-
τηµα της πολιτικής οικονοµίας στη ΓΛ∆, γιατί η ΓΛ∆ µέχρι το τέλος
ήταν µία χώρα µε σχεδιασµένη οικονοµία. Η συνέχεια της ΓΛ∆ όλα τα
χρόνια της ύπαρξής της εκφράστηκε λοιπόν (από σοσιαλιστική-κοµ-
µουνιστική άποψη) στο γεγονός ότι το σχέδιο ήταν το καθοριστικό στοι-
χείο. Ολα τα οικονοµικά πειράµατα της δεκαετίας του 1960 (Νέο Οικο-
νοµικό Σύστηµα σχεδιασµού και διεύθυνσης της λαϊκής οικονοµίας -
ΝΟΣ) είχαν περιορισµένη επίδραση, η οποία περιοριζόταν στη συγκε-
κριµένη χρονική περίοδο, αλλά ακόµα και σε αυτήν ήταν δευτερεύου-
σας σηµασίας.
Η οικονοµική θεωρία και η οικονοµική πρακτική της ΓΛ∆ ακολούθη-
σε αρχικά -στο πρόσωπο των κοµµουνιστών προσφύγων που επέστρε-
ψαν από τη Σοβιετική Ενωση- τις κατευθύνσεις, οι οποίες είχαν ανα-
πτυχθεί από τη σοβιετική θεωρία. Ταυτόχρονα υπήρχαν οι θεωρητικές
επιθέσεις µερικών επιστηµόνων (Behrens, Benary, Kohlmey), οι οποί-
οι στράφηκαν εναντίον του νέου ρόλου του κράτους στη σχεδιασµένη
- 122 -
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 122οικονοµία και µε αυτό τον τρόπο συντάχτηκαν µε τη σκέψη σοσιαλδη-
µοκρατών και αστών κριτικών της Σοβιετικής Ενωσης.
Στο δεύτερο µισό της δεκαετίας του 1950 -στην περίοδο περίπου του
δεύτερου πεντάχρονου πλάνου στη ΓΛ∆- εµφανίστηκε στα πλαίσια του
συστήµατος των σταθερών τιµών, το οποίο αποτελεί βασικό χαρακτη-
ριστικό της σχεδιασµένης οικονοµίας, το πρόβληµα µίας σχετικής µη
αποδοτικότητας, δηλαδή µιας δυσαναλογίας σε σχέση µε την αποδοτι-
κότητα των επιχειρήσεων στις δεδοµένες επιχειρησιακές τιµές (άλλες
είχαν υψηλή αποδοτικότητα, άλλες είχαν χαµηλή αποδοτικότητα). Οι
τιµές, οι οποίες συνεπάγονταν για τις επιχειρήσεις υψηλή αποδοτικό-
τητα υπήρχαν παράλληλα µε τις τιµές που συνεπάγονταν χαµηλή ή ακό-
µα και µηδενική αποδοτικότητα. Σε αυτή την παρατηρούµενη δυαδικό-
τητα στο επίπεδο των µεµονωµένων επιχειρήσεων αντιπαρατασσόταν
µία αυξανόµενη οικονοµική, συνολική κοινωνική αποδοτικότητα. Πώς
είναι δυνατό να ερµηνευτεί αυτή η «αντίφαση»;
Θεωρητικά πρόκειται για το πρόβληµα της τιµολογιακής απεικόνισης
του υπερπροϊόντος και της ιδιοποίησής του, µεταξύ άλλων της αύξησης
των πραγµατικών µισθών, κάτι το οποίο µε δεδοµένες τις τιµές οδηγεί
σε αύξηση του κόστους, εκτός αν η αύξηση της παραγωγικότητας της
επιχείρησης υπερκεράζει την άνοδο των µισθών της επιχείρησης. Αν
όµως ισχύει το αντίθετο, το αποτέλεσµα θα είναι η µείωση της αποδο-
τικότητας που συνεπάγονται οι συγκεκριµένες τιµές. Ο «τρόµος για την
(µερική) επιδείνωση της απόδοσης της σοσιαλιστικής οικονοµίας» (ή
της σχεδιασµένης οικονοµίας) έχει τη βάση του στην άγνοια του οικο-
νοµικού µηχανισµού της σχεδιασµένης οικονοµίας. ∆ηλαδή, αν θέλου-
µε να το διατυπώσουµε πιο επίσηµα, η οικονοµική κίνηση της συγκε-
κριµένης εργασίας αποδίδεται σε µία οικονοµική κατηγορία της αφη-
ρηµένης εργασίας (σ.µ.: εννοεί την αποδοτικότητα των επιχειρήσεων,
το κέρδος). Αυτή η «αντίφαση» στη συγκεκριµένη θεωρία απέβη σε βά-
ρος της νέας οικονοµίας. Οδήγησε σε τέτοιες οικονοµικές µεταρρυθµί-
σεις (µεταξύ των οποίων το ΝΟΣ στη ΓΛ∆, το οποίο εισήχθη µε τη σύµ-
φωνη γνώµη του Γενικού Γραµµατέα του ΕΣΚΓ, Βάλτερ Ούλµπριχτ),
που εξήραν το κέρδος ως βασικό δείκτη απόδοσης (Λίµπερµαν και άλ-
λοι). Ενώ στο πρώτο µισό της δεκαετίας του 1950 το ζήτηµα της εµπο-
ρευµατικής οικονοµίας ανακινούνταν µόνο σε αφηρηµένο επίπεδο, ως
κριτική δηλαδή ενάντια στο νέο ρόλο του κράτους ως το κεντρικό και
- 123 -
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 123τελικό υποκείµενο σχεδιασµού στην οικονοµία, λαµβάνει τώρα, µε το
πρόβληµα της αποδοτικότητας, την επίφαση µιας αναγκαίας πολιτικής
πρακτικής. Η µεταρρύθµιση θα έπρεπε, υποτίθεται, να υπηρετεί την
επανόρθωση των τιµών που θα εξασφαλίζουν υψηλά ποσοστά αποδο-
τικότητας. Με αυτό τον τρόπο η «σοσιαλιστική επιχείρηση» βρέθηκε
στο επίκεντρο της θεωρητικής οικονοµίας και έγινε το υποκείµενο µιας
εµπορευµατο-οικονοµικής και αξιο-οικονοµικής (σ.µ.: σύµφωνης µε το
νόµο της αξίας) µεταρρύθµισης. Η µεταρρύθµιση πραγµατοποιήθηκε
µε το ΝΟΣ σε γενικό επίπεδο και τη µεταρρύθµιση των τιµών σε πιο ει-
δικό-συγκεκριµένο επίπεδο.
Το πρώτο βήµα ήταν ο επανακαθορισµός των τιµών των πάγιων (κυ-
ρίως πρόκειται για την αύξησή τους). Πέρα από αυτό το βήµα, η µεταρ-
ρύθµιση δεν προχώρησε παραπέρα, µε την έννοια ότι το συνολικό σύ-
στηµα τιµών των επιχειρήσεων, καθώς και οι καταναλωτικές τιµές του
λιανικού εµπορίου για τους ιδιώτες καταναλωτές, δεν άλλαξαν από την
τιµολογιακή µεταρρύθµιση. Με αυτή την έννοια, η µεταρρύθµιση δε
δηµιούργησε κανένα σύστηµα αυξοµειούµενων τιµών στη βάση της αλ-
λαγής των αξιακών µεγεθών. Με λίγα λόγια, το σύστηµα παρέµεινε σύ-
στηµα σταθερών τιµών.
Το ΝΟΣ αποτελεί µία ειδική συµβολή της ΓΛ∆, διαφορετική από την
«Ανοιξη της Πράγας», αφού το ΝΟΣ ήθελε ακόµα να συνενώσει τον
κεντρικό σχεδιασµό και την ιδιοσυντήρηση των επιχειρήσεων, ενώ οι
µεταρρυθµίσεις της Πράγας παρέβλεπαν το καθήκον του κεντρικού
σχεδιασµού. Το ΝΟΣ δεν εκφράζει την αλλαγή του οικονοµικού συστή-
µατος του σοσιαλισµού, αλλά ένα κοινωνικό συµβιβασµό µεταξύ της επα-
νάστασης και του ρεφορµισµού και, µε αυτό τον τρόπο, µία εσωτερική αν-
τίφαση στην καθοδήγηση του Κόµµατος της ΓΛ∆.
Το δεύτερο στοιχείο του ΝΟΣ ήταν το επιχειρησιακό υλικό συµφέρον.
(σ.µ.: ο όρος «υλικό συµφέρον» χρησιµοποιείται σε όλο το κείµενο ως
αντίστοιχος των «υλικών κινήτρων». Ωστόσο, επειδή χρησιµοποιείται
άλλος όρος για τα υλικά κίνητρα, γι’ αυτό µεταφράστηκε κατά λέξη ως
«υλικό συµφέρον»). Ο καθορισµός του ύψους των µισθών έπρεπε να
εξαρτάται από το κέρδος της επιχείρησης (σε ποσοστό µέχρι 20%). Αυ-
τό θα σήµαινε σε σηµαντικό βαθµό την εµφάνιση µιας ειδικής µορφής
εξατοµίκευσης της αρχής κατανοµής σε κάθε επιχείρηση, δηλαδή τη θε-
ώρηση της ξεχωριστής εργασίας ως βάσης των σοσιαλιστικών (γενικών)
- 124 -
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 124οικονοµικών σχέσεων. Για τις πρακτικές εφαρµογές αυτής της σκέψης
αρκεί να πούµε ότι δεν εφαρµόστηκε, παρά περιορίστηκε στη µορφή
των πληρωµένων πριµ που δινόταν για εξαιρετικές επιδόσεις, όπως κα-
θοριζόταν από τη σχεδιασµένη οικονοµία. Η εισαγωγή της εξάρτησης
του ύψους των µισθών από τα κέρδη θα είχε καταστρέψει την αρχή του
ίσου µισθού για ίση εργασία/εργάσιµο χρόνο, δηλαδή την αρχή κατα-
νοµής, την οποία είχε διατυπώσει ο Μαρξ για την πρώτη φάση του κοµ-
µουνισµού.
Το ΝΟΣ ήταν µία ολοφάνερα λανθασµένη επιλογή για την οικονοµία
της ΓΛ∆. Σε αντίθεση µε τον ισχυρισµό, σύµφωνα µε τον οποίο το ΝΟΣ
απέτυχε λόγω των σοβιετικών ενστάσεων, πρέπει να σηµειωθεί ότι το
ΝΟΣ απέτυχε επειδή δεν µπορούσε να λυθεί το πρόβληµα των τιµών
(σ.µ.: ότι δηλαδή οι σταθερές τιµές δε συµβιβάζονταν µε τα υπόλοιπα
µέτρα του ΝΟΣ). Σύµφωνα µε τις αρχές του ΝΟΣ έπρεπε να εξασφαλι-
στεί για τις επιχειρήσεις η ιδιοσυντήρηση των οικονοµικών µέσων, µέ-
σω των τιµών. Η τιµή έπρεπε λοιπόν να είναι τόσο υψηλή, ώστε να µην
εξασφαλίζει απλώς την απλή αναπαραγωγή, αλλά και τη διευρυµένη
αναπαραγωγή της επιχείρησης. ∆ηλαδή οι τιµές έπρεπε γενικά να απο-
τελούνται από το µέρος του κόστους σ+µ (όπως αποδίδονται στη µαρ-
ξιστική ανάλυση του καπιταλισµού: σταθερό κεφάλαιο, δηλαδή µέσα
παραγωγής και µεταβλητό κεφάλαιο, δηλαδή ζωντανή εργασία, βλέπε:
µισθοί) και από ένα µέρος υ (επίσης όπως αποδίδεται από το Μαρξ: υπε-
ραξία, δηλαδή κοινωνικό υπερπροϊόν σε ατοµική κατοχή). Αφού απαι-
τούνταν να είναι οι τιµές ψηλότερες από την κάλυψη του κόστους, έπρε-
πε να εξασφαλιστεί στις επιχειρήσεις να µπορούν να αποφασίζουν µό-
νες τους για τη διευρυµένη αναπαραγωγή τους. Τουλάχιστον αυτό έπρε-
πε να ισχύει για τις επιχειρήσεις µε µέσο επίπεδο ανάπτυξης. (Για τις
επιχειρήσεις µε υψηλότερη ζήτηση χρήµατος για επενδύσεις προέκυψε
το ζήτηµα της αναγκαιότητας µίας ελεύθερης αγοράς χρήµατος, µέσω
της οποίας αυτή η ζήτηση θα καλυπτόταν από τις επιχειρήσεις που δε
ζητούσαν αλλά αντίθετα προσέφεραν χρηµατικά µέσα ή απλώς από
αποταµιευµένη περιουσία της ίδιας της επιχείρησης. Φυσικά, µαζί µε
αυτό θα προέκυπτε και το ζήτηµα της ιδιοκτησίας αυτών των µέσων: το-
κισµός, καπιταλιστικοποίηση του χρήµατος. Ο χαρακτήρας του χρήµα-
τος θα άλλαζε - αντί για µέσο αγοράς θα γινόταν Κεφάλαιο και αντί για
παραγωγικές επιχειρήσεις θα είχαµε επίσης και «παραγωγικές» τράπε-
- 125 -
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 125ζες). Ο κρατικός προϋπολογισµός δε θα ήταν κατά συνέπεια σε θέση να
επεµβαίνει µελλοντικά στη διαµόρφωση και τον καθορισµό της αναπα-
ραγωγής ως ένα όργανο που «αντίκειται» στις επιχειρήσεις. ∆ηλαδή θα
του είχαν κλέψει τη νέα του, άµεση εξουσία πάνω στην οικονοµία, θα
διαλυόταν και µε αυτό τον τρόπο ο «κεντρικός σχεδιασµός» θα υποβι-
βαζόταν κυρίως στο επίπεδο των συµβουλών προς τις επιχειρήσεις. Ο
σχεδιασµός δε θα ήταν πλέον ένα στοιχείο που διαµορφώνει τα δεδο-
µένα της οικονοµίας. Το κόµµα, το κράτος θα ήταν περιττά, δηλαδή θα
περιορίζονταν σε έναν αστικό ρόλο. Το ΝΟΣ ήταν -όπως ήδη έχει δια-
τυπωθεί- µία ολοφάνερα λαθεµένη απόφαση της ΓΛ∆: ήθελε να διαχύ-
σει το γενικό σε πολλά ειδικά (σ.µ.: εδώ εννοεί ότι αρµοδιότητες του γε-
νικού, της κοινωνίας σαν σύνολο, του σοσιαλιστικού κράτους, όπως ο
σχεδιασµός και η διαµόρφωση των τιµών, θα παραδίνονταν σε µεµο-
νωµένες οντότητες, όπως είναι οι ξεχωριστές επιχειρήσεις), µία διαδι-
κασία µε την οποία ο σοσιαλισµός θα επέστρεφε ιστορικά στο αστικό
του σηµείο εκκίνησης (σ.µ.: στον καπιταλισµό).
Το ιδιαίτερο στοιχείο για τη συµβολή της ΓΛ∆ στην οικονοµική θεω-
ρία του σοσιαλισµού-κοµµουνισµού είναι η απόδειξη του γεγονότος ότι
δεν είναι δυνατό να συνδέσεις µεταξύ τους την πραγµατικά σχεδιασµέ-
νη οικονοµία από τη µία και την εµπορευµατική οικονοµία από την άλ-
λη. Πιο συγκεκριµένα διατυπωµένο: η απόδειξη βρίσκεται στην απο-
τυχία, στην αντιφατική θέση του Πολιτικού Γραφείου του ΕΣΚΓ και
στο βάλτωµα του ΝΟΣ.
Το σχέδιο του ΝΟΣ ήταν η αποκατάσταση ενός συστήµατος τιµών βα-
σισµένου στην αξία. Ακριβώς αυτό το σχέδιο είναι που απέτυχε. Αυτή
η αποτυχία αποτελεί όµως θετικό στοιχείο για τη σοσιαλιστική θεωρία.
Η θετική συµβολή της ΓΛ∆ στην οικονοµική θεωρία του σοσιαλι-
σµού/κοµµουνισµού έγκειται ακριβώς σε αυτή την απόδειξη της ασυµ-
βατότητας. ∆υστυχώς όµως όχι στο γεγονός ότι η ΓΛ∆ είχε κατακτήσει
τα θεωρητικά εφόδια για την αιτιολόγηση της σχεδιασµένης οικονο-
µίας, τις µορφές τιµολόγησης και τις µορφές του µισθού που αντιστοι-
χούν σε αυτή.
Η κριτική οικονοµική επιχειρηµατολογία απέναντι στο σοσιαλισµό
διέτρεξε τρία στάδια: α) αυτό της κριτικής του κράτους, β) αυτό της κρι-
τικής των τιµών, γ) αυτό της κριτικής της θεωρίας. Το πρώτο στάδιο, η
κριτική δηλαδή του κράτους γινόταν µε το επιχείρηµα ότι ο σοσιαλι-
- 126 -
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 126σµός θα ήταν «κρατικός σοσιαλισµός», ότι θα αναλάµβανε ένα νέο ρό-
λο στην οικονοµία (κάτι για το οποίο όµως υποτίθεται δεν είχε το δι-
καίωµα). Ολες αυτές οι αντιλήψεις συνέθεταν την επίθεση της ρεβιζιο-
νιστικής οικονοµικής σκέψης. Την κριτική της θεωρίας την ακολούθη-
σε η κριτική της πρακτικής, η οποία βασιζόταν κυρίως στη µη κατα-
νόηση του νέου µηχανισµού τιµών της σχεδιασµένης οικονοµίας - ή
στην «κατανόηση», που περιοριζόταν στην κατανόηση των πραγµατι-
κών εµπορευµατικών οικονοµιών. Αποδείχτηκε -υπό το πρίσµα της
πρώτης µεταρρυθµιστικής προσπάθειας- ότι µία αναγωγή των τιµών
στην αξιακή µορφή χωρίς µία βασική ανακατασκευή της σχεδιασµένης
οικονοµίας (σ.µ.: εννοεί χωρίς την ανατροπή ουσιαστικά της σχεδια-
σµένης οικονοµίας) δεν ήταν εφαρµόσιµη. Γι’ αυτή την ανακατασκευή
δεν υπήρχε στη ΓΛ∆ η πλειοψηφία στην κοινωνική καθοδήγηση που θα
µπορούσε να την πραγµατοποιήσει. Ετσι η αντίφαση υποχώρησε στη
θεωρητική της µορφή. Σε αυτή η κριτική απόκτησε αφηρηµένο χαρα-
κτήρα. Χωρίς να είναι πλέον κριτική ενάντια στο κράτος, χωρίς να εί-
ναι πλέον κριτική στις τιµές, µετατράπηκε σε µία κριτική στα θεωρητι-
κά θεµέλια, στα οποία το σοσιαλιστικό κράτος της σχεδιασµένης οικο-
νοµίας έµεινε πιστό: ισχυρίζονταν δηλαδή οι κριτικοί ότι τα προϊόντα
του σοσιαλιστικού κράτους ήταν ακόµα εµπορεύµατα και ότι η αξία
αποτελούσε ιδιότητά τους. ∆ηλαδή µία θεωρητική έλλειψη, µία έλλει-
ψη σε θεωρητική συνέπεια της σοσιαλιστικής επιστήµης µετατράπηκε
σε αφετηριακό σηµείο της ρεβιζιονιστικής κριτικής.
Σύµφωνα µε το Μαρξ (ο οποίος ήταν ο πατέρας του συλλογισµού) η
αρχή της κατανοµής κατανοείται ως απλή, ατοµική αναφορά χρόνου,
απαραίτητη για τον καθορισµό του ύψους του µισθού - ανεξάρτητα από
τη µορφή της συγκεκριµένης εργασίας. ∆ηλαδή η εργασία στο σοσια-
λισµό έχει άµεσα κοινωνικό, κοινό χαρακτήρα. Με άλλα λόγια, η ιδιαί-
τερη, η ειδική εργασία σε κάθε επιχείρηση είναι εργασία στα πλαίσια
της κοινωνικής ιδιοκτησίας. Ολες οι ιδιαιτερότητες (σ.µ.: εννοεί τις ιδι-
αίτερες, ξεχωριστές επιχειρήσεις), µέσω των οποίων επιτελείται η «ιδι-
- 127 -
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 127αίτερη εργασία» σαν οικονοµική σχέση, ανήκουν σε όλους. Αυτό είναι
το νόηµα της λαϊκής ιδιοκτησίας. Ο ρεφορµισµός - ρεβιζιονισµός, αντί-
θετα, υποστηρίζει την αστική αρχή (σ.µ.: την αστική αρχή κατανοµής,
δηλαδή καθορισµού του µισθού) της σύνδεσης µε την ιδιαίτερη εργα-
σία. Η κατανοµή, που θα έπρεπε να γίνεται ανάλογα µε την κατανάλω-
ση χρόνου, στη ρεβιζιονιστική αντίληψη πρέπει να γίνεται πάντα σε
σχέση µε τις συγκεκριµένες συνθήκες εργασίας. Με αυτό τον τρόπο
προκύπτει ο καθορισµός του µέσου όρου του εργάσιµου χρόνου - η γνω-
στή αξία, από την οποία διαχωρίζεται διαµετρικά, δηλαδή κοινωνικά, η
µαρξιστική αρχή επίδοσης, ως καθορισµός του χρόνου χωρίς αναφορά
στην άµεση, συγκεκριµένη εργασία.
Η διαφορά µεταξύ του διαµεσολαβηµένου και του άµεσου καθορι-
σµού του χρόνου στην εργασία, δηλαδή η διαφορά µεταξύ της αρχής της
κατανοµής σύµφωνα µε την αξία και της σοσιαλιστικής αρχής κατανο-
µής αντίστοιχα, δεν κατανοήθηκε και δεν επεξεργάστηκε ποτέ σωστά
από τη σοσιαλιστική επιστήµη σε καµιά σοσιαλιστική χώρα.
Αυτή η θεωρητική έλλειψη αποδείχτηκε µεγάλο πρόβληµα για την
πρακτική που ακολουθούνταν στις επιχειρήσεις, την πληρωµή εργασίας
µε το κοµµάτι (Stuck-Lohn-Arbeit) ή, µε άλλα λόγια, την εργασία σύµ-
φωνα µε την εργασιακή νόρµα [οι χρονικές νόρµες στη ΓΛ∆ ονοµάζον-
ταν Τεχνικά Αιτιολογηµένες Νόρµες (ΤΑΝ)]. Ο µισθός, ο οποίος εξαρ-
τιόταν αποκλειστικά από τον εργάσιµο χρόνο (Leistungslohn), εµφανί-
ζεται στην πληρωµή της εργασίας µε το κοµµάτι καλυµµένος, γιατί η λέ-
ξη κοµµάτι υποκαθιστά τη λέξη χρόνος. Οσα κοµµάτια έχεις παράξει,
τόσο χρόνο έχεις εργαστεί. Οποιος παράγει περισσότερα κοµµάτια, έχει
εργαστεί περισσότερο χρόνο και περισσότερος χρόνος σηµαίνει υψη-
λότερος µισθός. ∆ηλαδή το κοµµάτι σηµαίνει µισθός. Με αυτό τον τρό-
πο ο µισθός που υπολογίζεται µε βάση τα παραγόµενα κοµµάτια, µπο-
ρεί να εξυψωθεί πάνω από το µισθό που θα αντιστοιχούσε στο χρόνο τον
οποίο έχει εργαστεί κάποιος, δηλαδή πάνω από το χρόνο στον οποίο
ήταν εργασιακά παρών στην επιχείρηση. Η υπερκάλυψη της νόρµας
ήταν ένα διαδεδοµένο σύστηµα στην εργασία από το Βλαδιβοστόκ ως
το Βερολίνο (σ.µ.: σε ολόκληρο το σοσιαλιστικό στρατόπεδο). Οι ερ-
γάτες που πληρώνονταν µε αυτό το σύστηµα κέρδιζαν πολύ περισσότε-
ρα από το µισθό, ο οποίος ήταν υπολογισµένος στην εργάσιµη ηµέρα
(Tariflohn), αφού υπερκάλυπταν τις νόρµες τους πολύ πάνω από το
- 128 -
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 128100%. Με αυτό τον τρόπο, ενώ η σοσιαλιστική αρχή κατανοµής -τόσος
χρόνος, τόσος µισθός- «ίσχυε» θεωρητικά, δεν ίσχυε στην πράξη, στο
σύστηµα δηλαδή της πληρωµής εργασίας µε το κοµµάτι.
Θεωρητικά επιτρεπόταν να καλύπτονται οι νόρµες µόνο κατά 100%
(ή λίγο παραπάνω), δεδοµένου ότι µε τη βελτίωση των τεχνικών-τεχνο-
λογικών δεδοµένων έπρεπε να υψωθούν αντίστοιχα και οι νόρµες - κά-
τι όµως που δε γινόταν. (Η κοινωνία χρειαζόταν την αύξηση της παρα-
γωγικότητας και της παραγωγής και παρακολουθούσε την παραβίαση
της αρχής κατανοµής µε κροκοδείλια δάκρυα. Μάλιστα αρχικά προ-
ωθούσε κιόλας αυτή την παραβίαση - βλέπε το «κίνηµα Χένεκε», υπερ-
κάλυψη της νόρµας από τον Αντολφ Χένεκε κατά 370% τη χρονιά 1949,
ένα «κίνηµα» που ξεκίνησε και προωθήθηκε από το Κόµµα). Η σχεδόν
αυτόµατη υπερκάλυψη των πλάνων αποτελούσε παραβίαση της σοσια-
λιστικής αρχής κατανοµής, δε σήµαινε όµως την επιστροφή στην εµπο-
ρευµατική παραγωγή, στην οποία, µέσω της σύνδεσης του καθορισµού
της αξίας µε τις συνθήκες της συγκεκριµένης εργασίας, η εργασία µε
υψηλότερη παραγωγικότητα «δηµιουργεί περισσότερη αξία» (Μαρξ)
από την εργασία µε απλώς µέσο επίπεδο παραγωγικότητας.
Η υπερκάλυψη κατά πολύ των πλάνων στο σύστηµα πληρωµής της
εργασίας µε το κοµµάτι στη ΓΛ∆ κατανοούνταν όλο και περισσότερο ως
παραβίαση της ισότητας της ανταµοιβής µεταξύ των εργατών ίδιας ει-
δίκευσης. Τον Ιούνη του 1953 υπήρξε µία κυβερνητική απόφαση, σύµ-
φωνα µε την οποία οι νόρµες έπρεπε να αυξηθούν κατά 10% (που όµως
σήµαινε de facto µείωση της συνηθισµένης υπερκάλυψης των πλάνων),
κάτι που χρησιµοποιήθηκε από τον αντίπαλο σαν αφορµή για τα γεγο-
νότα της 17ης Ιούνη του 1953. Ο άµεσα κοινωνικός χαρακτήρας της ερ-
γασίας διαµεσολαβούνταν και αν δεν αµφισβητείτο ανοιχτά από τη θε-
ωρία, πάντως σίγουρα χαρακτηριζόταν «ανώριµος». Σύµφωνα µε τα πα-
ραπάνω έµειναν αναπάντητα τα ερωτήµατα: Ποιος είναι ο χαρακτήρας
της εργασίας που αντιστοιχεί στη σοσιαλιστική κοινωνία; Ποιος είναι ο
µισθός στη σοσιαλιστική κοινωνία;
Το 1962 έγινε µία µεταρρύθµιση των µισθών στη ΓΛ∆, µέσω της οποί-
ας άρθηκε η πρακτική της πολύ υψηλής υπερκάλυψης των πλάνων. Ει-
σήχθησαν νέες νόρµες, οι οποίες δεν επιτρεπόταν να υπερκαλυφτούν σε
ποσοστό πάνω από 10% (απ’ όσο γνώριζα τουλάχιστον από την πρα-
κτική µου σε επιχειρήσεις) και η απώλεια του µέρους του µισθού, το
- 129 -
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 129οποίο κερδιζόταν από την υπερκάλυψη του πλάνου, προστέθηκε στο
βασικό µισθό (σ.µ.: στο χρηµατικό εργασιακό εισόδηµα που υπολογι-
ζόταν µε βάση το χρόνο εργασίας) ως µισθός υψηλότερης απόδοσης
(σ.µ.: ως συµπλήρωµα), έτσι ώστε συνολικά να µην υπάρχει απόλυτη
µείωση των µισθών στη ΓΛ∆. Με άλλα λόγια: Τα γενικά επίπεδα των µι-
σθών εξασφαλίστηκαν και καλύπτονταν από το αυξανόµενο χρηµατικό
απόθεµα που οφειλόταν στην άνοδο της παραγωγικότητας της εργα-
σίας, η οποία συνεπαγόταν την αύξηση του όγκου παραγωγής, σε συν-
δυασµό µε το σύστηµα των σταθερών τιµών στα µεµονωµένα προϊόν-
τα. Και εδώ επίσης αποδεικνύεται και πρέπει να κατανοηθεί ότι ένας
κοινωνικός µηχανισµός (του συστήµατος των τιµών και της διαµόρφω-
σης των τιµών) πρέπει να είναι συµβατός µε ένα µεµονωµένο, πιο µερι-
κό µηχανισµό (της διαµόρφωσης των µισθών).
Ακόµη πιο βασικό ζήτηµα από το ζήτηµα των µισθών στο σοσιαλισµό
(αν και αυτό είναι αρκετά βασικό) είναι το ζήτηµα του οικονοµικού συ-
στήµατος του σοσιαλισµού-κοµµουνισµού. Οτι η εµπορευµατική οικο-
νοµία είναι εφικτή, το ξέρουµε ήδη από τον καπιταλισµό και κυρίως από
τη µέχρι τώρα ιστορία της ατοµικής ιδιοκτησίας. Αλλά µπορεί η εµπο-
ρευµατική παραγωγή να πραγµατοποιηθεί χωρίς ατοµική ιδιοκτησία, χω-
ρίς το υποκείµενο της ατοµικής ιδιοκτησίας, δηλαδή µπορεί να πραγµα-
τοποιηθεί στη βάση του σοσιαλισµού; Γιατί αυτό θα σήµαινε ότι ο µι-
σθός, δηλαδή η αρχή της απόδοσης της εργασίας, στην οποία βασίζεται
ο µισθός, µεταµορφώνεται από κοινωνική εργασιακή αναφορά σε ατο-
µική. Θα µπορούσαν οι µισθοί στο σοσιαλισµό να «ιδιωτικοποιηθούν»,
µπορεί η αρχή της αξίας να αποτελέσει τη βάση για τον καθορισµό της
αρχής του µισθού; Και τι σηµαίνει αυτό; Αν θεωρήσουµε ότι υπάρχει
«εµπορευµατική παραγωγή στο σοσιαλισµό», τότε αυτό σηµαίνει ότι η
εµπορευµατική παραγωγή δεν είναι ιστορικά συγκεκριµένη και µπορεί
να συνεχιστεί και πέρα από την ατοµική ιδιοκτησία ή σηµαίνει, αντί-
στροφα, ότι µια µορφή ατοµικής ιδιοκτησίας εισάγεται στο σοσιαλι-
σµό-κοµµουνισµό σαν στοιχείο που αντιτίθεται σε αυτόν;
- 130 -
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 130ΜΕΡΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ
ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ
Ενα σηµερινό κοµµουνιστικό κόµµα, ακόµα και αν η ύπαρξή του πε-
ριορίζεται ιστορικά στην καπιταλιστική κοινωνία, µπορεί να συµβάλει
ουσιαστικά στη συζήτηση για το σοσιαλισµό µόνο αν διατυπώσει µία
καθαρή θέση στην αντιπαράθεση που είχε ξεσπάσει στο σοσιαλισµό για
το ζήτηµα της σχεδιασµένης και της εµπορευµατικής οικονοµίας. Αυτό
το εγχείρηµα φαίνεται µε την πρώτη µατιά αδύνατο. (∆ιότι το ερώτηµα
τίθεται ως εξής: Πώς µπορούν τα κοµµουνιστικά κόµµατα να διατυπώ-
σουν σαφή άποψη επαρκώς για τα προβλήµατα του σοσιαλισµού, τα
οποία δεν έχουν βιώσει στο πετσί τους και τα οποία προσπαθούν να κα-
τανοήσουν «απ’ έξω»;). Το γεγονός ότι η αντιπαράθεση που έγινε στα
πλαίσια της σοσιαλιστικής κοινότητας γύρω από αυτό το ζήτηµα δεν
έδωσε καµία λύση, έχει οδηγήσει τα κοµµουνιστικά κόµµατα γενικά στο
να έχουν κολλήσει στο ζήτηµα του κοµµουνισµού. Η αµφιβολία για τη
σχεδιασµένη οικονοµία, όπως αυτή εκφράστηκε στη νέα οικονοµία της
επανάστασης, έχει αναπτυχθεί ως το επίπεδο της αµφιβολίας στην επα-
νάσταση γενικά, µετατράπηκε σε αµφιβολία των κοµµουνιστών για το
σκοπό τους (βλέπε π.χ. το νέο πρόγραµµα του Γερµανικού ΚΚ).
Τα κόµµατα και τα κινήµατα, τα οποία έγιναν απολογητές της «σο-
σιαλιστικής οικονοµίας της αγοράς» και της «εµπορευµατικής παρα-
γωγής στο σοσιαλισµό» πρέπει να απαντήσουν το εξής ερώτηµα: Γιατί
πρέπει στα πλαίσια της αστικής κοινωνίας να ασκούµε κριτική στις οι-
κονοµικές σχέσεις της εµπορευµατικής οικονοµίας όταν -σύµφωνα µε
τη γνώµη τους- ο σοσιαλισµός που έχουµε ζήσει µέχρι σήµερα συνεπά-
γεται την αναγκαιότητα διατήρησης, ακόµα και επέκτασης αυτών των
εµπορευµατικών σχέσεων;
Πρέπει να συγκεντρώσουµε την προσοχή µας στις εξής δύο γραµµές
επιχειρηµατολογίας:
Πρώτη γραµµή επιχειρηµατολογίας: Ανάπτυξη των επιχειρηµάτων,
τα οποία στρέφονται ενάντια στην εµπορευµατική οικονοµία στο σο-
σιαλισµό-κοµµουνισµό. Σε αυτή την επιχειρηµατολογία, η σχεδιασµέ-
νη οικονοµία χωρίς την αξιακή µορφή πρέπει να εµφανίζεται ως ένας
νέος/άλλος τρόπος παραγωγής συγκριτικά µε τον αστικό τρόπο παρα-
γωγής. Ετσι και σε όλα τα προβλήµατα και τους συµβιβασµούς της µε-
- 131 -
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 131ταβατικής φάσης ο κοµµουνισµός αποκτάει εδώ το δικό του, καθαρό
πρόσωπο.
∆εύτερη γραµµή επιχειρηµατολογίας: Κριτική ανάλυση της επιχει-
ρηµατολογίας, η οποία χρησιµοποιήθηκε για την υπεράσπιση της θέσης
της συνέχισης ουσιαστικά της εµπορευµατικής οικονοµίας στο σοσια-
λισµό. Προς διερεύνηση είναι γιατί το ζήτηµα της εµπορευµατικής οι-
κονοµίας έγινε εσωτερικό ζήτηµα του σοσιαλισµού, δηλαδή ζήτηµα του
Κόµµατος που οικοδοµεί το σοσιαλισµό, γιατί έγινε ζήτηµα των επανα-
στατών. Η εµπορευµατική παραγωγή είναι ένα θέµα της σχεδιασµένης
οικονοµίας που κάνει τα πρώτα της βήµατα, δεν ήταν όµως ζήτηµα του
πρώτου ή δεύτερου σοβιετικού πεντάχρονου. (Αντίστοιχα στη ΓΛ∆.
Στην πραγµατικότητα, µετά από ένα ή δύο πεντάχρονα, η συζήτηση γύ-
ρω από την εµπορευµατική παραγωγή θα έπρεπε να έχει µείνει χωρίς
περιεχόµενο.)
Η σηµασία του ζητήµατος της εµπορευµατικής παραγωγής στην οι-
κονοµική θεωρία της σοσιαλιστικής κοινωνίας έγκειται στο γεγονός ότι
µέσω αυτού του ζητήµατος ξεκαθαρίζεται γιατί, πότε και πώς πρέπει να
διαχωριστεί ο σοσιαλισµός-κοµµουνισµός από την αστική ιστορία της
ατοµικής ιδιοκτησίας. ∆εν πρόκειται αντίθετα για αναγνώριση της εµ-
πορευµατικής παραγωγής στο σοσιαλισµό-κοµµουνισµό, γιατί σε αυτή
την περίπτωση θα αναιρούνταν ο σοσιαλισµός-κοµµουνισµός ως ιδιαί-
τερη κοινωνία.
Η οικονοµία του κοµµουνισµού εδραιώνει όµως την κοινωνική θέλη-
ση πάνω στην εργασία - και αντίστροφα, η κατανόηση της εργασίας ως
προϋπόθεση αυτής της θέλησης µπορεί να εδραιώσει την οικονοµία του
κοµµουνισµού. Και η θέληση γίνεται πλάνο. Το θέµα της εµπορευµατι-
κής παραγωγής και του νόµου της αξίας στο σοσιαλισµό-κοµµουνισµό
είναι ένα θέµα που αφορά τα πρώτα βήµατα ανάπτυξης της σχεδιασµέ-
νης οικονοµίας. Το κράτος (δηλαδή ένα τρόπον τινά κοινωνικό όργανο,
αφού το κράτος δεν είναι η σωστή λέξη) πρέπει να πάρει τη θέση των
λεγόµενων ανεξάρτητων επιχειρήσεων, η κοινωνική φροντίδα πρέπει
να πάρει τη θέση της ατοµικής φροντίδας.
Η πράξη των πρώτων σοσιαλιστικών χωρών µάς δίνει κάθε λόγο να
επιβεβαιώσουµε και να επαναλάβουµε τη θεωρητική παρακαταθήκη
του Καρλ Μαρξ, ότι δηλαδή ο κοµµουνισµός αποκλείει την εµπορευ-
µατική παραγωγή και ο σοσιαλισµός είναι ο δρόµος προς τα κει. Αυτή
- 132 -
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 132η θέση πρέπει να συγκεκριµενοποιηθεί, να αξιοποιηθεί πρακτικά στον
αγώνα και ταυτόχρονα να αξιοποιηθεί στην πάλη εναντίον του ρεβιζιο-
νισµού.
Οταν λέµε ότι ο επαναστατικός σοσιαλισµός-κοµµουνισµός πρέπει να
πολεµάει το ρεβιζιονισµό, εννοούµε µε αυτό ότι πρέπει να πολεµήσει
επίσης τις λεγόµενες εµπορευµατοοικονοµικές µεταρρυθµίσεις του σο-
σιαλισµού, ο οποίος ήδη έχει αναπτυχθεί σε σχεδιασµένη οικονοµία.
Αναγνωρίζουµε τις δυσκολίες του προβλήµατος και στο γεγονός ότι οι
αντιτιθέµενες απόψεις στη συζήτηση που αναπτύχθηκε τη δεκαετία του
1940, γύρω από την εµπορευµατική οικονοµία, δε διαβαθµίστηκαν ως
εχθρικές απέναντι στην ΕΣΣ∆, δηλαδή ως εχθρικές απέναντι στο σο-
σιαλισµό και συνεχίστηκαν µέχρι το 1951-52. Ενώ οι επιθέσεις στο κρά-
τος και το σύστηµα αναγνωρίζονταν άµεσα ως αντεπαναστατικές και
εχθρικές προς την ΕΣΣ∆, δεν ίσχυε το ίδιο για το ρόλο της εµπορευµα-
τικής οικονοµίας. Κατανοήθηκε σαν εσωτερικό ζήτηµα, το οποίο έπρε-
πε να λύσει η Σοβιετική Ενωση. Αυτό εκφράζει το γεγονός ότι η ίδια η
σοβιετική κοινωνία χρειαζόταν µια (νέα, παραλλαγµένη) µορφή της
σχέσης µε τις γνωστές κατηγορίες της αξιακής µορφής των προϊόντων.
Η ανακίνηση του ζητήµατος της εµπορευµατικής οικονοµίας από τους
επαναστάτες και την επανάσταση µπορεί από τη µία πλευρά να είναι
προς όφελος της ενδυνάµωσής τους, αν βρεθεί η σωστή λύση, αλλά µπο-
ρεί από την άλλη και να αποτελεί σηµάδι αδυναµίας και να ενδυναµώ-
σει την αβεβαιότητα/άγνοια, αν δε βρεθεί η σωστή λύση.
Προς υπενθύµιση: Το περιεχόµενο των θεωριών της εµπορευµατοοι-
κονοµικής και της αξιοοικονοµικής µεταρρύθµισης έγκειτο στο γεγο-
νός ότι καυτηρίαζαν τη µετάβαση της οικονοµικής πρωτοβουλίας σε
ένα κοινωνικό κέντρο (την εξουσία του κόµµατος, του κράτους) και
επιδίωκαν την αντικατάστασή της µέσω της επιστροφής της σε µία οι-
κονοµική πρωτοβουλία, η οποία εκπορεύεται από τις µεµονωµένες επι-
χειρήσεις. Το σίγουρο είναι ότι η δυνατότητα των επιχειρήσεων να ιδιο-
ποιούνται και να αξιοποιούν αυτόνοµα και ανεξάρτητα από τη συνολι-
κή κοινωνική θέληση, η οποία εκφράζεται στο πλάνο, την υπεραξία,
ένα µέρος των κερδών συνδέεται όσον αφορά τη µορφή της µε την
ύπαρξη τιµών, οι οποίες διευκολύνουν την ιδιοσυντήρηση των απα-
ραίτητων για την αναπαραγωγή και τη διευρυµένη αναπαραγωγή µέ-
σων και όσον αφορά το περιεχόµενό της µε τη σύνδεση αυτών των τι-
- 133 -
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 133µών µε την αποκατάσταση του ατοµικού δικαιώµατος των επιχειρήσε-
ων, της ιδιοποίησης δηλαδή από τις ίδιες µέρους των κερδών. Αυτές
ήταν οι πλευρές, στις οποίες επικεντρώθηκε η επίθεση στη σχεδιασµέ-
νη οικονοµία.
Τα σηµερινά κοµµουνιστικά κόµµατα δεν επιτρέπεται να διστάζουν
στις αναλύσεις τους, τόσο της θεωρίας όσο και της πρακτικής των µέχρι
σήµερα σοσιαλιστικών χωρών, της µέχρι σήµερα πρώτης και µοναδικής
πρακτικής του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής. Πρέπει, αντίθετα, να
γνωρίζουν τις αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό αυτών των χωρών (σε ζη-
τήµατα θεωρίας και πράξης) και να τις λαµβάνουν υπόψη τους στη δια-
µόρφωση της θεωρίας τους. Μόνο µε τον όρο ότι θα επεξεργαστούν την
κατανόηση της προβληµατικής αυτής της αντιπαράθεσης, αλλά και θα
πάρουν θέση υπέρ της επαναστατικής αντίληψης, θα συµβάλουν στη
διατήρηση του επαναστατικού χαρακτήρα του κινήµατος µας.
2
Παραθέτουµε τα ντοκουµέντα της συζήτησης για τις «αιτίες και την
αναγκαιότητα της εµπορευµατικής παραγωγής στο σοσιαλισµό», αρχι-
κά της σοβιετικής συζήτησης και µετά της γερµανικής στη ΓΛ∆, η οποία
από τα µέσα της δεκαετίας του 1960 ακολουθούσε τη σοβιετική, ωστό-
σο έχει κάποιες ιδιαιτερότητες έναντι της σοβιετικής. ∆ιαπιστώνουµε
στην επιχειρηµατολογία µία «προς τα πάνω εξελικτική» γραµµή, δηλα-
δή µία επιχειρηµατολογία, η οποία διατρέχει τέσσερις σταθµούς.
1. Αρχικά τίθεται το ζήτηµα της ιδιοκτησίας, πιο συγκεκριµένα των
δύο µορφών ιδιοκτησίας, γεγονός το οποίο καθιστά, υποτίθεται, ανα-
γκαία την κυκλοφορία των προϊόντων ως εµπορεύµατα. Οµως αυτή η
- 134 -
2. ∆ες αναλυτικά, Herman Jacobs: «Die Theorie von der sozialistischen Warenproduktion - Ein vehangnisvoller Irrtum», («H Θεωρία της σοσιαλιστικής εµπορευµατικής
παραγωγής - Ενα ολέθριο λάθος»), περιοδικό «Offen-siv» 8/2008.
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 134διατύπωση του ζητήµατος συνεπάγεται α) ήδη µία µείωση του πεδίου
δράσης της αξιακής µορφής και β) µία εσωτερική αντίθεση, αφού από
µόνη της καµία από τις δύο µορφές ιδιοκτησίας δεν καθιστά αναγκαίο
το εµπόρευµα. Αρα το επιχείρηµα αυτό δεν αρκεί για την αιτιολόγηση
της εµπορευµατικής παραγωγής στο σοσιαλισµό.
2. Για αυτό απαιτείται η συγκέντρωση της προσοχής µας στο επιχεί-
ρηµα του «καταµερισµού εργασίας», ο οποίος µάλιστα, σύµφωνα µε το
Μαρξ, αποτελεί ένα «γενικό όρο ύπαρξης» για την εµφάνιση της εµπο-
ρευµατικής παραγωγής. Με αυτό το βήµα γενικεύεται η θεωρία της ανα-
γκαιότητας της εµπορευµατικής παραγωγής και στο σοσιαλισµό. Αν ο
καταµερισµός εργασίας είναι η αιτία της ύπαρξης της εµπορευµατικής
παραγωγής, τότε η εµπορευµατική παραγωγή στο σοσιαλισµό παίρνει
την ισχύ γενικού νόµου. (Εδώ συγκρούεται ο καταµερισµός της εργα-
σίας, ως επιχείρηµα υπέρ της εµπορευµατικής παραγωγής, µε τη θεω-
ρία της αξίας, γιατί η ανταλλαγή αξιών χρήσης δε σηµαίνει ανταλλαγή
εµπορευµάτων)
3
.
3. Ακολουθεί το τρίτο επιχείρηµα, το οποίο εγείρει το ζήτηµα του υλι-
κού συµφέροντος. Για λόγους µέτρησης της απόδοσης και σύγκρισης
των «οικονοµικών µονάδων» (σ.σ.!;) πρέπει, υποτίθεται, να εισαχθεί η
αξία ως γενικό και κοινωνικό µέτρο της απόδοσης, γι’ αυτό απαιτείται
το εµπόρευµα.
4. Ο τελευταίος ορισµός στην ιστορία της πολιτικής οικονοµίας του
σοσιαλισµού περιλαµβάνει τέλος το επιχείρηµα της «σχετικής οικονο-
µικής αυτοτέλειας των επιχειρήσεων», αρχικά στα πλαίσια ή ως ανα-
γκαιότητα του σχεδιασµού της παραγωγής και στη συνέχεια επεκτείνε-
ται στο βασικό σηµείο: στην αρχή της αξιακής εξίσωσης ως προϋπόθε-
ση της αυτοτέλειας των επιχειρήσεων.
Η γραµµή επιχειρηµατολογίας «Γιατί εµπόρευµα;» έχει πετύχει το
στόχο της: Είναι µεν λαϊκή περιουσία, αλλά «αποσυντίθεται» σε επι-
χειρήσεις, σε ιδιαίτερες λοιπόν µεµονωµένες οντότητες. Από εκεί απορ-
- 135 -
3. Ο καταµερισµός της εργασίας είναι στιγµή της συγκεκριµένης εργασίας και οι στιγµές
της συγκεκριµένης εργασίας δεν µπορούν να χρησιµεύσουν για την ανάλυση της οικο-
νοµίας της αφηρηµένης εργασίας, γιατί αυτό θα συνεπαγόταν το βασικό µεθοδολογικό
λάθος να ερµηνεύουµε την οικονοµία της αφηρηµένης εργασίας από τις προϋποθέσεις
και τους όρους της συγκεκριµένης εργασίας.
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 135ρέει η αναγκαιότητα του εµπορεύµατος και η µορφή της αξίας.
Στο σύνολό της ολοκληρώνεται η επιχειρηµατολογία µε κραυγαλέο
τρόπο, µε τη διατύπωση της αναγκαιότητας µίας µεταρρύθµισης.
Θα διατρέξουµε τώρα τα εγχειρίδια διδασκαλίας της Πολιτικής Οικο-
νοµίας του σοσιαλισµού στη Σοβιετική Ενωση, ξεκινώντας µε το πρώτο
που εκδόθηκε το 1954, στη διαµόρφωση του οποίου έχει σηµαντικό µε-
ρίδιο ο ίδιος ο Στάλιν και το οποίο υιοθετεί τη βασική του επιχειρηµατο-
λογία. Ο βασικός υπερασπιστής και προωθητής της άποψης ότι δεν πρέ-
πει να γίνεται λόγος απλά και µόνο για λαϊκή ιδιοκτησία, αλλά για συνέ-
νωση δύο µορφών ιδιοκτησίας, της λαϊκής και της συνεταιριστικής ιδιο-
κτησίας στο σοσιαλισµό, µια συνένωση η οποία κάνει την εµπορευµατι-
κή µορφή του προϊόντος απαραίτητη, είναι ο Στάλιν (βλέπε: Ι. Β. Στάλιν,
«Οικονοµικά Προβλήµατα του Σοσιαλισµού στην ΕΣΣ∆»).
Η ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ
ΜΕ ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ ΤΩΝ «∆ΥΟ ΜΟΡΦΩΝ Ι∆ΙΟΚΤΗΣΙΑΣ»
«Η αναγκαιότητα της εµπορευµατικής παραγωγής στο σοσιαλισµό
απορρέει από την ύπαρξη των δύο βασικών µορφών της σοσιαλιστικής
παραγωγής: της κρατικής και της συνεταιριστικής µορφής» (σελ. 501
του εγχειριδίου).
Παρακάτω: «Στις κρατικές επιχειρήσεις τα µέσα παραγωγής και τα
προϊόντα είναι λαϊκή ιδιοκτησία. Στις συνεταιριστικές µονάδες τα µέ-
σα παραγωγής (ζώα για δουλειά και χρήση, αγροτικά αποθέµατα, κτί-
ρια κλπ.), καθώς και τα προϊόντα που έχουν παραχθεί από τις συνεται-
ριστικές µονάδες αποτελούν συλλογική ιδιοκτησία […] Ακριβώς επει-
δή τα προϊόντα των κρατικών επιχειρήσεων ανήκουν στο σοσιαλιστικό
κράτος, τα προϊόντα όµως των συνεταιριστικών µονάδων ανήκουν στις
ίδιες, γι’ αυτό το λόγο η ανταλλαγή µέσω αγοράς και πώλησης είναι η
µοναδική µορφή οικονοµικής σύνδεσης µεταξύ της βιοµηχανίας και της
αγροτικής οικονοµίας. Εδώ, όπως σε κάθε αγορά και πώληση, ο κάτο-
χος του εµπορεύµατος χάνει το δικαίωµα της ιδιοκτησίας του εµπορεύ-
µατος, ενώ ο αγοραστής γίνεται ιδιοκτήτης αυτού του εµπορεύµατος».
Αυτή είναι η στιγµή γέννησης της αιτιολόγησης της αναγκαιότητας
της αξιακής µορφής στη σοβιετική οικονοµική επιστήµη - και αυτή η
άποψη είναι λαθεµένη.
- 136 -
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 136Καταρχήν η παραπάνω άποψη είναι λαθεµένη σύµφωνα µε τη θεωρία
του σχεδιασµού. Η σοβιετική ή η σοσιαλιστική (λαϊκο-ιδιοκτησιακή)
οικονοµία θέλει τα προϊόντα της να εισρέουν στη συνεταιριστική εργα-
σιακή διαδικασία, αφού το συνεταιριστικό µέρος αποτελεί µέρος της
συνολικής κοινωνικής διαδικασίας παραγωγής και η διαδικασία, η
οποία καταλήγει ή ξεκινάει από τη λαϊκή ιδιοκτησία, ολοκληρώνεται
µόνο όταν εισέρχεται και διαπερνά τη συνεταιριστική. Η αιτία της ατο-
µικής ιδιοκτησίας δε βρίσκεται στην αξία χρήσης ως αντικείµενο σχε-
διασµού και στον κοινωνικό καταµερισµό εργασίας, µε λίγα λόγια δε
βρίσκεται στη συγκεκριµένη πλευρά της εργασίας. Στο δικαίωµα του
σχεδιασµού της κοινωνικής παραγωγής σαν τέτοιο εκφράζεται µία
εξουσία, η οποία ήδη υπερβαίνει την ατοµική ιδιοκτησία. ∆ηλαδή από
την οπτική γωνία του σχεδιασµού δεν υπάρχει πια καµία τέτοια ατοµι-
κή ιδιοκτησία. Ο,τι θα έπρεπε να είναι καθαρό για τη λαϊκή ιδιοκτησία,
ισχύει επίσης και για τις συνεταιριστικές µονάδες.
Αυτή η άποψη είναι λαθεµένη και από την άποψη της εµπορευµατι-
κής οικονοµίας. ∆εν είναι σωστή σύµφωνα µε τη θεωρία της εµπορευ-
µατικής παραγωγής, αλλά και τη θεωρία της αξίας. Είναι αιτιολόγηση
που στηρίζεται στο δικαίωµα ιδιοκτησίας πάνω στο προϊόν, το οποίο,
υποτίθεται, χάνεται µε το να µεταβιβάζεται το εµπόρευµα σε άλλο ιδιο-
κτήτη
4
. Σε τι συνίσταται, σύµφωνα µε αυτή τη θέση, η ιδιοκτησία; Στη
µορφή της αξίας χρήσης. Γιατί µόνο αυτή «αλλάζει χέρια» (Ενγκελς).
Αλλά πρέπει «να µεταβιβαστεί µέσω της ανταλλαγής» (πάλι Ενγκελς).
Και τι είναι η ανταλλαγή; ∆ιατήρηση της αξιακής µορφής!
Καταρχήν δεν ισχύει ότι στην εµπορευµατική παραγωγή η ιδιοκτη-
σιακή µορφή, το δικαίωµα ιδιοκτησίας χάνεται και µεταβιβάζεται σε
έναν άλλο κάτοχο, ιδιοκτήτη. Το αντίθετο, παραµένει στον ιδιοκτήτη.
Από αυτό τον ορισµό της απώλειας της ιδιοκτησίας από τη µία και της
µεταβίβασης της ιδιοκτησίας από την άλλη εξάγεται η αναγκαιότητα
της αξιακής µορφής από τον καταµερισµό εργασίας και όχι από την ιδιο-
κτησία, όπως προσιδιάζει στην εµπορευµατική παραγωγή και τη θεω-
ρία της. Το εµπόρευµα όµως έχει δύο πλευρές (σ.µ.: την αξία και την
- 137 -
4. «Εδώ, όπως και σε κάθε αγορά και πώληση, ο κάτοχος του εµπορεύµατος χάνει το δι-
καίωµα ιδιοκτησίας πάνω στο εµπόρευµα, ενώ ο αγοραστής γίνεται ιδιοκτήτης του εµ-
πορεύµατος» (στο πρώτο εγχειρίδιο διδασκαλίας, σελ. 501).
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 137αξία χρήσης) και γι’ αυτό -παρακαλώ- διατηρεί και τις δύο πλευρές. Η
αξία, που εξασφαλίζεται µέσω της ανταλλαγής -δηλαδή σε σχέση προς την
άµεση αξιακή µορφή, το χρήµα- συνεπάγεται το δικαίωµα ιδιοκτησίας.
Η σοβιετική επιστήµη, θέλοντας να αιτιολογήσει την εµπορευµατική
παραγωγή µε την αλλαγή στο δικαίωµα της ιδιοκτησίας πάνω στο προ-
ϊόν, παρουσιάζει το δικαίωµα ιδιοκτησίας µε λανθασµένο τρόπο, στη-
ρίζοντάς το στην αξία χρήσης. Η ανταλλαγή είναι γενικά ανταλλαγή
σύµφωνα µε την αξία χρήσης
5
. Εχουµε πέσει στο παράδοξο: η σοβιετι-
κή οικονοµική επιστήµη, ενώ ξεκινά την επιχειρηµατολογία της από το
σχεδιασµό, να µην αναγνωρίζει ότι ο σχεδιασµός είναι µία έννοια που
αναιρεί τη µεµονωµένη ιδιοκτησία. Επίσης η σοβιετική οικονοµική επι-
στήµη, στα σηµεία που θέλει να αναγνωρίσει την ιδιοκτησία, γιατί θέ-
λει να αναγνωρίσει ακόµα εµπορευµατοπαραγωγούς, ερµηνεύει την
ιδιοκτησία λαθεµένα - ως αξία χρήσης αντί για αξία.
Και όπως διαβάζουµε παρακάτω, στη συνέχεια της επιχειρηµατολο-
γίας στο ίδιο βιβλίο: «Ο τοµέας της εµπορευµατικής παραγωγής και της
εµπορευµατικής κυκλοφορίας περιορίζεται κυρίως στα αντικείµενα
ατοµικής κατανάλωσης» (σελ. 502). Και: «Το πεδίο δράσης του νόµου
της αξίας εκτείνεται στο σοσιαλισµό στην εµπορευµατική κυκλοφορία,
στην ανταλλαγή των εµπορευµάτων - κυρίως στα αντικείµενα ατοµικής
κατανάλωσης» (σελ. 506)
6
. Τώρα υπάρχει και ο ισχυρισµός ότι η δρά-
ση του νόµου της αξίας αναφέρεται «κυρίως» στον τοµέα της ατοµικής
κατανάλωσης. Μέχρι τώρα -σύµφωνα µε το Στάλιν- η ύπαρξη διαφο-
- 138 -
5. Πρόκειται για µία πρώιµη αστική, σχεδόν πρωτόγονη κατανόηση της εµπορευµατικής
παραγωγής ή απλά µία κατανόηση του καταµερισµού εργασίας, η οποία είναι συµβατή
και µε τον αναπτυγµένο κοµµουνισµό. ∆εν πρόκειται για κατανόηση του χρήµατος, αλ-
λά για κατανόηση της ανταλλαγής ως ανταλλαγή προϊόντων - σιτάρι αντί τσεκουριού.
6. Και ακόµα πιο κάτω, στη βελτιωµένη 4η έκδοση του ίδιου εγχειριδίου -de facto νέα έκ-
δοση- διαβάζουµε: «Οι εργάτες και οι υπάλληλοι λαµβάνουν για τη δουλειά τους από το
κράτος ένα χρηµατικό µισθό, τον οποίο εκποιούν µέσω της αγοράς καταναλωτικών αγα-
θών από τις κρατικές και τις συνεταιριστικές εµπορικές εταιρίες ή στη συνεταιριστική
αγορά. Εδώ ο πωλητής (σ.σ. δηλαδή το κράτος) χάνει το δικαίωµα ιδιοκτησίας στα εµ-
πορεύµατα, ενώ ο αγοραστής (σ.σ. δηλαδή ο επονοµαζόµενος άνθρωπος, εργαζόµενος
ή καταναλωτής της εργασίας του) γίνεται ιδιοκτήτης αυτού του εµπορεύµατος. Τα εµ-
πορεύµατα πηγαίνουν από την κρατική ή τη συνεταιριστική ιδιοκτησία ή ακόµα και από
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 138ρετικών µορφών ιδιοκτησίας, του συνεταιριστικού και του λαϊκού το-
µέα της οικονοµίας, καθιστούσε αναγκαία την εµπορευµατική κυκλο-
φορία. Τώρα περιλαµβάνει και τα καταναλωτικά αγαθά.
Και τι ισχύει άραγε για τα µέσα παραγωγής;
«Τα µέσα παραγωγής, τα οποία παράγονται στον κρατικό τοµέα -µη-
χανές, εργαλειοµηχανές, µέταλλα, άνθρακας, πετρέλαιο- διανέµονται
στις κρατικές επιχειρήσεις. Στα πλάνα της λαϊκής οικονοµίας προβλέ-
πεται η απόδοση σε κάθε επιχείρηση των υλικών µέσων, τα οποία αντι-
στοιχούν στο πλάνο παραγωγής της. Αυτά τα µέσα µεταφέρονται από
τις επιχειρήσεις παραγωγής τους στις επιχειρήσεις κατανάλωσής τους,
στη βάση των αµοιβαία συµφωνηθέντων συµβολαίων. Κατά τη µεταβί-
βαση µέσων παραγωγής (σ.σ. προσοχή, όχι ανταλλαγή, όχι «αγορά και
πώληση», αλλά µεταβίβαση) σε µία επιχείρηση, το σοσιαλιστικό κράτος
αποκτάει το πλήρες δικαίωµα ιδιοκτησίας πάνω στα µέσα παραγωγής
[…] Τα µέσα παραγωγής, τα οποία διανέµονται µέσα στη χώρα σε κρα-
τικές επιχειρήσεις, δεν είναι εµπορεύµατα, σύµφωνα µε τη φύση τους»
(σελ. 502-503).
Μέχρι τώρα καλά. Ωστόσο στη συνέχεια διαβάζουµε: «…αλλά απο-
κτούν εµπορευµατική µορφή, µετατρέπονται σε χρήµα, κάτι που είναι
απαραίτητο για τους ισολογισµούς και τους υπολογισµούς» (σελ. 502-
503).
Με άλλα λόγια: Στη σοβιετική επιστήµη αποκαλύφθηκε ολοφάνερα µία
νέα αρχή κυκλοφορίας, στην οποία συνυπάρχουν αντιτιθέµενα µεταξύ
τους πράγµατα, η εµπορευµατική οικονοµία και η οικονοµία της αξίας
χρήσης ή, µε άλλα λόγια, η ατοµική ιδιοκτησία και η λαϊκή ιδιοκτησία!
Οι επιχειρήσεις της λαϊκής ιδιοκτησίας δε συµπεριφέρονται (οικονο-
µικά, στην αλλαγή χεριών των αξιών χρήσης της, των προϊόντων της)
στις µεταξύ τους σχέσεις, ως εµπορευµατική παραγωγή. Η λαϊκή ιδιο-
- 139 -
την ατοµική ιδιοκτησία των συνεταιρισµένων αγροτών στην ατοµική ιδιοκτησία των ερ-
γατών και των υπαλλήλων» («Εγχειρίδιο διδασκαλίας», 4η έκδοση, ρωσική το 1962,
γερµανική το 1965, σελ. 539). Υπάρχουν λοιπόν τρεις µορφές ιδιοκτησίας. Στις δύο που
έχουν ήδη αναφερθεί, προστίθεται και η «ατοµική ιδιοκτησία». Η ιδιοκτησία δεν καθο-
ρίζεται λοιπόν µόνο για τους ανθρώπους, για τους παραγωγούς, σε σχέση µε τους υλι-
κούς φορείς της παραγωγής, αλλά επίσης και για τους καταναλωτές. Οποία σύγχυση της
έννοιας της ιδιοκτησίας.
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 139κτησία, ο σοσιαλισµός, στο βαθµό που είναι λαϊκή ιδιοκτησία, καθόλου
δεν είναι πλέον εµπορευµατική παραγωγή, έχει έρθει σε ρήξη µε τον
αστικό τρόπο παραγωγής, πρέπει να καταταχθεί σαν κοινωνικός, ιστο-
ρικά διαφορετικός, αντιτιθέµενος στην εµπορευµατική οικονοµία τρό-
πος παραγωγής. Μία πραγµατική Επανάσταση!
Γιατί; Γιατί µέσα στη λαϊκή ιδιοκτησία δε λαµβάνει χώρα καµία αλ-
λαγή ιδιοκτησίας πια.
Αλλά τα προϊόντα ανταλλάσσονται ως αξίες χρήσης. Μπορούν λοι-
πόν να ανταλλάσσονται ως αξίες χρήσης, χωρίς να είναι εµπορεύµατα!
Γιατί πραγµατικά δεν τοποθετήθηκε αυτή η γνώση στο επίκεντρο της
σοβιετικής οικονοµικής επιστήµης;
Η ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ
ΜΕ ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ
ΤΗΣ «ΑΠΟΤΙΜΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΕ ΧΡΗΜΑ»
Αλλά µετά ακολουθεί το εξής απόσπασµα: «Αποτιµώνται σε χρήµα-
τα», παρόλο που δεν είναι εµπορεύµατα και αυτό «είναι απαραίτητο για
τους ισολογισµούς και τους υπολογισµούς». Τι σηµαίνει «Αποτίµηση
σε χρήµα»; Αυτό είναι ένα ερώτηµα.
Το πρώτο σοβιετικό εγχειρίδιο διδασκαλίας δεν αφήνει κανένα περι-
θώριο αµφισβήτησης: «Τα προϊόντα, τα οποία παράγονται και πραγµα-
τοποιούνται στη σοσιαλιστική κοινωνία ως εµπορεύµατα, έχουν µία δη-
µιουργηµένη από τη συγκεκριµένη εργασία αξία χρήσης και επίσης µία
δηµιουργηµένη από την αφηρηµένη εργασία αξία. Με άλλα λόγια, στο
σοσιαλισµό το εµπόρευµα έχει ένα διπλό χαρακτήρα, ο οποίος προκύ-
πτει από το διπλό χαρακτήρα της εργασίας, η οποία παράγει τα εµπο-
ρεύµατα» (σελ. 503).
Τα παραπάνω ισχύουν για τα προϊόντα, τα οποία χαρακτηρίζονται εµ-
πορεύµατα, κατά συνέπεια κυρίως για «τα αντικείµενα ατοµικής κατα-
νάλωσης» ή ισχύουν επίσης για τα µέσα παραγωγής, τα οποία δεν είναι
εµπορεύµατα, αν και «αποτιµώνται σε χρήµα»; Το ότι «αποτιµώνται σε
χρήµα» σηµαίνει λοιπόν ότι είναι ακόµα εµπορεύµατα, ότι κατέχουν τη
µορφή του εµπορεύµατος; Σε αυτή την περίπτωση όλα τα προϊόντα στο
σοσιαλισµό, χωρίς καµία εξαίρεση, είναι εµπορεύµατα, ανεξάρτητα από
ποια µορφή ιδιοκτησίας προέρχονται, ανεξάρτητα από το αν είναι µέσα
- 140 -
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 140παραγωγής ή µέσα κατανάλωσης, ανεξάρτητα από το σε ποιον διανέ-
µονται.
Το πρώτο σοβιετικό εγχειρίδιο διδασκαλίας δεν ξεκαθαρίζει το ζήτη-
µα. Μπορούµε λοιπόν να ψάξουµε µόνοι µας. Με κριτήριο τις µορφές
ιδιοκτησίας, το εγχειρίδιο χωρίζει τα σοσιαλιστικά προϊόντα σε εµπο-
ρεύµατα και µη εµπορεύµατα. Από την άλλη όµως, µε κριτήριο τη χρη-
µατική µορφή, όλα τα προϊόντα ενιαία κατατάσσονται στην εµπορευ-
µατική µορφή. Τι ισχύει τώρα; Και τα δύο; Αυτό δεν µπορεί να ισχύει,
αυτό θα ήταν µία αυτοαναιρούµενη αντίθεση.
Ενώ η αναγωγή του ερωτήµατος (εµπόρευµα - µη εµπόρευµα στις δια-
φορετικές µορφές ιδιοκτησίας) οδηγεί τη θεωρία σε αντιφατικές διατυ-
πώσεις, η αναγωγή του στη χρηµατική µορφή αποµακρύνει από το κρι-
τήριο της ιδιοκτησίας την αναζήτηση των κριτηρίων για το χαρακτηρι-
σµό του εµπορεύµατος.
Στην πράξη το πρώτο σοβιετικό εγχειρίδιο διδασκαλίας περιέχει µία
αντίθεση, δηλαδή µία διττή θεωρητική αποδοχή. Από τη µία εισάγει στις
σχέσεις µεταξύ των λαϊκών και των συνεταιριστικών επιχειρήσεων την
αξιακή µορφή (ή τη διατηρεί) και από την άλλη την αίρει για τις σχέσεις
των επιχειρήσεων στο εσωτερικό κάθε µορφής ιδιοκτησίας (σ.µ.: π.χ. των
κρατικών επιχειρήσεων µεταξύ τους). Το ένα, το πρώτο επιχείρηµα µας
οδηγεί (µε απόλυτο τρόπο) προς το εµπόρευµα; Και το άλλο, το δεύτερο
µας οδηγεί (µε σχετικό τρόπο) µακριά από το εµπόρευµα; Η θεωρία φαί-
νεται να υιοθετεί το πρώτο επιχείρηµα. Και επιπρόσθετα για το λόγο ότι,
πέρα από το ζήτηµα των διαφορετικών µορφών ιδιοκτησίας ως αιτία εµ-
φάνισης εµπορευµατικών σχέσεων, διατυπώνει την αναγκαιότητα της γε-
νικής «αποτίµησης των αγαθών και της εργασίας στη χρηµατική µορφή».
Τι γίνεται λοιπόν αν η χρηµατική µορφή στο σοσιαλισµό σηµαίνει κά-
τι νέο; ∆ε «διανέµονται στις επιχειρήσεις» µόνο τα µέσα παραγωγής,
όπως έχουµε δει, αλλά όλα τα προϊόντα διανέµονται και γι’ αυτό διατη-
ρούν τη χρηµατική τους µορφή. Στο σοσιαλισµό η διανοµή µέσω της χρη-
µατικής µορφής είναι η µορφή της διανοµής πριν την ιδιοποίηση των
αξιών χρήσης. Προηγείται της ιδιοποίησης, έτσι ώστε να αντιστοιχηθεί
µε αυτή. Εδώ, µε την ταυτότητα της διανοµής µέσω του χρήµατος και
της διανοµής των αξιών χρήσης, προαναγγέλλεται µε έµφαση ότι µία
ανώτερη µορφή του κοµµουνισµού θα µπορεί να απεµπολήσει τη χρη-
µατική µορφή.
- 141 -
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 141Εχουµε και λέµε: Είναι λάθος να αιτιολογούµε το χρήµα και εποµένως
την αξιακή µορφή, ξεκινώντας από τη χρηµατική µορφή, επειδή µε αυ-
τό τον τρόπο θα εξισώνονταν µία κοινωνία που δε ρυθµίζεται µέσω της
αξίας µε µία κοινωνία που ρυθµίζεται µέσω της αξίας. Η θεωρία ξεγελά-
στηκε από κάτι επιφαινόµενο. Και εξισώθηκε η λειτουργία του χρήµα-
τος στο σοσιαλισµό ως µέτρου της συµµετοχής στον υλικό κοινωνικό
πλούτο, που βασίζεται στην κοινωνική συµφωνία, µε τη λειτουργία του
χρήµατος στον καπιταλισµό ως έκφρασης της αξίας των εµπορευµάτων.
Το πρώτο είναι όµως έκφραση µιας αρχής κατανοµής, που εµπεριέχει την
κοµµουνιστική προοπτική, ενώ η δεύτερη αποτελεί έκφραση του νόµου
της αξίας, ο οποίος αναγκαστικά οδηγεί στη µετατροπή του χρήµατος σε
κεφάλαιο - που θα έπρεπε να έχει ξεπεραστεί.
Αυτή η εξίσωση θα σήµαινε: το χρήµα ισούται µε την αξία. Ενα τέτοιο
συµπέρασµα αντιφάσκει µε τη θεωρία της αξίας και τη θεωρία της εµ-
πορευµατικής παραγωγής. Οπως λέγεται, «το χρήµα έχει ισχύ, αξιακή
ισχύ» (όπως ισχυρίζονται και οι νέοι κριτικοί του Μαρξ) από µόνο του.
Από τον εµπορευµατικό φετιχισµό στη φετιχιστική θεωρία.
Αυτά είναι αποφασιστικής σηµασίας για την περαιτέρω εξέλιξη της
σοβιετικής θεωρίας και εκφράζονται στο εξής αδιέξοδο: ∆ε γενίκευσε
δυστυχώς την επαναστατική άποψη, σύµφωνα µε την οποία, όταν τα
προϊόντα (µέσα παραγωγής) δεν παράγονται και δε διανέµονται ως εµ-
πορεύµατα, τότε δεν µπορεί και το χρήµα να λειτουργεί ως εµπόρευµα.
Οχι. Αντίθετα η γενίκευση βρισκόταν στην αντίθετη κατεύθυνση: Ακό-
µα και τα µέσα παραγωγής, τα οποία κυκλοφορούν και πραγµατοποι-
ούνται στα πλαίσια της λαϊκής ιδιοκτησίας, είναι εµπορεύµατα. Αλλά
έτσι το επιχείρηµα ότι η ιδιοκτησία αποτελεί την αιτία της αξιακής µορ-
φής θεωρήθηκε ξεπερασµένο. Χρησιµοποιείται ακόµα (στις επόµενες
δηµοσιεύσεις), αλλά έχασε την αποφασιστική του, την καθοριστική του
σηµασία, τη σηµασία του ως µία αιτιακή θεώρηση. Η θεωρία κατέληξε
στην αιτιολόγηση της εµπορευµατικής παραγωγής στο σοσιαλισµό µέ-
σα από την ίδια τη λαϊκή ιδιοκτησία.
Και όσον αφορά το χρήµα, η σοβιετική επιστήµη αποδέχτηκε ότι ήταν
χρήµα µε το ίδιο περιεχόµενο όπως πάντα.
- 142 -
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 142Η ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ
ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ Ι∆ΙΑ ΤΗ ΛΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Η σοβιετική διδασκαλία αιτιολόγησε αυτή την αλλαγή µε την ενότη-
τα της λαϊκής οικονοµίας. Αυτή δεν επέτρεπε, υποτίθεται, την αντίθεση
µεταξύ του εµπορεύµατος και του µη εµπορεύµατος. Αναφέρεται ότι
ακόµα και τα µέσα παραγωγής είναι εµπορεύµατα («Εγχειρίδιο διδα-
σκαλίας», 4η έκδοση, Μόσχα 1962, Βερολίνο 1965, απόσπασµα από τη
γερµανική έκδοση). Το ερώτηµα για τον εµπορευµατικό χαρακτήρα των
προϊόντων των κρατικών επιχειρήσεων, το οποίο ακόµα απαντιόταν αρ-
νητικά από το Στάλιν και το εγχειρίδιο διδασκαλίας του 1954, δεν τίθε-
ται καν εδώ:
«Ο εµπορευµατικός χαρακτήρας των µέσων παραγωγής που κυκλο-
φορούν εντός του κρατικού τοµέα εκδηλώνεται: 1) Μέσα από το χαρα-
κτήρα της κρατικής ιδιοκτησίας στο στάδιο του σοσιαλισµού και 2) µέ-
σα από την ενότητα της λαϊκής οικονοµίας» (σελ. 538).
Ανακεφαλαιώνουµε: Το πρώτο εγχειρίδιο και ο Στάλιν παρουσιάζουν
σε αντιπαράθεση τη λαϊκή ιδιοκτησία και τη συνεταιριστική ιδιοκτη-
σία, αλλά δεν αναγνωρίζουν καµία εµπορευµατική µορφή στην ίδια τη
λαϊκή ιδιοκτησία. Τώρα επεκτείνεται η αξιακή µορφή στη λαϊκή ιδιο-
κτησία και ταυτόχρονα εγκαθίσταται µία ενότητα της λαϊκής οικονο-
µίας, η οποία καθιστά απαραίτητη την εµπορική µορφή του προϊόντος.
Μία ακόµα πρόταση προς επιβεβαίωση: «Ο εµπορευµατικός χαρα-
κτήρας των µέσων παραγωγής προκύπτει από τις ιδιαιτερότητες (σ.σ.
εδώ εµφανίζονται για πρώτη φορά οι ιδιαιτερότητες) και τις ανάγκες ανά-
πτυξης(σ.σ.!), οι οποίες ενυπάρχουν στην κρατική ιδιοκτησία στο στά-
διο του σοσιαλισµού» (σελ. 538).
Για λόγους αναγκών ανάπτυξης της λαϊκής ιδιοκτησίας χρειαζόµαστε
την εµπορευµατική παραγωγή; Υπάρχει ανάγκη του λαού για εµπορεύ-
µατα; Αυτό είναι κάτι εντελώς καινούριο.
Πρέπει να στρέψουµε την προσοχή µας για άλλη µία φορά στις πρώ-
τες γραµµές του σχετικού κεφαλαίου, το οποίο ξαφνιάζει τον αναγνώ-
στη που είναι εξοικειωµένος µε το πρώτο κείµενο (του 1954). Μία εν-
τελώς διαφορετική προσέγγιση, στα πλαίσια της οποίας η µαρξιστική
θεωρία της αξίας πρέπει να αισθάνεται ότι έχει δεχτεί πρόκληση.
Στην πρώτη πρόταση του σχετικού κεφαλαίου («Εµπορευµατική πα-
- 143 -
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 143ραγωγή, αξία και χρήµα στο σοσιαλισµό - Η αναγκαιότητα της εµπο-
ρευµατικής παραγωγής») αναφέρονται τα εξής:
«Η σοσιαλιστική επανάσταση βρίσκει ένα αναπτυγµένο, στα πλαίσια
του καπιταλισµού, σύστηµα εµπορευµατοχρηµατικών σχέσεων (σ.σ.
αυτό θα έπρεπε να παραλειφθεί γιατί δεν απαντάει σε καµία ερώτηση για
το σοσιαλισµό), οι οποίες βασίζονται πάνω σε έναν αναπτυγµένο κατα-
µερισµό εργασίας (σ.σ. sic) και την ατοµική ιδιοκτησία (σ.σ. το «και»
είναι εξαίρετο) στα µέσα παραγωγής και τα αποτελέσµατα της εργα-
σίας» (σελ. 535).
Ξέρουµε πολλούς ορισµούς της καπιταλιστικής εµπορευµατικής πα-
ραγωγής. Τώρα ρίχτηκε και ο καταµερισµός εργασίας στο παιχνίδι.
«Ο κοινωνικός καταµερισµός εργασίας είναι µία απαραίτητη προ-
ϋπόθεση για την εµπορευµατική παραγωγή. Χωρίς κοινωνικό καταµε-
ρισµό εργασίας η εµπορευµατική παραγωγή είναι αδύνατη, αν και
(σ.σ.!) ο κοινωνικός καταµερισµός εργασίας προηγείται χρονικά της εµ-
πορευµατικής παραγωγής και θα υπάρχει ακόµα και στο ανώτερο στά-
διο του κοµµουνισµού, στο οποίο η εµπορευµατική παραγωγή θα εξα-
φανιστεί βαθµιαία».
Στη συνέχεια: «Ο κοινωνικός καταµερισµός εργασίας αποτελεί λοι-
πόν τη γενική βάση της εµπορευµατικής παραγωγής και διατηρεί τη ση-
µασία του (σ.σ.!), για όσο καιρό υπάρχει γενικά εµπορευµατική παρα-
γωγή» (σελ. 535).
∆ιατηρεί λοιπόν τη σηµασία του να είναι βάση της εµπορευµατικής
παραγωγής. Στο εγχειρίδιο διδασκαλίας, στην πρώτη έκδοση, ξεκινή-
σαµε ως γνωστόν µε την ιδιοκτησία (για τον ορισµό του εµπορεύµατος).
Και ο Μαρξ επίσης έτσι είχε ξεκινήσει. Τι σηµαίνει, τώρα, να εισάγου-
µε τον καταµερισµό εργασίας σαν βάση; Αν δεν είναι αιτία, αν δεν κα-
θορίζει αυτός την αναγκαιότητα του εµπορεύµατος, δεν έχει κανένα
νόηµα να θέτεις το ερώτηµα για την αιτία.
Αλλά η σοβιετική επιστήµη χρειαζόταν τις διαφορετικές µορφές ιδιο-
κτησίας για να βγει από τη στενότητα της αρχικής επιχειρηµατολογίας
σχετικά µε την αιτιολόγηση του εµπορεύµατος στο σοσιαλισµό. Ανα-
ζητάει πιο γενικές αιτιολογήσεις, γι’ αυτό η αναφορά -πιο καλά, η λα-
θεµένη αναφορά- στον καταµερισµό εργασίας. Η θεώρηση του κατα-
µερισµού εργασίας ως αιτία της εµπορευµατικής φύσης του προϊόντος
κερδίζει έδαφος στην έκδοση του 1962.
- 144 -
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 144Στη συνέχεια: «Παράλληλα µε τον κοινωνικό καταµερισµό εργασίας
απαραίτητη προϋπόθεση για την ύπαρξη εµπορευµατικής παραγωγής
είναι και η ύπαρξη συγκεκριµένων µορφών ιδιοκτησίας στα µέσα πα-
ραγωγής και τα προϊόντα της εργασίας (σ.σ.: Αναφορά στο Στάλιν - πρώ-
το εγχειρίδιο διδασκαλίας). Αρχικά δηµιουργήθηκαν οι εµπορευµατικές
σχέσεις, ως γνωστόν, µέσω του καταµερισµού εργασίας στη βάση
(σ.σ.!) της πρωτόγονης κοινωνικής ιδιοκτησίας, όµως στους προσοσια-
λιστικούς κοινωνικούς σχηµατισµούς αναπτύχθηκαν περαιτέρω στη
βάση της ατοµικής ιδιοκτησίας (σ.σ. τα πάντα είναι απλώς βάση και προ-
ϋποθέσεις, τίποτα δεν είναι αιτία» (σελ. 535-536).
Εξυψώνεται ο καταµερισµός εργασίας σε βάση -ενώ στο Μαρξ ήταν
µόνο προϋπόθεση και µάλιστα εξωτερική (!)- και έτσι συρρικνώνεται η
ιδιοκτησία σε µία προϋπόθεση. Οι εµπορευµατικές σχέσεις «δηµιουρ-
γήθηκαν ως γνωστόν (σ.σ. ως γνωστόν;) µέσω του καταµερισµού εργα-
σίας (σ.σ.!;)».
Η ιδιοκτησία δεν αποτελεί την προϋπόθεση της εµπορευµατικής πα-
ραγωγής, όπως αναφέρεται στο κείµενο, αλλά την αιτία της εµπορευ-
µατικής παραγωγής.
Και τι λέει τώρα το εγχειρίδιο διδασκαλίας µας για την ιδιοκτησία µας,
για τη λαϊκή ιδιοκτησία; Στη σοσιαλιστική κοινωνία υπάρχουν εµπο-
ρευµατοχρηµατικές σχέσεις στον τοµέα της παραγωγής (σ.σ. τόσο γενι-
κά διατυπωµένο αυτό σηµαίνει το εξής: ακόµα και στον τοµέα της παρα-
γωγής µέσων παραγωγής, κάτι το οποίο δεν γινόταν ακόµα αποδεχτό στην
πρώτη έκδοση) και της διανοµής των προϊόντων της εργασίας. Αυτό εί-
ναι αποτέλεσµα των µορφών ιδιοκτησίας που υπάρχουν στο σοσιαλι-
σµό (σ.σ. sic) και των ιδιαιτεροτήτων στο χαρακτήρα της κοινωνικής ερ-
γασίας που απορρέουν από αυτές, οι οποίες απαιτούν την υλική παρα-
κίνηση της παραγωγής (σ.σ.;, µε αυτό εννοεί µάλλον τα υλικά κίνητρα
των παραγωγών, δηλαδή των εργατών) και την εξίσωση στις σχέσεις αν-
ταλλαγής µεταξύ των επιχειρήσεων… (σελ. 536).
Τώρα έχουµε µπροστά στα µάτια µας ολόκληρο το πρόγραµµα.
Στην ιδιοκτησία και την αποτίµηση όλων των προϊόντων σε χρήµα (τα
οποία είχε εισάγει το πρώτο εγχειρίδιο διδασκαλίας) προστίθενται τώ-
ρα: 1) ο χαρακτήρας της εργασίας, 2) το υλικό συµφέρον και 3) οι σχέ-
σεις εξίσωσης των επιχειρήσεων.
Σε αυτή την αλυσίδα της επιχειρηµατολογίας το επιχείρηµα της αλ-
- 145 -
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 145λαγής ιδιοκτησίας στέκει τρόπον τινά απέξω, ενώ τα άλλα τρία νεοει-
σερχόµενα επιχειρήµατα επιδεικνύουν µία εσωτερική λογική και εξε-
λισσόµενα συµπληρώνουν το ένα το άλλο. Ιδιαίτερος χαρακτήρας της
εργασίας = υλικό συµφέρον ιδιαίτερου είδους = ιδιαίτερη µορφή µέ-
τρησης.
Πώς πρέπει να καταλαβαίνουµε τη λαϊκή ιδιοκτησία; Σαν µία ιδιαίτε-
ρη περιουσία, η οποία συµπληρώνεται από έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα
της εργασίας, το υλικό συµφέρον των παραγωγών και τελικά την αρχή
της εξίσωσης; Ή σαν την παλιά, καλή λαϊκή ιδιοκτησία; Στην τελευταία
περίπτωση η µορφοποίηση όλων αυτών των τριών αναφερόµενων ιδι-
αιτεροτήτων της λαϊκής ιδιοκτησίας, η ιδιαίτερη εργασία, το ιδιαίτερο
συµφέρον και η αρχή της εξίσωσης θα ήταν µία αντίφαση. Τι να τη θε-
ωρούµε: Αντιστοίχηση ή αντίφαση;
Τι θεωρεί το εγχειρίδιο διδασκαλίας της σοβιετικής µας οικονοµίας
αυτή τη «φάση του κοµµουνισµού»; ∆ιαβάζουµε:
«Ο εµπορευµατικός χαρακτήρας των µέσων παραγωγής προκύπτει
από τις ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες ανάπτυξης, οι οποίες ενυπάρχουν
στον κρατικό τοµέα αποκλειστικά στο στάδιο του σοσιαλισµού. Εξαι-
τίας της κοινωνικής σοσιαλιστικής ιδιοκτησίας στα µέσα παραγωγής
δουλεύουν οι εργαζόµενοι […] για τους ίδιους τους τούς εαυτούς […]
Σαν συνέπεια αλλάζει ο χαρακτήρας της εργασίας των εργαζόµενων στη
σοσιαλιστική κοινωνία. Η εργασία… (γίνεται) …ζήτηµα τιµής. Από την
άλλη µεριά η εργασία δεν έχει γίνει ακόµα για τη µάζα των µελών της
κοινωνίας ζωτική ανάγκη […] και για αυτό το λόγο χρειάζεται η υλική
παρακίνηση. Το υλικό συµφέρον των εργαζοµένων των σοσιαλιστικών
επιχειρήσεων πάνω στα αποτελέσµατα της εργασίας τους (σ.σ.!) είναι
µία προωθητική δύναµη για την ανάπτυξη της σοσιαλιστικής παραγω-
γής. Από εδώ απορρέει η αναγκαιότητα να δώσουµε µια τέτοια µορφή
στις σχέσεις ανταλλαγής µεταξύ του κράτους και των επιχειρήσεών του,
όπως επίσης και στις σχέσεις µεταξύ των κρατικών επιχειρήσεων, σύµ-
φωνα µε την οποία το κράτος διαθέτει στις επιχειρήσεις µέσα παραγω-
γής µε την υποχρέωση κάθε επιχείρησης να καλύψει τα κόστη παραγω-
γής της µέσω της πραγµατοποίησης των προϊόντων στη βάση της αρχής
της εξίσωσης (σ.σ. το κράτος παραχωρεί το δικαίωµα της αρχής της εξί-
σωσης;) H εξισωτική υποκατάσταση των δαπανών σε ζωντανή και αν-
τικειµενοποιηµένη εργασία ολοκληρώνεται υποχρεωτικά µέσω της εµ-
- 146 -
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 146πορευµατικής ανταλλαγής, διαµέσου των εµπορευµατοχρηµατικών
σχέσεων. Η αξιοποίηση των εµπορευµατοχρηµατικών σχέσεων στην
παραγωγική δραστηριότητα των κρατικών επιχειρήσεων και στην ανά-
πτυξη των οικονοµικών σχέσεων µεταξύ τους εξαρτά την υλική θέση
κάθε επιχείρησης από τις εργασιακές της επιδόσεις» (σελ. 538).
Χαρακτήρας της εργασίας, υλικό συµφέρον, εξάρτηση των εισοδη-
µάτων από τα έσοδα - µε όλα αυτά η κατάσταση γίνεται ενδιαφέρουσα.
Η ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ
ΜΕ ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ
ΤΗΣ «ΑΝΩΡΙΜΗΣ ΑΜΕΣΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ»
Μία εργασία, η οποία λαµβάνει χώρα στα πλαίσια της λαϊκής ιδιο-
κτησίας, λέµε ότι είναι «άµεσα κοινωνική εργασία».
Σύµφωνα µε το πρώτο εγχειρίδιο διδασκαλίας του 1954: «Ενώ η ερ-
γασία στον καπιταλισµό εµφανίζεται άµεσα σαν ατοµική εργασία, η ερ-
γασία στο σοσιαλισµό έχει άµεσα κοινωνικό χαρακτήρα» (σελ. 487).
Αρχικά µία σύντοµη παρατήρηση για το πρώτο µέρος της πρότασης:
Εµφανίζεται η εργασία στην αστική εµπορευµατική παραγωγή «άµεσα
σαν ατοµική εργασία»; ∆ε θα σήµαινε αυτό άραγε ιδιοκατανάλωση;
Οταν γίνεται λόγος για εµπορεύµατα, δεν µπορεί να εννοείται η ιδιοκα-
τανάλωση. Ατοµικά θέλει ο εµπορευµατοπαραγωγός να καταναλώσει
την αξία του εµπορεύµατός του. Θα έπρεπε λοιπόν το κείµενο να ανα-
φέρει ότι : «Η εργασία πρέπει να δαπανάται στον καπιταλισµό σαν ατο-
µική εργασία. Ο κοινωνικός της χαρακτήρας διαµεσολαβείται από την
ανταλλαγή εµπορευµάτων, δηλαδή από την αξία». Αυτά απλώς για
διόρθωση.
«Η κοινωνική εργασία στο στάδιο του σοσιαλισµού δεν είναι ωστόσο
ακόµα ολοκληρωµένη άµεση κοινωνική εργασία, όπως θα είναι στην
ανώτερη φάση του κοµµουνισµού. Στους διάφορους τοµείς της λαϊκής
οικονοµίας δεν έχει κοινωνικοποιηθεί η εργασία στον ίδιο βαθµό και
υπάρχουν σηµαντικές κοινωνικές διαφορές. Από εδώ προκύπτει η ανα-
γκαιότητα της άµεσης έκφρασης του καταµερισµού της εργασίας µε τη
βοήθεια της αξίας και των µορφών της» (δεύτερο εγχειρίδιο διδασκα-
λίας του 1962, σελ. 542).
«∆ιαφορετικός βαθµός κοινωνικοποίησης». Τι είναι αυτό; Απαλλο-
- 147 -
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 147τριώθηκαν άνισα οι ατοµικοί ιδιοκτήτες; Είναι άνισες οι πλευρές της
κοινωνικοποίησης; Υπάρχει κάτι τέτοιο; Μπορεί άραγε να υπάρξει; Και
τι είναι άραγε οι «σηµαντικές κοινωνικές διαφορές» της κοινωνικοποι-
ηµένης -συγγνώµη, της «όχι στον ίδιο βαθµό» κοινωνικοποιηµένης- ερ-
γασίας; Αυτό πρέπει να διευκρινιστεί. ∆ε διευκρινίζεται όµως και αντί
για το αναγκαίο ξεκαθάρισµα διαβάζουµε: «Από εκεί απορρέει η ανα-
γκαιότητα της µέτρησης της επίδοσης της εργασίας (σ.σ.;) µε τη βοή-
θεια της αξίας».
Και µετά η φράση «Ο καταµερισµός εργασίας (σ.σ.!) θα έπρεπε να εκ-
φράζεται άµεσα µε τη βοήθεια της αξίας και των µορφών της», δηλαδή
µέσω της χρηµατικής µορφής. Τι είναι ο «καταµερισµός εργασίας»; Τι
µπορεί να είναι ο καταµερισµός εργασίας, αν οι επιχειρήσεις, δηλαδή οι
υλικές παραγωγικές δυνάµεις, αποτελούν ιδιοκτησία του λαού, δηλαδή
όλων; Γιατί ο εργάτης της λαϊκής ιδιοκτησίας δεν κατέχει την επιχείρη-
σή του ατοµικά και προσωπικά, αλλά οι συνθήκες παραγωγής στις οποί-
ες δουλεύει είναι κοινωνικές, ιδιοκτησία όλων. Η εργασία του είναι άµε-
σο κοµµάτι της κοινωνικής συνολικής εργασίας και σαν τέτοια δεν έχει
να κάνει µε τις κατηγορίες της αξίας.
Για σύγκριση σηµειώνουµε τι αναφέρει το πρώτο εγχειρίδιο: «Στο σο-
σιαλισµό υπάρχουν όµως διαφορές µεταξύ της άµεσα κοινωνικής ερ-
γασίας στις κρατικές επιχειρήσεις, όπου η εργασία έχει κοινωνικοποι-
ηθεί ολοκληρωτικά και της άµεσα κοινωνικής εργασίας στις συνεταιρι-
στικές µονάδες, όπου η εργασία έχει κοινωνικοποιηθεί µόνο στα πλαί-
σια του κάθε αγροτικού αρτέλ. […] Αυτές οι βαθµιαίες διαφορές στην
κοινωνικοποίηση της εργασίας καθώς και οι υπάρχουσες εµπορευµατι-
κές σχέσεις µεταξύ των κρατικών επιχειρήσεων και των συνεταιριστι-
κών µονάδων καθιστούν αδύνατη την άµεση έκφραση και σύγκριση της
κοινωνικής εργασίας, η οποία δαπανάται για την παραγωγή των βιοµη-
χανικών και συνεταιριστικών προϊόντων, σε εργάσιµο χρόνο» (πρώτο
εγχειρίδιο διδασκαλίας, σελ. 503).
Συνεχίζω: Οι εργάσιµοι χρόνοι πρέπει να συγκρίνονται, αν µας δοθεί
ένας µέσος εργάσιµος χρόνος, αλλά τι µένει να συγκριθεί στον άµεσα
κοινωνικό χρόνο εργασίας; Οµως ο καθένας ξέρει, γιατί µετριέται µε το
ρολόι, ότι η ώρα ισούται µε την ώρα.
Αλλά: Ηδη το πρώτο εγχειρίδιο παρουσιάζει µία διαφορά στο χαρα-
κτήρα της κοινωνικοποίησης, τη συνδέει όµως µε τις δύο µορφές ιδιο-
- 148 -
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 148κτησίας. Σε αυτές είναι, υποτίθεται, διαφορετικός ο βαθµός (ή ο χαρα-
κτήρας) της κοινωνικοποίησης. Υπενθυµίζουµε: Στο δεύτερο εγχειρί-
διο του 1962 γίνεται λόγος για «διαφορετικούς τοµείς της λαϊκής οικο-
νοµίας», µεταξύ των οποίων υπάρχουν διαφορές στο βαθµό της κοινω-
νικοποίησης και της κοινωνικότητας. Αυτό αποτελεί τουλάχιστον σύγ-
χυση -όσον αφορά τη λαϊκή οικονοµία- ενώ η σκέψη στο πρώτο εγχει-
ρίδιο κατανοείται τουλάχιστον λογικά.
Αναζητούµε ακόµα τι µπορεί να εννοείται µε τη φράση «όχι ολοκλη-
ρωµένη κοινωνικοποίηση», ανεξάρτητα αν µιλάµε στα πλαίσια τοµέων
της λαϊκής οικονοµίας ή για διαφορετικές µορφές ιδιοκτησίας, που µπο-
ρεί να σηµαίνει επίσης µορφές απαλλοτρίωσης (της ατοµικής ιδιοκτη-
σίας). Τελικά το µόνο το οποίο µπορεί να σηµαίνει είναι η διαφορά στο
βαθµό κοινωνικοποίησης της εργασίας και πρώτα απ’ όλα η διαφορά µε-
ταξύ των εργατών.
Σύµφωνα µε το δεύτερο εγχειρίδιο διδασκαλίας: «Στη σοσιαλιστική
οικονοµία υπάρχει µία διαφορά µεταξύ της σύνθετης (ειδικευµένης,
ποιοτικής) και της απλής εργασίας, η σύνθετη εργασία ανάγεται σε απλή
εργασία» (σελ. 544).
Υπάρχει λοιπόν διαφορά µεταξύ της σύνθετης και της απλής εργα-
σίας. Φυσικά. Αλλά γι’ αυτό το λόγο υπάρχει και το εµπόρευµα; Η δια-
φορά µπορεί να είναι διαφορά της αξίας χρήσης - και να παραµένει. Με
την ποιοτική (σ.µ.: µε την έννοια της ειδικευµένης, σύνθετης) εργασία
µπορεί κάποιος να παράγει ποιοτικές αξίες χρήσης, µάλιστα. Αυτό εί-
ναι σωστό. Αλλά τι έχει να κάνει αυτό µε την αξία;
Για να το πούµε απλά, το επιχείρηµά τους έχει ως εξής: επειδή υπάρ-
χει η ποιοτική εργασία (ακόµα και η απλή εργασία είναι µία µορφή ποι-
οτικής εργασίας), θα έπρεπε να προσδώσουµε στο προϊόν της εργασίας
ένα ποιοτικό ορισµό της εργασίας, δηλαδή αξιακή µορφή. Αυτό είναι
σαν να αιτιολογούµε την αναγκαιότητα του εµπορεύµατος, την αναγω-
γή του στην αφηρηµένη εργασία, από την ύπαρξη της συγκεκριµένης
πλευράς της εργασίας (στο διπλό χαρακτήρα της εργασίας). Επειδή
υπάρχει συγκεκριµένη εργασία, γι’ αυτό και ανάγεται µια κοινωνική
σχέση (σ.µ.: το εµπόρευµα) σε αφηρηµένη εργασία. Αυτό µπορεί να εί-
ναι λογικό; Μάλιστα, στον πιστό όλα φαίνονται λογικά.
Ολόκληρο το θεωρητικό οπλοστάσιο επιστρατεύεται γιατί πρέπει να
ξεπεραστεί το ζήτηµα της ιδιοκτησίας ως φύσης του προϊόντος. Εµείς
- 149 -
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 149δηλαδή οι µαρξιστές ξέρουµε την απάντηση στην ερώτηση για τη βά-
ση της εµπορευµατικής παραγωγής: η ατοµική ιδιοκτησία στα µέσα
παραγωγής ή αλλιώς ειπωµένο: «Τα αντικείµενα κατανάλωσης γίνον-
ται εµπορεύµατα, µόνο όταν είναι προϊόντα µεταξύ ανεξάρτητα δαπα-
νηµένων ατοµικών εργασιών»
7
. Και η λαϊκή ιδιοκτησία είναι η άρση
τους (σ.µ.: των ανεξάρτητα δαπανηµένων ατοµικών εργασιών). Ετσι,
η λογική συνέπεια µπορεί να είναι µόνο η εξής: όπου υπάρχει λαϊκή
ιδιοκτησία, δεν υπάρχουν πια εµπορεύµατα. Αλλά ο απολογητής δεν
καταλαβαίνει…
Οσο υπάρχει η «ανολοκλήρωτη», «µη ολοκληρωµένη» ή «ανώριµη
άρση της ατοµικής ιδιοκτησίας» -η οποία φυσικά δεν υπάρχει αφού
υπάρχει µόνο ολοκληρωµένη και ώριµη, δηλαδή πραγµατική άρση της
ατοµικής ιδιοκτησίας και κατά συνέπεια µπορεί να υπάρχει µόνο πραγ-
µατική λαϊκή ιδιοκτησία- άλλο τόσο υπάρχει µη ολοκληρωµένη, µισή
ή, τρόπος του λέγειν, περιορισµένη κοινωνικοποίηση της εργασίας. Ο,τι
ισχύει για την ιδιοκτησία, ισχύει και για την εργασία. Η εργασία είναι
ωστόσο µόνο το αντικείµενο των σχέσεων (σ.µ.: των κοινωνικών σχέ-
σεων). Η κοινωνικοποίηση δε σηµαίνει τίποτα άλλο από το ότι όλα ανή-
κουν στην κοινωνία και µάλιστα άµεσα. Και τι/ποιος είναι η κοινωνία;
Ολοι όσοι έχουν δουλέψει. Και αυτοί είναι εκατοµµύρια.
Στο σοσιαλισµό-κοµµουνισµό απλώς ο περισσότερο ειδικευµένος ερ-
γαζόµενος λαµβάνει υψηλότερο µισθό. Οι µισθοί είναι στο σοσιαλισµό-
κοµµουνισµό µερίδια της συνολικής εργασίας (µέσα κατανάλωσης) και
ο µισθός ή το µερίδιο του εργαζόµενου που εκτελεί σύνθετη εργασία εί-
ναι υψηλότερο από το αντίστοιχο του εργαζόµενου που εκτελεί απλή ερ-
γασία. Αλλά κανένα ύψος µισθού δεν καθορίζεται στη βάση της αξίας
του εµπορεύµατος «εργατική δύναµη». Μόνο αν κάποιος θέλει οι επι-
χειρήσεις στο σοσιαλισµό-κοµµουνισµό να παράγουν αξία, θα αποδε-
χτεί την άποψη ότι οι µισθοί καθορίζονται σε σχέση µε το κέρδος των
επιχειρήσεων.
Η παραγωγή της αξίας δεν προκύπτει από την εργασία σαν τέτοια, αλ-
λά από την ατοµική ιδιοκτησία των µέσων παραγωγής. Είναι λάθος η
άποψη ότι η εργασία αποτελεί την αιτία του εµπορευµατικού χαρακτή-
ρα του εµπορεύµατος, λάθος και για την εµπορευµατική παραγωγή και
- 150 -
7. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τ. 1, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 56.
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 150πολύ περισσότερο για τη σοσιαλιστική παραγωγή. Στη σοβιετική αρ-
θρογραφία εµφανίστηκε αυτό το επιχείρηµα µόνο και µόνο επειδή δό-
θηκε δικαίωµα ύπαρξης στην αντίληψη της αναγκαιότητας της εµπο-
ρευµατικής παραγωγής. Επρεπε να αναπληρωθεί η αφαίρεση της αναφο-
ράς στην ιδιοκτησία ως αιτία της εµπορευµατικής παραγωγής, γι’ αυτό το
λόγο αυτός ο µεγάλος αριθµός επιχειρηµάτων κάθε είδους, γι’ αυτό το λό-
γο και η επικέντρωση στη συγκεκριµένη στιγµή της εργασίας.
Η ΑΙΤΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ
ΜΕ ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ ΤΟΥ «ΥΛΙΚΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΟΣ»
Η σοβιετική θεωρία της ιδιαίτερης εµπορευµατικής παραγωγής δίνει
την εντύπωση ότι η εφαρµογή της αρχής του υλικού συµφέροντος πάει
χέρι-χέρι µε την αρχή της εξίσωσης, όπως έχουµε ήδη αναφέρει. («Το
υλικό συµφέρον βάζει στο επίκεντρο την ίδια την επίδοση της εργασίας,
και γι’ αυτό πρέπει αυτή να µετρηθεί. Πρέπει να ξεκινήσουµε από την
ισότητα της αρχής της εξίσωσης για να µπορούµε να ορίσουµε µία δια-
φορά από το κοινωνικό µέτρο, το ίδιο ισχύει και για την ατοµική επίδο-
ση»). Γενικά και τα δύο εγχειρίδια διδασκαλίας χρησιµοποιούν πού και
πού αυτή την αναφορά.
Αυτό έχει την αιτία του στο γεγονός ότι στην οικονοµική πράξη των
επιχειρήσεων δούλευαν πολύ µε την αρχή του υλικού συµφέροντος, πα-
ρόλο που τη συγχέανε µε την αρχή της εξίσωσης. Υπήρχε ένα αναπτυγ-
µένο σύστηµα κινήτρων (πριµ). Η Σοβιετική Ενωση είχε εισάγει ήδη
από το 1936 τα διευθυντικά χρηµατικά κεφάλαια (Direktοrfonds), τα
οποία αποτελούσαν ένα ειδικό κονδύλι µισθοδοσίας που δεν έπαιρνε τη
µορφή του σταθερού µισθού, αλλά τη µορφή πριµ και πληρωνόταν
στους εργάτες για ιδιαίτερες επιδόσεις.
Για µας στη θεωρία είναι σηµαντικό να ξεκαθαρίσουµε αν η αρχή του
υλικού συµφέροντος µπορεί να εφαρµοστεί, χωρίς να δρα στην κοινω-
νία η αρχή της εξίσωσης, δηλαδή χωρίς να χρειάζεται µόνιµα ένα µέσο
κοινωνικά αναγκαίο αξιακό µέγεθος για την τιµή των προϊόντων. Αυτή
η ερώτηση µπορεί να απαντηθεί καταφατικά.
Είµαι της άποψης ότι η αρχή του υλικού συµφέροντος µπορεί να είναι
εντελώς ανεξάρτητη από την αρχή της εξίσωσης, δηλαδή εντελώς ανε-
ξάρτητη από το αν οι τιµές στο σοσιαλισµό αντιστοιχούν στην αξία ή
- 151 -
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 151όχι. Γιατί; Γιατί εµείς ξεκινάµε την ανάλυσή µας από την εµπειρία της
τιµολόγησης στη σοσιαλιστική σχεδιασµένη οικονοµία (ανεξάρτητα αν
µιλάµε για την ΕΣΣ∆, τη ΓΛ∆ ή µία άλλη σοσιαλιστική χώρα), η οποία
διατηρούσε στο σηµαντικότερο µέρος της σταθερές τις τιµές. Οι στα-
θερές τιµές όµως από τη φύση τους αποτελούν άρνηση της αξιακής µορ-
φής των τιµών. Η διαµόρφωση των µισθών γινόταν χωρίς να αναγνω-
ρίζεται η αξιακή µορφή των τιµών. Οσον αφορά τα χρηµατικά κονδύ-
λια για τους µισθούς των πριµ, πρόκειται απλώς για µία διαίρεση του
συνολικού κοινωνικού µισθολογικού κονδυλίου, το ύψος του οποίου
καθορίζεται από την κοινωνία στην ολότητά της.
Με άλλα λόγια: Το να προϋποθέτει η αρχή του υλικού συµφέροντος
την αρχή της εξίσωσης, έρχεται σε αντιπαράθεση µε την εµπειρία της
σχεδιασµένης οικονοµίας των χωρών του υπαρκτού σοσιαλισµού. Πρέ-
πει να υιοθετήσουµε αυτή την αρχή (σ.µ.: την αρχή της εξίσωσης) για
να συµπεράνουµε την εξάρτηση της µίας αρχής από την άλλη. Η θέση,
ότι η ίδια η αρχή του υλικού συµφέροντος απαιτεί την αρχή της εξίσω-
σης, είναι απλώς λαθεµένη. Μπορούµε να δηµιουργήσουµε αυτή την
εξάρτηση, αλλά µόνο επειδή εµείς θα το θέλουµε.
Η ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ
ΜΕ ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ
ΤΗΣ «ΩΘΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙ∆ΟΣΗΣ ΣΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ»
Η σχεδιασµένη οικονοµία έχει κατηγορηθεί έντονα γιατί, όπως λένε,
δεν δούλευε αποδοτικά. Οι άνθρωποι δεν είχαν καµία διάθεση για κα-
λές επιδόσεις. «Η καλή επίδοση δεν ανταµειβόταν». (Χαρακτηρίζουν
µάλιστα τη σχεδιασµένη οικονοµία ως οικονοµία των διαταγών, της
αποδίδουν την κατηγορία ότι δεν αφήνει καθόλου χώρο για την ατοµι-
κή βούληση, αλλά µόνο για τη διαµόρφωση διαταγών - και αυτό το δι-
καίωµα συγκεντρώνεται σε µία «κεντρική γραφειοκρατία» και στο
Κόµµα).
Υπάρχει στη σχεδιασµένη οικονοµία σαν τέτοια έλλειψη διάθεσης
απόδοσης ή έλλειψη τρόπων ώθησης της απόδοσης; Και µήπως πρέπει
να αναγεννήσουµε την αξιακή µορφή του εµπορεύµατος, για να τονώ-
σουµε τη διάθεση των ανθρώπων για αποδοτικότητα;
Μπορεί να κατασκευαστούν πολύ λανθασµένα πλάνα και σχεδιασµέ-
- 152 -
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 152νες οικονοµίες συνολικά. Προβλήµατα που σχετίζονται µε την ικανό-
τητα οικοδόµησης της σχεδιασµένης οικονοµίας θα υπάρχουν, ειδικά
στην αρχή, λόγω έλλειψης σχετικής εµπειρίας. Αλλά αυτό είναι ένα
πρόβληµα επιπέδου ανάπτυξης (σ.µ.: της ικανότητας σωστού σχεδια-
σµού). Στην πορεία τα πλάνα θα µπορούν να γίνονται όλο και καλύτε-
ρα, γιατί αναµένεται να βελτιώνεται και το υποκείµενο του σχεδιασµού.
Ωστόσο υπάρχουν αντικειµενικά κριτήρια για τη σωστή κατάρτιση των
πλάνων. Αυτά πρέπει κανείς να τα γνωρίζει, να τα αναπτύσσει, να µένει
πιστός σε αυτά. Αυτό σηµαίνει ότι πρέπει να εκπαιδευτούν ειδικοί του
σχεδιασµού. Ο σχεδιαστής είναι επάγγελµα όπως και ο συγκολλητής.
Πρέπει να δει κανείς τι παράγει µια επιχείρηση και τι µπορεί να πα-
ράγει. Αυτό δεν µπορεί να γίνει χωρίς ενεργή συνεργασία µε το προσω-
πικό της επιχείρησης, ιδιαίτερα µε τη διοίκησή της. Και αυτό δε σηµαί-
νει την εκτέλεση των διαταγών, αλλά µία προεργασία της επιχείρησης
προς το κέντρο του σχεδιασµού. Στο σχεδιασµό δυνατοτήτων ανήκει
ένα προοπτικό σχέδιο επενδύσεων, το οποίο βρίσκεται σε εξάρτηση από
το προοπτικό σχέδιο παραγωγής της επιχείρησης σαν τέτοιο. Στο σχέ-
διο αναζητείται η κοινωνική θέληση (σ.µ.: µέσω της θέλησης του σο-
σιαλιστικού κράτους) για το προϊόν της επιχείρησης, δηλαδή η «κεν-
τρική γραφειοκρατία» - η οποία όµως τώρα δεν είναι γραφειοκρατία,
δηλαδή µία υπηρεσία που στέκεται πάνω από την κατανάλωση, αλλά
µία υπηρεσία που ασκεί την έρευνα αναγκών ως στοιχείο της σχεδια-
σµένης οικονοµίας. ∆εν υπάρχει σχεδιασµός που να δουλεύει µόνο προς
µία κατεύθυνση, αυτή της παραγωγής. Για να είναι σχεδιασµός, πρέπει
να είναι σχεδιασµός-κατανόηση και της άλλης πλευράς, της πλευράς
της κατανάλωσης. Αν το δούµε πιο συγκεκριµένα, ο σχεδιασµός δεν εί-
ναι τίποτα άλλο από συνειδητή κατανόηση, όσο το δυνατό πιο ακριβής
πρόβλεψη της διαδικασίας, η οποία σε µία εµπορευµατική παραγωγή
γίνεται αυθόρµητα. Στην αστική κοινωνία η διαδικασία αυτή απλώς
συµβαίνει από µόνη της, δε «διοικείται».
Πρέπει εκ των προτέρων να αποδώσουµε το ενδεχόµενο ανεπαρκούς
ή και λαθεµένου σχεδιασµού της οικονοµίας αποκλειστικά στο ότι µε-
ταφέρονται οι απαραίτητες διαδικασίες σαν σχέδιο από το κράτος στην
επιχείρηση και δε ρυθµίζονται αυθόρµητα από το νόµο της αξίας;
Σε τι πλεονεκτεί ο σχεδιασµός -οι υπηρεσίες σχεδιασµού- έναντι κά-
θε µεµονωµένης επιχειρηµατικής µεγαλειότητας; Στη συνολική γνώση
- 153 -
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 153της κίνησης της οικονοµίας, στα µεµονωµένα στοιχεία της, στη γνώση
των εξαρτήσεων της κοινωνίας. Πιο συγκεκριµένα, η ίδια η κοινωνία
εµφανίζεται πρώτα και κύρια διαµέσου του όλου, το οποίο έχει µία ει-
κόνα του ίδιου του µέλλοντός του.
Η επιχείρηση στη σχεδιασµένη οικονοµία δεν είναι χωρίς µεµονωµέ-
νες απαιτήσεις απόδοσης. Το πλάνο δεν µπορεί να λειτουργήσει µε
ακρίβεια χωρίς τη συνεργασία της επιχείρησης και η συµβολή της επι-
χείρησης έγκειται στο να συντελέσει να είναι το σχέδιο, ένα σχέδιο οι-
κονοµικού ρεαλισµού.
Ενας συγκεκριµένος στόχος της διάθεσης για απόδοση πράγµατι στα-
µατάει να λειτουργεί στη σχεδιασµένη οικονοµία: αυτός είναι η θέλη-
ση να πουλάς τα δικά σου προϊόντα όσο ακριβότερα γίνεται, να πετυ-
χαίνεις ένα όσο το δυνατόν υψηλότερο κέρδος, δηλαδή να πλουτίζεις
την επιχείρησή σου σε βάρος των άλλων επιχειρήσεων και των κατα-
ναλωτών. Ελεύθερη διαµόρφωση τιµών, ανταγωνισµός µε τα δικά σου
εµπορεύµατα έναντι των άλλων εµπορευµάτων - αυτά δεν υπάρχουν σε
µία σχεδιασµένη οικονοµία.
Αλλά σε ό,τι έχει να κάνει µε την ορθολογικοποίηση της παραγωγής,
την αποδοτικότητα, τη µείωση του κόστους κλπ., ας ρίξει µια µατιά κα-
νείς σε όλα τα στοιχεία της λογιστικής µέσα στα πλαίσια της σοσιαλι-
στικής επιχείρησης ως αυτοτελούς πεδίου οικονοµικής λογιστικής και
ας αντιπαραθέσει σε αυτά τη µεγιστοποίηση της αξίας και του κέρδους
στον καπιταλισµό.
Η ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ
ΜΕ ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ
ΤΗΣ «ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ»
Ερχόµαστε τώρα στο τελευταίο σηµείο ή καλύτερα το τελευταίο επι-
χείρηµα που χρησιµοποιείται για την αιτιολόγηση του σοσιαλισµού ως
µιας ιδιαίτερης εµπορευµατικής παραγωγής. Το επιχείρηµα αυτό ανα-
φέρεται στο υποκείµενο «της σχετικά (σχετικά ή µη σχετικά δεν παίζει
εδώ κανένα ρόλο, απλώς η λέξη παίζει εδώ το ρόλο “φύλλου συκής”)
οικονοµικά ανεξάρτητης επιχείρησης», η οποία ονοµάζεται συχνά και
«επιχείρηση µε ίδια ευθύνη». Επίσης µερικές φορές γίνεται λόγος για
«ιδιοσυντήρηση των µέσων», δηλαδή των χρηµατικών µέσων.
- 154 -
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 154Από τη στιγµή που στο πρώτο εγχειρίδιο διδασκαλίας αναφέρεται
ακόµα ότι το κράτος εξασφαλίζει στην επιχείρηση, η οποία είναι ενσω-
µατωµένη στη σχεδιασµένη οικονοµία, «τα υλικά κεφάλαια που είναι
απαραίτητα για το παραγωγικό της πρόγραµµα», δεν είναι εύκολο να
ανακαλύψεις την έννοια της οικονοµικής αυτοτέλειας της επιχείρησης.
Ας ρίξουµε άλλη µία µατιά στο εγχειρίδιο διδασκαλίας. Ποια απο-
σπάσµατα µπορούµε να βρούµε σχετικά µε την «οικονοµική αυτοτέλεια
των επιχειρήσεων» ή για την «οικονοµική αυτοτέλεια των επιχειρήσε-
ων σε µία σχεδιασµένη οικονοµία»;
Το πρώτο εγχειρίδιο διδασκαλίας δεν περιλαµβάνει ακόµα καµία ανα-
φορά για την οικονοµική αυτοτέλεια των επιχειρήσεων η οποία, υποτί-
θεται, καθιστά αναγκαία την εµπορευµατική παραγωγή στο σοσιαλι-
σµό. Αυτή η έννοια δεν χρησιµοποιείται ακόµα.
Το δεύτερο εγχειρίδιο διδασκαλίας περιλαµβάνει µία τέτοια θέση, αλ-
λά µόνο σε µία µορφή που πλησιάζει σε αυτή τη θέση (βλέπε τα απο-
σπάσµατα πιο πάνω από το δεύτερο εγχειρίδιο, σελ. 538). ∆εν έχει δια-
τυπωθεί ακόµα ξεκάθαρα ο ισχυρισµός ότι οι επιχειρήσεις θα έπρεπε να
είναι στο σοσιαλισµό οικονοµικά αυτοτελείς. Ωστόσο εδώ φαίνεται η
µετάβαση προς αυτή τη σκέψη. Σε θεωρητικές εκδόσεις αργότερα εµ-
φανίζεται αυτός ο ισχυρισµός ξεκάθαρα. Ενώ η σοβιετική επιστήµη µέ-
χρι αυτό το επιχείρηµα αποτελούσε, περισσότερο ή λιγότερο, µία ενό-
τητα, αρχίζει από δω και πέρα να διασπάται.
Παραθέτω, αρχικά, αποσπάσµατα από µετέπειτα εκδόσεις, µεταξύ
των οποίων για πρώτη φορά από µη σοβιετικές (ρωσικές), αλλά γερµα-
νικές.
Η ΓΛ∆ δηµοσίευσε δύο εγχειρίδια διδασκαλίας της πολιτικής οικονο-
µίας του σοσιαλισµού (παράλληλα µε άλλα τετράδια διδασκαλίας για
τα λύκεια και διάφορες µεµονωµένες εκδόσεις, οι οποίες όµως περιεί-
χαν κυρίως την ίδια γραµµή επιχειρηµατολογίας µε τους σοβιετικούς).
Η πρώτη εµφανίστηκε το 1967, στην εποχή του ΝΟΣ, δηλαδή κατά τη
διάρκεια ενός µεταρρυθµιστικού πειράµατος, στο οποίο ακούγονταν
πολλές φωνές για περισσότερη αυτοτέλεια και «ίδια ευθύνη» στον οι-
κονοµικό τοµέα. Εψαξα να βρω και πραγµατικά περίµενα να βρω µία
θέση, η οποία να κάνει λόγο για την αναγκαιότητα της οικονοµικής επι-
χειρησιακής αυτοτέλειας ως αιτία της εµπορευµατικής παραγωγής στο
σοσιαλισµό, αλλά έκανα λάθος. ∆ε βρήκα καµία τέτοια θέση.
- 155 -
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 155Στο δεύτερο όµως βιβλίο της πολιτικής οικονοµίας του σοσιαλισµού
στη ΓΛ∆, το οποίο εµφανίστηκε το 1974, όταν δεν ίσχυε πλέον το ΝΟΣ,
βρήκα τα ακόλουθα: «Ο κοινωνικός καταµερισµός εργασίας είναι απα-
ραίτητος αλλά όχι επαρκής όρος (σ.σ.!) για την ύπαρξη εµπορευµατο-
χρηµατικών σχέσεων στο σοσιαλισµό. Ενώ ο κοινωνικός καταµερισµός
εργασίας θα συνεχίσει να υπάρχει, οι εµπορευµατοχρηµατικές σχέσεις
δε θα υπάρχουν για πάντα. Πρέπει, κατά συνέπεια, να υπάρχει άλλη αι-
τία, η οποία να είναι υπεύθυνη για τις εµπορευµατοχρηµατικές σχέσεις
στο σοσιαλισµό. Αυτή είναι η σχετική οικονοµική αυτοτέλεια των σο-
σιαλιστικών επιχειρήσεων».
Εδώ οι συγγραφείς τα λένε έξω απ’ τα δόντια. Επιτέλους µίλησαν
ανοιχτά για την επιχείρηση ως οικονοµικό υποκείµενο. Μία πρόταση
πιο κάτω ενισχύει την άποψή τους:
«Η λαϊκή ιδιοκτησία στα µέσα παραγωγής ως συνολική κοινωνική
ιδιοκτησία έχει στο σοσιαλισµό την ιδιαιτερότητα (σ.σ. η έννοια σοσια-
λισµός αποκτάει αυτοτέλεια από τον κοµµουνισµό, δηλαδή είναι ιδιαίτε-
ρη λαϊκή ιδιοκτησία) ότι οι επιχειρήσεις στα πλαίσια της λαϊκής ιδιο-
κτησίας είναι σχετικά αυτοτελείς οικονοµικά».
Η λαϊκή ιδιοκτησία έχει την ιδιαιτερότητα να είναι οι επιχειρήσεις αυ-
τοτελείς. Αυτό κι αν είναι πρόκληση.
Στο σηµείο που έχουµε φτάσει χρειάζεται προσοχή, έτσι ώστε µε την
απόδειξη της αυτοτέλειας των επιχειρήσεων να µην αποδοθούν στις επι-
χειρήσεις λειτουργίες, οι οποίες προσιδιάζουν στη σχεδιασµένη οικο-
νοµία, να µην ασκούν δηλαδή οι επιχειρήσεις αυτοτελώς λειτουργίες
της σχεδιασµένης οικονοµίας.
∆υστυχώς όµως αυτό ακριβώς είναι το επόµενο σκαλί της επιχειρη-
µατολογίας: «Στη βάση των δεδοµένων, δεσµευτικών (σ.σ.!) δεικτών
και παραµέτρων που έρχονται από τον κρατικό κεντρικό σχεδιασµό,
όπως περιεχόµενο παραγωγής, µείωση του κόστους, άνοδος της παρα-
γωγικότητας της εργασίας και άλλα, οι επιχειρήσεις φέρουν την πλήρη
ευθύνη (σ.σ.!) για την παραγωγή, η οποία θα είναι αντίστοιχη των αναγ-
κών, για την επιστηµονικοτεχνική πρόοδο, τη µείωση των δαπανών για
αντικειµενοποιηµένη και ζωντανή εργασία, την επίτευξη καλής ποι-
ότητας προϊόντων κτλ.» (σελ. 523).
«Η σχετική οικονοµική αυτοτέλεια των επιχειρήσεων καθορίζεται
από δύο κατηγορίες παραγόντων: Τους υλικούς και τους οικονοµικούς.
- 156 -
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 156Υλικο-τεχνικά καθορίζεται από την εφαρµογή των διάφορων µέσων ερ-
γασίας, τις διάφορες τεχνολογικές διαδικασίες, τον υλικοτεχνικό εξο-
πλισµό, τον καταµερισµό εργασίας, την ειδίκευση και άλλα. Οικονοµι-
κά καθορίζεται από τη σοσιαλιστική ιδιοκτησία στα µέσα παραγωγής
και την ιδιαιτερότητα του άµεσα κοινωνικού χαρακτήρα της παραγω-
γής» (σελ. 523-524).
Μέχρι εδώ θα έλεγα δίνεται απλώς έµφαση στις διαφορές των επιχει-
ρήσεων, στον ιδιαίτερο συγκεκριµένο χαρακτήρα τους και γίνεται ανα-
φορά σε µία (φανταστική) ιδιαιτερότητα στην ιδιοκτησία και το χαρα-
κτήρα της εργασίας, η οποία όµως ακόµα είναι «άµεσα κοινωνική».
Ακόµη δεν αιτιολογείται η αυτοτέλεια, από την οποία απορρέει τάχα η
αναγκαιότητα της αξιακής µορφής και η οποία µαζί µε την αξιακή µορ-
φή αποτελούν δύο συµβατές, συµπληρωµατικές έννοιες.
Ισως εδώ: «Στην παραγωγή (σ.σ.;) όπως και στην ανταλλαγή των προ-
ϊόντων αποδεικνύεται (σ.σ. εκεί θέλαµε να καταλήξουµε, αλλά αυτή η αν-
ταλλαγή βρίσκεται ήδη εδώ) ότι στο σοσιαλισµό ο άµεσα κοινωνικός χα-
ρακτήρας της εργασίας δεν έχει ακόµα την ωριµότητα (σ.σ. αυτή η ωρι-
µότητα προφανώς χαρίζεται) να µπορεί να εξισώσει (σ.σ. µήπως χρει-
άζεται η εξίσωση αυτή ακόµα και στον κοµµουνισµό;) στη βάση του χρό-
νου, σαν εσωτερικό µέτρο της εργασίας, την εργασία, η οποία δαπανά-
ται στις επιχειρήσεις και τους συνεταιρισµούς και η οποία είναι πάντα
συγκεκριµένη εργασία (σ.σ. Ακατανόητο. Πού κολλάει εδώ;). Μία ώρα
δαπάνης εργασίας στην επιχείρηση Α για την κατασκευή του προϊόντος
Χ δεν ισούται µε µία ώρα δαπάνης εργασίας στην επιχείρηση Β για την
κατασκευή του προϊόντος Υ» (σ.σ. ό.π.).
Οι ώρες εργασίας δύο διαφορετικών προϊόντων πρέπει να εξισώνον-
ται; Στο σοσιαλισµό-κοµµουνισµό; Για ποιο λόγο; Αλλά τι θέλαµε να µά-
θουµε; Αν υπάρχει µία οικονοµική αυτοτέλεια της επιχείρησης, η οποία
να συνδέεται, να αναφέρεται στην αξία και στην ατοµική δαπάνη εργα-
σίας, µε το διορθωµένο, επιβεβαιωµένο τρόπο της κοινωνικής µέσης ερ-
γασίας, η οποία εκφράζεται στην αξία. Αυτό όµως που πετυχαίνουµε, µε
την αιτιολόγηση µέσω αυτού του εγχειριδίου διδασκαλίας της ΓΛ∆, δεν
είναι τίποτα άλλο από το να διαπιστώσουµε µία διαφορά στο βαθµό ει-
δίκευσης της εργασίας («διαφορά πνευµατικής - σωµατικής εργασίας,
εργασίας στη βιοµηχανία και στην αγροτική οικονοµία»). Αλλά αυτό το
έχουµε κάνει ήδη. Μόνο όταν απαιτείται τα έξοδα να εξοφλούνται από τα
- 157 -
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 157έσοδα, µόνο τότε πρέπει να είναι η τιµή τόσο ψηλή, ώστε να µπορεί να
υπολογίσει όλες τις καταστάσεις. Επίσης σε αυτή την περίπτωση πρέπει
η τιµή να καλύπτει τους µισθούς της πιο σύνθετης εργασίας και «επίσης
να αφήνει και ένα κέρδος», γιατί πρέπει να «διαθέτει µόνη της» τα µέσα
για επενδύσεις διεύρυνσης, όπως τόσο ωραία προβλέπει η έννοια της οι-
κονοµικής αυτοτέλειας. Ας ρίξουµε άλλη µία µατιά στη Μόσχα, στον κα-
θηγητή Τσαγκόλοφ, από το πανεπιστήµιο Λοµονόσοφ της Μόσχας. Ακό-
µα κι αυτός έχει γράψει ένα πολυσυζητηµένο βιβλίο για τη σοσιαλιστι-
κή οικονοµική θεωρία. Πώς βλέπει την οικονοµική αυτοτέλεια των επι-
χειρήσεων και το ρόλο της για την αναγκαιότητα του εµπορεύµατος στο
σοσιαλισµό; Είναι ενδιαφέρουσα η αρχή:
«Οι εµπορευµατικές σχέσεις αιτιολογούνται από πολλές πλευρές (σ.σ.
έτσι πιστεύει αυτός. ∆εν ισχύει φυσικά. Μόνο αν κάποιος βάλει στην άκρη
το ζήτηµα των σχέσεων ιδιοκτησίας, καταφεύγει στην «πολύπλευρη αι-
τιολόγηση»). Στο σοσιαλισµό η σχετική οικονοµική αυτοτέλεια των µε-
λών της κοινωνίας ως εργαζοµένων (σ.σ.!) είναι η βάση της ποιοτικής
διαφοράς της εργασίας τους. (σ.σ. Κατά συνέπεια όχι οι επιχειρήσεις, αλ-
λά οι ίδιοι οι εργαζόµενοι είναι αυτοί που είναι οικονοµικά αυτοτελείς. Τι
βλακεία!) Η κοινωνική κατανόηση της εργασίας των µεµονωµένων πα-
ραγωγών δε συµβαίνει άµεσα, αλλά µέσω του προϊόντος της συνολικής
επιχείρησης. Αυτό προϋποθέτει τη σχετική οικονοµική αυτοτέλεια των
επιχειρήσεων στα πλαίσια µιας ενιαίας σχεδιασµένης κοινωνικής πα-
ραγωγής, η οποία (η οικονοµική αυτοτέλεια) ανήκει στα σηµαντικότε-
ρα χαρακτηριστικά της οικονοµικής φύσης της λαϊκής ιδιοκτησίας στο
σηµερινό στάδιο της ανάπτυξής της κι έχει πολλές σηµαντικές κοινω-
νικοοικονοµικές συνέπειες. Εξωτερικά αυτή η αυτοτέλεια των επιχει-
ρήσεων εµφανίζεται σταδιακά σαν άµεση αιτία της εµπορευµατικής πα-
ραγωγής στο σοσιαλισµό. Οπως όµως έχουµε ήδη δει, η αφετηριακή αρ-
χή δεν είναι οι σχέσεις των επιχειρήσεων µεταξύ τους, όπως στην ατο-
µική εµπορευµατική παραγωγή, αλλά οι σχέσεις των µεµονωµένων ερ-
γαζόµενων προς την κοινωνία, οι οποίες πραγµατοποιούνται µέσω σχέ-
σεων µεταξύ των επιχειρήσεων που βασίζονται στην ανταλλαγή µέσω
χρήµατος.
8
- 158 -
8. Εγχειρίδιο διδασκαλίας «Πολιτική Οικονοµία / Σοσιαλισµός», έχει εκδοθεί από την
έδρα διδασκαλίας της Πολιτικής Οικονοµίας του τµήµατος της οικονοµικής επιστήµης
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 158Αν ισχύει γενικά θα πρέπει να ισχύει και εδώ, πρέπει να σκέφτηκε ο
καθηγητής Ν. Α. Τσαγκόλοφ. Αν η εµπορευµατική παραγωγή αιτιολο-
γείται απλώς µέσω της οικονοµικής αυτοτέλειας, τότε αιτιολογείται και
µεταξύ των µεµονωµένων εργαζόµενων. Και η σχέση που µας ενδιαφέ-
ρει καταλήγει να είναι η σχέση µεταξύ αυτού του µεµονωµένου εργα-
ζόµενου και της κοινωνίας, η επιχείρηση απλώς διαµεσολαβεί. Η επι-
χείρηση είναι αυτοτελής µόνο και µόνο επειδή είναι οι εργάτες της.
Η αιτιολόγηση του εµπορεύµατος στο σοσιαλισµό µε την οικονοµική
αυτοτέλεια των ίδιων των µεµονωµένων εργαζοµένων οδηγεί τόσο µα-
κριά από το σχήµα της µέχρι τώρα συνηθισµένης επιχειρηµατολογίας
που βασικά την αναιρεί. Είναι µία αιτιολόγηση που βλέπει τον εργάτη
σαν µεµονωµένο φορέα, όχι σαν φορέα ενός µέρους της κοινωνικής συ-
νολικής εργασίας, η οποία µέσω του πολιτικού συστήµατος της δικτα-
τορίας του προλεταριάτου δαπανάται άµεσα κοινωνικά, σύµφωνα µε
ένα κοινό οικονοµικό σχέδιο. Σαν συνέπεια ο εργάτης, σύµφωνα µε το
Τσαγκόλοφ, γίνεται πάλι πωλητής της εργατικής του δύναµης και η ερ-
γατική δύναµη γίνεται πάλι εµπόρευµα - όπως στον καπιταλισµό.
ΤΕΛΟΣ
Από τα µέσα της δεκαετίας του 1980 εµφανίζονται και στη Σοβιετική
Ενωση φωνές, οι οποίες επιτίθενται κατά µέτωπο στη σχεδιασµένη οι-
κονοµία. Σε µια τέτοια περίπτωση θέλω να αναφερθώ. Ο Ντ. Σµόλντι-
ρεφ (D. Smoldyrew) στο βιβλίο «Ενας νέος τύπος εµπορευµατικής πα-
ραγωγής» του 1987 σηµειώνει: «Κάθε προσπάθεια οργάνωσης του οι-
κονοµικού µηχανισµού µακριά από το νόµο της αξίας ή σε αντίθεση µε
αυτόν δεν αποδείχτηκε απλώς άκαρπη, αλλά κατέστησε τον οικονοµι-
κό µηχανισµό αδύνατο να λειτουργεί. Αυτό είχε οδυνηρές οικονοµικές
συνέπειες (σ.σ. αυτό θα τους βόλευε να το αποδείξουν. Πρέπει όµως να
ξέρουµε ότι ο Σµόλντιρεφ χαιρέτισε και υπεραµύνθηκε των νέων οικονο-
µικών µηχανισµών, τους οποίους ήθελε να εισάγει ο Γκορµπατσόφ). Ακό-
µα περισσότερο, κάτω από αυτές τις συνθήκες δεν µπόρεσαν να δρά-
σουν ούτε οι ιδιαίτεροι νόµοι του σοσιαλισµού - ο βασικός νόµος, ο νό-
του κρατικού Πανεπιστηµίου Λοµονόσοφ της Μόσχας, Μόσχα 1970, Γερµανικά: εκδ.
«Η οικονοµία», Βερολίνο, 1972, σελ. 264.
- 159 -
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 159µος του σχεδιασµού, ο νόµος της σταθερής ανάπτυξης της παραγωγι-
κότητας της εργασίας, ο νόµος της διανοµής σύµφωνα µε τις εργασια-
κές επιδόσεις κ.ά.» (σελ. 238)
9
.
Εδώ πρόκειται τουλάχιστον για πλήρη αντιστροφή της σχέσης προ-
ϋποθέσεων και συνεπειών. Ο σχεδιασµός δε λειτούργησε επειδή δε λει-
τούργησε ο νόµος της αξίας.
«Η οκνηρία της σκέψης και ο φόβος να πεις τα πράγµατα µε το όνοµά
τους έγιναν µεθοδολογικό εµπόδιο στον ορισµό της σοσιαλιστικής εµ-
πορευµατικής παραγωγής σαν ένας νέος, τρίτος ιστορικά τύπος εµπο-
ρευµατικής παραγωγής» (σελ. 238). Ο Σµόλντιρεφ εισάγει ένα νέο κε-
φάλαιο στη σοβιετική ιστορία της οικονοµίας: αυτό της διάσπασής της.
«Μεθοδολογικό αφετηριακό σηµείο άρνησης ή υποτίµησης του εµπο-
ρευµατικού χαρακτήρα της σοσιαλιστικής παραγωγής ήταν η θέση ότι
η εργασία και η παραγωγή στο σοσιαλισµό έχει άµεσα (σ.σ. το “άµεσα”
το υπογράµµισε ο ίδιος ο Σµόλντιρεφ για να δώσει έµφαση) κοινωνικό
χαρακτήρα.
Σύµφωνα µε την αντίληψή µας, αυτή η θέση µετατράπηκε σε πολιτι-
κοοικονοµικό δόγµα, χωρίς το ξεπέρασµα του οποίου (σ.σ. αυτό θα ισο-
δυναµούσε µε ξεπέρασµα της λαϊκής ιδιοκτησίας) δεν είναι δυνατή µία
πραγµατικά επιστηµονική ανάλυση των εµπορευµατικών σχέσεων στο
σοσιαλισµό. Ακόµα και σε καθαρά πρακτικό επίπεδο είναι επικίνδυνο
αυτό το δόγµα. Σαν “θεωρητική” βάση για την άρνηση της σοσιαλιστι-
κής εµπορευµατικής παραγωγής είχε αντικειµενικά ως συνέπεια να δι-
καιολογείται το βολονταριστικό, γραφειοκρατικό στιλ διαταγών και να
αγνοείται η εξίσωση στην ανταλλαγή, όπως και άλλες προεκτάσεις του
νόµου της αξίας. Αυτή η πρακτική από την πλευρά της ενδυνάµωσε τις
διοικητικές-βολονταριστικές µεθόδους σχεδιασµού και διεύθυνσης
[…] (σ.σ. παράλειψη στη γερµανική µετάφραση). Aναδεικνύεται µία
γνωστή σχέση: Μία λαθεµένη πρακτική αναζητάει αιτιολόγηση στη λα-
θεµένη θεωρία και αυτή µε τη σειρά της υπηρετεί την ακατάλληλη πρα-
κτική σαν “θεωρητική της αιτιολόγηση”.
[…] Από τη µαρξιστική µεθοδολογία συνεπάγεται όµως ότι οι άµεσα
- 160 -
9. D. Smoldyrew: «Η ιστορική µοίρα της εµπορευµατικής παραγωγής», στο «Οικονοµι-
κές Επιστήµες» 1987, Τετράδιο 8, Γερµανικά: «Σοβιετική Επιστήµη / συµβολές κοινω-
νικών επιστηµών» Τετράδιο 3/1988, οι σελίδες αναφέρονται στη γερµανική έκδοση.
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 160κοινωνικές σχέσεις (σ.σ. δηλαδή όχι µόνο η εργασία, αλλά όλες γενικά)
και οι σχέσεις, οι οποίες διαµεσολαβούνται από την αγορά, το χρήµα,
παριστάνουν αντιθέσεις που είναι ασυµφιλίωτες µεταξύ τους, αλληλο-
αποκλείονται. Ολες οι προσπάθειες να τις ενώσεις, να τις συνδέσεις, να
συµπληρώσεις τη µία µε την άλλη, δε σηµαίνουν τίποτα άλλο από εκλε-
κτικισµό στη θεωρία και έλλειψη αρχών στην πράξη» (ο.π. σελ. 239).
∆υνατός καπνός. Ασκούν κριτική όχι από την πλευρά υπεράσπισης
της σχεδιασµένης οικονοµίας και του σοσιαλισµού της σχεδιασµένης
οικονοµίας, αλλά από την πλευρά της επίθεσης και -αυτό θα ήταν συνε-
πές από την πλευρά τους- της καταστροφής του σοσιαλισµού µε όχηµα την
καταστροφή της σχεδιασµένης οικονοµίας.
Η στροφή από την αξία στην ανάγκη πρακτικά ολοκληρώθηκε στη σο-
σιαλιστική-κοµµουνιστική οικονοµία µε τη µετάβαση στη σχεδιασµέ-
νη οικονοµία, αλλά ωστόσο δεν καταγράφτηκε καθαρά και γι’ αυτό
αξιολογήθηκε από την επιστήµη από ανεπαρκώς έως και καθόλου. Αν-
τί γι’ αυτό, µε τη µετάβαση στη σχεδιασµένη οικονοµία προέκυψε άνι-
σος αγώνας για τη συνέχιση της εµπορευµατικής οικονοµίας στο σο-
σιαλισµό, ο οποίος οδήγησε στη διάσπαση της σοσιαλιστικής επιστή-
µης. Η κοινωνία γενικά περιέπεσε σε µία µορφή κοινωνικής στασιµό-
τητας, η οικονοµική επανάσταση -στις σχέσεις παραγωγής, ειδικά στις
σχέσεις µισθών- κόλλησε και µπόρεσε συνεπώς να ηττηθεί από µία αν-
τεπανάσταση, δηλαδή από µία νεοαστική στροφή. Η σκέψη της ιδιο-
κτησίας αναβίωσε και µέσα στο εργατικό κίνηµα πήρε ιδεολογικά την
οικονοµική µορφή του ρεβιζιονισµού.
Ο ρεβιζιονισµός µέσα στην κοµµουνιστική θεωρία και τη σοσιαλιστι-
κή πρακτική πήρε τη µορφή αναγέννησης της εµπορευµατικής οικονο-
µίας, της οικονοµίας της αξίας, η οποία αναδείχτηκε σε µελλοντική µορ-
φή για τον κοµµουνισµό («σοσιαλιστική εµπορευµατική παραγωγή»).
Αυτή η µορφή της συνέχειας της εµπορευµατικής παραγωγής είναι όµως
ρεβιζιονιστική, γιατί έρχεται σε ρήξη µε τη σχεδιασµένη οικονοµία.
Μπορεί στην ιδιοποίηση του προϊόντος ανάλογα µε τις ανάγκες να
ιδιοποιηθεί κάποιος περισσότερη, ίση ή λιγότερη εργασία από κάποιον
- 161 -
η συμβολή της ΓΛΔ στην οικονομική θεωρία και την οικονομική πρακτική...
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 161άλλο (δηλαδή µε την έννοια της ενσωµατωµένης στα προϊόντα εργα-
σίας µπορεί κάποιος να καταναλώνει περισσότερα ή λιγότερα αγαθά).
Αυτό όµως, αν γίνει, θα γίνει γιατί η ιδιοποίηση στη σχεδιασµένη οικο-
νοµία γίνεται σύµφωνα µε τις ανάγκες για εργασία (σ.µ.: δηλαδή για
προϊόντα, στα οποία είναι ενσωµατωµένη η εργασία), όχι ανάλογα µε
την δαπανηµένη εργασία. Η βάση της είναι ο κοινωνικός καταµερισµός
εργασίας και η κίνησή του, όχι η ιδιοκτησία και η επέκτασή της. Η ιδιο-
ποίηση στη σχεδιασµένη οικονοµία έχει στόχο τις ανάγκες της κοινω-
νίας για συγκεκριµένη εργασία, όχι τον όγκο εργασίας που δαπανάται
στις επιχειρήσεις. Γι’ αυτό µε τη σχεδιασµένη οικονοµία τελειώνει και
η δράση του νόµου της αξίας στην ιδιοποίηση της εργασίας (σ.µ.: των
προϊόντων στα οποία είναι ενσωµατωµένη η εργασία) και η αξία δεν
αποτελεί πλέον σχέση παραγωγής.
Η θεωρία της σοσιαλιστικής εµπορευµατικής οικονοµίας υποδηλώνει
την ανικανότητα της θεωρίας να ξεκαθαρίσει οικονοµικά «φαινόµενα»
του σοσιαλισµού. Αυτή η ανικανότητα εκδηλώνεται στην προσπάθεια
της θεωρίας να αποδώσει την κανονικότητα του φαινοµένου της διατή-
ρησης της χρηµατικής µορφής στην αξιακή µορφή. Τοποθετεί στο σο-
σιαλισµό τον πήχη του καπιταλισµού. Χρησιµοποιεί την πράξη της επα-
νάστασης για τη θεωρία της παλινόρθωσης.
Θα ήταν βασικό λάθος να µην αναγνωρίσουµε στην «κοµµουνιστική
επιστήµη» την αλλαγή του χαρακτήρα του χρήµατος στο σοσιαλισµό.
Να αρνηθούµε την ιστορικότητά του, υποστηρίζοντας ότι έχει πάντα
τον ίδιο χαρακτήρα, να είναι δηλαδή ανταλλακτική αξία, µέτρο της
αξίας. Ετσι δεν µπόρεσαν να εξαφανιστούν στη συνείδηση των ανθρώ-
πων, ιδιαίτερα των κοµµουνιστών επιστηµόνων, ο αστικός τρόπος πα-
ραγωγής, η εµπορευµατική παραγωγή. Ο κοµµουνισµός δεν προσεγγί-
στηκε σαν κοινωνική στροφή. Η κοινωνία …βάλτωσε: στη συνείδηση.
Στο σοσιαλισµό δεν µπορεί να αναγνωρίζεται οικονοµικά, δηλαδή
στο χρήµα, η ιδιοκτησία, που είναι βασισµένη στην αξία. Στη σοσιαλι-
στική οικονοµία το χρήµα υπόκειται στην ίδια αρχή κατανοµής, όπως
ακριβώς και η αξία χρήσης χωρίς χρήµα. ∆εν έχει κίνηση ανεξάρτητη
από αυτή («δεν κυκλοφορεί», Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», Τόµος ΙΙ). Αν
ίσχυε αυτό, το χρήµα θα εξυψωνόταν σε χρήµα, δηλαδή σε αξιακή σχέ-
ση. Το χρήµα κατανέµεται από τη σοσιαλιστική κοινωνία, όπως κατα-
νέµονται τα δικαιώµατα σε καταναλωτικά αγαθά. Το χρήµα που διαµε-
- 162 -
σοσιαλισμός
06B_GIAKOBS_SEL_119_164:Layout 1 1/5/10 5:33 PM Page 162σολαβεί στο δικαίωµα στην κατανάλωση, διακρίνεται από το χρήµα που
διαµεσολαβεί στην παραγωγή, ακριβώς όπως διακρίνεται ο σοσιαλι-
σµός από τον καπιταλισµό.
Το ότι η επιστήµη υποτάχθηκε στην αντιπαράθεση για την εµπορευ-
µατική παραγωγή, το ότι την έκανε «σηµαντικό θέµα», δεν ήταν το χει-
ρότερο. Το χειρότερο ήταν ότι τα σοσιαλιστικά κόµµατα προσκολλή-
θηκαν σε αυτή. Οτι το ζήτηµα της εµπορευµατοοικονοµικής µεταρρύθ-
µισης (σε τελική ανάλυση δεν πρόκειται για κάτι άλλο) έγινε ζήτηµα του
Κόµµατος, αυτό ήταν το πραγµατικό πρόβληµα. Η αναζήτηση ενός εµ-
πορευµατοοικονοµικού υποκειµένου µπορούσε να οδηγήσει µόνο στο να
µην αισθάνεται πια κανένας άµεσα σαν υποκείµενο του σοσιαλισµού.
Ο Γκορµπατσόφ δεν ήταν «σοσιαλιστής» µεταρρυθµιστής, αλλά, µε
µέτρο σύγκρισης το σοσιαλισµό, ήταν αντεπαναστάτης - και ένα µεγά-
λο µέρος των απολογητών της εµπορευµατικής παραγωγής στο σοσια-
λισµό, δηλαδή της «σοσιαλιστικής οικονοµίας της αγοράς», ήταν επί-
σης αντεπαναστάτες. Σήµερα δεν έχουµε να κάνουµε απλώς και µόνο
µε την ήττα της σχεδιασµένης οικονοµίας, αλλά µε την ήττα της συγκε-
κριµένης σχεδιασµένης οικονοµίας, η οποία απαιτούσε να είναι µία νέα
κοινωνική µορφή της εµπορευµατικής παραγωγής, δηλαδή να είναι εµ-
πορευµατοοικονοµικά οργανωµένος σοσιαλισµός.
Η κοινωνική αλλαγή στη Σοβιετική Ενωση, η αντεπανάσταση, έχει
και άλλες αιτίες εκτός από τις οικονοµικές (για τις οποίες όµως δε γίνε-
ται λόγος εδώ). Σε µας µένει ότι αυτή η αντιπαράθεση έπαιξε σηµαντι-
κό ρόλο στην κοινωνική αλλαγή (σ.µ.: στην αντεπανάσταση), αποδεί-
χτηκε καταστρεπτική για την κοινωνία. Επειδή υπηρέτησε την αντεπα-
νάσταση είναι και σήµερα επίκαιρη. ∆ηλαδή πρέπει να συζητάµε ακό-
µα το πρόβληµα - είναι καθοριστικό για την κοµµουνιστική ταυτότητα.
Ακόµα κι αν δε µας αφορά πρακτικά άµεσα, µας αφορά θεωρητικά και
προπάντων για τις µελλοντικές εφαρµογές. ∆ε θα έχουµε σαν κοµµου-
νιστές θεωρία, αν δε λύσουµε αυτό το ζήτηµα.
Κάθε νέα αρχή του σοσιαλισµού θα έχει να κάνει µε το πρακτικό και
θεωρητικό µας παρελθόν.