Η 9η Μάη των λαών
Ob es nicht Stalin gab, wurden sie noch deutch sprechen
Που μεταφρασμένο στα ελληνικά (από τα σπαστά μας γερμανικά) σημαίνει: αν δεν υπήρχε ο στάλιν, θα μιλούσατε ακόμα γερμανικά. Κάτι τέτοιο θέλαμε να γράψουμε στη σχολή σε μια αφίσα μας. Που θα απαντούσε σε μια άλλη της πασπ, που ήταν απάντηση σε μια προηγούμενη δική μας, και πάει γράφοντας ανακοινώσεις, σε έναν ιδιότυπο πόλεμο με εφημερίδες τοίχου –ή ντατζεμπάο επί το μαοϊκότερον- που κατέληγαν σε ταπετσαρίες.
Δεν είμαι σίγουρος αν το βάλαμε τελικά, γιατί ασθενώντας η μνήμη στρογγυλεύει τις γωνίες και συμπληρώνει δημιουργικά με τη φαντασία τα κενά της διήγησής της. Εάν όντως το βάλαμε, πρόκειται μάλλον για την κορυφαία στιγμή αδιαμεσολάβητης καφρίλας στη σύντομη θητεία μας στη σπουδάζουσα. Και αν όχι, τόσο το καλύτερο, γιατί αποφύγαμε ένα σοβαρό λάθος. Αφενός γλωσσικής φύσης –γιατί αποκλείεται να είναι έτσι όπως το σκεφτήκαμε ο υποθετικός λόγος, αλλά ως εκεί έφταναν τα γερμανικά μας. Αφετέρου φιλοσοφικής, γιατί το ιστορικό προτσές δεν επηρεάζεται τόσο δραματικά από την παρουσία ή απουσία μιας προσωπικότητας.
Αν και είναι προφανές πως κάθε αναφορά στο σύντροφο με το μουστάκι υποδηλώνει κάτι πολύ ευρύτερο από το πρόσωπό του. Οι αστοί το κατάλαβαν αυτό πολύ καλύτερα από κάποιους μαρξιστές που ψάχνουν τον υπαίτιο της προδομένης επανάστασης και μιλούν με φρίκη για τον αποτρόπαιο σταλινισμό, για να μειώσουν τη σοβιετική πείρα και συνολικά το σοσιαλιστικό ιδεώδες –γιατί γνωρίζουν πως τα πρόσωπα δεν είναι πάνω από το κοινωνικό σύστημα που τα γεννάει. Αλλά έχουν... τακτική ευελιξία στα κριτήρια και τα σταθμά τους, όταν θέλουν να πουλήσουν φρούδες ελπίδες στον κόσμο για τον τάδε μεγάλο ηγέτη που φέρνει φρέσκο αέρα στην πολιτική σκηνή και θα τα αλλάξει όλα. Κι έχουν πλήρη επίγνωση των συμβολισμών και της σημασίας τους, γι’ αυτό και θέλουν να αλλάξουν την επέτειο της 9ης μάη και να την κάνουν ημέρα της ευρώπης.
Το είχαν προσπαθήσει και στη ρωσία να γιορτάσουν τα 60χρονα χωρίς την ιστορική σημαία του κόκκινου στρατού αλλά δεν τους πέρασε. Η αντιφασιστική νίκη έχει καθιερωθεί ως όρος και περιεχόμενο στη συλλογική μνήμη των λαών και δεν είναι εύκολο να ξεριζωθεί και να αλλάξει.
Κάτι που ισχύει και από την ανάποδη. Δε θα μπορούσαμε δηλ να κάνουμε λόγο για αντικαπιταλιστική νίκη των λαών, επειδή θεωρούμε πολιτικά ρηχό τον άλλο όρο. Όπως δε θα ήταν λογικό να βαφτίσουμε αντικαπιταλιστικά τα αντι-ιμπεριαλιστικά διήμερα της οργάνωσης {χωρίς αυτό να μειώνει στο ελάχιστο τη σημασία τους. Αντιθέτως αποδεικνύει τη σύνδεση των δύο όρων και την πολιτική μονομέρεια όσων επιμένουν στη στείρα αντιπαράθεσή τους}. Οι σοβιετικοί ονόμασαν μάλιστα μεγάλο πατριωτικό πόλεμο τον αγώνα κατά της ναζιστικής γερμανίας, ήταν όμως η σοσιαλιστική πατρίδα και οι κοινωνικές της δομές που επικράτησαν του φασισμού, και όχι η «ρώσικη ψυχή» ή ο «στρατηγός χειμώνας» της στέπας.
Η αντιφασιστική νίκη λοιπόν μπορεί να απέσπασε κάποιες χώρες απ’ την ιμπεριαλιστική αλυσίδα, αλλά δεν ήταν ακριβώς αντικαπιταλιστική κι είναι ζήτημα αν θα μπορούσε να εξελιχθεί σε τέτοια. Αν δηλ ο αντιφασιστικός εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας μπορούσε να οδηγήσει σε μια κοινωνική επανάσταση και πώς μπορούσε να συνδεθεί με το ζήτημα της εξουσίας. Το οποίο με τη σειρά του συνδέεται με την εκτίμηση που είχε το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα της εποχής για τον χαρακτήρα του β’ παγκοσμίου πολέμου. Που ξεκίνησε ως ιμπεριαλιστικός για να γίνει αντιφασιστικός μετά την επίθεση των ναζί κατά των σοβιετικών –που τον ονόμασαν μεγάλο πατριωτικό κι ως τέτοιο τον πέρασαν στην ιστορία τους.
Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος ήταν η λογική συνέχεια του πρώτου, μετά την ανάπαυλα του μεσοπολέμου· κάτι σαν δεύτερο ημίχρονο, αν μιλήσουμε με αθλητικούς όρους, με τους ηττημένους του πρώτου να αναζητούν ρεβάνς και «ζωτικό χώρο» για τα συμφέροντά τους. Αλλά το βασικό χαρακτηριστικό εκείνης της ιστορικής ανάπαυλας ήταν η σταδιακή εξάπλωση του φασισμού. Που δεν ερχόταν από το μέλλον –καινούριο τάχα κάτι να μας φέρει- αλλά ως απάντηση των αστών στην κοινωνία του μέλλοντος και την αυξανόμενη ακτινοβολία του οκτώβρη. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι ο φασισμός επικράτησε σε χώρες με ισχυρό λαϊκό και κομμουνιστικό κίνημα, όπως η ιταλία και λίγο αργότερα η ισπανία και η γερμανία.
Όπως δεν είναι τυχαίο ότι η πολιτική κατευνασμού των αγγλο-γάλλων έστρεψε μεθοδικά τους ναζί στο «δρόμο προς ανατολάς», που οδηγούσε κατευθείαν πάνω στη σοβιετική ένωση. Το μέγεθος των πολεμικών επιχειρήσεων στο ανατολικό μέτωπο, που άνοιξε δύο χρόνια μετά από το δυτικό, ήταν εικοσαπλάσιας κλίμακας και δε μπορεί να τεθεί σε οποιαδήποτε σοβαρή σύγκριση. Άλλωστε τους περισσότερους νεκρούς στον πόλεμο, μετά τους σοβιετικούς που τσάκισαν το φασισμό και τους ηττημένους γερμανούς, δεν τους έδωσαν οι άγγλοι ή οι αμερικάνοι, αλλά τα αντιστασιακά κινήματα της ελλάδας και των λαών της γιουγκοσλαβίας.
Ohne Stalin, hatten Sie immer noch deutch gesprochen
Όλη η ουσία του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου είναι η φασιστική επίθεση στην εσσδ κι αυτή είναι που καθορίζει ιστορικά και τον χαρακτήρα του. Αλλά η επίθεση αυτή ήταν συγχρόνως και ιμπεριαλιστική, εφόσον ο φασισμός είναι γέννημα-θρέμμα των μονοπωλίων και οι ιμπεριαλιστές που βρέθηκαν σε αντίπαλα στρατόπεδα είχαν αγαστή συνεργασία κατά του κοινού σοβιετικού εχθρού –όπως αναδεικνύει και το ελληνικό παράδειγμα, με την αγγλογερμανική συμφωνία ειρηνικής παράδοσης της χώρας από τους μεν στους δε, εν μέσω πλήρους εξέλιξης των πολεμικών επιχειρήσεων στα άλλα μέτωπα.
Έχουμε να κάνουμε δηλ με έναν ιδιότυπο ιμπεριαλιστικό πόλεμο, χωρίς ουσιαστική εμπλοκή των ιμπεριαλιστών –πλην γερμανίας- μέχρι το καλοκαίρι του 44’ οπότε και άνοιξαν στη νορμανδία το δεύτερο μέτωπο, για να μην αφήσουν στους σοβιετικούς όλη τη δόξα και τα οφέλη της νίκης. Και με έναν ιδιότυπο αντιφασιστικό πόλεμο, όπου οι ιμπεριαλιστές αναγκάστηκαν να συμμαχήσουν απρόθυμα με τους σοβιετικούς ενάντια στο γερμανικό φασισμό, που οι ίδιοι είχαν αφήσει να θεριέψει για να κατασπαράξει τους κομμουνιστές. Κι έσπασαν τη συμμαχία την επαύριο κιόλας της νίκης, με τον περίφημο λόγο του τσώρτσιλ στο φούλτον για το «σιδηρούν παραπέτασμα» που χωρίζει στα δύο την ευρώπη.
Ο αντιφασιστικός αγώνας εν κατακλείδι έχει σχετική αυτοτέλεια, χωρίς όμως να γίνεται αυτοσκοπός. Αλλά η αυτοτέλεια συγγενεύει ετυμολογικά με τον αυτοσκοπό, γι’ αυτό το βάρος πρέπει να δίνεται στο σχετική και όχι αντίστροφα. Δε νοείται εξάλλου αυτοτέλεια ενός φαινομένου από τα αίτια που τον γεννάνε (του φασισμού από τα μονοπώλια, της κρίσης από τον καπιταλισμό, κτλ). Γι’ αυτό κι οι λαοί, τιμώντας την αντιφασιστική νίκη, πρέπει παράλληλα να προβληματιστούν για τους λόγους που την άφησαν ημιτελή και να διδαχτούν από τα λάθη τους, αν δε θέλουν να τα ξαναβρούν μπροστά τους.
Προβοκάτσια από Μπρεζνιεφικό απολίθωμα