6 Ιαν 2016

ΝΑΤΟ: ΤΟ ΟΠΛΙΣΜΕΝΟ ΧΕΡΙ ΤΟΥ ΕΥΡΩ-ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΥ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΛΑΩΝ

   ΝΑΤΟ: ΤΟ ΟΠΛΙΣΜΕΝΟ ΧΕΡΙ ΤΟΥ ΕΥΡΩ-ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΥ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΛΑΩΝ

1. Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΤΟ Β΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ ΚΑΙ Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΝΑΤΟ1

 Η Σοβιετική Ένωση είχε καθοριστική συμβολή στην Αντιφασιστική Νίκη. Έδωσε στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο 20 εκατ. νεκρούς, τροφοδότησε με δύναμη την πάλη των απελευθερωτικών κινημάτων –στα οποία εκπλήρωσαν πρωταγωνιστικό ρόλο τα Κομμουνιστικά Κόμματα– απελευθέρωσε σειρά χωρών της Ευρώπης από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής, κατέκτησε με το σπαθί της μεγάλο κύρος.
 Το διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα πήρε τα μέτρα του, αναδιάταξε τις συμμαχίες του και υπό την ηγεσία των ΗΠΑ αξιοποίησε τις δυνάμεις του ώστε να αντιπαρατεθεί από καλύτερες θέσεις στις δυνάμεις του σοσιαλισμού που βγήκαν ενισχυμένες μετά από τον πόλεμο.
• Τον Αύγουστο του 1945, ενώ ο πόλεμος επί της ουσίας έχει λήξει, οι ΗΠΑ επιχείρησαν επίδειξη δύναμης με τη χρησιμοποίηση των ατομικών βομβών στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι της Ιαπωνίας.
• Στις 5 Μάρτη του 1946 ο Βρετανός πρωθυπουργός Ουίνστον Τσόρτσιλ, παρουσία του Αμερικανού προέδρου Χ. Τρούμαν, στην ομιλία του στο Φούλτον του Μιζούρι των ΗΠΑ κήρυξε τον «Ψυχρό Πόλεμο» κατά του σοσιαλισμού με τη χαρακτηριστική αναφορά του που τόνιζε ότι: «Από το Στετίνο στη Βαλτική μέχρι την Τεργέστη στην Αδριατική, ένα σιδηρούν παραπέτασμα έχει απλωθεί κατά μήκος της ηπείρου […] η στενή συμμαχία αγγλόφωνων λαών, η οργανωμένη αεροπορική και ναυτική συνεργασία των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας αποτελούν τη μόνη οδό των ελευθεριών μας […] μαζί αδελφικά ενωμένοι, θα είμαστε οι κύριοι του μέλλοντος».
• Το Μάρτη του 1947, οι Ηνωμένες Πολιτείες ανακοίνωσαν το Δόγμα Τρούμαν και τρεις μήνες αργότερα, στις 5 Ιούνη του 1947, το Σχέδιο Μάρσαλ, τα οποία περιελάμβαναν μέτρα στρατιωτικής, πολιτικής και οικονομικής στήριξης των καπιταλιστικών κρατών της Ευρώπης, με βασικό στόχο τη θωράκισή τους από την επαναστατική πάλη και τη συγκρότηση ισχυρής ιμπεριαλιστικής συμμαχίας κατά του σοσιαλιστικού συστήματος.
• Στο πλαίσιο ενός συνολικού σχεδιασμού για τη συνένωση των δυνάμεων του ιμπεριαλισμού στην Ευρώπη, πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών της Μ. Βρετανίας, της Γαλλίας, της Ολλανδίας, του Βελγίου και του Λουξεμβούργου και αποφασίστηκε στις 17 Μάρτη του 1948 η συγκρότηση της «Δυτικής Ένωσης», με στόχο την ενίσχυση της οικονομικοπολιτικής και στρατιωτικής συνεργασίας για την «εγγύηση της αμοιβαίας ασφάλειας».
Συμπερασματικά μπορούμε να σημειώσουμε πως τα καπιταλιστικά κράτη, με πρωταγωνιστές τις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρετανία, αλλά και τη συμμετοχή κρατών με υποδεέστερη θέση στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, διαμόρφωσαν μεθοδικά τη βάση για την ενίσχυση του συσχετισμού δυνάμεων υπέρ του ιμπεριαλισμού, για να πιέσουν στρατιωτικά, πολιτικά, οικονομικά τη Σοβιετική Ένωση και τα άλλα σοσιαλιστικά κράτη με στόχο 1) να εμποδίσουν επαναστατικές διεργασίες στις καπιταλιστικές χώρες και 2) να επιδράσουν στην αντίθεση σοσιαλισμού - καπιταλισμού, με την καπιταλιστική παλινόρθωση.
Γέννημα αυτής της στρατηγικής ήταν η συγκρότηση της διακρατικής ιμπεριαλιστικής συμμαχίας του ΝΑΤΟ, που ιδρύθηκε στην Ουάσιγκτον στις 4 Απρίλη του 1949 και μέχρι σήμερα επιβεβαιώνει το ρόλο του ως το οπλισμένο χέρι του ευρωατλαντικού ιμπεριαλισμού, ισχυρός κατασταλτικός μηχανισμός κατά των λαών.
Στα πρώτα βήματα της ιμπεριαλιστικής συμμαχίας συμμετείχαν οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Μεγάλη Βρετανία, η Γαλλία, η Ιταλία, το Βέλγιο, η Ολλανδία, το Λουξεμβούργο, η Νορβηγία, η Δανία, η Ισλανδία και η Πορτογαλία.
Στο ιδρυτικό συμφωνητικό που υπέγραψαν τόσο φιλελεύθερες όσο και σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις των καπιταλιστικών κρατών γίνεται προσπάθεια απόκρυψης του επιθετικού του χαρακτήρα και το ΝΑΤΟ παρουσιάζεται ως αμυντική συμμαχία.
Γίνεται λόγος για την τήρηση του «Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών», τη διαφύλαξη της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας.2
Ευθύς αμέσως, με την ιμπεριαλιστική αποστολή στον πόλεμο της Κορέας το 1950-1953 (με την κάλυψη του ΟΗΕ), τις υπονομευτικές κινήσεις των ΗΠΑ ενάντια στην Κούβα, την κλιμάκωση του αντικομμουνισμού και της γενικότερης αντιπαράθεσης με τη Σοβιετική Ένωση και τις άλλες χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, αποκαλύπτεται στην πράξη ο πραγματικός ρόλος του ΝΑΤΟ.

Η ΕΝΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΣΤΟ ΝΑΤΟ 

Στις 17 Οκτώβρη 1951, υπογράφηκε στο Λονδίνο πρωτόκολλο προσχώρησης της Ελλάδας και της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ. Η επιλογή ήταν στοχευμένη και αφορούσε τη θωράκιση και την ενίσχυση της αστικής εξουσίας στις δύο χώρες, την αξιοποίηση της γεωπολιτικής τους θέσης ως προωθημένων ιμπεριαλιστικών φυλακίων.
Έτσι, σε συνθήκες που οργίαζε η προπαγάνδα περί «κινδύνου από Βορρά», μέσα σε κλίμα έντασης του αντικομμουνισμού και διώξεων των κομμουνιστών, με το ΚΚΕ στην παρανομία από το 1947, την περίοδο που ο Ν. Μπελογιάννης και 70 κομμουνιστές καταδικάζονταν σε θάνατο από το Έκτακτο Στρατοδικείο, ψηφίστηκε στη Βουλή, στις 18 Φλεβάρη 1952, το νομοσχέδιο της κυβέρνησης Νικολάου Πλαστήρα - Σοφοκλή Βενιζέλου για την ένταξη της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ.
Το νομοσχέδιο ψηφίστηκε απ’ όλα τα κόμματα, πλην της ΕΔΑ κι ενός βουλευτή του Δημοκρατικού Ριζοσπαστικού Κόμματος.3 Το ΚΚΕ εναντιώθηκε στην ένταξη της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ. Η Απόφαση της 2ης Ολομέλειας της ΚΕ (1951) ανέφερε χαρακτηριστικά: «Αντί για την ειρήνευση, την ανοικοδόμηση και την καλοπέραση που ο μοναρχοφασισμός του έταξε, ο λαός πνίγεται στη δυστυχία και την εξαθλίωση. Τα παιδιά του σφάζονται στην Κορέα. Η οικονομική κατάσταση είναι κυριολεκτικά καταστροφική. Το δέσιμο της Ελλάδας στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο και το σχέδιο Αστραπή κάνουν χειροπιαστή την άμεση απειλή για γενίκευση της σφαγής […] Χρειάζεται να παλεύουμε ακούραστα ενάντια στο Ατλαντικό Σύμφωνο […] Και να τονίζουμε τις τραγικές συνέπειες που θα έχει για την Ελλάδα το μπάσιμό της στο Σύμφωνο με την εγκατάσταση στρατευμάτων κατοχής και αμερικανικών βάσεων στην Ελλάδα»4.
Στην ίδια γραμμή με την «κεντρώα» κυβέρνηση Πλαστήρα, η «δεξιά» κυβέρνηση Παπάγου συμφώνησε με τις ΗΠΑ και επικύρωσε με πράξη του υπουργικού Συμβουλίου στις 12 Οκτώβρη 1953 τη συμφωνία «περί στρατιωτικών ευκολιών», που προέβλεπε την εγκατάσταση στρατιωτικών βάσεων στην Ελλάδα και σειρά διευκολύνσεων για την ενίσχυση της ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας.5
Η συμφωνία κυρώθηκε στη Βουλή με τις ψήφους των βουλευτών του Ελληνικού Συναγερμού και του Κόμματος των Φιλελευθέρων (Παπανδρέου - Βενιζέλος), την καταψήφισαν η ΕΠΕΚ και το Δημοκρατικό Κόμμα, ενώ η ΕΔΑ, που δεν είχε εκλέξει βουλευτές, εξέφρασε την αντίθεσή της με σχετικό υπόμνημα.

2. Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΦΩΝΟΥ ΤΗΣ ΒΑΡΣΟΒΙΑΣ

 Οι δυνάμεις του ιμπεριαλισμού, αξιοποιώντας την ισχυροποίηση του ΝΑΤΟ, δυνάμωσαν τις αντεπαναστατικές ενέργειες συμμετέχοντας ενεργά στην προσπάθεια παλινόρθωσης του καπιταλισμού στη Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας το 1953.6 Το 1955 εντάχτηκε η Δ. Γερμανία στο ΝΑΤΟ.
Η κατάσταση αυτή οδήγησε τη Σοβιετική Ένωση και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες στη δημιουργία του «Συμφώνου της Βαρσοβίας», στις 14 Μάη 1955.
Στο Σύμφωνο Βαρσοβίας συμμετείχαν η Σοβιετική Ένωση, η Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία, η Ουγγαρία, η Βουλγαρία, η Ρουμανία, η Πολωνία, η Τσεχοσλοβακία και η Αλβανία, που αποχώρησε το 1968.
Παρά τα όποια προβλήματα των σοσιαλιστικών χωρών, το διαμορφωμένο σοσιαλιστικό σύστημα στον 20ό αιώνα απέδειξε την ανωτερότητα του σοσιαλισμού έναντι του καπιταλισμού, τα τεράστια πλεονεκτήματα που παρέχει για την εργασία και τη ζωή των εργαζομένων, την κοινωνική πρόοδο και τη διατήρηση της ειρήνης.
Το Σύμφωνο της Βαρσοβίας αντιτάχτηκε σε ιμπεριαλιστικές απειλές και επεμβάσεις.
Ο διεθνής συσχετισμός δυνάμεων, που διαμορφώθηκε μετά από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, επέδρασε ώστε τα καπιταλιστικά κράτη να υποχρεωθούν –σε ένα βαθμό– σε υποχωρήσεις και ελιγμούς, χωρίς να χάνουν το στόχο να αναχαίτηση επαναστατικής διαδικασίας, ενσωματώνοντας το εργατικό κίνημα.
«Η γραμμή της “ειρηνικής συνύπαρξης”, όπως αναπτύχθηκε τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, ως ένα βαθμό στο 19ο Συνέδριο (Οκτώβρης 1952) και κυρίως στο 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956), αναγνώριζε την καπιταλιστική βαρβαρότητα και επιθετικότητα για τις ΗΠΑ και την Αγγλία, για ορισμένα τμήματα της αστικής τάξης και των αντίστοιχων πολιτικών δυνάμεων στα δυτικοευρωπαϊκά καπιταλιστικά κράτη, όχι όμως ως σύμφυτο του μονοπωλιακού καπιταλισμού, του ιμπεριαλισμού. Έτσι επέτρεψε την καλλιέργεια ουτοπικών αντιλήψεων ότι είναι δυνατόν ο ιμπεριαλισμός να αποδεχτεί μακροπρόθεσμα τη συμβίωση με δυνάμεις που έσπασαν την παγκόσμια κυριαρχία του…»7.
Το Δεκέμβρη του 1967 το ΝΑΤΟ αναθεώρησε τη στρατηγική του και –στη βάση της έκθεσης του πρώην υπουργού Εξωτερικών του Βελγίου, Χάρμελ– προώθησε τη στρατηγική της «ευέλικτης απάντησης». Και, παρά την καλλιέργεια προσδοκιών από την υπογραφή της «τελικής πράξης» στο Ελσίνκι ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Σοβιετική Ένωση, το 1975, κλιμάκωσε την ιμπεριαλιστική επιθετικότητά του με την ανάπτυξη πυραύλων Πέρσινγκ και Κρουζ στην Ευρώπη και το σχεδιασμό για τον «πόλεμο των άστρων». Το 1982 διεύρυνε το χώρο δράσης του με την ένταξη της Ισπανίας.

3. ΤΟ ΝΑΤΟ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ

 Προβάλλεται ορισμένες φορές το ερώτημα γιατί συνέχισε και συνεχίζει τη δράση του ο φονικός μηχανισμός του ΝΑΤΟ, αφού ο σοσιαλισμός ανατράπηκε και διαλύθηκε το Σύμφωνο της Βαρσοβίας;
Το ερώτημα αυτό δεν παίρνει υπόψη του:
• Τον επιθετικό χαρακτήρα του ιμπεριαλιστικού συστήματος, τις αντιθέσεις και τους ανταγωνισμούς που εκδηλώνονται ανάμεσα στα μονοπώλια (πυρήνας του συστήματος στο ιμπεριαλιστικό στάδιο), πα΄ρα τη διεθνική τους εμβέλεια, καθώς και στα κράτη που εκφράζουν τα συμφέροντά τους.
• Τον αδυσώπητο πόλεμο για τον έλεγχο των αγορών, τις συμμαχίες που διαμορφώνονται ανάμεσα στα καπιταλιστικά κράτη για να καρπωθούν το μεγαλύτερο μερίδιο του πλούτου για λογαριασμό των μονοπωλίων, να διεκδικήσουν την καλύτερη δυνατή θέση στο ιμπεριαλιστικό σύστημα.
• Την αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας, την ταξική πάλη, την αντίδραση του καπιταλισμού που σαπίζει και προσπαθεί με κάθε τρόπο να αποσοβήσει επαναστατικές ανατροπές και να διατηρήσει την εξουσία του.
Το ΝΑΤΟ, μετά από τις αντεπαναστατικές ανατροπές, ενισχύθηκε και διεύρυνε το πεδίο της δράσης του, προσάρμοσε τη στρατηγική του στις σύγχρονες ανάγκες των ιμπεριαλιστικών σχεδίων, πολύ περισσότερο που στις μέρες μας διαμορφώθηκε το έδαφος για την όξυνση νέων ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων ανάμεσα στις ΗΠΑ και άλλες ισχυρές χώρες του ΝΑΤΟ, με τη Ρωσία, την Κίνα, τις BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική), σε περιβάλλον αναδιατάξεων στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα.
Σε αυτές τις συνθήκες, το ΝΑΤΟ εμπλούτισε τη στρατηγική του. Στη θέση του «εχθρού σοσιαλισμού» τοποθέτησε την «καταπολέμηση της τρομοκρατίας», τις κάθε λογής «ασύμμετρες απειλές», συνεχίζοντας να στοχεύει τον «εχθρό λαό», το επαναστατικό κίνημα.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 διαμόρφωσε πολύμορφες συμμαχίες, απλώθηκε στη Μεσόγειο, τη Μέση Ανατολή, τον Περσικό Κόλπο, την Κασπία Θάλασσα, στον Ειρηνικό Ωκεανό, σε όλη την Υδρόγειο, με το βλέμμα στραμμένο σε περιοχές με πλούσιους ενεργειακούς πόρους και σημαντική γεωπολιτική σημασία.
Σε αυτήν την κατεύθυνση, σε κάθε Σύνοδο Κορυφής προστίθενται νέα στοιχεία στην ιμπεριαλιστική στρατηγική, γίνονται αλλαγές στη δομή του, εφαρμόζονται νέα στρατιωτικά δόγματα, αναζητούνται νέα προσχήματα για επεμβάσεις και πολέμους.
Έτσι, μπορούμε να σημειώσουμε:
Την ίδρυση του ΝΑΤΟϊκού «Συνεταιρισμού για την Ειρήνη» που συγκροτήθηκε το 1994 και στον οποίο έχουν ενταχτεί 22 καπιταλιστικά κράτη (Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν, Λευκορωσία, Γεωργία, Καζακστάν, Κιργιζία, Μολδαβία, Ρωσία, Τατζικιστάν, Τουρκμενιστάν, Ουκρανία, Ουζμπεκιστάν, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Μαυροβούνιο, ΠΓΔΜ, Σερβία, Αυστρία, Φινλανδία, Ιρλανδία, Ελβετία, Σουηδία).
Παράλληλα, την ίδια περίοδο ξεκίνησε ο «Μεσογειακός Διάλογος» ανάμεσα στο ΝΑΤΟ, το Ισραήλ, την Αίγυπτο, την Ιορδανία, την Αλγερία, την Τυνησία, το Μαρόκο και τη Μαυριτανία, που ενισχύθηκε με την «Πρωτοβουλία Συνεργασίας» της συνόδου κορυφής στην Κωνσταντινούπολη το 2004.
Συνολικά, το ΝΑΤΟ επιχειρεί σχεδιασμένο άνοιγμα σε όλα τα σημεία του ορίζοντα, συνάπτει ατομικές συμφωνίες με την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία, προωθεί τη συνεργασία με τα μέλη του «Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου», π.χ. το Κουβέιτ, το Κατάρ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Σαουδική Αραβία.
Οι εταιρικές σχέσεις που προωθεί το ΝΑΤΟ περιλαμβάνουν κοινές στρατιωτικές ασκήσεις και συμμετοχή στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, αντιμετώπιση της «τρομοκρατίας», ανταλλαγή στρατιωτικών πληροφοριών κ.ά.

4. ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΣΤΗ ΓΙΟΥΓΚΟΣΛΑΒΙΑ, ΤΟ ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ, ΤΟ ΙΡΑΚ, ΤΗ ΛΙΒΥΗ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΡΙΑ

Η ένταση της επιθετικότητας του ΝΑΤΟ και της ΕΕ εκφράστηκε στους πολέμους στη Γιουγκοσλαβία (1999), το Αφγανιστάν (2001), το Ιράκ (2003), τη Λιβύη (2011), την επέμβαση στη Συρία (2011). Στην πράξη αποδείχτηκε ότι τα προσχήματα που χρησιμοποιήθηκαν για την «εθνοκάθαρση», την «καταπολέμηση της τρομοκρατίας», «τη διατήρηση της τάξης», τις «φυλετικές συγκρούσεις», την «εξάπλωση των όπλων μαζικής καταστροφής» επιχείρησαν να κρύψουν το βασικό στόχο, τον έλεγχο της ευρύτερης περιοχής της Ευρασίας, των πλουτοπαραγωγικών πηγών, σε ανταγωνισμό με τη Ρωσία και την Κίνα.
Σχετικά με την πολυσυζητημένη περίπτωση του ιμπεριαλιστικού πολέμου στο Αφγανιστάν που εξαπολύθηκε μετά από την επίθεση στους «Δίδυμους Πύργους» στη Νέα Υόρκη, το Σεπτέμβρη του 2001, με το πρόσχημα της αντιμετώπισης της «Αλ Κάιντα», έχει αποκαλυφτεί πως πρόκειται για υλοποίηση ειλημμένων αποφάσεων στο πνεύμα της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ το 1999, στην Ουάσιγκτον, με σκοπό την αξιοποίηση της στρατηγικής θέσης του Αφγανιστάν.
Στο Ιράκ αποκαλύφτηκε ότι δεν υπήρχαν χημικά και βιολογικά όπλα. Στη Λιβύη ο πόλεμος εξαπολύθηκε για να αναχαιτιστεί η τάση μείωσης της παρουσίας γαλλικών (π.χ. TOTAL) και άλλων μονοπωλίων στην εκμετάλλευση των κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, στην παρεμπόδιση της εισόδου της Κίνας και της Ρωσίας στην αγορά της Λιβύης. Ενώ στη Συρία (που διατηρεί ρωσική στρατιωτική βάση στην πόλη Ταρτούς) η ουσία είναι ο έλεγχος της χώρας στο πλαίσιο της γενικότερης επέμβασης των ΗΠΑ και της ΕΕ στη Μέση Ανατολή, η αντιπαράθεση του ΝΑΤΟ και του Ισραήλ με το Ιράν που έχει συμμαχική σχέση με τη Συρία, αλλά και η άρνηση της συριακής κυβέρνησης να ενταχτεί στα ευρωατλαντικά σχέδια προώθησης του αγωγού Νa-bucco, επιμένοντας στη συνεργασία με το Ιράν και στον τομέα των αγωγών.
Οι μετέπειτα εξελίξεις αποδεικνύουν πόσο βαριές είναι οι συνέπειες για τους λαούς της περιοχής. Οι πολεμικές εστίες παραμένουν ανοικτές και στοιχίζουν χιλιάδες ανθρώπινες ζωές. Ενισχύθηκαν αντιδραστικές δυνάμεις, όπως το «Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε» που συγκροτήθηκε στο έδαφος του Ιράκ και απλώθηκε στη Συρία, εκπαιδεύτηκε και εξοπλίστηκε με ευθύνη των ΗΠΑ και συμμάχων τους όπως η Τουρκία, η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, που του παρείχαν και οικονομική στήριξη.
 Η κατάσταση δείχνει πως ενισχύεται η τάση διαμελισμού των κρατών αυτών (Ιράκ, Λιβύη, Συρία) και προωθείται αλλαγή συνόρων στο πλαίσιο ενός φαύλου κύκλου, που γεννάει συνεχώς νέους κινδύνους γενικευμένων πολεμικών συγκρούσεων.
  

5. ΟΙ ΣΥΝΟΔΟΙ ΚΟΡΥΦΗΣ ΤΟΥ ΝΑΤΟ 1999-2014

Στην Ουάσιγκτον, τον Απρίλη του 1999, μπήκαν τα θεμέλια για τη διαμόρφωση του «νέου δόγματος» του ΝΑΤΟ.
Χαρακτηριστική για το ρόλο του ως «παγκόσμιου χωροφύλακα» του ιμπεριαλισμού κατά των λαών είναι η σχετική αναφορά στην ομιλία του τότε ΓΓ Χαβιέ Σολάνα, ότι η Σύνοδος της Ουάσιγκτον βασίστηκε «στα διδάγματα που αποκόμισε το ΝΑΤΟ από τη διαχείριση άλλων σύνθετων κρίσεων, όπως αυτή στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη και προσφάτως στο Κοσσυφοπέδιο. Θα αντικατοπτρίζει την εμπειρία που αποκτήσαμε στην ανάπτυξη εξαιρετικά πολύπλοκων μοντέλων επικοινωνίας και συνεργασίας με όλες κυριολεκτικά τις χώρες που βρίσκονται στην ευρωατλαντική περιοχή, η οποία εκτείνεται από το Βανκούβερ ως το Βλαδιβοστόκ».
Στο κοινό ανακοινωθέν της συνόδου κορυφής καταγράφεται πως «η νέα αυτή συμμαχία θα είναι μεγαλύτερη, πιο ικανή και πιο ευέλικτη, επιφορτισμένη με τη συλλογική άμυνα και ικανή να αναλαμβάνει νέες αποστολές, συμπεριλαμβανομένης της συμβολής στην αποτελεσματική πρόληψη συγκρούσεων και της ενεργητικής δέσμευσης στη διαχείριση κρίσεων, συμπεριλαμβανομένων επιχειρήσεων αντίδρασης σε κρίσεις».
Στη σύνοδο αυτή εντάχτηκαν στο ΝΑΤΟ η Πολωνία, η Τσεχία και η Ουγγαρία.
Στην Πράγα, το Νοέμβρη του 2002, η σύνοδος εξέτασε τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ και οι αποφάσεις της προκάλεσαν ρωσικές αντιδράσεις, πολύ περισσότερο που έγινε λόγος για την έναρξη της ενταξιακής διαδικασίας της Ουκρανίας και της Γεωργίας.
Αποφασίστηκε η ενίσχυση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων του ΝΑΤΟ μέσω της δημιουργίας μιας νέας πολυεθνικής δύναμης ταχείας επέμβασης για τις ανάγκες της «αντιτρομοκρατικής σταυροφορίας».
Αυτή η μονάδα «ταχείας αντίδρασης» καθορίστηκε να περιλαμβάνει 21.000 στρατιώτες, με στόχο την οργάνωση αποστολών εντός και εκτός των ορίων της Συμμαχίας, ώστε να επεμβαίνει «προληπτικά» εναντίον ενός κράτους, μιας περιοχής, ενός κινήματος, ενός λαού για την αντιμετώπιση της «τρομοκρατίας».
Με βάση τα γνωστά προσχήματα που ενοχοποιούσαν την ιρακινή κυβέρνηση για κατοχή χημικών και βιολογικών όπλων, η ειδική απόφαση για το Ιράκ αναφέρει πως το ΝΑΤΟ χρειάζεται να προετοιμαστεί για στρατιωτική δράση αν η Βαγδάτη παρεμβάλει εμπόδια στην υλοποίηση του τελευταίου ψηφίσματος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για την επιθεώρηση του ιρακινού οπλοστασίου, ξεπερνώντας τις αντιδράσεις της Γερμανίας.
Στη Σύνοδο της Πράγας οξύνθηκε η συζήτηση για την αύξηση των στρατιωτικών προϋπολογισμών και ασκήθηκε πίεση από τις ΗΠΑ για την αγορά νέων οπλικών συστημάτων και τον εκσυγχρονισμό των Ενόπλων Δυνάμεων.
Στην Κωνσταντινούπολη, τον Ιούνη του 2004, αποφασίστηκε η ένταξη της Βουλγαρίας, Εσθονίας, Λετονίας, Λιθουανίας, Ρουμανίας, Σλοβακίας και Σλοβενίας στο ΝΑΤΟ.
Πάρθηκαν πρόσθετα μέτρα για τη στήριξη του ιμπεριαλιστικού πολέμου στο Ιράκ και συζητήθηκε η επίσπευση της συγκρότησης στρατιωτικής δύναμης ταχείας δράσης με αιχμή την ενίσχυση των επεμβάσεων στη Μέση Ανατολή.
Στο σχετικό ανακοινωθέν που εκδόθηκε αναφέρεται μεταξύ άλλων στην επέκταση της «Διεθνούς Δύναμης Ασφάλειας και Βοήθειας (ISAF) στο Αφγανιστάν», στην επιχείρηση της Συμμαχίας στη Βοσνία, χαιρετίζοντας την ετοιμότητα της ΕΕ να συνεχίσει την αποστολή, επιβεβαιώνοντας ότι η «δυναμική παρουσία της KFOR παραμένει ουσιαστική προϋπόθεση για την ασφάλεια και την προώθηση πολιτικών εξελίξεων στο Κόσοβο». Αποφάσισε την ενίσχυση της ΝΑΤΟϊκής συμμετοχής στην Operation Active Endeavour (ναυτικές επιχειρήσεις στη Μεσόγειο), την ανάπτυξη των στρατιωτικών δυνατοτήτων για να μπορούν να φέρουν σε πέρας τις αποστολές της Συμμαχίας.
Επαναβεβαίωσε ότι η πόρτα του ΝΑΤΟ είναι ανοιχτή για νέα μέλη και ανακοίνωσε μέτρα ενίσχυσης της Αλβανίας, Κροατίας και Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας (FYROM) για να εξασφαλίσουν την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ.
Αποφασίστηκε η ενίσχυση του «Μεσογειακού Διαλόγου», της παρέμβασης στον Καύκασο και την Κεντρική Ασία.
Και, τέλος, τέθηκε το θέμα της αναδιάταξης των ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων, με στόχο τα κράτη-μέλη να διαθέσουν το 40% των εθνικών δυνάμεων στις μονάδες Ταχείας Επέμβασης του ΝΑΤΟ, με πρόβλεψη το 8% της δύναμης αυτής να έχει την ικανότητα σταθερής συμμετοχής σε πολεμικές επιχειρήσεις.
Στη Ρίγα, το Νοέμβρη του 2006, αποφασίστηκε η ενίσχυση της επιχειρησιακής ετοιμότητας και η αύξηση της «Δύναμης Ταχείας Επέμβασης» σε 25.000 στρατιώτες, ώστε να επεμβαίνει με όλα τα μέσα σε κάθε σημείο του πλανήτη μέσα σε λίγες μέρες. Στη Σύνοδο εξετάστηκε η διεύρυνση του ΝΑΤΟ με τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων και η προώθηση «στρατηγικών συνεργασιών με κράτη - μη μέλη του ΝΑΤΟ στην Ασία (Αυστραλία, Ιαπωνία, Ν. Κορέα κλπ.) που συμμετείχαν στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους στο Ιράκ και το Αφγανιστάν.
Στο Βουκουρέστι, τον Απρίλη του 2008, αντιμετωπίστηκαν πρακτικά προβλήματα του πολέμου στο Αφγανιστάν και της παρουσίας ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων στο Κοσσυφοπέδιο, η κατάσταση που διαμορφώθηκε με την ανακήρυξη της «ανεξαρτησίας» του προτεκτοράτου. Τη Σύνοδο απασχόλησε ιδιαίτερα η διεύρυνση του ΝΑΤΟ με την Αλβανία, την Κροατία και την ΠΓΔΜ, για την οποία εκφράστηκε βέτο από την ελληνική κυβέρνηση, μέχρι να βρεθεί λύση στο πρόβλημα του ονόματος.
Στο Στρασβούργο, τον Απρίλη του 2009, εντάχτηκαν στο ΝΑΤΟ η Αλβανία και η Κροατία.
Στη Λισαβόνα, το Νοέμβρη του 2010, επικυρώθηκε το «νέο στρατηγικό δόγμα του ΝΑΤΟ» για τη δεκαετία 2010-2020 και πάρθηκαν μέτρα για να λειτουργήσει ως «“πολιτικοστρατιωτικός οργανισμός” στον 21ο αιώνα».
Οι βασικές γραμμές που χαρακτηρίζουν τη νέα στρατηγική είναι:
Η ενίσχυση και η γενίκευση του προσανατολισμού για τη συγκρότηση ευέλικτων ισχυρών στρατιωτικών μονάδων ταχείας επέμβασης με τη συμμετοχή μισθοφορικών δυνάμεων, η αυστηρή τήρηση της ενιαίας επιχειρησιακής δράσης και της ενιαίας ΝΑΤΟϊκής διοίκησης.
Η διεύρυνση των προσχηματικών «ασύμμετρων απειλών» που χρησιμοποιεί το ΝΑΤΟ για επεμβάσεις σε όλο τον πλανήτη, προσθέτοντας π.χ. τις κλιματικές αλλαγές, τις ενεργειακές κρίσεις και την ενεργειακή ασφάλεια, τις ανθρωπιστικές καταστροφές, τις επιθέσεις στον κυβερνοχώρο, τον έλεγχο των μεταναστευτικών ροών κ.ά.
Εξετάστηκε ο εκσυγχρονισμός του πυρηνικού οπλοστασίου, της προετοιμασίας των αποκαλούμενων «προληπτικών πολέμων» και του «πρώτου πυρηνικού πλήγματος», αλλά και η «διαχείριση κρίσεων», στην κατεύθυνση της καταστολής των διαδηλώσεων, των λαϊκών κινητοποιήσεων, για την αντιμετώπιση του «εσωτερικού εχθρού».
Δόθηκε βάρος στην υλοποίηση του προγράμματος «αντιπυραυλικής προστασίας» και έγινε έλεγχος για τις διάφορες ΝΑΤΟϊκές αποστολές και προγράμματα σε πολλές περιοχές της Υδρογείου, συζητήθηκαν οι σχέσεις ΝΑΤΟ-Ρωσίας.
Στο Σικάγο, το Μάη του 2012, εξετάστηκε η πορεία υλοποίησης των αποφάσεων της Συνόδου της Λισαβόνας και δόθηκε βάρος στην εξειδίκευση του ΝΑΤΟϊκού δόγματος περί «ασύμμετρων απειλών».
Αποφασίστηκαν πρόσθετα μέτρα για την ενίσχυση της πυρηνικής υποδομής και μελετήθηκε παραπέρα το δόγμα της λεγόμενης «έξυπνης άμυνας». Το δόγμα αυτό πήρε υπόψη του την τάση περικοπής των στρατιωτικών δαπανών των κρατών-μελών λόγω της καπιταλιστικής κρίσης. Σύμφωνα με τον τότε ΓΓ του ΝΑΤΟ Rasmussen (στην ομιλία του στη Σύσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου το Φλεβάρη του 2011), η έξυπνη άμυνα ανταποκρίνεται «στη διασφάλιση μεγαλύτερης ασφάλειας, με λιγότερα χρήματα, μέσα από μια ευέλικτη συνεργασία, με στόχο τη συνένωση και την κατανομή των πόρων έτσι ώστε τα μέλη του ΝΑΤΟ να μπορέσουν μαζί να αποκτήσουν τις απαραίτητες επιχειρησιακές δυνατότητες».
Στην Ουαλία, το Σεπτέμβρη του 2014, η προσοχή συγκεντρώθηκε στην κρίση της Ουκρανίας και τη διαπάλη με τη Ρωσία, στις εξελίξεις στο Ιράκ και τη Συρία, στο «Ισλαμικό κράτος του Ιράκ και του Λεβάντε».
Αποφασίστηκε η ενίσχυση της ΝΑΤΟϊκής παρουσίας στην Κεντρική -Ανατολική Ευρώπη και στις Χώρες της Βαλτικής. Η δημιουργία Διακλαδικής Στρατιωτικής Δύναμης ταχείας αντίδρασης με επίλεκτες μονάδες του στρατού ξηράς, ναυτικού και αεροπορίας, από το σύνολο των κρατών-μελών, με τη στήριξη σύγχρονων οπλικών συστημάτων και μέσων μεταφοράς, ώστε μέσα σε 48 ώρες να αναπτύσσεται και να επεμβαίνει σε κάθε περιοχή του κόσμου.
Δόθηκε βάρος στην εφαρμογή του άρθρου 5 της Ατλαντικής Συμμαχίας περί Συλλογικής Ασφάλειας και Συνδρομής.
Αποφασίστηκε η αύξηση των δαπανών για στρατιωτικούς εξοπλισμούς.
Εξετάστηκε ο σχεδιασμός της αποχώρησης της «Διεθνούς Δύναμης από το Αφγανιστάν» ( ISAF) και, όπως γράφτηκε στον Τύπο, συζητείται η αποστολή περίπου 4.000 στρατιωτικών το 2015 για να συνεχιστεί η εκπαίδευση των αφγανικών δυνάμεων ασφαλείας. Σύμφωνα με ΝΑΤΟϊκά στοιχεία, τον Αύγουστο του 2014 η δύναμη του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν υπολογιζόταν σε 44.229 στρατιώτες, από τους οποίους 37.000 από τις ΗΠΑ, 4.000 από τη Μεγάλη Βρετανία και 2.250 από τη Γερμανία.
Τέθηκε η επίσπευση της ένταξης στη Συμμαχία της Γεωργίας και του Μαυροβουνίου, η ενίσχυση των σχέσεων με την Ουκρανία και τη Μολδαβία.
Στη Σύνοδο επανήλθε το θέμα των στρατιωτικών δαπανών, αφού σύμφωνα με προηγούμενες δηλώσεις του τότε ΓΓ του ΝΑΤΟ Ράσμουσεν, στη διάρκεια του 2013 μόνο τρεις ευρωπαϊκές χώρες και οι ΗΠΑ διέθεσαν περισσότερο από το 2% του ΑΕΠ για στρατιωτικές δαπάνες. Πρόκειται για την Ελλάδα (2,3%), την Εσθονία και τη Μεγάλη Βρετανία, ενώ οι άλλες ΝΑΤΟϊκές ευρωπαϊκές χώρες διέθεσαν περίπου το 1,6% του ΑΕΠ.
Σχετικά με την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και τις αντιδράσεις της Ρωσίας, ο Ράσμουσεν δήλωσε ότι «καμία τρίτη χώρα δεν έχει δικαίωμα να ασκήσει βέτο στην εισδοχή οποιουδήποτε κράτους στο ΝΑΤΟ».
Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά από τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στην Ουαλία το Ρωσικό Συμβούλιο Ασφαλείας ανακοίνωσε ότι αλλάζει το στρατιωτικό δόγμα της χώρας «προκειμένου να ανταποκρίνεται στις νέες συνθήκες ασφαλείας, στην επέκταση του ΝΑΤΟ και την Αμερικάνικη αντιΠυραυλική Ασπίδα που θα εγκατασταθεί στην Ευρώπη…».
Το ΝΑΤΟ σήμερα επισπεύδει την υλοποίηση των αποφάσεων της Ουαλίας. Και σε αυτήν την κατεύθυνση, στη συνεδρίαση της «Στρατιωτικής Επιτροπής» (συμμετέχουν οι αρχηγοί των Ενόπλων Δυνάμεων των κρατών-μελών) στη Λιθουανία στις 20 Σεπτέμβρη, εξέτασε τη συγκρότηση της «Πολύ Υψηλής Ετοιμότητας Κοινής Δύναμης Δράσης» και ασχολήθηκε με τις «προκλήσεις ασφαλείας» σε τέσσερις ζώνες: Ουκρανία-Ρωσία, Υποσαχάρια Αφρική, Μέση Ανατολή-Βόρεια Αφρική και Ασία-Ειρηνικός.

6. ΚΥΠΡΟΣ, ΧΟΥΝΤΑ, ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΝΑΤΟ

Η δικτατορία στην Ελλάδα το 1967 επιβλήθηκε στο έδαφος των έντονων ενδοαστικών αντιθέσεων, αλλά υπάρχει πλήθος στοιχείων που μαρτυρούν τη στήριξη του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ στο απριλιανό πραξικόπημα, το πραξικόπημα στην Κύπρο που οργάνωσε η Χούντα των Αθηνών και την ανατροπή του προέδρου Μακαρίου, που αποτέλεσαν τα προσχήματα του τουρκικού κράτους (κυβέρνηση Ετσεβίτ) για την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο. Εισβολή η οποία πραγματοποιήθηκε «κάτω από τα μάτια» του ΝΑΤΟ και του 6ου Στόλου που περιπολούσε στην Ανατολική Μεσόγειο.
Το πηγαινέλα του Τζόζεφ Σίσκο, απεσταλμένου του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Κίσιγκερ, ανάμεσα στην Αθήνα, την Άγκυρα, το Λονδίνο, επί της ουσίας διευκόλυνε την τουρκική επίθεση. Στις επιλογές των ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων πρυτάνευε η εκτίμηση για τη στρατηγική θέση της Τουρκίας και η χρησιμότητά της για την προώθηση των ιμπεριαλιστικών σχεδίων απέναντι στη Σοβιετική Ένωση, στη Μέση Ανατολή και στην ευρύτερη περιοχή.
Η κυβέρνηση Καραμανλή, που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας τον Ιούλη του 1974, απέσυρε την Ελλάδα από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, εκφράζοντας την αντίδρασή της για τη στήριξή του (πρώτα απ’ όλα των ΗΠΑ και της Μ. Βρετανίας) στην τουρκική πολιτική και τη στάση τους στην εισβολή της «συμμάχου» Τουρκίας στην Κύπρο.
Με τη συμφωνία «Ρότζερς» για την επανένταξη της Ελλάδας στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, το 1980, περιπλέκεται παραπέρα η κατάσταση στο Αιγαίο, περιορίζεται ο ρόλος της ελληνικής αστικής τάξης σε ένα καθεστώς συγκυριαρχίας με την τουρκική αστική τάξη υπό αμερικανοΝΑΤΟϊκή εποπτεία. Η Τουρκία προωθεί μεθοδικά τη θέση της συγκυριαρχίας, αξιοποιεί, με τη στήριξη του ΝΑΤΟ, το θέμα της «αποστρατιωτικοποίησης» των ελληνικών νησιών. Οι μεταπολιτευτικές ελληνικές κυβερνήσεις ακολουθούν «συμβιβαστική» στάση που εκδηλώθηκε στην κρίση των Ιμίων το 1996 και το «ευχαριστώ» Σημίτη στις ΗΠΑ.
Ιδιαίτερη σημασία έχει η «Συμφωνία της Μαδρίτης» περί «νόμιμων, ζωτικών συμφερόντων και ενδιαφερόντων» της Τουρκίας στο Αιγαίο, που υπέγραψαν οι πρωθυπουργοί της Ελλάδας Σημίτης και της Τουρκίας Ντεμιρέλ το 1997, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ. Ενώ στη συνέχεια υπογράφηκε η «Συμφωνία του Ελσίνκι» το 1999, όπου, στο όνομα της διεύρυνσης της ΕΕ, η ελληνική κυβέρνηση αναγνώρισε «συνοριακές διαφορές» με την Τουρκία πέραν της διαφοράς για την υφαλοκρηπίδα.
Με τη «νέα δομή» του ΝΑΤΟ που αποφασίστηκε στη σύνοδο κορυφής στην Ουάσιγκτον τον Απρίλη του 1999, προωθήθηκε η θέση του «Ενιαίου Αμυντικού Χώρου» και καταργήθηκε η εθνική επιχειρησιακή ευθύνη. Τα ελληνικά νησιά εξαιρούνται από τα σχέδια των ΝΑΤΟϊκών ασκήσεων και σταδιακά κερδίζουν έδαφος οι τουρκικές θέσεις για το μοίρασμα του Αιγαίου, με σημείο βάσης τον 25ο Μεσημβρινό. Στο φόντο αυτό, οι τουρκικές κυβερνήσεις επιμένουν στη θέση περί «γκρίζων ζωνών», αμφισβητούν τα σύνορα και παραμένει μέχρι σήμερα το γνωστό Casus belli (αιτία πολέμου) σε περίπτωση που η Ελλάδα επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα από τα 6 στα 12 ναυτικά μίλια, όπως προβλέπει η Διεθνής Σύμβαση του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας. Απειλές επίσης εκτοξεύονται για την περίπτωση ανακήρυξης της ελληνικής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ), για την οποία με ευθύνη των ελληνικών κυβερνήσεων σημειώνεται χρόνια καθυστέρηση και συμβιβασμός με τις ΝΑΤΟϊκές προτροπές, που γίνονται στο όνομα της διατήρησης ισορροπιών στο Αιγαίο.
Συμπερασματικά μπορούμε να σημειώσουμε πως οι σχέσεις Ελλάδας - Τουρκίας χαρακτηρίζονται από ανταγωνισμό και συνεργασία με κριτήριο τα συμφέροντα των αστικών τάξεων των δύο χωρών. Προωθούνται οικονομικές συμφωνίες, δίνεται έμφαση στην επιχειρηματική δραστηριότητα, αλλά την ίδια στιγμή πυκνώνουν οι τουρκικές παραβιάσεις των εναέριων και θαλάσσιων ελληνικών συνόρων, πληθαίνουν οι παρεμβάσεις στη Θράκη και οξύνεται η αντιπαράθεση για τη βελτίωση της θέσης των δύο κρατών στο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Με δυο λόγια, υπάρχει έδαφος για όξυνση των διμερών σχέσεων και δημιουργία κρίσης, στο φόντο των αντιθέσεων στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο.

7. ΕΥΡΩΑΤΛΑΝΤΙΚΕΣ ΒΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΥΠΟΔΟΜΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Η βάση της Σούδας, στην καρδιά της Μεσογείου, αποτελεί το βασικότερο στήριγμα του 6ου Στόλου των ΗΠΑ και άλλων μονάδων για στρατιωτικές επιχειρήσεις. Συνδέεται επιχειρησιακά με τις αγγλικές βάσεις της Κύπρου και κατέχει στρατηγική θέση στους σχεδιασμούς των Αμερικανών για την ευρύτερη περιοχή.
Μεταξύ άλλων, χρησιμοποιείται ως προκεχωρημένη βάση ανεφοδιασμού του 6ου Στόλου σε υλικά και μέσα που μεταφέρονται στα αεροπλανοφόρα ή στα άλλα πολεμικά πλοία, για τις επιχειρήσεις των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή. Είναι μέρος της γενικότερης εμπλοκής της Ελλάδας στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και σημαντικό στοιχείο στήριξης των πολέμων στο Αφγανιστάν, το Ιράκ, τη Λιβύη.
Στη Σούδα λειτουργεί και το ΝΑΤΟϊκό Κέντρο Εκπαίδευσης Ναυτικής Αποτροπής (ΚΕΝΑΠ), στο οποίο έχουν εκπαιδευτεί εκατοντάδες στελέχη Ενόπλων Δυνάμεων από διάφορες χώρες.
Το ΝΑΤΟϊκό Στρατηγείο της Θεσσαλονίκης που εδρεύει στο πρώην Γ΄ Σώμα Στρατού. Συγκροτήθηκε το 2009 ως «δύναμη χαμηλής ετοιμότητας», αναβαθμίστηκε ως δύναμη «υψηλής ετοιμότητας» και ανέλαβε τη Διοίκηση του Χερσαίου Τμήματος της «Δύναμης Ταχείας Αντίδρασης του ΝΑΤΟ - NRF». Προορίζεται για βάση πυρηνικών, βιολογικών και χημικών όπλων, για τις ανάγκες των ιμπεριαλιστικών πληγμάτων, εκθέτοντας το λαό μας και τους άλλους λαούς της περιοχής σε ανυπολόγιστους κινδύνους.
Το Ελληνικό Στρατηγείο Επιχειρήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΣΕΕΕ) στη Λάρισα, στο πλαίσιο του Στρατηγείου της 1ης Στρατιάς.
Το στρατηγείο αυτό έπαιξε ιδιαίτερο ρόλο στην επιχείρηση της ΕΕ «EUFOR RCA» στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία (ΚΑΔ).
• Το Πολυεθνικό Συντονιστικό Κέντρο Στρατηγικών Θαλάσσιων Μεταφορών (ΠΟΣΚΕΣΘΑΜ) στο ΓΕΕΘΑ, το οποίο ιδρύθηκε το 2004 προκειμένου να αντιμετωπιστούν «οι στρατηγικές ελλείψεις στις θαλάσσιες μεταφορές, κυρίως στο πλαίσιο ασκήσεων και επιχειρήσεων που καθοδηγούνται από ΝΑΤΟ και ΕΕ».
• Ο Χερσαίος «Σχηματισμός Μάχης» της ΕΕ, στην έδρα της 71 Αερομεταφερόμενης Ταξιαρχίας στη Νέα Σάντα Κιλκίς. Στο «Σχηματισμό», που τέθηκε σε «ετοιμότητα» για το α΄ εξάμηνο του 2014, συμμετέχουν δυνάμεις από Ελλάδα, Κύπρο, Βουλγαρία, Ρουμανία.
Ο Αμφίβιος «Σχηματισμός Μάχης», στον οποίο συμμετέχουν στρατιωτικές δυνάμεις της Ελλάδας, Ισπανίας, Ιταλίας και Πορτογαλίας.
Η «Προωθημένη Επιχειρησιακή Βάση» στο Άκτιο της Πρέβεζας, για τα ιπτάμενα ραντάρ του ΝΑΤΟ, AWACS.8

8. ΣΧΕΣΕΙΣ ΝΑΤΟ - ΕΕ

Τα 22 από τα 28 κράτη-μέλη της ΕΕ είναι και μέλη του ΝΑΤΟ. Δεν είναι μέλη η Σουηδία, η Φινλανδία, η Ιρλανδία, η Κύπρος, η Αυστρία και η Μάλτα. Από τα 6 αυτά κράτη, τα 4 είναι ενταγμένα στο ΝΑΤΟϊκό «Συνεταιρισμό για την ειρήνη» και δε συμμετέχουν σ’ αυτόν η Κύπρος και η Μάλτα.
Στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες το Γενάρη του 1994 αναγνωρίστηκε η δυνατότητα «Ειδικής Ευρωπαϊκής Ταυτότητας Ασφάλειας και Άμυνας» (ESDI).
H υλοποίηση αυτής της κατεύθυνσης εμπλουτίστηκε στη Σύνοδο Κορυφής του Βερολίνου το Γενάρη του 1996 (Berlin plus) και αναπτύχθηκε παραπέρα με τις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής στην Ουάσιγκτον το 1999.
Στο «Ευρωπαϊκό Συμβούλιο» κορυφής στη Φερέιρα της Πορτογαλίας, τον Ιούνη του 2000, δόθηκε ώθηση στις σχέσεις της ΕΕ με το ΝΑΤΟ.
Το Δεκέμβρη του 2002 εκδόθηκε κοινή διακήρυξη ΕΕ - ΝΑΤΟ για την Ευρωπαϊκή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας, βάζοντας τις βάσεις για την ενίσχυση της συνεργασίας των δύο ιμπεριαλιστικών οργανισμών για τη διαχείριση κρίσεων, την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, τη διασπορά όπλων μαζικής καταστροφής, την εξασφάλιση της πρόσβασης της ΕΕ στο σχεδιασμό του ΝΑΤΟ για τη στήριξη των δικών της στρατιωτικών επιχειρήσεων.
Επί Ελληνικής Προεδρίας το Μάρτη του 2003 υπεγράφη συμφωνία ΕΕ - ΝΑΤΟ για την ασφάλεια των πληροφοριών.
Ξεχωριστής σημασίας απόφαση, που μαρτυρά την ενίσχυση των ευρωατλαντικών σχέσεων και τις κοινές στοχεύσεις ΝΑΤΟ - ΕΕ, είναι η ανάληψη από την ΕΕ (Μάρτης 2003) της αποστολής του ΝΑΤΟ στην ΠΓΔΜ με το όνομα Concordia, που ήταν η πρώτη στρατιωτική επιχείρηση της ΕΕ με τη χρησιμοποίηση ΝΑΤΟϊκών μέσων και έληξε το Δεκέμβρη του 2003.
Στη «Συνθήκη της Λισαβόνας» - (Ευρωσύνταγμα) γίνεται λόγος για «προοδευτικό καθορισμό κοινής αμυντικής πολιτικής, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε κοινή άμυνα».
Στο άρθρο 42 της Συνθήκης αναφέρεται ότι η Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας (ΚΠΑΑ) «δε θίγει την ιδιαιτερότητα της πολιτικής ασφάλειας και άμυνας ορισμένων κρατών-μελών και σέβεται τις υποχρεώσεις που απορρέουν για ορισμένα κράτη-μέλη τα οποία θεωρούν ότι η κοινή τους άμυνα υλοποιείται στο πλαίσιο της οργάνωσης της Συνθήκης του Βορείου Ατλαντικού (ΝΑΤΟ), δυνάμει της Συνθήκης του Βορείου Ατλαντικού, και συμβιβάζεται με την κοινή πολιτική ασφάλειας και άμυνας που διαμορφώνεται μέσα στο πλαίσιο αυτό».
Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι το ΝΑΤΟ συνεχίζει να είναι πυλώνας της στρατιωτικής πολιτικής της ΕΕ και στη βάση αυτή αναπτύσσεται η στρατηγική συνεργασία και η «συμπληρωματικότητα» των δύο ιμπεριαλιστικών οργανισμών, ώστε να αυξηθεί η δύναμη πυρός.
Παράλληλα η ΕΕ δουλεύει για την ανάπτυξη των δικών της στρατιωτικών δυνατοτήτων, ώστε να μπορεί να αναπτύσσει αυτοτελή δράση για την υπεράσπιση και προώθηση των συμφερόντων των μονοπωλίων σε όλο τον πλανήτη.
Στην πορεία διαμόρφωσης ισχυρού στρατιωτικού μηχανισμού η ΕΕ προχωράει σε όλο και πιο συγκεκριμένα βήματα ένταξης παραδοσιακά μη στρατιωτικών δράσεων στις στρατιωτικές. Έτσι, προχωρεί στην καθιέρωση «συνεκτικών στρατηγικών» για περιοχές και όχι μόνο για μεμονωμένες χώρες, με χρήση στρατιωτικών, αστυνομικών, δικαστικών, αναπτυξιακών μέσων. Περιοχές που αναπτύσσονται δράσεις είναι στο «Κέρας της Αφρικής» (Σομαλία, Υεμένη) και την Υποσαχάρια Αφρική και η περιοχή του Σαχέλ (Μάλι, Νιγηρία, Νίγηρας) κ.α.
Οι δυνατότητες της ΕΕ στο στρατιωτικό τομέα καθορίζονται από το λεγόμενο «Γενικό Στρατιωτικό Στόχο». Στο πλαίσιο αυτό, προβλέφτηκε η δημιουργία (μέσω εθελοντικής συμμετοχής) στρατιωτικής δύναμης μεγέθους σώματος στρατού (60.000 οπλίτες), με δυνατότητα να αναπτυχθεί στην περιοχή της κρίσης εντός 60 ημερών και να διατηρηθεί στο θέατρο των επιχειρήσεων επί ένα έτος.
Για τη διοίκηση των αυτόνομων στρατιωτικών επιχειρήσεων της ΕΕ έχουν διατεθεί 5 Ευρωπαϊκά Στρατηγεία (Ελλάδας, Γαλλίας, Ην. Βασιλείου, Γερμανίας και Ιταλίας). Το Κέντρο Επιχειρήσεων της ΕΕ μπορεί να λειτουργήσει ως Επιχειρησιακό Στρατηγείο μιας επιχείρησης ΚΠΑΑ, σε περίπτωση που δεν είναι διαθέσιμο κάποιο από τα ανωτέρω 5 στρατηγεία.
Έχουν δημιουργηθεί πολυεθνικοί τακτικοί σχηματισμοί μάχης, οι μάχιμες μονάδες (battle groups), με δυνατότητα ταχείας αντίδρασης.
Στην ίδια κατεύθυνση κινείται τόσο η ενίσχυση των Δομών Διαχείρισης Κρίσης που λειτουργούν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) όσο και ο σχεδιασμός της λεγόμενης «Συγκέντρωσης και Κοινής Χρήσης» («Pooling and Sharing») των στρατιωτικών μέσων και υποδομών που ανήκουν σε ένα ή περισσότερα κράτη-μέλη.
Όπως αναφέρεται στα Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (Δεκέμβρης 2013), «μέσω της ΚΠΑΑ, η ΕΕ έχει διαταγμένα περισσότερα από 7.000 άτομα σε 12 μη στρατιωτικές αποστολές και σε 4 στρατιωτικές επιχειρήσεις».
Στρατηγικής σημασίας θεωρείται η προώθηση της στρατιωτικής συνεργασίας με τρίτες χώρες, μη μέλη της ΕΕ και του ΝΑΤΟ και τις υποψήφιες για ένταξη στην ΕΕ χώρες. Συμπεριλαμβάνει χώρες γειτονικών περιοχών με την ΕΕ (στρατηγική «γειτονίας», όπως, π.χ. η «Μεσογειακή Συνεργασία» και η «Ανατολική Εταιρική Σχέση»), αλλά και χώρες στη Λ. Αμερική, στην Ασία και την Αυστραλία. Η ΕΕ συνάπτει με τις χώρες αυτές «Συμφωνίες Πλαίσια Συμμετοχής», με βάση τις οποίες οι τρίτες χώρες συμμετέχουν σε στρατιωτικές ή μη επιχειρήσεις ΚΠΑΑ της ΕΕ. Ήδη έχουν υπογραφεί 12 τέτοιες συμφωνίες, 2 είναι έτοιμες για υπογραφή (Αυστραλία, Βοσνία) και 3 σε προχωρημένο στάδιο (Χιλή, Ν. Κορέα, Γεωργία). Πέρα από τις αυτοτελείς επιδιώξεις της, η ΕΕ, σ’ ένα βαθμό, λειτουργεί για τις χώρες αυτές και ως ένας προθάλαμος συνεργασίας ή ένταξής τους στο ΝΑΤΟ ή στο «Συνεταιρισμό για την ειρήνη», όπως δείχνει το παράδειγμα της Κύπρου και οι σχετικές δεσμεύσεις του προέδρου Αναστασιάδη.
Στην πράξη αποδεικνύεται πόσο ανυπόστατες είναι οι οπορτουνιστικές προσεγγίσεις (π.χ. του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς και του ΣΥΡΙΖΑ) που επιχειρούν να βρούνε ποιοτικές διαφορές ανάμεσα στο ιμπεριαλιστικό περιεχόμενο του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, καλλιεργώντας συγχύσεις ότι μπορεί η ΕΕ –που κινητήρια δύναμη (κι αυτή) έχει τα μονοπωλιακά συμφέροντα– να υπηρετήσει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων.
Συμπερασματικά σημειώνουμε ότι η ένταξη των καπιταλιστικών κρατών στις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες δεν ακυρώνει τον ταξικό χαρακτήρα του αστικού κράτους ως μηχανισμού που υπηρετεί τα συμφέροντα της αστικής τάξης και μέσα στη συμμαχία, αξιοποιώντας ανάλογα τα περιθώρια που δίνει η δύναμη που κατέχει. Αυτό εκφράζεται τόσο μέσα στην ΕΕ όσο και στο ΝΑΤΟ, αλλά και στις σχέσεις ανάμεσα στις δύο ιμπεριαλιστικές λυκοσυμμαχίες. Η σχέση των καπιταλιστικών κρατών με τα «δικά τους» μονοπώλια και η προώθηση των συμφερόντων τους βρίσκεται πίσω από τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και ανταγωνισμούς για τον έλεγχο των αγορών και των πλουτοπαραγωγικών πηγών, για την αναβάθμιση των καπιταλιστικών κρατών στο ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Οι θεωρίες που ξεπερνούν αυτήν την πραγματικότητα και στη θέση των ανισότιμων σχέσεων που διαμορφώνει η ανισόμετρη καπιταλιστική ανάπτυξη βάζουν την «υποτέλεια», αθωώνουν την αστική τάξη και το αστικό κράτος, τον ταξικό τους χαρακτήρα.
Η ουσία είναι ότι ο ιμπεριαλισμός είναι σύστημα με κρίκους τα καπιταλιστικά κράτη που κατέχουν διαφορετική θέση (ανισότιμες σχέσεις) και η «εξάρτηση» είναι μέρος της γενικότερης ανισότιμης αλληλεξάρτησης των κρατών, που εκδηλώνεται ανάλογα με την οικονομική, στρατιωτική και πολιτική τους δύναμη. Η επιλογή της αστικής τάξης ενός καπιταλιστικού κράτους να μετάσχει σε μια ιμπεριαλιστική συμμαχία δεν αμβλύνει τα ιδιαίτερα συμφέροντά της. Ο ανταγωνισμός μεταξύ κρατών εκδηλώνεται και στο εσωτερικό των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών και οδηγεί σε φυγόκεντρες τάσεις. Οι σχετικά πιο αδύναμες χώρες μιας ιμπεριαλιστικής συμμαχίας δεν είναι υποτελείς, συνδιαμορφώνουν την πολιτική στη βάση του συσχετισμού δυνάμεων.
Η θεωρία της «υποτέλειας» έχει στοιχίσει ακριβά στο κομμουνιστικό κι εργατικό κίνημα, οδηγεί στην αναζήτηση «λογικής», «περήφανης», «εθνικής» αστικής τάξης, αποτελεί βάση για την αναζήτηση «πατριωτικών» αστικών κυβερνήσεων και υπονομεύει την επαναστατική πάλη, την πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, που αποτελεί προϋπόθεση για την απελευθέρωση του λαού μας, των λαών, από τις δαγκάνες του ιμπεριαλιστικού συστήματος και των συμμαχιών που συγκροτούνται στο δικό του πλαίσιο.
  

9. ΣΧΕΣΕΙΣ ΝΑΤΟ - ΡΩΣΙΑΣ

Με την ανατροπή του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ένωση και τη διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας το 1991, οι δυνάμεις της αντεπανάστασης από κοινού με τα ΝΑΤΟϊκά επιτελεία κατέστρωσαν σχέδιο ανάπτυξης των σχέσεων ΝΑΤΟ - Ρωσίας.
Πραγματοποιήθηκε επίσκεψη του ΓΓ του ΝΑΤΟ Μάνφρεντ Βέρνερ στη Μόσχα, το 1992, συνάντηση των υπουργών Άμυνας του ΝΑΤΟ, με τη συμμετοχή του Ρώσου ομολόγου τους, το 1994.
Το 1994 η Ρωσία εντάχτηκε στο «ΝΑΤΟϊκό Συνεταιρισμό για την Ειρήνη», ενώ το 1997 υπογράφηκε από τους Κλίντον και Γιέλτσιν η «ιδρυτική πράξη» συνεργασίας, συμφωνώντας σε πλαίσιο που αναφέρει ότι ΝΑΤΟ και Ρωσία δε θεωρούνται αντίπαλοι, το ΝΑΤΟ δεν προτίθεται να αναπτύξει στρατιωτικές δυνάμεις και πυρηνικά όπλα σε κράτη-μέλη του - πρώην μέλη του Συμφώνου της Βαρσοβίας, ανταλλαγή πληροφοριών σε αμυντικούς, στρατηγικούς τομείς κ.ά.
Παρά τις αντιθέσεις και τις αναταράξεις που προκάλεσε ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία, οι ΝΑΤΟϊκο-ρωσικές σχέσεις ενισχύθηκαν παραπέρα, αναβαθμίστηκαν και το 2002 συγκροτήθηκε το «Συμβούλιο ΝΑΤΟ - Ρωσίας».
Αναταράξεις επίσης προκλήθηκαν κατά τη διάρκεια της αντιπαράθεσης Ρωσίας - Γεωργίας το 2008 και κατά την αναγνώριση της Νότιας Οσετίας και Αμπχαζίας από τη ρωσική κυβέρνηση, αλλά και κατά τη διάρκεια του 2009 με τη ρωσο-ουκρανική κρίση που γέννησε στο ευρωατλαντικό μπλοκ ανησυχίες για την προμήθεια της ΕΕ με φυσικό αέριο.
Βεβαίως, η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων δεν είναι μια προσωρινή, περιστασιακή εξέλιξη, αλλά βασικό στοιχείο που χαρακτηρίζει το ιμπεριαλιστικό σύστημα και τις διακρατικές σχέσεις στον καπιταλισμό, και ακριβώς αυτό εκδηλώνεται σήμερα στις σχέσεις ΝΑΤΟ - Ρωσίας.

10. ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΗΠΑ - ΝΑΤΟ ΣΤΗΝ ΑΣΙΑ, ΣΤΟΝ ΕΙΡΗΝΙΚΟ

Το Γενάρη του 2012 δόθηκε στη δημοσιότητα η στρατηγική των ΗΠΑ στην Ασία και τον Ειρηνικό με τίτλο «Διατηρώντας την παγκόσμια ηγεμονία των ΗΠΑ: Προτεραιότητες για την Άμυνα στον 21ο αιώνα». Στην εισαγωγική τοποθέτησή του ο Αμερικανός πρόεδρος Ομπάμα σημείωσε: «Ως επικεφαλής των Ενόπλων Δυνάμεων, είμαι αποφασισμένος να ανταποκριθούμε υπεύθυνα στις τρέχουσες προκλήσεις και να βγούμε ακόμα πιο δυνατοί, με τρόπο που να διαφυλάσσεται η αμερικανική παγκόσμια ηγεμονία, να διατηρείται η στρατιωτική μας υπεροχή […] μάλιστα, καθώς τερματίζουμε τους σημερινούς πολέμους, θα επικεντρωθούμε σε ένα πιο ευρύ πλαίσιο προκλήσεων και ευκαιριών, περιλαμβάνοντας την ευημερία και την ασφάλεια στην Ασία και τον Ειρηνικό […]
Καθώς τερματίζουμε τους σημερινούς πολέμους και αναδιαμορφώνουμε τις Ένοπλες Δυνάμεις μας, θα εξασφαλίσουμε ο στρατός μας να είναι ευκίνητος, ευέλικτος και έτοιμος για όλο το φάσμα των επειγουσών επεμβάσεων. Συγκεκριμένα, θα συνεχίσουμε να επενδύουμε στις ικανότητες που είναι κρίσιμες για μελλοντικές επιτυχίες, όπως είναι οι υπηρεσίες πληροφοριών, η παρακολούθηση και η αναγνώριση, καθώς και στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, στην αντιμετώπιση όπλων μαζικής καταστροφής, στις επιχειρήσεις σε μη προσβάσιμα περιβάλλοντα και στην υπερίσχυση σε όλους τους τομείς, συμπεριλαμβανομένου και του κυβερνοχώρου».
Επιβεβαίωση αυτής της στρατηγικής αποτελεί η περιοδεία Ομπάμα στην Ασία, σε Ιαπωνία, Ν. Κορέα, Μαλαισία και Φιλιππίνες το Μάη του 2014.
Σε σχετικές δηλώσεις, π.χ. διαβεβαίωσε ότι οι ΗΠΑ θα σπεύσουν σε βοήθεια της χώρας σε περίπτωση εδαφικής διένεξης με την Κίνα γύρω από τις διαφιλονικούμενες βραχονησίδες, ενώ, μιλώντας σε κοινή συνεδρίαση της Βουλής και της Γερουσίας στο αυστραλιανό κοινοβούλιο, είπε ότι η αμερικανική παρουσία στην περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού είναι υψίστης προτεραιότητας.9
 Όπως αναφέρεται στο περιοδικό «Foreign Affairs», «ο αμερικανικός στρατός, για παράδειγμα, είναι ανεπτυγμένος καθ’ όλο το μήκος της κινεζικής περιφέρειας και οι ΗΠΑ διατηρούν ένα εκτεταμένο δίκτυο αμυντικών σχέσεων με τους γείτονες της Κίνας […] Οι αμερικανικές Ένοπλες Δυνάμεις είναι ανεπτυγμένες σε όλο τον κόσμο και τεχνολογικά προηγμένες, με τεράστια συγκέντρωση δύναμης πυρός σε όλο το μήκος των κινεζικών συνόρων. Η διοίκηση Ειρηνικού (PACOM) είναι η μεγαλύτερη από τις έξι περιφερειακές στρατιωτικές διοικήσεις, από την άποψη του γεωγραφικού εύρους και του ανθρώπινου δυναμικού, σε καιρό ειρήνης. Στη δύναμη της PACOM ανήκουν 325.000 άτομα, που υπηρετούν ως στρατιωτικό και πολιτικό προσωπικό, μαζί με 180 πλοία και 1.900 αεροσκάφη […] Η επιχειρησιακή ικανότητα των αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων στην Ασία - Ειρηνικό μεγιστοποιείται χάρη στις διμερείς αμυντικές συμφωνίες με την Αυστραλία, την Ιαπωνία, τη Νέα Ζηλανδία, τις Φιλιππίνες και τη Νότια Κορέα, αλλά και συμφωνίες συνεργασίας με άλλους εταίρους. Και, ως επιστέγασμα, οι ΗΠΑ διαθέτουν περί τις 5.200 πυρηνικές κεφαλές …»10.
Οι αντιθέσεις στην Ασία οξύνονται, παραμένουν τα προβλήματα της Κίνας με την Ταϊβάν (που εγγυώνται οι ΗΠΑ για την ασφάλειά της), εκδηλώνονται συνοριακές διαφορές με αρκετές γειτονικές χώρες μεταξύ των οποίων Ιαπωνία, Βιετνάμ, Ινδία, Φιλιππίνες.
Η Κίνα εκσυγχρονίζει το στρατιωτικό της οπλοστάσιο. Σε σχετική κυβερνητική έκθεση αναφέρεται πως «ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός της Κίνας, ο οποίος αριθμεί 2,3 εκατ. μέλη, θα επισπεύσει τον εκσυγχρονισμό του και θα ενισχύσει την ικανότητά του να κερδίζει τοπικούς πολέμους με τη χρήση σύγχρονων συστημάτων, βασισμένων στην τεχνολογία των πληροφοριών»11. Ιδιαίτερη σημασία έχει η συνεργασία Κίνας - Ρωσίας και η συγκρότηση διακρατικών καπιταλιστικών συμμαχιών στην ευρύτερη περιοχή.
Ο «Οργανισμός Συμφωνίας Συλλογικής Ασφάλειας» (ΟΣΣΑ) δημιουργήθηκε το Μάη του 1992 από: Ρωσία, Λευκορωσία, Τατζικιστάν, Κιργιστάν, Αρμενία και Καζακστάν. Είναι μια στρατιωτική συμφωνία, η οποία «εγγυάται την εδαφική ακεραιότητα των μελών», με υποχρέωση στρατιωτικής βοήθειας σε περίπτωση επίθεσης. Ο ΟΣΣΑ, μετά από την κρίση στην Ουκρανία, δήλωσε ότι διακόπτει κάθε επαφή με το ΝΑΤΟ και προσβλέπει στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (ΟΣΣ).
Ο ΟΣΣ δημιουργήθηκε στις 25 Απρίλη του 1996, με μέλη την Κίνα, Ρωσία, Κιργιστάν, Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν και Τατζικιστάν, με πέντε μέλη παρατηρητές: Ινδία, Πακιστάν, Αφγανιστάν, Ιράν και Μογγολία. Η επίσημη συμφωνία δεν έχει στρατιωτικό χαρακτήρα, αλλά χαρακτήρα συνεργασίας και ανάπτυξης μεταξύ των χωρών αυτών, ωστόσο προβλέπεται και στρατιωτική συνεργασία σε περίπτωση που δεχτούν απειλές τα κράτη-μέλη.

11. ΣΧΕΣΕΙΣ ΝΑΤΟ - ΛΑΤΙΝΙΚΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ

Παρά το γεγονός ότι αυτήν τη στιγμή δεν υπάρχει κράτος της Λατινικής Αμερικής που να συμμετέχει στους «συνεταιρισμούς» του ΝΑΤΟ, αναπτύσσονται μορφές συνεργασίας, σημειώνεται σημαντική παρουσία μελών του ΝΑΤΟ στην περιοχή.
Στις 25 Ιούνη 2013 το ΝΑΤΟ και η Κολομβία υπέγραψαν συμφωνία για την «Ασφάλεια της Πληροφορίας», που σύμφωνα με το ΝΑΤΟ θα επιτρέψει τη διερεύνηση μελλοντικής συνεργασίας σε διάφορες περιοχές κοινού ενδιαφέροντος. Είναι χαρακτηριστικός ο τίτλος στην ιστοσελίδα του ΝΑΤΟ: «ΝΑΤΟ και Κολομβία ανοίγουν κανάλι για μελλοντική συνεργασία». Το βήμα αυτό είχε ήδη προαναγγείλει ο πρόεδρος της Κολομβίας Juan Manuel Santos στις αρχές Ιούνη, σημειώνοντας μάλιστα ότι θα γίνει με το βλέμμα στην προοπτική ένταξης στο ΝΑΤΟ. Την κίνηση αυτή καταδίκασαν ως απειλή οι πρόεδροι της Βενεζουέλας, Βολιβίας και Νικαράγουας. Τη συμφωνία υπέγραψαν ο αναπληρωτής ΓΓ του ΝΑΤΟ Alexander Vershbow και ο υπουργός Άμυνας της Κολομβίας Juan Carlos Pinzon Bueno. Η συμφωνία «συνιστά ένα πρώτο βήμα για μελλοντική συνεργασία στο πεδίο της ασφάλειας» και ανοίγει δρόμο για τη συμμετοχή της Κολομβίας σε δραστηριότητες του ΝΑΤΟ. Ο αναπληρωτής ΓΓ του ΝΑΤΟ δήλωσε, μετά από την υπογραφή, ότι «ως συμμαχία δημοκρατιών, μας ικανοποιεί όταν χώρες που μοιράζονται κοινές αξίες μας προσεγγίζουν».
Το Μάρτη του 2014 συναντήθηκαν στις Βρυξέλλες ο αρμόδιος για την Άμυνα αντιπρόεδρος της Κολομβίας και ο αναπληρωτής ΓΓ του ΝΑΤΟ και συζήτησαν μια βαθύτερη σχέση, ιδιαίτερα στα θέματα της ασφάλειας πυρομαχικών και ειδικής εκπαίδευσης (specialist training courses).
Είχαν προηγηθεί δηλώσεις του Σάντος ως υπουργού Άμυνας της Κολομβίας το 2008, ότι η χώρα του πρόκειται να αρχίσει να συνεργάζεται με το ΝΑΤΟ. Μάλιστα, ως πρώτο τέτοιο βήμα ήταν η ανακοίνωση αποστολής στρατεύματος στο Αφγανιστάν στην κατοχική δύναμη υπό το ΝΑΤΟ. Προσπάθειες γίνονται και μέσω άλλων οδών, π.χ. αξιοποιώντας την Πορτογαλία και την Κοινότητα Πορτογαλόφωνων Χωρών, ως όχημα για την επέκταση του ΝΑΤΟ στο Νότιο Ατλαντικό.
Αν και δε φαίνεται άμεση προοπτική σύναψης κάποιας συμφωνίας ΝΑΤΟ - Βραζιλίας, μπορούν να σημειωθούν ορισμένα πρόσφατα βήματα. Το Φλεβάρη του 2013 το Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου της Μπραζίλια πραγματοποίησε σεμινάριο αναφορικά με τις σχέσεις ΝΑΤΟ - Αφρικανικής Ένωσης, όπου υπογραμμίστηκε η Αφρική ως ένα πεδίο ενδεχόμενης συνεργασίας. Μάλιστα, στο σεμινάριο προσκλήθηκε και συμμετείχε το Αμυντικό Κολέγιο του ΝΑΤΟ (NDC). Δύο μήνες αργότερα, στις 9 Μάη, έγινε στη Βραζιλία διάσκεψη στρογγυλής τραπέζης με θέμα «η Βραζιλία και ο Ευρωατλαντικός Χώρος». Τη διάσκεψη συνδιοργάνωσαν το Αμυντικό Κολέγιο του ΝΑΤΟ (NDC), το Ινστιτούρο Κόνραντ Αντενάουερ (KAS) και το Ίδρυμα Fundação Getulio Vargas (FGV). Εκεί συζητήθηκαν θέματα που αφορούν θαλάσσια ασφάλεια, «ανθρωπιστικές» αποστολές και διασπορά όπλων μαζικής καταστροφής. Η προσέγγιση αυτή, δηλαδή να ανοίξει ο δρόμος αρχικά μέσω συνεργασίας ινστιτούτων και «δεξαμενών σκέψεων», έχει πρόσφατα προταθεί από ιδρύματα που συνδέονται με το ΝΑΤΟ.12
Η Βραζιλία ήδη έχει αναλάβει «ρόλο» σε διεθνείς κατοχικές επιχειρήσεις με το μανδύα της «ειρηνευτικής αποστολής», όπως στην Αϊτή και στο Λίβανο. Επίσης Αργεντινή και Χιλή έχουν πάρει μέρος στις «ειρηνευτικές αποστολές» του ΝΑΤΟ στα Βαλκάνια.
Στις προτεραιότητες του ΝΑΤΟ για σύναψη «εταιρικών σχέσεων» φαίνεται ότι βρίσκονται σήμερα οι Κολομβία, Περού, Χιλή και Μεξικό.
Στη Λατινική Αμερική υπάρχουν βάσεις και στρατιωτικές εγκαταστάσεις κρατών-μελών του ΝΑΤΟ, κυρίως των ΗΠΑ, αλλά και της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Ολλανδίας.13 Ιδιαίτερα οι γαλλικές και ολλανδικές βάσεις έχουν παίξει σημαντικό ρόλο στις επιχειρήσεις και απειλές κατά της Βενεζουέλας. Τον Απρίλη του 2014 η πρόεδρος της Αργεντινής, σε ομιλία της με αφορμή την επέτειο του πολέμου του 1982 με τη Βρετανία για τα νησιά Μαλβίνες, κατηγόρησε τη Βρετανία ότι τα έχει μετατρέψει στη «μεγαλύτερη πυρηνική βάση του ΝΑΤΟ στο Νότιο Ατλαντικό».
Το 2008 οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν την επανασυγκρότηση του 4ου Στόλου, που είχε σταματήσει να υφίσταται από το 1950. Η πρωτοβουλία αυτή συνέπεσε χρονικά με την ανακάλυψη σημαντικών πετρελαϊκών κοιτασμάτων στις παράκτιες περιοχές της Βραζιλίας.
Στη στρατηγική βίβλο των ΗΠΑ («Διατηρώντας την παγκόσμια ηγεμονία των ΗΠΑ: Προτεραιότητες για την Άμυνα στον 21ο αιώνα») επισημαίνεται ότι στις προτεραιότητές τους είναι η αναζήτηση νέων συνεταιρισμών με χώρες και της Λατινικής Αμερικής

12. ΕΣΤΙΕΣ ΕΝΤΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΕΜΟΥ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΑΣ

Στην Ανατολική Μεσόγειο μυρίζει μπαρούτι.
Το πρόβλημα της τουρκικής κατοχής τμήματος της Κύπρου διαιωνίζεται. Η πορεία των διαπραγματεύσεων για επίλυση του Κυπριακού στη βάση των δύο «Συνιστώντων Κρατών» (νέο διχοτομικό «Σχέδιο Ανάν») χαρακτηρίζεται από την άμεση παρέμβαση των ΗΠΑ και της ΕΕ, εν μέσω όξυνσης του ανταγωνισμού για τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) της Κύπρου.
Η τουρκική κυβέρνηση ενισχύει τις προκλήσεις, καταπατά κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου, συνεχίζει τις έρευνες για υδρογονάνθρακες με την αξιοποίηση του ψευδοκράτους της λεγόμενης «Βόρειας Κύπρου» στην κυπριακή ΑΟΖ και δεσμεύει σχετικές θαλάσσιες περιοχές. Επιμένει στην αμφισβήτηση της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, ιδιαίτερα στην περιοχή του Καστελόριζου και της Στρογγύλης, διαμορφώνεται ένα πολύ επικίνδυνο, εκρηκτικό μίγμα, που συνδυάζεται με την αντιπαράθεση της Τουρκίας με το Ισραήλ και τον άξονα Ελλάδας, Κύπρου, Αιγύπτου - Ισραήλ που διαμορφώνεται το τελευταίο διάστημα.
Η εκεχειρία που συμφωνήθηκε μετά από την πρόσφατη βάρβαρη επίθεση του Ισραήλ κατά του Παλαιστινιακού λαού είναι πολύ εύθραυστη. Η αιτία –η κατοχή των παλαιστινιακών εδαφών– παραμένει, και η αναζωπύρωση της εστίας είναι ζήτημα χρόνου. Οι σχέσεις Ισραήλ - Λιβάνου παραμένουν τεταμένες.
Στο Ιράκ και στη Συρία γίνεται πόλεμος. Οι ευρωατλαντικές δυνάμεις αξιοποιούν τους τζιχαντιστές, βομβαρδίζουν, εμμένουν στο στόχο της ανατροπής της συριακής κυβέρνησης και προετοιμάζουν λύση που βασίζεται στους αποκαλούμενους «μετριοπαθείς» αντικαθεστωτικούς, που στηρίζουν με όλα τα μέσα η Τουρκία, η Σαουδική Αραβία και το Κατάρ.
Η κατάσταση περιπλέκεται με την αυτονομία του Ιρακινού Κουρδιστάν και την αναζήτηση λύσης στην κατεύθυνση συγκρότησης κουρδικού κράτους, ως συνένωση των κουρδικών περιοχών του Ιράκ, του Ιράν, της Τουρκίας και της Συρίας.
Οι διαπραγματεύσεις των Αμερικανών και των εκπροσώπων της ΕΕ με το Ιράν για τον έλεγχο του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος συνεχίζεται, αλλά το εμπάργκο που έχει επιβληθεί παραμένει και επεκτείνεται με στόχο τον έλεγχο του πυραυλικού συστήματος του Ιράν, τον περιορισμό των σχέσεών του με τη Χεσμπολάχ στο Λίβανο και τη Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας.
Στη Λιβύη η κατάσταση είναι διαλυτική, συνεχίζεται η ένοπλη σύγκρουση στρατιωτικών, παραστρατιωτικών, φυλετικών «κέντρων εξουσίας». Η μία κυβέρνηση («Επιχείρηση Αξιοπρέπειας») που ελέγχει τις περιοχές ανατολικά του Τομπρούκ στηρίζεται από την Αίγυπτο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η άλλη, η «Επιχείρηση Αυγή», με έδρα την πρωτεύουσα Τρίπολη, στηρίζεται στο Κατάρ, την Τουρκία, το Σουδάν.
Οι αιτίες που οδήγησαν στην ουκρανική κρίση παραμένουν.
Η επέμβαση των ΗΠΑ και της ΕΕ, η ανάδειξη και η στήριξη φασιστικών ή φιλοφασιστικών δυνάμεων στην κρατική και κυβερνητική ηγεσία της Ουκρανίας, με στόχο να γίνει πιο αποτελεσματικός ο ανταγωνισμός με τη Ρωσία, διαμόρφωσε πολύ επικίνδυνη κατάσταση, που γίνεται πιο σύνθετη με την έξαρση των εθνοτικών διαφορών κυρίως στην Ανατολική Ουκρανία, που τίθεται το ζήτημα ανεξαρτησίας και σύνδεσης με τη Ρωσία, κατά το παράδειγμα της Κριμαίας. Η εκεχειρία που συμφωνήθηκε στις 5 Σεπτέμβρη παραβιάζεται και ανά πάσα στιγμή υπάρχει το ενδεχόμενο επανάληψης μαζικών εχθροπραξιών.
Τα οικονομικά και άλλα μέτρα των ΗΠΑ και της ΕΕ κατά της Ρωσίας δυναμιτίζουν την κατάσταση και, σε περίπτωση που τα αντίμετρα της Ρωσίας συμπεριλάβουν το φυσικό αέριο και την τροφοδότηση της ΕΕ, μπορούν να διαμορφωθούν συνθήκες κλιμάκωσης με μεγάλες δυσκολίες ελέγχου και κίνδυνο γενικευμένου πολέμου.
Στα Βαλκάνια παραμένουν ανοιχτά τα μέτωπα Ελλάδας - FYROM, Ελλάδας - Αλβανίας για την οριοθέτηση της ΑΟΖ, Σερβίας - Αλβανίας, ενισχύεται η εθνικιστική στάση της Αλβανίας για τη «Μεγάλη Αλβανία» που εγείρει διεκδικήσεις σε βάρος της Σερβίας, της FYROM, της Ελλάδας, η κατάσταση περιπλέκεται με τις μειονότητες.
Η στρατιωτική παρουσία του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στα Βαλκάνια δυναμώνει και χρησιμοποιείται ως μέσο που στοχεύει στον έλεγχο της Μαύρης Θάλασσας, της Κεντρικής Ασίας.
Οι εξελίξεις αυτές συνδέονται με τον πόλεμο των αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η αναμέτρηση ανάμεσα στον ευρωατλαντικό συνασπισμό που προωθεί την επιλογή του «Νοτίου Διαδρόμου» για τη μεταφορά ενεργειακών πόρων από την Κασπία στην Ευρώπη και στη Ρωσία που προωθεί τον αγωγό South Stream, η επιδίωξη μείωσης της ενεργειακής εξάρτησης της ΕΕ από τη Ρωσία και το μπλοκάρισμα του ρωσικού αγωγού South Stream, εκφράζουν και οξύνουν παραπέρα τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις σε βάρος των λαών.
Με τα σημερινά δεδομένα μπορούμε να πούμε ότι την επόμενη περίοδο οι σχέσεις ανάμεσα στην ευρωατλαντική συμμαχία και τη Ρωσία θα οξυνθούν παραπέρα για το πρόβλημα της λεγόμενης «Αντιπυραυλικής Ασπίδας», του σύγχρονου πυραυλικού συστήματος που είναι ενταγμένο στους σχεδιασμούς του «πρώτου πυρηνικού πλήγματος» και ήδη οικοδομούνται οι σχετικές εγκαταστάσεις του στη Ρουμανία, την Πολωνία και την Τσεχία.

13. ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΤΗΣ ΠΑΛΗΣ

Πρώτο, η ανάπτυξη του καπιταλισμού και η διεύρυνση των αναγκών των μονοπωλίων διαμορφώνουν νέες απαιτήσεις για πρώτες ύλες και ιδιαίτερα ενεργειακούς πόρους. Στη βάση αυτή, οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και οι ανταγωνισμοί οξύνονται σε ανώτερο επίπεδο από την προηγούμενη περίοδο.
Αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία σήμερα, που είναι έντονα τα σημάδια της βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου και σημειώνονται αλλαγές στο συσχετισμό δύναμης στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, με την υποχώρηση των ΗΠΑ, την ενίσχυση των θέσεων της Κίνας και των χωρών της συμμαχίας των BRICS.
Τα συμφέροντα και οι σύγχρονες ανάγκες των μονοπωλίων, ο στόχος της επικράτησης στο διεθνή ανταγωνισμό εκδηλώνονται σε διακρατικό επίπεδο, καθορίζουν το ρόλο και τις στοχεύσεις των καπιταλιστικών και των ιμπεριαλιστικών ενώσεων. Αυτό καταγράφεται με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο στις πολεμικές εστίες, στις εστίες έντασης αυτήν την περίοδο.
Τα καπιταλιστικά κράτη και τα ιμπεριαλιστικά κέντρα προσπαθούν να απαντήσουν στα κρίσιμα ερωτήματα:
Πώς θα προσεγγίσουν και θα ελέγξουν με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο τις πηγές της ενέργειας, τους ενεργειακούς δρόμους, τα σημαντικά κανάλια της ναυσιπλοΐας;
Πώς θα επικρατήσουν έναντι των ανταγωνιστών τους και θα μειώσουν τις δυνατότητές τους, με ποιες συμμαχίες θα προωθήσουν αυτόν το στόχο;
Πώς θα αξιοποιήσουν την περίοδο που δεν έχει εκδηλωθεί γενικευμένη στρατιωτική σύγκρουση, για να προετοιμαστούν καλύτερα για έναν ιμπεριαλιστικό πόλεμο γενικότερων διαστάσεων; Αυτό εξετάζουν τα επιτελεία του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, της Ιαπωνίας, της Κίνας, της Ρωσίας και των αντίστοιχων συμμαχικών σχημάτων που συμμετέχουν.
Αυτή η διαδικασία προωθείται με τα μάτια στραμμένα σε περιοχές ιδιαίτερης στρατηγικής σημασίας στην Ανατολική Μεσόγειο, το Αιγαίο, στη Μέση Ανατολή, στον Περσικό Κόλπο, στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας και σε άλλες περιοχές, περιλαμβανομένης και της Ανταρκτικής.
 Η ανισομετρία, ως απόλυτος νόμος του καπιταλισμού, ενισχύει ή αδυνατίζει τη δύναμη των μονοπωλιακών ομίλων στη διεθνή αγορά, καθορίζει τις στοχεύσεις τους και επιδρά καταλυτικά στη διαμόρφωση και αναδιαμόρφωση του συσχετισμού δύναμης στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, στη συγκρότηση νέων συμμαχιών, την ισχυροποίηση ή τη χαλάρωση άλλων, τη μεταπήδηση κρατών από τη μια συμμαχία στην άλλη.
Μέσα σ’ αυτήν τη σύνθετη διαδικασία εκδηλώνεται χωρίς διακοπή ο οικονομικός νόμος του καπιταλισμού για τη μεγαλύτερη δυνατή συσσώρευση κεφαλαίων, τη συγκέντρωση και συγκεντροποίηση, λαμβάνει χώρα ο αδυσώπητος πόλεμος του ανταγωνισμού για τον έλεγχο των αγορών και των πλουτοπαραγωγικών πηγών, τους τόπους, τους κλάδους, γενικότερα τις οικονομικές δραστηριότητες για την προώθηση των μονοπωλιακών συμφερόντων, την εξαγωγή κεφαλαίων και την εξασφάλιση της υψηλότερης, κατά το δυνατόν, κερδοφορίας.
Αυτό ζούμε και σήμερα.
Η ιστορία επιβεβαιώνει ότι με τον πόλεμο συνεχίζεται με άλλα –βίαια– μέσα η πολιτική των αντιμαχομένων δυνάμεων, που διευθύνεται από την κυρίαρχη τάξη τους, ενώ η ειρήνη που ακολουθεί αποτελεί με τη σειρά της τη συνέχεια αυτής της πολιτικής στη σκιά της έκβασης του πολέμου μέχρι την επόμενη ένοπλη σύγκρουση. Στηριζόμενος στην παραπάνω θέση, ο Λένιν σε διάλεξή του το Μάη του 1917 απέρριψε «τη μικροαστική και ανόητη πρόληψη ότι τάχα είναι δυνατό να ξεχωρίσουμε τον πόλεμο από την πολιτική των αντίστοιχων κυβερνήσεων, των αντίστοιχων τάξεων, ότι τάχα είναι ποτέ δυνατό να βλέπουμε τον πόλεμο σαν απλή επίθεση που παραβιάζει την ειρήνη και σαν αποκατάσταση ύστερα αυτής της παραβιασμένης ειρήνης. Τσακώθηκαν και συμφιλιώθηκαν!». Και υποστηρίζει ότι ο πόλεμος συνδέεται αδιάρρηκτα με εκείνο το πολιτικό καθεστώς από το οποίο πηγάζει. «Την ίδια πολιτική, που ένα ορισμένο κράτος, μια ορισμένη τάξη στο πλαίσιο αυτού του κράτους, εφαρμόζει σε μια μακροχρόνια περίοδο πριν τον πόλεμο, η ίδια αυτή τάξη την συνεχίζει και στη διάρκεια του πολέμου, αλλάζοντας μόνο τη μορφή δράσης»14.
Δεύτερο, η στάση κάθε πολιτικής δύναμης απέναντι στο ΝΑΤΟ, όπως και στην ΕΕ ή άλλη διακρατική ιμπεριαλιστική ένωση, είναι στάση που την χαρακτηρίζει και αναδεικνύει στην πράξη ποια θέση κρατάει στη διαχωριστική γραμμή: «Με το λαό, με τους λαούς ή με τα μονοπώλια», που είναι η καρδιά του ιμπεριαλισμού.
Η στάση απέναντι στο ΝΑΤΟ και τις άλλες ιμπεριαλιστικές ενώσεις δεν κρίνεται πάνω σε κριτικές παρατηρήσεις, ακόμα και σε καυστική φρασεολογία ή και σε αντιδράσεις που μπορεί να εκδηλώνονται σε περίπτωση, π.χ., ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων ή πολέμων.
Αλλά η στάση κάθε κόμματος καθορίζεται σε σχέση με τον πυρήνα του προβλήματος, την πάλη για την αποδέσμευση από το ΝΑΤΟ και τις κάθε λογής ιμπεριαλιστικές ενώσεις, την πάλη για τη διαμόρφωση των προϋποθέσεων που θα καταστήσουν αυτό δυνατό, με το λαό νοικοκύρη στον τόπο του, πρωταγωνιστή για την οικοδόμηση αμοιβαία επωφελών σχέσεων με άλλα κράτη και λαούς.
Αυτό είναι βασικό στοιχείο και η επιλογή αυτή είναι μέρος της κεντρικής επιλογής, που αφορά την πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού, για την εξουσία της εργατικής τάξης, το σοσιαλισμό.
Το δίλημμα, δηλαδή, ανατροπή ή διαχείριση του καπιταλισμού περιλαμβάνει το δίλημμα αποδέσμευση ή διατήρηση της παραμονής στο ΝΑΤΟ και τους άλλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς.
Σήμερα, στην Ελλάδα, υπάρχει πλούσια πείρα που εμποδίζει τη δηλητηρίαση του λαού από τη φιλοΝΑΤΟϊκή προπαγάνδα και τον εκφοβισμό που επιχειρεί συστηματικά η συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ για να εμποδίσει την πάλη για την αποδέσμευση από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς.
Όμως, ακόμα και με μια πρώτη εξέταση ιστορικών γεγονότων και τρεχουσών εξελίξεων, διαπιστώνεται ότι το ΝΑΤΟ είναι φονική συμμαχία που συστηματικά οργανώνει επεμβάσεις, πολέμους, πραξικοπήματα, σημαδεύοντας καθημερινά τους λαούς, το λαϊκό κίνημα.
Ο ισχυρισμός ότι η Ελλάδα είναι ή μπορεί να γίνει εστία «σταθερότητας» στην περιοχή και να αναβαθμιστεί γεωστρατηγικά, χάρη στη συμμετοχή στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, είναι ανυπόστατη και επικίνδυνη, γιατί στην πράξη έχει αποδειχτεί πως η ενσωμάτωση στις λυκοσυμμαχίες είναι προς όφελος και υπηρετεί τα συμφέροντα της αστικής τάξης, των μονοπωλίων και τη διαιώνιση της εξουσίας τους, χρησιμοποιείται για να διεκδικούν από καλύτερες θέσεις την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, μέρος της λείας από την εκμετάλλευση, την καταπίεση άλλων λαών. Έχει οδηγήσει σε μετατροπή της Ελλάδας σε ορμητήριο εκτέλεσης ιμπεριαλιστικών πολεμικών επιχειρήσεων και εμπλέκει το λαό μας σε νέες περιπέτειες, με τη συμμετοχή της χώρας, π.χ. στους πολέμους στη Γιουγκοσλαβία, το Αφγανιστάν, το Ιράκ, τη Λιβύη, τη Συρία.
Τα περί εξασφάλισης της ασφάλειας της Ελλάδας, των κυριαρχικών δικαιωμάτων, της εδαφικής ακεραιότητας διαψεύδονται καθημερινά και για πολλά χρόνια μέσα από την πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων, των σχέσεων δύο κρατών-μελών του ΝΑΤΟ, με αιχμή τις τουρκικές απειλές, την αμφισβήτηση των συνόρων.
Διαψεύδονται από την πείρα της Κύπρου, που με ευθύνη του ΝΑΤΟ, των ΗΠΑ και της ΕΕ συνεχίζεται για 40 χρόνια η τουρκική κατοχή και διαμορφώνεται το έδαφος για διχοτομική λύση που νομιμοποιεί την εισβολή του 1974.
Πολύ ύπουλες είναι οι θέσεις που μέσα από μια καιροσκοπική κριτική τοποθέτηση προσπαθούν να περάσουν στο λαό το μήνυμα ότι είναι μοιραίο να υποταχτεί στην ιδέα της παραμονής της χώρας στο ΝΑΤΟ.
Η θέση του ΣΥΡΙΖΑ που διατύπωσε ο Α. Τσίπρας πρόσφατα είναι αποκαλυπτική. Συγκεκριμένα ανέφερε: «Διότι ισχυρίζομαι και το λέω με όλη τη δύναμη της φωνής μου ότι η χώρα πράγματι είναι μια χώρα που ανήκει στο δυτικό πλαίσιο, ανήκει στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, αυτό δεν αμφισβητείται, όμως δεν μπορεί να είναι μια χώρα ασήμαντη της Δύσης που θα ακολουθεί άκριτα τις επιλογές των ισχυρών της Δύσης»15.
Αυτό είναι ένα μέρος των διαπιστευτηρίων που δίνει το κόμμα αυτό στην αστική τάξη, στις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, στο επιτελείο των Βρυξελλών. Κι αυτή ακριβώς η θέση είναι που αντιστοιχεί στο γενικότερο πλαίσιο της αστικής διαχείρισης που υποστηρίζει, εκφράζοντας τη σχέση της εσωτερικής με την εξωτερική πολιτική, όπως καταγράφονται στη σοσιαλδημοκρατική στρατηγική του.
Όμως παράλληλα, ο ΣΥΡΙΖΑ, για να εγκλωβίσει λαϊκές δυνάμεις που προβληματίζονται, προσπαθεί να θολώσει τα νερά με τη θέση περί «διάλυσης» του ΝΑΤΟ.
Πετάει την μπάλα στην εξέδρα, συνειδητά, σχεδιασμένα, αναμασώντας μια γνωστή θέση του διεθνούς οπορτουνισμού.
Η αλήθεια είναι πως η απόσπαση της διάλυσης του ΝΑΤΟ από την πάλη για την αποδέσμευση σημαίνει διατήρηση της συμμετοχής της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, αφού η αποδυνάμωση της ιμπεριαλιστικής συμμαχίας περνάει αναγκαστικά μέσα από την αποχώρηση κράτους ή κρατών, ως συνειδητή λαϊκή επιλογή και αποτέλεσμα σκληρής πάλης.
Συνεπώς, τα περί «πολυδιάστατης» εξωτερικής πολιτικής είναι αβάσιμα και αντικειμενικά ουτοπικά, γιατί πολιτικές δυνάμεις που εκπροσωπούν την αστική τάξη ή τμήματά της είναι υποχρεωμένες, παρά τους κατά καιρούς ελιγμούς, να υπηρετήσουν –τόσο στο επίπεδο της εσωτερικής πολιτικής όσο και στην προέκτασή της, στην εξωτερική πολιτική– αντιλαϊκά συμφέροντα.
Το πρόβλημα της στάσης απέναντι στο ΝΑΤΟ είναι γενικότερο, δεν αφορά μόνο τα μεταλλαγμένα, κατ’ όνομα ΚΚ, όπως το Γαλλικό, το Ισπανικό, που δρουν μέσα στο «Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς» (ΚΕΑ), αλλά και κομμουνιστικά κόμματα που υποστηρίζουν πως «πατάνε στα πόδια τους» αλλά η ανάλυσή τους είναι προβληματική και αρνούνται τη θέση της αποδέσμευσης.
Υποστηρίζουμε πως ακόμα και για κράτη που δεν είναι ενταγμένα στο ΝΑΤΟ η λαϊκή πάλη δεν μπορεί να περιοριστεί στη θέση για μη ένταξη στη λυκοσυμμαχία ή τα παρακλάδια της και στη θέση περί «διάλυσης», αλλά στην ανάδειξη της σημασίας της αποδέσμευσης των κρατών που είναι ενταγμένα, στην προβολή αυτής της αναγκαιότητας ως στοιχείο αποδυνάμωσης του ιμπεριαλιστικού αυτού οργανισμού.
Τρίτο, μετά από την ανατροπή του σοσιαλισμού, απολογητές αστικών και οπορτουνιστικών αντιλήψεων υμνούν το λεγόμενο «πολυπολικό κόσμο» ως αντίβαρο στις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, εκθειάζοντας τις BRICS και άλλες διακρατικές ενώσεις. Πρόκειται αντικειμενικά για θέση που ευθύνεται για την παραπλάνηση των λαών και στηρίζεται στην αταξική θεώρηση του χαρακτήρα ισχυρών καπιταλιστικών κρατών –παλιών ή «αναδυόμενων»– που, σε πείσμα των υποστηρικτών τους, κυριαρχούν τα μονοπώλια και η εξουσία τους, εκπληρώνουν ιδιαίτερο ρόλο στην εξαγωγή κεφαλαίων, διεκδικούν πρωταγωνιστικό ρόλο στην περιοχή τους ή και σε ευρύτερες περιοχές και κατέχουν σημαντική θέση στο ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Το πρόβλημα είναι σοβαρό, γιατί οι αντιθέσεις, π.χ. με τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ ή την ΕΕ ως η άλλη όψη της παράλληλης συνεργασίας τους αφορούν τους μονοπωλιακούς ομίλους και καμία σχέση δεν έχουν με τα συμφέροντα των λαών. Έτσι, η αναζήτηση λύσης στον «πολυπολικό κόσμο» οδηγεί σε επιλογή ιμπεριαλιστή ή ιμπεριαλιστικής ένωσης και επιδρά αρνητικά στην αναγκαία αυτοτελή ιδεολογικοπολιτική και μαζική πάλη με κριτήριο τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων, με στόχο την ανατροπή της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, την οικοδόμηση του σοσιαλισμού και την προώθηση πολιτικής αμοιβαία επωφελών διεθνών σχέσεων.
Αυτό ισχύει και για την περιβόητη «Νέα Αρχιτεκτονική» που στηρίζεται κυρίως στον ΟΗΕ ως φορέα του «διεθνούς δικαίου» και τον «Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη» (ΟΑΣΕ).
Είναι φανερό ότι οι υποστηρικτές αυτών των θέσεων επιδίδονται σε ένα «άλμα στο κενό», γιατί έχει αποδειχτεί ότι η αλλαγή που επήλθε μετά από την ανατροπή του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ένωση και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες, το γενικότερο περιβάλλον που διαμορφώθηκε μετά από την αντεπανάσταση οδήγησε σε ιστορικό πισωγύρισμα και οδυνηρή αλλαγή του συσχετισμού (που είχε καθοριστική επίδραση στο ρόλο του ΟΗΕ), ο οποίος αποτελεί αποδεδειγμένα στην πράξη βραχίονα στήριξης των ιμπεριαλιστικών σχεδίων, των επεμβάσεων και των πολέμων που έχουν εξαπολύσει οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και η ΕΕ. Καλύπτει ή επιζητεί άδικες συμβιβαστικές λύσεις, ακόμα και σε κραυγαλέες περιπτώσεις κατοχής για τις οποίες υπήρχαν προηγούμενες αποφάσεις, όπως στην περίπτωση της Κύπρου και της Παλαιστίνης.
Ενώ ο ΟΑΣΕ έχει οργανική σύνδεση με το ΝΑΤΟ, το οποίο αναγνωρίζει την «προσφορά» του και, όπως αναγράφεται σε σχετική αναφορά, ακόμα από το 1995 «μεταξύ των αποστολών των δυνάμεων και των στρατηγείων του ΝΑΤΟ συμπεριλαμβάνεται και η υποστήριξη του ειρηνευτικού έργου του ΟΑΣΕ».
Τέταρτο, το ΚΚΕ από την ίδρυση του ΝΑΤΟ και την ένταξη της Ελλάδας πολέμησε αυτόν τον ιμπεριαλιστικό οργανισμό. Αντιτάχτηκε στην εμπλοκή των ελληνικών κυβερνήσεων στις επεμβάσεις και τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους.
Διεκδίκησε την αποχώρηση της χώρας από τη λυκοσυμμαχία, την απομάκρυνση των βάσεων, στηρίζει την πάλη του αντιιμπεριαλιστικού κινήματος για μη αποστολή ελληνικών στρατιωτικών και αστυνομικών δυνάμεων στο εξωτερικό, για την επιστροφή των δυνάμεων που έχουν χρησιμοποιηθεί σε ιμπεριαλιστικές αποστολές.
Το ΚΚΕ, μελετώντας, αξιοποιώντας την πείρα και εμπλουτίζοντας την στρατηγική του, αναδεικνύει και διεκδικεί την αποδέσμευση της χώρας από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, με την εργατική τάξη, το λαό στην εξουσία, ιδιοκτήτη των μέσων παραγωγής, για να χτιστεί η νέα, σοσιαλιστική κοινωνία, ώστε τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στις διεθνείς σχέσεις κριτήριο να είναι οι λαϊκές ανάγκες και η διεθνιστική αλληλεγγύη.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

Ο Γιώργος Μαρίνος είναι μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ.
1. Σήμερα το ΝΑΤΟ έχει 28 μέλη. Το 1949, στην ίδρυσή του, συμμετείχαν: ΗΠΑ, Βέλγιο, Καναδάς, Δανία, Γαλλία, Ισλανδία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Νορβηγία, Πορτογαλία, Μ. Βρετανία. Ακολούθησαν: Ελλάδα, Τουρκία (1952), Γερμανία (1955), Ισπανία (1982), Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία (1999), Βουλγαρία, Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία, Ρουμανία, Σλοβακία, Σλοβενία (2004), Αλβανία, Κροατία (2009).
2. Στο άρθρο 5 της ιδρυτικής συμφωνίας του ΝΑΤΟ (άρθρο που εκπληρώνει ιδιαίτερο ρόλο μέχρι τις μέρες μας), αναφέρεται ότι «τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν ότι ένοπλος επίθεσις εναντίον ενός ή πλειόνων εξ αυτών εν Ευρώπη ή Βορείω Αμερική θέλει θεωρηθεί ως επίθεσις εναντίων απάντων και, συνεπώς, συμφωνούν ότι, εν περιπτώσει ταύτης ενόπλου επιθέσεως, έκαστον εξ αυτών, εν τη ασκήσει του υπό το άρθρο 51 του Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών αναγνωριζομένου δικαιώματος της ατομικής ή συλλογικής αυτοαμύνης, θα συνδράμη τα υφιστάμενα την επίθεσιν εν η πλείονα Μέρη διά της αμέσου λήψεως, τόσον ατομικώς όσον και από συμφώνου μετά των ετέρων Μερών, των μέτρων άτινα θεωρεί αναγκαία, περιλαμβανομένης της χρήσεως ενόπλου βίας, προς αποκατάστασιν και διατήρησιν της ασφάλειας της περιοχής του Βορείου Ατλαντικού».
3. Ο τότε πρωθυπουργός Ν. Πλαστήρας στην ομιλία του ανέφερε: «Η κυβέρνησις είναι ευτυχής σήμερον, διότι με την ψήφισιν, σχεδόν ομοφώνως, από την Βουλήν του νομοσχεδίου περί εισόδου της Ελλάδος εις το Ατλαντικόν Σύμφωνον, επικυρώνεται γεγονός χαρμόσυνον και πολύ σοβαρόν ... Δεν πρέπει να γίνεται λόγος ότι η Ελλάς ημπορεί να ακολουθήση άλλην πολιτικήν [...] Είναι μία μεγάλη επιτυχία το ότι εισήλθεν η Ελλάς εις το Ατλαντικόν Σύμφωνον, διότι τιμάται ούτως από τους ομόφρονας και δημοκρατικούς λαούς του Ατλαντικού Συνασπισμού ... Δεν ημπορεί κανείς να μην παραδεχτεί ότι, όταν η Ελλάς συμμετέχη εις το Ατλαντικόν Σύμφωνον μετά των Μεγάλων Δυνάμεων αι οποίαι κατοικούνται από ελεύθερους δημοκρατικούς λαούς, αισθάνεται εαυτήν ασφαλεστέρα [...] Αι άλλαι θεωρίαι περί ουδετερότητος και ειρηνεύσεων είναι θεωρίαι αι οποίαι δεν έχουν καμμίαν σχέσιν με το γεγονός αυτό. Θα επεθύμουν εν προκειμένω να περιορισθή η συζήτησις της Βουλής, διότι έχομεν και άλλα έργα με τα οποία πρέπει να ασχοληθούμε».
4. «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, 1949-1968, Β΄ τόμος»,  εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 296.
5. Η συμφωνία μεταξύ των άλλων όριζε: «Άρθρον 1. Η Ελληνική Κυβέρνησις [...] εξουσιοδοτεί την κυβέρνησιν των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής να χρησιμοποιή οδούς, σιδηροδρομικάς γραμμάς και χώρους, και να κατασκευάζει, αναπτύσση, χρησιμοποιή και θέτη εν λειτουργία στρατιωτικά και βοηθητικά έργα εν Ελλάδι [...] Η κυβέρνηση των ΗΠΑ δύναται να φέρη, εγκαθιστά και στεγάζη εν Ελλάδι προσωπικόν των ΗΠΑ. Αι Ένοπλοι Δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών και το υπό τον έλεγχο των υλικόν δύναται να εισέρχωνται, εξέρχονται, κυκλοφορούν, υπερίπτανται ελευθέρως εν Ελλάδι και εις τα χωρικά της ύδατα, υπό την επιφύλαξιν οιασδήποτε τεχνικής συνεννοήσεως [...] Αι ενέργειαι αύται απαλλάσσονται οιωνδήποτε τελών, δικαιωμάτων και φόρων…».
6. Το 1956 εκδηλώθηκε αντεπανάσταση στην Ουγγαρία και το 1968 στην Τσεχοσλοβακία.
7. Από την Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ.
8. Συνολικά στα Βαλκάνια έχει εγκατασταθεί σημαντικός αριθμός Αμερικανο-ΝΑΤΟϊκών βάσεων, μεταξύ των οποίων: Στο Κόσοβο το Camp Bondsteel. Στην Τουρκία στο Incirlik, στη Βουλγαρία η βάση του Kogalniceau, στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη η Eagle και η Tuzla Air Base, στην Αλβανία η Perlat, η Bisht Palle και άλλες.
9. Άρθρο του Reuters, 9 Μάη 2014.
10. Περιοδικό «Foreign Affairs», 8 Νοέμβρη 2012, «Πώς βλέπει η Κίνα τις ΗΠΑ».
11. www.stockwatch.com
12. www.statecraft.org.uk/research/latin-america-and-learning-nato’s-expe-rience
13. www.soaw.org/component/content/article/233-bridges-not-bases/3637-us-military-presence-in-latin-america
14. Β. Ι. Λένιν: «Πόλεμος και Επανάσταση», «Άπαντα», τ. 32, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 79.

15. Συνέντευξη Τσίπρα στο Δελτίο Ειδήσεων του ΑΝΤ1, 14 Μάη 2014.

TOP READ