Τα μηνύματα, μέσω τουίτερ, της προέδρου της Δημοκρατίας Κ. Σακελλαροπούλου και του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη για την επέτειο των 54 χρόνων από το πραξικόπημα των συνταγματαρχών ταυτίστηκαν στον εκθειασμό της δημοκρατίας που εδραιώθηκε μετά την πτώση της δικτατορίας. Όλα αυτά τα χρόνια της μεταπολίτευσης δεν έπαυσε να επαινείται η αστική μας δημοκρατία και οι κατακτήσεις της που ως κόρη οφθαλμού οφείλουμε να προσέχουμε.
Η δημοκρατία τον εικοστό αιώνα έγινε μορφή διακυβέρνησης στις μεγάλες και πιο προηγμένες καπιταλιστικές χώρες. Μάλιστα ο βασικός ισχυρισμός κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου ήταν πως η δημοκρατία απαιτούσε καπιταλισμό και ισχυρή μεσαία τάξη και ότι ο καπιταλισμός λειτουργεί καλύτερα με τη δημοκρατία. Το γεγονός ότι μια ισχυρή μειονότητα, η αστική τάξη, κράτησε δυσανάλογη πολιτική εξουσία στις δημοκρατίες μέσω του ελέγχου των μοχλών της οικονομικής δύναμης και των μέσων ενημέρωσης έγινε αποδεκτός κανόνας, ένα παράδοξο που αμφισβητήθηκε από τους κομμουνιστές, αφού στην πραγματικότητα καπιταλισμός και δημοκρατία σε μεγάλο βαθμό μοιάζουν ασυμβίβαστες. Γιατί η σύγχρονη μορφή της δημοκρατίας είναι η αστική, όπου την κρατική εξουσία έχει η αστική εξουσία και το κράτος λειτουργεί με τέτοιο τρόπο ώστε να διατηρεί και να προωθεί τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και τον χαρακτήρα της ταξικής δημοκρατίας. Κι όμως αυτή η αστική δημοκρατία πρωτοεμφανίστηκε στην Ευρώπη ως αποτέλεσμα της κινητοποίησης αυτών που δεν αντιπροσωπεύονταν με τις ψηφοφορίες, δηλ. των εργαζομένων. Μάλιστα οι σοσιαλιστές εκείνης της εποχής βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή του αγώνα για την σφυρηλάτηση της δημοκρατίας. Και ήταν τα σοσιαλιστικά κόμματα τον 19ο αιώνα οι πιο συνεπείς και επίμονοι υποστηρικτές του εκδημοκρατισμού. Η εργατική τάξη παντού πολέμησε όχι μόνο για υψηλότερους μισθούς και λιγότερες ώρες εργασίας, αλλά και για την πολιτική δημοκρατία, είτε ως αυτοσκοπό είτε ως αναπόσπαστο μέρος του αγώνα για σοσιαλισμό. Η δημοκρατία εξελίχθηκε παράλληλα με την εκβιομηχάνιση και τον καπιταλισμό, την αστικοποίηση των αγροτών και την άνοδο της μαζικής εκπαίδευσης. Η κυρίαρχη τάξη, ιδιοκτήτρια των μέσων παραγωγής, έκανε παραχωρήσεις στους εργαζόμενους όταν αντιμετώπιζε τα κινήματά τους και για να αποτρέψει μια πιο ριζοσπαστική σοσιαλιστική επανάσταση.
Με την ήττα του φασισμού στον Β 'Παγκόσμιο Πόλεμο, η φιλελεύθερη δημοκρατία και η σοσιαλδημοκρατία έγιναν αναδρομικά τα ιδανικά για τα οποία είχε διεξαχθεί ο πόλεμος και το τέλος του πολέμου εγκαινίασε το θρίαμβο της δημοκρατίας τόσο στην Ευρώπη όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τις επόμενες δεκαετίες η Ευρώπη γνώρισε μια άνευ προηγουμένου περίοδο δημοκρατικής εξέλιξης και κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης. Λόγω της τεράστιας καταστροφής του ιδιωτικού πλούτου που σημειώθηκε κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης και του Β Παγκοσμίου Πολέμου και λόγω των προγραμμάτων των Σοσιαλδημοκρατών σε όλη την Ευρώπη και τη βοήθεια του Σχεδίου Μάρσαλ, με τη Σοβιετική Ένωση να είναι παράδειγμα για μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης, μια περίοδος οικονομικής ανάπτυξης, ενδεχόμενης ευημερίας και μεγαλύτερης οικονομικής και κοινωνικής ισότητας συνεχίστηκε τα επόμενα τριάντα χρόνια. Η δημοκρατία και το κράτος πρόνοιας ήταν τα ορατά σημάδια αυτής της εξέλιξης, ενώ προωθήθηκε η ιδεολογία πως ένας άλλος τύπος καπιταλισμού διαμορφώνεται, που μετριάζεται και περιορίζεται από τη δύναμη του δημοκρατικού κράτους. Και πραγματικά, στις καπιταλιστικές μητροπόλεις περισσότεροι άνθρωποι ήταν μορφωμένοι από ποτέ, η βρεφική θνησιμότητα είχε μειωθεί θεαματικά και οι άνθρωποι ζούσαν περισσότερο. Γενικά, η ανισότητα μειώθηκε, αυξήθηκε η κοινωνική κινητικότητα και το αμερικάνικο όνειρο έμοιαζε προσιτό σε όλους. Οι εργαζόμενοι πίστευαν στη δυνατότητά τους να επηρεάσουν την πολιτική, με τους αγώνες τους μέσω των συνδικάτων τους και των σοσιαλιστικών και κομμουνιστικών κομμάτων. Μια δημοκρατική λογική είχε καταστεί κυρίαρχη, η οποία βασιζόταν στη διαπραγμάτευση, στον συμβιβασμό, ακόμα και οργισμένα και υπό πίεση, στον σεβασμό για τους αντιπάλους, που θόλωνε τις ταξικές διαιρέσεις και συμφέροντα.
Αυτές τις δεκαετίες μετά τον πόλεμο στη χώρα μας οι πληγές ήταν ακόμα ανοικτές, με την ανελέητη δίωξη των κομμουνιστών και με τους νικητές του εμφυλίου, παρόλο τις εκλογικές νοθείες, τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων, τους φακέλους στην Ασφάλεια κλπ., να περηφανεύονται για την επικράτηση της δημοκρατίας. Η επτάχρονη λοιπόν δικτατορία δεν είχε σχέση με τη γενικότερη παγκόσμια κατάσταση εκείνης της εποχής, έχοντας συγγένειες, όπως με τις δικτατορίες του μεσοπολέμου, με πολιτικά ή κοινωνικά φαινόμενα με άλλες κοντινές χώρες. Περισσότερο σχετιζόταν με το δικό μας παρελθόν, και με ειδικότερους λόγους που είχαν να κάνουν με τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο. Γι’ αυτό και όταν οι στρατηγικοί στόχοι επιτεύχθηκαν και η κυπριακή τραγωδία διέλυσε τη χούντα, η επιστροφή στο δοκιμασμένο status quo με τον Κ. Καραμανλή θεωρήθηκε η καλύτερη λύση για τα εγχώρια κέντρα εξουσίας αλλά και αυτά της συμμάχου χώρας των ΗΠΑ. Βάζοντας τη δικτατορία σε παρένθεση στα επόμενα χρόνια ζήσαμε κι εμείς τον μύθο της αστικής δημοκρατίας και κοινωνικής ευημερίας, χωρίς να ενοχλεί ιδιαίτερα ο φαρισαϊσμός της εξουσίας και ο εκχυδαϊσμός της κοινωνικής ζωής.
Μόνο που αυτή η εποχή της αστικής δημοκρατίας που συνοδευόταν με οικονομική ευφορία έληξε με την οικονομική κρίση, και όχι μόνο στη χώρα μας. Και φάνηκε η γύμνια του δημοκρατικού πολιτεύματος καθώς δεν αρκούσαν πια οι ελάχιστες απαιτήσεις γι’ αυτό, η ισότητα, με την τυπική αριθμητική έννοια και η λαϊκή κυριαρχία, μέσω της εκλογής εκπροσώπων του λαού, για να ανταποκριθεί στις ανάγκες των ανθρώπων της δουλειάς. Γιατί στο μέτρο που οι ανισότητες στην κατοχή αγαθών διευρύνονται, αποκαλύπτεται πως δεν εξασφαλίζουν η τυπική ισότητα και οι εκλογές την άσκηση της εξουσίας προς το κοινό συμφέρον, που αποδεικνύεται πως δεν είναι καθόλου κοινό.
Όταν πριν έντεκα χρόνια, η ανακοίνωση, σχεδόν σε θριαμβευτικό τόνο, από τον τότε πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου της προσφυγής της χώρας στον μηχανισμό στήριξης που έθετε τα οικονομικά της χώρας στον απόλυτο έλεγχο του ΔΝΤ και της ΕΕ με τα μνημόνια, οδήγησε μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων στην εξαθλίωση και ανεργία, η υπολειτουργία της αστικής δημοκρατίας έγινε φανερή σε όλα τα επίπεδα.
Και φτάσαμε με πρόσχημα την προστασία μας από την πανδημία να διακυβεύονται πολιτικές και κοινωνικές κατακτήσεις, με την αστική μας δημοκρατία να διολισθαίνει σε ολοένα αυταρχικότερες μορφές διακυβέρνησης και την κυρίαρχη τάξη απροκάλυπτα να ενδιαφέρεται μόνο για τα συμφέροντά της με τους νόμους που ψηφίζει η πολιτική μας ηγεσία. Από το νομοσχέδιο για τα εργασιακά με την κατάργηση του οκτάωρου, μέχρι την τροπολογία για το ακαταδίωκτο, όχι των επιστημόνων σε επιτροπές, αλλά κυρίως των κυβερνητικών οργάνων που έπαιρναν αποφάσεις για τη ζωή μας.
Η ατμόσφαιρα του Αρη είναι πολύ αραιή, έχοντας μόλις το 1% της πυκνότητας της γήινης, και η πτήση ελικοπτέρου απαιτεί πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα και δύο έλικες που περιστρέφονται αντίθετα, ώστε να υπάρξει αρκετή δύναμη ανύψωσης, ακόμη και για ένα μικρό σκάφος, βάρους μόλις 1,8 κιλών. Οπωσδήποτε η μικρότερη βαρύτητα του Αρη διευκόλυνε την πτήση, αλλά οι άγνωστες παράμετροι ήταν πολλές. Το «Ingenuity» χρησιμοποιεί αρκετά εξαρτήματα του εμπορίου, π.χ. εξαρτήματα κινητής τηλεφωνίας, που δοκιμάστηκαν για πρώτη φορά στις αντίξοες συνθήκες ενός άλλου πλανήτη. Κατά τις πτήσεις του ελικοπτέρου, το ρόβερ «Perseverance» παρατηρούσε την πτήση από απόσταση 60 μέτρων - ώστε να αποφευχθεί βλάβη σε αυτό σε περίπτωση πτώσης του ελικοπτέρου - και λειτουργούσε ως αναμεταδότης των πληροφοριών του «Ingenuity» προς τη Γη. Λόγω της απόστασης μεταξύ των δύο πλανητών και του χρόνου που χρειάζεται για τη μετάδοση των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων, η πτήση του ελικοπτέρου έγινε αυτόματα με βάση έναν προγραμματισμό και όχι με άμεσο ανθρώπινο χειρισμό, όπως γίνεται ο χειρισμός των ελικοπτέρων - drones στη Γη.
NASA/JPL-Caltech |
..
Σχολιάζοντας τις εξελίξεις, τις δικαιολογημένες αντιδράσεις φιλάθλων και αθλητών που ξεσηκώθηκαν, την αντιπαράθεση για τα επιχειρηματικά κέρδη και τις υποκριτικές «κορόνες» των κυβερνήσεων - μεταξύ αυτών και της κυβέρνησης ΝΔ - σε ανακοίνωσή του το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ σημείωνε μεταξύ άλλων μεσοβδόμαδα: «Αποδεικνύεται ότι ο καπιταλισμός δεν αφήνει καμία ανθρώπινη δραστηριότητα έξω από τα αδηφάγα σχέδιά του. Μοναδική λύση απέναντι σε αυτήν τη σήψη, που δημιουργεί και ενισχύει την αποστροφή του φίλαθλου κόσμου, είναι να απαλλαγεί το ποδόσφαιρο και συνολικά ο αθλητισμός από τη θηλιά της εμπορευματοποίησης και της επιχειρηματικής δράσης».
Αυτό ακριβώς το «διά ταύτα» πάσχισαν να κρύψουν με τις τοποθετήσεις τους όλη τη βδομάδα κυβερνήσεις, κόμματα και κάθε λογής «ειδικοί», διακινώντας ταυτόχρονα και μια σειρά από «ανέκδοτα».
Ολοι - ακόμα και εκείνοι που πρωτοστάτησαν - παραδέχτηκαν ότι η κίνηση αφορούσε τη διεκδίκηση ακόμα μεγαλύτερου κομματιού από την «πίτα» της ποδοσφαιρικής αγοράς.
Αλλωστε, χωριό που φαίνεται κολαούζο δε θέλει: Η αντιπαράθεση έχει να κάνει με το ποια διοργάνωση (UEFA - European Super League), αλλά και ποιο «μοντέλο» διοργάνωσης, το «ευρωπαϊκό» ή το «αμερικανικό», θα διασφαλίζει περισσότερα κέρδη, με το πώς και σε ποιους θα μοιράζονται αυτά όπως και με την αντιπαράθεση ευρωπαϊκών και αμερικανικών (αλλά και άλλων, όπως ρωσικών, κινεζικών, καταριανών) κεφαλαίων που έχουν διεισδύσει σε ευρωπαϊκές ομάδες (για ένα μικρό μόνο δείγμα βλέπε και σχετικό θέμα).
Οπως έλεγε άλλωστε στις αρχές της βδομάδας ο πρόεδρος της Ρεάλ, Φλορεντίνο Πέρεθ, εκ των πρωταγωνιστών στην απόπειρα δημιουργίας της κλειστής Λίγκας, «το ποδόσφαιρο πρέπει να εξελιχθεί, όπως οι εταιρείες (...) Οι νέοι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονται πια για το ποδόσφαιρο (...) έχουν άλλες πλατφόρμες για να εστιάσουν την προσοχή τους (...) Η τηλεόραση αλλάζει κι εμείς πρέπει να προσαρμοστούμε».
Τι σχέση έχουν όλα αυτά με το αγαπημένο άθλημα εκατομμυρίων; Καμία. Διότι όλους αυτούς δεν τους νοιάζει το ποδόσφαιρο. Τους νοιάζει μόνο το κέρδος, ή, πιο σωστά, η αύξηση του κέρδους και στο πλαίσιο αυτό το ποδόσφαιρο είναι απλά ένα ακόμα τηλεοπτικό εμπόρευμα.
Ενδεικτικό άλλωστε είναι πως στην «data-driven» εποχή της λήψης όλων των σημαντικών επιχειρηματικών αποφάσεων, η UEFA, όπως και καθεμία από τις μεγάλες ποδοσφαιρικές εταιρείες, έχει εδώ και χρόνια μπει στη διαδικασία της ανάλυσης των στατιστικών δεδομένων που δημιουργεί η συμπεριφορά των «πελατών» - δηλαδή των ποδοσφαιρόφιλων.
Τα ευρήματα όλων αυτών των ερευνών, τα οποία συμπίπτουν, είναι αυτά που κάρφωσαν στη διάρκεια της τελευταίας 4ετίας στο μυαλό των επιχειρηματιών την ιδέα της υλοποίησης του σχεδίου για τη δημιουργία της European Super League.
Προκειμένου να πιάσουν λοιπόν νέους πελάτες, οι σύλλογοι πρέπει να παράξουν ελκυστικό «περιεχόμενο» για αυτούς - δηλαδή περιεχόμενο του γούστου των «ευκαιριακών» ποδοσφαιρόφιλων, «φιλικό στα social media», αυτών που αρχίζουν να βλέπουν το Champions League μετά τη φάση των «16», δηλαδή όταν συμμετέχουν μόνο ή κυρίως μεγάλες ομάδες, που «χαζεύουν» και μοιράζονται μικρά στιγμιότυπα με γκολ, θεαματικές φάσεις, αστείες στιγμές κ.ο.κ. Αυτό το «κοινό» - «καταναλωτή αθλητισμού» που ο ίδιος ο εμπορευματοποιημένος αθλητισμός γεννάει και αναπαράγει, θέλουν να ικανοποιήσουν οι μεγάλες ποδοσφαιρικές εταιρείες. Γι' αυτό και φτάνουν, όπως μας είπε ο Πέρεθ, να προβληματίζονται μήπως πρέπει να μικρύνουν τη διάρκεια του ποδοσφαιρικού αγώνα προκειμένου να γίνει ελκυστικός στους μικρότερους και στους «ευκαιριακούς» θεατές.
Ετσι λοιπόν μόνο κεραυνός εν αιθρία δεν θα μπορούσαν να είναι οι πρόσφατες εξελίξεις με την προσπάθεια δημιουργίας κλειστής Λίγκας.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο μόνο σαν ανέκδοτο ακούστηκαν:
-- Οι δηλώσεις των Ευρωπαίων ηγετών - μέρος της επιχειρηματικής αντιπαράθεσης, η οποία έχει και άλλες γεωπολιτικές «ουρές» - ότι... «νίκησε το ευρωπαϊκό μοντέλο αθλητισμού» και οι «αξίες» του. Για ποιο «μοντέλο» μιλάνε; Αυτό όπου κουμάντο κάνουν τα συμφέροντα εφοπλιστών, τραπεζιτών, μεγαλοξενοδόχων, μεγαλοδικηγόρων, μιντιαρχών; Αυτό όπου επιχειρηματικοί όμιλοι, βιομήχανοι και επιχειρηματίες έχουν «όμηρο» το αγαπημένο άθλημα εκατομμυρίων λαού, τις ομάδες που «δημιούργησαν οι φτωχοί και έκλεψαν οι πλούσιοι» (όπως έλεγε κι ένα από τα συνθήματα των φιλάθλων τις μέρες αυτές), που δέθηκαν με την ιστορία των εργαζομένων σε σημαντικές βιομηχανικές πόλεις, προσπαθώντας πέρα από κέρδη να αντλήσουν δύναμη και αίγλη για τους επιχειρηματικούς και άλλους σκοπούς τους, όπως π.χ. η «Πεζό» στη Σοσό, ο Ανιέλι της «Φίατ» στη Γιουβέντους, ο εφοπλιστής στη Νάπολι και δήμαρχος της πόλης Ακίρε Λάουρο, ο Μπερλουσκόνι στη Μίλαν, και τα παραδείγματα δεν έχουν τέλος;
-- Οι αντιδράσεις, όπως αυτές της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ, που ως κυβερνήσεις έχουν βάλει φαρδιά - πλατιά την υπογραφή τους στην πολιτική που έχει παραδώσει το ποδόσφαιρο στην επιχειρηματική δράση, να καμώνονται τώρα τους «τιμητές».
Και την ίδια ώρα με δηλώσεις όπως αυτές π.χ. του σημερινού προέδρου της ΕΠΟ, Θ. Ζαγοράκη, που ζήτησε να μη «σταματήσει κάθε δεσμός της Ευρώπης με τις εγχώριες ομοσπονδίες και ουσιαστικά στραγγαλιστούν τα εθνικά πρωταθλήματα που χρηματοδοτούν με τη σειρά τους το ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο», να παρουσιάζουν το πρόβλημα ως λύση, και τον εμπορευματοποιημένο αθλητισμό ως λύση για... τον ερασιτεχνικό. Πολιτική που οδηγεί αθλητικά σωματεία εκτός μητρώου, τοπικές ΕΠΣ να βουλιάζουν στα χρέη, σχέδια ως και για στοίχημα στο ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο. Αλλά κατά τ' άλλα... ενοχλήθηκαν από την «απληστία» των 12.
-- Το αμίμητο ότι για την υπαναχώρηση συνέβαλαν η FIFA και η UEFA που... «έπιασαν τον παλμό των φιλάθλων»!
Η FIFA των σκανδάλων και των μαφιόζων, που έχει μετατρέψει τα Μουντιάλ σε πανηγύρι χορηγών, που ψάχνοντας για νέα κέρδη και νέους πελάτες έδωσε το Μουντιάλ στο Κατάρ, εκεί που δέκα χρόνια τώρα 12 εργαζόμενοι χάνουν τη ζωή τους κάθε βδομάδα στα έργα υποδομών κι εκείνη σφυρίζει αδιάφορα... θα υπερασπιστεί τις αξίες και τα ιδανικά του αθλητισμού!
Η UEFA που απέρριψε την κλειστή Λίγκα γιατί έχει στα σκαριά... τη δική της κλειστή λίγκα (το νέο Champions League), που στις διοργανώσεις της όλως τυχαίως πρωταγωνιστούν οι ίδιες 8 ομάδες, που κινητοποιήθηκε απέναντι στο σχέδιο για την ESL, κάνοντας... αντιπροσφορά 7 δισ. ευρώ στους ισχυρούς... άκουσε τους φιλάθλους.
Το αυτονόητο λοιπόν ερώτημα που προκύπτει από τα παραπάνω είναι το εξής: Θα μπορούσε άραγε το εμπορευματοποιημένο ποδόσφαιρο να αποτελεί την «εξαίρεση» της σαπίλας του συστήματος, ο εμπορευματοποιημένος αθλητισμός να έχει ίσως και κάποια άλλη πορεία... χωρίς «τόση απληστία», όπως έσπευσε για παράδειγμα να πει ο ΣΥΡΙΖΑ;
Ενα μέρος της απάντησης έδωσε πάντως ο προπονητής της αγγλικής Λιντς, Μαρτσέλο Μπιέλσα, όταν κληθείς να σχολιάσει τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Σούπερ Λιγκ, έλεγε μέσα στη βδομάδα: «Δεν με εκπλήσσει. Οι πιο ισχυρές ομάδες έχουν αποκτήσει αυτή τη δύναμη μέσα από τον ανταγωνισμό. Η λογική την οποία έχουν είναι να βγάζουν εκτός παιχνιδιού αυτόν που δεν τους εξυπηρετεί, ειδικά από τη στιγμή που δεν τον έχουν ανάγκη για να κερδίσουν περισσότερα χρήματα. Είναι κάτι πολύ συνηθισμένο, όχι μόνο στο ποδόσφαιρο (...) Η λογική που εξουσιάζει τον κόσμο - και το ποδόσφαιρο δεν είναι εκτός αυτού - είναι οι πλούσιοι να γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί να γίνονται φτωχότεροι. Αν αυτός είναι ο κανόνας στον κόσμο, προς τι τόση έκπληξη;».
Πραγματικά μόνο αφελείς ή συνειδητοί ψεύτες θα μπορούσαν να κάνουν τέτοιους «διαχωρισμούς» μεταξύ «καλής και κακής» εμπορευματοποίησης, παρουσιάζοντας πως ο αδυσώπητος ανταγωνισμός, οι επιχειρηματικές συγκρούσεις γύρω από τα «μερίδια» της αγοράς, θα μπορούσαν και εδώ να συμβαδίσουν με τις λαϊκές ανάγκες.
Τι επιβεβαιώνουν όλα τα παραπάνω;
Οτι η πραγματική «εξυγίανση» του αθλητισμού δεν βρίσκεται στη στοίχιση πίσω από τη μια ή την άλλη μερίδα των επιχειρηματιών, αλλά προϋποθέτει την κατεδάφιση αυτού του σάπιου οικοδομήματος. Πως είναι ανάγκη να υπάρξει ένα μεγάλο κίνημα σε αυτήν την κατεύθυνση από τους ανθρώπους του αθλητισμού, την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, με μέτωπο κατά της εμπορευματοποίησης. Που θα φέρνει στο επίκεντρο έναν αθλητισμό οργανωμένο σε κεντρική βάση και σχεδιασμένο να εξυπηρετεί τις λαϊκές ανάγκες, να αποτελεί πραγματικό δικαίωμα, στην πράξη, και όχι «ευκαιρία» για τους πολλούς και «μπίζνα» για τους καπιταλιστές.