Από
αριστερά Τσίπρας, Αναστασιάδης, Νετανιάχου σφίγγουν τα χέρια μετά τη
λήξη της τριμερούς Συνόδου των τριών χωρών (Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ)
στη Λευκωσία στις 28.1.2016, δείγμα της λυκοσυμμαχίας τους
|
Με άξονα τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων κινήθηκε η επίσκεψη του πρωθυπουργού,
Αλ. Τσίπρα, και πολυμελούς κυβερνητικού κλιμακίου, την Τετάρτη στο Ισραήλ, για το
2ο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας - Ισραήλ, όπως και η μετάβασή του την Πέμπτη στη Λευκωσία,
για την τριμερή Σύνοδο Κορυφής Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ,
προσηλωμένη όντας η κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ στο στόχο της
ελληνικής αστικής τάξης για γεωστρατηγική αναβάθμιση στην ευρύτερη
περιοχή, μέσα και από κομπρεμί με άλλα κεφάλαια της Ανατολικής
Μεσογείου, καθώς και βαθύτερη εμπλοκή στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς
και ανταγωνισμούς.
Εξυπηρετώντας τέτοιους στόχους, ο Ελληνας
πρωθυπουργός βρέθηκε για δεύτερη φορά στο Ισραήλ μέσα σε δύο μήνες,
συνοδευόμενος από τους υπουργούς Επικρατείας, Εξωτερικών, Ενέργειας,
Ναυτιλίας και Υποδομών, τους αναπληρωτές υπουργούς Τουρισμού, Προστασίας
του Πολίτη, Ερευνας και Τεχνολογίας και την κυβερνητική εκπρόσωπο. Στην
Ιερουσαλήμ είχε συνάντηση με τον Ισραηλινό ομόλογό του,
Μπ. Νετανιάχου, έγιναν χωριστές συναντήσεις των υπουργών των δύο χωρών, ενώ ακολούθησε διευρυμένη συνάντηση των δύο μερών.
Ο
ίδιος ο Αλ. Τσίπρας ξεκαθάρισε σε δηλώσεις του ότι στην Ιερουσαλήμ
υπογράφησαν συμφωνίες σε χρυσοφόρα πεδία, όπως Τουρισμός, Περιβάλλον,
Ενέργεια, διαχείριση υδάτων, φαρμακευτική βιομηχανία κ.ά. Παράλληλα, την
Πέμπτη, στη Λευκωσία, Τσίπρας, Νετανιάχου και ο Κύπριος Πρόεδρος,
Ν. Αναστασιάδης,
συμφώνησαν στην προώθηση κοινών έργων στο Ενεργειακό, που θα συμβάλλουν
στην «ενεργειακή ασφάλεια» των τριών κρατών και στην περιλάλητη
«διαφοροποίηση» των πηγών τροφοδοσίας της ΕΕ με καύσιμο.
Φτιάχνουν κλίμα όξυνσης
Ολη
αυτή η προσπάθεια της κυβέρνησης για γεωστρατηγική αναβάθμιση της
ντόπιας αστικής τάξης, μέσα π.χ. από το Ενεργειακό, την εμφάνισή της
π.χ. ως παραγωγός και διακομιστής καυσίμου, βρωμάει μπαρούτι.
Διόλου
τυχαία, της μετάβασης Τσίπρα στην Ιερουσαλήμ προηγήθηκε, την Τρίτη, η
επίσκεψη στην Αθήνα του Ισραηλινού υπουργού Αμυνας,
Μ. Γιαλόν, για συνομιλίες με τον Ελληνα ομόλογό του,
Π. Καμμένο, ο οποίος δήλωσε, μεταξύ άλλων, ότι οι δύο κυβερνήσεις μοιράζονται
«ακριβώς τις ίδιες ανησυχίες για τις εξελίξεις στην ευαίσθητη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, τις παραδοσιακές, αλλά και τις νέες απειλές, ενισχύουμε - και είναι λογικό αυτό - την αποτρεπτική μας δύναμη. Η συνεργασία δείχνει το δρόμο για την αντιμετώπιση προκλήσεων στη γειτονιά μας».
Στο πλαίσιο της εν λόγω επίσκεψης, μάλιστα, υπογράφτηκε από τους δύο υπουργούς Αμυνας κοινή διακήρυξη, που οδηγεί σε
παραπέρα αναβάθμιση της στρατιωτικής συνεργασίας των δύο χωρών, ενώ στις δηλώσεις τους δόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα στην... αποστολή «μηνυμάτων» προς την
Αγκυρα ότι η Τουρκία πρέπει να σταματήσει να υποστηρίζει τους τρομοκράτες.
Μια
εμφανής «διαφοροποίηση» από παλαιότερες δηλώσεις των κυβερνήσεων
Ελλάδας και Ισραήλ ή και αυτής της Αιγύπτου, που υποστήριζαν ότι οι
άξονες και τα τρίγωνα «συνεργασίας» που στήνουν στα νότια της Τουρκίας,
«δε συνιστούν απειλή, δε στρέφονται έναντι οιουδήποτε» κ.τ.λ. Αλλο ένα
δείγμα ότι κλιμακώνονται επικίνδυνα οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί
πάνω π.χ. στις ΑΟΖ, τα κοιτάσματα καυσίμου, τους διαύλους μεταφοράς του.
Η «πολυδιάστατη» επιβάλλει «γαργάρα»
Εχουν
τη σημασία τους και όσα ειπώθηκαν στο Ισραήλ σχετικά με το
Παλαιστινιακό, καθώς αναδεικνύουν ότι η ουσία των διακηρύξεων της
ελληνικής κυβέρνησης περί «πολυδιάστατης» και «ενεργητικής» εξωτερικής
πολιτικής που εφαρμόζει, δεν είναι άλλη από την προσπάθειά της να στήσει
κομπρεμί με άλλα κεφάλαια και ιμπεριαλιστικά κέντρα. Εξ ου και μπρος
στο δράμα του Παλαιστινιακού λαού, η συγκυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ
δεν κάνει τίποτε άλλο απ' ό,τι και οι προηγούμενες: κινείται ακριβώς
στην ίδια κατεύθυνση της εμβάθυνσης των σχέσεων της χώρας με το κράτος
του Ισραήλ, που τον καταδυναστεύει.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Αλ. Τσίπρας, στη διάρκεια των κοινών δηλώσεών τους με τον Νετανιάχου, ζήτησε μεν «
λύση 2 κρατών που θα συμβιώνουν ειρηνικά και με ασφάλεια»,
ωστόσο ερωτηθείς από Ισραηλινό δημοσιογράφο για το τι προτίθεται να
κάνει η ελληνική κυβέρνηση μετά την πρόσφατη ομόφωνη απόφαση της
Ολομέλειας της ελληνικής Βουλής, που της ζητά «
να προωθήσει όλες τις απαραίτητες διαδικασίες για την αναγνώριση του κράτους της Παλαιστίνης», κατέφυγε στη γνωστή τακτική του... «άλλα λόγια ν' αγαπιόμαστε».
Απέφυγε οποιαδήποτε αναφορά για το αν και πότε η ελληνική κυβέρνηση θα αναγνωρίσει το Παλαιστινιακό κράτος, όπως είχε κάνει άλλωστε και ενώπιον του Παλαιστίνιου Προέδρου,
Μ. Αμπάς, στην επίσκεψή του τέλη Δεκέμβρη στην Αθήνα, όταν ο Αλ. Τσίπρας δήλωνε ότι αυτό θα γίνει...
«όταν ο χρόνος κριθεί κατάλληλος»!
Εξάλλου, σε άλλη αποστροφή του λόγου του στο Ισραήλ, ο Ελληνας πρωθυπουργός ανέφερε ότι εξέφρασε στον Νετανιάχου
«την έντονη ανησυχία μας για την αύξηση βίαιων επιθέσεων κατά Ισραηλινών πολιτών»,κάνοντας βέβαια «γαργάρα» το συνεχιζόμενο έγκλημα της ισραηλινής κατοχής των Παλαιστινιακών εδαφών. «Ψέλλισε» μόνο, σε πολύ πιο μετρημένους τόνους, «
την άποψή μας ότι αυτήν την προοπτική (σ.σ. της επανέναρξης των συνομιλιών)
η πολιτική των εποικισμών την αποδυναμώνει, δεν την ενισχύει»...
Παλαιστινιακή δυσαρέσκεια
Να σημειωθεί ότι συνολικά η στάση της ελληνικής κυβέρνησης προκαλεί τελευταία
δυσαρέσκεια στην Παλαιστινιακή πλευρά. Είναι χαρακτηριστικό το άρθρο του Παλαιστίνιου πρώην υπουργού Εξωτερικών,
Ν. Σάαθ,
που δημοσιεύτηκε στην κυπριακή εφημερίδα «Φιλελεύθερος» κι όπου αφού
πρώτα αναφέρεται στις σχέσεις φιλίας και αλληλεγγύης της Ελλάδας με την
Παλαιστίνη και το δίκαιο αγώνα του λαού της ενάντια στην ισραηλινή
κατοχή, γράφει:
«Ακόμη πιο ανησυχητική είναι η προφανώς ολική
αλλαγή στη θέση της Ελλάδας και της Κύπρου σχετικά με το μοτίβο
ψηφοφορίας και αναζήτησης συμφερόντων από τους εκπροσώπους τους εντός
ΕΕ. Στις 17 Ιανουαρίου τ.ε., ο Ελληνας ΥΠΕΞ σχεδόν πέτυχε να
τορπιλίσει τα Συμπεράσματα της τελευταίας συνάντησης των ΥΠΕΞ ΕΕ,
εμμένοντας στην ισραηλινή εκδοχή διαφόρων κρίσιμων ψηφισμάτων.
Δηλώσεις που αποδόθηκαν σε Ελληνες επισήμους, που ανακοίνωναν
την άρνησή τους να εφαρμόσουν τις οδηγίες της ΕΕ σχετικά με τη σήμανση
προϊόντων που έχουν παραχθεί ως αποτέλεσμα της εποικιστικής
δραστηριότητας του Ισραήλ, ήταν σοκαριστικές, αλλά στο τέλος
ανακλήθηκαν. Ελληνικές δηλώσεις που υποστηρίζουν το ισραηλινό επιχείρημα
ότι ολόκληρα τα Ιεροσόλυμα είναι η ιστορική πρωτεύουσα του κράτους του
Ισραήλ και των Εβραίων, αγνοώντας παντελώς τα Παλαιστινιακά δικαιώματα στα Ιεροσόλυμα, ήταν ακόμη πιο σοκαριστικές και δεν έχουν ακόμη ανακληθεί.
Ο Παλαιστινιακός λαός περιμένει μια διόρθωση και μια εξήγηση. Δεν επιθυμούμε να εγκαταλείψουμε τη φιλία μας με την Ελλάδα ή την Κύπρο (...) Παραμένουμε πιστοί σε αυτή την κληρονομιά και δεν
αλλάζουμε τις ηθικές μας δεσμεύσεις και αρχές χάριν μιας προσωρινής
αλλαγής στα οικονομικά συμφέροντα. Δεν είμαστε αντίθετοι στο να
επιδιώξουν η Ελλάδα ή η Κύπρος να αναπτύξουν τα κοινά οικονομικά
συμφέροντά τους με το Ισραήλ, αλλά τους καλούμε να παραμείνουν
πιστοί στις κοινές μας αρχές. Μακροπρόθεσμα, αυτές οι αρχές είναι οι
ακρογωνιαίοι λίθοι πάνω στους οποίους κτίζονται και στηρίζονται η
ειρήνη, η σταθερότητα, η ασφάλεια και η οικονομική ευημερία, όχι μόνο
στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο».
Αντιφάσεις κι αντιθέσεις του κεφαλαίου
Ο
Σάαθ αναφέρεται στη συνεδρίαση του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της
ΕΕ, στις 18/1 στις Βρυξέλλες, όπου την ελληνική κυβέρνηση εκπροσώπησε ο
υπουργός Εξωτερικών,
Ν. Κοτζιάς, και οι εργασίες του οποίου εστίασαν και στην
«Ειρηνευτική Διαδικασία στη Μέση Ανατολή, υπό το φως της πρόσφατης επίσκεψης του κουαρτέτου στο Ισραήλ και την Παλαιστίνη».
Οσα
γράφτηκαν για τη στάση εκεί της ελληνικής αντιπροσωπείας, οδήγησαν την
κυβέρνηση, διά του εκπροσώπου Τύπου του υπουργείου Εξωτερικών, να προβεί
σε δήλωση καταγγέλλοντας ως «
ανυπόστατα» και «
κακόβουλα» σχετικά δημοσιεύματα, τα οποία
«έρχονται
σε συνέχεια άλλων, που στο παρελθόν είχαν διατυπωθεί, ως προς τη δήθεν
μη συμμετοχή του υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Κοτζιά, στην τελετή έπαρσης
της σημαίας της Παλαιστίνης στα Ηνωμένα Εθνη και τη στάση της Ελλάδας ως
προς το ζήτημα της σήμανσης των προϊόντων που προέρχονται από
εποικισμούς σε κατεχόμενα εδάφη, προϊόντα τα οποία η Ελλάδα δεν εισάγει».
Επαναλαμβανόταν, εξάλλου, «
η
διακηρυγμένη ετοιμότητα της Ελλάδας να προσφέρει τις καλές της
υπηρεσίες - ως έντιμος διαμεσολαβητής, χώρα εταίρος του Ισραήλ, αλλά και
παραδοσιακά φιλική προς τις αραβικές χώρες και τον Παλαιστινιακό λαό -
ώστε να συνεισφέρει εποικοδομητικά προς αυτή την κατεύθυνση».
Ιδιες μέρες - και μάλλον προς κατευνασμό - ο αν. υπουργός Εξωτερικών,
Ν. Ξυδάκης, φρόντισε να συναντηθεί με τον πρέσβη της Παλαιστίνης στην Ελλάδα, συνάντηση όπου
«επιβεβαιώθηκαν
οι άριστες ιστορικές και παραδοσιακές σχέσεις μεταξύ της Ελλάδας και
της Παλαιστίνης αλλά και της Ελλάδας με το σύνολο των χωρών του Αραβικού
Κόσμου».
Επιπλέον, σε μια προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης
για ...ξεκάρφωμα, ο πρωθυπουργός, ενώ μετέβη στην Ιερουσαλήμ επικεφαλής
αντιπροσωπείας δέκα υπουργών, έστειλε τον υφυπουργό Εξωτερικών,
Δ. Μάρδα, στη Ραμάλα, να συναντηθεί με την υπηρεσιακή υφυπουργό Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Παλαιστίνης,
Α. Ζάτου και να συζητήσουν «
θέματα συνεργασίας στον κατασκευαστικό τομέα, τον κλάδο των δομικών υλικών και το εμπόριο αγαθών».
Ωστόσο,
ο Μάρδας φρόντισε να συναντηθεί στο Τελ Αβίβ και με 13 Ισραηλινούς
επιχειρηματίες, οι οποίοι εκδήλωσαν ενδιαφέρον για «επενδύσεις» στην
Ελλάδα. Οπως, επίσης, συναντήθηκε με τον πρόεδρο της Ομοσπονδίας των
Εμπορικών Επιμελητηρίων του Ισραήλ, με τον οποίο συζήτησε
«τις δυνατότητες ενίσχυσης των εμπορικών διμερών σχέσεων».
Ενα κουβάρι αντιφάσεων και αντιθέσεων, όπου την άκρη του νήματος κρατά πάντα το κεφάλαιο και τα προτάγματά του.
Απαιτείται λαϊκή επαγρύπνηση
Σε
κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ δεν πρωτοτυπεί σε τίποτα,
αφού και οι προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις κινήθηκαν στην ίδια
κατεύθυνση, της βαθύτερης εμπλοκής στους σχεδιασμούς του κεφαλαίου, σε
όλο το φλεγόμενο τόξο από τη Μαύρη Θάλασσα και τα Βαλκάνια έως τη Μέση
Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, με μια σειρά μέτωπα ανοικτά από Ουκρανία
και Γεωργία έως ΝΑ Τουρκία, Συρία, Παλαιστίνη και Λιβύη.
Αλλά
είναι πλέον πασιφανές πως όλα αυτά τα «Συμβούλια» και οι λυκοσυμμαχίες
δεν έχουν καμία σχέση με τα πραγματικά συμφέροντα των εργαζομένων, μόνο
εξυπηρετούν τα στενά συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων. Επιπλέον,
συνδέονται με τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς για το μοίρασμα
του ενεργειακού πλούτου, των δρόμων μεταφοράς του, των μεριδίων των
αγορών.
Επομένως, μόνο κινδύνους εγκυμονούν για το λαό, εξ ου και
απαιτείται λαϊκή επαγρύπνηση και οργανωμένη αντίσταση στα σχέδιά τους.
Την ασφάλεια, την ειρήνη, την ευημερία δεν μπορούν να την εγγυηθούν όσοι
κάθε μέρα κατασφάζουν τους λαούς ή ψάχνουν τρόπο να στηρίξουν τέτοιους
σχεδιασμούς με γνώμονα τα συμφέροντα του κεφαλαίου.