Το
2013 καταναλώθηκαν παγκοσμίως 11.500 τόνοι «φαρμακευτικής» κάνναβης,
αποδίδοντας τεράστια κέρδη στις πολυεθνικές που δραστηριοποιούνται σ’
αυτόν τον τομέα
|
|
Με αφορμή την Ερώτηση βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ για τη φαρμακευτική
κάνναβη και την απάντηση που έδωσε ο υπουργός Υγείας, Ανδ. Ξανθός,
επανήλθε στη συζήτηση ο σχεδιασμός της κυβέρνησης να νομοθετήσει άμεσα
ώστε να επιτραπεί η παραγωγή, επεξεργασία και εξαγωγή σκευασμάτων
φαρμακευτικής κάνναβης εκτός κρατικού μονοπωλίου.Στο πλαίσιο αυτής της
προσαρμογής, θα επιτρέπεται σε μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους να
καλλιεργούν κάνναβη στην Ελλάδα, ως πρώτη ύλη για σκευάσματα, που στη
συνέχεια θα τα διαθέτουν στην αγορά, μετά από έγκριση του ΕΟΦ.
Θυμίζουμε ότι από τον περασμένο Ιούνη, σε συνέχεια σχετικού νόμου που
ψηφίστηκε το 2013, η κυκλοφορία σκευασμάτων φαρμακευτικής κάνναβης
είναι νόμιμη. Επειδή τέτοια σκευάσματα δεν κυκλοφορούν στην ελληνική
αγορά, ο ενδιαφερόμενος τα ζητάει με συνταγή γιατρού και ο ΕΟΦ, με τη
διαδικασία της «έκτακτης εισαγωγής», τα παρέχει. Το επόμενο βήμα που
ετοιμάζει η κυβέρνηση είναι να επιτρέψει την καλλιέργεια κάνναβης για
«φαρμακευτικούς» σκοπούς.
Ταυτόχρονα, στελέχη της κυβέρνησης και ορισμένοι που
δραστηριοποιούνται σε «Συλλόγους ασθενών», πατώντας στην απελπισία
ανθρώπων που υποφέρουν από σοβαρά – χρόνια νοσήματα και έρχονται
αντιμέτωποι με τις τεράστιες ελλείψεις στο σύστημα Υγείας, ασκούν πίεση
στη βάση της σημερινής νομοθεσίας να νομιμοποιηθεί η καλλιέργεια και
χρήση καθαρής κάνναβης για «ιδιωτική χρήση» και για «φαρμακευτικούς»
σκοπούς, προωθώντας την αντίληψη ότι με αυτόν τον τρόπο οι ασθενείς και
οι οικογένειές τους, εύκολα και φτηνά, θα αντιμετωπίσουν τάχα το
πρόβλημά τους.
Το
Ισραήλ έχει αναπτύξει πολύ μεγάλη βιομηχανία παραγωγής και εξαγωγών
προϊόντων «φαρμακευτικής» κάνναβης, με οκτώ εταιρείες να παράγουν εννιά
τόνους ετησίως
|
|
Να σημειωθεί ότι με το γενικό όρο «ιατρική χρήση της κάνναβης»
προβάλλονται δύο τελείως διαφορετικά πράγματα. Αφενός η χρήση καθαρής
κάνναβης σε διάφορες μορφές (κάπνισμα, νεφελοποίηση, έλαια, αφεψήματα
κ.λπ.) και αφετέρου η χρήση φαρμάκων που περιέχουν συγκεκριμένα (φυτικά ή
συνθετικά) κανναβινοειδή, δηλαδή συγκεκριμένες δραστικές
ουσίες.Θυμίζουμε επίσης ότι στις 31 Μάρτη 2016 υπογράφηκε Κοινή
Υπουργική Απόφαση (ΦΕΚ Β, 929/2016) η οποία ρυθμίζει τους όρους και τις
προϋποθέσεις καλλιέργειας κάνναβης για βιομηχανικούς σκοπούς (μεταποίηση
κ.λπ.), υπό τον όρο η περιεκτικότητά της σε THC να μην ξεπερνά το 0,2%
(η κάνναβη που χρησιμοποιείται για ιατρικούς ή «ψυχαγωγικούς» σκοπούς
περιέχει συνήθως 2-20%). Τέλος, ο Ελληνικός Γεωργικός Οργανισμός (ΕΛΓΟ)
«Δήμητρα» καθώς και τα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα της χώρας, έχουν τη
δυνατότητα να καλλιεργούν συγκεκριμένες ποσότητες κάνναβης για
ερευνητικούς σκοπούς.
Πεδίο μεγάλης κερδοφορίας
Καθόλου τυχαία, στην επιχειρηματολογία της η κυβέρνηση επιμένει στη
«δυνατότητα και την αναγκαιότητα να αποτελέσει η ιατρική – φαρμακευτική
κάνναβη πεδίο παραγωγικής δραστηριότητας και αναπτυξιακών πρωτοβουλιών
και επενδύσεων», προβάλλοντας τη συγκεκριμένη δραστηριότητα ως ένα νέο
πεδίο κερδοφορίας για τους επιχειρηματικούς ομίλους. Πράγματι, ο τζίρος
των μονοπωλίων που συνδέονται με τη «φαρμακευτική» κάνναβη δεν είναι
διόλου ευκαταφρόνητος, αν σκεφτεί κανείς ότι το 2013 καταναλώθηκαν
παγκοσμίως 11.500 τόνοι, ενώ σήμερα πάνω από 3 εκατ. Ευρωπαίοι έχουν
πρόσβαση σε αυτή.
Το Ισραήλ πρωτοστατεί στην έρευνα για την ιατρική κάνναβη,
φιλοξενώντας όλα σχεδόν τα συνέδρια που σχετίζονται με αυτήν. Παράλληλα,
έχει αναπτύξει πολύ μεγάλη βιομηχανία παραγωγής και εξαγωγών τέτοιων
προϊόντων, με οκτώ εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε αυτόν τον τομέα
και παράγουν εννιά τόνους ετησίως, για περισσότερους από 22.000 πελάτες.
Αλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ολλανδική εταιρεία «Bedrocan»,
η οποία καλλιεργεί και πουλάει φυτική κάνναβη για «φαρμακευτικούς»
σκοπούς, με τουλάχιστον 40.000 Ολλανδούς πελάτες και άλλους 40.000 σε
διάφορες χώρες, με το κόστος να κυμαίνεται από 8 έως 18 ευρώ ανά
γραμμάριο. Αντίστοιχα, η εταιρεία «GW Pharmaceuticals», που εδρεύει στην
Αγγλία, παράγει 20 τόνους ετησίως από το φάρμακο Sativex, το οποίο
εξάγει σε πάνω από 28 χώρες, ενώ το ετήσιο κόστος θεραπείας ανά ασθενή
κυμαίνεται από 600 έως 900 ευρώ. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι στην
Αγγλία απαγορεύεται γενικά η ιατρική χρήση της κάνναβης και επιτρέπεται
μόνο η χρήση αυτού του φαρμάκου.
Γενικές πληροφορίες και διαπιστώσεις
Πριν μιλήσουμε για τα επιστημονικά δεδομένα γύρω από τη «θεραπευτική»
χρήση της κάνναβης στη φυτική της μορφή (π.χ. κάπνισμα) ή σε
σκευάσματα, είναι χρήσιμο να αναφέρουμε ορισμένες γενικές πληροφορίες
γύρω από την κάνναβη.
Το φυτό της κάνναβης περιέχει πάνω από 750 διαφορετικές χημικές
ουσίες, εκ των οποίων περίπου 104 διαφορετικά κανναβινοειδή. Τα
κανναβινοειδή είναι οι κατεξοχήν δραστικές ουσίες της κάνναβης,
δεδομένου ότι στον ανθρώπινο οργανισμό υπάρχουν υποδοχείς για τις ουσίες
αυτές τόσο στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα, όσο και σε περιφερικά όργανα
και ιστούς. Αντίστοιχα, ο ίδιος ο ανθρώπινος οργανισμός παράγει ουσίες
παρόμοιες με τα κανναβινοειδή, οι οποίες ονομάζονται ενδοκανναβινοειδή.
Σε ό,τι αφορά την κάνναβη, τα δύο πιο ισχυρά δρώντα κανναβινοειδή που
περιέχει είναι η 9-δ-Τετραϋδροκανναβινόλη (THC) και η κανναβιδιόλη
(CBD). Μάλιστα, έχει φανεί ότι οι δύο αυτές ουσίες έχουν αρκετές
αντικρουόμενες δράσεις, με την THC να είναι κατά κόρον υπεύθυνη για τις
ψυχοδραστικές επιπτώσεις της κάνναβης (σε συνάρτηση πάντα με την
περιεκτικότητά της σε THC), ενώ η CBD μειώνει την ψυχοδραστικότητα της
THC.
Επιπλέον, είναι πια ευρέως αποδεκτό ότι ο καπνός της κάνναβης
περιέχει σημαντικές ποσότητες τοξικών χημικών ουσιών, όπως η αμμωνία, το
υδροκυάνιο και το μονοξείδιο του αζώτου, πολλές από τις οποίες έχουν
αντίστοιχη ή και ισχυρότερη καρκινογόνο (και όχι μόνο) δράση, σε
σύγκριση με αυτές του συμβατικού καπνού.
Παράλληλα, όλο και περισσότερες οξείες ή χρόνιες επιπτώσεις της
χρήσης κάνναβης έρχονται στο φως, με προεξάρχουσες τις επιπτώσεις της
στις γνωσιακές και ψυχικές λειτουργίες του ατόμου (π.χ. συσχέτιση ακόμη
και με την εμφάνιση ψυχωσικών διαταραχών). Τέλος, η κάνναβη, καθώς και η
THC, μπορούν να προκαλέσουν εξάρτηση, παρόλο που η εξαρτησιογόνος δράση
τους δεν είναι τόσο ισχυρή όσο άλλων ναρκωτικών, όπως η ηρωίνη ή η
μορφίνη.
Επομένως, βάσει της υπάρχουσας εμπειρίας από τη χρήση άλλων
ναρκωτικών ουσιών (όπως τα οπιοειδή) στην ιατρική κλινική πράξη, αλλά
και τα επιστημονικά δεδομένα που είναι διαθέσιμα γύρω από την κάνναβη
και τις ουσίες (φυσικές ή συνθετικές) που προέρχονται από αυτήν,
μπορούμε να καταλήξουμε στο εξής συμπέρασμα:
Η φυτική κάνναβη, λόγω
του μεγάλου αριθμού δραστικών ουσιών που περιέχει, για τη συντριπτική
πλειοψηφία των οποίων δε γνωρίζουμε τις δράσεις – αλληλεπιδράσεις –
παρενέργειες που έχει καθεμιά από αυτές, αλλά και οι ποικίλοι συνδυασμοί
τους, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί καθεαυτή ως φαρμακευτική –
θεραπευτική ουσία.
Αντίθετα, συγκεκριμένες δραστικές ουσίες που απομονώνονται από την
κάνναβη ή και μπορούν να συντεθούν ακόμη και τεχνητά, θα μπορούσαν να
χρησιμοποιηθούν για φαρμακευτικούς – ιατρικούς – παρηγορητικούς σκοπούς,
σε περιπτώσεις όπου τα ήδη υπάρχοντα φάρμακα δεν επαρκούν.
Ωστόσο, βασική προϋπόθεση γι’ αυτό αποτελεί η αντιμετώπισή τους ως
φαρμάκων. Δηλαδή η απομόνωσή τους από το φυτό ή η τεχνική – χημική
παραγωγή τους και η πραγματοποίηση κλινικών μελετών για τον καθορισμό
των ενδείξεων χρήσης τους, των φαρμακοκινητικών χαρακτηριστικών τους,
του προφίλ ασφαλείας τους, των αλληλεπιδράσεών τους με άλλα φάρμακα
κ.ο.κ., προκειμένου να παρέχονται στους ασθενείς με τη μεγαλύτερη δυνατή
ασφάλεια και αποτελεσματικότητα.
Παράλληλα, σημαντική προϋπόθεση για την υλοποίηση των παραπάνω και τη διασφάλιση πρώτα απ’ όλα της ασφάλειας των ασθενών,
αποτελεί ο αυστηρός έλεγχος από το ίδιο το κράτος της
παραγωγής, της επεξεργασίας, της διάθεσης – χορήγησης τέτοιων φαρμάκων,
με αυστηρά επιστημονικά κριτήρια, και της ιατρικής παρακολούθησης των
ασθενών που τα λαμβάνουν.
Η συζήτηση γύρω από τη χρήση της φυτικής κάνναβης
Το ερώτημα της νομιμοποίησης ή μη της ιατρικής χρήσης της κάνναβης
στην Ελλάδα έχει τεθεί παλαιότερα για άλλες ναρκωτικές ουσίες, όπως τα
οπιοειδή (π.χ. η μορφίνη και τα παράγωγά της), τα οποία χρησιμοποιούνται
εδώ και χρόνια για την αντιμετώπιση διαφόρων συμπτωμάτων και
παθολογικών καταστάσεων.
Ωστόσο, όπως σημειώνει και ο Παγκόσμιος
Οργανισμός Υγείας σε έκθεσή του για την ιατρική χρήση της κάνναβης
(2015), υπάρχουν αρκετά αναπάντητα ακόμη ερωτήματα και πολλοί παράγοντες
που πρέπει να ληφθούν υπόψη.
Ας δούμε ορισμένα από αυτά: Ενώ για τα φάρμακα που περιέχουν
συγκεκριμένα κανναβινοειδή (THC ή και CBD) έχουν γίνει αρκετές μελέτες
γύρω από τις φαρμακοκινητικές τους ιδιότητες, την ασφάλειά τους κ.λπ.,
η κατάσταση δεν είναι ίδια για τη χρήση της φυτικής κάνναβης, η οποία στηρίζεται κυρίως σε εμπειρικά δεδομένα.
Υπάρχουν
ελάχιστες τυχαιοποιημένες μελέτες που αξιολογούν τη χρήση της κάνναβης, είτε μέσω καπνίσματος, είτε μέσω νεφελοποίησης,
ενώ ακόμα και από αυτές είναι πολλές που εμπεριέχουν σημαντικές αδυναμίες, όπως είναι: Μικρός
αριθμός συμμετεχόντων, σύγκριση πολλές φορές της κάνναβης με κάποιο
placebo (εικονικό) φάρμακο και όχι με κάποιο ήδη υπάρχον φάρμακο,
επιλογή κυρίως ατόμων που έχουν ξανακάνει χρήση, μη εκτίμηση της σχέσης
δόσης – απόκρισης, πολύ μικρή διάρκεια (ημερών ή εβδομάδων).
Πολλές μελέτες στηρίζονται απλά στη συμπλήρωση ανώνυμων
ερωτηματολογίων από τους ασθενείς ως προς την προσωπική χρήση –
αποτελεσματικότητα της κάνναβης σε αυτούς,
δεν αξιολογούν την ποιότητα και λειτουργικότητα της καθημερινής ζωής (κοινωνικές συναναστροφές, οδήγηση, εργασία, επιδόσεις στο σχολείο, επιπτώσεις στις γνωστικές ικανότητες κ.λπ.),
δεν εκτιμούν τις μακροχρόνιες επιπτώσεις που μπορεί να υπάρχουν (εξάρτηση, μείωση των γνωστικών ικανοτήτων, ψυχολογικές διαταραχές κ.λπ.).
Πολλές φορές,
δεν λαμβάνουν καν υπόψη την περιεκτικότητα της κάνναβης που χορηγείται σε THC – CBD, αλλά και άλλα κανναβινοειδή,
με αποτέλεσμα να μην μπορεί να γίνει άμεση σύγκριση μεταξύ των μελετών. Επίσης,
προς το παρόν, υπάρχουν ελάχιστες μελέτες που να αφορούν παιδιά και
εφήβους. Να τονίσουμε εδώ ότι οι παραπάνω αδυναμίες παρατηρούνται ακόμη
και σε κάποιες μελέτες που δεν αφορούν τη φυτική κάνναβη, αλλά τα
διάφορα κανναβινοειδή.
Ωστόσο, ένα νέο φάρμακο το οποίο περιέχει συνθετικά κανναβινοειδή
(όπως και οποιοδήποτε νέο φάρμακο), για να πάρει άδεια να βγει στην
κυκλοφορία πρέπει πρώτα να περάσει από διάφορους κοστοβόρους ελέγχους
και κλινικές δοκιμές και να «αποδείξει» την ασφάλεια και την
αποτελεσματικότητά του, παρόλο που στον καπιταλισμό πολλές φορές ακόμη
και οι έλεγχοι αυτοί παρακάμπτονται ή αποσιωπούνται (είναι
χαρακτηριστικό το παράδειγμα της ηρωίνης, η οποία αρχικά παρασκευάστηκε
από τη «Bayer» με σκοπό να αντιμετωπίσει την εξάρτηση από τη μορφίνη και
πέρασε όλους τους «ελέγχους ασφαλείας»).
Οι οπαδοί της νομιμοποίησης
Από την άλλη, οι οπαδοί της χρήσης της φυτικής κάνναβης υποστηρίζουν
ότι η έλλειψη ουσιαστικών και ασφαλών μελετών σχετικά με τις
φαρμακοκινητικές της ιδιότητες
είναι και το συγκριτικό οικονομικό πλεονέκτημά της σε σχέση με τα φάρμακα που έχουν συνθετικά κανναβινοειδή.
Διότι δεν χρειάζεται ουσιαστικά να γίνονται τέτοιες μελέτες,
γιατί είναι ένα «αγνό και αβλαβές προϊόν της φύσης», το οποίο μάλιστα, μετά από τόσους αιώνες χρήσης, έχει διαμορφώσει το «προφίλ ασφαλείας του».
Πρόκειται
για μια βαθιά αντιεπιστημονική και επικίνδυνη αντίληψη, η οποία πετάει
στα σκουπίδια όλη την πρόοδο της επιστήμης και της γνώσης που έχει
αποκτηθεί.
Με αυτόν τον τρόπο, επικαλούμενοι την «εμπειρία» που έχουμε
αποκομίσει ως κοινωνία, ζητούν την είσοδο της φυτικής κάνναβης απευθείας
στην αγορά, χωρίς τα τεράστια κόστη που προϋποθέτουν οι απαραίτητοι
έλεγχοι.
Εκτός των άλλων, δίνουν χέρι βοηθείας στην πολιτική
κυβέρνησης – ΕΕ για το πώς οι ασθενείς θα «κοστίζουν» ακόμα λιγότερο στο
κράτος και στους επιχειρηματικούς ομίλους, καλλιεργούν την παραίτηση
από τη διεκδίκηση να αξιοποιείται η τεράστια δυνατότητα της επιστήμης
προς όφελος των ασθενών.
Το γεγονός ότι κυκλοφορούν πολλές διαφορετικές ποικιλίες φυτικής
κάνναβης, με διαφορετική περιεκτικότητα σε THC – CBD, έχει ως αποτέλεσμα
αφενός να είναι δύσκολη η σύγκριση διαφορετικών πειραμάτων που
χρησιμοποίησαν διαφορετική κάνναβη και αφετέρου να είναι αδύνατη η
γενίκευση των αποτελεσμάτων μιας τέτοιας μελέτης για οποιαδήποτε
ποικιλία κάνναβης.
Επιπλέον, οι ψυχοτρόπες δράσεις της κάνναβης καθιστούν πολύ δύσκολη
την πραγματοποίηση τυχαιοποιημένων διπλών – τυφλών κλινικών δοκιμών (οι
οποίες αποτελούν την πλέον αποδεκτή και με τις λιγότερες προκαταλήψεις
μέθοδο ελέγχου ενός φαρμάκου), καθώς η διαφορά μεταξύ του ασθενούς που
λαμβάνει κάνναβη από τον ασθενή που λαμβάνει κάποιο placebo (εικονικό)
φάρμακο είναι εμφανής και άρα χάνεται η έννοια της διπλής – τυφλής
μελέτης.
Επίσης, στην κατεύθυνση της νομιμοποίησής της, χρησιμοποιείται από
τους υποστηρικτές της φυτικής κάνναβης το γεγονός ότι σε χώρες όπου
είναι παράνομη, είναι πολύ δύσκολη η χρήση της ακόμη και για τη
διενέργεια επιστημονικών ερευνών.
Δεδομένου ότι η THC είναι η κύρια ψυχοτρόπος ουσία που περιέχεται
στην κάνναβη, οι παραγωγοί – έμποροι κάνναβης για «ψυχαγωγικούς» σκοπούς
προσπαθούν πάντα να αυξήσουν την περιεκτικότητά της, ώστε να επιτύχουν
τα μέγιστα «ψυχαγωγικά» αποτελέσματα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η κάνναβη
που κυκλοφορεί και αξιοποιείται είτε νόμιμα είτε παράνομα από διάφορους
ασθενείς ως μέθοδος «αυτοθεραπείας», να είναι αμφιβόλου περιεκτικότητας
και ποιότητας, αποτελώντας έτσι ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο.
Άμεσες και μακροπρόθεσμες συνέπειες
Οι πιθανές αρνητικές επιπτώσεις που μπορεί να έχει είτε άμεσα είτε μακροπρόθεσμα η «ιατρική» χρήση της κάνναβης,
σε οποιαδήποτε μορφή της, δεν
έχουν μελετηθεί ακόμη εκτενώς, αν και υπάρχουν διαρκώς αυξανόμενες
αναφορές για τέτοιες παρενέργειες. Σημαντική παράμετρο αποτελούν οι
επιπτώσεις που μπορεί να έχει η χρήση της κάνναβης στις γνωσιακές
λειτουργίες του ατόμου, κυρίως σε ασθένειες που συνοδεύονται οι ίδιες
από πτώση των νοητικών λειτουργιών του ασθενούς (νόσος του Alzheimer,
νόσος του Huntington, σκλήρυνση κατά πλάκας κ.λπ.).
Επίσης, δεδομένου ότι οι υποδοχείς των κανναβινοειδών βρίσκονται και
στον αναπτυσσόμενο εγκέφαλο των εμβρύων – νεογνών – παιδιών – εφήβων (ο
εγκέφαλος αναπτύσσεται τουλάχιστον μέχρι και τα 25 έτη ζωής), υπάρχουν
σοβαρά ερωτήματα για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει η χρήση της
κάνναβης κατά την εγκυμοσύνη, σε παιδιά ή ακόμη και σε εφήβους – νεαρούς
ενήλικες. Επιπλέον, όλο και περισσότερες έρευνες υποστηρίζουν ότι ο
εγκέφαλος διατηρεί κάποια πλαστικότητα για πολλά χρόνια, ακόμη και κατά
την ενήλικη ζωή, ενώ οι επιπτώσεις της χρήσης των κανναβινοειδών σε αυτή
τη δυναμική διαδικασία είναι ακόμη άγνωστες στο μεγαλύτερο βαθμό τους.
Μάλιστα, η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής, στις οδηγίες της
σχετικά με το συγκεκριμένο ζήτημα (Μάρτης 2015) υποστηρίζει τη ρητή
απαγόρευση οποιασδήποτε χρήσης της κάνναβης πριν από την ηλικία των 21
ετών, με εξαίρεση πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως σε πολύ σοβαρές
ασθένειες, με μικρό προσδόκιμο επιβίωσης, και στις οποίες οι συνήθεις
θεραπείες έχουν αποτύχει.
Οι υποστηρικτές της νομιμοποίησης της ιατρικής χρήσης της κάνναβης
αξιοποιούν μια σειρά από ιατρικά – επιστημονικά και μη επιχειρήματα. Από
τη μία επικαλούνται στοιχεία και ενδείξεις (ή ακόμη και παρατηρήσεις σε
ασθενείς με κάποια νόσο οι οποίοι έκαναν παράλληλα και χρήση κάνναβης)
για την αποτελεσματικότητα της χρήσης αυτής για την αντιμετώπιση
διαφόρων συμπτωμάτων για τα οποία τα ήδη υπάρχοντα φάρμακα δεν επαρκούν.
Από την άλλη, και εδώ έγκειται ενδεχομένως η ουσία της τοποθέτησής
τους, υποστηρίζουν ότι η νομιμοποίηση της ιατρικής κάνναβης θα προσφέρει
πολλαπλά οικονομικά οφέλη στη χώρα: Θα ανοίξει νέες θέσεις εργασίας, θα
αναζωογονήσει την αγροτική μας οικονομία, θα βοηθήσει στην εισροή
εσόδων από την πώληση και τις εξαγωγές, θα αποφέρει έσοδα στο κράτος,
αφού πλέον οι αγοραπωλησίες θα γίνονται με νόμιμο τρόπο και άρα θα
φορολογούνται, και τέλος θα σώσουν τα ασφαλιστικά ταμεία από τα έξοδα
που έχουν για τη συνταγογράφηση πανάκριβων φαρμάκων.
Είναι επιχειρηματολογία που προτάσσει το κριτήριο της μείωσης του
«κόστους» της θεραπείας με τη χρήση της κάνναβης έναντι των άλλων
ακριβών θεραπειών, με τη χρήση φαρμακευτικών σκευασμάτων τα οποία έχουν
«περάσει» από τις διαδικασίες που απαιτούνται για να χορηγηθούν τελικά
στους ασθενείς.
Ορισμένα συμπεράσματα
Με βάση την υπάρχουσα επιστημονική βιβλιογραφία και από την πρακτική
εφαρμογή, η χρήση της φυτικής κάνναβης αυτής καθεαυτής ως φαρμάκου, ή ως
παρηγορητικής θεραπείας σε διάφορες ασθένειες, υποστηρίζεται συνήθως
μόνο από εμπειρικά δεδομένα και μικρές ή «προβληματικές» μελέτες, χωρίς
την πλήρη και επιστημονικά σωστή τεκμηρίωση που θα έπρεπε να έχει ως
φάρμακο (δοσολογία, επίπεδα ασφαλείας, φαρμακοκινητικές ιδιότητες,
παρενέργειες, αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα, επιτυχημένες κλινικές
δοκιμές κ.λπ.).
Βέβαια, η έρευνα γύρω από αυτό το θέμα συνεχίζεται. Ταυτόχρονα όμως
συνεχίζονται και οι μελέτες για τις αρνητικές επιπτώσεις που μπορεί να
έχει η χρήση της κάνναβης άμεσα και σε μακροχρόνιο διάστημα, με όλο και
νεότερες παρενέργειες να έρχονται στην επιφάνεια.
Η χρήση των συνθετικών κανναβινοειδών, από την άλλη, βρίσκεται σε
καλύτερη φάση λόγω των πληρέστερων ελέγχων που αυτά τα φάρμακα έχουν
υποστεί, αλλά και της απλούστερης σύνθεσής τους (είναι χαρακτηριστικό το
γεγονός ότι ο FDA, ενώ έχει δώσει έγκριση για διάφορα συνθετικά
κανναβινοειδή, εντούτοις δεν έχει εγκρίνει την οποιαδήποτε χρήση
προϊόντος που περιέχει ή προέρχεται από τη βοτανική κάνναβη, καθώς «δεν
έχει βρει κανένα τέτοιο προϊόν που να είναι ασφαλές ή αποτελεσματικό για
οποιαδήποτε κατάσταση ή νόσο»).
Σκοπός της επιστημονικής έρευνας πρέπει να είναι η όλο και καλύτερη
μελέτη και κατανόηση των μηχανισμών μέσω των οποίων τα διάφορα συστατικά
της κάνναβης δρουν στον ανθρώπινο οργανισμό, ώστε να γίνει δυνατή
κάποια στιγμή η παραγωγή των συγκεκριμένων ουσιών με τη μέγιστη δυνατή
αποτελεσματικότητα και τις ελάχιστες δυνατές παρενέργειες – ψυχοτρόπες
δράσεις. Οπως έχει συμβεί με πολλά από τα φάρμακα που κυκλοφορούν σήμερα
και προέρχονται από κάποιο φυτό (για παράδειγμα, δεν χορηγείται
ολόκληρη η παπαρούνα στους ασθενείς που χρειάζονται οπιοειδή παυσίπονα,
αλλά συγκεκριμένες δραστικές ουσίες).
Η προβολή της φυτικής κάνναβης ως φαρμάκου, την ώρα μάλιστα που δεν
γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα για τις υπόλοιπες 600 χημικές ουσίες και τα 102
κανναβινοειδή που περιέχονται σε αυτήν, είναι συν τοις άλλοις
αντιεπιστημονική.
Σε ό,τι αφορά λοιπόν το ζήτημα της νομιμοποίησης της ιατρικής
χρήσης της κάνναβης, είναι σημαντικό να διαχωριστεί ξεκάθαρα η χρήση των
προϊόντων αυτής σε συγκεκριμένες μορφές – σκευάσματα για ιατρικούς
σκοπούς, με συγκεκριμένες ενδείξεις και για συγκεκριμένο χρονικό
διάστημα, από το κάπνισμα κάνναβης το οποίο πλασάρεται ως πανάκεια.
Τα διάφορα φαρμακευτικά προϊόντα που προέρχονται από την κάνναβη
ενδεχομένως μπορούν να βοηθήσουν λιγότερο ή περισσότερο, τόσο στην
αντιμετώπιση κάποιων ασθενειών – συμπτωμάτων για τα οποία δεν υπάρχουν
αυτή τη στιγμή άλλα φάρμακα, όσο και στην πραγματοποίηση περισσότερων
μελετών (σε πρώτη φάση σε πειραματόζωα – κύτταρα κ.λπ.), για τη
διαλεύκανση των μηχανισμών δράσης της.
Ωστόσο, είναι απαραίτητο να ελέγχεται αυστηρά από το κράτος τόσο η
έρευνα και η παραγωγή τους όσο και η επεξεργασία – αποθήκευση – διανομή
τους. Η χορήγηση θα πρέπει να γίνεται σε πολύ ελεγχόμενα πλαίσια, μόνο
από γιατρούς, επί συγκεκριμένων ενδείξεων και με αυστηρή συνταγογράφηση
(όπως γίνεται και με τα υπόλοιπα ναρκωτικά που χρησιμοποιούνται στην
ιατρική, π.χ. συνταγές με διπλή κόκκινη γραμμή).
Επίσης, πριν πάρει έγκριση η χρήση οποιουδήποτε φαρμάκου περιέχει
κάποιο από τα συστατικά της κάνναβης, θα πρέπει να περάσει όλους τους
απαραίτητους ελέγχους που έχουν θεσμοθετηθεί για τα φάρμακα και να
εφαρμοστεί η φαρμακοεπαγρύπνηση, ιατρική γνωμάτευση και παρακολούθηση.
Είναι επικίνδυνη η λογική της λεγόμενης αυτοθεραπείας, όπου ο ασθενής
καλλιεργεί και χρησιμοποιεί την κάνναβη για «θεραπευτικούς –
αναλγητικούς» λόγους, καθώς με αυτόν τον τρόπο καταργείται η δυνατότητα
της ιατρικής παρακολούθησης, του καθορισμού της αναγκαίας θεραπευτικής
αγωγής, της τροποποίησής της όταν χρειάζεται.
Τέλος, δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη η προσπάθεια που γίνεται να
συνδεθεί η ιατρική χρήση της κάνναβης με το γενικότερο ζήτημα της
αποποινικοποίησής της, το οποίο συνδέεται πολύ συχνά και με την
αντιμετώπιση άλλων κοινωνικοοικονομικών ζητημάτων (ανεργία, εξαγωγές
κ.λπ.).
Με την όλη συζήτηση γύρω από τα «ιατρικά» οφέλη της κάνναβης
επιχειρείται (εκούσια ή και ακούσια) να εμφανιστεί η κάνναβη ως κάτι
«καλό» και «αθώο», με αποτέλεσμα ειδικά στις νεότερες ηλικίες (κυρίως
κατά την εφηβεία), όπου αυτές οι αντιλήψεις βρίσκουν εύκολα πάτημα, η
χρήση της «ψυχαγωγικής» κάνναβης να αυξάνεται δραματικά (όπως δείχνουν
και πολύ πρόσφατα στοιχεία από τις ΗΠΑ).
Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι τα αποτελέσματα πολλών μελετών, είτε
υπέρ είτε κατά της χρήσης της κάνναβης ή των κανναβινοειδών, μπορεί να
επηρεάζονται ανάλογα με την πηγή χρηματοδότησής τους, δεδομένου ότι ο
συγκεκριμένος τομέας αποτελεί ένα νέο, αρκετά «παρθένο» ακόμα πεδίο
επιχειρηματικής δράσης και κερδοφορίας. Ενα όμως είναι σίγουρο. Στον
καπιταλισμό, όπου κυριαρχεί το κριτήριο του κέρδους, η ιατρική χρήση της
κάνναβης θα αξιοποιηθεί για την εξασφάλισή του από τους
επιχειρηματικούς ομίλους στις πλάτες των ασθενών, οι οποίοι αναζητούν
εναγωνίως μια λύση…