Γράφει ο Αλέκος Χατζηκώστας //Στις 14 Ιουνίου 1955 στη Βαρσοβία της Πολωνίας, υπογράφεται ανάμεσα στη Σοβιετική Ένωση και Αλβανίας , Βουλγαρίας, Ουγγαρίας, Πολωνίας, Ρουμανίας, Τσεχοσλοβακία και Λ.Δ Γερμανίας το «Σύμφωνο Φιλίας , Συνεργασίας και Αμοιβαίας Βοήθειας», γνωστό ως «Σύμφωνο της Βαρσοβίας». Άρχισε να ισχύει από τις 5 Ιουνίου 1955, αφού παραδόθηκαν για φύλαξη στην Πολωνία που ήταν ο θεματοφύλακας, τα επικυρωμένα έγραφα από όλους τους συμβαλλόμενους. Η Αλβανία το 1962 δεν πήρε μέρος στις εργασίες του Συμφώνου της Βαρσοβίας και τον Σεπτέμβριο του 1968 μονομερώς το κατάγγειλε.
Η υπογραφή του Συμφώνου προκάλεσε η απειλή που προέκυψε για την ειρήνη αλλά και το ίδιο το σοσιαλιστικό στρατόπεδο η επικύρωση από τις καπιταλιστικές χώρες της «Δύσης» των Συμφωνιών των Παρισίων το 1954 που προέβλεπε το σχηματισμό της Δυτικοευρωπαϊκής Ένωσης, η επαναστρατικοποιηση της Δυτικής Γερμανίας και η ένταξή της στο ΝΑΤΟ (που επήλθε πράγματι στις αρχές Μάη του 1955), αλλά και ενωρίτερα της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας-NATO-, που είχε συγκροτηθεί το 1949 στην Ουάσιγκτον μεταξύ των ΗΠΑ και 12 ευρωπαϊκών χωρών.
Να σημειώσουμε ότι η ΕΣΣΔ δικαιολογημένα ανησυχούσε από την αναβίωση του μιλιταρισμού στη Γερμανία και προκρίνοντας ένα συλλογικό σύστημα ασφαλείας, όπως προβλεπόταν από τη Χάρτα του ΟΗΕ, έκανε ό,τι μπορούσε διπλωματικά για να αποτρέψει αυτό το ενδεχόμενο. Έτσι στα πλαίσια διάσκεψης ασφαλείας στη Μόσχα στα τέλη του 1954 όπου συμμετείχαν η Αλβανία, η Βουλγαρία, η ΓΛΔ, η Πολωνία, η Ρουμανία, η Τσεχοσλοβακία και η Ουγγαρία, τα σοσιαλιστικά κράτη προειδοποίησαν πως σε περίπτωση εφαρμογής των όρων των “Συμφωνιών του Παρισιού”, θα προχωρούσαν και τα ίδια σε στρατιωτική συμμαχία. Διαπιστώνει κανείς δηλαδή, πως η δημιουργία του Συμφώνου ήταν ένα μέτρο καθαρά αμυντικό, κι όχι κάποιου είδους μορφή “σοβιετικής επιθετικότητας”.
Για να μπορέσει να συμμετάσχει η ΓΛΔ στο σχεδιαζόμενο σύμφωνο μάλιστα η ΕΣΣΔ προχώρησε και σε επίσημη άρση του εμπόλεμου μεταξύ των δύο χωρών στις 21 Γενάρη 1955. Στη διάρκεια της ιδρυτικής “Διάσκεψης ευρωπαϊκών κρατών για τη διασφάλισης της Ειρήνης και της σταθερότητας στην Ευρώπη”, όπως ονομάστηκε η ιδρυτική διάσκεψη του συμφώνου συμμετείχε ως παρατηρητής και η Κίνα, λίγα χρόνια πριν το σινοσοβιετικό σχίσμα. Η ΓΛΔ αρχικά εξαιρέθηκε από το στρατιωτικό σκέλος του συμφώνου, συμμετέχοντας σε αυτό μετά τις 28 Γενάρη 1956, δέκα μέρες μετά την ίδρυση του “Εθνικού Λαϊκού Στρατού” (Nationale Volksarmee), που επίσης αποτελούσε απάντηση στη δυτικογερμανική επαναφορά της υποχρεωτικής θητείας ένα χρόνο πριν.
Για τις διαβουλεύσεις σχετικά με την εφαρμογή του και για τις συζητήσεις επί άλλων θεμάτων το Σύμφωνο προέβλεπε τη σύσταση Πολιτικής Συμβουλευτικής Επιτροπής, όπου αντιπροσωπεύονταν όλα τα κράτη-μέλη σε ανώτατο επίπεδο.
Στον στρατιωτικό τομέα ιδρύθηκε Ενωμένη Διοίκηση Ενόπλων Δυνάμεων, υπό τις διαταγές της οποίας τέθηκαν τμήματα των εθνικών στρατών των χωρών-μελών. Επικεφαλής της στρατιωτικής αυτής δύναμης ήταν ο αρχιστράτηγος των Ενωμένων Ενόπλων Δυνάμεων. Ο πρώτος που τοποθετήθηκε σε αυτή τη θέση ήταν ο σοβιετικός στρατάρχης Ιβάν Κόνιεφ.
Από την πρώτη στιγμή έγινε ξεκάθαρο ότι το Σύμφωνο της Βαρσοβίας είχα αυστηρά αμυντικό χαρακτήρα. Απέβλεπε στην λήψη των αναγκαίων μέτρων για την ασφάλεια των χωρών που συμμετείχαν σ’ αυτό και τη διατήρηση της ειρήνης στην Ευρώπη. Στο κείμενο τονίζεται ο αμυντικός και φιλειρηνικός χαρακτήρας του Συμφώνου και δηλώνεται ότι, εν καιρώ, θα είναι ευπρόσδεκτες σε αυτό και χώρες με διαφορετικά κρατικά και κοινωνικά συστήματα.
Το ιδρυτικό κείμενο είχε την εισαγωγή και 11 άρθρα. Σύμφωνα με τους όρους του Συμφώνου και του Καταστατικού του ΟΗΕ τα κράτη- μέλη του Συμφώνου αναλαμβάνουν την υποχρέωση να μην καταφεύγουν στις διεθνείς σχέσεις τους σε απειλές βίας ή σε χρησιμοποίηση βίας και σε περίπτωση ένοπλης επίθεσης εναντίον οποιουδήποτε από αυτά να παρέχουν στα κράτη που υπέστησαν την επίθεση αμέσως βοήθεια με όλα τα απαραίτητα μέσα μαζί και τη χρησιμοποίηση στρατιωτικής δύναμη. Τα μέλη του Συμφώνου ανάλαβαν την υποχρέωση να δρουν φιλικά και να συνεργάζονται με σκοπό την ανάπτυξη και την ενίσχυση των οικονομικών και πολιτισμικών σχέσεων τους, τηρώντας τις αρχές του αμοιβαίου σεβασμού, της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας και της μη επέμβασης στα εσωτερικά ζητήματα των κρατών-μελών. Προβλέπονταν αμοιβαίες διαβουλεύσεις των μελών για όλα τα βασικά διεθνή προβλήματα που έθιγαν τα κοινά τους συμφέροντα. Για τη διεξαγωγή των διαβουλεύσεων και την εξέταση των προβλημάτων που προέκυπταν δημιουργήθηκε Πολιτική Συμβουλευτική Επιτροπή και καθιερώθηκε σε αυτή να αντιπροσωπεύονται όλα τα μέλη σε ανώτατο επίπεδο.
Να σημειώσουμε ότι η ισχύς της ήταν για 20 χρόνια και παρατείνονταν αυτόματα για 10 χρόνια για εκείνα τα κράτη-μέλη που ένα χρόνο πριν από τη λήξη της προθεσμίας ισχύος δεν θα είχαν υποβάλει στην κυβέρνηση της Πολωνίας δήλωση καταγγελίας της Συμφωνίας. Το Σύμφωνο ήταν ανοικτό για προσχώρηση και άλλων κρατών, ανεξάρτητα από το κοινωνικό και κρατικό τους σύστημα και θα έπαυε να ισχύει όταν στην Ευρώπη θα δημιουργείτο σύστημα συλλογικής ασφάλειας θα υπογράφονταν για το σκοπό αυτό πανευρωπαϊκό σύμφωνο.
Όλα τα χρόνια ύπαρξης του Συμφώνου έγινα πλήθος προτάσεις για την ειρήνη στην Ευρώπη που έμειναν όμως αναπάντητες από τη Δύση…
Τον Σεπτέμβριο του 1990, μόλις λίγες ημέρες πριν από τη γερμανική επανένωση, αποχώρησε από το Σύμφωνο της Βαρσοβίας η Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας. Την 1η Ιουλίου 1991 μία ιστορική συνάντηση στην Πράγα άλλαξε τις ισορροπίες στην Ευρώπη. Το Σύμφωνο της Βαρσοβίας περνούσε στην ιστορία, ενώ λίγα χρόνια μετά το ΝΑΤΟ διεύρυνε τα σύνορά του προς την ανατολή…