10 Ιουν 2013

Σύντροφοι διαλυόμαστε

Σύντροφοι διαλυόμαστε

Χτες ανακοινώθηκε η απόφαση αυτοδιάλυσης του συνασπισμού (και διάχυσής του στο σύριζα), λίγο πριν συμπληρώσει ένα τέταρτο του αιώνα πολιτικής διαδρομής. Και ποιος να το ‘λεγε ότι θα ερχόταν αυτή η μέρα και δε θα την χαιρόμασταν, μου λέει ένας σύντροφος. Γιατί ο συνασπισμός αλλάζει απλώς δέρμα, το πολιτικό του περίβλημα, για να καταπιεί τις σύμμαχες συνιστώσες που του είχαν δώσει κάποτε το φιλί της ζωής και να συνεχίσει τον κυβερνητικό καλπασμό του σαν καθαρόαιμο άτι του συστήματος, πιο αντιδραστικός κι ενσωματωμένος από ποτέ· δίνοντας υποσχέσεις για αναστολή μνημονίου και πράσινα άλογα συνθήματα, σαν του ανδρέα, αλλά ξεφτισμένα πια και ξεθωριασμένα.
Ο συνασπισμός μας τέλειωσε, ζήτω ο (νέος) συνασπισμός.

Κι αν οι πολιτικοί χαμαιλέοντες και οι έρποντες γυμνοσάλιαγκες (σαν τους σταθάκο, μητρόπουλο και σία) δε μπορούν να καλπάσουν, αυτό εξηγεί εν μέρει και τη δημοσκοπική στασιμότητα, η οποία απειλεί να στοιχειώσει το όνειρο της κυβερνώσας αριστεράς. Αν και ο σύριζα μπορεί να μοιάζει σε ένα άλλο επίπεδο με τους μυθικούς κενταύρους (χωρίς του ρέιντζερς) από το πήλιο του κομμάντο, που ζούνε από τη μέση και κάτω σα ζώα μες στην καπιταλιστική ζούγκλα, αλλά από τη μέση και πάνω είναι άνθρωποι που προσπαθούν να εξημερώσουν τα υγιή στοιχεία της ζούγκλας και να της προσδώσουνε ανθρώπινο πρόσωπο. Το ίδιο παρα-μυθικές είναι και οι υποσχέσεις του για ισότητα στα χορτοφάγα ζώα, που τρώνε αμάσητο το κουτόχορτο που τους δίνει και τον ψηφίζουν.

Τώρα λοιπόν, που ανοίγει η κουβέντα για τις οργανωτικές αρχές(;) του νέου συνασπισμού, ο οποίος είναι κάτι σαν το νέο πανιώνιο, μετά την υπαγωγή του στο 44 αλλά ντρέπεται να πει ότι είναι το νέο πασόκ (που δεν έχει υπαχθεί ακόμα στο 44) –όχι αυτό της πρώτης νεότητας με τις εξαλλοσύνες της τρίτης σεπτέμβρη για εοκ και νάτο, αλλά μια μικρή αναπαλαίωση στην εκδοχή του 2009…
Τώρα λοιπόν που ανοίγει αυτή η συζήτηση θα επιτρέψτε σε εμάς τους παλαιοκομμουνιστές να μην πάρουμε πολύ σοβαρά τα όσα άκρως διασκεδαστικά λέγονται για ενιαίο κόμμα χωρίς συνιστώσες, αλλά με τάσεις και καπετανάτα, όπου πρέπει να ανήκεις σχεδόν υποχρεωτικά σε ένα τέτοιο για να καταθέσεις έγκαιρα κι ελεύθερα τη γνώμη σου. Και (θα μας επιτρέψτε) να κάνουμε μια μικρή ιστορική αναδρομή, για να θυμηθούμε ότι αυτόν τον χαμαιλέοντα τον θρέψαμε στο κόρφο μας.

Με το κοινό πόρισμα με την εαρ του κύρκου, που μας έφερε σε μια πενταετία πιο κάτω και από την άνοιξη του σαμαρά, μες στη βαρυχειμωνιά της αντεπανάστασης. Με τις αδικαιολόγητες εκπτώσεις στο θέμα της εοκ και όχι μόνο, για να κλείσουμε μια συμφωνία που δε δικαιολογούνταν με τίποτα· ούτε από τους συσχετισμούς, ούτε –πρωτίστως- πολιτικά. Με την κε να εξουσιοδοτεί την επιτροπή να διαπραγματευτεί συγκεκριμένα σημεία προς συμφωνία και να της έρχονται άλλα αντί άλλων, ως τετελεσμένα προς επικύρωση –εκεί να δεις εν κρυπτώ διολίσθηση, που έμεινε στο απυρόβλητο. Και το μετέπειτα αριστερό ρεύμα να ακολουθεί το διεθνές κλίμα της μετάλλαξης των κκ, θέλοντας να βαδίσει προς το βούρκο της σοσιαλδημοκρατίας, και να επιμένει να τραβήξει μαζί του το κόμμα. Αλλά να (αποτυγ)χάνει οριακά στην εκλογή του νέου γγ, με την αλέκα να υπερισχύει για μερικές ψήφους του δραγασάκη –και να πρέπει να ανέχεται σήμερα κάποια βλαστάρια να της λεν ότι ήταν λαθρεπιβάτης στο τιμόνι του κόμματος.

Τι ακολούθησε στη συνέχεια; Απ’ το 90’ και μετά, μας έχουν πνίξει τα σκατά, να δεις τι σου ‘χω για μετά. Ψηφίσανε το μάαστριχτ (πληρώνει ο λαός) και την προοπτική της ενωμένης ευρώπης (μα στη μάσα χωριστά). Κατέβηκαν στα σκοπιανοφάγα συλλαλητήρια για τη μακεδονία, όλοι μαζί «πλην λακεδαιμονίων», όπως είπε και μια συχωρεμένη ψυχή, γιατί η συμπόρευση με τον εθνικισμό είναι απλώς η άλλη όψη του κοσμοπολιτισμού του κεφαλαίου στο (κοινό, ευρωπαϊκό) νόμισμα της ευρω-κομμουνιστικής ενσωμάτωσης. Κι ο λαός τους πλήρωσε με το ίδιο νόμισμα, αφήνοντας οριακά (και σαδιστικά) τον συνασπισμό εκτός βουλής, κάτω από το όριο του 3%. Μολονότι είχε τα περισσότερα πρωτοκλασάτα στελέχη και διπλάσια κοινοβουλευτική ομάδα μετά τη διάσπαση (14 δικοί τους vs 7 δικών μας), την αμέριστη στήριξη των μεγαλοεκδοτών και το κλίμα της εποχής με το μέρος του –ενώ οι δικές μας εξεγέρσεις ήταν εν γένει εκτός του κλίματος.

Και μετά η απόβαση των ανοιχτά αριβιστών στη μεγάλη αγκαλιά του πασόκ, που έδωσε πάτημα για ποικιλότροπο δούλεμα, μέχρι και στον απολίτικο χαβαλέ του δαπίτη κανάκη πού ήταν παρόλα αυτά προφητικός:μια μέρα νίκο, ο συνασπισμός θα γίνει κυβέρνηση.


Το προεκλογικό σύνθημα η καρδιά χτυπά αριστερά, και οι καρδιακές αρρυθμίες μέχρι να περάσουν το 3% και να την ξαναβρούνε στη θέση της, πριν το επόμενό της ταξίδι προς την κούλουρη και την δεξιά στροφή της. Οι βοναπαρτισμοί του αλαβάνου, που ήθελε να του παραδώσουν το δαχτυλίδι χωρίς εκλογές· και δεν έχει αλλάξει στο παραμικρό έκτοτε, άλλο αν κάποιοι θέλουν να τον βλέπουν –με τα μάτια της ψυχής τους- σαν ασχημόπαπο που μεταμορφώθηκε σε κύκνειο –κι ετοιμάζεται για το κύκνειο άσμα του στην πολιτική με το σχέδιο βήτα και το κόμμα της δραχμής. Η τακτική συμμαχία του αλαβάνου –ως σύριζα- με τις εξωκοινοβουλευτικές γκρούπες, για να περνάει με άνεση το όριο του 3% και να βρεθεί τελικά αυτός στη θέση τους, εκτός βουλής –πώς τα φέρνει η ρημάδα η ζωή.
Το δημοσκοπικό ρεσάλτο με τον αέρα του cool αλέξη, που σταμάτησε απότομα το 08’, αλλά άφησε πολύτιμη παρακαταθήκη, ως πρόβα τζενεράλε, για την αναδιαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού. Κι η πολιτική αφροδίτη που αναδύθηκε μέσα απ’ τον αντιμνημονιακό χυλό των πλατειών και έριξε τα βέλη του έρωτά της σε κάθε ορφανό του πασόκ που αναζητούσε το χαμένο όραμα, δηλώνοντας συνάμα ερωτευμένη με την (αστική) εξουσία και τα κυβερνητικά πόστα.

Κι έτσι συμπληρώσαμε ένα φαύλο διαλεκτικό κύκλο, επιστρέφοντας στο σημείο από το οποίο είχε ξεκινήσει αυτή η διαδρομή. Γιατί στο μυαλόκάποιων εκ των πρωτεργατών του ενιαίου συνασπισμού, η συγκρότησή του ήταν το όχημα που θα τους έφερνε στην κεντρική πολιτική σκηνή αντικαθιστώντας το διεφθαρμένο και παρακμασμένο πόλο του πασόκ, που βούλιαζε στον βούρκο των σκανδάλων. Και οι οποίοι δεν είχαν κανένα απολύτως πρόβλημα να αλλάξουν όχημα και να μετεπιβιβαστούν στο πασόκ, τον πιο αυθεντικό εκφραστή της πορείας τους, μόλις αυτό απέδειξε την ανθεκτικότητά του.

Σήμερα κάποιοι μπορεί να πιστεύουν πως ο σύριζα έχει τη διεθνή ακτινοβολία των μπολσεβίκων και εμπνέει τους διαδηλωτές στην τουρκία· ή πως θα γίνει μια ενιαιο/λαϊκο-μετωπική κυβέρνηση, που θα πυροδοτήσει την ταξική πάλη από πιο ευνοϊκές θέσεις και με καλύτερους συσχετισμούς. Μπορεί επίσης να (προσ)εύχονται μεταφυσικά για αριστερή στροφή ενός μορφώματος που βαδίζει ολοένα και πιο δεξιά, με ταχύ βηματισμό, καθώς καλπάζει έρποντας προς την εξουσία.
Αλλά στην πραγματικότητα ο συνασπισμός καταφέρνει μόλις τώρα, εικοσιπέντε χρόνια από την ίδρυσή του, να πετύχει τον αρχικό στόχο που είχαν θέσει κάποιοι πρωτεργάτες του σαν το μίμη ανδρουλάκη. Να γίνει πασόκ στη θέση του πασόκ και κόμμα εξουσίας. Κι από αυτή την άποψη κλείνει πράγματι ένας πρώτος κύκλος στην πορεία του, μολονότι δεν έχει αλλάξει κάτι ουσιαστικό, και είναι έτοιμος να προχωρήσει στην επόμενη φάση της μετάλλαξής του σε αστικό κόμμα. Κι έχει όλα τα φόντα να το πετύχει.

Υστερόγραφο
Ο τίτλος της ανάρτησης είναι εμπνευσμένος από την κλασική φράση στο τέλος των πορειών μας: σύντροφοι διαλυόμαστε, που μπορεί να την πετύχει κανείς και στην πιο διαλεκτική εκδοχή της: διαλυόμαστε συγκροτημένα. Και από το ανέκδοτο-κουίζ του λαϊκού στρώματος, τι είπε ο γκόρμπι το 90, στη λήξη των διαδικασιών του 28ου συνεδρίου του κκσε; (Μα φυσικά) Σύντροφοι διαλυόμαστε. Η διάλυση βέβαια επήλθε τυπικά ενάμιση χρόνο αργότερα. Αλλά το λικβινταριστικό προτσές είχε ήδη προχωρήσει σε σημείο μη αναστρέψιμο. Και εξάλλου –όπως λέει και ο χρυσός κανόνας της δημοσιογραφίας- ας μην αφήσουμε μια μικρή λεπτομέρεια να μας χαλάσει μια ωραία ιστορία. Ή ένα καλό ανέκδοτο, εν προκειμένω.

Οι κυβερνήσεις της Κατοχής και τα «Τάγματα Ασφαλείας»

Οι κυβερνήσεις της Κατοχής και τα «Τάγματα Ασφαλείας»
Η στρατηγική υπεράσπισης του καπιταλισμού από φασίστες - δημοκράτες - Αγγλία - Γερμανία, με επίθεση κατά του λαϊκού κινήματος και του ΚΚΕ
Ενας από τους άνδρες των ταγμάτων ασφαλείας του Ι. Ράλλη, υποβάλλει σε σωματική έρευνα για λογαριασμό των Γερμανών, Ελληνα πολίτη στην Αθήνα, αφού πρώτα τον διέταξε «ψηλά τα χέρια»
Οι αντιθέσεις ανάμεσα σε τμήματα της αστικής τάξης, ακόμα και τις φορές που γίνονται οξύτατες φτάνοντας μέχρι και την ένοπλη σύγκρουση, ακόμα και τότε, δεν είναι δυνατό να αναιρέσουν τη στάση του συνόλου της αστικής τάξης και των κομμάτων της απέναντι στην εργατική τάξη και στα φτωχά λαϊκά στρώματα. Οτι, δηλαδή, ταυτόχρονα με τη μεταξύ τους διαπάλη, το κοινό τους μέλημα είναι η περιφρούρηση και διατήρηση της αστικής εξουσίας. Παρά τις διαφορές τους στην τακτική, ο βασικός στόχος παραμένει αμετάθετος.
Ως προς αυτό το τελευταίο, η στάση των αστικών δυνάμεων έναντι των κατοχικών κυβερνήσεων στην Ελλάδα (1941 - 1944) είναι από τις πλέον χαρακτηριστικές. Και, τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών, είναι συγκρίσιμη με τη σημερινή κατάσταση. Οχι βεβαίως επειδή υπάρχει κατοχή στην Ελλάδα, όπως ισχυρίζονται δημαγωγικά και αντιεπιστημονικά αστικά και οπορτουνιστικά κόμματα. Αλλά επειδή η κρατική καταστολή ενισχύεται και με αφορμή την άνοδο της επιρροής της φασιστικής Χρυσής Αυγής, ενώ το αστικό πολιτικό σύστημα, που αντιμετωπίζει δυσκολίες στην απρόσκοπτη λειτουργία του, αναμορφώνεται, προκειμένου να ενσωματώσει σταθερά τις λαϊκές δυνάμεις.
Η απόφαση για τη δημιουργία των «Ταγμάτων Ασφαλείας» πάρθηκε αμέσως μετά από το σχηματισμό της κυβέρνησης του Ι. Δ. Ράλλη, τον Απρίλη του 1943. Εξάλλου, αποτελούσε όρο του, προκειμένου να αναλάβει την πρωθυπουργία. Στις 18 Ιούνη του 1943 δημοσιεύτηκε στην «Εφημερίδα της Κυβερνήσεως» ο νόμος 260/1943 «Περί συγκροτήσεως τεσσάρων ευζωνικών τμημάτων». Και το Σεπτέμβρη του ίδιου χρόνου άρχισε η συγκρότησή τους στην Αθήνα, η οποία ολοκληρώθηκε στα τέλη του Δεκέμβρη. Στη συνέχεια «Τάγματα Ασφαλείας» δημιουργήθηκαν στην Πελοπόννησο, στην Εύβοια, στη Δυτική Στερεά, στην Ηπειρο, στη Θεσσαλία και σε Θεσσαλονίκη - Μακεδονία.
Ανακοίνωση - διαταγή του αρχηγού των Ταγμ. Ασφαλείας, στο πρωτοσέλιδο του «ΒΗΜΑΤΟΣ»
Από την άποψη των διεθνών και των εσωτερικών συνθηκών, έχει μεγάλη σημασία ο χρόνος, κατά τον οποίο συγκροτήθηκαν τα «Τάγματα Ασφαλείας». Οι βασικές παράμετροι των εξελίξεων ήταν οι εξής:
1. Η στροφή που σημειώθηκε τότε στην πορεία του πολέμου, με τη μεγαλειώδη νίκη του Κόκκινου Στρατού επί του γερμανικού στο Στάλινγκραντ (Φλεβάρης 1943). Η στροφή έγινε αμετάστρεπτη μετά και από τη συντριβή των γερμανικών στρατευμάτων στο Κουρσκ (Αύγουστος 1943). Από το Στάλινγκραντ και στη συνέχεια τέθηκε πιο ανάγλυφα επί τάπητος το ζήτημα των μεταπολεμικών εξελίξεων σε σειρά καπιταλιστικών χωρών, υποχρεώνοντας να πάρουν τα ανάλογα μέτρα η αστική τάξη και τα κόμματά της, καθώς και οι ηγετικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που συμμετείχαν στην αντιχιτλερική συμμαχία (ΗΠΑ, Αγγλία). Μεγάλης σημασίας ήταν η περίπτωση της Ελλάδας, λόγω της δεσπόζουσας γεωπολιτικής θέσης της.
Εκείνο το διάστημα κατέρρευσε και η γερμανο-ιταλική συμμαχία, αφού η μουσολινική Ιταλία υποχρεώθηκε σε συνθηκολόγηση (8 Σεπτέμβρη 1943).
2. Η στροφή στην πορεία του πολέμου επέδρασε σημαντικά στην ανάπτυξη του ΕΑΜικού κινήματος, διαμόρφωσε προϋποθέσεις ένοπλης αντίστασης με στήριγμα την πλατιά μαζική πάλη, ενώ συνέτριψε το μύθο για το «αήττητο της Γερμανίας». Χαρακτηριστική ήταν η μεγάλη διαδήλωση στην Αθήνα (5 Μάρτη 1943) που ματαίωσε την επιστράτευση Ελλήνων εργαζομένων, τους οποίους προόριζαν να πολεμήσουν κατά του Κόκκινου Στρατού. Η ορμητική άνοδος της λαϊκής πάλης και του ΚΚΕ ήταν επαρκείς λόγοι για τη δημιουργία των «Ταγμάτων Ασφαλείας».
Ως προς το τελευταίο, ο πρωτεργάτης (μαζί με τους Πάγκαλο, Γονατά και Βουλπιώτη) της ίδρυσής τους Ι. Δ. Ράλλης υπήρξε αποκαλυπτικός:
«...Διότι εμφανώς πλέον έβλεπον τας προθέσεις του ΕΑΜ και εθεώρουν (η Χωροφυλακή είχε υποστεί κάπως την επίδρασιν των κομμουνιστών κατά ένα μέρος) ότι ήτο απαραίτητος ανάγκη να υπάρχουν τμήματα απολύτως εθνικιστικά δυνάμενα να αντιπαλαίσουν κατά των καταχθονίων σχεδίων του κομμουνισμού και να αναλάβουν την προστασίαν του κινδυνεύοντος κοινωνικού μας καθεστώτος»1.Και σε άλλο σημείο:
«Επρεπε το κράτος να παρασκευασθή διά την άμυνάν του, εάν ήθελε να ζήση»2.
Ο Κομνηνός Πυρομάγλου χαρακτηρίζει την κυβέρνηση Ράλλη ως εξής:
«...Η κυβέρνησις Ι. Ράλλη είναι, εις τας παραμονάς της απελευθερώσεως της Ελλάδος, η πρώτη "Δυτικοσυμμαχική" Κυβέρνησις εις την Ελλάδα (...). Συνεπώς, η κυβέρνησις Ράλλη και τα Τάγματα Ασφαλείας δεν είναι απλώς μία Κατοχική Κυβέρνησις, αλλά προ παντός, η "Τρίτη Δύναμις", η δυναμική εμφάνισις των Παλαιών Κομμάτων, η διεκδικούσα εθνική και πολιτική δύναμις την Εξουσίαν μετά την απελευθέρωσιν»3.
Και ο Κρις Γουντχάουζ, αρχηγός της εγγλέζικης αποστολής στα ελληνικά βουνά μετά από την αποχώρηση του Εντι Μάγιερς:
«Ο Ράλλης έβλεπε τα Τάγματα Ασφαλείας ως μία γέφυρα διά το πέρασμα της Ελλάδος από της γερμανικής κατοχής εις την απελευθέρωσίν της υπό των συμμάχων, χωρίς να μεσολαβήσει κανένα χάος»4.
Ο ρόλος των Εγγλέζων
Βεβαίως, από την πλευρά τους έβαλαν και οι Εγγλέζοι σε εφαρμογή την αναπροσαρμοσμένη - λόγω των εξελίξεων - τακτική τους.
  • Στις 29 Αυγούστου 1943 ο ιντελιτζενσερβίτης ταγματάρχης Ντ. Γουάλας, που δρούσε στα ελληνικά βουνά, παρέδωσε έκθεση στον Ρέτζιναλντ Λίπερ (πρέσβη της Αγγλίας στο Κάιρο) σχετικά με τη νέα κατεύθυνση που έπρεπε να πάρει η εγγλέζικη τακτική απέναντι στο ΕΑΜ και στο ΚΚΕ. Η αναφορά του Γουάλας έγινε δεκτή από την κυβέρνηση της Αγγλίας: «Ελπίζω ότι πέτυχα να δείξω τους σοβαρούς κινδύνους που εγκυμονεί η σημερινή πολιτική μας της υποστήριξης του ΕΑΜ...»5.
  • Στις 8 του Οκτώβρη 1943 ήρθε στην Αθήνα ο Νεοζηλανδός λοχαγός Ντον Στοτ. Πήρε μέρος σε σύσκεψη, την οποία οργάνωσε ο κατοχικός δήμαρχος Αγγελος Γεωργάτος. Πήραν μέρος επίσης ο Γ. Βεντήρης (βασιλικός), ο Παπαθανασόπουλος (ΕΔΕΣ), ο Γ. Γρίβας (αρχηγός της «Χ») και άλλοι, οι οποίοι υπέγραψαν σύμφωνο αντικομμουνιστικής δράσης. Το θέμα αφορούσε την κατάληψη της εξουσίας, μόλις οι Γερμανοί θα έφευγαν από την Ελλάδα6.
  • Σημειωτέον ότι λίγες μέρες νωρίτερα, στις 9 Οκτώβρη 1943, είχαν γενικευτεί οι πολεμικές συγκρούσεις στην Ηπειρο ανάμεσα στον ΕΛΑΣ και τον ΕΔΕΣ. Το Στρατηγείο Μέσης Ανατολής (ΣΜΑ) διέκοψε τη βοήθεια προς τον ΕΛΑΣ και την αύξησε προς τον Ζέρβα (ΕΔΕΣ).
Οι «αφανείς» συνεργοί των κατοχικών κυβερνήσεων
Η αποχώρηση των ιταλικών στρατευμάτων κατοχής από την Ελλάδα δημιούργησε ένα κενό που έπρεπε να καλυφθεί. Αυτό το γεγονός είχε ως αποτέλεσμα να αρθούν οι όποιες εναπομείνασες επιφυλάξεις των Γερμανών. Οι γερμανικές επιφυλάξεις ήταν δικαιολογημένες και στηρίζονταν στη βάσιμη αμφιβολία τους, αν τα «Τάγματα Ασφαλείας» θα παρέμεναν μέχρι τέλους στο πλευρό τους ή αν θα τάσσονταν κάποια στιγμή στο πλευρό των Εγγλέζων. Ας σημειωθεί ότι η γερμανική και η ιταλική διοίκηση είχαν απαγορεύσει στην κυβέρνηση Τσολάκογλου τη δημιουργία ταγμάτων. Εγραψε σχετικά ο Γ. Τσολάκογλου:
«Η δευτέρα ενέργειά μας απέβλεπε εις το να ζητήσωμεν να επιτραπή η οργάνωσις ταγμάτων τινών, διά να εμπνευσθή ο Λαός αίσθημα ασφαλείας (...) Αντί όλων τούτων επετράπη η οργάνωσις Τάγματος Φρουράς Αγνώστου Στρατιώτου μόνον»7.
Ωστόσο, εκτός από τη φανερή πλευρά Ι. Δ. Ράλλη - Γερμανών, στη δημιουργία των «Ταγμάτων Ασφαλείας» υπήρξε και η αθέατη, που γρήγορα έγινε εμφανής: Ο ρόλος που έπαιξαν στη συγκρότηση των δολοφονικών ταγμάτων πολλοί από τον αστικό πολιτικό κόσμο και φυσικά η Αγγλία. Πάντως, δίχως να σημαίνει ότι ήταν γερμανόφιλοι, είχαν αφήσει αποτυπώματα πριν τη συγκρότηση των ταγμάτων, συγχαίροντας τον Τσολάκογλου επί τη αναλήψει των καθηκόντων του. Ο πρώτος κατοχικός πρωθυπουργός είναι αποκαλυπτικότατος:
«... τρανωτάτην απόδειξιν του ότι πάντες ήθελον την ύπαρξιν Κυβερνήσεως αποτελεί η γνώμη των αρχηγών πολιτικών κομμάτων της Χώρας (...) κληθέντες παρ' εμού εις το Πρωθυπουργικόν γραφείον (...) απεφάνθησαν πάντες ότι: Εθεώρουν προτιμοτέραν την Κυβέρνησιν από το Προτεκτοράτον. Επέδειξαν κατανόησιν της σοβαρότητος της πατριωτικής χειρονομίας που έκαμα και με ενεθάρρυναν εις το πατριωτικόν έργον (...)».8
Στις αθηναϊκές εφημερίδες της 9 και 10 Μάη 1941 («Ακρόπολις», «Καθημερινή», «Ελεύθερον Βήμα») αναφέρονται τα ονόματα των αστών πολιτικών που συναντήθηκαν με τον Τσολάκογλου:
Θεόδωρος Πάγκαλος, Στυλιανός Γονατάς, Αλέξανδρος Οθωναίος, Δημήτριος Μάξιμος, Ντίνος Τσαλδάρης, Γεώργιος Παπανδρέου, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Βασίλης Δελιγιάννης, Γεώργιος Πεσματζόγλου, Γεώργιος Μερκούρης, Περικλής Ράλλης, Ιωάννης Σοφιανόπουλος, Στέφανος Στεφανόπουλος, Ντίνος Ροδόπουλος, Πέτρος Μαυρομιχάλης, Σταύρος Κωστόπουλος, Κρείττων Δηλαβέρης κ.ά. και ο στρατηγός Δημήτριος Καθενιώτης, καθώς και σειρά καθηγητών του πανεπιστημίου.
«... Μετά τας συνομιλίας εδόθη εις τον Τύπον η κάτωθι επίσημος ανακοίνωσις: "... Πάντες ανεγνώρισαν ότι η Κυβέρνησις Εθνικής Ανάγκης είναι επιβεβλημένον να υποστηριχθή εκ μέρους πάντων των Ελλήνων άνευ επιφυλάξεων και ειλικρινώς"».9
Ωστόσο, δεν πήγαν μόνο αυτοί. Οπως κατέθεσε στη δίκη των δοσιλόγων ο βουλευτής Θεσσαλονίκης Τζερμιάς «... απρόσκλητοι μετέβησαν περί τους 15 πολιτευόμενοι εις το γραφείον του Πρωθυπουργού και συγχαρέντες αυτόν, εδήλωσαν ότι είνε πρόθυμοι να τον συνδράμουν εις το δυσχερές, αλλά πατριωτικότατον έργον του»10.
Ομως, ο Γ. Τσολάκογλου συνεχίζει ακάθεκτος:
«ΟΙ ΒΡΕΤΑΝΝΟΙ ΕΧΡΕΙΑΖΟΝΤΟ ΚΥΒΕΡΗΣΙΝ ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑΝ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ. Ευθύς ως διετύπωσα την απόφασίν μου να απομακρυνθώ της Αρχής, η Μυστική Υπηρεσία των Αγγλων επρότεινε εις τον ναύαρχον Οικονόμου ν' αναλάβη την εξουσίαν, διότι θα της ήτο χρησιμώτερος από άλλους μνηστήρας. Ο ναύαρχος Οικονόμου κατέθεσεν ενώπιον του Δικαστηρίου τας συνθήκας υφ' ας εβολιδοσκοπήθη υπό των κατακτητών διά την ανάληψην της πρωθυπουργίας και τους λόγους δι' ους τελικώς δεν απεδέχθη (...). Εννέα μήνας μετά την παραίτησίν μου, η Μυστική εν Αθήναις των Βρεταννών Υπηρεσία, απετάθη προς εμέ διά προσώπου κοινής εμπιστοσύνης, διά να με ερωτήσει αν ήμην διατεθειμένος ν' αναλάβω και πάλιν τον σχηματισμόν κυβερνήσεως (...). Μετά παρέλευσιν ολίγων ημερών η Ιταλία ηναγκάσθη να συνθηκολογήση ανακωχήν προς τους Συμμάχους (...). Τότε η Αγγλική Υπηρεσία και πάλιν απηυθύνθη προς εμέ (...). Τότε διετύπωσα την απορίαν μου, διά τίνα λόγον επροτίμων εμέ, ενώ ο κύριος Ράλλης ή οιοσδήποτε άλλος θα επροθυμοποιείτο εις την εξυπηρέτησίν των».11
Βεβαίως, τον Ράλλη οι Εγγλέζοι τον προτίμησαν στη συνέχεια. Η μεταγενέστερη μαρτυρία του επιτετραμμένου του Ράιχ στην Ελλάδα Γκύντερ Αλτενμπούργκ έχει τη δική της αξία:
«... θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι ο Ράλλης είχε δηλώσει επανειλημμένα σε μεταξύ μας συζητήσεις, ότι ανέλαβε το αξίωμα μετά από συνεννόηση με την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση του Καΐρου».12
Στο ίδιο πνεύμα και γράμμα και ο υπαρχηγός του ΕΔΕΣ Κομνηνός Πυρομάγλου αναφέρει:
«Η Κυβέρνησις Ι. Ράλλη σχηματίζεται (...) με την ρητήν συγκατάθεσιν των Αρχηγών των αστικών Πολιτικών Κομμάτων και την υποστήριξιν των αρχών κατοχής εις την Ελλάδα (...). Ακόμη και με την σιωπηράν έγκρισιν του Βασιλέως Γεωργίου Β΄ και την σιωπηράν ανοχήν του Λονδίνου».13
Αποκαλύψεις στη δίκη
Στη δίκη των δοσιλόγων εξετάστηκε ως μάρτυρας κατηγορίας και ο πρώην πρωθυπουργός Θεμιστοκλής Σοφούλης (αρχηγός του Κόμματος Φιλελευθέρων). Ομως η κατάθεσή του ήταν κατάθεση μάρτυρα υπεράσπισης. Μεταξύ του Σοφούλη, του προέδρου του δικαστηρίου και του κατηγορούμενου Ράλλη, έγινε ο εξής χαρακτηριστικός διάλογος:
«ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο Τσολάκογλου και οι υπουργοί διευκόλυναν τον εχθρό;
ΣΟΦΟΥΛΗΣ: Δεν το ξέρω. Ημουν ξένος προς τας ενεργείας αυτάς.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Διά την κυβέρνησιν Ράλλη; Μήπως ξέρετε υπό ποίας συνθήκας ανέλαβε;
ΣΟΦΟΥΛΗΣ: Δεν γνωρίζω. Δεν παρηκολούθησα καθόλου αυτό το ζήτημα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Διατί συνεκροτήθησαν τα Τάγματα Ασφαλείας;
ΣΟΦΟΥΛΗΣ: (...) Εγιναν διά να κτυπήσουν τα δήθεν τάγματα αντιστάσεως του ΕΑΜ. Διά της ιδρύσεώς των η κυβέρνησις ηθέλησε να εξασφαλίσει την δημοσίαν τάξιν(...).
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ετέθησαν όμως υπό τας διαταγάς των Γερμανών.
ΣΟΦΟΥΛΗΣ: Δεν το γνωρίζω.
ΡΑΛΛΗΣ: Σας επισκέφθηκε ποτέ ο διοικητής των Ταγμάτων Ασφαλείας Πλυτζανόπουλος; (...) Τον γνωρίζατε, διότι ο διακεκριμένος αυτός αξιωματικός ανήκε στην παράταξίν σας.
ΣΟΦΟΥΛΗΣ: Οχι δεν τον γνωρίζω. Συμμετέσχον όμως εις τα Τάγματα Ασφαλείας πολλοί διακεκριμένοι του κόμματός μου αξιωματικοί.
Τέλος ο Σοφούλης λέει: Ο Ιωάννης Ράλλης δεν είχεν δολίαν πρόθεσιν (...) ενόμιζε ότι καταλαμβάνων την αρχήν μπορούσε να εμποδίσει τους Γερμανούς από την διάπραξιν πολλών κακών εις βάρος του λαού».14
Από μάρτυρας κατηγορίας που κλήθηκε, μετατράπηκε σε μάρτυρα υπεράσπισης και ο Θεμιστοκλής Τσάτσος:
«Δεν φρονώ ότι τα τάγματα ασφαλείας έγιναν διά να ωφελήσουν τους Γερμανούς».15Απαντώντας στο αν χρησιμοποιήθηκαν από τον Παπανδρέου οι ταγματασφαλίτες τον Δεκέμβρη 1944, επικαλέστηκε «ότι το Αγγλικό στρατηγείο αρνήθηκε οπωσδήποτε τη συμμετοχή αυτή και ότι με την πληροφορία ότι αριθμός ανδρών των ταγμάτων διέφυγε από το στρατόπεδο διατάχθηκαν ανακρίσεις»!16
Ενώ ο Γ. Παπανδρέου ομολόγησε στην ίδια δίκη:
«Απεφασίσαμεν να οπλίσωμεν τους άνδρας των Ταγμάτων Ασφαλείας (...) διά την προσωπικήν των ασφάλειαν, διά να μη σφαγούν. Αυτό έγινεν από ανθρωπισμόν. Δεν τους μετεχειρίσθημεν όμως εις μάχας».17
Φυσικά τα «Τάγματα Ασφαλείας» χρησιμοποιήθηκαν εναντίον του λαού και τον Δεκέμβρη 1944, όπως έγραψε και ο στρατηγός Λεωνίδας Σπαής, τότε υφυπουργός Στρατιωτικών:
«Συνολικά υπήρχαν 27.000 άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας. Χρησιμοποιήσαμε 12.000, τους λιγότερο εκτεθειμένους και οπωσδήποτε κανένα από τα σημαίνοντα στελέχη. Τους ντύσαμε και τους εξοπλίσαμε».18
Από την άλλη, ο Παπανδρέου προφασίστηκε άγνοια στην παρατήρηση του Ράλλη, ότι γνώριζε πως θα έφευγε για το Κάιρο και μάλιστα εγγυήθηκε προσωπικά γι' αυτόν... Σε ποιους άραγε εγγυήθηκε; (...).
Πλήθος και άλλων αποκαλύψεων έγινε στη δίκη των δωσίλογων, όπως για παράδειγμα ότι ο Παπανδρέου, όντας πρωθυπουργός της ελληνικής κυβέρνησης στην Αίγυπτο, έστελνε από το Κάιρο όπλα στον Ζέρβα και στον Γρίβα (της «Χ») μέσω της κυβέρνησης Ράλλη, ενώ, πέρα από την προηγούμενη μαρτυρία του Τσολάκογλου και του Αλτενμπούργκ, κατατέθηκε και στη δίκη ότι στην πρωθυπουργία προώθησαν τον Ράλλη οι Εγγλέζοι κ.ά.
Νικόλαος Πλαστήρας
Στις προτάσεις του ταγματάρχη Γουάλλας βρισκόταν και ο Ν. Πλαστήρας. Στη διάρκεια της Κατοχής ο Ν. Πλαστήρας βρισκόταν στη Νίκαια της Γαλλίας, απ' όπου καθοδηγούσε τον ΕΔΕΣ. Ηταν ο ίδιος που κάλεσε το λαό σε υποταγή όταν τα γερμανικά στρατεύματα είχαν μπει το 1941 στην Ελλάδα και προχωρούσαν προς την Αθήνα, ενώ τότε είχε τοποθετηθεί υπέρ του σχηματισμού φιλογερμανικής κυβέρνησης «... Κι αν ακόμη θα ηξεύραμε ότι ο πόλεμος θα ετελείωνε μετά τινας μόνον μήνας με τελείαν ήτταν του Αξονος (όπερ απίθανον)»19.
Στην έκθεσή του, ο Γουάλλας αναφέρει για τον Πλαστήρα:
«... διαθέτει το μεγάλο προνόμιο να είναι αντικομμουνιστής και ταυτόχρονα συνδεδεμένος, στα μάτια της κοινής γνώμης, με τον αγώνα για κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Θα μπορούσε, λοιπόν, να γίνει ένας ιδιαίτερα πολύτιμος αντίθετος πόλος έλξης, απέναντι στην ευρεία αριστερή γοητεία του ΕΑΜ στην Ελλάδα (...). Ως προς την εξωτερική πολιτική, ο Πλαστήρας υπήρξε πάντοτε συνεπής αγγλόφιλος (...). Η αναδιοργάνωση του ελληνικού στρατού, μετά την απελευθέρωση, θα αντιμετωπίσει τρομακτικά προβλήματα και το μεγαλύτερο απ' αυτά θα είναι ασφαλώς, τι θα γίνει με τους αντάρτες. (...) Θα είναι πολύ πιο εύκολο για τον Πλαστήρα, παρά για έναν βασιλόφρονα υπουργό ή στρατηγό, να την αντιμετωπίσει».20
Ο Πλαστήρας έγινε πρωθυπουργός στις αρχές του 1945 για να συμβάλει πρωταγωνιστικά στην υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, έχοντας στους εκπροσώπους της κυβέρνησης και τον σοσιαλιστή Ιωάννη Σοφιανόπουλο, υπουργό Εξωτερικών.
Επειδή η ιστορική έρευνα έχει ουσιαστική αξία στο βαθμό που διδάσκει, είναι ανάγκη να συνειδητοποιηθεί από κάθε εργαζόμενο, ότι τα μάτια των αστικών κομμάτων είναι στραμμένα στο επαναστατικό κίνημα κι ας κουνάνε το δάχτυλο προς τη φασιστική Χρυσή Αυγή. Η αντιρατσιστική μεγαλοστομία τους δεν πρέπει να κρύβει ότι είναι πρώτα και πάνω απ' όλα στοχοπροσηλωμένοι στην υπεράσπιση του καπιταλιστικού συστήματος, ανεξάρτητα από τις επιμέρους διαφορές τους.
Παραπομπές:
1. Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου, Αθήνα, 1947, σελ. 59.
2. Ο Ιωάννης Δ. Ράλλης ομιλεί εκ του τάφου, Αθήνα, 1947, σελ. 42.
3. Κομνηνού Πυρομάγλου, Ο ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ, εκδ. ΔΩΔΩΝΗ, Αθήνα, 1978, σελ. 385.
4. Σπύρου Γασπαρινάτου, Η ΚΑΤΟΧΗ, τ. Α΄, εκδ. Ι. ΣΙΔΕΡΗΣ, σελ. 222.
5. Βρετανική πολιτική και αντιστασιακά κινήματα στην Ελλάδα, η απόρρητη έκθεση του ταγματάρχη David J. Wallace - 1943, εκδ. ΩΚΕΑΝΙΔΑ, Αθήνα, 2009, σελ. 138.
6. Πέτρου Ρούσου, Η μεγάλη πενταετία, τ. Α΄, Αθήνα, 1976, σελ. 509-510.
7. Γεωργίου Κ. Σ. Τσολάκογλου, ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΙΣ «ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ», Αθήναι, 1959, σελ. 176.
8. Γεωργίου Κ. Σ. Τσολάκογλου, ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΙΣ «ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ», Αθήναι, 1959, σελ. 165.
9. Κομνηνού Πυρομάγλου, Ο Γεώργιος Καρτάλης και η εποχή του 1934-'57, τ. Α΄, εκδ. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ, ΑΘΗΝΑΙ, 1965.
10. Γεωργίου Κ.Σ. Τσολάκογλου, ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΙΣ «ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ», Αθήναι, 1959, σελ. 166.
11. Γεωργίου Κ.Σ. Τσολάκογλου, ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ, ΕΚΔΟΣΙΣ «ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ», Αθήναι, 1959, σελ. 243-244.
12. Χάγκεν Φλάισερ, ΣΤΕΜΜΑ ΚΑΙ ΣΒΑΣΤΙΚΑ, τ. Α΄, εκδ. ΠΑΠΑΖΗΣΗ, σελ. 31.
13. Κομνηνού Πυρομάγλου, Ο ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ, εκδ. ΔΩΔΩΝΗ, Αθήνα, 1978, σελ. 384.
14. Νίκου Κ. Καρκάνη, Οι δοσίλογοι της κατοχής, Δίκες-Παρωδία, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1981, σελ. 73, 74, 75.
15. Ο.π. σελ. 67.
16. Ο.π. σελ. 64-65.
17. Ο.π. σελ. 87.
18. Πέτρου Ρούσου, «Η μεγάλη πενταετία», τ. Β΄, Αθήνα, 1978, σελ. 358.
19. «Η Καθημερινή», 14 Σεπτέμβρη 1997.
20. Βρετανική πολιτική και αντιστασιακά κινήματα στην Ελλάδα, η απόρρητη έκθεση του ταγματάρχη David J. Wallace - 1943, εκδ. ΩΚΕΑΝΙΔΑ, Αθήνα, 2009, σελ. 144, 145, 146, 147.

Του
Μάκη ΜΑΪΛΗ

Σκέψεις για την προώθηση της ενότητας της εργατικής τάξης


ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ ΣΤΟΥΣ ΚΛΑΔΟΥΣ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ*
Σκέψεις για την προώθηση της ενότητας της εργατικής τάξης
Μέρος 2ο
Ενταση της ιδεολογικής δουλειάς - συσπείρωση νέων δυνάμεων στο Κόμμα
Πρώτο και κύριο καθήκον είναι η πλατιά συζήτηση του Προγράμματος του Κόμματος σε κάθε κλάδο και χώρο, παντού, η προσπάθεια για την υλοποίηση των καθηκόντων της πολιτικής απόφασης του 19ου Συνεδρίου,σχεδιάζοντας συγκεκριμένα την κομματική μας παρέμβαση, με μακροχρόνιο ορίζοντα, χωρίς το άγχος των γρήγορων αποτελεσμάτων.
Η ταξική πολιτική συνείδηση δεν αναπτύσσεται μόνο με τη συμμετοχή στον αγώνα για τα οξυμένα προβλήματα, ούτε οι εργαζόμενοι θα έρθουν με το ΚΚΕ, μόνο επειδή μπαίνουμε μπροστά στους αγώνες. Χρειάζεται ιδεολογικοπολιτική παρέμβαση με συνέχεια και ικανότητα.
Κάθε τι που κάνουμε πρέπει να συμβάλλει ώστε ο εργάτης να κατακτά ταξική συνείδηση, ότι ανήκει στην εργατική τάξη με ό,τι αυτό σημαίνει και συνεπάγεται. Αυτό πρέπει να δίνεται από παντού. Μέσα από την καθημερινή διαφώτιση που κάνουμε, γραπτή και προφορική. Να αναδείχνεται και μέσα από την αναγκαία εξειδίκευση και την πάλη για επιμέρους ζητήματα. Η παρέμβασή μας για ζητήματα της κρίσης, των ανταγωνισμών, του πολέμου, της ΕΕ, της ανάπτυξης, των επενδύσεων κλπ. πρέπει να είναι ολοκληρωμένη, να αναδείχνεται ο ταξικός τους χαρακτήρας. Να δείχνουμε το χαρακτήρα του κράτους, των νόμων, γενικά να συνδέουμε την οικονομία με την πολιτική.
Η ιδεολογική δουλειά δεν πρέπει να γίνεται γενικά, με ατάκες και συνθήματα, αλλά συγκεκριμένα, να φωτίζει και να απαντάει στην πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί, στις ανάγκες της πάλης, της ανασύνταξης και οικοδόμησης. Για να είναι αποτελεσματική πρέπει να εξηγεί με απλό τρόπο το πώς δουλεύει ο καπιταλισμός, να στηρίζεται στις εξελίξεις του κλάδου, στην πείρα. Να αναδείχνει ποια είναι η διέξοδος και πώς μπορεί να επιβληθεί, με ποια ενότητα, με ποιο κίνημα, με ποια γραμμή και χαρακτηριστικά.

Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να γνωρίζουμε, να αξιολογούμε και αξιοποιούμε τους αντικειμενικούς παράγοντες, την πραγματικότητα κάθε κλάδου ή χώρου δουλειάς. Να παρακολουθούμε καλύτερα τις οικονομικές εξελίξεις σε κάθε κλάδο και στο επίπεδο της επιχείρησης, να τεκμηριώνουμε με βάση και αυτές τις εξελίξεις την αναγκαιότητα της οργανωμένης πάλης με προοπτική τον άλλο δρόμο ανάπτυξης, χωρίς να αφήνουμε περιθώρια ούτε σε αυταπάτες ότι «με αγώνες λύνονται όλα τα προβλήματα», ούτε σε μηδενισμούς και ηττοπάθεια ότι «τίποτα δε γίνεται». Να επεξεργαζόμαστε επιχειρήματα, αιτήματα, στόχους πάλης, συνθήματα, παίρνοντας υπόψη τη συγκεκριμένη κατάσταση, ποια σύνθεση υπάρχει στο χώρο, κλάδο κλπ, πού απευθυνόμαστε (γυναίκες, νέοι, μετανάστες), τι πείρα έχουν οι εργαζόμενοι.
Να βελτιώνουμε συνεχώς την ικανότητά μας να παρακολουθούμε τα ιδεολογήματα, τη διαμόρφωσή τους, τον τρόπο που διαχέονται στη συνείδηση των εργαζόμενων, την εξέλιξή τους από τον ταξικό αντίπαλο, την εργοδοσία και τον εργοδοτικό - κυβερνητικό συνδικαλισμό. Να επεξεργαζόμαστε τη δική μας απάντηση.
Χρειάζεται να δυναμώσουμε την ιδεολογική παρέμβαση μέσα στο κίνημα, στην προετοιμασία και κατά τη διάρκεια ενός αγώνα, των αρχαιρεσιών. Είναι στον πυρήνα των καθηκόντων της ΚΟΒ να μαζεύει τους οπαδούς του Κόμματος, να τους εξηγεί το σχέδιό μας, τους στόχους μας, να τους εξοπλίζει και να τους χρεώνει καθήκοντα, με τη βοήθεια της ΚΟΒ να εκτιμούν τη δράση, να βγάζουν συμπεράσματα, να συμβάλουν στη συνέχεια.
Η μέχρι τώρα πείρα διαψεύδει κάθε φόβο ή επιφύλαξη ότι η κομματική παρέμβαση στη διάρκεια του αγώνα μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στη μαζικότητα και στην ενότητα. Είναι άλλο θέμα η ικανότητα παρέμβασης για να βοηθάει όσο το δυνατόν περισσότερο και άλλο να πιστεύουμε ότι η κομματική παρέμβαση κάνει ζημιά.
Πώς θα προχωρήσει η ενότητα αν δεν γίνουν βήματα στην ιδεολογική παρέμβαση και εξειδικευμένη δουλειά στους άνεργους, στους μετανάστες, στις γυναίκες, στις νέες ηλικίες, στις σχολές μαθητείας του ΟΑΕΔ, διαμορφώνοντας ανάλογα αιτήματα, όλα τα σφυριά πρέπει να χτυπούν ενιαία και να προωθούν τη στρατηγική του Κόμματος.
Πώς θα αντιμετωπιστούν οι μεγάλες δυσκολίες που δημιουργεί η ύπαρξη πολλών Ομοσπονδιών και Συμβάσεων π.χ. στον κλάδο των Τροφίμων και σε άλλους, αν δεν δυναμώσει η ιδεολογική παρέμβαση; Πώς θα μπορέσουμε να πείσουμε αυτόν που λέει «δεν με αφορά εμένα η απεργία γιατί ανήκουμε σε άλλη Ομοσπονδία», τους άλλους που λένε «εμείς είμαστε εποχιακοί» ή «δουλεύουμε σε εργολάβο» ή ακόμα του εργαζόμενου της ΔΕΛΤΑ που θα σου λένε «ακόμα και αν υπογραφεί σύμβαση εμένα δεν με καλύπτει γιατί η ΔΕΛΤΑ δεν είναι μέλος της εργοδοτικής οργάνωσης με την οποία θα υπογράψεις»;
Πώς θα δημιουργούνται προϋποθέσεις για ταξική ενότητα αν καθημερινά δεν εξηγούμε στους εργάτες πως ο κυριότερος εχθρός στο ζήτημα της ενότητας είναι ο οπορτουνισμός. Οτι είναι ο καλύτερος υπερασπιστής της αστικής τάξης, ότι χωρίς αυτόν η αστική τάξη δεν θα μπορούσε να εξαπατά και να ενσωματώνει. Δεν υπάρχει κλάδος και χώρος που να μην μπορούμε να το αποδείξουμε με συγκεκριμένα παραδείγματα.
Ετσι πρέπει να κατανοείται αυτό που λέμε ότι «στις σημερινές συνθήκες αποτελεί προτεραιότητα η ιδεολογική δουλειά». Στα ντοκουμέντα του Συνεδρίου τονίζεται ότι «Είναι αδύνατο σήμερα να πειστεί για την πολιτική πρόταση του ΚΚΕ ένας εργάτης σε μία κλωστοϋφαντουργία, σε ένα εργοστάσιο μετάλλου, σε ένα εργοστάσιο που κατασκευάζει φάρμακα ή τρόφιμα, αν δεν γνωρίζει τις εξελίξεις στον κλάδο στην Ελλάδα, ακόμα και στην Ευρώπη και παγκόσμια, αν δεν βοηθηθεί να κατανοήσει την αντίθεση κεφαλαίου και εργασίας. Αν δεν κατανοήσει τι σημαίνουν καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, αν δεν καταφέρνει στον ένα ή στον άλλο βαθμό να βλέπει την πολιτική σε συνδυασμό με την οικονομία. Αν βλέπει μόνο τα κόμματα και όχι τις τάξεις που εκπροσωπούν, τη στάση τους στα ενδιάμεσα κοινωνικά στρώματα...».
Η ενίσχυση της κομματικής δράσης και η συγκέντρωση νέων δυνάμεων γύρω από το Κόμμα αποτελεί προϋπόθεση για να προχωράει η ενότητα, η πάλη, η ανασύνταξη. Αυτό είναι πολύ εύκολο να κατανοηθεί, αν δούμε τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα σε κλάδους και χώρους δουλειάς που έχουμε κομματικές δυνάμεις, μέλη και οπαδούς, και σε αυτούς που δεν έχουμε, αλωνίζουν μόνες τους οι άλλες δυνάμεις, δημαγωγούν, με πρώτο τον οπορτουνισμό, παρουσιάζοντας την πάλη για την κατάκτηση της ταξικής ενότητας ως διάσπαση, σεχταρισμό και απομόνωση.
Εχουμε θετικά παραδείγματα όταν η δράση μας κατευθύνεται με συγκεκριμένους, επεξεργασμένους στόχους και τρόπους δουλειάς, ισχυροποιούμε παραπέρα τους δεσμούς μας με τον περίγυρό μας, συσπειρώνουμε και νέες δυνάμεις γύρω από την πολιτική του Κόμματος.
Ολες οι προσπάθειές μας να συγκεντρωθούν ακόμη περισσότερο στο στόχο να αποκτήσουμε κομματικές προσβάσεις σε εργοστάσια που σήμερα δεν έχουμε, κομματικές επαφές σε όλα τα τμήματά του, στους νέους εργαζόμενους, στους εργολαβικούς, στους μετανάστες, ισχυρούς κομματικούς πυρήνες στους άνεργους. Χωρίς αυτά οποιαδήποτε ενότητα επιτυγχάνεται στην πάλη με «βάση το πρόβλημα», θα είναι στον αέρα, συγκυριακή. Δεν θα μπορεί να σταθεί απέναντι στην ιδεολογική και κατασταλτική επίθεση του αντίπαλου, δηλαδή απέναντι στον καπιταλιστή, την κυβέρνηση, τα αστικά και οπορτουνιστικά κόμματα, τις παρατάξεις τους, τα διάφορα αναχώματα, το κράτος και τους μηχανισμούς του.
Σημαντικό ζήτημα που πρέπει να υπολογίζουμε είναι ότι η αντιδραστική προπαγάνδα για το ζήτημα της μετανάστευσης επιδρά πιο πολύ στη συνείδηση των εργαζόμενων σε συνθήκες κρίσης. Προβάλλεται από κυβέρνηση και εργοδοσία ως αιτία πολλών προβλημάτων. Αξιοποιείται στην καλλιέργεια και δικαιολόγηση ρατσιστικών και φασιστικών αντιλήψεων και πρακτικών, της δράσης της Χρυσής Αυγής.
Κανένα συνδικάτο δεν πρέπει να το υποτιμά, ακόμα και αν στον κλάδο του δεν υπάρχουν μετανάστες, γιατί έχει σχέση με την ενότητα της εργατικής τάξης γενικότερα, με την οργάνωση και την αποτελεσματικότητα της πάλης. Να προσανατολιστούμε περισσότερο στην οργάνωση των μεταναστών στα συνδικάτα τους, στην ανάδειξη πρωτοπόρων εργατών μεταναστών στα συνδικαλιστικά όργανα. Τα συνδικάτα μαζί με τις άλλες λαϊκές οργανώσεις θα αντιμετωπίσουν και τη δράση της Χρυσής Αυγής.
Η δράση μας πρέπει να προσανατολιστεί επίσης στη νέα γενιά Ελλήνων μεταναστών που δημιούργησε η κρίση και που μεγαλώνει καθημερινά. Το ταξικό κίνημα έχει καθήκον να βοηθήσει αυτό το κομμάτι της εργατικής τάξης να διαμορφώσει αιτήματα, να οργανωθεί, να παλέψει με τις αντίστοιχες ταξικές δυνάμεις στη χώρα που δουλεύει. Είναι και αυτό ένα νέο διεθνιστικό καθήκον στο οποίο πρέπει να ανταποκριθούμε.
Στόχοι πάλης που προωθούν ταξική συνείδηση και ενότητα
Στην εισήγηση της ΚΕ στο 19ο Συνέδριο τονιζόταν η ανάγκη να αποκτήσουμε την ικανότητα εξειδίκευσης της στρατηγικής σε κάθε κρίκο καθοδήγησης, στην ΚΟΒ, ώστε τελικά όλα τα σφυριά να χτυπούν ενιαία, να προωθούν τη στρατηγική του Κόμματος. Ανέφερε χαρακτηριστικά: «Υποφέρουμε πριν απ' όλα καθοδηγητικά, ξεκινώντας από την ΚΕ, και από τις δύο αδυναμίες: Από τη μία στο όνομα της σωστής και επιβεβαιωμένης στρατηγικής υποτιμάμε την ανάγκη της εξειδίκευσης, να πατάει πάνω στην πείρα, στα ερωτήματα, στις συγχύσεις και στις προκαταλήψεις που υιοθετούν οι εργαζόμενοι από την κυρίαρχη προπαγάνδα. Από την άλλη, κάτω από την πίεση των λαϊκών μαζών που δεν έχουν καταφέρει να συνειδητοποιήσουν τη δύναμή τους και να απορρίψουν τη φιλομονοπωλιακή πολιτική, τις αστικές και οπορτουνιστικές προκαταλήψεις, να κάνουμε πίσω, να πέφτουμε στην αποσπασματικότητα, στην επιλεκτικότητα. Τελικά η κάθε ΚΟΒ δεν καταφέρνει να έχει το δικό της σχέδιο δράσης που στηρίζει τις κεντρικές κατευθύνσεις και πρωτοβουλίες».
Για να ξεπεραστεί αυτή η αδυναμία χρειάζεται επεξεργασία της παρέμβασής μας σε πολλά επίπεδα και σε όλες τις πλευρές - ιδεολογική, πολιτική, μαζική, οργανωτική.
Χρειάζεται, όπως τονίζεται στην Πολιτική Απόφαση του Συνεδρίου, να παίρνεται υπόψη κάθε φορά το επίπεδο συνείδησης, ωρίμανσης, πείρας των λαϊκών μαζών και η εξασφάλιση μαζικής συμμετοχής. Να μην αμβλύνεται το κύριο μέτωπο απέναντι στα μονοπώλια και τους εκπροσώπους τους. Να οικοδομείται η συμμαχία της εργατικής τάξης με τα μεσαία στρώματα που δεν έχουν απαλλαγεί από τη λογική της μικροϊδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, παρά την αντίθεσή τους στα μονοπώλια. Η εργατική τάξη ως ηγέτιδα δύναμη θα επιδιώκει να ριζοσπαστικοποιεί, να βαθαίνει την αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή γραμμή.
Στο επίπεδο της επιχείρησης, είναι απαραίτητοι συγκεκριμένοι στόχοι πάλης για όλα τα τμήματα των εργαζόμενων, για τους μόνιμους, τους έκτακτους, τους εποχικούς, τους εργολαβικούς, τους «συνεργάτες», τις γυναίκες, τους μετανάστες, τους πρακτικάριους. Αν δεν εκφράζονται όλα «τα επιμέρους συμφέροντα», θα δυσκολεύεται η προσπάθεια να μπαίνουν όλοι στην πάλη ενάντια στον κοινό αντίπαλο, θα διευκολύνεται η λογική του «διαίρει και βασίλευε» της εργοδοσίας και των άλλων δυνάμεων. Ταυτόχρονα πρέπει να διαμορφώνουμε στόχους πάλης για τμήματα εργαζόμενων της επιχείρησης που δεν ανήκουν στην εργατική τάξη, ώστε να προωθείται η κοινωνική συμμαχία στο επίπεδο της επιχείρησης. Στην πράξη είμαστε ακόμα πολύ πίσω και αυτό το συναντάμε ως πρόβλημα καθημερινά στους χώρους δουλειάς και ιδιαίτερα μπροστά σε απεργίες και σε άλλες αγωνιστικές δραστηριότητες.
Στο επίπεδο του κλάδου, χρειάζεται επίσης καλύτερη επεξεργασία των στόχων πάλης και αιτημάτων, για όλα τα τμήματα του κλάδου. Κύριο ζήτημα που μπορεί να ενώσει είναι η κλαδική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας. Καλή επεξεργασία και διαμόρφωση της Κλαδικής Σύμβασης, πλατιά συζήτησή της με τους εργαζόμενους και εμπλουτισμός της, πολύμορφη δράση για τη δημιουργία προϋποθέσεων για την υπογραφή της, παρά τις μεγάλες δυσκολίες της νέας κατάστασης που έχει διαμορφωθεί. Να προβάλλουμε και να εκλαϊκεύουμε «σε κάθε κλάδο μία κλαδική σύμβαση για όλους τους εργαζόμενους». Αυτό θα πείθει όταν προβάλλονται στόχοι πάλης και αιτήματα που αφορούν όλους. Σήμερα λόγω και της προδοτικής στάσης της ΓΣΕΕ σε σχέση με την υπογραφή ΕΓΣΣΕ, η πάλη για την υπογραφή Συλλογικών Συμβάσεων αποκτά επιτακτικό χαρακτήρα. Το γεγονός ότι σε αυτή τη φάση φαίνεται δύσκολο, δεν πρέπει να οδηγήσει σε παραίτηση και απογοήτευση, αλλά σε αγωνιστικό πείσμα για τη δημιουργία προϋποθέσεων ώστε να μπορέσει το επόμενο διάστημα η εργατική τάξη να ξαναχρησιμοποιήσει το όπλο της υπογραφής συμβάσεων.
Σε όλους τους κλάδους να προβάλλονται και να παλεύονται ενιαία, στόχοι πάλης για μια σειρά προβλήματα που αφορούν όλους, που εκφράζονται με τη μία ή την άλλη μορφή σε όλους τους χώρους, κλάδους και τμήματα των εργαζομένων.
Το Ασφαλιστικό είναι ζήτημα που αφορά όλες τις εργατικές, λαϊκές οικογένειες, όλες τις ηλικίες. Αφορά τις Συντάξεις, την Πρόνοια, την Περίθαλψη, τα Φάρμακα, την Υγεία, την Υγιεινή και Ασφάλεια, την προστασία από εργατικά ατυχήματα κ.ά. Μπορεί να συνενώσει όλα τα τμήματα εργαζόμενων, ενάντια σε κυβέρνηση, εργοδοσία, ΕΕ, στον εργοδοτικό κυβερνητικό συνδικαλισμό και στα κόμματα που τους διευκολύνουν.
Το πρόβλημα της ανεργίας και τα αιτήματα για τους ανέργους, αφορούν όλες τις εργατικές λαϊκές οικογένειες. Τα προβλήματα της Παιδείας, της Υγείας, της παραπέρα ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ, της ΕΥΔΑΠ... Επομένως και εδώ χρειάζονται πρωτοβουλίες από τα Συνδικάτα που θα μπορούν να ενώσουν στην πάλη εργαζόμενους και άνεργους, να κατανοείται ο ταξικός χαρακτήρας του προβλήματος και να διαμορφώνεται ταξική πολιτική συνείδηση.
Τα προβλήματα της κρατικής καταστολής, της εργοδοτικής βίας, της κατάργησης των συνδικαλιστικών και πολιτικών ελευθεριών, του «νόμου και της τάξης», των επιστρατεύσεων απεργών, αφορούν συνολικά την εργατική τάξη, μπορεί να αποτελέσουν κρίκους για να οργανώνεται η πάλη ενιαία, με ενιαίους στόχους και προσανατολισμό.
Μορφές οργάνωσης και δράσης που συμβάλλουν στην ενότητα
Το Κλαδικό Συνδικάτο προωθεί αποτελεσματικότερα από κάθε άλλη μορφή την ενότητα στο επίπεδο του κλάδου, τον ταξικό προσανατολισμό και πάλη. Ωστόσο τα κλαδικά συνδικάτα αντιμετωπίζουν ειδικές δυσκολίες και προβλήματα, ιδιαίτερα τα νέα. Η όξυνση του ανταγωνισμού ανάμεσα στις επιχειρήσεις λόγω της κρίσης, κάνει πιο δύσκολη και τη δουλειά του κλαδικού συνδικάτου. Σε αρκετές περιπτώσεις ενισχύει την αντίληψη «του δικού μου χώρου», να προσβλέπει περισσότερο ο εργαζόμενος στο επιχειρησιακό και όχι το κλαδικό σωματείο. Επιμένουμε στην ισχυροποίηση των κλαδικών σωματείων και ταυτόχρονα συμμετέχουμε στη δράση των επιχειρησιακών σωματείων, δεν είμαστε έξω από διαδικασίες ή παίρνουμε και την πρωτοβουλία να συγκροτηθούν και σε άλλους χώρους δουλειάς, εφόσον αυτό συσπειρώνει τους εργαζόμενους.
Η κατάσταση απαιτεί καλύτερη δουλειά και από τα κλαδικά. Να βελτιώσουν τον καθοδηγητικό και συντονιστικό τους ρόλο στο σύνολο του κλάδου, να επεξεργαστούν μια σειρά ζητήματα και στόχους πάλης για όλους τους μεγάλους χώρους του κλάδου, για όλα τα τμήματα των εργαζόμενων. Να παίρνουν σταθερά πρωτοβουλίες που θα συνενώνουν και θα κινητοποιούν τον κλάδο, θα διαμορφώνουν ταξική συνείδηση. Να ενισχύσουν την καθοδήγησή τους στα επιχειρησιακά σωματεία του κλάδου, στις σωματειακές επιτροπές και σε όποιες μορφές οργάνωσης υπάρχουν στους τόπους δουλειάς. Να συγκροτήσουν σε όλους τους μεγάλους χώρους σωματειακές επιτροπές.
Εχουμε τις προϋποθέσεις, την πείρα, τις δυνάμεις να επεξεργαστούμε και άλλες πρωτοβουλίες που θα συμβάλλουν στην ταξική ενότητα και δράση. Κοινές πρωτοβουλίες των κλαδικών συνδικάτων για ζητήματα που αφορούν συνολικά την εργατική τάξη. Συντονισμός της δράσης στο επίπεδο του κλάδου για ιδιαίτερα οξυμένα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τμήματα του κλάδου, όπως έγινε με τη δημιουργία του Συντονιστικού στο Ναυπηγοεπισκευαστικό Τομέα. Συντονισμός και κοινές αγωνιστικές πρωτοβουλίες των ταξικών δυνάμεων στους κλάδους που είμαστε μειοψηφία, όπως έγινε στο Μέταλλο, ξεπερνώντας τη συμβιβασμένη πλειοψηφία της ΠΟΕΜ. Κοινές αγωνιστικές εκδηλώσεις των συνδικάτων σε διάφορες γειτονιές. Κοινές πρωτοβουλίες των κλαδικών ή μαζί και με άλλους φορείς σε ορισμένες περιοχές που υπάρχουν συγκεντρωμένα εργοστάσια και κατοικούν χιλιάδες εργάτες, όπως στο Θριάσιο και στα Μεσόγεια. Πιο ισχυρή και ουσιαστική παρουσία των κλαδικών συνδικάτων στις Λαϊκές Επιτροπές. Μέτρα για να εκφράζεται από όλον τον κλάδο υλική και ηθική αλληλεγγύη σε κάθε επιχείρηση ή τμήμα εργαζόμενων που αγωνίζεται. Το παράδειγμα της «Χαλυβουργίας», πώς στηρίχτηκε ο αγώνας των ηρωικών χαλυβουργών από την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, αλλά και το πώς αξιοποιήθηκε για να γίνει δουλειά και σε άλλους κλάδους και χώρους δουλειάς είναι χαρακτηριστικό.
Γνωρίζουμε πως δεν αρκούν οι σωστές αποφάσεις ή η θέληση για μεγαλύτερη ικανότητα και μαχητικότητα. Πρέπει στην πράξη, πέρα από το σωστό προσανατολισμό, να αποκτήσουμε οργανωτική ικανότητα, σύνδεση με ευρύτερες μάζες εργαζόμενων, αποφασιστικότητα, δεξιοτεχνία στη συσπείρωση και κινητοποίηση δυνάμεων. Να αποκτήσουμε μεγαλύτερη αντοχή και υπομονή στον καθημερινό ηρωισμό της δουλειάς του «μυρμηγκιού». Γνωρίζουμε ότι τα αποτελέσματα δεν έρχονται αυτόματα ούτε την ίδια την ώρα της παρέμβασής μας. Ομως έρχονται, όπως επιβεβαιώνει η ζωή.
Παρά τη δυσκολία και τη συνθετότητα της κατάστασης υπάρχουν πολλά περιθώρια βελτίωσης. Μαζί με τις νέες δυσκολίες γεννιούνται και νέες δυνατότητες που θα τις αναδείξουμε και θα τις αξιοποιήσουμε. Εμείς μετράμε τις δυσκολίες για να αναμετρηθούμε με αυτές. Δεν υποκλινόμαστε σ' αυτές, δε χάνουμε την αυτοπεποίθηση, την αισιοδοξία μας. Με την καθημερινή δράση μας τις αντιμετωπίζουμε. Δουλεύουμε με τέτοιο τρόπο ώστε η νέα άνοδος του εργατικού κινήματος να μας βρει πιο δυνατούς ιδεολογικά και οργανωτικά μέσα στους κλάδους και στα εργοστάσια.
* Περίληψη κειμένου του Τομεακού Γραφείου που συζητήθηκε σε σύσκεψη στελεχών της Τομεακής Οργάνωσης Βιομηχανίας της Κομματικής Οργάνωσης Αττικής.
  • Το πρώτο μέρος δημοσιεύτηκε στον «Ριζοσπάστη» της προηγούμενης Κυριακής, 2/6/2013.

Σχέση τακτικής και στρατηγικής στην πάλη του εργατικού κινήματος και της Λαϊκής Συμμαχίας

Σχέση τακτικής και στρατηγικής στην πάλη του εργατικού κινήματος και της Λαϊκής Συμμαχίας
Η υποχρέωση των κομμουνιστών να δουλεύουν στην καθημερινή δράση τους με εργαλείο τη στρατηγική του Κόμματος δεν είναι ένας «ετσιθελισμός» (βολονταρισμός) που αδιαφορεί για τα καθημερινά, πιεστικά προβλήματα του λαού και παραπέμπει τη λύση τους στο απροσδιόριστο (χρονικά) σοσιαλιστικό μέλλον, «διατηρώντας την καθαρότητα της γραμμής του Κόμματος» και αφήνοντας στο έλεος της καπιταλιστικής βαρβαρότητας την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Δεν έχει καμία σχέση, δηλαδή, με τη συκοφαντική κριτική που ασκούν πολιτικές δυνάμεις που αυτοπροσδιορίζονται ως αριστερός χώρος, αριστερά. Η ουσία της κριτικής που ασκούν στο ΚΚΕ εδράζεται στη σταθερή επιμονή του, πάντα τεκμηριωμένη με συγκεκριμένα επιχειρήματα, να αρνείται να συμπράξει σε ένα λεγόμενο μίνιμουμ πρόγραμμα, με στόχο τη συμμετοχή σε μια κυβέρνηση διαχείρισης της κρίσης του συστήματος εντός ή εκτός Ευρωζώνης.
Η δράση με βάση τη στρατηγική δε σημαίνει έλλειψη ή υποβάθμιση της τακτικής. Σημαίνει υποταγή της τακτικής στη στρατηγική όπου η πρώτη είναι το ευέλικτο μέρος της δεύτερης. Και όπου η ευελιξία αυτή έχει συγκεκριμένα όρια, δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από τη στρατηγική κάτω από την πίεση των στροφών της ταξικής πάλης, την πίεση των συσχετισμών και του δεδομένου -κάθε στιγμή- επιπέδου πολιτικής συνειδητοποίησης των μαζών.
Οι λεγόμενες «τακτικές συσπειρώσεις» -όπως προβάλλονται από τον ΣΥΡΙΖΑ, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και λοιπούς δορυφόρους- με επιστέγασμα την «αντιμνημονιακή ενότητα» ή την «ενότητα της αριστεράς», είναι εξ ορισμού αναγκασμένες ΚΑΙ να υποβαθμίζουν τους στόχους πάλης, να τους αφήνουν μακριά από τις πραγματικές λαϊκές ανάγκες (ακόμα και τις πιο άμεσες).
Τέτοιου είδους συσπειρώσεις, που τελικά αποβλέπουν στην εναλλαγή διαχείρισης, κοιτάνε πολύ πίσω, σε ένα ανεπίστρεπτο παρελθόν, που ο καπιταλισμός έκανε ορισμένες παραχωρήσεις που τελικά έχασαν τη δυναμική τους, ήταν προσωρινές και το κυριότερο οδήγησαν στην ενσωμάτωση του εργατικού και λαϊκού κινήματος με μοχλό βεβαίως τις αστικές κυβερνήσεις, τον κυβερνητικό και εργοδοτικό συνδικαλισμό, την εργατική αριστοκρατία με την αμέριστη βοήθεια του οπορτουνισμού.

Δεν είμαστε αντίθετοι, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, να αποσπώνται κάποιες, έστω και περιορισμένες, κατακτήσεις που ανταποκρίνονται κάθε φορά σε ένα συγκεκριμένο συσχετισμό δυνάμεων, να αποτρέπονται τα χειρότερα. Η καθοριστική διαφορά μας είναι ότι η γραμμή τους με τα μίνιμουμ προγράμματα και τις δήθεν μεταβατικές κυβερνήσεις, τελικά οδηγούν στον ιδεολογικοπολιτικό αφοπλισμό και όχι στην αγωνιστική ταξική διαπαιδαγώγηση.
Ενα πρέπει να γίνει καθαρό: Η λογική του ΚΚΕ δε σημαίνει καθόλου παραίτηση από την οργάνωση της πάλης για το άμεσο, το οξυμένο. Μερικά παραδείγματα από τη δουλειά στην εργατική τάξη, με βάση οξυμένα προβλήματα (στα οποία καλό θα ήταν να τοποθετηθεί όποιος ισχυρίζεται ότι μπορούν να βρεθούν πρόσκαιρες φιλολαϊκές λύσεις μέσα στο σύστημα).
Ο ρόλος του αστικού κράτους στη διαχείριση ακραίων επιπτώσεων της καπιταλιστικής κρίσης. (Το αίτημα να παρέμβει το κράτος)
Είναι γνωστό (και βιώνεται από χιλιάδες εργατοϋπαλλήλους) ότι μία από τις βασικές επιπτώσεις της καπιταλιστικής κρίσης είναι η καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων. Κύριο χαρακτηριστικό - επίπτωση είναι η καταστροφή της βασικής παραγωγικής δύναμης, της ανθρώπινης εργασίας. Είναι και το κλείσιμο χιλιάδων επιχειρήσεων μικρών, μεσαίων αλλά και μεγαλύτερων, λόγω της αγριότητας της ανταγωνιστικότητας, της τάσης για συγκεντροποίηση του κεφαλαίου.
Κλείνουν ακόμα και μεγάλες επιχειρήσεις στρατηγικής σημασίας σε κρίσιμους κλάδους. Οπως, για παράδειγμα, κίνδυνος υπάρχει για κλείσιμο της μεγάλης επιχείρησης μετάλλου HELLENIC STEEL στη Θεσσαλονίκη.
Ποια πρέπει να είναι η θέση του ταξικού κινήματος, των κομμουνιστών πάνω σ' αυτό το πρόβλημα που συνδυάζει δύο επίπεδα προβλημάτων: Από τη μια πλευρά, τον άμεσο κίνδυνο να βρεθούν στο δρόμο της ανεργίας εκατοντάδες εργαζόμενοι και, από την άλλη πλευρά, το κλείσιμο μιας κρίσιμης παραγωγικής δομής που σήμερα έχει έναν μονοπωλιακό ρόλο στον κλάδο του Μετάλλου, μιας επιχείρησης που στις συνθήκες της σοσιαλιστικής εξουσίας θα έχει σημαντικό ρόλο να παίξει στην ανάπτυξη του κλάδου και γενικότερα της βιομηχανίας.
Μπροστά στον κίνδυνο της ανεργίας, είναι αναμενόμενο (με το σημερινό επίπεδο του κινήματος και της ταξικής συνείδησης), οι εργαζόμενοι να αρκεστούν σε οποιαδήποτε «λύση» που μπορεί να τους εξασφαλίσει τη συνέχιση της εργασίας τους.
Η μία λύση που προβάλλεται, όχι αυθόρμητα, βέβαια, από τους εργάτες αλλά με την καθοδήγηση των συνδικαλιστικών παρατάξεων που έχουν την πλειοψηφία, είναι η εξεύρεση άλλου ιδιώτη επενδυτή, που αν το αποφασίσει να πάρει την επιχείρηση θα βάλει προκαταβολικό όρο τη δραματική μείωση μισθών, δικαιωμάτων των εργαζόμενων ακόμα και απολύσεις. Πώς αλλιώς θα μπορούσε ένας ιδιώτης, με κριτήριο το κέρδος, να αντιμετωπίσει μια επιχείρηση οικονομικά βουλιαγμένη; Αλλη λύση, που προβάλλεται κάτω από την πίεση του προβλήματος της επικείμενης ανεργίας, είναι η στήριξη του σημερινού κράτους. Μια τέτοια θέση, σε αρκετές περιπτώσεις, βρήκε την επιδοκιμασία πολιτικών δυνάμεων (του αντι-μνημονιακού τόξου) σαν άμεση λύση στον κίνδυνο της ανεργίας, αλλά και σαν συμβολή του λεγόμενου δημόσιου τομέα στην «παραγωγική ανασυγκρότηση» της οικονομίας που ευαγγελίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η απάντηση δεν δέχεται αναβολή. Σήμερα, είναι το ίδιο το κράτος που πρωτοστατεί στις αντιλαϊκές - αντεργατικές επιλογές. Είναι το ίδιο το κράτος που, μέσα στα πλαίσια του καπιταλιστικού ανταγωνισμού, όταν και αν ασχοληθεί με κρατικές καπιταλιστικές επιχειρήσεις, επιβάλλει εξίσου αντεργατικές λύσεις μ' αυτές που θα επέλεγε και ένας ιδιώτης επενδυτής, αν δεν ήθελε να «ξαναθάψει» την επιχείρηση σε νέα προβλήματα ανταγωνισμού (π.χ. αυτόματη νομοθετημένη μείωση μισθών κατά 35% μόλις μια ιδιωτική επιχείρηση περάσει στην αστική κρατική ιδιοκτησία, με βάση τα μνημόνια).
Η ιστορία των κρατικοποιημένων «προβληματικών» βιομηχανικών επιχειρήσεων από το ΠΑΣΟΚ στη δεκαετία του '80 είναι πολύ διδακτική. Οι περισσότερες από αυτές ή πέρασαν και πάλι σε ιδιώτες ή έκλεισαν. Τελικά, με ή χωρίς παρέμβαση του αστικού κράτους, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο.
Το να προτείνεις σήμερα απλά την ανάληψη ευθύνης από το αστικό δημόσιο της επιχείρησης, δεν αποκρύπτεις απλά τη φύση και τη λειτουργία του αστικού κράτους, με την ίδια αντιλαϊκή φύση και βιαιότητα του μεμονωμένου ιδιώτη καπιταλιστή. Βάζεις σε κίνδυνο την ίδια την «άμεση λύση» που αποζητούν οι εργαζόμενοι αν δεν εξηγήσεις «ποιο κράτος».
Αυτή η θέση, σε καμιά περίπτωση, δε σημαίνει ότι παραιτείσαι από την άμεση πάλη για την προστασία των θέσεων εργασίας και των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Οι πολιτικές προτάσεις επίλυσης να κρίνονται από τους εργάτες με βάση αυτό το κριτήριο της ανάπτυξης αποκλειστικά για το δικό τους όφελος και όχι των μονοπωλίων, να μην κυριαρχούν κριτήρια «δανεισμένα» από την πολιτική και τις αναγκαιότητες της αστικής τάξης.
Ενας τέτοιος σχεδιασμός στόχων δεν βάζει το κίνημα μπροστά στην επιλογή «καλύτερου εκμεταλλευτή» που θα ενσωματώσει στις επιλογές του τους εργαζόμενους, με πρώτο σταθμό τη μείωση της απαιτητικότητάς τους για να ζήσει η επιχείρηση είτε κάτω από ιδιωτική είτε κάτω από κρατική καπιταλιστική ιδιοκτησία που θα φέρει τα ίδια αρνητικά αποτελέσματα για τους εργαζόμενους.
Η προοπτική των περιορισμένων άμεσων στόχων πάλης (απλήρωτοι εργάτες) και στον αντίποδά της τα βήματα της συγκρότησης της ενότητας της εργατικής τάξης και της Λαϊκής Συμμαχίας στους κλάδους παραγωγής
Ενα άλλο παράδειγμα από την πάλη ενάντια στις επιλογές μονοπωλιακών επιχειρήσεων στον κλάδο της γαλακτοβιομηχανίας στην Κεντρική Μακεδονία.
Ο κλάδος της γαλακτοβιομηχανίας (εξαιρετικά σημαντικός, από τη φύση του, λόγω της παραγωγής κρίσιμων επισιτιστικών προϊόντων για όλο το λαό και της σχέσης του με την αγροτική παραγωγή), με παρουσία μεγάλων μονοπωλιακών επιχειρήσεων, γίνεται πεδίο άγριου ανταγωνισμού για παραπέρα μονοπώληση του κλάδου. Προϋπόθεση για την παραπέρα μονοπώλησή του είναι το τσάκισμα όποιων εργατικών κατακτήσεων απέμειναν στους εργαζόμενους του κλάδου, το τσάκισμα των παραγωγών - κτηνοτρόφων που διαθέτουν την πρώτη ύλη (γάλα), η συρρίκνωση ή κλείσιμο σχετικά μικρότερων επιχειρήσεων ή η εξαγορά και η υποταγή τους σε μεγαλύτερους μονοπωλιακούς ομίλους. Οι επιπτώσεις θα είναι ακόμα ευρύτερες. Θα θιγούν ολόκληρες περιοχές που η οικονομική ζωή τους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την παρουσία των γαλακτοβιομηχανιών (εργαζόμενοι και κτηνοτρόφοι), με επιπτώσεις σε όλο τον τοπικό πληθυσμό έστω και αν δεν έχει άμεση σχέση με την παραγωγική αλυσίδα αυτών των επιχειρήσεων (αυτοαπασχολούμενοι των πόλεων, ιδιώτες διακινητές κ.λπ.).
Βέβαια, τελικός αποδέκτης των επιπτώσεων θα είναι οι λαϊκοί καταναλωτές απαραίτητων για τη διατροφή προϊόντων τόσο σε επίπεδο χαμηλής ποιότητας προϊόντων όσο και σε επίπεδο διαμόρφωσης υψηλών μονοπωλιακών τιμών κατανάλωσης. Αν, μάλιστα, προστεθεί και η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης που επιβάλλει τον εξοβελισμό του φρέσκου γάλακτος ημέρας από το επεξεργασμένο γάλα μακράς διάρκειας (πάνω από 10 μέρες) γίνεται κατανοητό ότι η αγορά θα πλημμυρίσει από εισαγόμενα προϊόντα, θα κλείσουν επιχειρήσεις και θα προκύψουν άλλες μεγαλύτερες, θα απολυθούν εργαζόμενοι, θα καταστραφούν πολλές κτηνοτροφικές μονάδες, θα χάσει η χώρα στοιχεία παραγωγής στρατηγικά, αναγκαία για τη διατροφή του λαού.
Το πρόβλημα αυτό θέτει αντικειμενικά στην ημερήσια διάταξη μια από τις βασικότερες πλευρές της πολιτικής του ΚΚΕ:
Την οικοδόμηση της ταξικής ενότητας των εργαζομένων σε επίπεδο κλάδου, ανεξάρτητα σε ποια επιχείρηση εργάζονται, καθώς είναι θύματα μιας ενιαίας μονοπωλιακής πολιτικής, όπου ο ανταγωνισμός στηρίζεται στο ποιος θα αποδειχτεί πιο αποτελεσματικός εκμεταλλευτής. Την οικοδόμηση της κοινωνικής συμμαχίας σε επίπεδο κλάδου ανάμεσα στους εργαζόμενους του κλάδου, στους κτηνοτρόφους παραγωγούς, στους αυτοαπασχολούμενους, στις γυναίκες, στους νέους των περιοχών όπου εξελίσσεται το πρόβλημα και οι αντίστοιχοι αγώνες.
Πρώτο «επεισόδιο» των εξελίξεων αυτών στάθηκε το γεγονός της μεγάλης καθυστέρησης πληρωμής των μισθών στους εργαζόμενους πολλών επιχειρήσεων του κλάδου (απλήρωτοι εργαζόμενοι).
Αναπτύχθηκαν αγώνες από ομάδες εργαζομένων για το πρόβλημα αυτό, όσων ξέφυγαν από την καταστροφική επιρροή του εργοδοτικού συνδικαλισμού. Ο αγώνας δεν γενικεύτηκε σε όλες τις επιχειρήσεις έστω με το ίδιο πρόβλημα. Δεν κινητοποίησε - κάτω από το κράτος του ίδιου φόβου - τον τοπικό πληθυσμό. Παρά τις προσπάθειες των κομμουνιστών, των ταξικών συνδικάτων και του ΠΑΜΕ, δεν έγινε κατορθωτός σε ικανοποιητικό βαθμό ο συντονισμός μεταξύ των εργαζομένων σε διαφορετικές επιχειρήσεις με το ίδιο πρόβλημα, έστω κι αν ξεσπούσαν ταυτόχρονοι αγώνες. Οι προσπάθειες για το συντονισμό εργατών - κτηνοτρόφων, αν και έγιναν, δεν είχαν ανάλογη συνέχεια και γιατί ίσχυσε η λογική «καθένας για τον εαυτό του», αλλά και γιατί η διαστρωμάτωση της ομάδας των κτηνοτρόφων έδινε ισχύ σε μεγαλύτερους παραγωγούς, που έχουν κάποια δυνατότητα διαπραγμάτευσης και ευελιξίας με τις μονοπωλιακές επιχειρήσεις - πελάτες τους.
Οι αγώνες που εξελίχθηκαν (μακρόχρονοι και πολλές φορές με στοιχεία ηρωισμού) επικεντρώθηκαν μόνο στο άμεσο ζήτημα της πληρωμής των καθυστερούμενων δεδουλευμένων. Αυτό ήταν -λογικά- το πρώτο στοιχείο συσπείρωσης των εργαζομένων.
Ομως, αποδείχτηκε ότι παρ' όλο που ο αγώνας για τα μεροκάματα, τη γενική και κλαδική Συλλογική Σύμβαση, που ουσιαστικά έχει καταργηθεί, είναι σημαντικός και ταυτόχρονα σκληρός, και επίμονος, δεν αρκεί από μόνος του, για να δώσει λύση ούτε ακόμα και στο περιορισμένο επίπεδο του στόχου αυτού. Η κατάσταση παρατείνεται, μπορεί να κουράσει, να απογοητεύσει εργαζόμενους, όσο δε δημιουργείται ένας αγωνιστικός πόλος μέσα στον κλάδο που θα παλέψει συντονισμένα ενάντια στο σύνολο των εργοδοτών του κλάδου, όσο δε δημιουργούνται φύτρα λαϊκής συμμαχίας στο επίπεδο του κλάδου (εργαζομένων - κτηνοτρόφων - λαϊκών στρωμάτων των περιοχών) που θα αποτελέσουν ενιαία δύναμη πυρός ενάντια στα μονοπώλια του κλάδου.
Μέσα στο κλίμα της κρίσης, της εκτόξευσης της ανεργίας, της ανέχειας και του φόβου, ακόμα και αυτοί οι αγώνες για ένα τόσο άμεσο και πιεστικό πρόβλημα επιβίωσης φαίνεται να λιγοστεύουν σε σχέση με το άμεσο παρελθόν.
Η λογική της μικρής νίκης, που συσπειρώνει όλους τους εργαζόμενους για την άμεση πληρωμή τους, οδηγεί πλέον σε μείωση της απαιτητικότητας που εκφράζεται με την υποχώρηση: «Ας πληρωθούμε κάποιους -έστω όχι όλους τους μισθούς- κι ας συμφωνήσουμε με συμβατικές μειώσεις μισθών, αφού έτσι κι αλλιώς σε όλους τους χώρους συμβαίνει το ίδιο».
Είναι προφανές ότι οι κομμουνιστές πρωτοστατούν στο ξέσπασμα και την οργάνωση αυτών των αγώνων. Και πρέπει να συνεχίσουν, με ακόμα μεγαλύτερη αποφασιστικότητα. Ωστόσο, πρέπει να αναδεικνύουν τον περιορισμένο χαρακτήρα αυτού του πλαισίου αιτημάτων, τον κίνδυνο υποχωρήσεων και πολύ γρήγορης απορρόφησης της όποιας νίκης, που μπορεί, με τη σειρά της, να σημάνει μια υποχώρηση των εργαζομένων με πιο βαθιά στρατηγικά χαρακτηριστικά (π.χ. αποδοχή μείωσης μισθών και δικαιωμάτων).
Μάλιστα, έτσι όπως σήμερα αναπτύσσονται οι αγώνες αυτοί, «κλεισμένοι» στα στενά όρια μιας επιχείρησης, απέναντι σε ένα μεμονωμένο εργοδότη, χάνουν μεγάλο μέρος της δυναμικής τους, είναι ευάλωτοι στις όλο και εντεινόμενες, σχεδιασμένες προσπάθειες της εργοδοσίας για διάσπαση των εργαζομένων σε ομάδες, ευάλωτοι σε υποχωρήσεις.
Η συγκρότηση ενιαίου ταξικού και συμμαχικού πόλου μέσα στον κλάδο, με κύριο χαρακτηριστικό τον αντιμονοπωλιακό - αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα της πάλης (και όχι απλά την αντίθεση σε έναν μεμονωμένο εργοδότη που δεν πληρώνει τους μισθούς), με κοινό πλαίσιο αντιμονοπωλιακών αιτημάτων «άμεσης και επείγουσας ανάγκης επιβίωσης», η συγκρότηση συμμαχιών σε τοπικό και ευρύτερο επίπεδο (διακινητές προϊόντων, οδηγοί, λαϊκοί καταναλωτές) δεν απομακρύνει την πάλη για τον άμεσο στόχο. Αντίθετα, εξασφαλίζει καλύτερες συνθήκες αποτελεσματικότητας και για τον αγώνα για το άμεσο αίτημα, φέρνει σε αντικειμενική σύγκρουση λαϊκές δυνάμεις με τη μονοπωλιακή διάρθρωση της οικονομίας και την πολιτική των πολιτικών κομμάτων της που την ενισχύει (βλ. επίσκεψη επιχειρηματιών του κλάδου μαζί με τον πρωθυπουργό στην Κίνα).
Ο στόχος μιας διαφορετικής οργάνωσης ενός τόσο κρίσιμου, για τη διατροφή του λαού, στρατηγικού κλάδου, δεν εξυπηρετεί μόνο τη θεωρητική προσέγγιση του ΚΚΕ - όπως το κατηγορούν οι αντίπαλοί του - αλλά δίνει προϋποθέσεις αποτελεσματικότητας και προοπτικής και για το συγκεκριμένο αγώνα για άμεσα προβλήματα, ανοίγει το δρόμο για ριζοσπαστικοποίηση εργατικών μαζών, ξεκαθαρίζει την αναγκαιότητα ενός άλλου δρόμου ανάπτυξης, της επαναστατικής ανατροπής.
Συμπέρασμα
Η δουλειά με τη στρατηγική, χωρίς το φόβο των σημερινών αρνητικών συσχετισμών, αλλά με συνυπολογισμό τους για την ανατροπή τους και όχι την αποδοχή τους, δεν σε αποκόπτει από τις μάζες και τα συμφέροντά τους. Προετοιμάζει, ωριμάζει, συγκεντρώνει δυνάμεις που μπορούν να πολλαπλασιάσουν αυτήν τη δουλειά μέσα στην εργατική τάξη (ετοιμοπόλεμοι πυρήνες μέσα στα εργοστάσια, εμπλουτισμός του κομματικού περίγυρου με ταξικά κριτήρια, κομματική οικοδόμηση), προετοιμάζει τις δυνάμεις να ανταποκριθούν, όταν ωριμάσουν οι αντικειμενικές προϋποθέσεις της επαναστατικής κατάστασης, που κανείς δεν μπορεί με ακρίβεια να προβλέψει το χρονικό ξέσπασμά της.

Του
Σωτήρη ΖΑΡΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ*

TOP READ