Στο φύλλο του προηγούμενου Σαββατοκύριακου η εφημερίδα του ΝΑΡ, «Πριν», δημοσίευσε άρθρο που ασκούσε κριτική στις Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 21ο Συνέδριο. Πρόθεσή μας στο παρόν άρθρο δεν είναι να ασχοληθούμε με τις διάφορες λαθροχειρίες που επιχειρούνται στο συγκεκριμένο κείμενο του «Πριν», ούτε με τα παρόμοια ευφυολογήματα που δημοσίευσαν στελέχη του ΝΑΡ την προηγούμενη περίοδο.
Αυτό που αποκαλύπτει η προσφυγή στη γνωστή μέθοδο των διαστρεβλώσεων είναι η αγωνία τους να συγκρατήσουν με κάθε τρόπο δυνάμεις που απογοητεύονται από τη στάση τους, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια.
Αξίζει όμως να ασχοληθούμε με το βασικό πολιτικό περιεχόμενο της κριτικής του ΝΑΡ, γιατί αποκαλύπτει την εμμονή του σε μια χρεοκοπημένη πολιτική γραμμή που οδήγησε το κίνημα - όπου και όποτε επικράτησε, έστω περιορισμένα - στην ήττα, στην ενσωμάτωση στο σύστημα, στον ρόλο του υπηρέτη της κυβερνητικής εναλλαγής στο πλαίσιο της δικτατορίας του κεφαλαίου.
Σύμφωνα με τη θεώρηση του ΝΑΡ, οι Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 21ο Συνέδριο διαπνέονται από μια «οικονομίστικη και ρεφορμιστική» ανάλυση, που ντύνεται με «γενικόλογες αναφορές» στη στρατηγική. Λείπει, όπως λένε, μια «επαναστατική τακτική» που να συνδέει την πάλη για τα άμεσα προβλήματα με τη στρατηγική. Κατηγορούν δηλαδή το ΚΚΕ από τη μια για οικονομισμό, δηλαδή για υποτίμηση της πολιτικής πάλης για τη στρατηγική διέξοδο, και από την άλλη ότι την ίδια στιγμή «τα παραπέμπουμε όλα στον σοσιαλισμό». «Μια στο καρφί και μια στο πέταλο» η κριτική του ΝΑΡ, πολύ βολική για τις συνήθεις οπορτουνιστικές κυβιστήσεις.
Το πόσο έωλο είναι αυτό το νέο κατασκεύασμα του ΝΑΡ ενάντια στο ΚΚΕ μπορεί εύκολα να το διαπιστώσει κανείς αν αναλογιστεί όχι απλά την πρωτοπόρα αγωνιστική δράση του ΚΚΕ σε κάθε χώρο, αλλά και το περιεχόμενο της πολιτικής του παρέμβασης.
Το ΚΚΕ γνωρίζει ότι δεν υπάρχει κάποιος μαγικός τρόπος να συνδεθεί η καθημερινή πάλη με την προοπτική, με τους στρατηγικούς στόχους. Απαιτείται για αυτό το δύσκολο καθήκον η πρωτοπόρα παρέμβαση καθημερινά στην πάλη για όλα τα λαϊκά ζητήματα, δίνοντας τη μάχη για τον προσανατολισμό του κινήματος, για την κατεύθυνση του αγώνα, βοηθώντας να μην εγκλωβίζονται οι αγώνες των εργαζομένων σε ανώδυνα για το σύστημα κανάλια.
Γι' αυτό και το ΚΚΕ πρωτοστατεί παντού για την οργάνωση του αγώνα για τα οξυμένα προβλήματα των εργαζομένων, για να μην πληρώσει την κρίση και το χρέος ο λαός, κόντρα σε αντιλαϊκά νομοσχέδια, παλεύοντας όχι μόνο για το άμεσο αποτέλεσμα αλλά και για να μπαίνουν στο στόχαστρο οι κατευθύνσεις της ΕΕ και η συγκεκριμένη τους εξειδίκευση σε κάθε περιοχή και χώρο δουλειάς, καθώς και η πολιτική των αστικών κομμάτων και κυβερνήσεων. Με άλλα λόγια, να σημαδεύει το κίνημα στον βαθμό του δυνατού τον πραγματικό ταξικό αντίπαλο, τη στρατηγική του κεφαλαίου.
Με αυτήν τη γραμμή και την πρωτοπόρα δουλειά των κομμουνιστών, άλλων εργατών, εργατριών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών που συμπορεύονται μαζί τους και συσπειρώνονται σε ταξικά σωματεία, σε σωματεία που συμμετέχουν στο ΠΑΜΕ, σε συλλόγους ΕΒΕ και αγροτών, έγινε κατορθωτό να σπάσει για παράδειγμα η σιγή νεκροταφείου που θέλουν να επιβάλουν το κεφάλαιο και οι κυβερνήσεις του. Σε όλες τις σημαντικές αγωνιστικές πρωτοβουλίες ενάντια στα σχέδια του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, από την καταδίκη της ΝΑΤΟικής κοπής Συμφωνίας των Πρεσπών μέχρι τη νέα Συμφωνία ΗΠΑ - Ελλάδας και τους αγώνες ενάντια στα αντιλαϊκά οικονομικά μέτρα, οι δυνάμεις του ΚΚΕ ήταν σταθερά πρωταγωνιστές, σε αντίθεση με άλλους, που ήταν στην καλύτερη περίπτωση θεατές.
Αυτή είναι η πρακτική σύνδεση του αγώνα για τα καθημερινά οξυμένα προβλήματα της εργατικής τάξης με τη συγκέντρωση δυνάμεων για την οριστική ανατροπή του καπιταλισμού. Και επειδή το ΝΑΡ δεν μπορεί και δεν θέλει να έχει μια τέτοια επαναστατική πολιτική παρέμβαση, διαστρεβλώνει την αντικαπιταλιστική πάλη του ΚΚΕ ως γενικολογίες, για να του χρεώσει μια κατασκευασμένη «οικονομίστικη» πάλη.
Πρόκειται δε για μεγάλο θράσος, αφού οι διάφορες οργανωμένες δυνάμεις του οπορτουνισμού, ανάμεσά τους και το ΝΑΡ, όπου διατηρεί ακόμα κάποιες δυνάμεις, είναι από τους βασικούς πολέμιους σε κάθε προσπάθεια του ΚΚΕ να βαθύνουν οι αγώνες των εργαζομένων σε κατεύθυνση αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή, με το επιχείρημα ότι αυτό δεν βοηθά στη μαζικοποίηση των αγώνων.
Τι προτείνει όμως το ΝΑΡ ως δήθεν «επαναστατική τακτική»; Νουθετεί (!) το ΚΚΕ λέγοντας ότι θα έπρεπε να υπάρχουν στο κείμενο των Θέσεων «πολιτικοί στόχοι», όπως η έξοδος από την ΕΕ ή η διαγραφή του χρέους. Στην πράξη, αυτή η πολιτική γραμμή του ΝΑΡ δεν είναι επί της ουσίας τίποτα άλλο παρά η επανάληψη της χρεοκοπημένης λογικής του μεταβατικού προγράμματος, που οδήγησε το κίνημα στην αγκαλιά του ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο 2011 - 2015.
Το βασικό ερώτημα είναι, ποιος θα υλοποιήσει αυτούς τους «πολιτικούς στόχους» που επικαλείται το ΝΑΡ; Ποιος θα επιβάλει την έξοδο από την ΕΕ και τη διαγραφή του χρέους;
Το ΚΚΕ δίνει ξεκάθαρη απάντηση, λέγοντας ότι ο ελληνικός λαός μπορεί και πρέπει να επιλέξει ο ίδιος - με τη θέληση και τη δράση του - την έξοδο από την ΕΕ και τη διαγραφή του χρέους, να θέσει αυτά τα ζητήματα στην προμετωπίδα των συνθημάτων του, οργανώνοντας την πάλη του με τέτοιο τρόπο ώστε να διεκδικήσει ταυτόχρονα τα «κλειδιά» της οικονομίας, του πλούτου που παράγει, με το πέρασμα της εξουσίας στα δικά του χέρια. Αυτό αποτελεί πραγματική εναλλακτική λύση προς όφελος του λαού και αξίζει κάθε θυσία.
Αντίθετα, το ΝΑΡ προβάλλει στην ουσία ως φιλολαϊκή διέξοδο την καπιταλιστική Ελλάδα που αλλάζει προτεραιότητες στο θέμα των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών. Αλήθεια, μπορεί αυτή η γραμμή να συμβάλει στην ωρίμανση της ταξικής συνείδησης των εργαζομένων σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση; Αντίθετα, καλλιεργεί αυταπάτες ότι μπορεί να υπάρξει ένας πιο φιλολαϊκός και ανθρώπινος καπιταλισμός.
Ομως η ζωή έχει επιβεβαιώσει διεθνώς ότι όσο λειτουργούν οι νόμοι της καπιταλιστικής οικονομίας, όποιες αλλαγές και να γίνουν στη συμμετοχή μιας χώρας σε ιμπεριαλιστικές συμμαχίες και στα κυβερνητικά σχήματα, θα συνεχίζονται το ξεζούμισμα των εργαζομένων, η αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης, οι θυσίες των κοινωνικών αναγκών για να αυξηθεί η καπιταλιστική κερδοφορία.
Απόσχιση κρατών από την ΕΕ μπορούμε να έχουμε και ως επιλογή αστικών δυνάμεων, ως αποτέλεσμα αναδιάταξης συμμαχιών και συνασπισμών, που επομένως δεν εκφράζουν τα λαϊκά συμφέροντα, αντίθετα, και αυτές τις επιλογές τις πληρώνουν οι λαοί.
Μήπως για παράδειγμα το Brexit, που δυνάμεις του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ χαιρέτισαν ως δυνητικό ρήγμα φιλολαϊκών εξελίξεων, οδήγησε στην ανατροπή του συσχετισμού υπέρ της εργατικής τάξης ή σε βελτίωση της ζωής των μισθωτών και των αυτοαπασχολούμενων στη Μ. Βρετανία; Παρόμοιο δεν ήταν εξάλλου το κάλπικο αφήγημα αυτών των δυνάμεων ότι η καπιταλιστική Ελλάδα με «εθνικό νόμισμα» θα συνιστούσε ρήξη προς όφελος του λαού;
Η συζήτηση για τη διαγραφή του χρέους αποσυνδεδεμένη από το ζήτημα της εξουσίας είναι επίσης ένα αποκαλυπτικό παράδειγμα. Αρκεί να θυμηθεί κανείς ότι «κούρεμα» του ελληνικού χρέους έχει γίνει και συνδυάστηκε με βαριά αντιλαϊκά μέτρα, μείωση μισθών, συντάξεων, επιδομάτων, ανατροπή εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων και αύξηση της φορολογίας για το λαό. Επίσης, θα άξιζε να αναρωτηθεί κανείς αν στις δυνάμεις που «μάχονται» για αυτόν τον «πολιτικό στόχο» του ΝΑΡ είναι και ο ΣΥΡΙΖΑ που θα παρουσιάσει προτάσεις για «διαγραφή του ιδιωτικού χρέους» στο πλαίσιο της ΕΕ. Μήπως στις «αγωνιστικές δυνάμεις» ανήκουν και αστοί οικονομολόγοι όπως ο Χρ. Πισσαρίδης και ο Τ. Πικετί, που έχουν θέση για διαγραφή του ευρωπαϊκού χρέους προς την ΕΚΤ, ή ακόμα και επιτελεία της ΕΕ και αστοί πολιτικοί που κινούνται σε παρόμοια κατεύθυνση;
Αυτή η λογική του ΝΑΡ μπορεί στο ερώτημα ποιος θα υλοποιήσει αυτούς τους στόχους να μη δίνει άμεσα την απάντηση για μια «προοδευτική κυβέρνηση» στο έδαφος του καπιταλισμού, όμως εν τέλει καλλιεργεί αυταπάτες σ' αυτήν ακριβώς την κατεύθυνση. Είναι επανάληψη της λογικής που οδήγησε στην κυβερνητική άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ, στην εκλογική άνοδο των Podemos στην Ισπανία, με τον εγκλωβισμό των όποιων λαϊκών διαθέσεων ριζοσπαστικοποίησης.
Αυτό είναι το ερώτημα που πρέπει να απασχολήσει όσους και όσες προβληματίζονται για το πώς μπορεί να αλλάξει η κατάσταση, για το πώς μπορεί να μεγαλώσει ξανά η μεγάλη δύναμη της λαϊκής πάλης και της Κοινωνικής Συμμαχίας.
Ο δρόμος που προτείνει το ΝΑΡ είναι γνωστός και χρεοκοπημένος ιστορικά. Οδήγησε την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το ΝΑΡ και άλλες οπορτουνιστικές ομάδες κατά την περίοδο των μνημονίων στο ρόλο των εξαπτέρυγων του «αντιμνημονιακού μετώπου», που βοήθησε στην κυβερνητική άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ. Οδήγησε στις πορείες για την «αγωνιστική» στήριξη της διαπραγμάτευσης του ΣΥΡΙΖΑ με την ΕΕ, που έφερε το 3ο μνημόνιο, και στην ενίσχυση του κάλπικου διλήμματος που τέθηκε στο δημοψήφισμα του 2015. Είναι η πολιτική γραμμή που οδήγησε πολύ κόσμο στην απογοήτευση, στη μοιρολατρία, στην αποχή από τη συλλογική διεκδίκηση και στην ενσωμάτωση του κινήματος.
Η επαναπροβολή στην πράξη της λογικής του «αντιδεξιού», «αντικυβερνητικού» μετώπου επιβεβαιώνει ότι σε συνθήκες που εντείνεται η αστική αντιπαράθεση για τους όρους διαχείρισης της νέας οικονομικής καπιταλιστικής κρίσης, και ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί με κάθε μέσο να ανακτήσει τη δυναμική του για εκλογική άνοδο και ανάκτηση της διακυβέρνησης, το ΝΑΡ συνεχίζει να ρίχνει νερό στον μύλο της σοσιαλδημοκρατίας, να στηρίζει με κάθε τρόπο τα νέα σχέδια κυβερνητικής εναλλαγής.
Στον αντίποδα βρίσκονται η σύγχρονη επαναστατική στρατηγική του ΚΚΕ και τα συμπεράσματά του από την πορεία των γεγονότων της περιόδου των μνημονίων, που επιβεβαιώνουν ότι στο νέο παιχνίδι του διπολισμού που ετοιμάζεται, ο λαός δεν πρέπει να εγκλωβιστεί στα συνθήματα του ΣΥΡΙΖΑ ότι «η δεύτερη φορά να είναι διαφορετικά», αλλά να δυναμώσει την πάλη για συνολική σύγκρουση με το σύστημα της εκμετάλλευσης.
Γι' αυτό και το ΚΚΕ όχι απλά πρωτοστατεί σε αγώνες για την οργάνωση της λαϊκής πάλης (τα παραδείγματα μονάχα την περίοδο της πανδημίας είναι χαρακτηριστικά), αλλά και συζητά με ευρύτερα τμήματα εργαζομένων, ανάμεσα σε αυτά και με κόσμο που εγκαταλείπει τη χρεοκοπημένη πολιτική των διαφόρων οπορτουνιστικών δυνάμεων, για το ποια πολιτική μπορεί να αντιμετωπίσει προς όφελος των εργαζομένων τους αστικούς σχεδιασμούς, για το πώς μπορεί να μεταφραστεί η λαϊκή δυσαρέσκεια σε κίνημα εναντίωσης στη στρατηγική της αστικής τάξης, το οποίο θα αμφισβητεί την ίδια της την εξουσία.
Λουκά ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ*
* O Λ. Αναστασόπουλος είναι μέλος της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ