Αρχαιότητα και νεοελληνική δραματουργία
Από τα χρόνια της Ιταλικής Αναγέννησης και του Ουμανισμού, και ιδιαιτέρως από τον 18ο αιώνα, υπό το πρίσμα του Διαφωτισμού και του σκιρτήματος του Ρομαντισμού, όλες οι μορφές Τέχνης στην Ευρώπη στράφηκαν στον αρχαιοελληνικό πολιτισμό. Ετσι και η θεματολογία της ευρωπαϊκής δραματουργίας «τράφηκε» από την αρχαιοελληνική ιστορία και μυθολογία, οι οποίες, σημειωτέον, τροφοδοτούν ποικίλες αλληγορικές μυθοπλασίες και της σημερινής ελληνικής και διεθνούς δραματουργίας. Για τα «αρχαιόθεμα» (δηλαδή, ιστορικής θεματολογίας) ή «αρχαιόμυθα» (μυθολογικής θεματολογίας) έργα, από τα αναγεννησιακά έως τα σύγχρονα χρόνια, σε διάφορες ευρωπαϊκές γλώσσες, έχουν γραφεί πλήθος διδακτορικές διατριβές και μονογραφίες, όπως επισημαίνει ο Β. Πούχνερ. Την έλλειψη μιας τέτοιας έρευνας για την αρχαιοελληνική μυθολογία στο νεοελληνικό θέατρο από την περίοδο της ελληνικής «αναγέννησης», δηλαδή από το αναγεννησιακό Κρητικό Θέατρο μέχρι τις μέρες μας, και μάλιστα μια έρευνα που να συγκρίνει την πορεία της συγκεκριμένης θεματολογικά ελληνικής δραματουργίας με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές, έρχεται να καλύψει η μελέτη της Ευσεβίας Χασάπη - Χριστοδούλου.
«Μισή» η ιστορία του νεοελληνικού έργου
Με εξαίρεση τα σωζόμενα έργα του Κρητικού και του Επτανησιακού Θεάτρου, «ακόμα δε διαθέτουμε μια βάσιμη ιστορία του νεοελληνικού δράματος», επισημαίνει ο Β. Πούχνερ. (σ.σ. Για να αποκτήσουμε, χρειάζεται μακρόχρονη και πολυπρόσωπη έρευνα ειδικών, πλην η ελληνική πολιτεία ουδόλως ενδιαφέρεται και στηρίζει την έρευνα, προπάντων για τον πολιτισμό, τον οποίο ούτως ή άλλως τον θεωρεί «μη ανταποδοτικό»).
Επόμενα, η συγγραφέας, μελετώντας όλες τις υπαρκτές «πηγές», με «οξύνοια», «παρατηρητικότητα», «συγκριτική ικανότητα», όπως εκτιμά ο καθηγητής της, συντάσσει μια «δική της ιστορία της νεοελληνικής δραματουργίας». Μια ιστορία, βασισμένη στο μεγάλο αριθμό «αρχαιόθεμων» και «αρχαιόμυθων» νεοελληνικών έργων, αλλά και σε έργα που περιέχουν μεμονωμένα αρχαιοελληνικά μοτίβα και θέματα, όπως συνέβαινε στην προεπαναστατική δραματουργία και συχνά στον 19ο αιώνα.
Συγκεκριμένα, παρουσιάζονται, αναλύονται λεπτομερειακά και συγκρίνονται με αντίστοιχης θεματικής ή και εποχής ευρωπαϊκά, πάνω από 200 νεοελληνικά έργα, πολλά από τα οποία είναι ελάχιστα γνωστά και άγνωστα. Καθώς η σχετική νεοελληνική δραματουργία, όπως και γενικότερα η ελληνική θεατρική τέχνη, επηρεάστηκε από την αντίστοιχη ευρωπαϊκή, η μελετήτρια συμπεριλαμβάνει στην ανάλυσή της και τα ξένα μεταφρασμένα έργα.
Η μελέτη περιλαμβάνει εισαγωγή, πέντε κεφάλαια και επίλογο. Τα κεφάλαια ταξινομούν και εξετάζουν, με χρονολογική ακολουθία, τα θέματα της ιστορίας της νεοελληνικής λογοτεχνίας και του θεάτρου. Το πρώτο κεφάλαιο εξετάζει τα έργα του Κρητικού και Επτανησιακού Θεάτρου, τις μεταφράσεις και διασκευές ξένων αρχαιόμυθων έργων, με παράλληλη αναφορά στα αντίστοιχα ιταλικά έργα. Το δεύτερο κεφάλαιο αφορά στον νεοελληνικό Διαφωτισμό, ο οποίος οδήγησε στην αρχαιογνωσία, λόγω και της διδασκαλίας έργων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, μεταξύ των οποίων και της τραγικής ποίησης. Το τρίτο κεφάλαιο εξετάζει την περίοδο του νεοελληνικού ρομαντισμού, την επίδραση της αρχαίας τραγωδίας, τις θεατρικές θεωρίες και τους θεατρικούς διαγωνισμούς της περιόδου αυτής. Το τέταρτο και πέμπτο κεφάλαιο εξετάζουν, αντίστοιχα, τις περιόδους 1880-1930 και 1930 μέχρι το τέλος του 20ού αιώνα. Να σημειωθεί ότι στις περιόδους αυτές, ιδιαίτερα στη δεύτερη, γράφτηκαν πλήθος πρωτότυπων «αρχαιόμυθων» και «αρχαιόθεμων» έργων, ενώ αρκετοί δραματουργοί έγραψαν παραπάνω του ενός αρχαιόμυθα έργα, τα οποία, επίσης, παρουσιάζονται με χρονολογική σειρά. Ξεχωριστά - ως εξαίρεση στη χρονολογική ακολουθία αυτών των δύο περιόδων - εξετάζεται η αρχαιόθεμη δραματουργία του Νίκου Καζαντζάκη (1883-1957), η οποία άρχισε το 1914 και του Αγγελου Σικελιανού (1848-1951), η οποία άρχισε το 1917. Τέλος, στον επίλογο παρουσιάζονται τα πρωτότυπα θεατρικά έργα που βασίζονται σε μυθολογικούς κύκλους (Τρωικός, Ατρείδες, Θηβαϊκός, Αργοναυτικός, Προμηθέα, Ηρακλή, Θησέα κ.ά.).
«Αφετηρία» η Ιταλική Αναγέννηση
Από το 1400 και για δύο αιώνες η Δυτική Ευρώπη, με «κέντρο» την Ιταλία, «ανακαλύπτει» την τέχνη της κλασικής Ελλάδας και της Ρώμης. Με τα πρότυπα και τα ιδεώδη αυτών των δύο μεγάλων πολιτισμών βγαίνει από τα μεσαιωνικά σκότη και «πλάθεται» το νέο πνεύμα, που ξεκίνησε από την Ιταλία, διαδόθηκε και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και «γονιμοποίησε» τη φιλοσοφία, την ποίηση και πεζογραφία, τις εικαστικές τέχνες, την αρχιτεκτονική, ακόμα και τις θετικές επιστήμες, για να μην αναφέρουμε τη συμβολή του στην αφύπνιση των μακραίωνα καταπιεσμένων λαϊκών μαζών και στη «σπορά» του ουμανιστικού και των πιο συνειδητών ταξικά κοινωνικοαπελευθερωτικών κινημάτων που ακολούθησαν. Στην Ιταλία από το 1400 μέχρι το 1499 μεταφράζονται και εκδίδονται πλήθος έργων της κλασικής ελληνικής και της λατινικής γραμματείας, ιστορίας και φιλοσοφίας και διαβάζονται από τους λίγους - βέβαια - μορφωμένους στην Ιταλία, αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αξίζει να σταθούμε σε μερικές σχετικές εισαγωγικές επισημάνσεις της Ε. Χασάπη - Χριστοδούλου.
«Η Αναγέννηση, όπως ακριβώς και η αρχαία ελληνική ποίηση, άντλησε το υλικό της από την αρχαία ελληνική μυθολογία. Η ομορφιά ενός κόσμου, διαφοροποιημένου ριζικά στη λαμπρότητα και τη χαρά του από την ασκητική θεώρηση που πρέσβευε ο Χριστιανισμός, αποκαλύφθηκε στις μορφοποιήσεις των θεών του Ολύμπου και στους μύθους που αφηγούνται τη ζωή και τα κατορθώματά τους. (...) Το λογοτεχνικό θέατρο (teatro erudito)αναπτύχθηκε στις αυλές των ηγεμόνων, στις ακαδημίες και τα πανεπιστήμια, σε μια εποχή που η μελέτη των κλασικών - Ελλήνων και Λατίνων - ήταν το κύριο μέλημα.(...) Η αναγέννηση της ελληνικής τραγωδίας στην Ιταλία - και γενικότερα στην Ευρώπη - τοποθετείται στα 1513-1594, όταν ο Gian Giorgio Trissino (Τζιάν Τζιόρτζιο Τρισίνο) συνέθεσε την τραγωδία "Sofonisba" ακολουθώντας τον Ευριπίδη (εκδόθηκε το 1524 και ανέβηκε στη σκηνή το 1562). Τα θεατρικά έργα της Ιταλικής Αναγέννησης αντλούν το μύθο τους, κυρίως, από την ελληνική μυθολογία». Σύμφωνα με μελέτη του F. Neri για την ιταλική τραγωδία την περίοδο της Αναγέννησης, από τα 174 έργα αυτής της περιόδου τα 60 αντλούν τα θέματά τους από την ελληνική μυθολογία, ή είναι παραφράσεις και ελεύθερες διασκευές έργων Ελλήνων τραγικών.
Η μελετήτρια εισαγωγικά παρουσιάζει και τις δραματουργίες άλλων ευρωπαϊκών χωρών: Στη Γαλλία το πρώτο αρχαιόθεμο έργο που ανεβάστηκε (1552-1553) ήταν η τραγωδία «Cleopatre captive» του Ετιέν Ζοντέλ. Στην Αγγλία, από τον 15ο αιώνα η λόγια δραματουργία, αλλά και τα υπαίθρια λαϊκά θεάματα «δανείζονται» τα θέματά τους από τη ζωή και τη δράση των ηρώων της ελληνικής μυθολογίας. Στη Γερμανία, η Ιταλική Αναγέννηση κυριαρχεί σε όλες τις μορφές Τέχνης. Επόμενα και στο θέατρο κυριαρχεί ο Σενέκας. Από τους Ελληνες τραγικούς ο πρώτος που προκάλεσε το ενδιαφέρον της γερμανικής διανόησης ήταν ο Ευριπίδης. Εργα του μεταφράστηκαν από τον Ερασμο και τον Μελάχθονα. Στην Ισπανία, το πρώτο έργο, εμπνευσμένο από το μύθο του Πυράμου και της Θίσβης, γράφτηκε το 1513 από τον Χουάν ντελ Ενκίνα.