Οι αντεπαναστατικές ανατροπές των σοσιαλιστικών καθεστώτων στην ΕΣΣΔ και στην Ευρώπη (1989-1991) επανέφεραν στο προσκήνιο, με μεγαλύτερη ένταση, μια προσπάθεια κατασυκοφάντησης των κομμουνιστικών ιδεών και της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην Σοβιετική Ένωση. Η αστική ιστοριογραφία, παρά τους πανηγυρισμούς της για οριστική επικράτηση του καπιταλισμού (βλέπε «Το τέλος της ιστορίας» του Φρ. Φουκουγιάμα), δεν έπαψε να στοχεύει στη δυσφήμιση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και όσων πρωταγωνίστησαν σε αυτήν. Το φάντασμα άλλωστε του σοσιαλισμού-κομμουνισμού δεν σταμάτησε ποτέ να πλανάται πάνω από τον αστικοδημοκρατικό κόσμο, παρά την αντεπαναστατική θύελλα των αρχών του ’90 σε ΕΣΣΔ και ανατολική Ευρώπη.
Ένα πρόσωπο που αποτέλεσε και αποτελεί, όσο λίγες ιστορικές φιγούρες της σύγχρονης ιστορίας, στόχο των δηλητηριωδών βελών της αστικής ιστοριογραφίας και λασπολογίας είναι ο Ιωσήφ Στάλιν. Ο Στάλιν υπήρξε η ενσάρκωση του «κακού» για μια ευρεία γκάμα εχθρών της μαρξιστικής-λενινιστικής θεωρίας – από τους τροτσκιστές και τους ναζί μέχρι τους θεωρητικούς του ιμπεριαλισμού (Μπρεζίνσκι, Κίσινγκερ κλπ) και από τον χρουστσωφικό ρεβιζιονισμό και τα ευρωκομμουνιστικά ρεύματα μέχρι τον Γκορμπατσόφ. Η καθοριστική στροφή στη γραμμή του ΚΚΣΕ που έγινε με τις εκτιμήσεις και αποφάσεις του 20ου Συνεδρίου του το 1956, αποκρυσταλλώθηκε και στη διαμόρφωση μιας άκριτης, σχεδόν απόλυτης απόρριψης της προσωπικότητας του Στάλιν και της περιόδου του. Έκτοτε, η μαύρη προπαγάνδα του «αντισταλινισμού» έχει αποδώσει στο Στάλιν κάθε λογής έγκλημα, επιχειρώντας με αντεπιστημονικό τρόπο να αμαυρώσει όχι μόνο την προσωπικότητα του κομμουνιστή ηγέτη αλλά μαζί της και μια ολόκληρη περίοδο κατακτήσεων για το διεθνές εργατικό κίνημα με αποκορύφωμα το θρίαμβο της Αντιφασιστικής Νίκης των λαών και την συμβολή της ΕΣΣΔ σε αυτήν.
Μια προσπάθεια να αντικρουστεί η κατασυκοφάντηση του Στάλιν αποτελεί το βιβλίο «Μια άλλη ματιά στον Στάλιν» (Un autre regard sur Staline) του βέλγου κομμουνιστή Λούντο Μάρτενς. Το βιβλίο πρωτοεκδόθηκε στο Βέλγιο το 1994, ενώ στην Ελλάδα κυκλοφόρησε το 1997 από την «Σύγχρονη Εποχή».Το βιβλίο αυτό – παρά τις όποιες ιδεολογικές διαφορές μπορεί να έχει κάποιος με τον συγγραφέα του – αποτελεί ένα εγχείρημα να καταρριφθούν στερεότυπα και προκαταλήψεις δεκαετιών αναφορικά με τον Στάλιν και την περίοδο της ηγεσίας του.
Στο προλογικό του σημείωμα για την ελληνική έκδοση ο Θανάσης Παπαρήγας μεταξύ άλλων γράφει: «Κατ’ αρχην, είναι ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί. Μέσα στο βιβλίο αυτό υπάρχει κάτι που δύσκολο το συναντά κανείς στην εποχή μας: Μια σειρά ιστορικά στοιχεία, εντελώς αναμφισβήτητα, χωρίς τα οποία είναι να απορεί κανείς πως μπορεί να σχηματιστεί άποψη για το θέμα που το βιβλίο αφορά». Πράγματι, μέσα σε πυκνογραμμένες 400 σελίδες, ο συγγραφέας παραθέτει ενδιαφέροντα στοιχεία για μια σειρά ζητήματα που αποτέλεσαν τους πυλώνες της αντισταλινικής προπαγάνδας: από την κολλεκτιβοποίηση και τον «ουκρανικό λιμό» μέχρι τις «σταλινικές εκκαθαρίσεις» και το σύμφωνο μη επίθεσης Ρίμπερτροπ-Μολότωφ. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι ο Μάρτενς χρησιμοποιεί στο βιβλίο πληθώρα στοιχείων από δυτικές πηγές (οι οποίες κάθε άλλο παρά φιλοκομμουνιστικές ή φιλοσοβιετικές θεωρούνται) καθώς και στατιστικά στοιχεία τα οποία είναι αδύνατο να αμφισβητηθούν.
Ο λεγόμενος «ουκρανικός λιμός»
Για τον περίφημο «ουκρανικό λιμό» και την ιμπεριαλιστική, αντισοβιετική προπαγάνδα, ο συγγραφέας πιάνει το νήμα απ’ τις ανυπόστατες διαδόσεις των Ναζί οι οποίες, τα επόμενα χρόνια, χρησιμοποιούνται στις αντικομμουνιστικές σταυροφορίες των ΗΠΑ (σελ.149-174). Για παράδειγμα, ο Μάρτενς αναφέρει λεπτομερώς πως ένα προπαγανδιστικό βιβλίο ενός γερμανού δόκτωρα (Έβαλτ Άμεντε) που εκδόθηκε το 1935 και έχει ως πηγές το γερμανικό ναζιστικό τύπο και διηγήσεις ουκρανών φασιστών της εποχής, επανεκδίδεται το 1984 – εν μέσω προεδρίας Ρίγκαν – από τον καθηγητή του Χάρβαρντ Τζέιμς Μέις. Οι ψεύτικες διαδόσεις για τον «ουκρανικό λιμό» ακολουθούν μια περίεργη πορεία η οποία, σύμφωνα με την ανάλυση του Λ.Μάρτενς – εμπλέκουν τόσο το ναζιστικό καθεστώς του Χίτλερ όσο και το μεγάλο κεφάλαιο στις ΗΠΑ. Γράφει, μεταξύ άλλων, για τις σχέσεις των Ναζί με τους αμερικανούς βαρώνους του Τύπου της δεκαετία του ’30:
«Ο πολυεκατομμυριούχος Ουίλιαμ Ράντολφ Χερστ είχε συναντήσει τον Χίτλερ στα τέλη του καλοκαιριού του 1934 για να κλείσει μαζί του μια συμφωνία που προέβλεπε ότι η Γερμανία θα αγόραζε στο εξής τις διεθνείς ειδήσεις της από την International News Service, μια εταιρία που ανήκε στον Χερστ. Την εποχή εκείνη, ο ναζιστικός τύπος είχε ήδη ξεκινήσει μια προπαγανδιστική εκστρατεία για το «λιμό στην Ουκρανία». Ο Χερστ θα συνεισφέρει στο έργο αυτό χάρη στη φαντασία του μεγάλου εξερευνητή του, του κυρίου Ουόκερ» (σελ.151). Σε άρθρα-υποτιθέμενα επιτόπια ρεπορτάζ- του Τόμας Ουόκερ, που δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα Chicago American το Φλεβάρη του ’35, βασίζονται πολλές απ’ τις μετέπειτα προπαγανδιστικές πληροφορίες σχετικά με τον «ουκρανικό λιμό». Μόνο που, όπως αποδεικνύει το βιβλίο, ο Ουόκερ όχι μόνο είχε στήσει ένα κάλπικο ρεπορτάζ με ψεύτικες φωτογραφίες και παραποιημένα στοιχεία, αλλά επιπροσθέτως δεν είχε πατήσει ποτέ το πόδι του στην Ουκρανία.
Η παραποίηση στοιχείων και ντοκουμέντων είναι, όπως αποδεικνύει στο βιβλίο του ο Μάρτενς, βασικό συστατικό της αντικομμουνιστικής, αντισταλινικής προπαγάνδας. Για παράδειγμα, το βιβλίο «Εγκληματικές πράξεις του Κρεμλίνου» που εκδόθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1950 από ουκρανούς φασίστες που μετανάστευσαν στις ΗΠΑ, περιέχει σειρά πλαστών φωτογραφιών τις οποίες παρουσιάζει ως «ντοκουμέντα».
Ο Μάρτενς μας δίνει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: «Στην σελίδα 155 του παραπάνω έργου υπάρχει μια φωτογραφία τεσσάρων στρατιωτών και ενός αξιωματικού που μόλις έχουν εκτελέσει κάποιους ανθρώπους. Τίτλος: «Η εκτέλεση των κουλάκων». Λεπτομέρεια: οι στρατιώτες φορούν τη στολή του τσαρικού στρατού! Έτσι, μας δείχνουν τσαρικές εκτελέσεις ως αποδεικτικά στοιχεία των «εγκλημάτων του Στάλιν»». Στη δημιουργία του αντισταλινικού πονήματος είχαν συνεισφέρει, μεταξύ άλλων, άνθρωποι όπως ο Αλεξάντρ Χάι-Χολόφκο, διατελέσας υπουργός προπαγάνδας στην κυβέρνηση των ουκρανών εθνικιστών του φασίστα Στεπάν Μπαντέρα, ο γνωστός βρετανός θεωρητικός του αντικομμουνισμού Ρόμπερτ Κόνκουεστ και ο Ανατόλ Μπιλοστερκίφσκι, πρώην αξιωματικός της ναζιστικής αστυνομίας στη Μπίλα Τσέρκβα.
Οι δίκες της Μόσχας και ο ρόλος του Τρότσκι
Στα Κεφάλαια 7 και 8 του βιβλίου (σελ. 187-304) ο Μάρτενς μπαίνει σε μια αναλυτικότατη περιγραφή της περιόδου της λεγόμενης «μεγάλης εκκαθάρισης» – της αντιμετώπισης των αντεπαναστατικών στοιχείων του ΠΚΚ-(μπ) από τον Στάλιν. Οι επονομαζόμενες «δίκες της Μόσχας» αποτέλεσαν ιστορικά αφορμή αντισταλινικών μυθευμάτων. Το βιβλίο φωτίζει το ρόλο της “εσωκομματικής αντιπολίτευσης” στο ΠΚΚ-(μπ), την πάλη κατά του οπορτουνισμού σε μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο για την Σοβιετική Ένωση καθώς και τον αντεπαναστατικό χαρακτήρα της κλίκας των Ζινόβιεφ-Κάμενεφ-Σμιρνόφ. Ενάντια στα μυθεύματα τροτσκιστών και ιστορικής ιστοριογραφίας, ο Μάρτενς παρουσιάζει στοιχεία που συνθέτουν το παζλ μιας προσχεδιασμένης συνωμοσίας εντός του Κόμματος: μιας συνομωσίας «που απέβλεπε στην ανατροπή της μπολσεβίκικης ηγεσίας και στην ανάληψη της εξουσίας από ένα συμφερτό οπορτουνιστών που δεν ήταν παρά υποπόδια των παλιών εκμεταλλευτριών τάξεων».
Στο πλαίσιο αυτό αποδομείται η τροτσκιστική αντεπανάσταση και ο ρόλος της στην προσπάθεια αποσταθεροποίησης του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους. Γράφει, μεταξύ άλλων, ο Μάρτενς: «Πράγματι, το 1936, για κάθε άτομο που ανέλυε με ενάργεις την ταξική πάλη σε διεθνή κλίμακα ήταν προφανές ότι ο Τρότσκι είχε ξεπέσει στο σημείο να έχει καταντήσει παιχνίδι στα χέρια των κάθε είδους αντικομμουνιστικών δυνάμεων. Διακατεχόμενος από αλαζονεία, ανέλαβε έναν όλο και πιο μεγαλόπρεπο ιστορικό και πλανητικό ρόλο, στο μέτρο που η κλίκα που τον περιστοίχιζε γινόταν ολο και πιο ασήμαντη. Με όλες του τις δυνάμεις επιδίωκε ένα μόνο σκοπό: την κατάλυση του κόμματος των μπολσεβίκων, που θα επέτρεπε σ’ αυτόν και την κλίκα του να αναλάβουν την εξουσία» (σελ. 205).
Ο συγγραφέας περιλαμβάνει μια σειρά από γραπτά του ίδιου του Τρότσκι απο τα οποία προκύπτει: 1. η απροκάλυπτη πολεμική του Τρότσκι απέναντι στην Σοβιετική Ένωση και το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, 2. η αντιφατικότητα της θεωρίας του για το θέμα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα, 3. η έμμεση προώθηση εκ μέρους του της ατομικής τρομοκρατίας και των συνομωσιών ενάντια στην σοβιετική ηγεσία, 4. ο ρόλος του τις παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (σελ.291-307) όταν καλούσε τον Κόκκινο Στρατό σε πραξικόπημα λίγο πριν την επίθεση των χιτλερικών στρατευμάτων.
Στην αστική ιστοριογραφία, η περίοδος των «εκκαθαρίσεων» στο ΠΚΚ και οι δίκες της Μόσχας παρουσιάζονται συνήθως ως «όργιο σταλινικών διώξεων» και «στημένων δικαστηρίων». Στο βιβλιο του Μάρτενς τα αδιάψευστα ιστορικά στοιχεία και η ενδελεχής έρευνα αρχειακού υλικού που αφορά την εποχή εκείνη μαρτυρούν πως η τότε σοβιετική ηγεσία είχε βάσιμους λόγους να προστατεύσει τόσο το Κόμμα των μπολσεβίκων όσο και την ίδια την Σοβιετική Ένωση από τις συνομωσίες αντεπαναστατικών-αντικομματικών στοιχείων.
Ο ίδιος ο Νικολάι Μπουχάριν, κορυφαίο στέλεχος του ΠΚΚ που δικάστηκε εκτελέσθηκε το 1938, είπε προς το τέλος της απολογίας του τα εξής (σελ.250):
«Εδώ υπάρχει μια μύχια ήττα των αντεπαναστατικών δυνάμεων. Και πρέπει να είσαι Τρότσκι για να μην καταθέτεις τα όπλα. Καθήκον μου είναι να δείξω εδώ ότι, μέσα στα πλαίσια των δυνάμεων που διαμόρφωσαν την αντεπαναστατική τακτική, ο Τρότσκι ήταν η βασική κινητήρια μηχανή του κινήματος. Και οι βίαιες θέσεις- η τρομοκρατία, η κατασκοπεία, ο διαμελισμός της ΕΣΣΔ, η δολιοφθορά- προέρχονταν κατα κύριο λόγο από αυτήν την πηγή. Μπορώ να υποθέσω εκ των προτέρων ότι ο Τρότσκι και οι άλλοι συνεργοί μου στα εγκλήματα αυτά, καθώς και η Β’ Διεθνής […] θα θελήσουν να μας υπερασπιστούν, κυρίως εμένα. Αποποιούμαι την υπεράσπιση αυτή, αφού στέκομαι γονατιστός μπροστά στη χώρα, μπροστά στο Κόμμα, μπροστά σε ολόκληρο το λαό».
Από την πλευρά του, ο αμερικανός πρέσβης στη Μόσχα Τζόζεφ Ντέιβις, σημείωνε τον Ιούλη του 1937: «Τα πιο σοβαρά πνεύματα δείχνουν τα πιστεύουν ότι κατα πάσα πιθανότητα βρισκόταν σε εξέλιξη μια συνωμοσία με στόχο ένα στρατιωτικό πραξικόπημα, μια συνομωσία που στρεφόταν όχι τόσο εναντίον του Στάλιν προσωπικά όσο κατά του διοικητικού συστήματος και του Κόμματος, και που ο Στάλιν τσάκισε με την ετοιμότητα του, την τόλμη του και τη συνηθισμένη του δύναμη». Πέραν του πρέσβη Ντέιβις, στο βιβλίο περιλαμβάνονται αποσπάσματα από το έργο Origins of the Great Purges του αμερικανού καθηγητή ιστορίας Τζ. Αρτς Γκέτι (J.Arch Getty). Ένα απο αυτά αναφέρει για τις «σταλινικές εκκαθαρίσεις» (σελ.287):
«Το αρχειακό υλικό δείχνει ότι η «εζόφστσινα» (η “Μεγάλη Εκκαθάριση”), πρέπει να επανεκτιμηθεί. Δεν ήταν το αποτέλεσμα μιας απολιθωμένης γραφειοκρατίας που εξάλειφε αντιφρονούντες και εξόντωνε ριζοσπάστες βετεράνους επαναστάτες. Στην πραγματικότητα, είναι πιθανό οι εκκαθαρίσεις να ήταν ακριβώς το αντίθετο. Δεν είναι ασύμβατο με τα διαθέσιμα στοιχεία να προβληθεί το επιχείρημα ότι οι εκκαθαρίσεις ήταν μια ριζική, ακόμα και υστερική, αντίδραση κατά της γραφειοκρατίας».
Κόνκουεστ, Σολζενίτσιν και Σια
Τα στοιχεία που παραθέτει ο Μάρτενς, στα οποία περιλαμβάνεται πληθώρα μη σοβιετικών, δυτικών πηγών, καταρρίπτουν μια σειρά αντικομμουνιστικών μύθων και συκοφαντιών απέναντι στον Στάλιν και την ΕΣΣΔ. Πηγές της αντισοβιετικής μυθοπλασίας και ιστορικής διαστρέβλωσης υπηρξαν, μεταξύ άλλων, τα γραπτά προσώπων όπως ο αμερικανοβρετανός ιστορικός (και πράκτορας των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών) Ρόμπερτ Κόνκουεστ και ο αντιδραστικός ρώσος συγγραφέας Αλεξάντρ Σολζενίτσιν. Τόσο οι ακαδημαϊκές μελέτες του Κόνκουεστ όσο και τα βιβλία-«μαρτυρίες» του Σολζενίτσιν αποτέλεσαν για δεκαετίες «ευαγγέλια» της αντικομμουνιστικής, αντισοβιετικής προπαγάνδας. Να θυμήσουμε σε αυτό το σημείο ότι ο Σολζενίτσιν απέκτησε ιδιαίτερη φήμη στη Δύση κυρίως λόγω των ημιαυτοβιογραφικών μυθιστορημάτων του «Αρχιπέλαγος Γκουλαγκ» και «Μια ημέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς».
Στο βιβλίο «Μια άλλη ματιά στον Στάλιν» ο Μάρτενς δίνει βάρος περισσότερο στην αποδόμηση των δήθεν έγκυρων ιστορικών μελετών του Κόνκουεστ, ενώ αφιερώνει τρεις σελίδες για τον Σολζενίτσιν. Για τον – καταδικασμένο για φιλοναζιστική προπαγάνδα το 1946 – Σολζενίτσιν ο Μάρτενς γράφει: «Ο άνθρωπος αυτός έγινε η επίσημη φωνή του 5% των τσαρικών, των αστών, των κερδοσκόπων, των κουλάκων, των προαγωγών, των μαφιόζων και των βλασοφικών που δίκαια διώχτηκαν από την σοσιαλιστική εξουσία […] Οφείλουμε να ευχαριστήσουμε τον Σολζενίτσιν: ο άνθρωπος που θα ενσάρκωνε κατά τον καλύτερο τρόπο τα «εκατομμύρια θύματα του σταλινισμού» είναι συνεργάτης των ναζί!» (σελ.264, 266).
Ενώ, όμως, ο Σολζενίτσιν υπήρξε ένας διαπρεπής ακροδεξιός μυθιστοριογράφος του αντισταλινισμού, ο Ρόμπερτ Κόνκουεστ (1917-2015) ήταν ο πρωταθλητής του ακαδημαϊκού αντικομμουνισμού. Αναφερόμενος στο ζήτημα της κολλεκτιβοποίησης και του «ουκρανικού λιμού», ο Μάρτενς μας αποκαλύπτει πως μια σειρά πηγών του έγκριτου ιστορικού Κόνκουεστ υπήρξαν οι μαρτυρίες των ουκρανών ναζί της εποχής! (σελ.166-167). Οι λαθροχειρίες του Κόνκουεστ, με τις οποίες πλαισιώνει τις εμβριθείς ακαδημαϊκές του μελέτες, αποτελούν ένα κράμα ανώνυμων, ανεπιβεβαίωτων μαρτυριών ουκρανών φιλοναζί, παραχαραγμένων ντοκουμέντων και αντικομμουνιστικής παραπληροφόρησης. Να ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα του βιβλίου που δείχνει, αν μη τι άλλο, το ρόλο του Κόνκουεστ:
«Το Γενάρη του 1978, ο Ντέιβιντ Λέι δημίευσε ένα άρθρο στην Guardian του Λονδίνου, στο οποίο αποκάλυπτε ότι ο Ρόμπερτ Κόνκουεστ είχε εργαστεί στην υπηρεσία παραπληροφόρησης, επίσημα ονομαζόμενη Information Research Department (IRD) των αγγλικών μυστικών υπηρεσιών. Στις αγγλικές πρεσβείες, ο υπεύθυνος του IRD έχει ως καθήκον να διαθέτει στους δημοσιογράφους και στα δημόσια πρόσωπα «παραποιημένο» υλικό. […] Με πρόταση του IRD, ο Κόνκουεστ γράφει ένα βιβλίο για τη Σοβιετική Ένωση. Το ένα τρίτο της έκδοσης αγοράστηκε από τον Πρέγκερ που συχνά δημοσιεύει και διανέμει βιβλία κατά παραγγελία της CIA. Το 1986, ο Κόνκουεστ συνέβαλε σημαντικά στην καμπάνια του Ρίγκαν για τη κινητοποίηση του αμερικανού λαού γύρω από την ενδεχόμενη κατάληψη των Ηνωμένων Πολιτειών από τον Κόκκινο Στρατό! Το βιβλίο του Κόνκουεστ τιτλοφορείται Τι να κάνετε όταν έρθουν οι Ρώσοι: εγχειρίδιο επιβίωσης» (σελ.161).
Ο ίδιος αυτός σημαιοφόρος του αντικομμουνισμού θα «μαγειρέψει», όπως αποδεικνύεται, αρκετές φορές τα στατιστικά στοιχεία περί των «θυμάτων» της σταλινικής περιόδου. Το 1973, π.χ. στο βιβλίο του «Η μεγάλη τρομοκρατία» υπολογίζει των αριθμό των νεκρών κατά την κολλεκτιβοποίηση (1932-1933) σε πέντε με έξι εκατομμύρια, ενώ δέκα χρόνια αργότερα κρίνει σκόπιμο να… ανεβάσει τις «εκτιμήσεις» του στα 14 εκατομμύρια νεκρούς!
Εκεί που χάνεται κάθε επιστημονική εγκυρότητα για τον Κόνκουεστ είναι στον αριθμό των κρατούμενων στα λεγόμενα γκούλαγκς. Με τη νίκη της αντεπανάστασης και τη διάλυση της ΕΣΣΔ στις αρχές της δεκαετίας του ’90 τα κρατικά αρχεία που ήρθαν στο φως γκρέμισαν τα τερατώδη μυθεύματα της αντικομμουνιστικής, αντισταλινικής προπαγάνδας. Σημειώνει, μεταξύ άλλων ο Μέρτενς: «Το 1934, ο Κόνκουεστ υπολόγισε σε 5 εκατομμύρια τους πολιτικούς κρατούμενους. Στην πραγματικότητα, ήταν μεταξύ 127.000 και 170.000 […] Στο σύνολο των κρατουμένων, οι πολιτικοί δεν ήταν παρά το 25% με 33%. Ο Κόνκουεστ απαρίθμησε κατά μέσο όρο 8 εκατομμύρια κρατούμενους στα στρατόπεδα το χρόνο. Και ο Μεντβέντιεφ (σ.σ: ρώσος αντισταλινικός ιστορικός, διετέλεσε σύμβουλος του Γκορμπατσόφ) 12 με 13 εκατομμύρια. Στην πραγματικότητα, ο αριθμός των πολιτικών κρατουμένων διακυμάνθηκε ανάμεσα σε ένα ελάχιστο 127.000 το 1934 και ένα μέγιστο 500.000 στη διάρκεια των δύο χρόνων του πολέμου, το 1941 και 1942».
Τα γκούλαγκς, λοιπόν, αυτή η αγαπημένη λέξη των αντικομμουνιστών, φιλοξενούσαν εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου και πολιτικούς κρατούμενους. Παραγνωρίζοντας σκοπίμως τα ιστορικά δεδομένα της εποχής, την αντεπαναστατική δραστηριότητα εντός της ΕΣΣΔ και τη ναζιστική απειλή, οι επιστήμονες του αντισταλινισμού φόρτωσαν στις πλάτες του Στάλιν κάποια επιπλέον… εκατομμύρια κρατούμενους και νεκρούς. Η πραγματικότητα ήταν διαφορετική: «Τον καιρό του Στάλιν, το 1951- τη χρονιά που υπήρχε ο μεγαλύτερος αριθμός κρατουμένων στο Γκούλαγκ- υπήρχαν 1.948.158 εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου, όσοι ακριβώς και επι Χρουστσώφ. Ο πραγματικός αριθμός των πολιτικών κρατουμένων ήταν τότε 579.878. Οι περισσότεροι από τους “πολιτικούς” ήταν άτομα που είχαν συνεργαστεί με τους ναζί: 334.538 είχαν καταδικαστεί για προδοσία» (σελ. 286).
Αντί επιλόγου
Παρά τις κατά καιρούς ιδεολογικές παραφωνίες του Λούντο Μάρτενς μέσα στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, αξίζει να του αναγνωριστεί η προσπάθεια που έκανε στο βιβλίο αυτό. Το «Μια άλλη ματιά στον Στάλιν» αξίζει να διαβαστεί χωρίς παρωπίδες απ’ όσους επιθυμούν να κατανοήσουν τη δράση και τα πεπραγμένα του Στάλιν εντός του ιστορικού και κοινωνικοπολιτικού πλαισίου μέσα στο οποίο έζησε. Και αν ο συγγραφέας δίνει ίσως υπερβολική βαρύτητα στις προσωπικές αρετές του Στάλιν- παραγκωνίζοντας τις συλλογικές πολιτικοιστορικές μεταβολές και συγκρούσεις που διαμόρφωσαν τον ηγέτη Στάλιν- ας του το συγχωρήσουμε. Η συμβολή της έρευνας του Μάρτενς και κατ’ επέκταση του βιβλίου του στην ανάδυση της ιστορικής αλήθειας, απέναντι στην αντικομμουνιστική ψευδολογία, είναι αναμφίβολα εξόχως σημαντική.
Μάρτενς, Λούντο. Μια άλλη ματιά στον Στάλιν, Σύγχρονη Εποχή, 1997.
* υποψήφ. Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών και Ιστορίας.