23 Μαρ 2021

Για γέλια και για κλάματα – Επίταξαν γιατρό που είχε ενταχθεί ήδη εθελοντικά σε δημόσιο νοσοκομείο!

 


Θα ήταν για γέλια αν δεν ήταν για κλάματα, αυτό που αναδεικνύει η ΟΕΝΓΕ με ανάρτησή της, σε μια περίοδο που τα δημόσια νοσοκομεία της Αττικής «βρίσκονται σε πόλεμο». Ιδιώτης γιατρός εντάχθηκε εθελοντικά στο Κρατικό Νοσοκομείο Νίκαιας εδώ και δύο εβδομάδες για να βοηθήσει σε αυτή τη μάχη.

Σήμερα, η κυβέρνηση τον επίταξε για άλλο Νοσοκομείο («Αλεξάνδρας»), παρότι αύριο θα έμπαινε σε εφημερία στο ΓΚ Νίκαιας.

Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση κάνει πως δεν ακούει το αίτημα των υγειονομικών για επίταξη των ιδιωτικών κλινικών για να σωθούν ανθρώπινες ζωές».

Πηγή: 902.gr

Δείτε εδώ μια αντίστοιχη μαρτυρία από άλλον γιατρό-παθολόγο, που είχε δηλώσει εθελοντής, αλλά του ήρθε το χαρτί της επιστράτευσης…

Γιατί απέτυχε το "σωτήριο σχέδιο" ολοκληρωτικής ιδιωτικοποίησης της Υγείας

 


Θυμάστε την κα Μιράντα Ξαφά που έλεγε ότι για να υπάρξει ανάπτυξη και καλύτερη παροχή Υγείας πρέπει να καταργηθούν το ΕΣΥ και τα κρατικά νοσοκομεία;

 Θυμάστε τον Άδωνι να κλείνει κρατικές κλινικές και νοσοκομεία γιατί με την κατάργηση του κρατισμού στην Υγεία, ο λαός θα απολάμβανε καλύτερη, φθηνότερη και ταχύτερη παροχή Υγείας;

 Ε, ξέρετε γιατί απέτυχε το σωτήριο σχέδιο; Δεν ξέρετε! Είναι κρατικό μυστικό αλλά εγώ θα το πω εν γνώσει των συνεπειών του νόμου: Διατάχθηκε… ΕΔΕ και κατέληξε ότι: Μέσα στον κρατικό μηχανισμό και στην κυβέρνηση εισχώρησαν κρυπτοκομμουνισταί και Σοβιετικοί που μπλόκαραν την ολοκληρωτική ιδιωτικοποίηση της Υγείας! Γι αυτό παρουσιάζεται αυτό το χάλι σήμερα. Εξ αιτίας κρυπτοκομμουνιστών και Σοβιετικών που συνεπικουρούνταν από αριστερούς διαδηλωτές!

 Όπως μάλιστα μου είπε μυστική πηγή, στο τέλος του πορίσματος υπήρχε το εξής φοβερό, ρητορικό, ερώτημα: «Φαντάζεστε τι… συγκλονιστικές επιτυχίες θα είχαμε τώρα με τον κορονοϊό, αν δεν υπήρχαν κρυπτοκομμουνισταί και Σοβιετικοί; 


  Εσείς τώρα που μάθατε την αιτία του δράματος που ζούμε, φαντάζεστε τι «συγκλονιστικές επιτυχίες» θα είχαμε τώρα με τον κορονοϊό, αν δεν υπήρχαν κρυπτοκομμουνισταί και Σοβιετικοί;  Αν δεν ξέρετε ρωτήστε τον Άδωνι!

Με αφορμή την αποχώρηση της Τουρκίας από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης


Την αποχώρησή της από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης για την Καταπολέμηση της Βίας Κατά των Γυναικών ανακοίνωσε η Τουρκία το περασμένο Σάββατο. Η επικύρωση της Σύμβασης, στην οποία είχε προχωρήσει η Τουρκία το 2012, ακυρώθηκε με διάταγμα του Προέδρου της χώρας Ρ. Τ. Ερντογάν, με τη σχετική απόφαση να πυροδοτεί πλήθος παρεμβάσεων και δηλώσεων από παράγοντες της ΕΕ, τον Πρόεδρο των ΗΠΑ αλλά και την ελληνική κυβέρνηση. Υπενθυμίζεται ότι τον περασμένο Ιούλη και η κυβέρνηση της Πολωνίας είχε προαναγγείλει την έναρξη της διαδικασίας αποχώρησης από τη Σύμβαση.

Τόσο η Τουρκία όσο και η Πολωνία συνδυάζουν την αποχώρησή τους από τη Σύμβαση με βαθιά αντιδραστικές αντιλήψεις για τη θέση και τον ρόλο των γυναικών στην κοινωνία, αλλά και με μισάνθρωπες αναφορές στα άτομα με ομόφυλο σεξουαλικό προσανατολισμό. Από την άλλη, ΕΕ, ΗΠΑ και κυβερνήσεις - όπως και η ελληνική - βλέπουν την ευκαιρία να χρησιμοποιήσουν τη Σύμβαση ως προσωπείο που τους επιτρέπει να εμφανίζονται ως ...υπερασπιστές των δικαιωμάτων των γυναικών.

* * *

Πίσω από τις υποκριτικές κορόνες για την «οπισθοδρόμηση» που συνεπάγεται η αποχώρηση από τη Σύμβαση, για τα «ανθρώπινα δικαιώματα» των γυναικών, τη «δημοκρατία» και την «ισότητα», το σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα της βίας κατά των γυναικών αξιοποιείται για μία ακόμα φορά ως το «περιτύλιγμα» με το οποίο ενδύεται η όξυνση των ανταγωνισμών ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικές συμμαχίες και καπιταλιστικά κράτη.

Στην πραγματικότητα η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, παρά τα όποια θετικά στοιχεία περιλαμβάνει, αποτυπώνει το ενδιαφέρον των αστικών κυβερνήσεων να αντιμετωπίσουν κραυγαλέες κοινωνικές διακρίσεις που βιώνουν οι γυναίκες, όπως είναι η πολύμορφη βία, με κριτήριο το «κόστος» για το κράτος και τους επιχειρηματικούς κολοσσούς. Τα επιτελεία της ΕΕ φτάνουν στο σημείο να μετράνε με ευρώ τις συνέπειες που έχει η κακοποίηση μιας γυναίκας στη χαμηλότερη παραγωγικότητά της στην εργασία, το «κόστος» των υπηρεσιών συμβουλευτικής, ψυχολογικής, νομικής υποστήριξης που χρειάζεται.

* * *

Αυτό είναι το πραγματικό κίνητρο των αστικών κρατών για όποια μέτρα πρόληψης της βίας, προστασίας των κακοποιημένων γυναικών, σε συνθήκες όπου παραμένουν και βαθαίνουν οι οικονομικοί και κοινωνικοί καταναγκασμοί, αφήνοντας την εργαζόμενη και άνεργη γυναίκα εκτεθειμένη στη βία κάθε μορφής, με κύρια την εργοδοτική και κρατική βία. Η όποια ευρωπαϊκή χρηματοδότηση κατευθύνεται κατά κύριο λόγο σε ένα πολυδαίδαλο και αποσπασματικό δίκτυο ΜΚΟ, οι οποίες αναλαμβάνουν πρωταγωνιστικό ρόλο από τη στήριξη των γυναικών θυμάτων βίας μέχρι την εκπαίδευση των επαγγελματιών Υγείας, Εκπαίδευσης, του δικαστικού σώματος, των Σωμάτων Ασφαλείας. Με τον τρόπο αυτό, όμως, υποκαθίσταται η κρατική ευθύνη, αφήνοντας υποστελεχωμένες τις ελάχιστες κρατικές υποδομές και υπηρεσίες για την ολόπλευρη στήριξη των θυμάτων (ξενώνες, συμβουλευτικά κέντρα κ.λπ.).

Παρά την κύρωση διεθνών συμβάσεων, παραμένει το «θερμοκήπιο» που διευκολύνει τους δράστες τέτοιων εγκληματικών πράξεων και εμποδίζει τη γυναίκα να απαλλαγεί από τα «βαρίδια» που την κρατούν δέσμια σε μια βίαιη οικογενειακή ή διαπροσωπική σχέση. Το υπόβαθρο είναι η ανεργία, ιδιαίτερα η μακροχρόνια, η εργασιακή ανασφάλεια, η γενίκευση των ελαστικών σχέσεων εργασίας, τα ωράρια και η ζωή - λάστιχο. Είναι το άγχος για την επιβίωση, την κάλυψη βασικών αναγκών της οικογένειας, όπως η ιατροφαρμακευτική κάλυψη, η εκπαίδευση των παιδιών, η έλλειψη κρατικών μέτρων στήριξης της μητρότητας, της οικογένειας.

* * *

Η ατομική προστασία, η καταγγελία και καταδίκη τέτοιων απαράδεκτων πράξεων μπορούν και πρέπει να είναι στοιχεία της εργατικής, της λαϊκής, της νεολαιίστικης πάλης, και όχι απομονωμένα ή σε αντιπαράθεση με αυτήν. Η «ασπίδα προστασίας» χτίζεται μέσα στον συλλογικό αγώνα για τις σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες, για να εξασφαλιστούν οι οικονομικές και κοινωνικές προϋποθέσεις ώστε κάθε γυναίκα να έχει τη δυνατότητα να αποκρούσει τη βία κάθε μορφής.


Χ.

Ο «κάβος»


Τα «άλματα της δεκαετίας» για το κεφάλαιο, που στέλνουν το λαό και τη νεολαία στο ...σκάμμα, περιέγραψε ο Κυρ. Μητσοτάκης σε συνέντευξή του σε κυριακάτικη εφημερίδα.

Από την υπεράσπιση της εγκληματικής διαχείρισης της πανδημίας μέχρι τις επικλήσεις της συναίνεσης, από τη χυδαία κατασυκοφάντηση των λαϊκών αγώνων μέχρι τις προειδοποιήσεις για ένταση της καταστολής, και από την υποκριτική κολακεία στη νεολαία μέχρι την υπεράσπιση των αντιδραστικών αλλαγών στην Εκπαίδευση, κάθε τοποθέτηση του πρωθυπουργού ήταν και μια διαβεβαίωση στο κεφάλαιο ότι η κυβέρνηση κάνει όσα απαιτούνται για να περάσει τον «τελευταίο κάβο» - όπως λέει - και να βγει στο «ξέφωτο» της ανάπτυξης.

Τι ακούσαμε λοιπόν;

Πρώτον, ότι η κυβέρνηση αξιοποιεί και θα συνεχίσει να αξιοποιεί για λογαριασμό των επιχειρηματικών ομίλων όλα τα εργαλεία που προσφέρουν η προσωρινή «δημοσιονομική χαλάρωση» της ΕΕ και το «Ταμείο Ανάκαμψης»: Περισσότερες φοροαπαλλαγές, επιθετική προώθηση «διαρθρωτικών αλλαγών» για την εξασφάλιση ακόμα φθηνότερης εργατικής δύναμης, όπως με το νομοσχέδιο για τη 10ωρη δουλειά, «εξυγίανση» του τραπεζικού συστήματος, σφίγγοντας κι άλλο τη θηλιά στα υπερχρεωμένα λαϊκά νοικοκυριά. Αυτή η πολιτική, την οποία προηγουμένως εφάρμοσαν ο ΣΥΡΙΖΑ και οι άλλες κυβερνήσεις του κεφαλαίου, έφερε το λαό στα σημερινά τραγικά αδιέξοδα, επιβεβαιώνοντας ότι η καπιταλιστική κερδοφορία δεν μπορεί να συνυπάρχει με τα λαϊκά δικαιώματα και τις ανάγκες.

Δεύτερον, ότι η περιβόητη «συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα» είναι πυλώνας της κυβερνητικής πολιτικής στην Υγεία, που ενισχύεται με «ευκαιρία» την πανδημία. Οπως όμως αποδείχθηκε με τραγικό τρόπο ειδικά τους τελευταίους 12 μήνες, ο δημόσιος και ο ιδιωτικός τομέας δεν γίνεται να συνυπάρχουν προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων, και η πολιτική της ιδιωτικοποίησης και εμπορευματοποίησης της Υγείας είναι πηγή δεινών για τους εργαζόμενους σε όλο τον κόσμο, και στην Ελλάδα.

Αυτό επιβεβαιώνεται και αυτές τις μέρες, με τους διασωληνωμένους στα ράντζα να φτάνουν σχεδόν μέχρι τα γκαράζ των νοσοκομείων, την ίδια ώρα που ο ιδιωτικός τομέας συνεχίζει και σ' αυτές τις συνθήκες να απολαμβάνει «ασυλία», παχυλά κρατικά νοσήλια και μια ανέλπιστη πελατεία από τους αποκλεισμένους από τα νοσοκομεία «μίας νόσου» ασθενείς.

Τρίτον, η κυβέρνηση δείχνει την απέχθεια και τον φόβο της για τις λαϊκές διεκδικήσεις, επικαλούμενη προκλητικά την υπεράσπιση της δημόσιας υγείας. Ο πρωθυπουργός έφτασε στο σημείο να μιλάει για «υγειονομικό σαμποτάζ» που τάχα γίνεται με τις διαδηλώσεις και να καλλιεργεί έναν άθλιο «κοινωνικό αυτοματισμό» περί του δικαιώματος στην εργασία, που - όπως λέει - είναι πιο σημαντικό από το δικαίωμα στη διαμαρτυρία. Κάτω από τέτοιες αθλιότητες και συκοφαντίες προσπαθεί μάταια η κυβέρνηση να κρύψει τις εγκληματικές της ευθύνες για τον κίνδυνο που ζει σήμερα ο λαός από την πανδημία.

Τέταρτον, ο πραγματικός διαγκωνισμός ανάμεσα στην κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ αφορά το ποιος μπορεί να εξασφαλίσει καλύτερους όρους ανάκαμψης για τους επιχειρηματικούς ομίλους και ταυτόχρονα την «κοινωνική ειρήνη και συνοχή» που είναι αναγκαίες για την ανεμπόδιστη αναπαραγωγή της κερδοφορίας τους. Εκεί στοχεύουν τα κάλπικα διλήμματα περί «προόδου - καθήλωσης» που ανέσυρε ο πρωθυπουργός, απαντώντας στις προτάσεις για «μορατόριουμ» και στις χρεοκοπημένες διαχωριστικές γραμμές του ΣΥΡΙΖΑ, που μιλάει για «πρόοδο - συντήρηση».

Στην προσπάθειά του τέλος να απευθυνθεί ειδικά στη νεολαία, παρουσιάζοντας τα οράματα του κεφαλαίου σαν δική της υπόθεση, είναι χαρακτηριστική η αναφορά του στην τηλεργασία: Αφού «εμπειρία δεν είναι μόνο μια όμορφη παραλία το καλοκαίρι» όπως λέει, περιγράφει την ...ειδυλλιακή εικόνα της δουλειάς από όπου κι αν βρίσκεται ο νέος εργαζόμενος, προκειμένου να μη λείψει από το πόστο του όποτε κι αν τον χρειαστεί η εργοδοσία!

Η Ελλάδα της επόμενης δεκαετίας, που παρουσιάζουν η κυβέρνηση και όλα τα άλλα αστικά κόμματα, είναι η Ελλάδα των λίγων, αυτών που ζουν από τον ιδρώτα της εργατικής τάξης, των βιοπαλαιστών της πόλης και της υπαίθρου. Αυτήν την Ελλάδα ζει «από την καλή και από την ανάποδη» η μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία. Γι' αυτό η άλλη Ελλάδα, η Ελλάδα των πολλών, απαιτεί τη ρήξη με όσα διακηρύττει η κυβέρνηση, συνολικά οι αστικές πολιτικές δυνάμεις: Την οργανωμένη αντεπίθεση για τη διεκδίκηση των σύγχρονων αναγκών του λαού και των παιδιών του.

TOP READ