Τα
«άλματα της δεκαετίας» για το κεφάλαιο, που στέλνουν το λαό και τη
νεολαία στο ...σκάμμα, περιέγραψε ο Κυρ. Μητσοτάκης σε συνέντευξή του σε
κυριακάτικη εφημερίδα.
Από την υπεράσπιση της εγκληματικής
διαχείρισης της πανδημίας μέχρι τις επικλήσεις της συναίνεσης, από τη
χυδαία κατασυκοφάντηση των λαϊκών αγώνων μέχρι τις προειδοποιήσεις για
ένταση της καταστολής, και από την υποκριτική κολακεία στη νεολαία μέχρι
την υπεράσπιση των αντιδραστικών αλλαγών στην Εκπαίδευση, κάθε
τοποθέτηση του πρωθυπουργού ήταν και μια διαβεβαίωση στο κεφάλαιο ότι η
κυβέρνηση κάνει όσα απαιτούνται για να περάσει τον «τελευταίο κάβο» -
όπως λέει - και να βγει στο «ξέφωτο» της ανάπτυξης.
Τι ακούσαμε λοιπόν;
Πρώτον,
ότι η κυβέρνηση αξιοποιεί και θα συνεχίσει να αξιοποιεί για λογαριασμό
των επιχειρηματικών ομίλων όλα τα εργαλεία που προσφέρουν η προσωρινή
«δημοσιονομική χαλάρωση» της ΕΕ και το «Ταμείο Ανάκαμψης»: Περισσότερες
φοροαπαλλαγές, επιθετική προώθηση «διαρθρωτικών αλλαγών» για την
εξασφάλιση ακόμα φθηνότερης εργατικής δύναμης, όπως με το νομοσχέδιο για
τη 10ωρη δουλειά, «εξυγίανση» του τραπεζικού συστήματος, σφίγγοντας κι
άλλο τη θηλιά στα υπερχρεωμένα λαϊκά νοικοκυριά. Αυτή η πολιτική, την
οποία προηγουμένως εφάρμοσαν ο ΣΥΡΙΖΑ και οι άλλες κυβερνήσεις του
κεφαλαίου, έφερε το λαό στα σημερινά τραγικά αδιέξοδα, επιβεβαιώνοντας
ότι η καπιταλιστική κερδοφορία δεν μπορεί να συνυπάρχει με τα λαϊκά
δικαιώματα και τις ανάγκες.
Δεύτερον, ότι η περιβόητη «συνεργασία
δημόσιου και ιδιωτικού τομέα» είναι πυλώνας της κυβερνητικής πολιτικής
στην Υγεία, που ενισχύεται με «ευκαιρία» την πανδημία. Οπως όμως
αποδείχθηκε με τραγικό τρόπο ειδικά τους τελευταίους 12 μήνες, ο
δημόσιος και ο ιδιωτικός τομέας δεν γίνεται να συνυπάρχουν προς όφελος
των λαϊκών στρωμάτων, και η πολιτική της ιδιωτικοποίησης και
εμπορευματοποίησης της Υγείας είναι πηγή δεινών για τους εργαζόμενους σε
όλο τον κόσμο, και στην Ελλάδα.
Αυτό επιβεβαιώνεται και αυτές τις
μέρες, με τους διασωληνωμένους στα ράντζα να φτάνουν σχεδόν μέχρι τα
γκαράζ των νοσοκομείων, την ίδια ώρα που ο ιδιωτικός τομέας συνεχίζει
και σ' αυτές τις συνθήκες να απολαμβάνει «ασυλία», παχυλά κρατικά
νοσήλια και μια ανέλπιστη πελατεία από τους αποκλεισμένους από τα
νοσοκομεία «μίας νόσου» ασθενείς.
Τρίτον, η κυβέρνηση δείχνει την
απέχθεια και τον φόβο της για τις λαϊκές διεκδικήσεις, επικαλούμενη
προκλητικά την υπεράσπιση της δημόσιας υγείας. Ο πρωθυπουργός έφτασε στο
σημείο να μιλάει για «υγειονομικό σαμποτάζ» που τάχα γίνεται με τις
διαδηλώσεις και να καλλιεργεί έναν άθλιο «κοινωνικό αυτοματισμό» περί
του δικαιώματος στην εργασία, που - όπως λέει - είναι πιο σημαντικό από
το δικαίωμα στη διαμαρτυρία. Κάτω από τέτοιες αθλιότητες και συκοφαντίες
προσπαθεί μάταια η κυβέρνηση να κρύψει τις εγκληματικές της ευθύνες για
τον κίνδυνο που ζει σήμερα ο λαός από την πανδημία.
Τέταρτον, ο
πραγματικός διαγκωνισμός ανάμεσα στην κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ αφορά το
ποιος μπορεί να εξασφαλίσει καλύτερους όρους ανάκαμψης για τους
επιχειρηματικούς ομίλους και ταυτόχρονα την «κοινωνική ειρήνη και
συνοχή» που είναι αναγκαίες για την ανεμπόδιστη αναπαραγωγή της
κερδοφορίας τους. Εκεί στοχεύουν τα κάλπικα διλήμματα περί «προόδου -
καθήλωσης» που ανέσυρε ο πρωθυπουργός, απαντώντας στις προτάσεις για
«μορατόριουμ» και στις χρεοκοπημένες διαχωριστικές γραμμές του ΣΥΡΙΖΑ,
που μιλάει για «πρόοδο - συντήρηση».
Στην προσπάθειά του τέλος να
απευθυνθεί ειδικά στη νεολαία, παρουσιάζοντας τα οράματα του κεφαλαίου
σαν δική της υπόθεση, είναι χαρακτηριστική η αναφορά του στην
τηλεργασία: Αφού «εμπειρία δεν είναι μόνο μια όμορφη παραλία το
καλοκαίρι» όπως λέει, περιγράφει την ...ειδυλλιακή εικόνα της δουλειάς
από όπου κι αν βρίσκεται ο νέος εργαζόμενος, προκειμένου να μη λείψει
από το πόστο του όποτε κι αν τον χρειαστεί η εργοδοσία!
Η Ελλάδα
της επόμενης δεκαετίας, που παρουσιάζουν η κυβέρνηση και όλα τα άλλα
αστικά κόμματα, είναι η Ελλάδα των λίγων, αυτών που ζουν από τον ιδρώτα
της εργατικής τάξης, των βιοπαλαιστών της πόλης και της υπαίθρου. Αυτήν
την Ελλάδα ζει «από την καλή και από την ανάποδη» η μεγάλη λαϊκή
πλειοψηφία. Γι' αυτό η άλλη Ελλάδα, η Ελλάδα των πολλών, απαιτεί τη ρήξη
με όσα διακηρύττει η κυβέρνηση, συνολικά οι αστικές πολιτικές δυνάμεις:
Την οργανωμένη αντεπίθεση για τη διεκδίκηση των σύγχρονων αναγκών του
λαού και των παιδιών του.