9 Ιαν 2018

ΗΠΑ: Αστυνομικοί σκότωσαν 987 ανθρώπους το 2017- Οι 68 ήταν άοπλοι

Αμερικανοί αστυνομικοί σκότωσαν σχεδόν χίλιους ανθρώπους το 2017, λίγο περισσότερους σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, σύμφωνα με μια καταμέτρηση της εφημερίδας Washington Post.
Συνολικά 987 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από σφαίρες αστυνομικών το 2017. Το 2016 τα θύματα ήταν 963 και το 2015 ανήλθαν στους 995 ανθρώπους.
Τα συγκεκριμένα στοιχεία καταγράφει η Αμερικανική εφημερίδα, η οποία τα τρία τελευταία χρόνια καταγράφει τα επεισόδια με πυροβολισμούς στα οποία εμπλέκονται αστυνομικοί. Τα στοιχεία της βασίζονται σε τοπικά μέσα ενημέρωσης, σε επίσημες ανακοινώσεις και στους ιστοτόπους κοινωνικής δικτύωσης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στις ΗΠΑ δεν υπάρχει καμία άλλη επίσημη καταγραφή αυτών των επεισοδίων.
Η χρήση θανάσιμης βίας από αστυνομικούς είναι ένα θέμα που προκαλεί έντονες αντιπαραθέσεις τα τελευταία χρόνια, ιδίως μετά τον θάνατο πολλών άοπλων Αφροαμερικανών από αστυνομικά πυρά.
Σύμφωνα πάντα με την Post, πέρσι σκοτώθηκαν 19 άοπλοι Αφροαμερικανοί από αστυνομικούς. Συγκριτικά, το 2016 είχαν σκοτωθεί 17 και το 2015 36. Ο αριθμός των Αφροαμερικανών που έχασαν τη ζωή τους από αστυνομικά πυρά, είτε ήταν άοπλοι είτε όχι, είναι δυσανάλογος σε σύγκριση με τον πληθυσμό τους: το 22% των θυμάτων ήταν Αφροαμερικανοί, τη στιγμή που οι μαύροι άνδρες δεν αποτελούν παρά μόνο το 6% του πληθυσμού των ΗΠΑ.
Συνολικά, ασχέτως φυλής, αστυνομικοί σκότωσαν πέρσι 68 άοπλους ανθρώπους. Ο αριθμός αυτός ήταν 51 το 2016 και 94 το 2015.
«Η προβολή που έχει δοθεί σε αυτό το πρόβλημα ανάγκασε τους αστυνομικούς να είναι πιο προσεκτικοί όταν βρίσκονται σε καταστάσεις με κάποιο άοπλο άτομο», είπε στην εφημερίδα ο Τσακ Ουέξλερ, ο εκτελεστικός διευθυντής του Police Executive Research Forum.
Η ομοσπονδιακή αστυνομία (FBI) ανέφερε από την πλευρά της, ότι «46 αστυνομικοί έπεσαν πέρσι στο καθήκον».

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Ενδεικτικά παραδείγματα για την κατάσταση των συνταξιούχων σε Γερμανία, Βέλγιο, Αυστρία, Ολλανδία, Δανία και Νορβηγία

 

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
Κανείς δεν εξαιρείται από τη σαρωτική επίθεση στα ασφαλιστικά δικαιώματα
Ενας στους πέντε συνταξιούχους στη Γερμανία θα απειλείται από τη φτώχεια τα επόμενα χρόνια
Associated Press
Ενας στους πέντε συνταξιούχους στη Γερμανία θα απειλείται από τη φτώχεια τα επόμενα χρόνια
Η επίθεση στα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα από τις κυβερνήσεις του κεφαλαίου, είναι αναγκαίος όρος για τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας των καπιταλιστικών οικονομιών και οι εργαζόμενοι καμιάς χώρας δεν εξαιρούνται απ' αυτή την επίθεση. Αλλωστε, πέρα απ' όλα τα άλλα, η ενιαία αντιασφαλιστική στρατηγική στα κράτη - μέλη της ΕΕ επικαιροποιήθηκε και με τη «Λευκή Βίβλο» για τις συντάξεις, τον Φλεβάρη του 2012.

Κοινός στόχος σε όλα τα κράτη - μέλη είναι η μείωση της κρατικής χρηματοδότησης για τις συντάξεις, καθώς και των εργοδοτικών εισφορών, που οδηγούν ολοένα και περισσότερο στη μετατροπή της σύνταξης και της ασφάλισης σε ατομική ευθύνη, με συστήματα που διαμορφώνονται στη βάση των «τριών πυλώνων», όπου ένα μέρος της σύνταξης παρέχεται σαν επίδομα από το κράτος, ένα άλλο προέρχεται από τα λεγόμενα «επαγγελματικά ταμεία» και ένα τρίτο από τον αμιγώς ιδιωτικό τομέα της ασφάλισης.
Παράλληλα, γενική τάση σε όλα τα καπιταλιστικά κράτη είναι η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, κυρίως για τους νεότερους ασφαλισμένους, οι οποίοι είναι αμφίβολο αν θα πάρουν ποτέ σύνταξη. Μάλιστα, η αύξηση των ορίων προωθείται στο όνομα της «γήρανσης του πληθυσμού» και με άθλια επιχειρήματα, που ευνοούν τον ανταγωνισμό και την ανθρωποφαγία ανάμεσα σε παλιούς και νεότερους ασφαλισμένους, αλλά και ανάμεσα σε εργαζόμενους και άνεργους, για να μένει στο απυρόβλητο το κεφάλαιο και η πολιτική που υπηρετεί την κερδοφορία του.
Ο «Ριζοσπάστης» παρουσιάζει σήμερα ορισμένα ενδεικτικά παραδείγματα για την κατάσταση στην οποία βρίσκονται τα ασφαλιστικά συστήματα σε Γερμανία, Ολλανδία, Βέλγιο, Δανία, Αυστρία, Νορβηγία, καθώς και τα επιχειρήματα που προτάσσουν το κεφάλαιο, οι κυβερνήσεις και τα κόμματά του για να δικαιολογηθεί η επίθεση εναντίον των δικαιωμάτων τρων εργαζομένων.


Γερμανία: Αυξάνονται οι φτωχοί συνταξιούχοι
Η επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης των συνταξιούχων στην οικονομική «ατμομηχανή» της Ευρώπης, είναι ραγδαία τα τελευταία χρόνια και πλέον ο όρος «φτώχεια στα γηρατειά» είναι πολύ διαδεδομένος.
Σήμερα, το ποσοστό των φτωχών συνταξιούχων, όπως ορίζονται με κριτήρια που ούτως ή άλλωςαπέχουν πολύ από την πραγματικότητα, ανέρχεται σε 15,9% και από το 2022 ένας στους πέντε (το 20%) νέους συνταξιούχους θα απειλείται από τη φτώχεια (ινστιτούτο «Bertelsmann»). Επίσης, σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία (2016), το 11% των ηλικιωμένων 65 - 74 ετών αναγκάζονται να δουλεύουν (942.000 άτομα), είτε για τη βασική πηγή εσόδων, είτε συμπληρωματικά προς τη σύνταξη. Το ποσοστό αυτό πριν από 10 χρόνια ήταν 5%.
Αυτό είναι το αποτέλεσμα του συστήματος των «τριών πυλώνων» ασφάλισης που ισχύει στη χώρα, με το κράτος να μη χρηματοδοτεί καθόλου το συνταξιοδοτικό σύστημα. Οι κρατικές «νομοθετημένες συντάξεις» καταβάλλονται από το κράτος από εισφορές που έχουν παρακρατηθεί από τους εργαζόμενους. Το επίπεδο αυτών των συντάξεων έχει πάρει τον κατήφορο την τελευταία δεκαετία, παρά τους ρυθμούς ανάπτυξης, τα αυξημένα έσοδα από τη βαριά λαϊκή φορολογία, τα πλεονάσματα στον προϋπολογισμό και το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας. Το 2005 ήταν στο 52,6% του μέσου μισθού και μέχρι το 2030 θα πέσει στο 44,7%, υπολογίζει η κυβέρνηση.
Για να «λυθεί» αυτό το πρόβλημα, δεν προβλέπεται, φυσικά, να δοθεί κρατική χρηματοδότηση, αλλά να αυξηθεί στο μέλλον η ηλικία συνταξιοδότησης πέρα από τα 67 έτη. Η «κρατική» «νομοθετημένη σύνταξη» συμπληρώνεται από την «επιχειρησιακή» (επαγγελματικό ταμείο ανά επιχείρηση) και από την ιδιωτική ασφάλιση. Οσοι ζουν μόνο με την «κρατική» σύνταξη - καθώς δεν μπορούν να πληρώσουν για ιδιωτική - επιβιώνουν σε συνθήκες που προσεγγίζουν τα στατιστικά όρια της φτώχειας.
Αυτή η τάση θα γενικευτεί: Οι σημερινοί νέοι (20 - 35 ετών) δεν θα μπορούν να ζήσουν μόνο με την «κρατική» σύνταξη, χωρίς επιπρόσθετη ιδιωτική ασφάλιση, τονίζει πρόσφατη μελέτη (Vorsorgeatlas Deutschland) της Ενωσης Επενδύσεων (Union Investment). Οι ερευνητές θεωρούν ότι για την εξασφάλιση του βιοτικού επιπέδου στα γεράματα, απαιτείται η σύνταξη να φτάνει στο 60% του τελευταίου ακαθάριστου μισθού (ποσοστό αναπλήρωσης), κρίνοντας βέβαια με όρους επιβίωσης και όχι ικανοποίησης των πραγματικών αναγκών.
Οι νέοι αναμένεται να συνταξιοδοτηθούν - χωρίς συμπληρωματική σύνταξη, μόνο με την «κρατική» - κατά μέσο όρο με 981 ευρώ (στατιστικό όριο φτώχειας στα 900 ευρώ), δηλαδή με ποσοστό αναπλήρωσης μόλις 38,6%. «Αυτοί χρειάζονται γύρω στα 800 ευρώ επιπλέον το μήνα. Για να ζουν αξιοπρεπώς θα πρέπει να παραμείνουν ενεργοί εργαζόμενοι», σημειώνεται στην έκθεση, τα συμπεράσματα της οποίας στηρίζουν την ανάπτυξη των ιδιωτικών συστημάτων ασφάλισης, αλλά και τη δουλειά μέχρι ...τον τάφο, ακόμα και μετά την τυπική συνταξιοδότηση, για να μπορεί ο εργαζόμενος να ανταπεξέλθει σε στοιχειώδεις ανάγκες.
Αντίστοιχες προτροπές για ιδιωτική ασφάλιση είχε εκφράσει και η γερμανική κυβέρνηση στην ετήσια έκθεσή της για τις συντάξεις (2016). Οι χαμηλόμισθοι, οι ημιαπασχολούμενοι, και όσοι μένουν άνεργοι για μεγάλα χρονικά διαστήματα, είναι αυτοί που επηρεάζονται περισσότερο και θα καταλήξουν να είναι φτωχοί συνταξιούχοι, που θα αναγκάζονται να δουλεύουν μέχρι τη μέρα που θα πεθάνουν. Π.χ. οι χαμηλόμισθοι με τελευταίο μισθό πριν από τη συνταξιοδότηση στα 1.100 ευρώ, θα πάρουν «κρατική» σύνταξη περίπου 680 ευρώ.
Βέλγιο: Περισσότερα χρόνια στη δουλειά και μείωση συντάξεων
Πριν από μερικές μέρες, εργαζόμενοι και συνταξιούχοι διαδήλωσαν στις Βρυξέλλες, αντιδρώντας στα σχέδια της κυβέρνησης για αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης και μείωση των συντάξεων. Πιο συγκεκριμένα, διαμαρτύρονται για το «σύστημα πόντων» στον υπολογισμό των συντάξεων, ανάλογα με τα χρόνια εργασίας, το επάγγελμα, την κατάσταση της οικονομίας και τα «δημοσιονομικά περιθώρια» του κράτους.
Αυτό θα οδηγήσει σε αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης πάνω από τα 67 χρόνια και σε μείωση των συντάξεων, δεδομένου ότι πλέον οι νέοι εισέρχονται στην αγορά εργασίας σε μεγαλύτερη ηλικία, κυριαρχούν οι «ελαστικές μορφές» και μεσολαβούν τακτά χρονικά διαστήματα ανεργίας. Σύμφωνα με τα συνδικάτα, οι μειώσεις στις συντάξεις θα φτάσουν τα 250 - 300 ευρώ.
«Οσο περισσότερο εργάζεται κάποιος, τόσο μεγαλύτερη σύνταξη θα παίρνει», επισημαίνει ο υπουργός Συνταξιοδότησης, Ντανιέλ Μπακελέν. Βέβαια, αν η σύνταξη είναι μικρή και αδυνατεί να ζήσει κανείς με αυτή, απλά θα εξαναγκάζεται να δουλέψει περισσότερο.
Η επιχειρηματολογία υπέρ του κυβερνητικού σχεδίου σημειώνει τις «κακές επιδόσεις» του Βελγίου, σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες και προβάλλεται η «ανάγκη» να αυξηθούν τα εργάσιμα χρόνια: «Κατά μέσο όρο, η συνταξιοδότηση στο Βέλγιο έρχεται μετά από 32 χρόνια δουλειάς. Η χώρα πρέπει να προσαρμοστεί στα 35 χρόνια του ευρωπαϊκού μέσου όρου και στα 39 χρόνια της Ολλανδίας». Αλλά και πριν από λίγους μήνες, το Ανώτατο Συμβούλιο Απασχόλησης (CSE) συνέκρινε το Βέλγιο με χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Ολλανδία και οι σκανδιναβικές και υπογράμμιζε τη γήρανση του πληθυσμού ως παράγοντα που απειλεί το συνταξιοδοτικό σύστημα και επιτάσσει την επιτάχυνση των ανατροπών.
Αυστρία: Περικοπές παντού
Με το τετριμμένο επιχείρημα της «εξασφάλισης των συντάξεων» για τις επόμενες γενιές, προβλέπεται να δημιουργηθεί στην Αυστρία μια ξεχωριστή συνταξιοδοτική ασφαλιστική εταιρεία, υπεύθυνη για τη διαχείριση όλων των συντάξεων. Προαναγγέλλονται μάλιστα μειώσεις στις συντάξεις καθώς «θα αυξηθούν οι κατώτατες συντάξεις και θα καταργηθούν ορισμένα ...προνόμια». Θα δοθεί δηλαδή μια μικρή ενίσχυση στους χαμηλοσυνταξιούχους και ταυτόχρονα θα περικοπούν συντάξεις που από το κράτος και το κεφάλαιο θεωρούνται «υψηλές» και «ασύμφορες». Επίσης, προβλέπεται να «αυξηθεί σταδιακά το όριο ηλικίας για "πρόωρη" συνταξιοδότηση», ενώ το πρόγραμμα για τα ΒΑΕ, που προβλέπει ευνοϊκότερους όρους ασφάλισης, «θα επανασχεδιαστεί κατά περίπτωση».
Στο μεταξύ, σχεδιάζεται ξεχωριστή Κοινωνική Ασφάλιση για αλλοδαπούς εργαζόμενους, με σκοπό να επανεκτιμηθεί ο βαθμός αυτάρκειας των καταβληθεισών εισφορών. Αυτό μπορεί να σημαίνει, για παράδειγμα, ότι οι αλλοδαποί θα πρέπει στο μέλλον να λαμβάνουν λιγότερη σύνταξη από τους ντόπιους εργαζόμενους, για τα ίδια χρόνια ασφάλισης και κάνοντας τις ίδιες δουλειές! Πάντως, συνολικά στην Κοινωνική Ασφάλιση και την Υγεία προβλέπονται περικοπές με συγχωνεύσεις Ταμείων και εξίσωση, προς τα κάτω, των παροχών.
Ολλανδία: Αυξάνει το ποσοστό των εργαζόμενων συνταξιούχων
Ολο και περισσότεροι συνταξιούχοι στην Ολλανδία αναγκάζονται να βρουν μια θέση μερικής απασχόλησης για να συμπληρώσουν το εισόδημά τους. Οπως δείχνουν τα στοιχεία της Ομάδας Ερευνας για την Εκπαίδευση και την Αγορά Εργασίας (ROA), ο αριθμός των συνταξιούχων που δουλεύουν έχει τριπλασιαστεί από το 2003 κι έφτασε τις 180.000.
«Και τα προηγούμενα χρόνια υπήρχαν άνθρωποι άνω των 65 ετών που ήθελαν να βρουν δουλειά. Ομως, όλο και περισσότεροι πλέον χρειάζονται μια δουλειά για οικονομικούς λόγους», λέει ο επικεφαλής του «γραφείου ευρέσεως εργασίας 65+», Μπαρτ Βέλτμαν. «Βλέπουμε επίσης να αυξάνεται ο αριθμός όσων τα εισοδήματα κατασχέθηκαν λόγω χρεών», προσθέτει.
Η αύξηση των εργαζόμενων συνταξιούχων είναι ιδιαίτερα εμφανής στους λιγότερο μορφωμένους και εκείνους που έχουν μια μικρή σύνταξη. Για παράδειγμα: Πέρυσι εργάζονταν τέσσερις φορές περισσότεροι άνθρωποι άνω των 65 ετών με χαμηλή μόρφωση, απ' ό,τι το 2003. Μια άλλη διαδεδομένη αιτία για το ότι αρκετοί συνταξιούχοι μόλις και μετά βίας μπορούν να καλύψουν τα πάγια έξοδά τους, είναι η μεγάλη ανεργία στους ανθρώπους άνω των 50 ετών. Πάντως, ακόμη κι αν σήμερα είναι μικρή η ομάδα των εργαζόμενων συνταξιούχων, υπάρχει μια σαφής τάση ενίσχυσης του συγκεκριμένου ποσοστού.
Στο μεταξύ, από την 1η Γενάρη η ηλικία συνταξιοδότησης για επαγγελματικά συνταξιοδοτικά προγράμματα (σύστημα τριών πυλώνων) αυξήθηκε από τα 67 στα 68 έτη, σύμφωνα με την αύξηση του προσδόκιμου ζωής, όπως καθορίστηκε από το Κεντρικό Γραφείο Στατιστικής. Η επόμενη αύξηση αναμένεται μετά το 2025.
Δανία - Νορβηγία: Παράταση του εργάσιμου βίου
Στη Δανία συζητιέται η γενικευμένη αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 67 στα 67,5 χρόνια. Πάντως, σε ορισμένους τομείς προβλέπεται η συνταξιοδότηση και στα 68 έτη. Ολα τα κόμματα του Κοινοβουλίου συμφωνούν στην ουσία των αντιασφαλιστικών μέτρων, με ορισμένα να θεωρούν πιο «εποικοδομητικό» να παραμένουν στην αγορά εργασίας οι συνταξιούχοι με «καλή φυσική κατάσταση», με στόχο οι συντάξεις να δίνονται σε κάθε συνταξιούχο για 14,5 χρόνια κατά μέσο όρο!
Στα σχέδια της νορβηγικής κυβέρνησης είναι μέτρα όπως: «Κίνητρα» για παράταση του εργασιακού βίου, αναθεώρηση των ειδικών «πρόωρων» ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης στον δημόσιο τομέα, αλλά και στον ιδιωτικό, ώστε οι ηλικιωμένοι να γίνουν πιο ελκυστικοί στην αγορά εργασίας. Συνταξιοδοτικές «μεταρρυθμίσεις» σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.
Πηγή: ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Η απόδραση των Βούρλων - 1. Φυλακές Συγγρού (1931)



25 Μαρτίου 1944, Σιλεσία, Νότια Πολωνία. Από το γερμανικό στρατόπεδο συγκέντρωσης Stalag Luft III δραπετεύουν 76 κρατούμενοι με μυθιστορηματικό τρόπο. Επί έναν ολόκληρο χρόνο εξακόσιοι κρατούμενοι σκάβουν όχι ένα αλλά τρία τούνελ ταυτόχρονα, έτσι ώστε να έχουν σίγουρη οδό διαφυγής σε περίπτωση που οι φρουροί ανακαλύψουν ένα από αυτά. Η κατάληξη του εγχειρήματος είναι μάλλον αποτυχημένη αφού μόνο τρεις καταφέρνουν να γυρίσουν στην πατρίδα τους. Οι υπόλοιποι 73 συλλαμβάνονται και οι 50 εξ αυτών εκτελούνται.

Το 1963, το παραπάνω ιστορικό περιστατικό μεταφέρεται στον κινηματογράφο με την περίφημη και κλασσική πλέον ταινία "Η μεγάλη απόδραση (The great escape)", στην οποία πρωταγωνιστούν σπουδαίοι ηθοποιοί, όπως ο Στηβ Μακ Κουήν, ο Τσαρλς Μπρόνσον, ο Τζέημς Κόμπερν, ο Ρίτσαρντ Αττένμπορω, ο Ντόναλντ Πλέζανς κλπ. Κάποιοι είπαν ότι είναι αμαρτία που δεν μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο και μια άλλη μυθιστορηματική απόδραση, η οποία αναστάτωσε ένα ολόκληρο κράτος και κινητοποίησε περισσότερους από 30.000 αστυνομικούς και χωροφύλακες που έψαχναν τους δραπέτες σε ολόκληρη την χώρα. Ο λόγος για την απόδραση 27 κρατούμενων υπόδικων κομμουνιστών από την φυλακή των Βούρλων στις 17 Ιουλίου 1955.

Πριν αναφερθούμε σ' αυτή καθεαυτήν την μεγάλη απόδραση, αξίζει τον κόπο να κάνουμε μια μακρά εισαγωγή, γυρνώντας μερικά χρόνια πίσω. Είναι μια εισαγωγή ενδιαφέρουσα αλλά και απαραίτητη. Ενδιαφέρουσα μεν επειδή θα δούμε μερικές χαρακτηριστικές περιπτώσεις απόδρασης κρατούμενων κομμουνιστών, οι οποίες προκάλεσαν κι αυτές τον δικό τους καθεμιά σάλο. Απαραίτητη δε για να καταρρίψουμε έναν αστήρικτο ισχυρισμό, ο οποίος προβάλλεται ακόμη και σήμερα, πως τάχατες οι κρατούμενοι των Βούρλων απέδρασαν ενεργώντας αντίθετα προς την κομματική εντολή που τους υποδείκνυε να καθήσουν στ' αβγά τους, επειδή οι αποδράσεις αντιτίθενται δήθεν στην πρακτική ενός επαναστατικού κομμουνιστικού κόμματος.

Η αλήθεια, βεβαίως, είναι πολύ διαφορετική. Σαφώς και το κόμμα γνώριζε ότι στα Βούρλα σχεδιαζόταν απόδραση. Για να ρίξει, λοιπόν, στάχτη στα μάτια των αρχών, η ηγεσία του ΚΚΕ διατύπωσε την θέση ότι ο καλός κομμουνιστής δεν κοιτάει να σώσει το τομάρι του αποδρώντας αλλά μένει, δίνει την μάχη του και πεθαίνει για τις ιδέες του. Στην διάρκεια της αφήγησης θα δούμε πεντακάθαρα πόσο θετικά λειτούργησε η έξυπνη αυτή "ντρίμπλα" υπέρ των δραπετών των Βούρλων. Για την ώρα, ας δούμε πώς το ίδιο κόμμα, λίγα χρόνια νωρίτερα, είχε οργανώσει με επιτυχία κάποιες άλλες αποδράσεις.

Οι φυλακές Συγγρού την εποχή της απόδρασης. Σε πρώτο πλάνο τα "διαμερίσματα" των κρατουμένων.

Η πρώτη μαζική απόδραση κομμουνιστών σημειώνεται στις 15 Απριλίου 1931, όταν εννέα στελέχη του κόμματος δραπετεύουν από τις φυλακές Συγγρού, που τότε βρίσκονταν στην Χαμοστέρνας, στον Ταύρο. Ανάμεσά τους βρίσκονται ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ Ανδρόνικος Χαϊτάς, ο πρώην γραμματέας της ΟΚΝΕ Γιώργος Κολοζώφ, τα μέλη του πολιτικού γραφείου Κώστας Καρακοζώφ (Ευτυχιάδης) και Μήτσος Παπαρήγας και το μέλος της κεντρικής επιτροπής Βασίλης Ασίκης. Οι υπόλοιποι τέσσερις είναι οι Λευτέρης Αποστόλου, Περικλής Καρασκόγιας, Μάρκος Μαρκοβίτης και Ορφέας Οικονομίδης.

Η επιχείρηση σχεδιάστηκε στα γραφεία του ΚΚΕ. Καταλυτικό ρόλο στην επιχείρηση έπαιξαν δυο άνθρωποι. Ο ένας ήταν ο Θανάσης Κλάρας, ο μετέπειτα μεγάλος Άρης Βελουχιώτης, ο οποίος είχε φάει μόλις 6 μήνες για παράβαση του ιδιώνυμου και γι' αυτό δεν συμμετείχε στην απόδραση αλλά αποτελούσε τον σύνδεσμο των εννέα με το κόμμα. Ο δεύτερος ήταν ένας δεκανέας, αρχιφύλακας της φρουράς, ο Γρηγόρης Γρηγοριάδης, κρυφό μέλος της ΟΚΝΕ, χωρίς την βοήθεια του οποίου τίποτε δεν θα μπορούσε να γίνει.

Πρώτη δουλειά ήταν να μεθοδευτεί η απόσπαση του Γρηγοριάδη στις φυλακές Συγγρού. Στην συνέχεια, ο Γρηγοριάδης πέρασε στους κρατούμενους μια λίμα, με την οποία λιμάρησαν τα κάγκελα στο παράθυρο του κελιού τόσο ώστε να αρκεί ένα σπρώξιμο για να κοπούν. Κι όταν τέλειωσαν όλες οι προετοιμασίες, συμφωνήθηκε η ώρα της απόδρασης: μεσάνυχτα 14 προς 15 Απριλίου. Εκεί στα μεσάνυχτα έπιασε δουλειά ο Γρηγοριάδης, προκειμένου να απομακρύνει τους δυο σκοπούς.

Αρχίζει από τον φρουρό του πύργου. Υποτίθεται ότι κάνει έφοδο και πρέπει να είναι ασυτηρός. Όμως ο καλόψυχος αρχιφύλακας συστήνει στον φρουρό να μη κόβει βόλτες και τον τρώει το αγιάζι αλλά να κάνει την σκοπιά του μέσα, για να μη ξυλιάσει. Άλλο που δεν ήθελε ο φρουρός. Πάει ο πρώτος. Σειρά έχει ο φρουρός της αυλής. Ξαφνικά, τον Γρηγοριάδη τον πιάνει πονοκέφαλος και στέλνει τον φρουρό ως του Χαροκόπου να του πάρει ασπιρίνες. Ο φρουρός διστάζει, όμως ο αρχιφύλακας όχι μόνο προθυμοποιείται να τον αναπληρώσει αλλά του δίνει και λεφτά για να πάρει τσιγάρα. Ολόκληρο πακέτο! Πάει κι ο δεύτερος.

Ανακουφισμένος ο Γρηγοριάδης αρχίζει να σιγοτραγουδάει, δίνοντας το σύνθημα. Η ώρα έφτασε. Τα κομμένα σίδερα λυγίζουν, πάνω τους δένονται λουρίδες από κομμένες κουβέρτες και με την βοήθεια του Κλάρα οι εννέα αρχίζουν να κατεβαίνουν. Με τον Γρηγοριάδη οδηγό, βγαίνουν από την φυλακή και λίγο πιο κάτω επιβιβάζονται σε αυτοκίνητα που τους περιμένουν και εξαφανίζονται. Μαζί τους εξαφανίζεται και ο Γρηγοριάδης, φυσικά.

Στο μεταξύ, μια άλλη ομάδα υποστήριξης αναλαμβάνει να εξουδετερώσει τον φρουρό που είχε πάει για ασπιρίνες και τσιγάρα κι ερχόταν. Τον αιφνιδιάζουν και με την απειλή όπλων τον οδηγούν σε ένα ερημικό μέρος στα Κάτω Πετράλωνα, όπου τον κρατούν για μισή ώρα πριν τον αφήσουν να φύγει. Όταν ο φρουρός επιστρέφει και διαπιστώνει την απουσία του Γρηγοριάδη, καταλαβαίνει ότι κάτι κακό έχει συμβεί και σημαίνει συναγερμό. Ακολουθούν ανακρίσεις των υπόλοιπων κρατουμένων, οι οποίες δεν αποδίδουν το παραμικρό. Όπως δεν απέδωσε το παραμικρό η καταδίωξη που εξαπέλυσε η Ειδική Ασφάλεια για πολλές ημέρες. Ουδείς των δραπετών συνελήφθη ποτέ. Όλοι ξαναγύρισαν στα κομματικά τους πόστα και συνέχισαν την κρυφή δουλειά τους.

Ριζοσπάστης, 16/4/1931: Η πανηγυρική προμετωπίδα του πρωτοσέλιδου και το ρεπορτάζ της δεύτερης σελίδας
Κάποιοι από τους παραπάνω δεν έμελλε να βγουν ζωντανοί από την μεγάλη περιπέτεια του εμφυλίου, όπως ο Μήτσος Παπαρήγας. Κάποιοι άλλοι κατάφεραν και έφυγαν στο εξωτερικό, περιμένοντας πολλά χρόνια ώσπου να τους δοθεί η δυνατότητα να επιστρέψουν. Ο μόνος που δεν κατάφερε να επιστρέψει ήταν ο "κόκκινος δεκανέας" Γρηγόρης Γρηγοριάδης. Βαρυνόταν με πολύ σοβαρές κατηγορίες (λιποταξία σε ώρα υπηρεσίας, συνέργεια σε απόδραση κλπ), με αποτέλεσμα να μη μπορεί να κάνει χρήση οποιασδήποτε ευεργετικής διατάξεως περί παλιννοστήσεως πολιτικών προσφύγων. Το μόνο που κατάφερε ήταν να επισκεφθεί μία και μόνη φορά την Ελλάδα το 1976 για λίγες μέρες. Πέθανε το 1979 στην Μόσχα σε ηλικία 70 ετών.

Αυτή ήταν η πρώτη μεγάλη απόδραση κομμουνιστών κρατουμένων, οργανωμένη από το ίδιο το κόμμα και με τις ευλογίες του. Φαίνεται, όμως, ότι το πάθημα των αρχών δεν έγινε μάθημα. Πριν περάσει ένας χρόνος, από τις ίδιες φυλακές το ΚΚΕ φυγάδευσε ένα ακόμη σημαντικό στέλεχός του. Αυτή την φορά, η απόδραση έχει και ιδεολογικό ενδιαφέρον. Αλλά για τις λεπτομέρειες, κάνετε λίγη υπομονή ως αύριο.

Η Κυριακή 9 Γενάρη του 1905 έχει καταγραφεί στην Ιστορία σαν «Ματωμένη Κυριακή», και ο τσάρος σαν «Νικόλαος ο ματοβαμμένος».

 

 
 Η Ρώσικη Επανάσταση του 1905
 
 
 

 
Η Κυριακή 9 Γενάρη του 1905 με το παλιό ημερολόγιο (22 Γενάρη με το νέο) έχει καταγραφεί στην Ιστορία σαν «Ματωμένη Κυριακή», και ο τσάρος σαν «Νικόλαος ο ματοβαμμένος». Πάνω από 140.000 εργάτες της Πετρούπολης πορεύονταν με ειρηνική διαδήλωση προς τα Χειμερινά Ανάκτορα.

Αφορμή στάθηκε η απεργία στις 3 Γενάρη στο εργοστάσιο Πουτίλοφ. Το απεργιακό κίνημα είχε ξεσπάσει από το 1904 με οικονομικά κατά κύριο λόγο αιτήματα. Η απεργία απλώθηκε γρήγορα και σε άλλες επιχειρήσεις και στις 8 Γενάρη γενικεύτηκε. Με την επίδραση των μπολσεβίκων, οι εργάτες πρόβαλαν όχι μόνο οικονομικές, αλλά και πολιτικές διεκδικήσεις. Στο σημείο αυτό παρεμβαίνει ο παπά Γκαπόν, που με τη βοήθεια των αρχών είχε ιδρύσει την «Οργάνωση των Ρώσων εργοστασιακών εργατών της Πετρούπολης». Σκοπός της οργάνωσης ήταν να παρεμβαίνει για να αντιμετωπίζει τις αντιθέσεις των εργατών με τους επιχειρηματίες, εκτονώνοντας τις κινητοποιήσεις, να ματαιώνει τις επαναστατικές εξεγέρσεις και να στερεώσει στο προλεταριάτο, που μόλις τελευταία είχε φύγει από τα χωριά και ήταν λιγότερο συνειδητό, την απλοϊκή πίστη στον «πατερούλη τσάρο» που προστατεύει το λαό από τους «αφέντες». Δηλαδή να υπονομεύει το νεαρό τότε εργατικό κίνημα. Αυτό που δεν είχαν πετύχει με τους χωροφύλακες ελπίζανε να το πετύχουν με τον παπά. Οι μπολσεβίκοι προσπαθούσαν να αντιπαρατεθούν έντονα ενάντια στη διαλυτική δράση των οργανώσεων του Γκαπόν, αλλά οι δυνάμεις τους στην Πετρούπολη ήταν λίγες, ενώ παράλληλα η δράση των μενσεβίκων στο εσωτερικό των σοσιαλδημοκρατικών οργανώσεων ήταν διασπαστική. (Οι παραπάνω αναφορές, από την «Παγκόσμια Ιστορία» της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ, εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Ζ1, σελ. 449).
 
Στο μεταξύ, οι εξελίξεις οδηγούσαν σε σύγκρουση. Ετσι, όταν ο Γκαπόν είδε πως δεν μπορούσε να σταματήσει το κίνημα οργάνωσε, σε συνεργασία με την αστυνομία, μια πορεία των εργατών προς τα Χειμερινά Ανάκτορα, για να υποβάλουν ένα υπόμνημα στον τσάρο. Στο υπόμνημα αναφέρονταν: «Μεγαλειότατε, εμείς οι εργάτες και κάτοικοι της Πετρούπολης, ήρθαμε με τις γυναίκες μας, τα παιδιά μας και τους γέροντες γονείς μας, σε σένα, για να βρούμε δικαιοσύνη και προστασία (...) Είσαι η τελευταία ελπίδα της σωτηρίας μας. Μην αρνιέσαι τη βοήθεια στο λαό σου. Βγάλτον απ' την αθλιότητα και την αμάθεια, βοήθησέ τον να καλυτερέψει την τύχη του. Απάλλαξέ τον απ' την καταπίεση των κρατικών οργάνων. Γκρέμισε τον τοίχο που υψώνεται ανάμεσα σε σένα και το λαό σου. Σκοπός σου είναι η ευτυχία του λαού, αλλά την ευτυχία αυτή του την αφαίρεσαν».

Οι μπολσεβίκοι άνοιξαν μέτωπο μέσα στα εργοστάσια και εξηγούσαν πως η πορεία που ετοίμαζε ο Γκαπόν θα ήταν άκαρπη και επικίνδυνη. Οταν οι διαδηλωτές ξεκίνησαν από τις εργατικές συνοικίες για τα χειμερινά ανάκτορα πολλοί κρατούσαν στα χέρια τους εικόνες, σταυρούς και φωτογραφίες του τσάρου και οι περισσότεροι ήλπιζαν ότι ο Ρώσος τσάρος θα τους καταλάβαινε. Οι μπολσεβίκοι πήραν ενεργό μέρος στη διαδήλωση, αντιτάχθηκαν στον τρόπο που την είχε οργανώσει ο παπά Γκαπόν και στους σκοπούς που αυτός είχε, προειδοποιώντας τους εργάτες της ρωσικής πρωτεύουσας με προκήρυξη ότι: «Δεν πρέπει να παρακαλούμε τον τσάρο, δεν πρέπει να ταπεινωνόμαστε μπροστά στον άσπονδο εχθρό μας, αλλά να τον γκρεμίσουμε από το θρόνο. Η απελευθέρωση των εργατών μπορεί να είναι έργο μόνο των ίδιων των εργατών. Μην περιμένετε την ελευθερία ούτε από τους παπάδες, ούτε από τους τσάρους»(«Ιστορία του ΚΚΣΕ», Εκδόσεις ΣΕ σελ. 87).

Οι εξελίξεις δικαίωσαν το κόμμα του Λένιν. Η διαδήλωση βάφτηκε στο αίμα από το στρατό και την αστυνομία. Περισσότεροι από χίλιοι διαδηλωτές έπεσαν νεκροί, ενώ χιλιάδες άλλοι τραυματίστηκαν. Η μέρα εκείνη έμεινε στην Ιστορία ως «η ματωμένη Κυριακή» της ρωσικής εργατικής τάξης, αλλά και ως η αρχή της ρωσικής επανάστασης.

Ηγέτης η εργατική τάξη
 
Το χτύπημα του στρατού, με εντολή του τσάρου, στους άοπλους εργάτες, στις γυναίκες και τα παιδιά τους με τα όπλα, οι χιλιάδες νεκροί και τραυματίες, έγινε αφορμή να μπουν εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες στον αγώνα και να αρχίσει η πρώτη επανάσταση στην τσαρική Ρωσία, στην εποχή του ιμπεριαλισμού. Οι εργάτες άρχισαν να εξοπλίζονται. Στις 10 Γενάρη, στην Πετρούπολη, συνεχίζονται οι ένοπλες συγκρούσεις ανάμεσα στους εργάτες και το στρατό. Σε όλη τη Ρωσία, ξεσπούν απεργίες διαμαρτυρίας και πολιτικές διαδηλώσεις. Στη Μόσχα, άρχισε γενική απεργία στις 10 Γενάρη, ενώ στη Ρίγα, στις 13 του ίδιου μήνα, στην απεργία και τη διαδήλωση γίνονται συγκρούσεις με την αστυνομία. Στις 14 Γενάρη, ξέσπασε γενική απεργία στη Βαρσοβία και στις 18 Γενάρη γενική απεργία στην Τιφλίδα, που παίρνει χαρακτήρα πολιτικής απεργίας. Τα επαναστατικά γεγονότα εξελίσσονται ραγδαία, εξαπλώνονται σε ολόκληρη την τσαρική Ρωσία και καθ' όλη τη διάρκεια του 1905 και έτσι εξελίσσεται η πρώτη στην ιστορία της Ρωσίας επανάσταση, που ηγήθηκε η εργατική τάξη, επικεφαλής όλων των καταπιεσμένων μαζών, που αγωνίζονταν για την πολιτική τους απελευθέρωση. Το βασικό σύνθημα ήταν «κάτω ο τσάρος». Το επαναστατικό κίνημα καθοδηγούσε το ΣΔΕΚΡ, οι μπολσεβίκοι, με επικεφαλής τον Λένιν.
Ο Λένιν στο έργο του «Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στη Ρωσία», στον πρόλογο στη δεύτερη έκδοση, αναφέρει χαρακτηριστικά σχετικά με τις τάξεις, την ταξική πάλη και τον καθοδηγητικό ρόλο της εργατικής τάξης: «Η ανάλυση του κοινωνικο-οικονομικού καθεστώτος, συνεπώς και της ταξικής διάρθρωσης της Ρωσίας, που έγινε σ' αυτό το έργο με βάση την οικονομική έρευνα και την κριτική ανάλυση των στατιστικών στοιχείων, επιβεβαιώνεται τώρα με την ανοιχτή πολιτική εμφάνιση όλων των τάξεων, στην πορεία της επανάστασης. Αποκαλύφθηκε πέρα για πέρα, ο καθοδηγητικός ρόλος του προλεταριάτου. Αποκαλύφθηκε επίσης ότι η δύναμή του στο ιστορικό ξεκίνημα είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη από το ποσοστό του στο γενικό σύνολο του πληθυσμού». («Απαντα» τ. 3ος, σελ. 13).

Η Ρωσία μετά την κατάργηση της δουλείας (1863) πέρασε μια βιομηχανική άνοδο που, από το 1887 έως το 1908, οδήγησε σε διπλασιασμό των βιομηχανικών της εργατών (από 1.300.000 έφτασαν τα 2.700.00). Η εργατική τάξη, που ήταν συγκεντρωμένη στα τότε μεγάλα αστικά κέντρα, στις βιομηχανικές πόλεις, ζούσε κάτω από εξαιρετικά άθλιες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες. Παρόλο που με νόμο του 1897 η εργάσιμη μέρα είχε περιοριστεί στις 11,5 ώρες, στις περισσότερες επιχειρήσεις διαρκούσε 13 - 14 ώρες. Οι μισθοί ήταν εξευτελιστικοί και η διατροφή των εργατών αχαρακτήριστη. Οι περισσότεροι εργάτες εξακολουθούσαν να μένουν σε υπόγεια, σε παράγκες και θαλάμους εργοστασίων, ενώ ακόμη και τα όργανα του καθεστωτικού Τύπου ομολογούσαν πως η ζωή τους ελάχιστα διέφερε από τη ζωή των ανθρώπων που ζούσαν σε κάτεργα (Στοιχεία από την Ιστορία του ΚΚΣΕ, Εκδόσεις ΣΕ σελ. 81).

Ετσι στη Ρωσία αναπτύσσονταν ραγδαία οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. «Αν συγκρίνουμε την προκεφαλαιοκρατική εποχή στη Ρωσία με την κεφαλαιοκρατική... τότε θα αναγκαστούμε να παραδεχτούμε ότι η ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας στον καπιταλισμό είναι εξαιρετικά γοργή».(Λενιν, «Απαντα» τ. 3ος, σελ. 630).

Αλλά και οι αγρότες στέναζαν το ίδιο κάτω από την εξουσία των τσιφλικάδων. «Τον αγρότη τον έριξαν σε ένα άθλιο βιοτικό επίπεδο: Στεγαζόταν μαζί με τα ζώα, ντυνόταν με κουρέλια, τρεφόταν με λαχανίδες... Οι αγρότες υπόφεραν από χρόνια πείνα και πέθαιναν κατά δεκάδες χιλιάδες από την πείνα και τις επιδημίες στα χρόνια της σιτοδείας που επαναλαμβάνονταν ακόμη όλο και συχνότερα». (Β. Ι. Λένιν: «Το εργατικό κόμμα και η αγροτιά», «Απαντα», εκδόσεις ΣΕ, τ. 4, σελ. 438).

Η επαναστατική πάλη των εργατών επέδρασε στις μεγάλες μάζες της φτωχής αγροτιάς, που μπήκαν στο κίνημα, καταλαμβάνοντας και οργώνοντας τα χωράφια των τσιφλικάδων. Στα χωριά οργάνωναν συγκεντρώσεις και σε πολλά μέρη έγιναν απεργίες εργατών γης. Για πρώτη φορά στην Ιστορία, άρχισε να διαμορφώνεται η συμμαχία της εργατικής τάξης και της αγροτιάς, χωρίς μάλιστα την ύπαρξη κόμματος της αγροτιάς. Δυνάμωσε το επαναστατικό κίνημα στο στρατό και το στόλο, με κορυφαία γεγονότα την εξέγερση στο θωρηκτό «Ποτέμκιν», καθώς επίσης και στη Σεβαστούπολη και ανταρσίες στρατιωτών και ναυτών στην Κροστάνδη. Σε αυτήν την πρώτη επανάσταση, δημιουργήθηκαν τα σοβιέτ, λαογέννητα όργανα, στα οποία ο Λένιν διείδε τα φύτρα της νέας εξουσίας, της δικτατορίας του προλεταριάτου. Για τα γεγονότα στις 9 Γενάρη, ο Λένιν έγραφε:«Η εργατική τάξη πήρε ένα μεγάλο μάθημα εμφυλίου πολέμου. Η επαναστατική διαπαιδαγώγηση του προλεταριάτου προχώρησε μέσα σε μια μέρα τόσο, όσο δε θα μπορούσε να προχωρήσει μέσα σε μήνες και χρόνια μιας άχαρης, συνηθισμένης, κακομοίρικης ζωής. Το σύνθημα του ηρωικού προλεταριάτου της Πετρούπολης "ελευθερία ή θάνατος" αντιλαλεί τώρα σε όλη τη Ρωσία»(Β. Ι. Λένιν: «Η έναρξη της επανάστασης στη Ρωσία», «Απαντα», έκδοση ΣΕ, τ. 9, σελ. 202 - 203).

Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στη Ρωσία
 
Τι προηγήθηκε των επαναστατικών γεγονότων; Ο πόλεμος του τσάρου της Ρωσίας ενάντια στην Ιαπωνία, που ξέσπασε το Γενάρη του 1904, όξυνε όλες τις αντιθέσεις της κοινωνικής ζωής και επιτάχυνε τα επαναστατικά γεγονότα. Η ανάπτυξη του εργατικού κινήματος τα προηγούμενα χρόνια ανάγκασε τον τσαρισμό, προκειμένου να τραβήξει με το μέρος του την αστική τάξη, να παραχωρήσει ορισμένες ελευθερίες. Η κυβέρνηση επέτρεπε στην αστική τάξη να οργανώνει συνέδρια και συμπόσια, να μιλάει για φιλελευθεροποίηση και να συμβιβάζεται με αυτήν την κατάσταση, αφού ήταν κοντά στα όργανα της εξουσίας.

Οι μπολσεβίκοι αξιοποιούσαν τη λεγόμενη «φιλελεύθερη άνοιξη» για να οργανώνουν και να πλαταίνουν το επαναστατικό εργατικό κίνημα. Ο ρωσοϊαπωνικός πόλεμος ήταν ένας από τους πρώτους πολέμους στην εποχή του ιμπεριαλισμού. Οι μπολσεβίκοι εξηγούσαν τον άδικο χαρακτήρα του πολέμου για τους λαούς και της Ρωσίας και της Ιαπωνίας. Η δράση του κόμματος, που καθοδηγούσε ο Λένιν, στην εργατική τάξη, στην αγροτιά και τις άλλες καταπιεζόμενες μάζες, το έφεραν επικεφαλής των επαναστατικών γεγονότων. Η ήττα της Ρωσίας στον πόλεμο επιτάχυνε τα γεγονότα. Στη Ρωσία, ωρίμαζε επαναστατική κρίση. Ηδη, ο πόλεμος είχε οδηγήσει τις μάζες σε εξαθλίωση. Ετσι, άνοιξε ο δρόμος για τις διαδηλώσεις στις 9 Γενάρη, που με το χτύπημα του στρατού έγινε η αφορμή για το επαναστατικό ξέσπασμα του ρώσικου προλεταριάτου και των άλλων καταπιεζόμενων μαζών.

Την ίδια περίοδο, το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα περνάει στο μονοπωλιακό του στάδιο. Και η Ρωσία επίσης, παρά το καθεστώς του τσαρισμού περνά στο ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού.

Ο Λένιν, από τη συγκεκριμένη περίοδο ακόμη διέγραφε την τάση ανάπτυξης του καπιταλισμού, αλλά και το πέρασμα της Ρωσίας στο μονοπωλιακό στάδιο, όταν ακόμη την πολιτική εξουσία ασκούσε ο τσαρισμός. «Η πολιτική της τσαρικής κυβέρνησης στην Κίνα είναι εγκληματική πολιτική... όχι μόνο κρατάει το λαό μας στη σκλαβιά, αλλά και τον στέλνει να υποτάσσει άλλους λαούς... Η κυβέρνηση όχι μόνο βοηθάει τους Ρώσους κεφαλαιοκράτες να εκμεταλλεύονται τους δικούς τους εργάτες... αλλά και στέλνει στρατιώτες να ληστεύουν άλλους λαούς...».(«Απαντα» τ. 4, σελ. 388).

Την περίοδο πριν από τα επαναστατικά γεγονότα στη Ρωσία ξέσπασε παγκόσμια οικονομική κρίση (1900 - 1903), που αφενός επιτάχυνε τη συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, ενίσχυσε το ρόλο των μονοπωλίων, επιδείνωνε όμως τη θέση και τη ζωή της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Ο Λένιν γράφει ότι από το ένα μέρος υπήρχε «η πιο καθυστερημένη γαιοκτησία, το πιο πρωτόγονο χωριό, και από το άλλο μέρος ο πιο προοδευμένος βιομηχανικός και χρηματιστικός καπιταλισμός» (Β. Ι. Λένιν: «Πολιτικές σημειώσεις», «Απαντα», εκδόσεις ΣΕ, τ. 16, σελ. 439).

Η οικονομική κρίση στα 1900 - 1903 χτύπησε την ελαφριά βιομηχανία, αλλά με μεγαλύτερη δύναμη χτύπησε τους καινούριους κλάδους της βαριάς βιομηχανίας. Οι μισές περίπου υψικάμινοι και το 45% περίπου από όλα τα φρέατα πετρελαίου σταμάτησαν να λειτουργούν. Εκεί όπου η παραγωγή έπεσε πιο πολύ, ήταν οι κλάδοι της βαριάς βιομηχανίας που κατασκεύαζαν σιδηροδρομικές γραμμές, ατμάμαξες και βαγόνια. Με την κρίση, η ανεργία εξαπλώθηκε, οι συνθήκες εργασίας των εργατών χειροτέρευσαν και πολλοί μικροί και μεσαίοι επιχειρηματίες καταστράφηκαν. Ταυτόχρονα, αυξήθηκε η συγκέντρωση της παραγωγής και δυνάμωσαν οι μεγάλες επιχειρήσεις, οι οποίες πλέον αποκτούσαν μονοπωλιακό χαρακτήρα.

«Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από την ίδρυση μονοπωλιακών συγκροτημάτων, προπάντων με τη μορφή των συνδικάτων. Στις αρχές του 20ού αιώνα, τα μονοπώλια ήταν λίγα (τριάντα περίπου). Ωστόσο, αν και όχι αμέσως, τα μονοπώλια αυτά στερεώθηκαν στους κυριότερους κλάδους της βαριάς βιομηχανίας κι έπαιρναν σιγά σιγά στα χέρια τους τις σπουδαιότερες πηγές πρώτων υλών και καυσίμων» (Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Ζ1, σελ. 440 - 441).
Ολες οι παραπάνω συνθήκες, όπως ωρίμανση του καπιταλισμού και πέρασμά του στο μονοπωλιακό του στάδιο, τον ιμπεριαλισμό, οξύτατη οικονομική κρίση που οδήγησε σε επαναστατική κρίση, επαναστατική κατάσταση, εργατική τάξη που αν και μειοψηφία στο σύνολο των λαϊκών στρωμάτων, από τη θέση της στην κοινωνία και την κοινωνική παραγωγή ξεπρόβαλε ως ηγέτης και καθοδηγητής των εξελίξεων, σε συνδυασμό με την ύπαρξη επαναστατικού κόμματος, αν και νεαρού, συνέβαλαν στο ξέσπασμα της επανάστασης.

Το επαναστατικό κόμμα
 
Είναι θεμελιακό το ότι η εργατική τάξη ωρίμασε για να διεξάγει πολιτική επαναστατική πάλη για την απελευθέρωση της κοινωνίας από την εκμετάλλευση που εκφράστηκε με την ίδρυση του δικού της επαναστατικού κόμματος.
Η ίδρυση μαρξιστικού κόμματος στη Ρωσία είχε προετοιμαστεί απ' όλη την προηγούμενη περίοδο ανάπτυξης του εργατικού κινήματος, από την ανάπτυξη του μαρξισμού στη χώρα. Αποφασιστική συμβολή στην ίδρυση και οργάνωση επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης στη Ρωσία είχε ο Λένιν.
Ο Λένιν, από τα φοιτητικά του χρόνια ακόμη, έταξε σκοπό της ζωής του την ανάπτυξη της δράσης για την κοινωνική απελευθέρωση των καταπιεσμένων λαών της τσαρικής Ρωσίας. Καταπιάνεται με τη μελέτη του μαρξισμού, αλλά και τη διάδοσή του στους εργάτες της Πετρούπολης. Στράφηκε στο μαρξισμό και την οργάνωση της πολιτικής πάλης της εργατικής τάξης, παρά και ενάντια στο ρεύμα της εποχής, το ναροντνικισμό, που δρούσε με μορφές πολιτικής πάλης, όπως η ατομική τρομοκρατία ενάντια στον τσάρο, ως το μέσο για την κοινωνική απελευθέρωση της αγροτιάς. Είναι χαρακτηριστικό ότι με την εκτέλεση του μεγαλύτερου αδελφού του Αλέξανδρου, μετά τη σύλληψη και καταδίκη του σε θάνατο για απόπειρα δολοφονίας του τσάρου Αλέξανδρου ΙΙΙ, ο ίδιος λέει ότι «εμείς θα ακολουθήσουμε άλλο δρόμο».

Επιμένει στην προπαγάνδα και τη ζύμωση, εκλαϊκεύοντας το μαρξισμό στους εργάτες, αλλά, ταυτόχρονα, ο ίδιος δουλεύει για την ανάπτυξη του επιστημονικού σοσιαλισμού στη Ρωσία, με πρώτο στόχο την αντιμετώπιση του ναροντνικισμού. Οι ναρόντνικοι πίστευαν και προπαγάνδιζαν ότι η Ρωσία θα φτάσει στο σοσιαλισμό μέσα από την αγροτική κοινότητα και ότι ο καπιταλισμός είναι τυχαίο φαινόμενο στη Ρωσία. Ταυτόχρονα, στρέφονταν ενάντια στους μαρξιστές και τις θέσεις τους, γεγονός που εμπόδιζε τη διάδοση του μαρξισμού. Το έργο του «Ποιοι είναι οι φίλοι του λαού και πώς καταπολεμούν τους σοσιαλδημοκράτες» είναι σταθμός για τη διάδοση του μαρξισμού στη Ρωσία και την ανάπτυξη της επαναστατικής πάλης της εργατικής τάξης της Ρωσίας και, ταυτόχρονα, ένα αποτελεσματικό θεωρητικό όπλο ενάντια στο ναροντνικισμό.
Επίσης, το έργο του «Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στη Ρωσία», που θεμελιώνει το ρόλο και τις σχέσεις των τάξεων στη Ρωσία και αναδεικνύει τη δυνατότητα της μικρής, αλλά συγκεντρωμένης εργατικής τάξης, να ηγηθεί της επανάστασης, ανοίγει το δρόμο για τη συνένωση της επαναστατικής θεωρίας με το επαναστατικό κίνημα στη Ρωσία. Μα, ταυτόχρονα με την ανάπτυξη της θεωρίας, κατανοεί ότι χωρίς κόμμα επαναστατικό δεν μπορεί να συνενωθεί η επαναστατική κοσμοθεωρία με το εργατικό κίνημα, έτσι που να αφυπνίζει συνειδήσεις, να συνενώνει την καθημερινή ταξική πάλη στην ανώτερη μορφή της, την πολιτική πάλη για την εξουσία.

Καταπιάνεται με την ίδρυση επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης σε πανεθνική κλίμακα και σαν πρώτο βήμα συνενώνει τους μαρξιστικούς πυρήνες στην Πετρούπολη σε επαναστατική πολιτική οργάνωση, την «Ενωση πάλης για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης», το 1895. Η ανάπτυξη των σοσιαλδημοκρατικών οργανώσεων σ' όλη τη χώρα απαιτούσε την επεξεργασία κοινού προγράμματος και ενιαίας τακτικής και επαναστατικής πάλης των Ρώσων μαρξιστών. Πρόβαλλε το πρόβλημα της συνένωσης των σοσιαλδημοκρατικών οργανώσεων σε κόμμα, εμφανίστηκε η ανάγκη της σύγκλησης συνεδρίου. Ο Λένιν έλεγε δε χαρακτηριστικά: «...δώστε μας μια οργάνωση επαναστατών - και θα αναποδογυρίσουμε τη Ρωσία!». Τρία χρόνια αργότερα, το Μάρτη του 1898, συνήλθε στο Μινσκ το πρώτο, ιδρυτικό Συνέδριο του Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος Ρωσίας (ΣΔΕΚΡ). Ο Λένιν βρίσκεται αρχικά στη φυλακή και μετά στην εξορία, αλλά συμμετέχει ακόμη και απ' αυτές τις τρομερά δύσκολες συνθήκες στην οργάνωση πανεθνικού επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης. Στη φυλακή, ο Λένιν έγραψε το «Σχέδιο προγράμματος» του μελλοντικού κόμματος, την «Ερμηνεία του προγράμματος». Αργότερα, στην εξορία της Σιβηρίας, στην εργασία του «Τα καθήκοντα των Ρώσων σοσιαλδημοκρατών», ο Λένιν γενίκευσε την πείρα της «Ενωσης πάλης» της Πετρούπολης, σαν εμβρύου του μαρξιστικού κόμματος, και θεμελίωσε το πολιτικό πρόγραμμα και την τακτική των Ρώσων σοσιαλδημοκρατών.

Αμέσως μετά το συνέδριο, πιάστηκε όλη η Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος και έτσι, ουσιαστικά, δεν προχώρησε η ενιαία οργάνωση του κόμματος. Αυτό έγινε κατορθωτό στα 1903, με το δεύτερο συνέδριο του ΣΔΕΚΡ, και υπό την καθοδήγηση του Λένιν ιδρύεται ουσιαστικά το μπολσεβίκικο κόμμα.
Το 1ο Συνέδριο του ΣΔΕΚΡ δεν κατάφερε στην πράξη να συνενώσει τις σοσιαλδημοκρατικές οργανώσεις, ούτε οργανωτικά, ούτε ιδεολογικά. Στις δυσκολίες που προκλήθηκαν από τη σύλληψη των επαναστατών σοσιαλδημοκρατών, προστέθηκαν η ιδεολογική διασπορά και οι διαφωνίες, που αμέσως επιχείρησαν να τις εκμεταλλευτούν τα αστικά και οπορτουνιστικά στοιχεία. Αγωνιζόμενος αποφασιστικά κατά του οπορτουνισμού, ο Β. Ι. Λένιν εργαζόταν εντατικά πάνω στο σχέδιο οικοδόμησης του κόμματος. Οταν ήταν εξορία στη Σιβηρία, είχε κιόλας καταλήξει στο συμπέρασμα ότι για τη δημιουργία μαρξιστικού κόμματος στη Ρωσία έπρεπε να γίνει η αρχή από την οργάνωση ενός «οργάνου του κόμματος, που να βγαίνει τακτικά και να βρίσκεται σε στενή σύνδεση με όλες τις τοπικές ομάδες». Ενα τέτοιο όργανο έγινε η εφημερίδα «Ισκρα», άμεσος οργανωτής και καθοδηγητής της οποίας ήταν ο Β. Ι. Λένιν, και έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην επεξεργασία των βάσεων του κόμματος.

Η «Ισκρα» προετοίμασε τη δημιουργία του κόμματος από ιδεολογική και οργανωτική άποψη. Συνδύαζε επιδέξια την προπαγάνδα και την επεξεργασία της θεωρίας. Ενώ στα δυτικοευρωπαϊκά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα είχε αρχίσει να απομακρύνεται η πρακτική δράση από τις επαναστατικές αρχές του μαρξισμού, η εφημερίδα «Ισκρα» ενσάρκωνε την ενότητα της επαναστατικής σκέψης και της επαναστατικής πράξης.

Στα τέλη του 1902, σχηματίστηκε οργανωτική επιτροπή για τη σύγκληση του 2ου Συνεδρίου του Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος της Ρωσίας. Το Συνέδριο πραγματοποιήθηκε τον Ιούλη - Αύγουστο του 1903, στην αρχή στις Βρυξέλλες και μετά στο Λονδίνο. Κύριο καθήκον του ήταν να δημιουργήσει ένα πραγματικό κόμμα, στηριγμένο στις προγραμματικές και οργανωτικές αρχές που είχε προβάλει και επεξεργαστεί η «Ισκρα».

Η λενινιστική θεωρία για το κόμμα
 
Αναπτύσσοντας και πλουτίζοντας τις θεμελιακές ιδέες του Κ. Μαρξ και του Φρ. Ενγκελς για το προλεταριακό κόμμα, ο Β. Ι. Λένιν, για πρώτη φορά στην ιστορία του μαρξισμού, δημιούργησε μια αρμονική και ολοκληρωμένη διδασκαλία για το Κομμουνιστικό Κόμμα - το κόμμα νέου τύπου, το οποίο χαρακτηρίζεται σαν κόμμα της σοσιαλιστικής επανάστασης και της δικτατορίας του προλεταριάτου, της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Δημιουργώντας τη διδασκαλία για το προλεταριακό κόμμα, ο Β. Ι. Λένιν έπαιρνε υπόψη του τη μεγάλη πείρα του επαναστατικού κινήματος στη Ρωσία και τις άλλες χώρες του κόσμου.
Η λενινιστική θεωρία για το κόμμα αποτελεί μια ενότητα θεωρητικών, πολιτικών και οργανωτικών αρχών, που είναι νομοτέλειες της ανάπτυξής του σαν κόμματος της επαναστατικής δράσης, σαν καθοδηγητικής δύναμης της σοσιαλιστικής επανάστασης και οικοδόμησης. Μια από τις κύριες νομοτέλειες της δράσης του λενινιστικού κόμματος είναι να υιοθετεί ως θεωρητική βάση του την επαναστατική θεωρία του μαρξισμού - λενινισμού. Ο Β. Ι. Λένιν έγραψε: «Χωρίς επαναστατική θεωρία δεν μπορεί να υπάρξει και επαναστατικό κίνημα - το ρόλο του πρωτοπόρου αγωνιστή μπορεί να τον εκπληρώσει μόνο ένα κόμμα που καθοδηγείται από πρωτοπόρα θεωρία». Η μαρξιστική - λενινιστική θεωρία, σαν επαναστατική ιδεολογία της εργατικής τάξης, εμφανίστηκε και αναπτύσσεται σε σκληρή ανειρήνευτη πάλη ενάντια στην αστική ιδεολογία. Χαρακτηρίζοντας τις τρεις βασικές μορφές της πάλης του προλεταριάτου για την απελευθέρωσή του - την οικονομική, την πολιτική και την ιδεολογική - ο Β. Ι. Λένιν υπογράμμιζε ότι ο ιδεολογικός αγώνας κατά της αστικής τάξης είναι ο πιο μακρόχρονος και πολύπλοκος. Τη νίκη σ' αυτήν την πάλη το προλεταριάτο μπορεί να την κερδίσει μόνο με τον όρο ότι θα παραμείνει πάντα συνεπές στη μαρξιστική - λενινιστική θεωρία και θα ξεσκεπάζει αδιάκοπα ακόμα και τις πιο μικρές εκδηλώσεις της αστικής ιδεολογίας στο εργατικό κίνημα. Στο βιβλίο του «Τι να κάνουμε;» (1902), ο Β. Ι. Λένιν έγραφε κιόλας ότι: «...το ζήτημα μπαίνει μόνο έτσι: Είτε αστική είτε σοσιαλιστική ιδεολογία. Μέσος όρος δεν υπάρχει... Για το λόγο αυτό, κάθε μείωση του ρόλου της σοσιαλιστικής ιδεολογίας, κάθε απομάκρυνση απ' αυτή σημαίνει ταυτόχρονα και δυνάμωμα της αστικής ιδεολογίας». Από τότε η ζωή επανειλημμένα επιβεβαίωσε αυτήν την αλήθεια και απέδειξε τη μεγάλη σημασία της αποφασιστικής πάλης όλων των κομμουνιστών για την καθαρότητα της μαρξιστικής - λενινιστικής θεωρίας, για το ξεσκέπασμα κάθε λογής προσπαθειών διαστρέβλωσης και αναθεώρησής της.

Αλλά μόνη της η ιδεολογική ενότητα δεν είναι αρκετή για το κόμμα. Ο Β. Ι. Λένιν επεξεργάστηκε τις οργανωτικές αρχές του κόμματος, τους κανόνες της κομματικής ζωής και τις αρχές της κομματικής καθοδήγησης, που εκφράζονται στην αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και συμπληρώνονται με την αρχή της συλλογικότητας, που προϋποθέτει την προσωπική, ατομική ευθύνη του καθένα για την εκπλήρωση των συλλογικά παρμένων αποφάσεων, την κριτική και αυτοκριτική. Ο Β. Ι. Λένιν έδειξε ότι για το κόμμα νέου τύπου, η κριτική και η αυτοκριτική είναι ένα όπλο σε διαρκή δράση στο οπλοστάσιο των νόμων της κομματικής ζωής, βοηθώντας στη διαπαιδαγώγηση των κομμουνιστών, στο ξεπέρασμα των δυσκολιών και των αδυναμιών.

Επεξεργαζόμενος τις οργανωτικές αρχές του κόμματος, ο Λένιν έγραψε ότι: «Το κόμμα ...πρέπει να είναι ικανό να δημιουργήσει οργανωτικές σχέσεις τέτοιες που να εξασφαλίζουν ένα ορισμένο επίπεδο συνειδητότητας και να ανεβάζουν συστηματικά αυτό το επίπεδο». Η δύναμη του μαρξιστικού κόμματος δε βρίσκεται μόνο στην ιδεολογική ενότητα, αλλά και στην ενότητα της πρακτικής δράσης όλων του των μελών, που επιτυγχάνεται με το υψηλό επίπεδο οργάνωσης.
Ο Λένιν αγωνιζόταν για ένα μονολιθικό, συσπειρωμένο, οργανωμένο και πειθαρχημένο κόμμα. «Το κάθε μέλος του κόμματος - τόνιζε ο Λένιν - είναι υπεύθυνο για το κόμμα, και το κόμμα είναι υπεύθυνο για το κάθε μέλος του».
Το Κομμουνιστικό Κόμμα είναι το πρωτοπόρο και συνειδητό απόσπασμα της εργατικής τάξης. Το προλεταριάτο δεν είναι ομοιογενές στη σύνθεσή του. Υπάρχουν σ' αυτό περισσότερο συνειδητά και λιγότερο συνειδητά στρώματα. Το κόμμα, σαν πρωτοπόρο απόσπασμα της εργατικής τάξης, μπορεί να περιλάβει στις γραμμές του μόνο τα πιο συνειδητά στοιχεία αυτής της τάξης. «Είμαστε το κόμμα μιας τάξης - έλεγε ο Λένιν - και γι' αυτό σχεδόν όλη η τάξη (και σε καιρό πολέμου, σε καιρό εμφυλίου πολέμου, απόλυτα όλη η τάξη) πρέπει να δρα κάτω από την καθοδήγηση του κόμματός μας, πρέπει να σμίγει όσο μπορεί πιο σφιχτά με το κόμμα μας: Θα ήταν όμως μανιλοφισμός και "χβοστισμός" (πολιτική ουράς στην αστική τάξη) αν νομίζαμε ότι μέσα στον καπιταλισμό σχεδόν όλη η τάξη ή όλη η τάξη είναι ποτέ σε θέση ν' ανυψωθεί ως τη συνειδητότητα και τη δραστηριότητα του πρωτοπόρου της τμήματος, του κομμουνιστικού κόμματός της».

Το κόμμα είναι το οργανωμένο απόσπασμα της εργατικής τάξης. Μπορεί να εκπληρώσει το ρόλο της προλεταριακής πρωτοπορίας, μόνο με τον όρο ότι θα είναι εξοπλισμένο με ενότητα θέλησης, ενότητα δράσης, ενότητα αυστηρότατης πειθαρχίας. Το κόμμα, τόνιζε ο Λένιν, είναι σύνολο οργανώσεων και γι' αυτό πρέπει να δέχεται «στις γραμμές του μόνο στοιχεία που παραδέχονται έστω κι ένα ελάχιστο όριο οργάνωσης»...

Στο λενινιστικό σχέδιο της πρώτης παραγράφου του Καταστατικού αναφέρει: «Μέλος του κόμματος θεωρείται ο καθένας που παραδέχεται το Πρόγραμμά του και υποστηρίζει το κόμμα τόσο με υλικά μέσα, όσο και με την προσωπική του συμμετοχή σε μια από τις κομματικές οργανώσεις». Η λενινιστική διατύπωση της πρώτης παραγράφου του Καταστατικού απαιτούσε ιδιαίτερα την προσωπική συμμετοχή του μέλους του κόμματος σε μια από τις κομματικές οργανώσεις, καθώς και την αυστηρή πειθαρχία, πράγμα που αποτελεί απαράβατο όρο της οργανωτικής συσπείρωσης και της δύναμης του κόμματος.
Με βάση τα παραπάνω, το Κόμμα Νέου Τύπου διακρίνεται από το ότι διαθέτει:
  • Επαναστατικό Πρόγραμμα, που βασίζεται στη Μαρξιστική Λενινιστική κοσμοθεωρία και τη δημιουργική της εφαρμογή στις συγκεκριμένες συνθήκες.
  • Ενότητα θέλησης και δράσης, που εδράζεται στο Πρόγραμμά του και εξασφαλίζεται από τις οργανωτικές του αρχές (δημοκρατικός συγκεντρωτισμός).
  • Κατάλληλη οργανωτική διάρθρωση, που διαθέτει υποχρεωτικά ενιαίο καθοδηγητικό κέντρο (Κεντρική Επιτροπή) και Κομματικές Οργανώσεις Βάσης ως κρίκους σύνδεσης του Κόμματος με ολόκληρη την τάξη και τους συμμάχους της. Τα ενδιάμεσα καθοδηγητικά όργανα, τα επίπεδα των οποίων μπορούν να αλλάζουν προσαρμοζόμενα στις συγκεκριμένες κάθε φορά ανάγκες της πιο αποτελεσματικής κομματικής δράσης (αχτιδικά όργανα, νομαρχιακά, επιτροπές περιοχών), αποτελούν τους καθοδηγητικούς ενδιάμεσους κρίκους από την ΚΕ προς στις ΚΟΒ.
Χωρίς ενιαίο καθοδηγητικό κέντρο δεν μπορεί να εξασφαλιστεί η ενιαία καθοδήγηση της κομματικής δουλειάς σε όλη την κλίμακα του Κόμματος με βάση το Πρόγραμμά του. Αρα, δεν μπορεί να εκπληρώνει το ρόλο του και την αποστολή του ως επαναστατικού υποκειμένου ταξικής συνειδητοποίησης και καθοδήγησης της ταξικής πάλης της εργατικής τάξης για την εκπλήρωση της ιστορικής της αποστολής.

Χωρίς ΚΟΒ, το Κόμμα δεν μπορεί να συνδέεται με την εργατική τάξη, τις άλλες λαϊκές δυνάμεις και δεν μπορεί να έχει συμβολή στην προετοιμασία του υποκειμενικού παράγοντα για την επανάσταση, που αποτελεί θεμελιακό καθήκον του Κόμματος Νέου Τύπου, που το εκπληρώνει δρώντας καθημερινά με βάση την πολιτική του γραμμή, την επαναστατική στρατηγική του, θέτοντας στο επίκεντρο της πάλης το ζήτημα της εξουσίας.

Τέτοιο κόμμα καθοδήγησε την πάλη της εργατικής τάξης της Ρωσίας στη Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση.

Η επανάσταση εξαπλώνεται
 
Η επανάσταση που ξέσπασε με αφορμή τη «ματωμένη Κυριακή» της ρωσικής εργατικής τάξης, στις 9 Γενάρη 1905 απλώθηκε σ' ολόκληρη τη Ρωσία. Τον Οκτώβρη του 1905 τα Σοβιέτ εξαπλώθηκαν σε όλα τα βιομηχανικά κέντρα. Αποκορύφωμα της επαναστατικής δράσης ήταν η ένοπλη εξέγερση των εργατών της Μόσχας. Στις 5 (18) Δεκέμβρη το Σοβιέτ της Μόσχας, ύστερα από πρόταση των μπολσεβίκων, πήρε απόφαση να κηρύξει γενική πολιτική απεργία, με σκοπό να τη μετατρέψει στη συνέχεια σε εξέγερση.

Στις 7 (20) Δεκέμβρη άρχισε η γενική πολιτική απεργία, ενώ στις 9 (22) του Δεκέμβρη στήθηκαν στη Μόσχα τα πρώτα οδοφράγματα που σε λίγο γέμισαν την πόλη απ' άκρη σ' άκρη. Αλλά η εξέγερση δεν μπόρεσε να εξαπλωθεί σε όλη τη Ρωσία. Αν και κράτησε εννέα ολόκληρες μέρες και οι χιλιάδες εξεγερμένοι Μοσχοβίτες εργάτες μάχονταν ηρωικά, η τσαρική κυβέρνηση χρησιμοποίησε ενάντιά τους στρατό που ξεπερνούσε κατά πολύ τις δυνάμεις των εξεγερμένων εργατών. Ετσι η επανάσταση ηττήθηκε. Αλλά και αν ηττήθηκε η ιστορική σημασία της επανάστασης υπήρξε τεράστια. Ο Λένιν τη συμπυκνώνει ως εξής:
«Χρόνια της επανάστασης 1905-1907. Ολες οι τάξεις εμφανίζονται ανοιχτά. Ολες οι απόψεις σχετικά με το πρόγραμμα και την τακτική ελέγχονται με τη δράση των μαζών. Ο απεργιακός αγώνας παίρνει πρωτοφανέρωτο στον κόσμο πλάτος και οξύτητα. Η οικονομική απεργία μετεξελίσσεται σε πολιτική και η πολιτική σε εξέγερση. Δοκιμάζονται στην πράξη οι σχέσεις ανάμεσα στο προλεταριάτο που καθοδηγεί και στην καθοδηγούμενη, ταλαντευόμενη ασταθή αγροτιά. Μέσα στην αυθόρμητη ανάπτυξη του αγώνα γεννιέται η σοβιετική μορφή οργάνωσης... Η εναλλαγή των κοινοβουλευτικών μορφών πάλης με τις μη κοινοβουλευτικές, της τακτικής της αποχής από το Κοινοβούλιο με την τακτική της συμμετοχής στο Κοινοβούλιο, των νόμιμων μορφών πάλης με τις παράνομες, καθώς και η αλληλεξάρτηση και η σύνδεσή τους - όλα αυτά τα χαρακτηρίζει ένας καταπληκτικός πλούτος περιεχομένου. Κάθε μήνας αυτής της περιόδου ισοδυναμούσε, από την άποψη της εκμάθησης των βάσεων της πολιτικής επιστήμης - και από τις μάζες, και από τους αρχηγούς, και από τις τάξεις, και από τα κόμματα - με ένα χρόνο "ειρηνικής" "συνταγματικής" ανάπτυξης. Χωρίς τη "γενική δοκιμή" του 1905, θα ήταν αδύνατη η νίκη της Οχτωβριανής Επανάστασης του 1917». (Β. Ι. Λένιν: «Ο αριστερισμός παιδική αρρώστια του Κομμουνισμού», εκδόσεις ΣΕ, «Απαντα», τ. 41, σελ. 9).

Ο Λένιν από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε η επανάσταση καταπιάστηκε άμεσα με την καθοδήγησή της. Ετσι, από την πρώτη στιγμή έγραψε καθοδηγητικά άρθρα για τα επαναστατικά γεγονότα, το χαρακτήρα τους και την εξέλιξή τους. Παρουσιάζουμε, λοιπόν, ορισμένα άρθρα του που γράφτηκαν τις μέρες τις έναρξης της επανάστασης με το γενικό τίτλο «Επαναστατικές μέρες». Τα συγκεκριμένα άρθρα παρουσιάζουν ενδιαφέρον από την άποψη του συνδυασμού της εκτίμησης της στιγμής, των καθηκόντων για το κόμμα και το εργατικό κίνημα αλλά και το περιεχόμενο της ιδεολογικοπολιτικής αντιπαράθεσης που «άναψε» με τα επαναστατικά γεγονότα. Αναδημοσιεύονται από τον 9ο τόμο των Απάντων του Λένιν, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή». Σε ό,τι έχει σχέση με την κριτική του Λένιν στην «Ισκρα», η εφημερίδα είχε ήδη περάσει στον έλεγχο των οπορτουνιστών, επομένως δεν εξέφραζε επαναστατικές θέσεις και πολιτική.Τα άρθρα είναι τα εξής! «Τί γινεται στη Ρωσία»,Ο «πατερούλης τσάρος» και τα οδοφράγματα», «Τα πρώτα βήματα" και τα οδοφράγματα» και «Τα πρώτα διδάγματα».

Τι γίνεται στη Ρωσία;
 
Στάση ή επανάσταση; Αυτό το ερώτημα βάζουν στον εαυτό τους οι δημοσιογράφοι και οι ανταποκριτές της Ευρώπης, όταν αγγέλλουν σε όλο τον κόσμο τα γεγονότα της Πετρούπολης και προσπαθούν να τα εκτιμήσουν. Αυτές οι δεκάδες χιλιάδες προλετάριοι, που ενάντιά τους επιτέθηκε νικηφόρα ο στρατός του τσάρου, είναι στασιαστές ή επαναστάτες; Και οι εφημερίδες του εξωτερικού που έχουν περισσότερο από τον καθένα τη δυνατότητα να εξετάζουν τα γεγονότα «σαν θεατές», με αμεροληψία χρονικογράφου, δυσκολεύονται ν' απαντήσουν σ' αυτό το ερώτημα, πέφτουν συνεχώς από τη μια ορολογία στην άλλη. Και δεν είναι εκπληχτικό. Δε λένε του κάκου πως η επανάσταση είναι στάση που πέτυχε, ενώ η στάση είναι επανάσταση που απέτυχε. Οποιος είναι παρών στην αρχή μόνο των μεγάλων και επιβλητικών γεγονότων, όποιος δεν έχει τη δυνατότητα παρά μόνο πολύ λειψά, χωρίς ακρίβεια, από τρίτο χέρι να μαθαίνει κάτι από τα διαδραματιζόμενα, - αυτός εννοείται δεν αποφασίζει για ένα διάστημα να εκφράσει κατηγορηματικά τη γνώμη του. Οι αστικές εφημερίδες που όπως και παλιά μιλάνε για στάση, για ανταρσία, για ταραχές, δεν μπορούν ωστόσο να μη βλέπουν την πανεθνική, ακόμα και διεθνή σημασία τους. Ομως, αυτό ίσα ίσα είναι εκείνο που δίνει στα γεγονότα το χαρακτήρα επανάστασης. Και όσοι γράφουν για τις τελευταίες μέρες της στάσης, αρχίζουν άθελά τους να μιλάνε για πρώτες μέρες της επανάστασης. Η ιστορία της Ρωσίας έφτασε σε σημείο στροφής. Αυτό δεν το αρνιέται και ο πιο φανατικός Ευρωπαίος συντηρητικός, ο καταγοητευμένος και κατασυγκινημένος από την ισχυρή, ανεξέλεγκτη εξουσία της απολυταρχίας πασών των Ρωσιών. Για ειρήνη ανάμεσα στην απολυταρχία και στο λαό ούτε λόγος μπορεί να γίνει. Για επανάσταση μιλάνε όχι μόνο μερικοί παράτολμοι, όχι μόνο οι «μηδενιστές», όπως εξακολουθεί ακόμα να θεωρεί τους Ρώσους επαναστάτες η Ευρώπη, αλλά όλοι όσοι είναι λίγο-πολύ σε θέση να ενδιαφέρονται για την παγκόσμια πολιτική.

Το ρωσικό εργατικό κίνημα μέσα σε λίγες μέρες ανέβηκε σε ανώτερη βαθμίδα. Μπροστά στα μάτια μας αναπτύσσεται σε παλλαϊκή εξέγερση. Καταλαβαίνει κανείς ότι από δω, από τη Γενεύη, από την καταραμένη μας ξενιτειά, μας είναι αφάνταστα πιο δύσκολο να παρακολουθούμε χωρίς καθυστέρηση τα γεγονότα. Ομως, όσο ακόμα είμαστε καταδικασμένοι να ρέβουμε στην καταραμένη αυτή μακρινή ξενιτειά, οφείλουμε να προσπαθούμε να τα παρακολουθούμε, να τα ανακεφαλαιώνουμε, να βγάζουμε συμπεράσματα, να αντλούμε από την πείρα της σημερινής ιστορίας τα διδάγματα που θα μας χρειαστούν αύριο, σ' έναν άλλο τόπο, όπου σήμερα ακόμα «ο λαός σωπαίνει» και όπου πολύ σύντομα, με τη μια ή την άλλη μορφή, θ' ανάψει η επαναστατική πυρκαγιά. Οφείλουμε να κάνουμε τη μόνιμη δουλειά των δημοσιολόγων - να γράφουμε τη σύγχρονη ιστορία και να προσπαθούμε να τη γράφουμε έτσι ώστε το χρονικό μας να βοηθάει στο μέτρο του δυνατού αυτούς που παίρνουν άμεσα μέρος στο κίνημα και τους ήρωες προλετάριους εκεί, στον τόπο της δράσης, - να γράφουμε έτσι, ώστε να συντελούμε στην επέκταση του κινήματος, στη συνειδητή εκλογή μέσων, τρόπων και μεθόδων πάλης, ικανών να δώσουν με την ελάχιστη δαπάνη δυνάμεων τα μεγαλύτερα και τα σταθερότερα αποτελέσματα.

Στην ιστορία των επαναστάσεων βγαίνουν στην επιφάνεια αντιθέσεις που ωριμάζουν επί δεκαετίες και εκατονταετίες. Η ζωή γίνεται εξαιρετικά πλούσια. Στην πολιτική σκηνή προβαίνει δραστήριος αγωνιστής η μάζα που έστεκε πάντα στη σκιά και που γι' αυτό το λόγο συχνά την αγνοούν ή ακόμα και την περιφρονούν οι παρατηρητές που κοιτάζουν μόνο την επιφάνεια. Η μάζα αυτή διδάσκεται στην πράξη, κάνοντας μπροστά στα μάτια όλων δοκιμαστικά βήματα, ψηλαφώντας το δρόμο, χαράζοντας καθήκοντα, ελέγχοντας τον εαυτό της και τις θεωρίες όλων των ιδεολογικών εκπροσώπων της. Η μάζα αυτή καταβάλλει ηρωικές προσπάθειες για ν' ανέβει στο ύψος των γιγάντιων παγκόσμιων καθηκόντων που της ανέθεσε η Ιστορία, και όσο μεγάλες κι αν είναι ορισμένες ήττες, όσο κι αν μας ζαλίζουν τα ποτάμια αίμα και οι χιλιάδες τα θύματα, - τίποτε δεν μπορεί και δε θα μπορέσει ποτέ να συγκριθεί σε σημασία μ' αυτή την άμεση διαπαιδαγώγηση των μαζών και των τάξεων στην πορεία της ίδιας της επαναστατικής πάλης. Την ιστορία αυτής της πάλης υποχρεώνεται κανείς να τη μετράει με τις μέρες. Και δεν έχουν άδικο ορισμένες εφημερίδες του εξωτερικού που άρχισαν κιόλας να κρατούν «ημερολόγιο της ρωσικής επανάστασης».
Ας κρατήσουμε κι εμείς ένα τέτοιο ημερολόγιο.

Ο «πατερούλης τσάρος» και τα οδοφράγματα
 
Οταν ρίχνεις μια γενική ματιά στα γεγονότα της ματωμένης Κυριακής, σε καταπλήσσει προπαντός ο συνδυασμός της απλοϊκής πατριαρχικής πίστης στον τσάρο με το σκληρό αγώνα στους δρόμους με το όπλο στο χέρι, ενάντια στην τσαρική εξουσία. Η πρώτη μέρα της ρωσικής επανάστασης έφερε αντιμέτωπες, με καταπληχτική δύναμη, την παλιά και τη νέα Ρωσία, έδειξε το ψυχορράγημα της πατροπαράδοτης πίστης του αγρότη στον «πατερούλη τον τσάρο» και τη γέννηση ενός επαναστατικού λαού στο πρόσωπο του προλεταριάτου της πόλης. Δεν έχουν άδικο οι ευρωπαϊκές αστικές εφημερίδες που λένε ότι η Ρωσία της 10 του Γενάρη δεν είναι πια η Ρωσία της 8 του Γενάρη. Δεν έχει άδικο η προαναφερόμενη γερμανική σοσιαλδημοκρατική εφημερίδα1 που ξαναθυμάται πως είχε αρχίσει πριν από 70 χρόνια το εργατικό κίνημα στην Αγγλία, πως το 1834 οι Αγγλοι εργάτες διαμαρτύρονταν με διαδηλώσεις στους δρόμους ενάντια στην απαγόρευση των εργατικών σωματείων, πως το 1838 διατύπωναν σε τεράστιες συγκεντρώσεις κοντά στο Μάντσεστερ, το «λαϊκό χάρτη» και ο πάστορας Στίβενς διακήρυχνε ότι «κάθε ελεύθερος άνθρωπος που αναπνέει τον ελεύθερο αέρα του θεού και βαδίζει πάνω στην ελεύθερη γη του θεού, δικαιούται να 'χει τη δικιά του ιδιόχτητη εστία». Ο ίδιος αυτός πάστορας καλούσε τους συγκεντρωμένους εργάτες να πάρουν τα όπλα.

Και σ' εμάς, στη Ρωσία, βρέθηκε επίσης επικεφαλής του κινήματος ένας ιερέας που μέσα σε μια μέρα πέρασε από το σύνθημα: πάμε για να επιδώσουμε στον ίδιο τον τσάρο ένα ειρηνικό υπόμνημα - στο σύνθημα: ν' αρχίσουμε την επανάσταση. «Σύντροφοι, Ρώσοι εργάτες!» - έγραφε ο ιερέας Γκεόργκι Γκαπόν ύστερα από τη ματωμένη μέρα, σε γράμμα του που διαβάστηκε σε συγκέντρωση των φιλελευθέρων. - «Δεν έχουμε πια τσάρο. Ποτάμι έτρεξε σήμερα το αίμα ανάμεσα σ' αυτόν και στο ρωσικό λαό. Είναι καιρός οι Ρώσοι εργάτες ν' αποδυθούν χωρίς τον τσάρο σε αγώνα για τη λαϊκή ελευθερία. Σας δίνω την ευλογία μου για σήμερα. Αύριο θα 'μαι ανάμεσά σας. Σήμερα είμαι πολύ απασχολημένος με δουλειές που αφορούν την υπόθεσή μας».

Αυτά δεν τα λέει ο ιερέας Γκεόργκι Γκαπόν. Τα λένε χιλιάδες και δεκάδες χιλιάδες, εκατομμύρια και δεκάδες εκατομμύρια Ρώσοι εργάτες και αγρότες που ως τώρα μπορούσαν να πιστεύουν απλοϊκά και τυφλά στον «πατερούλη τον τσάρο», να αναζητούν ανακούφιση από τη δύσκολη κι αφόρητη κατάστασή τους στον «ίδιο» τον «πατερούλη τον τσάρο» και να κατηγορούν για όλες τις ασχημίες, τις πράξεις βίας, αυθαιρεσίας και ληστείας μόνο τους υπαλλήλους που εξαπατούν τον τσάρο. Η κακομοιριασμένη, η αποχτηνωτική, η απόκοσμη ζωή που έκανε στις αρκουδοφωλιές ο μουζίκος γενεές επί γενεών στέριωνε αυτήν την πίστη. Κάθε μήνας ζωής της νέας, βιομηχανικής, γραμματισμένης Ρωσίας των πόλεων υπέσκαπτε και γκρέμιζε αυτήν την πίστη. Η τελευταία δεκαετία του εργατικού κινήματος ανέδειξε χιλιάδες πρωτοπόρους προλετάριους - σοσιαλδημοκράτες που ξέκοψαν εντελώς συνειδητά απ' αυτήν την πίστη. Η δεκαετία αυτή διαπαιδαγώγησε δεκάδες χιλιάδες εργάτες που το ταξικό τους ένστιχτο, δυναμωμένο από τον απεργιακό αγώνα και την πολιτική ζύμωση, υπέσκαψε όλα τα βάθρα της πίστης αυτής. Πίσω όμως από αυτές τις χιλιάδες και τις δεκάδες χιλιάδες υπήρχαν εκατοντάδες χιλιάδες κι εκατομμύρια εργαζόμενοι και υφιστάμενοι την εκμετάλλευση, ταπεινωμένοι και καταφρονεμένοι, προλετάριοι και μισοπρολετάριοι, που μπορούσαν ακόμα να διατηρούν μια τέτοια πίστη. Αυτοί δεν μπορούσαν να τραβήξουν για εξέγερση, το μόνο που μπορούσαν να κάνουν ήταν να παρακαλούν και να ικετεύουν. Τα αισθήματα και τις διαθέσεις τους, το επίπεδο των γνώσεων και της πολιτικής τους πείρας εξέφρασε ο ιερέας Γκεόργκι Γκαπόν, και σ' αυτό συνίσταται η ιστορική σημασία του ρόλου που έπαιξε στην αρχή της ρωσικής επανάστασης ένας άνθρωπος, χθες ακόμα άγνωστος σε όλους και σήμερα ήρωας της ημέρας για την Πετρούπολη και πέρα από την Πετρούπολη για όλο τον ευρωπαϊκό Τύπο.

Τώρα γίνεται κατανοητό γιατί οι σοσιαλδημοκράτες της Πετρούπολης, που τα γράμματά τους τα παραθέσαμε πιο πάνω, έδειξαν στην αρχή, και δεν μπορούσαν παρά να δείξουν, δυσπιστία απέναντι στον Γκαπόν. Ανθρωπος που φορούσε ράσο, που πίστευε στο θεό και δρούσε κάτω από την υψηλή προστασία του Ζουμπάτοφ και της οχράνας δεν μπορούσε να μην προκαλεί υποψίες. Αν ήταν ειλικρινής ή όχι όταν έσκιζε τα ράσα του και καταριόταν την ώρα που μπήκε στην άτιμη κάστα, στην κάστα των παπάδων που καταληστεύουν και διαφθείρουν το λαό, αυτό δεν μπορούσε να το πει κανείς με βεβαιότητα, εκτός ίσως από μερικούς ανθρώπους που τον γνώριζαν από κοντά, προσωπικά, δηλαδή εκτός από μια μηδαμινή χούφτα ανθρώπους. Αυτό μπορούσαν να το κρίνουν μόνο τα ιστορικά συμβάντα που διαδραματίζονταν, μόνο τα γεγονότα, τα γεγονότα και πάλι τα γεγονότα. Και τα γεγονότα έκριναν το ζήτημα αυτό υπέρ του Γκαπόν.
Θα μπορέσει άραγε η σοσιαλδημοκρατία να κυριαρχήσει πάνω σ' αυτό το αυθόρμητο κίνημα; - διερωτιόνταν ανήσυχα οι σύντροφοι μας της Πετρούπολης, βλέποντας την ακατάσχετα γοργή ανάπτυξη της γενικής απεργίας που είχε αγκαλιάσει εξαιρετικά πλατιά στρώματα του προλεταριάτου, βλέποντας την ακαταγώνιστη επιρροή του Γκαπόν πάνω σε τόσο «καθυστερημένες» μάζες που θα μπορούσαν να παρασυρθούν και από έναν προβοκάτορα. Και οι σοσιαλδημοκράτες όχι μόνο δεν υποστήριξαν τις αφελείς αυταπάτες σχετικά με τη δυνατότητα ενός ειρηνικού διαβήματος, αλλά και αντιτάχθηκαν στον Γκαπόν, υπεράσπισαν ανοιχτά και αποφασιστικά όλες τις απόψεις τους και όλη την ταχτική τους. Και η ιστορία που οι εργατικές μάζες δημιουργούσαν χωρίς τη σοσιαλδημοκρατία, επιβεβαίωσε την ορθότητα αυτών των απόψεων και αυτής της ταχτικής. Η λογική της ταξικής θέσης του προλεταριάτου αποδείχτηκε πιο ισχυρή από τα λάθη, τις αφέλειες και τις αυταπάτες του Γκαπόν. Ο μεγάλος δούκας Βλαδίμηρος, που ενεργούσε εξ ονόματος του τσάρου και μ' όλη την εξουσία του τσάρου, ανέλαβε να δείξει με τον άθλο του, άθλο δημίου, στις εργατικές μάζες εκείνο, ακριβώς εκείνο που οι σοσιαλδημοκράτες τους έδειχναν και θα τους δείχνουν πάντα με το γραφτό και τον προφορικό λόγο.

Είπαμε πως οι μάζες των εργατών και των αγροτών που διατηρούσαν ακόμα υπολείμματα πίστης στον τσάρο, δεν μπορούσαν να τραβήξουν για εξέγερση. Μετά τις εννιά του Γενάρη έχουμε το δικαίωμα να πούμε: τώρα οι μάζες αυτές μπορούν να τραβήξουν και θα τραβήξουν για εξέγερση. Ο «πατερούλης ο τσάρος», ματοκυλώντας τους άοπλους εργάτες, τους έσπρωξε ο ίδιος στα οδοφράγματα και τους έδωσε τα πρώτα μαθήματα του αγώνα οδοφραγμάτων. Τα μαθήματα του «πατερούλη του τσάρου» δε θα πάνε χαμένα.

Στη σοσιαλδημοκρατία απομένει να φροντίσει για την όσο το δυνατόν πιο πλατιά διάδοση των ειδήσεων σχετικά με τις ματωμένες μέρες της Πετρούπολης, για μεγαλύτερη συσπείρωση και οργάνωση των δυνάμεών της, για μια πιο δραστήρια προπαγάνδα του συνθήματος που από καιρό έχει ρίξει: παλλαϊκή ένοπλη εξέγερση*.

*Είναι αλήθεια πως οι βαθυστόχαστοι (βαθυστόχαστοι αλά Μαρτίνοφ) νεοϊσκριστές μας φρόντισαν να μπερδέψουν, να εξασθενίσουν και ν' αποτραβήξουν το σύνθημα αυτό (βλ. «Ισκρα» φύλλο 62, κύριο άρθρο: «Ετσι λοιπόν προετοιμαζόμαστε;»). Αλλά η νεοϊσκρική παρέα του Μαρτίνοφ συναντά αποφασιστική αντίσταση μέσα στο κόμμα μας, ιδιαίτερα από τον καιρό του περιβόητου σχεδίου «συμφωνίας» με τους ζέμτσι, σχετικά με τη μη δημιουργία πανικού.Στο χειρόγραφο αυτή η σημείωση ήταν σβησμένη και δεν μπήκε στην εφημερίδα «Βπεριόντ».
1. Πρόκειται για το κεντρικό όργανο της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας - την εφημερίδα «Vorwarts» («Εμπρός»), που αναφέρθηκε στο φύλλο 4 της εφημερίδας «Βπεριόντ» της 31 (18) του Γενάρη 1905 στο άρθρο «Στην πλατεία των ανακτόρων. Γράμμα αυτόπτη μάρτυρα».

Τα πρώτα βήματα
 
Η σπίθα που άναψε την πυρκαγιά, ήταν μια από τις πιο συνηθισμένες συγκρούσεις της εργασίας με το κεφάλαιο - μια απεργία σε εργοστάσιο. Ωστόσο, είναι ενδιαφέρον ότι η απεργία αυτή των 12.000 εργατών του Πουτίλοφ, που ξέσπασε τη Δευτέρα, στις 3 του Γενάρη, ήταν προπαντός απεργία προλεταριακής αλληλεγγύης. Αφορμή στάθηκε η απόλυση τεσσάρων εργατών. «Οταν το αίτημα για επαναπρόσληψή τους δεν ικανοποιήθηκε, - μας γράφει στις 7 του Γενάρη ένας σύντροφος από την Πετρούπολη, - το εργοστάσιο σταμάτησε μονομιάς, με πολλή σύμπνοια. Η απεργία έχει απόλυτα πειθαρχημένο χαρακτήρα. Οι εργάτες έβαλαν μερικούς ανθρώπους να φρουρούν τις μηχανές και την υπόλοιπη περιουσία από οποιαδήποτε ενδεχόμενη βλάβη από μέρους των λιγότερο συνειδητών. Επειτα έστειλαν αντιπροσωπεία σε άλλα εργοστάσια για να κάνει γνωστά τα αιτήματά τους και να προτείνει να προσχωρήσουν και εκείνα στην απεργία». Χιλιάδες και δεκάδες χιλιάδες εργάτες άρχισαν να προσχωρούν στο κίνημα. Ο νόμιμος, ο ζουμπατοφικός εργατικός σύνδεσμος που ιδρύθηκε με τη συνδρομή της κυβέρνησης και με σκοπό να διαφθείρει το προλεταριάτο, χρησιμοποιώντας συστηματική μοναρχική προπαγάνδα, πρόσφερε όχι μικρές υπηρεσίες στην οργάνωση του κινήματος, στα κατώτερα στάδιά του και στην ανάπτυξή του σε πλάτος. Εγινε εκείνο που οι σοσιαλδημοκράτες τόνιζαν ήδη από καιρό, όταν έλεγαν στους ζουμπατοφικούς πως το επαναστατικό ένστιχτο της εργατικής τάξης και το πνεύμα της αλληλεγγύης της θα υπερισχύσει από όλα τα φτηνά αστυνομικά τεχνάσματα. Οι πιο καθυστερημένοι εργάτες θα τραβηχτούν στο κίνημα από τους ζουμπατοφικούς κι ύστερα πια η ίδια η τσαρική κυβέρνηση θα φροντίσει να σπρώξει τους εργάτες παραπέρα, η ίδια η κεφαλαιοκρατική εκμετάλλευση θα τους φέρει από τον ειρηνικό και πέρα για πέρα υποκριτικό ζουμπατοφισμό στην επαναστατική σοσιαλδημοκρατία. Η πράξη της προλεταριακής ζωής και της προλεταριακής πάλης θα υπερισχύσει απ' όλες τις «θεωρίες» και απ' όλες τις προσπάθειες των κυρίων ζουμπατοφικών*.
Ετσι κι έγινε. Eνας σύντροφος, εργάτης, μέλος της Επιτροπής Πετρούπολης του Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος της Ρωσίας, εκθέτει ως εξής τις εντυπώσεις του σε γράμμα που μας έστειλε στις 5 του Γενάρη:
«Σας γράφω κάτω από την πρόσφατη εντύπωση της συγκέντρωσης των εργατών του εργοστασίου Σεμιάνικοφ, που τώρα δα έγινε κοντά στη Νέβσκαγια Ζαστάβα. Πριν απ' όλα όμως θα πω δυο λόγια για τις διαθέσεις που επικρατούν στους εργάτες της Πετρούπολης. Οπως είναι γνωστό, τον τελευταίο καιρό άρχισαν εδώ να γεννιούνται ή, πιο σωστά, να αναγεννιούνται οι "ζουμπατοφικές" οργανώσεις κάτω από την καθοδήγηση του παπα - Γκαπόν. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα οι οργανώσεις πλήθυναν και δυνάμωσαν πολύ. Τώρα υπάρχουν κιόλας 11 παραρτήματα της λεγόμενης "Συνέλευσης των Ρώσων εργοστασιακών εργατών". Οπως έπρεπε να το περιμένει κανείς, οι συνελεύσεις αυτές δεν μπορούσε παρά να 'χουν τα ίδια αποτελέσματα που είχαν και στο Νότο.
Τώρα μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα πως στην Πετρούπολη αρχίζει ένα πλατύ απεργιακό κίνημα. Σχεδόν κάθε μέρα ακούει κανείς για νέες απεργίες πότε στο ένα και πότε στο άλλο εργοστάσιο. Πάνε κιόλας δυο μέρες που απεργεί το εργοστάσιο Πουτίλοφ. Πριν από δυο περίπου βδομάδες είχε απεργήσει το βαμβακοκλωστήριο Σάου στη συνοικία Βίμποργκ. Η απεργία κράτησε τέσσερις μέρες. Οι εργάτες δεν πέτυχαν τίποτε. Σήμερα - αύριο η απεργία αυτή θα ξαναρχίσει. Παντού το ηθικό είναι ανεβασμένο, δεν μπορούμε όμως να πούμε πως είναι υπέρ της σοσιαλδημοκρατίας. Ενα μεγάλο μέρος των εργατών είναι υπέρ της καθαρά οικονομικής πάλης κι ενάντια στην πολιτική πάλη. Πρέπει ωστόσο να περιμένουμε και να ελπίζουμε πως οι διαθέσεις αυτές θ' αλλάξουν και οι εργάτες θα καταλάβουν ότι χωρίς πολιτική πάλη δε θα πετύχουν καμιά οικονομική βελτίωση. Σήμερα απήργησε το εργοστάσιο της ναυπηγικής εταιρείας Νέβσκι (Σεμιάνικοφ). Το τοπικό παράρτημα της "Συνέλευσης των Ρώσων εργοστασιακών εργατών" προσπαθεί να παρουσιαστεί σαν καθοδηγητής της απεργίας που αρχίζει, μα φυσικά δε θα το κατορθώσει. Καθοδηγητής θα 'ναι η σοσιαλδημοκρατία, παρόλο που αυτή είναι εδώ τρομερά αδύνατη.
Κυκλοφόρησαν προκηρύξεις από μέρους της Επιτροπής Πετρούπολης: Δυο προς το κλωστήριο του Σάου και μια προς τους εργάτες του Πουτίλοφ. Σήμερα έγινε συγκέντρωση των εργατών του ναυπηγείου Νέβσκι. Συγκεντρώθηκαν περίπου 500 εργάτες. Για πρώτη φορά πήραν το λόγο τα μέλη του τοπικού παραρτήματος της "Συνέλευσης". Αυτοί απέφυγαν τις πολιτικές διεκδικήσεις και πρόβαλαν κυρίως οικονομικές διεκδικήσεις. Από το πλήθος ακούγονταν φωνές αποδοκιμασίας. Τότε όμως εμφανίστηκε ο συνεργάτης της "Ρούσκαγια Γκαζέτα"1 Στρόγεφ που τον εκτιμούν πολύ οι εργάτες της Πετρούπολης. Ο Στρόγεφ πρότεινε σχέδιο ψηφίσματος που, όπως δήλωσε, το είχε επεξεργαστεί ο ίδιος μαζί με εκπροσώπους της σοσιαλδημοκρατίας. Το σχέδιο αυτό ψηφίσματος υπογραμμίζει βέβαια την αντίθεση των ταξικών συμφερόντων του προλεταριάτου και της αστικής τάξης, όχι όμως όσο χρειάζεται. Υστερα από τον Στρόγεφ μίλησαν σύντροφοι εργάτες σοσιαλδημοκράτες που υποστήριξαν αυτό το σχέδιο ψηφίσματος καταρχήν, υπογραμμίζοντας ωστόσο το περιορισμένο πνεύμα του και την ανεπάρκειά του. Τότε άρχισε φασαρία, μερικοί δυσαρεστήθηκαν από τους λόγους των σοσιαλδημοκρατών και βάλθηκαν να διαλύσουν τη συγκέντρωση. Η πλειοψηφία της συγκέντρωσης τάχθηκε ενάντια στον προϊστάμενο που ήταν απ' αυτούς που προσπαθούσαν να διαλύσουν τη συγκέντρωση κι έβγαλε άλλον προϊστάμενο, σοσιαλιστή. Τα μέλη όμως του "συνδέσμου" (του ζουμπατοφικού) δε σώπασαν κι εξακολουθούσαν να σαμποτάρουν τη συγκέντρωση. Αν και η τεράστια πλειοψηφία της συγκέντρωσης (90%) ήταν με το μέρος των σοσιαλιστών, ωστόσο η συγκέντρωση τελικά διαλύθηκε άπραχτη κι ανέβαλε τη λήψη απόφασης για την επομένη. Πάντως, μπορούμε να πούμε πως οι σοσιαλδημοκράτες κατόρθωσαν να στρέψουν τις διαθέσεις των εργατών προς όφελός τους. Αύριο πρόκειται να γίνει μεγάλη συγκέντρωση - ενδέχεται να μαζευτούν δυο-τρεις χιλιάδες άτομα. Αυτές τις μέρες θα πρέπει να περιμένουμε μια μεγαλειώδη διαδήλωση, κάτι παρόμοιο με τη διαδήλωση του Ιούλη του 1903 στο Νότο. Απεργεί το εργοστάσιο της Γαλλορωσικής εταιρείας - κάπου τέσσερις-πέντε χιλιάδες άνθρωποι. Υπάρχουν πληροφορίες πως άρχισε απεργία στο βαμβακοκλωστήριο του Στίγκλιτς - κάπου πέντε χιλιάδες. Αναμένεται απεργία στο εργοστάσιο Ομπούχοφ - πέντε-έξι χιλιάδες».

Συγκρίνοντας αυτές τις πληροφορίες που μας δίνει ένας σοσιαλδημοκράτης, μέλος της τοπικής επιτροπής (που εννοείται δεν μπορούσε να ξέρει με ακρίβεια παρά μόνο τα γεγονότα ενός μικρού τμήματος της Πετρούπολης), με τις πληροφορίες των εφημερίδων του εξωτερικού, κυρίως των αγγλικών, πρέπει να βγάλουμε το συμπέρασμα πως τις τελευταίες αυτές τις διακρίνει πολύ μεγάλη ακρίβεια.

Η απεργία αναπτυσσόταν από μέρα σε μέρα με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Οι εργάτες οργάνωναν πολλές συγκεντρώσεις κι επεξεργάζονταν το «χάρτη» τους, τις οικονομικές και τις πολιτικές διεκδικήσεις τους. Και οι πρώτες και οι δεύτερες, παρά την ηγεσία των ζουμπατοφικών, ανάγονταν γενικά στις διεκδικήσεις του προγράμματος του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, φτάνοντας ως το σύνθημα: Σύγκληση Συνταχτικής Συνέλευσης με βάση το καθολικό, άμεσο, ίσο και μυστικό εκλογικό δικαίωμα. Η αυθόρμητη ανάπτυξη της πρωτοφάνερης σε διαστάσεις απεργίας ξεπερνούσε κατά πολύ τη συστηματική συμμετοχή στο κίνημα των οργανωμένων σοσιαλδημοκρατών. Μα ας δώσουμε το λόγο στους ίδιους.

* Παράβαλε το «Τι να κάνουμε;» του Λένιν, σελ. 86 - 88. (Απαντα, 5η εκδ., τόμ. 6ος, σελ. 116-117. Η Σύντ.)

1. «Ρούσκαγια Γαζέτα» («Ρώσικη Εφημερίδα») - εκδιδόταν στην Πετρούπολη στα 1904-1906.

Τα πρώτα διδάγματα
 
Το πρώτο κύμα της επαναστατικής θύελλας υποχωρεί. Βρισκόμαστε στις παραμονές ενός αναπόφευκτου και αναπότρεπτου δεύτερου κύματος. Το προλεταριακό κίνημα όλο και πλαταίνει και έχει τώρα απλωθεί στις πιο απόμακρες περιοχές. Ο αναβρασμός και η δυσαρέσκεια αγκαλιάζουν τα πιο διαφορετικά και τα πιο καθυστερημένα στρώματα της κοινωνίας. Η εμποροβιομηχανική ζωή έχει παραλύσει, έκλεισαν τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, απεργούν, ακολουθώντας το παράδειγμα των εργατών, οι ζέμτσι. Στα διαστήματα που μεσολαβούν ανάμεσα στα μαζικά κινήματα, γίνονται, όπως συμβαίνει πάντα, πιο συχνές οι μεμονωμένες τρομοκρατικές πράξεις: Απόπειρα κατά της ζωής του αστυνομικού διευθυντή της Οδησσού, δολοφονία στον Καύκασο, δολοφονία του εισαγγελέα της συγκλήτου στο Ελσιγκφορς. Η κυβέρνηση ρίχνεται από την πολιτική του αιματηρού κνούτου στην πολιτική των υποσχέσεων. Προσπαθεί να ξεγελάσει έστω και μερικούς από τους εργάτες με την κωμωδία της αντιπροσωπείας που έγινε δεχτή από τον τσάρο. Προσπαθεί να περισπάσει την προσοχή της κοινωνίας με πολεμικές ειδήσεις και διατάζει τον Κουροπάτκιν να αρχίσει επίθεση στο Χουνχό. Στις 9 του Γενάρη έγινε η σφαγή στην Πετρούπολη, στις 12 άρχισε αυτή η επίθεση που δεν είχε κανένα απολύτως νόημα από στρατιωτική άποψη και που κατέληξε σε νέα σοβαρή ήττα των στρατηγών του τσάρου. Οι Ρώσοι αποκρούστηκαν, αφού έχασαν, σύμφωνα με τις πληροφορίες ακόμα και του ανταποκριτή της «Νόβογε Βρέμια», ίσαμε 13 χιλιάδες άνδρες, δηλαδή δυο φορές περισσότερους από τους Γιαπωνέζους. Στον τομέα της στρατιωτικής διοίκησης της Μαντζουρίας επικρατεί η ίδια αποσύνθεση και αποθάρρυνση, όπως και στην Πετρούπολη. Στον Τύπο του εξωτερικού τα τηλεγραφήματα που επιβεβαιώνουν και διαψεύδουν τον καυγά του Κουροπάτκιν με τον Γκρίπενμπεργκ, τα διαδέχονται τηλεγραφήματα που επιβεβαιώνουν και διαψεύδουν την είδηση ότι το κόμμα των μεγάλων δουκών κατάλαβε τον κίνδυνο που αποτελεί ο πόλεμος για την απολυταρχία και θέλει να πετύχει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα ειρήνη.
Δεν είναι εκπληκτικό πως κάτω από τέτοιες συνθήκες ακόμα και τα πιο νηφάλια αστικά όργανα της Ευρώπης δεν παύουν να μιλάνε για επανάσταση στη Ρωσία. Η επανάσταση αναπτύσσεται και ωριμάζει με ταχύτητα άγνωστη πριν από τις 9 του Γενάρη. Το αν θα ξεσπάσει το δεύτερο κύμα αύριο, μεθαύριο ή ύστερα από μήνες, αυτό εξαρτάται από ένα σωρό περιστατικά που δεν μπορεί κανείς να τα υπολογίσει. Κι ακριβώς γι' αυτό είναι πιο επιτακτικό το καθήκον να κάνουμε κάποια ανακεφαλαίωση των επαναστατικών ημερών και να προσπαθήσουμε να βγάλουμε διδάγματα που μπορούν να μας χρειαστούν πολύ πιο γρήγορα απ' ό,τι μερικοί θέλουν να πιστεύουν.

Για να εκτιμήσουμε σωστά τις επαναστατικές μέρες, πρέπει να ρίξουμε ένα γενικό βλέμμα στη νεότερη ιστορία του εργατικού μας κινήματος. Πριν από 20 σχεδόν χρόνια, το 1885, έγιναν οι πρώτες μεγάλες εργατικές απεργίες στην κεντρική βιομηχανική περιοχή, στο εργοστάσιο Μορόζοφ και σε άλλα. Τότε ο Κατκόφ έγραψε για το εργατικό ζήτημα που εμφανίστηκε στη Ρωσία. Και με τι καταπληχτική ταχύτητα αναπτύχθηκε το προλεταριάτο, περνώντας από την οικονομική πάλη στις πολιτικές διαδηλώσεις κι από τις διαδηλώσεις στην επαναστατική έφοδο! Ας θυμηθούμε τα κυριότερα ορόσημα του δρόμου που έχει διανυθεί. 1885 - Μαζικές απεργίες με μηδαμινή συμμετοχή εντελώς μεμονωμένων σοσιαλιστών που δεν τους συνένωνε καμιά οργάνωση. Ο κοινωνικός αναβρασμός που προκάλεσαν οι απεργίες αναγκάζει τον Κατκόφ, πιστό μαντρόσκυλο της απολυταρχίας, να μιλάει απ' αφορμή τη δίκη για «εκατόν ένα χαιρετιστήριους κανονιοβολισμούς προς τιμήν του εργατικού ζητήματος που εμφανίστηκε στη Ρωσία». Η κυβέρνηση προβαίνει σε οικονομικές παραχωρήσεις. 1891 - Συμμετοχή των εργατών της Πετρούπολης στη διαδήλωση κατά την κηδεία του Σελγκουνόφ, πολιτικοί λόγοι στην πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση της Πετρούπολης. Μπροστά μας έχουμε μια σοσιαλδημοκρατική εκδήλωση των πρωτοπόρων εργατών, χωρίς να υπάρχει μαζικό κίνημα. 1896 - Απεργία μερικών δεκάδων χιλιάδων εργατών στην Πετρούπολη. Μαζικό κίνημα και έναρξη ζύμωσης στους δρόμους, με τη συμμετοχή ολόκληρης πια σοσιαλδημοκρατικής οργάνωσης. Οσο μικρή κι αν είναι ακόμα, σε σύγκριση με το τωρινό μας κόμμα, αυτή η σχεδόν αποκλειστικά φοιτητική οργάνωση, ωστόσο η συνειδητή και συστηματική σοσιαλδημοκρατική της ανάμειξη και καθοδήγηση κάνουν να αποχτήσει το κίνημα γιγάντια έκταση και σημασία, σε σύγκριση με την απεργία στου Μορόζοφ. Η κυβέρνηση προβαίνει ξανά σε οικονομικές παραχωρήσεις. Το απεργιακό κίνημα έχει γερές βάσεις σε όλη τη Ρωσία. Σύσσωμη η επαναστατική διανόηση γίνεται σοσιαλδημοκρατική. Ιδρύεται το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. 1901 - Ο εργάτης έρχεται σε βοήθεια του φοιτητή. Αρχίζει ένα κίνημα διαδηλώσεων. Το προλεταριάτο κατεβαίνει στους δρόμους με το σύνθημα: Κάτω η απολυταρχία! Η ριζοσπαστική διανόηση χωρίζεται οριστικά σε φιλελεύθερη, επαναστατική - αστική και σοσιαλδημοκρατική. Η συμμετοχή των οργανώσεων της επαναστατικής σοσιαλδημοκρατίας στις διαδηλώσεις γίνεται όλο και πιο πλατιά, δραστήρια και άμεση. 1902 - Η τεράστια απεργία του Ροστόβ μετατρέπεται σε επιβλητική διαδήλωση. Το πολιτικό κίνημα του προλεταριάτου δεν είναι πια προσκολλημένο στο κίνημα των διανοουμένων, των φοιτητών, αλλά ξεπετιέται μόνο του άμεσα από την απεργία. Η συμμετοχή της οργανωμένης επαναστατικής σοσιαλδημοκρατίας είναι ακόμα πιο δραστήρια. Το προλεταριάτο καταχτά για τον εαυτό του και για τους επαναστάτες σοσιαλδημοκράτες της δικής του επιτροπής την ελευθερία των μαζικών συγκεντρώσεων στους δρόμους. Για πρώτη φορά το προλεταριάτο αντιπαραθέτει τον εαυτό του σαν τάξη σε όλες τις άλλες τάξεις και στην τσαρική κυβέρνηση. 1903 - Οι απεργίες συγχωνεύονται ξανά με την πολιτική διαδήλωση, αλλά σε ακόμα πλατύτερη βάση. Οι απεργίες αγκαλιάζουν ολόκληρη περιοχή, παίρνουν μέρος σ' αυτές πάνω από εκατό χιλιάδες εργάτες, οι μαζικές πολιτικές συγκεντρώσεις επαναλαβαίνονται στη διάρκεια των απεργιών σε πολλές πόλεις. Νιώθει κανείς πως βρισκόμαστε σε παραμονές οδοφραγμάτων (γνώμη των ντόπιων σοσιαλδημοκρατών για το κίνημα του 1903 στο Κίεβο). Οι παραμονές όμως αποδείχνονται σχετικά μακρόχρονες, λες και για να μας μάθουν ότι οι ισχυρές τάξεις συγκεντρώνουν κάποτε τις δυνάμεις τους επί μήνες και χρόνια, λες και για να δοκιμάσουν τους λιγόπιστους διανοουμένους που πρόσκεινται στη σοσιαλδημοκρατία. Και πραγματικά, η διανοουμενίστικη πτέρυγα του κόμματός μας, οι νεοϊσκριστές ή (πράγμα που είναι το ίδιο) οι νεοραμποτσεντέλτσι άρχισαν κιόλας να αναζητούν «ανώτερους τύπους» εκδηλώσεων με τη μορφή συμφωνίας ανάμεσα στους εργάτες και στους ζέμτσι για μη πρόκληση πανικού. Με την έλλειψη αρχών που χαρακτηρίζει όλους τους οπορτουνιστές, οι νεοϊσκριστές έφτασαν κιόλας στο σημείο να διατυπώσουν την απίστευτη, την απιστευτότατη θέση ότι στον πολιτικό στίβο υπάρχουν δύο (!!) δυνάμεις: Η γραφειοκρατία και η αστική τάξη (βλέπε το δεύτερο γράμμα της σύνταξης της «Ισκρα», σχετικά με την καμπάνια των ζέμστβο). Οι οπορτουνιστές της νέας «Ισκρα» βρήκαν την ευκαιρία για να ξεχάσουν την αυτοτελή δύναμη του προλεταριάτου! Ηρθε το 1905, και η εννιά του Γενάρη ξεσκέπασε ακόμα μια φορά όλους τους διανοουμενίσκους που ξέχασαν ποιοι είναι. Tο προλεταριακό κίνημα ανέβηκε μονομιάς σε ανώτερο σκαλοπάτι. Η γενική απεργία κινητοποίησε αναμφίβολα σ' όλη τη Ρωσία τουλάχιστον ένα εκατομμύριο εργάτες. Οι πολιτικές διεκδικήσεις της σοσιαλδημοκρατίας έφτασαν και σε στρώματα της εργατικής τάξης που πίστευαν ακόμα στον τσάρο. Το προλεταριάτο έσπασε τα πλαίσια του αστυνομικού ζουμπατοφισμού και όλη η μάζα των μελών του νόμιμου εργατικού συνδέσμου που είχε ιδρυθεί για την καταπολέμηση της επανάστασης, τράβηξε μαζί με τον Γκαπόν τον επαναστατικό δρόμο. Η απεργία και η διαδήλωση άρχισαν μπροστά στα μάτια μας να μετατρέπονται σε εξέγερση. Η συμμετοχή της οργανωμένης επαναστατικής σοσιαλδημοκρατίας ήταν ασύγκριτα πιο σημαντική απ' ό,τι στα προηγούμενα στάδια του κινήματος, ωστόσο εξακολουθούσε ακόμα να 'ναι πολύ πολύ αδύνατη σε σύγκριση με την τεράστια ζήτηση σοσιαλδημοκρατικής καθοδήγησης από μέρους της δραστήριας προλεταριακής μάζας.

Γενικά, το κίνημα των απεργιών και των διαδηλώσεων, σμίγοντας το ένα με το άλλο με διάφορες μορφές κι από διάφορες αιτίες, αναπτυσσόταν σε πλάτος και βάθος, γινόταν όλο και πιο επαναστατικό, πλησιάζοντας στην πράξη όλο και περισσότερο στην παλλαϊκή ένοπλη εξέγερση, για την οποία από καιρό μιλούσε η επαναστατική σοσιαλδημοκρατία. Το συμπέρασμα αυτό από τα γεγονότα της 9 του Γενάρη το έχουμε κιόλας βγάλει στα φύλλα 4 και 5 της «Βπεριόντ». Το συμπέρασμα αυτό το έβγαλαν αμέσως και απευθείας και οι ίδιοι οι εργάτες της Πετρούπολης. Στις 10 του Γενάρη εισόρμησαν σ' ένα νόμιμο τυπογραφείο, στοιχειοθέτησαν την παρακάτω προκήρυξη που μας την έστειλαν οι σύντροφοι της Πετρούπολης, την τύπωσαν σε πάνω από δέκα χιλιάδες αντίτυπα και τη μοίρασαν σ' όλη την Πετρούπολη.

Η έκκληση αυτή δεν έχει ανάγκη από επεξηγήσεις. Η πρωτοβουλία του επαναστατικού προλεταριάτου εκφράστηκε εδώ απόλυτα. Το κάλεσμα των εργατών της Πετρούπολης δεν πραγματοποιήθηκε τόσο γρήγορα όσο το ήθελαν οι ίδιοι, θα επαναληφθεί ακόμα πολλές φορές και οι προσπάθειες για την πραγματοποίησή του θα οδηγήσουν πολλές ακόμα φορές σε αποτυχίες. Είναι όμως αναμφισβήτητο πως έχει τεράστια σημασία το γεγονός ότι οι ίδιοι οι εργάτες θέτουν αυτό το καθήκον. Η κατάχτηση του επαναστατικού κινήματος που οδήγησε στην επίγνωση της πραχτικής, της ζωτικής σημασίας του καθήκοντος αυτού και έφερε κοντά τη στιγμή που το καθήκον αυτό θα πάρει την πρώτη σειρά σ' οποιοδήποτε λαϊκό κίνημα, η κατάχτηση αυτή δεν μπορεί πια με κανέναν τρόπο να αφαιρεθεί από το προλεταριάτο.

Αξίζει τον κόπο να σταθούμε στο ιστορικό της ιδέας της εξέγερσης. Η νέα «Ισκρα» αράδιασε σχετικά μ' αυτό το ζήτημα, αρχίζοντας από το αξέχαστο κύριο άρθρο του φύλλου 62 τόσες νεφελώδικες κοινοτυπίες, τόσες οπορτουνιστικές ασυναρτησίες, εντελώς άξιες του παλιού μας γνώριμου του Μαρτίνοφ, ώστε η ακριβής αποκατάσταση του παλιού τρόπου τοποθέτησης του ζητήματος έχει ιδιαίτερη σπουδαιότητα. Οπως και να 'ναι είναι δύσκολο να παρακολουθήσει κανείς όλες τις κοινοτυπίες και όλες τις ασυναρτησίες της νέας «Ισκρα». Θα κάναμε πολύ καλύτερα αν θυμόμασταν συχνότερα την παλιά «Ισκρα» και αναπτύσσαμε πιο συγκεκριμένα τα παλιά θετικά συνθήματά της.

Στο τέλος της μπροσούρας του Λένιν «Τι να κάνουμε;» στη σελ. 136 ρίχτηκε το σύνθημα της παλλαϊκής ένοπλης εξέγερσης. Να τι ειπώθηκε γι' αυτό στην αρχή ακόμα του 1902, δηλαδή εδώ και τρία χρόνια: «Φανταστείτε μια λαϊκή εξέγερση». Ισως ο καθένας θα συμφωνήσει τώρα ότι πρέπει να σκεφτόμαστε και να ετοιμαζόμαστε γι' αυτή...

Ριζοσπάστης Σάββατο 7 Γενάρη 2012

TOP READ