23 Απρ 2015

ΞΕΠΛΥΜΑ ΝΔ-ΠΑΣΟΚ ΑΠΟ ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ

 ΞΕΠΛΥΜΑ ΝΔ-ΠΑΣΟΚ ΑΠΟ ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ



Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ «ξεπλένει» την πολιτική των προηγούμενων κυβερνήσεων εφαρμόζοντάς την.
Για του λόγου το αληθές, ιδού και η απλωμένη μπουγάδα…


Κλίπαρτ - πλύση, τιμωρία σε μαθητές να γράφουν το ίδιο πολλές φορές. Fotosearch - Αναζήτηση Clipart, απεικονίσεων σε αφίσα, σχεδίων και διανυσματικών γραφικών EPS συμπυκνωμένης μορφής PostScript 
Για περισσότερα ΔΕΙΤΕ ΑΥΤΟ ΤΟ VIDEO.

Σκάνδαλα: ένα αντικειμενικό φαινόμενο

 Σκάνδαλα: ένα αντικειμενικό φαινόμενο


Το Κεφάλαιο αποφεύγει τις φασαρίες και τους καυγάδες και είναι από τη φύση του φοβητσιάρικο. Αυτό είναι πάρα πολύ αληθινό, δεν είναι όμως ολόκληρη η αλήθεια. Το Κεφάλαιο το τρομάζει η έλλειψη κέρδους ή το πολύ μικρό κέρδος (…) Όταν το Κεφάλαιο έχει το ανάλογο κέρδος γίνεται κάτι παραπάνω από τολμηρό. Με 10% αισθάνεται τον εαυτό του σίγουρο και μπορεί να το χρησιμοποιήσει κανείς παντού. Με 20% γίνεται ζωηρό. Με 50% γίνεται θετικά παράτολμο. Με 100% τσαλαπατάει όλους τους ανθρώπινους νόμους. Με 300% δεν υπάρχει έγκλημα που να μη ριψοκινδυνεύει να το διαπράξει ακόμα και με κίνδυνο να πάει στην κρεμάλα. (Καρλ Μαρξ,  "Το Κεφάλαιο", τόμος Ι, σελ.785)


Η εμφάνιση σκανδάλων στην δημόσια σφαίρα έχει τα τελευταία χρόνια, αυξηθεί. Πρέπει να μας απασχολήσουν τόσο το βαθύτερο περιεχόμενο του φαινομένου όσο και οι τρόποι που, ιδιαίτερα την τελευταία περίοδο, τα σκάνδαλα αξιοποιούνται από μέρος της αστικής τάξης και της κυρίαρχης ιδεολογίας.

Τα σκάνδαλα δεν είναι μεμονωμένα και τυχαία φαινόμενα που εμφανίζονται ως ανωμαλίες σε μια κατά τα άλλα ομαλή λειτουργία της καπιταλιστικής κοινωνίας. Κάθε φαινόμενο που στην αρχή εμφανίζεται σποραδικά και στην πορεία χάνει το χαρακτήρα του τυχαίου και μετατρέπεται σε συνηθισμένο, σημαίνει ότι έχει αντικειμενικό λόγο ύπαρξης. Γι’ αυτό και οι βαθύτερες αιτίες του δεν πρέπει να αναζητηθούν στον ψυχισμό ή το χαρακτήρα των ατόμων αφού και ο ψυχισμός είναι παραγόμενο φαινόμενο, είναι προϊόν και αποτέλεσμα των συγκεκριμένων κοινωνικών συνθηκών. Οι αιτίες του φαινομένου των σκανδάλων βρίσκονται στα εγγενή χαρακτηριστικά της καπιταλιστικής κοινωνίας. Τα σκάνδαλα είναι κατ’ επέκταση ένας αναγκαίος τρόπος λειτουργίας της καπιταλιστικής κοινωνίας. Δεν πρόκειται για ανθρώπους που πήραν το λάθος δρόμο. Πρόκειται για τους ανθρώπους που συγκρότησε ως υποκειμενικότητες η κοινωνία της Νεωτερικότητας με τα χαρακτηριστικά της. Ο ανταγωνισμός, αυτός ο νόμος πάνω από όλους τους νόμους, που έχει η κοινωνία της Νεωτερικότητας χαραγμένο στο DNA της, δρα πάνω στους ανθρώπους, σαν μια εξωτερική δύναμη. Είναι ο βουβός εξαναγκασμός των οικονομικών σχέσεων ("Το Κεφάλαιο", τόμος Ι, σελ. 762) που επιβάλλεται και αναγκάζει ανθρώπους να περιλάβουν στους τρόπους της οικονομικής τους δραστηριότητας και τη μορφή της παρανομίας. Πρόκειται απλά για μέθοδο εξασφάλισης κέρδους δίπλα στις άλλες που θεωρούνται από νομοθετικής πλευράς νόμιμες.

Η αντικειμενική λογική αυτής της κοινωνίας οδηγεί σταδιακά, και πλέον στην εποχή μας κατά ολοκληρωτικό τρόπο, στην υποταγή όλων των υπόλοιπων κοινωνικών λειτουργιών σε μία: την εξυπηρέτηση του καπιταλιστικού παράλογου αυτοσκοπού, του κυνηγητού του κέρδους για το κέρδος, παραγωγή για την παραγωγή. Η οικονομική δραστηριότητα, έχει κατά τον ίδιο τρόπο, μια και μοναδική ουσία: επιδίωξη κέρδους ως αυτοσκοπός. Το κατά πόσο οι μέθοδοι που θα χρησιμοποιηθούν εμπίπτουν στα πλαίσια της νομοθεσίας ή όχι είναι στην πράξη αδιάφορο για το κεφάλαιο. Αυτό, ξέρει μόνο να μετρά την ποσοτική αύξηση ή μείωση του κέρδους. Τα υπόλοιπα του είναι αδιάφορα. Όμως αντίστοιχα αδιάφορη είναι η νομιμότητα της όποιας οικονομικής πράξης, και για τον άνθρωπο που έχει εσωτερικεύσει πλήρως το καπιταλιστικό σύστημα αξιών. Αυτός ο άνθρωπός πρόκειται, αν θέλουμε να αναφερθούμε στον Μαρξ, για κεφάλαιο προσωποποιημένο (personified), προικισμένο με θέληση και συνείδηση ("Το Κεφάλαιο", τόμος Ι, σελ. 165 και τόμος ΙΙ, σελ. 367).

Η νομοθεσία αλλά και η ηθική που αυτή εκφράζει, δεν μπορούν ουσιαστικά να αντιπαρατεθούν στην παράνομη οικονομική δραστηριότητα. Και αυτό επειδή καμία νομοθεσία, καμία επίκληση σε αρχές και ηθική δεν μπορεί να εξουδετερώσει την επίδραση των αντικειμενικών κοινωνικών νόμων. Μπορεί μόνο να μειώσει και να αμβλύνει τις αρνητικές επιπτώσεις τους και πάλι όμως μόνο για περιορισμένο χρόνο. Οι ρυθμίσεις που θα γίνουν θα ξεπεραστούν από την συνεχή και ακατάλυτη ανάγκη: κυνηγητό του κέρδους ως αυτοσκοπός. Η επιτυχής αντιμετώπιση των σκανδάλων μπορεί να γίνει ολοκληρωτικά μόνο εάν γίνει προσπάθεια καταπολέμησης της αιτίας που τα γεννά ως αποτελέσματα. Όσο οι κινήσεις στρέφονται στα αποτελέσματα και αφήνεται άθικτη η αιτία που τα γεννά, τα αποτελέσματα αυτά θα αναπαράγονται.

Εδώ αξίζει τον κόπο να γίνει μια γενίκευση. Δεν υπάρχουν δυο κοινωνίες, μια κακή που δημιουργεί σκάνδαλα, και μια καλή που δημιουργεί νομοθεσία ενάντια στα σκάνδαλα. Είναι η ίδια κοινωνία που δημιουργεί, παράγει και αναπαράγει και τα δυο. Και η ηθική αυτής της κοινωνίας περιλαμβάνει και τις δυο αυτές πλευρές. Χωράει ταυτόχρονα και τα σκάνδαλα και τις προσπάθειες πάταξης τους. Πρέπει να λαμβάνει κανείς υπόψη ότι δεν μπορεί να γίνεται επίκληση της "καλής" κοινωνίας να βάλει σε τάξη την "κακή". Πρόκειται σε αυτή την περίπτωση για μέρη του ίδιου όλου, και το όλο έχει όνομα, ονομάζεται καπιταλισμός. (Αυτό το ζήτημα της αντιπαράθεσης των μερών ενός όλου στα πλαίσια μιας αντίθεσης, ξεχνά πολλές φορές αυτό το ίδιο το γεγονός ότι πρόκειται ακριβώς για μέρη ενός όλου. Μπορεί να αντιτίθενται αλλά μόνο ως μέρη αυτού του όλου που προϋποθέτουν το ένα το άλλο ως δυο πόλοι μιας αντίθεσης, και που δεν μπορούν να υπάρχουν το ένα χωρίς το άλλο.) Δεν μπορεί λοιπόν, να υπάρχει καπιταλισμός με μόνο τα όποια θετικά, δικά του στοιχεία.



Γενικά η παραβίαση των αποδεκτών κανόνων του καπιταλιστικού παιχνιδιού με τη μορφή των σκανδάλων είναι κάτι που φοβίζει το συνειδητοποιημένο τμήμα της αστικής τάξης γιατί ξεσκεπάζει στοιχεία της λειτουργίας της που είναι εχθρικά προς το γενικό συμφέρον της κοινωνίας. Πρέπει να σημειωθεί ότι ως η κυρίαρχη τάξη, η αστική τάξη έχει ευθύνη για το γενικό συμφέρον, παρόλο που αυτή της η λειτουργία βρίσκεται σε σταθερή ανταγωνιστική σχέση με την ανάγκη της να διασφαλίζει το ειδικό ταξικό της συμφέρον. Όσο, επομένως, φανερώνεται η πλευρά της λειτουργία της που αντίκειται στο γενικό συμφέρον και παραβιάζει τους κανόνες του παιχνιδιού, τίθεται εν αμφιβόλω το κύρος της αστικής τάξης και η ικανότητα της να διαχειρίζεται την κοινωνία.

Υπάρχει από τη μια πλευρά το εξής: η συνειδητοποιημένη μερίδα της αστικής τάξης αντιλαμβάνεται ότι η ασυδοσία κάποιων μελών της θέτει σε κίνδυνο την κυριαρχία της αφού πυροδοτεί κοινωνικές αντιδράσεις. Γι’ αυτό και εμφανίζεται ως πρωταγωνιστική δύναμη αποκάλυψης και τιμωρίας των ενόχων. Επικαλείται τη νομιμότητα για να διασφαλίσει τη συνέχιση της νομιμοποίησης της κυριαρχίας της. Βέβαια επέρχεται αναπόφευκτα τη στιγμή που το φαινόμενο των σκανδάλων γενικεύεται σε τέτοιο βαθμό που χάνεται η δυνατότητα της αστικής τάξης να διευθετεί το πρόβλημα διατηρώντας αλώβητο το κύρος της. Οι αντιθέσεις ωρίμασαν τόσο που δεν μπορούν να ρυθμιστούν.

Το σημείο αυτό έχει στη σημερινή γενικευμένη, δομική κρίση του καπιταλισμού, ξεπεραστεί μόνιμα. Πρόκειται για κατάρρευση που εκδηλώνεται στην επιφάνεια της κοινωνίας ως κατάρρευση αρχών και θεσμών. Πρέπει να μη διαφεύγει ωστόσο της προσοχής ότι η κατάρρευση αρχών, θεσμών και άλλων πλευρών του εποικοδομήματος δεν μπορεί να είναι ανεξάρτητη από την λειτουργία της βάσης. Αντίθετα μαρτυρεί μια κατάρρευση στο επίπεδο της παραγωγής που προϋποτίθεται και προηγείται λογικά.

Από την άλλη, πρέπει κανείς να αντιληφθεί αυτό το κυνήγι μαγισσών που εξαπολύεται και ως έκφραση στην επιφάνεια της κοινωνίας του βαθύτερου πολέμου και ανταγωνισμού μέσα στα πλαίσια της αστικής τάξης. Στο περιβάλλον της παγκόσμιας γενικευμένης και δομικής κρίσης, οι δυνατότητες πετυχημένης τοποθέτησης στην "πραγματική οικονομία" με εξασφαλισμένο κέρδος για τα διάφορα κεφάλαια, έχει ουσιαστικά περιοριστεί πάρα πολύ. Η ίδια η καπιταλιστική αναγκαιότητα για αύξηση της παραγωγικότητας έχει εξορίσει την ανθρώπινη εργασία που είναι η πηγή του κέρδους,. Η ανάγκη για επιβολή του ενός κεφαλαίου πάνω στο άλλο μετατρέπεται σε πόλεμο με όλα τα μέσα. Είναι το φυσιολογικό επόμενο τα διαφορετικά κεφάλαια να μπαίνουν σε αυτό τον τελευταίο πόλεμο μέχρι τελικής πτώσης, έτοιμα για όλα. Η χρήση της δικαστικής εξουσίας είναι ακόμη ένα εργαλείο προς αυτή την κατεύθυνση. 


[Άρθρο του Κωνσταντίνου Στυλιανού, υποψήφιου διδάκτορα πολιτικών επιστημών του Πανεπιστημίου Κύπρου. Αναδημοσιεύεται από το ενημερωτικό δελτίο που εκδίδει το "Ινστιτούτο Ερευνών Προμηθέας" της Λευκωσίας (τεύχος 25 - Απρίλιος 2015, σελ.2). - Συγγνώμη αν το σημερινό κείμενο είναι λίγο "βαρύ" αλλά δεν βλάφτει να ξεφεύγουμε από την ελαφρότητα κάπου-κάπου.]

Για τα 20χρονα από την επανέκδοση της junge Welt

 Για τα 20χρονα από την επανέκδοση της junge Welt

Αναδημοσίευση από Ατέχνως

Γράφει ο Anton Saefkow //

Όπως τα πάντα στην πρώην DDR μετά την «επανένωση» της Γερμανίας, έτσι και οι εφημερίδες και οι εκδοτικοί οίκοι της ουσιαστικά χαρίστηκαν σε επιχειρηματικούς ομίλους της ΟΔΓ. Στόχος αυτών των κινήσεων δεν ήταν τόσο το κέρδος, όσο το να μη μείνει πέτρα στη πέτρα. Να βγάλουν και κάποια κέρδη όσο προλάβουν οι διάφοροι κερδοσκόποι, αλλά κυρίως να κλείσει και να ρημάξει κάθε τί που μπορούσε να προβάλει οργανωμένο αντίλογο στο ξαναγράψιμο της ιστορίας που θ” ακολουθούσε.


Τον ίδιο δρόμο σχεδιαζόταν να πάρει και η εφημερίδα «junge Welt» (1). Επρόκειτο για το όργανο του Κ.Σ. της FDJ, της νεολαίας του SED, του κομμουνιστικού κόμματος (2) της DDR.
Η εφημερίδα πριν την πτώση του τείχους είχε φτάσει να πουλάει κοντά στα 1.500.000 φύλλα καθημερινά και ήταν η πιο πολυδιαβασμένη της DDR των 17 εκατομμυρίων ψυχών, πάνω δηλαδή και από το όργανο της Κ.Ε. του SED.

Η πορεία της ήταν αυτή όλων των οργανισμών της DDR μετά το ’91. «Πουλήθηκε» για 1 μάρκο (0,50 Ευρώ!) σε κάποιους επιχειρηματίες, άρχισε να εκφράζει «αριστερές» απόψεις «χωρίς όμως τις ακρότητες και τους διχασμούς του παρελθόντος» και σιγά σιγά οδηγούνταν προς το κλείσιμο, το οποίο και ανακοινώθηκε πριν από 20 χρόνια, στις 5/4/1995.

Όμως, στη συγκεκριμένη περίπτωση οι υπολογισμοί πέσανε έξω. Οι εργαζόμενοι αντιδράσανε και αναλάβανε οι ίδιοι την εφημερίδα.

Δε θα αναφερόμασταν όμως σε αυτή, αν αυτό ήταν όλο. Το σημαντικό στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι πως, αναλαμβάνοντας την έκδοση της εφημερίδας, ιδρύοντας τον εκδοτικό οίκο «8η Μάη» (από τη μέρα της αντιφασιστικής νίκης) και διαχειριζόμενοι τα οικονομικά ως κολεκτίβα που περιλάμβανε και κάθε πρόθυμο γι’ αυτό αναγνώστη, πήραν σημαντικές αποφάσεις για τη πολιτική κατεύθυνση που θα είχε το όλο εγχείρημα. Σημαντικότερη αυτών: Η αναγνώριση και υπεράσπιση του σοσιαλισμού που οικοδομήθηκε στην DDR, χωρίς αυτό να σημαίνει την εξιδανίκευσή του.
Επιπλέον, διαχρονικά σταθερός και διακηρυγμένος στόχος της όλης προσπάθειας είναι η συμβολή στον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.

Σήμερα η junge Welt είναι από τα σημαντικότερα πράγματα που έχει να επιδείξει το κομμουνιστικό κίνημα στη Γερμανία. Δίνει την εντύπωση μιας δυναμικής, ιδιαίτερα φρέσκιας, καθημερινής μαρξιστικής εφημερίδας. Καταφέρνει να αυξάνει αργά και σταθερά τις πωλήσεις της. Ακόμη σημαντικότερο: Δείχνει έμπρακτα πόσο δίκιο είχε ο Λένιν όταν έλεγε πως: «Ο ρόλος της εφημερίδας δεν περιορίζεται μόνο στη διάδοση ιδεών, μόνο στην πολιτική διαπαιδαγώγηση και την προσέλκυση πολιτικών συμμάχων. Η εφημερίδα δεν είναι μόνο συλλογικός προπαγανδιστής και συλλογικός διαφωτιστής, μα και συλλογικός οργανωτής«, αφού καταφέρνει, χωρίς να έχει επίσημους δεσμούς με το die Linke ή κάποιο άλλο κόμμα, να συσπειρώνει κόσμο γύρω της, να τον κινητοποιεί και να επηρεάζει ιδεολογικά όσο λίγοι το κομμουνιστικό κίνημα στη συγκεκριμένη χώρα.

Φυσικά έχει και τα προβλήματά της. Πιο εμφανές πρόβλημα -για προφανείς λόγους- η μικρή σύνδεση με χώρους δουλειάς. Επιπλέον, η απουσία συγκεκριμένου πολιτικού φορέα που είναι πίσω της, που ελέγχει και δίνει μια συγκεκριμένη πολιτική γραμμή βάσει ενός καθορισμένου προγράμματος και τακτικής, έχει σαν αποτέλεσμα να παλαντζάρει κατά διαστήματα και ανάλογα το θέμα. Επίσης, συνεχίζει να έχει επαφές, άρα και αυταπάτες, με/για το die Linke, κάνοντας βέβαια σταθερά σκληρή κριτική, η οποία είναι ειλικρινής και δε μπορεί να συγκριθεί με τη στάση λ.χ. της Αριστερής Πλατφόρμας του ΣΥΡΙΖΑ. Παράλληλα, σταθερά προβάλλει και τις απόψεις/δραστηριότητες του DKP, του Γερμανικού ΚΚ (και αδερφού κόμματος του ΚΚΕ) δηλαδή, όπως και άλλων ομάδων της γερμανικής αριστεράς.

Δείχνει αυξημένο ενδιαφέρον για τις εξελίξεις στην Ελλάδα, χωρίς πάντα να καταφέρνει να μείνει μακριά από αυταπάτες για το ρόλο της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Μεταφέρει αρκετά συχνά και πιστά τις απόψεις του ΚΚΕ στους αναγνώστες της, ενώ δεν κρύβει τις πατάτες της νέας κυβέρνησης και το πισωγύρισμά της ακόμη και από τις προεκλογικές διακηρύξεις. Χαρακτηριστικό δείγμα γραφής για το πώς βλέπει τη κατάσταση στην Ελλάδα είναι αυτά τα άρθρα, για τη συγκέντρωση του ΚΚΕ και τη πρόταση νόμου για τα μνημόνια το ένα, για τη στάση της Κωνσταντοπούλου που αβαντάρει τη Χρυσή Αυγή από την άλλη:

http://www.jungewelt.de/2015/03-02/023.php

http://www.jungewelt.de/2015/03-09/017.php

Κάνοντας ένα συνολικό απολογισμό, είναι μια πολύ σημαντική και αξιόλογη προσπάθεια. Δύσκολα μπορεί κανείς να σκεφτεί ένα παρόμοιο εγχείρημα που, χωρίς να έχει τη στήριξη κάποιου κόμματος και ενός ανάλογου μηχανισμού, να καταφέρνει σε μία τέτοια χώρα, σε μια τέτοια περίοδο, να αντέχει ιδεολογικά, να κρατά όρθια τη σημαία του σοσιαλισμού που επιχειρήθηκε να οικοδομηθεί σε μια προηγμένη καπιταλιστική χώρα και ταυτόχρονα να κερδίζει νέο κόσμο, να βρίσκει μέσα και τρόπους για να επεκτείνει τις δραστηριότητές της.

Αυτό το τελευταίο είναι και από τα βασικότερα που νομίζω πως έχει να δώσει σε κομμουνιστές στην Ελλάδα η συγκεκριμένη προσπάθεια:

Από θέμα πολιτικού προσανατολισμού εντός της κομμουνιστικής αριστεράς είμαστε σαφώς σε καλύτερη κατάσταση. Ωστόσο η κρίση κατέστησε σαφές ότι υπάρχει ζήτημα στο πώς πρέπει να λειτουργεί ο σύγχρονος επαναστατικός τύπος, ώστε να μείνει όρθιος αφενός και να μπορεί να προσελκύει αναγνώστες αφετέρου. Σε αυτό το ζήτημα η jW έχει να διδάξει αρκετά, αφού οι πρωτοβουλίες της είναι αρκετές και πολυεπίπεδες. Δε θ” αναφέρω εδώ αναλυτικά πράγματα.
Πυρήνας πάντως της λογικής της είναι οι συνδρομές της εφημερίδας, οι οποίες είναι πολύ ευέλικτες χρονικά και μπορούν να αφορούν είτε την έντυπη είτε την ηλεκτρονική έκδοση (ή και τις δύο). Συνδεδεμένο με τη συνδρομή είναι και το πόσο πίσω στο ιντερνετικό αρχείο της εφημερίδας μπορεί να κάνει κανείς αναζητήσεις και να διαβάσει άρθρα. Σημαντικό είναι και το e-shop που λειτουργεί στο site της.

Για όλους αυτούς του λόγους και με αφορμή τη συμπλήρωση 20 χρόνων από την εκκίνηση της «επανέκδοσης» της εφημερίδας, θα ακολουθήσουν οι μεταφράσεις κάποιων κειμένων της που δημοσιεύτηκαν τις τελευταίες εβδομάδες, στα πλαίσια των 20χρονων «γενεθλίων» της. Πρώτο από αυτά είναι μία συνέντευξη που δώσανε συντελεστές της εφημερίδας πριν λίγες μέρες για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της.

Όλη η θεματική ενότητα της εφημερίδας «Πασχαλινό θαύμα» που αφορά τα 20 χρόνια από την επανέκδοσή της βρίσκεται εδώ: http://www.jungewelt.de/bibliothek/dossier/191
————————————–

(1) Junge Welt σημαίνει «νέος κόσμος», με την έννοια του νεαρού όμως, του ορεξάτου.

(2) Για την ακρίβεια το SED (Sozialistische Einheitspartei Deutschlands) ήταν ένα κόμμα που προέκυψε από τη συνένωση του σοσιαλδημοκρατικού SPD και του κομμουνιστικού κόμματος KPD το 1946 στο κατεχόμενο από την ΕΣΣΔ κομμάτι της Γερμανίας. Στην πορεία εξελίχθηκε, προγραμματικά και καταστατικά, σε ΚΚ.

«Έμοιαζε ουτοπία πως η junge Welt θα υπήρχε για δεκαετίες ακόμη»

Στις 5 Απριλίου 1995 ανακοινώθηκε το τέλος της junge Welt (jW). Ακολούθησε το «πασχαλινό θαύμα». Το προσωπικό ανέλαβε την εφημερίδα και άρχισε να την εκδίδει μόνο του. Μια συζήτηση με τους Regina Sommer, Dietmar Koschmieder και Klaus Fischer (http://www.jungewelt.de/2015/04-04/008.php).

H Regina Sommer (R.S.) ξεκίνησε το 1976 να δουλεύει εθελοντικά στην jW. Μετά το πέρας των σπουδών της ξεκίνησε να δουλεύει το 1981 κανονικά στην εφημερίδα. Σήμερα είναι μέλος της συντακτικής επιτροπής και του επιχειρησιακού συμβουλίου της (1).

Ο Dietmar Koschmieder (D.K.) ξεκίνησε το 1991 σα συντάκτης στην εφημερίδα. Την περίoδο διάλυσης της DDR ήταν πρόεδρος του επιχειρησιακού συμβουλίου της. Σήμερα είναι διευθυντής των εκδόσεων «8 Μάη Α.Ε.».

Ο Klaus Fischer (K.F.) εργάζεται από το 1994 σα συντάκτης. Σήμερα είναι υπεύθυνος για το Οικονομικό, Εργατικό και Κοινωνικό Ρεπορτάζ.

Η Lena Keymann μόλις ξεκίνησε να δουλεύει κανονικά στην jW, ως συντάκτρια σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Είχε προηγηθεί ένα διάστημα που εργαζόταν ως εθελόντρια.

Ο Johannes Supe (J.S.) εργάζεται από τον Οκτώβρη του 2014 εθελοντικά στην jW.

“Κατεβάζουμε ρολά!” Με αυτό το πρωτοσέλιδο αναστάτωσε η jW τους αναγνώστες της στις 6/4/1995. Τη προηγούμενη είχε ανακοινωθεί το κλείσιμο της εφημερίδας. Η τελευταία καθημερινή αριστερή εφημερίδα επρόκειτο ν’ αποχαιρετήσει το εκδοτικό σκηνικό της ενιαίας Γερμανίας. Regina, Dietmar και Klaus: Συμμετείχατε τότε ήδη στη σύνταξη της εφημερίδας, ζήσατε από κοντά τις εξελίξεις. Πώς έφτασε η κατάσταση ως εκεί;






D.K.: To προσωπικό έμαθε για το κλείσιμο της εφημερίδας από το Ραδιόφωνο. Ακόμη κι εγώ ως πρόεδρος του επιχειρησιακού συμβουλίου τότε. Ότι η κατάσταση δε μπορούσε να συνεχίσει ως είχε, το καταλαβαίναμε όλοι από καιρό όμως. Η jW πουλήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 90 για ένα Μάρκο (0,50 Ευρώ) σε έναν όμιλο ΜΜΕ του Βερολίνου, ο οποίος έβγαζε κέρδη από την εφημερίδα, χωρίς να έχει καμία πρόθεση να επενδύσει σε αυτή. Θέλανε απλά να κάνουν μια αρπαχτή, όσο οι αναγνώστες θα ήταν διατεθειμένοι να συνεχίσουν να πληρώνουν. Κάθε εξάμηνο διπλασιαζόταν η τιμή πώλησης. Τους μηχανισμούς αυτούς αργήσαμε να τους πάρουμε χαμπάρι, γιατί κρύβονταν πίσω από περίπλοκες δομές και διοικητικά σχήματα. Λόγου χάρη: Είχε ανατεθεί σε μια εξωτερική εταιρεία να διαχειρίζεται τις αγγελίες που δημοσίευε η εφημερίδα. Ωστόσο ποτέ δεν ήρθαν έσοδα από αυτή. Αντίθετα η jW πλήρωνε τη συγκεκριμένη εταιρεία.

Οι ιδιοκτήτες δηλαδή δεν είχαν πρωταρχικό στόχο την έκδοση μιας αριστερής καθημερινής εφημερίδας;

D.K: Η εφημερίδα είχε πάψει από καιρό να έχει μια συνεπή αριστερή γραμμή. Και κανένας δε χρειαζόταν άλλη μία αριστεροφιλελεύθερη εφημερίδα, ουσιαστικά μια μικρή Taz (2). Γι αυτό μειώνονταν συνεχώς οι συνδρομητές μας. Μόλις το 1994, οπότε και ανέλαβε αρχισυντάκτης ο Hermann L. Gremliza, διαμορφώθηκε τουλάχιστον μια καθαρά αντικαπιταλιστική γραμμή πλεύσης, η οποία υποστηρίχθηκε με νέους δημοσιογράφους, «δυτικούς» και «ανατολικούς». Από άποψη περιεχομένου είχε ενδιαφέρον. Για να φτάσουμε όμως τις προσδοκίες κερδοφορίας των επιχειρηματιών δεν αρκούσε. Άλλωστε δεν είχε γίνει καμία προσπάθεια προσέλκυσης διαφημίσεων.

R.S.: Ήδη από το ‘92-‘93 άρχισαν να γίνονται αναλυτικές συζητήσεις ανάμεσα στους συναδέλφους για την εξέλιξη και τη γραμμή πλεύσης που θα έπρεπε/μπορούσε να έχει η εφημερίδα. Γιατί το έτος 1989 ήταν ένα ορόσημο, πάνω στο οποίο κι εμείς ως δημοσιογράφοι ήμασταν αναγκασμένοι να τοποθετηθούμε. Ωστόσο παραπέμπαμε τη συζήτηση συνεχώς για το μέλλον. Τους ιδιοκτήτες δεν τους ενδιέφερε να πάρει η εφημερίδα θέση απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις, ούτε την τότε αρχισυνταξία της εφημερίδας.

Οπότε με την αποχώρηση του επιχειρηματικού ομίλου το κάνατε προφανώς οι ίδιοι. Μόλις μία εβδομάδα μετά το ανακοινωμένο «τέλος» της jW, η εφημερίδα έδειξε σημεία ζωής με μία τετρασέλιδη «έκδοση θάρρους». Εκεί γράφετε με αρκετή αυτοπεποίθηση: «Εφεξής η jW θα εκδίδεται από τους ίδιους τους συντάκτες της». Πώς έγινε αυτό;

R.S.: Αμέσως μόλις ενημερωθήκαμε για το κλείσιμο, αρχίσαμε να συζητάμε πώς θα συνεχίσουμε. Γίνονταν συνεχείς συζητήσεις. Αρχικά έπρεπε να υπολογίσουμε αν υπήρχε κάποια πιθανότητα επιτυχίας, ποιός είχε πρόθεση να συμμετέχει στη προσπάθεια κ.ά. Και μετά απλά δουλεύαμε. Μέρα και νύχτα. Όταν τελικώς βγήκε αυτή η έκδοση, ένιωσα πλέον μεγάλη ανακούφιση.

D.K.: Η προσπάθεια ξεκίνησε ήδη από τη συνέντευξη τύπου που έδωσε η ιδιοκτήτρια εταιρεία. Σε αυτή μπορεί να μην είχα προσκληθεί ως επικεφαλής του επιχειρησιακού συμβουλίου, παρόλα αυτά εμφανίστηκα και τοποθετήθηκα. Αφού ανακοινώσανε το κλείσιμο της εφημερίδας πήρα τον λόγο, εξηγώντας πως η έκδοσή της θα συνεχιστεί. Με καθαρά δική μου πρωτοβουλία. Ήθελα να τους εκπλήξω. Ήδη τους προηγούμενους μήνες είχαμε κάνει μία αποτυχημένη προσπάθεια να αναλάβουμε την εφημερίδα. Μπορεί τότε να μην τα καταφέραμε, ωστόσο μπορέσαμε να αποκτήσουμε πρόσβαση σε οικονομικά στοιχεία. Είχαμε λοιπόν μία εικόνα για το τί ήταν εφικτό να γίνει. Ακολούθησαν πολυήμερες διαπραγματεύσεις με τη παλιά ιδιοκτήτρια εταιρεία, για τους συνδρομητές και για πολλά άλλα. Είχανε τους λόγους τους που έδειχναν ενδιαφέρον για να επιτρέψουν να συνεχίσουμε. Αναλάβαμε υποχρεώσεις της τάξης των 1,3 εκατομμυρίων Μάρκων. Για 10.000 Μάρκα αγοράσαμε τον τίτλο της εφημερίδας. Και το συμβόλαιο ανέφερε πως ότι είχε κάποια αξία θα επανερχόταν σε εκπρόσωπο της παλιάς ιδιοκτήτριας εταιρείας, εάν δεν αντέχαμε το πρώτο χρόνο λειτουργίας. Εξαιρετικά πιεστικές συνθήκες δηλαδή, τις οποίες όμως ήμασταν αναγκασμένοι ν’ αποδεχθούμε. Πολλοί συνάδελφοι θεωρούσαν αδύνατη την επιβίωση της εφημερίδας.

K.F.: Αρκετοί από τους συναδέλφους κάθε άλλο παρά ήταν ενθουσιασμένοι/αισιόδοξοι για το εγχείρημα. Η εβδομάδα που μεσολάβησε μέχρι την «έκδοση θάρρους» έμοιαζε με ολόκληρο χρόνο. Το καλό ήταν πως δεν εκκινούσαμε από το μηδέν. Είχαμε στα χέρια μας όλο το μηχανισμό μιας καθημερινής εφημερίδας. Πάνω απ’ όλα όμως είχαμε μια ευκαιρία. Ο πρόεδρός μας (o D.K.) πρώτος το είχε καταλάβει αυτό. Παρόλα αυτά όμως φάνταζε ουτοπικό πως η jW θα υπήρχε ακόμη για δεκαετίες.

Η ιδιοκτήτρια εταιρεία κατά την αποχώρησή της πήρε μαζί της κάθε αντικείμενο αξίας. «Τα FAX, οι εκτυπωτές, τα τηλέφωνα δεν άντεξαν την επιδρομή των κερδοσκόπων» γράφατε τότε. Πώς καταφέρατε σε τέτοιες συνθήκες να εκδώσετε εφημερίδα;

Κ.F.: Ένα πράγμα μας έλειπε παντελώς: Το χρήμα. Για τηλεφωνήματα «πεταγόμασταν στους γείτονες» – Ήμασταν τότε σε ένα μεγάλο κτίριο στο Treptow. Είχαμε απολέσει όλο το δίκτυο/σύστημα εσωτερικής επικοινωνίας των συντακτών. Οπότε δουλεύαμε με εντελώς απλοϊκά μέσα όπως το Word για την έκδοση και γενικώς αυτοσχεδιάζαμε. Ήμασταν μια «κοινωνία των post-it». Σιγά σιγά μπορέσαμε να τα ξαναλλάξουμε όλα αυτά. Κυρίως μας κράτησε η θέληση να συνεχίσουμε. Εκτός από τη δομή και το μηχανισμό μιας καθημερινής εφημερίδας, είχαμε και μια αρκετά καθαρή πολιτική κατεύθυνση, γύρω από την οποία θέλαμε να χτίσουμε.

Αυτό το ανέφερε και η Regina. Ποιά πολιτική γραμμή πλεύσης είχατε κατά νου, όταν αναλάβατε την jW;

K.F.: Σκοπός μας ήταν μια αριστερή καθημερινή εφημερίδα που θα περιλάμβανε και θα υπεράσπιζε τους Κομμουνιστές και τη Κομμουνιστική Ιδεολογία. Αυτή η κατεύθυνση κάθε άλλο παρά ήταν αυτονόητη. Διότι υπήρχαν πάρα πολλοί αριστεροί αντικομμουνιστές, όπως και ανάλογες εφημερίδες. Και σε εμάς υπήρχαν τέτοιες απόψεις. Παρ’ όλα αυτά αυτή η πολιτική κατεύθυνση επικράτησε. Πρέπει όμως να ξαναπούμε: Πρώτα απ’ όλα θέλαμε να συνεχίσουμε. Όλα τα υπόλοιπα, δηλαδή και η πολιτική γραμμή πλεύσης, εκείνη τη στιγμή έρχονταν δεύτερα. Διότι πέραν των άλλων έπρεπε να κερδίσουμε τους συναδέλφους, προκειμένου να συμμετάσχουν σ’ ένα εγχείρημα με σαφώς μειωμένες αποδοχές και εντελώς αβέβαιες προοπτικές.

R.S.: Υπήρχε μια πιο καθαρή πολιτική γραμμή σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια στην εφημερίδα. Ένα από τα βασικότερα ζητήματα ήταν η σχέση μας απέναντι στην DDR και την ιστορία της. Γνωρίζαμε πως ο κόσμος, εν όψει των επερχόμενων οικονομικών και κοινωνικών ανακατατάξεων, θα έψαχνε για προσανατολισμό. Και βλέπαμε την ευκαιρία να βοηθήσουμε σε αυτή την αναζήτηση.

Η «έκδοση θάρρους» εκπλήσσει με το στίγμα της. «Πενήντα χρόνια μετά τη παράδοση/διάλυση του 3ου Reich, οι κληρονόμοι του προσπαθούν να επεκτείνουν την επιρροή του NATO μέχρι τη Μόσχα», γράφατε τότε. Αυτό ειδικά σήμερα ακούγεται εξαιρετικά επίκαιρο.

K.F.: Ήδη με τη λεγόμενη «επανένωση» της χώρας στους μαρξιστές ήταν καθαρό, πως θ’ ακολουθήσουν πολλές άσχημες εξελίξεις. Ειδικά στο θέμα του πολέμου και της ειρήνης – το οποίο τότε πανηγυρίζανε πως «είχε λυθεί για πάντα». Ακολούθησαν ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία και επεμβάσεις όπως αυτή στο Αφγανιστάν. Ή σήμερα στην Ουκρανία. Δεν σε εκπλήσσουν τέτοιες εξελίξεις, όταν εκκινείς από μια μαρξιστική ανάλυση της πραγματικότητας. Ακριβώς αυτό προσπαθούμε κι εμείς από το 1995, αν και πολλές φορές είναι ιδιαίτερα δύσκολο και βρισκόμαστε μόνοι ως εφημερίδα. Μεταξύ μας πάντως: Παρόλα αυτά είμαι εντυπωσιασμένος, με το μένος και το θράσος που σήμερα ξαναγράφεται η ιστορία.

Το ξεσκέπασμα αυτών των θρασύδειλων ψεμάτων είναι εν τω μεταξύ επίσημη γραμμή της εφημερίδας. «Αυτοί ψεύδονται σαν τρελοί. Εμείς τρελαινόμαστε να το αποκαλύπτουμε» (3), είναι μία από τις «διαφημιστικές» καμπάνιες της jW, η οποία κοσμεί και το πλαϊνό τοίχο του κτιρίου που εδρεύει η εφημερίδα. Πριν από 20 χρόνια στην ίδια θέση υπήρχε η φράση του Che: «Να είμαστε ρεαλιστές. Να ζητάμε το αδύνατο». Προφανώς εδώ είχαμε κάποια εξέλιξη;

D.K.: Με το τωρινό μας σύνθημα προσπαθούμε να πιάσουμε επαφή με τις καθημερινές εμπειρίες των αναγνωστών μας. Αυτές πριν από 20 χρόνια ήταν πολύ διαφορετικές. Τότε πολλοί πίστευαν πως ό,τι δείχνει η “Tagesschau” (4) αντιπροσωπεύει τη πραγματικότητα. Σήμερα ο κόσμος υποψιάζεται πως τον κοροϊδεύουνε. Ακόμη και μη μαρξιστές αντιλαμβάνονται όλο και περισσότερο τα ΜΜΕ ως όργανα/μέσα της ταξικής κυριαρχίας των αστών. Γι’ αυτό και το συγκεκριμένο σύνθημα, όπως και συνολικά η jW, βρίσκει ανταπόκριση. Γιατί ο βασικός στόχος μας είναι ανάλυση της πραγματικότητας και των σημερινών συσχετισμών, ώστε παράλληλα να εξηγήσουμε πώς αυτοί μπορούν να αλλάξουν. Σε αυτή την προσπάθεια δε στοχεύουμε μόνο στους έτοιμους μαρξιστές. Το αναγνωστικό μας κοινό εν τω μεταξύ είναι πολύ ευρύτερο. Θέλουμε να μπορεί να μας διαβάσει οποιοσδήποτε σκέφτεται έξω από τα κυρίαρχα ιδεολογικά πρότυπα. Και επιθυμούμε οι αναγνώστες να ελέγχουν κριτικά, αν είναι αλήθεια ότι γράφεται στην jW.

Αντίθετα με την καθοδική πορεία της κυκλοφορίας των αστικών εφημερίδων, η πορεία της κυκλοφορίας της jW είναι ανοδική. Παρόλα αυτά η εφημερίδα παραμένει ένα μικρό μέγεθος. Μπορεί κάποιος σήμερα να αντιπαρατεθεί με αξιώσεις στα κυρίαρχα ιδεολογήματα, βρισκόμενος ταυτόχρονα σε «ανταγωνισμό» με άλλες «αριστερές» εφημερίδες;

D.K.: Στη σημερινή Γερμανία η μαρξιστική κοσμοθεώρηση δε μπορεί να γίνει πλειοψηφούσα. Αυτό δεν το επιτρέπουν οι κοινωνικοί και πολιτικοί συσχετισμοί. Ωστόσο, όπως είπατε κι εσείς: Είμαστε η μόνη παγγερμανικής κυκλοφορίας καθημερινή εφημερίδα που αυξάνει τις πωλήσεις της. Κι αν κάποιος θεωρεί εύκολο με τις θέσεις που έχουμε εμείς σαν εφημερίδα να έχει μια καθημερινή κυκλοφορία 18.500 φύλλων… ας το προσπαθήσει. Πόσο μάλιστα που το ιντερνετικό αναγνωστικό μας κοινό είναι ακόμη μεγαλύτερο. Βρισκόμαστε όμως στην εξής κατάσταση: Για την junge Welt είναι κρίσιμη η ύπαρξη ενός ισχυρού εξωκοινοβουλευτικού μαρξιστικού πολιτικού ρεύματος. Όμως τέτοιο δεν υφίσταται, ενώ οι διαμορφωμένες μαρξιστικές δυνάμεις είναι ελάχιστες. Αυτά μας επηρεάζουν πολύ περισσότερο απ’ ό,τι ο «ανταγωνισμός» λ.χ. με την “Neues Deutschland” (5). Τα παραπάνω συμπεριλαμβάνουν και το Die Linke. Βεβαίως, υπάρχουν δεσμοί με το συγκεκριμένο κόμμα. Και ιστορικά να το πάρει κανείς. Ευτυχώς όμως δεν έχουμε κάποια οργανική σχέση, δεν εξαρτόμαστε από αυτό. Είναι τρομακτικά όσα συμβαίνουν εκεί. Η πολιτική κατεύθυνση καθορίζεται κατά το δοκούν. Όλη η εξέλιξη του Die Linke μας στενοχωρεί ιδιαίτερα.

K.F.: Σε όποιον δε γνωρίζει την jW προτείνω να δοκιμάσει το εξής: Ας διαλέξει οποιοδήποτε θέμα, όπως την Ελλάδα, τη Λατινική Αμερική ή το οικονομικό πρόγραμμα Hartz 4. Ας βάλει πλάι πλάι τα σχετικά ρεπορτάζ της jW και της Frankfurter Allgemeine, της Süddeutsche Zeitung, οποιασδήποτε άλλης εφημερίδας κι ας τα συγκρίνει. Η διαφορά είναι τεράστια. Μπορεί κανείς να συμφωνήσει με τις απόψεις μας. Μπορεί να διαφωνήσει. Αλλά εύκολα θ’ αντιληφθεί ότι αυτή διαφέρει.

Ακόμη και άνθρωποι από την Ελβετία και την Αυστρία διαβάζουν την jW ακριβώς γι αυτή τη διαφορά, ενώ μπορεί να την προωθούν κι ενεργά. Υπάρχει συνολικά ένα αξιοσημείωτο δέσιμο των αναγνωστών με τη συγκεκριμένη εφημερίδα. Είχατε διαπιστώσει κάτι τέτοιο και το 1995;

R.S.: Όταν μαθεύτηκε ότι σταματά η έκδοση της jW, αμέσως άρχισε να καταφθάνει κόσμος στο πάρκο του Treptow και να ρωτά τί ακριβώς συμβαίνει. Τη Κυριακή 8 Απρίλη έγινε τότε ένα μάζεμα στο παλιό εστιατόριο του κτιρίου. Είχαν έρθει και γύρω στους 100 αναγνώστες, από το Αμβούργο, από τη Δρέσδη, φυσικά και από το Βερολίνο. Όλοι τους λέγανε: «Κάτι πρέπει να κάνουμε!». Όλη τη μέρα γίνονταν συζητήσεις για το πώς θα μπορούσε/έπρεπε να εξελιχθεί η εφημερίδα. Εκεί επικράτησε και το κλίμα πως πρέπει να συνεχίσουμε. Να νιώθεις πόσοι άνθρωποι ήταν έτοιμοι να συμβάλλουν – αυτό μου είχε κάνει από την πρώτη στιγμή μεγάλη εντύπωση.

D.K.: Ήταν προγραμματισμένη εκείνες τις μέρες μία συζήτηση για τη «πιθανότητα κατάρρευσης της παγκόσμιας οικονομίας, το λεγόμενο “οικονομικό big bang”». Μετά το κλείσιμο της εφημερίδας αυτή η εκδήλωση ήταν πλέον περιττή. Παρόλα αυτά τη διεξήγαμε, πλέον με θέμα «το big bang τηςjunge Welt». Είχαμε μεγάλη συμμετοχή, αλλά και μεγάλη υποστήριξη για τη θέση πως μια μαρξιστική καθημερινή εφημερίδα συνεχίζει να είναι απαραίτητη. Αυτό ήταν κρίσιμο, γιατί εκείνη τη περίοδο η αρχισυνταξία της εφημερίδας έλεγε πως «εμείς εκδίδουμε μεν μια αριστερή καθημερινή εφημερίδα, αλλά κανείς δε τη θέλει». Για τη χρηματοδότηση, από εκείνες τις μέρες άρχισε να συζητιέται η ιδέα μιας κολεκτίβας. Χωρίς την οικονομική υποστήριξη των αναγνωστών δε θα τα είχαμε καταφέρει. Τυπικά αυτή η μορφή άργησε ακόμη λίγο, αλλά τελικά ολοκληρώθηκε στις 7 Οκτωβρίου 1995.

Σήμερα υπάρχει χωριστό τμήμα για την υποστήριξη/επαφή με το ενεργό αναγνωστικό κοινό. Σε αυτό το κοινό έχετε βάλει ετούτες τις μέρες τον μεγαλύτερο στόχο στη νεότερη ιστορία της εφημερίδας: Να πουλήσει η πρωτομαγιάτικη έκδοσή της 150.000 φύλλα. Δεν είναι αυτός ένας υπερβολικά φιλόδοξος στόχος για μια μικρή εφημερίδα και τους υποστηρικτές της;

D.K.: Είμαι βέβαιος πως θα τα καταφέρουμε. Είναι η 3η χρονιά που κάνουμε μια παρόμοια καμπάνια και χάρη στις αναγνώστριες και τους αναγνώστες μας και τις προηγούμενες είχαμε πετύχει τους στόχους μας (μέχρι 100.000 είχαν φτάσει). Βασιζόμαστε σε αυτούς, γιατί μας λείπουν τα εκατομμύρια που απαιτούνται για διαφημίσεις σε Ραδιόφωνα και τηλεοράσεις. Εμείς το μόνο που έχουμε είναι η ενεργή στήριξη των αναγνωστών μας. Άλλωστε κι εκείνοι γνωρίζουν πως δεν έχουμε έσοδα από το κράτος, την Εκκλησία ή από επιχειρηματίες. Παρεμπιπτόντως, το αναγνωστικό μας κοινό είναι αρκετά ευρύ. Έχουμε νεολαίους και μεγαλύτερους, «δυτικούς» και «ανατολικούς», καλοπληρωμένους και κακοπληρωμένους. Τους ενώνει πως θέλουν μια άλλη κοινωνία, πως δεν αποδέχονται ως «αιώνιο» το σημερινό συσχετισμό δύναμης. Γι’ αυτό σας λέω: Φέτος απλά κάνουμε προπόνηση! Του χρόνου ετοιμαζόμαστε για ένα μεγάλο βήμα μπροστά. Τότε προγραμματίζουμε να ξεκινήσει να τυπώνεται η εφημερίδα και σε δεύτερο τυπογραφείο, σε άλλη τοποθεσία.

Αυτό σημαίνει πως και οι αναγνώστες μας θα παίρνουν την εφημερίδα στην ώρα της; Σε αρκετές περιοχές της Γερμανίας σήμερα φτάνει νωρίς το απόγευμα – και αν…

D.K.: Με τη δεύτερη τοποθεσία εκτύπωσης πιστεύουμε πως θα βελτιωθεί τουλάχιστον η κυκλοφορία στη νότια Γερμανία και στη περιοχή του Saar. Εδώ όμως υπάρχουν και θέματα, τα οποία δε μπορούμε να τα επηρεάσουμε ιδιαίτερα. Διότι την ίδια στιγμή που εμείς αυξάνουμε τη δραστηριότητά μας, οι υπόλοιπες εφημερίδες περιορίζουν τις δικές τους. Οπότε μειώνεται και το δίκτυο διανομής των εφημερίδων. Τουλάχιστον είμαστε τυχεροί ως προς αυτό: Για κάθε άλλη εφημερίδα θα ‘ταν καταστροφικό να αργεί να φτάσει στα περίπτερα. Η δική μας ακόμη κι έτσι αγοράζεται.

Ακόμη και στο μέλλον;

D.K.: Αυτό το εγχείρημα έχει μέλλον. Κι αυτό ισχύει και για την έντυπη έκδοση της jW. Αυτή θα συνεχίσουμε να την εξελίσσουμε, για να πάμε σε μια «αναγέννηση» της έντυπης εφημερίδας. Παράλληλα βέβαια θα συνεχίσουμε να αναπτύσσουμε και την ιντερνετική μας παρουσία. Υπάρχουν πολλά πράγματα που ξέρουμε πως πρέπει να γίνουν, αλλά λόγω έλλειψης προσωπικού και κεφαλαίου τα προχωράμε βήμα το βήμα. Καταβάλλουμε προσπάθειες αυτό ν’ αλλάξει, ωστόσο όλα είναι στενά συνδεδεμένα με την ανάπτυξη της έκδοσης υπό πληρωμή και της υποστήριξης των αναγνωστών μας.

K.F.: Έχουμε αρκετές ιδέες – κι έπειτα έχουμε και μία πραγματικότητα. Την ανάγκη να βγαίνει μια μαρξιστική εφημερίδα. Για να γίνει αυτό δεν αρκεί η θέληση και το φιλότιμο. Χρειάζεται να πείθουμε με στοιχεία. Κι αυτό κάθε μέρα πρέπει να το μαθαίνουμε ξανά. Εγώ αισιοδοξώ, γιατί έχουμε αρκετό νέο κόσμο να συμμετέχει στη σύνταξη της εφημερίδας. Γι αυτό και ξέρω: Η jungeWelt μετά από 20 χρόνια θα είναι ακόμη εδώ.

R.S.: Θα συμφωνήσω με τον Klaus. Οι νέοι συνάδελφοι μου δίνουν κι εμένα ελπίδα πως αυτό το εγχείρημα, που ξεκινήσαμε πριν από 20 χρόνια, θα συνεχίσει να υπάρχει και μελλοντικά.

(1) Betriebsrat. Όργανο των εργαζομένων μιας επιχείρησης, μέσω του οποίου συμμετέχουν –με δικαιώματα που καθορίζει η νομοθεσία- στη διοίκηση της επιχείρησης. Νομοθετήθηκαν στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Στη καπιταλιστική Γερμανία χρησιμοποιούνται για την ενσωμάτωση του εργατικού κινήματος.

(2) Die Tageszeitung. Κάτι σαν τη Γερμανική «Ελευθεροτυπία». Με έδρα το Δυτικό Βερολίνο και παραδοσιακή σχέση με τα διάφορα αυτοδιαχειριζόμενα εγχειρήματα.

(3) “Sie luegen wie gedruckt. Wir drucken, wie sie luegen!”. Δε μπορεί ν’ αποδοθεί ακριβώς…

(4) Tagesschau. Το παλιότερο και γνωστότερο δελτίο ειδήσεων της γερμανικής τηλεόρασης.

(5) Neues Deutschland. Όργανο της Κ.Ε. του SED επί DDR. Τώρα εφημερίδα που εκφράζει τις απόψεις του die Linke. Εκδίδεται καθημερινά.

........κι οι βαρκούλες αρμενίζανε!!!!!

 ........κι οι βαρκούλες αρμενίζανε!!!!!



  Σήμερα έχουμε... «επέτειο»! Αυτή η φωτογραφία τραβήχτηκε πριν από πέντε χρόνια, στις 23 Απρίλη του 2010.
 Ήταν τότε που ο Γιώργος Παπανδρέου, ως πρωθυπουργός της χώρας, από το Καστελόριζο, επιλέγοντας για φόντο τις βαρκούλες που αρμενίζανε, μας ανακοίνωσε την υπαγωγή της Ελλάδας στη δίνη των Μνημονίων.

 Ήταν τότε που η εγχώρια πλουτοκρατία, οι τραπεζίτες, οι βιομήχανοι, οι εργολάβοι, έθεταν σε εφαρμογή το σχέδιό τους για τη μεταβίβαση των βαρών της καπιταλιστικής κρίσης - της δικής τους κρίσης - πάνω στις πλάτες του ελληνικού λαού.

 Όπως μας είπαν τότε οι κυβερνώντες και τα φερέφωνά τους, για τα μνημονιακά μαρτύρια του ελληνικού λαού (που συνεχίζονται ακατάπαυστα και που μέσα από αυτά προωθούνται όλα τα αντιδραστικά μέτρα που είχαν προσχεδιάσει εδώ και χρόνια αλλά μέχρι τώρα δεν τολμούσαν να εφαρμόσουν), έφταιγε ότι τα «σπρεντς» είχαν φτάσει τις 600 μονάδες...

 Αλλά σήμερα, πέντε χρόνια μετά - και μετά από τόση «σωτηρία» - τα «σπρεντς» είναι στις... 1.335 μονάδες!

  Μας είχαν πει, τότε, πως η πολιτική τους στόχευε στη μείωση του χρέους, επειδή το χρέος είχε φτάσει στο 125% του ΑΕΠ.

 Αλλά σήμερα, πέντε χρόνια μετά - και μετά από τόση «σωτηρία» - το χρέος είναι στο... 175% του ΑΕΠ!
 Τότε, όμως, το καθεστώς που γεννάει Μνημόνια, μας είπε και μια αλήθεια: «Βρισκόμαστε σε μια δύσκολη πορεία, μια νέα Οδύσσεια για τον Ελληνισμό», ήταν τα λόγια του Παπανδρέου.

 Πράγματι. Αλλά με την εξής διαφορά: Για τον Οδυσσέα υπήρξε Ιθάκη. Για τον ελληνικό λαό εφόσον αυτή πορεία συνεχίζεται, υπάρχει μια αέναη «Οδύσσεια». Δεν υπάρχει Ιθάκη. Υπάρχουν μόνο Κύκλωπες και Λαιστρυγόνες.

 Οι κυβερνώντες από Παπανδρέου και Παπαδήμο, μέχρι Σαμαρά και Βενιζέλο, μας είπαν τότε: Ζήστε χωρίς μισθούς, χωρίς συντάξεις, χωρίς δουλειά, χωρίς θέρμανση, χωρίς ελπίδα, και εκεί κατά το 2057 (σύμφωνα με τις δανειακές συμβάσεις και με τα PSI), το χρέος - που άλλοι το δημιούργησαν και ο λαός το πληρώνει - θα ξαναπάει στο 125% του ΑΕΠ!


    Προσέξτε, δηλαδή, τι μας είπαν:

 Ότι ο ελληνικός λαός - αν και εφόσον «όλα πάνε καλά» - εκείνο που έχει να περιμένει… πέντε δεκαετίες μετά από το διάγγελμα του Παπανδρέου, είναι ότι οι «σωτήρες» θα τον έχουν ξαναγυρίσει στην ίδια θέση που ήταν το 2010! Στην ίδια κατάσταση!

 Προσέξτε: Μετά από τόσα μνημόνια, τόσους εφαρμοστικούς, τόσα μεσοπρόθεσμα, τόσες περικοπές, τόσες κλοπές, τόσα λουκέτα, τόση ανεργία, τόση δυστυχία, εκείνο που μας «υποσχέθηκαν» ήταν ότι αφού θα μας έχουν λεηλατήσει, αφού θα μας έχουν εξαθλιώσει, αφού θα μας έχουν μετατρέψει σε κανονικούς είλωτες, έτσι, λεηλατημένους, εξαθλιωμένους και είλωτες, με κατεστραμμένες δυο γενιές Ελλήνων, η Ελλάδα θα έχει οδηγηθεί στο ίδιο σημείο απ' όπου ξεκίνησαν τα μαρτύρια!

 Αυτός είναι ο δρόμος τους, ο «μονόδρομός» τους. Αυτή είναι η «ευεργεσία» και η «σωτηρία»: Η… υπόσχεση πως μέσα από αυτή την πολιτική, στις 23 Απρίλη του... 2057 θα έχουμε επιστρέψει στο... Καστελόριζο!
  Όμως, τα πράγματα είναι πλέον ξεκάθαρα - και για να μην κοροϊδευόμαστε:

Αν μετονομάσουμε αυτούς που έσκαψαν την τάφρο για τον ελληνικό λαό σε «θεσμούς»,
αν διαπραγματευόμενοι και όχι αρνούμενοι την τάφρο,
αν πληρώνοντας «αέναα» και στο «διηνεκές» όπως λέει ο Βαρουφάκης τα χρέη της ολιγαρχίας,
αν βαφτίζοντας τις δανειακές συμβάσεις σαν «γέφυρα»,
αν μετονομάζοντας τα χαράτσια και τις Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου σαν «πατριωτισμό»,
αν αναγορεύοντας την παγιοποίηση της χρεοκοπίας και την φτωχοποίηση σε «έντιμο συμβιβασμό»,
αν – με δυο λόγια - επιτρέψουμε να συνεχίζεται πάνω – κάτω το ίδιο «έργο» και παραιτηθούμε από το αίτημα της πλήρους, οριστικής, άμεσης, αδιαπραγμάτευτης κατάργησης και αποκατάστασης των εγκλημάτων του Μνημονίου, τότε ένα είναι απολύτως βέβαιο:

Το όποιο διάγγελμα στις 23 Απρίλη του απώτερου μέλλοντος, δεν θα είμαστε εδώ για να το απολαύσουμε. Γιατί στο μεταξύ θα έχουμε γονατίσει σε σημείο αφανισμού. Κι εμείς (σίγουρα), αλλά και τα παιδιά μας, και το Καστελόριζο και η Ελλάδα ολόκληρη.

 Νίκος Μπογιόπουλος:

enikos.gr

Γιούρι Λεβιτάν: Η φωνή του πολέμου

 Γιούρι Λεβιτάν: Η φωνή του πολέμου

Ο Χίτλερ θεωρούσε τον εκφωνητή του ραδιοφώνου της ΕΣΣΔ, Γιούρι Λεβιτάν, προσωπικό εχθρό του και για «το κεφάλι του» είχε ορίσει αμοιβή 250 χιλ. μάρκων. Απίστευτο κι όμως αληθινό, ο Στάλιν στη λίστα ήταν στη δεύτερη θέση.
Γιούρι Λεβιτάν στη δουλειά, Μόσχα, 1941. Πηγή: TASS
___
Με τη φωνή του εκφωνητή του ραδιοφώνου της ΕΣΣΔ, Γιούρι Λεβιτάν, ανακοινώθηκαν τα σημαντικότερα γεγονότα που συνέβησαν στην ΕΣΣΔ στα μέσα του 20ου αιώνα και κατά πρώτο λόγο όσα αφορούσαν τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο.

Γιός ράφτη και νοικοκυράς, ο Γιούρι Λεβιτάν στην τελευταία τάξη του σχολείου ήρθε από το Βλαντίμιρ στη Μόσχα φιλοδοξώντας να γίνει ένας μεγάλος καλλιτέχνης. Στο θεατρικό ινστιτούτο δεν τον δέχτηκαν λόγω της επαρχιώτικης ομιλίας του, ωστόσο, τον πήραν στην ομάδα εκφωνητών του ραδιοφώνου την οποία δημιουργούσε ο γνωστός ηθοποιός του θεάτρου, Βασίλι Κατσάλοφ.

Η πορεία του 19χρονου Λεβιτάν, ο οποίος μόλις άρχιζε να δοκιμάζει τις δυνάμεις του στο ραδιόφωνο, καθορίστηκε πολύ γρήγορα, τον Ιανουάριο του 1934. Ακούγοντας τη φωνή του στο ραδιόφωνο, ο Στάλιν τηλεφώνησε στον πρόεδρο της Επιτροπής Ραδιοφώνου και απαίτησε ώστε συγκεκριμένα αυτός ο εκφωνητής να διαβάζει από το ραδιόφωνο τις εισηγήσεις και ανακοινώσεις του. Έτσι, ο μαθητευόμενος Γιούρι Λεβιτάν, χάρις στη σπάνια χροιά και εκφραστικότητα της φωνής του, έγινε ο βασικός εκφωνητής της Σοβιετικής Ένωσης.

«Προσοχή! Ομιλεί η Μόσχα!»

Ο Γιούρι Λεβιτάν ανακοινώνει την έναρξη του πολέμου, 22 Ιουνίου, 1941. Πηγή: YouTube

Το πρωί της 22ας Ιουνίου του 1941 το τηλέφωνο στην Επιτροπή Ραδιοφώνου είχε ανάψει από τις κλήσεις από το Κίεβο και το Μινσκ, στις οποίες ανέφεραν για την αιφνιδιαστική εισβολή της φασιστικής Γερμανίας. Στη Μόσχα φοβούνταν την πιθανότητα να είναι προβοκάτσιες, αλλά τον Λεβιτάν τον κάλεσαν καλού κακού στη δουλειά. Σύντομα, ο στρατιωτικός ταχυδρόμος έφερε ένα πακέτο μέσα στο οποίο ήταν ένα φύλλο με δυο προτάσεις γραμμένες σε αυτό, οι οποίες έπρεπε να αναγνωστούν στον αέρα: «Στις 12 η ώρα το πρωί θα μεταδοθεί σημαντική κυβερνητική ανακοίνωση».

«Προσοχή! Ομιλεί η Μόσχα! Πολίτες της Σοβιετικής Ένωσης! Μεταδίδουμε ανακοίνωση της Σοβιετικής κυβέρνησης. Σήμερα στις 4 η ώρα του πρωί, χωρίς την προβολή οποιωνδήποτε αξιώσεων προς τη Σοβιετική Ένωση, χωρίς κήρυξη πολέμου, τα γερμανικά στρατεύματα επιτέθηκαν στη χώρα μας...», πληροφόρησε τη χώρα ο Γιούρι Λεβιτάν.

Ξεκινώντας από το φθινόπωρο του 1941, τις λέξεις «Ομιλεί η Μόσχα», ο Λεβιτάν τις πρόφερε από το Σβερντλόβσκ. Αυτό οφείλονταν στο γεγονός ότι όλοι οι πυλώνες λήψης/μετάδοσης ραδιοφωνικών σημάτων κοντά στη Μόσχα στάθηκε αναγκαίο να αποσυναρμολογηθούν διότι οι Γερμανοί τους χρησιμοποιούσαν σαν «φάρους» για τους βομβαρδισμούς. Τις διαταγές του Ανώτατου διοικητή της χώρας και τα πολεμικά ανακοινωθέντα του Σοβιετικού γραφείου ενημέρωσης ο Λεβιτάν τα λάμβανε τηλεφωνικώς. Το Μάρτιο του ΄43 μετέφεραν τον Λεβιτάν στο Κούιμπισεφ, όπου είχε εγκατασταθεί η Επιτροπή Ραδιοφώνου. Όμως, μέχρι το τέλος του πολέμου, όλοι ήταν σίγουροι πως η φωνή του ακουγόταν από την πρωτεύουσα. Το γεγονός ότι ο Λεβιτάν εργαζόταν στο Σβερντλόβσκ έπαψε να είναι απόρρητο μόνο ύστερα από 25 χρόνια.

Φωνή του Λεβιτάν, 1945. Πηγή: YouTube

Στις 9 Μαΐου 1945 κάλεσαν τον Λεβιτάν στο Κρεμλίνο και του παρέδωσαν το κείμενο της ανακοίνωσης του Στάλιν για τη νίκη κατά της ναζιστικής Γερμανίας. Έπρεπε να το διαβάσει μετά από 35 λεπτά. Προκειμένου να φτάσει στο στούντιο έπρεπε να διασχίσει την Κόκκινη πλατεία, αλλά αυτή είχε κυριευτεί από μια λαοθάλασσα. Ο Λεβιτάν θυμάται: «“Σύντροφοι -φωνάζω- αφήστε να περάσουμε, πάμε σε δουλειά!”. Και αυτοί μας απαντούν: “Ποιες δουλειές τώρα! Σε λίγο ο Λεβιτάν θα μεταδώσει απ’ το ράδιο την ανακοίνωση της νίκης. Καθίστε όπως όλοι και ακούστε!”. Αναγκάστηκα να επιστρέψω γρήγορα στο Κρεμλίνο, το οποίο είχε το δικό του ραδιοσταθμό». Στις 21:45 ο Λεβιτάν έσπασε τη σφραγίδα από βουλοκέρι, άνοιξε το πακέτο και διάβασε: «Ομιλεί η Μόσχα! Η φασιστική Γερμανία συνετρίβη!».

Στα χρόνια του πολέμου, από το ΄41 ως το ΄45, ο Λεβιτάν ανέγνωσε περισσότερα από 2000 δελτία και ανακοινωθέντα του Σοβιετικού γραφείου ενημέρωσης. Εγγραφές τότε δεν γίνονταν, και τη δεκαετία του ΄50 ζήτησαν από τον Γιούρι Μπορίσοβιτς να απαγγείλει ξανά σε μαγνητοταινία ένα μέρος από αυτά τα ανακοινωθέντα και τις ειδήσεις, για την ιστορία.

«Δεν μπορώ να απογοητεύσω τους ανθρώπους. Με περιμένουν»

Πρώτη φορά ο Λεβιτάν αισθάνθηκε ενοχλήσεις στην καρδιά του το ΄45, την ώρα που διάβαζε στον αέρα υλικό σχετικά με το Άουσβιτς. Πέθανε από καρδιακή προσβολή, αλλά ύστερα από σχεδόν 40 χρόνια, στην Πρόχοροβκα το 1983, στη διάρκεια των εορτασμών της επετείου της μάχης του Κουρσκ. Έως εκείνη τη στιγμή ο πρώτος εκφωνητής «όλων των ραδιοφωνικών σταθμών της Σοβιετικής Ένωσης» είχε προλάβει να διαβάσει από τα στούντιο στην Κόκκινη πλατεία ένα πλήθος από ανακοινώσεις της κυβέρνησης και ρεπορτάζ, να κάνει γνωστή σε όλο τον κόσμο την πρώτη πτήση του ανθρώπου στο διάστημα...

Πριν από την αναχώρηση για την Πρόχοροβκα ο Γιούρι Λεβιτάν παραπονέθηκε σε φίλους για πόνους στην καρδιά, αλλά σε όλες τις προσπάθειες να τον αποτρέψουν από το ταξίδι, απαντούσε λακωνικά: «Δεν μπορώ να απογοητεύσω τους ανθρώπους. Με περιμένουν».
Πηγή: Σύγχρονη Ρωσία

ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΚΑΤΩ ΠΑΥΛΙΑΝΑΣ ΓΙΑ ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ


Το Διοικητικό συμβούλιο του Πολιτιστικού Συλλόγου της Κάτω Παυλιάνας σας
προσκαλεί στην ΗΜΕΡΙΔΑ - ΕΚΔΗΛΩΣΗ που θα πραγματοποιηθεί το
ΣΑΒΒΑΤΟ 25 ΑΠΡΙΛΙΟΥ και Ω/19.00΄στην αίθουσα του Πολιτιστικού
συλλόγου.
Με θέμα : Οι κοινωνικο-οικονομικές αναδιαρθρώσεις και η
αντανάκλαση τους στο νέο άνθρωπο.


Το θέμα θα παρουσιάσει: Ο Ηλίας Μιχαλαρέας, Δρ. Ψυχολογίας, Δρ.
Κοινωνικής Γεωγραφίας, Επιστημονικά Υπεύθυνος της Μονάδας
απεξάρτησης της Ψυχιατρικής κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου
Κέρκυρας.
Κατά την διάρκεια της εκδήλωσης θα γίνει συζήτηση επί ερωτημάτων που θα τεθούν
από τους παρευρισκόμενους.

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ 

Χαρίζουν στο κεφάλαιο, «γδέρνουν» το λαό...

Χαρίζουν στο κεφάλαιο, «γδέρνουν» το λαό...
Μπορεί η απαράδεκτη διαδικασία των Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου (ΠΝΠ) να έγινε «ψωμοτύρι» από την προηγούμενη συγκυβέρνηση, ωστόσο φαίνεται πως η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ έχει βαλθεί να ξεπεράσει τους προκατόχους της: Μέσα σε ένα μήνα έφερε όχι μόνο μία, αλλά δύο ΠΝΠ, υιοθετώντας πλήρως τις διαδικασίες που μέχρι χτες κατάγγελλε, δηλαδή την πρακτική «πρώτα δημοσιεύουμε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης και μετά... συζητάμε και επικυρώνουμε».
Τι έγινε, λοιπόν; Γιατί από κει που μέχρι χτες, ως αξιωματική αντιπολίτευση, αλλά και στις προγραμματικές τους δηλώσεις ως κυβέρνηση, μας έλεγαν ότι δεν πρόκειται να φέρουν ούτε μισή Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, τους έπιασε τώρα τέτοια πρεμούρα; Ποιος ο λόγος της βιασύνης; Μια ματιά στο ίδιο το περιεχόμενο των δύο Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου είναι κάτι παραπάνω από αποκαλυπτική: Αυτό που τους «τρώει» είναι το ίδιο που έτρωγε και θα τρώει κάθε αστική διακυβέρνηση, η εξυπηρέτηση με κάθε τρόπο των αναγκών του κεφαλαίου, με παράλληλη ένταση της αντιλαϊκής πολιτικής. Την ώρα που η πρώτη ΠΝΠ χαρίζει εκατομμύρια στο κεφάλαιο, έρχεται η δεύτερη και βάζει πιο βαθιά «χέρι» στα ταμειακά διαθέσιμα των δημόσιων οργανισμών, για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των δανειστών και άλλες λειτουργικές ανάγκες του κράτους, χωρίς να θίξει στο ελάχιστο τα συμφέροντα των μονοπωλίων.
***
Αναλυτικότερα, η πρώτη Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ (δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ αρ. φύλλου 35/27.3.2015, προγραμματίστηκε να συζητηθεί στη Βουλή στις 20 Απρίλη - δηλ. σχεδόν μετά από ένα μήνα - ωστόσο... η συζήτησή της αναβλήθηκε «μυστηριωδώς»), προβλέπει διαγραφές μέχρι και στο 100% προστίμων, τόκων και κάθε είδους προσαυξήσεων που έχουν επιβληθεί σε ισχυρούς επιχειρηματικούς ομίλους για παραβάσεις όπως λαθρεμπόριο, έκδοση πλαστών και εικονικών τιμολογίων, απόκρυψη φορολογητέας ύλης, μη απόδοση ΦΠΑ και ειδικών φόρων κ.ά.
Το Μέγαρο Μαξίμου είχε ήδη φροντίσει να εντάξει τους μεγαλοοφειλέτες στο νομοσχέδιο των «100 δόσεων» για τις «ληξιπρόθεσμες οφειλές» προς την Εφορία, καταργώντας το ανώτατο όριο οφειλών ύψους 1 εκατομμυρίου ευρώ που προέβλεπε η αντίστοιχη ρύθμιση της προηγούμενης συγκυβέρνησης, χαρίζοντας έτσι εκατομμύρια ευρώ από τα χρέη του κεφαλαίου (μέσω του «κουρέματος» των προσαυξήσεων που έχουν συγκεντρώσει οι μεγαλοοφειλέτες).
Δεν είχε προβλέψει, ωστόσο, την ένταξη στην εν λόγω ρύθμιση και των προστίμων για τις κραυγαλέες και προκλητικές φορολογικές και τελωνειακές παραβάσεις του κεφαλαίου που περιγράφονται παραπάνω. «Παράλειψη» που ήρθε να διορθώσει μια Παρασκευή απόγευμα η πρώτη Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της νέας συγκυβέρνησης...
***
Την ίδια ώρα, η δεύτερη Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της συγκυβέρνησης (δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 41/20.4.2015 και μπήκε χτες για συζήτηση και κύρωση κατόπιν εορτής στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή), με γνώμονα αφενός τη δέσμευσή της στην αποπληρωμή του κρατικού χρέους «στο ακέραιο, εγκαίρως και... στο διηνεκές» και αφετέρου στο να μην πειράξει ούτε «τρίχα» από την κερδοφορία του κεφαλαίου, προχωρά στην υποχρεωτική δέσμευση των ταμειακών διαθέσιμων δήμων, περιφερειών και άλλων δημόσιων οργανισμών και τη μεταφορά τους στην Τράπεζα της Ελλάδας. Η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου έχει αναδρομική ισχύ (από τις 17 Μάρτη). Το αστικό κράτος θα έχει τη δυνατότητα να δεσμεύει τα εν λόγω ποσά μέσω αλλεπάλληλων ανανεώσεων, ενώ από την υποχρεωτική δέσμευση διαθέσιμων εξαιρούνται μόνο τα κεφάλαια που απαιτούνται για την κάλυψη των ταμειακών αναγκών των δημόσιων φορέων για το επόμενο δεκαπενθήμερο, δηλαδή ούτε καν για τις ανάγκες μισθοδοσίας του μήνα και τις άλλες λειτουργικές ανάγκες...
Οσο και αν η κυβέρνηση επιχειρεί να αποπροσανατολίσει για τον βαθιά αντιλαϊκό χαρακτήρα και αυτής της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, λέγοντας ότι «δίνει ένα επιπλέον όπλο στη δύσκολη διαπραγμάτευση, απέναντι στα προβλήματα ρευστότητας» και ότι «δε δημιουργεί πρόβλημα στους δημόσιους φορείς», η αλήθεια είναι ότι τις συνέπειες και αυτής της κίνησης, η οποία έρχεται να προστεθεί στη σοβαρή υποχρηματοδότηση των τοπικών διοικήσεων και των δημόσιων δομών που έχουν σχέση με την κάλυψη λαϊκών αναγκών, θα τις «λουστούν» και πάλι οι εργαζόμενοι και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Δήμοι, Περιφέρειες και άλλοι δημόσιοι οργανισμοί δε θα έχουν να πληρώσουν εργαζόμενους, δε θα μπορούν να λειτουργήσουν υπηρεσίες που αφορούν λαϊκές ανάγκες, θα καταφεύγουν όλο και περισσότερο στις γνωστές «λύσεις» των «ανταποδοτικών» χαρατσιών και της παράδοσης υπηρεσιών σε ιδιώτες. Κόντρα στους ισχυρισμούς του Μαξίμου ότι με τη δέσμευση των ταμειακών διαθέσιμων «η ελληνική κυβέρνηση κάνει ό,τι χρειάζεται έτσι ώστε να διασφαλίζονται οι μισθοί, οι συντάξεις και όλη η κάλυψη των λειτουργικών δαπανών», ο λαός στην πραγματικότητα οδηγείται σε διλήμματα του τύπου «να έχει παιδικό σταθμό το παιδί ή να πάρει σύνταξη ο παππούς;», «να πληρωθούν μισθοί ή να λειτουργούν τα έτσι κι αλλιώς πετσοκομμένα προγράμματα πρόνοιας;» κ.ο.κ...
***
Καμιά ανοχή δεν πρέπει να υπάρξει στις διάφορες «εκκλήσεις» τόσο της συγκυβέρνησης όσο και διαφόρων - αντιδρώντων στην ΠΝΠ υποτίθεται! - δημάρχων, περιφερειαρχών κ.τ.λ., για «να βάλουμε όλοι πλάτη αν χρειαστεί για να μην πάει η χώρα στα βράχια».
Οι δύο Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου δίπλα - δίπλα πραγματικά βγάζουν μάτι... για το ποιος καλείται να «βάλει πλάτη» για ποιον: Από τη μια χαρίζονται εκατομμύρια ευρώ από τα πρόστιμα και τις προσαυξήσεις που έχουν επιβληθεί στο κεφάλαιο και τους μεγαλοοφειλέτες (και ενώ στα σκαριά είναι ήδη και νέα αντίστοιχα «δωράκια», βλ. π.χ. μείωση βιομηχανικού ενεργειακού κόστους) και από την άλλη προωθείται παραπέρα ο αντιλαϊκός «εσωτερικός δανεισμός», με υποχρεωτική δέσμευση των ταμειακών διαθέσιμων δημόσιων οργανισμών, χρημάτων δηλαδή που έχει πληρώσει ο λαός από το υστέρημά του και τη φοροεπιδρομή όλων των προηγούμενων χρόνων...

Στο στόχαστρο οι κλαδικοί μισθοί

Στο στόχαστρο οι κλαδικοί μισθοί


Το σχέδιο νόμου για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και τον κατώτερο μισθό που ετοιμάζει η κυβέρνηση, σύμφωνα με όσα βλέπουν το φως της δημοσιότητας, πρέπει να σημάνει συναγερμό στους εργαζόμενους.
Καταρχήν, η κυβέρνηση, αντί να νομοθετήσει άμεσα την επαναφορά του κατώτερου μισθού στα 751 ευρώ μεικτά, όπως έταζε προεκλογικά για να κλέψει ψήφους, παρέπεμψε το όλο θέμα στον «κοινωνικό διάλογο», όπου οι εργοδότες παζαρεύουν ισχυρά ανταλλάγματα.
Δεύτερον, με τη μεθόδευση αυτή, η κυβέρνηση έσπρωξε χρονικά προς τα πίσω την όποια νομοθετική πρωτοβουλία, η οποία επιπλέον, όπως όλα δείχνουν, εξαρτάται άμεσα από τη «μεγάλη διαπραγμάτευση με τους εταίρους», με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το χρόνο και για το περιεχόμενο του νόμου που θα φτάσει (αν φτάσει) τελικά στη Βουλή. Προσφέροντας, ταυτόχρονα, χρόνο στην εργοδοσία να διαμορφώσει στην πράξη ένα ακόμα χειρότερο πλαίσιο.
Η σοβαρότερη διάσταση, όμως, αποκαλύπτεται όταν ο προβολέας φύγει από εκείνα που λέει ότι θα κάνει η κυβέρνηση για τον κατώτερο μισθό και πέσει σ' εκείνα που δεν λέει ότι θα κάνει για τις κλαδικές Συμβάσεις.
Από το σχέδιο νόμου που διέρρευσε από την κυβέρνηση με τη μορφή «άτυπης ενημέρωσης», γίνεται φανερό ότι αυτό δεν επαναφέρει ούτε ένα μέρος από τις τεράστιες απώλειες στους κλαδικούς μισθούς που είχαν οι εργαζόμενοι την πενταετία της κρίσης, όσο κι αν η κυβέρνηση προσπαθεί να διασκεδάσει τις εντυπώσεις με την επαναλειτουργία του ΟΜΕΔ.
Ακόμα χειρότερα, οι διατάξεις που αφορούν τις κλαδικές Συμβάσεις δεν κατοχυρώνουν ούτε τις ωριμάνσεις, ούτε τις πολυετίες που είχαν διανυθεί μέχρι το 2012 για τον κάθε εργαζόμενο ξεχωριστά. Δηλαδή, οι διαπραγματεύσεις για να καθοριστούν οι νέοι κλαδικοί μισθοί ξεκινούν κυριολεκτικά από «μηδενική βάση».
Πιο συγκεκριμένα, το σχέδιο νόμου ορίζει ότι: «Συλλογικές συμβάσεις εργασίας και διαιτητικές αποφάσεις που έληξαν κατ' εφαρμογή του άρθρου 2 της ΠΥΣ 6/2012 δεν αναβιώνουν». Με άλλα λόγια, ο εργάσιμος χρόνος, που είχε διανύσει κάθε εργαζόμενος πριν από το 2012, δεν θα «μετράει» στο νέο κλαδικό μισθό του και η όποια σχετική ρύθμιση επαφίεται στις διαθέσεις του εργοδότη και στο αποτέλεσμα της συλλογικής διαπραγμάτευσης.
Υπάρχουν, όμως, κι άλλα σκοτεινά - τουλάχιστον - σημεία στο σχέδιο νόμου. Για παράδειγμα, απαλείφεται ολόκληρο το άρθρο 7 του νόμου 1876/1990, το οποίο όριζε ρητά πως οι ατομικές Συμβάσεις ήταν επικρατέστερες μόνο στις περιπτώσεις που είχαν καλύτερους όρους για τους εργαζόμενους. Αν ισχύσει κάτι τέτοιο, τότε οι κλαδικές Συμβάσεις θα ακυρώνονται στην πράξη ό,τι και να περιλαμβάνουν με την καθιέρωση ατομικών Συμβάσεων από τους εργοδότες.
Εξίσου ανησυχητική είναι η απάλειψη, από το άρθρο 10 του ίδιου νόμου, της διάταξης που ρητά όριζε ότι σε περίπτωση «συρροής» (σ.σ. ένας εργαζόμενος καλύπτεται από δύο ή περισσότερες Συμβάσεις) ισχύει η ευνοϊκότερη. Το ίδιο και για το σχετικό άρθρο που δίνει ώθηση στη δημιουργία Επαγγελματικών Ταμείων, δηλαδή στην ιδιωτική ασφάλιση.
Αυτό που τελικά επιβεβαιώνεται είναι ότι με την παρέμβαση που σχεδιάζει σε κατώτερο μισθό και εργασιακά η κυβέρνηση όχι μόνο δίνει λίγα ψίχουλα στον κατώτερο μισθό (και αυτά με δόσεις) αλλά την ίδια στιγμή εξασφαλίζει στο κεφάλαιο ότι οι κλαδικοί μισθοί θα κρατηθούν σε όσο γίνεται πιο χαμηλά επίπεδα, συγκλίνοντας σταδιακά στο όριο του κατώτερου. Εκεί βρίσκεται, άλλωστε, και το «ψαχνό» για τους καπιταλιστές: Στους κλαδικούς μισθούς, που αφορούν 8 στους 10 εργαζόμενους και που κινδυνεύουν από μεγάλη «σφαγή»...

TOP READ