2 Σεπ 2012

Ντοκουμέντο Λευκής Τρομοκρατίας


Ντοκουμέντο Λευκής Τρομοκρατίας

Το παρακάτω φωτογραφικό ντοκουμέντο προέρχεται από τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις με το κωδικό όνομα "Περιστέρα" που διενεργήθηκαν στην περιοχή της Πελοποννήσου. Πρόκειται για απόκομμα άγνωστης εφημερίδας (πιθανότατα τοπικής αφού οι μεγάλες Αθηναϊκές δεν την εμφανίζουν) στο οποίο εικονίζεται το σώμα του επιτελή του ΔΣΠ Κώστα Ξυδέα που σκοτώθηκε σε επιχειρήσεις το 1949 από υπέρτερες δυνάμεις του αντιπάλου. Η φωτογραφία είναι χαρακτηριστική των ωμοτήτων της δεξιάς και του κέντρου της εποχής και τραβήχτηκε στην Καλαμάτα έξω από το ξενοδοχείο "Πανελλήνιον".


και οπως λεει και η σ.Λιανα...ΣΑΔΟΜΑΖΩΧΙΣΜΟΣ


Bona fides και τα φίδια που μας ζώσανε. 

«Ο εκμεταλλευόμενος την κουφότητα και την απειρία του άλλου υποχρεούται σε αποζημίωση».χα χα χα

 Αυτό το άρθρο του αστικού μας κώδικα που ο αείμνηστος πατέρας μου αποκαλούσε άρθρο νάυλον, δηλαδή αυτό που έχει εφαρμογή ως γενική αρχή του δικαίου εναντίον όλων των πάσης φύσης και μορφής κατεργαραίων, απατεώνων κ.λπ. γυρνάει στο κεφάλι μου πολύν καιρό. Ειδικά όταν ακούω τον μετεκλογικό λόγο κομμάτων και πολιτικών που βρέθηκαν σε θέση, αντί να καταβάλλουν, να εισπράττουν αποζημίωση σε ψήφους, σε θέσεις εξουσίας σε υπερτίμηση του πολιτικού τους υποσχετικού. 

 Στην πραγματικότητα λέω και γράφω κομψά την αηδία που μου προξενεί η αμετροεπής υποκρισία, η κατάχρηση λέξεων και εννοιών που απευθύνονται με περισσή θρασύτητα εναντίον του περιούσιου τέως ψηφοφόρου και νυν πολίτη που πρέπει να πονέσει, να εξευτελιστεί, να τιμωρηθεί ακριβώς επειδή επέλεξε μαζοχιστικά το σαδιστή του... Τον αφεντικάριο σωτήρα, βλέπε κυβέρνηση της αγίας τριάδας των πολιτικών αρχηγών του ελληνοευρωχώρου, με υπόσταση επιπέδου κοτζάμ επιστατών μιας μάζας σχετικώς καλοντυμένων δούλων. Κι από δίπλα τον καπάτσο φύλαρχο των απροσδιόριστων αριστεριδάριων που συναγελάζονται με τέως πρασινοφρουρούς που ξεβράστηκαν στην παραλία της ληγμένης νομιμοποίησης μιας ιδιότυπης πολιτικής ιδιοτέλειας που εξέθρεψε πλείστα όσα πολιτισμικά τέρατα της μεταπολίτευσης.

 Η επαναδιαπραγμάτευση, λόγου χάρη, είναι η πιο πρόστυχη μετεκλογική λέξη. Η χυδαία μπίλια σε μια ρουλέτα ταξική που όλο γυρνάει και πάντα κάθεται στο μαύρο της γκλαμουράτης και συστημικά εκφασισμένης δημόσιας ζωής. Τα φλάμπουρα που σήκωναν αγανακτισμένοι και φιλοσυριζίτες μαζί με ανεξάρτητους και τυχοδιώκτες εκστασιασμένους απ' την... ορμή μαύρων στειλιαροφόρων με παραστρατιωτική πειθαρχία στην εκτέλεση τραμπούκικων επιθέσεων, έχουν μετατραπεί σε τσαλακωμένα χαρτόκουτα για πολιτικά άστεγους. Την πιπιλάνε άκομψα και με πρωτοφανή έλλειψη αιδούς, όλοι εκείνοι που πούλησαν σε τιμή προεκλογικής ευκαιρίας την επανάσταση σε συσκευασία ευρωπλάνης. Η πιπίλα κρύβει τη δηλητηριώδη αλήθεια. Οποιο μέτρο παίρνεται κι ό,τι πρόκειται να ακολουθήσει ως οικονομική πολιτική «σωτηρίας» κάθε στυλίτευση της αξιωματικής αντιπολίτευσης και κάθε χρυσαυγίτικος φετφάς έχουν ως στόχο να κρύψουν τον αυτουργό, τον ηθικό αυτουργό, τον εμπνευστή και τον εκτελεστή, της δολοφονικής για την εργατική τάξη, ταξικής πολιτικής. 

 Η αλήθεια που κρύβεται καθόλου επιμελώς αλλά τόσο φανταχτερά ώστε να τυφλώνει, να παράγει συνεχώς «κουφότητα» και «απειρία» είναι πως, όλα τα επιτάσσει η «πάση θυσία παραμονή της χώρας στο ευρώ και την ΕΕ» . Απ' την ώρα που μια τέτοια πολιτική θέση εκλαμβάνεται και πωλείται ως μοιραία εθνική πολιτική σωτηρίας, ως κισμέτ, τότε η επαναδιαπραγμάτευση, όποια και όποτε, επιτευχθεί ή αποτύχει, θα δείξει και το στόχο της: Την επιβίωση της αστικής τάξης ως διατήρηση του μεγαλύτερου μέρους των κερδών και της ποιότητας ζωής της, που μπορεί ψηφισμένα και νομιμοποιημένα, να βασιστεί πάνω στην εξόντωση, φυσική και όχι απλώς πολιτική, του ενός τρίτου του πληθυσμού της χώρας και πάντως στην εξάλειψη απ' το χάρτη αυτής καθαυτής και της λογικής ακόμη, κάθε εργασιακού δικαιώματος και όλων όσα απορρέουν απ' αυτό. 

 Η επίκληση της καλής πίστης, της bona fides, που πρέπει να επιδείξουν οι πολίτες στα πολιτισμένα βασανιστήρια των αγορών. Οι ενέσεις ηθικού που επιχειρούνται από επικοινωνιακά επιτελεία με την «ανάκτηση» της αξιοπιστίας της χώρας, δηλαδή της υποταγής της ντόπιας αστικής τάξης στην ισχυρότερη και κεφαλαιακά αδρότερη ευρωπαϊκή. Η απέλπιδα προσπάθεια της αξιωματικής αριστεράς να πείσει ότι, ο Ολάντ ο Γάλλος για παράδειγμα, δεν είναι αυτός που φαίνεται αλλά αυτός που πωλήθηκε σαν εικόνισμα προεκλογικά σε Ελληνες ευρωιθαγενείς, είναι φίδια που πρέπει να πάρουμε χαμπάρι ότι μας ζώνουν. Τον καθένα και την κάθε μια από μας. Μήτε κουφότητα μήτε απειρία μπορούμε να επικαλεστούμε πια, μήτε αποζημίωση να προσδοκάμε ότι δικαιούμαστε. Αντίσταση με ιδεολογικά νεροπίστολα απέναντι στο βαρύ οπλισμό της κυρίαρχης τάξης δε γίνεται. Ούτε με φιλανθρωπίες και ελεημοσύνες και πονεμένες καρδιές θα γυρίσει ο ήλιος που θέλει χιλιάδες στους τροχούς και θέλει κι οι ζωντανοί να δίνουν το αίμα τους. Δεν είναι που δε βγαίνει η συνταγή. Δεν είναι και δεν ήταν το μνημόνιο. Τώρα το ξέρουνε κι οι πέτρες των στεναγμών. Είναι η πολιτική του κεφαλαίου που πνέει τα λοίσθια και πατάει στα πτώματά μας. Οταν σε ζώνουν τα φίδια δεν έχεις καλή πίστη ούτε στη φύση τους ούτε στην τύχη σου. Στο κεφάλι βαράς... 

Της
Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ

. ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΖΩΝΗ


. ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΖΩΝΗ 








 Αποκαλυπτικές εξελίξεις στο πεδίο της διαχείρισης 

 Αποκαλυπτικές, για τα αδιέξοδα που συνεπάγεται για το λαό οποιοδήποτε «μείγμα» διαχείρισης της κρίσης από την πλευρά των αστών, είναι οι εξελίξεις στην Ευρωζώνη και την ΕΕ.

 Στο πλαίσιο των ανταγωνισμών στο εσωτερικό της Ζώνης του Ευρώ και με δεδομένη την επιδείνωση της καπιταλιστικής οικονομίας σε χώρες που συγκαταλέγονται στο σκληρό πυρήνα της, καταγράφεται τις τελευταίες μέρες η προσπάθεια για έναν νέο ενδοϊμπεριαλιστικό συμβιβασμό, που θα προσθέτει περισσότερα «επεκτατικά» μέτρα στο έως τώρα «μείγμα» της αστικής διαχείρισης. 

 Κεντρικό ρόλο στα παραπάνω διαδραματίζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία φαίνεται αποφασισμένη να αναβαθμίσει το ρόλο της στην αγορά χρέους, προκειμένου να αποκλιμακώσει το κόστος δανεισμού σε μια σειρά χώρες, όπως η Ισπανία και η Ιταλία, που βρίσκονται στη δίνη της κρίσης. Την άμεση εμπλοκή της ΕΚΤ στην πρωτογενή αγορά ομολόγων προωθούν επίμονα οι δύο παραπάνω χώρες και η Γαλλία. 
 Σε μια τέτοια προοπτική, αντιδρά η Γερμανία, η οποία δανείζεται με αρνητικά επιτόκια από τις καπιταλιστικές αγορές του χρήματος, κύρια εξαιτίας του γεγονότος ότι η οικονομία της συνεχίζει να αναπτύσσεται, έστω και αναιμικά, σε μια Ευρωζώνη που βουλιάζει στην κρίση. 

 Τυχόν αναβάθμιση του ρόλου της ΕΚΤ στη διαμόρφωση των επιτοκίων, με τα οποία ανταγωνιστικές οικονομίες της Ευρωζώνης αντλούν χρήμα για τα δικά τους μονοπώλια, είναι αυτονόητο ότι θα έθιγε άμεσα τις γερμανικές πολυεθνικές, σε μια περίοδο που, εξαιτίας της κρίσης, επιταχύνεται η αναδιάταξη στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια ιμπεριαλιστική πυραμίδα. 
 Μεγαλύτερη συμμετοχή της ΕΚΤ στην αγορά χρέους, στην ελεγχόμενη δηλαδή χρεοκοπία κρατών - μελών της Ευρωζώνης, σημαίνει και μεγαλύτερη συμμετοχή της γερμανικής αστικής τάξης στη ζημιά που αναπόφευκτα προκαλεί η διαχείριση της κρίσης στην Ευρωζώνη. 

 Αντιθέσεις σε όλα τα επίπεδα 

 Από την άλλη μεριά, το ισχυρότερο κομμάτι της πλουτοκρατίας στη Γερμανία φαίνεται να θέλει την Ευρωζώνη και το ευρώ, η διατήρηση των οποίων απαιτεί συμβιβασμούς, τώρα που η κρίση χτυπάει την πόρτα ή βαθαίνει στις μεγαλύτερες οικονομίες της καπιταλιστικής συμμαχίας. 

 Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι η Ολλανδία, παραδοσιακός σύμμαχος της Γερμανίας στην Ευρωζώνη, δέχεται απειλές για υποβάθμιση της πιστοληπτικής της ικανότητας, σαν συνέπεια της ύφεσης που καταγράφει η οικονομία της το τελευταίο διάστημα. Αλλά και για την ίδια τη Γερμανία, οι προβλέψεις δεν είναι θετικές, καθώς πυκνώνουν τα σημάδια της στασιμότητας στην καπιταλιστική της οικονομία. 

 Ολα τα παραπάνω οδηγούν σε όξυνση των αντιθέσεων στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, της ΕΕ και παγκόσμια. Αλλά και σε ένταση των ανταγωνισμών στο εσωτερικό των κρατών - μελών, ανάμεσα σε μερίδες της πλουτοκρατίας που είτε διαφωνούν για το «μείγμα» διαχείρισης της κρίσης, είτε προκρίνουν τη μια ή την άλλη εκδοχή για το μέλλον της ίδιας της Ευρωζώνης, προωθώντας η καθεμιά τα δικά της ιδιαίτερα συμφέροντα. 

 Ετσι εξηγείται, για παράδειγμα, η σκλήρυνση της στάσης μερίδας των κυβερνητικών εταίρων της Μέρκελ απέναντι στην Ελλάδα, από τη μια, και ταυτόχρονα οι δηλώσεις στήριξης στην ελληνική συγκυβέρνηση από την Μέρκελ και άλλους Γερμανούς αξιωματούχους, οι οποίοι έχουν εκφραστεί κατά καιρούς υπέρ της ενδεχόμενης εξόδου ή αποπομπής της Ελλάδας από το ευρώ. 
 Αυτό δε σημαίνει, βέβαια, ότι η Γερμανία εγκαταλείπει το συγκεκριμένο σενάριο, αφού αυτό που καθορίζει τη στάση της κάθε χώρας - μέλους απέναντι στη διαχείριση της κρίσης, είναι το γενικό συμφέρον των μονοπωλίων που εκπροσωπεί. 

 Οι ανταγωνισμοί που ξεδιπλώνονται πάνω σ' αυτό το πεδίο είναι που τελικά θα κρίνουν το μέλλον και τη μορφή της Ευρωζώνης και όχι, βέβαια, το αν ο ελληνικός και οι άλλοι λαοί θα αποδεχτούν ή όχι τα στρατηγικού χαρακτήρα προαποφασισμένα μέτρα που παίρνονται σε βάρος τους, στο όνομα του να σωθεί η πλουτοκρατία από την κρίση. 

 Σε πλήρη εξέλιξη τα παζάρια 

 Στο πλαίσιο του παζαριού που κορυφώνεται ενόψει της συνεδρίασης του ΔΣ της ΕΚΤ, στις 6 Σεπτέμβρη, των συνεδριάσεων του Γιούρογκρουπ και της Συνόδου Κορυφής τον Οκτώβρη, η Γερμανία δείχνει αποφασισμένη να πουλήσει ακριβά τη συναίνεσή της στην αλλαγή του «μείγματος» διαχείρισης της κρίσης. 

 Εμφανίζεται, για παράδειγμα, να συζητά την εμπλοκή της ΕΚΤ στη πρωτογενή αγορά ομολόγων, βάζοντας όμως σαν προϋπόθεση να δυναμώσει ο ρόλος της Κομισιόν και της ευρωτράπεζας στον έλεγχο της οικονομικής πολιτικής των κρατών - μελών, να βαθύνει δηλαδή η πολιτική και οικονομική ενοποίηση της Ευρωζώνης. 

 Με δεδομένη την ανισομετρία, που μεγαλώνει σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης, μια τέτοια εξέλιξη θα εξασφάλιζε στη γερμανική αστική τάξη μεγαλύτερο οικονομικό και πολιτικό έλεγχο της Ευρωζώνης, άρα και των οικονομιών που την ανταγωνίζονται. Το ενδεχόμενο αυτό ανησυχεί τις Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, που προσπαθούν να μετριάσουν της συνέπειες που θα έχει για τα κυριαρχικά τους δικαιώματα η συμφωνία της Γερμανίας στην αλλαγή των όρων διαχείρισης της κρίσης. 
 Ομως, ούτε και οι τρεις αυτές χώρες συγκροτούν ενιαίο μέτωπο, περιπλέκοντας κι άλλο το κουβάρι των ανταγωνισμών. Για παράδειγμα, η Γαλλία εμφανίζεται να κοντράρει τη Γερμανία στο ζήτημα της αγοράς χρέους. Την ίδια ώρα, όμως, για λογαριασμό της δικής της αστικής τάξης, ζητάει ρόλο συμπρωταγωνιστή στην προώθηση των αλλαγών που απαιτεί η παραπέρα πολιτική και οικονομική ενοποίηση της Ευρωζώνης, έχοντας μάλιστα συστήσει γι' αυτό το σκοπό κοινή επιτροπή με τη Γερμανία. 

 Τα πιθανά σενάρια 

 Συνοπτικά, τα σενάρια που συζητιούνται στην παρούσα φάση στην Ευρωζώνη για τη διαχείριση της καπιταλιστικής κρίσης, είναι τα εξής: 

 Εμπλοκή της ΕΚΤ στην αγορά ομολόγων από κράτη - μέλη που αντιμετωπίζουν υψηλό κόστος δανεισμού. Αν τελικά γίνει, και ανεξάρτητα από τη μορφή που θα πάρει, ο συμβιβασμός θα προβλέπει μεγαλύτερη παρέμβαση από την Κομισιόν και την ΕΚΤ στα οικονομικά της χώρας - μέλους που «ευνοείται» από τη ρύθμιση. Η Γερμανία ζητάει επιπλέον την υπογραφή μνημονίου από τη χώρα που θα συμμετέχει στο πρόγραμμα, ενώ θέτει σαν προϋπόθεση να έχει προηγηθεί προσφυγή στους λεγόμενους «μηχανισμούς στήριξης» της ΕΕ. Ζητάει, δηλαδή, συγκεκριμένες δεσμεύσεις για αντιλαϊκές μεταρρυθμίσεις και περικοπές, στο όνομα του να διασφαλιστεί η αξία των κρατικών ομολόγων που θα αγοράζει η ΕΚΤ. Είναι χαρακτηριστικό ότι Γερμανοί τραπεζίτες θεωρούν την απόφαση για απευθείας αγορά ομολόγων από την ΕΚΤ ίσης σημασίας με το ενδεχόμενο να αποφασίσει η Ευρωζώνη να κόψει χρήμα, όπως κάνουν οι ΗΠΑ για να «ζεστάνουν» την οικονομία τους.

 Σύσταση ενός ταμείου εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, όπως προτείνουν οι «σοφοί» της γερμανικής οικονομίας. Σύμφωνα με το σχέδιο, τα χρέη των κρατών που υπερβαίνουν το 60% του ΑΕΠ θα διοχετευθούν σε ένα ειδικό ταμείο κοινής ευθύνης και θα καλυφθούν με ένα είδος πανευρωπαϊκού ομολογιακού δανείου από τις διεθνείς αγορές, με περίοδο αποπληρωμής τα 20 - 25 χρόνια. Οι ασφαλιστικές δικλείδες που προτείνονται για την αποπληρωμή του δανείου είναι η συνταγματική υιοθέτηση από κάθε κράτος - μέλος του λεγόμενου «φρένου χρέους», που σημαίνει αιματηρή λιτότητα δίχως τέλος για το λαό, η αύξηση της φορολογίας σε εθνικό επίπεδο, για την άντληση επιπλέον πόρων που θα διοχετεύονται αποκλειστικά στην αποπληρωμή του δανείου, και η παραχώρηση από την πλευρά του οφειλέτη μέρους των αποθεμάτων χρυσού που διαθέτει, αν δεν καταφέρει να είναι συνεπής στην εξυπηρέτηση του δανείου. Η συγκεκριμένη πρόταση ισοδυναμεί επί της ουσίας με την έκδοση ευρωομολόγου και την «αμοιβαιοποίηση του χρέους». 

 Ετσι κι αλλιώς, στο στόχαστρο ο λαός 

 Είναι φανερό από τα παραπάνω ότι τα «νέα» εργαλεία διαχείρισης της κρίσης που συζητιούνται στα αστικά επιτελεία, όχι μόνο δεν ελαφρύνουν το βάρος από τους λαούς, αλλά το κάνουν μεγαλύτερο, καθώς συνοδεύονται από καινούρια αντεργατικά - αντιλαϊκά μέτρα και αιματηρή λιτότητα. 
 Το γεγονός, εξάλλου, ότι η Ευρωζώνη δείχνει να συζητά προτάσεις, που στη χώρα μας στηρίζει και προπαγανδίζει μεταξύ άλλων και ο ΣΥΡΙΖΑ, αποκαλύπτει ότι δεν είναι τίποτα περισσότερο από κόμμα της διαχείρισης. Επιβεβαιώνεται επίσης ότι κανένα «μείγμα» πολιτικής δεν μπορεί να αντιστρέψει την κατάσταση υπέρ του λαού, αφού αιτία της καταστροφής του είναι η στρατηγική των μονοπωλίων και της ΕΕ, την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ υπηρετεί, μαζί με τα αστικά κόμματα. 

 Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι υπόλογος στο λαό για τις αυταπάτες με τις οποίες προσπαθεί να τον φλομώσει, ότι με αμοιβαιοποίηση του χρέους, έκδοση ευρωομολόγου, αναβάθμιση του ρόλου της ΕΚΤ και «ομοσπονδιοποίηση», δηλαδή βαθύτερη ενοποίηση της Ευρωζώνης και της ΕΕ, θα ξημερώσουν καλύτερες μέρες για τα λαϊκά στρώματα. 

 Οι εξελίξεις τον διαψεύδουν παταγωδώς και καθιστούν αναγκαία την εγκατάλειψή του από λαϊκές δυνάμεις που αντιλαμβάνονται τον υπονομευτικό του ρόλο σε βάρος της ριζοσπαστικοποίησης των αγώνων, της αναγκαίας σύγκρουσης με τη στρατηγική της ΕΕ και των μονοπωλίων. 
 Διέξοδο στο λαό μπορεί να δώσει μόνο η οργανωμένη πάλη για το δυσκόλεμα και την απόκρουση των μέτρων που φέρνουν για λογαριασμό του κεφαλαίου, όταν αυτή δεθεί με πολιτικούς στόχους όπως αυτούς που μόνο το ΚΚΕ προτείνει: Αποδέσμευση από την ΕΕ με λαϊκή εξουσία και μονομερή διαγραφή του χρέους, για να γίνει ο λαός αφέντης στον τόπο του και ιδιοκτήτης του πλούτου που παράγει. 





ξυπνα λαεεεεεε......μ......ε


Βίτσι-Χριστίνα-Μπαρτσελόνα 
Ενώ η εφημερίδα δημοκρατία (λέμε τώρα) δίνει στους αναγνώστες της την ταινία γράμμος- βίτσι για να θυμούνται οι παλιοί και να γελάσουν οι νεότεροι… και οι φασίστες έχουν βάλει στο στόχαστρο το αρχείο του κκε… η κε του μπλοκ αποφάσισε να αναδημοσιεύσει μια παλιότερη ανάρτησή της για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι, από μια καλύτερη, πιο αθώα εποχή που δε διάβαζε πολύς κόσμος το σφυροδρέπανο.
Ο τίτλος της ανάρτησης είναι παράφραση του τίτλου μιας ταινίας του γούντι άλεν που κυκλοφορούσε εκείνον τον καιρό στις αίθουσες.

Για τον εμφύλιο υπάρχουν δύο βεβαιότητες.
α. δεν είναι σωστός ο όρος εμφύλιος. Αποσιωπά το ρόλο αμερικάνων κι άγγλων.
β. δεν προσφέρεται για αστεία και χαβαλέ.
(Έχω και μια τρίτη βεβαιότητα ότι αυτό το παρά πόδας ήταν βασικά για εσωτερική κατανάλωση, για να κρατήσουμε υψηλό ηθικό και φρόνημα μετά την ήττα).

Οι βεβαιότητες όμως είναι σαν τις ατσάλινες νομοτέλειες. Υπάρχουν για να κλονίζονται.
Γιατί αυτό που προσφέρεται για πολύ γέλιο είναι κάτι απόλυτα καλτ ελληνικές ταινίες για τον εμφύλιο (κρατάμε τον όρο για να συνεννοούμαστε) γυρισμένες από μοναρχοφασιστική (sic) σκοπιά.
Όπως το αριστούργημα Γράμμος.

Τι να πρωτοθυμηθώ ψυχή μου. Ακολουθεί ένα μικρό ανθολόγιο.

Τα δεκεμβριανά δεν ξεκίνησαν από την πορεία του εαμ και τους πυροβολισμούς των άγγλων.
Οι εαμίτες γυρίζουν αγρίμια από τα βουνά (το ακούμε πεντ-έξι φορές για να το εμπεδώσουμε). Σκοτώνουν, τρομοκρατούν παντού επικρατεί ερυθρισμός (sic). Είναι φανερό πως το πράγμα πάει για αιματοχυσία. Σπέρνουν τον πανικό φωνάζοντας παντού με χωνιά για το εαμ. Μπορεί να κοροϊδεύετε τώρα γιατί δεν το έχετε ζήσει, αλλά είναι γνωστό πως τα χωνιά είναι ο απόλυτος τρόμος για κάθε νοικοκυραίο που κάθεται ήσυχος στο σπίτι του.
Όλα αυτά ταράζουν τους υπόλοιπους καλοκάγαθους έλληνες. Όπως τον πατριώτη ταγματασφαλίτη που βλέπουμε στην πρώτη σκηνή να σώζει με κίνδυνο της ζωής του έναν εαμίτη από τα χέρια των γερμανών.

Για να δέσει το γλυκό χρειάζεται μια μορφή σαν τον καπετάν νικόλα. Που πάλεψε με το εαμ, το έζησε από μέσα και μας σιχάθηκε. Τα βροντάει και σηκώνεται να φύγει, αλλά τον πυροβολάμε πισώπλατα. Αυτή ήταν η μοίρα των έντιμων εαμιτών. Γιατί υπήρχαν και τέτοιοι σύμφωνα με την ταινία (πάλι καλά που γλίτωσε τη λογοκρισία).

Πριν τον σκοτώσουν, ο καπετάν νικόλας συναντά έναν άλλο πατριώτη ταγματασφαλίτη που κρατάμε αιχμάλωτο. Τον αναγνωρίζει γιατί παλιά ο πατέρας του δούλευε στα χωράφια του. Κι ενώ περιμένεις να τον σκοτώσει για να βγει ταξικό μήνυμα, τον αφήνει να φύγει. Το παίρνουν χαμπάρι οι δικοί μας και τον κατηγορούν για προδοσία. Αλλά ο καπετάνιος φουντώνει και πετάει τη θρυλική ατάκα:
-Φράξια ο καπετάν νικόλας; (!!)
Αφού δεν ξέρεις ρε φίλε τι σημαίνει, τι το βάζεις; Άστο καλύτερα.

Σε αυτό το σημείο κάνει την εμφάνισή του ο άρης βελουχιώτης! Που εκπροσωπεί τα αγρίμια που πιστεύουν ότι η συμφωνία της βάρκιζας είναι φιάσκο και ξαναβγαίνουν στο βουνό -μόνο εκεί μπορούν να ζουν τα αγρίμια. Και φωνάζει φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους στους οποίους περιλαμβάνει και τα κέρατα την ηγεσία, που πήρε έξι υπουργεία και μας πούλησε.
Κάτι που μας δείχνει ότι η αρχική μορφή του γνωστού συνθήματος ήταν τρία χρόνια αντίσταση αγώνας και θυσία και όλα τα πουλησατε για έξι υπουργεία.

Πιο μετά ο άρης κάνει λόγο και για 200 χιλιάδες στρατό απ' έξω που είναι έτοιμοι να μπουν την κατάλληλη στιγμή.
Να λοιπόν, οι σοβιετικοί δε μας πρόδωσαν. Είχαν έτοιμο 200 χιλιάδες στρατό να στείλουν. Η βάρκιζα ήταν απλώς ένας ελιγμός. Οι αντισοβιετικοί μύθοι καταρρρέουν.

Η ταινία μας δείχνει τον άρη λίγο μετά το λιτόχωρο. Το ότι το λιτόχωρο έγινε μάρτη του 46 ενώ ο άρης πέθανε ιούνη του 45 είναι λεπτομέρεια. Όπως λεπτομέρεια είναι ότι στην ταινία ο άρης αυτοκτόνησε με χειροβομβίδα -κι ενώ τον καλούσαν ευγενικά να παραδοθεί.
Και τα κομμένα κεφάλια του άρη και του τζαβέλλα; Κομμουνιστική προπαγάνδα. Εξάλλου μετά την χειροβομβίδα πώς να είχε απομείνει το κεφάλι;

Το αγρίμι-πρωταγωνιστής της ταινίας φτάνει προς το τέλος του εμφυλίου να δικάζει τον εθνικόφρονα αδερφό του που κατηγορείται για δράση κατά του κκε. Υπογράφει με πόνο ψυχής και τρεμάμενο χέρι την απόφαση, αλλά οι τύψεις δεν τον αφήνουν σε ησυχία. Μες στο μυαλό του ακούει τις φωνές της μάνας του και του αδερφού του να τον φωνάζουν κάιν και φονιά. Κι εμείς τις ακούμε μαζί του καμιά εικοσαριά φορές για να το εμπεδώσουμε. Ούτε σε σουξέ του καρβέλα τόση επανάληψη.

Αυτό εν παρόδω μου θυμίζει μία από τις αντιφάσεις της παλαιάς διαθήκης. Αφού όλοι είμαστε γόνοι του αδάμ και της εύας στην αρχή δεν υπήρχε αιμομιξία; Αλλά ακόμα κι αν το προσπεράσουμε αυτό, ο κάιν με τον άβελ μετά πώς έκαναν παιδιά; Με την χάρη του θεού; Αλλά ακόμα κι αν ήταν αιμομίκτες ομοφυλόφιλοι που τεκνοποιούσαν με τη θεία χάρη το πράγμα πάλι χωλαίνει γιατί ο κάιν τον σκότωσε τον άβελ (μήπως επειδή τον απατούσε;). Άρα δε μπορεί να έκανε μαζί του το παιδί. Τι μας μένει λοιπόν; Να έκανε τα παιδιά του με την εύα. Άρα καραμπινάτη αιμομιξία που έξηγεί πώς υπάρχει τόση καθυστέρηση σε αυτό τον κόσμο και βγαίνουν τέτοιες ταινίες.
Πάντως οι γνώστες του χώρου με ενημέρωσαν ότι το πρόβλημα λύνεται με την εμφάνιση από το πουθενά μιας άσχετης κοπέλας. Και κάπως έτσι εξηγείται στην παλαιά διαθήκη και η εμφάνιση των μαύρων.

Επιστροφή στο βουνό και στο επαναστατικό λαϊκό δικαστήριο. Με συνοπτικές διαδικασίες κι ενώ τα αγρίμια που παρακολουθούν τη δίκη φωνάζουν συνέχεια θάνατος, θάνατος βγαίνει η ετυμηγορία. Έχει προηγηθεί μια φοβερή απολογία του κατηγορούμενου που μετατρέπεται σε κατήγορος των ερυθρών, μπροστά στην οποία η απολογία του μπελογιάννη και των συντρόφων του ωχριά.

Ο λαϊκός επίτροπος ανακοινώνει την απόφαση και ρωτάει αν έχει να προσθέσει κανείς κάτι.
Εγώ, ακούγεται η φωνή της μαυροφορεμένης μάνας!! Κι ακολουθεί ένας δεκάρικος μελό λόγος.
Μα πώς βρέθηκε πάνω στα βουνά; Είχε ξεμείνει από την αποστολή του οηε; Τι γινόταν εκεί, μπάτε σκύλοι αλέστε ήμασταν;
Κι ύστερα μας έφταιγε το στιλέτο του τίτο...

Το τέλος το ξέρετε. Κι από την άλλη πάλι όχι.
Ο γράμμος πέφτει, αλλά χωρίς πολλούς σκοτωμούς -πέρα απ' τα δύο αδέλφια. Οι δυο στρατοί συμφιλιώνονται, πετάν τα όπλα και δίνουν τα χέρια αδελφωμένοι.
Ε, ναι τους αντάρτες του δσε τους περίμενε γενική αμνηστία και ζωή χαρισάμενη. Τι είχαν να χάσουν αν παραδίδονταν;

Εμένα πάντως η ταινία με απογοήτευσε. Δεν είχε ούτε έναν εαμοβούλγαρο σλάβο για να δείξει ποιοι πραγματικά ήμασταν.

Υστερόγραφα:
1.υπάρχει μία ακόμη κορυφαία σκηνή από την ταινία κόκκινο τρένο με το νίκο γαλανό αντάρτη του ελας να κρατάει υπό την απειλή όπλου καμιά δεκαριά εθνικόφρονες. Το απλό κι αυτονόητο θα ήταν να τους γαζώσει, αλλά η ταινία είναι καλτ κι έχει άποψη. Έτσι, αφού τους βάζει ο γαλανός να τραγουδάν όλοι μαζί τον ύμνο του ελας, τους αφήνει πίσω του, απασφαλίζει μια χειροβομβίδα, την πετάει και πριν φύγει φωνάζει: μέρι κρίστμας...
Χωρίς χο-χο-χο.
2.γιατί δε βγαίνουν γαμώτο τέτοιες ταινίες σήμερα;
3.πέρα από κομμουνιστές λάτρεις του καλτ υπάρχει κανείς άλλος που να τις βλέπει;


Στον επίλογο επιβάλλεται μία ακόμα προσθήκη στη λίστα με τα καλτ διαμάντια του μοναρχοφασισμού: η ταινία μπούλκες. Στην πρώτη σκηνή η σατανική ηγεσία διασπείρει στο στρατόπεδο την ψευδή είδηση ότι ο δσε βρίσκεται στα πρόθυρα της αθήνας και αφήνει τη βάση να πανηγυρίζει γεμάτη χαρά και αφέλεια. Αλλά ο βασικός μας ήρωας δεν τρώει κουτόχορτο. Έχει ζήσει από πρώτο χέρι τι κουμάσια είμαστε, έχει σιχτιρίσει κι είναι αποφασισμένος να μας φτύσει κατάμουτρα. Μετανιωμένος για τις επιλογές του το σκάει από το στρατόπεδο και μετά από ένα σύντομο ανθρωποκυνηγητό, περνάει τα σύνορα ( που ήταν μάλλον μπάτε σκύλοι αλέστε επί τίτο) και επιστρέφει λυτρωμένος στη δημοκρατική ελλάδα, χωρίς δήλωση, ούτε τίποτα.

Τι άλλο έχει μεσολαβήσει έκτοτε, από το 2008 που γράφτηκε αυτό το κείμενο; Η προβολή της ταινίας από την (προ μπουτάρη) χουντοδημοτική τηλεόραση θεσσαλονίκης που κόπηκε στη μέση ύστερα από την άμεση παρέμβαση του κόμματος.
Σήμερα βέβαια τα πράγματα έχουν αγριέψει κι εκείνος ο προπομπός μοιάζει σχεδόν αθώος. Ενώ οι πιο πρόσφατες ταινίες για τον εμφύλιο – που είναι ξανά της μόδας- ακολουθούν τον πιο εκλεπτυσμένο αντικομμουνισμό της σύγχρονης «αντικειμενικής» ιστοριογραφίας κι έχουν απολέσει κάθε καλτ στοιχείο και το όποιο ενδιαφέρον μπορεί να είχαν.
 Προβοκάτσια από  Μπρεζνιεφικό απολίθωμα

Ούτε «τελευταία», ούτε προσωρινά τα μέτρα που ετοιμάζει


ΣΥΓΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ
Ούτε «τελευταία», ούτε προσωρινά τα μέτρα που ετοιμάζει
Γραμμή άμυνας για το λαό δεν μπορεί να είναι άλλη από την οργάνωση της αντεπίθεσης, με επόμενο βήμα την κήρυξη γενικής απεργίας
Μόνο ο λαός οργανωμένος μπορεί να σταματήσει το φαύλο κύκλο των εκβιασμών και των μέτρων
Μια πρωτοφανή επιχείρηση προπαγάνδας, με ψέματα, κάλπικες υποσχέσεις και ωμούς εκβιασμούς, για να αποσπάσουν τη λαϊκή συναίνεση στα νέα βάρβαρα μέτρα, έστησαν μέσα στη βδομάδα οι εταίροι της συγκυβέρνησης, με πρωτεργάτη τον ίδιο τον πρωθυπουργό.
Ο Αν. Σαμαράς μια μέρα μετά τη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών που στηρίζουν τη συγκυβέρνηση, στη διάρκεια της οποίας «κλείδωσε» το εξοντωτικό πακέτο των 11,9 δισ. ευρώ (του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής), εμφανίστηκε την Πέμπτη στο βήμα της Πολιτικής Επιτροπής της ΝΔ και επιστράτευσε το τερατώδες ψέμα ότι πρόκειται «για το τελευταίο τέτοιο πακέτο περικοπών», σε μια προσπάθεια να κατευνάσει τη δίκαιη λαϊκή οργή και να καλλιεργήσει φρούδες ελπίδες.
Είχαν προηγηθεί, την Τετάρτη, οι δηλώσεις των προέδρων του ΠΑΣΟΚ Ευ. Βενιζέλου και της ΔΗΜΑΡ Φ. Κουβέλη ότι «γίνονται προσπάθειες ώστε να αποφευχθούν οι οριζόντιες περικοπές» και να «προστατευτούν τα χαμηλά εισοδήματα»! Στη διάρκεια της σύσκεψης, βέβαια, ομόφωνα κατέληξαν σε «οριζόντιες» και «κάθετες» περικοπές μισθών, συντάξεων, κοινωνικών επιδομάτων και παροχών, στο πνεύμα της δήλωσης του υπουργού ΟικονομικώνΓ. Στουρνάρα ότι «όταν έχεις να κόψεις 11,5 δισ. ευρώ κόβεις από παντού»!
Τα ψέματα αποτέλεσαν το ένα σκέλος της κυβερνητικής προπαγάνδας. Το άλλο περιελάμβανε την προσπάθεια να πειστεί ο λαός ότι η σφαγή των εισοδημάτων και των δικαιωμάτων του είναι «αναπόφευκτα», αλλά ταυτόχρονα «αναγκαία», καθώς στο μέλλον θα οδηγήσουν σε «ανάκαμψη»«ανάπτυξη» και ενίσχυση της «ανταγωνιστικότητας» της ελληνικής οικονομίας.
Απροκάλυπτη κοροϊδία...
Πίσω από την κυβερνητική προπαγάνδα, κρύβεται η αλήθεια που λέει ότι:
Πρώτον: Τα προωθούμενα μέτρα δεν θα είναι τα τελευταία.
Μέχρι τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, παρά τις κάλπικες πρωθυπουργικές υποσχέσεις, η τρικομματική κυβέρνηση έχει ήδη αποφασίσει να προωθήσει: α) Το επόμενο αντιλαϊκό πακέτο με μέτρα που θα «ισοσκελίσουν την τρύπα» του προϋπολογισμού του 2012 και υπολογίζονται στα 2,5 με 3 δισ. ευρώ και θα ενταχθούν στον προϋπολογισμό του 2013. β)Τις πρόσθετες περικοπές ύψους τουλάχιστον 2 δισ. ευρώ που θα δρομολογηθούν, για να καλύψουν τις αποκλίσεις του «Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος». γ) Τα νέα φορολογικά μέτρα ύψους 3 δισ. ευρώ στα οποία μάλιστα δεν έχουν περιληφθεί και οι περικοπές των φοροαπαλλαγών.
Σε αυτήν την κατεύθυνση, ο πρωθυπουργός, την Παρασκευή, στη διάρκεια του υπουργικού Συμβούλιο κάλεσε τους υπουργούς να βρουν τρόπους για αύξηση των εσόδων του κράτους, σημειώνοντας: «Ξέρω ότι φτάσαμε μέχρι το κόκαλο, πρέπει να βρούμε τρόπους να αυξήσουμε τα έσοδα καθώς τα 11,5 δισ. είναι μόνο από περιορισμό δαπανών»!
Με την καπιταλιστική κρίση στην Ελλάδα και στους κόλπους της Ευρωζώνης θα βαθαίνει, οι κυβερνήσεις των κρατών - μελών θα επιβάλουν ακόμα πιο σκληρά προγράμματα λιτότητας, νέο γύρο διαρθρωτικών ανατροπών. Το ΔΝΤ και η ΕΕ, με εκθέσεις τους προβλέπουν ακόμα μια «τριετία ύφεσης» για την ελληνική οικονομία. Στη βάση αυτή, η τρικομματική συγκυβέρνηση θα απαιτήσει «νέες θυσίες» από τα λαϊκά στρώματα και θα εφαρμόσει ακόμα πιο σφικτά «προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής», θα ψηφίσει νέους νόμους για την ακόμα μεγαλύτερη υποτίμηση της εργατικής δύναμης, προκειμένου να διασφαλιστεί η επιστροφή του μεγάλου κεφαλαίου σε τροχιά ανάπτυξης.
«Θα υπάρξουν δώδεκα τριμηνιαίες αναθεωρήσεις στο πλαίσιο της συμφωνίας. Οι αναθεωρήσεις θα αξιολογούν την πρόοδο που σημειώνεται στην εφαρμογή του προγράμματος και θα καταλήγουν σε τυχόν πρόσθετα που θα χρειαστούν για την επίτευξη των στόχων». Το συγκεκριμένο απόσπασμα περιέχεται μέσα στο δεύτερο μνημόνιο και θα χρησιμοποιηθεί από τη συγκυβέρνηση και τους διεθνείς συμμάχους της για να κλιμακώσουν την αντιλαϊκή επέλαση το αμέσως επόμενο διάστημα.
Για τη «φερεγγυότητα» των πρωθυπουργικών δεσμεύσεων, θυμίζουμε ότι αναλόγου περιεχομένου υποσχέσεις μοίραζε και στις 20/10/2010 ο πρώην πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου υποστηρίζοντας: «Επαναλαμβάνω πως ό,τι και να γίνει, δεν πρόκειται να υπάρξει καμία περαιτέρω επιβάρυνση μισθωτών και συνταξιούχων. Καμία αύξηση φορολογικών συντελεστών»! Ανάλογα, στις 26/11/2011, ο τότε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ευ. Βενιζέλος σε εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη ...διαβεβαίωνε ότι «για το 2011 και το 2012 έχουν νομοθετηθεί όλα τα μέτρα»! Ακολούθησε μέσα στο 2012 το δεύτερο μνημόνιο και τα μέτρα που συνόδευαν το «κούρεμα» των κρατικών ομολόγων.
...και συνέπεια απέναντι στο κεφάλαιο
Δεύτερον: Η «ανάκαμψη» και η ενίσχυση της «ανταγωνιστικότητας» ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας, προϋποθέτει τη ραγδαία και βίαια χρεοκοπία του λαού.
Οι διαβεβαιώσεις του πρωθυπουργού όλες τις προηγούμενες μέρες, ότι τα σκληρά μέτρα «θα συνοδευτούν από πολιτικές ανάκαμψης», ώστε «σε δύο χρόνια να έχουμε μία διαφορετική Ελλάδα», δεν αφορούν τα συμφέροντα των εργαζόμενων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων.
Το σχέδιο της κυβέρνησης για την προώθηση, όπως ανέφερε ο Αν. Σαμαράς «διαρθρωτικών αλλαγών, μεταρρυθμίσεων και τομών που φέρνουν περισσότερη ανταγωνιστικότητα», η αναγγελία του για «επίσπευση όλων των συμπληρωματικών πολιτικών, που αφορούν τις αποκρατικοποιήσεις, τις επενδύσεις, τη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος»,έρχονται να υπηρετήσουν τις απαιτήσεις του μεγάλου κεφαλαίου και να διασφαλίσουν την ανταγωνιστικότητά του.
Σ' αυτή ακριβώς την κατεύθυνση, μέσα στη βδομάδα, ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Γ. Βρούτσης με τις πλάτες της πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ ξεκίνησε έναν ακόμα διάλογο - απάτη, επιδιώκοντας να βάλει σε εφαρμογή την πρόβλεψη του δεύτερου μνημονίου για παραπέρα υποβάθμιση της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας και τον καθορισμό του νέου κατώτερου μισθού μονομερώς από την εκάστοτε κυβέρνηση και όχι από συλλογικές διαπραγματεύσεις μεταξύ των εργοδοτικών οργανώσεων και της ΓΣΕΕ, όπως γινόταν μέχρι σήμερα.
Στόχος της συγκυβέρνησης, να νομοθετήσει, για λογαριασμό του κεφαλαίου, το λεγόμενο«ελάχιστο μισθό» με μεικτές απολαβές 500 ευρώ για όλους τους εργαζόμενους!
Υπηρετώντας την ίδια φιλομονοπωλιακή στρατηγική, ο υπουργός Ανάπτυξης Κ. Χατζηδάκηςέθεσε ανοικτά θέμα δημιουργίας «Ειδικών Οικονομικών Ζωνών», στις οποίες θα επικρατούν εργασιακές συνθήκες γαλέρας και μισθοί πείνας για τους εργαζομένους, όταν στον αντίποδα οι επιχειρηματικοί όμιλοι, εκτός από τα φτηνά εργατικά χέρια, θα απολαμβάνουν φορολογικές απαλλαγές και αθρόες κρατικές επιδοτήσεις.
Την ίδια αντιλαϊκή στόχευση υπηρετούν και οι σχεδιασμοί της κυβέρνησης για επιτάχυνση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων, με την παράδοση στο κεφάλαιο κρατικών υποδομών (ΔΕΣΦΑ, ΔΕΠΑ, ΕΛΠΕ, ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ κ.ά.), τραπεζών (Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο) και άλλων τμημάτων της δημόσιας περιουσίας.
Την ακόμα πιο ληστρική αναδιανομή υπέρ του κεφαλαίου θα υπηρετήσει και το νέο φορολογικό νομοσχέδιο που ετοιμάζει η κυβέρνηση, με το οποίο σκοπεύει να μειώσει ακόμα περισσότερο τους φορολογικούς συντελεστές για τα κέρδη των Ανώνυμων Εταιρών - που σήμερα βρίσκεται στο 20% - την ίδια ώρα που τα λαϊκά στρώματα υφίστανται πραγματική αφαίμαξη.
Ο λαός να ορθώσει ανάστημα
Η «ανάπτυξη» που ευαγγελίζονται οι εταίροι της συγκυβέρνησης θα στηριχθεί στη ακόμα μεγαλύτερη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, στη δραστική καρατόμηση των κοινωνικών δαπανών για να διασφαλιστούν περισσότεροι κρατικοί πόροι για επιδοτήσεις προς το κεφάλαιο, στην αποχώρηση του κράτους από κοινωνικές υπηρεσίες και την παράδοσή τους σε μονοπωλιακούς ομίλους. Για τα λαϊκά στρώματα, αυτή η ανάπτυξη θα φέρει ακόμα χαμηλότερα εισοδήματα, ανύπαρκτα δικαιώματα, νέους φόρους, ακριβότερα τιμολόγια σε βασικές παροχές, διάλυση κοινωνικών δομών.
Αυτό που έχουν συμφέρον να συνειδητοποιήσουν οι εργαζόμενοι είναι ότι τα μέτρα που σήμερα φορτώνονται στις πλάτες τους δεν είναι ούτε τα «τελευταία», ούτε «προσωρινά». Θα ακολουθήσουν αλλεπάλληλα πακέτα και η όποια αναιμική «ανάκαμψη» προκύψει θα βρει το λαό με τσακισμένους μισθούς και δικαιώματα.
Δεν είναι «αναγκαία» για την εξυπηρέτηση των δικών του συμφερόντων, αλλά για την ανάκαμψη του κεφαλαίου. Η περιβόητη δόση των 31,5 δισ. ευρώ, που προϋποθέτει την ψήφιση των μέτρων, δεν θα καλύψει καμιά δική του ανάγκη, αλλά την ανακεφαλοποίηση των τραπεζών (25 δισ. ευρώ) και τα υπόλοιπα «θα πάνε στην αγορά», δηλαδή στους μεγαλοεπιχειρηματίες.
Στο ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα των περίπου 50 ημερών που έχει ετοιμάσει η κυβέρνηση για να ψηφίσει τα βάρβαρα μέτρα, τα λαϊκά στρώματα πρέπει να ετοιμάσουν το δικό τους αγωνιστικό χρονοδιάγραμμα. Να ανταποκριθούν στο κάλεσμα του ΠΑΜΕ για γενική απεργία απέναντι στα νέα αντιλαϊκά μέτρα. Να οργανώσουν τη δράση τους μέσα σε κάθε τόπο δουλειάς, σε κάθε κλάδο, σε κάθε σωματείο.

Υπονομεύουν κάθε αγωνιστική δράση των εργαζομένων


ΠΑΣΚΕ - ΔΑΚΕ - ΑΥΤΟΝΟΜΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ
Υπονομεύουν κάθε αγωνιστική δράση των εργαζομένων
Η υπεράσπιση των εργαζομένων από την εξαθλίωση απαιτεί αλλαγή του συσχετισμού δύναμης στο συνδικαλιστικό κίνημα (φωτ. από παλιότερη πρωτομαγιάτικη πορεία στην Αθήνα)
Το τελευταίο διάστημα, κι ενώ νέα άγρια αντιλαϊκά και αντεργατικά μέτρα βρίσκονται προ των πυλών, μέσα στους χώρους δουλειάς συντελείται μια εντεινόμενη προσπάθεια παροπλισμού και απογοήτευσης των εργαζομένων για να μην αντιδράσουν στη συντονισμένη επίθεση εργοδοσίας και συγκυβέρνησης. Αρνητικοί πρωταγωνιστές αυτής της εξέλιξης είναι οι συμβιβασμένες συνδικαλιστικές δυνάμεις και ηγεσίες, με πρωτεργάτες τις ΠΑΣΚΕ - ΔΑΚΕ, αλλά και τις παρατάξεις του ΣΥΡΙΖΑ. Με καλοσχεδιασμένες παρεμβάσεις χτυπούν στην «καρδιά» κάθε προσπάθειας αντίστασης, δηλαδή στη συλλογική και ταξικά προσανατολισμένη οργάνωση των εργαζομένων. Εκείνο που υπηρετούν είναι η υποταγή της εργατικής τάξης στα συμφέροντα της εργοδοσίας και στις πολιτικές της συγκυβέρνησης και της ΕΕ.
Βασική μέθοδος, που ακολουθούν αυτές οι δυνάμεις, είναι η υπονόμευση των συλλογικών διαδικασιών. Χαρακτηριστικά είναι τα περιστατικά όπου ΠΑΣΚΕ - ΔΑΚΕ, σε επιχειρησιακά σωματεία και συνδικάτα, πραγματοποιούν Γενικές Συνελεύσεις στις οποίες όμως δεν ... επιτρέπουν στους ίδιους τους εργαζόμενους να μιλήσουν και να εκφράσουν τη γνώμη τους. Αλλες φορές πάλι δεν πραγματοποιούν καθόλου συνελεύσεις. Για παράδειγμα, στο Σύλλογο Εργαζομένων στην Εθνική Τράπεζα, ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ, αντί να πάνε σε Γενική Συνέλευση, όπως απαιτούσαν και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, για το ζήτημα της επιχειρησιακής σύμβασης, αυτοί πρώτα υπέγραψαν τη σύμβαση και δήλωσαν ότι θα κάνουν συνέλευση αργότερα... Αλλο παράδειγμα συνέβη στην Ελληνική Βιομηχανία Οχημάτων (ΕΛΒΟ), όπου οι ίδιες δυνάμεις, ανακοίνωσαν στην έκτακτη Γενική Συνέλευση των εργαζομένων ότι η συνέλευση, με θέμα την ιδιωτικοποίηση της ΕΛΒΟ θα έχει μόνο ενημερωτικό χαρακτήρα και θα μιλήσουν μόνο τα μέλη του ΔΣ και κανείς εργαζόμενος.
Κατ' αυτόν τον τρόπο, στερώντας δηλαδή το λόγο απ' τους εργαζόμενους, εκφυλίζουν τη διαδικασία της Γενικής Συνέλευσης, του ανώτερου δηλαδή οργάνου κάθε σωματείου. Αυτή η τακτική, τελικά, σπρώχνει τους εργαζόμενους στη «γωνία», αφού βλέπουν μπροστά στα μάτια τους να εξελίσσεται μια Γενική Συνέλευση στην οποία δεν μπορούν να μιλήσουν ή, σε άλλες περιπτώσεις, βρίσκονται αντιμέτωποι με αποφάσεις που έχουν ληφθεί ερήμην τους και αφορούν την ίδια τους τη ζωή (όπως συνέβη στην Εθνική). Ετσι, όσοι υποτίθεται ότι τους εκπροσωπούν, στην πράξη τους «καπελώνουν», δηλαδή, τους απαξιώνουν μιας και τους στερούν το ίδιο το δικαίωμα του λόγου. Συνέπεια αυτών είναι οι εργαζόμενοι να αποξενώνονται από τα σωματεία τους, αφού δε συμμετέχουν επί της ουσίας στις διαδικασίες. Αυτό οδηγεί στο να αντιμετωπίζουν το σωματείο τους ως ένα γραφειοκρατικό μηχανισμό που στέκεται πέρα και πάνω απ' αυτούς, βρίσκοντας τη συμμετοχή τους σε αυτό ως «κενή περιεχομένου».
Καλλιεργούν συνείδηση «καναπέ»
Η απαξίωση της δράσης των σωματείων εξυπηρετεί αναπόφευκτα την υποταγή των εργαζομένων απέναντι στις «ορέξεις» της εργοδοσίας, αλλά και στις γενικότερες πολιτικές του κεφαλαίου που εκφράζονται από την εκάστοτε κυβέρνηση. Κι αυτό διότι οι εργαζόμενοι αντί συλλογικά, οργανωμένα και ενωμένα να απαντούν απέναντι σε κάθε πρόκληση της εργοδοσίας, αντιθέτως, βρίσκονται ξεκομμένοι, αποκομμένοι από τους συναδέλφους, αδύναμοι. Καλλιεργούν δηλαδή συνείδηση «καναπέ», συνείδηση υποταγής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα - απ' την αντίθετη πλευρά - είναι αυτό των χαλυβουργών οι οποίοι κράτησαν μια 9μηνη σκληρή απεργιακή μάχη απέναντι «σε θεούς και δαίμονες» οπλισμένοι με την ακαταμάχητη ενότητά τους, τη διαρκή ανταλλαγή απόψεων, τις ουσιαστικές γενικές συνελεύσεις όπου συζητούνταν κάθε άποψη και επιχείρημα. Μέσα απ' αυτή τη διαδικασία γράφτηκε μια απ' τις σημαντικότερες σελίδες αγώνων της εργατικής τάξης.
Και εδώ αξίζει να προστεθεί ένα ακόμη στοιχείο. Οι δυνάμεις εκείνες που προωθούν τέτοιες «διαδικασίες» στα συνδικάτα, είναι οι δυνάμεις αυτές που βρίσκονται σε συνεργασία και «διάλογο» με την εργοδοσία και την εκάστοτε κυβέρνηση. Καθόλου τυχαίο. Διότι οι δυνάμεις που υπερασπίζονται πραγματικά τα συμφέροντα των εργαζομένων και οργανώνουν την αντίσταση στα αντιλαϊκά σχέδια, επιδιώκουν και στηρίζουν τη συμμετοχή των ίδιων των εργαζομένων, αφού μόνο έτσι μπορεί να πάρει απάντηση η αντεργατική επίθεση. Είναι κρίσιμο οι εργαζόμενοι να εντάσσονται στη συλλογική πάλη, να αναλαμβάνουν ευθύνη, να δυναμώνουν τα συνδικάτα και τα ταξικά τους χαρακτηριστικά, ώστε να οπλίζονται ενάντια στις εργοδοτικές μεθοδεύσεις (τις προσπάθειες τρομοκράτησης, εξαγοράς κ.τ.λ.
Δένουν χειροπόδαρα τους εργαζόμενους
Την ώρα που θα έπρεπε να υπάρχει η μεγαλύτερη δυνατή αντίσταση κατά της επιθετικότητας της συγκυβέρνησης και του μεγάλου κεφαλαίου, οι δυνάμεις αυτές σπέρνουν την υποταγή και τη μοιρολατρία. Σπέρνουν την επικίνδυνη αντίληψη ότι δήθεν εργαζόμενοι και εργοδοσία έχουν «κοινά συμφέροντα». Λογική αδιέξοδη για τους εργαζόμενους, αφού η πείρα τους βεβαιώνει ότι η ανοχή δε λύνει τα προβλήματά τους. Ισα-ίσα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η κατάσταση που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι στη FINTEXPORT. Στην εν λόγω εταιρεία, το επιχειρησιακό σωματείο, αντί να οργανώσει τον αγώνα των εργαζομένων, απ' την πρώτη στιγμή που ξεκίνησαν τα προβλήματα, καλούσε τους εργάτες «να βάλουν πλάτη» για να μην κλείσει η εταιρεία. Η ανοχή αυτή δεν εμπόδισε την εργοδοσία να τους χρωστάει σήμερα εννιά μήνες δεδουλευμένων, το εργοστάσιο να υπολειτουργεί εδώ και πέντε μήνες και η διοίκηση να απειλεί πως αν δε γίνουν δεκτές οι προτάσεις της τότε θα κλείσει το εργοστάσιο!
Τέτοιες συνδικαλιστικές ηγεσίες οδηγούν την εργατική τάξη να βρίσκεται «δεμένη πισθάγκωνα» από διάφορους που υποτίθεται ότι την «εκπροσωπούν». Μ' αυτόν τον τρόπο δουλεύουν για συμφέροντα αλλότρια από αυτά των εργαζομένων. Μάλιστα, επικαλούνται το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι δε συμμετέχουν σε κινητοποιήσεις και απεργίες, για να αιτιολογήσουν μετά τις ενέργειές τους εκείνες που στρέφονται κατά των εργαζομένων (το έκανε η Ομοσπονδία Εργαζομένων σε Επισιτισμό - Τουρισμό).
Χαρακτηριστικό, στην κατεύθυνση της μεθόδευσης της υποταγής των εργαζομένων, είναι και το παράδειγμα της διοίκησης του Συλλόγου Εργαζομένων στην Εθνική Ασφαλιστική με πρωτεργάτη την παράταξη «Ριζοσπαστική Πρωτοβουλία» (ΣΥΡΙΖΑ). Την ώρα που η εργοδοσία προτείνει μεσοσταθμική μείωση των μισθών κατά 8,5%, το ΔΣ του Συλλόγου (ύστερα από πρόταση της «Ριζοσπαστικής Πρωτοβουλίας») αποφάσισε να οργανώσει ... μυστική ψηφοφορία πάνω στην πρόταση της εργοδοσίας. Και με ανακοίνωσή του το ΔΣ προειδοποιεί τους εργαζόμενους ότι η εργοδοσία θέτει το δίλημμα «το τελεσίγραφο της Διοίκησης είναι ότι αν δε συμφωνηθεί το προτεινόμενο από αυτή κείμενο της ΣΣΕ, η Εταιρία θα προχωρήσει σε ατομικές συμβάσεις». Δηλαδή, η ηγεσία του Συλλόγου παρουσιάζει το δίλημμα σύμβαση με μείωση μισθών ή υπογραφή ατομικής σύμβασης με ακόμα μεγαλύτερη μείωση ως το μοναδικό.
Απέναντι σε αυτήν τη συνείδηση της υποταγής και του καναπέ που καλλιεργούν οι δυνάμεις του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού, οι εργαζόμενοι καλούνται να πάρουν οι ίδιοι τις τύχες τους στα χέρια τους. Να «πετάξουν» από τις ηγεσίες των συνδικάτων εκείνες τις δυνάμεις που δε σπέρνουν μόνο την απογοήτευση, αλλά και τους κρατάνε με κάθε τρόπο δέσμιους των σχεδιασμών και των συμφερόντων της μεγαλοεργοδοσίας. Να οργανωθούν στα συνδικάτα, να πιστέψουν στη δύναμή τους και να δουλέψουν για την αλλαγή του συσχετισμού δύναμης στο συνδικαλιστικό κίνημα, για να δυναμώσουν τα ταξικά χαρακτηριστικά των συνδικάτων όπως απαιτούν οι ίδιοι οι καιροί από τα συνδικάτα.

Η παραχάραξη της Ιστορίας του αγώνα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας


Η παραχάραξη της Ιστορίας του αγώνα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας
Τα τελευταία χρόνια, έχει ενταθεί η προσπάθεια για την παραχάραξη της Ιστορίας βασικών στιγμών της ταξικής πάλης στη χώρα μας. Η επίθεση περιλαμβάνει τα νέα βιβλία Ιστορίας σε όλες τις βαθμίδες του εκπαιδευτικού συστήματος, ταινίες και ντοκιμαντέρ αναφορικά με την «Ιστορία του Εμφυλίου Πολέμου», πληθώρα δημοσιεύσεων και συνεδρίων. Αναπόσπαστο κομμάτι αυτής της διαδικασίας συνιστά η απαίτηση καθιέρωσης μιας κυρίαρχης ιστοριογραφίας που θα δυσφημεί την ταξική πάλη, τους αγώνες του εργατικού και του λαϊκού κινήματος. Πρόκειται, ουσιαστικά, για μια ολομέτωπη απόπειρα παραχάραξης της Ιστορίας, η οποία περιλαμβάνει τόσο την αναγνώριση μιας «ακαδημαϊκής» επίσημης Ιστορίας, όσο και την εκλαΐκευσή της, ώστε να μπορεί ευκολότερα να διεισδύει στη συνείδηση της εργατικής τάξης και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Διόλου τυχαία, ως επίκεντρο της επίθεσης επιλέγουν τη δεκαετία του 1940 και ειδικότερα τον ταξικό εμφύλιο πόλεμο, την κορύφωση της ταξικής πάλης στην Ελλάδα. Οι κονδυλοφόροι της αστικής τάξης εντοπίζουν την επίθεσή τους στην εποχή που πλατιές εργατικές και λαϊκές μάζες ριζοσπαστικοποιήθηκαν, που βγήκαν από το περιθώριο της υποταγής τους στις αποφάσεις των εκμεταλλευτών τους, για να περάσουν στο προσκήνιο της Ιστορίας. Τότε, όπως και σήμερα, επικεντρώνουν την επίθεσή τους στον αγώνα της εργατικής τάξης να ανατρέψει τον καπιταλισμό και να κατακτήσει τη δική της εξουσία, στην προσέλκυση σε αυτόν τον αγώνα των λαϊκών στρωμάτων.
Στις μέρες μας, στην επιτυχία της νέας προσπάθειας συγγραφής της Ιστορίας στα μέτρα της εξουσίας του κεφαλαίου συντελεί η νίκη της αντεπανάστασης και η συνεπαγόμενη υποχώρηση του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος. Παράλληλα, η βιολογική απουσία των πρωταγωνιστών των ιστορικών γεγονότων και άρα η αδυναμία των νέων γενιών να γνωρίσουν την Ιστορία μέσα από τους ήρωες του εργατικού και του λαϊκού κινήματος διευκολύνει τους πλαστογράφους της Ιστορίας, όπως και οι ίδιοι ομολογούν.1
Η δημοσίευση του βιβλίου «Βρετανική πολιτική και αντιστασιακά κινήματα στην Ελλάδα - Η απόρρητη έκθεση του ταγματάρχη J. Wallace (1943)»2 πυροδότησε έναν καινούριο κύκλο αντιπαράθεσης σε σχέση με την ιστορική καταγραφή των αιτίων της ταξικής σύγκρουσης ανάμεσα στα στρατιωτικά όργανα της αστικής τάξης και του αγγλικού και αμερικανικού ιμπεριαλισμού, από τη μια πλευρά, και το Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας (ΔΣΕ), με κύριο αιμοδότη του το ΚΚΕ, από την άλλη.
Σε μια αντιπαράθεση μέσω συνεδρίων και του Τύπου παρατάσσονται από τη μια πλευρά οι υποστηρικτές της ρεφορμιστικής οπορτουνιστικής ιστοριογραφίας, που η προσέγγισή της γι' αυτήν την περίοδο επικρατεί από τη δεκαετία του 1980 (βλ. Νικολακόπουλος, Φλάισερ, Κρεμμυδάς κ.ά.) και, από την άλλη, οι αυτοαποκαλούμενοι εκπρόσωποι του «νέου κύματος» (βλ. Καλύβας, Μαραντζίδης, Μακρής - Στάικος κ.ά.), οι οποίοι πλασάρουν την αντικομμουνιστική ιστοριογραφία των δεκαετιών του 1950 και του 1960, κάτω από καινούριο επιστημονικοφανές περιτύλιγμα.
Το «νέο κύμα» και ο παλιός αντικομμουνισμός
Οι αυτοαποκαλούμενοι εισηγητές του «νέου κύματος», αποτελώντας προκεχωρημένο φυλάκιο της αστικής ιστοριογραφίας, ισχυρίζονται ότι η καταγραφή της Ιστορίας του «Εμφυλίου Πολέμου» έγινε μεροληπτικά, αρχικά από τους νικητές του (την περίοδο 1949 - 1974) κι έπειτα από τους ηττημένους (1974 - σήμερα).3 Φυσικά, ως επικράτηση της ιστοριογραφίας των ηττημένων παρουσιάζονται συνήθως οι σοσιαλδημοκρατικές και οπορτουνιστικές προσεγγίσεις που κυριάρχησαν τη δεκαετία του 1980 και αναπαράγονται έως τις μέρες μας.4 Με αυτήν την έννοια, η καταγραφή της Ιστορίας του «Ελληνικού Εμφύλιου Πόλεμου» θεωρείται ως ένα παράδοξο φαινόμενο, σύμφωνα με το οποίο η κυρίαρχη ιδεολογία για την Ιστορία δεν είναι η ιδεολογία της κυρίαρχης τάξης, δηλαδή η Ιστορία των νικητών.
Ομως, η σοσιαλδημοκρατική και οπορτουνιστική ιστοριογραφία σε καμιά περίπτωση δεν αποτελούν την εξιστόρηση του ταξικού εμφυλίου από τη σκοπιά των ηττημένων. Πρόκειται μονάχα για μια έκφραση της κυρίαρχης ιστοριογραφίας, σε μια περίοδο που - κάτω και από την πίεση του εργατικού και του κομμουνιστικού κινήματος - προάχθηκε μια διαφορετική πολιτική ενσωμάτωσης της εργατικής τάξης, η οποία δεν ήταν συμβατή με το χυδαίο αντικομμουνισμό των μετεμφυλιακών χρόνων.5
Ωστόσο, σήμερα, ακόμα και αυτές οι ραφιναρισμένες θέσεις προάσπισης της αστικής εξουσίας παρουσιάζονται ως η ιστοριογραφία των ηττημένων, προκειμένου, στη συνέχεια, να χαρακτηριστούν ως «υποκειμενική ιστοριογραφία», η άρνηση της οποίας θ' ανοίξει το δρόμο για την επαναφορά στην «επιστημονική αντικειμενικότητα» της υπεράσπισης της εξουσίας του κεφαλαίου ή - με άλλα λόγια - σε ακόμα πιο επιθετικές θέσεις ενάντια στο εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα. Στηριζόμενοι σε αυτό το σκεπτικό, οι εισηγητές του «νέου κύματος» προκρίνουν τη δική τους ερμηνεία ως αποκατάσταση της αντικειμενικότητας στην καταγραφή της Ιστορίας.6 Ομως, κάτω από την απαίτησή τους για αντικειμενικότητα και μη «πολιτικό χρωματισμό» της Ιστορίας,7 αποκρύπτεται ότι η καταγραφή και ερμηνεία της Ιστορίας δεν μπορεί να υπάρξει ανεξάρτητα από την ταξική πάλη, από την τοποθέτηση του ιστορικού υπέρ των συμφερόντων της αστικής ή της εργατικής τάξης. Ουδέτερη ιστοριογραφία δεν υπήρξε και ούτε πρόκειται να υπάρξει, διότι στην ταξικά διαφοροποιημένη οικονομία η ιδεολογική πάλη για την Ιστορία είναι έκφραση των αντιτιθέμενων ταξικών συμφερόντων.
Η «αντικειμενική Ιστορία» που πρεσβεύουν είναι η υπεράσπιση των συμφερόντων του κεφαλαίου, η κυρίαρχη ιδεολογία που προσπαθεί να παρουσιαστεί ως καθολικά αντικειμενική, για να επιβληθεί στην εργατική τάξη και τους άλλους εκμεταλλευόμενους. Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται από την επιστροφή τους στον πιο ωμό αντικομμουνισμό της μετεμφυλιακής περιόδου, μέσω της επιστράτευσης της προπαγάνδας περί των εγκλημάτων του ΚΚΕ και του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ κατά του λαού στη διάρκεια της Κατοχής8 και τις θεωρίες που παρουσιάζουν την παράνομη δράση του ΚΚΕ στη μετεμφυλιακή Ελλάδα ως αποτέλεσμα της κατασκοπευτικής δράσης των χωρών της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.9
Ωστόσο, μια τέτοια απόπειρα συκοφάντησης της μαζικής λαϊκής επαναστατικής βίας και της απόκρυψης της βίας των ιμπεριαλιστών και της ντόπιας αστικής τάξης απαιτεί και μια διαφορετική ιστορική μεθοδολογία.
Προσανατολισμένοι σε αυτό το σκοπό, οι οπαδοί του «νέου κύματος» ισχυρίζονται ότι μέσα από τη μελέτη ενός αθροίσματος μεμονωμένων ιστορικών περιστατικών μπορούμε να διαμορφώσουμε γενική εκτίμηση για τον Εμφύλιο Πόλεμο. Υπό αυτό το πρίσμα, προχωρούν στη μελέτη ορισμένων περιοχών ή ακόμα και χωριών, με απόλυτο σκοπό τη γενίκευση των συμπερασμάτων τους.
Παράλληλα, ενώ αρέσκονται στις κάθε είδους γενικεύσεις, εχθρεύονται την οποιαδήποτε προσπάθεια απόδοσης ενιαίας ταξικής ή πολιτικής ταυτότητας στα δύο αντίπαλα στρατόπεδα.10 Αποδεικνύουν με αυτόν τον τρόπο την πίστη τους στην αστική μεθοδολογία που προάγει την πρόσληψη της Ιστορίας όχι ως αποτέλεσμα της πάλης των τάξεων, αλλά ως σύνθεση των ατομικών συμφερόντων και αντιλήψεων.
Η στοιχειοθέτηση και ερμηνεία ακόμα και αυτών των αποκομμένων ιστορικών περιστατικών, παρά τις αντίθετες δηλώσεις περί αντικειμενικότητας, στηρίζεται σε μια σειρά έντονα αμφισβητήσιμων πηγών. Οι αποφάσεις των έκτακτων στρατοδικείων του Εμφυλίου και της μετεμφυλιακής περιόδου, η αναφορά των μαρτυριών υπαρκτών ή ανύπαρκτων ανανηψάντων, οι εκθέσεις της χωροφυλακής κλπ. μετατρέπονται στα χέρια των ιστορικών του «νέου κύματος» σε αναμφισβήτητα ιστορικά τεκμήρια.
Επίσης, επιλέγουν μια ψυχολογική, πολιτιστική, ανθρωπολογική κ.λπ. ερμηνεία της Ιστορίας,11 η οποία έρχεται να ολοκληρώσει την απομάκρυνση από το κεντρικό διακύβευμα της Ιστορίας, υποστηρίζοντας ότι κριτήριο της εξέτασης των ιστορικών γεγονότων πρέπει να είναι το προσωπικό κίνητρο των εμπλεκομένων. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, προσπαθούν να ακυρώσουν τη σημασία της ιμπεριαλιστικής κατοχής και της ταξικής πάλης και να αποδώσουν τις αντιστασιακές ενέργειες και την εμφύλια διαμάχη σε δευτερεύοντες παράγοντες (κτηματικές διαφορές, γεωγραφικές κατανομές, οικογενειακές κόντρες κ.λπ.). Παραθέτουμε ενδεικτικά ένα απόσπασμα από ένα κείμενο τέτοιου προσανατολισμού, το οποίο επικεντρώνεται στο νομό Μεσσηνίας:
«Οι δεξαμενές στρατολόγησης των δύο παρατάξεων καθορίστηκαν σε σημαντικό βαθμό από τις γεωγραφικές παραμέτρους του ανταρτοπολέμου (ορεινά για τους αντάρτες, πεδινά για τους ταγματασφαλίτες) και λιγότερο από πολιτικοϊδεολογικές παραμέτρους (με εξαίρεση την πόλη της Καλαμάτας). Στο βαθμό που οι γεωγραφικοί παράμετροι καθόριζαν τις ζώνες της στρατιωτικής κυριαρχίας της κάθε πλευράς, καθόριζαν συγχρόνως και σε σημαντικό βαθμό και τη λογική της βίας».12
Το συμπέρασμα, λοιπόν, είναι ότι η ένταξη στα Τάγματα Ασφαλείας συνδέεται ευθύγραμμα με την κατοικία στις πεδινές περιοχές. Σε αυτή την περίπτωση, κάτω από την επίκληση της γεωγραφίας συσκοτίζονται οι λόγοι ανάπτυξης του ΕΑΜ, προκειμένου στη συνέχεια, πατώντας πάνω σε αυτό το γεωγραφικό διαχωρισμό, να ερμηνευτεί ο ταξικός εμφύλιος πόλεμος ή τουλάχιστον ορισμένες από τις αιτίες του. Φυσικά, ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, ο συγγραφέας δεν ενδιαφέρεται να καταπιαστεί με άλλα ζητήματα, όπως το αν ο γεωγραφικός καταμερισμός συνοδεύεται και από μια διαφορετική ταξική διαστρωμάτωση του αγροτικού πληθυσμού ανάμεσα στις ορεινές και πεδινές περιοχές,13 διότι από πριν διακηρυγμένος σκοπός των οπαδών του «νέου κύματος» είναι η προσπάθεια αποπροσανατολισμού από οποιαδήποτε ταξική ανάλυση.
Ακολουθώντας αυτήν την τακτική, επιχειρούν να συγκαλύψουν ότι η μαζικοποίηση της ΕΑΜικής Αντίστασης αρχικά και του Δημοκρατικού Στρατού στη συνέχεια στηρίχτηκε στο αυξημένο κύρος της Σοβιετικής Ενωσης (λόγω των νικών του Κόκκινου Στρατού ενάντια στο ναζισμό), στη χρεοκοπία του αστικού πολιτικού συστήματος (που οι εκπρόσωποί του στη συντριπτική τους πλειοψηφία επέλεξαν να ακολουθήσουν τον αγγλικό ιμπεριαλισμό στην Αίγυπτο ή να συμμαχήσουν με τον κατακτητή γερμανικό ιμπεριαλισμό), στην ακούραστη δράση του ΚΚΕ για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, με την αυτοθυσία και τον ηρωισμό των κομμουνιστών.
Οι σημερινοί απολογητές της αστικής τάξης, καταφεύγοντας στα μυθεύματά τους, πηγαίνουν ακόμα πιο πίσω από τα μετεμφυλιακά γραπτά δεδηλωμένων αντικομμουνιστών. Αξίζει να αναφερθεί το τι υποστήριζε ο Ναπολέων Ζέρβας (επικεφαλής του στρατιωτικού σκέλους του ΕΔΕΣ και μετέπειτα ο υπουργός που εγκαινίασε το κολαστήριο της Μακρονήσου) για τη δράση και τον ηρωισμό των κομμουνιστών στα χρόνια της Κατοχής:
«Και οι επαναστάσεις δε γίνονται με την ακινησία. Συνωμοτισμός δε θα πη να μένεις κουκουλωμένος μέσα στα παπλώματά σου. Ν' αποφεύγης τον κίνδυνο. Ν' αδρανής. Αν οι κουκουέδες επέτυχαν όσα επέτυχαν στα χρόνια της κατοχής, είναι επειδή σαν παλαβοί έφερναν γύρα όλη την Ελλάδα».14
Βέβαια, σε καμιά περίπτωση δεν αρνούμαστε ότι μια σειρά από δευτερεύοντες παράγοντες μπορεί να επηρέασαν κάποιες από τις εκφάνσεις της δράσης της ΕΑΜικής αντίστασης και του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Παρόλα αυτά, δεν μπορούν να θεωρούνται καθοριστικοί.
Σκοπός της μεθοδολογικής λαθροχειρίας
Ας δούμε όμως ποια είναι η ιστορική ερμηνεία, στην οποία θέλουν να καταλήξουν αυτές οι μεθοδολογικές λαθροχειρίες. Οι υποστηρικτές του «νέου κύματος» θεωρούν ότι από το 1943 και έπειτα εμφανίζεται μια συγχώνευση αντιφασιστικού αγώνα και ψυχρού πολέμου.15
Το 1943 όντως αποτελεί χρονιά - καμπή στην έκβαση του πολέμου, μιας και η προέλαση του Κόκκινου Στρατού σηματοδοτεί την επερχόμενη ήττα του φασισμού και οξύνει τις αντιθέσεις μέσα στην αντιφασιστική συμμαχία. Η αντιφασιστική συμμαχία, συγκροτημένη από αντίθετους οικονομικοκοινωνικούς σχηματισμούς (καπιταλιστικά κράτη και Σοβιετική Ενωση) και από αντιστασιακές οργανώσεις που αντιπροσώπευαν αντίστοιχα διαφορετικά ταξικά συμφέροντα (της αστικής ή της εργατικής τάξης), είχε αναγκαστικά ημερομηνία λήξης την ήττα του φασισμού.16 Υπό αυτήν την έννοια, το «νέο κύμα», έστω και μέσα από την παραπλανητική καταγραφή των ταξικών αντιθέσεων ως «ψυχρού πολέμου», σωστά αναφέρει ότι η αντιφασιστική συμμαχία δε θα μπορούσε να συγκαλύψει την ταξική πάλη. Ωστόσο, η αντιπαράθεση ανάμεσα στην αστική και την εργατική τάξη σχετικά με τον προσανατολισμό του αντιφασιστικού αγώνα, είτε αυτή εκφράζεται στις σχέσεις ανάμεσα στη Σοβιετική Ενωση και στα καπιταλιστικά κράτη είτε στο πλαίσιο των αντιφασιστικών μετώπων, θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη και πριν το 1943, δηλαδή πριν διαφανεί η ήττα του γερμανικού ιμπεριαλισμού.
Ακόμα και η ανάδειξη αυτού του χρονικά περιορισμένου ορθού συμπεράσματος δεν αποσκοπεί στην ανάλυση της ταξικής πάλης από τους εκπροσώπους του «νέου κύματος», αλλά χρησιμοποιείται ως πάτημα για το χτύπημα της πολιτικής του ΚΚΕ στη διάρκεια της Κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου. Σ' αυτήν, επικεντρώνονται οι επικρίσεις του «νέου κύματος», μιας και θεωρούν ότι, παρά την επίκληση της εθνικής απελευθέρωσης, ο πολιτικός σκοπός του ΚΚΕ ήταν η κατάληψη της εξουσίας.17
Ως προέκταση αυτής της λογικής, το ΚΚΕ κατηγορείται ότι εστίαζε τη δράση του όχι απέναντι στον κατακτητή, αλλά στην εξουδετέρωση των πολιτικών του αντιπάλων,18 ενώ είχε καταστρώσει και σχέδιο προκειμένου να προχωρήσει σε πραξικοπηματική κατάκτηση της εξουσίας.19 Ετσι ο Στάθης Καλύβας υιοθετεί παλιότερο κείμενο του Γρηγόρη Φαράκου, για να μας πείσει για τους αθέμιτους στόχους του ΚΚΕ:
«Η ερμηνεία αυτή ενισχύεται και από τα αρχειακά τεκμήρια του KKE που είδαν το φως της δημοσιότητας πρόσφατα. Σε ένα σημαντικό άρθρο του που δημοσιεύθηκε το 1996, ο Γρηγόρης Φαράκος, στηριζόμενος στα τεκμήρια αυτά, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι "το σύνδρομο της κατάληψης της εξουσίας με σταλινικό τρόπο υπήρχε στην ηγεσία του KKE" και ότι η ηγεσία του κόμματος "δεν είχε, ουσιαστικά, απομακρυνθεί από τη σταλινική αντίληψη: τη βίαιη, δηλαδή, κατάληψη της εξουσίας"».20
Ουσιαστικά, οι ιστοριογράφοι του «νέου κύματος» προσπαθούν με αυτό τον τρόπο να κατακρίνουν τη δράση του ΚΚΕ, χρησιμοποιώντας το ιδεολόγημα των «δύο ολοκληρωτισμών». Οι ρίζες του ιδεολογήματος μπορούν να βρεθούν στην προσπάθεια των Γερμανών σοσιαλδημοκρατών να χτυπήσουν τη νεαρή σοβιετική εξουσία (1922) με το πρόσχημα της αντιδημοκρατικότητας του σοβιετικού πολιτικού συστήματος.21 Στη συνέχεια, στα χρόνια που ακολούθησαν το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τη σκυτάλη πήραν οι απολογητές του ιμπεριαλισμού.22 Σύμφωνα με την παγκόσμια έκφραση του ιδεολογήματος, ο φασισμός και ο σοσιαλισμός ταυτίζονται ως ολοκληρωτικά καθεστώτα και εχθροί της αστικής δημοκρατίας, επειδή αρνούνται τον αστικό κοινοβουλευτισμό. Υπό αυτό το πρίσμα, ο αστικός κοινοβουλευτισμός παρουσιάζεται ως το οχυρό της «ελευθερίας» απέναντι στον «ολοκληρωτισμό» και όχι ως θωράκιση της ταξικής εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης.23 Παράλληλα, μέσω του διαχωρισμού της οικονομικής βάσης (δηλαδή του ποιος έχει στην ιδιοκτησία του τα μέσα παραγωγής) από τις πολιτικές μορφές με τις οποίες συγκροτείται η εξουσία της τάξης, ο φασισμός σταματά να θεωρείται πολιτική μορφή εξουσίας της αστικής τάξης και χρησιμοποιείται για τη δυσφήμιση του σοσιαλισμού. Με αυτόν τον τρόπο, οι χυδαίοι απολογητές του ιμπεριαλισμού πετυχαίνουν μ' ένα σμπάρο δυο τρυγόνια. Και αθωώνουν τον ιμπεριαλισμό για τα εγκλήματα του φασισμού, και τα χρεώνουν στο σοσιαλισμό μέσω της εξομοίωσής του με το φασισμό!
Η ελληνική εκδοχή του αστικού ιδεολογήματος θέλει να παρουσιάσει το ΚΚΕ και το ΕΑΜ - ΕΛΑΣ ως την άλλη όψη της κατάλυσης της αστικής δημοκρατίας από το γερμανικό και τον ιταλικό ιμπεριαλισμό. Ως απόδειξη, χρησιμοποιείται η πτωματομετρία και η εξέταση του δικαίου της ΕΑΜικής Αντίστασης στη βάση των νεκρών που προέκυψαν από αυτή.24 Φυσικά πρόκειται για έναν κάλπικο αστικό ανθρωπισμό, ο οποίος, την ίδια στιγμή που καταδικάζει το δικαίωμα της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων να αντιστέκονται στην ταξική εκμετάλλευση και την ιμπεριαλιστική υποδούλωση με όλα τα μέσα, δεν αρθρώνει λέξη για τη βία του ιμπεριαλιστικού πολέμου και πολύ περισσότερο για την ταξική εκμετάλλευση του καπιταλιστικού οικονομικοκοινωνικού σχηματισμού από τον οποίο προκύπτει. Οι οπαδοί του «νέου κύματος» θα αποδώσουν ως τραγωδία τον εμφύλιο πόλεμο, εστιάζοντας στην ένοπλη αντιπαράθεση ανάμεσα στους Ελληνες, ενώ την ίδια στιγμή θεωρούν σχεδόν αυτονόητη την ιμπεριαλιστική σφαγή στα πλαίσια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι από αυτή τη σκοπιά οι οπαδοί του «νέου κύματος», πάνε ένα βήμα παραπέρα σε σχέση με τη γενική εκδοχή του ιδεολογήματος των «δύο ολοκληρωτισμών». Με αυτό τον τρόπο, φτάνουν να δικαιολογούν ακόμα και την οργάνωση των Ταγμάτων Ασφαλείας, ως αποτέλεσμα της ανάγκης του δημοκρατικού πληθυσμού να προστατευτεί από τις επιθέσεις των ανταρτών25 ή να εξευμενίσει τους Γερμανούς, ώστε να μην προχωρήσουν σε αντίποινα για τις επιθέσεις του ΕΛΑΣ.26 Η μετατόπιση αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι η ελληνική αστική τάξη δεν κατόρθωσε να διατηρήσει την κρατική της οντότητα στην αντιπαράθεση με το γερμανικό και τον ιταλικό ιμπεριαλισμό (όπως η αστική τάξη της Αγγλίας ή των ΗΠΑ), ούτε και να διαμορφώσει ένα ακμάζον αστικό αντάρτικο (όπως στην περίπτωση της Γαλλίας ή της Ιταλίας), το οποίο να μπορεί να παρουσιάζεται από τους ιστορικούς της ως το αντίπαλο δέος φασισμού και σοσιαλισμού. Το αποτέλεσμα είναι η προάσπιση της αστικής τάξης να περνά αναγκαστικά από τη δικαιολόγηση τόσο των τμημάτων της που αποχώρησαν, ακολουθώντας τον αγγλικό ιμπεριαλισμό στην Αίγυπτο ή παρέμειναν αναμένοντας τις εξελίξεις και ιδρύοντας σε κάποιες περιπτώσεις περιθωριακές ή πιο μαζικές αντιστασιακές (και αντικομμουνιστικές) οργανώσεις, όσο και του κομματιού που συνεργάστηκε με το γερμανικό ιμπεριαλισμό.
Ακολουθώντας αυτά τα μονοπάτια, οι θιασώτες του «νέου κύματος», ενώ σπεύδουν να καταδικάσουν τα δήθεν μυστικά σχέδια του ΚΚΕ για την κατάκτηση της εξουσίας, δεν κάνουν καμιά αναφορά στα φανερά σχέδια του ιμπεριαλισμού. Αποκρύπτουν το σχέδιο «Μάνα» που ο αγγλικός ιμπεριαλισμός είχε καταστρώσει από το 1943 και προέβλεπε την ανάπτυξη των στρατιωτικών δυνάμεών του στην Ελλάδα μετά την αποχώρηση των Γερμανών.27Δε μιλούν επίσης για τα σχέδια του ελληνικού αστικού πολιτικού κόσμου που ευθυγραμμίζονταν με αυτά του εγγλέζικου ιμπεριαλισμού και απαιτούσαν τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ ως το απαραίτητο πρώτο βήμα για την αποκατάσταση της αστικής εξουσίας.28
Φανερώνεται έτσι ότι γενικός σκοπός τους είναι η καταδίκη του δικαιώματος της εργατικής τάξης και των συμμάχων της να επιλέγουν τις μορφές πάλης τους και εν τέλει να οικοδομούν τη δική τους εξουσία και όχι η βίαιη επιβολή της εξουσίας γενικά και αόριστα. Γι' αυτό στη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο προσπαθούν να αποκόψουν την κοινωνικοταξική πάλη του ΚΚΕ από την εθνικοαπελευθερωτική. Αξιοποιώντας τις αντιφάσεις στη στρατηγική του ΚΚΕ, το «νέο κύμα» το κατηγορεί γιατί έθεσε στην πράξη και με αποφασιστικότητα το ζήτημα της εξουσίας, γεγονός που θα έπρεπε να έχει γίνει, αλλά δυστυχώς δεν έγινε.
Οπως είναι φυσικό, η κατεύθυνση της ιστοριογραφίας του «νέου κύματος» δεν αποσκοπεί μονάχα στην εξέταση του παρελθόντος, αλλά στοχεύει στο παρόν. Παρ' όλη την προσπάθειά τους να δηλώσουν ότι «η συζήτηση για τον κομμουνισμό μυρίζει ναφθαλίνη»,29 είναι καθαρή η επιδίωξή τους να συκοφαντήσουν το σοσιαλισμό ως ενδεχόμενο του μέλλοντος και να χτυπήσουν και τη σημερινή στρατηγική του ΚΚΕ. Μόνο έτσι μπορούν να γίνουν αντιληπτά τα εγκώμιά τους για τον Γρηγόρη Φαράκο30 ή τον Λεωνίδα Κύρκο31 που αντιλήφθηκαν τη χρεοκοπία του κομμουνισμού και συνέβαλαν στο να γίνει η «Αριστερά» κομμάτι του αστικού πολιτικού σκηνικού, σε αντίθεση με το ΚΚΕ. Ως απόδειξη της αντικειμενικότητάς τους, οι απολογητές της αστικής τάξης εξυμνούν τον οπορτουνισμό. Οσους όχι μόνο πρόδωσαν τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, αλλά και προσπάθησαν με όλες τους τις δυνάμεις να λοξοδρομήσουν το εργατικό και το κομμουνιστικό κίνημα.
Αυτοί χαίρουν της απεριόριστης εκτίμησης των εκπροσώπων του «νέου κύματος», όπως εξάλλου και όποιος άλλος στρέφεται απροκάλυπτα επιθετικά και συκοφαντικά ενάντια στο ΚΚΕ, όπως ο Θ. Πάγκαλος. Στα γραπτά των εισηγητών του «νέου κύματος», κάθε αντικομμουνιστική απόπειρα θεωρείται αποκατάσταση της αντικειμενικότητας και η οποιαδήποτε κριτική της αποκαλείται προσκόλληση στα ταμπού και στο δογματισμό.
Αλήθεια, περισσό άγχος και πολύ μελάνι για μια υπόθεση που μυρίζει ναφθαλίνη!
Ο οπορτουνιστικός και ρεφορμιστικός «αντίλογος»
Απέναντι στην αστική ιστοριογραφία του «νέου κύματος» για την ΕΑΜική Αντίσταση και τον ταξικό εμφύλιο πόλεμο, προσπαθεί να αντιπαρατεθεί μια σειρά ιστορικών ρεφορμιστικής και οπορτουνιστικής κατεύθυνσης. Στην απαίτηση της «αξιολογικής ουδετερότητας» η οπορτουνιστική ιστοριογραφία αντιτάσσει την καταγραφή και ερμηνεία της Ιστορίας στους «ειδικούς» ιστορικούς επιστήμονες, οι οποίοι διατηρούν τις ιδεολογικές τους αναφορές33. Βέβαια, υπάρχουν και αυτοί που συμφωνούν με πλευρές της μεθοδολογίας του «νέου κύματος»34. Ομως, και στη μια και στην άλλη περίπτωση η παραδοχή της ιδεολογικά φορτισμένης γνώμης του ιστορικού, αναφέρεται πολύ περισσότερο σε μια ατομική πολιτική ή ακόμα και συναισθηματική τοποθέτηση «εντός των τειχών» του αστικού πλουραλισμού, παρά σε μια απόπειρα κατανόησης της ιστορικής κίνησης μέσα από την πάλη των τάξεων και στην προάσπιση της εργατικής τάξης.
Οσον αφορά τα ιστορικά γεγονότα, οι οπορτουνιστές ιστοριογράφοι χαρακτηρίζουν συνολικά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ως αντιφασιστικό και οδηγούνται στο συμπέρασμα ότι ούτε μπήκε ούτε και θα έπρεπε να μπει από την πλευρά του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος, το ζήτημα της εξουσίας35. Αγκωνάρι μιας τέτοιας τοποθέτησης είναι η κλασική ψευδαίσθηση που καλλιεργεί ο οπορτουνισμός περί της δυνατότητας μιας ειρηνικής διευθέτησης της ταξικής πάλης μέσα στα πλαίσια της αστικής δημοκρατίας36. Η προβολή αυτής της θέσης στο επίπεδο των ενδοϊμπεριαλιστικών συγκρούσεων οδηγεί την οπορτουνιστική ιστοριογραφία στην αντίληψη ότι η πιο αποτελεσματική άρνηση του ιμπεριαλιστικού πολέμου είναι η επιστροφή στην ιμπεριαλιστική ειρήνη και όχι η προσπάθεια ανατροπής του ιμπεριαλισμού που «γεννά τους πολέμους»37.
Γι' αυτό, όταν οι οπορτουνιστές ιστοριογράφοι αναζητούν τις ρίζες του Β΄ Παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού Πολέμου, τον εξετάζουν ως ένα γεγονός αποκομμένο, η πραγμάτωση του οποίου κρίνεται αποκλειστικά από τους πολιτικούς χειρισμούς των «μεγάλων δυνάμεων» και όχι από την ίδια τη φύση του καπιταλιστικού οικονομικοκοινωνικού σχηματισμού στην εποχή του ιμπεριαλισμού: «Τόσο ο Τσάμπερλεν και ο Χάλιφαξ στη Βρετανία όσο και ο Νταλαντιέ και ο Μπονέ στη Γαλλία, ήταν δηλωμένοι οπαδοί της πολιτικής "κατευνασμού" του Χίτλερ αλλά είχαν αντιληφθεί ότι μετά την Τσεχοσλοβακία δεν υπήρχαν πλέον περιθώρια υποχωρήσεων. Οι διαβεβαιώσεις του Χίτλερ προς τον Βρετανό και τον Γάλλο πρεσβευτή στο Βερολίνο στις 25 Αυγούστου ότι η Γερμανία δεν απειλούσε την ακεραιότητα των χωρών τους δεν άλλαξε τη στάση τους. Αντίθετα, η υπογραφή της Συμφωνίας Αμοιβαίας Συνδρομής μεταξύ Πολωνίας και Βρετανίας καθιστούσε σαφές ότι τυχόν επίθεση στην Πολωνία θα προκαλούσε γενικότερο πόλεμο. Από την άλλη πλευρά, Γαλλία και Βρετανία έλπιζαν ότι η σθεναρή στάση θα απέτρεπε τη Γερμανία να εξαπολύσει τον πόλεμο. Διαψεύστηκαν»38.
Μια τέτοια προσέγγιση του ιμπεριαλιστικού πολέμου, αντικειμενικά καθιστά ανεπαρκή και αναποτελεσματική την κριτική απέναντι στην εξουσία του κεφαλαίου και τους ιδεολογικούς της εκπροσώπους, αφού αποσυνδέει τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο από το χαρακτήρα της ίδιας της οικονομικής ανάπτυξης του καπιταλισμού και δε θέτει το ζήτημα της ανατροπής του39. Στηριζόμενοι σε αυτό τον άξονα ανάλυσης, οι οπορτουνιστές και ρεφορμιστές ιστοριογράφοι δικαιολογούν κατ' εξαίρεση την ένοπλη αντίσταση των λαών στη διάρκεια του αντιφασιστικού αγώνα, στο βαθμό που αυτή δεν ήταν πρωτογενής - επιθετική, αλλά συνιστούσε την αντίδραση στα εγκλήματα της Κατοχής αναφορικά με την Ελλάδα40 και στη φασιστική επιθετικότητα σε διεθνές επίπεδο. Οι συνέπειες αυτής της στάσης φαίνονται και στην προσέγγιση του εμφυλίου πολέμου. Ακόμα και σε εκείνες τις περιπτώσεις, στις οποίες οι οπορτουνιστές ιστοριογράφοι προασπίζονται το ΚΚΕ αναφορικά με τη διεξαγωγή του ταξικού εμφυλίου πολέμου, η δικαιολόγηση στηρίζεται στο όργιο της τρομοκρατίας του αγγλικού ιμπεριαλισμού και της αστικής τάξης41.
Επομένως, σύμφωνα με την αντίληψη των ρεφορμιστών και οπορτουνιστών ιστοριογράφων, δεν είναι αποδεκτή μια προσπάθεια δυσφήμισης του ΕΑΜ και του ΚΚΕ στη βάση της πτωματομετρίας και της ψευδούς φιλανθρωπίας του «νέου κύματος». Ομως ταυτόχρονα, ως κριτήριο για την ορθότητα της μαζικής λαϊκής βίας και κατά προέκταση για το δίκαιο ή τον άδικο χαρακτήρα της ΕΑΜικής Αντίστασης και της δράσης του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας δεν ορίζεται το δικαίωμα της εργατικής τάξης και των άλλων εκμεταλλευομένων να χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο στον αγώνα για την κοινωνική - ταξική τους χειραφέτηση από τους ιμπεριαλιστές (καταχτητές και μη) και την ντόπια αστική τάξη, αλλά το δικαίωμά τους να αντισταθούν στην κατάλυση της κυριαρχίας του αστικού κράτους.
Η δικαίωση της αντίστασης στη βάση της προάσπισης της αστικής δημοκρατίας οδηγεί τους οπορτουνιστές ιστοριογράφους και στο να περιορίζουν την κάθε αντιπαράθεση ανάμεσα στο ΕΑΜ και το ΚΚΕ από τη μια μεριά και την ελληνική αστική τάξη από την άλλη στο δίπολο: «Μαχητές της απελευθέρωσης» και «δωσίλογοι συνεργάτες των Γερμανών». Ομως, σύμφωνα με αυτή τη σχηματική αποτύπωση, δεν μπορεί να ερμηνευτεί η στάση του κομματιού της αστικής τάξης που ακολούθησε τον αγγλικό ιμπεριαλισμό στην Αίγυπτο ή του άλλου μέρους που έμεινε στην Ελλάδα δίχως να συνεργαστεί με τους καταχτητές, μιας και οι δύο αυτές πλευρές την επομένη της απελευθέρωσης στράφηκαν επίσης ενάντια στο ΕΑΜ και το ΚΚΕ.
Οι οπορτουνιστές αναδεικνύουν ότι το ΚΚΕ δεν είχε επεξεργασμένη στρατηγική για την κατάληψη της εξουσίας και θεωρούν ότι καλώς έκανε, αφού το κυριότερο καθήκον της στιγμής ήταν ο αντιφασιστικός αγώνας42 και στη συνέχεια η δημοκρατική ομαλότητα και η διενέργεια εκλογών. Ετσι, ακόμα και όταν υπερασπίζονται τη δράση του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ ή και του ΚΚΕ, βασικός όρος είναι η παραμονή της εθνικοαπελευθερωτικής πάλης στα όρια της αστικής νομιμότητας και η αποσύνδεσή της από τον αγώνα για το σοσιαλισμό.
Είναι χαρακτηριστική εξάλλου η «χρόνια εμμονή» του οπορτουνισμού για την καταδίκη της αποχής του ΚΚΕ από τις εκλογές του 1946, αφού θεωρούν ότι με την έμπρακτη αμφισβήτηση της αστικής νομιμότητας - που συνιστούσε το πέρασμα στην ένοπλη πάλη - ξοδεύτηκε μια ευκαιρία μετάβασης σε ένα καθεστώς αστικής δημοκρατίας, στα όρια του οποίου θα κατοχυρωνόταν η ενσωμάτωση του ΚΚΕ στον αστικό κοινοβουλευτισμό.
Με άλλα λόγια, η οπορτουνιστική ιστοριογραφία, εκμεταλλευόμενη το δεδομένο ότι πραγματικά δεν τέθηκε το Δεκέμβρη του 1944 το ζήτημα της εξουσίας, στο όνομα της ανάγκης αστικοδημοκρατικής εξομάλυνσης, αρνείται το ιστορικά χρήσιμο για την εργατική τάξη συμπέρασμα ότι θα έπρεπε να είχε τεθεί43.
Αντίστροφα από τους υποστηρικτές του «νέου κύματος», οι οπορτουνιστές και ρεφορμιστές ιστοριογράφοι αποκόπτουν την εθνικοαπελευθερωτική πάλη του ΚΚΕ από την πάλη για την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας με στόχο το σοσιαλισμό. Γενικότερα απορρίπτουν την ταξική σύγκρουση και με την ένοπλη μορφή της ως κορύφωση της ταξικής πάλης.
Τα αδιέξοδα του οπορτουνισμού
Αποδεχόμενη την αστική δημοκρατία ως πεμπτουσία, η οπορτουνιστική και ρεφορμιστική ιστοριογραφία δεν μπορεί να αντιπαρατεθεί αποτελεσματικά στο αστικό ιδεολόγημα των «δύο ολοκληρωτισμών».
Καταρχήν, επειδή δεν αποδέχεται το φασισμό ως μορφή αστικής εξουσίας, αλλά θεωρεί ότι πρόκειται για ένα σύστημα εχθρικό προς την εργατική τάξη, επειδή αρνείται τον αστικό κοινοβουλευτισμό. Επιπλέον, διότι η μόνη διαφορά που εντοπίζει ανάμεσα στο φασισμό και στο σοσιαλισμό έγκειται στο ότι το κομμουνιστικό κίνημα είχε τουλάχιστον σε επίπεδο γνωσιοθεωρίας «πρόταγμα χειραφέτησης» και «αναφορά στην ελευθερία»44.
Με αυτό τον τρόπο, όμως, γυρνάμε στην ψευδή αντίθεση «ολοκληρωτισμού» - δημοκρατίας από άλλο δρόμο. Ετσι κι αλλιώς η οπορτουνιστική ιστοριογραφία, ακόμα και όταν αρνείται από γνωσιοθεωρητική άποψη την απόπειρα ταύτισης ανάμεσα στο φασισμό και στο σοσιαλισμό, δεν αποτυπώνει αυτή την ανάλυσή της και στο επίπεδο της ερμηνείας των ιστορικών γεγονότων.
Η καταδίκη της «μαύρης βίας» των φασιστών καταχτητών και της προσπάθειας αθώωσης των εγκλημάτων των συνεργατών τους, αρχικά στη διάρκεια της Κατοχής και ύστερα κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο45, προσκρούει στην εξομοίωση των αντιπαρατιθεμένων, που ανανεώνεται και στην οπορτουνιστική και ρεφορμιστική ιστοριογραφία μέσα από την αποδοχή της επί της ουσίας ταύτισης σοσιαλισμού και φασισμού.
Γενικότερα η οπορτουνιστική κριτική απέναντι στις αντιδραστικές προσεγγίσεις του «νέου κύματος» μοιραία εγκλωβίζεται πάντα στην άρνησή της να παραδεχτεί ότι δεν υπάρχει ενδιάμεση εξουσία ανάμεσα στην αστική και στη σοσιαλιστική. Απόρροια αυτού του αδιεξόδου συνιστά το γεγονός ότι ακόμα και τα ψήγματα της ορθής κριτικής απέναντι στην αστική ιστοριογραφία χρησιμοποιούνται τελικά για να συνηγορήσουν στην άρνηση της απελευθέρωσης της εργατικής τάξης και των άλλων εκμεταλλευομένων από την εξουσία του κεφαλαίου.
Οπότε, η οποιαδήποτε κριτική του «νέου κύματος» από την πλευρά της οπορτουνιστικής ιστοριογραφίας (όπως και οι ίδιοι οι εκπρόσωποί της διατυμπανίζουν)46 σε καμιά περίπτωση δεν ταυτίζεται με την υπεράσπιση των ταξικών συμφερόντων της εργατικής τάξης και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Αντίθετα, ειδικότερα σήμερα, σε περίοδο όξυνσης της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, η εργατική τάξη και οι άλλοι εκμεταλλευόμενοι θα πρέπει να προσπεράσουν και το σκόπελο της οπορτουνιστικής θεώρησης της Ιστορίας, προκειμένου να αποκομίσουν τα απαραίτητα ιστορικά συμπεράσματα που θα συμβάλουν στον αγώνα για το σοσιαλισμό.
Η θέση του ΚΚΕ και η σύγχρονη σημασία της
Οι ιστοριογράφοι του αστικού φάσματος είναι τόσο παλιοί, όσο και η εκμεταλλεύτρια τάξη, την οποία με συνέπεια υπηρετούν. Ομως, όπως ήδη είδαμε, οι στόχοι τους έρχονται από το μέλλον. Η προσπάθεια διαστρέβλωσης της Ιστορίας και συκοφάντησης της ταξικής πάλης δεν αποσκοπεί κυρίως στην τάδε ή τη δείνα ερμηνεία ενός ιστορικού γεγονότος, αλλά στην προσπάθεια - με βάση αυτή την ερμηνεία - να επιβληθεί μια πολιτική αντίληψη που ουσιαστικά βοηθάει στη διατήρηση της αστικής εξουσίας. Μπροστά στην όξυνση της ταξικής πάλης οι εκπρόσωποι του «νέου κύματος» εκπληρώνουν αυτό το σκοπό, πρωτοστατώντας σε ένα χυδαίο αντικομμουνισμό, που ταυτίζει την ανατροπή της αστικής εξουσίας με την άρνηση της ελευθερίας και της δημοκρατίας, ενώ οι οπορτουνιστές ακολουθούν μια λιγότερο χυδαία (όχι όμως και λιγότερο επικίνδυνη για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης) αντίληψη περιορισμού των διεκδικήσεων της εργατικής τάξης και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων στα πλαίσια της αστικής δημοκρατίας.
Το ΚΚΕ ξεκινά από την επιστημονική μαρξιστική θέση ότι η Ιστορία μπορεί να προσεγγιστεί μονάχα ως Ιστορία ταξικών αγώνων47, γεγονός που ξεκαθαρίζει την ταξική αφετηρία της ιστοριογραφίας και την πρακτική της κατάληξη. Κατά συνέπεια, τα ιστορικά συμπεράσματα δεν μπορούν να είναι τα ίδια για την αστική και την εργατική τάξη, επειδή ακριβώς πηγάζουν από αντίθετα ταξικά συμφέροντα. Εχοντας κατακτημένη αυτή την κατευθυντήρια γραμμή, το ΚΚΕ διαμορφώνει τη θέση του απέναντι στα ιστορικά γεγονότα προηγούμενων περιόδων, με στόχο τον εξοπλισμό της εργατικής τάξης και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων για τις επερχόμενες μάχες. Από αυτή την αξίωση εξοπλισμού της εργατικής τάξης, μέσα από τη μελέτη της ακριβοπληρωμένης πείρας των αγώνων της και των θυσιών της, πηγάζει για το ΚΚΕ η ανάγκη αποτίμησης του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου και του αγώνα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν ιμπεριαλιστικός48, αποτέλεσμα του χαρακτηριστικού γνωρίσματος του καπιταλισμού στην εποχή του ιμπεριαλισμού να οδηγεί σε μοίρασμα και ξαναμοίρασμα των αγορών και των σφαιρών επιρροής49. Ο φασισμός αποτέλεσε την πολιτική έκφραση του ιταλικού και του γερμανικού ιμπεριαλισμού, στην προσπάθειά τους να επιτύχουν ένα ευνοϊκότερο ξαναμοίρασμα των αγορών και όχι έναν ξεχωριστό από τον καπιταλισμό οικονομικοκοινωνικό σχηματισμό50. Η καπιταλιστική (ταξική) ταυτότητα του φασισμού ήταν αυτή που έκανε δεδομένη την εχθρότητά του απέναντι στο εργατικό και το κομμουνιστικό κίνημα, όπως και την αντίσταση των κομμουνιστών απέναντί του.
Ωστόσο, ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος έχει μια σειρά διαφοροποιητικών χαρακτηριστικών σε σχέση με τον επίσης ιμπεριαλιστικό Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Καταρχήν, υπήρχε η παρουσία της Σοβιετικής Ενωσης, από την πλευρά της οποίας ήταν πόλεμος υπεράσπισης της σοσιαλιστικής πατρίδας. Ενα ακόμα στοιχείο που διαφοροποιούσε το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όχι στην ουσία του αλλά στον τρόπο εκδήλωσής του, ήταν η κατοχή μιας σειράς καπιταλιστικών κρατών από τις δυνάμεις του Αξονα και ο ορισμός δοτών κυβερνήσεων. Η κατάσταση αυτή οδήγησε τα κομμουνιστικά κόμματα να θέσουν στην ημερήσια διάταξη τόσο το ζήτημα της υπεράσπισης της Σοβιετικής Ενωσης, όσο και της εθνικής απελευθέρωσης.
Το ΚΚΕ, παρά τις τεράστιες θυσίες και την πρωτοπόρα δράση του σε όλη τη διάρκεια της αντίστασης, στάθηκε ανέτοιμο να αντιμετωπίσει με αποφασιστικότητα την πάλη απέναντι στον αγγλικό ιμπεριαλισμό και την ντόπια αστική τάξη, που αντικειμενικά υπέβοσκε και οξυνόταν και στην περίοδο της Κατοχής. Η πολιτική και στρατιωτική του στάση, με τις συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας και στη συνέχεια στις μέρες του Δεκέμβρη του 1944 και της συμφωνίας της Βάρκιζας, υποδηλώνει την ανετοιμότητα του ΚΚΕ να συνδέσει την πάλη του ενάντια στην ιμπεριαλιστική κατοχή με την πάλη για την κατάκτηση του σοσιαλισμού.
Ο αγώνας του Δημοκρατικού Στρατού που ακολούθησε «ξέπλυνε» το στίγμα που άφησαν η συνθήκη της Βάρκιζας και οι ψευδαισθήσεις για τη δυνατότητα ειρηνικής επίλυσης της ταξικής πάλης. Η ένοπλη αντιπαράθεση με την αστική εξουσία και τον αγγλικό και αμερικανικό ιμπεριαλισμό αποτέλεσε την κορύφωση της ταξικής πάλης στη χώρα μας, η οποία άφησε σπουδαίες παρακαταθήκες στην πάλη του εργατικού και λαϊκού κινήματος τα επόμενα χρόνια. Είναι χρέος του σημερινού εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος να διδάσκεται από την ηρωική πάλη και την αταλάντευτη στάση των μαχητών και των μαχητριών του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, οι οποίοι εκ των πραγμάτων έθεσαν σε κίνδυνο την καπιταλιστική εξουσία στην Ελλάδα.
Πολύ περισσότερο, η σημερινή άντληση των θετικών και αρνητικών ιστορικών διδαγμάτων από τους κομμουνιστές γι' αυτή την περίοδο οφείλει να είναι προσανατολισμένη στη διαμόρφωση μιας σύγχρονης νικηφόρας επαναστατικής στρατηγικής για το σοσιαλισμό και όχι στην αποδοχή της αστικής εξουσίας. Μάλιστα, αναπόσπαστο στοιχείο αυτής της κατεύθυνσης οφείλει να είναι η ακούραστη και ανειρήνευτη αντιπαλότητα με όλες τις μορφές της ιδεολογικής τρομοκρατίας που εξαπολύει η αστική τάξη εναντίον της ταξικής αγωνιστικής Ιστορίας της εργατιάς και του ΚΚΕ.
Σε αυτή την κατεύθυνση, τόσο οι εκπρόσωποι του «νέου κύματος» όσο και οι οπορτουνιστές ιστοριογράφοι βρίσκονται εκ των πραγμάτων στην αντίπερα όχθη.
Σημειώσεις:
1. Στάθη Καλύβα - Νίκου Μαραντζίδη: «Νέες τάσεις στη μελέτη του εμφυλίου πολέμου», εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», 20 Μάρτη 2004.
2. Πέτρου Μακρή - Στάικου (επιμέλεια): «Βρετανική πολιτική και αντιστασιακά κινήματα στην Ελλάδα - Η απόρρητη έκθεση του ταγματάρχη J. Wallace (1943)», εκδ. «Ωκεανίδα», Αθήνα, 2009.
3. Στάθη Καλύβα: «Εμφύλια βία και ιστορία», εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ», 24 Γενάρη 2010.
4. Γ. Θ. Μαυροκορδάτου: «Η "Ρεβάνς" των ηττημένων» στο συλλογικό «Πενήντα χρόνια μετά τον Εμφύλιο», έκδοση της εφημερίδας «ΤΟ ΒΗΜΑ» και της εκδοτικής «Ερμής», Αθήνα, 1999, σελ. 39.
5. David Close: «Η κληρονομιά» στο David Close: «Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος 1943 - 1950 (μελέτες για την πόλωση)», εκδ. «Φιλίστωρ», Αθήνα, 1996, σελ. 283 - 290.
6. Νίκου Μαραντζίδη: «Ο Ελληνικός Εμφύλιος Πόλεμος 60 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ», περιοδικό «Εικονογραφημένη Ιστορία», εκδ. «Πάπυρος», Αθήνα, 2009, τ. 493, σελ. 10.
7. Πέτρου Μακρή - Στάικου: «Νέα Κύματα και παλιά μυθεύματα», εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», 5 Δεκέμβρη 2009.
8. Στάθη Καλύβα: «Κόκκινη τρομοκρατία: Η βία της Αριστεράς στην Κατοχή» στο Μαρκ Μαζάουερ: «Μετά τον πόλεμο», εκδ. «Αλεξάνδρεια», Αθήνα, 2003.
9. Νίκου Μαραντζίδη: «Οι κόκκινοι κατάσκοποι», εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ», 6 Σεπτέμβρη 2009.
10. Στάθη Καλύβα: «Μια δεκαετία ερευνητικής ανανέωσης», εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ», 18 Οκτώβρη 2009.
11. Βλ. ενδεικτικά Bαν Μπουσχότεν: «Ρίκη, Ανάποδα χρόνια: Συλλογική μνήμη και ιστορία στη Ζιάκα Γρεβενών», εκδ. «Πλέθρον», Αθήνα, 1997.
12. Στάθη Καλύβα: «Η γεωγραφία της εμφύλιας βίας στην κατοχική Μεσσηνία» στο Γιάννη Καρακατσιάνη (Επιμέλεια): «Νότια Πελοπόννησος 1935 - 1950», εκδ. «Αλφειός», Αθήνα, 2009, σελ. 55.
13. Βλ. Ενδεικτικά Γ. Προγουλάκη - Ε. Μπουρνόβα: «Ο αγροτικός κόσμος 1830 - 1940» στο συλλογικό: «Εισαγωγή στη Νεοελληνική Οικονομική Ιστορία (18ος - 20ός αιώνας», εκδ. «Γιώργος Δαρδάνος - Τυπωθήτω», Αθήνα, 2000, σελ. 45-104.
14. Ναπολέοντα Ζέρβα: «Απομνημονεύματα», εκδ. «Μέτρον», Αθήνα, 2000, σελ. 183.
15. Στάθη Καλύβα: «Η Ιστορία ως τυμβωρυχία», εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ», 20 Δεκέμβρη 2009.
16. ΚΕ του ΚΚΕ: «Θέσεις για τα 60 χρόνια από την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών» στο συλλογικό: «60 χρόνια από τη μεγάλη Αντιφασιστική Νίκη των Λαών - Επος και διδάγματα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2005, σελ. 20 - 23.
17. Στάθη Καλύβα: Εισαγωγικό σημείωμα στο Πέτρου Μακρή - Στάικου (Επιμέλεια): «Βρετανική πολιτική και αντιστασιακά κινήματα στην Ελλάδα», εκδ. «Ωκεανίδα», Αθήνα, 2009, σελ. 34 - 35.
18. Πέτρου Μακρή - Στάικου: «"Νέα Κύματα" και παλιά μυθεύματα», εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», 5 Δεκέμβρη 2009.
19. Ο.π.
20. Στάθη Καλύβα: «Η επιλογή της βίαιης ρήξης», εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ», 5 Δεκέμβρη 2004.
21. Karl Kautsky: «Hitlerism and Social Democracy»,http://www.marxists.org/archive/kautsky/1934/hitler.htm και Eduard Bernstein: «On the Russian and German Revolutions»,http://www.marxists.org/reference/archive/bernstein/works/1922/xx.htm.
22. Ενας από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές του ιδεολογήματος είναι και ο περιβόητος Μπρεζίνσκι. Βλ. ενδεικτικά Carl Friedrich - Zbigniew Brzezinski: «Totalitarian Dictatorship and Autocracy», Praeger Editions, New York 1956 και Zbigniew Brzezinski: «The Permanent Purge: Politics in soviet totalitarianism», Harvard University Press, Cambridge Mass, 1955.
23. Β. Ι. Λένιν: «Κράτος και επανάσταση», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1975, σελ. 16.
24. Stathis Kalyvas: «The Logic of Violence in Civil War», Cambridge University Press, Cambridge, 2006.
25. Στάθη Καλύβα: «Μεθοδολογικές προϋποθέσεις της μελέτης του δοσιλογισμού» στο Ιάκωβου Μιχαηλίδη - Ηλία Νικολακόπουλου - Χάγκεν Φλάισερ: «"Εχθρός" εντός των τειχών: Οψεις του δοσιλογισμού στην Ελλάδα της Κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου», εκδ. «Ελληνικά Γράμματα», Αθήνα, 2006, σελ. 79 - 90.
26. Βλ. ενδεικτικά Στράτου Δορδανά: «Το αίμα των αθώων», εκδ. «Βιβλιοπωλείον της Εστίας», Αθήνα, 2007, σελ. 352 - 354.
27. Συλλογικό: «Η τρίχρονη εποποιία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (1946 - 1949)», εκδ. «Ριζοσπάστης - Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1998, σελ. 31.
28. Γεωργίου Παπανδρέου: «Επιστολή προς το διευθυντή της Καθημερινής», εφημερίδα «Η Καθημερινή», 2 Μάρτη 1948.
29. Στάθη Καλύβα: «Ο ακρωτηριασμός της λογικής», εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ», 19 Φλεβάρη 2006.
30. Στάθη Καλύβα - Νίκου Μαραντζίδη: «Η Αριστερά, οι μαρτυρίες και τα πρόσωπα», εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ», 22 Μάρτη 2009.
31. Νίκου Μαραντζίδη: «Ο Νέστορας της Αριστεράς», εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ», 10 Γενάρη 2010.
33. Βασίλη Κρεμμυδά: «Στα δίχτυα του Δικτύου», εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», 19 Νοέμβρη 2009.
34. Τασούλας Βερβενιώτη: «Μνήμες και αμνησίες των αρχείων και των μαρτυριών για τον ελληνικό εμφύλιο. Η Αθήνα και η επαρχία, η ηγεσία και τα μέλη» στο συλλογικό: «Μνήμες και λήθη του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου», εκδ. «Επίκεντρο», Θεσσαλονίκη, 2008, σελ. 81-86.
35. Ηλία Νικολακόπουλου: «Το νέο κύμα και η τριλογία της σύγχυσης», εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», 7 Φλεβάρη 2009.
36. Χάγκεν Φλάισερ: «Προς τι η προβολή ενός μοιραίου ανθρώπου;», εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», 28 Νοέμβρη 2009.
37. Β. Ι. Λένιν: «Προς τους εργάτες που είναι ενάντια στον πόλεμο και τους σοσιαλιστές που πέρασαν με το μέρος των κυβερνήσεών τους» «Απαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1981, τ. 30, σελ. 300.
38. Πολυμέρη Βόγλη: «Ηταν πράγματι αναπόφευκτος ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος;», εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», 24 Οκτώβρη 2009.
39. Β. Ι. Λένιν: «Ταξική συνεργασία με το κεφάλαιο ή ταξική πάλη ενάντια στο κεφάλαιο» «Απαντα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1986, τ. 32.
40. Π. Παναγιωτόπουλου: «Επανάσταση χωρίς αίμα, πολιτική χωρίς βία;», εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», 26 Ιούνη 2004.
41. Μιχάλη Λυμπεράτου: «Στα πρόθυρα του Εμφυλίου Πολέμου», εκδ. «Βιβλιόραμα», Αθήνα, 2006, σελ. 514-516.
42. Ηλία Νικολακόπουλου: «Η επιστροφή των Βουρβόνων», εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», 19-20 Δεκέμβρη 2009.
43. Σπύρου Ασδραχά: «Η "αναθεώρηση" του Εμφυλίου», εφημερίδα «Εποχή», 20 Δεκέμβρη 2009.
44. Νίκου Αλιβιζάτου - Ηλία Νικολακόπουλου - Κωνσταντίνου Τσουκαλά: «Συζήτηση για τα 60 χρόνια από τη λήξη του Εμφυλίου», εφημερίδα «Αυγή», 27 Δεκέμβρη 2009.
45. Ηλία Νικολακόπουλου: «Η "κόκκινη βία" και ο εξαγνισμός των δοσιλόγων», εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», 24 Μάη 2010.
46. Χάγκεν Φλάισερ: «Περί "κόκκινης" και "μαύρης" βίας στην Κατοχή και τον Εμφύλιο», εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», 10 Γενάρη 2010.
47. Κ. Μαρξ - Φρ. Ενγκελς: «Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 25.
48. ΚΕ του ΚΚΕ: «Θέσεις για τα 60 χρόνια από την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών» στο συλλογικό: «60 χρόνια από τη μεγάλη Αντιφασιστική Νίκη των Λαών - Επος και διδάγματα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2005, σελ. 31.
49. Β. Ι. Λένιν: «Ιμπεριαλισμός: Το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2005, σελ. 89.
50. Για τις επιδιώξεις του γερμανικού και του ιταλικού ιμπεριαλισμού ενδεικτική είναι η χιτλερική θεωρία του αναγκαίου για τη Γερμανία ζωτικού χώρου.

TOP READ