ΛΕΝΙΝ
1. Στη στάση μας απέναντι στον πόλεμο, που από την πλευρά της Ρωσίας και με τη νέα κυβέρνηση του Λβοφ και Σία παραμένει αναμφισβήτητα ληστρικός ιμπεριαλιστικός πόλεμος εξαιτίας του καπιταλιστικού χαρακτήρα αυτής της κυβέρνησης, είναι απαράδεκτες και οι ελάχιστες παραχωρήσεις στον «επαναστατικό αμυνιτισμό».
Το συνειδητό προλεταριάτο μπορεί να συγκατατεθεί σ’ έναν επαναστατικό πόλεμο, που πραγματικά να δικαιολογεί τον επαναστατικό αμυνιτισμό, μόνο υπό τον όρο: α) πέρασμα της εξουσίας στα χέρια του προλεταριάτου και των φτωχών τμημάτων της αγροτιάς που συνδέονται μαζί του· β) παραίτηση στην πράξη και όχι στα λόγια, από κάθε προσάρτηση· γ) ολοκληρωτική ρήξη στην πράξη με όλα τα συμφέροντα του κεφαλαίου.
Παίρνοντας υπόψη την αναμφισβήτητη καλοπιστία των πλατιών στρωμάτων των μαζικών εκπροσώπων του επαναστατικού αμυνιτισμού, που παραδέχονται τον πόλεμο μόνο από ανάγκη και όχι για λόγους κατακτητικούς, παίρνοντας υπόψη την εξαπάτησή τους από την αστική τάξη, πρέπει να εξηγούμε το λάθος τους πολύ διεξοδικά, επίμονα και υπομονετικά, να τους εξηγούμε την αδιάρρηκτη σύνδεση του κεφαλαίου με τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, να τους αποδείχνουμε ότι χωρίς την ανατροπή του κεφαλαίου ο πόλεμος δεν μπορεί να τελειώσει με μια ειρήνη αληθινά δημοκρατική, ειρήνη χωρίς βία.
Οργάνωση της πιο πλατιάς προπαγάνδας αυτής της άποψης στο στρατό του μετώπου.
Συναδέλφωση.
2. Η ιδιομορφία της σημερινής στιγμής στη Ρωσία βρίσκεται στο πέρασμα από το πρώτο στάδιο της επανάστασης που έδωσε την εξουσία στην αστική τάξη εξαιτίας της ανεπαρκούς συνειδητότητας και οργάνωσης του προλεταριάτου, στο δεύτερο στάδιό της που πρέπει να δώσει την εξουσία στα χέρια του προλεταριάτου και των φτωχών στρωμάτων της αγροτιάς.
Το πέρασμα αυτό το χαρακτηρίζει, από το ένα μέρος, ένα μέγιστο όριο νομιμότητας (από όλες τις εμπόλεμες χώρες η Ρωσία είναισήμερα η πιο ελεύθερη χώρα του κόσμου), από το άλλο μέρος, η έλλειψη βίας πάνω στις μάζες και, τέλος, η ανεπίγνωστα καλόπιστη στάση των μαζών απέναντι στην κυβέρνηση των κεφαλαιοκρατών, των χειρότερων εχθρών της ειρήνης και του σοσιαλισμού.
Η ιδιομορφία αυτή απαιτεί από μας ικανότητα προσαρμογής στις ιδιαίτερες συνθήκες της κομματικής δουλειάς μέσα στις πρωτάκουστα πλατιές μάζες του προλεταριάτου, που μόλις τώρα ξύπνησαν στην πολιτική ζωή.
3. Καμιά υποστήριξη στην Προσωρινή κυβέρνηση. Να εξηγούμε τον ολότελα ψεύτικο χαρακτήρα όλων των υποσχέσεών της, ιδιαίτερα της υπόσχεσης για παραίτηση από τις προσαρτήσεις. Ξεσκέπασμα, αντί της απαράδεκτης «απαίτησης» –που σπέρνει αυταπάτες– να πάψει η κυβέρνηση αυτή, κυβέρνηση κεφαλαιοκρατών, να είναι ιμπεριαλιστική.
4. Αναγνώριση του γεγονότος ότι στα περισσότερα Σοβιέτ των Eργατών Bουλευτών το Κόμμα μας είναι μειοψηφία, και για την ώρα αδύνατη μειοψηφία, απέναντι στο συνασπισμό όλων των μικροαστικών, οπορτουνιστικών στοιχείων, που έχουν υποκύψει στην επιρροή της αστικής τάξης και διοχετεύουν την επιρροή της στο προλεταριάτο, από τους λαϊκούς σοσιαλιστές και τους σοσιαλιστές-επαναστάτες ως την Οργανωτική Επιτροπή (Τσχεΐτζε, Τσερετέλι κτλ.), τον Στεκλόφ κτλ., κτλ.
Εξήγηση στις μάζες ότι τα Σοβιέτ των Εργατών Βουλευτών (Σ.Ε.Β.) είναι η μόνη δυνατή μορφή επαναστατικής κυβέρνησης και ότι γι’ αυτό, όσο η κυβέρνηση αυτή θα βρίσκεται κάτω από την επιρροή της αστικής τάξης, το καθήκον μας μπορεί να είναι μονάχα η υπομονετική, συστηματική, επίμονη και προσαρμοζόμενη στις πρακτικές, ιδιαίτερα, ανάγκες των μαζών, εξήγηση των λαθών της τακτικής τους.
Όσο είμαστε μειοψηφία, δουλειά μας είναι να κάνουμε κριτική και να εξηγούμε τα λάθη, κηρύσσοντας ταυτόχρονα την ανάγκη να περάσει όλη η κρατική εξουσία στα Σοβιέτ των Eργατών Bουλευτών, έτσι που οι μάζες με την πείρα τους να απαλλαγούν από τα λάθη τους.
5. Όχι κοινοβουλευτική δημοκρατία –η επιστροφή από τα Σοβιέτ των Eργατών Bουλευτών σ’ αυτήν θα ήταν βήμα προς τα πίσω– μα δημοκρατία των Σοβιέτ των εργατών, των εργατών γης και των αγροτών βουλευτών σ’ όλη τη χώρα, από τα κάτω ως τα πάνω.
Κατάργηση της αστυνομίας, του στρατού, της υπαλληλίας
[1].
Η αμοιβή όλων των υπαλλήλων, που όλοι τους θα είναι αιρετοί και ανακλητοί σε κάθε στιγμή, να μην ξεπερνά τη μέση αμοιβή ενός καλού εργάτη.
6. Στο αγροτικό πρόγραμμα μεταφορά του κέντρου βάρους στα Σοβιέτ των βουλευτών εργατών γης.
Δήμευση όλης της γης των τσιφλικάδων.
Εθνικοποίηση όλης της γης της χώρας, διάθεση της γης από τα τοπικά Σοβιέτ των εργατών γης και των αγροτών βουλευτών. Δημιουργία ιδιαίτερων Σοβιέτ βουλευτών από φτωχούς αγρότες. Δημιουργία από κάθε μεγάλο κτήμα ενός υποδειγματικού νοικοκυριού (με έκταση 100 ως 300 περίπου ντεσιατίνες, ανάλογα με τις τοπικές και άλλες συνθήκες και κατά την κρίση των τοπικών οργάνων) κάτω από τον έλεγχο των βουλευτών των εργατών γης και για λογαριασμό της κοινωνίας.
7. Άμεση συγχώνευση όλων των τραπεζών της χώρας σε μια πανεθνική τράπεζα και άσκηση ελέγχου πάνω σ’ αυτήν απομέρους του Σοβιέτ των Εργατών Βουλευτών.
8. Όχι «εισαγωγή» του σοσιαλισμού, σαν άμεσο καθήκον μας, αλλά άμεσο πέρασμα μόνο στον έλεγχο της κοινωνικής παραγωγής και της διανομής των προϊόντων απομέρους των Σοβιέτ των Εργατών Βουλευτών.
9. Κομματικά καθήκοντα:
α) Άμεση σύγκληση συνεδρίου του Κόμματος.
β) Τροποποίηση του προγράμματος του Κόμματος, κυρίως:
1. σχετικά με τον ιμπεριαλισμό και τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο,
2. σχετικά με τη στάση απέναντι στο κράτος και το
δικό μας αίτημα για «κράτος-κομμούνα»
[2],
3. διόρθωση του μίνιμουμ προγράμματός μας που έχει παλιώσει.
γ) Αλλαγή της ονομασίας του Κόμματος
[3].
10. Ανανέωση της Διεθνούς.
Ανάληψη πρωτοβουλίας για δημιουργία επαναστατικής Διεθνούς, μιας Διεθνούς ενάντια στους
σοσιαλ-σοβινιστές και ενάντια στο «κέντρο»
[4].
Για να καταλάβει ο αναγνώστης γιατί χρειάστηκε να υπογραμμίσω ιδιαίτερα, σαν σπάνια εξαίρεση, την «περίπτωση» των καλόπιστων αντιπάλων, τον καλώ να συγκρίνει την παρακάτω αντίρηση του κυρίου Γκόλντενμπεργκ με τις θέσεις αυτές: ο Λένιν «έστησε τη σημαία του εμφύλιου πολέμου στις γραμμές της επαναστατικής δημοκρατίας» (η περικοπή πάρθηκε από τη «Γεντίνστβο» του κ. Πλεχάνοφ, αρ. φύλ. 5).
Αλήθεια, δεν είναι μαργαριτάρι;
Εγώ γράφω, διαβάζω, εξηγώ λεπτομερειακά ότι: «λόγω της αναμφισβήτητης καλοπιστίας των πλατιών στρωμάτων των μαζικών εκπροσώπων του επαναστατικού αμυνιτισμού... λόγω της εξαπάτησής τους από την αστική τάξη, πρέπει να εξηγούμε το λάθος τους πολύδιεξοδικά, επίμονα, και υπομονετικά...».
Μα οι κύριοι της αστικής τάξης, που αυτοαποκαλούνται σοσιαλδημοκράτες και που δεν ανήκουν ούτε στα πλατιά στρώματα, ούτε στους μαζικούς εκπροσώπους του αμυνιτισμού, μεταδίδουν «ελαφρά τή καρδία» τις απόψεις μου, διατυπώνοντάς τες έτσι: «έστησε (!)τη σημαία (!) του εμφύλιου πολέμου (γι’ αυτόν δεν υπάρχει ούτε λέξη στις Θέσεις, δεν υπήρχε ούτε λέξη στην εισήγηση!) στις γραμμές(!!) της επαναστατικής δημοκρατίας...».
Τί είναι αυτό; Σε τί διαφέρει από την πογκρομική ζύμωση; Από τη «Ρούσκαγια Βόλια»;
Εγώ γράφω, διαβάζω, εξηγώ λεπτομερειακά ότι: «τα Σοβιέτ των Εργατών Βουλευτών είναι η μόνη δυνατή μορφή επαναστατικής κυβέρνησης και ότι γι’ αυτό το καθήκον μας μπορεί να είναι μονάχα η υπομονετική, συστηματική, επίμονη και προσαρμοζόμενη στις πρακτικές, ιδιαίτερα, ανάγκες των μαζών, εξήγηση των λαθών της τακτικής τους...».
Μα ορισμένου είδους αντίπαλοι παρουσιάζουν τις απόψεις μου σαν έκκληση για «εμφύλιο πόλεμο στις γραμμές της επαναστατικής δημοκρατίας»!!
Επιτέθηκα ενάντια στην Προσωρινή κυβέρνηση, γιατί δεν καθόρισε ούτε σύντομη, ούτε γενικά μια οποιαδήποτε προθεσμία για τη σύγκληση της Συντακτικής Συνέλευσης, προσπαθώντας να ξεφύγει με υποσχέσεις. Απόδειξα πως δίχως τα Σοβιέτ των Εργατών και των Στρατιωτών Βουλευτών η σύγκληση της Συντακτικής Συνέλευσης δεν είναι εξασφαλισμένη, η επιτυχία της είναι αδύνατη.
Μου αποδίδουν τη γνώμη ότι είμαι τάχα ενάντια στην άμεση σύγκληση της Συντακτικής Συνέλευσης!!!
Θα τα έλεγα αυτά «παραληρήματα», αν δεκαετίες πολιτικού αγώνα δεν με είχαν διδάξει να θεωρώ σπάνια εξαίρεση την καλοπιστία των αντιπάλων.
Ο κ. Πλεχάνοφ ονόμασε στην εφημερίδα του το λόγο μου «παραλήρημα». Πολύ καλά, κύριε Πλεχάνοφ! Κοιτάξτε, όμως, πόσο είστε χοντροκομμένος, αδέξιος και επιπόλαιος στην πολεμική σας. Αν ο λόγος μου ήταν ένα δίωρο παραλήρημα, τότε πώς ανέχθηκαν το «παραλήρημα» αυτό εκατοντάδες ακροατές; Παρακάτω. Γιατί η εφημερίδα σας αφιερώνει ολόκληρη στήλη για ένα «παραλήρημα»; Δεν μας τα λέτε στρογγυλά, κ. Πλεχάνοφ, καθόλου στρογγυλά δεν μας τα λέτε.
Είναι πολύ πιο εύκολο, βέβαια, να φωνάζεις, να βρίζεις, να ουρλιάζεις, παρά να προσπαθείς να εκθέσεις, να εξηγήσεις, να θυμηθείςπώς σκέπτονταν ο Μαρξ και ο Έγκελς το 1871, το 1872, το 1975 για την πείρα της Κομμούνας του Παρισιού και για το τί λογής κράτος χρειάζεται στο προλεταριάτο.
Ο πρώην μαρξιστής κ. Πλεχάνοφ δεν θέλει, φαίνεται, να θυμάται το μαρξισμό.
Εγώ παράθεσα τα λόγια της Ρόζας Λούξεμπουργκ, που στις 4 Αυγούστου 1914 αποκάλεσε τη γερμανική σοσιαλδημοκρατία «πτώμα που ζέχνει». Και οι κ.κ. Πλεχάνοφ, Γκόλντενμπεργκ και Σία «θίγονται»... για λογαριασμό τίνος; Για λογαριασμό των γερμανώνσoβινιστών, που τους αποκάλεσαν σoβινιστές!
Τα μπέρδεψαν οι καημένοι οι ρώσοι σοσιαλσοβινιστές, σοσιαλιστές στα λόγια, σoβινιστές στην πράξη.
4-5 Απρίλη 1917
Β. Ι. ΛΕΝΙΝ
ΠΡΟΣΧΕΔΙΟ ΑΡΘΡΟΥ Ή ΛΟΓΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ
ΥΠΕΡΑΣΠIΣΗ ΤΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΤΟΥ ΑΠΡΙΛΗ
1) Μας απειλεί οικονομική καταστροφή. Γι’ αυτό είναι λάθος το να βγάλει κανείς από τη μέση την αστική τάξη.
(Αυτό είναι αστικό συμπέρασμα. Όσο πιο κοντά είναι η καταστροφή, τόσο επιτακτικότερη γίνεται η ανάγκη της απομάκρυνσης της αστικής τάξης).
2) Το προλεταριάτο είναι ανοργάνωτο, αδύνατο, δεν είναι συνειδητό.
(Σωστό. Γι’ αυτό ολόκληρο το καθήκον συνίσταται στην πάλη ενάντια στους μικροαστούς εκείνους ηγέτες, τους λεγόμενους σοσιαλ-δημοκράτες (Τσχεΐτζε, Τσερετέλι, Στεκλόφ), που αποκοιμίζουν τις μάζες, καλλιεργώντας τους την εμπιστοσύνη προς την αστική τάξη.
Όχι Ένωση μ’ αυτούς τους μικροαστούς (Τσχεΐτζε, Στεκλόφ, Τσερετέλι), μα συντριβή αυτής της σοσιαλδημοκρατίας, που χαντακώνει την επανάσταση του προλεταριάτου).
3) Σε τούτο το στάδιο η επανάσταση είναι αστική. Γι’ αυτό δεν χρειάζεται «σοσιαλιστικό πείραμα».
(Ο συλλογισμός αυτός είναι πέρα για πέρα αστικός. Για «σοσιαλιστικό πείραμα» δεν μιλάει κανείς. Η συγκεκριμένη, η μαρξιστική θέση απαιτεί τώρα όχι μόνο υπολογισμό των τάξεων, μα και των θεσμών).
Οι κύριοι στραγγαλιστές της επανάστασης με γλυκόλογα (Τσχεΐτζε, Τσερετέλι, Στεκλόφ) σέρνουν την επανάσταση προς τα πίσω, απότα Σοβιέτ των Εργατών Βουλευτών στη «μονοκρατορία» της αστικής τάξης, στη συνηθισμένη αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία.
Εμείς πρέπει επιδέξια, προσεχτικά, με το φώτισμα των μυαλών να οδηγούμε το προλεταριάτο και τη φτωχή αγροτιά μπροστά, από τη «δυαδική εξουσία» στην παντοκρατορία των Σοβιέτ των Εργατών Βουλευτών, κι αυτό ακριβώς είναι η κομμούνα με την έννοια που της δίνει ο Μαρξ, με την έννοια της πείρας του 1871.
Το ζήτημα δεν βρίσκεται στο πόσο γρήγορα να βαδίσουμε, αλλά προς τα που να βαδίσουμε.
Το ζήτημα δεν βρίσκεται στο αν οι εργάτες είναι προετοιμασμένοι, αλλά στο πώς και για ποιό σκοπό να τους προετοιμάσουμε.
Επειδή τα διαγγέλματα και οι εκκλήσεις του Σοβιέτ των Εργατών Βουλευτών για τον πόλεμο κτλ., είναι μια ολότελα κούφια και γεμάτη ψευτιά μικροαστική φλυαρία, που μόνο αποκοιμίζει το λαό, το καθήκον μας γι’ αυτό πάνω απ’ όλα είναι, όπως το είπα κιόλας, να φωτίσουμε τα μυαλά, να λυτρώσουμε τις μάζες από την αστική επιρροή των Τσχεΐτζε, Στεκλόφ, Τσερετέλι και Σία.
Ο «επαναστατικός αμυνιτισμός» του Σοβιέτ των Εργατών Βουλευτών, δηλ. των Τσχεΐτζε, Τσερετέλι και Στεκλόφ, είναι εκατό φορές πιο επιζήμιος, γιατί είναι σοβινιστικό ρεύμα σκεπασμένο με γλυκόλογα, προσπάθεια συμφιλίωσης των μαζών με την Προσωρινή επαναστατική κυβέρνηση.
Η καθυστερημένη, η χωρίς συνειδητότητα, η εξαπατώμενη από τους κ. κ. Τσχεΐτζε, Τσερετέλι, Στεκλόφ και Σία μάζα δεν καταλαβαίνει ότι ό πόλεμος είναι συνέχιση της πολιτικής, ότι τους πολέμους τους διεξάγουν οι κυβερνήσεις.
Πρέπει να εξηγούμε ότι ο «λαός» μπορεί να βάλει τέρμα στον πόλεμο ή ν’ αλλάξει το χαρακτήρα του μόνον αν αλλάξει, τον ταξικό χαρακτήρα της κυβέρνησης.
ΓΙΑ ΤΗ ΔΥΑΔΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ
Το βασικό ζήτημα κάθε επανάστασης είναι το ζήτημα της κρατικής εξουσίας. Χωρίς το ξεκαθάρισμα αυτού του ζητήματος δεν μπορεί να γίνει ούτε λόγος για οποιαδήποτε συνειδητή συμμετοχή στην επανάσταση, για να μην πουμε για την καθοδήγησή της.
Η πιο αξιοσημείωτη ιδιομορφία της επανάστασής μας βρίσκεται στο ότι δημιούργησε μια δυαδική εξουσία. Το γεγονός αυτό πρέπει πρώτα απ’ όλα να το καταλάβουμε εμείς οι ίδιοι. Αν δεν το καταλάβουμε, δεν μπορούμε να προχωρήσουμε. Πρέπει να ξέρει κανείς να συμπληρώσει και να διορθώσει π.χ. τις παλαιές «διατυπώσεις», του Μπολσεβικισμού, γιατί, όπως αποδείχτηκε, ήταν γενικά σωστές, η συγκεκριμένη, όμως, πραγματοποίησή τους παρουσιάστηκε διαφορετική. Για δυαδική εξουσία κανένας δεν σκεφτόταν πρωτύτερα και ούτε μπορούσε να σκεφτεί.
Σε τί συνίσταται η δυαδική εξουσία; Στο ότι πλάι στην Προσωρινή Κυβέρνηση, την κυβέρνηση της αστικής τάξης, σχηματίστηκε μιαάλλη κυβέρνηση, αδύνατη ακόμα, εμβρυακή, μα που ωστόσο υπάρχει αναμφισβήτητα στην πραγματικότητα και αναπτύσσεται: τα Σοβιέτ των Εργατών και Στρατιωτών Βουλευτών
Ποιά είναι η ταξική σύνθεση αυτής της άλλης κυβέρνησης; Το προλεταριάτο και η αγροτιά (ντυμένη τη στολή του φαντάρου). Ποιός είναι ο πολιτικός χαρακτήρας αυτής της κυβέρνησης; Είναι μια επαναστατική δικτατορία, δηλαδή εξουσία που στηρίζεται άμεσα στην επαναστατική κατάληψη, στην άμεση πρωτοβουλία των λαϊκών μαζών από τα κάτω, και όχι στο νόμο, που έχει εκδώσει μια συγκεντρωτική κρατική εξουσία. Η εξουσία αυτή είναι εντελώς διαφορετικού είδους από την εξουσία που υπάρχει γενικά στην κοινοβουλευτική αστική δημοκρατία του συνηθισμένου ως τα σήμερα τύπου, που επικρατεί στις προηγμένες χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής. Συχνά ξεχνούν αυτό το γεγονός, συχνά δεν βαθαίνουν σ’ αυτό, ενώ σ’ αυτό βρίσκεται όλη η ουσία. Η εξουσία αυτή είναι εξουσία ίδιου τύπου με την Κομμούνα του Παρισιού του 1871. Τα βασικά γνωρίσματα αυτού του τύπου είναι: 1) πηγή της εξουσίας δεν είναι ο νόμος, που έχει συζητηθεί και ψηφιστεί προηγούμενα από τη βουλή, αλλά η άμεση πρωτοβουλία των λαϊκών μαζών από τα κάτω και τοπικά, η άμεση «κατάληψη», για να χρησιμοποιήσουμε μια συνηθισμένη έκφραση· 2) αντικατάσταση της αστυνομίας και του στρατού, που είναι θεσμοί αποσπασμένοι από το λαό και αντίθετοι προς το λαό, με τον άμεσο εξοπλισμό όλου του λαού· σε μια τέτοια εξουσία τη δημόσια τάξη την περιφρουρούν οι ίδιοι οι ένοπλοι εργάτες και αγρότες, ο ίδιος ο ένοπλος λαός· 3) η υπαλληλία, η γραφειοκρατία είτε αντικατασταίνονται κι αυτές από την άμεση εξουσία του ίδιου του λαού, είτε μπαίνουν τουλάχιστο κάτω από έναν ιδιαίτερο έλεγχο, μετατρέπονται όχι μόνο σε αιρετές, μα και σε ανακλητές στην πρώτη απαίτηση του λαού, περιορίζονται στη θέση απλών εντολοδόχων· από στρώμα προνομιούχο με μεγάλες, αστικές αποδοχές για τις «θεσούλες» μετατρέπονται σε εργάτες ενός ιδιαίτερου «όπλου», που η αμοιβή τους δεν ξεπερνάει τη συνηθισμένη αμοιβή ενός κάλου εργάτη.
Σ’ αυτό και μόνο σ’ αυτό βρίσκεται η ουσία της Κομμούνας του Παρισιού σαν κράτους ιδιαίτερου τύπου. Την ουσία αυτή την ξέχασαν και τη διαστρέβλωσαν οι κ. κ. Πλεχάνοφ (οι ανοιχτοί σοβινιστές, που πρόδωσαν το μαρξισμό), οι Κάουτσκι (οι άνθρωποι του «κέντρου», δηλαδή οι ταλαντευόμενοι ανάμεσα στο σοβινισμό και το μαρξισμό) και γενικά όλοι οι σοσιαλδημοκράτες, σοσιαλ-επαναστάτες κλπ., που κυριαρχούν σήμερα.
Προσπαθούν να ξεμπερδέψουν με φράσεις, σιωπούν επίμονα, ξεγλιστρούν, συγχαίρουν χίλιες φορές εαυτούς και αλλήλους για την επανάσταση, μα δεν θέλουν να σκεφτούν τι είναι τα Σοβιέτ των Εργατών και Στρατιωτών Βουλευτών. Δεν θέλουν να δουν την εξόφθαλμη αλήθεια, ότι εφόσον υπάρχουν αυτά τα Σοβιέτ, εφόσον τα Σοβιέτ αυτά αποτελούν εξουσία, υπάρχει στη Ρωσία κράτοςτύπου Κομμούνας του Παρισιού.
Υπογράμμισα το «εφόσον». Επειδή η εξουσία αυτή είναι μόνο εμβρυακή. Αυτή μόνη της και με την ανοιχτή συμφωνία με την αστική Προσωρινή κυβέρνηση και με μια σειρά έμπραχτες παραχωρήσεις παράδωσε και παραδίνει τις θέσεις της στην αστική τάξη.
Γιατί; Μήπως επειδή οι Τσχεΐτζε, Τσερετέλι, Στεκλόφ και Σία κάνουν «λάθος»; Ανοησίες. Έτσι μπορεί να σκέφτεται ένας φιλισταίος, όχι όμως ένας μαρξιστής. Η αιτία είναι η ανεπαρκής συνειδητότητα και οργάνωση των προλετάριων και των αγροτών. Το «λάθος» των προαναφερμένων αρχηγών βρίσκεται στη μικροαστική τους θέση, στο ότι συσκοτίζουν τη συνείδηση των εργατών, αντί να την φωτίζουν, σπέρνουν μικροαστικές αυταπάτες, αντί να τις διαλύουν, δυναμώνουν την επιρροή της αστικής τάξης στις μάζες, αντί να λυτρώνουν τις μάζες από την επιρροή αυτή.
Απ’ αυτά πρέπει κιόλας να έχει γίνει φανερό, γιατί και οι σύντροφοί μας κάνουν τόσο πολλά λάθη, όταν βάζουν «απλώς» το ερώτημα: πρέπει να ανατρέψουμε αμέσως την Προσωρινή κυβέρνηση;
Απαντώ: 1) πρέπει να την ανατρέψουμε, γιατί είναι ολιγαρχική, αστική και όχι παλλαϊκή, δεν μπορεί να δώσει ούτε ειρήνη, ούτε ψωμί, ούτε πλέρια λευτεριά· 2) δεν πρέπει να την ανατρέψουμε τώρα, γιατί κρατιέται χάρη στην άμεση και έμμεση, τυπική και έμπραχτησυμφωνία με τα Σοβιέτ των Εργατών Βουλευτών, και πρώτα απ’ όλα με το κύριο Σοβιέτ, το Σοβιέτ της Πετρούπολης· 3) γενικά δεν πρέπει να την «ανατρέψουμε» με το συνηθισμένο τρόπο, γιατί βασίζεται στην «υποστήριξη» που παρέχει στην αστική τάξη η δεύτερηκυβέρνηση, το Σοβιέτ των Εργατών Βουλευτών, και η κυβέρνηση αυτή είναι η μοναδικά δυνατή επαναστατική κυβέρνηση, που εκφράζει άμεσα τη συνείδηση και τη θέληση της πλειοψηφίας των εργατών και των αγροτών. Η ανθρωπότητα δεν έχει δημιουργήσει και μεις δεν ξέρουμε ως τα σήμερα ανώτερο, καλύτερο τύπο κυβέρνησης από τα Σοβιέτ των εργατών, των εργατών γης, των αγροτών και των στρατιωτών βουλευτών.
Οι συνειδητοί εργάτες, για να γίνουν εξουσία, πρέπει να καταχτήσουν με το μέρος τους την πλειοψηφία: όσο δεν ασκείται βία ενάντια στις μάζες, άλλος δρόμος προς την εξουσία δεν υπάρχει. Εμείς δεν είμαστε μπλανκιστές, δεν είμαστε οπαδοί της κατάληψης της εξουσίας από μια μειοψηφία. Εμείς είμαστε μαρξιστές, οπαδοί της προλεταριακής ταξικής πάλης ενάντια στη μικροαστική μέθη, το σωβινισμό-αμυνιτισμό, τις κούφιες φράσεις, την εξάρτηση από την αστική τάξη.
Ας δημιουργήσουμε ένα προλεταριακό κομμουνιστικό κόμμα· τα στοιχεία του τα δημιούργησαν κιόλας οι καλύτεροι οπαδοί του μπολσεβικισμού. Ας συσπειρωθούμε για μια προλεταριακή ταξική δράση, και τότε ένας ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός προλετάριων και φτωχών αγροτών θα περνά με το μέρος μας. Γιατί η ζωή θα διαλύει καθημερινά τις μικροαστικές αυταπάτες των «σοσιαλδημοκρατών», των Τσχεΐτζε, Τσερετέλι, Στεκλόφ και λοιπών, των «σοσιαλεπαναστατών» και των ακόμα πιο «καθαρών» μικροαστών, κτλ. κτλ.
Η αστική τάξη είναι υπέρ της μονοκρατορίας της αστικής τάξης.
Οι συνειδητοί εργάτες είναι υπέρ της μονοκρατορίας των Σοβιέτ των εργατών, των εργατών γης, των αγροτών και των στρατιωτών βουλευτών, υπέρ μιας μονοκρατορίας προετοιμασμένης με το φώτισμα της προλεταριακής συνείδησης, με την απαλλαγή της από την επιρροή της αστικής τάξης, και όχι με τυχοδιωχτισμούς.
Οι μικροαστοί ’«σοσιαλδημοκράτες», σοσιαλεπαναστάτες κτλ., κτλ., &38217;ταλαντεύονται και εμποδίζουν το φώτισμα αυτό, την απαλλαγή αυτή.
Αυτός είναι ο πραγματικός, ο ταξικός, συσχετισμός των δυνάμεων, που καθορίζει τα καθήκοντά μας.
«Πράβντα» αρ. φύλλου 28
9 του Απρίλη 1917
Ν. Λένιν
ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΧΤΙΚΗ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Στις 4 Απρίλη 1917 είχα την ευκαιρία να μιλήσω στην Πετρούπολη πάνω στο θέμα που αναφέρεται στον τίτλο, πρώτα σε συνέλευση των μπολσεβίκων. Ήταν αντιπρόσωποι της Πανρωσικής Σύσκεψης των Σοβιέτ των Εργατών και Στρατιωτών Βουλευτών, αντιπρόσωποι που έπρεπε να φύγουν για τα μέρη τους και γι’ αυτό δεν μπορούσαν να μου δώσουν καμιά αναβολή. Όταν τέλειωσε η συνέλευση, ό προϊστάμενος της, σ. Γ. Ζινόβιεφ, μου πρότεινε, απόμερους όλης της συνέλευσης, να επαναλάβω την εισήγηση αμέσως σε κοινή συνέλευση των μπολσεβίκων και των μενσεβίκων αντιπροσώπων, που ήθελαν να συζητήσουν το ζήτημα της ένωσης του Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος της Ρωσίας.
Όσο κι αν μου ήταν δύσκολο να επαναλάβω την εισήγηση μου αμέσως, νόμισα πως δεν είχα το δικαίωμα ν’ αρνηθώ, μια και μου το ζητούσαν και οι ομοϊδεάτες μου και οι μενσεβίκοι, που εξαιτίας της αναχώρησης τους δεν μπορούσαν πραγματικά να μου δώσουν αναβολή.
Στην εισήγηση διάβασα τις θέσεις μου που δημοσιεύτηκαν στην «
Πράβντα» αρ. φύλλου 26 της 7 Απρίλη 1917
[5].
Και οι Θέσεις και η εισήγηση μου προκάλεσαν διαφωνίες ανάμεσα και στους ίδιους τους μπολσεβίκους και στην ίδια τη σύνταξη της «Πράβντα». Ύστερα από μια σειρά συσκέψεις καταλήξαμε ομόφωνα στο συμπέρασμα, ότι είναι σκοπιμότερο να συζητήσουμε αυτές τις διαφωνίες ανοιχτά, δίνοντας έτσι υλικό για την πανρωσική συνδιάσκεψη του κόμματος μας (του ΣΔΕ Κόμματος της Ρωσίας, του ενωμένου από την Κεντρική Επιτροπή), που συνέρχεται στην Πετρούπολη, στις 20 του Απρίλη 1917.
Εκτελώντας αυτήν ακριβώς την απόφαση για τη συζήτηση, δημοσιεύω τα παρακάτω γράμματα, χωρίς να προβάλλω την αξίωση ότι αυτά αποτελούν ολόπλευρη μελέτη του ζητήματος, αλλά θέλοντας μόνο να σημειώσω τα κύρια επιχειρήματα που είναι ιδαίτερα ουσιώδη για τα πραχτικά καθήκοντα του κινήματος της εργατικές τάξης.
ΓΡΑΜΜΑ Ι
ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΣΤΙΓΜΗΣ
Ο μαρξισμός απαιτεί από μας τον πιο ακριβή, αντικειμενικά επαληθεύσιμο υπολογισμό του συσχετισμού των τάξεων και των συγκεκριμένων ιδιομορφιών της κάθε ιστορικής στιγμής. Εμείς, οι μπολσεβίκοι, προσπαθούσαμε πάντοτε να είμαστε πιστοί σ’ αυτή την απαίτηση, που είναι απόλυτα υποχρεωτική από την άποψη κάθε επιστημονικής θεμελίωσης της πολιτικής.
«Η διδασκαλία μας δεν είναι δόγμα, παρά καθοδήγηση για δράση» –έτσι έλεγαν πάντα ό Μαρξ και ό Έγκελς, που δίκαια ειρωνεύονταν την αποστήθιση και την απλή επανάληψη «διατυπώσεων», ικανών στην καλύτερη περίπτωση μόνο να προδιαγράφουν τα γενικά καθήκοντα, που τροποποιούνται αναπόφευχτα από τη συγκεκριμένη οικονομική και πολιτική κατάσταση της κάθε ιδιαίτερης περιόδου του ιστορικού προτσές.
Από ποιά λοιπόν αντικειμενικά γεγονότα, με ακρίβεια διαπιστωμένα, πρέπει να καθοδηγείται σήμερα το κόμμα του επαναστατικού προλεταριάτου για τον καθορισμό των καθηκόντων και των μορφών της δράσης του;
Και στο πρώτο μου «
Γράμμα από μακριά» («
Το πρώτο στάδιο της πρώτης επανάστασης»), που δημοσιεύτηκε στην «
Πράβντα», αρ. φύλ. 14 και 15, της 21 και 22 του Μάρτη 1917, και στις Θέσεις μου καθορίζω την «
Ιδιομορφία της Τρέχουσας Στιγμής στη Ρωσία», σαν περιόδου
περάσματος από το πρώτο στάδιο της επανάστασης στο δεύτερο. Και γι’ αυτό βασικό σύνθημα, «
καθήκον της ημέρας» γι’
αύτή τη στιγμή θεωρούσα: «
εργάτες, δείξατε θαύματα προλεταριακού, λαϊκού ηρωισμού στον εμφύλιο πόλεμο ενάντια στον τσαρισμό, πρέπει να δείξετε θαύματα προλεταριακής και παλλαϊκής οργάνωσης, για να προετοιμάσετε τη νίκη σας στο δεύτερο στάδιο της επανάστασης» («
Πράβντα» αρ. φύλλου 15
[6].
Σε τί συνίσταται λοιπόν το πρώτο στάδιο; Στο πέρασμα της κρατικής εξουσίας στην αστική τάξη.
Ως την επανάσταση του Φλεβάρη-Μάρτη του 1917 η κρατική εξουσία στη Ρωσία βρισκόταν στα χέρια μιας παλιάς τάξης, δηλαδή της τάξης των φεουδαρχών-ευγενών-τσιφλικάδων, μ’ επικεφαλής το Νικόλαο Ρομανόφ.
Ύστερα απ’ αυτή την επανάσταση η εξουσία βρίσκεται στα χέρια μιας άλλης, νέας, τάξης, δηλαδή της αστικής τάξης.
Το πέρασμα της κρατικής εξουσίας από τα χέρια μιας τάξης στα χέρια μιας άλλης είναι το πρώτο, το κύριο, το βασικό γνώρισμα τηςεπανάστασης, τόσο με την αυστηρά-επιστημονική, όσο και με την πραχτικά-πολιτική σημασία αυτής της έννοιας. Μ’ αυτή την έννοια η αστική ή αστικοδημοκρατική επανάσταση στη Ρωσία τέλειωσε.
Στο σημείο αυτό ακούμε το θόρυβο των διαφωνούντων, που πρόθυμα αυτοαποκαλούνται «παλιοί πολσεβίκοι»: δεν λέγαμε λοιπόν πάντοτε πως η αστικοδημοκρατική επανάσταση τελειώνει μόνο με την «επαναστατική-δημοκρατική διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς»; Μήπως η αγροτική επανάσταση, που είναι επίσης αστικοδημοκρατική, τέλειωσε; Μήπως, απεναντίας, δεν είναι γεγονός πως η επανάσταση αυτή ούτε άρχισε καν;
Απαντώ: γενικά τα μπολσεβίκικα συνθήματα και ιδέες έχουν επιβεβαιωθεί πλέρια από την ιστορία, συγκεκριμένα όμως τα πράγματα διαμορφώθηκαν διαφορετικά απ’ ό,τι θα μπορούσε να περιμένει κανείς (οποιοσδήποτε κι αν ήταν), πιο πρωτότυπα, πιο ιδιόμορφα, πιο ποικιλόμορφα.
Το να αγνοείς, το να ξεχνάς αυτό το γεγονός θα σήμαινε να εξομοιώνεσαι με κείνους τους «παλιούς μπολσεβίκους», που πολλές φορές κιόλας έπαιξαν θλιβερό ρόλο στην ιστορία του Κόμματος μας, επαναλαβαίνοντας αβασάνιστα μια αποστηθισμένη διατύπωση, αντί ναμελετήσουν την ιδιομορφία της νέας, της ζωντανής πραγματικότητας.
Η «
επαναστατική-δημοκρατική διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς» έχει
κιόλας πραγματοποιηθεί
[7] στη ρωσική επανάσταση, γιατί η «διατύπωση» αυτή προβλέπει μόνο
το συσχετισμό των τάξεων, και όχι
το συγκεκριμένο πολιτικό θεσμό που πραγματώνειαυτό το συσχετισμό, αυτή τη συνεργασία. Το «
Σοβιέτ των Εργατών και Στρατιωτών Βουλευτών» –να η πραγματοποιημένη κιόλας από τη ζωή «
επαναστατική-δημοκρατική διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς».
Η διατύπωση αυτή πάλιωσε πια. Η ζωή την έβγαλε από το βασίλειο των διατυπώσεων και την έμπασε στο βασίλειο της πραγματικότητας, της έδωσε σάρκα και οστά, τη συγκεκριμενοποίησε κι έτσι την τροποποίησε.
Στην ημερήσια διάταξη μπήκε κιόλας ένα διαφορετικό, ένα νέο καθήκον: η διάσπαση στο εσωτερικό αυτής της διχτατορίας ανάμεσα στα προλεταριακά στοιχεία (αντιαμυνίτικα, διεθνιστικά, «κομμουνιστικά», που είναι υπέρ του περάσματος στην κομμούνα) και ταμικρονοικοκυρίστικα ή μικροαστικά στοιχεία (Τσχεΐτζε, Τσερετέλι, Στεκλόφ, σοσιαλεπαναστάτες κλπ., κλπ., επαναστάτες αμυνίτες, αντίπαλοι του κινήματος που ακολουθεί το δρόμο προς την κομμούνα, οπαδοί της «υποστήριξης» της αστικής τάξης και της αστικής κυβέρνησης).
Όποιος μιλάει σήμερα μόνο για «επαναστατική-δημοκρατική διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς», αυτός έμεινε πίσω από τη ζωή και για το λόγο αυτό πέρασε στην πράξη με το μέρος των μικροαστών ενάντια στην προλεταριακή ταξική πάλη, αυτόν πρέπει να τον παραδώσουμε στο αρχείο των «μπολσεβίκικων» προεπαναστατικών σπάνιων αντικειμένων (μπορούμε να τον ονομάσουμε: αρχείο «παλιών μπολσεβίκων»).
Η επαναστατική-δημοκρατική διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς πραγματοποιήθηκε κιόλας, αλλά εξαιρετικά πρωτότυπα, με μια σειρά εξαιρετικά σπουδαίες τροποποιήσεις. Γι’ αυτές θα μιλήσω ιδιαίτερα σε ένα από τα κατοπινά γράμματα μου. Τώρα είναι απαραίτητο να κάνουμε χτήμα μας τούτη την αναντίρρητη αλήθεια, ότι ο μαρξιστής πρέπει να παίρνει υπόψη του τη ζωντανή πραγματικότητα, τα ακριβή γεγονότα της πραγματικότητας, και όχι να εξακολουθεί να αγκιστρώνεται από τη θεωρία του χτες, που, όπως και κάθε θεωρία, στην καλύτερη περίπτωση προδιαγράφει απλώς το βασικό, το γενικό, πλησιάζει απλώς στη σύλληψη της πολυπλοκότητας της ζωής.
«Γκρίζα η κάθε θεωρία, φίλε μου ακριβέ, το χρυσοδέντρι της ζωής πράσινο θάλλει».
Όποιος βάζει με τον παλιό τρόπο το ζήτημα του «αποτελειωμού» της αστικής επανάστασης, αυτός θυσιάζει τον ζωντανό μαρξισμό στο νεκρό γράμμα.
Κατά την παλιά αντίληψη προκύπτει πως: ύστερα από την κυριαρχία της αστικής τάξης μπορεί και πρέπει ν’ ακολουθήσει η κυριαρχία του προλεταριάτου και της αγροτιάς, η διχτατορία τους.
Στη ζωντανή όμως πραγματικότητα τα πράγματα ήρθαν κιόλας διαφορετικά: προέκυψε μια εξαιρετικά πρωτότυπη, νέα, πρωτοείδωτησύμπλεξη του ενός με το άλλο. Υπάρχουν δίπλα, μαζί, ταυτόχρονα και η κυριαρχία της αστικής τάξης (η κυβέρνηση Λβοφ και Γκουτσκόφ) και η επαναστατική-δημοκρατική διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς, που παραδίνει θεληματικά την εξουσία στην αστική τάξη, που μετατρέπεται θεληματικά σε εξάρτημα της.
Γιατί, δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι ουσιαστικά στην Πετρούπολη η εξουσία βρίσκεται στα χέρια των εργατών και των στρατιωτών· ότι η νέα κυβέρνηση δεν ασκεί κι ούτε μπορεί να ασκήσει πάνω τους βία, επειδή δεν υπάρχει ούτε αστυνομία, ούτε χωρισμένος από το λαό στρατός, ούτε πανίσχυρη υπαλληλία που να στέκεται πάνω από τα λαό. Αυτό είναι γεγονός. Πρόκειται ακριβώς για ένα γεγονός, που είναι χαρακτηριστικό για ένα κράτος τύπου Κομμούνας του Παρισιού. Το γεγονός αυτό δεν χωράει στα παλιά σχήματα. Πρέπει να ξέρει κανείς να προσαρμόζει τα σχήματα στη ζωή, και όχι να επαναλαβαίνει λέξεις για «διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς»γενικά, λέξεις που έχασαν κάθε νόημα.
Για να φωτίσουμε καλύτερα το ζήτημα, ας το εξετάσουμε από μιαν άλλη πλευρά.
Ο μαρξιστής δεν πρέπει να ξεφεύγει από την ακριβή βάση της ανάλυσης των ταξικών σχέσεων. Στην εξουσία βρίσκεται η αστική τάξη. Αλλά μήπως και η μάζα των αγροτών δεν αποτελεί επίσης αστική τάξη διαφορετικού στρώματος, διαφορετικού είδους, διαφορετικού χαρακτήρα; Από που βγαίνει, ότι αυτό το στρώμα δεν μπορεί νά ’ρθει στην εξουσία, «αποτελειώνοντας» την αστικοδημοκρατική επανάσταση; Για ποιο λόγο αυτό είναι αδύνατο;
Έτσι σκέφτονται συχνά οι παλιοί μπολσεβίκοι.
Απαντώ: αυτό είναι πολύ πιθανό. Ο μαρξιστής όμως στην εκτίμηση της στιγμής δεν πρέπει να ξεκινά από το πιθανό, αλλά από το πραγματικό.
Και η πραγματικότητα μας παρουσιάζει το γεγονός, ότι οι ελεύθερα εκλεγμένοι στρατιώτες και αγρότες βουλευτές συμμετέχουν ελεύθερα στη δεύτερη, την παράπλευρη κυβέρνηση και ελεύθερα την συμπληρώνουν, την αναπτύσσουν, την ολοκληρώνουν.
Και άλλο τόσο ελεύθερα παραδίνουν την εξουσία στην αστική τάξη –φαινόμενο που δεν «παραβιάζει» καθόλου τη θεωρία του μαρξισμού, γιατί εμείς ξέραμε πάντα και πολλές φορές το τονίσαμε, ότι η αστική τάξη κρατιέται όχι μόνο με τη βία, αλλά και με την έλλειψη συνειδητότητας, τη ρουτίνα, την αποβλάκωση και την ανοργανωσιά των μαζών.
Και μπροστά στη σημερινή πραγματικότητα είναι στ’ αλήθεια γελοίο να αγνοείς το γεγονός και να μιλάς για «πιθανότητες».
Είναι πιθανό η αγροτιά να πάρει όλη τη γη και όλη την εξουσία. Εγώ όχι μόνο δεν παραβλέπω αυτή τη δυνατότητα, δεν περιορίζω τον ορίζοντα μου μόνο στο σήμερα, αλλά διατυπώνω καθαρά και με ακρίβεια το αγροτικό πρόγραμμα, παίρνοντας υπόψη το καινούριοφαινόμενο: την πιο βαθιά διάσπαση των εργατών γης και των φτωχών αγροτών με τους αγρότες-νοικοκύρηδες.
Είναι όμως πιθανό και το άλλο: είναι πιθανό οι αγρότες ν’ ακούσουν τις συμβουλές του μικροαστικού κόμματος των σοσιαλεπαναστατών, που υπόκυψε στην επιρροή των αστών, πέρασε στον αμυνιτισμό και συνιστά την αναμονή ως τη Συνταχτική Συνέλευση, αν και ως τώρα δεν έχει ακόμα οριστεί ούτε η ημερομηνία της σύγκλησης της!
[8]Είναι πιθανό οι αγρότες να διατηρήσουν, να συνεχίσουν τη συμφωνία τους με την αστική τάξη, συμφωνία που την έκλεισαν τώρα μέσω των Σοβιέτ των Εργατών και Στρατιωτών Βουλευτών όχι μόνο τυπικά, μα και ουσιαστικά.
Πολλά τα πιθανά. Θα ήταν σοβαρότατο λάθος να ξεχνάμε το αγροτικό κίνημα και το αγροτικό πρόγραμμα. Θα ήταν όμως εξίσου λάθος να ξεχνάμε την πραγματικότητα που μας παρουσιάζει το γεγονός της συμφωνίας –ή, για να χρησιμοποιήσω μια πιο ακριβή, λιγότερο νομική και περισσότερο οικονομικο-ταξική έκφραση– το γεγονός της ταξικής συνεργασίας της αστικής τάξης και της αγροτιάς.
Όταν το γεγονός αυτό πάψει να είναι γεγονός, όταν η αγροτιά ξεκόψει από την αστική τάξη, όταν πάρει τη γη παρά τη θέληση της αστικής τάξης, όταν πάρει την εξουσία ενάντια στην αστική τάξη –τότε αυτό θα είναι ένα νέο στάδιο της αστικοδημοκρατικής επανάστασης, και γι’ αυτό θα γίνει λόγος ιδιαίτερα.
Ο μαρξιστής, που, εξαιτίας της δυνατότητας ενός τέτοιου μελλοντικού σταδίου, θα ξεχνούσε τις υποχρεώσεις του σήμερα, τώρα που η αγροτιά συμφωνεί με την αστική τάξη, θα μεταβαλλόταν σε μικροαστό. Επειδή στην πράξη θα καλλιεργούσε στο προλεταριάτο τηνεμπιστοσύνη προς τους μικροαστούς («οι μικροαστοί αυτοί, η αγροτιά αυτή πρέπει να αποσπαστεί από την αστική τάξη ακόμα μέσα στα πλαίσια της αστικοδημοκρατικής επανάστασης»). Ό μαρξιστής αυτός, εξαιτίας της «δυνατότητας» ενός ευχάριστου και ωραίου μέλλοντος, τότε που η αγροτιά δεν θα είναι ουρά της αστικής τάξης, και οι Εσέροι, οι Τσχεΐτζε, οι Τσερετέλι και οι Στεκλόφ δεν θα είναι εξάρτημα της αστικής κυβέρνησης, εξαιτίας της «δυνατότητας» ενός ευχάριστου μέλλοντος, θα ξεχνούσε το δυσάρεστο παρόν, τώρα που η αγροτιά παραμένει ακόμα ουρά της αστικής τάξης και οι σοσιαλεπαναστάτες και οι σοσιαλδημοκράτες δεν παραιτούνται ακόμα από το ρόλο του εξαρτήματος της αστικής κυβέρνησης, από το ρόλο της αντιπολίτευσης της «αυτού μεγαλειότητας» του Λβοφ.
Ο άνθρωπος που πήραμε κάνοντας υπόθεση θά ’μοιαζε μ’ ένα γλυκανάλατο Λουί Μπλαν, μ’ ένα γλυκερό καουτσκιστή, αλλά σε καμιά περίπτωση με επαναστάτη μαρξιστή.
Δεν μας απειλεί τάχα ό κίνδυνος να πέσουμε στον υποκειμενισμό, να θέλουμε να «υπερπηδήσουμε» μια μη ολοκληρωμένη επανάσταση αστικοδημοκρατικού χαρακτήρα, που δεν έχει ξεπεράσει ακόμα τα αγροτικό κίνημα –για να φτάσουμε στη σοσιαλιστική επανάσταση;
Αν έλεγα: «δίχως τσάρο, και κυβέρνηση εργατική» –ο κίνδυνος αυτός θα με απειλούσε. Εγώ όμως δεν είπα αυτό, εγώ είπα άλλο. Είπα πώς στη Ρωσία δεν μπορεί να υπάρχει άλλη κυβέρνηση (εξαιρώντας την αστική) εκτός από τα Σοβιέτ των εργατών, των εργατών γης, των στρατιωτών και των αγροτών βουλευτών. Είπα ότι τώρα η εξουσία στη Ρωσία μπορεί να περάσει από τον Γκουτσκόφ και τον Λβοφμόνο σ’ αυτά τα Σοβιέτ, και σ’ αυτά επικρατεί ίσα-ίσα η αγροτιά, επικρατούν οι φαντάροι, επικρατούν οι μικροαστοί, για να εκφραστούμε με επιστημονικό, μαρξιστικό όρο, χρησιμοποιώντας όχι το συνηθισμένο, όχι το μικροαστικό, όχι τον επαγγελματικό, μα τον ταξικό χαρακτηρισμό.
Στις θέσεις μου ασφάλισα απόλυτα τον εαυτό μου από κάθε υπερπήδηση του αγροτικού ή γενικά του μικροαστικού κινήματος, που δεν έχει φτάσει στο τέρμα του, από κάθε παιγνίδι «κατάληψης της εξουσίας» από εργατική κυβέρνηση, από κάθε μπλανκιστικό τυχοδιωχτισμό, επειδή αναφέρθηκα απευθείας στην πείρα της Κομμούνας του ΙΙαρισιού. Και η πείρα αυτή, όπως είναι γνωστό και όπως το έδειξε λεπτομερειακά ό Μαρξ το 1871 και ό Έγκελς το 1891, απόκλεισε εντελώς το μπλανκισμό και εξασφάλισε απόλυτα την απευθείας, άμεση και απεριόριστη κυριαρχία της πλειοψηφίας και τη δραστηριότητα των μαζών μόνο στο βαθμό της συνειδητήςδράσης της ίδιας της πλειοψηφίας.
Στις Θέσεις συνόψισα εντελώς συγκεκριμένα όλο το ζήτημα στην πάλη για την απόχτηση επιρροής μέσα στα Σοβιέτ των εργατών, των εργατών γης, των αγροτών και των στρατιωτών βουλευτών. Για να μην αφήσω ούτε ίχνος αμφιβολίας πάνω σ’ αυτό, δυο φορέςυπογράμμισα στις Θέσεις την ανάγκη της υπομονετικής, επίμονης, της «προσαρμοζόμενης στις πραχτικές ανάγκες των μαζών» «διαφωτιστικής» δουλειάς.
Οι αμαθείς είτε οι αποστάτες του μαρξισμού, σαν τον κ. Πλεχάνοφ κλπ., μπορούν να φωνάζουν για αναρχισμό, μπλανκισμό κλπ. Όποιος θέλει να σκέφτεται και να μαθαίνει, αυτός δεν μπορεί παρά να καταλάβει ότι ό μπλανκισμός είναι κατάληψη της εξουσίας από μια μειοψηφία, ενώ τα Σοβιέτ των εργατών κλπ., βουλευτών είναι αναμφισβήτητα μια απευθείας και άμεση οργάνωση της πλειοψηφίας του λαού. Η δουλειά που έχει αναχθεί στην πάλη για την απόχτηση επιρροής μέσα σ’ αυτά τα Σοβιέτ δεν μπορεί, με κανένα τρόπο δεν μπορεί να κατρακυλήσει στο βάλτο του μπλανκισμού. Και δεν μπορεί να κατρακυλήσει στο βάλτο του αναρχισμού, γιατί ό αναρχισμός είναι άρνηση της αναγκαιότητας τον κράτους και της κρατικής εξουσίας για την εποχή του περάσματος από την κυριαρχία της αστικής τάξης στην κυριαρχία του προλεταριάτου. Εγώ όμως, με σαφήνεια που αποκλείει κάθε δυνατότητα παρεξηγήσεων, υποστηρίζω την αναγκαιότητα του κράτους γι’ αυτή την εποχή, αλλά, σύμφωνα με τον Μαρξ και την πείρα της Κομμούνας του Παρισιού, όχι του συνηθισμένου κοινοβουλευτικού-αστικού κράτους, παρά ενός κράτους δίχως ταχτικό στρατό, δίχωςαντιτιθέμενη στα λαό αστυνομία, δίχως βαλμένη πάνω από το λαό υπαλληλοκρατία.
Αν ο κ. Πλεχάνοφ στη «
Γεντίνστβό» του φωνάζει μ’ όλη του τη δύναμη για αναρχισμό, μ’ αυτό αποδείχνει απλώς για μια ακόμα φορά ότι ξέκοψε από το μαρξισμό. Στην πρόκληση που του έκανα από την «
Πράβντα» (αρ. φύλλου 26) να μας πει, τί δίδασκαν για το κράτος ό Μαρξ και ό Έγκελς στα 1871, 1872, 1975
[9], ο κ. Πλεχάνοφ είναι και θα είναι αναγκασμένος ν’ απαντήσει με σιωπή πάνω στην ουσία του ζητήματος και με κραυγές, σαν αυτές που συνηθίζει η μανιασμένη αστική τάξη.
Ο πρώην μαρξιστής κ. Πλεχάνοφ δεν κατάλαβε καθόλου τη μαρξιστική διδασκαλία για το κράτος. Εξάλλου, τα σπέρματα αυτής της μη κατανόησης τα βλέπει κανείς και στη γερμανική μπροσούρα του για τον αναρχισμό
* * * *Ας δούμε τώρα πώς διατυπώνει ό σ. Γ. Κάμενεφ στο σχόλιο του στην «Πράβντα» (αρ. φύλλου 27) τις «διαφωνίες» του με τις Θέσεις μου και με τις απόψεις που ανάπτυξα παραπάνω. Αυτό θα μας βοηθήσει να τις ξεκαθαρίσουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια.
«Όσο για το γενικό σχήμα του σ. Λένιν –γράφει ό σ. Κάμενεφ– μας φαίνεται απαράδεχτο, εφόσον ξεκινά από το ότι θεωρεί την αστικοδημοκρατική επανάσταση τελειωμένη και υπολογίζει στην άμεση μετεξέλιξή της σε σοσιαλιστική»...
Εδώ υπάρχουν δυο μεγάλα λάθη.
Πρώτο. Το ζήτημα του «αποτελειωμού» της αστικοδημοκρατικής επανάστασης τοποθετήθηκε λαθεμένα. Στο ζήτημα αυτό δόθηκε μια αφηρημένη, απλή, μονόχρωμη, αν μπορούμε να εκφραστούμε έτσι, τοποθέτηση, που δεν ανταποκρίνεται στην αντικειμενική πραγματικότητα. Όποιος βάζει το ζήτημα έτσι, όποιος ρωτά σήμερα: «τέλειωσε άραγε η αστικοδημοκρατική επανάσταση» και σταματά εδώ –αυτός στερεί από τον εαυτό του τη δυνατότητα να καταλάβει την εξαιρετικά πολύπλοκη, τουλάχιστο «δίχρωμη» πραγματικότητα. Αυτό στη θεωρία. Και στην πράξη παραδίνεται ανίσχυρος στη μικροαστική επαναστατικότητα.
Κι αλήθεια. Η πραγματικότητα μας δείχνει και πέρασμα της εξουσίας στην αστική τάξη («τελειωμένη» αστικοδημοκρατική επανάσταση συνηθισμένου τύπου) και ύπαρξη, πλάι στην πραγματική κυβέρνηση, μιας άλλης παράπλευρης κυβέρνησης που αποτελεί «επαναστατική-δημοκρατική διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς». Αυτή η τελευταία «παρα-κυβέρνηση» παραχώρησε μόνη της την εξουσία στην αστική τάξη, μόνη της προσδέθηκε στην αστική κυβέρνηση.
Αγκαλιάζει άραγε αυτή την πραγματικότητα η παλαιομπολσεβίκικη διατύπωση του σ. Κάμενεφ: «η αστικοδημοκρατική επανάσταση δεν έχει τελειώσει»;
Όχι, η διατύπωση έχει παλιώσει. Είναι εντελώς άχρηστη. Νεκρή. Οι προσπάθειες να την αναστήσουν θα είναι μάταιες.
Δεύτερο. Ζήτημα πραχτικό. Είναι άγνωστο αν μπορεί τώρα να υπάρξει ακόμα στη Ρωσία μια ιδιαίτερη «επαναστατική-δημοκρατική διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς», ξεκομμένη από την αστική κυβέρνηση. Και δεν επιτρέπεται να βασίζουμε τη μαρξιστική ταχτική στο άγνωστο.
Αν όμως αυτό μπορεί ακόμα να συμβεί, τότε ο δρόμος που οδηγεί σ’ αυτό είναι ένας και μόνον ένας: άμεσος, αποφασιστικός, αμετάκλητος διαχωρισμός των προλεταριακών, κομμουνιστικών στοιχείων του κινήματος από τα μικροαστικά.
Γιατί;
Επειδή όλη η μικροαστική μάζα στράφηκε, όχι τυχαία, μα κατανάγκην προς το σοβινισμό (=αμυνιτισμό), προς την «υποστήριξη» της αστικής τάξης, προς την εξάρτηση απ’ αυτήν, προς το φόβο να μείνει χωρίς αυτήν κτλ., κτλ.
Πώς μπορεί κανείς να «σπρώξει» τους μικροαστούς στην εξουσία, όταν οι μικροαστοί αυτοί μπορούν τώρα κιόλας να την πάρουν, μαδεν θέλουν;
Μόνο με το διαχωρισμό του προλεταριακού, κομμουνιστικού κόμματος, με την απαλλαγμένη από την ατολμία αυτών των μικροαστών προλεταριακή ταξική πάλη. Μόνο η συσπείρωση των προλετάριων, απαλλαγμένων στην πράξη και όχι στα λόγια από την επιρροή των μικροαστών, είναι ικανή να κάνει τόσο «πυρακτωμένο» το έδαφος κάτω από τα πόδια των μικροαστών, που να αναγκαστούν, κάτω από ορισμένες περιστάσεις, να πάρουν την εξουσία· δεν αποκλείεται μάλιστα, οι Γκουτσκόφ και Μιλιουκόφ –και πάλι κάτω από ορισμένες περιστάσεις– να ταχθούν υπέρ της παντοκρατορίας, υπέρ της μονοκρατορίας του Τσχεΐτζε, του Τσερετέλι, των σοσιαλεπαναστατών, του Στεκλόφ, γιατί όπως και νά ’ναι «αμυνίτες» είναι!
Εκείνος που ξεχωρίζει τώρα κιόλας, αμέσως και αμετάκλητα, τα προλεταριακά στοιχεία των Σοβιέτ (δηλ. το προλεταριακό, κομμουνιστικό, κόμμα) από τα μικροαστικά, αυτός εκφράζει σωστά τα συμφέροντα του κινήματος και για τις δυο πιθανές περιπτώσεις:και για την περίπτωση που η Ρωσία θα ζήσει ακόμα μια ιδιαίτερη, ανεξάρτητη, όχι υποταγμένη στην αστική τάξη «διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς», και για την περίπτωση που οι μικροαστοί δεν θα μπορέσουν να αποσπαστούν από την αστική τάξη και θά ταλαντεύονται αιώνια (δηλ. ως το σοσιαλισμό) ανάμεσα σ’ αυτήν και σε μας.
Όποιος καθοδηγείται στη δράση του μόνο από την απλή διατύπωση: «Η αστικοδημοκρατική επανάσταση δεν έχει τελειώσει», είναι σαν να εγγυάται έτσι πως οι μικροαστοί είναι ασφαλώς ικανοί να τραβήξουν ανεξάρτητα από την αστική τάξη. Αυτός παραδίνεται έτσι ανίσχυρος τη στιγμή αυτή στο έλεος των μικροαστών.
Με την ευκαιρία. Σχετικά με τον «τύπο» διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς δεν θα πείραζε πάντως να θυμηθούμε ότι στις «Δυο ταχτικές» (Ιούλης 1905) υπογράμμιζα ειδικά (σελ. 435 στο «Μέσα σε 12 χρόνια»):
«
Η επαναστατική-δημοκρατική διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς έχει, όπως κάθετι στον κόσμο, παρελθόν και μέλλον. Το παρελθόν της: η απολυταρχία, η δουλοπαροικία, η μοναρχία, τα προνόμια... Το μέλλον της: η πάλη ενάντια στην ατομική ιδιοχτησία, η πάλη του μισθωτού εργάτη ενάντια στο αφεντικό, η πάλη για το σοσιαλισμό»
[10]...
Το λάθος του σ. Κάμενεφ είναι ότι αυτός και στα 1917 βλέπει μόνο το παρελθόν της επαναστατικής-δημοκρατικής διχτατορίας του προλεταριάτου και της αγροτιάς. Ενώ στην πράξη άρχισε κιόλας γι’ αυτήν το μέλλον, γιατί τα συμφέροντα και η πολιτική του μισθωτού εργάτη και του νοικοκυράκου στην πράξη έχουν κιόλας χωρίσει, και μάλιστα σ’ ένα τόσο σπουδαίο ζήτημα, όπως ο «αμυνιτισμός», η στάση απέναντι στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο.
Και δω έφτασα στο δεύτερο λάθος του συλλογισμού του σ. Κάμενεφ, που ανάφερα. Με κατηγορεί ότι το σχήμα μου είναι «υπολογισμένο» στην «άμεση μετεξέλιξη αυτής της (αστικοδημοκρατικής) επανάστασης σε σοσιαλιστική».
Αυτό δεν είναι σωστό. Εγώ όχι μόνο δεν «υπολογίζω» στην «
άμεση μετεξέλιξη» της επανάστασης μας σε
σοσιαλιστική, αλλά και εφιστώ άμεσα την προσοχή ενάντια σ’ αυτό, δηλώνω ανοιχτά στη θέση αριθ. 8: ... «
Όχι “εισαγωγή” του σοσιαλισμού, σαν άμεσο καθήκον μας»
[11]...
Δεν είναι λοιπόν φανερό, ότι ένας άνθρωπος, που υπολογίζει στην άμεση μετεξέλιξη της επανάστασης μας σε σοσιαλιστική, δεν θα μπορούσε να ταχθεί ενάντια στην εισαγωγή του σοσιαλισμού, σαν άμεσο καθήκον;
Κι όχι μόνο αυτό. Στη Ρωσία δεν είναι δυνατό να εισαγάγουμε «αμέσως» ακόμα και ένα «κράτος-κομμούνα» (δηλ. κράτος, οργανωμένο σύμφωνα με τον τύπο της Κομμούνας του Παρισιού), επειδή γι’ αυτό είναι απαραίτητο η πλειοψηφία των βουλευτών σε όλα (ή στα περισσότερα) Σοβιέτ να καταλάβει καλά πόσο λαθεμένη και πόσο επιζήμια είναι η ταχτική και η πολιτική των Εσέρων, των Τσχεΐτζε, Τσερετέλι, Στεκλόφ κλπ. Κι εγώ δήλωσα εντελώς συγκεκριμένα, ότι στον τομέα αυτόν «υπολογίζω» μόνο στην «υπομονετική» εξήγηση (χρειάζεται άραγε να είναι κανείς υπομονετικός, για να πετύχει μια αλλαγή, που μπορεί να την πραγματοποιήσει «αμέσως»;).
Ο σ. Κάμενεφ επιτέθηκε λιγάκι «ανυπόμονα» και επανέλαβε τη μικροαστική πρόληψη σχετικά με την Κομμούνα του Παρισιού, ότι τάχα ήθελε να εισαγάγει «αμέσως» το σοσιαλισμό. Αυτό δεν είναι σωστό. Η Κομμούνα, δυστυχώς, αργοπόρησε πολύ στην εισαγωγή του σοσιαλισμού. Η πραγματική ουσία της Κομμούνας δεν βρίσκεται εκεί που την αναζητούν συνήθως οι αστοί, αλλά στη δημιουργία ενός ιδιαίτερου τύπου κράτους. Και ένα τέτοιο κράτος έχει κιόλας γεννηθεί στη Ρωσία, είναι τα Σοβιέτ των Εργατών και Στρατιωτών Βουλευτών!
Ο σ. Κάμενεφ δεν βάθυνε στο γεγονός, στη σημασία των Σοβιέτ που υπάρχουν, στο ότι σύμφωνα με τον τύπο τους, σύμφωνα με τον κοινωνικοπολιτικό τους χαρακτήρα είναι ταυτόσημα με το κράτος της Κομμούνας, και αντί να μελετήσει το γεγονός, άρχισε να μιλάει για ένα ζήτημα, που εγώ το «θεωρώ» τάχα σαν ζήτημα του άμεσου μέλλοντος. Το αποτέλεσμα, δυστυχώς, ήταν να επαναληφθεί η μέθοδος πολλών αστών: αποσπούν την προσοχή από το ζήτημα τί είναι τα Σοβιέτ των Εργατών και Στρατιωτών Βουλευτών, είναι άραγεανώτερος τύπος από την κοινοβουλευτική δημοκρατία, χρησιμότερα για το λαό, δημοκρατικότερα, καταλληλότερα για την αντιμετώπιση, λ.χ., της έλλειψης ψωμιού κτλ., αποσπούν την προσοχή απ’ αυτό το φλέγον, το ουσιαστικό ζήτημα, που τό ’βαλε στην ημερήσια διάταξη η ζωή, και τη στρέφουν στο κούφιο, δήθεν επιστημονικό, μα στην πραγματικότητα χωρίς περιεχόμενο και δασκαλίστικα νεκρό ζήτημα του «υπολογισμού μιας άμεσης μετεξέλιξης».
Κούφιο, λαθεμένα τοποθετημένο ζήτημα. Εγώ «υπολογίζω» μόνο στο ότι, αποκλειστικά στο ότι οι εργάτες, οι φαντάροι και οι αγρότες θα τα βγάλουν πέρα με τα δύσκολα πραχτικά ζητήματα της αύξησης της παραγωγής σιτηρών, της καλύτερης διανομής τους, του καλύτερου εφοδιασμού των φαντάρων κλπ., κλπ., καλύτερα από τους δημόσιους υπαλλήλους, καλύτερα από τους αστυνομικούς.
Είμαι βαθύτατα πεπεισμένος ότι τα Σοβιέτ των Εργατών και Στρατιωτών Βουλευτών θα εξασφαλίσουν γρηγορότερα και καλύτερα την αυτοτέλεια της μάζας του λάου απ’ ό,τι η κοινοβουλευτική δημοκρατία (για τη σύγκριση των δυο τύπων κράτους θα γίνει λόγος λεπτομερέστερα σε άλλο γράμμα). Τα Σοβιέτ θα κρίνουν καλύτερα, πραχτικότερα, σωστότερα, πως μπορούν να γίνουν, και ποια ακριβώς βήματα μπορούν να γίνουν προς το σοσιαλισμό. Ο έλεγχος των τραπεζών, η συγχώνευση όλων των τραπεζών σε μια, δενείναι ακόμα σοσιαλισμός, αλλά βήμα προς το σοσιαλισμό. Τέτοια βήματα κάνουν σήμερα ο γιούνκερ και ο αστός στη Γερμανία ενάντια στο λαό. Αύριο το Σοβιέτ των Στρατιωτών και Εργατών Βουλευτών θα μπορέσει να τα κάνει πολύ καλύτερα για όφελος του λαού, αν θα έχει στα χέρια του όλη την κρατική εξουσία.
Και τί είναι εκείνο που επιβάλλει αυτά τα βήματα;
Η πείνα. Η εξάρθρωση της οικονομίας. Η απειλή της χρεοκοπίας. Οι φρίκες του πολέμου. Οι φοβερές πληγές που προξενεί ο πόλεμος στην ανθρωπότητα.
Ο σ. Κάμενεφ τελειώνει το σχόλιό του με τη δήλωση ότι «ελπίζει σε πλατιά συζήτηση να υπερασπιστεί την άποψη του σαν τη μοναδικά δυνατή για την επαναστατική σοσιαλδημοκρατία, εφόσον αυτή θέλει και πρέπει να παραμείνει ως το τέλος κόμμα των επαναστατικών μαζών του προλεταριάτου και δεν θέλει να μετατραπεί σε ομάδα προπαγανδιστών-κομμουνιστών».
Μου φαίνεται πως στα λόγια αυτά διαφαίνεται μια πολύ λαθεμένη εκτίμηση της στιγμής. Ό σ. Κάμενεφ αντιπαραθέτει το «κόμμα των μαζών» στην «ομάδα των προπαγανδιστών». Μα οι «μάζες» είναι ακριβώς που παρασύρθηκαν τώρα από τη μέθη του «επαναστατικού» αμυνιτισμού. Δεν θα ήταν άραγε πολύ καλύτερο και για τους διεθνιστές να ξέρουν σε μια τέτοια στιγμή να αντιστέκονται στη «μαζική» μέθη, παρά να «θέλουν να μείνουν» με τις μάζες, δηλαδή να παρασυρθούν από το γενικό ρεύμα; Δεν είδαμε μήπως πώς οι σοβινιστές σε όλες τις εμπόλεμες ευρωπαϊκές χώρες δικαιολογούσαν τον εαυτό τους με την επιθυμία «να μείνουν με τις μάζες»; Δεν είναι μήπως υποχρεωτικό να ξέρει κανείς για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα να είναι μειοψηφία απέναντι στη «μαζική» μέθη; Δεν είναι μήπως η δουλειά ακριβώς των προπαγανδιστών, αυτήν ίσα-ίσα τη στιγμή, το κεντρικό σημείο για την απαλλαγή της προλεταριακής γραμμής από τη «μαζική» αμυνίτικη και μικροαστική μέθη; Η συγχώνευση ακριβώς των μαζών, και των προλεταριακών και των μη προλεταριακών, χωρίς διάκριση των ταξικών διαφορών μέσα στις μάζες, αποτέλεσε έναν από τους όρους της αμυνίτικης επιδημίας. Το να μιλάει κανείς περιφρονητικά για «ομάδα προπαγανδιστών» της προλεταριακής γραμμής δεν είναι ίσως και πολύ τιμητικό.