29 Ιουλ 2016

Η Χ και οι χίτες. Η ιστορία και η δράση μιας ακροδεξιάς οργάνωσης

 Η Χ και οι χίτες. Η ιστορία και η δράση μιας ακροδεξιάς οργάνωσης




Στο κείμενο που ακολουθεί, θα αναφερθούμε με συντομία στην ιστορία και τη δράση της οργάνωσης «Χ» και σε ορισμένες άγνωστες πτυχές της.
Η ίδρυση της οργάνωσης Χ
Τον Ιούνιο του 1941 ιδρύθηκε η «Στρατιωτική Οργάνωσις Γρίβα», η οποία στη συνέχεια (Μάρτιος 1943) έγινε γνωστή και ως «Οργάνωση Χ», ή απλώς «Χ» (για λόγους συντομίας). Τα μέλη της Χ λέγονταν Χίτες. Στα ιδρυτικά μέλη της οργάνωσης περιλαμβάνονταν οι εξής : 1) στρατηγός Γεώργιος Λάβδας, 2) στρατηγός Βασίλειος Βραχνός, 3) σ/χης Κωνσταντίνος Παπακωνσταντίνου, 4) σ/χης Θεμιστοκλής Κετσέας, 5) σ/χης Αγησίλαος Σινιώρης και 6) σ/χης Γεώργιος Γρίβας. Περισσότερο δραστήριος από όλους ήταν ο Γρίβας. Ο Γρίβας, που έμεινε στην ιστορία με το ψευδώνυμο «Διγενής», είχε γεννηθεί στην Κύπρο και ήταν φανατικός ακροδεξιός και βασιλόφρων. Έγινε ο αδιαμφισβήτητος Αρχηγός της Χ. Είχε τοποθετηθεί Υπεύθυνος της Υπηρεσίας Στρατιωτικών Αρχείων που είχε συστήσει η κατοχική – δοσιλογική κυβέρνηση.
Σύντομα ο Γρίβας συνάντησε τον υπολοχαγό  Όμηρο Παπαδόπουλο και έγιναν στενοί συνεργάτες. Θεωρώντας παθητικά τα άλλα ιδρυτικά στελέχη, άρχισε να αυτονομείται και να λειτουργεί με βάση τις προσωπικές του αντιλήψεις. Οι στρατηγοί Λάβδας και Βραχνός από την πλευρά τους, προχώρησαν στη συγκρότηση της οργάνωσης των «Ευόρκων Στελεχών».
Σκοπός του Γρίβα ήταν η αύξηση του αριθμού μελών της Χ και η συσπείρωση όσο το δυνατόν περισσότερων αξιωματικών στις τάξεις της. Στην Χ εντάχθηκε μεταξύ άλλων και ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρύσανθος (ο οποίος είχε αρνηθεί να ορκίσει την κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου). Ο Γρίβας συνδέθηκε με τον Χρύσανθο, μέσω του μητροπολίτη Κυρήνειας Μακαρίου Β’. Χάρη στον Χρύσανθο, η οργάνωση Χ εξασφάλισε το πρώτο σεβαστό χρηματικό ποσό για αγορά όπλων.
Ποιος ήταν ο χαρακτήρας της Χ ;
Η Χ ήταν μια ακροδεξιά και φιλοβασιλική οργάνωση με πλούσια δράση στο χώρο της ένοπλης βίας. Η ένθερμη υποστήριξή της προς το βασιλιά φαίνεται και από το ότι στο σήμα της υπάρχει το στέμμα. Συχνά επέβαλε ένα καθεστώς τρομοκρατίας σε περιοχές της Αθήνας και της επαρχίας και δολοφονούσε μέλη και οπαδούς του ΚΚΕ και του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ (δηλαδή της μεγαλύτερης αντιστασιακής οργάνωσης). Είχε σημαντική συμμετοχή στις μάχες των Δεκεμβριανών του 1944 και στη Λευκή Τρομοκρατία κατά την μετά Βάρκιζα εποχή. Πήρε μέρος και σε εκλογικές αναμετρήσεις, σημειώνοντας παταγώδη αποτυχία.
Ποια ήταν η δομή της Χ ;
Η οργανωτική δομή και στελέχωση της Χ ακολουθούσαν τη λογική συγκρότησης στρατιωτικής μονάδας. Είχε αρχηγό, υπαρχηγό και επιτελάρχη. Επίσης, είχε τρία «Γραφεία Επιχειρήσεων».  Η οργάνωση έκανε εντατικές προσπάθειες για να συγκροτήσει πυρήνες σε διάφορες συνοικίες της Αθήνας. Το άτυπο «στρατηγείο» της Χ ήταν το Θησείο και συγκεκριμένα η οικία του Γρίβα.
Το επιτελείο του Γρίβα αποτελούσαν οι : 1) ταγματάρχης Ιωάννης Μπουσμπουρέλης, 2) ταγματάρχης Παντελής Πολύζος, 3) λοχαγός Χαράλαμπος Σταυρόπουλος, 4) υπολοχαγός Όμηρος Παπαδόπουλος, 5) λοχαγός Νικόλαος Κοντογιαννόπουλος. Για να λειτουργήσει καλύτερα η οργάνωση, αποφασίστηκε ότι η περιοχή δράσης της θα διαιρεθεί σε διάφορους τομείς. Έτσι, συγκροτήθηκαν οι τομείς Κυψέλης, Άνω και Κάτω Πατησίων, Ιπποκράτους, Κολωνακίου, Αμπελοκήπων, Παγκρατίου, Νέου Κόσμου, Καλλιθέας, Κουκακίου, Νέας Σμύρνης, Θησείου, Πλάκας, Μεταξουργείου, Πλατείας Βάθης, Πλατείας Αττικής, Αγίου Παντελεήμονα, Υμηττού, Βύρωνα, Καισαριανής, Πειραιά, Χαλανδρίου, Αγίας Παρασκευής, Ηρακλείου, Αμαρουσίου, Κηφισίας, Κορωπίου, Γραβιάς, Χαλκίδος, Κορίνθου και Αιγίου. Τα τμήματα αυτά είχαν επανδρωθεί μέχρι τα τέλη του 1942 με μεγάλη μυστικότητα.
Ο Όμηρος Παπαδόπουλος έγινε ο σύνδεσμος της Χ με άλλα άτομα και αντικομμουνιστικές οργανώσεις όπως π.χ. με τον Αλέξανδρο Παπάγο, με τον υποστράτηγο Κωνσταντίνο Βεντήρη (που ήταν αρχηγός της Ρ.Α.Ν.), με το Χρήστο Ζαλοκώστα (της οργάνωσης «Εθνική Δράση») κ.α.
Ποια ήταν η δράση της Χ την περίοδο της κατοχής ;
Η Χ έχει να επιδείξει ελάχιστες αντιστασιακές ενέργειες κατά την περίοδο της κατοχής και μικρής σημασίας.  Εναντίον των τμημάτων του στρατού κατοχής δεν έδωσε ούτε μια μάχη. Ο χίτης Όμηρος Παπαδόπουλος στο βιβλίο που έγραψε, αναφέρει απλά ότι το καλοκαίρι του 1944 μια ομάδα της Χ στο Κολωνάκι με επικεφαλής τον ανθυπολοχαγό Κοκώνη αποπειράθηκε να εισβάλει σε μια αποθήκη των SS και να αρπάξει τον υπάρχοντα οπλισμό. Ο λοχαγός Στέφανος Τούμπας βρήκε τον Όμηρο Παπαδόπουλο και τον ενημέρωσε ότι τα SS έπιασαν την ομάδα του Κοκώνη και εκείνη τη στιγμή αναζητούσαν και τον ίδιο. Κι ενώ περίμεναν τι θα γινόταν με την ανάκριση των συλληφθέντων, εμφανίστηκε μπροστά τους αναπάντεχα ο Κοκώνης. Γράφει ο Παπαδόπουλος τα εξής : «Αλλά να, την συζήτησί μας διακόπτει ο Ανθυπολοχαγός Κοκώνης όλο κέφι. Και σαν να μην είχε συμβή τίποτε, δίνει την αναφορά του προς μεγάλη χαρά και έκπληξή μας :
- Μας μπλοκάρανε τα σκυλιά και μου πήρανε τα παιδιά και τα όπλα. Ευτυχώς συνεννοήθηκα με τα παιδιά και παρ’όλο το ξύλο, που φάγανε, δεν είπαν λέξη, και αύριο θα είναι όλοι ελεύθεροι.
- Και τα όπλα ; Ρώτησε ο Γιώργος.
- Οι φίλοι, που μας έπιασαν, έκριναν σκόπιμο, επειδή φαίνεται είναι τα τελευταία τους, αντί να τα παραδώσουν μαζί με μας στους ανωτέρους τους να τα κρατήσουν για πούλημα. Βλέπετε και τα SS χάλασαν πια και από τον μικρότερο ως το μεγαλύτερο Γερμανό, ένα μονάχα σκοπό έχουν : να μαζέψουν χρυσές λίρες. »  .
Ο Παπαδόπουλος αναφέρει επίσης ότι μετά από τρεις μονάχα μέρες, όλοι οι συλληφθέντες χίτες αφέθηκαν ελεύθεροι από τους Γερμανούς.
Ένα άλλο περιστατικό που αναφέρει ο Όμηρος Παπαδόπουλος στο βιβλίο του και έχει και μια αστεία διάσταση, είναι μια εκπαιδευτική συγκέντρωση την άνοιξη του 1942 στο παλαιό αρχοντικό σπίτι του Αντώνη Σταθάτου, ο οποίος ήταν μέλος της οργάνωσης ΡΑΝ. Παρόντες ήταν ο συγγραφέας, ο Κωνσταντίνος Ραψομανίκης και 10 νεαρά μέλη της Χ, τα οποία δεν είχαν γνώσεις στο θέμα των όπλων. Σε ένα τραπέζι ήταν 3 περίστροφα. Αφού έγινε στους νεαρούς μια προφορική ενημέρωση σχετικά με τη χρήση των όπλων, συνέβη κάτι απρόοπτο. Ο Ηρακλής Παπαδάτος επιδεικνύοντας ένα περίστροφο ιταλικού τύπου, έβαλε το δάχτυλό του στη σκανδάλη πιστεύοντας ότι η θαλάμη του όπλου ήταν άδεια και τότε έγινε εκπυρσοκρότηση. Όλοι οι παρευρισκόμενοι αναστατώθηκαν. Η σφαίρα αφού τρύπησε το παντελόνι του ενός από αυτούς, χώθηκε στον τοίχο. Ο Γεώργιος Ζερβουδάκης προσπάθησε να εξαφανίσει κάθε ενοχοποιητικό στοιχείο και οι υπόλοιποι έτρεξαν να διαφύγουν από διάφορες εξόδους. 
Το καλοκαίρι του 1942 η Χ συνεργάστηκε με τον θρυλικό Ελληνοπολωνό Γεώργιο Ιβάνωφ για την ανατίναξη των καυσίμων στο αεροδρόμιο του Τατοϊου.
Το Μάρτιο του 1943 κάποια μέλη της Χ έγραψαν με μπλε μπογιά μερικά συνθήματα σε δρόμους και τοίχους σπιτιών της Αθήνας.
Η οργάνωση είχε ασύρματη επικοινωνία με το ΣΜΑ (Στρατηγείο Μέσης Ανατολής).Τον Απρίλιο του 1942 ο Ζαφείρης Βάλβης, πολιτικός σύμβουλος της Χ, πήγε στο Κάιρο για να συναντηθεί με τον Εμμανουήλ Τσουδερό και να του ζητήσει όπλα. Όμως, επέστρεψε άπρακτος στην Ελλάδα.
Ο Α. Χατζηαναστασίου στο βιβλίο του αναφέρει ένα περιστατικό αρπαγής όπλων από αποθήκη του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ στην περιοχή του Βύρωνα χάρη σε ένα ύπουλο σχέδιο που κατέστρωσε ο χίτης Νίκος Παπαγεωργίου. Ο Παπαγεωργίου παρακάλεσε τον Γρίβα να ζητήσει από το Νίκο Μπουραντά, διοικητή του μηχανοκίνητου σώματος της ασφάλειας, να κάνει έφοδο σε σπίτι της Καισαριανής όπου βρίσκονταν πυρομαχικά της οργάνωσης Ο.Π.Λ.Α. (ένοπλη οργάνωση του ΚΚΕ), ταυτόχρονα με την έφοδο της Χ στην αποθήκη στο Βύρωνα. Έτσι οι άνδρες τους ΕΑΜ – ΕΛΑΣ θα αιφνιδιάζονταν και θα ήταν απασχολημένοι σε δύο διαφορετικά μέτωπα. Ο Μπουραντάς, φανατικός εχθρός του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ και του ΚΚΕ, εκτέλεσε με μεγάλη προθυμία το σχέδιο που του πρότεινε ο Γρίβας, διευκολύνοντας έτσι το έργο της Χ. Έτσι, η ομάδα του Παπαγεωργίου μπόρεσε να αρπάξει από τη μυστική αποθήκη του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ στο Βύρωνα περίπου 70 περίστροφα και 11 χειροβομβίδες.
Η οργάνωση συχνά χρησιμοποιούσε τις στενές σχέσεις που είχε με σημαντικά κομμάτια του κατοχικού κρατικού μηχανισμού (π.χ. χωροφυλακή και Ειδική Ασφάλεια) προς όφελός της. Επίσης, είχε αρμονική συνεργασία με αξιωματικούς της Αστυνομίας Πόλεων, οι οποίοι φρόντιζαν να διευκολύνουν το έργο της.
Ο Ιάσονας Χανδρινός σε δημοσίευμά του στο περιοδικό «Ιστορικά Θέματα» (τεύχος 112, Μάρτιος 2012) σημειώνει ότι : « […] ήταν κοινό μυστικό στην κατεχόμενη Ελλάδα πως οι χίτες αποτελούσαν τους καλύτερους συμμάχους και πληροφοριοδότες των ταγματασφαλιτών, κατά τη διάρκεια των συγκρούσεών τους με τους ‘‘αντάρτες πόλης’’ του ΕΛΑΣ στις συνοικίες της Αθήνας. Κάνοντας ένα βήμα παραπάνω, πολλά μέλη της οργάνωσης θα εγγραφούν στην αναδιοργανωμένη, διαβόητη Διεύθυνση Ειδικής Ασφάλειας (τον κλάδο της Χωροφυλακής που ασχολείτο αποκλειστικά με τη δίωξη κομμουνιστών ήδη από το Μεσοπόλεμο) ως ‘’χωροφύλακες άνευ θητείας’’, συμμετέχοντας είτε ως πληροφοριοδότες είτε ως οπλίτες είτε ως εκτελεστές στο ανθρωποκυνηγητό που είχαν εξαπολύσει οι γερμανικές και ελληνικές αρχές κατοχής εναντίον των αντιστασιακών του ΕΑΜ στην Αθήνα και τον Πειραιά.» .
Οι σκοτεινές σελίδες της ιστορίας της Χ
Ο Βρετανός Κρις Γουντχάουζ, αρχηγός της Συμμαχικής Αποστολής στην κατεχόμενη Ελλάδα, είχε πολλές γνώσεις πάνω σε θέματα ελληνικών ένοπλων οργανώσεων, λόγω της θέσης που κατείχε. Ας δούμε λοιπόν, τι αναφέρει σχετικά με την Χ  στο βιβλίο που είχε γράψει : «το σώμα αυτό [δηλαδή η οργάνωση Χ] που αργότερον έγινε γνωστόν ως το όργανον αμέσου δράσεως της βασιλικής δεξιάς υπό την αρχηγίαν του συνταγματάρχου Γρίβα, ισχυρίσθη ότι υπήρξε κίνημα αντιστάσεως κατά την κατοχήν. Εάν ο ισχυρισμός αυτός είναι αληθής, η Χ θα εταξεινομείτο ως η μόνη οργάνωσις της Δεξιάς που έδρα τότε εν Αθήναις, εις την πραγματικότητα όμως ήτο άγνωστος μέχρι ολίγου προ της αποχωρήσεως των Γερμανών. Αλλά και τότε ακόμη το όνομά της δεν εσήμαινε τίποτε σχετιζόμενον με την αντίστασιν. Μόνον κατά τα αμέσως μετά τον πόλεμο έτη, απέκτησε τη σημασία μιας Κου Κλουξ Κλαν».
Η μεγάλη αντιπαλότητα μεταξύ της Χ και της ΟΠΛΑ
Το Νοέμβριο του 1943 έκανε την εμφάνισή της μια μεγάλη αντιπαλότητα. Δύο θανάσιμοι εχθροί, η Χ και η ΟΠΛΑ βρέθηκαν σε ένοπλη διαμάχη, η οποία είχε και χαρακτηριστικά μιας ιδεολογικοπολιτικής αναμέτρησης. Οι ανοιχτοί πολιτικοί λογαριασμοί μεταξύ των δύο οργανώσεων έδωσαν τη θέση τους στα όπλα. Το αποτέλεσμα ήταν ένας μεγάλος αριθμός νεκρών.
Η Ο.Π.Λ.Α. (Οργάνωση Περιφρούρησης Λαϊκού Αγώνα) ήταν μια ένοπλη μυστική οργάνωση του ΚΚΕ που ιδρύθηκε στα χρόνια της κατοχής και που επεδίωκε να παίξει το ρόλο του λαϊκού τιμωρού και του εκδικητή. Λίγο καιρό αργότερα η ΟΠΛΑ εκτέλεσε τον Ηλία Ρογκάκο, δραστήριο μέλος της Χ (1 Δεκεμβρίου 1943). Ο πόλεμος μεταξύ των δύο οργανώσεων πήρε μεγάλες διαστάσεις και βάφτηκε με άφθονο αίμα.
Τα Δεκεμβριανά του 1944
Όπως φάνηκε και από τα παραπάνω, η Χ κατά την κατοχή δεν είχε στο ενεργητικό της ούτε μια μάχη εναντίον των Γερμανών, των Ιταλών ή των Ταγμάτων Ασφαλείας. Φαίνεται ότι η οργάνωση κυριολεκτικά ζούσε και ανέπνεε για την περίοδο της μετακατοχικής Ελλάδας. Για τη χρονική στιγμή κατά την οποία, στην ελεύθερη πλέον Ελλάδα, θα γινόταν μια εμφύλια σύρραξη. Από τη μια πλευρά η αντιστασιακή οργάνωση ΕΑΜ – ΕΛΑΣ και η αριστερή παράταξη και από την άλλη η κυβέρνηση του Καϊρου, οι Έλληνες δωσίλογοι πολιτικοί, ο βασιλιάς, οι ταγματασφαλίτες (γερμανοτσολιάδες), οι χωροφύλακες, η Χ, η ΡΑΝ και άλλες ένοπλες ομάδες που μισούσαν το ΕΑΜ – ΕΛΑΣ.
Αυτή η στιγμή δεν άργησε να έρθει. Ήταν τα Δεκεμβριανά του 1944 ή αλλιώς η μάχη της Αθήνας. Τότε ήταν η πρώτη φορά που η Χ έκανε αισθητή την παρουσία της. Το Σεπτέμβριο του 1944 η κυβέρνηση του Καϊρου διόρισε το Σπηλιωτόπουλο (ηγετικό στέλεχος της ΡΑΝ) Στρατιωτικό Διοικητή Αττικής. Τότε η Χ έσπευσε γρήγορα να τεθεί υπό της διαταγές του Σπηλιωτόπουλου. Έλαβε την εντολή σχηματισμού του 1ου Συντάγματος Πεζικού και την εντολή να πάει στην περιοχή των Μεσογείων και να παραλάβει οπλισμό που προοριζόταν για την αστυνομία και τη χωροφυλακή.
Η Χ πήρε μέρος σε διάφορες μάχες στην περιοχή του Θησείου και στο Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη, πολεμώντας με προθυμία στο πλευρό των Άγγλων, των χωροφυλάκων και διαφόρων πρώην ταγματασφαλιτών εναντίον των ανταρτών της αντιστασιακής οργάνωσης ΕΑΜ – ΕΛΑΣ.
Στις 4 Δεκεμβρίου 1944, ο ΕΛΑΣ αποφάσισε να κλείσει τους ανοιχτούς λογαριασμούς του με τους «νεροχίτες» (ή μοναρχοφασίστες), όπως αποκαλούσε τα μέλη της Χ. Περίπου 500 αντάρτες από τα Τάγματα του ΕΛΑΣ Καλλιθέας και Ταύρου επιτέθηκαν το πρωί και κατέλαβαν το λόφο της Πνύκας. Μέχρι το μεσημέρι είχαν καταλάβει τα φυλάκια της Χ στην οδό Αιγινήτου και του Αστεροσκοπείου. Οι χίτες υπερασπιστές των δύο φυλακίων στην οδό Αποστόλου Παύλου δέχτηκαν καταιγιστικά πυρά και αναγκάστηκαν τελικά να υποχωρήσουν στο κτίριο του Θ’ Αστυνομικού Τμήματος, το οποίο κάλυπτε ένα βρετανικό άρμα.
Σχετικά με τη Δεκεμβριανή σύγκρουση, ο συγγραφέας David Close αναφέρει ότι : «Το αποτέλεσμα της μάχης των Δεκεμβριανών του 1944 κρίθηκε τελικά από την τεράστια υπεροχή σε άντρες και πολεμικό υλικό των βρετανικών και των ελληνικών κυβερνητικών δυνάμεων. Είκοσι δύο τάγματα Εθνοφυλακής ήταν διαθέσιμα στις 29 του μήνα, και κάθε τριάντα έξι ώρες σχηματιζόταν κι ένα καινούριο τάγμα. Οι ενισχύσεις που είχαν λάβει οι Βρετανοί μέχρι τις 25 Δεκεμβρίου 1944, περιλάμβαναν δυο ολόκληρες μεραρχίες, μια ταξιαρχία και αρκετά τάγματα. Πολεμικά αεροπλάνα, πολεμικά πλοία και τανκς -ο ΕΛΑΣ δεν διέθετε τίποτα από αυτά- χρησιμοποιήθηκαν εντατικά. Ως τις 18 Ιανουαρίου [1945], είχαν φτάσει συνολικά στην Ελλάδα 75.000 περίπου Άγγλοι.» και προσθέτει :  «Κι από τις 18 Δεκεμβρίου [1944] ήδη, οι Άγγλοι είχαν μια άνετη υπεροχή στην πρωτεύουσα κι ήταν σε θέση να περάσουν στην αντεπίθεση. Κατά τον υπόλοιπο μήνα, ο ΕΛΑΣ προέβαλε σκληρή αλλά καταδικασμένη αντίσταση σε διάφορα μέρη της Αθήνας και του Πειραιά. » .
Το παρακράτος της «Χ» μετά τη Βάρκιζα
Αμέσως μετά την υπογραφή της συμφωνίας της Βάρκιζας (1945), η ακροδεξιά οργάνωση Χ φρόντισε να δείξει προς τα έξω ότι «σταματάει» την ένοπλη δράση της. Στην πραγματικότητα αυτό ήταν απλώς μια έντεχνη προσπάθεια με σκοπό να ρίξει στάχτη στα μάτια του κόσμου. Φόρεσε τον πολιτικό μανδύα (δηλαδή μετατράπηκε σε πολιτικό κόμμα) και παράλληλα έκρυψε σε διάφορα σημεία τα όπλα και τα πυρομαχικά της, έτοιμοι για να ξαναρχίσει (ακόμα περισσότερο απροκάλυπτα) τις δολοφονίες διαφόρων αντιστασιακών του ΕΑΜ –ΕΛΑΣ και διαφόρων στελεχών και οπαδών της αριστεράς. Λειτούργησε ως παρακρατική συμμορία, δρώντας ανεξέλεγκτα και χωρίς να λογοδοτεί σε κανέναν. Αξίζει να αναφέρουμε ότι διάφοροι χίτες συνήθιζαν να αρπάζουν περιουσιακά στοιχεία δολοφονημένων κομμουνιστών.
Μετά τη Βάρκιζα, τα μέλη της Χ επάνδρωσαν το 143ο Τάγμα Εθνοφυλακής.
Ο ίδιος ο φανατικός οπαδός και στενός συνεργάτης του Γρίβα  Σπύρος Παπαγεωργίου ομολογεί (χωρίς κανένα ίχνος ντροπής) στο βιβλίο που έγραψε ότι η Χ στη μετά Βάρκιζα εποχή, όχι μόνο δεν παρέδωσε τον οπλισμό της, αλλά τον έκρυψε για να τον χρησιμοποιήσει κατά των πολιτικών της αντιπάλων. Συγκεκριμένα, αναφέρει τα εξής : «Γι’ αυτό και τυπικώς μόνον αυτοδιελύθη [η οργάνωση Χ]. Στην πραγματικότητα συνέχισε να οργανώνεται και να διατηρεί συμπαγείς τις δυνάμεις της. Βεβαίως οι χίτες έδωσαν πολιτική τροπή και έκφραση στον αγώνα τους, αλλά συνέχισαν να διατηρούν τη στρατιωτική δομή τους. Λόγοι προνοητικότητας τους έκαμαν να μην παραδώσουν τον οπλισμό τους, αλλά να τον φυλάξουν για κάθε ενδεχόμενο.» !
Επίσης, παραδέχεται στο βιβλίο του ότι «Κατά τα πρώτα μετακατοχικά χρόνια οι χίτες των Αθηνών στην πλειοψηφία τους οπλοφορούσαν».
Μερικά χρόνια αργότερα, διάφορα μέλη της Χ πήραν μέρος στον Εμφύλιο Πόλεμο (1946 - 1949). Την περίοδο 1945 – 1948, οι ένοπλες ομάδες της Χ και της ΕΑΟΚ (η οποία ιδρύθηκε το 1946 από τον Ταγματασφαλίτη Πάνο Κατσαρέα) πραγματοποίησαν δολοφονίες ακόμα και ανηλίκων παιδιών , καθώς και γυναικών στην Πελοπόννησο. Μιλάμε για πολυάριθμες κτηνωδίες, οι οποίες έμειναν στην ιστορία.
[ Θα θέλαμε να σημειώσουμε ότι ο συγγραφέας Σπύρος Παπαγεωργίου υπήρξε μέλος της οργάνωσης ΕΟΚΑ Β’. Ήταν συνεργάτης του Γρίβα για πολλά χρόνια. Συνεργάτες του Γρίβα μέχρι το 1974 ήταν και τα αδέλφια Κ. Ευσταθόπουλος και Μιχ. Ευσταθόπουλος ] .
Η κατάθεση του Κώστα Πολύζου στο Ειδικό Δικαστήριο Δωσιλόγων
Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας, δημιουργήθηκαν Ειδικά Δικαστήρια Δωσιλόγων. Σε ένα από αυτά παρέστη και ο Κώστας Πολύζος, μέλος της Χ, για να καταθέσει ως μάρτυρας. Παραθέτουμε παρακάτω απόσπασμα ενός αποκαλυπτικού διαλόγου.

ΣΥΝΕΔΡΟΣ: Πως οι Γερμανοί τους απέλυσαν [τους συλληφθέντες χίτες] από το κρατητήριο, αφού είχαν όπλα; Γιατί οι Γερμανοί καταδίκαζαν σε θάνατο όσους οπλοφορούσαν.

ΠΟΛΥΖΟΣ: Μα ήξεραν ότι ήταν εθνικιστές. Και εμάς τους εθνικόφρονας δεν μας πείραζαν οι Γερμανοί.

ΣΥΝΕΔΡΟΣ: Μπορείτε να μας πείτε ποιες εθνικές ή πατριωτικές
 πράξεις εκτέλεσαν τα μέλη της οργάνωσης σας την περίοδο της κατοχής;

ΠΟΛΥΖΟΣ: Πολλές, αλλά δεν έχω τα στοιχεία μαζί μου.

ΣΥΝΕΔΡΟΣ: Οι Γερμανοί εκτέλεσαν ποτέ κανέναν δικό σας;

ΠΟΛΥΖΟΣ: Ναι. Σκότωσαν έναν δικό μας στο Κολωνάκι τον Οκτώβριο. Δεν ενθυμούμαι όμως το όνομά του.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ  ΑΓΩΓΗ: Είχε η οργάνωσή σας συνεργασία με την Ειδική Ασφάλεια;

ΠΟΛΥΖΟΣ: Ναι

ΠΟΛΙΤΙΚΗ  ΑΓΩΓΗ: Την συνεργασία την γνώριζαν οι Γερμανοί;

ΠΟΛΥΖΟΣ: Οχι, γιατί θα μας συλλαμβάνανε και εμάς και αυτούς.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ  ΑΓΩΓΗ: Και όμως κ. μάρτυς υπάρχει έγγραφο της Ειδικής Ασφάλειας της 24/4/1944 υπ. Αριθμόν 4/83 που αποδεικνύει πως την συνεργασία σας με την Ειδική όπως και την ύπαρξη αυτού του εγγράφου την γνώριζαν οι Γερμανοί.
Πως εξηγείται αυτό;

Η συμμετοχή της Χ σε εκλογές και η παταγώδης αποτυχία της
Ο Γρίβας αφού πρώτα κατηγόρησε τους πολιτικούς ως «αδίστακτους καρπωτές των αγώνων των πραγματικών αγωνιστών», στη συνέχεια αποφάσισε να πάρει και αυτός μέρος στην πολιτική σκηνή της Ελλάδα, φτιάχνοντας το δικό του κόμμα, δηλαδή αυτό της Χ με τον τίτλο «Εθνικό Κόμμα Χιτών», για να ικανοποιήσει τις δικές του πολιτικές φιλοδοξίες. Αξίζει να αναφέρουμε ότι ο χίτης Όμηρος Παπαδόπουλος είχε πει ότι ο Γρίβας είχε δεχθεί πρόταση να πολιτευτεί με το Λαϊκό Κόμμα στις εκλογές του 1946. Αποδέχθηκε την συγκεκριμένη πρόταση, αλλά η ηγεσία του Λαϊκού Κόμματος, λίγες  μέρες αργότερα μετάνιωσε και ακύρωσε τη συμφωνία.
Το 1946 το Κόμμα των Χιτών, ενόψει του προγραμματισμένου δημοψηφίσματος για το πολιτειακό ζήτημα, κυκλοφόρησε μια φιλοβασιλική προκήρυξη, η οποία έκλεινε με τη φράση «Όλοι για την επάνοδον του βασιλιά μας». Από την πλευρά τους, οι χίτες, έκαναν ό,τι ήταν δυνατόν για την επάνοδο του Γεωργίου Β’ στο θρόνο. Άσκησαν εκτεταμένη βία και τρομοκρατία εις βάρος διαφόρων αντιβασιλικών ψηφοφόρων με σκοπό να νοθεύσουν το αποτέλεσμα της κάλπης.
Παραθέτουμε τα αποτελέσματα του Κόμματος των Χιτών στις βουλευτικές εκλογές.
Εκλογές Μαρτίου 1946 : πήρε 1.848 ψήφους, δηλαδή ποσοστό 0,17 %
Εκλογές Μαρτίου 1950 : πήρε 14.256 ψήφους, δηλαδή ποσοστό 0,84 %
Κατά συνέπεια δεν μπόρεσε να εκλέξει ούτε ένα βουλευτή.
Η εγκληματική δράση του συμμορίτη Μαγγανά, φανατικού οπαδού της «Χ»
Τον Ιανουάριο του 1946, ένας αυτοαποκαλούμενος χίτης με το όνομα Βαγγέλης Μαγγανάς, μάζεψε την ένοπλη (παρακρατική) συμμορία του και κατέλαβε την πόλη της Καλαμάτας, καταλύοντας τις αρχές, ποδοπατώντας κάθε έννοια νομιμότητας και ελευθερώνοντας 32 φυλακισμένους δεξιούς (οι οποίοι εμπλέκονταν στη δολοφονική επίθεση με περίστροφα και χειροβομβίδες εναντίον καφενείου αριστερών, με αποτέλεσμα 2 νεκρούς και 4 τραυματίες). Ο αιμοσταγής συμμορίτης Μαγγανάς όμως, δεν περιορίστηκε μόνο σε αυτές τις παρανομίες.  Προχώρησε και στην απελευθέρωση περίπου 15 δοσιλόγων (δηλαδή Ελλήνων που συνεργάστηκαν με τους γερμανούς κατακτητές) από τα κρατητήρια αστυνομικού τμήματος και μετά αποπειράθηκε να αφαιρέσει (χωρίς αποτυχία) από τα ανακριτικά γραφεία τις δικογραφίες των δωσιλόγων.
Επίσης, κατέστρεψε ένα τυπογραφείο αριστερών εντύπων και μετά συνέλαβε περίπου 100 άοπλους αριστερούς πολίτες. Κατέφυγε στα γύρω βουνά μαζί με τους άνδρες της συμμορίας του και εκτέλεσε 14 αριστερούς. Ανάμεσα στους εκτελεσθέντες ήταν και ο Θ. Κορμάς, δικηγόρος και μέλος του ΕΑΜ.
Τα αποσπάσματα της χωροφυλακής που στάλθηκαν στην Καλαμάτα για την καταδίωξη της συμμορίας του Μαγγανά, όχι απλά δεν την καταδίωξαν, αλλά έστησαν διασκέδαση μαζί της. Έψησαν μάλιστα και έναν αμνό και χόρεψαν με τους ακροδεξιούς συμμορίτες. Οι σχέσεις συνεργασίας του στρατού και της χωροφυλακής με τις παρακρατικές συμμορίες των «χιτών» αποτελούσαν καθημερινό φαινόμενο.      [Οι περισσότερες από τις ένοπλες ακροδεξιές συμμορίες απορροφήθηκαν από επίσημες δυνάμεις του κράτους, ιδίως από τις δυνάμεις τοπικής εθνοφυλακής (γνωστές στην αρχή ως ΜΑΥ ή ΜΑΔ και στη συνέχεια ως ΜΕΑ ή ΤΕΑ) που ιδρύθηκαν από το στρατό σε συνεργασία με το υπουργείο Εσωτερικών, από τον Οκτώβριο του 1946.] .
Αξίζει να κάνουμε κάποιες διευκρινήσεις : 1) ο ένοπλος συμμορίτης Μαγγανάς, κατά τη διάρκεια της κατοχής είχε ενταχθεί στα Τάγματα Ασφαλείας, δηλαδή ήταν ένας από τους Έλληνες που εξοπλίστηκαν από τους Γερμανούς κατακτητές και συνεργάστηκαν μαζί τους. 2) ο Μαγγανάς δεν υπήρξε μέλος της Χ. Υπήρξε φανατικός οπαδός της Χ και αυτοχαρακτηριζόταν χίτης. Ο Γρίβας φοβούμενος το πολιτικό κόστος και την αρνητική δημοσιότητα, φρόντισε να κρατήσει κάποιες αποστάσεις από τη δράση του Μαγγανά. Όμως, η ιστορική αλήθεια είναι ότι ολόκληρη η οργάνωση Χ υποστήριξε και ηθικά και έμπρακτα τον Μαγγανά. Ο ίδιος ο Σπύρος Παπαγεωργίου που ήταν συνεργάτης του Γρίβα, παραδέχεται στο βιβλίο του ότι : «Η αλήθεια, ακόμη, είναι ότι παρά το γεγονός ότι η Χ διαχώρισε τη θέση της από τη δράση του Μαγγανά, του είχε παράσχει πολιτική και νομική στήριξη. » ! Άλλωστε, ένας από τους συνηγόρους υπεράσπισης του Μαγγανά ήταν ο χίτης Δ. Κοσμόπουλος. Επίσης, ο Παπαγεωργίου δεν κρύβει τον μεγάλο θαυμασμό του προς το συμμορίτη εγκληματία Μαγγανά, παραθέτοντας μια εικόνα του στη σελίδα 513 του βιβλίου του και γράφοντας ως λεζάντα «Ο θρυλικός χίτης Βαγγέλης Μαγγανάς» (!)
Μετά τα αιματηρά γεγονότα της Καλαμάτας, ο παρακρατικός συμμορίτης Μαγγανάς συνέχισε απτόητος την εγκληματική του δράση. Στις 18-3-1946 σκότωσε ένα άτομο και τραυμάτισε άλλα τρία, τον Απρίλιο σκότωσε ένα άτομο και τραυμάτισε άλλο ένα, ενώ στις 17-5-1946 εκτέλεσε 3 άτομα που ήταν αντάρτες.
Η ΛΕΥΚΗ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΟΥ 1945-1946 ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΡΑΚΡΑΤΟΣ ΤΗΣ «Χ»
Σχετικά με τη λευκή τρομοκρατία του 1945 – 1946 και το ακροδεξιό παρακράτος ο συγγραφέας Σόλων Γρηγοριάδης αναφέρει : «Δεν είναι καθόλου λοιπόν παράδοξο ότι, υπό τις συνθήκες αυτές, στην ύπαιθρο δέσποζε η παρακρατική εξουσία, η οποία καμιά φορά μάλιστα έσπευδε να ανακηρύξει την Ελλάδα βασίλειο.» . Στη συνέχεια παραθέτει ένα αποκαλυπτικό έγγραφο της Χ, του έτους 1945 (δηλαδή ένα χρόνο πριν το δημοψήφισμα), που δείχνει ότι η οργάνωση επέβαλε όποιες απαγορεύσεις ήθελε στους πολίτες αντίπαλης ιδεολογίας. Το έγγραφο είναι το ακόλουθο.
« Βασίλειον της Ελλάδος
Εθνική Πολιτική Οργάνωσις Χ
Πελλάνας (Λακωνίας)
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΣ
Ανακοινούμεν ότι απαγορεύεται η κυκλοφορία των ατόμων των ανηκόντων εις το κομμουνιστικόν κόμμα πέραν της 7ης εσπερινής και μέχρι της 6ης πρωϊνής. Επίσης απαγορεύεται η μετακίνησις παντός κομμουνιστού ανδρός ή γυναικός άνευ αδείας της Χ. Πας συλλαμβανόμενος άνευ αδείας, θα οδηγείται εις την αρμοδίαν αρχήν.
Εν Πελλάνα τη 20-10-1945
Ο Τμηματάρχης
Γ. Παπαζήσης  » .
Θα πρέπει να αναφέρουμε ότι μέλη της Χ πρωτοστατούσαν σε συλλήψεις αριστερών και αντιστασιακών του ΕΑΜ –ΕΛΑΣ, εκτελέσεις, βιασμούς και βασανιστήρια. Επίσης, μέσα στις δραστηριότητές τους περιλαμβανόταν και η επίθεση σε κτίρια αριστερών, τυπογραφεία του εαμικού χώρου κτλ και η πρόκληση υλικών ζημιών.
Η ΛΕΥΚΗ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ DAVID CLOSE
Σχετικά με την κατάσταση που επικρατούσε στη μεταβαρκιζιανή περίοδο, ο συγγραφέας David Close σημειώνει τα εξής :
« Τον καιρό της Βάρκιζας, στην Εθνοφυλακή υπηρετούσαν κυρίως εθελοντές που είχαν στρατολογηθεί για να πολεμήσουν τον ΕΛΑΣ στα Δεκεμβριανά, κι ανάμεσά τους βρίσκονταν Χίτες και πρώην Ταγματασφαλίτες. Στη συνέχεια, ο αριθμός τους αυξήθηκε από εφέδρους παλαιότερων σειρών που τους καλούσαν ο στρατός κι η αστυνομία, και φρόντιζαν να απορρίπτονται οι αριστεροί και να παίρνονται οι σίγουροι αντικομμουνιστές. Τα «Αθηναϊκά Τάγματα» της Εθνοφυλακής ακολουθούσαν τα αγγλικά στρατεύματα στις επαρχίες, όπου συγκροτούσαν καινούρια τάγματα. Ως τον Μάιο, η Εθνοφυλακή είχε εγκατασταθεί σ' όλες τις περιοχές, και σύντομα έφτασε τους 60.000 άντρες. Οι περισσότεροι δρούσαν στις δικές τους περιοχές και εκμεταλλεύονταν τη θέση τους για να συνεχίσουν παλιές βεντέτες, κυρίως ενάντια σε Εαμίτες των οποίων λεηλατούσαν τα γραφεία και τα τυπογραφεία.
Με αυτούς τους τρόπους, το συνολικό μέγεθος της χωροφυλακής διογκώθηκε σαν μανιτάρι μέσα σ' ένα χρόνο από τη Βάρκιζα, κι έφτασε τις 23.000 άντρες, ενώ και η δύναμη της Αστυνομίας Πόλεων που δρούσε κυρίως στην Αθήνα και τον Πειραιά, αυξήθηκε από 4.500 (όσο περίπου ήταν και πριν από τον πόλεμο), σε 6.500. Μετά τη Βάρκιζα, η
αστυνομία απέκτησε την τάση να φέρεται κτηνωδώς απέναντι στο ΕΑΜ και γενικά να δικαιολογεί ή ακόμα να συμμετέχει στις βίαιες ενέργειες συμμοριών ή των Εθνοφυλάκων. Τον κύριο ρόλο στην καταδίωξη της Αριστεράς ανέλαβαν συμμορίες ατάκτων που κατέφυγαν σε αντεκδικήσεις και εκβιασμούς, και πολιτικές οργανώσεις όπως η «Χ».    Σε μερικές περιοχές, όπως η Κρήτη, η νότια Πελοπόννησος και η Θεσσαλία, οι αντικομμουνιστικές συμμορίες ήταν περισσότερες από τις επίσημες δυνάμεις ασφαλείας μέχρι το τέλος του 1946 ή και αργότερα ακόμα.  […] Οι επίσημες δυνάμεις ασφαλείας βοηθούσαν τις δεύτερες [δηλαδή τις παρακρατικές συμμορίες] διανέμοντάς τους όπλα σε μεγάλες ποσότητες (15.000 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1946 σύμφωνα με αγγλικούς υπολογισμούς), από τις κρυψώνες όπλων του ΕΛΑΣ που ανακαλύπτονταν. Κι όπως στο μεταξύ οι επίσημες δυνάμεις εξοπλίζονταν από τους Άγγλους, τα όπλα ήταν ένα από τα ελάχιστα αγαθά που βρίσκονταν σε αφθονία στην Ελλάδα. Οι συμμορίες διατηρούσαν συνήθως φιλικές σχέσεις με τις επίσημες δυνάμεις, κι ανάμεσά τους γινόταν συνεχής ανταλλαγή μελών. Μερικοί συμμορίτες* όπως οι Κατσαρέας, Ζάρας και Αντόν Τσαούς ήταν παλιοί αξιωματικοί του στρατού ή της αστυνομίας, ενώ άλλοι πήραν αργότερα στρατιωτικούς βαθμούς. Στην Ήπειρο, την Εθνοφυλακή αποτελούσαν αποκλειστικώς μέλη του ΕΔΕΣ. Και στην Πελοπόννησο, πολλοί συμμορίτες κατατάχθηκαν στην Εθνοφυλακή κι αργότερα στη χωροφυλακή ή τις MAY, σαν έφεδροι του στρατού που ήταν. Ακόμα και στην περίοδο των κεντρώων κυβερνήσεων και κάτω από τη βρετανική καθοδήγηση, στα 1945-6, οι αρχές ελάχιστες προσπάθειες κατέβαλαν για να υποτάξουν τις συμμορίες.» .
Σχετικά με την οργάνωση Χ, ο David Close αναφέρει τα εξής :  «Μετά τη Βάρκιζα, πολλές οργανώσεις και συμμορίες ενθαρρύνονταν από πράκτορες της «Χ» να συνάψουν σχέσεις με τη δική τους οργάνωση. Η «Χ» στρατολογούσε επίσης άφθονα μέλη από τις επίσημες δυνάμεις ασφαλείας. Τον Σεπτέμβριο, λόγου χάρη, αναφέρθηκε ότι ανήκαν στην «Χ» 500 χωροφύλακες της Θεσσαλονίκης, που φρουρούσαν για λογαριασμό της μεγάλες ποσότητες όπλων. Ο Γρίβας, ο αρχηγός της «Χ», συνεργαζόταν στενά με τον Κωνσταντίνο Βεντήρη ο οποίος, σύμφωνα με την αμερικανική πρεσβεία, ήταν αρχηγός του «εσωτερικού μυστικού κύκλου» του Γενικού Επιτελείου. Ο Γρίβας συνεργαζόταν, επίσης, ως ένα βαθμό, με ηγέτες του Λαϊκού Κόμματος, που εξελισσόταν στο ισχυρότερο κόμμα μεταξύ των επαγγελματιών πολιτικών. Έτσι, η « Χ» συνδεόταν μ ε όλους τους κλάδους της Δεξιάς, και μπορεί να συντόνιζε τις δραστηριότητές τους. Αμερικανοί παρατηρητές, για παράδειγμα, πίστευαν ότι έδινε συστηματικό χαρακτήρα, σε ορισμένες περιοχές, στους διωγμούς που εξαπέλυαν η αστυνομία και η Εθνοφρουρά. » .

Η ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗ «ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ» ΣΤΗΝ ΕΣΣΔ

   Η ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗ «ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ» ΣΤΗΝ ΕΣΣΔ

Την τελευταία δεκαετία προωθούνται επίσημα και στη χώρα μας διάφοροι εναλλακτικοί τρόποι παραγωγής[1] αγροτικών προϊόντων. Πρόκειται για την εφαρμογή ενός συνόλου καλλιεργητικών τεχνικών και μεθόδων με ενιαίο χαρακτήρα σαφώς καθορισμένων από ευρωπαϊκούς κανονισμούς που έχουν ως στόχο, όπως αναφέρεται, την προστασία του περιβάλλοντος και την παραγωγή αγροτικών προϊόντων απαλλαγμένων από διάφορες χημικές ενώσεις επιβλαβείς στην υγεία του παραγωγού και του καταναλωτή. Με τον κανονισμό 2092/91 και τις διάφορες τροπολογίες που ακολούθησαν, καθορίζονται ο τρόπος καλλιέργειας (κυρίως οι επιτρεπόμενες εισροές) και οι προϋποθέσεις προκειμένου τα φυτικής προέλευσης προϊόντα να χαρακτηρισθούν ως προϊόντα βιολογικού τρόπου παραγωγής, ενώ με τον κανονισμό 1804/99 καθορίζονται αντιστοίχως οι προϋποθέσεις για τα κτηνοτροφικά προϊόντα.
Από την επταετή περίπου περίοδο εφαρμογής τουλάχιστον του πρώτου κανονισμού στη χώρα μας, έχουν αναδειχθεί πέρα από τα τεχνικής φύσεως προβλήματα και πολλά πολιτικά ζητήματα που σχετίζονται με τις προοπτικές αυτού του τρόπου παραγωγής. Αυτά τα ζητήματα θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο συζήτησης και προβληματισμού μέσα στο εργατικό και αγροτικό κίνημα, ιδιαίτερα αυτά που σχετίζονται με τις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές πλευρές εφαρμογής αυτού του τρόπου παραγωγής, σε ποιους αγρότες απευθύνονται σήμερα, για το πώς αντιμετωπίζει και τι επιδιώκει η Ευρωπαϊκή Ενωση με την εφαρμογή τους, τι επιδιώκουν τα διάφορα μικροαστικά στρώματα της πόλης και του χωριού με την προώθηση τους, και τέλος το ιστορικό της προέλευσης αυτών των μεθόδων παραγωγής.
Ο κυρίαρχος τρόπος παραγωγής στον αγροτικό τομέα τα τελευταία 50 χρόνια έχει ονομασθεί «συμβατικός τρόπος καλλιέργειας» βασίζεται δε στο θεωρητικό πλαίσιο της λεγόμενης «πράσινης επανάστασης» που θεμελιώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ‘60. Βασικό κίνητρο για την προώθηση αυτού του τρόπου παραγωγής είναι από την πλευρά του ιμπεριαλισμού ο διεθνής έλεγχος των αγορών αγροτικών προϊόντων και των εισροών του αγροτικού τομέα και γενικά το κυνήγι του κέρδους. Τα αποτελέσματα αυτού του τρόπου παραγωγής όλα αυτά χρόνια είναι γνωστά. Επιτεύχθηκε μια μεγάλη αύξηση των στρεμματικών αποδόσεων και των αποδόσεων των εκτρεφομένων ζώων ως συνέπεια αφ’ ενός μεν της χρησιμοποίησης νέων πιο αποδοτικών ποικιλιών ή φυλών ζώων προκειμένου για εκτρεφόμενα ζώα, αφ’ ετέρου δε της χρησιμοποίησης περισσοτέρων αγροχημικών, λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων, σύγχρονων μηχανών και μεθόδων καλλιέργειας και εκτροφής ζώων. Βασικό χαρακτηριστικό αυτού του τρόπου παραγωγής είναι η αναρχία στην παραγωγή και η ολοένα και περισσότερο μείωση της ποιότητας των παραγόμενων προϊόντων και βέβαια η όλο και μεγαλύτερη μείωση των απασχολουμένων στον αγροτικό τομέα δηλαδή το ξεκλήρισμα της μεσαίας και φτωχής αγροτιάς από την πρωτογενή παραγωγή. Είναι αλήθεια ότι η παραγωγή αγροτικών προϊόντων αυξήθηκε σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες και μάλιστα σε τέτιο βαθμό που δημιούργησε προβλήματα στις αγορές, με συνέπεια πολλά από τα προϊόντα να οδηγούνται στις γνωστές «χωματερές» ενώ την ίδια περίοδο σε όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα σε πολλές χώρες της Αφρικής και της Ασίας οι λαοί λιμοκτονούν. Ομως δεν είναι μόνο αυτό το ζήτημα. Η χρήση αγροχημικών στη φυτική παραγωγή έχει προκαλέσει τεράστια προβλήματα στο περιβάλλον και τον άνθρωπο ενώ στην κτηνοτροφία ο ανταγωνισμός των μονοπωλίων στο τομέα παραγωγής ζωικών προϊόντων, ιδιαίτερα του κρέατος, διεθνώς έχει προκαλέσει τις γνωστές συνέπειες με τις «τρελές αγελάδες» και τα κτηνοτροφικά προϊόντα με τα υπολείμματα από διάφορες τοξικές ουσίες (διοξίνες κλπ.).
Απέναντι σ’ αυτή την πορεία στις αρχές τις δεκαετίας του ‘70 εμφανίστηκαν κινήσεις, κυρίως μικροαστικών στρωμάτων της πόλης και του χωριού, σε όλο τον κόσμο ενάντια στην εφαρμογή αυτών των μεθόδων καλλιέργειας και με διάφορες εναλλακτικές προτάσεις καλλιέργειας φυτών και εκτροφής ζώων. Οι κινήσεις αυτές σε πολλές περιπτώσεις υιοθέτησαν παραδοσιακά μοντέλα καλλιέργειας ή συστήματα εκτροφής ζώων που περιελάμβαναν, πέρα από προτάσεις γεωργικών τεχνικών και μεθόδων, και προτάσεις και ιδέες για τρόπο ζωής διαφορετικό από το καταναλωτικό πρότυπο. Ενδεικτικά αναφέρουμε το κίνημα της Βιοδυναμικής Γεωργίας εισηγητής του οποίου θεωρείται ο Αυστριακός Ροδόλφος Στάινερ. Σήμερα οι κινήσεις αυτές έχουν οργανωθεί σε μία παγκόσμια συνομοσπονδία με την ονομασία IFOAM (Παγκόσμια Συνομοσπονδία Κινήσεων Οργανικής Γεωργίας), η οποία δείχνει να έχει ισχυρές παρεμβάσεις στα καπιταλιστικά κέντρα εξουσίας. Γενικά, έχει επικρατήσει διεθνώς ο όρος Οργανική Γεωργία αλλά χρησιμοποιούνται και άλλα συνώνυμα όπως Βιολογική ή Οικολογική Γεωργία. Στα πλαίσια της ΕΕ η χώρα μας επέλεξε τον όρο Βιολογική Γεωργία ή Βιολογικός τρόπος παραγωγής (Biological farming).
Η επικρατούσα αντίληψη τόσο στη χώρα μας όσο και διεθνώς είναι ότι οι κινήσεις αυτές πρωτοεμφανίστηκαν στα μέσα της δεκαετίας του ‘20 όταν ο Στάινερ άρχισε τις διαλέξεις του υπό μορφή κηρύγματος φιλοσοφικού περιεχομένου (διαλέξεις περί ανθρωποσοφίας) για τον άνθρωπο, που βέβαια περιελάμβαναν τόσο θεωρητικές προσεγγίσεις όσο και πρακτικές οδηγίες καλλιέργειας για παραγωγή αγροτικών προϊόντων. Βασικά χαρακτηριστικά του θεωρητικού προτύπού του ήταν ο πνευματιστικός χαρακτήρας των προτάσεων του και ο μυστικισμός, παρά και ενάντια στις υλιστικές ιδέες που κυριαρχούσαν εκείνη την εποχή, δηλαδή το Μαρξισμό - Λενινισμό που εκείνη την εποχή είχε μεγάλη απήχηση σε Αυστρία-Γερμανία ιδιαίτερα μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία. Στο θεωρητικό του πρότυπο περιλαμβάνεται και η επίδραση αστρικών συστημάτων στην ανάπτυξη των φυτών (1). Βέβαια ο Στάινερ δεν είχε καμία σχέση με τη γεωργία και όλο το θεωρητικό του πρότυπο περιλαμβάνει επιστημονικές ανακρίβειες που προσεγγίζουν τα όρια της ανοησίας, τη στιγμή μάλιστα που εκείνη την εποχή ήδη υπήρχαν επιστημονικά δεδομένα που περιέγραφαν τα φαινόμενα ανάπτυξης των φυτών και τα θέματα ανόργανης θρέψης. Οι ιδέες απλώθηκαν μέσα στο συντηρητικό αγροτικό χώρο που όμως δίψαγε για αλλαγές τόσο σε Αυστρία-Γερμανία όσο και αργότερα στις ΗΠΑ. Είναι φανερό ότι ο Στάινερ ενισχύθηκε εκείνη την εποχή από την άρχουσα τάξη για να λειτουργήσει ως ανάχωμα στην τεράστια απήχηση και εξάπλωση των ιδεών του Μαρξισμού. Σήμερα ο Στάινερ θεωρείται διεθνώς ως ο πρωτοπόρος στη διατύπωση ιδεών για έναν εναλλακτικό τρόπο καλλιέργειας, με τις απόψεις και θέσεις του θεωρείται ότι είναι ο μέντορας όλων των κινημάτων εναλλακτικής γεωργίας ανά τον κόσμο ιδιαίτερα στη Γερμανία, Αυστρία, Σκανδιναβικές χώρες και ΗΠΑ αν και οι θεωρητικές του προσεγγίσεις έχουν τροποποιηθεί από επιστήμονες που προσεγγίζουν τις απόψεις του (2).
Θεωρούμε ότι, από ιστορική άποψη, η πραγματικότητα είναι διαφορετική και θα επιχειρήσουμε να την παρουσιάσουμε σ’ αυτό το άρθρο. Αντικείμενο αυτού του άρθρου είναι η τεκμηρίωση της άποψης ότι αυτός ο τρόπος παραγωγής θεμελιώθηκε επιστημονικά από καθηγητές, ακαδημαϊκούς και επιστήμονες-ερευνητές της Σοβιετικής Ενωσης, μέλη του Κόμματος των μπολσεβίκων, που στήριζαν την ομάδα της αγροβιολογίας από τις αρχές του περασμένου αιώνα. Αποτέλεσε, για πρώτη φορά σε όλο τον πλανήτη μας τον τρόπο παραγωγής μεγάλου αριθμού κρατικών και συνεταιριστικών μονάδων αγροτικής παραγωγής, την περίοδο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, στα πλαίσια του πρώτου προλεταριακού κράτους, μετά την νικηφόρα επανάσταση το 1917 και μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’50. Θα προσπαθήσουμε μέσα από τη βιβλιογραφία που έχουμε στη διάθεση μας να αναδείξουμε αυτή την αλήθεια, παρά και ενάντια στις διάφορες απόψεις που κυκλοφορούν περί της προέλευσης των διαφόρων προτύπων εναλλακτικών καλλιεργειών. Βασική αιτία για την απόκρυψη αυτής της αλήθειας από τα μικροαστικά στρώματα που ελέγχουν τα διάφορα οικολογικά κινήματα θεωρούμε ότι είναι η ψυχροπολεμική αντικομμουνιστική υστερία που κυριαρχούσε στη Δύση ενάντια στο πρώτο προλεταριακό κράτος και στο ηγέτη του, τον Στάλιν. Η πορεία για την προώθηση αυτού του τρόπου καλλιέργειας στην ΕΣΣΔ δεν ήταν μια εύκολη υπόθεση, ένας μονόδρομος. Η ανάπτυξη και εφαρμογή του συνδέθηκε με την πορεία επίλυσης του αγροτικού προβλήματος και επηρεάστηκε από τις ταξικές αντιπαραθέσεις που συνέβησαν εκείνη την περίοδο, στην ΕΣΣΔ αλλά και τις έντονες ιδεολογικές και επιστημονικές αντιπαραθέσεις όπως αυτές εκφράστηκαν στις συζητήσεις που έλαβαν χώρα στη Λενινιστική Πανενωσιακή Ακαδημία Γεωπονικών Επιστημών (ΛΠΑΓΕ) και στο Πανενωσιακό Ινστιτούτο Γεωπονικών Ερευνών (ΠΙΓΕ).

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ

Η επιστημονική προσέγγιση του θέματος που θα διαπραγματευθούμε απαιτεί την αναφορά σε πρωτότυπα κείμενα της εποχής από το 1918-1965. Αυτό όμως είναι αρκετά δύσκολο ως ακατόρθωτο δεδομένων των προβλημάτων της γλώσσας αλλά και του υλικού που είχαμε στη διάθεση μας. Προς τούτο αξιοποιήσαμε δευτερογενείς πηγές από τις αναφορές άλλων συγγραφέων που έζησαν εκείνη την εποχή, συμμετείχαν στα γεγονότα χωρίς να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο και τα έργα τους μεταφράστηκαν στα ελληνικά. Αναφέρομαι στο συνθετικό έργο «Διαλεκτική της ζωντανής φύσης» που γράφτηκε στις αρχές της δεκαετίας του ‘60 από Σοβιετικούς συγγραφείς, καθηγητές, ακαδημαϊκούς και ερευνητές πιστούς στον κομμουνισμό και το προλεταριακό κράτος (3) και στο βιβλίο «Η άνοδος και η πτώση του Λυσένκο» του συγγραφέα Ζ. Μεντβέντιεφ (4) έναν ερευνητή ραδιοβιολόγο που προσπάθησε να δώσει σ’ αυτό το βιβλίο ό,τι πιο πικρόχολο σχόλιο για τον Στάλιν και την πολιτική του ΚΚΣΕ προκειμένου το βιβλίο του να αποτελέσει τα διαπιστευτήρια (έστειλε τα κείμενα του βιβλίου του παράνομα στις ΗΠΑ) προς τη Δύση και τη CIA, όταν θα αποφάσιζε να μεταβεί και να παραμείνει στις ΗΠΑ. Η αναφορά σ’ αυτή την πηγή κρίθηκε αναγκαία απλώς για να επιβεβαιώσει τα όσα αναφέρονται στις επίσημες πηγές ασκώντας αρνητική κριτική στις θέσεις της ομάδας της Αγροβιολογίας αλλά και να επιβεβαιώσει τον υπονομευτικό ρόλο που έπαιξαν οι κουλάκοι και η εσωτερική αντιπολίτευση (μενσεβίκοι, εσέροι και οπαδοί του Τρότσκυ) όταν οι μπολσεβίκοι έκαναν προσπάθειες συγκρότησης του προλεταριακού κράτους με προσανατολισμό της επιστήμης και της έρευνας με βάση τα συμφέροντα της εργατικής τάξης.
Θα προσπαθήσουμε να δώσουμε απόψεις και θέσεις της ομάδας της Αγροβιολογίας από αποσπάσματα, όπως αναφέρονται στα ανωτέρω συγγράμματα και συνάδουν με τις αρχές της βιολογικής καλλιέργειας, αλλά και περιγραφές των αντιπαραθέσεων που έγιναν και ιδιαίτερα την περίοδο της δεκαετίας του ’30 δείχνουν ότι η αντιπαράθεση εκείνη είναι ανάλογη με τη σημερινή μεταξύ των υποστηρικτών της συμβατικής και βιολογικής καλλιέργειας. Επίσης θα αξιοποιηθούν δεδομένα από την περιγραφή της Ιστορίας του ΚΚΣΕ (5) και μερικώς από έργα του Λυσένκο που είχαμε στη διάθεση μας, προσφορά του αείμνηστου Γ. Πανιτσίδη.

ΤΟ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΙΣ ΔΕΚΑΕΤΙΕΣ ΤΟΥ ’20 ΚΑΙ ’30

Η προλεταριακή επανάσταση στη Σοβιετική Ρωσία δεν τελείωσε το 1917 με την επικράτηση του κόμματος των μπολσεβίκων και τον εμφύλιο πόλεμο που ακολούθησε. Με το ένα ή τον άλλο τρόπο η ταξική σύγκρουση για την οικοδόμηση του πρώτου προλεταριακού κράτους συνεχίστηκε για πολλά χρόνια μετά, και όλη την περίοδο που στην ηγεσία του κόμματος των μπολσεβίκων ήταν ο Στάλιν. Για το Στάλιν έχουν γραφεί πολλά υπέρ και κατά. Εμείς εδώ θέλουμε να τονίσουμε ότι όλα τα ιστορικά δεδομένα υπέρ ή κατά αυτού του μεγάλου ηγέτη των μπολσεβίκων δείχνουν ότι υπήρξε ένας πηγαίος λαϊκός ηγέτης αφοσιωμένος στην προλεταριακή επανάσταση (6).
Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε τα ιστορικά δεδομένα για τις αντιπαραθέσεις στα επιστημονικά ζητήματα και μάλιστα στη Γεωπονία, θα πρέπει να δούμε τις εξελίξεις στο αγροτικό ζήτημα στην Ρωσία και πως αντιμετωπίστηκε από το κόμμα των μπολσεβίκων. Η αγροτική οικονομία με το τέλος του εμφυλίου πολέμου εμφανίζει όψεις πλήρους αποδιοργάνωσης. Με την εφαρμογή της ΝΕΠ η κατάσταση αρχίζει να αντιστρέφεται. Στον αγροτικό τομέα, στα μέσα της δεκαετίας του ’20, η παραγωγή αυξάνει και οι αποδόσεις βελτιώνονται. Παράλληλα όμως αναδύονται νέα ζητήματα. Στην Ιστορία του ΚΚΣΕ αναφέρεται (σελ. 418) ότι «…Η ΚΕ του Κόμματος παρακολουθούσε προσεκτικά αυτό που γινόταν στο χωριό, ποια προτσές συντελούνταν σ’ αυτό. Η παραγωγικότητα της αγροτικής οικονομίας κι η ευημερία των αγροτικών μαζών ανέβαιναν και κυρίως των μεσαίων και των εύπορων στρωμάτων του χωριού. Αρχισαν να μεγαλώνουν τα καπιταλιστικά στοιχεία. Ολα αυτά βρίσκανε την πολιτική έκφραση τους στη δραστηριοποίηση των εύπορων στρωμάτων της αγροτιάς. Ο κουλάκος δυνάμωσε την επιρροή του πάνω στο μεσαίο αγρότη…» και πιο κάτω «…Η Ολομέλεια της ΚΕ που συνήλθε τον Οκτώβρη του 1924 εξέτασε τα άμεσα καθήκοντα της δουλιάς στο χωριό και καθόρισε τα μέτρα πάλης ενάντια στην επίδραση των κουλάκων πάνω στο μεσαίο αγρότη…». Την ίδια περίοδο εκδηλώνεται και η φραξιονιστική δραστηριότητα της ομάδας Τρότσκυ και Ζηνόβιεφ.
Εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε ότι διεθνώς το βασικό κριτήριο που έδειχνε την πρόοδο της αγροτικής οικονομίας ήταν οι αποδόσεις και η συνολική παραγωγή των σιτηρών, δεδομένου ότι η βάση της διατροφής των λαών εκείνη την εποχή ήταν τα σιτηρά. Με τα νέα μέτρα προοδευτικά υπήρξε αύξηση των αποδόσεων και της συνολικής παραγωγής. Το πρόβλημα όμως που εμφανίστηκε ήταν ότι ο κύριος όγκος των εμπορεύσιμων σιτηρών προερχόταν από τους μεγάλους και μεσαίους παραγωγούς με συνέπεια να δυναμώνει η πολιτική και οικονομική επιρροή των κουλάκων πάνω στα μεσαία στρώματα ενώ η πλειοψηφία των μικρών παραγωγών ήταν σε εξάρτηση από αυτούς. Το Δεκέμβρη του 1927 συνήλθε το 15ο Συνέδριο του Κόμματος και συζήτησε τα θέματα της εργατοαγροτικής συμμαχίας και της δουλιάς στο χωριό. Αναφέρεται σχετικά (σελ. 448) ότι «…Το συνέδριο αποκάλυψε τις αιτίες της αργής ανάπτυξης της αγροτικής οικονομίας. Η βιομηχανία ήταν μεγάλη και συγκεντρωποιημένη. Η αγροτική οικονομία εξακολουθούσε να είναι μικρή και κομματιασμένη... Η μικρή αγροτική οικονομία βασιζόταν στην ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής (εκτός της γης που είχε εθνικοποιηθεί)… Το μικρό αγροτικό εμπορευματικό νοικοκυριό επηρεαζόταν από τη στοιχειακή δύναμη της αγοράς… Το αγροτικό νοικοκυριό βασιζόταν στα πρωτόγονα τεχνικά μέσα και τη χειρονακτική δουλιά, αναπτυσσόταν αργά και συχνά δεν εξασφάλιζε ούτε την απλή αναπαραγωγή…». Ολα αυτά αποτελούσαν τροχοπέδη στην ανάπτυξη του σοσιαλισμού. Προς τούτο το Συνέδριο αυτό πήρε τη μεγάλη απόφαση για την ανάπτυξη της κολεκτιβοποίησης της αγροτικής οικονομίας με βάση το λενινιστικό σχέδιο που πρόβλεπε την εθελούσια συμμετοχή των φτωχών και μεσαίων αγροτών σε μεγάλους παραγωγικούς συνεταιρισμούς (κολχόζ) και την εφαρμογή νέων τεχνικών καλλιέργειας. Τα κολχόζ και τα σοβχόζ (κρατικά κτήματα) υπήρξαν οι εστίες της πρωτοπόρας αγροτεχνικής καλλιέργειας στη γεωργία. Βοηθούσαν, όπως δίδασκε ο Λένιν, τον αγροτικό πληθυσμό με μηχανές, με ζώα εκλεκτής ράτσας, με εκλεκτούς σπόρους κλπ. Ετσι άρχισε το μαζικό κίνημα των κολχόζ που μετεξελίχθηκε σε πλήρη κολλεκτιβοποίηση. Το Νοέμβρη του 1929 η Ολομέλεια της ΚΕ του ΠΚΚ(μπ) όπως είχε μετονομασθεί από το 14ο Συνέδριο διαπίστωσε αποφασιστική στροφή των βασικών μαζών της αγροτιάς προς το σοσιαλισμό που εκδηλώθηκε στο μαζικό κίνημα των κολχόζ κάτι που σημαίνει ένα νέο ιστορικό σταθμό στο έργο ανοικοδόμησης του σοσιαλισμού στη χώρα μας». Προφανώς αυτή η εκτίμηση αφορούσε κυρίως το μεγαλύτερο μέρος της φτωχής αγροτιάς και ένα μέρος της μεσαίας. Μεγάλο μέρος από τους μεσαίους και μεγάλους αγρότες παρέμενε εκτός του κινήματος των κολχόζ με όλες τις αρνητικές συνέπειες που είχε αυτό στην ενιαία εφαρμογή της πολιτικής των μπολσεβίκων. Το Μάη του ’28, ο Στάλιν στη συζήτηση που έκανε με κομμουνιστές καθηγητές και φοιτητές στο Πανεπιστήμιο Σβερντλόφ, αναλύει το θέμα του μετώπου των σιτηρών τα προβλήματα και τις αδυναμίες για την αύξηση της παραγωγής σιτηρών (7). Παράλληλα εκείνη τη εποχή εκδηλώνεται και η λεγόμενη δεξιά παρέκκλιση μέσα στο κόμμα. Η δεξιά ομάδα αποτελούμενη από τους Μπουχάριν-Ρίκοφ και Τόμσκι, εκτός των άλλων πιέζει για εισαγωγές σιτηρών προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες. Η πλειοψηφία του κόμματος των μπολσεβίκων υποστηρίζει τη θέση του Στάλιν να μη δαπανηθεί κανένα χρηματικό ποσό για εισαγωγές σιτηρών από τη Δύση και να ληφθούν μέτρα ενάντια στους κουλάκους προκειμένου να διαθέσουν την παραγωγή τους στην κρατική συγκέντρωση. Το Δεκέμβρη του 1929 ο Στάλιν, στην ομιλία του στη συνδιάσκεψη των μαρξιστών ειδικών της αγροτικής οικονομίας, καλεί τους μαρξιστές ειδικούς να αναπτύξουν τη θεωρητική σκέψη με βάση τις αρχές του μαρξισμού και να μην ακολουθούν τις αστικές θεωρίες στην προσπάθεια τους να αντιμετωπίσουν τα πρακτικά προβλήματα της αγροτικής οικονομίας (7). Εχουμε τη γνώμη ότι η παρότρυνση αυτή αποτελεί σημαντικό δεδομένο για το τι συνέβη τα μετέπειτα χρόνια στην επιστήμη της γεωπονίας. Το αίτημα αυτό της ηγεσίας των μπολσεβίκων αποτελεί και το «εναρκτήριο λάκτισμα» για τη μεταφορά της ιδεολογικής σύγκρουσης μέσα στους διανοούμενους της αγροτικής οικονομίας και βέβαια στα αντίστοιχα επιστημονικά όργανα και τις Ακαδημίες.
Στο τέλος της δεκαετίας του ’20 η κολεκτιβοποίηση προχωρά με γοργούς ρυθμούς και η παραγωγικότητα των καλλιεργειών βελτιώνεται σημαντικά. Το Μάρτη του 1930 δημοσιεύεται άρθρο του Στάλιν με τίτλο «Ιλιγγος απ’ τις επιτυχίες» στο οποίο αναλύει τα αποτελέσματα του κινήματος των κολχόζ αλλά και προβλήματα που προκαλούν αναστολές στην περαιτέρω ανάπτυξή του (7).
Το 1934 γίνεται το Συνέδριο του κόμματος των μπολσεβίκων. Στην έκθεσή του ο Στάλιν περιγράφει τις προόδους που έγιναν στον αγροτικό τομέα αλλά και τους αργούς ρυθμούς της ανάπτυξης αυτού του τομέα σε σχέση με τη βιομηχανία. Η όλη συζήτηση δεν περιορίζεται μόνο στα θέματα της κολεκτιβοποίησης και της κάλυψης των αναγκών σε μηχανικά μέσα αλλά και σε τεχνικά ζητήματα καλλιέργειας. Αναφέρεται σχετικά ότι «…Ενα από τα άμεσα καθήκοντα της αγροτικής οικονομίας είναι η εφαρμογή σωστής αμειψισποράς, η επέκταση της επιστημονικής αγρανάπαυσης και της καλυτέρευσης του σπόρου σε όλους τους κλάδους…». (7) Επίσης αναφέρεται στην ανάγκη βελτίωσης των αποδόσεων των βιομηχανικών φυτών και ότι τα λιπάσματα, ενώ υπάρχουν, δε φτάνουν στον παραγωγό ή όταν φθάσουν δε χρησιμοποιούνται ορθολογικά. Επίσης γίνεται αναφορά στα κρατικά αγροκτήματα ότι είναι πολύ μεγάλα και οι διευθυντές δεν μπορούν να τα κουμαντάρουν, ότι είναι υπερβολικά ειδικευμένα, ότι δεν εφαρμόζουν την αμειψισπορά και την αγρανάπαυση, δεν έχουν στη σύνθεση τους στοιχεία κτηνοτροφίας. Παράλληλα έμπαινε το ζήτημα της ανάπτυξης της κτηνοτροφίας και της χωροταξικής κατανομής της βιομηχανικής και αγροτικής παραγωγής. Αυτά τα προβλήματα ταλάνιζαν για πολλά χρόνια τον αγροτικό τομέα και σε υπανάπτυκτες αγροτικές περιοχές σε όλο το δυτικό κόσμο. Οι παρεμβάσεις που αναφέρονται στην έκθεση έδειχναν το δρόμο της ανάπτυξης του αγροτικού τομέα.

ΤΟ ΠΡΟΤΥΠΟ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΤΗΣ ΑΓΡΟΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ

Μέσα σε ένα τέτιο περιβάλλον, με έντονα τα χαρακτηριστικά της ταξικής σύγκρουσης, ήταν αδύνατον να μη μεταφερθεί η αντιπαράθεση και σε επιστημονικά θέματα που είχαν σχέση με τη γεωργία. Τα στοιχεία που διαθέτουμε αφορούν συζητήσεις και αντιπαραθέσεις που έλαβαν χώρα στις συνεδριάσεις της Λενινιστικής Πανενωσιακής Ακαδημίας Γεωπονικών Επιστημών (ΛΠΑΓΕ) και στο Πανενωσιακό Ινστιτούτο Γεωπονικών Ερευνών (ΠΙΓΕ). Σύμφωνα με τα στοιχεία που αναφέρει ο Ζ. Μεντβέντιεφ, στις αρχές της δεκαετίας του ‘30 το κόμμα αποφάσισε να παρέμβει στο προσανατολισμό της γεωργικής έρευνας προκειμένου να αντιμετωπισθούν τα προβλήματα της αγροτικής παραγωγής. Για την αντιμετώπισή τους είχαν διατυπωθεί διάφορες προτάσεις με διαφορετικό προσανατολισμό. Ετσι άρχισε η διαμάχη για τα θέματα που αφορούν τη γεωργία στο σύνολο της, στις αρχές της δεκαετίας του ’30 κυρίως μεταξύ δύο ομάδων: Από τη μια μεριά την ομάδα της Αγροβιολογίας με επικεφαλής τους Τ. Λυσένκο φυσιολόγο των καλλιεργούμενων φυτών, Β. Ρ. Ουίλλιαμς, υπεύθυνο για θέματα αγροχημείας και εδαφολογίας και Πρέζεντ, υπεύθυνο για θέματα φιλοσοφίας των επιστημών και από την άλλη την ομάδα Πριάνισνικοφ. Εδώ κρίνουμε ότι θα πρέπει να αναφερθούμε σ’ αυτούς τους μπολσεβίκους επιστήμονες.
Ο Τρόφιμ Ντενίσοβιτς Λυσένκο (1898-1965) υπήρξε ένας από τους πιο σημαντικούς βιολόγους-αγρονόμους ερευνητές της εποχής, με σημαντικές ανακαλύψεις στη φυσιολογία των καλλιεργούμενων φυτών και τη δημιουργία νέων ποικιλιών καλλιεργούμενων φυτών προσαρμοσμένων στις δύσκολες εδαφοκλιματικές συνθήκες τις ΕΣΣΔ. Ηρωας της σοσιαλιστικής εργασίας (1945) και βουλευτής του Ανώτατου Σοβιέτ της ΕΣΣΔ σε πέντε συνόδους. Ανακάλυψε και διατύπωσε τη θεωρία για την «ανάπτυξη των φυτών κατά στάδια ή φάσεις», μία από τις οποίες είναι το στάδιο της «εαρινοποίησης». Το πιο σημαντικό όμως ήταν ότι υπήρξε ένας συνεπής μπολσεβίκος και αφοσιωμένος επιστήμονας στην υπόθεση της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην πατρίδα του. Υπήρξε μέλος και πρόεδρος της Λενινιστικής Πανενωσιακής Ακαδημίας Γεωπονικών Επιστημών (ΛΠΑΓΕ) σε μια δύσκολη περίοδο για την ανάπτυξη του αγροτικού τομέα στην ΕΣΣΔ. Διεθνώς όμως έγινε περισσότερο γνωστός για τις απόψεις σχετικά με τη θεωρία της κληρονομικότητας και την καθοδήγηση της ανειρήνευτης πάλης των μπολσεβίκων ενάντια στις επιρροές της αστικής ιδεολογίας στις επιστημονικές θεωρίες και ιδιαίτερα στη γενετική ως επιστήμη. Γι’ αυτό και υπήρξε αντικείμενο σφοδρών επιθέσεων στην προπαγάνδα του αστικού κόσμου αλλά και μέσα στην ΕΣΣΔ, ιδιαίτερα από μενσεβίκους και εσέρους, για μια μεγάλη περίοδο. Θεωρούμε ότι οι απόψεις του ήταν πολύ πιο μπροστά σε σχέση με τα επικρατούντα επιστημονικά πρότυπα της εποχής του. Τα έργα του έχουν δημοσιευτεί σε αυτοτελείς τόμους και θεωρούμε ότι αξίζει το κόπο να τα προσεγγίσει κάποιος από επιστημολογική άποψη.
Το άλλο βασικό μέλος της ομάδας της Αγροβιολογίας υπήρξε ο Βασίλειος Ροβέρτοβιτς Ουίλλιαμς (1863-1939), καθηγητής της εδαφολογίας και ακαδημαϊκός, βουλευτής του Ανώτατου Σοβιέτ της ΕΣΣΔ την πρώτη σύνοδο. Και αυτός τάχθηκε με τους μπολσεβίκους, υποστήριξε με τις απόψεις του τις αρχές της βιολογικής καλλιέργειας και πρότεινε κανόνες διαχείρισης του εδάφους που σήμερα είναι κατοχυρωμένοι στα πλαίσια της βιολογικής καλλιέργειας. Ο Λυσένκο αναφερόμενος στον Ουίλλιαμς έγραψε (3 ): «Οι διδασκαλίες του Μιτσούριν και του Ουίλλιαμς είναι δύο διαφορετικές πλευρές της υλιστικής βιολογίας και ασχολούνται με θεωρητικά και πραχτικά προβλήματα της γεωπονίας. Ομως αυτές οι διδασκαλίες που αγνοούνται, δεν αναγνωρίζονται από την ιδεαλιστική αντιδραστική βιολογία είναι σήμερα - στο πλαίσιο της σοβιετικής γεωργίας- η βάση της γεωπονίας μας, …συγχωνεύτηκαν σε μια μόνο επιστήμη την αγροβιολογία… Η θεωρία του Ουίλλιαμς για την ανάπτυξη του εδάφους με βασικό χαρακτηριστικό της τη γονιμότητα… είναι η θεωρητική βιολογική θεμελίωση του συστήματος εμπλουτισμού του εδάφους με οργανικές ουσίες».
Ο Ουίλλιαμς, αναφερόμενος στην ανάγκη εμπλουτισμού του καλλιεργούμενου εδάφους με οργανική ουσία, έγραφε: «Το σύστημα του εμπλουτισμού του εδάφους με χούμο είναι μια ιστορική αναγκαιότητα για τη σοσιαλιστική γεωργία. Μόνο αυτό το σύστημα μπορεί να εξασφαλίσει την παραπέρα ανάπτυξη του κολεκτιβιστικού και κρατικού αγροτικού νοικοκυριού».
Ο Ουίλλιαμς και οι συνεργάτες του απόδειξαν ότι «…το κύριο στο σχηματισμό του εδάφους σαν ειδικού φυσικού σώματος είναι οι βιολογικές λειτουργίες του που στην εδαφολογία πήραν την ονομασία βιολογικός παράγοντας» (9).
Σύμφωνα με τον Μεντβέντιεφ στις συζητήσεις για τα ζητήματα της γεωργίας που έγιναν στα μέσα της δεκαετίας του ’30 αντιπαρατέθηκαν δύο γραμμές. Η μία ήταν της ομάδας της αγροβιολογίας με επικεφαλής τους Λυσένκο-Ουίλλιαμς, η οποία περιελάμβανε ενίσχυση των εδαφών με οργανική ουσία, προώθηση ντόπιων ποικιλιών καλλιεργούμενων ειδών προσαρμοσμένων στις εδαφοκλιματικές ιδιαιτερότητες της ΕΣΣΔ, περιορισμένη χρήση βαρέων μηχανημάτων καλλιέργειας του εδάφους, μη χρήση ανόργανων λιπασμάτων και αξιοποίηση της οργανικής λίπανσης παράλληλα με την ανάπτυξη μικροβιακών πληθυσμών και πολυετείς αμειψισπορές με μίγματα σιτηρών και ψυχανθών.
Η άλλη άποψη υποστηρίχθηκε από την ομάδα Πριάνισνικοφ που υποστήριζε την ανάγκη εισαγωγής από τη Δύση ποικιλιών και ζώων υψηλών αποδόσεων, τη χρήση αγροχημικών και ιδιαίτερα λιπασμάτων για τις ανάγκες θρέψης της καλλιέργειας και βέβαια την ανάγκη ανάπτυξης της βιομηχανίας λιπασμάτων. Ο Δημήτριος Ν. Πριάνισνικοφ (1865-1948) υπήρξε διαπρεπής επιστήμονας αγροχημικός καθηγητής στην Αγροτική Ακαδημία «Τιμιριάζιεφ») και ακαδημαϊκός, ήρωας της σοσιαλιστικής εργασίας (1945) και βραβευμένος με το βραβείο Λένιν (1926), ειδικός στα θέματα της φυσιολογίας των καλλιεργούμενων φυτών.
Οπως αναφέρεται, οι απόψεις της ομάδας της αγροβιολογίας επεκράτησαν στις συζητήσεις που έγιναν στην ΛΠΑΓΕ και οι καλλιεργητικές πρακτικές εφαρμόστηκαν σε πολλά κρατικά και συνεταιριστικά αγροκτήματα. Αυτό δεν σημαίνει ότι σε πολλές περιπτώσεις, ιδιαίτερα οι μεγάλοι παραγωγοί, δε χρησιμοποιούσαν λιπάσματα. Απεναντίας υπήρξε εκτεταμένη χρήση τους, διότι εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν δεδομένα για τις αρνητικές συνέπειες εφαρμογής των αγροχημικών στο περιβάλλον και ως εκ τούτου δεν αποτελούσε αιτία για την προώθηση αυτού του τρόπου καλλιέργειας, όπως σήμερα. Εκείνη των εποχή αιτία για την προώθηση αυτών των συστημάτων καλλιέργειας ήταν η ανάπτυξη της επιστήμης σε διαφορετική κατεύθυνση από τη Δύση και η ανάγκη ανεξάρτητης οικονομικής ανάπτυξης. Η πάγια τακτική των ιμπεριαλιστών ήταν και είναι η εξάρτηση της οικονομικής ανάπτυξης των λαών από τις δικές του επιλογές και τεχνολογίες.
Στην Παγκόσμια Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια (Μικρή έκδοση) στο λήμμα «Γεωπονία» αναφέρεται σχετικά «…Στην ΕΣΣΔ διαμορφώθηκαν δύο κατευθύνσεις στη γεωπονία: Η κατεύθυνση με επικεφαλής τον Β. Ρ. Ουίλλιαμς ο οποίος θεωρούσε σαν τη μόνη δυνατή καλλιέργεια για την αγροτική οικονομία της ΕΣΣΔ το σύστημα της αμειψισποράς με ποώδη φυτά και η σχολή του Δ. Ι. Μεντελέγιεφ, Κ. Α. Τιμιριάζιεφ, Δ. Ν. Πριάνισνικοφ που θεωρούσαν ότι η αγροτική οικονομία της ΕΣΣΔ πρέπει να ακολουθήσει την εντατική ανάπτυξη με βάση τον εκμηχανισμό και τον εκχημισμό, την πλατιά χρησιμοποίηση λιπασμάτων… Το σύστημα της αμειψισποράς με ποώδη φυτά είναι σύστημα εκτατικής καλλιέργειας που ξεκινά από το ότι η γονιμότητα του εδάφους δημιουργείται μόνο με φυσικό τρόπο, από το ότι την υφή του εδάφους τη δημιουργούν τα όσπρια και τα αγροστώδη…» (8). Τα όσα αναφέρονται σ’ αυτό το λήμμα της εγκυκλοπαίδειας που εκδόθηκε στο τέλος της δεκαετίας του ‘50 μπορούμε να πούμε ότι απηχούν τη διαμάχη που υπάρχει και στις μέρες μας στη γεωπονία.
Από τις περιγραφές φαίνεται ότι σ’ αυτή την προσπάθεια προώθησης αυτού του τρόπου παραγωγής υπήρξε οργανωμένη υπονόμευση από την εσωκομματική αντιπολίτευση που κάλυπτε τις ενέργειες της πίσω από ιδεολογήματα. Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε ότι οι εσωκομματικές αντιπαραθέσεις αλλά και η ταξική σύγκρουση με τους κουλάκους αλλά και με μεγάλο μέρος της μεσαίας αγροτιάς ήταν ό,τι πιο αρνητικό για την εμπέδωση και διάδοση αυτού του τρόπου καλλιέργειας. Ηταν βέβαιο ότι οι μεγαλοαγρότες έβλεπαν με δυσπιστία την εφαρμογή όλων αυτών των τεχνικών. Το ερώτημα είναι γιατί θα έπρεπε να τις εφαρμόσουν αφού είχαν μπροστά τους την εύκολη και «επιστημονικά» θεμελιωμένη λύση, τη χρήση δηλαδή αγροχημικών που τους εξασφάλιζε αυξημένες αποδόσεις; Οι αποδόσεις των καλλιεργειών με το βιολογικό τρόπο παραγωγής δε δίνουν θεαματικά αποτελέσματα σε σχέση με τις καλλιέργειες που γίνεται χρήση αγροχημικών, ενώ συχνά οι εδαφοκλιματικές συνθήκες έμπαιναν εμπόδιο για την πραγματοποίησή τους. Αυτό ήταν αρκετό για να παρασυρθούν οι αγρότες ενάντια στην κολεκτιβοποίηση και τους μπολσεβίκους.
Οι εναλλακτικές προτάσεις καλλιέργειας, έτσι όπως διατυπώνονται από τα περισσότερα κινήματα σήμερα, περιλαμβάνουν προτάσεις καλλιεργητικών τεχνικών διαφορετικές από εκείνες της συμβατικής καλλιέργειας. Πρώτα από όλα αυτές αφορούν τις μεθόδους και τεχνικές κάλυψης των αναγκών της καλλιέργειας σε ανόργανα στοιχεία, τα οποία τα φυτά προμηθεύονται κυρίως από το έδαφος με το ριζικό τους σύστημα, τις πηγές που θα ληφθούν αυτά τα ανόργανα στοιχεία, πότε και πως πρέπει να προστίθενται στο έδαφος. Στη συμβατική καλλιέργεια προτείνεται η χρήση ανόργανων λιπασμάτων που προστίθενται στο έδαφος, τις περισσότερες φορές στην έναρξη της καλλιέργειας. Οι σοβιετικοί επιστήμονες είχαν επισημάνει από τις αρχές του αιώνα τον κύκλο της οργανικής ουσίας στο έδαφος, τη διάσπαση της φυτικής βιομάζας προς απλούστερες οργανικές ουσίες, αρχικά μη αφομοιώσιμες από τα φυτά. Με τη δράση συμβιωτικών και μη οργανισμών μετατρέπονται οι μη αφομοιώσιμες ουσίες σε διαλυτές αφομοιώσιμες από τα φυτά. Επίσης φαίνεται ότι γνώριζαν την ύπαρξη μικροβίων που έχουν τη δυνατότητα να αφομοιώνουν το άζωτο από την ατμόσφαιρα και να το αποδίδουν στα φυτά και το ρόλο των ψυχανθών στη τροφοδοσία των εδαφών με άζωτο χρήσιμο για την ανάπτυξη των φυτών. Η ομάδα της Αγροβιολογίας δεν έκανε τίποτα άλλο παρά να αξιοποιήσει αυτά τα ευρήματα στις καλλιέργειες. Παραθέτουμε μερικά αποσπάσματα από βιβλίο του Τ. Λυσένκο   (11).
«Στην ιστορία της εξέλιξης του οργανικού κόσμου διαμορφώθηκαν οι συμβιωτικές σχέσεις ανάμεσα στις διάφορες ομάδες των οργανισμών… Ενας από τους κρίκους αυτής της σύνθετης αλληλεπίδρασης των οργανισμών είναι οι συμβιωτικές σχέσεις ανάμεσα στα ανώτερα πράσινα φυτά και στους μικροοργανισμούς του εδάφους. Διαπιστώθηκε ότι κάθε ομάδα ανωτέρων φυτών έχει τη δική της μικροχλωρίδα. Η μικροχλωρίδα αυτή μετατρέπει τα χημικά στοιχεία του εδάφους που δεν μπορούν να αφομοιώσουν τα ανώτερα φυτά σε αφομοιώσιμα και τη νεκρή οργανική ουσία σε ανόργανες ενώσεις που χρησιμεύουν σαν τροφή των φυτών. Τα φυτά συνθέτουν από τις ανόργανες ενώσεις το ζωντανό σώμα που πεθαίνοντας γίνεται τροφή για τους μικροοργανισμούς. Αυτή η βιολογική εναλλαγή των ουσιών συντελεί ώστε να αναπτύσσεται στο έδαφος η εκλεκτική απορρόφηση που οδηγεί στη συσσώρευση των θρεπτικών στοιχείων για τα φυτά. Γι’ αυτό η διεργασία σχηματισμού του εδάφους παρ’ όλο που περικλείει αβιοτικές μετατροπές ουσιαστικά αποτελεί βιολογική διεργασία… Η ιδιομορφία αυτή των χημικών μετατροπών στο έδαφος εξασφαλίζεται με την ενζυμική δραστηριότητα των έμβιων όντων/μικροοργανισμών, των ενζύμων ειδικά των συμβιωτικών σχέσεων των διαφόρων ομάδων των οργανισμών» (9).
Το άλλο βασικό ζήτημα αφορά τον τρόπο αντιμετώπισης ανταγωνιστικών οργανισμών (ζιζάνια, παράσιτα, και ζωικούς εχθρούς) που μειώνουν, όταν είναι παρόντα, τις αποδόσεις της καλλιέργειας. Η συμβατική καλλιέργεια αξιοποιεί τα διάφορα φυτοφάρμακα για να εξοντώσει όλους αυτούς τους οργανισμούς. Στη βιολογική καλλιέργεια επιδιώκεται η χρήση βιολογικών μέσων για τον έλεγχο των πληθυσμών όλων αυτών των κατηγοριών ανταγωνιστικών ειδών με βιολογικές διεργασίες. Η μελέτη των αλληλεπιδράσεων αυτών των οργανισμών αποτελεί σήμερα βασικό τμήμα της εφαρμοσμένης οικολογίας για την αντιμετώπιση τους στις καλλιέργειες. Να τι αναφέρεται σε σχετικό άρθρο (10).
«…Η μελέτη των νομοτελειών των δια-ειδικών σχέσεων έχει τεράστια σημασία για την επεξεργασία νέων μέσων πάλης με ζιζάνια, με τους εχθρούς, με τα παθογόνα των ασθενειών που σε παγκόσμια κλίμακα εκμηδενίζουν την εργασία εκατομμυρίων ανθρώπων… Για την προστασία των φυτών και των ζώων αναπτύχθηκαν διάφοροι μέθοδες: χημικές, φυσικές, βιολογικές. Οι τελευταίες στηρίζονται στη γνώση των βιολογικών νομοτελειών, που αφορούν πρώτα από όλα τον ανταγωνισμό των δια-ειδικών σχέσεων… Αυτός ο νόμος εφαρμόζεται επίσης ολοένα και περισσότερο στην αγροτική οικονομία» (10).
«…Εχει διασαφηνισθεί επίσης ότι τα αρπακτικά και τα παράσιτα που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε εναντίων βλαβερών εντόμων έχουν διαφορετική βαθμίδα εκλεκτικότητας, ειδικότητας επενέργειας ανάλογα με το στάδιο ανάπτυξης του θύματος ή του ξενιστή. Μεγάλο πρακτικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι σχέσεις ανάμεσα στον εχθρό και στο φυτό ανάλογα με τη φυσιολογική κατάσταση του τελευταίου… Το φυτό μπορεί να έχει αντοχή σχετικά με τους νοσογόνους οργανισμούς ιδιαίτερα τους μύκητες, τους ιούς, τα μικρόβια. Πρόκειται κατά συνέπεια για την ανοσία των φυτών, της οποίας η βιολογική θεωρία μπορεί να δημιουργηθεί μόνο με τη βαθιά μελέτη των δια-ειδικών σχέσεων από την άποψη της ανάλυσης του μεταβολισμού του παθογόνου που προκαλεί την ασθένεια, όπως και του φυτού που υπέστη λοίμωξη…» (10).
«…Με σκοπό την πάλη κατά των εχθρών των φυτών και των ζώων της αγροτικής οικονομίας χρησιμοποιούνται ολοένα πιο πλατιά μικροοργανισμοί: Οι ιοί, τα μικρόβια, οι μύκητες. Σοβαρό αλλά που λίγο ως τώρα έχει ερευνηθεί πρόβλημα είναι η βιολογική μέθοδος εναντίων των ζιζανίων των φυτών…» (10).
«…Η αναζήτηση νέων μεθόδων πάλης με τα παράσιτα των ζώων της αγροτικής οικονομίας και με τα ζιζάνια των καλλιεργούμενων φυτών, η μελέτη των νομοτελειών της διάδοσης και της ανάπτυξης των παθογόνων και των φορέων των ασθενειών ήταν και παραμένει σοβαρό πρόβλημα της βιολογίας… » (10).
Η επιστημονική διαμάχη μέσα στις ακαδημίες συνεχίστηκε και μετά τον πόλεμο μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’50. Στις αρχές του 1953 πεθαίνει ο Στάλιν και στην ηγεσία του κόμματος εκλέγεται ο Ν. Χρουτσώφ. Για μια δεκαετία περίπου που ο Χρουτσώφ βρίσκεται στην ηγεσία, με πρόσχημα την προσωπολατρία και ορισμένες παραβιάσεις της συλλογικής νομιμότητας μέσα στο κόμμα που συνέβησαν ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, αναθάρρεψαν όλα τα αντικομματικά στοιχεία με συνέπεια να οξυνθεί και πάλι η εσωκομματική διαπάλη και να ανατραπούν πολλές κατακτήσεις σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Ο διαλεκτικός υλισμός σταμάτησε να αποτελεί κυρίαρχη ιδεολογία μέσα στην επιστήμη. Η ηγεσία του κόμματος αλλάζει πολιτική απέναντι στην ομάδα της Αγροβιολογίας και ανάβει το πράσινο φως για την εφαρμογή σύγχρονων τεχνολογιών και στην αγροτική οικονομία με τη χρήση λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων (5).
Ενδεικτικά στην Ιστορία του ΚΚΣΕ αναφέρεται: «…Μετά το 20ό Συνέδριο το Κόμμα πραγματοποίησε μια σειρά νέα μέτρα στον τομέα της αγροτική οικονομίας ιδιαίτερα της κτηνοτροφίας».
Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 συνεχίζει να υπάρχει η διαπιστωθείσα καθυστέρηση στην ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας. Το Γενάρη του 1961 η Ολομέλεια της ΚΕ ασχολείται με το θέμα της αγροτικής οικονομίας και ο Χρουτσώφ ρίχνει τις ευθύνες για αυτές τις καθυστερήσεις στις κομματικές και αγροτικές οργανώσεις. Μετά μερικά χρόνια εκτιμήθηκε ότι η ηγεσία του κόμματος υπό το Ν. Χρουτσώφ δεν έκανε σε βάθος ανάλυση των αιτιών καθυστέρησης του αγροτικού τομέα (5 ).
Στο Πρόγραμμα που ψηφίστηκε στο 22ο Συνέδριο (Οκτώβρης 1961) αναφέρεται ότι κύριο καθήκον του κόμματος είναι η δημιουργία της υλικοτεχνικής βάσης του κομμουνισμού, η επίτευξη του ανώτατου στην ιστορία της ανθρωπότητας βαθμού ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, κάτι που περιελάμβανε την πλατιά χρησιμοποίηση της χημείας στη λαϊκή οικονομία, ενώ για τον αγροτικό τομέα εκτιμήθηκε ότι «…Υποχρεωτικός όρος για την οικοδόμηση του κομμουνισμού είναι η δημιουργία δίπλα στην ισχυρή βιομηχανία μιας ολόπλευρα ανεπτυγμένης και με υψηλή παραγωγικότητα αγροτικής οικονομίας. Το κύριο στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων περιελάμβανε την ολόπλευρη εκμηχάνιση της αγροτικής οικονομίας, τον εξηλεκτρισμό και την εντατικοποίησή της». Υπήρξε η εκτίμηση ότι «…η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων θα επιφέρει μεγάλες αλλαγές στις κοινωνικοοικονομικές σχέσεις…». Αυτό σε συνδυασμό με το βασικό οικονομικό καθήκον, όπως χαρακτηρίστηκε στο 20ό Συνέδριο, ότι «…σε σύντομο χρονικά διάστημα να φτάσει (η οικονομία της ΕΣΣΔ) και να ξεπεράσει τις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες» αποτέλεσε ουσιαστικά τη βάση για την ανατροπή κάθε προοπτικής εφαρμογής του πρότυπου της ομάδας της Αγροβιολογίας στον αγροτικό τομέα. Στην Ολομέλεια της ΚΕ το Δεκέμβρη του 1963 μπήκε άμεσα το καθήκον να αναπτυχθεί πιο γρήγορα η χημική βιομηχανία. Επίσης πάρθηκαν αποφάσεις για την προώθηση της μέγιστης δυνατής εντατικοποίησης της αγροτικής παραγωγής με τη χρήση όλων των σύγχρονων μέσων και βέβαια με τη χρήση των αγροχημικών κατά τα πρότυπα της Δύσης. Εδώ θα ήταν σκόπιμο να αναφέρουμε ότι σ’ αυτό το Συνέδριο αλλά και στην Ολομέλεια της ΚΕ για την Ιδεολογική δουλιά (Ιούνης, 1963) οι συνεπείς δυνάμεις αποκατέστησαν το διαλεκτικό υλισμό ως κυρίαρχη ιδεολογία στην ΕΣΣΔ και επανατοποθέτησαν τις σχέσεις της φιλοσοφίας και των θετικών επιστημών (3). Στην Ολομέλεια του Οκτώβρη 1964 αλλάζει η ηγεσία του κόμματος. Μετά από παραίτηση του Ν. Χρουτσώφ στην ηγεσία του κόμματος εκλέγεται ο Λ. Μπρέζνιεφ. Το Μάρτη του 1965 η Ολομέλεια της ΚΕ συζήτησε «Τα επείγοντα μέτρα για την ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας» με εισήγηση του Λ. Μπρέζνιεφ. Στην Ιστορία του ΚΚΣΕ αναφέρεται: «…Η Ολομέλεια αποκάλυψε λεπτομερώς τις αιτίες αργής ανάπτυξης της αγροτικής οικονομίας. Οι αιτίες αυτές βρίσκονταν στο γεγονός ότι ελαμβάνοντο υπ’ όψιν ανεπαρκώς και κάποτε αγνοήθηκαν οι αντικειμενικές οικονομικές νομοτέλειες ανάπτυξης της σοσιαλιστικής οικονομίας». Με τις αποφάσεις του 22ου Συνεδρίου και αυτής της Ολομέλειας ουσιαστικά ανατράπηκαν τα πρότυπα αγροτικής ανάπτυξης που εφαρμόστηκαν την προπολεμική περίοδο.
Τα αποτελέσματα της εφαρμογής αυτών των πολιτικών ήταν πολύ ευνοϊκά. Η αγροτική παραγωγή αυξήθηκε σημαντικά και ισόμετρα σε όλους τους κλάδους της αγροτικής οικονομίας. Ομως παράλληλα εμφανίστηκαν και τα πρώτα σημάδια επιβάρυνσης του περιβάλλοντος από τη χρήση των αγροχημικών, ιδιαίτερα των μεγάλων λιμνών και παράκτιων υδάτινων μαζών. Στο τέλος της δεκαετίας του ’70 τα σημάδια είναι εμφανή και βάζουν σε ανησυχία την ηγεσία του κόμματος. Στις αρχές της δεκαετίας του ‘80 στις βασικές κατευθύνσεις για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της ΕΣΣΔ ’81-’90 προβλέπεται να ληφθούν μέτρα για την προστασία των καλλιεργούμενων εκτάσεων και η προστασία των υδάτων στις λεκάνες απορροής και ιδιαίτερα στις λίμνες (12).

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

1. Το βασικό συμπέρασμα από τα βιβλιογραφικά δεδομένα που παρουσιάστηκαν σ’ αυτήν την εργασία είναι ότι ο βιολογικός τρόπος παραγωγής ως πρότυπο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και ως ένα βαθμό των σχέσεων παραγωγής στην αγροτική οικονομία -για τον οποίο σήμερα γίνονται πολλές συζητήσεις- αποτέλεσε αντικείμενο επιστημονικών αντιπαραθέσεων την περίοδο οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ.
2. Οι επιστημονικές βάσεις αυτού του τρόπου παραγωγής θεμελιώθηκαν τη δεκαετία του ’20 του περασμένου αιώνα από επιστήμονες του κόμματος των μπολσεβίκων και αποτέλεσε το πρότυπο γεωργικής πρακτικής που υποστήριξε η ομάδα της αγροβιολογίας με ηγέτες τους Λυσένκο και Ουίλιαμς. Οδηγός για αυτήν την επιλογή δεν ήταν βέβαια οι συνέπειες στο περιβάλλον από τη χρήση των αγροχημικών, όπως είναι σήμερα, διότι δεν υπήρχαν τέτια δεδομένα, αλλά αφ’ ενός μεν η ανάγκη για την ανάπτυξη και εφαρμογή θεωρίας και πρακτικής βασισμένες στο διαλεκτικό υλισμό και αφ’ ετέρου η ανεξαρτοποίηση της γεωργικής παραγωγής από εισροές κυρίως σπόρων και γεωργικών μηχανημάτων, προερχομένων από δυτικές αγορές.
3. Οι προσπάθειες ολοκληρωμένης εφαρμογής αυτού του τρόπου παραγωγής ακυρώθηκαν αργότερα μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο από τις μετέπειτα ηγεσίες του ΚΚΣΕ στα πλαίσια του εκσυγχρονισμού της αγροτικής οικονομίας της ΕΣΣΔ, λόγω της ανάγκης να επιταχυνθεί η ανάπτυξη του αγροτικού τομέα που συνέχισε να καθυστερεί έναντι των άλλων τομέων αλλά και της ασφυκτικής ιδεολογικής πίεσης που ασκούσε η Δύση με διάφορους τρόπους.
4. Η εφαρμογή του πρότυπου συμβατικής καλλιέργειας που εφαρμόστηκε τα επόμενα χρόνια βελτίωσε σημαντικά τη θέση του αγροτικού τομέα όμως δημιούργησε όλα τα γνωστά περιβαλλοντικά προβλήματα στα οικοσυστήματα και ιδιαίτερα στις λίμνες και τα ποτάμια για τα οποία τη δεκαετία του ’80 το κόμμα έκανε τεράστιες προσπάθειες και δαπάνησε μεγάλα ποσά για την προστασία τους.

Βιβλιογραφία

1. Steiner R. (1924) Spiritual foundations for renual of Agriculture. Biodynamic farming and gardening association Inc. Kimberton, Pensylvania, USA.
2. Nastati E. (2002) Βιοδυναμική και Ομοιοδυναμική Γεωργία. Συνέντευξη ΔΗΩ τ. 20.
3. Πλάτονοφ Γ. Β., Ζούκοφ Ν. Ν., Καγκάνοφ Β. Ν., Μεντβέντιεφ, Ν. Β., Οπάριν Α. Ι. (1965) Διαλεκτική της ζωντανής φύσης. Εκδόσεις Αναγνωστίδη, Αθήνα.
4. Μεντβέντιεφ Ζ. (1971) Η άνοδος και η πτώση του Λυσένκο. Εκδ. Ράππα, Αθήνα.
5. Πονομαριόφ Μπ. Ν. (1978) Ιστορία του ΚΚΣΕ. Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα.
6. Μαρτένς Λ. (1997) Μια άλλη ματιά στο Στάλιν. Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα.
7. Στάλιν Ι. Β. (1972) Ζητήματα Λενινισμού. Εκδόσεις Καμπίτση, Αθήνα.
8. Μικρή Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια (Μετάφραση 1978 της 3ης έκδοσης της Σ. Ε. του 1960). Εκδόσεις «Παρθενών», Αθήνα.
9. Κοβάλσκι Β. Β., Γιούροβα Ι. Α. «Η επίδραση της ζωντανής στην άζωη φύση» Στο: Πλάτονοφ Γ. Β., Ζούκοφ Ν. Ν., Καγκάνοφ Β. Ν., Μεντβέντιεφ Ν. Β., Οπάριν Α. Ι. (1965) Διαλεκτική της ζωντανής φύσης. Εκδόσεις Αναγνωστίδη, Αθήνα.
10. Λυσένκο Τ. Ντ. Εδαφική διατροφή των φυτών. Εκδ Αγροτικής Οικονομίας, Μόσχα.
11. Ντομπροχβάλοφ Β. Π. «Ο οργανικός κόσμος και η παραγωγή της αγροτικής οικονομίας». Στο: Πλάτονοφ Γ. Β., Ζούκοφ Ν. Ν., Καγκάνοφ Β. Ν., Μεντβέντιεφ Ν. Β.
12. Οπάριν Α. Ι. (1965) Διαλεκτική της ζωντανής φύσης. Εκδόσεις Αναγνωστίδη, Αθήνα.

13. Ανωνύμου (1981) Βασικές κατευθύνσεις για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της ΕΣΣΔ 1981-1985-1990. Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα.

Το εργατικό κίνημα στη δεκαετία του 1930

 Το εργατικό κίνημα στη δεκαετία του 1930

Η σημερινή ανάρτηση είναι ένα απόσπασμα από την εισήγηση του Γ. Μαργαρίτη στη διημερίδα της ΚΟ Θεσσαλονίκης (ή μήπως ΚΟ Κ.Μακεδονίας;) του ΚΚΕ, που έγινε τον περασμένο Μάη, για να τιμήσει τα 80χρονα από τον Μάη του 36' και τα γεγονότα της Θεσσαλονίκης. Η αντιγραφή αυτού του αποσπάσματος έχει διπλή σημασία: αφενός να προβάλλει μια καινούρια κυκλοφορία της Σύγχρονης Εποχής, που συγκέντρωσε τα υλικά της διημερίδας και τα εξέδωσε σε μια πολύ ενδιαφέρουσα και καλαίσθητη έκδοση. Αφετέρου να αναπαράγει μερικά σημεία από την εισήγηση του Μαργαρίτη, που δίνουν το ιστορικό πλαίσιο της εποχής, τις δυσκολίες του εργατικού κινήματος διεθνώς, αλλά και μια ζουμερή ερμηνεία για τη στροφή των μπολσεβίκων στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και τις μικροαστικές αντιδράσεις (πχ από τον τροτσκισμό) που προκάλεσε αυτή η στρατηγική επιλογή. Η παράθεσή τους μπορεί να δώσει και τροφή για συζήτηση, στη συνέχεια.


Η καπιταλιστική κρίση του 1929 -του 1930 για τον ευρωπαϊκό χώρο- ανέτρεψε την αισιοδοξία και τις βεβαιότητες των ισχυρών καπιταλιστικών κέντρων. Η σοσιαλδημοκρατία κλήθηκε αρχικά να ηγηθεί μιας νέας ταξικής κοινωνικής επίθεσης, που απέβλεπε στη μετακύλιση του κόστους της κρίσης στις πλάτες των εργαζομένων. Όταν ετούτη η πολιτική έφτασε στα όριά της, όταν ξεπεράστηκε από το βάθος της κρίσης, όταν οι ευρωπαϊκές πόλεις γέμισαν ανέργους και συσσίτια, τότε κλήθηκε ο ναζισμός -ή οι συντηρητικές κυβερνήσεις των έκτακτων μέτρων- για να αντιμετωπίσουν την κατάσταση: Πρώτος στόχος, πρώτο θύμα ετούτων των αστικών επιλογών, η εργατική τάξη των καπιταλιστικών χωρών, οι εργαζόμενοι και οι αγρότες παραγωγοί, καθώς επίσης και οι υπόδουλοι λαοί των αποικιών, που κλήθηκαν και αυτοί να συμβάλλουν στην αποκατάσταση της κερδοφορίας του κεφαλαίου.

Το εργατικό κίνημα την ίδια εκείνη εποχή βρισκόταν σε μια μεταβατική κατάσταση -αντιφατική ως προς τα χαρακτηριστικά της. Μια δεκαετία σχεδόν είχε κλείσει μετά από τη ρωσική επανάσταση και τις προσδοκίες για άμεση επαναστατική ανατροπή των αντιδραστικών καθεστώτων που ευθύνονταν -πέρα από τα υπόλοιπα- και για το αιματοκύλισμα των λαών στον παγκόσμιο πόλεμο. Η επανάσταση δεν είχε, όμως, γενικευτεί -στα βιομηχανικά ειδικά κράτη- και το καπιταλιστικό σύστημα, αντίθετα, φαινόταν να σταθεροποιείται και να επανέρχεται επιθετικό. Οι εντάσεις και ενίοτε οι εκρήξεις στον ταξικό αγώνα δε συνδυάζονταν, ούτε γενικεύονταν ώστε να καταστούν απειλή. Ο αντικομμουνισμός -η αντεπανάσταση- απλωνόταν και βάθαινε στις αστικές οικονομικές, πολιτικές αλλά και πνευματικές ελίτ.

Το πλέον σταθερό στήριγμα της αντεπανάστασης βρισκόταν μέσα στο ίδιο το εργατικό κίνημα. Το τελευταίο ήταν διασπασμένο και, ως εκ τούτου, αμήχανο ως προς τον τρόπο που θα αντιμετώπιζε τη νέα κατάσταση. Η σοσιαλδημοκρατία, άλλοτε με συντηρητικό και άλλοτε με ριζοσπαστικό πρόσωπο, εξακολουθούσε να κρατά κάτω από την ιδεολογική και την πολιτική επιρροή της μεγάλα τμήματα της εργατικής τάξης της Ευρώπης -ειδικά βιομηχανικούς εργάτες. Σε κράτη με ασθενέστερη βιομηχανική ανάπτυξη, αναρχικά κινήματα κυριαρχούσαν στους ταξικούς αγώνες. Κοινό χαρακτηριστικό και της μεν και των δε, ήταν η εχθρότητα προς τη Σοβιετική Ένωση και τους κομμουνιστές που συντάσσονταν με το δικό της πρότυπο.

Οι κομμουνιστές δε διέθεταν ακόμα τα δοκιμασμένα πολιτικά εργαλεία, τους μηχανισμούς και τα επιτελεία του ταξικού αγώνα, τα Κομμουνιστικά Κόμματα. Τα τελευταία, προερχόμενα από αποσχίσεις από τη σοσιαλδημοκρατία με βάση τους 21 όρους της Κομμουνιστικής Διεθνούς, βρίσκονταν κοντά της στα λόγια και στις διακηρύξεις περισσότερο παρά στις πράξεις. Στο εσωτερικό τους, πλήθος ετερόκλιτων στοιχείων, με αόριστες ανατρεπτικές διαθέσεις και ακαθόριστα ταξικά πρόσημα -κυρίως μικροαστικού περιεχομένου- οδηγούσαν σε ακατάπαυστους κλυδωνισμούς το κομμουνιστικό κίνημα. Η μπολσεβικοποίηση των Κομμουνιστικών Κομμάτων αποδείχτηκε τιτάνιο έργο και απασχόλησε την Κομμουνιστική Διεθνή σε ολόκληρη την πρώτη δεκαετία της ιστορίας της.

Στην ίδια τη Σοβιετική Ένωση, ο εσωτερικός αγώνας δεν ήταν λιγότερο δραματικός. Η οικοδόμηση του σοσιαλισμού ήταν προϋπόθεση επιβίωσης της επανάστασης, οι δρόμοι, όμως, που θα οδηγούσαν σ' αυτήν διέφεραν. Η αοριστία των ενεργών μικροαστικών κινήσεων -συνδεμένη με την υπερεπαναστατικότητα που απορρέει από τα ειδικά ταξικά χαρακτηριστικά αυτής της κοινωνικής ομάδας- προκαλούσε διαρκώς ταλαντεύσεις και κλυδωνισμούς στην πολιτική της ΕΣΣΔ. Μέσα από σκληρούς εσωτερικούς αγώνες ξεκαθάρισε το αυτονόητο: Η εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώματα της Σοβιετικής Ένωσης δε θα μπορούσαν να θεμελιώσουν την εξουσία τους, παρά μόνο αναπτύσσοντας τα υλικά διαθέσιμα, την υλική βάση πάνω στην οποία θα μπορούσαν να στηρίξουν και να κάνουν αξιόπιστη την ανατρεπτική τους πολιτική. Το νέο κοινωνικό καθεστώς έπρεπε να αναπτύξει, σε απόλυτη προτεραιότητα, τα μέσα παραγωγής και ειδικά εκείνους τους τομείς που θα δημιουργούσαν τις προϋποθέσεις για τη δυνατότητα άσκησης πολιτικής από τις επαναστατικές κοινωνικές δυνάμεις που κατείχαν πλέον την εξουσία: Η βαριά βιομηχανία -επικεντρωμένη στη δυνατότητα ανάπτυξης/παραγωγής εργαλειομηχανών- ήταν το οικονομικό και το πολιτικό κλειδί για την εδραίωση της εργατικής εξουσίας.

Πώς θα μπορούσε η εργατική εξουσία να είναι πραγματική, όταν η όποια πολιτική της απόφαση, ο όποιος σχεδιασμός της θα εξαρτιόταν για την υλοποίησή του στη δυνατότητα εισαγωγής -από τα καπιταλιστικά κράτη- των μέσων της υλοποίησης της τεχνογνωσίας, των μηχανών, των υλικών;

Η οργανωμένη μέσα από τα πεντάχρονα σχέδια εκβιομηχάνιση δεν ήταν απλά προϋπόθεση επιβίωσης, ήταν και η προϋπόθεση για τη δυνατότητα των σοβιετικών λαών να πάρουν την εξουσία στα χέρια τους, να ορίσουν τις τύχες της χώρας και της τάξης τους, να διασφαλίσουν δηλαδή πραγματική πολιτική εξουσία.

Ετούτη η επιλογή αποτέλεσε και την απαρχή νέων συγκρούσεων -ταξικών στην ουσία τους και στο περιεχόμενό τους- στο εσωτερικό του Κομμουνιστικού Κόμματος και της σοβιετικής εξουσίας. Ο τροτσκισμός, που είδε στην επιλογή αυτή την απομάκρυνση από την -τόσο αγαπητή στα μικροαστικά στρώματα- μεταφυσική και ουτοπική επίκληση της επανάστασης, αφού έχασε τη μάχη στην ΕΣΣΔ, πρόσθεσε νέες δυνάμεις στην αντισοβιετική και στην αντικομμουνιστική συμμαχία.

(...)

Η εργατική τάξη πολέμησε με κάθε τρόπο όλα όσα τερατώδη γέννησε η καπιταλιστική κρίση. Ματαιοπονούν όσοι προσπαθούν να το κρύψουν. Έδινε μάχες, έδινε θυσίες, έδινε αίμα. Μάθαινε από τους αγώνες της, μάθαινε από τις ήττες της, μάθαινε από τους νεκρούς της. Το Νοέμβρη του 1936 στη Μαδρίτη, το εργατικό κίνημα, με τους κομμουνιστές για πρώτη φορά να είναι σε θέση να διευθύνουν τον αγώνα, σταμάτησε -για τρία χρόνια έστω- την προέλαση του ναζισμού και του φασισμού. Για πρώτη φορά ο ναζισμός "δεν πέρασε". Και έτσι -από την τελευταία αυτή νικηφόρα έκβαση της αναμέτρησης- άνοιξε ο δρόμος για τη συντριβή του ναζισμού στον επερχόμενο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Και αυτή την αλήθεια κανείς αστός ιστορικός δε θα καταφέρει ποτέ να σπιλώσει ή να κρύψει.

Ολα για την «επιχειρηματικότητα»

 Ολα για την «επιχειρηματικότητα»

Σκίτσο αρχείου: Πριν ακόμα την εφαρμογή του αυτόματου «κόφτη» η κυβέρνηση ενεργοποιεί μικρότερους «κόφτες» από δαπάνες σε δήμους και περιφέρειες...
Σκίτσο αρχείου: Πριν ακόμα την εφαρμογή του αυτόματου «κόφτη» η κυβέρνηση ενεργοποιεί μικρότερους «κόφτες» από δαπάνες σε δήμους και περιφέρειες...
Συγκρατημένα αισιόδοξη δηλώνει η «Αυγή» για την έκβαση της υπόθεσης της «Μαρινόπουλος», σύμφωνα με μήνυμα που «έστειλε» ο Γ. Σταθάκης. Η αισιοδοξία της αντλείται από το ότι ο υπουργός δήλωσε ότι δεν μπορεί να απαντήσει (!) στο ερώτημα αν υπάρχουν κι άλλοι επενδυτές για την επιχείρηση πέραν από την «Σκλαβενίτης», ότι παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις και ότι θεωρούν ότι υπάρχουν περιθώρια για θετική κατάληξη στις διαπραγματεύσεις... 
Οσο η «Αυγή» και η κυβέρνηση παρακολουθούν με «συγκρατημένη αισιοδοξία» το θέμα, ευτυχώς οι εργαζόμενοι δεν μένουν με σταυρωμένα τα χέρια: Οργανώνονται και διεκδικούν χωρίς να αναμένουν τους επενδυτές. 
Λεπτομέρεια: Λίγο παρακάτω η εφημερίδα ενημερώνει για τις νέες δράσεις του ΕΣΠΑ για την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας.
 Διαλέξτε λοιπόν: Αν δεν αισιοδοξείτε για πιθανούς επενδυτές της «Μαρινόπουλος», χαρείτε για το νέο ΕΣΠΑ και τα κονδύλια που ετοιμάζονται για το κεφάλαιο. 
Οσο για το λαό; Ξαναζέσταμα του μύθου του παράλληλου προγράμματος και ψίχουλα για την αντιμετώπιση της ακραίας φτώχειας.

Μιλάνε για προνόμια εργατών... 
Επανέρχεται ο ΣΕΒ για τα Εργασιακά και με το νέο του βδομαδιάτικο Δελτίο αναλαμβάνει να διαφωτίσει τον κόσμο για τις αιτίες της κρίσης και πώς θα βγούμε απ' αυτήν. Αφού διαπιστώνει ευχαριστημένος τη «βελτίωση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας», δηλαδή τη ζούγκλα που μπόρεσαν οι καπιταλιστές να επιβάλουν σε βάρος των μισθωτών με πρόσχημα και όπλο την κρίση, την οποία το αδηφάγο κυνήγι των επιχειρήσεών τους για κέρδος προκάλεσε, έχοντας βέβαια μαζί τους τις πλάτες των αστικών κυβερνήσεων, εξαπολύει έναν λίβελο κατά των εργασιακών δικαιωμάτων. 

Τι «υπερβολική συντεχνιακή προστασία της αγοράς εργασίας» διαπιστώνει, που μάλιστα «βάζει φρένο στην απασχόληση και την ανάπτυξη», τι «προστατευτικές ρυθμίσεις ελληνικής εμπνεύσεως» ανακαλύπτει, οι οποίες μας οδήγησαν «σε ένα σύστημα που τελικά υπέσκαπτε την ανταγωνιστικότητα της εργασίας και την ελκυστικότητα για επενδύσεις»... 

Για τον ΣΕΒ για όλα ευθύνονται τα «προνόμια» των εργαζομένων. Η δράκα που καρπώνεται τους κόπους δύο εκατομμυρίων μισθωτών και όχι μόνο αυτών, τολμά να μέμφεται τους εργαζόμενους για «συντεχνιασμό»...

... και δεν κρύβουν λόγια
Πέρα όμως από τις προκλήσεις του, ο ΣΕΒ είναι εξόχως αποκαλυπτικός. Λέει τα πράγματα με το όνομά τους, αφού ομολογεί ανοιχτά τι στέκεται εμπόδιο στις επιδιώξεις του. «Και σήμερα - σημειώνει ο ΣΕΒ στο Δελτίο του - αν και η Ελλάδα έχει βελτιωθεί σημαντικά όσον αφορά στην ευελιξία της αγοράς εργασίας μετά το 2012, η χώρα μας συνεχίζει να διατηρεί κάποιες πρωτοτυπίες σε σχέση με την Ευρώπη, σε θέματα όπως η μονομερής προσφυγή στην υποχρεωτική διαιτησία, τα προνόμια των συνδικαλιστών ή η διοικητική έγκριση για ομαδικές απολύσεις.» 

Ιδού ποια είναι τα εμπόδια για τον ΣΕΒ που πρέπει να παραμεριστούν. Είναι ο όποιος περιορισμός υπάρχει ακόμα στις ομαδικές απολύσεις, ο οποίος πρέπει να φύγει για να μπορούν ασύδοτα να απολύουν. 

Είναι η συνδικαλιστική δράση, η οποία, για να στιγματιστεί, αποκαλείται «συνδικαλιστικό προνόμιο», είναι η μονομερής προσφυγή στον ΟΜΕΔ που πρέπει και αυτή να καταργηθεί.

Τα παραπάνω είναι χρήσιμα και από μια άλλη σκοπιά: Αποκαλύπτουν τη συμπαιγνία της κυβέρνησης που σκόπιμα εξαγνίζει τον ΣΕΒ και μετά βαΐων και κλάδων συγκροτεί μαζί του «πατριωτικό μέτωπο», μαζί με τους υπόλοιπους εργοδότες ενάντια - δήθεν - στους δανειστές. Στην πραγματικότητα, το μόνο μέτωπο που υπάρχει είναι όλων των προηγούμενων, των μέσα και των έξω, ενάντια στα λαϊκά συμφέροντα. 

Και, τέλος, αποκαλύπτεται η ευθύνη της πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ που βάζει, μαζί με την υπογραφή της, πλάτη σε αυτήν την εξαπάτηση, επιχειρεί και αυτή να αφοπλίσει τα συνδικάτα, παρουσιάζοντας την αγέλη των λύκων που ετοιμάζονται να κατασπαράξουν τους εργάτες σαν πρόβατα που ανέμελα τρέχουν στο λιβάδι!

Διαφάνεια η παροχή διευκολύνσεων
Πολλή κουβέντα έγινε στη Βουλή περί «διαφάνειας» με αφορμή το νομοσχέδιο για τις δημόσιες συμβάσεις. Στην πράξη αυτό που γίνεται με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο είναι το άνοιγμα της αγοράς των δημόσιων συμβάσεων, ώστε κάθε επιχειρηματικός όμιλος από οποιαδήποτε χώρα να συμμετέχει στις διαδικασίες ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων και συμβάσεων παραχώρησης σε οποιοδήποτε κράτος - μέλος της ΕΕ, χωρίς κανένα εμπόδιο.

 Αυτή η διευκόλυνση, βέβαια, δεν αφορά τους επαγγελματοβιοτέχνες ή αυτοαπασχολούμενους, γιατί αυτό που τους αποκλείει δεν είναι οι γραφειοκρατικές διαδικασίες, αλλά το γεγονός ότι δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τους μεγάλους ομίλους που κυριαρχούν στην αγορά και τους συνθλίβουν. 

Και προκαλεί ακόμα περισσότερο η συζήτηση περί διαφάνειας σε μια ρύθμιση που αφορά παροχή προς το κεφάλαιο, όταν συγκριθεί με την πραγματικότητα που βιώνει κάθε εργαζόμενος στην οποιαδήποτε συναλλαγή του με τις κρατικές δομές. 

Αν κάτι μένει από την όλη συζήτηση είναι αυτό που δεν λένε οι εισηγητές και επισημάνθηκε από τους βουλευτές του ΚΚΕ: «Η πιο μεγάλη διαφθορά, τα πιο μεγάλα εγκλήματα είναι αυτά που γίνονται με βάση τους κανόνες και τους νόμους του αστικού κράτους, γιατί αυτοί οι νόμοι υπηρετούν το σύστημα της εκμετάλλευσης και της κερδοφορίας».

Ριζοσπάστης

TOP READ