Κι έτσι, αφού με τις γνωστές σάλτσες περί «εμμονών» και «κολλητών» της κυβέρνησης επιχείρησε να κρύψει το πραγματικό περιεχόμενο του αντεργατικού εκτρώματος, την ένταση της εκμετάλλευσης που αποτελεί το «προαπαιτούμενο» της ανάκαμψης των κερδών του κεφαλαίου, είπε ότι «αυτός ο κόσμος της εργασίας είναι που θα δώσει ρεπό διαρκείας πολύ σύντομα στην κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη (...). Και μια προοδευτική κυβέρνηση θα έρθει να ανατρέψει αυτές τις ρυθμίσεις του εργασιακού Μεσαίωνα».
Οι εργαζόμενοι τα έχουν βέβαια ξανακούσει αυτά, λίγο πριν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ εφαρμόσει τις αντεργατικές Οδηγίες της ΕΕ για 13ωρη δουλειά, για καθήλωση μισθών, τα χτυπήματα στο δικαίωμα της απεργίας, ανοίγοντας διάπλατα την πόρτα για το «επόμενο βήμα», το αντεργατικό τερατούργημα που φέρνει σήμερα η κυβέρνηση της ΝΔ. Γι' αυτό «οδύρεται» η ΝΔ ότι το δικό του έργο συνεχίζει, κι εκείνοι καλούν τους εργαζόμενους να διαλέξουν τους «όρους» για τη δουλειά - λάστιχο.
Αλλη μια βρωμοδουλειά που κάνουν για το κεφάλαιο, μαζί με το κάλεσμά τους στους εργαζόμενους να κάτσουν στη γωνία και απλά να του δώσουν την ψήφο για να γίνει «χαλίφης στη θέση του χαλίφη», εφαρμόζοντας την ίδια πολιτική.
Πιο κυνικά απ' όλους άλλωστε το ομολόγησε ο πρώην βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Κυρίτσης, που δυο μέρες πριν την απεργία, σε ένα «έπος» απεργοσπασίας και υπονόμευσης της μεγάλης μάχης που έδιναν οι εργαζόμενοι στους χώρους δουλειάς, έγραφε με βεβαιότητα κυβερνητικού εκπροσώπου πως «το εργασιακό νομοσχέδιο του Χατζηδάκη μαθηματικά θα ψηφιστεί, όσο μαζική και αν είναι η απεργία». Και αφού νουθέτησε τους εργαζόμενους πως οι αγώνες τους δεν «πιάνουν μία», τους σύστησε για «φάρμακο» το «φαρμάκι»: «Πρέπει να στηρίξουν τις πολιτικές δυνάμεις που όχι μόνο θα αντιπαλέψουν, αλλά και που μπορούν να αλλάξουν αυτούς τους αντεργατικούς νόμους ως κυβερνητική πλειοψηφία»!
Αλλη μια ευθεία ομολογία ότι για τον ΣΥΡΙΖΑ η αντίθεση στο νομοσχέδιο συμπυκνώνεται στη διεκδίκηση της κυβερνητικής καρέκλας, στην εξαπάτηση δηλαδή για ακόμα μια φορά των εργαζομένων για να ψηφίζει ύστερα «με έναν νόμο κι ένα άρθρο» νέα μνημόνια και αντεργατικά μέτρα, αφού «θα έχει τα χέρια δεμένα».
Αλλωστε, προκειμένου να μην υπάρξει καμία «παρεξήγηση» από την αστική τάξη για το πόσο εννοεί ο ΣΥΡΙΖΑ τα περί «ξηλώματος» του αντεργατικού πλαισίου, αλλά και προκειμένου να τονίσει την «επείγουσα» ανάγκη για «διακομματικά μέτωπα» που θα τον φέρουν στις κυβερνητικές καρέκλες μια ώρα αρχύτερα στο όνομα του να μην περάσουν τα αντιλαϊκά μέτρα, η «Αυγή» έσπευδε να ξεκαθαρίσει πως αν υπάρχει και κανείς που πιστεύει ότι «κάποια στιγμή θα φύγουν (ή θα τους διώξουν), θα έρθει ο επόμενος και θα τα πάρει πίσω επιστρέφοντάς μας στο 2019 (...) δυστυχώς δεν είναι έτσι. Ο αντεργατικός νόμος, η πανεπιστημιακή αστυνομία, η εκχώρηση του ΕΣΥ στους ιδιώτες (...) δημιουργούν νέα δεδομένα. Αρνητικά δεδομένα. Η επόμενη κυβέρνηση θα πατήσει σε λασπωμένο έδαφος (...) Ο ίδιος ο Μητσοτάκης φροντίζει να κάνει τις νεοφιλελέδικες μεταρρυθμίσεις του κάτι σαν μνημονιακή υποχρέωση της χώρας, καθώς συνδέει τη χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάπτυξης με τη διατήρηση και την πρόοδό τους. Πρακτικά, η επόμενη κυβέρνηση θα θέλει να ξηλώσει και δεν θα μπορεί - κλασική παγίδα που στήνει η Δεξιά και την έχουμε ξαναζήσει». Αλλά και την παγίδα των δήθεν «προοδευτικών» κυβερνήσεων, που «αναγκάζονται» να υλοποιήσουν την πολιτική του κεφαλαίου, την έχει ξαναζήσει και πληρώσει ακριβά ο λαός.
Αλλωστε και μέσα στη Βουλή, κατά τη διάρκεια της συζήτησης, ο ΣΥΡΙΖΑ έβαλε μια γερή πλάτη στην πολιτική αυτή που έχει ανάγκη το νομοσχέδιο - έκτρωμα.
Αφού πρώτα έριξε ένα γερό ξέπλυμα στην ΕΕ, που στα κιτάπια της μπορεί κανείς να βρει ένα προς ένα τα άρθρα του αντεργατικού νομοσχεδίου, παρουσιάζοντάς το περίπου ως «παρέκκλιση» από το ευρωπαϊκό κεκτημένο, αφού αναγόρευσε «συμμάχους» των εργαζομένων που «η ΝΔ αγνοεί» την Κομισιόν και τον Μπάιντεν, στο διά ταύτα κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι έτσι «καταδικάζει» την ανάκαμψη επειδή αυτή χρειάζεται «δημοκρατία, κοινωνική δικαιοσύνη και κοινωνική συνοχή». Πρόβαλε δηλαδή τον εαυτό του ως τον πιο ικανό στην ενσωμάτωση της λαϊκής δυσαρέσκειας, δείχνοντας ότι στην πραγματικότητα δεν διαφωνεί στο «τι» πρέπει να γίνει από τη σκοπιά του κεφαλαίου, αλλά στο «πώς». Γι' αυτό άλλωστε ο πυρήνας του δικού του σχεδίου για την «πράσινη» και ψηφιακή ανάκαμψη δεν διαφέρει καθόλου απ' αυτόν της ΝΔ.
Από αυτήν την άποψη, δεν προκαλεί εντύπωση που ο ΣΥΡΙΖΑ κάλεσε την κυβέρνηση να αποσύρει τον «βασικό κορμό» του νομοσχεδίου και όχι να πεταχτεί στα σκουπίδια, όπως ζητάνε οι εργαζόμενοι, αναπαράγοντας τη «λογική» κυβέρνησης - εργατοπατέρων ότι το έκτρωμα περιέχει και θετικά στοιχεία, που το καθιστούν διαπραγματεύσιμο και ανοιχτό σε βελτιώσεις.
Κι όμως όλα αυτά ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να τα παρουσιάσει σαν δήθεν «ακριβώς τα ίδια επιχειρήματα (που) έχουν όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης ανεξαιρέτως, τα σωματεία εργαζομένων, συνδικάτα», παριστάνοντας τον «ηγέτη της αντιπολίτευσης» και του εργατικού κινήματος, που λιγουρεύεται «αντιδεξιά» μέτωπα.
Η αλήθεια είναι όμως ότι οι εργαζόμενοι και τα συνδικάτα τους δεν λένε «τα ίδια» με τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτοί αγωνίζονται για να μην περάσει το νομοσχέδιο έκτρωμα που τσακίζει τις ζωές τους, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ «καίγεται» μόνο για τα ψηφαλάκια τους, για να ξαναγίνει κυβέρνηση. Τα συνδικάτα αγωνίζονται επίσης για την κατάργηση όλου του αντεργατικού πλαισίου, για 7ωρο - 5ήμερο - 35ωρο με σύγχρονα δικαιώματα, που σημαίνει κατάργηση και όλων των αντεργατικών νόμων που ψήφισε ή διατήρησε ως κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ και όχι για «διευθέτηση» της εκμετάλλευσης. Αρα καθόλου «τα ίδια» δεν λένε, όσο κι αν προσπαθεί ο ΣΥΡΙΖΑ να ξεπλυθεί στην κολυμβήθρα του αντεργατικού νομοσχεδίου της ΝΔ.
Γιατί όσα παραμύθια κι αν επιστρατεύσουν, τα κέρδη του κεφαλαίου δεν συμβιβάζονται με τις ανάγκες των εργαζομένων.
Οσο κι αν στηθούν «για τις φωτογραφίες» δίπλα στους εργαζόμενους, βρίσκονται στο ίδιο «κάδρο» με το κεφάλαιο, την κυβέρνηση, την ΕΕ.
Οι εργαζόμενοι δεν θα αφήσουν τον αγώνα τους να γίνει «χαλάκι» για να σκουπίζουν τα πόδια τους ΣΥΡΙΖΑίοι και λοιποί πριν μπουν στα σαλόνια της αστικής τάξης.