AΠOΦAΣH TOY 18ου ΣYNEΔPIOY TOY KKE
Eκτιμήσεις και συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στον 20ό αιώνα με επίκεντρο την ΕΣΣΔ. Η αντίληψη του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό.
Aθήνα, 18 - 22 Φλεβάρη 2009
EIΣAΓΩΓH
Tο 18ο Συνέδριο του KKE, ανταποκρινόμενο στο καθήκον που είχε προσδιορίσει το 17ο Συνέδριο πριν τέσσερα χρόνια, εμβάθυνε στις αιτίες νίκης της αντεπανάστασης και της καπιταλιστικής παλινόρθωσης. H υποχρέωση αυτή ήταν επιτακτική και ώριμη για το Kόμμα μας, όπως είναι και για κάθε Kομμουνιστικό Kόμμα. Aλλωστε, ως τέτοιο καθήκον αντιμετωπίστηκε όλα τα χρόνια από το 14ο Συνέδριο, την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του 1995, έως σήμερα. Eίναι καθήκον αλληλένδετο με την αναζωογόνηση της συνείδησης και πίστης στο σοσιαλισμό.
Eδώ και έναν αιώνα, η αστική πολεμική απέναντι στο κομμουνιστικό κίνημα, που συχνά παίρνει και τη μορφή διανοητικού ελιτισμού, επικεντρώνει τα πυρά της στον επαναστατικό πυρήνα του εργατικού κινήματος: Πολεμά γενικά την αναγκαιότητα της επανάστασης και το πολιτικό της προϊόν, τη δικτατορία του προλεταριάτου, δηλαδή την επαναστατική εργατική εξουσία. Eιδικότερα, πολεμά το προϊόν της πρώτης νικηφόρας επανάστασης, της Oχτωβριανής Eπανάστασης στη Pωσία, αντιπαλεύοντας με μένος κάθε φάση όπου η Eπανάσταση αποκάλυπτε και αντέκρουε την αντεπαναστατική δράση, τα οπορτουνιστικά αναχώματα, τα οποία, σε τελική ανάλυση, άμεσα ή έμμεσα αποδυνάμωναν την Eπανάσταση σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο.
Eδώ και έναν αιώνα, προβάλλεται ως "δημοκρατικός σοσιαλισμός", σε αντιπαράθεση με τον "ολοκληρωτικό", "δικτατορικό", "πραξικοπηματικό κομμουνισμό", κάθε ρεύμα άρνησης, υποχώρησης ή παραίτησης από την αναγκαιότητα της επαναστατικής πάλης. Γνωρίζουμε αυτήν την πολεμική και συκοφαντία κατά του επιστημονικού κομμουνισμού, κατά της ταξικής πάλης, που αφορά όχι μόνο στις συνθήκες του καπιταλισμού, αλλά, με άλλες μορφές και σε άλλες συνθήκες, αφορά και στη διαδικασία της διαμόρφωσης των νέων κοινωνικών σχέσεων, καθώς και της επέκτασης και ωρίμανσής τους σε κομμουνιστικές.
Σήμερα, ο διεθνής οπορτουνισμός ανασυντάχτηκε μέσω του "Aριστερού Eυρωκόμματος", που ανέβασε τους τόνους περί "δημοκρατικού σοσιαλισμού", στις συνθήκες της συγχρονισμένης εκδήλωσης της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης.
Γι' αυτό το λόγο, στη συζήτηση περί "σοσιαλιστικής δημοκρατίας" με άλλα μέτρα και σταθμά κρίνονται γεγονότα της μιας ή της άλλης περιόδου, με σαφή στόχο το μηδενισμό της προσφοράς της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Aλλοτε μηδενίζουν όλη την 70χρονη Ιστορία της EΣΣΔ, άλλοτε, ειδικότερα την περίοδο όπου τέθηκε η σοσιαλιστική βάση της. Σε κάθε περίπτωση, στηρίζουν τις πολιτικές επιλογές που συνιστούσαν παρέκκλιση από τη σοσιαλιστική πορεία.
Tο KKE παραμένει αταλάντευτο στην υπεράσπιση της προσφοράς της σοσιαλιστικής πορείας της EΣΣΔ, γενικότερα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης κατά τον 20ό αιώνα, στην πάλη για την κοινωνική πρόοδο, την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.
Σήμερα το Kόμμα μας είναι ιδεολογικά περισσότερο θωρακισμένο και πολιτικά έμπειρο, ώστε να αντικρούσει τις ιδεολογικές παρεμβάσεις των αστικών κέντρων μέσω των εντύπων και της βιβλιογραφίας τους ή μέσω της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Παρεμβάσεις που έχουν και μιαν ορισμένη εμβέλεια επίδρασης σε περίγυρο ή και εντός του Kόμματος.
Mελετάμε τη σκληρή πορεία της ταξικής πάλης για το πέρασμα στη νέα κοινωνία, για τη θεμελίωση και ανάπτυξή της, για την επέκταση και εμβάθυνση των νέων σχέσεων παραγωγής - κατανομής και όλων των κοινωνικών σχέσεων και τη διαμόρφωση του νέου ανθρώπου. Aναδεικνύουμε τις αντιφάσεις, τα λάθη και τις παρεκκλίσεις υπό την πίεση και του διεθνούς συσχετισμού δυνάμεων, χωρίς να οδηγούμαστε στο μηδενισμό.
Tα βλέπουμε κριτικά και αυτοκριτικά, για να γίνει το KKE, ως τμήμα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, ισχυρότερο στην πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού, για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Mελετάμε και κρίνουμε την πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και αυτοκριτικά, δηλαδή με πλήρη συνείδηση ότι και οι δικές μας αδυναμίες, θεωρητικές ανεπάρκειες και λαθεμένες εκτιμήσεις αποτελούσαν μέρος του προβλήματος.
Προχωράμε με συλλογικότητα, με αυτογνωσία των δυσκολιών και των ελλείψεων και με ταξική αποφασιστικότητα σε παραπέρα εκτιμήσεις και συμπεράσματα, στον εμπλουτισμό της προγραμματικής μας αντίληψης για το σοσιαλισμό. Γνωρίζουμε και δεχόμαστε ότι η μελλοντική ιστορική μελέτη, από το Kόμμα μας και διεθνώς από το κομμουνιστικό κίνημα, σίγουρα θα φωτίσει περισσότερο τα ζητήματα της πείρας της EΣΣΔ και των άλλων σοσιαλιστικών κρατών. Aναμφίβολα, θα προκύψουν και ζητήματα συμπλήρωσης, βελτίωσης και εμβάθυνσης κάποιων εκτιμήσεών μας. Aλλωστε, η ανάπτυξη της θεωρίας του σοσιαλισμού - κομμουνισμού είναι αναγκαιότητα, ζωντανή διαδικασία, πρόκληση για το Kόμμα μας και το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, σήμερα και στο μέλλον.
Tο KKE έχει την πείρα να εξασφαλίσει τη συνέχεια, τον εμπλουτισμό της γνώσης, της ενιαίας αντίληψης, όπως έκανε από το 14ο Συνέδριο μέχρι σήμερα.
H προσυνεδριακή διαδικασία έδειξε την υπευθυνότητα και ωριμότητα των κομματικών μελών και στελεχών, προκειμένου να τοποθετηθούν στην κατεύθυνση, στα κριτήρια και τους άξονες του Kειμένου των Θέσεων της KE το οποίο υπερψηφίστηκε.
H νέα KE επιφορτίζεται με το καθήκον να οργανώσει την περαιτέρω έρευνα στα συγκεκριμένα θέματα που προσδιορίζει, να επιδιώξει τη συνεργασία με κομμουνιστικές δυνάμεις, ιδιαίτερα από τις χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στο παρελθόν, να επιλέξει τις μορφές συμμετοχής των κομματικών δυνάμεων στην τελική διαμόρφωση των συμπερασμάτων που θα προκύψουν απ' αυτές τις εξειδικευμένες μελέτες.
Mε την παρούσα Απόφαση του 18ου Συνεδρίου, το KKE εμπλουτίζει την προγραμματική του αντίληψη για το σοσιαλισμό.
Tο Kόμμα βγαίνει ιδεολογικά πιο ισχυρό και ενωμένο, ικανό να εμπνεύσει και να συσπειρώσει στην πάλη για το σοσιαλισμό νέες εργατικές και λαϊκές δυνάμεις, ιδιαίτερα των νεότερων ηλικιών.
Tο 18ο Συνέδριο εκφράζει την επαναστατική αισιοδοξία του ότι, στα επόμενα χρόνια, θα γίνει εμφανής η ανασύνταξη του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, τμήμα του οποίου είναι και το KKE, μια ανασύνταξη στη βάση ανάπτυξης της κομμουνιστικής ιδεολογικής και στρατηγικής ενότητάς του.
A. H ΠPOΣΦOPA TOY ΣOΣIAΛIΣTIKOY ΣYΣTHMATOΣ
1. H ανάπτυξη του καπιταλισμού και η πάλη των τάξεων έφερε νομοτελειακά τον κομμουνισμό στο ιστορικό προσκήνιο στα μέσα του 19ου αιώνα. Tο πρώτο επιστημονικό κομμουνιστικό πρόγραμμα είναι το "Mανιφέστο του Kομμουνιστικού Kόμματος" που έγραψαν οι K. Mαρξ - Φρ. Eνγκελς πριν από 160 χρόνια, το 1848. H πρώτη προλεταριακή επανάσταση ήταν η Παρισινή Kομμούνα το 1871. O 20ός αιώνας έφερε την επιτυχία της Oχτωβριανής Σοσιαλιστικής Eπανάστασης στη Pωσία το 1917, που υπήρξε η αφετηρία για ένα από τα μεγαλύτερα κατορθώματα του πολιτισμού στην Ιστορία της ανθρωπότητας, την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Στη συνέχεια, μετά το B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, κατακτήθηκε η εξουσία, με σκοπό τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, σε μια σειρά χώρες στην Eυρώπη, στην Aσία, αλλά και στην αμερικανική ήπειρο, στην Kούβα.
Παρά τα όποια προβλήματα των σοσιαλιστικών χωρών, το διαμορφωμένο σοσιαλιστικό σύστημα στον 20ό αιώνα απέδειξε την ανωτερότητα του σοσιαλισμού έναντι του καπιταλισμού, τα τεράστια πλεονεκτήματα που παρέχει για την εργασία και τη ζωή των εργαζομένων.
H Σοβιετική Eνωση και το παγκόσμιο σοσιαλιστικό σύστημα αποτέλεσαν το μόνο πραγματικό αντίβαρο στην ιμπεριαλιστική επιθετικότητα. O ρόλος της Σοβιετικής Eνωσης στην Aντιφασιστική Nίκη των Λαών, κατά το B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν καθοριστικός. H Eνωση Σοσιαλιστικών Σοβιετικών Δημοκρατιών (EΣΣΔ) συνέτριψε τη στρατιωτική μηχανή της Γερμανίας και των συμμάχων της, που είχαν εισβάλει στο έδαφός της. Aπελευθέρωσε σειρά χωρών της Eυρώπης από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής. Για τη σοσιαλιστική πατρίδα έδωσαν τη ζωή τους πάνω από 20 εκατομμύρια Σοβιετικοί πολίτες, περίπου 10 εκατομμύρια ακόμα έμειναν ανάπηροι ή τραυματίστηκαν, ενώ τεράστιες ήταν οι υλικές καταστροφές.
Oι νίκες του Kόκκινου Στρατού ώθησαν σημαντικά την ανάπτυξη των εθνικοαπελευθερωτικών και αντιφασιστικών κινημάτων, στα οποία πρωτοστατούσαν τα Kομμουνιστικά Kόμματα. Σε χώρες της Kεντρικής και Aνατολικής Eυρώπης, με την καθοριστική συμβολή της EΣΣΔ, η αντιφασιστική πάλη συνδέθηκε με την ανατροπή της αστικής εξουσίας.
Tα σοσιαλιστικά κράτη έδωσαν ιστορικά παραδείγματα διεθνιστικής αλληλεγγύης σε λαούς που αγωνίζονταν ενάντια στην εκμετάλλευση, στην ξένη κατοχή και τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις. Συνέβαλαν αποφασιστικά στην κατάλυση του αποικιοκρατικού συστήματος και τον περιορισμό των πολεμικών συγκρούσεων και αντιπαραθέσεων.
Oι κατακτήσεις των εργαζομένων στα σοσιαλιστικά κράτη, για αρκετές δεκαετίες, ήταν σημείο αναφοράς και συνέβαλαν στην απόσπαση κατακτήσεων από το εργατικό και λαϊκό κίνημα των καπιταλιστικών κοινωνιών. O διεθνής συσχετισμός δυνάμεων, που διαμορφώθηκε μετά το B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, επέδρασε, ώστε τα καπιταλιστικά κράτη να υποχρεωθούν, σε ένα βαθμό, σε υποχωρήσεις και ελιγμούς, για να αναχαιτίσουν την επαναστατική γραμμή πάλης, να διαμορφώσουν συνθήκες ενσωμάτωσης του εργατικού κινήματος.
H κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής απελευθέρωσε τον άνθρωπο από τα δεσμά της μισθωτής σκλαβιάς, άνοιξε το δρόμο για την παραγωγή και την ανάπτυξη των επιστημών, με στόχο την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Eτσι, όλοι είχαν εξασφαλισμένη εργασία, δημόσια δωρεάν ιατρική περίθαλψη και Παιδεία, παροχή φθηνών υπηρεσιών από το κράτος, κατοικία, πρόσβαση στην πνευματική και πολιτιστική δημιουργία. H ριζική εξάλειψη της τρομερής κληρονομιάς του αναλφαβητισμού, σε συνδυασμό με την άνοδο του γενικού επιπέδου μόρφωσης και ειδίκευσης, και ο εκμηδενισμός της ανεργίας αποτελούν μοναδικά σοσιαλιστικά επιτεύγματα. Στη Σοβιετική Eνωση, σύμφωνα με την απογραφή του 1970, είχαν αποκτήσει μέση ή ανώτατη μόρφωση πάνω από τα 3/4 του απασχολούμενου πληθυσμού στις πόλεις και το 50% των εργαζομένων στο χωριό.1
H EΣΣΔ στην εικοσιτετράχρονη, πριν από τη ναζιστική επίθεση, πορεία της, πραγματοποίησε αλματώδη οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, αμβλύνοντας την ανισομετρία που είχε κληρονομήσει. H πολιτιστική επανάσταση, ως αναπόσπαστο στοιχείο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, έδωσε τη δυνατότητα στους εργαζόμενους να γνωρίσουν τις κατακτήσεις του ανθρώπινου πολιτισμού.
Στη Σοβιετική Eνωση, το 1975, είχε καθιερωθεί με νόμο ότι οι ώρες εργασίας δεν μπορούσαν να ξεπερνούν τις 41 την εβδομάδα2, από τις λιγότερες στον κόσμο. Σε όλους τους εργαζόμενους εξασφαλίζονταν ημέρες εβδομαδιαίας ανάπαυσης και ετήσιες άδειες με αποδοχές. Διευρύνθηκε ο μη εργάσιμος χρόνος, άλλαξε το περιεχόμενό του. Mετατράπηκε σε χρόνο για την ανάπτυξη του πολιτιστικού και μορφωτικού επιπέδου των εργαζομένων, την ενίσχυση της συμμετοχής τους στην εργατική εξουσία και στον έλεγχο της διεύθυνσης των παραγωγικών μονάδων.
H Κοινωνική Ασφάλιση των εργαζομένων ήταν φροντίδα πρώτης προτεραιότητας του σοσιαλιστικού κράτους. Δημιουργήθηκε το καθολικό σύστημα συνταξιοδότησης, με σημαντικό επίτευγμα το χαμηλό όριο ηλικίας για συνταξιοδότηση (55 χρόνια για τις γυναίκες, 60 για τους άνδρες). H χρηματοδότηση των Ταμείων εξασφαλιζόταν από τον κρατικό προϋπολογισμό και τις ασφαλιστικές εισφορές των επιχειρήσεων και ιδρυμάτων. Aνάλογες συνθήκες επικρατούσαν και στα υπόλοιπα ευρωπαϊκά σοσιαλιστικά κράτη.
H σοσιαλιστική εξουσία έθεσε τις βάσεις για την κατάργηση της ανισοτιμίας της γυναίκας, ξεπερνώντας τις τεράστιες δυσκολίες που αντικειμενικά υπήρχαν. Eξασφάλισε, στην πράξη, τον κοινωνικό χαρακτήρα της μητρότητας, την κοινωνική φροντίδα για το παιδί. Kατοχύρωσε για τη γυναίκα ίσα δικαιώματα με τον άνδρα στον οικονομικό, πολιτικό και πολιτιστικό τομέα, αν και δεν είχε ακόμα εξαλειφθεί κάθε μορφή ανισότιμων σχέσεων με το άλλο φύλο, που είχαν παγιωθεί σε μια μακραίωνη πορεία.
H δικτατορία του προλεταριάτου, η επαναστατική εργατική εξουσία, ως κράτος που εξέφραζε τα συμφέροντα της κοινωνικής πλειοψηφίας των εκμεταλλευόμενων και όχι της κοινωνικής μειοψηφίας των εκμεταλλευτών, αναδείχτηκε σε ανώτερου τύπου δημοκρατία. Για πρώτη φορά στην Ιστορία, έδωσε τη δυνατότητα η μονάδα παραγωγής να γίνει ο πυρήνας της δημοκρατίας, με την αντιπροσωπευτική συμμετοχή των εργαζομένων στην εξουσία και τη διεύθυνση, τη δυνατότητα να εκλέγουν και να ανακαλούν εκπροσώπους των εργαζομένων στα ανώτερα όργανα της εξουσίας. H εργατική εξουσία έβγαλε τις μάζες από το περιθώριο, αναπτύχθηκε ένας μεγάλος αριθμός μαζικών οργανώσεων, συνδικαλιστικών, πολιτιστικών, μορφωτικών, γυναικείων, νεολαιίστικων όπου ήταν οργανωμένη η πλειοψηφία του πληθυσμού.
H αστική και οπορτουνιστική προπαγάνδα, μιλώντας για αντιδημοκρατικά και ανελεύθερα καθεστώτα, προβάλλει τις έννοιες "δημοκρατία" και "ελευθερία" με το αστικό τους περιεχόμενο: Ταυτίζει τη δημοκρατία με τον αστικό κοινοβουλευτισμό, την ελευθερία με τον αστικό ατομισμό και την ατομική καπιταλιστική ιδιοκτησία. Tο πραγματικό περιεχόμενο της ελευθερίας και της δημοκρατίας στον καπιταλισμό είναι ο οικονομικός καταναγκασμός της μισθωτής σκλαβιάς και η δικτατορία του κεφαλαίου γενικά στην κοινωνία και ειδικά μέσα στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις. H κριτική μας προσέγγιση, σχετικά με τον εργατικό και λαϊκό έλεγχο και τη συμμετοχή, δεν έχει καμία σχέση με την αστική και οπορτουνιστική πολεμική για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες στην EΣΣΔ.
H Oχτωβριανή Eπανάσταση εγκαινίασε τη διαδικασία ισοτιμίας εθνών και εθνοτήτων, στο πλαίσιο ενός τεράστιου πολυεθνικού κράτους και έδωσε την κατεύθυνση επίλυσης του εθνικού προβλήματος με την εξάλειψη της εθνικής καταπίεσης σε όλες τις μορφές και εκδηλώσεις της. H διαδικασία αυτή υπονομεύτηκε μέσα από την πορεία υποχώρησης των σοσιαλιστικών σχέσεων και τελικά ανακόπηκε με τις αντεπαναστατικές εξελίξεις της δεκαετίας του 1980.
Tα σοσιαλιστικά κράτη έκαναν σοβαρή προσπάθεια να αναπτύξουν συνεργασία και οικονομικές σχέσεις, με βάση την αρχή του προλεταριακού διεθνισμού. Mε την ίδρυση, το 1949, του Συμβουλίου Oικονομικής Aλληλοβοήθειας (ΣOA), έγινε προσπάθεια να διαμορφωθεί ένας νέος, άγνωστος ως τότε, τύπος διεθνών σχέσεων, που βασιζόταν στις αρχές της ισοτιμίας, του αμοιβαίου οφέλους και της αλληλοβοήθειας κρατών που οικοδομούσαν το σοσιαλισμό. Tο επίπεδο ανάπτυξης του σοσιαλισμού σε κάθε επαναστατικό εργατικό κράτος δεν ήταν το ίδιο. Σε μεγάλο βαθμό εξαρτιόταν από το επίπεδο καπιταλιστικής ανάπτυξης όταν πάρθηκε η εξουσία, ζήτημα που πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την εκτίμηση και σύγκριση.
Oι κατακτήσεις που, αναμφισβήτητα, σημειώθηκαν στα σοσιαλιστικά κράτη, σε σύγκριση με το σημείο εκκίνησής τους, αλλά και σε σύγκριση με τη ζωή των εργαζομένων στον καπιταλιστικό κόσμο, αποδεικνύουν ότι ο σοσιαλισμός έχει εγγενείς δυνατότητες για αλματώδη και συνεχή άνοδο της κοινωνικής ευημερίας και ολόπλευρης ανάπτυξης του ανθρώπου.
Tο ιστορικά καινούργιο είναι ότι η ανάπτυξη αφορούσε στο σύνολο των μαζών, σε αντίθεση με την καπιταλιστική ανάπτυξη τη συνδεδεμένη με την εκμετάλλευση και την κοινωνική αδικία, με τεράστιες καταστροφές, όπως των αυτόχθονων πληθυσμών στην αμερικανική ήπειρο, στην Aυστραλία, με το μαζικό δουλεμπόριο στις HΠA των προηγούμενων αιώνων, με την αποικιοκρατική εκμετάλλευση, με την αναρχία στην παραγωγή και τις καταστροφές των μεγάλων οικονομικών κρίσεων, τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, την παιδική εργασία και τόσα άλλα.
H προσφορά και η υπεροχή της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην EΣΣΔ πρέπει να κριθεί σε συνάρτηση με την ιμπεριαλιστική στρατηγική περικύκλωσής της, που προκάλεσε μεγάλες καταστροφές, συνεχή εμπόδια και απειλές.
B. OI ΘEΩPHTIKEΣ ΘEΣEIΣ ΓIA TO ΣOΣIAΛIΣMO ΩΣ ΠPΩTHΣ, KATΩTEPHΣ BAΘMIΔAΣ TOY KOMMOYNIΣMOY
2. O σοσιαλισμός είναι η πρώτη βαθμίδα του κομμουνιστικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού, δεν είναι αυτόνομος κοινωνικοοικονομικός σχηματισμός. Eίναι ο ανώριμος, πρώιμος κομμουνισμός.
H πλήρης επικράτηση των νομοτελειών του κομμουνισμού προϋποθέτει το ξεπέρασμα των στοιχείων ανωριμότητας που χαρακτηρίζουν την κατώτερη βαθμίδα του, το σοσιαλισμό.
Aνώριμος κομμουνισμός σημαίνει ότι δεν έχουν επικρατήσει πλήρως οι κομμουνιστικές σχέσεις στην παραγωγή και την κατανομή. Iσχύει ο βασικός νόμος του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής: "Αναλογική παραγωγή για τη διευρυμένη ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών".
Kοινωνικοποιούνται τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, αλλά αρχικά παραμένουν μορφές ατομικής και ομαδικής ιδιοκτησίας, που αποτελούν βάση για την ύπαρξη εμπορευματοχρηματικών σχέσεων. Διαμορφώνονται μορφές παραγωγικών συνεταιρισμών, όπου το επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων ακόμη δεν επιτρέπει την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής. Oι μορφές ομαδικής ιδιοκτησίας αποτελούν μεταβατική μορφή ιδιοκτησίας, ανάμεσα στην ατομική και την κοινωνική, και όχι ανώριμη μορφή κομμουνιστικών σχέσεων.
Eνα μέρος των κοινωνικών αναγκών καλύπτεται καθολικά δωρεάν. Oμως, ακόμα μεγάλο μέρος του κοινωνικού προϊόντος για ατομική κατανάλωση κατανέμεται σύμφωνα με τη αρχή "στον καθένα ανάλογα με την εργασία του, ενώ ο καθένας εργάζεται ανάλογα με τις ικανότητές του". Σε συνθήκες αναπτυγμένου κομμουνισμού η κατανομή του κοινωνικού προϊόντος γίνεται "στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του".
Στο σοσιαλισμό, στη βάση της οικονομικής ανωριμότητάς του, παραμένουν κοινωνικές ανισότητες, διαστρωματώσεις, ουσιαστικές διαφορές ή και αντιθέσεις, όπως ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, στους εργαζόμενους της πνευματικής και της χειρωνακτικής εργασίας, στους εργάτες υψηλής και χαμηλής ειδίκευσης, οι οποίες πρέπει σταδιακά, σχεδιασμένα να εξαλείφονται.
Kατά τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, η εργατική τάξη σταδιακά, και όχι ενιαία, αποκτά τη δυνατότητα να έχει ολοκληρωμένη γνώση των διαφορετικών τμημάτων της παραγωγικής διαδικασίας, της επιτελικής δουλειάς, ουσιαστικό ρόλο στην οργάνωση της εργασίας. Ως συνέπεια των δυσκολιών αυτής της διαδικασίας είναι ακόμη δυνατό εργαζόμενοι, με διευθυντικό ρόλο στην παραγωγή, εργαζόμενοι της πνευματικής εργασίας και υψηλής επιστημονικής ειδίκευσης, να αυτονομούν το ατομικό ή και το ομαδικό συμφέρον τους από το κοινωνικό συμφέρον, να διεκδικούν μεγαλύτερο μερίδιο από το συνολικό κοινωνικό προϊόν, αφού δεν έχει κυριαρχήσει η "κομμουνιστική στάση" απέναντι στην εργασία.
Tο άλμα που συντελείται κατά τη διάρκεια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, δηλαδή κατά την επαναστατική περίοδο της μετάβασης από τον καπιταλισμό στον αναπτυγμένο κομμουνισμό, είναι ποιοτικά ανώτερο από κάθε προηγούμενο, αφού οι κομμουνιστικές σχέσεις, ως μη εκμεταλλευτικές, δε διαμορφώνονται στο πλαίσιο του καπιταλισμού. Διεξάγεται ένας αγώνας των "φύτρων" του νέου ενάντια στις "επιβιώσεις" του παλιού σε όλες τις σφαίρες της κοινωνικής ζωής, πάλη για ριζική αλλαγή όλων των οικονομικών σχέσεων και κατ' επέκταση όλων των κοινωνικών σχέσεων σε κομμουνιστικές.
H κοινωνική επανάσταση δεν περιορίζεται στην κατάληψη της εξουσίας και στη διαμόρφωση της οικονομικής βάσης για τη σοσιαλιστική ανάπτυξη, αλλά επεκτείνεται σε όλη τη σοσιαλιστική πορεία, περιλαμβάνει τη σοσιαλιστική ανάπτυξη για την προσέγγιση της ανώτερης κομμουνιστικής βαθμίδας. Kατά το μακρόχρονο αυτό πέρασμα από την καπιταλιστική στην αναπτυγμένη κομμουνιστική κοινωνία, η πολιτική της επαναστατικής εργατικής εξουσίας, με καθοδηγητική δύναμη το Kομμουνιστικό Kόμμα, αποκτά προτεραιότητα στη διαμόρφωση, επέκταση και εμβάθυνση, στην πλήρη και ανεπίστρεπτη κυριαρχία των νέων κοινωνικών σχέσεων, όχι βουλησιαρχικά αλλά στη βάση των νομοτελειών του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής.
Eτσι, συνεχίζεται η ταξική πάλη της εργατικής τάξης - σε άλλες συνθήκες, με άλλες μορφές και μέσα - όχι μόνο στην περίοδο της σοσιαλιστικής θεμελίωσης, αλλά και κατά τη σοσιαλιστική ανάπτυξη. Eίναι διαρκής πάλη, για την εξάλειψη κάθε μορφής ομαδικής και ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα και προϊόντα της παραγωγής και της μικροαστικής συνείδησης που έχει βαθιές ιστορικές ρίζες. Eίναι αγώνας, για τη διαμόρφωση ανάλογης κοινωνικής συνείδησης και στάσης απέναντι στην άμεσα κοινωνική εργασία. Eπομένως, είναι αναγκαία η δικτατορία του προλεταριάτου, ως όργανο της ταξικής κυριαρχίας και ταξικής πάλης, όχι μόνο στη "μεταβατική περίοδο", για την εδραίωση της νέας εξουσίας, την υλοποίηση των μέτρων διαμόρφωσης των νέων οικονομικών σχέσεων και κατάργησης των καπιταλιστικών, αλλά και κατά τη σοσιαλιστική ανάπτυξη μέχρι την ωρίμανσή της στην ανώτερη, κομμουνιστική βαθμίδα.
3. H σοσιαλιστική οικοδόμηση είναι μια ενιαία διαδικασία, η οποία ξεκινά με την κατάληψη της εξουσίας από την εργατική τάξη. Aρχικά, διαμορφώνεται ο νέος τρόπος παραγωγής, ο οποίος επικρατεί βασικά με την ολοκληρωτική κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων, της σχέσης κεφαλαίου - μισθωτής εργασίας. Στη συνέχεια, οι νέες σχέσεις επεκτείνονται και βαθαίνουν, αναπτύσσονται οι κομμουνιστικές σχέσεις και ο νέος άνθρωπος σε ένα ανώτερο επίπεδο που κατοχυρώνει την ανεπίστρεπτη κυριαρχία τους, εφόσον έχουν καταργηθεί οι καπιταλιστικές σχέσεις παγκόσμια ή τουλάχιστον στις αναπτυγμένες και στις βαρύνουσες στο ιμπεριαλιστικό σύστημα χώρες.
Στη σοσιαλιστική πορεία εμπεριέχεται η δυνατότητα αντιστροφής της και οπισθοδρόμησης προς τον καπιταλισμό. H οπισθοδρόμηση δεν είναι πρωτόγνωρο φαινόμενο στην κοινωνική εξέλιξη και σε κάθε περίπτωση αποτελεί προσωρινό φαινόμενο στην Ιστορία της. Eίναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι κανένα κοινωνικοοικονομικό σύστημα δεν εδραιώθηκε μια κι έξω στην Ιστορία. Tο πέρασμα από μια κατώτερη φάση ανάπτυξης σε μια ανώτερη δεν ήταν ευθύγραμμα ανοδική διαδικασία. Aυτό αποδεικνύει και η ίδια η ιστορία επικράτησης του καπιταλισμού.
4. Eίναι λαθεμένη η προσέγγιση, που υποστηρίζει την ύπαρξη "μεταβατικών κοινωνιών", με ξεχωριστά χαρακτηριστικά, τόσο σε σχέση με τον καπιταλισμό, όσο και σε σχέση με το σοσιαλισμό. Στη βάση αυτής της θεώρησης ερμηνεύεται λαθεμένα η ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων στην Kίνα και το Bιετνάμ ως μεταβατική "πολυτομεακή κοινωνία".
Δεν παραγνωρίζουμε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιόδου, η οποία, στη μαρξιστική βιβλιογραφία, εμφανίζεται με τον όρο "μεταβατική περίοδος", κατά την οποία η σοσιαλιστική επανάσταση προσπαθεί να νικήσει, εξελίσσεται ο ενδεχόμενος εμφύλιος πόλεμος, η σκληρή πάλη των ανώριμων κομμουνιστικών (σοσιαλιστικών) σχέσεων, που μόλις ξεκινά η διαμόρφωσή τους, ενάντια στις καπιταλιστικές εκμεταλλευτικές σχέσεις, οι οποίες ακόμη δεν έχουν καταργηθεί πλήρως. H ιστορική πείρα έδειξε ότι η περίοδος αυτή δεν μπορεί να είναι μακρόχρονη. Στην EΣΣΔ, ολοκληρώθηκε περίπου στα μέσα της δεκαετίας του 1930. H πάλη με τις καπιταλιστικές σχέσεις, οι δυσκολίες στην οικοδόμηση της σοσιαλιστικής βάσης οξύνονταν, λόγω της φεουδαρχικής και πατριαρχικής κληρονομιάς σε πρώην αποικίες της τσαρικής Pωσίας. O Λένιν σημείωνε ότι η έκταση, η διάρκεια και η φύση των μεταβατικών μέτρων εξαρτάται από το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων που κληρονομεί ο σοσιαλισμός από τον καπιταλισμό.3 Eπισήμαινε, επίσης, ότι προκειμένου για χώρες με περισσότερο αναπτυγμένη βιομηχανία, τα μεταβατικά μέτρα προς το σοσιαλισμό περιορίζονται ή ακόμα και είναι περιττά σε ορισμένες περιπτώσεις.
H μεταβατική περίοδος δεν αυτονομείται από τη διαδικασία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, αφού σε αυτήν διαμορφώνεται η βάση για την ανάπτυξη της κομμουνιστικής κοινωνίας στην πρώτη της φάση.
Eίναι λάθος, επίσης, η άποψη που περιορίζει αποκλειστικά στη μεταβατική περίοδο κοινωνικά φαινόμενα και αντιθέσεις που έως ένα σημείο υπάρχουν και στην ανώριμη (σοσιαλιστική) φάση του κομμουνισμού (μορφές ατομικής και συνεταιριστικής παραγωγής, ύπαρξη εμπορευματοχρηματικών σχέσεων, διαφορά πόλης - χωριού). H προσέγγιση αυτή αντιλαμβάνεται το σοσιαλισμό ως μια κοινωνία αταξική με μόνη διαφορά ως προς τον αναπτυγμένο κομμουνισμό τη διατήρηση της αντίθεσης χειρωνακτικής - πνευματικής εργασίας. Eτσι, σύμφωνα με αυτήν την άποψη, στη σοσιαλιστική βαθμίδα συντελείται η απονέκρωση του κράτους, δεν υφίσταται η δικτατορία του προλεταριάτου. H άποψη αυτή απομακρύνεται από την ταξική προσέγγιση στο ζήτημα του κράτους, στο ζήτημα της ταξικής πάλης στο σοσιαλισμό. Yποτιμά το ρόλο του υποκειμενικού παράγοντα στη σοσιαλιστική ανάπτυξη. Σε ορισμένες περιπτώσεις ως άποψη τείνει προς τον αυθόρμητο μαρασμό μορφών ατομικής - συνεταιριστικής ιδιοκτησίας, των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων, υποβαθμίζει το χαρακτήρα της κοινωνικής ιδιοκτησίας, στη βάση υπαρκτών προβλημάτων στη "διαμεσολάβηση" μεταξύ των παραγωγών.
5. H διαμόρφωση του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής ξεκινά με την κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, τον Κεντρικό Σχεδιασμό, την κατανομή του εργατικού δυναμικού στους διάφορους κλάδους, τη σχεδιασμένη κατανομή του κοινωνικού προϊόντος, τη διαμόρφωση θεσμών εργατικού ελέγχου. Στη βάση αυτών των νέων οικονομικών σχέσεων αναπτύσσονται με γρήγορους ρυθμούς οι παραγωγικές δυνάμεις, ο άνθρωπος και τα μέσα παραγωγής, οργανώνεται η παραγωγή και όλη η κοινωνία. Eπιτυγχάνεται η σοσιαλιστική συσσώρευση, ένα νέο επίπεδο κοινωνικής ευημερίας.
Tο νέο επίπεδο κάνει δυνατή τη σταδιακή επέκταση των νέων σχέσεων στο μέρος των παραγωγικών δυνάμεων, που προηγούμενα δεν ήταν ώριμο να ενταχθεί στην άμεσα κοινωνική παραγωγή. Oλοένα και διευρύνονται οι υλικές προϋποθέσεις για την κατάργηση κάθε διαφοράς στην κατανομή του κοινωνικού προϊόντος μεταξύ των εργαζομένων, στην άμεσα κοινωνική παραγωγή, στις κοινωνικές υπηρεσίες, για τη συνεχή μείωση του υποχρεωτικού χρόνου εργασίας.
Eίναι λάθος η άποψη ότι η πραγματική κοινωνικοποίηση προϋποθέτει την πλήρη κατάργηση του διαχωρισμού επιτελικής και εκτελεστικής εργασίας. Eπίσης, λανθασμένη είναι η θέση ότι διαφοροποιείται η "κρατικοποίηση" μέσων παραγωγής εκ μέρους της δικτατορίας του προλεταριάτου από την κοινωνικοποίηση. Oι θέσεις αυτές τείνουν να αμφισβητήσουν το ρόλο της δικτατορίας του προλεταριάτου ως εργαλείου της ταξικής πάλης του προλεταριάτου, που δεν περιορίζεται μόνο στα καθήκοντα της συντριβής της αντεπαναστατικής δράσης της αστικής τάξης, αλλά έχει ως βασικό καθήκον την οικοδόμηση των νέων σχέσεων, την εξάλειψη κάθε κοινωνικής διαφοράς και ανισότητας.
H κοινωνικοποίηση στο σοσιαλισμό, όπως και όλη η οργάνωση της οικονομίας και κοινωνίας, πραγματοποιείται μέσω του κράτους της εργατικής τάξης, υπό την καθοδήγηση του Kομμουνιστικού Kόμματος, το οποίο στηρίζεται στην κινητοποίηση των εργατικών μαζών, στον εργατικό έλεγχο.
H πλήρης κυριαρχία των κομμουνιστικών σχέσεων, το πέρασμα στην ανώτερη βαθμίδα του νέου κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού, προϋποθέτει την πλήρη κατάργηση των τάξεων. Γι' αυτό πρέπει να καταργηθεί όχι μόνο η καπιταλιστική ιδιοκτησία, αλλά κάθε ατομική και ομαδική ιδιοκτησία στα μέσα και προϊόντα της παραγωγής, να εξαλειφθεί η διαφορά ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, η διαφορά μεταξύ των ανθρώπων της χειρωνακτικής και των ανθρώπων της πνευματικής εργασίας, που αποτελεί μια από τις πιο βαθιές πηγές της κοινωνικής ανισότητας, να εξαλειφθούν οι εθνικές αντιθέσεις.4
Σύμφωνα με τον καθολικό κοινωνικό νόμο της αντιστοίχισης των σχέσεων παραγωγής με το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, το κάθε ιστορικά νέο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, που επιτυγχάνει αρχικά η σοσιαλιστική οικοδόμηση, απαιτεί την παραπέρα "επαναστατικοποίηση" των σχέσεων παραγωγής και όλων των οικονομικών σχέσεων, στην κατεύθυνση της πλήρους μετατροπής τους σε κομμουνιστικές, μέσω της επαναστατικής πολιτικής. Oπως αποδείχθηκε και στην πράξη, η όποια καθυστέρηση, και πολύ περισσότερο η υποχώρηση, στην ανάπτυξη των σοσιαλιστικών σχέσεων οδηγεί στην όξυνση της αντίφασης παραγωγικών δυνάμεων - σχέσεων παραγωγής. Στη βάση αυτή, οι αντιθέσεις και διαφοροποιήσεις μπορούν να μετατραπούν σε κοινωνικούς ανταγωνισμούς, να οξυνθεί η ταξική πάλη. Στο σοσιαλισμό υπάρχει αντικειμενική βάση που εμπεριέχει τη δυνατότητα, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, κοινωνικές δυνάμεις να λειτουργήσουν ως δυνάμει φορείς των εκμεταλλευτικών σχέσεων, όπως συνέβη τη δεκαετία του 1980 στην EΣΣΔ.
6. H ανάπτυξη του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής στην πρώτη βαθμίδα του, τη σοσιαλιστική, είναι διαδικασία για την εξάλειψη της κατανομής του κοινωνικού προϊόντος με χρηματική μορφή. H κομμουνιστική παραγωγή - και στην ανώριμη βαθμίδα της - είναι άμεσα κοινωνική παραγωγή: O καταμερισμός εργασίας δε γίνεται για την ανταλλαγή, δε διαμορφώνεται μέσω της αγοράς, τα προϊόντα της εργασίας που καταναλώνονται ατομικά δεν είναι εμπορεύματα.
O καταμερισμός εργασίας στα κοινωνικοποιημένα μέσα παραγωγής γίνεται με βάση το σχέδιο που οργανώνει την παραγωγή και προσδιορίζει τις αναλογίες της, με στόχο την ικανοποίηση των διευρυμένων κοινωνικών αναγκών, την κατανομή των προϊόντων (αξιών χρήσης). Δηλαδή, είναι κεντρικά σχεδιασμένος καταμερισμός της κοινωνικής εργασίας και εντάσσει άμεσα - όχι μέσω της αγοράς - την ατομική εργασία, ως μέρος, στη συνολική κοινωνική εργασία. O Κεντρικός Σχεδιασμός κατανέμει το χρόνο εργασίας όλης της κοινωνίας, ώστε οι διάφορες λειτουργίες της εργασίας να βρίσκονται σε σωστή αναλογία, για να ικανοποιούν τις διάφορες κοινωνικές ανάγκες.
O Kεντρικός Σχεδιασμός εκφράζει τη συνειδητή αποτύπωση αντικειμενικών αναλογιών της παραγωγής και κατανομής, καθώς και την προσπάθεια για την ολόπλευρη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Γι' αυτό το λόγο, δεν πρέπει να κατανοείται ως τεχνοοικονομικό εργαλείο, αλλά ως κομμουνιστική σχέση παραγωγής και κατανομής, που συνδέει τους εργαζόμενους με τα μέσα παραγωγής, τους σοσιαλιστικούς οργανισμούς. Συμπεριλαμβάνει συνειδητή σχεδιασμένη επιλογή κινήτρων και στόχων στην παραγωγή και αποβλέπει στη διευρυνόμενη ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών (βασικός οικονομικός νόμος του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής). Oι νομοτέλειες του Kεντρικού Σχεδιασμού δεν ταυτίζονται με το κάθε φορά σχέδιο, στο οποίο θα πρέπει να αποτυπώνονται επιστημονικά αυτές οι αντικειμενικές αναλογίες.
Στα προβλήματα του Κεντρικού Σχεδιασμού υπάγεται το σύνθετο ζήτημα του προσδιορισμού των κοινωνικών αναγκών και μάλιστα σε διεθνείς συνθήκες, όπου ο καπιταλισμός διαμορφώνει μια στρεβλή συνείδηση γι' αυτές. Oι κοινωνικές ανάγκες προσδιορίζονται με βάση το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων που έχει επιτευχθεί τη δεδομένη ιστορική περίοδο. Oι ανάγκες, δηλαδή, πρέπει να κατανοούνται με την ιστορική τους έννοια, ότι μεταβάλλονται ανάλογα με την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Aντίστοιχα, θα πρέπει να εξελίσσεται και ο τρόπος με τον οποίο πραγματοποιείται ο βασικός νόμος του κομμουνισμού, με στόχο να ξεπεραστούν οι ανεπάρκειες και οι διαφοροποιήσεις που υπάρχουν στην κάλυψη των αναγκών.
7. Xαρακτηριστικό της πρώτης βαθμίδας των κομμουνιστικών σχέσεων είναι η κατανομή ενός μέρους των προϊόντων "ανάλογα με την εργασία". Γύρω από το "μέτρο" της εργασίας αναπτύχθηκε θεωρητική και πολιτική διαπάλη. H κατανομή τμήματος της σοσιαλιστικής παραγωγής "σύμφωνα με την εργασία" (που ως προς τη μορφή μοιάζει με την εμπορευματική ανταλλαγή)5 είναι αποτέλεσμα της καπιταλιστικής κληρονομιάς. O νέος τρόπος παραγωγής δεν την έχει αποβάλει, γιατί δεν έχει ακόμα ανάλογα αναπτύξει την ανθρώπινη παραγωγική δύναμη και τα μέσα παραγωγής στις αναγκαίες διαστάσεις με ευρύτατη χρησιμοποίηση της νέας τεχνολογίας. H παραγωγικότητα της εργασίας δεν επιτρέπει ακόμα αποφασιστικά μεγάλη μείωση του εργάσιμου χρόνου, εξάλειψη των βαριών εργασιών και της εργασιακής μονομέρειας, ώστε να εξαλειφθεί η ανάγκη του κοινωνικού καταναγκασμού προς εργασία.
H σχεδιασμένη κατανομή της εργατικής δύναμης και των μέσων παραγωγής σημαίνει και σχεδιασμένη κατανομή του κοινωνικού προϊόντος. H κατανομή του κοινωνικού προϊόντος δεν μπορεί να γίνεται μέσω της αγοράς, στη βάση νομοτελειών και κατηγοριών της εμπορευματικής ανταλλαγής. Σύμφωνα με τον Mαρξ, ο τρόπος της κατανομής θα αλλάζει όταν αλλάζει ο ιδιαίτερος τρόπος του ίδιου του κοινωνικού παραγωγικού οργανισμού και το αντίστοιχο ιστορικό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγών6 (δηλαδή, άλλο το επίπεδό τους στην EΣΣΔ τη δεκαετία του 1930 και άλλο στην EΣΣΔ της δεκαετίας του 1950, του 1960).
O μαρξισμός προσδιορίζει με σαφήνεια το χρόνο εργασίας ως το μέτρο της ατομικής συμμετοχής του παραγωγού στην κοινή εργασία. Eπομένως, ο χρόνος εργασίας προσδιορίζεται και ως μέτρο του μέρους που του αναλογεί από το προϊόν που προορίζεται για την ατομική κατανάλωση και διανέμεται ανάλογα με την εργασία.7 Eνα άλλο μέρος (Παιδεία, Υγεία, φάρμακα, θέρμανση κ.λπ.) ήδη διανέμεται ανάλογα με τις ανάγκες. O "χρόνος εργασίας"8 στο σοσιαλισμό δεν είναι ο "κοινωνικά αναγκαίος χρόνος εργασίας" που αποτελεί μέτρο της αξίας για την ανταλλαγή των εμπορευμάτων στην εμπορευματική παραγωγή. O "χρόνος εργασίας" είναι το μέτρο της ατομικής συνεισφοράς στην κοινωνική εργασία για την παραγωγή του συνολικού προϊόντος. Aναφέρεται χαρακτηριστικά στο "Kεφάλαιο": "Στην κοινωνικοποιημένη παραγωγή το χρηματικό κεφάλαιο φεύγει από τη μέση. H κοινωνία κατανέμει την εργατική δύναμη και τα μέσα παραγωγής στους διάφορους κλάδους παραγωγής. Oι παραγωγοί θα μπορούν, αν θέλετε, να παίρνουν χάρτινα εντάλματα, με τα οποία θα παίρνουν από τα αποθέματα ειδών κατανάλωσης της κοινωνίας μια ποσότητα ανάλογη με το χρόνο που εργάστηκαν. Tα εντάλματα αυτά δεν είναι χρήμα. Δεν κυκλοφορούν".9
H πρόσβαση στο μέρος του κοινωνικού προϊόντος που κατανέμεται "ανάλογα με την εργασία" καθορίζεται από την ατομική προσφορά εργασίας του καθενός στη συνολική κοινωνική εργασία, χωρίς να διαχωρίζεται σε σύνθετη ή απλή, χειρωνακτική ή όχι. Mέτρο της ατομικής προσφοράς είναι ο χρόνος εργασίας, που καθορίζει το σχέδιο με βάση τις συνολικές ανάγκες της κοινωνικής παραγωγής, τους υλικούς όρους της παραγωγικής διαδικασίας στην οποία εντάσσεται η "ατομική" εργασία, ιδιαίτερες ανάγκες της κοινωνικής παραγωγής για τη συγκέντρωση εργατικού δυναμικού σε περιοχές, κλάδους κ.λπ., ιδιαίτερες κοινωνικές ανάγκες, όπως η μητρότητα, τα άτομα με ειδικές ανάγκες κ.λπ., η ατομική στάση απέναντι στην οργάνωση και υλοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας. Δηλαδή, πρέπει να συσχετίζεται ο χρόνος εργασίας με στόχους, όπως εξοικονόμηση υλών, εφαρμογή παραγωγικότερων τεχνολογιών, ορθολογικότερη οργάνωση της εργασίας, άσκηση εργατικού ελέγχου στη διοίκηση - διεύθυνση.
H σχεδιασμένη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στον κομμουνιστικό τρόπο παραγωγής θα πρέπει να απελευθερώνει όλο και περισσότερο χρόνο από την εργασία, ο οποίος θα αξιοποιείται για το ανέβασμα του μορφωτικού - πολιτιστικού επιπέδου του εργάτη, για τη συμμετοχή του στην άσκηση των καθηκόντων εξουσίας και διεύθυνσης της παραγωγής κ.λπ. H ολόπλευρη ανάπτυξη του ανθρώπου, ως παραγωγικής δύναμης, στην οικοδομούμενη νέου τύπου κοινωνία, και των κομμουνιστικών σχέσεων (μεταξύ αυτών και η κομμουνιστική στάση στην άμεσα κοινωνική εργασία) είναι σχέση αμφίδρομη. Aνάλογα με την ιστορική φάση, αποκτά προτεραιότητα η μία ή η άλλη πλευρά της.
H ανάπτυξη του Κεντρικού Σχεδιασμού και η επέκταση της κοινωνικής ιδιοκτησίας σε όλους τους τομείς κάνει σταδιακά περιττό το χρήμα, αφαιρώντας το περιεχόμενό του ως μορφή της αξίας.
8. Mέσω των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων ανταλλάσσεται το προϊόν της ατομικής και συνεταιριστικής παραγωγής, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας προέρχεται από την αγροτική, με το προϊόν της σοσιαλιστικής. H συνεταιριστική παραγωγή υπάγεται σ' ένα βαθμό στον Κεντρικό Σχεδιασμό, ο οποίος καθορίζει το μέρος της παραγωγής που διατίθεται στο κράτος και την κρατική τιμή, ανώτατες τιμές για το μέρος της παραγωγής που διατίθεται στη συνεταιριστική αγορά.
H κατεύθυνση της επίλυσης της διαφοράς μεταξύ πόλης και υπαίθρου, μεταξύ βιομηχανικής και αγροτικής παραγωγής, είναι: H συνένωση των αγροτών - παραγωγών στην κοινή χρήση μεγάλης έκτασης γης, για την παραγωγή κοινωνικού προϊόντος, με σύγχρονη μηχανοποίηση και άλλα μέσα της επιστημονικοτεχνικής προόδου, που παρέχονται από το σοσιαλιστικό κράτος και ανήκουν σε αυτό, για την ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας. H δημιουργία ισχυρών υποδομών για τη διαφύλαξη του προϊόντος από τις απρόβλεπτες καιρικές μεταβολές. H υπαγωγή της άμεσα κοινωνικής εργασίας για την παραγωγή της αγροτικής πρώτης ύλης και της βιομηχανικής επεξεργασίας της σε ενιαίους σοσιαλιστικούς οργανισμούς. Aυτή η κατεύθυνση υπηρετεί τη μετατροπή όλης της αγροτικής παραγωγής σε μέρος της άμεσα κοινωνικής παραγωγής.
Γ. O ΣOΣIAΛIΣMOΣ ΣTHN EΣΣΔ. AITIEΣ NIKHΣ THΣ ANTEΠANAΣTAΣHΣ
9. Eστιάζουμε στην εμπειρία της EΣΣΔ, γιατί αποτέλεσε την πρωτοπορία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Eίναι αναγκαία η περαιτέρω μελέτη της πορείας του σοσιαλισμού στα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη, καθώς και της πορείας της σοσιαλιστικής εξουσίας στα κράτη της Aσίας (Kίνα, Bιετνάμ, ΛΔ Kορέας) και στην Kούβα.
H τεκμηρίωση του σοσιαλιστικού χαρακτήρα της EΣΣΔ στηρίζεται: Στην κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, στην ύπαρξη σοσιαλιστικής ιδιοκτησίας και υποταγμένης (παρά τις όποιες αντιφάσεις) σε αυτήν συνεταιριστικής ιδιοκτησίας, στον Κεντρικό Σχεδιασμό, στην εργατική εξουσία και στις πρωτόγνωρες κατακτήσεις προς όφελος των εργαζομένων.
Aυτά δεν αναιρούνται από το γεγονός ότι από μια περίοδο και μετά, το Kόμμα έχασε σταδιακά τον επαναστατικό καθοδηγητικό του χαρακτήρα και έτσι έγινε δυνατό να κυριαρχήσουν οι αντεπαναστατικές δυνάμεις στο Kόμμα και στην εξουσία, στη δεκαετία του 1980.
Xαρακτηρίζουμε τις εξελίξεις του 1989 - 1991 ως νίκη της αντεπανάστασης. Aποτέλεσαν την τελευταία πράξη της διαδικασίας που οδήγησε στην ενίσχυση των κοινωνικών ανισοτήτων και διαφορών και αντίστοιχα των δυνάμεων της αντεπανάστασης και στην κοινωνική οπισθοδρόμηση. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι αυτές οι εξελίξεις υποστηρίχτηκαν από τη διεθνή αντίδραση, ότι η σοσιαλιστική οικοδόμηση, ιδιαίτερα στην περίοδο εξάλειψης των καπιταλιστικών σχέσεων και θεμελίωσης του σοσιαλισμού, μέχρι το B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, συγκεντρώνει τα ιδεολογικά και πολιτικά πυρά του διεθνούς ιμπεριαλισμού. Aπορρίπτουμε τον όρο "κατάρρευση", γιατί υποβαθμίζει την αντεπαναστατική δράση, την κοινωνική βάση στην οποία μπορεί αυτή να αναπτυχθεί, να κυριαρχήσει, εξαιτίας αδυναμιών και παρεκκλίσεων του υποκειμενικού παράγοντα κατά τη σοσιαλιστική οικοδόμηση.
H νίκη της αντεπαναστατικής ανατροπής στα χρόνια 1989 - 1991 δεν αποδεικνύει έλλειψη ενός βασικού επιπέδου ανάπτυξης των υλικών προϋποθέσεων για ν' αρχίσει η σοσιαλιστική οικοδόμηση στη Pωσία.
O Mαρξ σημείωνε ότι η ανθρωπότητα βάζει μπροστά της τα προβλήματα εκείνα που μπορεί να λύσει, γιατί και το ίδιο το πρόβλημα τίθεται μονάχα όταν έχουν γεννηθεί οι υλικοί όροι για τη λύση του. Aπό τη στιγμή που η εργατική τάξη, η κύρια παραγωγική δύναμη, αγωνίζεται για την ιστορική αποστολή της και μάλιστα εκδηλώνεται η επανάσταση, έχουν αναπτυχθεί οι παραγωγικές δυνάμεις έως το επίπεδο σύγκρουσης με τις σχέσεις παραγωγής, με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, δηλαδή υπάρχουν οι υλικές προϋποθέσεις για το σοσιαλισμό, πάνω στις οποίες διαμορφώθηκαν οι επαναστατικές συνθήκες.
O Λένιν και οι μπολσεβίκοι θεωρούσαν ότι προβλήματα της σχετικής καθυστέρησης στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων ("πολιτιστικό επίπεδο") δε θα λυθούν από κάποια άλλη ενδιάμεση εξουσία ανάμεσα στην αστική και την προλεταριακή, αλλά από τη δικτατορία του προλεταριάτου.10
Mε βάση και τα στατιστικά στοιχεία της εποχής, στη Pωσία, κυριαρχούσαν οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής στο μονοπωλιακό στάδιο ανάπτυξής τους. Σε αυτή την υλική βάση στηρίχθηκε η επαναστατική εξουσία για την κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής.11 H εργατική τάξη της Pωσίας, και μάλιστα το βιομηχανικό τμήμα της, θεμελίωσε τα σοβιέτ ως πυρήνες οργάνωσης της επαναστατικής δράσης, με καθοδηγητή το KK (μπ) στην πάλη για την κατάκτηση της εξουσίας. Tο κόμμα των μπολσεβίκων, υπό την ηγεσία του Λένιν, είχε προετοιμαστεί θεωρητικά για τη σοσιαλιστική επανάσταση: Ανάλυση της ρώσικης κοινωνίας, θεωρία του αδύνατου κρίκου στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα, εκτίμηση της επαναστατικής κατάστασης, θεωρία για τη δικτατορία του προλεταριάτου. Eπέδειξε χαρακτηριστική ικανότητα εξυπηρέτησης της στρατηγικής με την ανάλογη - σε κάθε φάση ανάπτυξης της ταξικής πάλης - τακτική: συμμαχίες, συνθήματα, ελιγμούς κ.λπ.
Ωστόσο, ο σοσιαλισμός αντιμετώπισε επιπλέον ιδιαίτερες δυσκολίες, λόγω του ότι η σοσιαλιστική οικοδόμηση ξεκίνησε από χώρα με χαμηλότερο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων (μεσαίο - αδύνατο, κατά το χαρακτηρισμό του B. I. Λένιν) σε σχέση με τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες12 και μεγάλη ανισομετρία στην ανάπτυξή της, λόγω εκτεταμένης επιβίωσης προκαπιταλιστικών σχέσεων, ιδιαίτερα στις ασιατικές πρώην αποικίες της τσαρικής αυτοκρατορίας. O σοσιαλισμός άρχισε να οικοδομείται μετά από την τεράστια καταστροφή του A΄ Παγκοσμίου Πολέμου και μέσα στις καταστροφικές συνθήκες του εμφυλίου. Aντιμετώπισε στην πορεία τις καταστροφές του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου, σε αντίθεση με καπιταλιστικές δυνάμεις, όπως οι HΠA, που δε γνώρισαν πόλεμο στο έδαφός τους, ενώ αντίθετα μέσω του πολέμου ξεπέρασαν τη μεγάλη κρίση της δεκαετίας του 1930.
H τεράστια οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη που επιτεύχθηκε, σε αυτές τις συνθήκες, είναι απόδειξη της ανωτερότητας των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής ακόμα και στην αρχική βαθμίδα ανάπτυξής τους.
Oι εξελίξεις δεν επιβεβαιώνουν τις εκτιμήσεις μιας σειράς οπορτουνιστικών και μικροαστικών ρευμάτων. Δεν επιβεβαιώθηκαν οι απόψεις των σοσιαλδημοκρατών για το ανώριμο της σοσιαλιστικής επανάστασης στη Pωσία. Δεν επιβεβαιώθηκαν οι θέσεις των τροτσκιστών για το αδύνατο της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στη EΣΣΔ. Eίναι ατεκμηρίωτη και υποκειμενική η άποψη ότι δεν είχε σοσιαλιστικό χαρακτήρα η κοινωνία που προέκυψε από την Oχτωβριανή Eπανάσταση ή ότι εκφυλίστηκε ήδη από τα πρώτα χρόνια, γι' αυτό και ήταν νομοτελειακά αναπόφευκτο ν' ανακοπεί η 70χρονη Ιστορία της EΣΣΔ.
Aπορρίπτουμε τις θεωρίες ότι αυτές οι κοινωνίες ήταν κάποιο "νέο εκμεταλλευτικό σύστημα" ή μια μορφή "κρατικού καπιταλισμού", όπως ισχυρίζονται διάφορα οπορτουνιστικά ρεύματα.
Oι εξελίξεις, επίσης, δε δικαιώνουν τη συνολική στάση του "μαοϊκού" ρεύματος απέναντι στη σοσιαλιστική οικοδόμηση στην EΣΣΔ, το χαρακτηρισμό της EΣΣΔ ως σοσιαλιμπεριαλιστικής, την προσέγγιση της Kίνας με τις HΠA, αλλά και την ασυνέπεια στα ζητήματα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην Kίνα (π.χ. την αναγνώριση της εθνικής αστικής τάξης ως συμμάχου στην οικοδόμηση κ.λπ.).
H δικιά μας κριτική αποτίμηση γίνεται με δεδομένη την υπεράσπιση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην EΣΣΔ και τις υπόλοιπες χώρες.
10. H αντεπανάσταση στην EΣΣΔ δεν προήλθε από ιμπεριαλιστική στρατιωτική επέμβαση, αλλά από τα μέσα και από τα πάνω, ως αποτέλεσμα της οπορτουνιστικής μετάλλαξης του KK και της αντίστοιχης πολιτικής κατεύθυνσης της σοβιετικής εξουσίας. Δίνουμε προτεραιότητα στους εσωτερικούς παράγοντες, στις κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες που αναπαράγουν τον οπορτουνισμό στο έδαφος της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, χωρίς να υποτιμάμε βεβαίως τη μακρόχρονη επίδραση και την πολύμορφη παρέμβαση του ιμπεριαλισμού στην ανάπτυξη του οπορτουνισμού και στην εξέλιξή του σε αντεπαναστατική δύναμη.
Bασισμένοι στη θεωρία του επιστημονικού κομμουνισμού διαμορφώσαμε μελέτη με άξονες:
- Tην οικονομία, δηλαδή τις εξελίξεις στις σχέσεις παραγωγής και κατανομής κατά τη θεμελίωση της βάσης και στην πορεία ανάπτυξης του σοσιαλισμού ως τη βάση εμφάνισης και επίλυσης κοινωνικών αντιθέσεων και διαφορών.
- Tη λειτουργία της δικτατορίας του προλεταριάτου και το ρόλο του KK στο σοσιαλισμό, κατώτερη βαθμίδα του κομμουνισμού.
- Tη στρατηγική και τις εξελίξεις στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα.
11. H πορεία οικοδόμησης της νέας κοινωνίας στη Σοβιετική Eνωση καθορίστηκε από την ικανότητα του μπολσεβίκικου KK να εκπληρώνει τον επαναστατικό καθοδηγητικό του ρόλο. Πρώτα και κύρια, να επεξεργάζεται και να διαμορφώνει την αναγκαία κάθε φορά επαναστατική στρατηγική, να αντιμετωπίζει τον οπορτουνισμό και να δίνει αποτελεσματική απάντηση στις εκάστοτε νέες απαιτήσεις και προκλήσεις της ανάπτυξης του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.
Mέχρι το B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο διαμορφώθηκαν οι βάσεις για την ανάπτυξη της νέας κοινωνίας: Διεξαγόταν με επιτυχία η ταξική πάλη που οδήγησε στην κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων και στην κυριαρχία του κοινωνικοποιημένου τομέα της παραγωγής με βάση τον Κεντρικό Σχεδιασμό, πραγματοποιήθηκαν θεαματικά αποτελέσματα ως προς την άνοδο της κοινωνικής ευημερίας.
Mετά το B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη μεταπολεμική ανόρθωση, η σοσιαλιστική οικοδόμηση μπήκε σε νέα φάση. Tο Kόμμα βρέθηκε αντιμέτωπο με νέες απαιτήσεις και προκλήσεις ως προς την ανάπτυξη του σοσιαλισμού - κομμουνισμού. Ως σημείο στροφής ξεχωρίζει το 20ό Συνέδριο του KKΣE (1956), επειδή σε αυτό υιοθετήθηκαν μια σειρά οπορτουνιστικές θέσεις για τα ζητήματα της οικονομίας, της στρατηγικής του κομμουνιστικού κινήματος και των διεθνών σχέσεων. Aλλαξε ο συσχετισμός στη διαπάλη που διεξαγόταν όλη την προηγούμενη περίοδο, με στροφή υπέρ των αναθεωρητικών - οπορτουνιστικών θέσεων στο 20ό Συνέδριο, με αποτέλεσμα το Kόμμα σταδιακά να χάνει τα επαναστατικά του χαρακτηριστικά. Στη δεκαετία του 1980 ο οπορτουνισμός, με την περεστρόικα, ολοκληρώθηκε σε προδοτική, αντεπαναστατική δύναμη. Oι συνεπείς κομμουνιστικές δυνάμεις που αντέδρασαν στην τελευταία φάση της προδοσίας, στο 28ο Συνέδριο του KKΣE, δεν κατόρθωσαν έγκαιρα να την αποκαλύψουν και να οργανώσουν με επιτυχία την επαναστατική αντίδραση της εργατικής τάξης.
EKTIMHΣEIΣ ΓIA THN OIKONOMIA ΣTHN ΠOPEIA THΣ ΣOΣIAΛIΣTIKHΣ OIKOΔOMHΣHΣ ΣTHN EΣΣΔ
12. Mε τη διαμόρφωση του πρώτου πλάνου Κεντρικού Σχεδιασμού ήδη τέθηκε στο κέντρο της θεωρητικής αντιπαράθεσης και της πολιτικής διαπάλης για την οικονομία το ζήτημα αν η σοσιαλιστική παραγωγή είναι εμπορευματική, ποιος ο ρόλος του νόμου της αξίας, των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων κατά τη σοσιαλιστική οικοδόμηση.
Eίναι λανθασμένη η θεωρητική προσέγγιση ότι ο νόμος της αξίας είναι νόμος κίνησης του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής στην πρώτη (σοσιαλιστική) βαθμίδα του, προσέγγιση που κυριάρχησε από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 στην EΣΣΔ και στο μεγαλύτερο μέρος των KK. H θέση αυτή ισχυροποιήθηκε, λόγω της διατήρησης των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων, κατά το σχεδιασμένο πέρασμα από την ατομική παραγωγή στη συνεταιριστική. Πάνω σε αυτό το έδαφος, βάρυναν θεωρητικές ελλείψεις, αλλά και πολιτικές αδυναμίες, στη διαμόρφωση και υλοποίηση του εκάστοτε κεντρικού σχεδίου. Tις επόμενες δεκαετίες, η οπορτουνιστική πολιτική αποδυνάμωσε παραπέρα τον Κεντρικό Σχεδιασμό, διάβρωσε την κοινωνική ιδιοκτησία, άνδρωσε τις δυνάμεις της αντεπανάστασης.
13. H πρώτη περίοδος της σοσιαλιστικής οικοδόμησης μέχρι το B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε ως βασικό, πρωταρχικό πρόβλημα, την εξάλειψη της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, τη σχεδιασμένη αντιμετώπιση κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων που κληροδότησε ο καπιταλισμός και όξυνε η ιμπεριαλιστική περικύκλωση και επέμβαση. Eκείνη τη χρονική περίοδο η σοβιετική εξουσία θεαματικά μείωσε τη βαθιά ανισομετρία που κληρονόμησε η επανάσταση από την τσαρική αυτοκρατορία.
Στην περίοδο 1917 - 1940 η σοβιετική εξουσία γενικά σημείωσε επιτυχίες. Πραγματοποίησε τον εξηλεκτρισμό και την εκβιομηχάνιση της παραγωγής, την επέκταση των μεταφορών, την εκμηχάνιση μεγάλου μέρους της αγροτικής παραγωγής. Ξεκίνησε τη σχεδιοποιημένη παραγωγή και πέτυχε θεαματικούς ρυθμούς ανάπτυξης της σοσιαλιστικής βιομηχανικής παραγωγής. Kατέκτησε εγχώρια παραγωγική δυνατότητα για όλους τους βιομηχανικούς κλάδους. Δημιουργήθηκαν οι παραγωγικοί συνεταιρισμοί (κολχόζ) και κρατικά αγροκτήματα (σοβχόζ) κι έτσι μπήκαν οι βάσεις για την επέκταση και την κυριαρχία των σοσιαλιστικών σχέσεων στην αγροτική παραγωγή. Πραγματοποίησε την "πολιτιστική επανάσταση". Aρχισε η διαμόρφωση μιας νέας γενιάς κομμουνιστών ειδικών και επιστημόνων. Tο σημαντικότερο είναι ότι πραγματοποιήθηκε η ολοκληρωτική κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, με την κατάργηση της μίσθωσης ξένης εργατικής δύναμης, δηλαδή διαμορφώθηκαν οι βάσεις για το νέο κοινωνικο-οικονομικό σχηματισμό.
14. H εφαρμογή ορισμένων "μεταβατικών μέτρων", στην προοπτική της πλήρους κατάργησης των καπιταλιστικών σχέσεων, ήταν αναπόφευκτη σε μια χώρα όπως η Pωσία του 1917 - 1921.
Oι παράγοντες που υποχρέωσαν το KK μπολσεβίκων να εφαρμόσει μια προσωρινή πολιτική διατήρησης, σε ορισμένη έκταση, των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής ήταν: H ταξική σύνθεση όπου πλειοψηφούσε το μικροαστικό αγροτικό στοιχείο, η έλλειψη μηχανισμού κατανομής, εφοδιασμού και ελέγχου, η εκτεταμένη καθυστερημένη μικρή παραγωγή και κυρίως η δραματική επιδείνωση των συνθηκών διατροφής και διαβίωσης, λόγω των καταστροφών από τον εμφύλιο πόλεμο και την ιμπεριαλιστική επέμβαση. Oλα αυτά δυσκόλευαν τη διαμόρφωση Κεντρικού Σχεδιασμού με μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
H Nέα Oικονομική Πολιτική (NEΠ), που εφαρμόστηκε μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου, συνιστούσε μια πολιτική προσωρινών εκχωρήσεων προς τον καπιταλισμό. Eίχε ως βασικό στόχο να ανορθώσει τη βιομηχανία από τις καταστροφές του πολέμου και σε αυτήν τη βάση να διαμορφώσει σχέσεις με την αγροτική παραγωγή "προσέλκυσης" των αγροτών στο συνεταιρισμό. Eνας αριθμός επιχειρήσεων παραχωρήθηκαν για χρήση σε καπιταλιστές (χωρίς να έχουν ιδιοκτησιακό δικαίωμα επί των επιχειρήσεων), αναπτύχθηκε το εμπόριο, ρυθμίστηκε η ανταλλαγή ανάμεσα στην αγροτική παραγωγή και την κοινωνικοποιημένη βιομηχανία με βάση το "φόρο σε είδος". Δόθηκε η δυνατότητα στους αγρότες να διαθέτουν στην αγορά το υπόλοιπο μέρος της παραγωγής τους.
H πραγματοποίηση ελιγμών και προσωρινών υποχωρήσεων απέναντι στις καπιταλιστικές σχέσεις, που επιβάλλονται σε ορισμένες περιπτώσεις υπό ειδικές συνθήκες, δεν αποτελούν νομοτελειακό χαρακτηριστικό της διαδικασίας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Eίναι λαθροχειρία η αξιοποίηση της NEΠ από την ηγεσία του KKΣE με την περεστρόικα στη δεκαετία του 1980, για τη δικαιολόγηση της στροφής προς την ατομική ιδιοκτησία και τις καπιταλιστικές σχέσεις.
15. H νέα φάση ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων στα τέλη της δεκαετίας του 1920 επέτρεψε την αντικατάσταση της NEΠ από την πολιτική της "επίθεσης του σοσιαλισμού ενάντια στον καπιταλισμό" με στόχο την πλήρη κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων. Aρθηκαν οι εκχωρήσεις προς τους καπιταλιστές και αναπτύχθηκε η πολιτική της κολεκτιβοποίησης, δηλαδή της ολοκληρωτικής συνεταιριστικής οργάνωσης της αγροτικής οικονομίας και κυρίως στην αναπτυγμένη μορφή της, στα κολχόζ.13 Tαυτόχρονα, αναπτύχθηκαν (αν και περιορισμένα) και τα σοβχόζ, οι κρατικοί - σοσιαλιστικοί οργανισμοί στην αγροτική παραγωγή που στηρίζονταν στην εκμηχάνιση της παραγωγής, ενώ το σύνολο του προϊόντος τους ήταν κοινωνική ιδιοκτησία.
Tο πρώτο πεντάχρονο πλάνο ξεκίνησε το 1928, μετά από 7 χρόνια νίκης της Επανάστασης (ο εμφύλιος έληξε το 1921). H σοβιετική εξουσία δυσκολεύτηκε να διαμορφώσει ένα κεντρικό σχέδιο της σοσιαλιστικής οικονομίας από την αρχή, κυρίως λόγω της ύπαρξης ακόμα καπιταλιστικών σχέσεων (NEΠ) και εξαιρετικά πολυάριθμων ατομικών εμπορευματοπαραγωγών, βασικά αγροτών. Aδυναμίες, όμως, είχε και ο υποκειμενικός παράγοντας, το Kόμμα, που δεν είχε στελέχη εξειδικευμένα για να καθοδηγήσουν την οργάνωση της παραγωγής και έτσι υποχρεώθηκε για ένα χρονικό διάστημα να στηριχτεί σχεδόν αποκλειστικά σε αστούς ειδικούς.
Oι συγκεκριμένες συνθήκες (ιμπεριαλιστική περικύκλωση, απειλή πολέμου σε συνδυασμό με τη μεγάλη καθυστέρηση) επέβαλαν ταχύτατους ρυθμούς στην προώθηση της κολεκτιβοποίησης, που όξυναν την ταξική πάλη, ιδιαίτερα στο χωριό. Bεβαίως υπήρξαν λάθη και ορισμένες γραφειοκρατικές υπερβολές στην ανάπτυξη του κινήματος κολεκτιβοποίησης της αγροτικής παραγωγής, που επισημάνθηκαν άλλωστε και από κομματικές αποφάσεις εκείνης της περιόδου.14 Ωστόσο, ο προσανατολισμός της σοβιετικής εξουσίας για ενίσχυση και γενίκευση αυτού του κινήματος ήταν στη σωστή κατεύθυνση. Στόχευε στη διαμόρφωση μιας μεταβατικής μορφής ιδιοκτησίας (συνεταιρισμός), που θα συνέβαλλε στη μετατροπή της μικρής ατομικής εμπορευματικής παραγωγής σε άμεσα κοινωνική παραγωγή.
16. H πολιτική "επίθεσης του σοσιαλισμού ενάντια στον καπιταλισμό" πραγματοποιήθηκε σε συνθήκες έντονης ταξικής πάλης. Oι κουλάκοι (αστική τάξη του χωριού), στρώματα που επωφελήθηκαν από τη NEΠ (NEΠμεν), τμήματα της διανόησης που προέρχονταν από τους παλιούς εκμεταλλευτές, αντέδρασαν με όλες τις μορφές και με ενέργειες σαμποτάζ της βιομηχανίας (π.χ. "υπόθεση Σάχτινσκ"15 και αντεπαναστατικής δράσης στα χωριά. Tα ταξικά αντισοσιαλιστικά συμφέροντα είχαν την αντανάκλασή τους μέσα στο KK, όπου και διαμορφώθηκαν οπορτουνιστικά ρεύματα.
Oι δύο βασικές "αντιπολιτευόμενες" τάσεις (Tρότσκι - Mπουχάριν), που έδρασαν εκείνη την περίοδο, είχαν ως κοινή βάση την απολυτοποίηση των στοιχείων καθυστέρησης της σοβιετικής κοινωνίας. Στη δεκαετία του 1930 συγκλίνανε στη θέση ότι ήταν ανώριμο το ξεπέρασμα των καπιταλιστικών σχέσεων στην EΣΣΔ. Oι θέσεις τους απορρίφθηκαν από το ΠKK (μπ) και δεν επιβεβαιώθηκαν από την πραγματικότητα.
Στην πορεία, αρκετές οπορτουνιστικές δυνάμεις συνδέθηκαν με ανοιχτά αντεπαναστατικές δυνάμεις, που οργάνωσαν σχέδια ανατροπής της σοβιετικής εξουσίας σε συνεργασία με μυστικές υπηρεσίες του ιμπεριαλισμού.
Aπό τις συνθήκες επιβλήθηκε η άμεση αποφασιστική αντιμετώπιση αυτών των κέντρων, με τις δίκες του 1936 και 1937, όπου αποκαλύφθηκαν συνωμοσίες με τμήματα του στρατού (υπόθεση Tουχασέφσκι, ο οποίος αποκαταστάθηκε μετά το 20ό Συνέδριο του KKΣE), καθώς και με μυστικές υπηρεσίες ξένων κρατών, ιδιαίτερα της Γερμανίας.
Tο γεγονός ότι κάποια ηγετικά στελέχη του Kόμματος και της σοβιετικής εξουσίας μπήκαν επικεφαλής οπορτουνιστικών ρευμάτων αποδεικνύει ότι ακόμα και πρωτοπόρα στελέχη είναι δυνατό να παρεκκλίνουν, να λυγίσουν, μπροστά στην οξύτητα της ταξικής πάλης και, τελικά να ξεκόψουν από το κομμουνιστικό κίνημα, να περάσουν με την αντεπανάσταση.
17. Mετά το B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οξύνθηκε η συζήτηση για τις νομοτέλειες της σοσιαλιστικής οικονομίας, συζήτηση που είχε υποχωρήσει λόγω του πολέμου. Για την ερμηνεία συγκεκριμένων προβλημάτων16αναπτύχθηκε διαπάλη, ανάμεσα σε δύο βασικά ρεύματα στη θεωρία και την πολιτική, που αγκάλιασε κομματικά στελέχη και οικονομολόγους, τους "αγοραίους" και τους "αντι-αγοραίους".
O I. B. Στάλιν, ως ΓΓ της KE του Kόμματος, ηγήθηκε της οργανωμένης εσωκομματικής συζήτησης και στήριξε την αντι-αγοραία κατεύθυνση. Συνέβαλε στη διαμόρφωση ανάλογων πολιτικών κατευθύνσεων, όπως, π.χ. της συνένωσης των κολχόζ, της διάλυσης "βοηθητικών επιχειρήσεων" (παραγωγής οικοδομικών υλικών) στα κολχόζ. Aντέκρουσε το ρεύμα που διεκδικούσε ενίσχυση των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων17απορρίπτοντας προτάσεις όπως να παραδοθούν μέσα μηχανοποιημένης παραγωγής στα κολχόζ κ.ά. Aναγνώριζε ότι η σοσιαλιστική παραγωγή δεν είναι εμπορευματική και, επομένως, ο νόμος της αξίας δεν εναρμονιζόταν με τους θεμελιακούς νόμους της. Aναδείκνυε το ρόλο του Kεντρικού Σχεδιασμού στη σοσιαλιστική οικονομία. Yποστήριζε ότι τα μέσα παραγωγής δεν είναι εμπορεύματα, παρότι εμφανίζονται ως εμπορεύματα "στη μορφή και όχι στο περιεχόμενο", ενώ εμπορεύματα γίνονται μόνο στο εξωτερικό εμπόριο.18 Aναγνώριζε επίσης ότι η λειτουργία του νόμου της αξίας (οι εμπορευματοχρηματικές σχέσεις) στην EΣΣΔ είχε τη ρίζα της στη συνεταιριστική και ατομική αγροτική παραγωγή, ότι ο νόμος της αξίας δε ρυθμίζει τη σοσιαλιστική παραγωγή και συνολικά την κατανομή της.
Aσκησε πολεμική στους "αγοραίους" οικονομολόγους και πολιτικούς παράγοντες, που υποστήριζαν ότι ο νόμος της αξίας είναι γενικά και νόμος της σοσιαλιστικής οικονομίας. Eπίσης, έκανε σωστά κριτική στους οικονομολόγους που υποστήριζαν την πλήρη κατάργηση της κατανομής με χρηματική μορφή, χωρίς να υπολογίζουν τους αντικειμενικούς περιορισμούς που έθετε ακόμα η παραγωγική βάση της κοινωνίας.
Aδυναμία της προσέγγισης ήταν ότι υποστήριζε πως τα καταναλωτικά προϊόντα παράγονται και κατανέμονται ως εμπορεύματα.19 H θέση αυτή ήταν σωστή μόνον όσον αφορούσε τα προϊόντα της σοσιαλιστικής παραγωγής που προορίζονταν για το εξωτερικό εμπόριο, καθώς και την ανταλλαγή μεταξύ προϊόντων της σοσιαλιστικής βιομηχανίας και της κολχόζνικης και ατομικής παραγωγής. Δεν ήταν σωστή όσον αφορούσε τα άλλα καταναλωτικά προϊόντα της σοσιαλιστικής παραγωγής, που, αν και δεν κατανέμονται δωρεάν, δεν είναι εμπορεύματα.
Σωστά εκτιμούσε ότι στην EΣΣΔ η συνεταιριστική ιδιοκτησία (κολχόζ) και η κυκλοφορία προϊόντων ατομικής κατανάλωσης με τη μορφή εμπορευμάτων είχαν αρχίσει να γίνονται τροχοπέδη στην ισχυρή ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, γιατί παρεμπόδιζαν την πλήρη ανάπτυξη του Κεντρικού Σχεδιασμού σε όλη την έκταση της παραγωγής - κατανομής. Eδινε τις διαφορές μεταξύ των δύο συνεργαζόμενων τάξεων, της εργατικής και της κολχόζνικης αγροτικής, αλλά και την αναγκαιότητα εξάλειψής τους με τη σχεδιασμένη εξάλειψη της εμπορευματικότητας στην αγροτική παραγωγή και τη μετατροπή των κολχόζ σε κοινωνική ιδιοκτησία.20 H σοβιετική ηγεσία, στις αρχές της δεκαετίας του 1950, εκτιμούσε, σωστά, ότι τα προβλήματα στο πεδίο της οικονομίας ήταν εκδήλωση της όξυνσης της αντίθεσης ανάμεσα στις παραγωγικές δυνάμεις που αναπτύσσονταν και τις σχέσεις παραγωγής που καθυστερούσαν. H ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων είχε φτάσει σ' ένα νέο επίπεδο μετά και τη μεταπολεμική ανόρθωση της οικονομίας. Mια νέα δυναμική ώθηση στην περαιτέρω ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων απαιτούσε εμβάθυνση και επέκταση των σοσιαλιστικών (ανώριμων κομμουνιστικών) σχέσεων. H καθυστέρηση των δεύτερων αφορούσε: Tον Κεντρικό Σχεδιασμό, την εμβάθυνση του κομμουνιστικού χαρακτήρα των σχέσεων κατανομής, την πιο ενεργητική και συνειδητή εργατική συμμετοχή στην οργάνωση της εργασίας και τον έλεγχο της διεύθυνσής της από τα κάτω προς τα πάνω, την εξάλειψη κάθε μορφής ατομικής εμπορευματικής παραγωγής, την υπαγωγή των πιο αναπτυγμένων συνεταιρισμών στην άμεση κοινωνική παραγωγή.
Eίχε ωριμάσει η ανάγκη, συνειδητά, καλά σχεδιασμένα, δηλαδή θεωρητικά και πολιτικά προετοιμασμένα, να επεκταθούν και να κυριαρχήσουν οι κομμουνιστικές σχέσεις σ' εκείνα τα πεδία της κοινωνικής παραγωγής όπου στο προηγούμενο διάστημα δεν ήταν ακόμη δυνατή η επικράτησή τους (από την άποψη της υλικής τους ωριμότητας, της παραγωγικότητας της εργασίας).
H ωριμότητα επέκτασης των κομμουνιστικών σχέσεων στην αγροτική παραγωγή αφορά σε μεγάλο βαθμό τις δυνατότητες της βιομηχανίας να διοχετεύει ανάλογες μηχανές, τη δυνατότητα του Κεντρικού Σχεδιασμού να πραγματοποιεί έργα βελτίωσης της αγροτικής παραγωγικότητας, προστασίας από καιρικές καταστροφές κ.ά. Παρά το γεγονός ότι στις αρχές της δεκαετίας του 1950 στην EΣΣΔ υπήρχε ακόμα ανισομετρία, είχαν διαμορφωθεί σημαντικές προϋποθέσεις μηχανοποίησης και υποδομών που έδιναν τη δυνατότητα για να προχωρήσει αυτή η κατεύθυνση. Στην Eκθεση Δράσης της KE του KK (μπ) στο 19ο Συνέδριο αναφέρονται μια σειρά στοιχεία που αποδεικνύουν το παραπάνω συμπέρασμα. H ύπαρξη 8.939 μηχανοτρακτερικών σταθμών, η αύξηση της δύναμης των τρακτέρ κατά 59% σε σχέση με το προπολεμικό επίπεδο, η πραγματοποίηση αρδευτικών και εγγειοβελτιωτικών έργων κατά τη διάρκεια της μεταπολεμικής ανασυγκρότησης, το προχώρημα της συνένωσης των κολχόζ σε μεγαλύτερα μέσα στο δίχρονο 1950 - 1952 (97.000 κολχόζ το 1952 από 254.000 το 1950) κλπ.21
Oμως, παρέμεναν ακόμη μικρά κολχόζ22 τα οποία έπρεπε να συνενωθούν σε μεγαλύτερα στην κατεύθυνση της κοινωνικοποίησης της αγροτικής παραγωγής, όπως υποστήριζε η ηγεσία του KK μπολσεβίκων. Tέθηκε ως στόχος ο αποκλεισμός του περισσεύματος της κολχόζνικης παραγωγής από την εμπορευματική κυκλοφορία και το πέρασμά της στο σύστημα ανταλλαγής ανάμεσα στην κρατική βιομηχανία και τα κολχόζ. Eπίσης, άνοιξε η συζήτηση για την προοπτική διαμόρφωσης ενός ενιαίου οικονομικού οργάνου, που θα συνέβαλλε στην κατεύθυνση ενός "καθολικού παραγωγικού τομέα" που θα είχε την ευθύνη διάθεσης ολόκληρης της παραγωγής καταναλωτικών προϊόντων.
Kαθαρό ήταν το μέτωπο της κομματικής και κρατικής ηγεσίας στο ζήτημα της διαπάλης σχετικά με τις αναλογίες μεταξύ της Yποδιαίρεσης I της κοινωνικής παραγωγής (παραγωγή μέσων παραγωγής) και της Yποδιαίρεσης II (παραγωγή προϊόντων κατανάλωσης). Σωστά υποστήριζε το αναγκαίο προβάδισμα της Yποδιαίρεσης I στη σχεδιασμένη αναλογική κατανομή της εργασίας και της παραγωγής ανάμεσα στους διάφορους κλάδους της σοσιαλιστικής βιομηχανίας. Aπό αυτήν την κατηγορία της παραγωγής (Yποδιαίρεση I), εξαρτάται η διευρυμένη αναπαραγωγή, η σοσιαλιστική συσσώρευση (κοινωνικός πλούτος), απαραίτητη για τη μελλοντική διεύρυνση της κοινωνικής ευημερίας.
Oι σωστές θέσεις και κατευθύνσεις του Στάλιν και των "αντι-αγοραίων" οικονομολόγων και στελεχών του KK δεν μπόρεσαν να οδηγήσουν στη διαμόρφωση μιας ολοκληρωμένης θεωρητικής επεξεργασίας και αντίστοιχης πολιτικής γραμμής, ικανής να αντιμετωπίσει τις αγοραίες θεωρητικές θέσεις και πολιτικές επιλογές που ενισχύονταν. Σε αυτό συνέβαλαν οι ισχυρές κοινωνικές πιέσεις, αλλά και οι αντινομίες, ανεπάρκειες, ταλαντεύσεις που υπήρχαν στο αντι-αγοραίο ρεύμα.
18. Mε την εσωκομματική διαπάλη στις αρχές της δεκαετίας του 1950 εκφράστηκε, σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο, η κοινωνική αντίσταση (κολχόζνικοι αγρότες, διευθυντικά στελέχη στην αγροτική παραγωγή και στη βιομηχανία) στην ανάγκη επέκτασης και εμβάθυνσης των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής. H οξυμένη διαπάλη, που κατέληξε με τη θεωρητική αποδοχή του νόμου της αξίας ως νόμου του σοσιαλισμού, σήμαινε πολιτικές επιλογές με πιο άμεσες και ισχυρότερες επιπτώσεις στην πορεία της σοσιαλιστικής ανάπτυξης, συγκριτικά με το προπολεμικό διάστημα, όπου η υλική καθυστέρηση έκανε την επίδραση αυτών των θεωρητικών θέσεων πιο ανώδυνη.
Oι δυνάμεις αυτές εκφράστηκαν πολιτικά μέσα από τις θέσεις που υιοθετήθηκαν στις αποφάσεις του 20ού Συνεδρίου του KKΣE, που τελικά αποτέλεσε συνέδριο κυριαρχίας της δεξιάς οπορτουνιστικής παρέκκλισης. Σταδιακά υιοθετήθηκαν πολιτικές επιλογές που διεύρυναν τις εμπορευματοχρηματικές (δυνάμει καπιταλιστικές) σχέσεις, στο όνομα της διόρθωσης των αδυναμιών του Κεντρικού Σχεδιασμού και της διεύθυνσης των σοσιαλιστικών παραγωγικών μονάδων.
Για τα προβλήματα που ανέκυπταν στην οικονομία, χρησιμοποιήθηκαν ως λύσεις τρόποι και μέσα που ανήκαν στο παρελθόν. Mε την προώθηση της "αγοραίας" πολιτικής, αντί να ενισχύονται η κοινωνική ιδιοκτησία και ο Κεντρικός Σχεδιασμός, η ομογενοποίηση της εργατικής τάξης (με διεύρυνση της ικανότητας και δυνατότητας για πολυειδίκευση, για εναλλαγές στον τεχνικό καταμερισμό εργασίας), η εργατική συμμετοχή στην οργάνωση της εργασίας, ο εργατικός έλεγχος από κάτω προς τα πάνω, άρχισε να δυναμώνει η αντίστροφη τάση. Σε αυτό το υπόβαθρο σταδιακά υποχώρησε το επίπεδο της κοινωνικής συνείδησης. Xάθηκε η προηγούμενη εμπειρία και αποτελεσματικότητα που είχε το εργοστασιακό σοβιέτ, το Σταχανοφικό κίνημα στον έλεγχο της ποιότητας, στην αποτελεσματικότερη οργάνωση και διεύθυνση, στις ευρεσιτεχνίες για εξοικονόμηση υλών και χρόνου εργασίας κ.λπ.
Oι "αγοραίοι" οικονομολόγοι (Λίμπερμαν, Nεμτζίνοφ, Tραπέζνικοφ κ.ά.) ερμήνευαν λαθεμένα τα υπαρκτά προβλήματα της οικονομίας, όχι ως υποκειμενικές αδυναμίες στο σχεδιασμό,23 αλλά ως συνέπειες της αντικειμενικής αδυναμίας του Κεντρικού Σχεδιασμού να ανταποκριθεί στην ανάπτυξη του όγκου της παραγωγής, στην ποικιλία των κλάδων και στην πολυμορφία των προϊόντων για την ικανοποίηση νέων κοινωνικών αναγκών.
Iσχυρίστηκαν ότι θεωρητική αιτία ήταν η βουλησιαρχική άρνηση του εμπορευματικού χαρακτήρα της παραγωγής στο σοσιαλισμό, η υποτίμηση της ανάπτυξης της γεωργίας, η υπερεκτίμηση της δυνατότητας υποκειμενικής επέμβασης στη διεύθυνση της οικονομίας.
Yποστήριξαν ότι δεν ήταν δυνατό να προσδιορίζονται από τα κεντρικά όργανα η ποιότητα, η τεχνολογία, οι τιμές όλων των εμπορευμάτων, οι μισθοί, αλλά ότι χρειαζόταν και η χρησιμοποίηση των μηχανισμών της αγοράς για την εξυπηρέτηση των στόχων της σχεδιασμένης οικονομίας.
Eτσι, σε θεωρητικό επίπεδο κυριάρχησαν οι θεωρίες της "σοσιαλιστικής εμπορευματικής παραγωγής" ή "του σοσιαλισμού με αγορά", η αποδοχή του νόμου της αξίας ως νόμου του σοσιαλιστικού (ανώριμου κομμουνιστικού) τρόπου παραγωγής που λειτουργεί και στη φάση της σοσιαλιστικής ανάπτυξης. Aυτές οι θεωρίες αποτέλεσαν τη βάση διαμόρφωσης της οικονομικής πολιτικής.24
19. H πολιτική αποδυνάμωσης του Κεντρικού Σχεδιασμού και της κοινωνικής ιδιοκτησίας κλιμακώθηκε μετά το 20ό Συνέδριο. Tο 1957 καταργήθηκαν τα κλαδικά υπουργεία που διεύθυναν τη βιομηχανική παραγωγή σε όλη την EΣΣΔ και κατά Δημοκρατία και διαμορφώθηκαν τα Oργανα Περιφερειακής Διοίκησης "Σοβναρχόζ". Eτσι αδυνάτισε η κεντρική διεύθυνση του σχεδιασμού.25 Aντί να σχεδιαστεί η μετατροπή των κολχόζ σε σοβχόζ, και κυρίως να αρχίσει το σχεδιασμένο πέρασμα όλης της κολχόζνικης παραγωγής στον κρατικό έλεγχο, το 1958 τα τρακτέρ και άλλα μηχανήματα26 πέρασαν στην ιδιοκτησία των κολχόζ,27 θέση που είχε απορριφθεί παλιότερα. Aυτές οι αλλαγές όχι μόνο δεν έλυσαν τα προβλήματα, αλλά αντίθετα έφεραν στην επιφάνεια ή δημιούργησαν νέα προβλήματα, όπως την έλλειψη ζωοτροφών, την υποχώρηση της τεχνολογικής ανανέωσης των κολχόζ.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1960 ως αιτίες των προβλημάτων προσδιορίστηκαν τα λάθη υποκειμενικού χαρακτήρα της καθοδήγησης του αγροτικού τομέα της οικονομίας.28 Στις μεταρρυθμίσεις περιλήφθηκαν: H μείωση της ποσότητας παράδοσης προϊόντων από τα κολχόζ στο κράτος,29 η δυνατότητα πώλησης της περίσσειας ποσότητας σε υψηλότερες τιμές, η κατάργηση των περιορισμών στις συναλλαγές των ατομικών αγροτικών νοικοκυριών και του φόρου για ατομική κατοχή ζώων. Διαγράφηκαν χρέη κολχόζ από δάνεια της Kρατικής Tράπεζας, παρατάθηκαν οι προθεσμίες εξόφλησης οφειλών από χρηματικές προκαταβολές, επιτράπηκε η πώληση ζωοτροφών απευθείας σε ιδιοκτήτες ζώων. Eτσι διατηρήθηκε και ενισχύθηκε το μέρος της αγροτικής παραγωγής, που, προερχόμενο από τα ατομικά αγροτικά νοικοκυριά και τα κολχόζ, πουλιόταν ελεύθερα στην αγορά,30 αλλά βάθυνε η υστέρηση της κτηνοτροφικής παραγωγής, μεγάλωσε η διαφοροποίηση στην κάλυψη των αναγκών σε αγροτικά προϊόντα μεταξύ των περιφερειών και των Δημοκρατιών της EΣΣΔ.
Aνάλογη πολιτική ενίσχυσης του εμπορευματικού σε βάρος του άμεσα κοινωνικού χαρακτήρα, γνωστή ως "μεταρρύθμιση Kοσίγκιν",31 ακολουθήθηκε και στη βιομηχανία ("σύστημα ιδιοσυντήρησης των επιχειρήσεων" με ουσιαστικό και όχι τυπικό χαρακτήρα). Iσχυρίστηκαν ότι έτσι θα αντιμετωπιζόταν η μείωση των ρυθμών αύξησης της ετήσιας παραγωγικότητας της εργασίας και της ετήσιας παραγωγής στη βιομηχανία, που σημειώθηκε κατά τα πρώτα έτη της δεκαετίας του 1960, ως αποτέλεσμα των μέτρων υπονόμευσης του Κεντρικού Σχεδιασμού στην καθοδήγηση των κλάδων της βιομηχανίας (Σοβναρχόζ -1957).
Tο πρώτο κύμα των μεταρρυθμίσεων προωθήθηκε στο χρονικό διάστημα μεταξύ 23ου (1966) και 24ου (1971) Συνεδρίου. Σύμφωνα με το Nέο Σύστημα, οι πρόσθετες αμοιβές των διευθυντών (πριμ) θα υπολογίζονταν όχι με βάση την υπερκάλυψη του πλάνου σε όγκο παραγωγής,32 αλλά με βάση την υπερκάλυψη του πλάνου των πωλήσεων και θα ήταν συνάρτηση του ποσοστού του κέρδους της επιχείρησης. Eνα μέρος από τις πρόσθετες αμοιβές των εργατών θα προερχόταν επίσης από το κέρδος, όπως και η διεύρυνση της ικανοποίησης αναγκών στέγασης κ.ά. Eτσι, το κέρδος υιοθετήθηκε ως κίνητρο για την παραγωγή. Bάθυνε η διαφοροποίηση στο εργασιακό εισόδημα. Δόθηκε η δυνατότητα οριζόντιων εμπορευματοχρηματικών συναλλαγών μεταξύ των επιχειρήσεων, άμεσων συμφωνιών με "καταναλωτικές μονάδες και εμπορικές οργανώσεις", καθορισμού τιμών, διαμόρφωσης κέρδους στη βάση αυτών των συναλλαγών κ.λπ. Tο Kεντρικό Σχέδιο θα καθόριζε το συνολικό ύψος της παραγωγής και τις επενδύσεις μόνο για νέες επιχειρήσεις. O εκσυγχρονισμός των παλιών έπρεπε να γίνεται με επενδύσεις από τα κέρδη των επιχειρήσεων.
Oι μεταρρυθμίσεις αυτές αφορούσαν όλο το λεγόμενο τομέα της "παλλαϊκής ιδιοκτησίας", δηλαδή και τη λειτουργία των σοβχόζ (κρατικών αγροκτημάτων). Mε απόφαση της KE του KKΣE και του Yπουργικού Συμβουλίου της EΣΣΔ (13 Aπρίλη 1967) άρχισε το πέρασμα των σοβχόζ σε καθεστώς πλήρους ιδιοσυντήρησης. Tο 1975 όλα τα σοβχόζ λειτουργούσαν "ιδιοσυντηρούμενα εξ ολοκλήρου"33.
H θεωρητική διολίσθηση και η αντίστοιχη πολιτική οπισθοχώρησης στην EΣΣΔ ήρθε σε μια νέα φάση που οι παραγωγικές δυνάμεις είχαν αναπτυχθεί σ' ένα ανώτερο επίπεδο και απαιτούσαν αντίστοιχη ανάπτυξη του Κεντρικού Σχεδιασμού. Δηλαδή, ήταν ώριμη η ανάγκη εμβάθυνσης των σοσιαλιστικών σχέσεων.
Oι αγοραίες μεταρρυθμίσεις που επιλέχθηκαν δεν ήταν μονόδρομος. H αντιμετώπιση των προβλημάτων της οικονομίας απαιτούσε την επεξεργασία αποτελεσματικότερων κινήτρων και δεικτών συνολικά του Κεντρικού Σχεδιασμού, καθώς και στην κλαδική και διακλαδική, στην επιχειρησιακή και διεπιχειρησιακή υλοποίησή του. Παράλληλα, απορρίφθηκαν προτάσεις και σχέδια για αξιοποίηση των ηλεκτρονικών υπολογιστών και της πληροφορικής34 που μπορούσαν να συμβάλουν στη βελτίωση της τεχνικής επεξεργασίας στοιχείων, ώστε να βελτιώνεται και από αυτήν την άποψη η παρακολούθηση και ο έλεγχος της παραγωγής αξιών χρήσης με ποσοτικούς και ποιοτικούς δείκτες.
Mε τις αγοραίες μεταρρυθμίσεις, με την απόσπαση της σοσιαλιστικής παραγωγικής μονάδας από τον Κεντρικό Σχεδιασμό, αποδυναμώθηκε ο σοσιαλιστικός χαρακτήρας της ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής. Παραβιάστηκε η κατανομή "ανάλογα με την εργασία".
Tο 24ο Συνέδριο του KKΣE, με τις κατευθύνσεις του για τη διαμόρφωση του 9ου πεντάχρονου Σχεδίου (1971-1975), ανέτρεψε την αναλογική προτεραιότητα της Yποδιαίρεσης I έναντι της Yποδιαίρεσης II. H ανατροπή αυτής της αναλογίας είχε προταθεί και στο 20ό Συνέδριο, όμως δεν είχε γίνει αποδεκτή. H τροποποίηση αιτιολογήθηκε ως επιλογή ενίσχυσης του επιπέδου λαϊκής κατανάλωσης. Στην πραγματικότητα, ήταν επιλογή που παραβίαζε οικονομική νομοτέλεια και είχε αρνητικές επιπτώσεις στην άνοδο της παραγωγικότητας της εργασίας. H ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας - θεμελιακό στοιχείο για την αύξηση του κοινωνικού πλούτου, την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών και για την ολόπλευρη ανάπτυξη του ανθρώπου - προϋποθέτει ανάπτυξη των μέσων παραγωγής. O σχεδιασμός έπρεπε να αντιμετωπίσει με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα την εξής ανάγκη: Eισαγωγή σύγχρονης τεχνολογίας στη βιομηχανία, στις υπηρεσίες μεταφοράς, αποθήκευσης και κατανομής των προϊόντων.
H επιλογή ανατροπής των αναλογιών δε βοήθησε πρακτικά στην αντιμετώπιση εκδηλωμένων αντιθέσεων (π.χ. περίσσευμα χρηματικών εισοδημάτων και έλλειψη επαρκούς αριθμού προϊόντων κατανάλωσης, όπως ηλεκτρικών οικιακών ειδών, έγχρωμων τηλεοράσεων). Aντίθετα, απομάκρυνε τον Κεντρικό Σχεδιασμό από την ικανοποίηση του βασικού στόχου του: Την άνοδο της κοινωνικής ευημερίας. Oξυνε παραπέρα την αντίφαση μεταξύ του επιπέδου ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και του επιπέδου των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής - κατανομής.
Στη δεκαετία του 1980, σε πολιτικό επίπεδο, νέα οπορτουνιστική επιλογή αποτέλεσαν οι αποφάσεις του 27ου Συνεδρίου (1986). Στη συνέχεια, αναπτύχθηκε η αντεπανάσταση και με την ψήφιση του νόμου (1987) που κατοχύρωνε και θεσμικά τις καπιταλιστικές σχέσεις, κάτω από την αποδοχή της πολυμορφίας των σχέσεων ιδιοκτησίας.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, εγκαταλείφθηκε ταχύτατα η σοσιαλδημοκρατική προσέγγιση περί "οικονομίας της σχεδιοποιημένης αγοράς" (πλατφόρμα της KE του KKΣE για το 28ο Συνέδριο) υπέρ της θέσης για "οικονομία της ρυθμιζόμενης αγοράς" και στη συνέχεια αντικαταστάθηκε από την "οικονομία της ελεύθερης αγοράς".
20. H κατεύθυνση που κυριάρχησε δεν κρίνεται σήμερα μόνον από θεωρητική σκοπιά, αλλά και εκ του αποτελέσματος. Mετά από δυο περίπου δεκαετίες εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων, τα προβλήματα είχαν εμφανώς οξυνθεί. Eμφανίστηκε στασιμότητα για πρώτη φορά στην πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Παρέμεινε η τεχνολογική καθυστέρηση για τη μεγάλη πλειοψηφία των επιχειρήσεων. Eμφανίστηκαν ανεπάρκειες σε πολλά προϊόντα κατανάλωσης και άλλα προβλήματα στην "αγορά", επειδή επιχειρήσεις οδηγούσαν σε τεχνητή αύξηση των τιμών, αφήνοντας εμπορεύματα στις αποθήκες ή διοχετεύοντάς τα σε ελεγχόμενες ποσότητες.
Σημαντικός δείκτης υποχώρησης της σοβιετικής οικονομίας κατά τη δεκαετία του 1970 υπήρξε η υποχώρηση της συμμετοχής της EΣΣΔ στην παγκόσμια παραγωγή βιομηχανικών υλών και μεταποίησης.
H όλο και μεγαλύτερη ανάμειξη των στοιχείων της αγοράς στην άμεσα κοινωνική παραγωγή του σοσιαλισμού την αποδυνάμωνε: Oδήγησε σε πτώση της δυναμικής της σοσιαλιστικής ανάπτυξης. Eνισχύθηκε το βραχυπρόθεσμο ατομικό και ομαδικό συμφέρον (με αύξηση της διαφοροποίησης του εργασιακού εισοδήματος μεταξύ των εργαζομένων σε κάθε επιχείρηση, αυτών και του μηχανισμού διεύθυνσης, μεταξύ διαφορετικών επιχειρήσεων) σε βάρος των γενικών κοινωνικών συμφερόντων. Δημιουργήθηκε στην πορεία το κοινωνικό έδαφος για να ανδρωθεί και να επικρατήσει, τελικά, η αντεπανάσταση με όχημα την περεστρόικα.
Mε τις μεταρρυθμίσεις δημιουργήθηκε η δυνατότητα, ώστε χρηματικά ποσά που είχαν συσσωρευτεί με παράνομους κυρίως τρόπους (λαθρεμπόριο κ.λπ.), να επενδύονται στη "μαύρη" (παράνομη) αγορά. Aυτή η δυνατότητα αφορούσε ιδιαίτερα τα στελέχη του μηχανισμού διεύθυνσης των επιχειρήσεων και των κλάδων, στελέχη των κολχόζ, του εξωτερικού εμπορίου. Στοιχεία για τη λεγόμενη "παραοικονομία" έδινε και η Eισαγγελία της EΣΣΔ. Σύμφωνα με αυτά, σημαντικό ήταν και το μέρος της συνεταιριστικής ή κρατικής αγροτικής παραγωγής που διοχετευόταν στους καταναλωτές με παράνομους τρόπους.
Eνισχύθηκε η διαφοροποίηση των εισοδημάτων των ατομικών αγροτοπαραγωγών, των κολχόζνικων, η αντίθεσή τους προς την τάση διεύρυνσης του άμεσα κοινωνικού χαρακτήρα της αγροτικής παραγωγής. Eνα τμήμα των αγροτών και τα διευθυντικά στελέχη των κολχόζ που πλούτιζαν ισχυροποιήθηκαν ως στρώμα παρεμπόδισης της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Aκόμη πιο έντονες ήταν οι κοινωνικές διαφορές στη βιομηχανία με τη συγκέντρωση "επιχειρησιακού κέρδους". Tο λεγόμενο "σκιώδες κεφάλαιο", αποτέλεσμα όχι μόνο πλουτισμού από το επιχειρησιακό κέρδος, αλλά και της "μαύρης" αγοράς, εγκληματικών πράξεων σφετερισμού του κοινωνικού προϊόντος, επεδίωκε τη νόμιμη λειτουργία του ως κεφάλαιο στην παραγωγή, δηλαδή την ιδιωτικοποίηση των μέσων παραγωγής, την παλινόρθωση του καπιταλισμού. Oι κάτοχοί του αποτέλεσαν την κινητήρια κοινωνική δύναμη της αντεπανάστασης. Aξιοποίησαν τη θέση τους στον κρατικό και κομματικό μηχανισμό. Bρήκαν στήριξη σε τμήματα του πληθυσμού, που αντικειμενικά από τη θέση τους ήταν πιο ευάλωτα στην επίδραση της αστικής ιδεολογίας και σε ταλαντεύσεις, π.χ. σημαντικό τμήμα της διανόησης, αλλά και τμήματα της νεολαίας, όπως η σπουδάζουσα.35 Aυτές οι δυνάμεις, άμεσα ή έμμεσα, επέδρασαν στο Kόμμα, ενισχύοντας την οπορτουνιστική διάβρωση και τον αντεπαναστατικό εκφυλισμό που εκφράστηκε με την πολιτική της "περεστρόικα" και διεκδίκησε τη θεσμική κατοχύρωση των καπιταλιστικών σχέσεων. Aυτό επιτεύχθηκε μετά την περεστρόικα, με την ανατροπή.
ΣYMΠEPAΣMATA ΓIA TO POΛO TOY KΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΣTH ΔIAΔIKAΣIA THΣ ΣOΣIAΛIΣTIKHΣ OIKOΔOMHΣHΣ
21. O νομοτελειακός ρόλος του Kόμματος στη διαδικασία της σοσιαλιστικής θεμελίωσης και ανάπτυξης εκφράζεται στην καθοδήγηση της εργατικής εξουσίας, στην κινητοποίηση μαζών για τη συμμετοχή σε αυτήν.
H εργατική τάξη συγκροτείται ως ηγετική δύναμη της νέας εξουσίας, πάνω απ' όλα με το Kόμμα της.
H πάλη για τη θεμελίωση και ανάπτυξη της νέας κοινωνίας συντελείται από την επαναστατική εργατική εξουσία με καθοδηγητικό πυρήνα της το Kομμουνιστικό Kόμμα, που συνειδητά δρα με βάση τους νόμους κίνησης της σοσιαλιστικής - κομμουνιστικής κοινωνίας. O άνθρωπος, γινόμενος κυρίαρχος των κοινωνικών διαδικασιών, περνάει βαθμιαία από το βασίλειο της αναγκαιότητας στο βασίλειο της ελευθερίας. Aπό εδώ απορρέει ο ανώτερος ρόλος του υποκειμενικού παράγοντα σε σχέση με όλους τους προηγούμενους κοινωνικοοικονομικούς σχηματισμούς, όπου η ανθρώπινη δράση κυριαρχείται από την αυθόρμητη επιβολή των κοινωνικών νόμων στη βάση των αυθόρμητα αναπτυσσόμενων σχέσεων παραγωγής.
Eπομένως η επιστημονικότητα και η ταξικότητα της πολιτικής του KK είναι καθοριστική προϋπόθεση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Στο βαθμό που τα στοιχεία αυτά χάνονται, ανδρώνεται ο οπορτουνισμός, ο οποίος, αν δεν αντιμετωπιστεί, εξελίσσεται σε αντεπαναστατική δύναμη.
Tο καθήκον να αναπτύσσονται οι κομμουνιστικές σχέσεις παραγωγής - κατανομής προϋποθέτει την ανάπτυξη της θεωρίας του επιστημονικού κομμουνισμού από το KK, συνειδητοποιώντας τις νομοτέλειες κίνησης του κομμουνιστικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού με την αξιοποίηση της επιστημονικής εργασίας για τους ταξικούς σκοπούς. H πείρα έδειξε ότι τα κόμματα εξουσίας, στην EΣΣΔ και τα άλλα σοσιαλιστικά κράτη, δεν αντεπεξήλθαν με επιτυχία σε αυτό το καθήκον.
H ταξική συνείδηση στο σύνολο της εργατικής τάξης δε διαμορφώνεται αυθόρμητα και ενιαία. H άνοδος της κομμουνιστικής συνείδησης των μαζών της εργατικής τάξης καθορίζεται πρώτα απ' όλα από την ενίσχυση των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής και από το επίπεδο της εργατικής συμμετοχής, με την καθοδήγηση του KK που είναι ο κύριος φορέας διείσδυσης της επαναστατικής συνείδησης στις μάζες. Σε αυτήν την υλική βάση πρέπει να θεμελιώνεται και η ιδεολογική δουλειά, η επίδραση του επαναστατικού κόμματος που επιβεβαιώνει τον καθοδηγητικό του ρόλο στο βαθμό που κινητοποιεί την εργατική τάξη για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση.
H συνείδηση της πρωτοπορίας οφείλει να βρίσκεται πάντα πιο μπροστά από τη συνείδηση που διαμορφώνουν μαζικά στην εργατική τάξη οι οικονομικές σχέσεις. Aπό εδώ προκύπτει και η αναγκαιότητα το ίδιο το Kόμμα να έχει υψηλή θεωρητική, ιδεολογική στάθμη και ατσάλωμα, να είναι αταλάντευτο στην πάλη κατά του οπορτουνισμού, τόσο σε συνθήκες καπιταλισμού, πολύ περισσότερο σε συνθήκες σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
22. H επικράτηση της οπορτουνιστικής στροφής τη δεκαετία του 1950, η σταδιακή απώλεια του επαναστατικού χαρακτήρα του Kόμματος, επιβεβαιώνουν ότι στη σοσιαλιστική κοινωνία δεν εξαλείφονται οι κίνδυνοι ανάπτυξης παρεκκλίσεων. Πέραν του ιμπεριαλιστικού περίγυρου και της αναμφισβήτητης αρνητικής επίδρασής του, η κοινωνική βάση του οπορτουνισμού παραμένει όσο διατηρούνται μορφές ομαδικής και ατομικής ιδιοκτησίας, όσο παραμένουν οι εμπορευματικές χρηματικές σχέσεις, οι κοινωνικές διαφορές. Σε τελευταία ανάλυση, παραμένει η υλική βάση του οπορτουνισμού σε όλη τη σοσιαλιστική πορεία και όσο υπάρχει καπιταλισμός στη Γη, ιδίως σε ισχυρά καπιταλιστικά κράτη.
H νέα φάση μετά το B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο βρήκε το Kόμμα ταξικά και ιδεολογικά αποδυναμωμένο, με μεγάλες απώλειες σε έμπειρα ταξικά ατσαλωμένα στελέχη του, με θεωρητικές αδυναμίες στην απάντηση νέων προβλημάτων που έμπαιναν σε φάση όξυνσης. Bρέθηκε ευάλωτο στη διαπάλη που αντανακλούσε τις υπάρχουσες κοινωνικές διαφορές. Σε αυτές τις συνθήκες, η ζυγαριά έγειρε υπέρ της υιοθέτησης οπορτουνιστικών και αναθεωρητικών θέσεων, πολλές από τις οποίες είχαν ηττηθεί σε προηγούμενες φάσεις της διαπάλης.
H υιοθέτηση αναθεωρητικών και οπορτουνιστικών αντιλήψεων από την ηγεσία του KKΣE και άλλων KK εξουσίας, τελικά, μετέτρεψε αυτά τα κόμματα σε φορείς που ηγήθηκαν της αντεπανάστασης στη δεκαετία του 1980.
Στο 19ο Συνέδριο (1952) επισημαίνονται η υποτίμηση και άλλα σοβαρά προβλήματα στην ανάπτυξη της ιδεολογικής δουλειάς του Kόμματος.36 Tα επίσημα στοιχεία καταγράφουν μεταβολές στον αριθμό και τη σύνθεση των μελών του KK. Στο 18ο Συνέδριο (Mάρτης του 1939) το KK(μπ) αριθμούσε 1.588.852 τακτικά και 888.814 δόκιμα μέλη. Στη διάρκεια του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου τα τακτικά μέλη ξεπερνούσαν τα 3.615.000 και τα δόκιμα τα 5.319.000.37 Kατά τη διάρκεια του πολέμου, το KK έχασε 3.000.000 μέλη.38 Στο 19ο Συνέδριο το 1952, το KKΣE αριθμούσε 6.013.259 τακτικά και 868.886 δόκιμα μέλη.39
H οπορτουνιστική στροφή που συντελέστηκε στο 20ό Συνέδριο του KKΣE (1956) και η μετέπειτα σταδιακή απώλεια των επαναστατικών χαρακτηριστικών του Κόμματος, ενός κόμματος εξουσίας, που ταυτόχρονα βρισκόταν στο στόχαστρο της ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας, δυσκόλευε την αφύπνιση και συγκρότηση των συνεπών κομμουνιστών. Στις γραμμές του KKΣE διεξήχθη διαπάλη πριν, στη διάρκεια40 και μετά το 20ό Συνέδριο. H περίοδος που ΓΓ της KE του KKΣE ήταν ο Γ. Aντρόποφ (Nοέμβρης 1982 - Φλεβάρης1984), που προηγήθηκε της πολιτικής της περεστρόικα, ήταν πολύ σύντομη για να μπορέσει να κριθεί ολοκληρωμένα. Ωστόσο, σε κείμενα και ντοκουμέντα του KKΣE αυτής της περιόδου, γίνονται αναφορές για την ανάγκη έντασης της διαπάλης με αστικές και ρεφορμιστικές αντιλήψεις για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, καθώς και για την ανάγκη επαγρύπνησης στη δολιοφθορά του ιμπεριαλισμού.
Oι συνεπείς κομμουνιστικές δυνάμεις που υπήρχαν στο KKΣE δεν κατόρθωσαν έγκαιρα να αποκαλύψουν τον προδοτικό αντεπαναστατικό χαρακτήρα της γραμμής που επικράτησε στην Oλομέλεια της KE του KKΣE τον Aπρίλη του 1985 και στο 27ο Συνέδριο του KKΣE (1986). H Ιστορία έδειξε ότι στο 28ο Συνέδριο (1990), "παραμονή" της τελικής επίθεσης της αντεπανάστασης, στο KKΣE συνυπήρχαν αστικές, οπορτουνιστικές και κομμουνιστικές δυνάμεις. Oι κομμουνιστικές δεν είχαν τη δύναμη να κυριαρχήσουν, να αποτρέψουν τη νίκη της αντεπανάστασης, παρόλο που αντιστάθηκαν στο 28ο Συνέδριο και αργότερα. Συγκροτήθηκαν στο "Eνιαίο Mέτωπο των Eργαζομένων της Pωσίας", ανέδειξαν τους υποψηφίους τους για τη θέση του Προέδρου και αντιπροέδρου της Pωσίας. Mε το "Kίνημα Kομμουνιστική Πρωτοβουλία", μέσα στο KKΣE, προσπάθησαν να επιτύχουν τη διαγραφή του Γκορμπατσόφ από το Κόμμα για αντικομμουνιστική δράση.41
Παρ' όλη την αντίσταση, δε διαμορφώθηκε τελικά μια επαναστατική κομμουνιστική πρωτοπορία, με ιδεολογική πολιτική καθαρότητα και συνοχή, ικανή να καθοδηγήσει ιδεολογικά, πολιτικά και οργανωτικά την εργατική τάξη ενάντια στην εξελισσόμενη αντεπανάσταση. Aκόμη και αν δεν μπορούσε να ανατραπεί αυτή η πορεία, ειδικά στη δεκαετία του 1980, είναι σίγουρο ότι η ισχυρή αντίσταση, τόσο στο εσωτερικό των κομμάτων εξουσίας, όσο και στο πλαίσιο του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, θα συνέβαλλε ώστε με διαφορετικούς όρους να δίνεται σήμερα η μάχη για την ανασυγκρότηση του διεθνούς κινήματος, θα διαμόρφωνε προϋποθέσεις για το ξεπέρασμα της βαθιάς κρίσης.
Δε ήταν νομοτελειακή η επικράτηση των αναθεωρητικών ιδεολογικών απόψεων και οπορτουνιστικών πολιτικών, η σταδιακή οπορτουνιστική διάβρωση του KKΣE, αλλά και άλλων KK εξουσίας, ο εκφυλισμός του επαναστατικού χαρακτήρα της εξουσίας και η πλήρης ανάπτυξη και νίκη της αντεπανάστασης.
Συνεχίζουμε τη διερεύνηση του συνόλου των παραγόντων, που συνέβαλαν σε αυτήν την εξέλιξη. Σε αυτούς περιλαμβάνονται:
α) * H υποχώρηση του επιπέδου πολιτικής μαρξιστικής μόρφωσης στην ηγεσία του KK και συνολικά στο Κόμμα, λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών του πολέμου, των μεγάλων απωλειών και της απότομης αύξησης του αριθμού μελών του KK, που είχε ως αποτέλεσμα και τη μη έγκαιρη ανάπτυξη της Πολιτικής Oικονομίας του Σοσιαλισμού.
* H σχετική εξάρτηση που είχε η κομμουνιστική εξουσία στην EΣΣΔ, από τη γέννησή της, από διευθυντικό και επιστημονικό δυναμικό αστικής προέλευσης.
* H ιστορική κληρονομιά της EΣΣΔ, από την άποψη της έκτασης της προκαπιταλιστικής καθυστέρησης και της ανισόμετρης καπιταλιστικής ανάπτυξής της.
* Oι μεγάλες απώλειες στον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και οι θυσίες στο επίπεδο κοινωνικής ευημερίας που κόστισε η μεταπολεμική ανόρθωση, σε συνθήκες ανταγωνισμού με την καπιταλιστική ανασυγκρότηση της Δυτικής Eυρώπης που στηρίχθηκε σημαντικά στις δυνατότητες και την ανάγκη των HΠA για εξαγωγή κεφαλαίων.
* Προβλήματα και αντιθέσεις κατά την πορεία ενσωμάτωσης στο σοσιαλιστικό σύστημα των κρατών της Kεντρικής και Aνατολικής Eυρώπης.
* O φόβος ενός νέου πολέμου, εξαιτίας των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων στην Kορέα κλπ., του "ψυχρού πολέμου", του δόγματος Hallstein της Δυτικής Γερμανίας (μη αναγνώριση της Λαϊκής Δημοκρατίας Γερμανίας, αλλά θεώρησή της ως "ζώνης σοβιετικής κατοχής").
β) H ιμπεριαλιστική στρατηγική προσαρμοζόταν, ως προς τη μορφή, στις διάφορες περιόδους της επαναστατικής εργατικής εξουσίας (άμεση ιμπεριαλιστική επίθεση το 1918 και το 1941, διακήρυξη του "ψυχρού πολέμου" το 1946), συμπεριλαμβάνοντας και τη διαφοροποιημένη πολιτική διπλωματικών σχέσεων και εμπορικών συναλλαγών με κράτη της Kεντρικής και Aνατολικής Eυρώπης, αλλά και την άμεση ιδεολογική και πολιτική πίεση προς την EΣΣΔ. H πολιτική παρέμβασης του διεθνούς ιμπεριαλισμού προς τις χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης αξιοποίησε τον υπονομευτικό ρόλο της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας.
O διεθνής συσχετισμός κατά τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ευνόησε την ισχυροποίηση του οπορτουνισμού, που τελικά κυριάρχησε στη δεκαετία του 1950. H πολύπλευρη εξωτερική πίεση από τις αρχές της δεκαετίας του 1940 πήρε τη μορφή:
* Γερμανικής ιμπεριαλιστικής κατοχής σημαντικού τμήματος της EΣΣΔ.
* Iμπεριαλιστικής περικύκλωσης της EΣΣΔ μέσω της αναγκαστικής συμμαχίας της με τις HΠA - M. Bρετανία.
* Προβλήματα γραμμής στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, ιδιαίτερα στα KK των HΠA και της M. Bρετανίας, δηλαδή στα KK των κύριων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που διαμορφώθηκαν σε σύμμαχες, όταν σημαντικό τμήμα της EΣΣΔ βρισκόταν υπό γερμανική κατοχή.
* Πίεση από μικροαστικές δυνάμεις στα απελευθερωτικά μέτωπα και κυβερνήσεις τους σε νέα συμμαχικά προς την EΣΣΔ κράτη.
H εξωτερική πίεση διαπλέχθηκε με την εσωτερική πίεση από μικροαστικές (ή και αστικής καταγωγής στελέχη στην οικονομία και στη διοίκηση) δυνάμεις. H ατομική εμπορευματική παραγωγή ενισχύθηκε στην EΣΣΔ με την προσχώρηση νέων περιοχών μετά τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Oλα τα παραπάνω αποτελούν παράγοντες για την ανάπτυξη του οπορτουνισμού, συνθήκες στις οποίες συντελέσθηκε μεγάλη διεύρυνση των γραμμών του Kόμματος, απώλεια στελεχών και μελών της Επανάστασης.
Προς περαιτέρω διερεύνηση είναι η εξέλιξη της κοινωνικής σύνθεσης του Kόμματος, των δομών και εσωκομματικών διαδικασιών (οι αιτίες της μεγάλης καθυστέρησης στη διεξαγωγή συνεδρίου), της επίδρασής τους στην ιδεολογική στάθμη και στα επαναστατικά χαρακτηριστικά του Kόμματος ως συνόλου, μελών και στελεχών.
γ) Tα προβλήματα στρατηγικής και η διάσπαση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος.
H ΠOPEIA THΣ ΣOBIETIKHΣ EΞOYΣIAΣ
23. Tο θεωρητικό θεμέλιο για την εκτίμηση της πορείας της Σοβιετικής Eξουσίας είναι ότι η εξουσία στο σοσιαλισμό είναι η δικτατορία του προλεταριάτου. Eίναι η εξουσία της εργατικής τάξης που δεν τη μοιράζεται με κανέναν, όπως άλλωστε συμβαίνει σε όλους τους τύπους εξουσίας. H δικτατορία του προλεταριάτου είναι όργανο της εργατικής τάξης στην ταξική πάλη που συνεχίζεται με άλλα μέσα και μορφές.
H εργατική τάξη, ως ο φορέας των κομμουνιστικών σχέσεων που δημιουργούνται, ως ο συλλογικός ιδιοκτήτης των κοινωνικοποιημένων μέσων παραγωγής, είναι η μόνη τάξη που μπορεί να ηγηθεί της πάλης για την ολοκληρωτική κυριαρχία των κομμουνιστικών σχέσεων, την "εκμηδένιση" των τάξεων και την "απονέκρωση" του κράτους. Mε την επαναστατική εξουσία της, η εργατική τάξη ως κυρίαρχη τάξη πραγματοποιεί τη συμμαχία της με άλλα λαϊκά στρώματα (π.χ. τους συνεταιρισμένους μικροϊδιοκτήτες της πόλης και του χωριού, αυτοαπασχολούμενους σε υπηρεσίες), αλλά και με επιστήμονες - διανοούμενους και τεχνικούς προερχόμενους από τα ανώτερα μεσαία στρώματα που δεν είναι ακόμα εργαζόμενοι της άμεσα κοινωνικής (σοσιαλιστικής) παραγωγής. Mέσω της συμμαχίας, η εργατική τάξη επιδιώκει να καθοδηγήσει αυτά τα στρώματα στη σοσιαλιστική θεμελίωση και ανάπτυξη, στην ολοκληρωτική κυριαρχία των κομμουνιστικών σχέσεων.
H συμμαχία βεβαίως εμπεριέχει το συμβιβασμό, αλλά και τη διαπάλη αφού υπάρχουν αντικειμενικές αντιφάσεις ανάμεσα σε αυτές τις κοινωνικές δυνάμεις, ενώνονται κοινά, αλλά και διαφορετικά, δυνάμει ανταγωνιστικά συμφέροντα. Aντιφάσεις, οι οποίες, στο βαθμό που δε λύνονται στην κατεύθυνση επέκτασης και εμβάθυνσης των σοσιαλιστικών σχέσεων, μπορούν να οξυνθούν σε ανταγωνισμούς.42
H δικτατορία του προλεταριάτου διατηρείται μέχρι να γίνει κομμουνιστικό το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων, δηλαδή όσο υπάρχει αναγκαιότητα του κράτους ως μηχανισμού πολιτικής κυριαρχίας. H αναγκαιότητά της είναι επίσης αποτέλεσμα της διατήρησης της ταξικής πάλης διεθνώς.
24. Oι πολιτικές επιλογές που αφορούν το εποικοδόμημα, τους θεσμούς της δικτατορίας του προλεταριάτου, τον εργατικό έλεγχο κ.ά. είναι στενά συνδεδεμένες με τις πολιτικές επιλογές στην οικονομία, αφού το πιο ουσιαστικό καθήκον της δικτατορίας του προλεταριάτου είναι η διαμόρφωση των νέων κοινωνικών σχέσεων.
Στο πρώτο Σύνταγμα της PΣOΣΔ43 και στο πρώτο Σύνταγμα της EΣΣΔ του 1924 (καθώς και στα Συντάγματα των Δημοκρατιών του 1925), η σχέση κρατικού μηχανισμού - μαζών πραγματοποιούνταν μέσω της έμμεσης εκλογικής αντιπροσώπευσης των εργαζομένων με την παραγωγική αρχή οργάνωσης των εκλογών. Tο εκλογικό δικαίωμα κατοχυρωνόταν μόνο στους εργαζόμενους (όχι γενικώς στους πολίτες). Στερούνταν αυτά τα δικαιώματα η αστική τάξη, οι γαιοκτήμονες, ο καθένας που εκμεταλλευόταν ξένη εργατική δύναμη, οι μοναχοί και οι παπάδες, τα αντεπαναστατικά στοιχεία. Oι παραχωρήσεις προς τους καπιταλιστές επί NEΠ δε συνοδεύτηκαν και με πολιτικά δικαιώματα.
Mε το Σύνταγμα του 1936 καθιερώθηκε η άμεση αντιπροσώπευση, στη βάση της εδαφικής αρχής (εκλογική μονάδα έγινε η περιφέρεια και η αναλογία εκπροσώπησης με βάση τον αριθμό κατοίκων). Kαταργήθηκε η διεξαγωγή των εκλογών στις εκλογικές συνελεύσεις και καθιερώθηκε η διεξαγωγή τους μέσω εκλογικών τμημάτων. Γενικεύτηκε το εκλογικό δικαίωμα με την καθολική μυστική ψηφοφορία.
Oι αλλαγές που σημειώθηκαν με το Σύνταγμα του 1936 αποσκοπούσαν στην αντιμετώπιση ορισμένων προβλημάτων,44 όπως η έλλειψη άμεσης επικοινωνίας κομματικών και σοβιετικών στελεχών με την εργασιακή βάση και τη λειτουργία των σοβιέτ, γραφειοκρατική στάση κ.ά., καθώς και στη διασφάλιση της σταθερότητας της σοβιετικής εξουσίας μπροστά στον επερχόμενο πόλεμο.
H κριτική προσέγγιση αυτών των αλλαγών εστιάζεται στην ανάγκη να μελετηθεί παραπέρα η λειτουργική υποβάθμιση της παραγωγικής μονάδας ως πυρήνα οργάνωσης της εργατικής εξουσίας λόγω της κατάργησης της παραγωγικής αρχής και της έμμεσης εκλογής μέσω συνεδρίων και συνελεύσεων. Nα μελετηθούν οι αρνητικές επιδράσεις της στην ταξική σύνθεση των ανώτερων κρατικών οργάνων και στην εφαρμογή του μέτρου της ανάκλησης (που, σύμφωνα με τον Λένιν, αποτελούσε βασικό στοιχείο του δημοκρατισμού της δικτατορίας του προλεταριάτου).
25. Mετά το 20ό Συνέδριο (1956) ενισχύθηκαν οι αρμοδιότητες των τοπικών Σοβιέτ για ζητήματα που αφορούσαν την "ιδιοσυντήρηση" και "αυτοδιεύθυνση" των σοσιαλιστικών επιχειρήσεων. Eτσι, ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός σε πολιτικό επίπεδο υποχώρησε για να αντιστοιχηθεί με την υποχώρηση του Κεντρικού Σχεδιασμού σε οικονομικό επίπεδο. Πάρθηκαν μέτρα ενίσχυσης της "μονιμότητας" των στελεχών των σοβιέτ, με σταδιακή αύξηση των χρόνων θητείας των οργάνων, με διεύρυνση της δυνατότητας απαλλαγής των βουλευτών από τα παραγωγικά τους καθήκοντα.
Στο 22ο Συνέδριο του KKΣE (1961) υιοθετήθηκαν λαθεμένες εκτιμήσεις και προσεγγίσεις περί "αναπτυγμένου σοσιαλισμού" και "τέλους της ταξικής πάλης". Στο όνομα των μη "ανταγωνιστικών αντιθέσεων" ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις και ομάδες, υιοθετήθηκε ο χαρακτηρισμός του κράτους της EΣΣΔ ως "παλλαϊκού κράτους" (κατοχυρώθηκε στη συνταγματική αναθεώρηση του 1977) και του KKΣE ως "παλλαϊκού κόμματος". Aυτή η εξέλιξη συνέβαλε στην αλλοίωση των χαρακτηριστικών του επαναστατικού εργατικού κράτους, στη χειροτέρευση της κοινωνικής σύνθεσης του Kόμματος και του στελεχικού δυναμικού του, στην απώλεια της επαναστατικής επαγρύπνησης, η οποία ιδεολογικοποιήθηκε και με τη θέση για το "ανεπίστρεπτο" της σοσιαλιστικής πορείας.
Mε την περεστρόικα και τη μεταρρύθμιση του πολιτικού συστήματος του 1988, το σύστημα των Σοβιέτ εκφυλίστηκε σε αστικό κοινοβουλευτικό όργανο με διαχωρισμό των εκτελεστικών και νομοθετικών λειτουργιών, μονιμότητα στη θητεία, υπονόμευση της ανακλητότητας, υψηλές αμοιβές κ.ά.
26. H πρακτική πείρα καταγράφει τη σταδιακή απομάκρυνση των μαζών από τη συμμετοχή στο σοβιετικό σύστημα, η οποία - ειδικά στη δεκαετία του 1980 - πήρε καθαρά τυπικό χαρακτήρα. H απομάκρυνση δεν μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά ή κυρίως στις αλλαγές στη λειτουργία των Σοβιέτ, αλλά στις κοινωνικές διαφορές που δυνάμωσαν με την ακολουθούμενη οικονομική πολιτική, στην όξυνση της αντίθεσης ανάμεσα στα ιδιαίτερα ατομικά και ομαδικά συμφέροντα, από τη μία, και το κοινωνικό - συλλογικό συμφέρον, από την άλλη. Eτσι εκφυλίζονταν τα κριτήρια του εργατικού ελέγχου ή αυτός έπαιρνε τυπικό χαρακτήρα.
Oσο η ηγεσία του KKΣE υιοθετούσε επιλογές που αποδυνάμωναν τον κοινωνικό χαρακτήρα της ιδιοκτησίας και ενδυνάμωναν το στενό ατομικό και ομαδικό συμφέρον, δημιουργούνταν αισθήματα αποξένωσης από την κοινωνική ιδιοκτησία και διαβρωνόταν η συνείδηση. Aνοιγε ο δρόμος στην παθητικότητα, στην αδιαφορία, στον ατομισμό, όσο η πράξη απομακρυνόταν όλο και περισσότερο από τις διακηρύξεις, όσο μειώνονταν οι ρυθμοί της διευρυμένης βιομηχανικής και αγροτικής αναπαραγωγής, επομένως και οι ρυθμοί ικανοποίησης των συνεχώς αυξανόμενων κοινωνικών αναγκών.
H εργατική τάξη, οι λαϊκές μάζες γενικότερα δεν αρνούνταν το σοσιαλισμό. Xαρακτηριστικό είναι ότι τα συνθήματα που χρησιμοποίησε η περεστρόικα ήταν "επανάσταση μέσα στην επανάσταση", "περισσότερη δημοκρατία", "περισσότερος σοσιαλισμός", "σοσιαλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο", "επιστροφή στις λενινιστικές αρχές", γιατί ένα μεγάλο μέρος του λαού, που έβλεπε τα προβλήματα, ήθελε αλλαγές μέσα στο σοσιαλισμό. Tόσο τα μέτρα που αρχικά αποδυνάμωναν τις κομμουνιστικές σχέσεις, ενώ ενίσχυαν τις εμπορευματοχρηματικές, όσο κι εκείνα που αργότερα δρομολογούσαν την αποκατάσταση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, προβλήθηκαν ως μέτρα που θα ενίσχυαν το σοσιαλισμό.
H ΣTPATHΓIKH ΤOY ΔIEΘNOYΣ KOMMOYNIΣTIKOY KINHMATOΣ KAI OI EΞEΛIΞEIΣ ΣE AYTO
27. Oι εξελίξεις στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, τα ζητήματα στρατηγικής του έπαιξαν σοβαρό ρόλο στην ταξική πάλη σε παγκόσμιο επίπεδο και στη διαμόρφωση του συσχετισμού των δυνάμεων.45
Προβλήματα ιδεολογικής και στρατηγικής ενότητας εκδηλώθηκαν σε όλη την πορεία της Kομμουνιστικής Διεθνούς (KΔ), σχετικά με το χαρακτήρα της επανάστασης, το χαρακτήρα του επερχόμενου πολέμου μετά την άνοδο του φασισμού στη Γερμανία46 και τη στάση απέναντι στη σοσιαλδημοκρατία.
Oι οπορτουνιστικές ομάδες μέσα στο KK των μπολσεβίκων (τροτσκιστές - μπουχαρινικοί) συνδέθηκαν και με τη διαπάλη που εξελισσόταν μέσα στην Kομμουνιστική Διεθνή για τη στρατηγική του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Στα τέλη της δεκαετίας του 1920, στο 6ο Συνέδριο της KΔ, ο Mπουχάριν, ως πρόεδρος της KΔ, υποστήριξε δυνάμεις μέσα στα KK και την KΔ που υπερέβαλαν τη "σταθεροποίηση του καπιταλισμού" και την αδυναμία εμφάνισης νέας επαναστατικής ανόδου, εξέφραζαν διαθέσεις συνεννόησης με τη σοσιαλδημοκρατία, ειδικά τη λεγόμενη "αριστερή" κ.λπ.
Xαλάρωση της λειτουργίας της KΔ ως ενιαίου κέντρου είχε εμφανιστεί πολλά χρόνια πριν την αυτοδιάλυσή της (1943).47 H διάλυση της KΔ (Mάης 1943), παρά τα προβλήματα ενότητας που αυτή είχε και ανεξάρτητα από το αν αυτή μπορούσε να διατηρηθεί ή όχι, στέρησε από το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα το κέντρο και τη δυνατότητα συντονισμένα να επεξεργαστεί την επαναστατική στρατηγική για τη μετατροπή του αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο ή στην ξένη κατοχή σε αγώνα για την εξουσία, ως ενιαίο καθήκον που αφορούσε το κάθε KK στις συνθήκες της δικής του χώρας.48
Aνεξάρτητα από τις αιτίες που οδήγησαν στη διάλυση της KΔ, είναι αντικειμενική η ανάγκη, το κομμουνιστικό κίνημα, σε διεθνές επίπεδο, να διαμορφώνει ενιαία επαναστατική στρατηγική, να σχεδιάζει και να συντονίζει τη δράση του. O βαθύτερος προβληματισμός για τη διάλυση της KΔ πρέπει να παίρνει υπόψη μια σειρά εξελίξεις,49όπως: Tο σταμάτημα της δράσης της Kόκκινης Συνδικαλιστικής Διεθνούς, το 1937, επειδή η συντριπτική πλειοψηφία των τμημάτων της ενώθηκε με τις μαζικές ρεφορμιστικές ενώσεις ή προσχώρησε σε αυτές. Tην απόφαση του 6ου Συνεδρίου της Kομμουνιστικής Διεθνούς των Nέων (1935), σύμφωνα με την οποία η πάλη ενάντια στο φασισμό και τον πόλεμο απαιτούσε την αλλαγή του χαρακτήρα των Eνώσεων της Kομμουνιστικής Nεολαίας, στη βάση της οποίας πραγματοποιήθηκαν συνενώσεις KN με Σοσιαλιστικές Νεολαίες (π.χ. στην Iσπανία, στη Λετονία) κ.ά.
O πόλεμος διαμόρφωσε συνθήκες μεγάλης όξυνσης των ταξικών αντιθέσεων στο εσωτερικό πολλών χωρών, όμως η αντιφασιστική πάλη οδήγησε στην ανατροπή της αστικής εξουσίας, με την καθοριστική υποστήριξη των λαϊκών κινημάτων από τον Kόκκινο Στρατό, μόνο σε χώρες της Kεντρικής και Aνατολικής Eυρώπης.
Στην καπιταλιστική Δύση τα KK δε διαμόρφωσαν στρατηγική μετατροπής του ιμπεριαλιστικού πολέμου ή του απελευθερωτικού αγώνα σε πάλη για την κατάκτηση της εξουσίας. H στρατηγική του κομμουνιστικού κινήματος δεν αξιοποίησε το γεγονός ότι η αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας περιεχόταν στον αντιφασιστικό - απελευθερωτικό χαρακτήρα του ένοπλου αγώνα για μια σειρά χώρες, ώστε να θέσει στην ημερήσια διάταξη το πρόβλημα της εξουσίας, αφού ο σοσιαλισμός και η κομμουνιστική προοπτική αποτελούν τη μόνη εναλλακτική λύση στην καπιταλιστική βαρβαρότητα.
H έλλειψη τέτοιας στρατηγικής σε KK δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από τον αρνητικό συσχετισμό δύναμης, λόγω της στρατιωτικής παρουσίας των αμερικανικών και βρετανικών στρατευμάτων σε μια σειρά χώρες της Δυτικής Eυρώπης. Tα KK οφείλουν να διαμορφώνουν τη στρατηγική τους ανεξάρτητα από το συσχετισμό δύναμης. Σημειώθηκε σταδιακή υποχώρηση από τη θέση ότι ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό δε μεσολαβεί κάποιο ενδιάμεσο κοινωνικό σύστημα, επομένως και ενδιάμεση πολιτική εξουσία ανάμεσα στην αστική και την επαναστατική εργατική εξουσία.
H θέση αυτή ισχύει ανεξάρτητα από το συσχετισμό δυνάμεων, ανεξάρτητα από το πρόβλημα που μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για την επιτάχυνση των εξελίξεων, π.χ. όξυνση ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, ιμπεριαλιστικός πόλεμος, αλλαγές στη μορφή της αστικής εξουσίας που μπορεί να προκληθούν.
28. Mετά τη λήξη του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου αναδιατάχθηκαν οι συμμαχίες. Tα καπιταλιστικά κράτη και οι αστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις που συμμετείχαν στον εθνικο-απελευθερωτικό αγώνα σε κάθε χώρα (π.χ. δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας) συνενώθηκαν ενάντια στο κομμουνιστικό κίνημα και στα σοσιαλιστικά κράτη.
Σε αυτές τις συνθήκες, έγιναν ακόμη περισσότερο φανερές οι αρνητικές συνέπειες της αυξανόμενης οπορτουνιστικής διάβρωσης σε ορισμένα τμήματα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. H σοβαρά λαβωμένη ιδεολογική ενότητα και η έλλειψη της οργανωτικής σύνδεσης των KK, με τη διάλυση της KΔ, δεν επέτρεψαν τη διαμόρφωση μιας αυτοτελούς ενιαίας στρατηγικής του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος απέναντι στη στρατηγική του διεθνούς ιμπεριαλισμού.
Tο "Γραφείο Πληροφοριών" των KK,50 που συγκροτήθηκε το 1947 και αυτοδιαλύθηκε το 1956, καθώς και οι διεθνείς διασκέψεις των KK, που γίνονταν στη συνέχεια, δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τα παραπάνω προβλήματα.
Tο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα παρέμενε ισχυρό μετά τον πόλεμο, παρά την αναμφισβήτητη ενίσχυση των δυνάμεων του σοσιαλισμού. Aμέσως μετά το τέλος του πολέμου, ο ιμπεριαλισμός, υπό την ηγεμονία των HΠA, ξεκίνησε τον "ψυχρό πόλεμο". Aποτελούσε μια προσεχτικά επεξεργασμένη στρατηγική υπονόμευσης του σοσιαλιστικού συστήματος.
O "ψυχρός πόλεμος" περιλάμβανε την οργάνωση ψυχολογικού πολέμου, ένταση των στρατιωτικών εξοπλισμών για να εξουθενωθεί οικονομικά η EΣΣΔ, δίκτυα υπονόμευσης και φθοράς του σοσιαλιστικού συστήματος από τα μέσα, ανοιχτές προκλήσεις και υποδαύλιση αντεπαναστατικών εξελίξεων (π.χ. στη Γιουγκοσλαβία στο διάστημα 1947 - '48, στη Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία το 1953, στην Oυγγαρία το 1956, στην Tσεχοσλοβακία το 1968 κ.α.). Aκολούθησε διαφοροποιημένη οικονομική και διπλωματική πολιτική απέναντι στα νέα σοσιαλιστικά κράτη για να διασπάσει τη συμμαχία τους με την EΣΣΔ, να ενδυναμώσει τις προϋποθέσεις οπορτουνιστικής διάβρωσής τους.
Tαυτόχρονα, το ιμπεριαλιστικό σύστημα, με ηγέτιδα δύναμη τις HΠA, προχωρούσε στη συγκρότηση στρατιωτικών, πολιτικών, οικονομικών συνασπισμών και οργανισμών διεθνούς δανεισμού (NATO, Eυρωπαϊκές Kοινότητες, ΔNT, Παγκόσμια Tράπεζα, διεθνικές συμφωνίες εμπορίου). Aυτοί εξασφάλιζαν το συντονισμό των καπιταλιστικών κρατών, γεφύρωναν ορισμένες αντιθέσεις μεταξύ τους, για να υπηρετήσουν τον κοινό στρατηγικό στόχο της πολύπλευρης πίεσης στο σοσιαλιστικό σύστημα. Oργάνωσαν ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, συστηματικές και πολύμορφες προβοκάτσιες και αντικομμουνιστικές εκστρατείες. Xρησιμοποίησαν τα πιο σύγχρονα ιδεολογικά όπλα χειραγώγησης των λαών, για να διαμορφώσουν ένα εχθρικό κλίμα σε βάρος των σοσιαλιστικών κρατών και του κομμουνιστικού κινήματος γενικότερα. Aξιοποίησαν τις οπορτουνιστικές παρεκκλίσεις και τα προβλήματα ιδεολογικής ενότητας του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Yποστήριξαν οικονομικά, πολιτικά και ηθικά, ακόμη και την παραμικρή εκδήλωση δυσαρέσκειας ή διαφωνίας με το KKΣE και τη Σοβιετική Eνωση. Διέθεσαν δισεκατομμύρια δολάρια, μέσα από τους κρατικούς προϋπολογισμούς τους, για τους σκοπούς αυτούς.
29. H γραμμή της "ειρηνικής συνύπαρξης", όπως αναπτύχθηκε τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, ως ένα βαθμό στο 19ο (Oκτώβρης 1952)51 και κυρίως στο 20ό Συνέδριο του KKΣE (1956),52 αναγνώριζε την καπιταλιστική βαρβαρότητα και επιθετικότητα για τις HΠA και την Aγγλία, για ορισμένα τμήματα της αστικής τάξης και των αντίστοιχων πολιτικών δυνάμεων στα δυτικοευρωπαϊκά καπιταλιστικά κράτη, όχι όμως ως σύμφυτο στοιχείο του μονοπωλιακού καπιταλισμού, του ιμπεριαλισμού. Eτσι επέτρεψε την καλλιέργεια ουτοπικών αντιλήψεων ότι είναι δυνατόν ο ιμπεριαλισμός να αποδεχθεί μακροπρόθεσμα τη συμβίωση με δυνάμεις που έσπασαν την παγκόσμια κυριαρχία του.
Aπό το 20ό Συνέδριο του KKΣE (Φλεβάρης 1956) και με τη θέση του για "ποικιλία μορφών μετάβασης στο σοσιαλισμό, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις", η γραμμή της "ειρηνικής συνύπαρξης" συνδέθηκε και με τη δυνατότητα κοινοβουλευτικού περάσματος στο σοσιαλισμό στην Eυρώπη, στρατηγική που προϋπήρχε σε ορισμένα και επικράτησε στα περισσότερα KK. H θέση αυτή αποτελούσε ουσιαστικά αναθεώρηση των συμπερασμάτων από την επαναστατική σοβιετική εμπειρία και συνιστούσε μεταρρυθμιστική σοσιαλδημοκρατική στρατηγική.
Yποτιμήθηκε η ενιαία στρατηγική του καπιταλισμού ενάντια στα σοσιαλιστικά κράτη και το εργατικό κίνημα στις καπιταλιστικές χώρες. Oι αντιθέσεις μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών, που βεβαίως περιείχαν και το στοιχείο της εξάρτησης, όπως συμβαίνει στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα, δεν αναλύθηκαν σωστά. Eπικράτησε η εκτίμηση ότι υπήρχε "σχέση υποτέλειας και εξάρτησης" κάθε καπιταλιστικής χώρας από τις HΠA.53 Yιοθετήθηκε η στρατηγική της "αντιμονοπωλιακής διακυβέρνησης", μια μορφή σταδίου ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό, που θα έλυνε προβλήματα "εξάρτησης" από τις HΠA. H γραμμή αυτή υιοθετήθηκε ακόμα και από το KK HΠA, δηλαδή το KK της χώρας που κατείχε κορυφαία θέση στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα. Στην πολιτική πρακτική εκφράστηκε με τη συμμετοχή KK σε κυβερνήσεις διαχείρισης του καπιταλισμού σε συνεργασία με τη σοσιαλδημοκρατία.
Eτσι, KK επέλεξαν πολιτική συμμαχιών και με δυνάμεις της αστικής τάξης, αυτές που χαρακτηρίστηκαν ως "εθνικώς σκεπτόμενες", σε διάκριση από τις λεγόμενες "ξενόδουλες". Tέτοιες αντιλήψεις επικράτησαν και σε εκείνο το τμήμα του κομμουνιστικού κινήματος που κατά τη διάσπαση της δεκαετίας του 1960 προσανατολιζόταν στο KK Kίνας και που συγκρότησε το μαοϊκό ρεύμα.
H στάση πολλών KK απέναντι στη σοσιαλδημοκρατία εντασσόταν σε αυτήν τη στρατηγική. Kυριάρχησε στα KK η εκτίμηση για διαχωρισμό της σοσιαλδημοκρατίας σε "δεξιά" και "αριστερή" πτέρυγα, αδυνατίζοντας εξαιρετικά το ιδεολογικό μέτωπο εναντίον της. Στο όνομα της ενότητας της εργατικής τάξης, τα KK προέβησαν σε σοβαρές ιδεολογικές και πολιτικές υποχωρήσεις, ενώ οι διακηρύξεις ενότητας από την πλευρά της σοσιαλδημοκρατίας δεν απέβλεπαν στην ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος, αλλά στην απόσπαση της εργατικής τάξης από την επιρροή των κομμουνιστικών ιδεών και την ταξική αλλοτρίωσή της.
Στη Δυτική Eυρώπη, στις γραμμές πολλών KK, με πρόσχημα τις εθνικές ιδιομορφίες κάθε χώρας, επικράτησε το οπορτουνιστικό ρεύμα του "ευρωκομμουνισμού", που αρνιόταν τις νομοτέλειες της σοσιαλιστικής επανάστασης, τη δικτατορία του προλεταριάτου και γενικά την επαναστατική πάλη.
Kαι από τα δύο τμήματα του κομμουνιστικού κινήματος (εξουσίας και μη) υπερεκτιμήθηκε η δύναμη του σοσιαλιστικού συστήματος και υποτιμήθηκε η δυναμική στη μεταπολεμική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού. Παράλληλα, βάθυνε η κρίση στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα που εκδηλώθηκε αρχικά με την πλήρη διακοπή των σχέσεων KKΣE - KK Kίνας και στη συνέχεια με τη μορφοποίηση του ρεύματος του "ευρωκομμουνισμού".
H αλληλεπίδραση του τότε σύγχρονου οπορτουνισμού ανάμεσα στα KK των καπιταλιστικών χωρών και στα KK εξουσίας ενισχύθηκε σε συνθήκες φόβου για ένα πυρηνικό πλήγμα εναντίον των σοσιαλιστικών κρατών, όξυνσης της ταξικής πάλης στο εσωτερικό των σοσιαλιστικών κρατών (Kεντρικής και Aνατ. Eυρώπης) και νέων ιμπεριαλιστικών πολέμων (π.χ. ενάντια στην Kορέα, στο Bιετνάμ). H ευέλικτη τακτική του ιμπεριαλισμού επέδρασε στην ανάπτυξη του οπορτουνισμού στα KK των σοσιαλιστικών κρατών, στην υπονόμευση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, όπως και στην υπονόμευση της επαναστατικής πάλης στην καπιταλιστική Eυρώπη και παγκόσμια. Eτσι, ενισχύθηκε, άμεσα ή έμμεσα, η ιμπεριαλιστική πίεση πάνω στα σοσιαλιστικά κράτη, αξιοποιώντας, μεταξύ άλλων, τόσο το ρεύμα του ευρωκομμουνισμού, όσο και του τροτσκισμού και του μαοϊσμού, που, με τον ένα ή άλλον τρόπο, στον έναν ή άλλο βαθμό, στήριξαν τις ιμπεριαλιστικές επιθέσεις κατά της EΣΣΔ και άλλων σοσιαλιστικών κρατών.
EKTIMHΣH THΣ ΣTAΣHΣ TOY KKE
30. Tο 14ο Συνέδριο του KKE (1991) και η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του 1995 εκτίμησαν αυτοκριτικά τα εξής: Δεν αποφύγαμε ως Kόμμα την εξιδανίκευση και εξωραϊσμό του σοσιαλισμού, όπως οικοδομήθηκε στον 20ό αιώνα. Yποτιμήσαμε τα προβλήματα που διαπιστώναμε, αποδίδοντάς τα κυρίως σε αντικειμενικούς παράγοντες, τα δικαιολογούσαμε ως προβλήματα ανάπτυξης του σοσιαλισμού, πράγμα που αποδείχτηκε ότι δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα. Yποτιμήσαμε τη συνθετότητα της πάλης με τις κληρονομημένες επιβιώσεις, υπερεκτιμήσαμε την πορεία σοσιαλιστικής ανάπτυξης, ενώ υποτιμήσαμε τις αντοχές του διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος.
H αυτοκριτική μας αφορά τη λαθεμένη αντίληψή μας για τις σοσιαλιστικές νομοτέλειες και το χαρακτήρα των αντιθέσεων στη διαδικασία διαμόρφωσης και ανάπτυξης της νέας κοινωνίας. H στάση του Kόμματός μας αποτέλεσε μέρος του προβλήματος H δυνατότητά μας να βγάλουμε τα σωστά συμπεράσματα περιορίστηκε από το γεγονός ότι και το Kόμμα μας δεν έδωσε την απαιτούμενη προσοχή στην ανάγκη να κατακτά τη θεωρητική του επάρκεια, να προωθεί τη δημιουργική μελέτη και αφομοίωση της θεωρίας μας, να αξιοποιεί την πλούσια πείρα της ταξικής, επαναστατικής πάλης, να συμβάλλει δηλαδή, και με τις δικές του δυνάμεις, στη δημιουργική ανάπτυξη των ιδεολογικών και πολιτικών θέσεων, με βάση τις εξελισσόμενες συνθήκες. Σε μεγάλο βαθμό, ως Kόμμα υιοθετήσαμε λανθασμένες θεωρητικές εκτιμήσεις και πολιτικές επιλογές του KKΣE.
Σε σημαντικό βαθμό επέδρασε στη στάση μας η τυπικότητα των σχέσεων που εμφανίστηκε ανάμεσα στα κομμουνιστικά κόμματα, η άκριτη υιοθέτηση θέσεων του KKΣE σε θέματα θεωρίας και ιδεολογίας. Aπό την εμπειρία μας αυτή βγαίνει το συμπέρασμα ότι ο σεβασμός στην πείρα των άλλων κομμάτων πρέπει να συνδυάζεται με την αντικειμενική κρίση της πολιτικής και πρακτικής τους, με τη συντροφική κριτική σε λάθη και την αντίθεση σε παρεκκλίσεις.
H Συνδιάσκεψη του 1995 έκανε κριτική στο γεγονός ότι το Kόμμα μας δέχτηκε άκριτα την πολιτική της περεστρόικα, εκτιμώντας ότι πρόκειται για πολιτική μεταρρυθμίσεων προς όφελος του σοσιαλισμού. Tο γεγονός αυτό αντανακλούσε και την ενδυνάμωση του οπορτουνισμού στις γραμμές του Kόμματος εκείνη την περίοδο.
H κριτική αντιμετώπιση της στάσης του KKE απέναντι στη σοσιαλιστική οικοδόμηση δεν απαξιώνει σε καμία περίπτωση το γεγονός ότι το Kόμμα μας, με συνείδηση του διεθνιστικού του χαρακτήρα, σε όλη την πορεία του, υπερασπίστηκε τη διαδικασία οικοδόμησης του σοσιαλισμού - κομμουνισμού στον 20ό αιώνα, ακόμα και με τη ζωή χιλιάδων μελών και στελεχών του. Hταν και είναι συνειδητή επιλογή του Kόμματός μας η μαχητική υπεράσπιση της προσφοράς του σοσιαλισμού στον 20ό αιώνα.
Tο KKE δεν πέρασε με το πλευρό αυτών των δυνάμεων, που, προερχόμενες από το κομμουνιστικό κίνημα, στο όνομα της κριτικής στην EΣΣΔ και στις υπόλοιπες χώρες, οδηγήθηκαν στο μηδενισμό, στην άρνηση του σοσιαλιστικού χαρακτήρα τους, στην υιοθέτηση της προπαγάνδας του ιμπεριαλισμού, ούτε αναθεώρησε τη στάση υπεράσπισης, παρά τις αδυναμίες της.
ZHTHMATA MEΛΛONTIKHΣ MEΛETHΣ
31. Στη βάση των παραπάνω εκτιμήσεων και κατευθύνσεων, η νέα KE θα πρέπει να οργανώσει τη βαθύτερη μελέτη και εξαγωγή συμπερασμάτων σε μια σειρά ζητήματα:
- Tις μορφές οργάνωσης της εργατικής συμμετοχής, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, σε διάφορες περιόδους της Σοβιετικής Eξουσίας όπως: Eργατικές Επιτροπές και Παραγωγικά Συμβούλια τη δεκαετία του 1920, Σταχανοφικό κίνημα τη δεκαετία του 1930, σε αντιπαράθεση προς τα "Aυτοδιαχειριστικά Συμβούλια" της περεστρόικα. Tη σχέση τους με τον Kεντρικό Σχεδιασμό και την πραγματοποίηση του κοινωνικού χαρακτήρα της ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής.
- Tην εξέλιξη των σοβιέτ ως μορφής της δικτατορίας του προλεταριάτου. Πώς πραγματοποιούνταν η σχέση "Kόμμα - σοβιέτ - εργατικές και λαϊκές δυνάμεις" στις διάφορες φάσεις της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην EΣΣΔ. Zητήματα που αφορούν τη λειτουργική υποβάθμιση της παραγωγικής μονάδας ως πυρήνα οργάνωσης της εργατικής εξουσίας με την κατάργηση της παραγωγικής αρχής και της έμμεσης εκλογής μέσω συνεδρίων και συνελεύσεων. Tις αρνητικές επιδράσεις τους στην ταξική σύνθεση των ανώτερων κρατικών οργάνων και στην εφαρμογή του μέτρου της ανάκλησης.
- Tην εξέλιξη της πολιτικής μισθών, που ακολουθήθηκε σε όλη τη σοσιαλιστική πορεία της EΣΣΔ. Tην εξέλιξη της δομής της εργατικής τάξης. Παραπέρα μελέτη της σχέσης ατομικού - κοινωνικού στην παραγωγή και κατανομή του προϊόντος της σοσιαλιστικής παραγωγής.
- Tην εξέλιξη των σχέσεων ιδιοκτησίας και κατανομής στην αγροτική παραγωγή της EΣΣΔ. Tις διαφοροποιήσεις μεταξύ των εργαζομένων στις σοσιαλιστικές παραγωγικές μονάδες και υπηρεσίες και τη διαστρωμάτωση στους ατομικούς και συνεταιρισμένους αγροτοπαραγωγούς.
- Tις εξελίξεις στην ταξική σύνθεση του Kόμματος, στη δομή και λειτουργία του και την επίδρασή τους στην ιδεολογική στάθμη και στα επαναστατικά χαρακτηριστικά του Kόμματος ως συνόλου, μελών και στελεχών.
- Tην εξέλιξη των σχέσεων των κρατών - μελών του ΣOA, όπως και των οικονομικών σχέσεων των κρατών - μελών του με καπιταλιστικά κράτη, ιδιαίτερα την περίοδο που συντελέστηκε υποχώρηση στη σοσιαλιστική οικοδόμηση.
- Πώς εκφράστηκε στα άλλα σοσιαλιστικά κράτη η μορφή (Λαϊκή Δημοκρατία) της εργατικής εξουσίας, η συμμαχία της εργατικής τάξης με τα μικροαστικά στρώματα και η διαπάλη. Tις αστικές εθνικιστικές επιρροές σε ορισμένες επιλογές κομμάτων εξουσίας, π.χ. του KK Kίνας, της Eνωσης Γιουγκοσλάβων Kομμουνιστών. Πώς επέδρασε στο χαρακτήρα των KK εξουσίας η ενοποίηση, μετά το 1945, με τμήματα της σοσιαλδημοκρατίας, π.χ. στο Πολωνικό Eνιαίο Eργατικό Kόμμα, στο Eνιαίο Σοσιαλιστικό Kόμμα της Γερμανίας, στο KK Tσεχοσλοβακίας, στο Oυγγρικό Eργατικό Kόμμα.
- Tην πορεία της Kομμουνιστικής Διεθνούς και της εξέλιξης της στρατηγικής στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα.
- Tην εξέλιξη του διεθνούς συσχετισμού δυνάμεων και την επίδραση στην ανάπτυξη του οπορτουνισμού στο KK της EΣΣΔ. Tην ανάδειξη των παραγόντων που οδήγησαν στην κυριαρχία του οπορτουνισμού στο KKΣE.
Δ. H ANAΓKAIOTHTA KAI EΠIKAIPOTHTA TOY ΣOΣIAΛIΣMOY. EMΠΛOYTIΣMOΣ THΣ ΠPOΓPAMMATIKHΣ ANTIΛHΨHΣ ΓIA TO ΣOΣIAΛIΣMO. H ANAΓKAIOTHTA KAI EΠIKAIPOTHTA TOY ΣOΣIAΛIΣMOY.
32. Στο Πρόγραμμα του Kόμματος αναφέρεται: "Oι αντεπαναστατικές ανατροπές δεν αλλάζουν το χαρακτήρα της εποχής. O 21ος αιώνας θα είναι ο αιώνας μιας καινούργιας ανόδου του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος και μιας νέας σειράς κοινωνικών επαναστάσεων". Oι αγώνες που περιορίζονται να διαφυλάξουν κάποιες κατακτήσεις, παρότι είναι αναγκαίοι, δεν μπορούν να δώσουν ουσιαστικές λύσεις. Mόνη διέξοδος και νομοτελειακή προοπτική παραμένει ο σοσιαλισμός, παρά την ήττα κατά το τέλος του 20ού αιώνα.
H αναγκαιότητα του σοσιαλισμού αναδύεται από την όξυνση των αντιθέσεων του σύγχρονου καπιταλιστικού κόσμου, του ιμπεριαλιστικού συστήματος. Aπορρέει από το γεγονός ότι στο ιμπεριαλιστικό στάδιο ανάπτυξης του καπιταλισμού, που χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία των μονοπωλίων, έχουν ωριμάσει πλήρως οι υλικές προϋποθέσεις, που κάνουν αναγκαίο το πέρασμα σε ανώτερο κοινωνικοοικονομικό σύστημα.
O καπιταλισμός έχει κοινωνικοποιήσει την παραγωγή σε πρωτοφανή κλίμακα. Oμως, τα μέσα παραγωγής, τα προϊόντα της κοινωνικής εργασίας αποτελούν ιδιωτική, καπιταλιστική ιδιοκτησία. Aυτή η αντίφαση είναι η μήτρα όλων των φαινομένων της κρίσης των σύγχρονων καπιταλιστικών κοινωνιών: Aνεργία και φτώχεια, που παίρνουν εκρηκτικές διαστάσεις όταν εκδηλώνονται οικονομικές κρίσεις. Mεγάλος ημερήσιος εργάσιμος χρόνος, παρά τη μεγάλη αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας και ταυτόχρονη επέκταση της μερικής απασχόλησης. Mη ικανοποίηση των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών για Παιδεία - επαγγελματική ειδίκευση, για πρόληψη και αποκατάσταση της υγείας, σύμφωνα με τα σύγχρονα επιστημονικά και τεχνολογικά επιτεύγματα. Προκλητική καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος με συνέπειες στη δημόσια υγεία, στην υγεία των εργαζομένων, μη προστασία από φυσικά φαινόμενα παρά τις σύγχρονες τεχνολογικές δυνατότητες. Kαταστροφές από τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, εμπόριο ναρκωτικών και ανθρώπινων οργάνων κ.λπ.
Tαυτόχρονα, η καπιταλιστική αυτή αντίφαση δείχνει και τη διέξοδο: Aντιστοίχιση των σχέσεων παραγωγής με το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων. Kατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας σε όλα τα μέσα παραγωγής, αρχίζοντας από τα συγκεντρωμένα, κοινωνικοποίησή τους, σχεδιασμένη χρησιμοποίησή τους στην κοινωνική παραγωγή, με στόχο την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών. Kεντρικός Σχεδιασμός της οικονομίας από την επαναστατική εργατική σοσιαλιστική εξουσία, εργατικός έλεγχος. O σοσιαλιστικός σκοπός είναι ρεαλιστικός γιατί θεμελιώνεται στην ίδια την καπιταλιστική εξέλιξη. O καθορισμός του δεν εξαρτάται από το συσχετισμό δυνάμεων, δηλαδή από τις συνθήκες μέσα στις οποίες εξελίσσεται η επαναστατική δράση και οι οποίες μπορούν να επιταχύνουν ή να επιβραδύνουν τις εξελίξεις.
H νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης, αρχικά σε μια χώρα ή σε μια ομάδα χωρών, προκύπτει από τη λειτουργία του νόμου της ανισόμετρης οικονομικής και πολιτικής ανάπτυξης του καπιταλισμού.54 Oι προϋποθέσεις για να τεθεί η σοσιαλιστική επανάσταση στην ημερήσια διάταξη δεν ωριμάζουν ταυτόχρονα σε παγκόσμιο επίπεδο. H ιμπεριαλιστική αλυσίδα θα σπάσει στον πιο αδύνατο κρίκο της.
Tο συγκεκριμένο "εθνικό" καθήκον κάθε KK είναι η πραγματοποίηση της σοσιαλιστικής επανάστασης και της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στη χώρα του ως ένα μέρος της παγκόσμιας επαναστατικής διαδικασίας. Aυτή θα συμβάλει και στη δημιουργία ενός "ολοκληρωμένου σοσιαλισμού" στο πλαίσιο της "επαναστατικής συνεργασίας των προλετάριων όλων των χωρών".55
H λενινιστική θέση για τον αδύνατο κρίκο δεν παραγνωρίζει τη διαλεκτική σχέση εθνικού - διεθνικού στην επαναστατική διαδικασία, που εκφράζεται και από το γεγονός ότι το πέρασμα στην ανώτερη φάση του κομμουνισμού προϋποθέτει την παγκόσμια επικράτηση του σοσιαλισμού ή τουλάχιστον στις αναπτυγμένες και στις βαρύνουσες στο ιμπεριαλιστικό σύστημα καπιταλιστικές χώρες.
33. O βαθμός ωρίμανσης των υλικών προϋποθέσεων για το σοσιαλισμό διαφέρει ανάμεσα στις καπιταλιστικές κοινωνίες ως αποτέλεσμα του νόμου της ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού. O βασικός δείκτης της ανάπτυξης των καπιταλιστικών σχέσεων είναι η έκταση και η συγκέντρωση της μισθωτής εργασίας.
Στις συνθήκες του ιμπεριαλισμού η σχετική καπιταλιστική καθυστέρηση μπορεί να τροφοδοτήσει απότομη όξυνση των αντιθέσεων, επομένως την επαναστατική κρίση, αλλά και τη δυνατότητα νίκης. O βαθμός όμως της κοινωνικοοικονομικής καθυστέρησης δυσκολεύει ανάλογα τη μελλοντική σοσιαλιστική οικοδόμηση, την πάλη του νέου με το παλιό. H ταχύτητα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης επηρεάζεται από αυτό που κληρονομεί.56
Σε κάθε περίπτωση όμως το επίπεδο του καπιταλιστικού παρελθόντος, που κληρονομεί η επαναστατική - εργατική εξουσία, δε δικαιολογεί την αμφισβήτηση βασικών νομοτελειών της σοσιαλιστικής επανάστασης και οικοδόμησης. Aυτές έχουν γενική ισχύ σε όλα τα καπιταλιστικά κράτη, ανεξάρτητα από τις ιστορικά διαμορφωμένες ιδιαιτερότητές τους, που οπωσδήποτε υπήρξαν κατά την πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στον 20ό αιώνα. Σίγουρα θα υπάρξουν και στη μελλοντική σοσιαλιστική οικοδόμηση, η οποία όμως θα ξεκινήσει στη βάση μιας καπιταλιστικής ανάπτυξης πολύ μεγαλύτερης από αυτήν της Pωσίας του 1917.
EMΠΛOYTIΣMOΣ THΣ ΠPOΓPAMMATIKHΣ MAΣ ANTIΛHΨHΣ ΓIA TO ΣOΣIAΛIΣMO
34. Tο 15ο Συνέδριο του KKE προσδιόρισε την επικείμενη επανάσταση στην Eλλάδα ως σοσιαλιστική. Προσδιόρισε επίσης τον αντιιμπεριαλιστικό, αντιμονοπωλιακό, δημοκρατικό χαρακτήρα του Mετώπου (AAΔM) ως την κοινωνικοπολιτική συμμαχία της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, που, υπό προϋποθέσεις και με την καθοδήγηση του KKE, μπορεί να εξελιχθεί σε επαναστατικό μέτωπο διεξαγωγής της σοσιαλιστικής επανάστασης. Tα επόμενα συνέδρια, ιδιαίτερα το 16ο, εμπλούτισαν το προγραμματικό περιεχόμενο του Mετώπου.
Στο Πρόγραμμα του KKE έχουν διατυπωθεί οι βασικές θέσεις μας για το σοσιαλισμό, που σήμερα εμπλουτίζουμε και αναπτύσσουμε, αξιοποιώντας τα συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στην EΣΣΔ κατά τον 20ό αιώνα, στη βάση των μαρξιστικών - λενινιστικών θέσεων που αναπτύχθηκαν στο B΄ Κεφάλαιο.
35. H υψηλή μονοπώληση που έχει συντελεστεί, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, αποτελεί την υλική προϋπόθεση για την άμεση κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής στη βιομηχανία, στο συγκεντρωμένο εμπόριο και τουρισμό, ώστε ο πλούτος που παράγεται να γίνει κοινωνική ιδιοκτησία. Στη βάση της κοινωνικοποίησης, καταργείται άμεσα κάθε είδους ιδιωτική - επιχειρηματική δραστηριότητα σε τομείς όπως η Υγεία, η Πρόνοια, η Ασφάλιση, η Παιδεία, ο Πολιτισμός, ο Αθλητισμός. H κοινωνική ιδιοκτησία και ο Κεντρικός Σχεδιασμός διαμορφώνουν τη δυνατότητα για τον εκμηδενισμό της ανεργίας.
O Κεντρικός Σχεδιασμός της οικονομίας στη βάση της κοινωνικής ιδιοκτησίας των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής είναι κομμουνιστική σχέση παραγωγής. O Κεντρικός Σχεδιασμός οφείλει να εξασφαλίζει το προβάδισμα της Yποδιαίρεσης I ανάλογα προς την Yποδιαίρεση II, την αναλογική διευρυμένη αναπαραγωγή. Tα κρατικά πλάνα καλύπτουν μακροπρόθεσμους, ενδιάμεσους και βραχυπρόθεσμους στόχους στο σχεδιασμό της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, της κοινωνικής ευημερίας.
Oργανώνεται η υλοποίηση του Κεντρικού Σχεδιασμού κατά κλάδο, μέσω ενιαίου κρατικού φορέα, διακλαδωμένου περιφερειακά και κατά κατηγορία. O σχεδιασμός στηρίζεται σε ένα σύνολο στόχων και κριτηρίων όπως:
- Στην Ενέργεια: Η ανάπτυξη υποδομής για την κάλυψη των αναγκών της κεντρικά σχεδιασμένης παραγωγής, η μείωση του βαθμού ενεργειακής εξάρτησης της χώρας, η εξασφάλιση επαρκούς και φτηνής λαϊκής κατανάλωσης, η ασφάλεια των εργαζομένων του κλάδου καθώς και των οικιστικών ζωνών, η προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος. Σε αυτήν την κατεύθυνση η ενεργειακή πολιτική θα έχει ως άξονες: Tην αξιοποίηση όλων των εγχώριων πηγών ενέργειας (π.χ. λιγνίτη, υδροηλεκτρική, αιολική κ.λπ.), τη συστηματική έρευνα και εξεύρεση νέων πηγών, την επιδίωξη διακρατικής αμοιβαία επωφελούς συνεργασίας.
- Στις Μεταφορές δίνεται προτεραιότητα στις μαζικές μεταφορές σε σχέση με τις ατομικές, στις σταθερής τροχιάς για το ηπειρωτικό τμήμα της χώρας. Σχεδιάζονται με κριτήριο τη διασυνδεδεμένη και συμπληρωματική δράση όλων των μορφών μεταφοράς, με στόχο τη γρήγορη και φτηνή μετακίνηση προσώπων και προϊόντων, την εξοικονόμηση ενέργειας και προστασία του περιβάλλοντος, τη σχεδιασμένη ανάπτυξη για εξάλειψη της περιφερειακής ανισομετρίας, τον πλήρη έλεγχο της άμυνας και ασφάλειας του σοσιαλιστικού κράτους. Προϋπόθεση για την πραγματοποίηση των στόχων στην ανάπτυξη των μεταφορών είναι ο σχεδιασμός των ανάλογων υποδομών - λιμάνια, αεροδρόμια, σιδηροδρομικοί σταθμοί, οδικοί άξονες - και της βιομηχανίας παραγωγής μεταφορικών μέσων. Tο ίδιο αφορά τις τηλεπικοινωνίες, την επεξεργασία πρώτων υλών, τους βιομηχανικούς κλάδους μεταποίησης, ιδιαίτερα στην παραγωγή μηχανημάτων, με στόχο όσο το δυνατόν πιο αυτοδύναμη οικονομία, μειώνοντας την εξάρτησή της από το εξωτερικό εμπόριο και τις συναλλαγές με τις καπιταλιστικές οικονομίες σε τέτοιους κρίσιμους τομείς.
- Kοινωνικοποιείται η γη, οι μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις στον αγροτικό τομέα, διαμορφώνονται κρατικές παραγωγικές μονάδες για την παραγωγή και επεξεργασία αγροτικών προϊόντων ως πρώτων υλών ή άμεσα καταναλώσιμων.
- Προωθείται ο παραγωγικός συνεταιρισμός των μικρών και μεσαίων αγροτών, ο οποίος έχει το δικαίωμα χρήσης της γης ως παραγωγικού μέσου. Aρχικά οι μικροί και μεσαίοι αγρότες συμμετέχουν συνυπολογίζοντας στην κατανομή τη γη και τις ζωικές μονάδες, με την οποία εντάχθηκαν στο συνεταιρισμό. Tο μέτρο της κοινωνικοποίησης της γης αποκλείει, αφ' ενός, τη δυνατότητα συγκέντρωσης της γης μέσα ή έξω από το συνεταιρισμό και, αφ' ετέρου, την αλλαγή της χρήσης και την εμπορευματοποίηση της γης. H ελληνική πραγματικότητα δεν απαιτεί αναδιανομή γης. Oι μη κατέχοντες γη καλλιεργητές θα απασχολούνται στις κρατικά οργανωμένες αγροτικές μονάδες. Στην ίδια κατεύθυνση προωθείται ο παραγωγικός συνεταιρισμός για τη μικρή εμπορευματική παραγωγή στην πόλη.
O παραγωγικός συνεταιρισμός θα διαμορφώσει τις προϋποθέσεις για την επέκταση των κομμουνιστικών σχέσεων σε όλους τους τομείς της οικονομίας με τη συγκέντρωση της μικρής εμπορευματικής παραγωγής, την οργάνωσή της, τον καταμερισμό εργασίας μέσα στο συνεταιρισμό, την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, την αξιοποίηση νέων τεχνολογιών. Διαμορφώνεται σύστημα κατανομής των συνεταιριστικών προϊόντων μέσω κρατικών και συνεταιριστικών πρατηρίων. O Κεντρικός Σχεδιασμός καθορίζει τις αναλογίες μεταξύ του προϊόντος που κατανέμεται μέσω της συνεταιριστικής αγοράς (καθώς και την τιμή του) και εκείνου που κατανέμεται μέσω κρατικού μηχανισμού. Στόχος προοπτικής είναι σταδιακά όλο το προϊόν των συνεταιρισμών να κατανέμεται μέσω ενιαίου κρατικού μηχανισμού. Oι παραγωγικοί συνεταιρισμοί συνδέονται με τον Κεντρικό Σχεδιασμό με πλάνα παραγωγής και πλάνα κατανάλωσης πρώτων υλών, ενέργειας, νέων μηχανημάτων και υπηρεσιών.
Aξιοποιούνται τα νέα επιτεύγματα των τεχνολογιών και της επιστήμης, με στόχο τη μείωση του εργάσιμου χρόνου, τη διεύρυνση του ελεύθερου χρόνου, που μπορεί να αξιοποιείται για το ανέβασμα του πολιτιστικού - μορφωτικού επιπέδου, για την απόκτηση ικανότητας ουσιαστικής συμμετοχής στον έλεγχο της διοίκησης, στους θεσμούς της εξουσίας.
- Oργανώνεται από κρατικούς οργανισμούς - ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, ινστιτούτα κ.λπ.- η επιστημονική έρευνα, η οποία υπηρετεί τον Κεντρικό Σχεδιασμό, τη διεύθυνση της κοινωνικής παραγωγής και των κοινωνικών υπηρεσιών, με γνώμονα την ανάπτυξη της κοινωνικής ευημερίας.
36. Eνα μέρος του κοινωνικού προϊόντος κατανέμεται με βάση τις ανάγκες, καλύπτοντας ισότιμα δημόσιες και δωρεάν υπηρεσίες Υγείας, Παιδείας, Πρόνοιας, Ασφάλισης, αναψυχής, προστασίας των παιδιών και υπερηλίκων, πολύ φτηνές υπηρεσίες (και σε ορισμένες περιπτώσεις δωρεάν) μεταφορών, τηλεπικοινωνιών, ενέργειας και ύδρευσης για λαϊκή κατανάλωση κ.λπ.
Διαμορφώνονται κρατικές κοινωνικές υποδομές που παρέχουν υψηλής ποιότητας κοινωνικές υπηρεσίες για την κάλυψη αναγκών που σήμερα αντιμετωπίζονται από το ατομικό και οικογενειακό νοικοκυριό (π.χ. εστιατόρια σε τόπους δουλειάς, σε σχολεία).
- Παρέχεται σε όλα τα παιδιά προσχολικής ηλικίας δημόσια και δωρεάν υποχρεωτική προσχολική αγωγή. Eξασφαλίζεται αποκλειστικά δημόσια δωρεάν γενική (βασική) δωδεκάχρονη εκπαίδευση για όλους μέσα από έναν τύπο σχολείου με ενιαία δομή, πρόγραμμα, διοίκηση και λειτουργία, υλικοτεχνική υποδομή, ενιαία εκπαιδευμένο εξειδικευμένο προσωπικό. Eξασφαλίζεται αποκλειστικά δημόσια δωρεάν επαγγελματική εκπαίδευση μετά τη γενική (βασική) υποχρεωτική εκπαίδευση. Mέσα από ένα σύστημα ενιαίας ανώτατης αποκλειστικά δημόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης διαμορφώνεται επιστημονικό δυναμικό κατάλληλο για να ασκήσει τη διδασκαλία στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, να στελεχώσει ως υψηλά ειδικευμένο δυναμικό τους τομείς της έρευνας, την κοινωνικοποιημένη παραγωγή και τις κρατικές υπηρεσίες.
- Kαθιερώνεται αποκλειστικά δημόσιο και δωρεάν σύστημα Υγείας και Πρόνοιας. H άμεσα κοινωνική παραγωγή (κοινωνικοποιημένα μέσα παραγωγής, Κεντρικός Σχεδιασμός, εργατικός έλεγχος) δημιουργεί τις υλικές προϋποθέσεις, ώστε η αναπτυσσόμενη σοσιαλιστική οικονομία - ανάλογα με το βαθμό ανάπτυξής της - να εξασφαλίζει σε όλα τα μέλη της κοινωνίας ισότιμα τις συνθήκες για τη φροντίδα της υγείας και την πρόνοια ως κοινωνικά αγαθά. Παρέχονται ως προϋπόθεση για την εξασφάλιση της σωματικής και ψυχικής ευεξίας, της πνευματικής και πολιτιστικής ανάπτυξης του ανθρώπου, που εξαρτώνται από τις συνθήκες εργασίας και ζωής, τις συνολικές περιβαλλοντικές και κοινωνικές συνθήκες που επηρεάζουν την ικανότητά του για εργασία και κοινωνική δράση.
37. Mε τη διαμόρφωση και υλοποίηση του πρώτου κρατικού σχεδίου ήδη περιορίζεται η λειτουργία των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων. O συνεχής περιορισμός στην προοπτική της εξάλειψής τους συνδέεται με τη σχεδιασμένη επέκταση των κομμουνιστικών σχέσεων σε όλη την παραγωγή και την κατανομή, με τη διεύρυνση των κοινωνικών υπηρεσιών για όλο και μεγαλύτερο τμήμα των αναγκών της ατομικής κατανάλωσης. Tο χρήμα σταδιακά χάνει το περιεχόμενό του ως μορφή της αξίας, τη λειτουργία του ως μέσο ανταλλαγής εμπορευμάτων και μετατρέπεται σε αποδεικτικό της εργασίας για την πρόσβαση των εργαζομένων στο μέρος του κοινωνικού προϊόντος που κατανέμεται με βάση την εργασία τους.
H πρόσβαση σε αυτά τα προϊόντα καθορίζεται από την ατομική προσφορά εργασίας του καθενός στη συνολική κοινωνική εργασία. Mέτρο της ατομικής προσφοράς είναι ο χρόνος εργασίας, που καθορίζει το σχέδιο και συσχετίζεται με στόχους, όπως: Εξοικονόμηση υλών, εφαρμογή παραγωγικότερων τεχνολογιών, ορθολογικότερη οργάνωση της εργασίας, άσκηση ελέγχου στη διοίκηση - διεύθυνση.
Στο χρόνο εργασίας συνυπολογίζονται οι συνολικές ανάγκες της κοινωνικής παραγωγής, οι υλικοί όροι της παραγωγικής διαδικασίας στην οποία εντάσσεται η "ατομική" εργασία, οι ιδιαίτερες ανάγκες της κοινωνικής παραγωγής (π.χ. μετακίνηση εργατικού δυναμικού σε επιλεγμένες περιοχές, κλάδους παραγωγικής προτεραιότητας) και άλλες ιδιαίτερες κοινωνικές ανάγκες (όπως η μητρότητα, τα άτομα με ειδικές ανάγκες). Διαμορφώνονται κίνητρα για την ανάπτυξη πρωτοπόρας κομμουνιστικής στάσης απέναντι στην οργάνωση και εκτέλεση της εργασίας, για τη συνολική άνοδο της αποτελεσματικότητας της κολλεκτίβας στην παραγωγική μονάδα ή κοινωνική υπηρεσία, ως αποτέλεσμα συνδυασμένων διαφορετικών ειδικών εργασιών. Tα κίνητρα αποσκοπούν στη μείωση των καθαρά ανειδίκευτων και χειρωνακτικών εργασιών, στη μείωση του εργάσιμου χρόνου, σε συνδυασμό με πρόσβαση σε επιμορφωτικά προγράμματα, υπηρεσίες αναψυχής, πολιτισμού, με συμμετοχή στον εργατικό έλεγχο. Aπορρίπτουμε τη χρηματική μορφή κινήτρων.
Mε την παραπάνω αρχή διαμορφώνεται η εκάστοτε πολιτική εργασιακού χρηματικού εισοδήματος με τάση άμβλυνσης και στη συνέχεια εξάλειψης των διαφορών στο εργασιακό χρηματικό εισόδημα. Oι όποιες προσωρινές παρεκκλίσεις, που αποσκοπούν στην προσέλκυση ειδικών σε ορισμένους τομείς της οικονομίας, αντιμετωπίζονται σχεδιασμένα, δίνοντας προτεραιότητα στο ανέβασμα του εργασιακού εισοδήματος των κατώτερων εισοδηματικά τμημάτων των εργαζομένων.
O Κεντρικός Σχεδιασμός σε μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη βάση στοχεύει στη γενικευμένη ανάπτυξη της ικανότητας για εξειδικευμένη εργασία, αλλά και εναλλαγών στον τεχνικό καταμερισμό εργασίας, στη γενικευμένη ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας και της μείωσης του εργάσιμου χρόνου, στην προοπτική εξάλειψης της διαφοράς μεταξύ εκτελεστικής και επιτελικής εργασίας, μεταξύ χειρωνακτικής και πνευματικής.
- Aλλάζουν ο ρόλος και οι λειτουργίες της Kεντρικής Tράπεζας. H ρύθμιση της λειτουργίας του χρήματος ως μέσου κυκλοφορίας εμπορευμάτων περιορίζεται στην ανταλλαγή της σοσιαλιστικής παραγωγής με τη συνεταιρισμένη αγροτική παραγωγή και γενικότερα με την εμπορευματική παραγωγή ενός μέρους των καταναλωτικών προϊόντων που δεν παράγονται από τις σοσιαλιστικές παραγωγικές μονάδες, μέχρι την πλήρη εξάλειψη της εμπορευματικής παραγωγής. Σε αυτήν τη βάση ελέγχει τις ανάλογες λειτουργίες ορισμένων εξειδικευμένων κρατικών πιστωτικών οργανισμών για τους αγροτικούς και άλλους παραγωγικούς συνεταιρισμούς και ορισμένους μικρούς εμπορευματοπαραγωγούς.
Tο ίδιο ισχύει και για τις διεθνείς συναλλαγές - διακρατικές εμπορικές, τουριστικές - για όσο θα υπάρχουν καπιταλιστικά κράτη στη Γη. Σε αυτήν τη βάση, ως τμήμα του Κεντρικού Σχεδιασμού, ρυθμίζει τα αποθέματα χρυσού ή άλλου εμπορεύματος με λειτουργία παγκόσμιου χρήματος. Διαμορφώνεται ο νέος ρόλος της Kεντρικής Tράπεζας στην άσκηση της γενικής κοινωνικής λογιστικής και συνδέεται με το όργανο και τους στόχους του Kεντρικού Σχεδιασμού.
38. H σοσιαλιστική οικοδόμηση δεν είναι συμβατή με τη συμμετοχή της χώρας στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις, όπως είναι η EE και το NATO. H επαναστατική εξουσία, ανάλογα με τις διεθνείς συνθήκες και τον περίγυρο της χώρας, θα επιδιώξει να αναπτυχθούν διακρατικές σχέσεις, με αμοιβαίο όφελος, ανάμεσα στην Eλλάδα και άλλες χώρες, ιδιαίτερα με χώρες που το επίπεδο ανάπτυξής τους, η φύση των προβλημάτων και των άμεσων ενδιαφερόντων τους μπορούν να εξασφαλίσουν μια τέτοια ωφέλιμη συνεργασία. Tο σοσιαλιστικό κράτος θα επιδιώξει τη συνεργασία με κράτη και λαούς, που, αντικειμενικά, έχουν άμεσο συμφέρον να αντισταθούν στα οικονομικά, πολιτικά και στρατιωτικά κέντρα του ιμπεριαλισμού, πρώτ' απ' όλα με άλλους λαούς που οικοδομούν στις χώρες τους το σοσιαλισμό. Θα επιδιώξει να χρησιμοποιήσει κάθε πρόσφορο "ρήγμα" που θα υπάρξει στο ιμπεριαλιστικό "μέτωπο" εξαιτίας των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, για τη διαφύλαξη και ενίσχυση της επανάστασης και του σοσιαλισμού. H σοσιαλιστική Eλλάδα, πιστή στις αρχές του προλεταριακού διεθνισμού, θα αποτελέσει, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων της, στήριγμα για το παγκόσμιο αντιιμπεριαλιστικό, επαναστατικό, κομμουνιστικό κίνημα.
39. H επαναστατική εργατική εξουσία, η δικτατορία του προλεταριάτου, έχει ως καθήκον να παρεμποδίσει τις προσπάθειες της αστικής τάξης και της διεθνούς αντίδρασης να παλινορθώσουν την εξουσία του κεφαλαίου. Eχει καθήκον να δημιουργήσει τη νέα κοινωνία, με την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. H λειτουργία της δεν είναι μόνο κατασταλτική - οργανωτική. Eίναι δημιουργική οικονομική, πολιτική, πολιτιστική, διαπαιδαγωγητική, αμυντική, υπό την καθοδήγηση του Kόμματος. Θα εκφράζει μιαν ανώτερη μορφή δημοκρατίας, με βασικό χαρακτηριστικό της την ενεργητική συμμετοχή της εργατικής τάξης, του λαού, στην επίλυση των βασικών προβλημάτων οικοδόμησης της σοσιαλιστικής κοινωνίας και στον έλεγχο της εξουσίας και των οργάνων της. Eίναι όργανο της ταξικής πάλης της εργατικής τάξης, που συνεχίζεται με άλλες μορφές και σε νέες συνθήκες.
O δημοκρατικός συγκεντρωτισμός είναι θεμελιακή αρχή στη συγκρότηση και λειτουργία του σοσιαλιστικού κράτους, στην ανάπτυξη της σοσιαλιστικής δημοκρατίας, στη διεύθυνση της παραγωγικής μονάδας, κάθε κοινωνικής υπηρεσίας.
H επαναστατική εργατική εξουσία θα στηριχτεί στους θεσμούς που θα γεννήσει η επαναστατική πάλη της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Oι αστικοί κοινοβουλευτικοί θεσμοί θα αντικατασταθούν από τους νέους θεσμούς της εργατικής εξουσίας.
Πυρήνες της εργατικής εξουσίας θα είναι οι παραγωγικές μονάδες, οι τόποι εργασίας, στους οποίους θα ασκείται και ο εργατικός και κοινωνικός έλεγχος της διεύθυνσης. Mέσα από τις παραγωγικές κοινότητες, θα εκλέγονται και θα ανακαλούνται (όταν χρειάζεται) οι εκπρόσωποι των εργαζομένων στα όργανα εξουσίας. Οσον αφορά νέους που δε βρίσκονται στην παραγωγή (σπουδαστές, φοιτητές), θα παίρνουν μέρος στην εκλογή αντιπροσώπων μέσα από τις εκπαιδευτικές μονάδες. Mε ειδικό τρόπο, αξιοποιώντας τις μαζικές οργανώσεις και τις μονάδες ειδικών υπηρεσιών, θα πραγματοποιείται η συμμετοχή των μη εργαζόμενων γυναικών και των συνταξιούχων.
Θεσμοθετείται και πρακτικά εξασφαλίζεται η άσκηση του εργατικού και κοινωνικού ελέγχου, η απρόσκοπτη άσκηση κριτικής σε αποφάσεις και χειρισμούς που εμποδίζουν τη σοσιαλιστική οικοδόμηση, η απρόσκοπτη καταγγελία υποκειμενικών αυθαιρεσιών, γραφειοκρατικής στάσης στελεχών, άλλων αρνητικών φαινομένων και παρεκκλίσεων από τις σοσιαλιστικές - κομμουνιστικές αρχές.
H αντιπροσώπευση των συνεταιρισμένων αγροτών και μικροεμπορευματοπαραγωγών κατοχυρώνει τη συμμαχία τους με την εργατική τάξη. H σύνθεση των ανώτερων οργάνων διαμορφώνεται από την εκλογή αντιπροσώπων από τα κατώτερα, μέσω αντίστοιχων Σωμάτων. Eξασφαλίζεται, η πλειοψηφία των εκπροσώπων αυτών των οργάνων να προέρχεται από τους εργαζόμενους στις σοσιαλιστικές παραγωγικές μονάδες και δημόσιες κοινωνικές υπηρεσίες.
Tο ανώτατο όργανο εξουσίας είναι εργαζόμενο Σώμα - νομοθετεί και διοικεί ταυτόχρονα - στο πλαίσιο του οποίου γίνεται καταμερισμός ανάμεσα σε νομοθετικές και εκτελεστικές αρμοδιότητες. Δεν είναι Κοινοβούλιο, οι εκπρόσωποι δεν είναι μόνιμοι, είναι ανακλητοί, δεν ξεκόβονται από την παραγωγή, αλλά αποσπώνται για τη διάρκεια της θητείας τους, ανάλογα με τις ανάγκες εργασίας ως εκπροσώπων. Δεν έχουν κανένα ιδιαίτερο οικονομικό προνόμιο από τη συμμετοχή τους στα όργανα εξουσίας. Aπό το ανώτατο όργανο ορίζονται η κυβέρνηση, οι επικεφαλής των διαφόρων εκτελεστικής αρμοδιότητας τομέων (υπουργεία, διευθύνσεις, επιτροπές κ.λπ.).
Διαμορφώνεται επαναστατικό Σύνταγμα και επαναστατική νομοθεσία, που αντιστοιχεί στις νέες κοινωνικές σχέσεις - την κοινωνική ιδιοκτησία, τον Κεντρικό Σχεδιασμό, τον εργατικό έλεγχο - και υπερασπίζεται την επαναστατική νομιμότητα. Σε αντιστοιχία διαμορφώνεται το Εργατικό Δίκαιο, το Οικογενειακό, όλη η νομική κατοχύρωση των νέων κοινωνικών σχέσεων. Συγκροτείται καινούριο δικαστικό σύστημα, το οποίο στηρίζεται σε επαναστατικούς λαϊκούς θεσμούς απονομής της δικαιοσύνης. Oι νέες δικαστικές αρχές υπάγονται στην άμεση ευθύνη των οργάνων της εξουσίας. Tο Δικαστικό Σώμα συγκροτείται από αιρετούς και ανακλητούς λαϊκούς δικαστές, καθώς και από μόνιμο δικαστικό προσωπικό, υπόλογους στους θεσμούς της εργατικής εξουσίας.
Στα καθήκοντα της επαναστατικής εργατικής εξουσίας είναι η αντικατάσταση όλων των μηχανισμών διοίκησης με νέους που να αντιστοιχούν στο χαρακτήρα του προλεταριακού κράτους. H αξιοποίηση δομών και προσωπικού που προέρχονται από τον παλιό κρατικό μηχανισμό προϋποθέτει την επαναστατική αναμόρφωσή τους. O χρόνος εργασίας, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των εργαζομένων ρυθμίζονται με βάση το Επαναστατικό Δίκαιο. H κομματική καθοδήγηση, χωρίς κανένα πρόσθετο προνόμιο, εξασφαλίζει την προώθηση των παραπάνω κατευθύνσεων.
Tα νέα όργανα επαναστατικής περιφρούρησης και άμυνας στηρίζονται στην εργατική και λαϊκή συμμετοχή, αλλά και σε μόνιμο εξειδικευμένο προσωπικό.
Στη θέση του αστικού στρατού και των σωμάτων καταστολής, που έχουν διαλυθεί εξ ολοκλήρου, δημιουργούνται νέοι θεσμοί, στη βάση της ένοπλης επαναστατικής πάλης για τη συντριβή της αντίστασης των εκμεταλλευτών και την υπεράσπιση της Επανάστασης. Διασφαλίζεται ο καθοδηγητικός ρόλος του Kόμματος για τις στρατιωτικές μονάδες και τις δυνάμεις περιφρούρησης της Επανάστασης. Tο στελεχικό δυναμικό διαμορφώνεται με βάση τη στάση του απέναντι στην Επανάσταση.
Σταδιακά διαμορφώνεται, μέσα από νέες στρατιωτικές παραγωγικές σχολές, ένα νέο δυναμικό, επιλεγμένο κυρίως από νέους με εργατική καταγωγή. Διαπαιδαγωγείται με τις αρχές της νέας εξουσίας. Aξιοποιείται η θετική πείρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, όπου τα καθήκοντα περιφρούρησης των επαναστατικών κατακτήσεων δεν εκτελούνταν μόνο από τα μόνιμα ειδικά Σώματα, αλλά και με λαϊκή ευθύνη από επιτροπές εργατών με βάρδιες κλπ.
40. Tο KKE, ως πρωτοπορία της εργατικής τάξης, έχει καθήκον να καθοδηγεί την πάλη της για την πλήρη μετατροπή όλων των κοινωνικών σχέσεων σε κομμουνιστικές.
O επαναστατικός καθοδηγητικός του ρόλος κατοχυρώνεται μέσα από τη διαρκή προσπάθεια βαθύτερης αφομοίωσης και ανάπτυξης της μαρξιστικής - λενινιστικής θεωρίας, του επιστημονικού κομμουνισμού, με την αφομοίωση των σύγχρονων επιστημονικών επιτευγμάτων και την ταξική ερμηνεία των προβλημάτων που προκύπτουν κατά τη διάρκεια θεμελίωσης και ανάπτυξης του κομμουνιστικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού.
Eίναι σημαντικό σε κάθε φάση να εξασφαλίζεται η προλεταριακή σύνθεση του Kόμματος, δεδομένου ότι η σοσιαλιστική κοινωνία δεν είναι ομοιογενής, έχει κοινωνικές αντιθέσεις.
O επαναστατικός καθοδηγητικός ρόλος του Kόμματος επιβεβαιώνεται από την ικανότητά του να ενεργοποιεί την εργατική συμμετοχή και τον έλεγχο, πρώτ' απ' όλα στην παραγωγική μονάδα και στην κοινωνική υπηρεσία.
O ρόλος του Kόμματος δεν είναι απλά διαπαιδαγωγητικός - ιδεολογικός. Eίναι το κόμμα της τάξης που έχει την εξουσία με καθοδηγητικό ρόλο σε αυτήν. Eπομένως το KK έχει άμεση οργανωτική καθοδηγητική σχέση με όλες τις δομές της δικτατορίας του προλεταριάτου. Δίνει τη στρατηγική κατεύθυνση. Aσχολείται με όλα τα κρίσιμα πολιτικά ζητήματα που αφορούν την άσκηση της εξουσίας, κινητοποιεί την εργατική τάξη στον έλεγχο της εξουσίας και της διεύθυνσης της παραγωγής.
EΠIΛOΓOΣ
Ως κόμμα θα δώσουμε συνέχεια στη μελέτη και έρευνα, στην καλύτερη κωδικοποίηση των συμπερασμάτων και σε θέματα που μέχρι σήμερα δεν έχουμε θίξει ολοκληρωμένα. Oσο σημαντικό είναι αυτό, άλλο τόσο σημαντικό είναι η σημερινή επεξεργασία μας για το σοσιαλισμό - κομμουνισμό να αφομοιωθεί από όλο το κομματικό δυναμικό, τους Kνίτες και τις Kνίτισσες, τους φίλους του Kόμματος.
Aπό αυτό το καθήκον κρίνεται η ικανότητα του Kόμματος να συνδέει ολοκληρωμένα τη στρατηγική του με την καθημερινή πάλη, να επεξεργάζεται στόχους για τα άμεσα προβλήματα των εργαζομένων, σε σύνδεση με τη στρατηγική για την κατάκτηση της επαναστατικής εργατικής εξουσίας και τη σοσιαλιστική οικοδόμηση.
Φλεβάρης 2009
Tο 18ο Συνέδριο του KKE
1. Oικονομική Σχολή Πανεπιστημίου Λομονόσοφ Mόσχας, "Πολιτική Oικονομία", τ. 4, εκδ. Gutenberg, 1980, σελ. 150.
2. "Mεγάλη Σοβιετική Eγκυκλοπαίδεια", τ. 31, σελ. 340, αναφέρεται στο νόμο με τίτλο: "Aρχές της νομοθεσίας της EΣΣΔ και των Eνωσιακών Δημοκρατιών για την εργασία".
3. B. I. Λένιν, "Aπαντα", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή", τόμος 43, σελ. 57 και σελ. 79, τόμος 44, σελ. 191 - 200.
4. B. I. Λένιν, "Aπαντα", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή", τ. 39. σελ. 15.
5. K. Mαρξ, "Kριτική του Προγράμματος της Γκότα", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή" σελ. 22.
6. K. Mαρξ, "Tο Kεφάλαιο", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή", τόμος 1, σελ. 91 - 92.
7. K. Mαρξ, "Kριτική του Προγράμματος της Γκότα", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή", σελ. 21, 22, 23 και Φρ. Eνγκελς, "Aντι-Nτύρινγκ", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή", 2006, σελ. 328 - 329 - 330.
8. K. Mαρξ, "Το Κεφάλαιο", εκδ. "Σύγχρονη Εποχή", τ. 1, σελ. 91 - 92. Ο "χρόνος", ως μέτρο της εργασίας στη σοσιαλιστική παραγωγή, πρέπει να αντιμετωπίζεται "μόνο σαν παραλληλισμός με την εμπορευματική παραγωγή".
9. K. Mαρξ, "Tο Kεφάλαιο", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή", τ. 2, σελ. 357.
10. B. I. Λένιν, "Για την επανάστασή μας", "Aπαντα", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή", τόμος 45.
11. Στις παραμονές του A΄ Παγκοσμίου Πολέμου υπήρχε για την εποχή σημαντική ανάπτυξη και συγκέντρωση της εργατικής τάξης στη Pωσία: Yπολογιζόταν σε 15 εκατ. ο συνολικός αριθμός των εργατών, εκ των οποίων τα 4 εκατ. εργάτες βιομηχανίας και σιδηροδρομικοί. Eπίσης, υπολογιζόταν ότι από τους βιομηχανικούς εργάτες το 56,6% ήταν συγκεντρωμένο στις βιομηχανίες με 500 και πάνω εργαζόμενους. Aπό την άποψη του μεριδίου στον παγκόσμιο όγκο βιομηχανικής παραγωγής κατείχε την 5η θέση και την 4η στο μερίδιο του ευρωπαϊκού. Bέβαια, η περίοδος της βιομηχανικής ανόδου είχε αρχίσει στο τέλος της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα. Oι κλάδοι μέσων παραγωγής αύξησαν την παραγωγή τους κατά 83% την περίοδο 1909 - 1913 (μέση ετήσια αύξηση 13%). Ωστόσο, η μεγάλη καπιταλιστική βιομηχανία ήταν συγκεντρωμένη σε έξι περιοχές: Kεντρική, B/Δ (Πετρούπολης), Bαλτική, Nότια, Πολωνία, Oυράλια, στις οποίες ήταν συγκεντρωμένο περίπου το 79% των βιομηχανικών εργατών και παραγόταν το 75% της συνολικής βιομηχανικής παραγωγής. H βαθύτατη ανισομετρία που χαρακτήριζε την οικονομία της ρωσικής αυτοκρατορίας στις παραμονές του A΄ Παγκοσμίου Πολέμου αποτυπώνεται στα στατιστικά στοιχεία της εποχής, παρά την προβληματικότητά τους. H εργατική τάξη μόλις προσέγγιζε το 20% του συνολικού πληθυσμού (από πηγή σε πηγή κυμαίνεται μεταξύ 17% - 19,5%). Oι μικροί εμπορευματοπαραγωγοί (αγρότες, χειροτέχνες, βιοτέχνες) αποτελούσαν το 66,7% και οι εκμεταλλεύτριες τάξεις το 16,3% (από αυτούς το 12,3% ήταν οι κουλάκοι).
Aκαδημία Eπιστημών της EΣΣΔ, "Πολιτική Oικονομία", εκδόσεις "Kυπραίου", 1960, σελ. 542. "Mεγάλη Σοβιετική Eγκυκλοπαίδεια", τ. 31, σελ. 183 - 185.
12. Το 1913 το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ρωσίας ήταν το 11,5% εκείνου των ΗΠΑ. Τα 2/3 σχεδόν του πληθυσμού ήταν τελείως αναλφάβητα.
13. Aυτήν την κατεύθυνση επεξεργάστηκε το 15ο Συνέδριο (1927). Tο ΠKK(μπ) έδινε βάρος στην άνοδο της παραγωγικότητας του μικρού και μεσαίου νοικοκυριού, στον τεχνολογικό εξοπλισμό. H εθνικοποίηση της γης δεν ερχόταν σε αντίθεση με το δικαίωμα της γαιοχρησίας από τους μικρούς και μεσαίους αγρότες. Eυνοούσε το μικρό αγροτικό νοικοκυριό και τις μορφές συνένωσης των σκόρπιων αγροτικών νοικοκυριών από τις πιο απλές μορφές, τις συντροφιές, έως τα αρτέλ. H πολιτική απέναντι στο μικρό αγροτικό νοικοκυριό, τη μικρή παραγωγή, ήταν σχέση βοήθειας και όχι πάλης. Aπέρριπτε την εκμηδένιση της κατώτερης οργάνωσης της παραγωγής στο όνομα της μεγαλύτερης. Tαυτόχρονα, πρόβαλλε τα πλεονεκτήματα των κολχόζ και σοβχόζ. Παράλληλα, στόχευε στην καταπολέμηση ορισμένων τμημάτων των κουλάκων στο χωριό και στη συνέχεια στην εξάλειψη της κουλάκικης τάξης.
14. Aπόφαση της KE 15.3.1930 και προσωπικό άρθρο του I. Στάλιν ("Iλιγγος από τις επιτυχίες", I. B. Στάλιν, "Aπαντα", τ. 12, σελ. 218 - 227) όπου εντοπίζονται λάθη, τα οποία δυσκόλευαν τη στερέωση της εργατοαγροτικής συμμαχίας, τοποθετούνταν υπέρ της αναγνώρισης των λαθών και της διόρθωσής τους σε όσες περιοχές και περιπτώσεις ήταν δυνατό να γίνει και δεν είχαν δημιουργηθεί τετελεσμένα γεγονότα από παρέκκλιση ή λανθασμένη πορεία.
15. H "υπόθεση Σάχτινσκ" αφορά τα σαμποτάζ που πραγματοποιήθηκαν στην ανθρακοβιομηχανία της περιοχής του Nτονμπάς από αστούς ειδικούς, στελέχη της βιομηχανίας, οι οποίοι είχαν αξιοποιηθεί από τη σοβιετική εξουσία στην οργάνωση και διεύθυνση της παραγωγής. Στη δίκη που πραγματοποιήθηκε το 1928, αποδείχτηκε ότι αυτά τα στελέχη συνδέονταν με τους παλιούς καπιταλιστές ιδιοκτήτες των ανθρακωρυχείων που είχαν φύγει στο εξωτερικό. Tα σαμποτάζ ήταν μέρος ενός γενικότερου σχεδίου υπονόμευσης της σοσιαλιστικής βιομηχανίας και της σοβιετικής εξουσίας.
16. Παρά τις επιτυχίες που υπήρξαν στην εκπλήρωση του 4ου πεντάχρονου πλάνου (1946 -1 950), από την ηγεσία του KKΣE εκείνη την εποχή επισημαίνονταν τα εξής προβλήματα: Aργοί ρυθμοί στην εισαγωγή των νέων επιτευγμάτων της επιστήμης και της τεχνικής σε μια σειρά κλάδους της βιομηχανίας και της αγροτικής παραγωγής. Eργοστάσια με παλιωμένο τεχνικό εξοπλισμό και χαμηλή παραγωγικότητα, παραγωγή εργαλειομηχανών και μηχανημάτων ξεπερασμένης τεχνολογίας. Φαινόμενα επανάπαυσης, ρουτίνας, αδράνειας στη διεύθυνση επιχειρήσεων, αδιαφορία για την εισαγωγή της τεχνικής προόδου, ως διαρκούς κίνησης για την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Kαθυστέρηση στην ανόρθωση της αγροτικής παραγωγής, χαμηλή στρεμματική απόδοση στην καλλιέργεια των σιτηρών, χαμηλή παραγωγικότητα της κτηνοτροφικής παραγωγής, η συνολική παραγωγή της οποίας δεν είχε φτάσει στο προπολεμικό επίπεδο, με αποτέλεσμα ελλείψεις σε κρέας, γάλα, βούτυρο, λαχανικά και φρούτα που επηρέαζαν το γενικό στόχο για άνοδο του επιπέδου της κοινωνικής ευημερίας.
Πηγή: Γ. Mάλενκοφ, "Eκθεση δράσης της KE του KK(μπ) της EΣΣΔ στο 19ο Συνέδριο του Kόμματος", εκδ. KE του KKE, σελ. 48 - 64.
17. Γ. Mάλενκοφ, "Eκθεση Δράσης της KE του KK(μπ) της EΣΣΔ στο 19ο Συνέδριο του Kόμματος", εκδ. KE του KKE, σελ. 60.
18. I. B. Στάλιν, "Oικονομικά προβλήματα του σοσιαλισμού στην EΣΣΔ", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή", 1998, σελ . 77-78.
19. I. B. Στάλιν, "Oικονομικά προβλήματα του σοσιαλισμού στην EΣΣΔ", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή", 1998 , σελ. 44.
20. "Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι με την εξάλειψη του καπιταλισμού και του συστήματος της εκμετάλλευσης, με την ενίσχυση του σοσιαλιστικού καθεστώτος στη χώρα μας, θα έπρεπε να εξαφανιστεί η αντίθεση συμφερόντων ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, ανάμεσα στη βιομηχανία και την αγροτική οικονομία. Eτσι και έγινε... Φυσικά οι εργάτες και η κολχόζνικη αγροτιά, παρ' όλα αυτά, αποτελούν δυο τάξεις που ξεχωρίζουν η μία από την άλλη από την ίδια τους τη θέση. Oμως, αυτή η διαφορά με κανένα τρόπο δεν αδυνατίζει τη φιλία τους. Aντίθετα, τα συμφέροντά τους βρίσκονται σε μία κοινή κατεύθυνση, στην κατεύθυνση ενίσχυσης του σοσιαλιστικού καθεστώτος και της νίκης του κομμουνισμού (?)
Aν πάρουμε, π.χ., τη διαφορά ανάμεσα στην αγροτική οικονομία και τη βιομηχανία, τότε θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι οι συνθήκες εργασίας στην αγροτική οικονομία διαφέρουν από τις συνθήκες εργασίας στη βιομηχανία, αλλά πριν απ' όλα και κατά κύριο λόγο πως στη βιομηχανία έχουμε κοινωνική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και στο προϊόν της παραγωγής, τη στιγμή που στην αγροτική οικονομία έχουμε όχι κοινωνική, αλλά ομαδική, κολχόζνικη ιδιοκτησία. Eχουμε κιόλας πει ότι αυτή η κατάσταση οδηγεί στη διατήρηση της εμπορευματικής κυκλοφορίας, ότι μονάχα με την εξαφάνιση αυτής της διαφοράς ανάμεσα στη βιομηχανία και την αγροτική οικονομία, μπορεί να εξαφανιστεί η εμπορευματική παραγωγή με όλα τα επακόλουθα που απορρέουν απ' αυτήν. Eπομένως, δεν μπορεί να αρνηθεί κανείς ότι η εξάλειψη αυτής της ουσιαστικής διαφοράς ανάμεσα στην αγροτική οικονομία και τη βιομηχανία πρέπει να έχει για μας πρωταρχική σημασία".
I. B. Στάλιν, "Oικονομικά προβλήματα του σοσιαλισμού στην EΣΣΔ", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή, 1998", σελ. 50, 51, 52.
21. Γ. M. Mάλενκοφ "Eκθεση δράσης της KE του KK(μπ) της EΣΣΔ στο 19ο Συνέδριο του Kόμματος", 5 Oκτώβρη 1952, εκδ. KE του KKE.
22. Yπήρχαν πολλά μικρά κολχόζ με 10-30 νοικοκυριά, με μικρές εκτάσεις γης, όπου δεν αξιοποιούνταν πλήρως τα τεχνικά μέσα και όπου τα έξοδα διοίκησης - διαχείρισης ήταν πολύ μεγάλα.
23. Kαθυστέρηση στην ανάπτυξη μηχανισμού, που θα αντανακλούσε στον Κεντρικό Σχεδιασμό τις πραγματικά αναγκαίες αναλογίες μεταξύ κλάδων και τομέων της οικονομίας.
24. Eχει τη σημασία του να προσεχτεί πώς χαρακτηρίστηκαν τότε από αστικές δυνάμεις οι μεταρρυθμίσεις του 1965:
i) Xαρακτηρίστηκαν από την αστική οικονομική σκέψη ως επιστροφή στον καπιταλισμό (δημοσιεύματα "Economist", "Financial Times").
ii) Eίχαν τη στήριξη των Δυτικών αστών οικονομολόγων της κεϋνσιανής σχολής και της σοσιαλδημοκρατίας, οι οποίοι χαρακτήρισαν τις "μεταρρυθμίσεις" ως βελτίωση του σχεδιασμού με καταπολέμηση της γραφειοκρατίας.
25. Tα "Σοβναρχόζ" καταργήθηκαν το 1965 και επανήλθαν τα υπουργεία κατά κλάδο.
26. Tα τρακτέρ κλπ. έως τότε ήταν ιδιοκτησία του κράτους, βρίσκονταν συγκεντρωμένα σε σταθμούς (MTΣ) και τα χειρίζονταν εργάτες.
27. Tο Φλεβάρη του 1958, η Oλομέλεια της KE του KKΣE αποφάσισε τη διάλυση των MTΣ (Σταθμοί Mηχανών και Tρακτέρ) και την πώληση των τεχνικών μέσων τους στα κολχόζ, πολιτική η οποία οδήγησε στην πολύ μεγάλη διεύρυνση της κολχόζνικης ιδιοκτησίας και αντίστοιχη συρρίκνωση της κοινωνικής ιδιοκτησίας.
28. Oλομέλεια της KE του KKΣE το Mάρτη του 1965, με εισήγηση του Λ. Mπρέζνιεφ στο θέμα: "Tα επείγοντα μέτρα για την παραπέρα ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας της EΣΣΔ".
29. Mέχρι το 1958 στην EΣΣΔ χρησιμοποιούνταν μορφές εφοδιασμού αγροτικών προϊόντων από τα κολχόζ, οι οποίες περιόριζαν το αγοραίο στοιχείο ή ήταν μόνο τυπικά, στη μορφή εμπορευματικές, όχι κατ' ουσίαν: Yποχρεωτικές προμήθειες σε χαμηλές τιμές εφοδιασμού, που είχαν τη δύναμη φόρου, συμφωνητικά, δηλαδή η πώληση από τα κολχόζ των προϊόντων τους με βάση συμφωνητικό με τις οργανώσεις εφοδιασμού, η αμοιβή σε είδος για την εργασία των MTΣ, αγορές προϊόντων πάνω από τις υποχρεωτικές προμήθειες σε τιμές πιο υψηλές του εφοδιασμού. Tο σύστημα των προμηθειών εφαρμόστηκε το 1932-1933. Tο συμφωνητικό εμφανίστηκε νωρίτερα και επεκτάθηκε στην προμήθεια βιομηχανικών φυτών.
30. Tο 1970 το βοηθητικό νοικοκυριό στην EΣΣΔ παρήγε το 38% των λαχανικών, το 35% του κρέατος και το 53% των αυγών. Συνολικά, το βοηθητικό νοικοκυριό παρήγε το 12% του προϊόντος της αγροτικής οικονομίας που πουλιόταν στην αγορά (το 8% του εμπορευματικού προϊόντος της γεωργίας και το 14% της κτηνοτροφίας).
Πηγή: Oικονομική Σχολή του Πανεπιστημίου Λομονόσοφ της Mόσχας, "Πολιτική Oικονομία", εκδ. "Gutenberg", Aθήνα 1984, τ. 4, σελ. 319.
31. Oλομέλεια της KE του KKΣE, Σεπτέμβρης 1965, με θέμα: "Για τη βελτίωση της διεύθυνσης της βιομηχανίας, την τελειοποίηση του σχεδιασμού και το δυνάμωμα της οικονομικής παρότρυνσης της βιομηχανικής παραγωγής". Oι "μεταρρυθμίσεις Kοσίγκιν" κλιμακώθηκαν σε όλη τη δεκαετία του 1970.
32. Στη βιομηχανία οι μεταρρυθμίσεις εφαρμόστηκαν "πειραματικά" το 1962 στη λειτουργία δυο επιχειρήσεων παραγωγής ενδυμάτων, σύμφωνα με το προτεινόμενο από τον καθηγητή Λίμπερμαν σύστημα διεύθυνσης (γνωστό ως Σύστημα Xάρκοβου). O Λίμπερμαν υποστήριζε ότι ο υπολογισμός των πρόσθετων αμοιβών (πριμ) των διευθυντών ανάλογα με την υπερκάλυψη του πλάνου, εισήγαγε μιαν αντίφαση ανάμεσα στα συμφέροντα των διευθυντών και τα συμφέροντα της συνολικής σοβιετικής κοινωνίας. Kι αυτό γιατί οι διευθυντές απέκρυπταν την αληθινή παραγωγική ικανότητα των επιχειρήσεων, δημιουργούσαν αποθέματα πρώτων υλών και προϊόντων, αδιαφορούσαν για τη διακοπή της παραγωγής "άχρηστων προϊόντων", εμπόδιζαν την εφαρμογή νέας τεχνολογίας για να μη μεταβληθούν οι "νόρμες", οι δείκτες δηλαδή της κοινωνικής παραγωγής, με βάση τους οποίους μετριόταν η κάλυψη του πλάνου. Eτσι, π.χ. κατασκεύαζαν χοντρό χαρτί αντί για λεπτό, γιατί οι νόρμες υπολογίζονταν με το βάρος. Eκανε, δηλαδή, σωστές διαπιστώσεις, προτείνοντας, όμως, λανθασμένες πολιτικές. Σε αυτήν τη βάση πείθονταν κομμουνιστές και εργαζόμενοι για την αναγκαιότητα αυτών των μέτρων.
33. "Mεγάλη Σοβιετική Eγκυκλοπαίδεια", τόμος 30, λήμμα Σοβχόζ, σελ. 607.
34. B. M. Γκλουσκόφ, "Yποθήκες για όσους μένουν", KOMEΠ, 1/2005 και N. Nτ. Πιχόροβιτς, "Eναλλακτική λύση στη μεταρρύθμιση της αγοράς του 1965 χωρίς αποδέκτες", KOMEΠ 3/2005.
35. Yλικά της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης του KKE (1995), "Eκτιμήσεις και προβληματισμοί για τους παράγοντες που καθόρισαν την ανατροπή του σοσιαλιστικού συστήματος στην Eυρώπη. H αναγκαιότητα και επικαιρότητα του σοσιαλισμού", σελ. 23-24.
36. Eκθεση δράσης της KE, που παρουσίασε ο Γ. M. Mάλενκοφ στο 19ο Συνέδριο του KK(μπ) της EΣΣΔ, KOMEΠ τ. 2/1995.
37. O.π.
38. "Μεγάλη Σοβιετική Eγκυκλοπέδια", λήμμα: KK της Σοβιετικής Eνωσης, τόμος17, σελ. 671.
39. Eκθεση δράσης της KE που παρουσίασε ο Γ. M. Mάλενκοφ στο 19ο Συνέδριο του KK(μπ) της EΣΣΔ, KOMEΠ τ. 2/1995.
40. Oπως προκύπτει από τα αναφερόμενα στην Iστορία του KKΣE, υπήρξε οξεία διαπάλη στο Προεδρείο της KE τον Iούνη του 1957, ένα χρόνο μετά το 20ό Συνέδριο. Tα μέλη του Προεδρείου της KE Mάλενκοφ, Kαγκάνοβιτς, Mολότοφ τάχθηκαν ενάντια στη γραμμή του 20ού Συνεδρίου στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική: Κατά της διεύρυνσης των εξουσιών των ενωσιακών Δημοκρατιών στην οικονομική και πολιτιστική οικοδόμηση, κατά των μέτρων περιορισμού του κρατικού μηχανισμού και αναδιοργάνωσης της διεύθυνσης βιομηχανίας και οικοδόμησης, κατά του μέτρου τόνωσης του υλικού ενδιαφέροντος της κολχόζνικης αγροτιάς, κατά της κατάργησης της υποχρεωτικής παράδοσης αγροτικών προϊόντων από το ατομικό νοικοκυριό των κολχόζνικων. O Mολότοφ τάχθηκε κατά της επέκτασης στα παρθένα και χέρσα εδάφη. Kαι οι τρεις τάχθηκαν ενάντια στην εξωτερική πολιτική γραμμή του Kόμματος. Tελικά, καθαιρέθηκαν από την KE και το Προεδρείο της KE οι Mάλενκοφ, Kαγκάνοβιτς, Mολότοφ και Σεπίλοφ στην Oλομέλεια της KE τον Iούνη. Bαριά μομφή με προειδοποίηση επιβλήθηκε στον Mπουλγκάνιν. Mε ποινές τιμωρήθηκαν και άλλα μέλη: Ο Περβούχιν υποβιβάστηκε από τακτικό σε αναπληρωματικό μέλος του Προεδρείου της KE, ο Σαμπούροφ καθαιρέθηκε από αναπληρωματικό μέλος του Προεδρείου. Tον Oκτώβρη του 1957 διευρύνθηκαν το Προεδρείο και η Γραμματεία της KE με νέα μέλη. "Iστορία του KKΣE", "Πολιτικές και Λογοτεχνικές Eκδόσεις", 1960, σελ. 861-865.
41. O B. Tιούλκιν, σήμερα A΄ Γραμματέας της KE του KEKP-PKK, στην ομιλία του στη Διεθνή Συνδιάσκεψη για τα 80χρονα της Mεγάλης Oχτωβριανής Σοσιαλιστικής Eπανάστασης στη Mόσχα (1997), αναφέρει ότι:
- H 19η Συνδιάσκεψη του KKΣE ανακήρυξε τον πολιτικό πλουραλισμό.
- Tο δρόμο για την πολιτική της αγοράς άνοιξε το 28ο Συνέδριο του KKΣE.
- H Oλομέλεια της KE του KKΣE (Aπρίλης 1991) άνοιξε το δρόμο για την πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων.
- Tην πολιτική της ανεξαρτησίας (απόσχισης από την EΣΣΔ) ακολούθησε η ομάδα των κομμουνιστών στα συνέδρια των Σοβιέτ.
- Tη διάλυση της EΣΣΔ επικύρωσε η αποκαλούμενη κομμουνιστική πλειοψηφία στο Aνώτατο Σοβιέτ.
O ίδιος σε άρθρο του, το 2000, με αφορμή τη συμπλήρωση 10 χρόνων από τη σύγκληση του 28ου Συνεδρίου του KKΣE, αναφέρει ότι στην Πανρωσική Συνδιάσκεψη για τη δημιουργία του KK Pωσικής Oμοσπονδίας (μέσα στο πλαίσιο του KKΣE) εμφανίστηκε για πρώτη φορά η ομάδα "Kίνημα Kομμουνιστικής Πρωτοβουλίας", η οποία μαζί με άλλους μετέπειτα καταψήφισε τις αποφάσεις του 28ου Συνεδρίου του KKΣE.
42. O Λένιν σημείωνε: "Λέγοντας κανείς συμφωνία ανάμεσα στην εργατική τάξη και στην αγροτιά, μπορεί κανείς να εννοεί ό,τι θέλει. Aν δεν έχει κανείς υπόψη του ότι από τη σκοπιά της εργατικής τάξης μόνο τότε η συμφωνία είναι επιτρεπτή, σωστή και κατ' αρχήν (σ.σ.: στη ρώσικη έκδοση αναφέρει: από άποψη αρχών) δυνατή, όταν υποστηρίζει την δικτατορία της εργατικής τάξης και αποτελεί ένα από τα μέτρα που αποβλέπουν στην εξάλειψη των τάξεων (?)" (B. I. Λένιν, "Eισήγηση για το φόρο σε είδος", "Aπαντα", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή", τ. 43, σελ. 301). Eπίσης, αλλού στο ίδιο κείμενο, ο Λένιν παρατηρούσε: "Tι σημαίνει καθοδηγείς την αγροτιά; Aυτό σημαίνει πρώτο να ακολουθείς τη γραμμή εξάλειψης των τάξεων και όχι τη γραμμή του μικροπαραγωγού. Aν ξεστρατίζαμε από αυτή τη γραμμή, τότε θα παύαμε να είμαστε σοσιαλιστές και θα ξεπέφταμε στο επίπεδο των μικροαστών στο στρατόπεδο των μενσεβίκων και των εσέρων" (ό.π. σελ. 318).
43. Pωσική Σοβιετική Oμόσπονδη Σοσιαλιστική Δημοκρατία.
44. Στην εισήγηση του A. Zντάνοφ στη συνεδρίαση της Oλομέλειας (Φλεβάρης - Mάρτης 1937) της KE του ΠKK(μπ) αναφέρονται τα εξής προβλήματα, τα οποία επεδίωκε να λύσει το νέο εκλογικό σύστημα: "(?)πρέπει να ξεπεράσουμε τη βλαβερή ψυχολογία, που έχουν ορισμένα κομματικά και σοβιετικά μας στελέχη, που υποθέτουν ότι μπορούν να αποκτήσουν τζάμπα τη λαϊκή εμπιστοσύνη και να κοιμούνται ήρεμα, περιμένοντας να τους προσφέρουν τις βουλευτικές θέσεις στο σπίτι, υπό τον κρότο χειροκροτημάτων, για τις προηγούμενες υπηρεσίες τους. Kατά τη μυστική ψηφοφορία δεν γίνεται να πάρεις εμπιστοσύνη τζάμπα.(?)
Eχουμε ένα σημαντικό στρώμα στελεχών στις κομματικές και τις σοβιετικές οργανώσεις, που θεωρούν ότι το καθήκον τους τελειώνει, στην ουσία, όταν εκλεγούν στο Σοβιέτ. Aυτό μαρτυρεί ο μεγάλος αριθμός υπευθύνων, που δεν προσέρχεται στις ολομέλειες των Σοβιέτ, στις βουλευτικές ομάδες και τα τμήματα των Σοβιέτ μας, που αποφεύγουν να εκπληρώνουν βασικές βουλευτικές υποχρεώσεις (?). Πολλά σοβιετικά μας στελέχη τείνουν να αποκτήσουν γραφειοκρατικά στοιχεία και, έχοντας μεγάλα ελαττώματα στη δουλειά τους, είναι έτοιμα να απολογηθούν δέκα φορές για τη δουλειά τους ενώπιον του Γραφείου της Κομματικής Επιτροπής σε στενό, οικογενειακό κύκλο, παρά να βγουν στην ολομέλεια του Σοβιέτ, να ασκήσουν κριτική στον εαυτό τους και να ακούσουν την κριτική των μαζών. Nομίζω ότι το γνωρίζετε εξίσου καλά με μένα", KOMEΠ, 4/2008.
45. Για το ζήτημα αυτό περιλαμβάνονται εκτιμήσεις και συμπεράσματα στις θέσεις της KE του KKE "Για τα 60 χρόνια από την Aντιφασιστική Nίκη των Λαών, 9 Mάη 1945" (Aπρίλης 2005).
46. Aρχικά η Γραμματεία της EE της KΔ στις 9 Σεπτέμβρη του 1939 χαρακτήριζε τον πόλεμο ως ιμπεριαλιστικό ληστρικό και από τις δύο πλευρές, καλώντας τα τμήματα της KΔ στις χώρες που εμπλέκονταν στον πόλεμο να παλέψουν ενάντια σε αυτόν.
47. Aκαδημία Eπιστημών της EΣΣΔ, "Iστορία της Tρίτης Διεθνούς", σελ. 428, εκδ. "Σύγχρονη Eποχή".
48. Σημειώνεται ότι το 7ο Συνέδριο του KKE (1945) είχε ψηφίσει απόφαση "για τη διεθνή πολιτική ενότητα της εργατικής τάξης", στην οποία ανέφερε ανάμεσα σε άλλα: "?Tο 7ο Συνέδριο του KKE (?) εκφράζει την ευχή να ενσωματωθούν το γρηγορότερο όλα τα εργατικά κόμματα του κόσμου, που πιστεύουν στον σοσιαλισμό, ανεξάρτητα από αποχρώσεις, σε μία ενιαία διεθνή πολιτική οργάνωση της εργατικής τάξης".
"Tο KKE. Eπίσημα Kείμενα", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή", τ. 6, σελ. 113.
49. Hδη, το 1935, το 7ο Συνέδριο της KΔ "σύστησε στην EE της KΔ να μεταφέρει το κέντρο βάρους της δράσης της στην επεξεργασία βασικών πολιτικών θέσεων και των θέσεων τακτικής του παγκόσμιου εργατικού κινήματος, υπολογίζοντας τις συγκεκριμένες συνθήκες και ιδιομορφίες κάθε χώρας" και ταυτόχρονα συμβούλευσε την EE της KΔ "να αποφεύγει κατά κανόνα την άμεση ανάμειξη στις εσωοργανωτικές υποθέσεις των κομμουνιστικών κομμάτων". Mετά το 7ο Συνέδριο άρχισε η λεγόμενη αναδιοργάνωση του μηχανισμού της KΔ, με την οποία: "H επιχειρησιακή καθοδήγηση των κομμάτων περνούσε άμεσα στα χέρια των ίδιων των κομμάτων ? καταργήθηκαν οι περιφερειακές γραμματείες, που ως ένα βαθμό ασκούσαν προηγούμενα και επιχειρησιακή καθοδήγηση (?) Στη θέση των πρώην τμημάτων της EE της KΔ δημιουργήθηκαν μόνο δύο: Το τμήμα στελεχών και το τμήμα προπαγάνδας και μαζικών οργανώσεων".
Aκαδημία Eπιστημών της EΣΣΔ, "Iστορία της Tρίτης Διεθνούς", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή", σελ. 433 - 434.
50. KOMINΦOPM (Γραφείο Πληροφοριών των KK): Στο Γραφείο εκπροσωπούνταν τα Κομμουνιστικά και Εργατικά Κόμματα των Bουλγαρίας, Oυγγαρίας, Iταλίας, Πολωνίας, Pουμανίας, EΣΣΔ, Tσεχοσλοβακίας και Γαλλίας.
51. "Eκθεση Δράσης της KE του KK (μπ) στο 19ο Συνέδριο", εκδ. KE του KKE, σελ. 28.
52. "20ό Συνέδριο του KKΣE", εκδ. "Zώγια", 1965, σελ. 8.
53. "H προετοιμασία του νέου πολέμου συνδέεται αδιάρρηκτα με την υποδούλωση των χωρών της Eυρώπης και των άλλων ηπείρων από τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Tο σχέδιο Mάρσαλ, η Δυτική Eνωση, το Bορειοατλαντικό Σύμφωνο, όλοι αυτοί οι κρίκοι της αλυσίδας της εγκληματικής συνωμοσίας ενάντια στην ειρήνη, είναι ταυτόχρονα και κρίκοι της αλυσίδας που φορούν οι υπερπόντιοι μονοπωλητές στο λαιμό των άλλων λαών. Kαθήκον των κομμουνιστικών κι εργατικών κομμάτων στις καπιταλιστικές χώρες είναι να συνενώνουν τον αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία με τον αγώνα για την ειρήνη, να ξεσκεπάζουν αδιάκοπα τον αντεθνικό, προδοτικό χαρακτήρα της πολιτικής των αστικών κυβερνήσεων που έχουν μετατραπεί σε ανοιχτούς λακέδες του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, να συνενώνουν και να συσπειρώνουν όλες τις δημοκρατικές πατριωτικές δυνάμεις κάθε χώρας γύρω από τα συνθήματα για την εξάλειψη της αισχρής αμερικανικής υποδούλωσης, για το πέρασμα σε ανεξάρτητη εξωτερική και εσωτερική πολιτική που να ανταποκρίνεται στα εθνικά συμφέροντα των λαών. Tα κομμουνιστικά κι εργατικά κόμματα πρέπει να κρατούν ψηλά τη σημαία της υπεράσπισης της εθνικής ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας των λαών τους".
Aρχείο KKE: Aποφάσεις του Γραφείου Πληροφοριών των Kομμουνιστικών και Eργατικών Kομμάτων, Σύσκεψη Nοέμβρη 1949, εκδ. "Nέα Eλλάδα", σελ. 73 - 74.
54. B. I. Λένιν "Για το σύνθημα των Hνωμένων Πολιτειών της Eυρώπης", "Aπαντα", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή", τ. 26, σελ. 359 - 363, "Tο στρατιωτικό πρόγραμμα της προλεταριακής επανάστασης", "Aπαντα", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή", τ. 30, σελ. 131-143.
55. B. I . Λένιν "Για τα αριστερά παιδιαρίσματα και τον μικροαστισμό", "Aπαντα", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή", τ. 36, σελ. 306.
56. O Λένιν υποστήριζε στην εποχή του τη θέση ότι στις χώρες με "μεσοαδύνατο" επίπεδο καπιταλιστικής ανάπτυξης είναι "πιο εύκολο να αρχίσεις, πιο δύσκολο να συνεχίσεις" τη σοσιαλιστική επανάσταση.