22 Οκτ 2020

ΣΕ ΑΡΜΟΝΙΑ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΣ

 


 

Από τη μια η σύλληψη μαθητών μετά το πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο στην Αθήνα και η τετραήμερη κράτησή τους στη ΓΑΔΑ, από την άλλη η πρόταση της εισαγγελέως Α. Οικονόμου για αναστολή των ποινών, μέχρι την εκδίκαση της έφεσης, για όλους τους καταδικασθέντες για εγκλήματα της Χρυσής Αυγής, πλήν  Γ. Ρουπακιά, είναι  πρόσφατα παραδείγματα αποκαλυπτικά για την εναρμόνιση της αστικής δικαιοσύνης με τις επιδιώξεις του αστικού κράτους. Το δίκαιο σ’ ένα ταξικό κράτος γίνεται όργανο στα χέρια της κυρίαρχης τάξης, για να μπορούν να συγκροτούνται, συστηματοποιούνται, αναπαράγονται και επιβάλλονται οι σχέσεις εξουσίας, συγκαλύπτοντας τη βία και την εκμετάλλευση.

               Κι αν ο ευσεβής μας πόθος, καλλιεργημένος από την κυρίαρχη ιδεολογία, για το σύστημα δικαιοσύνης  είναι  πως πρόκειται για θεσμό ο οποίος επανορθώνει τις αδικίες και γι’ αυτό απαιτείται σεβασμός προς αυτό, είναι όμως οι άπειρες αποφάσεις του που ενισχύουν τη διαπίστωση πως ανεξαρτήτως της σύνθεσης του δικαστηρίου οι αποφάσεις εξαρτώνται από ένα σύνολο νόμων όπου ενσωματώνονται όλα τα προνόμια του κεφαλαίου και όλη η έλλειψη προνομίων των εργαζομένων μαζών.

               Για την κράτηση των μαθητών στη ΓΑΔΑ, σύμφωνα και με τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη Μ. Χρυσοχοΐδη, αποφάσισε η δικαιοσύνη που μαζί με την προανάκριση «πήρε αυτά τα μέτρα», αφού βέβαια  συνελήφθησαν και προσήχθησαν στο αστυνομικό τμήμα από τις μονάδες καταστολής. Από τη μια λοιπόν μονάδες των πάνοπλων αστυνομικών έχουν ως αποστολή να προκαλούν φόβο στους διαδηλωτές για καταστολή των κινητοποιήσεων, από την άλλη η δικαιοσύνη  πολλές φορές έρχεται αρωγός τους, συγκαλύπτοντας, σαν αμερόληπτη και ανεξάρτητη, με τις αποφάσεις της  την άσκηση εξουσίας προς το συμφέρον της άρχουσας τάξης.

               Οι εικόνες με  μαθητές δεμένους με  χειροπέδες, με αστυνομικούς να ψάχνουν τσάντες μαθητριών ή να κυνηγούν διαδηλωτές στο πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο δεν είναι πρωτόγνωρες ούτε  είναι αποκλειστικότητες της ελληνικής αστυνομίας. Πριν περίπου δυο χρόνια, από τις διαδηλώσεις των κίτρινων γιλέκων στη Γαλλία, το βίντεο με μαθητές Λυκείου γονατιστούς στο έδαφος με τα χέρια πίσω στην πλάτη σαν αιχμάλωτοι πολέμου, μπορεί να προκάλεσε αγανάκτηση, αλλά δεν περιορίστηκε η άσκηση βίας της αστυνομίας, όπως φάνηκε και στις πιο πρόσφατες διαδηλώσεις. Οι τάσεις αυταρχισμού των κυβερνήσεων στις αστικές δημοκρατίες της Ευρώπης προληπτικά εκφοβίζουν για να αποτρέψουν οποιαδήποτε αντίδραση, κάνοντας επίδειξη δύναμης με χρήση και της άμεσης βίας.

               Και βέβαια κάθε φορά με την επίδειξη του αυταρχισμού από την κυρίαρχη εξουσία προβάλλεται η υπεράσπιση της νομιμότητας με σκοπό να δικαιώνεται, για να κερδίζεται η συναίνεση, η πολιτική πυγμής που εφαρμόζεται  για εκφοβισμό και καταστολή κάθε κινητοποίησης. Μόνο που η νομιμότητα, την οποία  η κάθε  κυβέρνηση επικαλείται με επιμονή και την χρησιμοποιεί σαν ένα μέσο για την εξασφάλιση  της λειτουργικότητας της εξουσίας,  δεν είναι παρά ένα σύνολο όρων που θέτει και επιβάλλει, ακόμα και με δημοκρατικές διαδικασίες, η αστική εξουσία και οι οποίοι  πρέπει να διέπουν τις πολιτικές και κοινωνικές συγκρούσεις. Έτσι ο νέος νόμος για τις διαδηλώσεις που στην πραγματικότητα αποτελεί, σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία μάλιστα,  αδικαιολόγητη παρέμβαση στο δικαίωμα στην ελευθερία της ειρηνικής συνάθροισης, στενεύει πολύ τα όρια της νομιμότητας για κινητοποιήσεις και αγωνιστικές διεκδικήσεις και διευρύνει τα περιθώρια ακόμα και για άσκηση βίας εν ονόματι της υπεράσπισης της νομιμότητας, από τις δυνάμεις καταστολής. Και σ’ αυτή την περίπτωση, η άρχουσα τάξη ακόμα κι αν έχει χάσει τη συναίνεση των μαζών  μπορεί να διατηρήσει την κυριαρχία της λόγω και μέσω της λειτουργίας των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους.

               Αυτή η νομιμότητα επομένως, η οποία εκφράζεται μέσω νόμων που καλύπτει την άσκηση εξουσίας και χρησιμοποιείται ως μέσον αυτής της εξουσίας, δεν είναι σε μια ταξική κοινωνία παρά ένας καθρέφτης ανισοτήτων, που συγκαλύπτονται από την παρουσίαση της δικαιοσύνης ως αμερόληπτης και ανεξάρτητης. Η εισαγγελέας λοιπόν  στη δίκη της Χρυσής Αυγής  με τις προτάσεις της και την επιμονή της  για ευνοϊκή μεταχείριση των καταδικασθέντων της Χρυσής Αυγής  άφησε να φανεί η σύνδεση της δικαιοσύνης του σύγχρονου κοινωνικοοικονομικού συστήματος με τις επιδιώξεις της κυρίαρχης τάξης. Γιατί αν όλοι στην πολιτική ηγεσία, και όχι μόνο, όψιμα έχουν γίνει αντιφασίστες και αποκήρυξαν κάθε σχέση με την Χρυσή Αυγή, για χρόνια  όμως την κανάκευαν υπογείως  και την προωθούσαν  διευρύνοντας την εξοικείωσή μας με φασιστικές πρακτικές που δικαιολογούν κάθε είδους ρατσισμό, αποκλεισμό και βία. Είναι που με τη στοχοποίηση των  μειονοτήτων  και μεταναστών συγκαλύπτονται τα εγκλήματα του καπιταλισμού και η ευθύνη της άρχουσας τάξης, είναι που με την άσκηση  βίας δήθεν για  υπεράσπιση  των κατατρεγμένων Ελλήνων   επιδιώκεται η διάλυση των οργανώσεων της εργατικής τάξης και γίνεται αποδεκτή κάθε καταστολή.

Η Χρυσή Αυγή, με την ανοχή της κυρίαρχης εξουσίας, δρούσε στα όρια, διατύπωνε θέσεις  οριακές και δρούσε στις παρυφές της νομιμότητας, αν δεν τις ξεπερνούσε. Κι έτσι ενσωμάτωσε το όριο στον πολιτικό λόγο, ώστε από εδώ και πέρα να γίνεται κριτήριο του αποδεκτού ό,τι δεν το ξεπερνά.   Το θράσος της, όπως φαίνεται από τη διεξαγωγή της δίκης, στηριζόταν σε βεβαιότητες για τη ισχύ της όχι τόσο στην κοινωνία όσο στο οικονομικοπολιτικό κατεστημένο. Κι αν με τη δολοφονία του Π. Φύσσα έκαψε τις όποιες προοπτικές της με το αντιφασιστικό κίνημα να διογκώνεται,  πρόλαβε όμως, και ήταν το επιδιωκόμενο,  να εισάγει  στο δημόσιο χώρο τις φασιστικές ιδέες για  να ενσωματωθούν σε πολιτικά κόμματα όπως η Ν.Δ  και να διευρυνθεί στην κοινωνία και την πολιτική η προσαρμογή στα φασιστικά επιχειρήματα.

Λογαριάζουν χωρίς τον ξενοδόχο


Τι συμβαίνει όταν το «υποκείμενο νόσημα» της δυσανεξίας σε κάθε λαϊκή κινητοποίηση, σε κάθε δίκαιο αίτημα των εργαζομένων και της νεολαίας, συναντάται με την προσπάθεια της αστικής τάξης να επιβάλει «σιγή νεκροταφείου» στο λαό; Τότε ξεχειλώνει το μίσος απέναντι στους αγώνες, που δυναμώνουν το τελευταίο διάστημα, με τα παπαγαλάκια της κυβέρνησης και του ΣΕΒ να μην αφήνουν πια ούτε διαδήλωση, ούτε συγκέντρωση, ούτε παράσταση διαμαρτυρίας χωρίς να τη συκοφαντούν ασύστολα.

Μια προσπάθεια που κλιμακώνεται από όταν η κυβέρνηση πέρασε το νόμο για τον περιορισμό των διαδηλώσεων και σήμερα πάει μαζί με το κήρυγμα «εμπιστοσύνης στο κράτος, στους θεσμούς και στην κυβέρνηση». Θυμίζουμε μάλιστα ότι η κυβέρνηση της ΝΔ πέρασε τον κατάπτυστο αυτό νόμο για να αντιμετωπίσει τάχα τους «μπαχαλάκηδες». Και σήμερα, μόλις λίγους μήνες μετά την ψήφισή του, έχει εφαρμοστεί για την καταστολή κινητοποιήσεων όπως αυτή των υγειονομικών έξω από το υπουργείο Υγείας ή δασκάλων, μαθητών και γονέων που διαδηλώνουν με τα πανό των σωματείων και των άλλων φορέων τους, για να σέρνονται μαθητές στα δικαστήρια, με τα ΜΜΕ να κουνάνε και το δάχτυλο στη νεολαία, προκειμένου να περάσουν το μήνυμα ότι «όποιος αγωνίζεται θα έχει μπελάδες... Το τζάμπα πέθανε», όπως γράφτηκε πρόσφατα.

* * *

Εφτασαν χτες στο σημείο να συσχετίσουν τη μεγάλη κινητοποίηση έξω από το Εφετείο στις 7 Οκτώβρη, για τη δίκη της ΧΑ, με το ρεκόρ κρουσμάτων κορονοϊού της περασμένης Τρίτης, όπως έκανε αρθρογράφος των «Νέων». Ο συγκεκριμένος, που έχει αναλάβει εργολαβία, κάνει πως «δεν βλέπει»: Την εργοδοτική ασυδοσία και τα κυβερνητικά πρωτόκολλα - λάστιχο που της δίνουν κάλυψη, μετατρέποντας τους χώρους δουλειάς σε υγειονομικές βόμβες. Τα «τιγκαρισμένα» ΜΜΜ, που με ευθύνη της κυβέρνησης αποτελούν εστίες υπερμετάδοσης. Τις εγκληματικές ελλείψεις σε γηροκομεία και νοσοκομεία. Τον καθημερινό συνωστισμό στα σχολεία... Η εφημερίδα βρήκε τι φταίει για τον κορονοϊό: «Οι ακράτητοι αντιφασίστες που συμμετείχαν στην πιο περιττή συγκέντρωση της ιστορίας (...) ουσιαστικά επιβαρύνοντας την ελληνική κοινωνία».

«Τα επεισόδια είναι θεσμός της καθημερινότητάς μας», γράφει σε άλλο σχόλιό της η «Καθημερινή» για τις διαδηλώσεις, ενώ σε σχέση με τον μαθητή που πιάστηκε από την αστυνομία στο σωρό, αναφέρει για το «έγκλημά» του, μαζί με κάτι κακόγουστες ειρωνείες προς το πρόσωπο της μητέρας του: «Το παιδί δεν έκανε τίποτε κακό. Βρέθηκε σε μια πορεία περίπου 100 ατόμων, που βανδάλισαν, έκαψαν και πέταξαν μολότοφ. Ηταν η ώρα η κακιά (...) Κοινώς συμμετείχε σε μια πορεία που προκάλεσε τα επεισόδια (...) Το δικαίωμα στη διαμαρτυρία είναι ιερό και τα παιδιά έχουν δίκιο, ακόμη και αν καίνε τη μισή Αθήνα...». Το πρόβλημα είναι λοιπόν οι μαθητές, οι εργαζόμενοι που δεν κάθονται στα αυγά τους, δεν δέχονται το δόγμα «ό,τι πει η κυβέρνηση και το κράτος» και αγωνίζονται, διεκδικούν μέτρα προστασίας της υγείας, της ζωής και των δικαιωμάτων τους, γιατί καθημερινά βιώνουν την ανασφάλεια, την αδιαφορία, τις ελλείψεις υποδομών, τους κινδύνους... Αλλά αυτά είναι «ψιλά γράμματα» για τις «Αντουανέτες» των ΜΜΕ.

* * *

Πού στοχεύει αυτή η προπαγανδιστική ομοβροντία αν όχι στο στρώσιμο του εδάφους για την ένταση του κρατικού αυταρχισμού; Αν όχι στη δικαιολόγηση της βασικής επιδίωξης του κατάπτυστου νόμου για τις διαδηλώσεις, που περιλαμβάνει και τις διατάξεις για την αντιμετώπιση της «ριζοσπαστικοποίησης», δηλαδή της καταστολής του «εχθρού λαού»; Αυτή η πολιτική, που έχει τη σφραγίδα όλων των κυβερνήσεων και των αστικών κομμάτων, θεωρεί επί της αρχής και στοχοποιεί τη λαϊκή κινητοποίηση και δράση, την απεργία, την αντιπαράθεση με την εργοδοσία και το κράτος.

Εχει τη σφραγίδα της ΝΔ, που ψήφισε το νόμο. Του ΣΥΡΙΖΑ, που άνοιξε το δρόμο, με τα νομοθετικά εμπόδια στο απεργιακό δικαίωμα, ενώ ως κυβέρνηση είχε υιοθετήσει τις κατευθύνσεις της ΕΕ για την αντιμετώπιση της «ριζοσπαστικοποίησης», φτάνοντας πριν από λίγους μήνες να ψηφίζει «λευκό» στο Ευρωκοινοβούλιο σε κείμενο όπου χαρακτηρίζονταν «απειλή» οι «λαϊκές διαδηλώσεις διαμαρτυρίας».

Η κλιμάκωση αυτή, λοιπόν, δεν είναι απλά «σύμπτωμα» της δυσανεξίας τους στις λαϊκές κινητοποιήσεις. Μαρτυρά τα «δύσκολα» που έρχονται για το λαό και τη νεολαία. Την ένταση της επίθεσης από το κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις του, για να πληρώσει ο λαός την κρίση. Τα βάρβαρα αντεργατικά μέτρα, όπως για τον εργάσιμο χρόνο, την Κοινωνική Ασφάλιση, το ξεσπίτωμα λαϊκών οικογενειών. Τα επόμενα επεισόδια περιλαμβάνουν την περαιτέρω στοχοποίηση της συνδικαλιστικής δράσης, κάτι που ήδη δουλεύεται από την κυβέρνηση και τα επιτελεία της.

* * *

Ομως οι κινητοποιήσεις του τελευταίου διαστήματος δείχνουν ότι λογαριάζουν χωρίς τον ξενοδόχο... Ο λαός και η νεολαία μπορούν να τους βάλουν ακόμα πιο δύσκολα, με την οργάνωση και τη δράση για την προστασία της υγείας και των δικαιωμάτων τους.


Δ. Π.

Φρανκενστάιν


Ενα ακόμα έγκλημα σε βάρος του λαού είναι ο νέος Πτωχευτικός Κώδικας που ψηφίζεται σήμερα στη Βουλή και που η κυβέρνηση ρίχνει στη «μάχη» για τη θωράκιση των τραπεζών, την ενίσχυση του κεφαλαίου και την προσέλκυση «επενδύσεων».

Η δυνατότητα στις τράπεζες και τα funds να ξεσπιτώνουν τον λαό, να βάζουν στο χέρι όλη την περιουσία του και να δεσμεύουν τα εισοδήματά του (!), προκειμένου να μην «κινδυνεύουν» τα προσδοκώμενα κέρδη τους (βλέπε επιτόκια και πανωτόκια) από το ρίσκο του δανεισμού, είναι όντως μια «δεύτερη ευκαιρία».

Οχι όμως για τον λαό, αλλά για το κεφάλαιο και το αστικό κράτος να τον ξαναληστέψουν, για να αποκτήσουν «ρευστότητα» οι τράπεζες και οι επιχειρηματικοί όμιλοι.

Η «δυνατότητα» που δίνει ο νέος Πτωχευτικός Κώδικας στα λαϊκά νοικοκυριά να γίνουν νοικάρηδες των τραπεζών και των funds στα σπίτια τους, έχοντας μόνιμα στο λαιμό το μαχαίρι της οριστικής έξωσης αν «παραβούν» στο ελάχιστο τους εκβιαστικούς όρους των τραπεζών, ή αν κριθεί ότι ζουν σπάταλα και «ριψοκίνδυνα» (!) με τα 600 ευρώ των «εύλογων δαπανών διαβίωσης» που θα τους απομένουν, προστατεύει όντως... Οχι όμως το λαό, αλλά τις τράπεζες, για να αρμέξουν έως και την τελευταία δεκάρα από την τσέπη του.

Τα μεγάλα λόγια για τους επαγγελματίες, ότι αφού χάσουν τα πάντα, το μαγαζί τους, τα εργαλεία της δουλειάς τους, την περιουσία, το σπίτι τους, ακόμα και τα μελλοντικά εισοδήματά τους, θα έχουν μια «δεύτερη ευκαιρία» να... αναμετρηθούν με την ίδια αντιλαϊκή πολιτική και την κυριαρχία των μονοπωλίων που τους έφτασε στη χρεοκοπία, δείχνουν την κοροϊδία, αλλά και τη μόνιμη ομηρία που τους επιφυλάσσουν οι επιχειρηματικοί όμιλοι και οι κυβερνήσεις τους.

Την ίδια ώρα, η κατάργηση - ουσιαστικά - της αποζημίωσης για απόλυση από τις «πτωχευμένες» επιχειρήσεις δίνει μια ακόμα ευκαιρία στους επιχειρηματικούς ομίλους να ξεσαλώνουν σε βάρος των εργαζομένων, μαζί με όλο το υπόλοιπο αντεργατικό οπλοστάσιο που έχουν παραγγείλει και φέρνει η κυβέρνηση.

Αυτός ο «Φρανκενστάιν», που τα λαϊκά στρώματα θα τον βρίσκουν διαρκώς μπροστά τους όταν θα παλεύουν για φτηνή και αξιοπρεπή στέγη, όταν οι επαγγελματίες θα ζητάνε ουσιαστική ανακούφιση από τα χρέη που τους βουλιάζουν και οι εργαζόμενοι τα δεδουλευμένα από τους μεγαλοκαρχαρίες που «βαράνε κανόνι» χωρίς να δίνουν λογαριασμό, έχει τη «σφραγίδα» της ΕΕ, της κυβέρνησης και όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων, με πρώτο τον ΣΥΡΙΖΑ, που τώρα κάνει ότι «βγαίνει στα κεραμίδια».

Ποιος; Ο ΣΥΡΙΖΑ, που για να «απαλλάξει» τις τράπεζες από τα «κόκκινα» δάνεια ως κυβέρνηση, άφησε μόνο το φύλλο συκής στη δικαστική προστασία της πρώτης κατοικίας, θωράκισε το ξεσπίτωμα του λαού με τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, μετέτρεψε σε «ιδιώνυμο αδίκημα» την πάλη ενάντιά τους.

Ψήφισε νόμο που έδωσε προτεραιότητα στις απαιτήσεις των τραπεζών έναντι των εργαζομένων στις πτωχευμένες επιχειρήσεις, ενώ αρνήθηκε επανειλημμένα, όπως και η σημερινή κυβέρνηση, τις προτάσεις νόμου του ΚΚΕ για την ουσιαστική ανακούφιση των δανειοληπτών, των αυτοαπασχολούμενων και επαγγελματιών!

Δεν είναι δίλημμα των εργαζομένων, των λαϊκών στρωμάτων, πότε και με ποιον τρόπο θα ξεσπιτωθούν ή θα δουν τα εισοδήματά τους να δεσμεύονται. Ούτε πώς θα πληρώσουν για να σωθούν τα κέρδη των τραπεζών και των επιχειρηματικών ομίλων.

Το πραγματικό ερώτημα για το λαό, που αναδεικνύει και ο νέος Πτωχευτικός Κώδικας, είναι αν θα δεχτεί να ζει σε μόνιμη χρεοκοπία για να πολλαπλασιάζει τα κέρδη του το μεγάλο κεφάλαιο, ή αν θα δυναμώσει τον αγώνα του για να πάρει πραγματικές «ανάσες», για να περάσει στην αντεπίθεση, με σημαία τις δικές του ανάγκες.

TOP READ